Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

11.1.21

ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΙΟ αληθινής ιστορίας του κόσμου. Διονυσία και Επίκουρος.

 

Δέκατο ένατο Μέρος. 

Σύνδεση με το προηγούμενο.  Ο τύπος ήταν απίστευτος!! εντωμεταξύ υπήρχε κάποιος μικρός που βοηθούσε στο σερβίρισμα, Κωστάκη τον φώναζαν, και όλη την ώρα δάσκαλε και δάσκαλε αποκαλούσε τον Πέπο. Του είπαμε την αλήθεια, δηλαδή αυτό που είχε καταλάβει, πως ήμασταν αδέρφια. Με το που το άκουσε αυτό προς μεγάλη μας έκπληξη συννέφιασε το πρόσωπο του. 

Απευθυνόμενος στην μητέρα σου είπε, να υποθέσω πως τα μαύρα είναι για τον σύζυγό σας; Το ναι της μητέρας σου κατάλαβα πως τον πίκρανε πολύ, η δεύτερη ερώτηση που έκανε, κάπως συνεσταλμένα οφείλω να ομολογήσω, ήταν, άρα ήταν ο πατέρας της κοπέλας που είχατε την προηγούμενη φορά μαζί σας; Η απάντηση ήταν πάλι ναι, μετά από αυτό η ατμόσφαιρα βάρυνε λίγο. Φώναξε κοντά του εκείνον τον μικρό που τον αποκαλούσε Κωστάκη, και του είπε να ετοιμάσουν για μας φρούτα. Ζήτησε συγγνώμη για τις αδιάκριτες ερωτήσεις που έκανε και μας συλλυπήθηκε. Αν δεν άνοιγα πάλι τη συζήτηση για το δώρο που είχαμε γι' αυτόν δε νομίζω πως θα το θυμόταν, τον είχε κλονίσει ο θάνατος του πατέρα σου. Η Μυρτώ δεν μπόρεσε να μην σκεφτεί εκείνη τη στιγμή το ποσό παράξενα παιχνίδια παίζει η ζωή στους ανθρώπους, που να ξέρει ο Πέπος πως θανών ήταν ο άνθρωπος που του είχε στερήσει την αδερφή που τόσο πολύ ήθελε, και πως αυτόν τον άνθρωπο τον είχε συναντήσει όταν είχε πάει την κοπέλα του στο νοσοκομείο και πως ο γυναικολόγος που την είχε εξετάσει ήταν το ίδιο πρόσωπο; Ο θείος της διέκοψε τις σκέψεις της επιζητώντας την προσοχή της για να συνεχίσει την αφήγηση. Όταν λοιπόν του θύμισαν πως είχαν γι' αυτόν κάποιο δώρο επανήλθε στο πρόσωπο του το χαμόγελο. 

Σηκώθηκε για να χαιρετήσει κάποιες παρέες που έφευγαν και με την πρώτη ευκαιρία επέστρεψε πάλι κοντά μας. Με το που επέστρεψε πήρε ένα σοβαρό ύφος και μας είπε πως ήθελα να μας ζητήσει μια χάρη, γεμάτοι απορία περιμέναμε ν' ακούσουμε ποια ήταν η χάρη που θα μας ζητούσε. Μας παρακάλεσε να του επιτρέψουμε να μας κάνει το τραπέζι!! Επέμενε τόσο πολύ που μας έφερε σε δύσκολη θέση. Η Μυρτώ ήταν γεμάτη αγωνία, ανυπομονούσε να μάθει τη συνέχεια. Δεν επιμείναμε εκείνη τη στιγμή γιατί θεωρήσαμε πως είχε έρθει η ώρα να του παραδώσουμε το δώρο σου. Όταν του παρέδωσα το δώρο, και του είπα πως είναι από σένα Μυρτώ, έλαμψε το πρόσωπο του, πήρε, με ευλάβεια θα έλεγα, την τσάντα και την κρατούσε στην αγκαλιά του. Απευθυνόμενος στην μητέρα σου ρώτησε αν θα ήταν αγένεια να μην ανοίξει εκείνη τη στιγμή το δώρο γιατί ήθελε να το κάνει το βράδυ που θα ήταν μόνος. Εντωμεταξύ σ' ένα μικρό τραπέζι απέναντι από μας, καθόταν ένας γέροντας που αποκαλούσε τον Πέπο Σπύρο παιδί μου, και ο Πέπος τον αποκαλούσε Πατροκοσμά. Το περιβάλλον ήταν πολύ ζεστό, οικογενειακό θα έλεγα νόμιζες πως οι πελάτες ήταν καλεσμένοι στο σπίτι του Πέπου γιατί όλοι οι τουρίστες έπιαναν μαζί του φιλική κουβέντα και καταλάβαινες πως δεν ήταν απλά μια εμπορική σχέση. 

