ΟΤΑΝ Ο ΘΠΥΡΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΕΠΙΚΟΥΡΟ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ!!!!
Σήμερα 06/02/2016 στον φιλόξενο χώρο του Πολιτιστικού Χώρου στον Γέρακα όπου έλαβε χώρα το 6ο Συμπόσιο για τον Επίκουρο με περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη!!!!!!! ήταν εκεί ο εκπρόσωπος του Επικούρειου κήπου της γενέτειράς μου!!! για μια ακόμα φορά τα Τρίκαλα πρωτοπορούν, συνάδελφε Επικούρειε Αριστοτέλη Κερασοβίτη εύγε για την πρωτοβουλία σου, ελπίζω σύντομα να πολλαπλασιασθούν οι Επικούρειοι Τρικαλινοί.
Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συναθλητές και συν-Επικούρειοι μέρα καλή!!!!26/04/2015 σήμερα και φυσικά γνωρίζετε όσοι ασχολείστε με τα επικούρεια αθλήματα πως σαν σήμερα στην αρχαιότητα ήταν μια ξεχωριστή μέρα γιατί γιόρταζε ο Επίκουρος ο οποίος είχε γεννηθεί στις 07/02 στην αρχαιότητα, στον κήπο του Επίκουρου όπως καλά γνωρίζετε μαζευόντουσαν όλοι οι εκλεκτοί φίλοι του για να γιορτάσουν μαζί του απλά και λιτά όπως ήταν άλλωστε και ο Δάσκαλος απλός και λιτός. Εκεί λοιπόν στον κήπο του Επίκουρου η συζήτηση γύρω από την αγωγή της ψυχής κρατούσε μέχρι τις πρωινές ώρες και πάντα τη συζήτηση την ''έκλεινε'' ο δάσκαλος λέγοντας: Nα μη ξεχνάτε τα δόγματα!!! Κάποια στιγμή πολλούς αιώνες αργότερα σ' ένα χωριό των Τρικάλων, το Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι μιλάω για το 1965 γεννήθηκε ένα αγόρι που από παραξενιά? του πατέρα την πρώτη στιγμή που το αντίκρισε είπε, αυτός είναι ο Επίκουρος!!!! η μητέρα του μωρού και οι παραβρισκόμενες εκεί γυναίκες τον κοίταξαν παράξενα γιατί τους φάνηκε πάρα πολύ παράξενο το όνομα γιατί όλοι περίμεναν πως το αγόρι θα έπαιρνε το όνομα του παππού του που ήταν Θπύρος!!! Όταν αργότερα τον ρώτησαν πως και ανάφερε αυτό το όνομα η απάντηση που πήραν τους μπέρδεψε πιο πολύ, είπε: Δεν γνωρίζω γιατί και πως, αλλά αυτό το όνομα μου ήρθε εκείνη τη στιγμή να πω!!!!!!! όλοι οι παριστάμενοι σταυροκοπήθηκαν και του θύμισαν πως τον πατέρα του τον έλεγαν Θπύρο και όχι Επίκουρο!!!!!!!!!! Γνώριζε πάρα πολύ καλά ποιο ήταν το όνομα του πατέρα του αλλά δεν μπορούσε και να ξεχάσει πως, οι οιωνοί ήταν αυτοί που τον παρακίνησαν να να πει αυτό το όνομα, και αυτό έπρεπε να το σεβαστεί. Μόλις ο παππούς του νεογέννητου αγοριού έμαθε από την κυρά Μαμή το τι είχε συμβεί έγινε θηρίο!!! κάλεσε κοντά του τον γιο του και του είπε σε αυστηρό τόνο, δε μου λες τι μασκαραλίκια είναι αυτά που άκουσα? Πως να εξηγήσει στον εξαγριωμένο πατέρα του ο πατέρας του αγοριού το τι είχε συμβεί? σάμπως και θα τον πίστευε? Εκείνη λοιπόν τη δύσκολη στιγμή ο πατέρας του μωρού πήρε τη μεγάλη απόφαση, θα ονόμαζε το αγόρι Θπύρο, αλλά ο Νονός του την ώρα που θα το βάπτιζε θα του έδινε δυο ονόματα, το ένα φωναχτά και το άλλο ψιθυριστά ώστε να το ακούσουν ελάχιστοι. Αυτό και έγινε, το μυστικό το γνώριζαν τρία άτομα, ο Νονός, ο Πατέρας, και o Παπάς, ο παπάς μάλιστα ζήτησε από τον πατέρα του αγοριού να του υποσχεθεί πως θα του έλεγε την αληθινή ιστορία των δύο ονομάτων μετά τον θάνατό του!!! Ο πατέρας πράγματι έδωσε στον παπά τον λόγο του, σκεπτόμενος βέβαια πως έτσι κι αλλιώς ο παπάς λόγω προχωρημένης ηλικίας, άντε να ζούσε καμιά δεκαριά χρόνια ακόμα οπότε όταν το αγόρι θα ήταν 10 χρονών θα μπορούσε να του πει την αλήθεια. Έλα όμως που ο Παπάς ήταν καλοζωισμένος και τα χρόνια πέρναγαν και ο Παπάς δεν πέθαινε!!!! Κάπως έτσι φθάνουμε στο 2006 και το αγόρι δεν έχει μάθει ακόμα πως έχει δυο ονόματα ώσπου επεμβαίνει ο από μηχανής Θεός!!!!!!!! Ο Θπύρος το 2006 στις 14 Αυγούστου έιχει προγραμματίσει - μαζί με τα μέλη της Λ.Ο.Γ. - στην Αυλή των Θαυμάτων, όπως την είχε ονομάσει, να διοργανώσει μια βραδιά ποίησης στη μνήμη του Ποιητή των Θαλασσών Νίκου Καββαδία. Λίγο πριν ξεκινήσει η γιορτή πήρε τον λόγο ο Θπύρος και είπε: Φίλες και φίλοι σας καλωσορίζω στον όμορφο κήπο μας - αυλή μας, και ελπίζω να περάσετε καλά, με τα μέλη της Λογοτεχνικής Ομάδας έχουμε ετοιμάσει για σας διάφορα δρώμενα, πριν προχωρήσουμε θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ σ' έναν φιλόσοφο της αρχαιότητας που κατά τη γνώμη μου είναι πάρα πολύ αδικημένος από την ιστορία, και μιλάω φυσικά για τον Επίκουρο, ο Επίκουρος έκανε κάτι αντίστοιχο μ' αυτό που κάνουμε εμείς απόψε...... εκείνη τη στιγμή το βλέμμα τού Θπύρου έπεσε στον πατέρα του και πρόσεξε πως έκλαιγε!! σοκαρίστηκε μ' αυτή την εικόνα αλλά δεν ήθελε εκείνη τη στιγμή να διακόψει και να τον ρωτήσει γιατί δάκρυζε, υπέθεσε πως ήταν από τη συγκίνησή του λόγω της βραδιάς, και λόγω του ό,τι ο μικρός ο γιος του ήταν κάποτε ανθυποπλοίαρχος και ίσως έφερε στη μνήμη του τα ταξίδια στους ωκεανούς, και στις αγριεμένες θάλασσες. Όταν αργά το βράδυ μετά τη γιορτή τον αναζήτησε για να του εξηγήσει το λόγο του είπε η μητέρα του πως είχε ήδη κοιμηθεί. Την επόμενη μέρα 15 Αυγούστου κατά τις 11.00 ρώτησε την μητέρα του αν ο φάδερ επέστρεψε από την Εκκλησία και του είπε πως είχε μεταβεί στο διπλανό χωριό προκειμένου να παραστεί στην κηδεία του Παπά που είχαμε πιο παλιά στο χωριό γιατί ως επίτροπος είχε μια ξεχωριστή σχέση με τον Παπά. Που να φανταστεί ο Θπύρος εκείνη τη στιγμή πως αυτόν το Παπά περίμενε ο πατέρας του να πεθάνει ώστε να μπορεί πια να πει στον γιο του το μεγάλο μυστικό. Ευτυχώς που ο Παπάς πέθανε εκείνη την περίοδο γιατί λίγο μετά ο πατέρας του Θπύρου έπαθε ένα εγκεφαλικό με αποτέλεσμα να μη μπορεί πλέον να μιλάει, οπότε δεν θα μπορούσε να εξηγήσει στον γιο του τι ακριβώς είχε συμβεί τότε. Όταν επέστρεψε στο σπίτι μετά την κηδεία αναζήτησε τον Θπύρο και ζήτησε να μείνουμε δυο τους γιατί ήθελε να του πει κάτι πολύ σοβαρό. Ήταν πάρα πολύ αναστατωμένος ο πατέρας και προς στιγμήν ο Θπύρος φοβήθηκε πως κάποιο πρόβλημα υγείας τον απασχολούσε. Η πρώτη του ερώτηση ήταν αν η χθεσινή αναφορά στον Επίκουρο ήταν τυχαία, η αν γνώριζε κάτι!!!!!!!!!!!!! Έπεσε από τα σύννεφα ο Θπύρος όταν άκουσε να λέει αυτά τα λόγια γιατί το μυαλό του πήγε στο κακό, αναρωτήθηκε αν ο πατέρας του ήταν καλά στα λογικά του!!!!!!!! Ο πατέρας του κατάλαβε την αγωνία του και τον προβληματισμό του και έσπευσε να τον καθησυχάσει λέγοντας, μην ανησυχείς τα έχω τετρακόσια απλά απάντησε μου σ' αυτό που σε ρώτησα. Όταν του είπε πως ήταν τυχαία η αναφορά του στον Επίκουρο, και πως απλά του αρέσει η φιλοσοφική προσέγγιση για τη ζωή που εξέφραζε ο εν λόγο φιλόσοφος, ο πατέρας άρχισε να σταυροκοπιέται και να λέει... μα είναι δυνατόν!!!!!!!!!!!!!! Παρακάλεσε τη γυναίκα του Θπύρου την Λόλα, να τους φτιάξει δυο καφεδάκια και άρχισε να του εξιστορεί όλα τα συμβάντα. Φαντασθείτε τώρα τη δική του έκπληξη όταν έμαθε πως είχε και ένα ακόμα όνομα αυτό του Επίκουρου!!!!!!!!!!!! για φαντάσου σκέφτηκε ο Θπύρος ενώ ήμουν ήδη Επικούρειος, χωρίς να το ξέρω ήμουν και Επίκουρος!!!!!!! Απίστευτα πράγματα, αρκετές φορές η πραγματικότητα ξεπερνάει τη φαντασία.
