Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

16.6.20

Φίλες και Φίλοι καλημέρα, έχω τη χαρά σήμερα να σας παρουσιάσω ένα υπέροχο παραμύθι που έγραψε ο εκλεκτός μου φίλος Ηλίας Γιαννακόπουλος με τίτλο ''ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ'' ένα παραμύθι για μικρούς και μεγάλους. ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟ ΛΟΓΩ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ

ΤΟ ΒΙΒΛΊΟ ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ (ΈΝΑ ΠΑΡΑΜΎΘΙ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΎΣ ΚΑΙ ΜΕΓΆΛΟΥΣ)


            Ζούσε κάποτε σ’ ένα μακρινό βασίλειο της Ανατολής ένας βασιλιάς. Οι τύχες και οι μοίρες τού χάρισαν όλα τα καλά του κόσμου, πέντε όμορφες κόρες αλλά ούτε ένα αγόρι.
            Τα χρόνια περνούσαν, τα πλούτη του βασιλιά αύξαναν αλλά ταυτόχρονα μεγάλωνε και η θλίψη του για την έλλειψη αγοριού – διαδόχου. Σαν ένιωθε πως τα χρόνια περνούν και η ζωή του λιγόστευε, σκέφτηκε πως θα βρει τον κατάλληλο διάδοχο για το βασίλειό του.



            Μια μέρα κάλεσε τους σοφούς του βασιλείου του για να συζητήσουν τον τρόπο διαδοχής του. Μαζί τους στη συζήτηση ήταν και οι πέντε κόρες του βασιλιά. Οι σοφοί γέροντες της χώρας πρότειναν στο βασιλιά να επιλέξει το ικανότερο αρχοντόπουλο το οποίο, αφού παντρευόταν μια από τις κόρες, θα γινόταν βασιλιάς. Άρεσε στον βασιλιά η πρόταση αυτή, αλλά δεν γνώριζε τον τρόπο να επιλέξει το ικανότερο αρχοντόπουλο. Τότε οι σοφοί τού είπαν να καλέσει όλα τα αρχοντόπουλα της χώρας, κι από αυτά να επιλέξει τα πέντε ικανότερα. Ο Βασιλιάς, όπως και οι κόρες του, συμφώνησαν με αυτήν την πρόταση και αμέσως έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιο.
            Μετά από πολλές μέρες και πολύ κόπο ο βασιλιάς και οι σοφοί γέροντες διάλεξαν τα πέντε αρχοντόπουλα. Σε αυτά συμφώνησαν και οι κόρες, γιατί αυτούς θα παντρεύονταν.
Η διαδοχή – το σχέδιο
            Ένα πρωί ο βασιλιάς στη μεγάλη σάλα του παλατιού κάλεσε τα πέντε αρχοντόπουλα για να τους ανακοινώσει το σχέδιο της διαδοχής του. Με βαριά φωνή και έχοντας δίπλα τις κόρες του άρχισε να μιλά.
            «Καλά μου αρχοντόπουλα, ο Θεός μού χάρισε πολλά πλούτη, όμορφες κόρες αλλά όχι και αγόρι για διάδοχο. Επειδή βλέπω το χρόνο να φεύγει και εγώ αρχίζω να γερνάω αποφάσισα πριν φύγω από τη ζωή να ορίσω το διάδοχό μου. Επειδή, όμως, θέλω ο διάδοχος να είναι ικανός για να κυβερνήσει αυτή τη χώρα, σκέφτηκα έναν τρόπο επιλογής του ικανότερου. Ελπίζω όλοι σας να συμφωνήσετε σε αυτό. ένας από σας θα επιλεγεί ως διάδοχος και θα παντρευτεί μια από τις κόρες μου, που θα γίνει και η βασίλισσα της χώρας».
            Τα αρχοντόπουλα άκουγαν με προσοχή και αγωνία το σχέδιο του βασιλιά, θαύμασαν την προνοητικότητα και τιμιότητά του και περίμεναν να ακούσουν τις λεπτομέρειες του σχεδίου. Κάποιο αρχοντόπουλο πήρε το θάρρος και την άδεια του βασιλιά και είπε:
            «Πολυχρονεμένε, βασιλιά μας, συμφωνούμε με αυτά που λες και περιμένουμε να ακούσουμε τις λεπτομέρειες του σχεδίου σας».
            Ο βασιλιάς χάρηκε για την κατανόηση των αρχοντόπουλων και στη συνέχεια άρχισε να εξηγεί το υπόλοιπο μέρος του σχεδίου. «Θα σάς δώσω από μια μπάλα, ατόφια χρυσό. Θα την πετάξετε με δύναμη στο μεγάλο δρόμο της πόλης μας. Στο τέλος αυτού του δρόμου υπάρχει ένα σταυροδρόμι….. με πέντε πινακίδες που δείχνουν ποιο δρόμο θα βαδίσει ο καθένας. Ανάλογα με την πινακίδα που θα δείξει η μπάλα, εκεί θα πορευθεί και κάθε αρχοντόπουλο. Ο δρόμος που θα πάρετε θα σάς οδηγήσει σε τόπους άγνωστους. Θέλω ο καθένας σας, αφού περάσουν τρία μήνες, να επιστρέψει στο παλάτι έχοντας μαζί του την απάντηση για το ποιο στοιχείο – γνώρισμα θεωρούν ως σημαντικότερο για έναν λαό κι ένα βασιλιά. Όποιος φέρει την καλύτερη απάντηση θα παντρευτεί μια από τις κόρες μου και θα γίνει ο βασιλιάς αυτής της χώρας».
            Κάθε αρχοντόπουλο πήρε τη χρυσή μπάλα και άρχισε να τη ρίχνει στο μεγάλο δρόμο. Στο τέλος ο καθένας είδε σε ποια πινακίδα στάθηκε η μπάλα και ανάλογα άρχισε το μεγάλο οδοιπορικό.


            Το πρώτο αρχοντόπουλο αρχίζει να βαδίζει το δρόμο της οργής. Μετά από μέρες πεζοπορίας φθάνει σε μια χώρα περίεργη. Άνθρωποι οργισμένοι και θυμωμένοι στους δρόμους. Ένταση και θυμός για όλα. Μια ζωντάνια και μια αντίδραση για όλα. Όλοι σε εγρήγορση. Ευαίσθητοι και εκρηκτικοί. Απείθαρχοι και ανυπότακτοι. Δύσκολα ηρεμούν αλλά και δύσκολα τους πείθεις. Πιο δύσκολο, όμως, να τους επιβάλεις κάτι μη αρεστό. Η ανησυχία και η έκρηξη κυριαρχούν.


