25.1.25

10 ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Β' ΔΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ. Γ' Γίνε φιλόσοφος, αλλά μέσα σε όλη τη φιλοσοφία σου εξακολούθησε να είσαι άνθρωπος.

1. Η αρχή της μεσότητας (Αριστοτέλης). Η αρετή δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως το άκρο αντίθετο της κακίας, αλλά ως το μέσο μεταξύ δύο άκρων. Έτσι η γενναιοδωρία βρίσκεται μεταξύ της τσιγκουνιάς και της σπατάλη, το θάρρος μεταξύ της δειλίας και της απερισκεψίας κοκ.
2. Δίκαιος πόλεμος (Θωμάς Ακινάτης). Είναι δικαιολογημένο να εμπλακεί κανείς σε πόλεμο μόνο αν αυτός αποτελεί έσχατη επιλο­γή, αν η χρήση στρατιωτικής δύναμης μεταξύ των αντιπάλων πα­ραμένει ανάλογη, αν υπάρχουν καλές πιθανότητες επιτυχίας και αν η πλευρά που μάχεται κατέχει νόμιμα την εξουσία και έχει δίκαιες προθέσεις. Κατά τον πόλεμο οι άμαχοι πρέπει να προστατεύονται και οι πολεμικές επιχειρήσεις να διατηρούνται σε αναλογία.
3. Η λεπίδα του Όκαμ (William of Occam). Οι οντότητες δεν πρέπει να πολλαπλασιάζονται πέραν του απολύτου αναγκαίου. Με άλλα λόγια, εφόσον όλες οι άλλες συνθήκες είναι όμοιες (σημαντικός όρος), οι απλούστερες εξηγήσεις προτιμώνται από τις πιο πολύπλοκες.
4. Η αρχή του αποχρώντος λόγου (Gottfried Wilhelm Leibniz). «Τίποτα δεν υπάρχει δίχως έναν λόγο γιατί να υπάρχει, αντί να μην υπάρχει».
5. Η αρχή των δεδομένων (David Hume). «Ο συνετός άνθρωπος εναρμονίζει την πίστη του με τα εμπειρικά δεδομένα» και «Ένα λιγότερο ισχυρό εμπειρικό δεδομένο δεν μπορεί ποτέ να αναιρέσει ένα ισχυρότερο».
6. «Οφείλω» σημαίνει «μπορώ» (Immanuel Kant). Δεν μπο­ρούμε να πούμε ότι κανείς οφείλει να κάνει κάτι παρά μόνο αν μπορεί να το κάνει.
7. Η αρχή της βλάβης (John Stuart Mill). «Ο μόνος σκοπός για τον οποίο οι άνθρωποι, ατομικά ή συλλογικά, έχουν το δι­καίωμα να επεμβαίνουν στην ελευθερία δράσης οποιουδήποτε συνανθρώπου τους είναι η αυτοπροστασία τους. Ο μόνος σκοπός για τον οποίο μπορεί νόμιμα να ασκηθεί εξουσία σε οποιο­δήποτε μέλος μιας πολιτισμένης κοινότητας, ενάντια στη θέλησή του, είναι η αποτροπή της βλάβης των άλλων. Το προσωπικό όφελος, σωματικό ή ηθικό, δεν συνιστά επαρκή δικαιολογία».
8. Η αρχή της διαψευσιμότητας (Karl Popper). Για να είναι επιστημονικός ένας ισχυρισμός, πρέπει να μπορεί να ελεγχθεί με τέτοιον τρόπο ώστε η αποτυχία σε αυτόν τον έλεγχο να αποδει­κνύει ότι είναι εσφαλμένος. Ή πιο απλά για να είναι χρήσιμη (ή έστω επιστημονική) μια επιστημονική θέση (θεωρία, "νόμος", αρχή κ.λ.π.) πρέπει να είναι διαψεύσιμη, δηλαδή να μπορεί να ελεγχθεί και να αποδειχτεί λανθασμένη.
9. Η αρχή της επιείκειας (Donald Davidson). Όταν ασκούμε κριτική σε απόψεις άλλων, πρέπει να τις ερμηνεύουμε κατά τέ­τοιον τρόπο ώστε να παρουσιάζονται όσο το δυνατόν πιο λογικές.
10. Η αρχή της διαφοράς (John Rawls). Αύξηση της ανισότητας επιτρέπεται μόνο όταν ωφελεί τα ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας.
Πηγή: Φιλοσοφία Τζούλιαν Μπαγκίνι, εκδ. Μίνωας
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.
===================
Αν αναλύσουμε από ετυμολογική άποψη τον όρο Φιλοσοφία στα συνθετικά στοιχεία του, φιλία – σοφία, δηλώνεται η τάση, η εσωτερική διάθεση για τη γνώση του κόσμου. Όταν μάλιστα η τάση αυτή κορυφώνεται, τότε μεταστοιχειώνεται σε έναν έρωτα διαρκή για τη γνώση του κόσμου και του εαυτού του.
Με δεδομένο ότι η γνώση αυτή για τον άνθρωπο δεν είναι ποτέ πλήρης, δικαιολογεί και τη διαρκή αναζήτηση, το αδιάκοπο κυνήγι της γνώσης, τη συνεχή έρευνα. Έτσι, είναι ευνόητο πως η μάθηση που παράγεται και δημιουργείται από την πίεση της φιλίας αυτής προς τη γνώση ονομάζεται Φιλοσοφία.
Ο όρος φιλοσοφία, φιλόσοφος, φιλοσοφικός είναι καθαρά ελληνικός και με τον ελληνικό τύπο χρησιμοποιείται σε όλες τις γλώσσες της οικουμένης.
Πρώτος ο Πλάτων χρησιμοποιεί στα έργα του τον όρο φιλοσοφία, αλλά από τους προσωκρατικούς ο Ηράκλειτος αναφέρει τον όρο φιλόσοφος στο απόσπασμα 35: «Χρη γαρ ευ μάλα πολλών ιστόρας φιλοσόφους άνδρας είναι» (είναι απαραίτητο οι άνδρες που είναι φίλοι της σοφίας να έχουν ερευνήσει πάρα πολλά πράγματα).
Ωστόσο, ο Διογένης ο Λαέρτιος και ο Κικέρων αναφέρουν ότι πρώτος ο Πυθαγόρας (580 – 500 π.Χ.) έκανε χρήση του όρου φιλόσοφος:
«Ερωτηθέντα υπό Λέοντος του Φλειασίων τυράννου τις είη, φιλόσοφος ειπείν· και τον βίον εοικέναι πανηύρει· ως ουν εις ταύτην οι μεν αγωνιούμενοι, οι δε κατ’ εμπορίαν, οι δε γε βέλτιστοι έρχονται θεαταί, ούτως εν τω βίω, οι μεν ανδραποδώδεις, έφη, φύονται δόξης και πλεονεξίας θηραταί, οι δε φιλόσοφοι της αληθείας» (Διογ. Λαέρτ. 8,8).
Όταν ο Λέων, ο τύραννος των Φλειασίων ρώτησε τον Πυθαγόρα τι είναι, του απάντησε πως είναι φιλόσοφος. Είπε ακόμη ο Πυθαγόρας ότι η ζωή μοιάζει με πανηγύρι· όπως λοιπόν άλλοι έρχονται στο πανηγύρι για να αγωνισθούν, άλλοι για να εμπορευθούν, ενώ οι καλύτεροι έρχονται για να απολαύσουν το θέαμα του πανηγυριού, έτσι κατά τον ίδιο τρόπο και στη ζωή, εκείνοι που έχουν φύση δουλική, γεννιούνται από τη φύση τους με έμφυτη επιθυμία να επιδιώκουν τη δόξα και την πλεονεξία, αλλά όμως οι φιλόσοφοι έχουν έμφυτο τον έρωτα της αλήθειας.
Επίσης, ο Ρωμαίος ρήτορας, Κικέρων, στο σύγγραμμά του «Τουσκουλαναί διατριβαί» μας πληροφορεί ότι ο Πυθαγόρας αποκρίθηκε στον Τύραννο Λέοντα: «Δεν γνωρίζω καμία τέχνη, αλλά είμαι φιλόσοφος». Με τον Κικέρωνα συμφωνεί και ο Ιάμβλιχος.
Ο Πυθαγόρας πρόσθεσε ότι «υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι καταφρονούν όλα τα άλλα πράγματα ασχολούνται μετά ζήλον εις την έρευναν της φύσεως όντων»· αυτούς ονόμαζε φιλοσόφους.
Ωστόσο, η κριτική έρευνα έδειξε πως τα σχετικά με τον Πυθαγόρα και τον Λέοντα είναι μεταγενέστερης εποχής και πλασμένα από τον Ηρακλείδη τον Ποντικό, μαθητή του Πλάτωνα, ο οποίος ήθελε να παρουσιάσει τον Πυθαγόρα ως αρχηγέτη του θεωρητικού βίου.
Μετά από την αποδεικτική αυτή έρευνα, η αρχαιότερη χρήση της λέξης φιλόσοφος απαντάται στον Ηράκλειτο.
Όσον αφορά στο ρήμα φιλοσοφέω-ώ απαντάται στον Ηρόδοτο (Α, 30), όπου ο βασιλέας των Λυδών, Κροίσος, λέει στον Σόλωνα «… ως φιλοσοφέων γην πολλήν θεωρίης είνεκεν επελήλυθας» (από αγάπη προς τη γνώση, από έρωτα προς τη σοφία έχεις περιέλθει πολλές φορές).
Το ρήμα αυτό το συναντούμε και στα Ιπποκρατικά συγγράμματα (Ι 620 και ΙΧ 232 L). Ο Θουκυδίδης δεν αναφέρεται στη φιλοσοφία ως μια ιδιαίτερη επιστήμη, αλλά με τον όρο αυτόν εννοεί μια βαθύτερη εξέταση των πραγμάτων με όργανο τη σκέψη.
Ο Ξενοφών στα «Απομνημονεύματα» χρησιμοποιεί το ρήμα φιλοσοφώ. Ο Ευθύδημος συνομιλώντας με τον Σωκράτη λέει «ώμην φιλοσοφείν φιλοσοφίαν…» (Φανταζόμουν ότι ασχολούμαι με τη φιλοσοφία, με την οποία πίστευα πως θα μορφωθώ).
Ο Ξενοφών, επίσης, παρουσιάζει τον Σωκράτη στο «Συμπόσιον» να λέει πως είναι αυτουργός φιλοσοφίας (= αυτοδίδακτος στη φιλοσοφία).
Ωστόσο, κατά τον Πλάτωνα, η σοφία είναι κτήμα του Θεού. Άλλωστε, και στην «Απολογία», ο Σωκράτης δηλώνει απερίφραστα πως «η μόνη αληθινή σοφία είναι η θεϊκή σοφία, ενώ η ανθρώπινη είναι μηδαμινή». Επομένως, η μάθηση και η έφεση για μάθηση συνιστούν τον όρο φιλοσοφία.
Υπό την έννοια της γενικής μόρφωσης θεωρεί τη φιλοσοφία και ο Αριστοτέλης. Στα «Μετά τα φυσικά» διατυπώνει την άποψη ότι «έστι του φιλοσόφου περί πάντων δύνασθαι θεωρείν» (= γνώρισμα του φιλοσόφου είναι η ικανότητα να μπορεί να εξετάζει θεωρητικώς όλη γενικώς την πραγματικότητα).
Για τους Στωϊκούς φιλοσόφους, η φιλοσοφία ορίζεται ως τέχνη, υιοθετώντας μια πρακτική αντίληψη για τη φιλοσοφία. Θεωρούν, δηλαδή, ότι η φιλοσοφία είναι τέχνη με την οποία ο άνθρωπος μπορεί να κάνει κτήμα του την αρετή και να την εφαρμόζει στη ζωή του.
Παρόμοια αντίληψη έχει για τη φιλοσοφία και ο Επίκτητος, που την ορίζει ως «τέχνην περί βίου» και «εφόδιον εις τον βίον», ενώ κατά τον Επίκουρο, η φιλοσοφία είναι η τέχνη που εξασφαλίζει στον άνθρωπο την ευδαιμονία της ζωής.
Μάλιστα, έλεγε το εξής: «Την φιλοσοφίαν, έλεγεν, είναι λόγος και διαλογισμός του ευδαίμονα βίου περιποιούσαν». Το φυσικό μέρος της φιλοσοφίας – κατά τον Επίκουρο – χρησιμεύει για να απαλλάξει τον άνθρωπο από τον φόβο του θανάτου και από την ιδέα της ύπαρξης θεών.
Ως προς τις απόψεις του Πλωτίνου και των νεοπλατωνικών φιλοσόφων, επαναλαμβάνουν τα όσα είχαν υποστηρίξει περί της Φιλοσοφίας ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Θεωρούν ότι η Φιλοσοφία είναι γενική επιστήμη που μελετά το σύνολο της πραγματικότητας (Η φιλοσοφία περί πάντα τα όντα καταγίνεται).
Ως κυριότερο κλάδο αυτής δέχονται «την πρώτην φιλοσοφίαν, την οποίαν ο Πρόκλος, ακολουθώντας τον Αριστοτέλη ονομάζει και θεολογικήν».
Στους κόλπους της Νεοπλατωνικής φιλοσοφίας αναπτύσσεται και η θεωρία περί τριαδικής εξελικτικής αναπτύξεως των όντων (μονή, πρόοδος, επιστροφή), την οποία ο Γερμανός Φιλόσοφος Hegel (Έγελος) ανανέωσε κατά τον παρελθόντα αιώνα, και έγινε ο ιδρυτής – εισηγητής της νεότερης Διαλεκτικής, την οποία αργότερα παρέλαβε και υιοθέτησε ο Καρλ Μαρξ.
Οι κατοπινοί Νεοπλατωνικοί του 5ου αιώνα, και ιδίως ο μαθητής του Πρόκλου Αμμώνιος έδιναν τους εξής ορισμούς στη φιλοσοφία:
1. «Φιλία της σοφίας», κατά τον Πλάτωνα,
2. «Γνώσις των όντων ή όντα» ( = γνώση των όντων από τη γενική οντολογική κατασκευή τους), κατά τον Αριστοτέλη,
3. «Γνώσις θείων και ανθρωπίνων», κατά τους Στωϊκούς,
4. «Τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών», κατά τον Αριστοτέλη,
5. «Ομοίωσις θεώ κατά το δυνατόν ανθρώπω», κατά τον Πλάτωνα [Θεαίτητος 176 Α, Νομ. 716 D ],
6. «Μελετητής θανάτου», κατά τον Πλάτωνα [Φαίδων 64 Α και 67 Α].
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.
===================

Η Παγκόσμια Ημέρα Φιλοσοφίας γιορτάζεται κάθε χρόνο από το 2002 την τρίτη Πέμπτη του Νοεμβρίου, με πρωτοβουλία της UNESCO, που αναγνώρισε την ανάγκη για κοινό στοχασμό πάνω στα σύγχρονα προβλήματα, που απασχολούν την ανθρωπότητα. Την ημέρα αυτή, ο οργανισμός του ΟΗΕ για τον πολιτισμό και την εκπαίδευση προτρέπει τα κράτη – μέλη του να διοργανώνουν εκδηλώσεις και συζητήσεις για φιλοσοφικά θέματα.

