Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

10.2.17

Πώς να κερδίσεις τις μάχες σου – 20 πολύτιμες συμβουλές από τον Θουκυδίδη. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ήταν η μεγαλύτερη συμφορά που χτύπησε όλες τις πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας. Η Αθήνα ηττήθηκε και κυριεύτηκε από τους Πελοποννήσιους, αλλά και η Σπάρτη δεν ωφελήθηκε από την νίκη της. Τόσο πολύ είχε εξαντληθεί από τον πολύχρονο πόλεμο που αναγκάστηκε να αποδεχτεί τη διαιτησία του μεγαλύτερου εχθρού των Ελλήνων, του Πέρση βασιλιά. Μέσα από τα γεγονότα αυτού του φρικτού εμφυλίου πολέμου, ο Θουκυδίδης καταγράφει τη συμπεριφορά των αντιπάλων και αντλεί πολύτιμα συμπεράσματα, χρήσιμα όχι μόνο στον πόλεμο, αλλά και στις καθημερινές μάχες της ζωής.
Ο καλός σχεδιασμός
Ο πόλεμος δεν διεξάγεται τόσο με τα όπλα όσο με τα χρήματα (1.83 – Ομιλία του Αρχίδαμου)
Με τον πιο ασφαλή τρόπο ζει εκείνος που έχει μεταμεληθεί τις λιγότερες φορές επειδή χαρίστηκε στους εχθρούς του. (1.34 –  Ομιλία των Κερκυραίων)
Ισχυρότερος είναι εκείνος που αντιμετωπίζει τον εχθρό του με σωφροσύνη από εκείνον που ασυλλόγιστα του επιτίθεται βίαια (3.48 – Ομιλία Διόδοτου)
Ο πόλεμος συμβαίνει ότανρ οι μεν θεωρούν το κέρδος από αυτόν μεγαλύτερο από τα δεινά που θα φέρει, οι δε προτιμούν να υποστούν τους κινδύνους του πολέμου από μία άμεση ζημιά. Αν όμως αυτές οι επιδιώξεις εμφανιστούν σε ακατάλληλη εποχή, τότε είναι ωφέλιμες οι συμβουλές για διαπραγματεύσεις.
Είναι στην ανθρώπινη φύση να θέλει κάποιος να εξουσιάζει εκείνον που μένει απαθής και να αμύνεται όταν δέχεται επίθεση (4.59,61 – Ερμοκράτης από τις Συρακούσες)
Κανείς δεν αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο τον σχεδιασμό και την εκτέλεση ενός έργου, αλλά όταν σχεδιάζουμε νιώθουμε ασφαλείς, ενώ κατά την εφαρμογή του σχεδίου εξ αιτίας του φόβου υστερούμε.  (1.120 – Ομιλία των Κορινθίων)
Είναι ανοησία να εκστρατεύει κανείς εναντίον τέτοιων εχθρών που ακόμα και αν τους κατακτήσει δεν θα κατορθώσει να τους εξουσιάσει, ενώ αν δεν τους κατακτήσει δεν θα είναι πια στην ίδια θέση που ήταν πριν την επιχείρηση.