            Το δεύτερο αρχοντόπουλο παίρνει το δρόμο της αγάπης. Φθάνει σε μια χώρα όπου βασιλεύει η αλληλεγγύη, η ηρεμία και η αλληλοβοήθεια. Οι άνθρωποι συνεννοούνται κι επικοινωνούν σε πνεύμα κατανόησης και αδελφοσύνης. Οι έχθρες και οι έριδες απουσιάζουν. Πρόσωπα ήρεμα κι άνθρωποι έτοιμοι να σου συμπαρασταθούν. Η ψυχή τους είναι πλούσια σε ανθρωπιά.. Κάθε πράξη τους στοχεύει στην εξάλειψη του πόνου του άλλου. Η φιλευσπλαχνία παντού κυριαρχεί.



            Το μονοπάτι της δράσης πήρε το τρίτο αρχοντόπουλο. Στο δρόμο προς τη χώρα της δράσης βλέπει ανθρώπους αεικίνητους και αισιόδοξους. Παντού η ενέργεια, η αποφασιστικότητα και η πρωτοβουλία. Μια σιγουριά στα πρόσωπα όλων και μια αίσθηση δύναμης και υπεροχής. Μαχητές και δημιουργικοί δεν ησυχάζουν ποτέ. Δημιουργούν, χτίζουν, ελπίζουν και κοιτάζουν με θάρρος το μέλλον. Πιο εύκολα φτάνουν στο έργο και λιγότερο χάνονται σε ανούσιες σκέψεις.


            Το δρόμο της σκέψης ακολούθησε το τέταρτο αρχοντόπουλο. Στη χώρα αυτή όλοι οι άνθρωποι στους δρόμους και την αγορά σκέπτονταν και συζητούσαν. Καθημερινά διαλογίζονταν για όλα και εξέταζαν τα πάντα ορθολογικά. Ένας αέναος προβληματισμός και μια πνευματικότητα διέκρινε τους πολίτες. Θεωρίες και ιδέες περνούσαν από άτομο σε άτομο και όλη η χώρα ήταν ένα εργαστήρι πνευματικής έρευνας, συζήτησης και θεωρητικών αναζητήσεων.

            Τον τελευταίο δρόμο των λέξεων επέλεξε το πέμπτο αρχοντόπουλο, που ήταν και το μικρότερο σε ηλικία. Καθώς βάδιζε στους κεντρικούς δρόμους της πόλης έβλεπε πολύ σεμνούς και στοχαστικούς ανθρώπους που κρατούσαν ένα χαρτί και ένα μολύβι και σημείωναν λέξεις σπάνιες, περίεργες και εύηχες. Όταν συζητούσαν μεταξύ τους χρησιμοποιούσαν λέξεις ακριβείς και πλούσιες σε περιεχόμενο. Ντύθηκε το αρχοντόπουλο φτωχικά και καθόταν σε μια γωνιά του δρόμου ως ζητιάνος. Καθώς οι περαστικοί τον βοηθούσαν, το αρχοντόπουλο σημείωνε τις λέξεις που άκουγε από τους ανθρώπους… σιγά – σιγά γέμισε τρία βιβλία με σπάνιες λέξεις. Τις άλλες ώρες της ημέρας πήγαινε σε άλλα μέρη και παρακολούθησε τον τρόπο που σκέπτονταν και επικοινωνούσαν. Όλη η χώρα έμοιαζε με ένα εργαστήρι λέξεων και σκέψεων και οι άνθρωποι ακτινοβολούσαν στοχαστικότητα και πνευματικότητα.



            Εν τω μεταξύ όσο τα αρχοντόπουλα βρίσκονταν μακριά από το βασίλειο και πλησίαζε ο καιρός να γυρίσουν πίσω φέρνοντας μαζί τους και ό,τι έμαθαν τους άλλους τόπους, ο βασιλιάς κάλεσε τις πέντε κόρες και τις πρότεινε και οι ίδιες να πάνε σε διαφορετικές χώρες και γυρίζοντας να φέρουν μαζί τους ό,τι πολύτιμο βρουν. Έδωσε σε κάθε μια ένα χρυσό κουτί για να βάλουν μέσα τα πολυτιμότερα.
Οι πέντε κόρες


            Η πρώτη κόρη στη χώρα που έφθασε συγκέντρωσε πολλά χρυσά νομίσματα νομίζοντας πως με αυτά θα πείσει τον πατέρα της και το μέλλοντα διάδοχο.


            Η δεύτερη κόρη αρκέστηκε στη συλλογή πανάκριβων λίθων και διαμαντιών ελπίζοντας να εντυπωσιάσει ως μελλοντική βασίλισσα.



            Η τρίτη πιο λογική στο χρυσό κουτί έβαλε σπόρους λουλουδιών και φυτών. Έβλεπε καθαρά πως ο πλούτος και η ευτυχία μιας χώρας θα εξαρτηθεί από τον πλούτο της γης και την ποικιλία των προϊόντων.


             Η τέταρτη κόρη, πιο ρεαλίστρια και πιο κοντά στις ανάγκες της νέας εποχής, εντυπωσιάστηκε στη χώρα που πήγε από μικρά και χρηστικά αντικείμενα καθημερινής χρήσης που κάνουν τη ζωή των ανθρώπων ευκολότερη και την οικονομία πιο υγιή. Μικρά λοιπόν αντικείμενα και εργαλεία χώρεσαν στο χρυσό κουτί αυτής της κόρης.
            Η τελευταία και η μικρότερη κόρη, πιο ευαίσθητη και ανήσυχη, βρέθηκε σε μια χώρα περίεργη. Για να μπορέσει να τη γνωρίσει καλύτερα ντύθηκε φτωχά. Έβλεπε γύρω της ανθρώπους να κοιτάζονται, να μιλούν ευγενικά με λέξεις και λόγια όμορφα και πειστικά. Τα σπίτια των ανθρώπων γεμάτα βιβλία και πίνακες ζωγραφικής. Κάθε μέρα περνούσε από ένα κεντρικό δρόμο όπου σύχναζε ένας ζητιάνος σεμνός που κρατούσε ένα μικρό βιβλίο με λευκές σελίδες και σημείωνε κάτι συνεχώς. Έριχνε κάθε φορά στο ζητιάνο κι από ένα χρυσό νόμισμα, κάτι που προκαλούσε την περιέργειά του. Κάποια μέρα και καθώς η κόρη έριχνε το χρυσό νόμισμα στο φτωχό πανέρι του ζητιάνου συνέβη κάτι ασυνήθιστο. Ο ζητιάνος σταμάτησε για λίγο την κόρη, την ευχαρίστησε για τη βοήθειά της και της έδωσε ένα βιβλίο, γεμάτο με λέξεις, που σημείωνε κάθε μέρα.