Γίνε φιλόσοφος, αλλά μέσα σε όλη τη φιλοσοφία σου εξακολούθησε να είσαι άνθρωπος Ντέιβιντ Χιουμ

Με αγάπη για την σοφία (φιλείν + σοφία) η επιστήμη της Φιλοσοφίας, η επιστήμη των επιστημών, αναζητά απαντήσεις σε ερωτήματα που συχνά ξεπερνούν τις γνωστικές δυνατότητες του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί μεν να διευρύνει τα όρια της ανθρώπινης σκέψης, αλλά και ότι μπορεί να μην δώσει λύση στον αρχικό προβληματισμό, παρά να γεννήσει σκέψεις πάνω στην ίδια την σκέψη. Ωστόσο, τελικός σκοπός του φιλοσόφου οφείλει να είναι η δημιουργία προτάσεων για το πώς θα μπορούσαν να είναι τα πράγματα, για το πώς θα μπορούσαν να δοθούν απαντήσεις. Και για να δημιουργηθεί η πρόταση, όπως συμβαίνει με όλες τις επιστήμες, θα πρέπει να προηγηθούν η παρατήρηση, η υπόθεση, το πείραμα, η απόδειξη και η επανάληψη.
Η ηθική, η αισθητική, η μεταφυσική, η λογική, η πολιτική φιλοσοφία κ.α. είναι κλάδοι της Φιλοσοφίας που συχνά εμπλέκονται μεταξύ τους και που αφορούν ανέκαθεν την ανθρωπότητα, με διαφορετική ίσως βαρύτητα ανά εποχή.
Εδώ, ας αναφέρουμε πως η Παγκόσμια Οργάνωση Φιλοσοφικών Εταιριών είχε αποφασίσει και πρότεινε στην UNESCO η Παγκόσμια Ημέρα Φιλοσοφίας να εορτάζεται την ημέρα θανάτου του Σωκράτη, στις 5 Μαρτίου του 399 π.Χ. Για αδιευκρίνιστους λόγους η UNESCO αποφάσισε τελικά η ημέρα εορτασμού της Φιλοσοφίας να είναι την τρίτη Πέμπτη του Νοεμβρίου.
Ως προς το επίκαιρο ερώτημα αν υπάρχει χώρος για φιλοσοφία σε θέματα επικαιρότητας, αυτό το ζήτημα έχει νόημα μόνο για ανθρώπους που είναι φιλοσοφημένοι, που έχουν δηλαδή διδαχθεί την ελληνική φιλοσοφία, που την έχουν δεχθεί ως διδασκαλία, έρευνα, τρόπο ζωής. Για ανθρώπους που έχουν μάθει να προσφέρουν στα κοινά και να προστατεύουν τα πολιτιστικά στοιχεία της χώρας. Για αυτούς τους ανθρώπους η φιλοσοφία έχει πολύ μεγάλη σημασία στη ζωή και στην αντιμετώπιση των προβλημάτων τους.
Σήμερα, άλλωστε, δεν είναι ο φιλόσοφος που παίρνει αποφάσεις για τον λαό, όπως συνέβαινε στην αρχαιότητα, αλλά κάποιες πολιτικές ομάδες στις οποίες ζητήθηκε από τον λαό να το κάνουν. Συνεπώς η φιλοσοφία δε θα μπορούσε να απαντήσει στη σημερινή κρίση, αφενός γιατί δεν είναι ειδική να απαντήσει στα διάφορα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία σήμερα, αφετέρου γιατί δεν ζητάται ποτέ από τους πολιτικούς η γνώμη των σύγχρονων φιλοσόφων. Αν ζητιόταν, σίγουρα θα μπορούσαμε να έχουμε κάποιες προτάσεις, είτε βραχυπρόθεσμες είτε μακροπρόθεσμες.● Θα μπορούσαν, άραγε οι προτάσεις αυτές να δώσουν λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία σήμερα;

Η Φιλοσοφία δεν είναι μία επιστήμη σαν τις άλλες, π.χ. Βιολογία, Χημεία, κατά την οποία πραγματοποιούνται πειράματα, τα αποτελέσματα των οποίων μπορούν να δώσουν άμεσες λύσεις στην ανθρωπότητα. Πρόκειται για ένα μάθημα ζωής που διαμορφώνει ήθος, φρόνημα, ανοίγει το μυαλό. Όσο πιο ανοιχτό μυαλό έχει κανείς τόσο καλύτερα μπορεί να δεχθεί την Φιλοσοφία και να λειτουργήσει σύμφωνα με αυτήν στην ζωή του. Για να γίνει όμως αυτό, και για να διαμορφωθεί το ήθος, χρειάζεται δουλειά όχι μόνο από τους ειδικούς (π.χ. καθηγητές Φιλοσοφίας) αλλά και από την συνολική εκπαίδευση που δέχεται ένας άνθρωπος, ήδη από το δημοτικό σχολείο. Ένας ανοιχτόμυαλος δάσκαλος ή καθηγητής μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να πορευθεί στην κοινωνία που ζει.
Φιλοσοφίες υπάρχουν αμέτρητες σε όλον τον κόσμο, πόσο μάλλον στην Ελλάδα που είναι η μητέρα της επιστήμης αυτής. Έτσι, στην ελληνική κοινωνία θα έπρεπε να πορευόμαστε σύμφωνα με την ελληνική φιλοσοφία, με τις αρχές και τα ήθη της, η οποία θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία σύμφωνα με τεχνικές που υπάρχουν ήδη από την εποχή του Πλάτωνα.● Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, η Φιλοσοφία να γίνει αντιληπτή από όλους; Πώς θα μπορούσε να μιλά με πιο απλά λόγια;

Το πρόβλημα της εκλαΐκευσης της Φιλοσοφίας υπήρξε ήδη από την εποχών των Πυθαγορείων, οπότε υπήρχαν αυτοί που εισέπρατταν επιφανειακά αυτά που δίδασκε ο Πυθαγόρας και αυτοί που μάθαιναν σε βάθος από τα λεγόμενά του (-αξίζει να αναφερθεί ότι η μετάδοση των γνώσεων εκείνη την εποχή γινόταν πάντοτε προφορικά. Ο Πυθαγόρας δεν άφησε τίποτε γραπτό.)
Μπορεί σήμερα να είναι πολλοί αυτοί που αμφισβητούν τη χρησιμότητά της ή την ίδια της την υπόσταση, η σχέση, όμως, που διατηρεί στο διάβα των αιώνων με τις ιδέες την κρατά ζωντανή και ζωτική για τον άνθρωπο του σήμερα, αυτόν που τόσο εύστοχα κινηματογράφησαν να είναι χαμένος στη μετάφραση.
Ο έρωτάς της με τις ιδέες γεννιέται με τη δημιουργία τους, εκδηλώνεται με την αμφισβήτησή τους, κορυφώνεται με την ανάλυση και κατανόησή τους και καρπός της συνύπαρξής τους είναι η επιστροφή στην ίδια την ιδέα, καθάρια και σχηματοποιημένη.
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η φιλοσοφία εδρεύει στον κόσμο των ιδεών. Εκεί αναπνέει, εκεί αναπτύσσεται, εκεί προσεγγίζεται. Για να δοθεί, λοιπόν, μία πειστική απάντηση στο ερώτημα «ποια η χρησιμότητα της φιλοσοφίας;» πρέπει να προσεγγιστεί ο κόσμος των ιδεών, έτσι όπως εμφανίστηκε μέσα από το ανθρώπινο πνεύμα. Μία μικρή και σύντομη περιήγηση στον πνευματικό κόσμο του Σωκράτη, του Αριστοτέλη, του Ζαν Ζακ Ρουσό, του Νίτσε δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης για την αναγκαιότητά της και τη σημασία της.
Οι θέσεις και οι απόψεις που εξέφρασαν, όχι μόνο δημιούργησαν νέα πεδία ιδεολογικής ανάπτυξης αλλά μετέβαλλαν ουσιαστικά και πρακτικά τον κόσμο γύρω τους. Ο Σωκράτης υπεράσπισε τις θέσεις του και την ηθική του με την ίδια του τη ζωή. Η σκέψη του Αριστοτέλη αποτέλεσε δομικό υλικό του πολιτισμού της Δύσης ενώ το κοινωνικό συμβόλαιο του Ρουσό αποτέλεσε το ιδεολογικό όπλο της Γαλλικής Επανάστασης.
Το ζήτημα, λοιπόν, που γεννάται δεν είναι αν η φιλοσοφία είναι χρήσιμη στο σημερινό άνθρωπο, αλλά γιατί αυτός λησμόνησε τη σημασία της. Γιατί δεν γίνεται άμεσα κατανοητή η αξία της, γιατί η κοινωνία εμφανίζεται αποκομμένη από τη φιλοσοφική σκέψη.
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Η ευεργετική επίδραση της λογοτεχνίας. Β' Είμαι η Σοφία. Γ' Τα χαρακτηριστικά της αρχαίας ελληνικής σκέψης.

Η ευεργετική επίδραση της λογοτεχνίας στη ζωή των ανθρώπων μνημονεύεται, συχνά, με έναν τρόπο αόριστο. Η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων, στην αντίληψη πολλών ανθρώπων, έχει τη σημασία μιας παιδευτικής και συνάμα ιαματικής διαδικασίας που συμβάλει στην πνευματική μας υγεία και ανάπτυξη. Υπάρχει, όμως, κάποιος που μπορεί να αποδείξει τις ευεργετικές ιδιότητες της λογοτεχνίας; «Ναι, υπάρχει», απαντούν καταφατικά ο καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο York του Καναδά Raymond Mar και ο καθηγητής γνωστικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο Keith Oatley.

Στις έρευνες που ολοκλήρωσαν με τη συμμετοχή αρκετών αναγνωστών, διαπιστώνουν ότι τα άτομα που διαβάζουν τακτικά και με προσοχή λογοτεχνικά βιβλία είναι σε θέση να κατανοούν καλύτερα τους άλλους, να συμπάσχουν μαζί τους και να βλέπουν τον κόσμο από την σκοπιά τους. Αναφέρονται στην προσεκτική και μάλλον αργή ανάγνωση βιβλίων, και όχι στην επιφανειακή και μηχανική κατανάλωση κειμένων στο διαδίκτυο. Οι ερευνητές θεωρούν ότι η προσεκτική ανάγνωση συμβάλλει σημαντικά και στην ενδυνάμωση της κριτικής σκέψης. Τονίζουν, μάλιστα, ότι η εξαφάνισή της θα έθετε σε κίνδυνο την πνευματική και συναισθηματική ανάπτυξη των νεώτερων γενεών που μεγαλώνουν μαθαίνοντας να διαβάζουν κείμενα μόνο στο διαδίκτυο.
Αρκετές έρευνες από τα πεδία της γνωσιακής επιστήμης, της ψυχολογίας και της νευροεπιστήμης καταλήγουν σε ανάλογα συμπεράσματα. Επιβεβαιώνουν ότι η αργή ανάγνωση, πλούσια σε λεπτομέρειες που ενεργοποιούν τις αισθήσεις, τα συναισθήματα και το μυαλό, συγκροτεί μια ξεχωριστή εμπειρία, τελείως διαφορετική από την απλή αποκωδικοποίηση λέξεων ή τη βουλιμική ανάγνωση κειμένων. Για να συμβεί όμως αυτό, απαιτούνται κάποιες προϋποθέσεις συνδεδεμένες με τα συμβατικά βιβλία και τους περιορισμούς τους. Ένα συμβατικό βιβλίο απελευθερώνει, για παράδειγμα, τον αναγνώστη από την διάσπαση που προκαλεί η ύπαρξη υπερκειμενικών πληροφοριών (Hyperlinks) και τον βοηθά να παραμένει προσηλωμένος στην αφήγηση.
Αυτή η προσήλωση, σύμφωνα με τους ερευνητές, υποστηρίζεται από τον τρόπο που ο εγκέφαλος χειρίζεται μια γλώσσα πλούσια σε λεπτομέρειες, συνειρμούς και μεταφορές: αυτά τα στοιχεία ευνοούν τις νοητικές αναπαραστάσεις που αναπτύσσονται στις ίδιες περιοχές που ο εγκέφαλος επεξεργάζεται ανάλογα γεγονότα της πραγματικής ζωής. Η επαφή μας με τις συναισθηματικές καταστάσεις και τα ηθικά διλήμματα μιας λογοτεχνικής ιστορίας είναι μια άριστη άσκηση για τον εγκέφαλο και αυξάνει την ικανότητά μας για ενσυναίσθηση στην πραγματική ζωή. Σε αυτό το σημείο η επιστήμη συναντά τις απόψεις του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα Λέοντα Τολστόι που δεν αντιμετώπιζε τα βιβλία ως πηγές ψυχαγωγίας, αλλά ως εργαλεία ψυχολογικής εκπαίδευσης, βελτίωσης του εαυτού και βαθύτερης κατανόησης των άλλων.
Γιώργος Καρουζάκης Πηγή
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.
=================

Είμαι η Σοφία. Είναι δύσκολο για τους ανθρώπους, ακόμη και για τους καλύτερους να με αναγνωρίσουν αμέσως, με τους πέπλους που με σκεπάζουν και γιατί, σαν τον ουρανό, είμαι θύελλα συνάμα και γαλήνη. Αλλά εσύ, καλέ μου Άριε, με αναζήτησες πάντα και κάθε φορά που με συνάντησες, έβαλες τα δυνατά σου, με όλο σου το πνεύμα και όλη την καρδιά σου για να με αναγνωρίσεις.
Ό,τι έγραψες για μένα, ω ποιητή, είναι αληθινό. Η ελληνική μεγαλοφυία μ' έκανε να κατεβώ στη γη και την εγκατέλειψα όταν παρέδωσε το πνεύμα της. Οι βάρβαροι, που εισέβαλαν στον κόσμο της τάξεως που έδωσαν οι νόμοι μου, αγνοούσαν το μέτρο και την αρμονία. Η ομορφιά τούς προκαλούσε φόβο και τους φαινόταν σαν κάτι κακό. Βλέποντας πως ήμουν όμορφη, δεν πίστεψαν ότι ήμουν η Σοφία. Μ' έδιωξαν. Όταν, σκορπίζοντας μια νύχτα δέκα αιώνων, φάνηκε η αυγή της Αναγεννήσεως, ξανακατέβηκα στη γη. Επισκέφθηκα τους ανθρωπιστές και τους φιλόσοφους μέσα στα κελιά τους, όπου με πάθος φύλαγαν στο βάθος των συρταριών τους μερικά βιβλία, τους ζωγράφους και τους γλύπτες στα εργαστήριά τους, που δεν ήταν παρά φτωχικά μαγαζάκια τεχνιτών. Μερικοί προτίμησαν να καούν ζωντανοί, παρά να με απαρνηθούν. Άλλοι, όπως ο Έρασμος, διέφυγαν από τους ηλίθιους αντιπάλους τους με την ειρωνεία...
Από τότε, από τη στιγμή που η σκέψη, στα ανώτερα επίπεδά της, είναι ελεύθερη, είμαι ακατάπαυστα αντικείμενο σεβασμού των επιστημόνων, των καλλιτεχνών και των φιλοσόφων. Αλλά από σένα δέχθηκα την πιο τρυφερή και την πιο λιτή ίσως λατρεία. Από σένα και τις πιο αγνές και γεμάτες πίστη προσευχές. Πάνω στην ιερή μου Ακρόπολη, μπροστά στον ερειπωμένο Παρθενώνα μου, με χαιρέτησες με τα ωραιότερα λόγια που ειπώθηκαν ποτέ σ' αυτόν τον κόσμο, από την εποχή που οι μέλισσές μου απέθεταν το μέλι τους στα χείλη του Σοφοκλέους και του Πλάτωνος.
Οι αθάνατοι οφείλουν περισσότερα απ' όσα νομίζεται σ' αυτούς που τους λατρεύουν. Τους οφείλουν τη ζωή. Είναι κι αυτό ένα μυστήριο στο οποίο μυήθηκες. Οι θεοί παίρνουν την τροφή τους από τους ανθρώπους. Τρέφονται από τον καπνό που ανεβαίνει από το αίμα των θυσιών τους. Ξέρεις ότι αυτό σημαίνει πως η ουσία τους αποτελείται από όλες τις σκέψεις και απ' όλα τα αισθήματα των ανθρώπων. Οι σπονδές των αγαθών ανθρώπων τρέφουν τους αγαθούς θεούς. Οι μαύρες θυσίες της άγνοιας και του μίσους παχαίνουν τους αγροίκους θεούς. Το έχεις πει: Οι θεοί δεν είναι πιο αθάνατοι από τους ίδιους τους ανθρώπους. Υπάρχουν αυτοί που ζουν από δυο χιλιάδες χρόνια, βραχύβιοι αν συγκριθούν με τα χρόνια της γης, ή έστω της ανθρωπότητος, ελάχιστη και αδιόρατη στιγμή της ζωής του σύμπαντος. Σε δυο χιλιάδες χρόνια, οι φλογεροί ήλιοι που εκτοξεύονται στο διάστημα, δεν φαίνονται καν να έχουν μετακινηθεί.
Εγώ, η Παλλάς Αθηνά, η θεά με τα ανοιχτόχρωμα μάτια, σε σένα οφείλω το ότι ζω ακόμη. Αλλά ήταν λίγο πράγμα η παράταση της ζωής μου. Λυπάμαι τους θεούς που σέρνονται μέσα στους άχρωμους καπνούς ενός υπολείμματος λιβανιού, την χλωμή και θλιμμένη παρακμή τους. Μ' έκανες πιο όμορφη και πιο μεγάλη απ' όσο ήμουν. Με έθρεψες με την δύναμή σου και με την ιδεολογία σου και δια μέσου εσού και αυτών που σου μοιάζουν, το πνεύμα μου πλάτυνε τόσο, ώστε να μπορεί να συμπεριλαμβάνει το σύμπαν του Κέπλερ και του Νεύτωνος...Διαβάστε περισσότερα: 
===================
Στην αρχαία ελληνική σκέψη θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε κυρίαρχα τα πιο κάτω γνωρίσματα:

α. Δείχνει μια τάση προς το γενικό. Όχι ότι αδιαφορεί για το ειδικό, αλλά εντάσσει το ειδικό και συγκεκριμένο μέσα σε μια ολότητα. To κάθε πράγμα είναι μέρος του όλου. Τα πράγματα πρέπει να τα βλέπουμε στη συνάφεια τους, για να συλλαμβάνουμε το αληθινό τους νόημα. O κόσμος είναι ταυτόχρονα πολλότητα και ενότητα. Είναι ανάγκη να βλέπουμε τα πολλά κάτω από το πρίσμα μιας κοσμικής ενότητας, μιας γενικής νομοτέλειας. Πραγματική γνώση είναι η γνώση του γενικού, όχι του επιμέρους.
H τάση προς το γενικό θεωρήθηκε σαν η αιτία, για την οποία δεν αναπτύχθηκαν στην αρχαία Ελλάδα οι ειδικές επιστήμες. Στις επιστήμες το ενδιαφέρον στρέφεται σε συγκεκριμένα πράγματα, όχι στα «καθ' όλου». H μη ανάπτυξη της επιστήμης στην αρχαία Ελλάδα ίσως οφείλεται σε άλλους λόγους, π.χ. στη μη ανακάλυψη του πειράματος, στην έλλειψη προχωρημένων ερευνητικών μέσων κ.λπ. Οι ειδικές επιστήμες (και ιδιαίτερα τα Μαθηματικά, η Αστρονομία και η Μηχανική) αναπτύχθηκαν κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Τότε η κυριαρχία της φιλοσοφίας πάνω στις επιστήμες χαλάρωσε και οι επιστήμονες δεν ήθελαν να υποτάσσονται σε γενικές αρχές και σε προκατασκευασμένα νοητικά σχήματα.
β. Η αρχαία ελληνική σκέψη είχε θεωρητικό χαρακτήρα, όχι πρακτικό ή ωφελιμιστικό. O Αριστοτέλης κάνει λόγο για την ανιδιοτέλεια της φιλοσοφίας:
«Δεν καλλιεργούμε τη φιλοσοφία για καμιά άλλη ανάγκη, αλλά, όπως ακριβώς άνθρωπος ελεύθερος είναι αυτός που υπάρχει για τον εαυτό του και όχι για χάρη κάποιου άλλου, έτσι και τη φιλοσοφία θέλουμε γιατί είναι η μόνη ελεύθερη από τις επιστήμες, γιατί μόνο αυτή υπάρχει χάρη του εαυτού της» (Μεταφ. 982B).
H ελευθερία και η αν ιδιοτέλεια υπάρχει στη φιλοσοφία, όχι στις ειδικές επιστήμες. Οι τελευταίες συνδέονται με την εξυπηρέτηση πρακτικών αναγκών, έχουν ωφελιμιστικό χαρακτήρα (παράδειγμα η Ιατρική).
Ωστόσο η παρατήρηση του Αριστοτέλη, που καταγράψαμε πιο πάνω, δεν έχει γενική ισχύ. O Σωκράτης συνέδεε τη φιλοσοφία με την πράξη, ισχυριζόταν ότι η ορθή σκέψη οδηγεί στη σωστή πράξη, στην ορθή ρύθμιση της συμπεριφοράς μας. To ίδιο ως ένα σημείο δεχόταν και ο Αριστοτέλης στον τομέα της ηθικής. Σύνδεση σκέψης και ζωής βλέπουμε αργότερα στους Στωικούς, στους Επικούρειους και σε άλλους φιλοσόφους. Δεν καλλιεργούσαν λοιπόν οι αρχαίοι Έλληνες πάντα τη γνώση για τη γνώση, δεν την έβλεπαν πέρα για πέρα σαν αυτοσκοπό, σαν κάτι εντελώς θεωρητικό.
γ. H αρχαία ελληνική σκέψη είναι ορθολογική ή νοησιαρχική. Εμπιστεύεται τη νόηση και το λογικό, όχι τις αισθήσεις. Οι αισθήσεις μας δίνουν μια φευγαλέα και εξωτερική εικόνα για τα επιμέρους αντικείμενα. Δεν μας δείχνουν τις συναρτήσεις των πραγμάτων, τη γενική τους νομοτέλεια κ.λπ. H αρχαία ελληνική σκέψη είναι ορθολογική, όχι ανορθόλογη ή ενορατική, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. O Πλάτωνας π.χ. συνδυάζει ορθολογισμό και ενορατισμό.
Όταν χαρακτηρίζουμε την αρχαία ελληνική σκέψη ορθολογική, δεν εννοούμε ότι είναι μια σκέψη που παραβλέπει την εμπειρία, ότι ερμηνεύει την πραγματικότητα ξεκινώντας από εντελώς θεωρητικά σχήματα. Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι δεν φτιάχνουν αυθαίρετα θεωρητικά σχήματα. Προσπαθούν να ερμηνεύσουν την ίδια την εμπειρική πραγματικότητα.
Υπήρξαν βέβαια φιλόσοφοι που, για να ερμηνεύσουν τον κόσμο, ένιωσαν την ανάγκη να επινοήσουν έναν άλλον, τέλειο ή άυλο, κόσμο. Αυτό συνέβη με τον Πλάτωνα, που η σκέψη του είναι μεταφυσική, αντι-εμπειρική. O ορθολογιστής Πλάτωνας έδωσε ιδιαίτερη υπόσταση στις έννοιες, στις συλλήψεις της νόησης, και έτσι έφτασε στη Μεταφυσική. Όλοι οι άλλοι φιλόσοφοι στηρίχτηκαν στην εμπειρία, στον ορατό κόσμο.
δ. H αρχαία ελληνική σκέψη είναι πλουραλιστική. Δεν είναι ενιαία. Διαμόρφωσε πολλές και διαφορετικές κοσμοθεωρίες, που η μια διαδεχόταν την άλλη ή υποστηρίζονταν ταυτόχρονα στον ίδιο χώρο και στην ίδια ιστορική περίοδο.
O πλουραλισμός έχει σχέση με την ελευθερία της σκέψης και τη δημιουργικότητα των επιμέρους στοχαστών. H φιλοσοφία είναι πάντα πλουραλιστική. Μονιστική είναι η θρησκεία ή η πολιτική ιδεολογία. H φιλοσοφία αλλάζει. Οι απόψεις των φιλοσόφων δεν συμπίπτουν πάντα ούτε είναι υποχρεωτικό να συμπίπτουν. Δεν επιβάλλεται καμιά ομοιομορφία στη φιλοσοφική σκέψη από κάποια αυθεντία. O κάθε φιλόσοφος προτείνει τη δική του κοσμοθεωρία, που μπορεί να είναι αντίθετη προς όλες τις προηγούμενες ή και μια απλή παραλλαγή τους.
Οι φιλόσοφοι μπορεί να είναι δογματικοί, να πιστεύει ο καθένας ότι ανακάλυψε τη μοναδική αλήθεια και να βλέπει λαθεμένες τις κοσμοθεωρίες όλων των άλλων, αυτό όμως δεν καταργεί την πολυμορφία των απόψεων που υπάρχει αντικειμενικά. O κάθε φιλόσοφος δημιουργεί τη σχολή του με τους μαθητές και τους οπαδούς του, που προσκολλούνται δογματικά σε μια κοσμοαντίληψη. Οι φιλοσοφικές σχολές όμως είναι πολλές και παρουσιάζουν εντυπωσιακές διαφορές ή και ομοιότητες.
Από το βιβλίο : Αρχαίοι Έλληνες Στοχαστές του Σωκράτη Γκίκα (εκδ. Σαββάλας)
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Οι άγιοι της θρησκείας και οι σατανάδες της επιστήμης . Σοπενχάουερ.

Ο Σοπενχάουερ είχε πει ότι οι θρησκείες είναι σαν τις κωλοφωτιές, έχουν ανάγκη το σκοτάδι για να λάμψουν. Πραγματικά, για όποιον έχει μάτια να δει και την τιμιότητα να πιστέψει στα μάτια του, σε όλες τις εποχές οι θρησκείες επέβαλλαν την αμάθεια και το σκοταδισμό.
Στο όνομα του Θεού δικαιολόγησαν την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, νομιμοποίησαν τη δουλεία, επικρότησαν την αμορφωσιά των λαών και δίδαξαν την υποταγή και την εγκαρτέρηση. Ο πνευματικός σκοταδισμός και η ιδεολογική τρομοκρατία ήταν το μεταφυσικό μορμολύκειο στις οδούς της κυριαρχίας τους, καθώς στο «φύλλο πορείας» τους ήταν γραμμένο ότι το κοινωνικό καθεστώς καθιερώθηκε από το θεό και δεν μπορεί να αλλάξει με τη θέληση των ανθρώπων.
Αυτό είναι το έδαφος πάνω στο οποίο λιπαίνονταν οι διώξεις των διανοουμένων που αναζητούσαν νέους δρόμους στην επιστήμη. Γι' αυτό θεώρησαν ότι η ελεύθερη επιστημονική έρευνα έθετε σε κίνδυνο τον ιδεολογικό τους μανδύα και γι' αυτό έδωσαν τις «μάχες» τους ενάντια σε φωτεινά και ανήσυχα πνεύματα της ανθρωπότητας.
Ο μαρξισμός όταν εξετάζει το ζήτημα της θρησκείας δεν ξεχνά το βασικό: τις ταξικές (και συνεπώς εξαιρετικά κοσμικές) αναγκαιότητες που μετέτρεψαν τη θρησκεία σε πλευρά των καθορισμένων κοινωνικών σχέσεων, αλλά και σε «εργαλείο» αναπαραγωγής αυτών των σχέσεων.
Χριστιανισμός και Βυζάντιο
Ο χριστιανισμός έδωσε τα διαπιστευτήριά του μόλις άρχισε να αποκτά εξουσία, με αποτέλεσμα την πυρπόληση της Σεραπείου βιβλιοθήκης από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α' με επίσκοπο Αλεξανδρείας τον Θεόφιλο. Τον ακολούθησε, το 529, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, ο οποίος έκλεισε την Ακαδημία Πλάτωνος στην Αθήνα. Στις μαύρες του σελίδες καταγράφεται και ο τραγικός θάνατος της Υπατίας.
Στο Βυζάντιο, ο χριστιανισμός κυνήγησε λυσσαλέα όποια επιστημονική φωνή διατύπωνε κάτι που ξέφευγε από τα θεόπνευστα κείμενα της Εκκλησίας. Ο Μιχαήλ Ψελλός, λόγιος και φιλόσοφος, κατέστη γρήγορα ύποπτος στους εκκλησιαστικούς κύκλους, και ο πατριάρχης Ξιφιλίνος τον κατηγόρησε ότι ήθελε να ανατρέψει τον χριστιανισμό και να εισαγάγει τις δοξασίες του Πλάτωνα και του στωικού Χρυσίππου. Ο Μ.Ψελλός υποχρεώθηκε σε δημόσια ομολογία. Ο Ιωάννης ο Ιταλός, καθηγητής Φιλοσοφίας στη θέση του Ψελλού, κατηγορήθηκε ότι δίδασκε αίρεση, ότι θεωρούσε την ύλη άναρχη και αδημιούργητη και ότι δεχόταν ως υπαρκτές τις πλατωνικές ιδέες. Παρ' όλο που δήλωσε μετάνοια, αρχικά περιορίστηκε σε μονή και κατόπιν καταδιώχθηκε γιατί θεωρήθηκε ότι η διδασκαλία του παρακινούσε στην επαναφορά της παλαιάς θρησκείας.
Ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων προσπάθησε ν' αναστήσει τον παλαιό ελληνικό βίο. Το αποτέλεσμα ήταν το έργο του «Νόμων Συγγραφή» να μη σώζεται ολόκληρο γιατί κάηκε έπειτα από απόφαση του Σχολάριου μόλις αυτός έγινε πατριάρχης.
Χριστιανισμός και Δύση
Η διαμάχη της Καθολικής Εκκλησίας με τους εκπροσώπους της επιστήμης κατά τον Μεσαίωνα είναι γνωστή, κομβικό δε σημείο υπήρξε η θέση του Ηλιου και της Γης στο σύμπαν. Πώς είναι δυνατόν βιβλικά χωρία όπως: «και γαρ εστερέωσε την οικουμένην ήτις ου σαλευθήσεται» (Ψαλμοί 93:1), «και ανατέλλει ο ήλιος και δύει ο ήλιος και τις τον τόπον αυτού έλκει» (Εκκλησιαστής, 1:5), «εποίησε σελήνην εις καιρούς, ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού» (Ψαλμός 104: 19), που είναι ο λόγος του Θεού, να μη λένε την αλήθεια; Αξιωματικά, η θεωρούμενη θεόπνευστη Παλαιά Διαθήκη είναι η θεωρητική βάση πάνω στην οποία θα υποδουλώνονται η έρευνα και η ελεύθερη σκέψη.
Η αποδεκτή θεωρία από την Καθολική Εκκλησία ήταν αυτή του Κλαύδιου Πτολεμαίου που έλεγε ότι η Γη ήταν ακίνητη, βρισκόταν στο κέντρο του σύμπαντος, ενώ ο Ηλιος και τα άλλα ουράνια σώματα περιστρέφονταν γύρω της.
Ο Κοπέρνικος απέδειξε ότι η Γη κινείται γύρω από τον άξονά της και μαζί με τους άλλους πλανήτες κινείται και γύρω από τον Ηλιο. Ο ίδιος, όμως, φοβόταν τις διώξεις της Εκκλησίας και μόνο πριν πεθάνει αποφάσισε να δώσει για εκτύπωση το έργο του «Για την κίνηση των ουρανίων σωμάτων». Η Καθολική Εκκλησία κατέταξε το έργο του στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων και καταδίωξε με λύσσα όσους συμμερίζονταν τη διδασκαλία του.

Λίγα χρόνια αργότερα ο Ιταλός φιλόσοφος Τζορντάνο Μπρούνο βεβαίωνε ότι το σύμπαν είναι άπειρο και βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Η διδασκαλία του, όμως, έβαζε σε αμφισβήτηση τη μοναδικότητα της ενανθρώπισης του υιού του Θεού. Η Εκκλησία καταδίωξε τον Μπρούνο, που έπεσε στα χέρια της Ιεράς Εξέτασης, έμεινε εφτά χρόνια στη φυλακή, αρνήθηκε να απαρνηθεί τις απόψεις του και κάηκε στη Ρώμη το 1600.
Η Εκκλησία καταδίωξε επίσης και τον Γαλιλαίο, ο οποίος πρώτος άρχισε να εξετάζει τον Ουρανό με τηλεσκόπιο. Αρχικά στις 16 Φεβρουαρίου 1616 με την απειλή ποινής από την Ιερά Εξέταση τον ανάγκασαν να ανακαλέσει, του απαγόρεψαν να μιλάει και να γράφει για την περιστροφή της Γης, τον περιόρισαν στο σπίτι του ελέγχοντας όλες τις κινήσεις του και απομονώνοντάς τον.
Η θεωρία του Γαλιλαίου -και των υπόλοιπων επιστημόνων- κλόνιζε την ιδεολογική θωράκιση του χριστιανισμού, γιατί πώς συνδυάζεται η θεωρία της κίνησης της Γης με το χριστιανικό δόγμα της ανάληψης του Χριστού στον ουρανό; Η Γραφή έλεγε ότι Ουρανός και Γη είχαν δημιουργηθεί για χάρη του ανθρώπου. Πώς μπορούσε να ισχύει αυτό αν η Γη δεν ήταν παρά ακόμα ένας πλανήτης που περιστρεφόταν γύρω από τον ήλιο;
Ο Αγγλος φιλόσοφος Ρότζερ Μπέικον δίδασκε ότι βάση της αληθινής επιστήμης πρέπει να είναι το πείραμα και τα μαθηματικά. Το 1277 ο πάπας Νικόλαος Ε' τον καταδίκασε για τις καινοτομίες του και τον φυλάκισε 14 χρόνια. Ο Μπέικον βγήκε από τη φυλακή πολύ μεγάλος και πέθανε πολύ γρήγορα ενώ βρισκόταν σε κατ' οίκον περιορισμό.

Το 12ο αι. έζησε ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους του μεσαίωνα, ο Αβερρόης. Ο μουσουλμανικός κλήρος κατηγόρησε τον Αβερρόη για αθεΐα και γιατί πρόβαλλε την ελληνική φιλοσοφία σε βάρος της μωαμεθανικής ορθοδοξίας. Ο Αβερρόης εξορίστηκε από την Κόρδοβα και τα έργα του κάηκαν. Ο πάπας, στη συνέχεια, αφόρισε τον Αβερρόη (το 1240 και το 1513) και η Καθολική Εκκλησία καταδίωξε σκληρά τους οπαδούς του.
Ο Βέλγος Α. Βεσάλ (16ος αι.) θεμελίωσε την επιστήμη της ανατομίας. Με βάση την ανατομία των πτωμάτων έγραψε το μεγάλο έργο «Για την κατασκευή του ανθρώπινου σώματος». Η ισπανική ιερά εξέταση τον καταδίκασε σε θάνατο από τον οποίο σώθηκε την τελευταία στιγμή.
Ο Ρ. Ντεκάρτ μελέτησε κυρίως τα μαθηματικά και τη φυσική αλλά επεκτάθηκε, επίσης, σε ζητήματα φυσιολογίας και ψυχολογίας. Το 1633, μετά την καταδίκη του Γαλιλαίου, ματαιώνει την έκδοση του έργου του «Ο κόσμος». Το 1641 απαγορεύεται η διδασκαλία των έργων του στα κολέγια των Ιησουιτών.