Επίλογος, όταν το 2008 ο πατέρας τού Θπύρου αναχώρησε σωματικά από τον μάταιο τούτο κόσμο και επειδή είχε ένα όπλο (δίκαννο) χρειάστηκε ο μεγάλος του αδερφός να πάει να δηλώσει το όπλο στην αστυνομία, βγάζοντας τη δερμάτινη θήκη προκειμένου να βρει τον αριθμό του όπλου βρήκε μέσα στη θήκη ένα γράμμα όπου απ' έξω έγραφε να το διαβάσει πρώτα ο Θπύρος.......... ο μεγάλος αδερφός σεβάστηκε την επιθυμία του πατέρα και παρέδωσε το γράμμα στον Θπύρο, όταν ο Θπύρος άνοιξε το γράμμα, διάβασε μεταξύ άλλων τα εξής: επειδή ο Παπάς δεν έχει σκοπό να πεθάνει, (όταν έγραφε το γράμμα ο πατέρας του ο Παπάς ήταν ήδη 99 ετών το γράμμα είχε χρονολογία 26/04/2005) και επειδή φοβάμαι μήπως πεθάνω εγώ πρώτος και δεν μάθει ποτέ ο γιος μου πως έχει δυο ονόματα ας διαβάσει αυτό το γράμμα για να μάθει την πραγματική ιστορία, γιε μου σου ζητώ συγγνώμη για την καθυστέρηση αλλά είχα δώσει τον λόγο μου στον παπά και έπρεπε να τον κρατήσω, απλά δεν πίστευα πως ο μπαγάσας θα ζούσε τόσα πολλά χρόνια. Είχε φροντίσει ο φάδερ τού Επίκουρου για κάθε ενδεχόμενο. Φίλες και Φίλοι αυτή είναι εν ολίγοις η ιστορία του Επικούρειου Πέπου-Θπύρου που φαντάζει σαν ένα καλό μυθιστόρημα γραμμένο από τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες.
Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Pepos-Poof-Pepe-Fuji Tomo Kazu
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΙΟ ΚΑΤΩ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΕΝΟΙΚΕΑ.
Επιστολή του Επίκουρου προς τον Μενοικέα*
Από Ερανιστής
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. - 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, με το όνομα Κήπος του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας.
Στην περίφημη επιστολή προς τον Μενοικέα διαβάζουμε:
«Κοίτα να συνηθίσεις στην ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθηση μας · όμως θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης. Γι' αυτό η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα για μας, μας βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου: όχι επειδή μας φορτώνει αμέτρητα χρόνια αλλά γιατί μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας. Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φοβερό στη ζωή του ανθρώπου που 'χει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου. Γιατί ό,τι δεν σε στεναχωρεί όταν είναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το προσδοκείς. Το πιο ανατριχιαστικό, λοιπόν, από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς.
Γεννηθήκαμε μια φορά και δε γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη, κι είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα. Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία γι' αργότερα. Κι η ζωή κυλά με αναβολές και χάνεται, κι ο καθένας μας πεθαίνει μες στις έγνοιες." (Επίκουρος)
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. - 270 π.Χ.) , προτομή στο μουσείο του Λούβρου.
Ο θάνατος λοιπόν δεν έχει να κάνει ούτε με τους ζωντανούς ούτε με τους πεθαμένους, αφού για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, ενώ οι τελευταίοι δεν υπάρχουν πια. Βέβαια, οι πολλοί άλλοτε πασχίζουν ν' αποφύγουν το θάνατο σαν να 'ναι η πιο μεγάλη συμφορά, κι άλλοτε τον αποζητούν για να αναπαυθούν από τα δεινά της ζωής. Απεναντίας ο σοφός ούτε τη ζωή απαρνιέται ούτε την ανυπαρξία φοβάται. Γιατί δεν του είναι δυσάρεστη η ζωή αλλά ούτε και θεωρεί κακό το να μη ζει. Κι όπως με το φαγητό δεν προτιμά σε κάθε περίπτωση το πιο πολύ μα το πιο νόστιμο, έτσι και με τη ζωή: δεν απολαμβάνει τη διαρκέστερη μα την ευτυχέστερη. Κι είναι αφελής όποιος προτρέπει τον νέο να ζει καλά και τον γέρο να δώσει ωραίο τέλος στη ζωή του· όχι μόνο γιατί η ζωή είναι ευπρόσδεκτη αλλά γιατί το να ζεις καλά και να πεθαίνεις καλά είναι μία και η αυτή άσκηση. Όμως πολύ χειρότερος είναι εκείνος που λέει πως καλό είναι να μη γεννηθείς αλλά μίας και γεννήθηκες, βιάσου να διαβείς τις πύλες τον Άδη (Θέογνις)
Αν το λέει επειδή το πιστεύει, γιατί δεν αυτοκτονεί; Στο χέρι του είναι να το κάνει, αν το 'χει σκεφτεί σοβαρά. Αν πάλι το λέει στ' αστεία, είναι ελαφρόμυαλος σε πράγματα που δεν σηκώνουν αστεία. Ένα τίποτα είναι για μας ο θάνατος. Γιατί ό,τι αποσυντίθεται παύει να αισθάνεται. Κι ό,τι δεν αισθάνεται δεν μας αφορά.
Αυτά λοιπόν, κι όσα σχετίζονται μαζί τους, να τα στοχάζεσαι μέρα και νύχτα, μόνος σου ή με κάποιον σαν και σένα, και ποτέ σου δεν πρόκειται να ταραχτείς, είτε στον ύπνο σου είτε στον ξύπνιο σου. και θα ζήσεις σαν θεός ανάμεσα σε ανθρώπους.»
Ο Επίκουρος, ο Νίτσε και η τέχνη του ηδέως ζην
Γράφει ο Ερανιστής
Ο Επίκουρος παραμένει ένας από τους λιγότερο προβεβλημένους φιλοσόφους του αρχαίου κόσμου. Από μια τεράστια σε όγκο και σημασία πνευματική παραγωγή έφτασαν μέχρι τις μέρες μας σχετικά λίγα έργα και αυτά θρυμματισμένα, καθώς τα περισσότερα βιβλία χάθηκαν, για διάφορους λόγους. Από τους αρχαίους στοχαστές περισσότερο γνωστοί έγιναν άλλοι, όπως λ.χ. ο Πλάτων, ενώ πολλοί έμειναν συστηματικά στην αφάνεια ή συκοφαντήθηκαν σε όλες τις εποχές. Κατά τον καθηγητή Χαράλαμπο Θεοδωρίδη, Πλάτων και Επίκουρος είναι οι δύο πόλοι της συναισθηματικής και διανοητικής ζωής, η πιο βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη φύση αντίθεση, καθρέφτισμα της οικονομικής και κοινωνικής αντίθεσης. Ο Πλάτων είναι ο τυπικός αντιπρόσωπος του ιδεαλισμού, ο Επίκουρος του συστηματικότερου υλισμού που γνώρισε η Αρχαιότητα. Η αντίθεση είναι χαρακτηριστική για την ζωή και την κίνηση των ιδεών, για την ιστορία της φιλοσοφίας, που είναι η πάλη του ιδεαλισμού και του υλισμού. Η πρώτη, η παλαιότερη και πρωτογονότερη θεώρηση του κόσμου, είναι η ιδεαλιστική. Ο Σωκράτης είχε ιδιαίτερη μεταχείριση, καθώς ή περίφημη ρήση του για τον επερχόμενο σωτήρα ερμηνεύτηκε ως προαναγγελία της άφιξης του Ιησού:«καθεύδοντες διατελοίτε αν, ει μη τινά άλλον ο θεός υμίν επιπέμψειεν κηδόμενος υμών», όλον τον καιρό θα εξακολουθείτε να κοιμάσθε, ώσπου να σας λυπηθεί ο θεός και σας στείλει άλλον κανέναν. Ο Πλάτων πέρασε για θεόπνευστος προφήτης με προαισθήματα για το σωτήριο κήρυγμα. [5] Το πλούσιο έργο του Επίκουρου, σημειώνει παρακάτω ο Θεοδωρίδης, παραμελήθηκε, χάθηκε και στην τύχη χρωστάμε τα λίγα πολύτιμα κομμάτια που σώθηκαν. Κρυμμένα αιώνες σα σπίθα στη στάχτη χρησίμευσαν προσάναμμα, όταν έφτασε το πλήρωμα άλλων καιρών. Η έρευνα και η κατανόηση αναστήλωσαν τη φωτεινή φυσιογνωμία του, την γνήσια ελληνική και οδηγημένοι από τη φεγγοβολία της αναστηλώνουμε κι εμείς την Αρχαιότητα όπως ήταν στην πραγματικότητα.