            Η κόρη ξαφνιάστηκε, τον ευχαρίστησε κι έφυγε χαρούμενη. Το βράδυ πριν κοιμηθεί άκουσε μια φωνή περίεργη. «Να ο πλούτος που ψάχνεις…. Το μικρό αυτό βιβλίο του ζητιάνου να το βάλεις στο χρυσό κουτί και να γυρίσεις γρήγορα στον πατέρα σου». Η κόρη ένιωσε περίεργα, κοιμήθηκε και το πρωί θυμήθηκε εκείνη την περίεργη φωνή. Σκέφτηκε πως κάποια τύχη τη βοηθά, έβαλε το μικρό βιβλίο στο χρυσό κουτί κι ετοιμάστηκε να γυρίσει στο βασίλειο του πατέρα της.
            Ωστόσο, όσο οι πέντε κόρες γύρευαν το πολυτιμότερο αγαθό τα πέντε αρχοντόπουλα γύρισαν στο παλάτι, όπως είχε συμφωνηθεί. Ο κόσμος αγωνιούσε για τον νικητή και το μέλλοντα βασιλιά. Τα πέντε αρχοντόπουλα παρουσιάστηκαν όλα μαζί στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού μπροστά στο Βασιλιά και το συμβούλιο των σοφών. Όλοι λαχταρούσαν τη στιγμή που κάθε αρχοντόπουλο θα παρουσίαζε εκείνο το στοιχείο που θεωρείται το σημαντικότερο για ένα βασιλιά και λαό.
Η οργή
            Το πρώτο αρχοντόπουλο παρουσίασε ως σημαντικό στοιχείο την ΟΡΓΗ, εξηγώντας πως αυτή κρατά σε εγρήγορση το βασιλιά και τον καθιστά ικανό να αντιδρά στο άδικο και το κακό. Έτσι βέβαια πρέπει να είναι και ο λαός. Γιατί η απουσία της οργής συνοδεύεται από οκνηρία και ύπνωση.
            Ξαφνιάστηκε ο βασιλιάς με την πρότασή του, ενώ οι σοφοί έπεσαν σε βαθιά περισυλλογή.
Η αγάπη
            Το δεύτερο αρχοντόπουλο πρότεινε την ΑΓΑΠΗ. Αυτή, έλεγε, πως θα κάνει ένα βασιλιά ανθρώπινο και αγαπητό στο λαό. Η αγάπη επίσης θα βοηθήσει να είναι ο λαός μονιασμένος και θα εξαλειφθούν οι συγκρούσεις.
            Άρεσε στο βασιλιά η πρόταση αυτή, ενώ οι σοφοί ενθουσιάστηκαν, ωστόσο ανυπομονούσαν για τις προτάσεις των άλλων.
Η δράση
            Ήρθε η σειρά του τρίτου αρχοντόπουλου. Όλοι περίμεναν τη δική του πρόταση. Αυτός προτείνει ως στοιχείο τη ΔΡΑΣΗ. Μόνο αυτή είπε κάνει το βασιλιά κινητικό και ενεργητικό. Ένα βασιλιά που παλεύει για το καλό του λαού και δεν αφήνεται μόνο στις απολαύσεις των απολαβών του. Μόνο έτσι ο λαός θα δημιουργήσει και θα προοδεύσει, γιατί ό,τι δεν δρα είναι νεκρό.
            Απόρησε ο βασιλιάς για την πρότασή του, ενώ οι σοφοί ακούγοντας και τους προηγούμενους βυθίστηκαν ακόμη περισσότερο στα διλήμματά τους για την καλύτερη πρόταση.
Η σκέψη
            Το τέταρτο αρχοντόπουλο ακούγοντας τα προηγούμενα φάνηκε λίγο διστακτικό. Ωστόσο έδωσε τη δική του πρόταση, τη ΣΚΕΨΗ. Εξήγησε πως αυτή είναι το μέγιστο προσόν ενός άξιου βασιλιά. Ένας βασιλιάς που σκέπτεται, παίρνει και σωστές αποφάσεις, χωρίς να σέρνεται από τα βίαια συναισθήματα. Ένας λαός σκεπτόμενος κρίνει σωστά τα καθημερινά, τις πράξεις του βασιλιά και δεν λαθεύει στη ζωή του.
            Άρεσε στο βασιλιά η πρόταση αυτή. Οι σοφοί ένιωσαν ανακούφιση, γιατί ένα από τα αρχοντόπουλα πρότεινε αυτό, που τους χαρακτηρίζει, η σοφία.
Η λέξη
            Όλοι όμως αγωνιούσαν για το πέμπτο αρχοντόπουλο, που ήταν και το μικρότερο. Τι άραγε θα πρότεινε;
            Διστακτικό στην αρχή το πέμπτο αρχοντόπουλο. Μετά από πολλή σκέψη και αυτογνωσία άρχισε να μιλά για τη ΛΕΞΗ ως το κυριότερο στοιχείο. Όλα στη ζωή μας είναι λέξεις. Σκέψεις, συναισθήματα, διαταγές, συμπεριφορές. Ένας λαός που γνωρίζει πολλές λέξεις καταλαβαίνει καλύτερα τον κόσμο και τον εαυτό του. Ένας βασιλιάς που χειρίζεται σωστά το λόγο μπορεί να κυβερνήσει καλύτερα το λαό, χωρίς άλλα «όπλα».
Η αξιολόγηση – Η επιλογή της λέξης
            Ο βασιλιάς παραξενεύτηκε από την πρότασή του, ενώ οι σοφοί φάνηκαν απροετοίμαστοι για μια τέτοια πρόταση….