Εκείνα που προκαλούν περισσότερο τον θαυμασμό είναι όσα παραμένουν σε απόσταση και η φήμη τους δεν έχει επαληθευτεί. (6.11 – Ο Νικίας στην Εκκλησία του Δήμου)
Ο ψυχολογικός παράγοντας
Πολλοί, ενώ ήταν ακόμα σε θέση να προβλέψουν σε τι κινδύνους  πάνε να μπλέξουν, τους παρέσυρε η ισχύς μιας γοητευτικής λέξης, της λεγόμενης ντροπής, και αφού νικήθηκαν από αυτήν, με τη θέλησή τους έπαθαν συμφορές ανήκεστες και επέφεραν στον εαυτό τους ατίμωση, η οποία επειδή ήταν αποτέλεσμα της μωρίας τους, αποδείχθηκε πιο ταπεινωτική από εκείνη που θα προκαλούσε η κακοτυχία.  (5.111 – Οι Αθηναίοι στους Μηλίους)
Δεν αληθεύει πως θυσιάζει ευκολότερα τη ζωή του εκείνος που είναι δυστυχής και δεν ελπίζει σε καλύτερη τύχη. Την θυσιάζουν εκείνοι που κινδυνεύουν να εξευτελιστούν περισσότερο, αν προσπαθώντας να σώσουν τη ζωή τους νικηθούν. Για τον άνδρα με γενναίο φρόνημα χειρότερος είναι ο εξευτελισμός της δειλίας από τον γενναίο και απρόσμενο θάνατο. (2.43– Ομιλία Περικλή)
Συνήθως, οι πολιτείες που αποκτούν αιφνιδίως ευημερία, γίνονται αλαζονικές. Πιο ασφαλές είναι να έρχεται η ευημερία με μέτρο και όχι ξαφνικά στους ανθρώπους, και θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ευκολότερη η αντίσταση στις δυσχέρειες από τη διαφύλαξη της ευτυχίας (3.39 – Ομιλία Κλέωνα)
Εκείνοι που φοβούνται εξαιτίας της καχυποψίας τους, παρασύρονται προσωρινώς από ευχάριστα λόγια, αλλά όταν φτάσει η ώρα της δράσης, ενεργούν σύμφωνα με το συμφέρον τους  (6.83 – Εύφημος ο Αθηναίος στους Συρακούσιους)
Φαίνεται πως οι άνθρωποι όταν αδικούνται οργίζονται περισσότερο απ’ όταν δέχονται βία. Διότι στην πρώτη περίπτωση θεωρούν πως εξαπατήθηκαν από ισάξιό τους, ενώ στη δεύτερη υποτάσσονται σε ανώτερό τους. (1.77 – Ομιλία Αθηναίων)
Από τη φύση τους οι άνθρωποι υποχωρούν ευκολότερα σε έναν μετριοπαθή εχθρό και να αγωνίζονται πεισματικά εναντίον εκείνου που είναι ανένδοτος, ακόμα κι αν αυτό είναι παράλογο. (4.19 – πρέσβεις των Σπαρτιατών)
Η λήψη αποφάσεων
Στη λήψη ορθών αποφάσεων δύο είναι πιο βλαπτικά στοιχεία: η βιασύνη και η οργή. Η πρώτη συντροφεύεται από την ανοησία και η δεύτερη από την αμορφωσιά και την στενομυαλιά. (3.42 – Ομιλία Διοδότου)
Ο καλός πολίτης δεν πρέπει να εκφοβίζει εκείνους που έχουν αντίθετη γνώμη, αλλά να τους κερδίζει με επιχειρήματα. (3.42 – Ομιλία Διόδοτου)
Εκεί όπου προβλέπονται σπουδαία βραβεία για την ανδρεία, εκεί βρίσκονται οι άριστοι πολίτες. (2.46 – Επιτάφιος λόγος Περικλή)
«Εκείνος που γνωρίζει τι πρέπει να κάνει, αλλά δεν είναι ικανός να το εξηγήσει σαφώς στους άλλους, είναι σαν να μην έχει σκεφτεί τίποτα.
Εκείνος που έχει και τα δύο, αλλά δεν αγαπά την πατρίδα του, επίσης δεν μπορεί να συμβουλέψει ορθά.