Ειδικά με μια παρέα 5 ατόμων που θα πρέπει να ήταν Σκανδιναβοί, 3 παιδιά και δύο γονείς ήταν τέτοια η σχέση που νομίσαμε πως θα πρέπει να ήταν συγγενείς. Κι όμως ήταν απλοί πελάτες οι οποίοι είχαν έρθει για πρώτη φορά στην Ελλάδα και στην ταβέρνα ήταν η τρίτη φορά όπως μας είπε ο Πέπος. Κάναμε ξανά μια προσπάθεια να τον πείσουμε να πληρώσουμε χωρίς φυσικά αποτέλεσμα. Στην κουβέντα παρενέβη και ο Πατροκοσμάς λέγοντας μας πως είναι μάταιο να επιμένουμε γιατί ο Σπύρος ήταν ξεροκέφαλος, τον γνώριζε καλά και μας ζήτησε να αποδεχθούμε την πρόταση του.

Με το που ήρθε ο Πέπος ρώτησε να μάθει ποιο είναι το όνομα της κοπέλας που του έστειλε το δώρο, και για ποιο σκοπό βρισκόταν εκτός Ελλάδας!! Εγώ και η μητέρα σου κοιταχτήκαμε γεμάτοι απορία και γι' αυτό τον ρώτησα από πού αντλεί το συμπέρασμα πως η κοπέλα βρίσκεται εκτός Ελλάδας; Αυθόρμητα μας είπε πως αν η κοπέλα ήταν στην Ελλάδα θα ήταν σίγουρα μαζί τους, δεύτερον το δώρο θα το έδινε η μητέρα της και όχι ο θείος και πως η τσάντα που είχε μέσα το δώρο έκανε μπαμ πως ήταν από Αμερική!! Για μία ακόμα φορά αγαπημένη μου ανιψιά είπα, ο τύπος είναι απίστευτος!! Σηκώθηκα και του έσφιξα το χέρι λέγοντας, συγχαρητήρια είσαι πολύ παρατηρητικός, έπρεπε να ήσουν ερευνητής. Εδώ θα επιτρέψετε σ' εμένα τον αφηγητή να πως πως το ποίημα που έγραψε χρόνια αργότερα ο Επικούρειος Πέπος με τίτλο "ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑ" οφείλεται σ' αυτή τη συνάντηση. Κλείνω την παρένθεση και αφήνω τον θείο να συνεχίσει. Μας ευχαρίστησε επανειλημμένα για το δώρο, και ζήτησε να μάθει αν θα μπορούσε να με ξαναδεί πριν αναχωρήσω για την Αμερική γιατί κάτι ήθελε να στείλει σε σένα Μυρτώ, αν του το επιτρέπαμε φυσικά, φυσικά και του το επιτρέψαμε και ιδού το δώρο που κρατάς στα χέρια σου είναι από τον Πέπο. Αυτά είναι τα νέα αγαπημένο μου παιδί από τον Πέπο. 