            Τα πέντε αρχοντόπουλα έφυγαν από την αίθουσα κι άφησαν μόνο του το βασιλιά και τους σοφούς για την αξιολόγηση των προτάσεων. Εν τω μεταξύ ο λαός έμαθε για τις προτάσεις κι άρχισε το σχολιασμό τους. Οι γνώμες διχάστηκαν κι η αβεβαιότητα πλανιόταν παντού. Ποιανού η πρόταση θα γίνει αποδεκτή;
            Ο βασιλιάς και οι σοφοί εξέτασαν κάθε πρόταση χωριστά, τονίζοντας τα θετικά και τα αρνητικά. Τις περισσότερες θετικές γνώμες συγκέντρωσε η πρόταση του πέμπτου αρχοντόπουλου, η ΛΕΞΗ, την οποία υποστήριξε με πάθος και επιχειρήματα ο γηραιότερος. Μεταξύ άλλων είπε.
             «Η πρώτη πρόταση είναι καλή, αλλά δεν μπορεί η οργή να αποτελεί ασφαλές γνώρισμα για ένα βασιλιά κι ένα λαό. Η οργή πολλές φορές προκαλεί αδικίες κι εχθρότητες. Η αγάπη είναι καλή, έγινε η βάση μιας θρησκείας, αλλά δεν μπορεί όμως να κρατήσει ένα βασίλειο, ούτε ένα λαό. Είναι κάτι ανέφικτο και λίγο άδικο. Δεν μπορεί να μοιράζεται εύκολα σε όλους. Η δράση, ως πρόταση, καλή, αλλά προϋποθέτει τη σκέψη και το στοχασμό. Η αστόχαστη δράση είναι επικίνδυνη. Η σκέψη φαίνεται να πείθει ως στοιχείο, αλλά πολλές φορές οδηγεί σε ατέλειωτους προβληματισμούς και αναβλητικότητα. Ο βασιλιάς και ο λαός χρειάζονται γρήγορες αποφάσεις κι αποδεκτές από όλους».
             Συνεχίζοντας ο γηραιότερος είπε «πίσω λοιπόν από την οργή, την αγάπη, τη δράση και τη σκέψη βρίσκονται οι ΛΕΞΕΙΣ. Μόνο αυτές ορίζουν τα στοιχεία αυτά. Μ’ αυτές ο βασιλιάς θα μπορεί να ορίζει το καλό, το ηθικό, το δίκαιο και το αναγκαίο. Μόνο με αυτές θα μπορεί να φοβίζει αλλά και να εμψυχώνει το λαό. Η λέξη είναι η δύναμη της εξουσίας. Αλλά και ο λαός χρειάζεται τις λέξεις. Αυτές που δίνουν την ευκαιρία να ερμηνεύει την ουσία των πραγμάτων αλλά και του κόσμου».
            Η θέση του γηραιότερου σοφού έγινε αποδεκτή από όλους. Ο βασιλιάς κάλεσε τα πέντε αρχοντόπουλα και τους ανακοίνωσε την τελική του επιλογή, λέγοντας:
            «Άξια αρχοντόπουλα, βασιλιάς θα γίνει το μικρότερο αρχοντόπουλο, που πρότεινε τη ΛΕΞΗ». Όλοι συγχάρηκαν το νικητή και του ευχήθηκαν καλή τύχη.



            Όπως όμως είχε συμφωνηθεί ο νικητής θα παντρευόταν ως βασίλισσα εκείνη την κόρη που θα έφερνε το πολυτιμότερο αγαθό. Τα υπόλοιπα αρχοντόπουλα θα παντρεύονταν τις άλλες κόρες.
Οι κόρες και τα χρυσά κουτιά
            Πλησίασε, όμως, και η ώρα επιστροφής των πέντε θυγατέρων με τα χρυσά κουτιά. Στη μεγάλη αίθουσα παρόντες ο γερο-βασιλιάς και ο διάδοχος – νικητής. Οι κόρες εμφανίστηκαν όλες μαζί κι άρχισε μια – μια να δείχνει το θησαυρό που έφερε για να γίνει βασίλισσα.
            Η πρώτη εμφανίστηκε ταλαιπωρημένη και το μόνο που πρόσφερε ήταν ένα χρυσό νόμισμα. Δικαιολογήθηκε πως κάποιοι ληστές στο δρόμο της έκλεψαν όλο το θησαυρό. Ωστόσο και η δεύτερη παραπονέθηκε πως κακοποιοί τη λήστεψαν και πως το μόνο που διέσωσε ήταν ένα μαργαριτάρι. «Αυτό μου έμεινε» είπε κλαίγοντας. Η τρίτη είχε τη δική της ατυχία. Μια δυνατή βροχή γέμισε το ποτάμι και καθώς προσπαθούσε να το περάσει έχασε όλους τους σπόρους. Της έμεινε μόνο ο σπόρος ενός σπάνιου λουλουδιού, που είχε όλα τα χρώματα της φύσης. «Κρίμα» είπε. «Μπορούσα να κάνω πιο πλούσια τη γη μας, αν είχα σώσει περισσότερους σπόρους». Η τέταρτη εξομολογήθηκε πως στην επιστροφή μην αντέχοντας το βάρος των εργαλείων αναγκάστηκε να τα πετάξει όλα, εκτός από ένα μαγικό «μαχαίρι»«Αυτό» είπε «κάνει για όλες τις δουλειές».
             Σειρά είχε η τελευταία κόρη που δεν αναγνωρίστηκε από τον πατέρα της, γιατί κάποια «καλή» νεράιδα στο δρόμο την έκανε άσχημη, για να τη σώσει από τους ληστές. Μέσα από τα φτωχά της ρούχα βγάζει ένα βιβλίο με κίτρινα φύλλα γεμάτα από λέξεις. Λέξεις από όλον τον κόσμο. Το έδειξε με φόβο και σεμνότητα, σίγουρη πως δεν θα εκτιμηθεί από κανέναν.
Το βιβλίο
            Το αρχοντόπουλο – διάδοχος βασιλιάς μόλις το είδε το βιβλίο, το αναγνώρισε, όχι όμως και την κόρη. Θυμήθηκε την ιστορία με τη ζητιανιά του και το κορίτσι που του έδινε κάθε φορά κι ένα χρυσό νόμισμα. Εν τω μεταξύ η κόρη άρχισε να διηγείται την ιστορία για το πώς βρήκε αλλά κι επέλεξε αυτό το βιβλίο ως θησαυρό ζωής και πολύτιμο στοιχείο. «Νομίζω», είπε «πως το βιβλίο με τις λέξεις δεν χάνεται αλλά κάθε μέρα γίνεται και πιο πλούσιο, όπως κι αυτός που το διαβάζει. Κι αυτό μας ενδιαφέρει… πως θα γίνουμε πλουσιότεροι… κι αυτός ο πλούτος δεν χάνεται… δεν είναι φθαρτός».
            Η κόρη τελείωσε και ο πατέρας της καθώς και ο νέος βασιλιάς συγκινήθηκαν από την ιστορία της αλλά και τα λεγόμενά της.


            Το αρχοντόπουλο γνώρισε την κόρη, αλλά πώς θα παντρευόταν μια άσχημη βασιλοπούλα; Σκέφτηκε πολύ και καθώς θυμήθηκε όλη την παλιά του ιστορία – γνωριμία με την κόρη, μέσα του έκλαψε και πήρε την απόφαση.
             «Βασιλιά – πατέρα, εγώ αυτή, την τελευταία θα παντρευτώ. Παραβλέπω την ασχήμια της. Πλούτος της κι ομορφιά της είναι τα λόγια της, οι σκέψεις της και πάνω απ’ όλα οι επιλογές της. Εξάλλου και οι δυο τα ίδια πράγματα φέραμε ως στοιχεία για έναν ικανό βασιλιά κι ένα λαό ευτυχισμένο. Τις λέξεις. Γιατί αυτές και το φόβο μπορούν να σταματήσουν και τη λύπη να διώξουν και χαρά να προκαλέσουν και τον οίκτο να αυξήσουν. Αυτές είναι η χώρα μας…. Αυτές είμαστε όλοι μας…»
Ο γάμος
            Τότε ο βασιλιάς συγκινημένος σηκώθηκε κάλεσε το αρχοντόπουλο – διάδοχο και την κόρη κοντά του, τους αγκάλιασε και τους ανακήρυξε ως το νέο βασιλικό ζευγάρι. Εκείνη την ώρα μια αύρα διαπερνά την αίθουσα και η κόρη – βασιλοπούλα αποκτά την παλιά της μορφή. Έλαμψε ο χώρος από την ομορφιά της. Όλοι χάρηκαν και περισσότερο το αρχοντόπουλο, γιατί δίπλα του θα είχε μια πανέμορφη βασίλισσα.