Χριστιανισμός και Ελλάδα
Η Εκκλησία της Ελλάδας παρουσίασε τα ίδια στοιχεία του συντηρητισμού, της μισαλλοδοξίας και του σκοταδισμού. Οι θετικές επιστήμες, τα μαθηματικά, η φυσική, η χημεία, ήταν απαγορευμένα για τους ρασοφόρους ως πηγή αθεΐας.
Το έτος 1819 το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέδωσε «πατριαρχική εγκύκλιο» για την ανάσχεση της διάδοσης των φυσικομαθηματικών επιστημών με τίτλο «Περί της σημερινής κατάστασης των κοινών του γένους μας ελληνομουσείων (=σχολείων)» και κάλεσε πατριαρχική σύνοδο με στόχο «την καθαίρεσιν των φιλοσοφικών (=φυσικομαθηματικών) μαθημάτων». Από τη σύνοδο που συνήλθε τον Μάρτιο του 1821, μόλις λίγες ημέρες πριν από την έκρηξη της Επανάστασης, εξεδόθη κείμενο κατά των Μαθηματικών, της Φυσικής και των επιστημών γενικότερα.
Το πόσο προσπάθησε να «φρενάρει» η Εκκλησία τη διάδοση των Επιστημών και των Γραμμάτων του Γένους το μαρτυρά και η «Χριστιανική Απολογία» του διευθυντή της Πατριαρχικής Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως Αθ. Πάριου, γραμμένη στα 1800: «Μακράν η διαλεκτική σχέση. Μακράν η πολύσχημος Γεωμετρία. Μακράν η κενέμφατος Αλγεβρα. Μακράν κάθε ανθρώπινη επιστήμη και μάθησις. Εις τα εξ αποκαλύψεως δεν ζητείται απόδειξις, αλλά πίστις».
Ετσι κυνηγήθηκαν, αφορίστηκαν δάσκαλοι και επιστήμονες που ήταν φορείς της επιστήμης και της λογικής σκέψης. Η μοίρα των πρωτοπόρων του ελληνικού διαφωτισμού δείχνει την αντιμετώπιση που είχαν από την «εθναρχούσα Εκκλησία».
Ο Μεθόδιος Ανθρακίτης (1650/60-1736) καταδικάστηκε το 1721 για τις φιλοσοφικές απόψεις του από το Πατριαρχείο και υποχρεώθηκε το έτος 1725 σε δημόσια καύση των χειρογράφων του.
Ο Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806) εισήγαγε στην Ελλάδα τη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών, της νεότερης φιλοσοφίας και της λατινικής γλώσσας. Οι ιερείς επιχείρησαν να τον λιθοβολήσουν στα Ιωάννινα και τον κυνήγησαν ως άθεο.

Ο Χριστόδουλος Παμπλέκης, λόγιος και δάσκαλος, αφορίστηκε το 1793 μετά το θάνατό του από τον πατριάρχη Νεόφυτο τον Ζ'.
Στις 23 Οκτωβρίου του 1839 ο Θεόφιλος Καΐρης αφορίζεται από την Εκκλησία. Τον οδηγούν σε μοναστήρι στη Σκιάθο όπου υπόκειται σωματικά και ψυχολογικά βασανιστήρια.
Ο Κωνσταντίνος Κούμας μπορεί να μην αφορίστηκε, αλλά κυνηγήθηκε ανελέητα.
Βέβαια, ούτε οι Ευρωπαίοι διαφωτιστές γλίτωσαν από τη μανία του ελληνικού εκκλησιαστικού μηχανισμού! Για παράδειγμα, το έτος 1776 «καταδικάστηκε» και «αναθεματίστηκε» πανηγυρικά από τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Σοφρώνιο Β', ο Βολταίρος και το ίδιο επαναλήφθηκε το έτος 1793 από τον πατριάρχη Νεόφυτο Ζ', δεκαπέντε χρόνια μετά το θάνατο του μεγάλου διανοητή!της Ελένης Νικολαΐδου, ιστορικού. Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Ορφικός ύμνος Ηούς, Αφροδίτης, Αθηνάς, Άρτεμις, Περσεφόνης. Η επιλογή έγινε από τον Όμηρο.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί Ουτοπιστές καλημέρα και καλησπέρα ταυτόχρονα γιατί όπως είπαμε μας διαβάζουν στην ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ και στην ΙΑΠΩΝΙΑ και στη ΝΕΑ ΖΗΛΑΝΔΙΑ. Το σημερινό κείμενο το έλαβα από την Άρτεμη, την δική μας Άρτεμη που τώρα βρίσκεται στο Παρίσι, στο ερωτικό Παρίσι που τα μέλη της ΟΚΡΑ έχουμε καταπληκτικές μνήμες.
«Εισάκουσέ με θεά, που δίνεις το φως στους ανθρώπους, ω Ηώ, ακτινοβολούσα με το κόκκινο λαμπρό φως κι αγγελιοφόρε του ενδόξου θεού, του λαμπρού Τιτάνα. Εσύ είσαι που τη σκοτεινή διαδρομή της νύχτας απομακρύνεις με την εμφάνισή σου στέλνοντάς την στα έγκατα της γης...Εσύ προηγείσαι των ανθρωπίνων έργων, αφού διευκολύνεις τη ζωή των ανθρώπων. Με την εμφάνισή σου ζωογονείται η γενεά των ανθρώπων, διότι κανείς δεν αποστρέφει το πρόσωπό του από εσένα, που είσαι η μεγαλύτερη θεά όλων, απομακρύνοντας το γαλήνιο ύπνο απ’ τα ανθρώπινα βλέφαρα κάνοντας κάθε άνθρωπο να τέρπεται αντικρίζοντας σε, όπως αυτό συμβαίνει σε κάθε ερπετό, σ’ όλες τις οικογένειες των ζώων, των πτηνών και πολλών γενών των θαλασσινών ζώων. Εσύ που οδηγείς συνεχώς τους ανθρώπους δίδοντάς τους την εργασία στη ζωή για να επιβιώσουν. Μακάρι, ω, αγνή και ευτυχή θεά, να καλύψεις με το ιερό φως σου τους μυημένους».

Κλῦθι, θεά, θνητοῖς φαεσίμβροτον ἦμαρ ἄγουσα, Ἠὼς λαμπροφαής, ἐρυθαινομένη κατὰ κόσμον, ἀγγέλτειρα θεοῦ μεγάλου Τιτᾶνος ἀγαυοῦ, ἣ νυκτὸς ζοφερήν τε καὶ αἰολόχρωτα πορείην ἀντολίαις ταῖς σαῖς πέμπεις ὑπὸ νέρτερα γαίης· ἔργων ἡγήτειρα, βίου πρόπολε θνητοῖσιν· ἧι χαίρει θνητῶν μερόπων γένος· οὐδέ τίς ἐστιν, ὃς φεύγει τὴν σὴν ὄψιν καθυπέρτερον οὖσαν, ἡνίκα τὸν γλυκὺν ὕπνον ἀπὸ βλεφάρων ἀποσείσηις, πᾶς δὲ βροτὸς γήθει, πᾶν ἑρπετὸν ἄλλα τε φῦλα τετραπόδων πτηνῶν τε καὶ εἰναλίων πολυεθνῶν· πάντα γὰρ ἐργάσιμον βίοτον θνητοῖσι πορίζεις. ἀλλά, μάκαιρ᾽, ἁγνή, μύσταις ἱερὸν φάος αὔξοις.

Ομηρικός ύμνος στην Αφροδίτη

Την Κυπρογεννημένη θα υμνήσω την Κυθέρεια που στους θνητούς

δίνει μειλίχια δώρα, και το ερωτοπόθητό της πρόσωπο
πάντα χαμογελάει και λάμψη ερωτική το τριγυρίζει...
Χαίρε βασίλισσα της ομορφοχτισμένης Σαλαμίνος
και της θάλασσας Κύπρου, δος μου το περιπόθητο άσμα.
Όμως εγώ και μ’ άλλο μου τραγούδι θα σε μνημονεύσω.
κυπρογενῆ Κυθέρειαν ἀείσομαι, ἥτε βροτοῖσι
μείλιχα δῶρα δίδωσιν, ἐφ’ ἱμερτῷ δὲ προσώπῳ
αἰεὶ μειδιάει καὶ ἐφ’ ἱμερτὸν θέει ἄνθος.
χαῖρε, θεά, Σαλαμῖνος ἐυκτιμένης μεδέουσα
εἰναλίης τε Κύπρου: δὸς δ’ ἱμερόεσσαν ἀοιδήν.
αὐτὰρ ἐγὼ καὶ σεῖο καὶ ἄλλης μνήσομ’ ἀοιδῆς.

Ομηρικός ύμνος Αθηνάς

Την πολιούχο Αθηνά Παλλάδα αρχίζω να εξυμνώ

την τρομερή, που με τον Άρη έργα πολεμικά σχεδιάζει...
και λεηλασίες πόλεων, πολέμους κι αλαλάγματα,
και προστατεύει το στρατό κι όταν υποχωρεί κι όταν ορμάει.
Χαίρε θεά, δος μου καλοτυχία κι ευδαιμονία.`

Παλλάδ’ Ἀθηναίην ἐρυσίπτολιν ἄρχομ’ ἀείδειν,
δεινήν, ᾗ σὺν Ἄρηι μέλει πολεμήια ἔργα
περθόμεναί τε πόληες ἀϋτή τε πτόλεμοί τε,
καί τ’ ἐῤῥύσατο λαὸν ἰόντα τε νισσόμενόν τε.
χαῖρε, θεά, δὸς δ’ ἄμμι τύχην εὐδαιμονίην τε.

Ομηρικός ύμνος στην Άρτεμη.

Την Άρτεμη την αδερφή του Εκάτου ύμνησε Μούσα

την τοξότρια παρθένα, ομογάλακτη του Απόλλωνα,
αυτή που τ’ άλογα του βουρλοσκεπασμένου Μέλητος ποτίζει..
και γρήγορα το άρμα τ’ ολόχρυσο απ’ τη Σμύρνη το πηγαίνει
στην αμπελόφυτη την Κλάρο, εκεί που ο αργυρότοξος Απόλλων
κάθεται την τηλεύστοχη τοξότρια περιμένοντας.
Έτσι κι εσύ κι όλες οι θεές μαζί σου ας χαίρεσαι με το άσμα μου,
όμως εγώ εσένα πρώτα κι από σένα αρχίζω να υμνώ,
κι αφού από σένα αρχίσω θα περάσω σ’ άλλον ύμνο.
Ἄρτεμιν ὕμνει, Μοῦσα, κασιγνήτην Ἑκάτοιο.
παρθένον ἰοχέαιραν, ὁμότροφον Ἀπόλλωνος,
ἥθ’ ἵππους ἄρσασα βαθυσχοίνοιο Μέλητος
ῥίμφα διὰ Σμύρνης παγχρύσεον ἅρμα διώκει
ἐς Κλάρον ἀμπελόεσσαν, ὅθ’ ἀργυρότοξος Ἀπόλλων
ἧσται μιμνάζων ἑκατηβόλον ἰοχέαιραν.
καὶ σὺ μὲν οὕτω χαῖρε θεαί θ’ ἅμα πᾶσαι ἀοιδῇ:
αὐτὰρ ἐγώ σε πρῶτα καὶ ἐκ σέθεν ἄρχομ’ ἀείδειν,
σεῦ δ’ ἐγὼ ἀρξάμενος μεταβήσομαι ἄλλον ἐς ὕμνον.

Ορφικός Ύμνος Περσεφόνης

Ώ Περσεφόνη, θυγατέρα του μεγάλου Διός.

έλα ώ μακαριά, συ η μονογενής θεά, και δέξου την θυσίαν την ευάρεστη πολύτιμε σύζυγε του Πλούτωνος, ένδοξε, πού δίδεις ζωήν...
πού κατέχεις τάς πύλας του Άδου εις τα υποχθόνια της γης.
Πραξιδίκη με τα επέραστα πλοκάμια, της Δηούς αγνό βλαστάρι (τέκνον). μητέρα των Ευμενίδων, βασίλισσα των καταχθόνιων (των νεκρών), την κόρην πού εγέννησεν ό Ζευς με ανέκφραστον τοκετό ώ μητέρα του πολύβροντου και πολύμορφου Ευβουλέως πού παίζεις μαζί με τις εποχές και φέρεις το φως εσύ με την ωραίαν μορφήν σεμνή, παντοδύναμος κόρη που είσαι γεμάτη από καρπούς, και φέγγεις λαμπρά έχεις κέρατα, και εσύ μόνον είσαι περιπόθητη εις τους ανθρώπους διότι είσαι εαρινή και χαίρεσαι με τις πνοές των λιβαδιών, και φανερώνεις το ιερόν σώμα σου τους βλαστούς, που παράγουν χλωρούς καρπούς ενυμφεύθης το φθινόπωρον κατόπιν αρπαγής μόνη εσύ είσαι η ζωή και ο θάνατος εις τους ανθρώπους τους πολυβασανισμένους, διότι συ ή Φερσεφόνη (η Περσεφόνη) φέρεις πάντοτε την ζωήν (την άνοιξιν) και τα πάντα φονεύεις (τον χειμώνα). Άκουσε με μακαρία θεά και φέρε καρπούς εις την γην, δίδε ειρήνη και εύχάριστον υγείαν και βίον ευτυχή, πού οδηγεί ώ βασίλισσα, τα ήσυχα γηρατειά κάτω προς τον ιδικόν σου χώρον και προς τον δυνατόν Πλούτωνα.
Φερσεφόνη, θύγατερ μεγάλου Διός, ἐλθέ, μάκαιρα, μουνογένεια θεά, κεχαρισμένα δ᾽ ἱερὰ δέξαι, Πλούτωνος πολύτιμε δάμαρ, κεδνή, βιοδῶτι, ἣ κατέχεις Ἀίδαο πύλας ὑπὸ κεύθεα γαίης, Πραξιδίκη, ἐρατοπλόκαμε, Δηοῦς θάλος ἁγνόν, Εὐμενίδων γενέτειρα, ὑποχθονίων βασίλεια, ἣν Ζεὺς ἀρρήτοισι γοναῖς τεκνώσατο κούρην, μῆτερ ἐριβρεμέτου πολυμόρφου Εὐβουλῆος, Ὡρῶν συμπαίκτειρα, φαεσφόρε, ἀγλαόμορφε, σεμνή, παντοκράτειρα, κόρη καρποῖσι βρύουσα, εὐφεγγής, κερόεσσα, μόνη θνητοῖσι ποθεινή, εἰαρινή, λειμωνιάσιν χαίρουσα πνοῆισιν, ἱερὸν ἐκφαίνουσα δέμας βλαστοῖς χλοοκάρποις, ἁρπαγιμαῖα λέχη μετοπωρινὰ νυμφευθεῖσα, ζωὴ καὶ θάνατος μούνη θνητοῖς πολυμόχθοις, Φερσεφόνη· φέρβεις γὰρ ἀεὶ καὶ πάντα φονεύεις. κλῦθι, μάκαιρα θεά, καρποὺς δ᾽ ἀνάπεμπ᾽ ἀπὸ γαίης εἰρήνηι θάλλουσα καὶ ἠπιοχείρωι ὑγείαι καὶ βίωι εὐόλβωι λιπαρὸν γῆρας κατάγοντι πρὸς σὸν χῶρον, ἄνασσα, καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα.
ΠΗΓΗ: http://mythiki-anazitisi.blogspot.gr
ANIXNEYTHS ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

TZOHN COLERIDGE ''Η Μπαλάντα Του Γέρου Ναυτικού'' Η επιλογή έγινε από την Πέπη.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συνοδοιπόροι της Επικούρειας Φιλοσοφίας καλησπέρα, η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στον συγγραφέα του βιβλίου ''Η Μπαλάντα Του Γέρου Ναυτικού'' όσοι δεν το έχετε διαβάσει φροντίστε να το διαβάσετε σύντομα. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Νιώθω να σιγοκαίει η αγωνία εντός μου, τη συμφορά να έρχεται μέσα απ’ τον ψίθυρο του ανέμου, αφουγκράζομαι… Φοβάμαι και κρυώνω. Ιδρώνω όπως ποτέ, παραπατώ σε ξένα οράματα. Σαν πάλλευκο κουφάρι που άθελά του ξεπήδησε απ’ τον τάφο, σε σένα λέω: «Ξένε! Αν είσαι αποκύημα της φαντασίας μου ή ακόμα ένα παιχνίδι που μου στήνει το όνειρο, μέσα στα λόγια τούτα σε προστάζω να χαθείς!» Τότε η επίκληση της φαντασίας στη λογική του ονείρου με σήκωσε νωχελικά από το έδαφος και με ένα άλμα ανάσκελα στη θέση αυτού του μνήματος ταιριάζω. Τα μάτια κλείνω για να δω… Τ’ αερικά στοχάζονται… Ακούω τις συλλαβές τους… Οι χαραγμένες θύμησες γράφουν επάνω μου σωρό… Ίσα που τις διαβάζω… Σαν ιστορία μέσα στου χρόνου τις στοές, τούτη η ζωή του γερασμένου περιπλανώμενου σοφού, που μια κατάρα του όρισε μονάχα αλήθειες να αφηγείται, μέσα στα μάτια μου αφήνω να ξεδιπλωθεί κι ούτε κατά διάνοια να τα ανοίξω δεν τολμώ.