Αν αγαπά και την πατρίδα του, αλλά δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στο χρήμα, για να το κερδίσει, μπορεί να πουλήσει τα πάντα.» (2.60 – Ομιλία Περικλή)
Η νεότητα και το γήρας, χωριστά το ένα απ’ το άλλο δεν κατορθώνουν τίποτα. Η δύναμη προέρχεται από την ανάμειξη της κρίσης του ανώριμου, του μέσου και του ακριβούς. (6.18 – Αλκιβιάδης στην Εκκλησία του Δήμου)
Ο Θουκυδίδης γεννήθηκε στον Άλιμο της Αθήνας, αλλά καταγόταν από τη Θράκη, όπου διέθετε μεγάλη πατρική περιουσία (κτήματα και χρυσωρυχεία). Ήταν συγγενής του ήρωα του Μαραθώνα, Μιλτιάδη και του Κίμωνα. Όταν ήταν 30 περίπου ετών, στα πρώτα χρόνια του πολέμου που περιγράφει, προσβλήθηκε και από τον μεγάλο λοιμό που οδήγησε στον θάνατο το 25% του πληθυσμού της Αθήνας. Ευτυχώς, ήταν από τους τυχερούς και επέζησε. Το 424 π.Κ.Χ, όταν, ως στρατηγός, απέτυχε να σώσει την Αμφίπολη από τους Σπαρτιάτες  οι Αθηναίοι τον εξόρισαν. Μεγάλη τύχη για εμάς, διότι στα είκοσι χρόνια της εξορίας του είχε όλο τον χρόνο να ταξιδέψει και να γράψει την πολύτιμη ιστορία του. Σύμφωνα με την παράδοση πέθανε, μάλλον από κάποια ασθένεια, το 399 π.Κ.Χ, τον ίδιο χρόνο που πέθανε ο Σωκράτης και ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αρχέλαος. Το πιθανότερο όμως είναι πως πέθανε τέσσερα χρόνια αργότερα, ενώ δούλευε ακόμα το βιβλίο του. Η τελευταία φράση που έγραψε ήταν «Όταν τελειώσει ο χειμώνας, μετά από αυτό το καλοκαίρι, ολοκληρώνεται το 21ο έτος του πολέμου». Δεν πρόλαβε να περιγράψει εκείνον τον χειμώνα, τον οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έξι χρόνια του πολέμου περιγράφει στην ιστορία του ο Ξενοφών.
Πηγή: Αντικλείδι

Οι 99 Νικημένοι Που Προηγήθηκαν Του Ενός. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

«Εμένα πάντως μου φαίνεται», λέει βραχνά, «πως παρ’ όλα αυτά δεν ξέρεις παρά μια και μοναδική ιστορία, παιδί μου, την ιστορία του εκατοστού πρίγκιπα, που καταφέρνει να λύσει το αίνιγμα. Δεν ξέρεις όμως τίποτα για τις ιστορίες των προηγούμενων ενενήντα εννέα που χάθηκαν, επειδή δεν τα κατάφεραν».
Όλοι γνωρίζουν την ιστορία του Οιδίποδα. Επειδή εκείνος έλυσε το αίνιγμα της Σφίγγας. Αν δεν τα είχε καταφέρει θα ήταν ένας απ’ τους προηγούμενους 99 που χάθηκαν, και ποτέ δεν μάθαμε το όνομα τους.
Ο πρίγκιπας έγινε βασιλιάς επειδή έλυσε το αίνιγμα. Όμως ποιοι ήταν εκείνοι που προηγήθηκαν; Είναι ανώνυμοι, αλλά είναι ασήμαντοι;
Θα μπορούσε να γραφτεί μια ιστορία για κάποιον που έφτασε ως τη Σφίγγα και ηττήθηκε. Ποιοι ήταν οι γονείς του, πώς μεγάλωσε, πώς του δημιουργήθηκε η ανάγκη να αναμετρηθεί με το τέρας; Ήταν ματαιοδοξία ή μήπως αλτρουισμός; Ή μπορεί να ήταν η οργή ενός ανθρώπου που βαρέθηκε το τέρας και αποφάσισε να το αντιμετωπίσει, ακόμα κι αν ήξερε πως θα χάσει.
Πώς τον έλεγαν αυτόν τον άνθρωπο, τον αριθμό 73 απ’ τα θύματα της Σφίγγας;
Τι του είπε η μητέρα του όταν ξεκινούσε για τη Θήβα; Μήπως είχε γυναίκα και παιδιά;
~~
Μπορεί να γύρισε στα παιδιά του και να τους είπε: «Έχω κουραστεί να ζω με τον φόβο. Ο φόβος δεν πρέπει στους ανθρώπους. Θα παλέψω μαζί της. Θα το κάνω για μένα -και για σας».