            Οι γάμοι ορίστηκαν, καλέστηκε όλος ο λαός και κάθε προσκεκλημένος, όμως, υποχρεώθηκε αντί για δώρο να έχει μαζί του ένα χαρτί πάνω στο οποίο να είναι γραμμένη η αγαπημένη τους λέξη.
            Ακολούθησε ο γάμος και όλοι φάνταζαν ευτυχισμένοι… Από τις λέξεις των καλεσμένων άρχισε να γράφεται το βιβλίο της χώρας… Σιγά – σιγά και τα γειτονικά βασίλεια έπραξαν το ίδιο κι έτσι μέχρι σήμερα γράφεται το βιβλίο του κόσμου.

*** Το παραμύθι είναι διασκευή από αυτό που άκουσα από την γιαγιά μου στην παιδική μου ηλικία…. In memoriam…..
ΥΓ. Επικούρειου Πέπου.
Το παραμύθι είναι ευγενική χορηγία του συγγραφέα Ηλία Γιαννακόπουλου για το ιστολόγιο της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου.
Φίλε Ηλία σ' ευχαριστώ, σ' ευχαριστώ και εκ μέρους όλων των αναγνωστών και ειδικότερα της βαπτιστήρας μου που διάβασε το παραμύθι στα παιδιά της και ενθουσιάστηκαν.

9.5.20

10 ΜΑ'Ι'ΟΥ 2020 Σήμερα είναι η μεγαλύτερη γιορτή του πλανήτη, Σήμερα γιορτάζουν οι Μανούλες!! Η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στην Μανούλα μου, στην Μανούλα του Αστροτόμ και του Ηγέτη και φυσικά σε όλες τις Μανούλες του κόσμου.

Κ.Π. Καβάφης: Δέησις

Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—
H μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει

στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί
για να επιστρέψει γρήγορα και να ’ν’ καλοί καιροί—

και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί.
Aλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,

η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,
ξεύροντας πως δεν θα ’λθει πια ο υιός που περιμένει.


"ΜΑΝΑ"
Γεράσιμος Μαρκοράς

Μάνα! Δεν βρίσκεται λέξη καμία
να’ χει στον ήχο της τόση αρμονία,
σαν ποιός να σ’ άκουσε με στήθος κρύο,
όνομα θείο;

Παιδί από σπάργανα ζωσμένο ακόμα,
με χάρη ανοίγοντας γλυκά το στόμα,
γυρνάει στον άγγελο που τ’ αγκαλιάζει
και Μάνα! κράζει.

Στον κόσμο τρέχοντας ο νέος διαβάτης
πέφτει στ’ αγνώριστα βρόχια τσ’ απάτης,
και αναστενάζοντας, Μάνα μου! λέει,
Μάνα! και κλαίει.

Της νιότης φεύγουνε τ’ άνθια κ’ η χάρη
τριγύρω σέρνεται με αργό ποδάρι,
ώσπου στην κλίνη του, σα βαρεμένος,
πέφτει ο καημένος.

Και πριν την ύστερη πνοή του στείλει,
αργά ταράζονται τα κρύα του χείλη,
και με το Μάνα μου! πρώτη φωνή του,

πετά η ψυχή του.


ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ 

"Ο αποχαιρετισμός της μάνας"

Μισεύεις για την ξενιτιά και μένω μοναχή μου,

σύρε παιδί μου στο καλό και σύρε στην ευχή μου.

Τριανταφυλλένια η στράτα σου, κρινοσπαρμένοι οι δρόμοι,

για χάρη σου ν’ ανθοβολούν και τα λιθάρια ακόμη.

Τα δάκρυά μου να γεννούν διαμάντια σ’ ό,τι αγγίζεις

και το ποτήρι της χαράς ποτέ να μη στραγγίζεις.

Να πίνεις και να ξεδιψάς και να ‘ναι αυτό γεμάτο,

σα να ‘ναι η βρύση από ψηλά κι εσύ να ‘σαι από κάτω.


Το πιο κάτω ποίημα είναι αφιερωμένο 
στην Μανούλα του Απόλλωνα, την Διοτίμα.

Κική Δημουλά "Το μικρό μου παιδί"

Το μικρό μου παιδί

σοβαρή αταξία έκανε πάλι.

Στο πεζούλι του σύμπαντος σκαρφάλωσε,

σκούντησε με το χέρι του

το κρεμασμένο

στον τοίχο τ’ ουρανού

κόκκινο πιάτο,

κι έχυσε όλο το φως επάνω του.

Ο Θεός απόρησε
που είδε τον ήλιο
ντυμένο ρούχα παιδικά

να κατεβαίνει τρέχοντας

της φαντασίας μου τη σκάλα

και να έρχεται σε μένα.

Κι εγώ κάθομαι τώρα

και μαλώνω αυστηρά

το μικρό μου παιδί,

ενώ κλέβω κρυφά

τον χυμένο επάνω του ήλιο.



Μελισσάνθη, «Η μπαλάντα της μάνας»

“Την ώρα αυτή που τα μωρά ξυπνάνε

πάνω στου στήθους τη ζεστή φωλιά

πού να ‘ναι κι ο δικός μου γιος; πού να ‘ναι;

Στης θάλασσας μέσα την αγκαλιά

με δίχως νανουρίσματα κοιμάται…

Κοιμάται ο γιος μου μη μου τον ξυπνάτε

κύματα, πιο βαθιά μη μου τον πάτε

της άρμης σας πικρά είναι τα φιλιά.



ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

Η μάνα του Χριστού

Πως οι δρόμοι ευωδάνε με βάγια στρωμένοι 
ηλιοπάτητοι δρόμοι και γύρω μπαξέδες! 
Η χαρά της γιορτής όλο πιότερο αξαίνει 
και μακριάθε βογκάει και μακριάθε ανεβαίνει. 

Τη χαρά σου, Λαοθάλασσα, κύμα το κύμα, 
των αλλώνε τα μίση καιρό τηνε θρέφαν 
κι αν η μαύρη σου κάκητα δίψαε το κρίμα, 
να που βρήκε το θύμα της, άκακο θύμα! 