Η διδασκαλία για τη μοίρα και το πεπρωμένο έχει κεντρική θέση σε ολόκληρο το φιλοσοφικό ρεύμα του ιδεαλισμού. «Ουκ έστιν αλλάξαι ανθρώποις, ό,τι Μοίρα κακά κλωστήρος επείγει, δεν μπορούν οι άνθρωποι να ξεφύγουν απ' ό,τι η μοίρα τούς γράφει, λέει ο Θεόκριτος, ενώ σύμφωνα με τον Αρχίλοχο «όλα η τύχη και η μοίρα τα δίνει στους ανθρώπους», πάντα τύχη και μοίρα ανδρί δίδωσι. Κατά τον Λεύκιππο, «τα πάντα γίνονται κατ' αναγκαιότητα, αυτήν την αναγκαιότητα ονομάζουμε ειμαρμένη», πάντα κατ' ανάγκην, την δ' αυτήν ειμαρμένην. Στη ίδια γραμμή βρίσκεται και ο ποιητής Όμηρος: «Σε τίποτα δεν ωφελούν τα κλαψουρίσματα. Οι Θεοί έκλωσαν έτσι το νήμα της ζωής των δυστυχισμένων ανθρώπων, που αυτοί ζούνε μέσα στα βάσανα, ενώ εκείνοι μένουν αμέριμνοι. Δύο δοχεία βρίσκονται κοντά στην πόρτα του Δία: το ένα γεμάτο από κακά δώρα και το άλλο γεμάτο από δώρα καλά. Αυτά ο κεραυνοβόλος Δίας τ' ανακατώνει και δίνει σ' άλλον κακά και σ' άλλον καλά. Σ' όποιον δώσει κακά δώρα, τον καθιστά πραγματικά δυστυχισμένο κι αληθινό βάρος της γης, πάνω στην οποία περιπλανιέται κι όπου περιφρονιέται κι από τους Θεούς κι από ανθρώπους». Οι άνθρωποι είναι σαν τα φύλλα των δέντρων: «Φύλλα τα μεν τα' άνεμος χαμάδις χέει, άλλα δε θ' ύλη τηλεθοώσα φύει», τα φύλλα άλλα ο αγέρας τα σκορπάει χάμω, κι άλλα βγάζουν τ αμάραντα δάση. [5]
Η φιλοσοφία του Επίκουρου απορρίπτει όλες τις ιδεαλιστικές κατασκευές, τις κοσμογονίες και τους μύθους που έχουν σχέση με τη Μοίρα και το Πεπρωμένο, όπως ορίστηκαν από επιφανείς εκπροσώπους των ιδεαλιστών και συχνά είναι κοινές με πολλές δοξασίες που εισήχθησαν στον ελληνικό χώρο από την Ανατολή, τους αιώνες που ακολούθησαν την κατάρρευση του αρχαίου ελληνικού κόσμου της κλασικής εποχής. Ο Φιλόδημος, Επικούρειος του 1ου π.Χ. αιώνα, γράφει ανήσυχος για τις ιδέες και τα έθιμα που κουβαλούσαν οι Ασιάτες: «Κοιμούνται σε ναούς, θεοπαρμένοι θυσιάζουν σε πέτρες αντί σ' αγάλματα, με τύμπανα και άγρια μουσική. Τους θεούς αυτούς τους έχουν γι' αδέκαστους και αλύγιστους, τον Άδη άμαχο και αδάμαστο», και τους μεν (θεούς) νομίζειν ατρέπτους και απαραιτήτους, τον δ' Άδην άμαχον και αδάμαστον κατά τινα των εθνών Ασίας. (Φιλόδημος, Περί Θεών Ι, 18,22, εκδ.Η. Diels). Γράφει ο Θεοδωρίδης σχετικά: «Η ελληνική παιδεία δέχτηκε βαρβαρική επιδρομή. Η ανατολική θρησκοληψία και θεοσοφική διάθεση, που κουβάλησαν σ' αυτήν οι ξένοι, Σύροι, Αιγύπτιοι, Εβραίοι, διαμετρικά αντίθετες και ασυμβίβαστες με την ουσία του ελληνισμού, ήταν φυσικό να αγκιστρωθούν στον Πυθαγόρα και στον Πλάτωνα. Ο Ιουδαίος Φίλων, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, υποστήριξε πως ο Πλάτων τη σοφία του την άντλησε από τα ιερά βιβλία των Εβραίων, ενώ εκείνα βαστούν από "θεϊκή" έμπνευση. Κανένα αιώνα αργότερα ο Νουμήνιος από την Απάμεια της Συρίας (γύρω στα 160 μ.Χ.) έλεγε πως ο Πλάτων είναι ο ίδιος ο Μωϋσής που μιλάει ελληνικά, "Μωϋσής αττικίζων". Ο αραβικός και ο δυτικοευρωπαϊκός Μεσαίωνας αγιοποίησαν τον Αριστοτέλη σαν φύλακα άγγελο της μωαμεθανικής και της καθολικής ορθοδοξίας.»
Ο Επίκουρος ξεκινάει από τις αισθήσεις οι οποίες αποκαλύπτουν τη μεγαλοπρέπεια και τη λαμπρότητα της ζωής. Αυτές είναι το κριτήριο της αλήθειας και τίποτα δεν υπάρχει έξω απ" αυτές. Οι Επικούρειοι ελέγχουν και απορρίπτουν συστηματικά οτιδήποτε προκαλεί φόβο στην ψυχή του ανθρώπου και κυρίως τον κυρίαρχο τρόμο του θανάτου (κενόν φόβον) και της αιώνιας τιμωρίας. Οι θεοί, ως τέλεια όντα, δεν ενδιαφέρονται για τη ζωή των βροτώνούτε για το θάνατό τους. Η θεία πρόνοια απορρίπτεται έτσι μαζί με τη θεία τιμωρία. Ο κόσμος είναι αΐδιος (αιώνιος), δεν τον έφτιαξε κανένας από μηχανής θεός ή άνθρωπος, αλλ" ην αιεί και έστιν και έσται:
«Εκείνος (ο Επίκουρος) μας έχει διδάξει ότι ο κόσμος υπήρξε δημιούργημα της φύσης και ότι δεν χρειάστηκε να τον οικοδομήσει κανένας πλάστης, και ότι η διαδικασία της δημιουργίας, που σύμφωνα μ' εσάς δεν είναι δυνατό να υπάρξει χωρίς θεία επιδεξιότητα, είναι τόσο εύκολη, που η φύση θα δημιουργήσει, δημιουργεί και έχει δημιουργήσει αναρίθμητους κόσμους. Εσείς, αντίθετα, δεν μπορείτε να δείτε πώς τα κατορθώνει όλα αυτά η φύση χωρίς τη βοήθεια κάποιας διάνοιας, κι έτσι, σαν τους τραγικούς ποιητές που δεν μπορούν να φέρουν την πλοκή του δράματος σε μια κατάληξη, καταφύγατε σ' έναν από μηχανής θεό, που την παρέμβασή του δεν θα την είχατε ανάγκη, αν αναλογιζόσασταν την δίχως όρια έκταση του διαστήματος που απλώνεται προς κάθε κατεύθυνση στό άπειρο όπου, ταξιδεύοντας ο νους, δεν βρίσκει άκρη να σταθεί. (4)
The Lament for Icarus by Herbert James Draper, 1898.
Οι μαθητές του Κήπου αρνούνται κάθε θεία παρέμβαση στη δημιουργία του κόσμου και κάθε τελολογική ερμηνεία:
«Λοιπόν, μέσα σ' ετούτο το αχανές μήκος και πλάτος και ύψος, υπάρχει χώρος για την άπειρη ποσότητα ατόμων που -παρ" ότι τα χωρίζει το κενό- συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν τις ενώσεις από τις οποίες αποτελούνται οι μορφές όλων των πραγμάτων που εσείς νομίζετε πως δεν μπορούν να δημιουργηθούν παρά μόνο με τη βοήθεια φυσερών και αμονιών, και μας φορέσατε σαμάρι έναν Αιώνιο Αφέντη που πρέπει μέρα νύχτα να τον φοβόμαστε· γιατί ποιος δεν θα φοβόταν έναν θεό που ανακατεύεται παντού, που προβλέπει, προνοεί και παρατηρεί τα πάντα, και κρίνει πως τον αφορά το κάθε τι; Συνέπεια της θεολογίας αυτής, πριν απ" όλα υπήρξε το δόγμα σας της Αναγκαιότητας ή της Ειμαρμένης· η θεωρία σας ότι κάθε συμβάν είναι αποτέλεσμα μιας αιώνιας αλήθειας και ότι αποτελεί μέρος μιας αδιάσπαστης αλυσίδας αιτιοτήτων. Όμως τι αξία μπορεί να έχει μια φιλοσοφία που νομίζει ότι το κάθε τι συμβαίνει γιατί έτσι είναι γραμμένο από τη μοίρα; Αυτά τα πιστεύουν οι γριές, και μάλιστα οι αμόρφωτες γριές! Δεύτερη συνέπεια είναι οι ιδέες σας περί θείας έμπνευσης και μαντικής, που αν τις παίρναμε στα σοβαρά, θα γινόμασταν τόσο προληπτικοί πουθα καταλήγαμε στους προφήτες, τους οιωνοσκόπους, στους αγύρτες, τους οραματιστές και τους ονειροκρίτες. Όμως ο Επίκουρος μάς λύτρωσε από την αιχμαλωσία και μας απελευθέρωσε από αυτές τις δεισιδαιμονίες. δεν έχουμε λοιπόν να φοβηθούμε τίποτα από τις υπάρξεις εκείνες που, όπως ξέρουμε, δεν προκαλούν ενοχλήσεις ούτε στον εαυτό τους ούτε και σε κανέναν άλλο. και ταυτόχρονα, λατρεύουμε με σεβασμό και ευλάβεια το υπέρτατο μεγαλείο της φύσης τους.»