Ως Επίλογο θα συμπλήρωνα πως τη χάρηκα αρκετά αυτή τη συνάντηση με το Πέπο, διέκρινα σ' αυτόν πως είναι πολύ παρατηρητικός, έχει δίψα για μάθηση, έχει μια καλοσύνη και αγαθή ψυχή που τα διακρίνεις αμέσως στο πρόσωπο του και στο βλέμμα του. Του υποσχέθηκα πως όταν επισκέπτομαι την Αθήνα θα τον αναζητώ πάντα, να μην ξεχάσω να σου πω πως έκανε και σε μένα ένα δώρο, ήταν ο όρκος του Ιπποκράτη και όταν μου το έδωσε μου είπε: ''γιατρέ ελπίζω κάθε φορά που σας επισκέπτεται κάποιος ασθενής να μην ξεχνάτε τον όρκο του Ιπποκράτη''. Με λίγα λόγια θεωρώ πως στην Αθήνα απέκτησα έναν καινούριο φίλο. Όταν ο θείος αναχώρησε η Μυρτώ έβαλε την κασέτα στο κασετόφωνο και ο χώρος πλημμύρισε από υπέροχες μελωδίες, το μυαλό της έτρεχε στην Αθήνα στο Pepos Restaurant, δεν βιαζόταν καθόλου ν' ανοίξει το δώρο του Πέπου, ήθελε να παρατείνει την αγωνία της. Η ιστορία συνέχιζε να είναι συναρπαστική και παράλληλα συγκλονιστική. 

Ας αφήσουμε όμως την Μυρτώ λίγο πριν ανοίξει το δώρο του Πέπου και ας επιστρέψουμε στο PEPOS RESTAURANT Διονυσίου Αρεοπαγίτου 18.

Παιδεία που ποδηγετεί στην ακοινωνησία. ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ πηγή ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 10/01/21


Καινούργια χρονιά και επιφυλλίδων τακτή συνέχεια. Γιατί η συνέχεια, τι εξυπηρετεί η επιφυλλιδογραφία; Μα, απολύτως τίποτα, ολοφάνερα και προκλητικά είναι «διακοσμητικός» για την εφημερίδα (την κάθε εφημερίδα) ο χαρακτήρας της επιφυλλίδας. Ταξινομείται στις «απόψεις» – οι αναγνώστες (που συνεχώς λιγοστεύουν) θέλουν να τους προσφέρει η εφημερίδα και ένα menu (ποικιλία, ανθολόγηση) γνωμών, θεωρήσεων, αξιολογήσεων του ρεπερτορίου της «πληροφόρησης».

Σε κοινωνίες παρακμής, δηλαδή «ανεπαισθήτως» παραιτημένες από την κριτική σκέψη, οι πολίτες – πελάτες της εφημερίδας θέλουν (συνειδητά ή ανεπίγνωστα) οι «απόψεις» που δημοσιεύονται στις στήλες της να επιβεβαιώνουν τις δικές τους βεβαιότητες – πεποιθήσεις. Διαβάζουν εφημερίδα, όχι για να πληροφορηθούν τα συμβαίνοντα, αλλά για να απολαμβάνουν θωρακισμένες με κύρος τις επιλογές – απόψεις τους. Ειδικά οι αγοραστές – αναγνώστες εφημερίδων που κυκλοφορούν ως «επίσημα όργανα» κάποιων κομμάτων, αρνούνται την πληροφόρηση – ενημέρωση για τα όσα συμβαίνουν γύρω τους και στον κόσμο, θέλουν να ξέρουν μόνο τι το κόμμα τους εντέλλεται να πιστεύουν ότι συμβαίνει. Γι’ αυτό και, από το πόσα φύλλα πουλάνε οι κομματικές εφημερίδες, συμπεραίνουμε το επίπεδο νοημοσύνης (IQ) των ατόμων της συγκεκριμένης κοινωνίας.