Α! πώς είχα σα μάνα κεγώ λαχταρήσει 
(ήταν όνειρο κ’ εμεινεν, άχνα και πάει) 
σαν και τ’ άλλα σου αδέρφια να σ’ είχα γεννήσει 
κι από δόξες αλάργα κι αλάργαπό μίση! 

Ένα κόκκινο σπίτι σαυλή με πηγάδι... 
και μιά δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι... 
νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδυ, 
το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι. 

Κι άμανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι, 
με τα ρούχα γεματα ψιλό ροκανίδι, 
(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι 
ν’ ανασαίνει βαθιά τ’ όλο κέδρον αγέρι. 

Κι αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει 
τον καλό σου τον ίσκιο, Πατέρα κι Αφέντη, 
η ακριβή σου να βγαίνει νερό να σου χύσει, 
ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν’ αρχίσει. 

Κι ο κακόχρονος θάνατος θα ’φτανε μέλι 
και πολλή φύτρα θ’ άφηνες τέκνα κι αγγόνια 
καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι, 
τ’ αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει. 

Κατεβάζω στα μάτια τη μαύρη ομπόλια, 
για να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει... 
Ξεφαντώνουν ταηδόνια στα γύρω περβόλια, 
λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια. 

Φεύγεις πάνου στην άνοιξη, γιέ μου καλέ μου, 
Άνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν εχεις. 
Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη γιέ μου, 
δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου! 

Καθώς κλαίει, σαν της παίρνουν το τέκνο, η δαμάλα, 
ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια. 
Στύλωσέ μου τα δυό σου τα μάτια μεγάλα: 
τρέχουν αίμα τα στήθια, που βύζαξες γάλα. 

Πως αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου 
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας να ’μπεις! 
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!) 
δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιό τόνομά σου! 

Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη... 
Δολερά ξεσηκώσανε τ’ άγνωμα πλήθη, 
κι όσο ο γήλιος να πέσει και να’ ρθει το δείλι, 
το σταυρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ’ οι φίλοι. 

Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα, 
σα ρωτήσανε: «Ποίος ο Χριστός;»  τι’πες «Να με»! 
Αχ! δεν ξέρει, τι λέει το πικρό μου το στόμα! 

Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ’ έμαθ’ ακόμα!

Σας χαιρετώ, με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο δόκιμος Επικούρειος και δόκιμος άνθρωπος Επικούρειος Πέπος ο CEO της ΟΚΡΑ
ΥΓ. Όταν μετά από σχεδόν 40 χρόνια συναντάς έναν φίλο από την εποχή της στρατιωτικής θητείας, αυτό κι αν είναι ευλογία. 

30.4.20

29 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020 Μανδραγόρας και Νίκη της Καλύμνου ένας πειρατικός έρωτας από το έτος 1979 και ω! του θαύματος κρατάει έως και σήμερα. Μία ζωή σαν μυθιστόρημα, απόσπασμα από το βιβλίο που θα εκδοθεί προσεχώς.

Ο Πειρατής με την γυναίκα του ζωγραφίζει χορεύοντας.
29 Απριλίου 1979
29 Απριλίου 2020
41 χρόνια μετά!!
Φίλες και Φίλοι καλημέρα, η σημερινή ανάρτηση είναι επετειακή, πριν λίγες μέρες έλαβα ένα mail όπου μία φίλη του ιστολογίου της Λ.ΟΓ. όπου μου έλεγε τα εξής:

"Αγαπητέ χειριστή του ιστολογίου της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου διαβάζω τα κείμενα σας εδώ και αρκετά χρόνια. Οφείλω να ομολογήσω πως σας κατατάσσω μέσα στα τρία καλύτερα sites που διαβάζω.


Παρατήρησα πως έχετε μεγάλο ταλέντο στην αφήγηση αληθινών ιστοριών, αυτός είναι και ο λόγος που επικοινωνώ μαζί σας.
Θα ήθελα να σας παρακαλέσω - με το αζημίωτο φυσικά - να παρουσιάσετε την ιστορία του πατέρα μου και της μητέρας μου. Είναι, κατά την άποψη μου ίσως η πιο συγκλονιστική ιστορία αγάπης ενός πειρατή και μιας νησιωτοπούλας.
Εγώ θα σας στείλω την ιστορία όπως την έχω ακούσει από τους γονείς μου, από την γιαγιά μου, και τους γέροντες του νησιού που έχουν να μολογάνε ακόμα για την ιστορία του Μανδραγόρα.
Αυτή βέβαια είναι η δική μου εκτίμηση, θα ήθελα να αφιερώσετε σας παρακαλώ λίγο από τον πολύτιμο χρόνο σας ώστε να διαβάσετε αυτά που θα σας στείλω και αν βρείτε κι εσείς πως αξίζει τον κόπο ένας διεθνούς φήμης ιστοριογράφος, όπως εσείς, να ασχοληθεί, πράξτε παρακαλώ τα δέοντα, και όπως σας είπα είμαι διαθέσιμη να πληρώσω όσο όσο αρκεί να υπάρξει η φιλολογική επιμέλεια εκ μέρους σας.
Απλά θα ήθελα να σας παρακαλέσω αν είναι δυνατόν να κάνετε την ανάρτηση για την 29τη Απριλίου για τους λόγους τους που θα διαβάσετε στο κείμενο.
Σας ευχαριστώ και ελπίζω να δεχθείτε την πρόταση μου".


Φίλες και φίλοι για να είμαι ειλικρινής δεν είναι το οικονομικό όφελος που με οδήγησε στο να δεχθώ να καταγράψω την ιστορία των γονιών αυτής της κοπέλας, κάθε άλλο, είναι η περιέργεια που έχω για πειρατικές ιστορίες.
Αυτό είναι που με εξιτάρισε, όταν άκουσα τη λέξη πειρατική ένιωσα την αδρεναλίνη μου να ανεβαίνει στα ύψη.
Κάποια άλλη στιγμή θα σας διηγηθώ και την δική μου θαλασσινή ιστορία τότε που για ένα διάστημα ταξίδευα ως Μαρκόνης.
Την ίδια μέρα επικοινώνησα με την κόρη του πειρατή, η οποία -ειρήσθω εν παρόδω- να πω πως έχει ένα καταπληκτικό όνομα, μπράβο στον Νονό της που της έδωσε αυτό το γλυκύτατο όνομα, Μαριάνθη!!! της ανακοίνωσα λοιπόν πως αποδέχομαι την πρόταση της και ζήτησα να μου στείλει τα χειρόγραφα.