Ο χρόνος της γέννησης: 21 Οκτωβρίου του 1772. Ο τόπος: Ottery St. Mary, ένα μικρό χωριό του Devonshire. Το δέκατο και τελευταίο παιδί του John Coleridge, ενός φτωχού ανθρώπου, δασκάλου, συγγραφέα και ιεροκήρυκα, ο Samuel Taylor Coleridge άνοιξε τα μάτια στον κόσμο, στο σύμβολο που του έγνεψε σαν τελετή μυσταγωγίας βαθιά να το εξερευνήσει. Η μύηση στα μυστήρια του σύμπαντος έγινε από τη νεανική του κιόλας ηλικία, εκείνα τα χειμωνιάτικα βράδια που ο πατέρας του, του μιλούσε για τα άστρα, τους πλανήτες, τις Νεράιδες και τα πνεύματα. Ο εθισμός του νου στο Αχανές, η πίστη στον κόσμο των οραμάτων χωρίς να έχει ως κριτήριο την πίστη στις αισθήσεις γι’ αυτό που έβλεπε, η γλυκιά μελαγχολία, η αίσθηση της διαφορετικότητας στην παρατήρηση, του έδιναν τα πρώτα δείγματα μιας μεταφυσικής ενόρασης.

«Ο πατέρας μου (…) μου είπε τα ονόματα των άστρων – και πως ο Δίας ήταν χίλιες φορές μεγαλύτερος από τον δικό μας κόσμο - και πως τα άλλα που σπινθηροβολούσαν αστέρια ήταν Ήλιοι που είχαν κόσμους που περιστρέφονταν γύρω απ’ αυτούς – και όταν έφτασα σπίτι μου έδειξε πως περιστρέφονταν. Τον άκουγα με βαθιά ευχαρίστηση και θαυμασμό ˙αλλά χωρίς καθόλου απορία ή δυσπιστία. Γιατί από το πρώιμο διάβασμα παραμυθιών με Νεράιδες και Πνεύματα και άλλα παρόμοια ο νους μου είχε εθιστεί στο Αχανές και ποτέ, με κανένα τρόπο, δεν θεώρησα τις αισθήσεις μου ως κριτήρια γι’ αυτό που πίστευα».

Σε ηλικία εννιά ετών, ένα τραγικό γεγονός θα σημαδέψει για πάντα τη ζωή του. Ο Θάνατος τον επισκέπτεται. Πεθαίνει ο πατέρας του και μέντοράς του. Τον επόμενο χρόνο τον στέλνουν για σπουδές στο Λονδίνο. Η φοίτηση στο Christ’s Hospital τον έκανε να διαπρέψει στα κλασικά γράμματα και ιδιαίτερα στην πλατωνική φιλοσοφία. Λίγο αργότερα η φιγούρα του Θανάτου προβάλλει και πάλι. Χάνει δυο από τα αδέρφια του. Ο ίδιος αρρώστησε βαριά και για να αντιμετωπίσει την ασθένεια παίρνει το κοινό φάρμακο της εποχής, λάβδανο, κύριο συστατικό του οποίου ήταν το όπιο. Η γνωριμία του με το όπιο έμελλε να είναι μοιραία και να του ανοίξει το δρόμο για τον εθισμό.

«Το λάβδανο μου έδινε ανάπαυση και ηρεμία, όχι ύπνο: αλλά εσύ, πιστεύω, γνωρίζεις πόσο θεική είναι αυτή η ανάπαυση – τι τόπος μαγείας, ένας πράσινος τόπος πηγών, λουλουδιών και δέντρων, μες στην καρδιά μια ερημιάς από άμμο.»

Έπειτα στη ζωή του θα στιγματιστεί ως χρήστης όπιου, και υποστήριξε πως ένα απ’ τα ποιήματά του, ο «Kubla Khan», εμπνεύστηκε από οράματα που είδε ενώ βρισκόταν υπό την επίρροια.

ΚΟΥΜΠΛΑ ΧΑΝ
(μτφρ.: Βαγγέλης Αθανασόπουλος)

Στο Ξαναντού ο Κούμπλα Χαν είχε προστάξει…
Των απολαύσεων μεγαλόπρεπο ανάκτορο:
Εκεί που ο Αλφ, το ιερό ποτάμι,
Μες από θεόρατες σπηλιές
Προς την ανήλιαγη θάλασσα κυλούσε.
Έτσι δύο φορές μίλια πέντε εύφορης γης
Με τείχη ζώστηκε και πύργους:
Κι ήταν εκεί κήποι φωτεινοί με φιδωτά ρυάκια,
Όπου πολλά μυριστικά ανθοβολούσαν δέντρα ˙
Και δάση εδώ όσο κι οι λόφοι αρχαία,
Περιβάλλοντας ηλιόλουστες κηλίδες πρασινάδας.Μα ω! εκείνη η ρομαντική
βαθιά χαράδρα που έγερνε
Κάτω απ’ τον πράσινο λόφο
διαμέσου της σκεπής των κέδρων!
Άγριος τόπος! Ιερός και μαγεμένος
Σαν στοιχειωμένος στου φεγγαριού τη χάση
Από γυναίκα που μοιρολογά
τον έρωτά της για ένα ξωτικό!
Κι απ’ τη χαράδρα αυτή μ’ αντάρα
ασταμάτητη κοχλάζοντας,
Σαν η γης η ίδια με γρήγορα απανωτά
κοντανασάσματα ν’ ανάπνεε.
Τρανή πηγή τιναζόταν με βία:
Κι ανάμεσα στο παλινδρομικό
γοργό της τίναγμα
Τεράστια τινάζονταν συντρίμμια
όπως χαλάζι που αναπηδά,
Ή όπως οι κόκκοι του σταριού
μες από τ’ άχυρα
Κάτω απ’ το χτύπημα που με τον δάρτη
δίνει ο αλωνιστής:
Κι ανάμεσα σ’ αυτούς τους βράχους που χορεύουν
ταυτόχρονα και πάντα
Μονομιάς ξεχύνεται ο ιερός ποταμός.
Για πέντε μίλια ελισσόμενος
με δαιδαλώδη κίνηση
Μες από δάση και λαγκάδια
έτρεχε ο ιερός ποταμός,
Τότε στα θεόρατα έφτανε σπήλαια,
Και με βοή εβούλιαζε μες σ’ ένα ωκεανό νεκρό:
Και στη βοή αυτή ανάμεσα ο Κούμπλα
άκουσε από μακριά
Προγονικές φωνές που προφητεύαν πόλεμο!
Τ’ ανάκτορου των απολαύσεων ο ίσκιος
Στα κύματα έπλεε ανάμεσα ˙
Εκεί το μικρό ακούστηκε κριτήριο
Απ’ την πηγή κι από τα σπήλαια.
Ήτανε θαύμα σπάνιας μαστοριάς.
Ένα ανάκτορο των απολαύσεων ηλιόλουστο
μα και με σπήλαια πάγου!
Μια αρχοντοπούλα με σαντούρι
Σε όραμα είδα μια φορά:
Μι’ Αβησσυνή ήτανε κόρη,
Και στο σαντούρι της έπαιζε,
Υμνώντας το όρος Αβόρα.
Να ξαναζωντανέψω αν μπορούσα μέσα μου
Την αρμονία και τη φωνή της,
Σε μια ηδονή τόσο βαθιά θα με ‘φερνε,
Ώστε με μουσική δυνατή και παρατεταμένη,
Θα ‘χτιζα εκείνο το ανάκτορο μες στον αέρα,
Εκείνο το ηλιόλουστο ανάκτορο!
Εκείνες τις σπηλιές του πάγου!
Κι όλοι όσοι θ’ άκουγαν,
να τα δουν θα μπορούσαν εκεί,
Κι όλοι θα φώναζαν, Προσέξτε! Προσέξτε!
Τα μάτια του π’ αστράφτουν,
την κόμη που κυματίζει!
Τρεις φορές γύρω του πλέξτε ένα κύκλο,
Και τα μάτια σας κλείστε με τρόμο ιερό,
Γιατί αυτός με αμβροσία έχει τραφεί,
Και του παράδεισου ήπιε το γάλα.

Μετά όμως από την ευτυχισμένη περίοδο, όπου τα όνειρα τον βύθιζαν γλυκά σε μια κατάσταση ευφορίας, τον άφηναν να φαντάζεται μισοκοιμισμένος ενίοτε, ελέγχοντας τη μνήμη και τα πρόσωπα, διατηρώντας μιαν αλλόκοτη ζωντάνια και διώχνοντας μακριά οράματα δυσάρεστα και τρομακτικά, ήρθε κάτι που τάραξε τα νερά της λίμνης των μύχιων, μεθυστικών οραμάτων.

«Τότε όλη η μαγεία
Σβήνει – όλος ο τόσο ωραίος κόσμος των σκιών
Αφανίζεται, και χίλιοι κύκλοι απλώνουν,
Και παραμορφώνει ο ένας τον άλλον.
Στάσου για λίγο
Δύστυχε νέε! Που ‘τε τολμούσες
τα μάτια να σηκώσεις-
Γρήγορα το ποτάμι θα ξαναγίνει λείο,
και όπου να ‘ναι
Τα οράματα θα επιστρέψουν!
Και να ‘τος, γαληνεύει,
Κι αμέσως θαμπά τα κομμάτια
μορφών αγαπημένων
Τρεμουλιαστά έρχονται πίσω, ενώνονται
Και τώρα για μια φορά ακόμη
Το νερό καθρέφτης γίνεται.»

Μετά… ήρθαν οι πόνοι του ύπνου.
Η πίκρα και ο τρόμος πήραν τη θέση της γοητείας και της απόλαυσης.

ΟΙ ΠΟΝΟΙ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ
(μτφρ.: Βαγγέλης Αθανασόπουλος)

Όταν πάνω στο κρεβάτι μου
τα μέλη μου ξάπλωνα,
Συνήθειά μου δεν ήταν να προσεύχομαι
Με χείλη να κινούνται ή λυγισμένα γόνατα ˙
Μα σιωπηλά, μ’ αργούς αναβαθμούς,
Το πνεύμα μου συνθέτω σ’ Αγάπη,
Με ταπεινή πεποίθηση τα βλέφαρά μου κλείνω,
Μ’ ευλαβική παραίτηση,
Χωρίς ευχή να βάλω στο μυαλό μου,
Ούτε και κάποια σκέψη να εκφράσω,
Μόνο μια αίσθηση ικεσίας ˙
Μια αίσθηση πάνω σ΄όλη μου την ψυχή μου χαραγμένη
Πως είμαι αδύναμος, καταραμένος όμως όχι,
Μια και μέσα μου, γύρω μου, παντού
Αιώνια δύναμη και Σοφία υπάρχουν.Ωστόσο χτες τη νύχτα φωναχτά προσευχήθηκα
Με αγωνία και οδύνη,
Βγαίνοντας πάνω από το πλήθος το δαιμονικό
Των σχημάτων και των σκέψεων
που με βασάνιζαν:
Ένα μακάβριο φως, ένας συρφετός
που με ποδοπατούσε,
Αίσθηση λάθους ανυπόφορου,
Κι αυτούς που περιφρονούσα
είναι οι μόνοι ισχυροί!
Δίψα εκδίκησης, η ανίσχυρη βούληση
Ακόμη σε σύγχυση, αλλά ακόμη φλογερή!
Επιθυμία κι απέχθεια παράξενα αναμιγμένες
Πάνω σε άγρια ή μισητά
αντικείμενα κολλημένες.
Φανταστικά πάθη! Συμπλοκή θορυβώδης
που τρελαίνει!
Και ντροπή και τρόμος πάνω απ’ όλα!
Πράξεις που δεν ήταν κρυφές
πρέπει να κρυφτούν,
Που εντελώς μπερδεμένος
δεν μπορούσα να ξέρω
Εάν τις είχα υποστεί ή αν τις έκανα:
Γιατί όλα φαίνονται ενοχή, μεταμέλεια η πόνος,
Δικές μου ή των άλλων είναι το ίδιο,
Φόβος που πνίγει τη ζωή,
ντροπή που πνίγει την ψυχή.
Έτσι δυο νύχτες πέρασαν:
της νύχτας ο τρόμος
Έθλιβε και μάραινε τη μέρα που ‘ρχόταν.
Ο Ύπνος, η μεγάλη ευλογία, φαινόταν σε μένα
Του λοιμού η χειρότερη συμφορά.
Την τρίτη νύχτα, όταν η ίδια μου η δυνατή κραυγή
Απ’ το δαιμονικό με ξύπνησε όνειρο,
Εξαντλημένος από μαρτύρια παράξενα
και άγρια,
Έκλαψα όπως τότε που ήμουνα παιδί ˙
Κι έχοντας έτσι με δάκρυα χαμηλώσει
Την οδύνη μου προς μια πιο ήπια διάθεση,
Τέτοιες τιμωρίες, είπα, αξίζαν
Σε φύσεις βαθύτατα κηλιδωμένες
απ’ την αμαρτία,-
Γιατί πάντα σ’ αναταραχή ξανά και ξανά
Είναι η αβυσσαλέα μέσα κόλαση,
Ο τρόμος τις πράξεις τους να δουν,
Να γνωρίσουν και να σιχαθούν,
παρότι εύχονται και κάνουν!
Τέτοιες λύπες σε τέτοιους ανθρώπους αρμόζουν,
Μα τότε γιατί, γιατί να πέφτουν σε μένα πάνω;
Μονάχα ν’ αγαπιέμαι, αυτό χρειάζομαι,
Κι αυτόν που αγαπώ, τον αγαπώ αληθινά.

Επόμενος σταθμός το Jesus College, στο Cambridge, το 1791. Εκτός από ένα σύντομο διάστημα, στο οποίο κατατάχτηκε στους Δραγώνους το 1793 για να ξεφύγει από τα χρέη και την αποτυχία του στον έρωτα, διέμεινε στο Cambridge μέχρι το 1795 όπου συνάντησε τον Robert Southey, ένα φίλο ποιητή με τον οποίο μοιράζονταν τις ίδιες πολιτικές ιδέες. Έκαναν συζητήσεις και πολλά σχέδια για να θέσουν σε εφαρμογή μαζί, αλλά στην υλοποίησή τους εμφανίστηκαν προβλήματα. Τον Οκτώβρη του 1795 ο Coleridge παντρεύεται τη Sara Flicker, την αδερφή της Edith, την οποία είχε παντρευτεί την προηγούμενη χρονιά ο καλός φίλος του Southey. Δεν συνάντησε όμως τότε τον έρωτα στη ζωή του. Τον επόμενο Σεπτέμβρη γεννιέται το πρώτο του παιδί, ο David Hartley Coleridge, που πήρε το όνομά του από τον ομώνυμο φιλόσοφο. Ο Southey σύστησε στον Coleridge τον ποιητή William Wordsworth to 1797. Μια σημαντική γνωριμία στη ζωή και των δυο ποιητών. Ο Coleridge έγινε φίλος με τον Wordsworth και την αδελφή του Dorothy. Από τις συζητήσεις τους προέκυψαν οι «Lyrical Ballads» («Λυρικές Μπαλάντες»). Το 1798 γεννιέται και το δεύτερο παιδί του Coleridge, που το ονόμασε Berkeley δίνοντας και σ΄αυτό το όνομα ενός φιλοσόφου. Εκείνη την περίοδο, είχε σχηματιστεί γύρω του ένας κύκλος φίλων και θαυμαστών που ο ποιητής είχε πάνω τους μια ευεργετική επίδραση. Ήταν μια εποχή βαθιάς υπαρξιακής και πνευματικής κρίσης, κατά την οποία το κύριο ενδιαφέρον του ήταν στραμμένο στη φιλοσοφία και όχι στην ποίηση μέσω της οποίας έρχονταν στην επιφάνεια και έπαιρναν μορφή μόνο μερικά σπαράγματα της σκέψης του. Αυτή η ανάγκη αναθεώρησης των φιλοσοφικών αρχών τον έστρεψε προς τη Γερμανία. Εκεί του αποκαλύφτηκε ένα πανόραμα ιδεών. Ο πνευματικός του ορίζοντας διευρύνθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνει, τουλάχιστον, ο πιο εμπνευσμένος από τη γενιά του Άγγλος ερμηνευτής του Γερμανικού Ρομαντισμού.