Βέβαια, η πιστοποίηση και αιτιολόγηση της παρακμής προϋποθέτει συνειδητά κριτήρια προσδιορισμού της ακμής. Και η αντιθετική διαστολή ακμής και παρακμής δεν βασίζεται στα ίδια για όλους κριτήρια. Υπάρχουν στην ελλαδική κοινωνία δημόσια πρόσωπα, με εντυπωσιακούς τίτλους και αξιώματα, που διακηρύττουν ακμάζουσα λ.χ. την παιδεία, έστω κι αν πλεονάζει η αγλωσσία – ασκεψία – θέλουν το σχολείο να ετοιμάζει ξυλουργούς, υδραυλικούς, μηχανουργούς, τεχνίτες μετάλλων, «χρήσιμα» επαγγέλματα, που ενδιαφέρουν την αγορά!

Τριάντα δύο υπουργοί Παιδείας στα τελευταία σαράντα επτά χρόνια, και δεν βρέθηκε ούτε ένας, έστω μία μοναδική περίπτωση, που να δείξει ότι αντιλαμβάνεται την κοινωνική – πολιτική δυναμική του σχολείου. Παγιωμένη και αδιατάρακτη, στην ελλαδική κοινωνία, η βεβαιότητα ότι το σχολείο είναι χρηστικό, έχει μοναδικό στόχο την πρακτική ωφελιμότητα: Να πάει το παιδί στο σχολείο, «για να πάρει εφόδια» – «να έχει ένα χαρτί, να βρει μια δουλειά, να κερδίζει το ψωμί του».

Δεν υπήρξε ποτέ, στην κρατική Ελλάδα, υπουργός Παιδείας που να ψελλίσει, έστω, απόηχο της ελληνικής εκδοχής για την Παιδεία. Οτι το παιδί πηγαίνει στο σχολειό, όχι για να «ωφεληθεί», αλλά για να ενταχθεί στη χαρά των σχέσεων, να μάθει να προσφέρει, να κοινωνεί τη ζωή, τη γνώση, να κάνει φίλους που θα τον συντροφεύουν ισόβια. Στο σχολείο ετοιμάζεται, όχι για να διεκδικεί ατομικά, εγωκεντρικά «δικαιώματα», αλλά να χαρίζει, να μοιράζεται: το κολατσιό του, το παιχνίδι του, τις δυσκολίες, τις χαρές του – πηγαίνει στο σχολειό για να γίνει πολίτης, να μετέχει στα κοινά, να έχει υπεύθυνη γνώμη, να σέβεται τη διαφορετική άποψη. Να τον συνεπαίρνει η άμιλλα, να χαίρεται την αριστεία, τη συνεργασία.

Τίποτε από αυτά σήμερα. Είναι αμφίβολο αν κατανοούν τη γλώσσα μιας τέτοιας εκπαιδευτικής πολιτικής οξυνούστατοι πρώην Παιδείας ή «προοδευτικές» απομιμήσεις τους επικαιρικές. Μοιάζει να έχουμε οριστικά επιλέξει τον ζυγό της στυγνής χρησιμοθηρίας, μάλλον ανυποψίαστοι για τις συνέπειες. Γι’ αυτό και, εντελώς αυτονόητα, οι κυβερνήσεις που μας κυβερνούν, ανεξάρτητα από το πώς αυτοδιαφημίζονται, ακολουθούν την εντελώς ίδια εκπαιδευτική πολιτική, σαράντα επτά χρόνια τώρα.