Θα έφτιαχναν ποτέ οι θεοί έναν κόσμο με τόση δυστυχία, θλίψη και οδύνη; Κι αν το τέλος, με τη μορφή της απώλειας, είναι καθημερινό φαινόμενο, μήπως ολόκληρη η φιλοσοφία δεν είναι παρά ένα ευφυές σχόλιο στο αμετάκλητο γεγονός του θανάτου; Κι αν ήθελαν οι θεοί να φτιάξουν τον κόσμο, γιατί δεν τον έφτιαξαν τέλειο; Ή λοιπόν ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν να εκτοπίσουν το κακό από την ανθρωπότητα, ή μπορούσαν αλλά δεν ήθελαν, ή ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν ή και ήθελαν και μπορούσαν να το κάνουν. Κατά τον Επίκουρο, οι τρεις πρώτες περιπτώσεις είναι αδιανόητες για τους Θεούς, αφού είναι αντίθετες στη θεϊκή φύση τους. Αν λοιπόν ήθελαν και μπορούσαν, γιατί δεν έφτιαξαν τον κήπο του Παράδεισου αλλά μια κοιλάδα των δακρύων για εκατομμύρια θνητούς;
Utagawa Kuniyoshi, Princess Takiyasha summons a skeleton spectre to frighten Mitsukuni
Οι παραστάσεις των ανθρώπων για τους θεούς προέρχονται από αμάθεια, φόβο και δεισιδαιμονία· άθεος και ασεβής είναι για τον Επίκουρο όποιος αποδίδει εγκληματικές προθέσεις στους θεούς, οι οποίοι υπάρχουν άφθαρτοι και αδιάφοροι για τις ατέλειες του κόσμου και τις περιπέτειες των πολιτισμού. Είναι πάντως προτιμότερο οι άνθρωποι να πιστεύουν τον μύθο για τους θεούς, παρά να υποδουλώνονται στο πεπρωμένο, όπως λένε οι φυσικοί φιλόσοφοι, γιατί ο μύθος αφήνει τουλάχιστον την ελπίδα να μαλακώσουμε την θέληση και την οργή τους με τιμές, ενώ ηαναγκαιότητα είναι νόμος αμείλικτος και με τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Ως βάση λοιπόν της θρησκείας μπαίνει το ζήτημα του φόβου. Η Ιφιγένεια θυσιάστηκε από τον ίδιο της τον πατέρα για να φυσήξει ούριος άνεμος στα ελληνικά πλοία. Θα ήθελαν ποτέ οι θεοί κάτι τέτοιο ή μήπως όλα αυτά είναι έργα των ανθρώπων; Οι θεοί του Επίκουρου έχουν αιθέρια φύση, είναι μακάριοι και αθάνατοι, φτιαγμένοι από ψιλά άτομα, μιλούν Ελληνικά, έχουν φύλο και εμφανίζονται με τη μορφή του ανθρώπινου σώματος, το οποίο είναι ωραιότερο από κάθε άλλο. Στην επιστολή προς Μενοικέα διαβάζουμε: ΘΕΟΙ ΜΕΝ ΓΑΡ ΕΙΣΙΝ. ΕΝΑΡΓΗΣ ΓΑΡ ΑΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ Η ΓΝΩΣΙΣ, (οι θεοί βέβαια υπάρχουν διότι η γνώση που έχουμε γι?αυτούς είναι εναργής και ολοφάνερη). Στη διαθήκη που παραθέτει ολόκληρη ο Διογένης Λαέρτιος φαίνονται η ευσέβεια του Επίκουρου προς τους θεούς.[1]
Ο Ρωμαίος φιλόσοφος Σενέκας έχει τις αντιρρήσεις του: «Ο Θεός, αφού ζει απομονωμένος ανάμεσα στο δικό μας και κάποιον άλλο κόσμο, τίποτα δεν μπορεί να πράττει, παρά να αποφεύγει κάθε φορά τους κόσμους που καταστρέφονται γύρω του, χωρίς να δίνει προσοχή στις ικεσίες και να φροντίζει για μας. Τέτοιον Θεό λατρεύεις εσύ, Επίκουρε, όπως μου φαίνεται, και μάλιστα με ευγνώμονα καρδιά. Αν ουδεμία υποχρέωση έχεις να λατρεύεις τον Θεό, αφού οφείλεις τα πάντα στα άτομα και τα στοιχεία για τα οποία μιλάς, τότε γιατί τον λατρεύεις;»
Βάλσαμο της ψυχής
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. - 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, εν ονόματι Κήπος του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας.
Ο Νίτσε επισημαίνει την παρηγορητική δύναμη της φιλοσοφίας του δασκάλου: «Ο Επίκουρος, αυτός που καθησύχασε τις ψυχές της αρχαιότητας, είχε την αντίληψη που σήμερα συναντούμε σπάνια, ότι δηλαδή για να γαληνέψει η ψυχή του ανθρώπου δεν είναι αναγκαίο να λύσουμε τα ύψιστα θεωρητικά προβλήματα. Έτσι, αντί να προβαίνει σε άκαρπες συζητήσεις, τού ήταν αρκετό να λέει σ' εκείνον που βασανιζόταν από το φόβο ότι και σε περίπτωση που υπάρχουνε θεοί, δεν αναμειγνύονται στις υποθέσεις του κόσμου. Η άποψη αυτή είναι ευνοϊκότερη και ασφαλέστερη. Δίνονται εκ των προτέρων κάποια προοδευτικά βήματα στον ακροατή, ο οποίος έτσι γίνεται πιο πρόθυμος να ακούει και να αποδέχεται. Αλλά αν επιχειρήσει να αποδείξει το αντίθετο -ότι δηλαδή οι θεοί μεριμνούν για τις ανθρώπινες υποθέσεις-, σε ποιους λαβύρινθους και δάση σπαρμένα με αγκάθια δεν πέφτει από μόνος του, ο δυστυχής, χωρίς να χρειάζεται την πονηριά του συνομιλητή του, ο οποίος οφείλει τότε να έχει αρκετή φιλανθρωπία και λεπτότητα, ώστε να κρύψει τον οίκτο του. Στο τέλος, καταλαμβάνεται από ισχυρότατη αηδία για κάθε επιχείρημα που διατυπώνεται με λόγια. Καταλαμβάνεται από αηδία για τους ίδιους τους ισχυρισμούς του και αποχωρεί.
Άφοβον ο θεός,ανύποπτον ο θάνατος.
και ταγαθόν μεν εύκτητον,
το δε δεινόν ευκαρτέρητον.
Φιλόδημος, Προς σοφιστάς, IV 10-14
Από Ερανιστής
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. - 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, με το όνομα Κήπος του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας.
Στην περίφημη επιστολή προς τον Μενοικέα διαβάζουμε:
«Κοίτα να συνηθίσεις στην ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθηση μας · όμως θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης. Γι' αυτό η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα για μας, μας βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου: όχι επειδή μας φορτώνει αμέτρητα χρόνια αλλά γιατί μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας. Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φοβερό στη ζωή του ανθρώπου που 'χει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου. Γιατί ό,τι δεν σε στεναχωρεί όταν είναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το προσδοκείς. Το πιο ανατριχιαστικό, λοιπόν, από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς.
Γεννηθήκαμε μια φορά και δε γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη, κι είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα. Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία γι' αργότερα. Κι η ζωή κυλά με αναβολές και χάνεται, κι ο καθένας μας πεθαίνει μες στις έγνοιες." (Επίκουρος)
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. - 270 π.Χ.) , προτομή στο μουσείο του Λούβρου.
Ο θάνατος λοιπόν δεν έχει να κάνει ούτε με τους ζωντανούς ούτε με τους πεθαμένους, αφού για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, ενώ οι τελευταίοι δεν υπάρχουν πια. Βέβαια, οι πολλοί άλλοτε πασχίζουν ν' αποφύγουν το θάνατο σαν να 'ναι η πιο μεγάλη συμφορά, κι άλλοτε τον αποζητούν για να αναπαυθούν από τα δεινά της ζωής. Απεναντίας ο σοφός ούτε τη ζωή απαρνιέται ούτε την ανυπαρξία φοβάται. Γιατί δεν του είναι δυσάρεστη η ζωή αλλά ούτε και θεωρεί κακό το να μη ζει. Κι όπως με το φαγητό δεν προτιμά σε κάθε περίπτωση το πιο πολύ μα το πιο νόστιμο, έτσι και με τη ζωή: δεν απολαμβάνει τη διαρκέστερη μα την ευτυχέστερη. Κι είναι αφελής όποιος προτρέπει τον νέο να ζει καλά και τον γέρο να δώσει ωραίο τέλος στη ζωή του· όχι μόνο γιατί η ζωή είναι ευπρόσδεκτη αλλά γιατί το να ζεις καλά και να πεθαίνεις καλά είναι μία και η αυτή άσκηση. Όμως πολύ χειρότερος είναι εκείνος που λέει πως καλό είναι να μη γεννηθείς αλλά μίας και γεννήθηκες, βιάσου να διαβείς τις πύλες τον Άδη (Θέογνις)
Αν το λέει επειδή το πιστεύει, γιατί δεν αυτοκτονεί; Στο χέρι του είναι να το κάνει, αν το 'χει σκεφτεί σοβαρά. Αν πάλι το λέει στ' αστεία, είναι ελαφρόμυαλος σε πράγματα που δεν σηκώνουν αστεία. Ένα τίποτα είναι για μας ο θάνατος. Γιατί ό,τι αποσυντίθεται παύει να αισθάνεται. Κι ό,τι δεν αισθάνεται δεν μας αφορά.