«Κανείς δεν υπήρξε ποτέ μεγάλος ποιητής χωρίς να είναι παράλληλα βαθύς φιλόσοφος. Γιατί η ποίηση είναι το άνθος και η ευωδία όλης της ανθρώπινης γνώσης, των ανθρωπίνων σκέψεων, των ανθρωπίνων παθών, των συγκινήσεων και της γλώσσας»
(Biographia Literaria, τ.Β΄, σ.19)

Συναρπάστηκε τόσο από την παραμονή του εκεί που την παράτεινε κι άλλο. Η Sara του ζητούσε να γυρίσει, οι Wordsworths μετά λύπης τους τον άφησαν εκεί και γύρισαν πίσω στην πατρίδα τους που την νοστάλγησαν και το Φεβρουάριο του 1799 πεθαίνει ο γιος του Berkeley. Αυτό προκάλεσε τύψεις κι ενοχές στον ποιητή. Γύρισε στην Αγγλία τον Ιούλιο του 1799 με πάρα πολλά σχέδια στο μυαλό του, αλλά ελάχιστα από αυτά πραγματοποιήθηκαν. Η φήμη του που είχε απλωθεί, οι προσδοκίες των θαυμαστών του, οι πολλοί και φιλόδοξοι στόχοι του ίδιου του ποιητή, όλα αυτά τον συνέτριψαν κάτω απ’ το βάρος τους. Η σχέση του με τη Sara που είχε δοκιμαστεί την εποχή της παραμονής του στη Γερμανία, τώρα έχει ουσιαστικά διακοπεί. Και έρχεται ένας άλλος έρωτας, με ένα χαριτωμένο ζωηρό κορίτσι, τη Sara Hutchinson, φίλη των Wordsworths, που τη μεγαλύτερη αδερφή της Mary ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε ο Wordsworth το 1802. Ο έρωτας αυτός του Coleridge καθόρισε και, μέχρι ένα βαθμό υπονόμευσε οτιδήποτε έκανε και έγραψε ο ποιητής για τα επόμενα δέκα χρόνια. Συνετέλεσε στη διάλυση του γάμου του, συνέβαλε στην καταστροφή της υγείας του, και σχεδόν έκαμψε τη θέλησή του να συνεχίσει το έργο του. Η Sara Hutchinson (Asra- αναγραμματισμός του ονόματός της-, όπως την αναφέρει στα ποιήματά του) κυριάρχησε στη φαντασία του και αύξησε σε μεγάλο βαθμό το αίσθημα προσωπικής ανεπάρκειας και πρόωρης αποτυχίας που τον κατείχε, και που τον οδήγησε στο όπιο και στο αλκοόλ.
ΠΙΣΤΗ ΣΕ ΕΝΑ ΙΔΕΑΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
(μτφρ. Βαγγέλης Αθανασόπουλος)

Κερματιστές = Κολλυβιστές= Τραπεζίτες; τραπέζι = Τράπεζα; ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ η δημιουργία της Τράπεζας. [λίγες σταγόνες ιστορίες την ημέρα σε βοηθούν να βλέπεις καλύτερα].

Φίλες και Φίλοι καλησπέρα και καλημέρα ταυτόχρονα γιατί όπως σας έχω πει υπάρχουν χιλιάδες Έλληνες, και όχι μόνο, που μας διαβάζουν στην ΙΑΠΩΝΙΑ και στην ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ και στη ΝΕΑ ΖΗΛΑΝΔΙΑ. Στην ΟΚΡΑ και στην ΛΟΓ εκτός από την κορυφαία ιστορικό έχουμε και τον Αρκά που είναι κορυφαίος στα οικονομικά - τραπεζικά. Διαβάστε σας παρακαλώ το πιο κάτω άρθρο και είμαι σίγουρος πως θα μάθετε πράγματα που δεν ξέρατε ή τουλάχιστον δεν τα γνωρίζατε τόσο καλά και τόσα πολλά. Σας χαιρετώ με σεβασμό και επικούρεια διάθεση Επίκουρος ο Γοργογυραίος.

Τράπεζα σημαίνει τραπέζι.
Αυτό το ξέρουμε όλοι. Εκείνο που ίσως δεν ξέρουμε όλοι είναι γιατί η νέα ελληνική λέξη τραπέζι διαχώρισε το νόημά της από την αρχαία ελληνική λέξη τράπεζα. Κι ακόμα, γιατί η αρχαία τράπεζα ύψωσε σε κεφαλαίο το πρώτο γράμμα και έγινε Τράπεζα.
Βέβαια, όλοι ξέρουμε πως το κτίριο μιας τράπεζας δεν έχει τραπεζαρία για τους πελάτες. Έχει όμως και τώρα τραπέζια, δηλαδή μπάνκους, όπως θα έλεγαν οι Ιταλοί, οι δημιουργοί της πρώτης σύγχρονης Μπάνκας. Πάνω σ' αυτά τα τραπέζια οι τραπεζικοί υπάλληλοι συνεχίζουν τη δουλειά που έκαμναν και οι αρχαίοι έλληνες τραπεζίτες, γνωστοί τον καιρό εκείνο σαν κερματισταί, διότι ασχολούνταν με κέρματα, δηλαδή κοψίδια, τεμάχια του ακέραιου νομίσματος.
Βέβαια, οι κερματισταί ήταν τραπεζίτες της πλάκας και έκαμναν περίπου τη δουλειά που κάνουν σήμερα τα αυτόματα μηχανήματα που μετατρέπουν σε λιανά τα πιο χοντρά νομίσματα. Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως όλα σε τούτο τον κόσμο είναι απλά στο ξεκίνημά τους. Οι παλιοί κερματισταί και οι σημερινοί τραπεζίτες, παρόλο που έχουν σαν κοινή αφετηρία το τραπέζι πάνω στο οποίο ξαπλώνουν τα νομίσματά τους δεν είναι βέβαια, το ίδιο πράγμα.

Αξίζει να σημειωθεί πως οι κερματισταί (αυτοί που έκαμναν τα χοντρά λιανά) λέγονταν και κολλυβισταί. Κόλλυβος ονομαζόταν στην αρχαία Ελλάδα το μικρό νόμισμα. και κόλλυβα (στον πληθυντικό) ομοίως στην αρχαία Ελλάδα λέγονταν τα πολύ μικρά τεμάχια ζυμαρικών, οι πολύ μικρές πιτίτσες, ας πούμε οι χυλοπίτες.
Κόλλυβα παρασκευασμένα με άλλον τρόπο συνεχίζουμε να τρώμε και σήμερα, αλλά μόνο στα μνημόσυνα: εμείς μεν για «να συγχωρεθεί η ψυχή του πεθαμένου», οι πεινασμένοι δε, που γυρόφερναν παλιότερα τις εκκλησίες αδιαφορώντας παντελώς για το μακαρίτη, για να βάλουν στο στομάχι τους, στο τζάμπα, κάτι το θρεπτικό.
Σιγά σιγά οι αρχαίοι κερματισταί άρχισαν να κάνουν και σοβαρότερα πράγματα από το να χαλούν τα χοντρά νομίσματα και κάποτε απόκτησαν νοοτροπία σωστού τραπεζίτη. Όμως, αυτοί που κυρίως ασχολούνταν με σοβαρότατες τραπεζικές εργασίες στην αρχαία Ελλάδα ήταν οι ... παπάδες. Μάλιστα! Οι σπουδαιότερες τράπεζες της ελληνικής αρχαιότητας ήταν οι ναοί στη Δήλο, τους Δελφούς και την Ολυμπία. Εκεί πήγαιναν οι πιστοί όχι μόνο για να προσκυνήσουν, αλλά και για να καταθέσουν τις οικονομίες τους, πληρώνοντας στους παπάδες ένα κάποιο ποσό για φύλακτρα. Εξυπακούεται πως οι παπάδες-τραπεζίτες δεν έδιναν τόκο στον καταθέτη. Αυτό δα έλειπε. Ο αρχαίος καταθέτης ήταν ικανοποιημένος που τα χρήματά του ήταν απολύτως εξασφαλισμένα στις «θυρίδες», σ' έναν ιερό και απαραβίαστο χώρο, που τον παραβίαζαν μόνο οι βάρβαροι αλλοεθνείς επιδρομείς.

Βάλτε με το νου σας τον τζίρο που γινόταν στις «τράπεζες» της Ολυμπίας στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων. Πώς θα γίνονταν τα σπουδαία κτίσματα σ' αυτόν τον υπέροχο χώρο, αν οι παπάδες φύλαγαν τα χρήματα των καταθετών χωρίς προμήθεια; Αφού ούτε σήμερα σου δίνουν τζάμπα μια θυρίδα στην τράπεζα, γιατί θα έπρεπε να τη δίνουν τζάμπα τότε; Άσε που πρέπει να φαν κι οι παπάδες και μάλιστα καλύτερα απ' όλους, όπως πάντα στην ιστορία ολόκληρου του ιερατείου, όλων των θρησκειών.

Αξίζει να σημειωθεί πως οι αρχαίοι έλληνες ιερείς δεν ήταν ακριβώς ιερείς, η δουλειά τους δεν θεωρούνταν ιερή. Ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, όπως θα λέγαμε σήμερα, που βοηθούσαν τους πιστούς να τα βολεύουν μόνοι τους με τους θεούς, όπως ο καθένας μπορούσε. Άλλωστε, οι ναοί-τράπεζες ήταν κρατικές «επιχειρήσεις». Ιδιωτικές έγιναν πάρα πολύ αργότερα. Και σήμερα ξαναμπαίνει από τους σοσιαλιστές το αρχαίο ελληνικό αίτημα της κρατικοποίησής τους. Τι ιστορία κι αυτή! Να χάνεις όλες τις σπουδαίες κατακτήσεις του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και να μένεις με τη δόξα των αρχαίων πρόγονων στα χέρια και να μην ξέρεις πού να την ακουμπήσεις. Τέλος πάντων.
Πάντως, το τραπεζικό σύστημα δεν το ανακάλυψαν οι 'Ελληνες. Πρωτόγονοι τραπεζίτες, χωρίς πάντως να λέγονται έτσι, υπήρχαν σ' όλους τους λαούς που είχαν κόψει νόμισμα που μπορούσε να τεμαχίζεται, να κερματίζεται, να μετατρέπεται σε κέρματα. Όμως, το οργανωμένο τραπεζικό σύστημα, στην αρχική, την ιερή του μορφή είναι αιγυπτιακής και βαβυλωνιακής καταγωγής. Κορόιδα ήταν οι αιγύπτιοι παπάδες; 'Ηταν κάτι μούτρα, μα τι μούτρα! Στο όνομα του Φαραώ, αυτοί ήταν που μάζευαν το χρήμα για να καλυφθούν τα τεράστια έξοδα κατασκευής των πυραμίδων και των άλλων φαραωνικών κτισμάτων που τα βλέπεις και σου κόβεται η ανάσα. Πού να μπεις και μέσα! (Ακόμα ανατριχιάζω όταν θυμάμαι την αναρρίχησή μου στο εσωτερικό της πυραμίδας του Χέοπα).
Ό,τι επέζησε μέχρι τις μέρες μας από την αρχαία τραπεζική αντίληψη είναι μόνο η ιερή αρχιτεκτονική των τραπεζών. Αναρωτηθήκατε ποτέ γιατί οι σημερινές τράπεζες μοιάζουν με ναούς που αστράφτουν από πάστρα και μάρμαρο; Σκεφτήκατε ποτέ γιατί οι τράπεζες έχουν διακοσμημένους τους τοίχους τους με ακριβά έργα τέχνης; Για να βοηθούν τους καλλιτέχνες, θα πουν οι αφελείς. Ξέρεις, έχει μια σκασίλα ο τραπεζίτης για την τέχνη, που δεν λέγεται!
Λοιπόν, όλα τα πολυτελή εκεί μέσα αποσκοπούν στο να σε θαμπώσουν όπως και στην εκκλησία. Όπως και στην εκκλησία, όλα στοχεύουν στο να σου δημιουργήσουν ένα αίσθημα ασφάλειας, ώστε να καταθέσεις ήρεμα τις οικονομίες σου, βέβαιος ότι τις εναπόθεσες σε καλά χέρια, με την ίδια περίπου έννοια που και η ψυχή σου βρίσκεται σε καλά χέρια εντός του ναού. Για σκηνοθεσία πρόκειται. Μια σκηνοθεσία που γίνεται επένδυση. Επενδύει η τράπεζα ένα πολύ μικρό μέρος των κολοσσιαίων κερδών της σε πεντελικό ή άλλο μάρμαρο, και τσακ η μαρμάρινη παγίδα σ' άρπαξε και σ' έκανε αποταμιευτή από καταναλωτή.

Τραπεζίτες, λοιπόν, με την ελληνική έννοια της λέξης υπάρχουν από τότε που υπάρχει χρήμα. Αλλά οι τραπεζίτες με τη σύγχρονη έννοια άρχισαν να εμφανίζονται τον ύστερο Μεσαίωνα. Είναι οι περίφημοι αργυραμοιβοί, γνωστοί σε μας εδώ και με το τουρκικό όνομά τους σαν σαράφηδες.
Οι αργυραμοιβοί του Μεσαίωνα ήταν τραπεζίτες του ποδαριού. Θα μπορούσαμε να τους πούμε και παρατραπεζίτες, αν βέβαια υπήρχαν τότε τράπεζες, ώστε αυτοί να έκαμναν τη δουλειά τους «παρά την τράπεζα», δίπλα στην επίσημη τράπεζα, ως ανεπίσημοι τραπεζίτες. Ο τόκος του μεσαιωνικού αργυραμοιβού έφτανε μέχρι και το 50% του κεφαλαίου που σου δάνειζε. Αλλά και του σημερινού παρατραπεζίτη ο τόκος συχνά ξεπερνάει το 100%. Θέλω να πω, πως οι γδάρτες του Μεσαίωνα ήταν πιο ευσπλαχνικοί από τους σημερινούς, πράγμα που σημαίνει πως, ως προς αυτόν τον τομέα, ο Μεσαίωνας προεκτείνεται μέχρι τις μέρες μας
Παρόλο που οι βασιλιάδες και οι πρίγκιπες του Μεσαίωνα κυνηγούσαν άγρια τους σαράφηδες, παρόλο που η προβλεπόμενη για την παράνομη δουλειά τους ποινή ήταν δήμευση της περιουσίας και εξορία, αυτοί το βιολί τους. Διότι το να δανείζεις χρήματα με τόκο ήταν μια κοινωνική ανάγκη και γι' αυτό ακριβώς δεν τελεσφόρησαν τα μέτρα των φεουδαρχών, που ήταν πάντα άψογοι στη συμπεριφορά τους. Σωστοί άρχοντες. Μπορεί ο Σαίξπηρ στον Έμπορο της Βενετίας να ωρύεται για κείνο τον άθλιο Εβραίο, τον τοκογλύφο Σάιλοκ, αλλά ο Σαίξπηρ είναι ποιητής και η κοινωνία δυστυχώς ποτέ δεν πήρε στα σοβαρά τους ποιητές.
Ποια ήταν λοιπόν η κοινωνική ανάγκη που έκανε αναγκαίους τους σαράφηδες; Όταν το χρήμα αρχίσει να περισσεύει και να σωρεύεται στα ταμεία των πλούσιων, είτε πρέπει να μοιραστεί στους φτωχούς, είτε να επενδυθεί σε άλλες παραγωγικές δουλειές, πράγμα προτιμότερο από τη φιλανθρωπία για το συνεπή προς τον πλούτο του κεφαλαιούχο.
Άλλοι επιχειρηματίες έχουν περίσσευμα σε ρευστό κι άλλοι έλλειμμα σε μια δεδομένη στιγμή, πράγμα που τους εμποδίζει να επεκτείνουν την επιχείρησή τους, ώστε να παραχθούν κι άλλα χρήσιμα ή άχρηστα προϊόντα και να προκόψει η κοινωνία ή ο επιχειρηματίας. Θα μπορούσα λοιπόν να σου δώσω το περίσσευμά μου σε ρευστό για να κάνέις τη δουλειά σου, φυσικά με το αζημίωτο.


Όμως, πού να σε βρω εσένα, που έχεις ανάγκη από ρευστό; Δεν μπορώ να βγω στο παζάρι και να φωνάζω, σαν να πωλούσα κρεμμυδάκια στη λαϊκή αγορά: εδώ το καλό και φτηνό χρήμα! Πάρε κόσμε χρήμα, χρήμα φρέσκο και λαχταριστό, σε τιμή ευκαιρίας. Και ούτω πως προέκυψε το επάγγελμα του σαράφη, του αποδιοπομπαίου προπομπού του αξιοπρεπέστατου σημερνού τραπεζίτη, που ποτέ δεν κατάλαβα γιατί είναι αξιοπρεπέστερος του σαράφη.
Όπως ξέρουμε, το χρήμα είναι εμπόρευμα, το ιδανικό εμπόρευμα. Όπως όλα τα εμπορεύματα μπορείς να το αγοράσεις φτηνότερα και να το πουλήσεις ακριβότερα. Αυτό ακριβώς κάνει ο σαράφης, με προσωπική του ευθύνη και πρωτοβουλία. Δανείζεται από σένα φτηνότερα το χρήμα και το δανείζει στον άλλο ακριβότερα. Έμπορος, λοιπόν, είναι και ο σαράφης. Τόσο αξιοπρεπής ή αναξιοπρεπής όσο κι ο κάθε έμπορος. Γιατί τότε τον κυνηγούσαν τόσο άγρια οι φεουδάρχες;
Μα, διότι το χρήμα είναι εξαιρετικά «ελαστικό» εμπόρευμα.
Κι αν το έχει στα χέρια του ένας άνθρωπος με ελαστική συνείδηση μπορεί να το κάνει... πέτρα στη σφεντόνα και να στο κοπανήσει στο κεφάλι. Δηλαδή να κερδοσκοπεί μέχρι πλήρους εξοντώσεως του έχοντος την ανάγκη χρήματος. Μπορεί ο τοκογλύφος να σε κάνει να δουλεύεις μόνο και μόνο για να πληρώνεις τους τόκους. Τρομερό πράγμα η τοκογλυφία. Τραγικό. Κάποτε οι λέξεις σαράφης και τοκογλύφος θα γίνουν συνώνυμα.
Παρόλο λοιπόν που ο σαράφης έπαιξε έναν εξαιρετικά χρήσιμο κοινωνικό ρόλο, έτσι που φρόντιζε για τη διακίνηση του χρήματος στην αγορά κεφαλαίου, έπρεπε το παράνομο επάγγελμά του να μπει υπό κοινωνικό έλεγχο και να νομιμοποιηθεί, ώστε οι τόκοι να κυμαίνονται σε λογικά όρια. Κι έτσι το 1157 μ.Χ, στην κραταιά Βενετία, ιδρύεται η πρώτη τράπεζα με σύγχρονη έννοια.
Είναι η γραμμένη με χρυσά γράμματα στην ιστορία του καπιταλισμού Τράπεζα της Βενετίας. Που όμως κατέρρευσε με την πτώση της Γαληνοτάτης Ενετικής Δημοκρατίας το έτος 1797, οχτώ χρόνια μετά την έναρξη της Γαλλικής Επανάστασης.