Διά του λόγου το ασφαλές, ας θυμηθούμε τη συντελεσμένη πια, δεκαετίες τώρα, υποκατάσταση του σχολείου από το «φροντιστήριο» – το φροντιστήριο «έργο», το σχολείο «πάρεργο», και κανένας δεν μιλάει για τις κοινωνικές επιπτώσεις αυτής της εγκληματικής διαστροφής. Δεν μπορεί μια κοινωνία να διολισθήσει σε χαμηλότερο επίπεδο μορφωτικής αγωγής, εξευτελισμού του εκπαιδευτικού υπουργήματος. Το «φροντιστήριο» αυτονόητο στη μέση παιδεία, και το εξουσιαστικό καθεστώς των κομματικών νεολαιών μέσα στα πανεπιστήμια, είναι η ντροπή της σύγχρονης Ελλάδας, η πιο καταστροφική υπονόμευση της ιστορικής επιβίωσης του Ελληνισμού.

«Ντροπή», «ιστορική επιβίωση»: λέξεις κενές, δίχως εμπειρικό σημαινόμενο για πρώην και νυν υπουργούς Παιδείας. Δεν τους αγγίζει, όσες φορές κι αν τεθεί, το μακάβριο ερώτημα: Γιατί το Ελληνόπουλο, από το Δημοτικό ώς το Πανεπιστήμιο, καταστρέφει με ψυχοπαθολογική μανία ό,τι είναι δημόσιο; Του παραδίδεις καινούργιο, καλοφτιαγμένο σχολικό ή πανεπιστημιακό κτήριο, ζηλευτό. Και σε τρεις μήνες το Ελληνόπουλο το έχει ατιμάσει, ευτελίσει, καταστρέψει. Με τον σουγιά, τον μαρκαδόρο, το σπρέι, την αφισοκόλληση. Γιατί; Ποιον εκδικείται; Γιατί αχρηστεύει τα σήματα και τις πινακίδες της τροχαίας κυκλοφορίας; Γιατί θέλει να ταλαιπωρεί, με παθιασμένο σαδισμό, τους άγνωστους συμπολίτες του; Ας τολμούσε ένας, οποιουδήποτε κόμματος, υπουργός Παιδείας ή Πολιτισμού να αναμετρηθεί με αυτά τα ερωτήματα.
Εχει καίρια σημασία τα ουσιώδη να επαναλαμβάνονται: Η Δημοκρατία δεν είναι συνταγή, είναι κατόρθωμα. Δεν αρκεί να έχεις Βουλή, εκλογές, Δικαστήρια, εποπτικές και ελεγκτικές Αρχές, για να έχεις δημοκρατία. Οταν δεν κατορθώνεις το κατόρθωμα, κάποια, οποιαδήποτε κρίσιμη για το πολίτευμα κοινωνική ομάδα οφείλει να υπερασπίσει τη Δημοκρατία. «Διά παντός μέσου», επιτάσσει το Σύνταγμα (άρθρο 120, 4). Να συντηρείται η κατάλυση της Δημοκρατίας με πρόσχημα τις επιφάσεις Δημοκρατίας, είναι μόνο απάτη.

[Φίλες και φίλοι αναγνώστες αυτού του ιστολογίου για μία ακόμα φορά ο Κύριος Γιανναράς μ' ένα καυστικό σχόλιο μας λέει την ωμή πραγματικότητα, τι να πεις και τι να διαβάσεις μετά από αυτό το άρθρο. Έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να ιδρώσει το αυτί κανενός, προσοχή δεν μιλάω για τους υπουργούς της Ελληνικής παραπαιδείας, μιλάω για όλους εμάς τους πολίτες που χρόνια τώρα ανεχόμαστε όλη αυτή την κατάσταση. Άραγε οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων τι έχουν να πουν; Άραγε οι πολίτες που όταν τους δίνεται η ευκαιρία τρέχουν να πάνε να ψηφίσουν έχουν ποτέ σκεφθεί όλα αυτά πριν ψηφίσουν; Μήπως είμαστε συνένοχοι και υπεύθυνοι εξίσου με τους υπουργούς παραπαιδείας; Μήπως την επόμενη φορά θα πρέπει να το σκεφτούμε καλύτερα; Κύριε Γιανναρά συγχαρητήρια. Σας χαιρετώ Επικούρειος Πέπος.]