Η γυναίκα του τον παρακαλούσε, τα παιδιά έκλαιγαν, αλλά ο αριθμός 73 ξεκίνησε για τη Θήβα. Στο δρόμο συνάντησε πολύ κόσμο. Όταν τους έλεγε πού πήγαινε, τι πήγαινε να κάνει, του δίναν την ευχή τους, για να τα καταφέρει και να τους λυτρώσει όλους.
Μια χήρα τον έβαλε στο σπίτι της κάποιο βράδυ.
«Ο άντρας μου χάθηκε», του είπε. «Πήγε κι αυτός να προσπαθήσει να λύσει το αίνιγμα. Ήταν ο αριθμός 42. Ποτέ δεν γύρισε. Μείνε εσύ, γίνε εσύ ο άντρας μου».
Ο αριθμός 73 έγινε άντρας της για μια νύχτα. Μα το επόμενο πρωί συνέχισε.
~~
Κάποια στιγμή συνάντησε μια γριά, που δύσκολα έβλεπε.
«Είσαι ο γιος μου;» τον ρώτησε. Όταν άκουσε τη φωνή του δεν απογοητεύτηκε. Σαν να ήξερε.
«Ο γιος μου πήγε να λύσει το αίνιγμα», του είπε. «Ήταν ο αριθμός 25. Ποτέ δεν γύρισε. Αλλά δεν καταλαβαίνω. Απ’ όλους τους δρόμους του κόσμου, απ’ όλες τις πόλεις του κόσμου, γιατί διάλεξε να πάει εκεί;»
«Για να λύσει το αίνιγμα», της απάντησε ο 73.
«Και γιατί έπρεπε να το λύσει;»
«Γιατί υπάρχει».
Ο 73 συνέχισε, μέχρι που βρέθηκε στη σπηλιά ενός σοφού -κι ενός σκύλου.
«Εσύ, που είσαι σοφός», του είπε, «γιατί δεν πηγαίνεις να λύσεις το αίνιγμα της Σφίγγας;»
«Δεν είμαι σοφός», είπε εκείνος. «Ανόητος είμαι και τίποτα δεν ξέρω».
«Τότε γιατί όλοι σε λένε σοφό;»
«Επειδή γνωρίζω πως δεν ξέρω. Εκείνοι νομίζουν ότι ξέρουν. Έχουν μια απάντηση για όλα. Εγώ έχω μόνο ερωτήσεις».
«Άρα δεν μπορείς να με βοηθήσεις. Εγώ ψάχνω για την απάντηση».
«Σε ποια ερώτηση;»
«Δεν την ξέρω ακόμα».
«Δεν γνωρίζεις την ερώτηση και θες να σου πω την απάντηση;»
Ο σοφός γέλασε με το φαφούτικο στόμα του. Ο σκύλος του γάβγισε κι εκείνος.
~~{}~~
«Ο σκύλος μου ξέρει περισσότερα από μένα», είπε ο σοφός. «Αλλά εσύ είσαι χειρότερος κι απ’ τους άλλους που περάσαν. Ήρθε από δω ο αριθμός 19, καθώς κι ο 12. Εκείνοι είχαν προετοιμαστεί, χρόνια πολλά με τους σοφιστές. Ήξεραν να απαντάνε σε αινίγματα που δεν έχουν λύση. Ήταν σίγουροι πως θα τα καταφέρουν».
«Και δεν τα κατάφεραν;»
«Αν τα είχαν καταφέρει δεν θα ήταν μόνο αριθμοί. Θα ήξερες το όνομα τους κι ίσως να έγραφαν έργα γι’ αυτούς».
Ο αριθμός 73 σηκώθηκε και τίναξε τη σκόνη απ’ τα ρούχα του.
«Οπότε δεν μπορείς να με βοηθήσεις».
«Το έκανα ήδη».
«Πώς;»
«Γαβ!» έκανε ο σοφός
«Η απάντηση είναι… ο σκύλος;»
«Γαβ!»