Αυτά λοιπόν, κι όσα σχετίζονται μαζί τους, να τα στοχάζεσαι μέρα και νύχτα, μόνος σου ή με κάποιον σαν και σένα, και ποτέ σου δεν πρόκειται να ταραχτείς, είτε στον ύπνο σου είτε στον ξύπνιο σου. και θα ζήσεις σαν θεός ανάμεσα σε ανθρώπους.»
Ο Επίκουρος, ο Νίτσε και η τέχνη του ηδέως ζην
Γράφει ο Ερανιστής
Ο Επίκουρος παραμένει ένας από τους λιγότερο προβεβλημένους φιλοσόφους του αρχαίου κόσμου. Από μια τεράστια σε όγκο και σημασία πνευματική παραγωγή έφτασαν μέχρι τις μέρες μας σχετικά λίγα έργα και αυτά θρυμματισμένα, καθώς τα περισσότερα βιβλία χάθηκαν, για διάφορους λόγους. Από τους αρχαίους στοχαστές περισσότερο γνωστοί έγιναν άλλοι, όπως λ.χ. ο Πλάτων, ενώ πολλοί έμειναν συστηματικά στην αφάνεια ή συκοφαντήθηκαν σε όλες τις εποχές. Κατά τον καθηγητή Χαράλαμπο Θεοδωρίδη, Πλάτων και Επίκουρος είναι οι δύο πόλοι της συναισθηματικής και διανοητικής ζωής, η πιο βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη φύση αντίθεση, καθρέφτισμα της οικονομικής και κοινωνικής αντίθεσης. Ο Πλάτων είναι ο τυπικός αντιπρόσωπος του ιδεαλισμού, ο Επίκουρος του συστηματικότερου υλισμού που γνώρισε η Αρχαιότητα. Η αντίθεση είναι χαρακτηριστική για την ζωή και την κίνηση των ιδεών, για την ιστορία της φιλοσοφίας, που είναι η πάλη του ιδεαλισμού και του υλισμού. Η πρώτη, η παλαιότερη και πρωτογονότερη θεώρηση του κόσμου, είναι η ιδεαλιστική. Ο Σωκράτης είχε ιδιαίτερη μεταχείριση, καθώς ή περίφημη ρήση του για τον επερχόμενο σωτήρα ερμηνεύτηκε ως προαναγγελία της άφιξης του Ιησού:«καθεύδοντες διατελοίτε αν, ει μη τινά άλλον ο θεός υμίν επιπέμψειεν κηδόμενος υμών», όλον τον καιρό θα εξακολουθείτε να κοιμάσθε, ώσπου να σας λυπηθεί ο θεός και σας στείλει άλλον κανέναν. Ο Πλάτων πέρασε για θεόπνευστος προφήτης με προαισθήματα για το σωτήριο κήρυγμα. [5] Το πλούσιο έργο του Επίκουρου, σημειώνει παρακάτω ο Θεοδωρίδης, παραμελήθηκε, χάθηκε και στην τύχη χρωστάμε τα λίγα πολύτιμα κομμάτια που σώθηκαν. Κρυμμένα αιώνες σα σπίθα στη στάχτη χρησίμευσαν προσάναμμα, όταν έφτασε το πλήρωμα άλλων καιρών. Η έρευνα και η κατανόηση αναστήλωσαν τη φωτεινή φυσιογνωμία του, την γνήσια ελληνική και οδηγημένοι από τη φεγγοβολία της αναστηλώνουμε κι εμείς την Αρχαιότητα όπως ήταν στην πραγματικότητα.
Η διδασκαλία για τη μοίρα και το πεπρωμένο έχει κεντρική θέση σε ολόκληρο το φιλοσοφικό ρεύμα του ιδεαλισμού. «Ουκ έστιν αλλάξαι ανθρώποις, ό,τι Μοίρα κακά κλωστήρος επείγει, δεν μπορούν οι άνθρωποι να ξεφύγουν απ' ό,τι η μοίρα τούς γράφει, λέει ο Θεόκριτος, ενώ σύμφωνα με τον Αρχίλοχο «όλα η τύχη και η μοίρα τα δίνει στους ανθρώπους», πάντα τύχη και μοίρα ανδρί δίδωσι. Κατά τον Λεύκιππο, «τα πάντα γίνονται κατ' αναγκαιότητα, αυτήν την αναγκαιότητα ονομάζουμε ειμαρμένη», πάντα κατ' ανάγκην, την δ' αυτήν ειμαρμένην. Στη ίδια γραμμή βρίσκεται και ο ποιητής Όμηρος: «Σε τίποτα δεν ωφελούν τα κλαψουρίσματα. Οι Θεοί έκλωσαν έτσι το νήμα της ζωής των δυστυχισμένων ανθρώπων, που αυτοί ζούνε μέσα στα βάσανα, ενώ εκείνοι μένουν αμέριμνοι. Δύο δοχεία βρίσκονται κοντά στην πόρτα του Δία: το ένα γεμάτο από κακά δώρα και το άλλο γεμάτο από δώρα καλά. Αυτά ο κεραυνοβόλος Δίας τ' ανακατώνει και δίνει σ' άλλον κακά και σ' άλλον καλά. Σ' όποιον δώσει κακά δώρα, τον καθιστά πραγματικά δυστυχισμένο κι αληθινό βάρος της γης, πάνω στην οποία περιπλανιέται κι όπου περιφρονιέται κι από τους Θεούς κι από ανθρώπους». Οι άνθρωποι είναι σαν τα φύλλα των δέντρων: «Φύλλα τα μεν τα' άνεμος χαμάδις χέει, άλλα δε θ' ύλη τηλεθοώσα φύει», τα φύλλα άλλα ο αγέρας τα σκορπάει χάμω, κι άλλα βγάζουν τ αμάραντα δάση. [5]
Η φιλοσοφία του Επίκουρου απορρίπτει όλες τις ιδεαλιστικές κατασκευές, τις κοσμογονίες και τους μύθους που έχουν σχέση με τη Μοίρα και το Πεπρωμένο, όπως ορίστηκαν από επιφανείς εκπροσώπους των ιδεαλιστών και συχνά είναι κοινές με πολλές δοξασίες που εισήχθησαν στον ελληνικό χώρο από την Ανατολή, τους αιώνες που ακολούθησαν την κατάρρευση του αρχαίου ελληνικού κόσμου της κλασικής εποχής. Ο Φιλόδημος, Επικούρειος του 1ου π.Χ. αιώνα, γράφει ανήσυχος για τις ιδέες και τα έθιμα που κουβαλούσαν οι Ασιάτες: «Κοιμούνται σε ναούς, θεοπαρμένοι θυσιάζουν σε πέτρες αντί σ' αγάλματα, με τύμπανα και άγρια μουσική. Τους θεούς αυτούς τους έχουν γι' αδέκαστους και αλύγιστους, τον Άδη άμαχο και αδάμαστο», και τους μεν (θεούς) νομίζειν ατρέπτους και απαραιτήτους, τον δ' Άδην άμαχον και αδάμαστον κατά τινα των εθνών Ασίας. (Φιλόδημος, Περί Θεών Ι, 18,22, εκδ.Η. Diels). Γράφει ο Θεοδωρίδης σχετικά: «Η ελληνική παιδεία δέχτηκε βαρβαρική επιδρομή. Η ανατολική θρησκοληψία και θεοσοφική διάθεση, που κουβάλησαν σ' αυτήν οι ξένοι, Σύροι, Αιγύπτιοι, Εβραίοι, διαμετρικά αντίθετες και ασυμβίβαστες με την ουσία του ελληνισμού, ήταν φυσικό να αγκιστρωθούν στον Πυθαγόρα και στον Πλάτωνα. Ο Ιουδαίος Φίλων, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, υποστήριξε πως ο Πλάτων τη σοφία του την άντλησε από τα ιερά βιβλία των Εβραίων, ενώ εκείνα βαστούν από "θεϊκή" έμπνευση. Κανένα αιώνα αργότερα ο Νουμήνιος από την Απάμεια της Συρίας (γύρω στα 160 μ.Χ.) έλεγε πως ο Πλάτων είναι ο ίδιος ο Μωϋσής που μιλάει ελληνικά, "Μωϋσής αττικίζων". Ο αραβικός και ο δυτικοευρωπαϊκός Μεσαίωνας αγιοποίησαν τον Αριστοτέλη σαν φύλακα άγγελο της μωαμεθανικής και της καθολικής ορθοδοξίας.»
Ο Επίκουρος ξεκινάει από τις αισθήσεις οι οποίες αποκαλύπτουν τη μεγαλοπρέπεια και τη λαμπρότητα της ζωής. Αυτές είναι το κριτήριο της αλήθειας και τίποτα δεν υπάρχει έξω απ" αυτές. Οι Επικούρειοι ελέγχουν και απορρίπτουν συστηματικά οτιδήποτε προκαλεί φόβο στην ψυχή του ανθρώπου και κυρίως τον κυρίαρχο τρόμο του θανάτου (κενόν φόβον) και της αιώνιας τιμωρίας. Οι θεοί, ως τέλεια όντα, δεν ενδιαφέρονται για τη ζωή των βροτώνούτε για το θάνατό τους. Η θεία πρόνοια απορρίπτεται έτσι μαζί με τη θεία τιμωρία. Ο κόσμος είναι αΐδιος (αιώνιος), δεν τον έφτιαξε κανένας από μηχανής θεός ή άνθρωπος, αλλ" ην αιεί και έστιν και έσται:
«Εκείνος (ο Επίκουρος) μας έχει διδάξει ότι ο κόσμος υπήρξε δημιούργημα της φύσης και ότι δεν χρειάστηκε να τον οικοδομήσει κανένας πλάστης, και ότι η διαδικασία της δημιουργίας, που σύμφωνα μ' εσάς δεν είναι δυνατό να υπάρξει χωρίς θεία επιδεξιότητα, είναι τόσο εύκολη, που η φύση θα δημιουργήσει, δημιουργεί και έχει δημιουργήσει αναρίθμητους κόσμους. Εσείς, αντίθετα, δεν μπορείτε να δείτε πώς τα κατορθώνει όλα αυτά η φύση χωρίς τη βοήθεια κάποιας διάνοιας, κι έτσι, σαν τους τραγικούς ποιητές που δεν μπορούν να φέρουν την πλοκή του δράματος σε μια κατάληξη, καταφύγατε σ' έναν από μηχανής θεό, που την παρέμβασή του δεν θα την είχατε ανάγκη, αν αναλογιζόσασταν την δίχως όρια έκταση του διαστήματος που απλώνεται προς κάθε κατεύθυνση στό άπειρο όπου, ταξιδεύοντας ο νους, δεν βρίσκει άκρη να σταθεί. (4)
The Lament for Icarus by Herbert James Draper, 1898.