Η ίδια επειδή είχε ακούσει από φήμες, πως για να ασχοληθώ και να έχω την επιμέλεια κάποιας αληθινής ιστορίας και παράλληλα να την αναρτήσω στο κορυφαίο ιστολόγιο της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου εισπράττω μεγάλα ποσά, προθυμοποιήθηκε να μου βάλει σε κάποιον τραπεζικό λογαριασμό ως αρχή 1.500€ και τα υπόλοιπα με την ολοκλήρωση του έργου.
Εγώ της είπα πως αυτό δεν το κάνω για τα χρήματα και καλό θα είναι να μην ακούει τις φήμες και τα fake news.
Απλά της είπα πως όταν δημοσιευθεί η ιστορία και της αρέσει ας αποφασίσει τότε για την αμοιβή μου.
Η κοπέλα Φαινόταν πάντως πως ήταν λαρτζ οικονομικά, το φύσαγε το χρήμα. Φίλες και Φίλοι όταν ήρθαν στα χέρια μου τα χειρόγραφα δεν πίστευαν τα μάτια σ' αυτά που διάβαζαν, επικοινώνησα τρεις φορές με την κόρη του πειρατή για να την ρωτήσω αν όντως ήταν αλήθεια όλα αυτά που έγραφε.
Να σκεφτείτε πως αναγκάστηκα να επισκεφθώ το νησί της Καλύμνου για να επιβεβαιώσω όλα αυτά που διάβαζα γιατί δεν ήθελα να γράψω κάτι που δεν ήμουν σίγουρος 100%
Όλοι οι άνθρωποι που συνάντησα στο νησί γνώριζαν για αυτή την ιστορία και ως εκ τούτου δεν είχα πλέον ενδοιασμούς να δημοσιεύσω την πιο συγκλονιστική πειρατική ιστορία του τελευταίου αιώνα.
Όλοι οι πειρατές την ημέρα της 29 Απριλίου την γιορτάζουν παγκοσμίως για να τιμήσουν τον αρχιπειρατή Μανδραγόρα τον Α'

Η Νίκη της Καλύμνου.
Σαν σήμερα λοιπόν έγινε η μεγαλύτερη απαγωγή στο νησί της Καλύμνου.
Ο τότε φοβερός!! και τρομερός!! πειρατή με το όνομα Μανδραγόρας!!! Με καταγωγή από την Μυτιλήνη, έκανε την απαγωγή του αιώνα!!
Φόβος και τρόμος ήταν αυτός ο σκληροτράχηλος πειρατής με το ασκέρι του, εκτός από τα αγαθά υλικά που άρπαζε από τους νησιώτες, άρπαζε και οποία κοπέλα του γούσταρε, ειδικά αυτές που είχαν μεγάλα βζιά!! ήταν η αδυναμία του.
Αφού τις κράταγε κάμποσο καιρό στο πειρατικό καΐκι, στο οποίο είχε δώσει το όνομα, ΚΑΡΧΑΡΙΑΣ!! και κάνανε τόνατάλλο!! και όχι μόνο!!! τις επέστρεφε πίσω στο νησί.
Εκείνη την χρονιά το 1979 σε ένα γιουρούσι που είχε κάνει στην Κάλυμνο του γυάλισε στο μάτι η πιο τσαχπίνα του νησιού.
Η κοπέλα ήταν μεν χαμηλοβλεπούσα, λόγω της μητέρας της η οποία ήταν πολύ αυστηρών αρχών, αλλά όταν έβρισκε ευκαιρία έκανε τα σκέρτσα της.
Παρ' ό,τι η μητέρα της δεν την πολυέβγαζε εκτός σπιτιού γιατί πάντα είχε τον φόβο του πειρατή, αυτός την εντόπισε μια μέρα στο πανηγύρι του χωριού και αποφάσισε, επειδή ήταν καιρός επιτέλους να βρει μια μόνιμη σύζυγο, πως αυτή η κοπέλα ήταν η καταλληλότερη.

Το μόνο πρόβλημα που υπήρχε ήταν η μητέρα της κοπέλας γιατί είχε ακούσει από κάποιους νησιώτες πως την προόριζε για κάποιον μεγαλέμπορα με είδη υγιεινής.
Αυτό βέβαια δεν τον πολυπείραζε γιατί αν αποφάσιζε να την κουρσέψει δεν μπορούσε να του αντισταθεί ολόκληρος στρατός.
Στις 29 Απριλίου του σωτηρίου έτους 1979 αποφασίζει να κουρσέψουν το νησί της Καλύμνου και παράλληλα να απαγάγει την κοπέλα που το όνομα της ήταν Νίκη και μάλιστα αυτός ο τρομερός πειρατής έλεγε χαριτολογώντας πως η Νίκη θα γίνει δική του!!!
Η μάνα της κοπέλας επειδή είχε τους φόβους της, έβλεπε πως η κόρη της σιγά σιγά όλο και ομόρφυνε, και το ματάκι της είχε αρχίσει να παίζει δεξιά και αριστερά, και ως εκ τούτου κάποια στιγμή θα έφτανε και στα μάτια του Μανδραγόρα αυτή η τσαχπινιά της κόρης, σκέφτηκε επειδή ήταν θεούσα, να την κλείσει σε κάποιο μοναστήρι.

Μετά όμως το καλοσκέφτηκε γιατί είχε ακούσει πως τα κορίτσια που πήγαιναν στο μοναστήρι εκτός από προσευχές ο Ηγούμενος τις έβαζε να κάνουν πολλές μετάνοιες και πάρτι με ούζα!! οπότε είπε μέσα της:
Καλύτερα με τον πειρατή; ή με τον Ηγούμενο;
Κι ο πειρατής κακό χειρόβολο, κι ο Ηγούμενος κακό δεμάτι.
Αυτή είχε στο μυαλό της άλλα για την κόρη της, είχε ακούσει για κάποιον μεγαλέμπορα από κάποιο άλλο νησί που γύριζε το Αιγαίο για να βρει σε κάποιο νησί την κατάλληλη κοπέλα για να την νυμφεφθεί και ήλπιζε πως όταν θα αντίκριζε την κόρη της θα τον θάμπωνε η ομορφιά της και η τσαχπινιά της.