Δυο ολόκληρους αιώνες αργότερα ξεπροβάλλει η δεύτερη στον κόσμο ανάλογη τράπεζα, η Τράπεζα της Βαρκελώνης. Βλέπουμε λοιπόν, πως το σύγχρονο τραπεζικό σύστημα εμφανίζεται σε χώρες με θαλάσσιο εμπόριο. Ακόμα και στις μέρες μας οι καλύτεροι πελάτες των τραπεζιτών είναι οι εφοπλιστές. Πράγμα πολύ φυσικό για ένα τόσο ρευστό εμπόριο, όπως το θαλάσσιο.
Από άλλο δρόμο και για άλλους λόγους, η πρώτη στ' αλήθεια καπιταλιστική «λαϊκή» τράπεζα με εντελώς σύγχρονη έννοια εμφανίστηκε στη Στοκχόλμη το 1668. Τι το καινούργιο έκανε η Τράπεζα της Στοκχόλμης και κέρδισε αυτόν τον επίζηλο τίτλο; 'Εκοψε ένα είδος τραπεζογραμματίου. ΠΙΟ σωστά, έδωσε την ιδέα για τη δημιουργία του τραπεζογραμματίου. Ήταν μια ιδέα πραγματικά πρωτότυπη και απίθανη βολική, που θα δώσει φτερά στις τράπεζες.
Τραπεζογραμμάτιο λέγεται το χαρτονόμισμα. Προσοχή, δεν μιλάμε για τα μεταλλικά νομίσματα, αλλά μόνο για τα χαρτονομίσματα. Μόνο αυτά είναι τραπεζογραμμάτια. Χαρτί και να έχει κάποια σοβαρή αξία ήταν πράγμα ακατανόητο μέχρι το 1668. Το τραπεζογραμμάτια, λοιπόν, όπως λέει και η λέξη, είναι ένα γραμμάτιο που εκδίδει η τράπεζα διά του οποίου δηλώνεται πως κάτι κατάθεσες σ' αυτήν, κάτι σαν ενέχυρο, χρυσό κατά προτίμηση, που η τράπεζα θα στο δώσει πίσω όταν προσκομίσεις τη σχετική απόδειξη, το τραπεζογραμμάτιο.
Επειδή αυτά τα εντελώς πρωτόγονα τραπεζογραμμάτια, μάλλον οι αποδείξεις που εξέδιδε η Τράπεζα της Στοκχόλμης, ανέγραφαν ποσό μικρότερο μεν αλλά όχι πολύ πιο μικρό από την αξία του πράγματος που είχες καταθέσει στα ταμεία της, πολλοί έσπευδαν να καταθέσουν τα τιμαλφή τους και να πάρουν τραπεζογραμμάτια, δηλαδή αποδείξεις, που τις αντάλλασσαν μεταξύ τους. Κι έτσι το τραπεζογραμμάτιο σιγά σιγά θα γίνει χαρτονόμισμα, που συνεχίζει να ονομάζεται τραπεζογραμμάτιο για να γίνεται φανερό πως την αξία του την εγγυάται η τράπεζα. Σίγουρα πάντως οι τράπεζες δεν δημιουργήθηκαν για να θέτουν σε κυκλοφορία τραπεζογραμμάτια, αν και αυτά θα βοηθήσουν πολύ στην ανάπτυξή τους. Δημιουργήθηκαν για να αγοράζουν και να πουλούν χρήμα.
Βασίλης Ραφαηλίδης -Η κρυφή γοητεία της Μπουρζουαζίας
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com

O Ουμπέρτο Έκο για τον αθλητισμό, για τον Ηλίθιο, και για τον γραπτό τύπο,

"Αν επιχειρήσει κανείς μια σφαιρική αναθεώρηση των ανθρωπίνων σχέσεών μας, ας δοκιμάσει να αγγίξει τον αθλητισμό. Θ' ανακαλύψει σ' αυτόν τα ελαττώματα του ανθρώπου σαν κοινωνικό ζώα: τότε θα φανούνε τα στοιχεία της κοινωνικότητας που είναι άσχετα με τον άνθρωπο. Τότε θα γίνει σαφής η απατηλή φύση του κλασικού ουμανισμού, που είναι βασισμένος στην ελληνική ανθρωπολατρεία, βασισμένη με τη σειρά της όχι στην ενόραση ή την ιδέα της πόλης ή τη δράση, αλλά στον αθλητισμό σαν προμελετημένη σπατάλη, απόκρυψη του προβλήματος, "φλυαρία" διογκωμένη στο έπακρο. Με λίγα λόγια -θα το εξηγήσουμε αργότερα- ο αθλητισμός είναι η μεγαλύτερη παρεκτροπή του φατικού λόγου, και επομένως -σε τελευταία ανάλυση- η άρνηση οποιουδήποτε διαλόγου, κι έτσι η αρχή της αποκτήνωσης του ανθρώπου, ή η "ουμανιστική" επινόηση μιας ολοκληρωτικά απατηλής ιδέας για τον άνθρωπο.

Στην αθλητική δραστηριότητα κυριαρχεί η "σπατάλη". Κάθε σχετική κίνηση είναι σπατάλη ενέργειας- αν πετάξω μια πέτρα από απλή ευχαρίστηση -όχι για να πετύχω ένα οποιοδήποτε χρήσιμο σκοπό- θα σπαταλήσω θερμίδες που είχα εξασφαλίσει με την κατανάλωση τροφής για την παραγωγή της οποίας κάποιος εργάστηκε. Τώρα, αυτή η σπατάλη είναι τελείως υγιής. Είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο τον παιχνιδιού. Και ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζώα, νιώθει τη σωματική και ψυχική ανάγκη να παίξει. Υπάρχει επομένως ένα είδος σπατάλης που δεν μπορούμε να αποφύγουμε - σημαίνει για μας ελευθερία, ελευθερία από την τυραννία της αναπόφευκτης, απαραίτητης δουλειάς. Αν δίπλα σε μένα που πετάω την πέτρα έρθει κάποιος άλλος για να την πετάξει ακόμη πιο μακριά, το παιχνίδι παίρνει τη μορφή του "αγωνίσματος": και αυτό είναι σπατάλη, σωματικής και πνευματικής ενέργειας, αλλά αυτή η σπατάλη καταλήγει σε κάποιο κέρδος. 'Έχουμε βελτίωση της σωματικής διάπλασης, ανάπτυξη και έλεγχο της άμιλλας, χαλιναγώγηση της έμφυτης επιθετικότητας χάρη στους κανόνες. Αλλά ήδη στα παραπάνω θετικά στοιχεία παραμονεύει το σαράκι που απειλεί την ίδια την κίνηση' το αγώνισμα πειθαρχεί και εξουδετερώνει τις δυνάμεις. Παρά τις αντίθετες εντυπώσεις, το αγώνισμα ουσιαστικά είναι ένας μηχανισμός για την εξουδετέρωση της δράσης.
Απ' αυτόν τον πυρήνα διφορούμενης υγείας (πού 'ναι "υγιής" εφόσον δεν ξεπεραστεί ένα όριο ...) ωριμάζουνε τα πρώτα έκτροπα του αγωνίσματος όπως για παράδειγμα η εκτροφή ανθρώπων αφιερωμένων σ' ένα αγώνισμα. Ο αθλητής είναι ήδη ένα ον που έχει υπερασκήσει ένα μόνο όργανό του, που κάνει το σώμα του εστία και αποκλειστική πηγή ενός συνεχούς παιχνιδιού. Ο αθλητής είναι τέρας, είναι ο 'Ανθρωπος που Γελά, είναι η γκέισα με το πιεσμένο και ατροφικό πόδι.
Όμως ο αθλητής τέρας γεννιέται τη στιγμή που το σπορ ανάγεται στο τετράγωνο, όταν δηλαδή το σπορ, από παιχνίδι με προσωπική συμμετοχή, γίνεται ένα είδος συζήτησης πάνω στο παιχνίδι, δηλαδή γίνεται θέαμα για άλλους. Το σπορ στο τετράγωνο είναι το αθλητικό θέαμα.
Εάν η άσκηση είναι υγεία, όπως υγεία είναι η σωστή διατροφή, τα σπορ σαν θέαμα είναι η φενάκη της υγείας. 'Όταν βλέπω τους άλλους να παίζουνε, δεν κάνω τίποτα το υγιεινό και απλώς νιώθω κάποια ασαφή ευχαρίστηση για την υγεία των άλλων (πράγμα που μοιάζει με ευτελή ηδονοβλεψία): γιατί ουσιαστικά τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση την παίρνω από τα ατυχήματα που συμβαίνουν σε όποιον ασκείται (όπως αυτός που βλέπει όχι δύο ανθρώπους, αλλά δύο μέλισσες να κάνουν έρωτα, περιμένοντας να παρακολουθήσει έπειτα το θάνατο του κηφήνα).
Βέβαια, όποιος παρακολουθεί αθλητικό θέαμα ερεθίζεται: φωνάζει και χειρονομεί, επομένως κάνει σωματική και ψυχική άσκηση, εκτονώνει την επιθετικότητά του και τιθασεύει την αγωνιστικότητά του. Αλλά αυτή η εκτόνωση δεν οδηγεί, όπως κατά την άθληση, σε αύξηση της ενέργειας και σε απόχτηση ελέγχου και αυτοσυγκράτησης: γιατί μάλιστα οι αθλητές αγωνίζονται παίζοντας, ενώ οι θεατές αγωνίζονται στα σοβαρά (γι' αυτό άλλωστε και δέρνονται, ή πεθαίνουνε στις κερκίδες από συγκοπή).
Το στοιχείο της πειθάρχησης της αγωνιστικότητας, που κατά την άθληση έχει τις δύο όψεις της αύξησης και της απώλειας του ανθρωπισμού του ασκουμένου, για το θεατή ενός σπορ έχει μόνο μία, την αρνητική. Κατ' αυτόν τον τρόπο το σπορ παρουσιάζεται σαν "instrumentum regni", έτσι όπως χρησιμοποιήθηκε για πολλούς αιώνες. Είναι φανερό: στην αρχαία Ρώμη οι θηριομαχίες και η ιπποδρομία χαλιναγωγούν την ανεξέλεγκτη δύναμη του όχλου.
Αλλά αυτό το σπορ στο τετράγωνο (απ' το οποίο ορισμένοι βγάζουνε τεράστια κέρδη) δημιουργεί ένα σπορ στον κύβο, που είναι η συζήτηση πάνω στο σπορ σαν θέαμα. Αυτή η συζήτηση κατ' αρχήν γίνεται από τον αθλητικό τύπο, αλλά δημιουργεί με τη σειρά της τη συζήτηση γύρω από τον αθλητικό τύπο, επομένως ένα σπορ που ανάγεται σε δύναμη. Η συζήτηση γύρω απ' τον αθλητικό τύπο είναι η συζήτηση πάνω στη συζήτηση για τη συζήτηση σχετικά με την παρακολούθηση του παιχνιδιού των άλλων.
Το σύγχρονο σπορ είναι κυρίως η συζήτηση πάνω σ' αυτά που γράφει ο αθλητικός τύπος. Πίσω από τρία διαφράγματα υπάρχει το σπορ σαν άθληση, που σε τελευταία ανάλυση θα μπορούσε να μην υπάρχει. Εάν μετά από διαβολική μηχανορραφία της μεξικανικής κυβέρνησης και των τηλεοπτικών ιδρυμάτων όλου του κόσμου οι Ολυμπιακοί αγώνες δε γίνονταν πραγματικά; αλλά μεταδίνονταν μέρα με τη μέρα και ώρα με την ώρα με πλαστές εικόνες, τίποτα δε θ' άλλαζε στο διεθνές αθλητικά σύστημα και οι συζητητές των σπορ δε θα ένιωθαν εξαπατημένοι. Επομένως το σπορ σαν άσκηση δεν υπάρχει πια, ή υπάρχει για οικονομικούς λόγους (μια και είναι πιο εύκολο να βάλει κανείς έναν αθλητή να τρέξει, παρά να ετοιμάσει ένα φιλμ με ηθοποιούς που να κάνουν ότι τρέχουν), και υπάρχει μόνο η φλυαρία πάνω στη φλυαρία του σπορ. Η φλυαρία πάνω στη φλυαρία των αθλητικών εφημερίδων αντιπροσωπεύει ένα παιχνίδι με όλους τους κανόνες του: αρκεί να παρακολουθήσει κανείς τις εκπομπές του ραδιοφώνου την Κυριακή το πρωί όπου υποτίθεται (ανάγοντας το σπορ στη δύναμη ν ) ότι μερικοί πολίτες συγκεντρωμένοι στο κουρείο της γειτονιάς τους μιλάνε για ποδόσφαιρο, ή να πάει σε ορισμένες πλατείες και καφενεία όπου τέτοιες συζητήσεις πραγματικά γίνονται.
Θα δει, όπως άλλωστε όλοι ήδη ξέρουμε, ότι οι αξιολογήσεις, οι κριτικές, οι θριαμβολογίες, οι επιθέσεις, ακολουθούν ένα πολύπλοκο φραστικό τελετουργικό, αλλά με απλούς και ακριβείς κανόνες. Σ' αυτά το τελετουργικό οι διανοητικές δυνάμεις ασκούνται και αλληλοεξουδετερώνονται. Οι σωματικές δυνάμεις δε συμμετέχουν πια. Επομένως ο αγώνας μετατοπίζεται σε καθαρά "πολιτικό" επίπεδο. Πράγματι, η φλυαρία πάνω στην αθλητική φλυαρία έχει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της πολιτικής συζήτησης. Οι συμμετέχοντες λένε τι θα 'πρεπε να κάνουν οι κυβερνήτες της χώρας, τι κάνανε, τι θα θέλαμε να κάνουνε, τι συνέβη και τι θα συμβεί: μόνο που το αντικείμενο δεν είναι η πολιτεία (και οι διάδρομοι της βουλής) αλλά το γήπεδο, και τα παρασκήνιά του. Αυτή η φλυαρία είναι επομένως μια παρωδία της πολιτικής- συζήτησης. Αλλά, καθώς σ' αυτή την παρωδία μειώνονται και πειθαρχούνται όλες οι δυνάμεις που διαθέτει ο πολίτης για την πολιτική συζήτηση, αυτή η φλυαρία γίνεται το υποκατάστατο της πολιτικής συζήτησης, και μάλιστα σε τέτοιο σημείο που καταντάει να γίνει η ίδια πολιτική συζήτηση.
Αν το σκεφτούμε καλά, αυτή η έλλειψη γενικής άσκησης είναι ίδια μ' εκείνη στην οποία οφείλεται η κρίση των καλών τεχνών: δραστηριότητες που δικαιωματικά θα 'πρεπε να ασκούνται από όλους αλλά που εδώ και μερικές χιλιετηρίδες ασκούνται μόνο από εξουσιοδοτημένους μάγους που λέγονται καλλιτέχνες. Δεν είναι τυχαίο ότι οι τέχνες που περισσότερο καταλαβαίνει ο κόσμος είναι εκείνες στις οποίες οι θεατές έχουν μια ελάχιστη πραχτική εμπειρία: το τραγούδι, γιατί όλοι λίγο πολύ τραγουδάμε, και η λογοτεχνία, γιατί όλοι μιλάμε και γράφουμε. Σ' αυτές τις περιπτώσεις η ανωτερότητα των άλλων γίνεται αντιληπτή στο μέτρο που δεν απομακρύνεται από την προσωπική μας εμπειρία (Cronin ναι, αλλά όχι Joyce). Οι τέχνες στις οποίες το χάσμα είναι πιο μεγάλο είναι η ζωγραφική, η γλυπτική και η αρχιτεκτονική, μια και κανένας από τους θεατές δεν έμαθε ποτέ να χειρίζεται χρώματα, όγκους και χώρους. Έτσι συμβαίνει το περίεργο φαινόμενο να καταλαβαίνει ο κοινός άνθρωπος, για παράδειγμα, τη ζωγραφική και γλυπτική που είναι πιο μακριά από τις πραχτικές του δυνατότητες (το λεπτομερειακό ρεαλισμό) και να αποκρούει σαν αλλότριες αυτές που θα μπορούσε να δημιουργήσει και ο ίδιος χειριζόμενος αφηρημένες χρωματικές επιφάνειες ή πλάθοντας οποιουσδήποτε όγκους. Και την αρνείται σαν τέχνη, ακριβώς γιατί δεν καταφέρνει πια να πιστέψει ότι έχει αξία κάτι που αυτός θα μπορούσε να κάνει, με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία.
Στην τέχνη όπως και στον αθλητισμό το πρόβλημα είναι επομένως να ξαναδοθεί σε όλους η δυνατότητα άσκησης. Αλλά πρέπει ακριβώς να μην υπάρχει πια κοινωνία στην οποία να κυριαρχεί ο συναγωνισμός που ξεχωρίζει αυτούς που δρουν από αυτούς που δε θα δράσουν ποτέ αλλά θα είναι αντικείμενα χαλιναγώγησης.
..........
Ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζώα, έλκεται απ' το παιχνίδι, αλλά σ' αντίθεση με τ' άλλα ζώα, προτιμάει να παίζει σύμφωνα με κάποιους κοινωνικούς, συμβατικούς κανόνες. Τώρα, σ' ένα ματς ο θεατής είναι ένας άνθρωπος που δεν παίζει: αξιολογεί, κρίνει το παιχνίδι των άλλων ανάλογα με τους κανόνες που έμαθε. Αν έπειτα αυτός ο θεατής είναι καθισμένος μπροστά στη συσκευή της τηλεόρασης, η κατάστασή του γίνεται ακόμη πιο ασαφής. Αξιολογεί με βάση τους κανόνες, τόσο το παιχνίδι των άλλων όσο και τη συμπεριφορά των παρόντων στο παιχνίδι. Η απόσταση από το σώμα του μεγαλώνει!
Αλλά συνήθως γίνεται κάτι χειρότερο: όχι μόνο ο κόσμος βλέπει το παιχνίδι αντί να το παίζει, αλλά συχνά ακούει μόνο να μιλάνε γι' αυτό. Με τη μεσολάβηση του αθλητικού τύπου το ποδόσφαιρο γίνεται ευκαιρία για μια καθαρή φλυαρία που κάνουν οι φίλαθλοι στις πλατείες, στα κουρεία, στο τραπέζι, στο γραφείο. Και το άτομο που μιλάει για αθλητισμό χρησιμοποιεί μια γλώσσα που έχει τους δικούς της κανόνες.
Είναι μια συζήτηση στρατηγικής που δεν αφορά μόνο το παιχνίδι καθαυτά, αλλά και την προετοιμασία του (τις μεταγραφές, τις αποφάσεις των αθλητικών συλλόγων, τη σύνθεση των ομάδων πρώτης κατηγορίας τα τελευταία είκοσι χρόνια). Γύρω από αυτά τα αφηρημένα δεδομένα γίνεται μια συζήτηση που παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά παθιασμένης συμμετοχής όπως και η πολιτική συζήτηση, η οποία περιστρέφεται γύρω από θέματα εξίσου μακρινά, για τόπους και πρόσωπα που δεν είδαμε ποτέ (ποιος συνάντησε πράγματι ποτέ τον Κίσινγκερ, ποιος πήγε στο Λίβανο;).
Μόνο που υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στις υποθέσεις της πόλης που ονομάζονται πολιτική και τις υποθέσεις του υποκατάστατου της πόλης που ονομάζεται γήπεδο. Η διαφορά είναι ότι όποιος μιλάει για πολιτική στην ουσία κάνει πολιτική. 'Όποιος συμμετέχει σε μια συνέλευση κόμματος, συζητάει μια πρόταση και ψηφίζει, κάνει το ίδιο μ' αυτό που κάνει ο Κίσινγκερ. Δεν του αφαιρείται η δυνατότητα διακυβέρνησης, γιατί ουσιαστικά, αν και σε ελάχιστη κλίμακα, την ασκεί. Όποιος παίρνει μέρος σε διαδήλωση και σύγκρουση με την αστυνομία, επεμβαίνει για να καθορίσει ποιοτικά, αν όχι ποσοτικά, τη ζωή της κοινότητας. Κάνει ό,τι και ο Λατινοαμερικάνος αντάρτης όταν πυροβολεί σε μάχη για την κατάληψη ενός χωριού. 'Ασχετα από οποιαδήποτε ιδεολογική τοποθέτηση, ακόμη κι αν κάνει τον αντάρτη για παιχνίδι. Στα σπορ αντίθετα η αθλητική φλυαρία δεν έχει τίποτα κοινό με το ίδιο το άθλημα, που γίνεται μακρινή της πρόφαση. Μ' αυτή την έννοια η συζήτηση για αθλητισμό (χωρίς να συνοδεύεται από άσκηση) δεν είναι μόνο μια περίπτωση αποστέρησης του σώματος: είναι καθαρή αποστέρηση των προνομίων του ανθρώπου σαν πολιτικό ον.
Πρόκειται γι' ανθρώπινη ενέργεια που αλλάζει κατεύθυνση. Τα θύματα δεν το καταλαβαίνουν, αλλά έχουνε καμιά φορά την συγκεχυμένη υποψία ότι βρίσκονται σε φαύλο κύκλο. Κυρίως καθώς η πολιτική, σαν πρότυπο κοινωνικής συμπεριφοράς, είναι παρούσα στην τηλεόραση, στις πλατείες, στις εφημερίδες: και το θύμα της αθλητικής φλυαρίας νιώθει μιαν ασαφή νοσταλγία γι' αυτή την καρποφόρα και αποτελεσματική συμπεριφορά. Και να που, μην μπορώντας να κάνει τον αντάρτη του Μαύρου Σεπτέμβρη ο Homo Sportivus μασκαρεύεται σε αντάρτη κάποιας μαυροκίτρινης ομάδας. Πειθήνιο όργανο της εξουσίας, το θύμα αναλώνει την ενστικτώδικη ορμή του σε δραστηριότητες που δεν μπορούν να επηρεάσουν την εθνική πολιτική ζωή, και η μανία του ελέγχεται.
Αλλά είναι το πιο καταπιεσμένο και απεγνωσμένο θύμα του συστήματος, γιατί δεν ξέρει πια τι του στέρησαν. Αυτή η βία χωρίς στόχο μπορεί να εκτονωθεί την κατάλληλη στιγμή: τα γήπεδα (έτσι όπως λειτουργούν σήμερα) είναι σαν βαλβίδα ασφαλείας που κάθε δικτάτορας μπορεί να εκμεταλλευτεί. "
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο, Η σημειολογία στην καθημερινή ζωή, Εκδόσεις Μαλλιάρης-Παιδεία Α.Ε. 1985
=====================
Ο Ουμπέρτο Εκο πέθανε στις 19 Φεβρουαρίου 2016, από καρκίνο, σε ηλικία 84 ετών. Παρότι ήταν γνωστός στο πλατύ κοινό από το μυθιστόρημά του «Το όνομα του ρόδου», το οποίο κυκλοφόρησε το 1980, ο Εκο δεν ήταν απλώς μυθιστοριογράφος.
Ηταν φιλόσοφος και στοχαστής και έγραψε πολλές φορές για τα ΜΜΕ αλλά και για τις τεχνολογικές ανακαλύψεις της εποχής μας. Ηταν σκληρός με τις νέες τεχνολογίες, σε σημείο να κατηγορηθεί ότι μιλάει σαν ένας πικραμένος γέρος που δεν αντιλαμβάνεται τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο γαλλικό περιοδικό Nouvel Observateur το 1991 ομολόγησε ότι «ένοιωθε άβολα στην εποχή του».
«Προσπαθώντας να κατανοήσω τι συμβαίνει είναι ο μόνος τρόπος για να βγω από αυτή την άβολη κατάσταση», είχε δηλώσει.