Οι μαθητές του Κήπου αρνούνται κάθε θεία παρέμβαση στη δημιουργία του κόσμου και κάθε τελολογική ερμηνεία:
«Λοιπόν, μέσα σ' ετούτο το αχανές μήκος και πλάτος και ύψος, υπάρχει χώρος για την άπειρη ποσότητα ατόμων που -παρ" ότι τα χωρίζει το κενό- συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν τις ενώσεις από τις οποίες αποτελούνται οι μορφές όλων των πραγμάτων που εσείς νομίζετε πως δεν μπορούν να δημιουργηθούν παρά μόνο με τη βοήθεια φυσερών και αμονιών, και μας φορέσατε σαμάρι έναν Αιώνιο Αφέντη που πρέπει μέρα νύχτα να τον φοβόμαστε· γιατί ποιος δεν θα φοβόταν έναν θεό που ανακατεύεται παντού, που προβλέπει, προνοεί και παρατηρεί τα πάντα, και κρίνει πως τον αφορά το κάθε τι; Συνέπεια της θεολογίας αυτής, πριν απ" όλα υπήρξε το δόγμα σας της Αναγκαιότητας ή της Ειμαρμένης· η θεωρία σας ότι κάθε συμβάν είναι αποτέλεσμα μιας αιώνιας αλήθειας και ότι αποτελεί μέρος μιας αδιάσπαστης αλυσίδας αιτιοτήτων. Όμως τι αξία μπορεί να έχει μια φιλοσοφία που νομίζει ότι το κάθε τι συμβαίνει γιατί έτσι είναι γραμμένο από τη μοίρα; Αυτά τα πιστεύουν οι γριές, και μάλιστα οι αμόρφωτες γριές! Δεύτερη συνέπεια είναι οι ιδέες σας περί θείας έμπνευσης και μαντικής, που αν τις παίρναμε στα σοβαρά, θα γινόμασταν τόσο προληπτικοί πουθα καταλήγαμε στους προφήτες, τους οιωνοσκόπους, στους αγύρτες, τους οραματιστές και τους ονειροκρίτες. Όμως ο Επίκουρος μάς λύτρωσε από την αιχμαλωσία και μας απελευθέρωσε από αυτές τις δεισιδαιμονίες. δεν έχουμε λοιπόν να φοβηθούμε τίποτα από τις υπάρξεις εκείνες που, όπως ξέρουμε, δεν προκαλούν ενοχλήσεις ούτε στον εαυτό τους ούτε και σε κανέναν άλλο. και ταυτόχρονα, λατρεύουμε με σεβασμό και ευλάβεια το υπέρτατο μεγαλείο της φύσης τους.»
Θα έφτιαχναν ποτέ οι θεοί έναν κόσμο με τόση δυστυχία, θλίψη και οδύνη; Κι αν το τέλος, με τη μορφή της απώλειας, είναι καθημερινό φαινόμενο, μήπως ολόκληρη η φιλοσοφία δεν είναι παρά ένα ευφυές σχόλιο στο αμετάκλητο γεγονός του θανάτου; Κι αν ήθελαν οι θεοί να φτιάξουν τον κόσμο, γιατί δεν τον έφτιαξαν τέλειο; Ή λοιπόν ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν να εκτοπίσουν το κακό από την ανθρωπότητα, ή μπορούσαν αλλά δεν ήθελαν, ή ούτε ήθελαν ούτε μπορούσαν ή και ήθελαν και μπορούσαν να το κάνουν. Κατά τον Επίκουρο, οι τρεις πρώτες περιπτώσεις είναι αδιανόητες για τους Θεούς, αφού είναι αντίθετες στη θεϊκή φύση τους. Αν λοιπόν ήθελαν και μπορούσαν, γιατί δεν έφτιαξαν τον κήπο του Παράδεισου αλλά μια κοιλάδα των δακρύων για εκατομμύρια θνητούς;
Utagawa Kuniyoshi, Princess Takiyasha summons a skeleton spectre to frighten Mitsukuni
Οι παραστάσεις των ανθρώπων για τους θεούς προέρχονται από αμάθεια, φόβο και δεισιδαιμονία· άθεος και ασεβής είναι για τον Επίκουρο όποιος αποδίδει εγκληματικές προθέσεις στους θεούς, οι οποίοι υπάρχουν άφθαρτοι και αδιάφοροι για τις ατέλειες του κόσμου και τις περιπέτειες των πολιτισμού. Είναι πάντως προτιμότερο οι άνθρωποι να πιστεύουν τον μύθο για τους θεούς, παρά να υποδουλώνονται στο πεπρωμένο, όπως λένε οι φυσικοί φιλόσοφοι, γιατί ο μύθος αφήνει τουλάχιστον την ελπίδα να μαλακώσουμε την θέληση και την οργή τους με τιμές, ενώ ηαναγκαιότητα είναι νόμος αμείλικτος και με τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Ως βάση λοιπόν της θρησκείας μπαίνει το ζήτημα του φόβου. Η Ιφιγένεια θυσιάστηκε από τον ίδιο της τον πατέρα για να φυσήξει ούριος άνεμος στα ελληνικά πλοία. Θα ήθελαν ποτέ οι θεοί κάτι τέτοιο ή μήπως όλα αυτά είναι έργα των ανθρώπων; Οι θεοί του Επίκουρου έχουν αιθέρια φύση, είναι μακάριοι και αθάνατοι, φτιαγμένοι από ψιλά άτομα, μιλούν Ελληνικά, έχουν φύλο και εμφανίζονται με τη μορφή του ανθρώπινου σώματος, το οποίο είναι ωραιότερο από κάθε άλλο. Στην επιστολή προς Μενοικέα διαβάζουμε: ΘΕΟΙ ΜΕΝ ΓΑΡ ΕΙΣΙΝ. ΕΝΑΡΓΗΣ ΓΑΡ ΑΥΤΩΝ ΕΣΤΙΝ Η ΓΝΩΣΙΣ, (οι θεοί βέβαια υπάρχουν διότι η γνώση που έχουμε γι?αυτούς είναι εναργής και ολοφάνερη). Στη διαθήκη που παραθέτει ολόκληρη ο Διογένης Λαέρτιος φαίνονται η ευσέβεια του Επίκουρου προς τους θεούς.[1]
Ο Ρωμαίος φιλόσοφος Σενέκας έχει τις αντιρρήσεις του: «Ο Θεός, αφού ζει απομονωμένος ανάμεσα στο δικό μας και κάποιον άλλο κόσμο, τίποτα δεν μπορεί να πράττει, παρά να αποφεύγει κάθε φορά τους κόσμους που καταστρέφονται γύρω του, χωρίς να δίνει προσοχή στις ικεσίες και να φροντίζει για μας. Τέτοιον Θεό λατρεύεις εσύ, Επίκουρε, όπως μου φαίνεται, και μάλιστα με ευγνώμονα καρδιά. Αν ουδεμία υποχρέωση έχεις να λατρεύεις τον Θεό, αφού οφείλεις τα πάντα στα άτομα και τα στοιχεία για τα οποία μιλάς, τότε γιατί τον λατρεύεις;»
Βάλσαμο της ψυχής
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. - 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, εν ονόματι Κήπος του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας.
Ο Νίτσε επισημαίνει την παρηγορητική δύναμη της φιλοσοφίας του δασκάλου: «Ο Επίκουρος, αυτός που καθησύχασε τις ψυχές της αρχαιότητας, είχε την αντίληψη που σήμερα συναντούμε σπάνια, ότι δηλαδή για να γαληνέψει η ψυχή του ανθρώπου δεν είναι αναγκαίο να λύσουμε τα ύψιστα θεωρητικά προβλήματα. Έτσι, αντί να προβαίνει σε άκαρπες συζητήσεις, τού ήταν αρκετό να λέει σ' εκείνον που βασανιζόταν από το φόβο ότι και σε περίπτωση που υπάρχουνε θεοί, δεν αναμειγνύονται στις υποθέσεις του κόσμου. Η άποψη αυτή είναι ευνοϊκότερη και ασφαλέστερη. Δίνονται εκ των προτέρων κάποια προοδευτικά βήματα στον ακροατή, ο οποίος έτσι γίνεται πιο πρόθυμος να ακούει και να αποδέχεται. Αλλά αν επιχειρήσει να αποδείξει το αντίθετο -ότι δηλαδή οι θεοί μεριμνούν για τις ανθρώπινες υποθέσεις-, σε ποιους λαβύρινθους και δάση σπαρμένα με αγκάθια δεν πέφτει από μόνος του, ο δυστυχής, χωρίς να χρειάζεται την πονηριά του συνομιλητή του, ο οποίος οφείλει τότε να έχει αρκετή φιλανθρωπία και λεπτότητα, ώστε να κρύψει τον οίκτο του. Στο τέλος, καταλαμβάνεται από ισχυρότατη αηδία για κάθε επιχείρημα που διατυπώνεται με λόγια. Καταλαμβάνεται από αηδία για τους ίδιους τους ισχυρισμούς του και αποχωρεί.