Εκείνη λοιπόν την ημέρα που ο Μανδραγόρας όρμησε στο νησί με τους πειρατές του στους οποίους είχε δώσει τις πιο κάτω εντολές.
Α) Να μην πλησιάσει κανείς στο σπίτι που ήταν δίπλα στην εκκλησία.
Β) Να μην πειράξουν τους νησιώτες, να πάρουν μόνο τα απαραίτητα και να αποσυρθούν.
Γ) Στον υπασπιστή του, έναν ψηλό γεροδεμένο που τον αποκαλούσαν Στράτο, έδωσε εντολή να απαγάγει έναν παπά γιατί σκόπευε πάνω στο πειρατικό να τελέσει το μυστήριο του γάμου με την κοπέλα αν όλα πήγαιναν καλά.
Πράγματι έτσι και έγινε, ο ίδιος με άλλους δύο πειρατές πήγε στο σπίτι της κοπέλα για να την απαγάγει.
Η μάνα της όμως την είχε κρύψει μέσα στο αποξηραμένο πηγάδι που είχαν στην αυλή του σπιτιού και της είπε να μην βγάλει κιχ.
Ο Μανδραγόρας πήρε στην αρχή με το καλό την μητέρα της κοπέλας για να του πει που βρισκόταν αλλά η μάνα σκληρό καρύδι δεν ομολόγησε.
Ο πειρατής σκέφτηκε να την βασανίσει αλλά δεν ήθελα να δημιουργήσει κακή εντύπωση στην μέλλουσα πεθερά του και έβαλε τους πειρατές να ψάξουν όλο το σπίτι.
Κάποια στιγμή κι ενώ βρισκόταν κοντά στο πηγάδι με την μητέρα της κοπέλας στην οποία εξηγούσε πως την κόρη την ήθελε για καλό σκοπό και όχι μόνο για τόνατάλλο, γυρίζει η μητέρα και του λέει:

Δεξιά η Μάνα της νύφης.
Εγώ την κόρη μου θέλω να την παντρέψω με νοικοκύρη και όχι με κάποιον σαν του λόγου σου.
Είσαι ανάξιος εσύ για την κόρη μου!!
Ο πειρατής για μια στιγμή σκέφτηκε να τραβήξει το σπαθί του και να της κόψει το κεφάλι αλλά δεν ολοκλήρωσε την κίνηση γιατί δεν ήθελα να στεναχωρήσει την κοπέλα.
Αυτή απτόητη συνέχισε.
Σε ξέρουμε καλά εσένα τι μουρντάρης είσαι, έρχεσαι παίρνεις τα κορίτσια περνάς καλά και μετά τις φέρνεις πίσω στο νησί γκαστρωμένες.

Ο πειρατής πήρε το λόγο λέγοντας:
Καλύτερα γκαστρωμένες από μένα παρά από τον Ηγούμενο, τουλάχιστον τα παιδιά που θα βγάλουν από μένα θα είναι όλοι πειρατές, και καπεταναίοι.
Άμα ήταν τώρα εδώ η κόρη σου και την ρωτούσες με ποιον θα ήθελε να κάνει τόνατάλλο εσύ τι λες;  θα έλεγε με τον Ηγούμενο ή με μένα;
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια φωνή μέσα από το ξεροπήγαδο να λέει:
Με σένα!
Με σένα!

Η κόρη ήταν τσαχπινογαργαλιάρα και σκέφτηκε πως επειδή της άρεσε πολύ η θάλασσα, η καλύτερη επιλογή θα ήταν να πάει κοντά στον Μανδραγόρα και ό,τι ήθελε προκύψει.
Όσο για τον μεγαλέμπορα που της έλεγε η μητέρα σκέφτηκε πως αν έπαιρνε αυτόν μια ζωή θα κουβαλούσε είδη υγιεινής και λέβητες, αυτό δεν το ήθελε με τίποτα, αυτή ήταν γεννημένη για την θάλασσα.
Ήθελε να γίνει κι αυτή πειρατής.
Αν και είχε ακούσει από άλλες κοπέλες πως αυτός ο πειρατής έκανε αχαλίνωτο σεξ αυτό δεν την πτόησε γιατί κι αυτή γούσταρε να κάνει τόνατάλλο.
Επομένως η λύση του πειρατή θεώρησε πως ήταν η πλέον κατάλληλη για αυτήν γι' αυτό ζήτησε να την βγάλουν από το πηγάδι, και να πάει κοντά στον πειρατή.

Άμεσα ο Μανδραγόρας κάλεσε κοντά του τους άνδρες του και έβγαλαν την κοπέλα από το πηγάδι.
Η κοπέλα πράγματι ήταν πολύ όμορφη και ερωτική, δεν ήταν βέβαια πολύ ψηλή αλλά αυτό δεν τον ενοχλούσε και πολύ γιατί σκέφτηκε πως αυτό μπορεί να ήταν και πλεονέκτημα, θα μπορούσε καλύτερα να εφαρμόσει το Κάμα σούτρα!! Οπειρατής όταν είχε επισκεφθεί την ΙΝΔΙΑ είχα μάθει εκεί το Κάμα Σούτρα.
Έδωσε ο Μανδραγόρας στην μητέρα της κοπέλας ένα μικρό σακουλάκι με χρυσό, το οποίο στην αρχή έκανε αυτή, πως δεν το ήθελε, αλλά τελικά το πήρε, και έφυγαν για το πειρατικό.
Αργότερα βέβαια που διαπίστωσε πως η κόρη της ζούσε σαν αρχόντισσα, έλεγε στις γνωστές της πως χάρη σ' αυτήν έγινε ό,τι έγινε. Αυτή ήταν που κάλεσε στο σπίτι τον πειρατή. Αυτό το έμαθε κάποια στιγμή ο πειρατής και έσκασε στα γέλια.
Θα περίμενε κάποιος πως η κοπέλα θα ήταν κάπως στεναχωρημένη, κάθε άλλο, ήταν μέσα στην τρελή χαρά.

Όταν έφθασαν στο πειρατικό βρισκόταν ήδη εκεί ο παπάς ο οποίος τέλεσε και το μυστήριο του γάμου.
Στην πορεία ο Μανδραγόρας αφού διαπίστωσε πως η κοπέλα ήταν τζετ σε όλα της και ειδικότερα στόνατάλλο!! αποφάσισε να σταματήσει την πειρατεία και να αποσυρθεί σε κάποιο μέρος της Αττικής.
Άλλωστε όλα αυτά που είχε συλλέξει από τις πειρατείες όλων των χρόνων ήταν αρκετά για να ζήσει τα επόμενα χρόνια της ζωής του χωρίς άγχος.
Εντωμεταξύ, τα προηγούμενα χρόνια είχε φροντίσει να αγοράσει κάποια οικόπεδα κοντά στην Ελευσίνα.

Αργότερα η περιοχή πήρε το όνομα του και από το Μανδραγόρας ονομάστηκε Μάνδρα!!
Είναι η σημερινή Μάνδρα.
Φίλες και Φίλοι ας ευχηθούμε όλοι μαζί να έχουν καλή υγεία η Νίκη, ο Μανδραγόρας και οι απόγονοι τους γιατί ξέχασα να σας πως πως η κοπέλα χάρισε στον Μανδραγόρα 3 παιδιά, δύο γιους και μία κόρη.
Εγώ αυτή την ιστορία όπως σας προείπα την άκουσα από την κόρη του πειρατή η οποία μου ορκίστηκε πως όλα όσα μου είπε ήταν αλήθεια.
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Μανδραγόρα και της Νίκης της Καλύμνου.
Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο δόκιμος Επικούρειος και δόκιμος άνθρωπος Επικούρειος Πέπος