Επίθεση ηλιθίων
Τα λόγια που έχει χρησιμοποιήσει κατά καιρούς για τις νέες τεχνολογίες είναι βιτριολικά. Το 2015 έκανε λόγο για «επίθεση ηλιθίων» αναφερόμενος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Εδωσαν δικαίωμα λόγο σε λόχους ηλιθίων οι οποίοι προηγουμένως δεν μιλούσαν παρά σε μπαρ, μετά από ένα ποτήρι κρασί. Τότε δεν έκαναν κακό στους υπόλοιπους. Εκεί κάποιος τους έκοβε την κουβέντα ενώ τώρα έχουν το ίδιο δικαίωμα να μιλούν όσο και ένα βραβείο Νόμπελ».
Δεν έκρυβε επίσης την αντιπάθειά του για τα κινητά τηλέφωνα και για την μαζική επίδειξη που επιτρέπει η χρήση τους. Στο βιβλίο του «Ανάποδα σαν τον κάβουρα», μια συλλογή κειμένων μεταξύ 2000 και 2005, μιλούσε ωμά και βίαια:
«Ο ηλίθιος, ο οποίος δίπλα μας ακριβώς μέσα στο τρένο κανονίζει τις οικονομικές του δοσοληψίες φωναχτά, στην πραγματικότητα επιδεικνύεται με ένα καπέλο από φτερά και ένα πολύχρωμο δαχτυλίδι στο πέος».
Ωστόσο, πίσω από αυτά τα έντονα κριτικά λόγια για τις νέες τάσεις, ο Ουμπέρτο Εκο έγραφε στην Liberation το 2009:«Δεν είμαι παρελθοντολόγος».
Τον Μάιο του 2015 το σάιτ Le Midi Libre τον ρωτάει αν το ίντερνετ «διαστρέφει τα πνεύματα» ο Εκο απαντά:
«Πρέπει να είσαι οπλισμένος για να το χρησιμοποιήσεις. Είναι σαν ένα πολύ γρήγορο αυτοκίνητο που πρέπει να ξέρεις να οδηγείς. Αλλιώς πας κατευθείαν στον τοίχο».
Ηταν όμως οξύς: «Υπάρχουν ηλίθιοι του ίντερνετ όπως υπάρχουν και ηλίθιοι του Walkman που τους βλέπουμε να χτυπιούνται και να ουρλιάζουν στις συναυλίες ροκ μουσικής», έλεγε το 1991 στο L’Obs.
Αλλά πρόσθετε: «Σε μια κοινωνία πολύχρωμη όπως είναι η δική μας υπάρχει ο ηλίθιος αλλά υπάρχει και ο προσαρμοστικός. Αυτός δηλαδή που μπορεί να ζήσει με ενδιαφέροντα τρόπο αυτή την ποικιλία των σύγχρονων γλωσσών. Δεν μπορώ να αποφανθώ γι’αυτό το θέμα, περιορίζομαι στο να παρατηρώ».
Ο Εκο για τον γραπτό τύπο
Διαβάζετε εφημερίδες;
Διαβάζω τουλάχιστον δύο εφημερίδες κάθε πρωί και ρίχνω μια ματιά σε πολλές άλλες καθημερινά. Δεν μπορώ να πιώ τον καφέ μου και να ξεκινήσω την ημέρα μου αν δεν διαβάσω τον τύπο. Μένω πιστός στην ιδέα του Χέγκελ σύμφωνα με την οποία η ανάγνωση των εφημερίδων παραμένει «η καθημερινή προσευχή του σύγχρονου ανθρώπου». Είμαι αναγνώστης, αλλά και αρθρογράφος, γιατί γράφω σε μια καθημερινή και σε μια εβδομαδιαία εφημερίδα. Αλλά συχνά κοιτάζω μόνο τους τίτλους των άρθρων, γιατί ο γραπτός τύπος έχει την κακή συνήθεια να επαναλαμβάνει το πρωί τα νέα που αποκαλύφθηκαν χθες.
Τι απειλεί τον καθημερινό τύπο; Η επανάληψη της είδησης, χωρίς να δοθεί το βάθος της ανάλυσης;
Ο Τύπος επιμένει να επαναλαμβάνει ειδήσεις, χωρίς να προσθέτει κάποια επιπλέον αξία, οι οποίες αναλύθηκαν από την προηγούμενη ημέρα από όλα τα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις, σε συνεχή ροή. Είναι μια τεράστια κρίση, η οποία χρονολογείται από την ημέρα γέννησης της τηλεόρασης. Από εκείνη τη στιγμή, εξάλλου, οι εφημερίδες προσπάθησαν να γίνουν εβδομαδιαίες και αυτό έφερε κρίση στις καθημερινές.
Αλλά το ερώτημα δεν είναι απλό: πώς να γεμίσεις 40 ή 50 σελίδες όταν η ουσία της είδησης κυκλοφορεί από την προηγούμενη; Ημουν σε ταξίδι στην Ωκεανία πριν από μερικά χρόνια και ανακάλυψα το Fidji Journal, μια ταπεινή έκδοση του νησιού η οποία αποτελούνταν από μια σελίδα με νέα από τον κόσμο και τα υπόλοιπα ήταν διαφημίσεις και τοπικά νέα.
Και είναι αλήθεια ότι οι βασικές ειδήσεις μπορούν να περιληφθούν μόνο σε μια στήλη εφημερίδας, όπως το κάνουν οι New York Times. Αυτός είναι ο λόγος που οι μεγάλες εφημερίδες πρέπει να εμβαθύνουν την επικαιρότητα και να δίνουν χώρο στις ιδέες.
Με ποιο τρόπο ο γραπτός τύπος μπορεί να ξανακερδίσει τους αναγνώστες;
Πρέπει να κάνει περισσότερες έρευνες. Για παράδειγμα να παρουσιάζει τις διαδηλώσεις του Μιλάνου για την παγκοσμιοποίηση και να συγκρίνει με τα αναρχικά κινήματα και την μεταμόρφωσή τους προς νέες μορφές ακτιβισμού. Να παρουσιάσει με καλύτερο τρόπο τις συνέπειες της καταστροφής της Παλμύρας. Αντίθετα, οι περισσότερες καθημερινές εφημερίδες ξανασερβίρουν την ίδια σούπα και μένουν με τη μύτη κολλημένη στο τώρα.
Πρέπει ο Τύπος να ζωντανέψει την λογοτεχνική κριτική;
Η λογοτεχνική κριτική είναι νεκρή στις εφημερίδες, οι οποίες κάνουν αγώνα αποκλειστικών ρεπορτάζ και δίνουν προτεραιότητα στις γρήγορες συνεντεύξεις, μετά από την κυκλοφορία ενός βιβλίου π.χ.
Ναι, αλλά πώς να κάνεις κριτική για έναν συγγραφέα ο οποίος στην συνέντευξή του μιλάει μόνο καλά για το βιβλίο του;
Πρέπει σε κάθε περίπτωση να ξαναζωντανέψουμε την δημοσιογραφική κριτική και να επεκτείνουμε τη δράση της, ειδικά στο ίντερνετ. Η εφημερίδα πρέπει να αφιερώνει δύο σελίδες στην κριτική των σάιτ, να αποκαλύπτει τα σωστά σάιτ και τα άχρηστα. Δεν πρέπει να αποφεύγουμε να χτίζουμε την κρίση του κοινού. Η εφημερίδα μπορεί να είναι ένα κριτικό και δημοκρατικό φίλτρο. Όταν ήμουν νέος, τα ποιήματα που έστελναν οι αναγνώστες, αξιολογούνταν από έναν μεγάλο κριτικό. Αυτό υπήρξε καθοριστικό στην λογοτεχνική μου συνέχεια.
Η συγκέντρωση των Μέσων στα χέρια των μεγάλων ομίλων μπορεί να αποτελεί κίνδυνο;
Αυτή η συγκέντρωση των ΜΜΕ είναι ένα πραγματικό πρόβλημα. Στην Ιταλία όλες οι εφημερίδες εξαρτώνται από βιομηχανίες και ισχυρές τράπεζες. Η Γαλλία βρίσκεται σε μια παρόμοια κατάσταση. Πρέπει κανείς να ορίσει ισχυρούς επικεφαλής στις εφημερίδες για να αντισταθεί στις πιέσεις.
Πρέπει να κρίνει κάποιος και τους αναγνώστες;
Είτε «χτίζετε» τον αναγνώστη είτε ακολουθείτε το υποτιθέμενο γούστο του. Ο Eugène Sue έδινε στους αναγνώστες αυτό που περίμεναν, ο Balzac διαμόρφωνε το γούστο τους, τους πρότεινε ιστορίες, καταστάσεις και ένα στιλ που δεν είχαν φανταστεί. Υπάρχουν βιβλία που λένε «είμαι σαν εσένα» και άλλα που λένε «είμαι ένας άλλος». Πρέπει να αποφεύγει κάποιος την ομοιομορφία του στιλ την οποία ζούμε και την οποία απαιτεί η νέα βιομηχανία των μίντια.