Άφοβον ο θεός,ανύποπτον ο θάνατος.
και ταγαθόν μεν εύκτητον,
το δε δεινόν ευκαρτέρητον.
Φιλόδημος, Προς σοφιστάς, IV 10-14
Η μεσημβρία του αρχαίου κόσμου
Για τον Γερμανό φιλόσοφο, η διδασκαλία του Επίκουρου είναι το μεσημέρι της αρχαιότητας: «Είμαι ευτυχής, διότι συναισθάνομαι το χαρακτήρα του Επίκουρου με τρόπο διαφορετικό από κάθε άλλον και, παρά τα όσα ακούω και διαβάζω γι' αυτόν, είμαι ικανός να δοκιμάσω την αίσθηση της μεσημβρίας του αρχαίου κόσμου. Βλέπω τη ματιά του στραμμένη προς μια μακρά, απλωμένη, υπόλευκη θάλασσα, προς παράκτιους βράχους που πάνω τους ξαπλώνει ο ήλιος, ενώ μικρά ζώα παίζουν ήσυχα και με ασφάλεια μέσα στις λάμψεις του, όπως ήσυχο και ασφαλές είναι το φως της μέρας και το βλέμμα του δασκάλου. Τέτοια ευδαιμονία μπορεί να αισθανθεί μόνον όποιος υποφέρει εις το διηνεκές. Είναι ευδαιμονία για τα μάτια, μπροστά στα οποία η θάλασσα της ύπαρξης γαληνεύει, κι αυτά δεν μπορούν να ικανοποιηθούν πλέον βλέποντας την επιφάνεια και την πολύχρωμη, τρυφερή και φρικιαστική επιδερμίδα της. Ουδέποτε άλλοτε υπήρξε τέτοια μετριοφροσύνη της ηδονής.» [5]
Πλάνη δεινή!
Στους ισχυρισμούς των Κυρηναϊκών ότι οι σωματικοί πόνοι είναι σφοδρότεροι και δριμύτεροι από τους ψυχικούς, ο Επίκουρος απαντά: «Πλάνη δεινή! Το σώμα πάσχει μόνο από τα παρόντα κακά ενώ η ψυχή υποφέρει από τις συμφορές του παρόντος, του παρελθόντος και του μέλλοντος.» Εξάλλου, οι αισθησιακές ηδονές και οι σαρκικές απολαύσεις ποτέ δεν μπορούν να ικανοποιηθούν πλήρως σε μια τόσο σύντομη ζωή. Μόνο η νόηση μπορεί να μας εξασφαλίσει αρμονικό και τέλειο βίο, γιατί δεν έχει ανάγκη την απεριόριστη διάρκεια του χρόνου. Στις ωραίες επιστολές του προς τον Λουκρήτιο, ο Σενέκας λέει: «Οποιοσδήποτε καταφεύγει στον Επίκουρο για να βρει επικάλυψη για τις ακόλαστες διαθέσεις του απογοητεύεται ευθύς εξαρχής. Εισέλθετε στον κήπο μου και διαβάστε το επίγραμμά μου: Ξένε, η διαμονή εδώ είναι ευχάριστη. Ως ύψιστο αγαθό θεωρούμε την ηδονή. Ο φύλακας αυτού του χώρου (ενδιαιτήματος) είναι πρόθυμος και αξιέραστος. Θα σε φιλέψει κρίθινο άρτο, θα σου προσφέρει άφθονο νερό και θα σου απευθύνει την ερώτηση: είσαι ευχαριστημένος από την υποδοχή που σου έκαμα; Όχι! Ο κήπος αυτός δεν ερεθίζει την όρεξη, τουναντίον καταστέλλει την πείνα. Δεν αυξάνει τη δίψα με την πόση, αλλά τη σβήνει με φυσικά μέσα, τα οποία, εκτός των άλλων, έχουν το πλεονέκτημα να είναι πολύ φθηνά. Στην απόλαυση αυτή γέρασα κι εγώ.» [3]
Ενώ οι Στωικοί θεωρούν ύψιστο αγαθό την Αρετή, ο Επίκουρος την εκλαμβάνει αποκλειστικά ως ένα μέσο που βοηθάει τους ανθρώπους να αποκτήσουν την ύψιστη ευδαιμονία, δηλαδή την ηδονή. Αν οι ωραίες και θαυμάσιες αρετές δεν μπορούν να μας οδηγήσουν σε καμιά ευχαρίστηση, κανένας δε θα τις λογαριάσει ως ελκυστικές και άξιες επαίνου. Η τέχνη του γιατρού εκτιμάται για τα ευεργετικά αποτελέσματα της και η τέχνη του ναυκλήρου δεν επαινείται καθ" αυτήν αλλά επειδή είναι χρήσιμη στη ναυσιπλοΐα· έτσι και η φιλοσοφία εκείνη, την οποία πρέπει να θεωρήσουμε ως τέχνη του ζην, δεν έχει καμιά αξία αν δεν προσφέρει κάποιο θετικό και ευεργετικό αποτέλεσμα. Ποθούμε το Αγαθό όχι επειδή έχει αξία από μόνο του, όπως έλεγε ο Σωκράτης, αλλά γιατί είναι παράγοντας που οδηγεί στην ευτυχία. Για τον ίδιο λόγο επιδιώκονται και οι άλλες τέσσερις θεμελιώδεις αρετές της αρχαιότητας, η εγκράτεια, η ανδρεία, η δράση και η δικαιοσύνη. Η εγκράτεια θέτει τη δράση υπό τον έλεγχο της νόησης και μας βοηθάει να απολαμβάνουμε με μέτρο τις ηδονές, ώστε να μην προκαλούν οδύνη. Είμαστε ανδρείοι για να μπορούμε να ζούμε χωρίς αγωνίες και φόβους, πράττοντας δίκαια, γιατί η ατιμία βασανίζει την ψυχή και μόνο με την απλή παρουσία της (Ο δίκαιος αταρακτότατος, ? δ" αδικος πλείστης ταραχής γέμων). Ωστόσο, δεν μπορεί οποιοσδήποτε να εξυψωθεί στην ύψιστη βαθμίδα της σοφίας. Χρειάζεται ευφυΐα και άσκηση, αλλά αυτός που κατορθώσει άπαξ να ανέλθει μέχρι εκεί, κατέχει πλέον τη σοφία ως άφθαρτη ιδιότητα και μαζί μ" αυτή την ευδαιμονία και την ατάραχη ζωή. Ο σοφός δεν εκλιπαρεί αξιώματα και τιμές, ούτε ενδιαφέρεται πολύ για τη γνώμη που έχουν οι άλλοι γι" αυτόν· του αρκεί να μην τον περιφρονούν, επειδή σε τέτοια περίπτωση θα κινδύνευε η ασφάλεια και η ηρεμία του. Ο σοφός αντιμετωπίζει με ήρεμη σκέψη (νήφωνα λογισμό) κάθε κατηγορία και μομφή εναντίον του. Αν και το αίσθημα της αδικίας του προκαλεί δυσαρέσκεια, τα συναισθήματά του δεν εκφυλίζονται σε αγανάκτηση και οργή, η οποία θα έβλαπτε την αοχλησίαν του σώματος. Στην Επίκουρου Προσφώνησι σώζεται ένα απόσπασμα που ανήκει στον Μητρόδωρο: «Να θυμάσαι ότι αν και είσαι θνητός σύμφωνα με τη φύση και έχεις λάβει μια περιορισμένη διάρκεια ζωής, ανέβηκες με τους διαλογισμούς περί της φύσης τόσο στην απειρία της όσο και στην αιωνιότητά της και είδες καθαρά τα τωρινά, τα μελλούμενα και τα παρελθόντα.» [1] Ο Έλληνας άνθρωπος της δημοκρατικής εποχής, απαλλαγμένος από τις μεταφυσικές μυστικιστικές θολούρες, περιγελά το Πεπρωμένο και δεν το δέχεται ως απόλυτο κυρίαρχο των πάντων: από τα πράγματα κάποια γίνονται από ανάγκη κάποια άλλα από τύχη και κάποια άλλα τέλος από τη δική μας βούληση. Η τύχη είναι απλώς μια ευκαιρία: «Την τύχη όμως ούτε θεό την θεωρεί, όπως πιστεύουν οι πολλοί άνθρωποι, - αφού τίποτα δεν γίνεται από τον θεό χωρίς τάξη - , ούτε πάλι την θεωρεί ως αβέβαιη αιτία, δεν πιστεύει ότι από την τύχη δίνεται το καλό ή το κακό στους ανθρώπους για μια ευτυχισμένη ζωή, αλλά όμως παρέχει την ευκαιρία και την αρχή για μεγάλα καλά ή μεγάλα δεινά.» [2]
Charles Joseph Natoire
Η έξοδος από τον Παράδεισο, 1740
Τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι ο θνητός που κατέχει τέτοια σοφία είναι απαλλαγμένος από τα ανθρώπινα πάθη, ούτε ζει αλώβητος, αμέτοχος στα παιχνίδια της εξουσίας και τις αναμετρήσεις που μαίνονται σε όλο το φάσμα της κοινωνικής σχέσης. Λόγω αυτής της πραγματικότητας δημιουργήθηκαν άλλωστε πλήθος οργανωμένες φιλοσοφικές Σχολές σε πολλές πόλεις του αρχαίου κόσμου. Οι αλληλέγγυες κοινότητες των Επικούρειων συμμετείχαν στις ιδεολογικές διαμάχες της εποχής τους, είχαν δηλαδή εν τέλει πολιτική λειτουργία, ανεξαρτήτως από τις προθέσεις και τις επιδιώξεις των ιδρυτών τους. Οι ιδέες των Επικουρισμού θα επιβιώσουν στη συναρπαστική ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης, θα ενταχθούν σε μεταγενέστερες κοσμοαντιλήψεις και θα ανακαλυφθούν ξανά την περίοδο των αστικών επαναστάσεων στην Ευρώπη. Ο Επίκουρος υπήρξε το σκάνδαλο της αρχαιότητας και ταυτόχρονα ο πρώτος που ανέδειξε μέσα σε ένα ολοκληρωμένο φιλοσοφικό σύστημα την αξία της προσωπικότητας και της φιλίας, την πίστη στο λογικό, την ανεξάρτητη διανόηση, την ικανότητα του ανθρώπου να εξουσιάσει τη Φύση και να δαμάσει τη Μοίρα του. Ανάμεσα σε άλλα, η επικούρεια φιλοσοφία καταδεικνύει πόσο μάταιες και γελοίες είναι οι προσπάθειες των ανθρώπων να αποκτήσουν όλο και περισσότερα υλικά αγαθά, θυσιάζοντας πολλές φορές πράγματα πολύ πιο σημαντικά για τη ζωή τους, χωρίς καν να το συνειδητοποιούν. Στο σπουδαίο και ανεπανάληπτο συμπόσιο της ζωής αξίζει λοιπόν να πάρουμε μέρος χαρούμενοι, δηλαδή γενναίοι και ατρόμητοι μπροστά στον θάνατο: «Το φρικωδέστερον ουν των κακών,ο θάνατος ουθέν προς ημάς επειδήπερ όταν μεν ημείς ώμεν, ο θάνατος ου πάρεστιν, όταν δε ο θάνατος παρή, τοθ' ημείς ουκ εσμέν», το φριχτότατο λοιπόν κακό, ο θάνατος, δεν πρέπει να μας σκοτίζει, γιατί όσο εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν υπάρχει, κι άμα έρθει ο θάνατος, εμείς δεν υπάρχουμε. Η φύση μας προσφέρει γενναιόδωρα και χωρίς πολλούς κόπους όσα χρειαζόμαστε για να ζήσουμε ευτυχισμένοι. Ο γλυκός καρπός της επικούρειας αυτάρκειας είναι η ελευθερία.Λάθε βιώσας
«Την ευτυχία και τη μακαριότητα δεν τις προκαλούν ούτε τα πολλά πλούτη. ούτε οι πολλές ασχολίες, ούτε το κυνήγι για την εξουσία, ούτε η πολιτική δύναμη, αλλά το να μην είσαι θλιμμένος, η πραότητα των συναισθημάτων και η ψυχική διάθεση που καθορίζει τα όρια της ύπαρξής μας σύμφωνα με την φύση.» [Επίκουρος].
Σκοπός του Βίου είναι η «Ηδονή», καθώς και η αποφυγή των σωματικών παθών. Κύριο μέσο για την επίτευξή της θεωρείται η Φρόνηση, η οποία εγγυάται ότι δεν θα υπάρχει κατακυρίευση της απόλαυσης. Ο Επίκουρος θεωρούσε την πνευματική ηδονή πολύ πιο σημαντική από τη σωματική. Ο νους όχι μόνο μοιράζεται τις ηδονικές αισθήσεις του σώματος τη στιγμή που τις βιώνει, αλλά αντλεί ευχαρίστηση από την ανάμνηση περασμένων ηδονών και την προσδοκία μελλοντικών.
Η πνευματική ηδονή μπορεί να υπερκεράσει τον σωματικό πόνο. Ο νους μπορεί να προσβληθεί από μη αναγκαίες επιθυμίες, κυρίως την επιθυμία για πλούτη (φιλαργυρία), και την επιθυμία για δύναμη ή για εξουσία και δόξα (φιλοδοξία). Και οι δύο δεν έχουν όριο. Είναι αδύνατον να ικανοποιηθούν, άρα συνεπάγονται πόνο και επομένως πρέπει να εξαλειφθούν. Εξ ου και η δήλωση του Επίκουρου «η φτώχια, αν μετρηθεί με βάση τον φυσικό σκοπό της ζωής, είναι μεγάλος πλούτος», ενώ τα αμέτρητα πλούτη σημαίνουν μεγάλη φτώχια. Επίσης έλεγε: «φτώχια δεν είναι να έχεις λίγα αλλά να λαχταράς περισσότερα». Και η συμβουλή του προς τον Ιδομενέα: «Αν θες να κάνεις πλούσιο τον Πυθοκλή, μη του δίνεις περισσότερα χρήματα, περιόρισε τις επιθυμίες του». Επίσης, ο Επίκουρος συμβούλευε τους μαθητές του να απέχουν από τη δημόσια ζωή (να μείνουν στην αφάνεια) και κατ' επέκταση την πολιτική (Λάθε βιώσας), γιατί η συμμετοχή με τα κοινά, θα προκαλέσει συμβιβασμούς και αντιπαλότητα, με αποτέλεσμα να τους πληγώσει και κατά συνέπεια να χάσουν την ηρεμία τους και την αταραξία τους. Βέβαια ο δάσκαλος είπε ότι αν κάποιος καίγεται από την επιθυμία ν' ασχοληθεί με τα πολιτικά δρώμενα, τότε να το κάνει, γιατί ο πόνος της στέρησης θα είναι μεγαλύτερος από αυτόν της ενασχόλησης.
ΛΑΘΕ ΒΙΩΣΑΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ
Δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί τα βιβλία του Επίκουρου «Περί Αιρέσεων και Φυγών» (περί του τι επιλέγουμε και τι αποφεύγουμε) καθώς και το «Περί Βίων» (περί τρόπου ζωής) στα οποία ο Επίκουρος ανέπτυσσε διεξοδικά το λάθε βιώσας. Από τα κείμενα όμως που σώζονται άλλων Επικούρειων και μη, μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι ο Δάσκαλος προέτρεπε τους μαθητές του να αποφεύγουν τα δημόσια πράγματα και την πολιτική. Το σύνθημα «λάθε βιώσας» δεν ήταν επαναστατική καταγγελία της κοινωνίας αλλά συνταγή για την κατάκτηση της γαλήνης.
Την φράση, ο Χαράλαμπος Θεοδωρίδης την αποδίδει ως εξής: «Απόφευγε τις ανόητες επιδιώξεις, τις πράξεις που προκαλούν αντίδραση, ταράζουν τη γαλήνη σου και σε κατεβάζουν στο επίπεδο των αφώτιστων και των χυδαίων. Τιμή και δόξα σαν εκείνες δεν έχουν αξία».
Μείνε στην αφάνεια λοιπόν. Η αφάνεια σού εξασφαλίζει την ανωνυμία και την δυνατότητα να είσαι αυτάρκης, δηλαδή ελεύθερος, ενώ η διασημότητα δημιουργεί αντιπαλότητα και μεγάλη έχθρα με αποτέλεσμα το άτομο να μην μπορεί να βρει την αταραξία, που είναι η προϋπόθεση για το «ΖΗΝ ΗΔΕΩΣ». Δεν πρόκειται επομένως για αντικοινωνική στάση, αλλά για καθαρά κοινωνική, αφού έτσι μόνο μπορείς να φθάσεις στο ύψιστο αγαθό την ΗΔΟΝΗ. Πρέπει να μείνει ο σοφός όσο γίνεται πιο μακριά από τα δημόσια πράγματα, τα οποία δεν είναι μόνο η πολιτική, αλλά όλες οι μορφές της κοινωνικής μας ζωής. Επομένως αξίζει να μείνεις στην αφάνεια, για να διαφυλάξεις την ψυχική σου γαλήνη και να καλλιεργήσεις το πνεύμα σου.
Όσον αφορά τον πολιτικό βίο. Η στάση του Επίκουρου προς την πολιτική ξεκινά από την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε τον καιρό μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και την κατάργηση κάθε μορφής δημοκρατίας. Συνυπολογίζει βέβαια και τις συνθήκες που επιτρέπουν την επίτευξη της αταραξίας. Ως προς αυτό, ο πολιτικός βίος, είναι αθέμιτος ανταγωνισμός ή δεσμωτήριο, εκ του οποίου καλείται να απομακρυνθεί όσο γίνεται περισσότερο ο σοφός. Το σίγουρο είναι ότι όποιος ασχολήθηκε με την πολιτική πληγώθηκε.
Ο Χ. Θεοδωρίδης μάς μεταφέρει απ' τα γραπτά του Φιλόδημου που βρέθηκαν στο Ερκουλάνο: «Αν καλοεξετάσει κανείς τι είναι εχθρικότερο για τη φιλία και τι παραγωγικότερο για την έχθρα, θα βρει την πολιτική, επειδή αυτή δίνει αφορμή στη ζήλια και γεννά τη συντρόφισσά της, την φιλοπρωτία, και τις διαφωνίες και αντιθέσεις». Επίσης απ' τον Πλούταρχο (Περί ευθυμίας): «Όσοι φλέγονται από επιθυμία και φιλοδοξία και δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά, ας ακολουθήσουν τη φυσική τους ορμή για πολιτική. Γιατί η απραγμοσύνη θα τους ταράξει περισσότερο και θα τους πληγώσει, όσο δεν τους γίνεται αυτό που ορέγονται».