Ο σκύλος τους κοιτούσε παραξενεμένος. Μετά χασμουρήθηκε και ξάπλωσε.~~
Ο αριθμός 73 περπάτησε κι άλλο, μέχρι που έπεσε σε καταιγίδα. Για να κρυφτεί μπήκε σε μια στάνη. Εκεί ήταν το πρόβατα, ένας βοσκός κι ένα παιδί με πρησμένα πόδια. Σαν του είπε πού πήγαινε, ο βοσκός κούνησε το κεφάλι.
«Δεν είσαι ο πρώτος», του είπε.
«Το ξέρω», απάντησε ο αριθμός 73.
«Θα είσαι ο τελευταίος;»
«Δεν ξέρω».
«Και δεν φοβάσαι;»
«Κουράστηκα να φοβάμαι».
Το παιδί με τα πρησμένα πόδια τον πλησίασε.
«Χθες είδα έναν πεθαμένο», του είπε.
«Συμβαίνει. Θα δεις κι άλλους.»
«Μου είπε ότι θα έρθεις».
«Ο πεθαμένος στο είπε;»
«Ναι».
«Πού τον είδες;»
«Στον ύπνο μου».
«Και πού με ήξερε;»
«Νομίζω ότι ήσουν εσύ», είπε το παιδί.
«Εγώ δεν έχω πεθάνει».
«Όχι ακόμα».
Ο βοσκός έβαλε στο αριθμό 73 τυρί και ψωμί να φάει.
«Παράξενο είναι το παιδί σου», του είπε σαν έφαγε.
«Δεν είναι δικό μου».~~
Το πρωί ο αριθμός 73 ξεκίνησε για να πηγαίνει. Το παιδί τον περίμενε στην πόρτα.
«Πώς σε λένε;» τον ρώτησε.
«Τι σημασία έχει; Μπορείς να με λες αριθμό 73».
«Δεν μ’ αρέσει. Οι άνθρωποι δεν είναι αριθμοί. Και τ’ αρνιά μας, όλα τα λέω με τ’ όνομα τους».
«Αλλά τα σφάζεις».
«Πρέπει να φάμε».
«Θα έσφαζες κι εμένα; Αν πεινούσες;»
«Δεν είσαι αρνί. Ούτε πρόβατο».
«Ναι, είμαι άνθρωπος».
Αυτό ο αριθμός 73 το είπε σαρκαστικά: «Ναι, είμαι άνθρωπος».
«Είσαι. Άνθρωπος», του είπε το παιδί.
«Να προσέχεις τον πατέρα σου», του είπε ο αριθμός 73 κι έφυγε.
«Δεν είναι. Πατέρας μου».
Έτσι είπε το αγόρι.~~
Λίγες ώρες μετά ο αριθμός 73 έφτασε στα τείχη της Θήβας. Εκεί καθόταν η Σφίγγα και ρωτούσε. Κι όποιος δεν ήξερε να απαντήσει έπεφτε στα νύχια της.
«Τι είναι…» ξεκίνησε να λέει το τέρας.
«Δεν ξέρω», την έκοψε ο αριθμός 73, πριν ν’ ακούσει το αίνιγμα.
«Τότε θα πεθάνεις», του είπε η Σφίγγα, και τέντωσε τα φτερά της για να πετάξει.
«Θα πεθάνω εγώ, κι άλλοι 26. Μπορεί περισσότεροι. Αλλά χωρίς εμάς δεν θα μπορούσε να έρθει ο εκατοστός».
«Ο πρώτος που ήρθε, ο αριθμός 1, μου είπε τα ίδια λόγια. Αλλά εσείς συνεχίζετε να ‘ρχεστε».
«Και θα συνεχίσουμε. Μέχρι που κάποιος θα λύσει το αίνιγμα. Κι αυτό θα γίνει. Όποιο κι αν είναι. Γιατί δεν υπάρχουν ερωτήσεις χωρίς απάντηση.»
«Άλλο σου είπε ο σοφός».
«Πού τον ξέρεις τον σοφό και τι λέει;»
«Αυτός σκέφτηκε το αίνιγμα», του είπε η Σφίγγα και του όρμηξε.
~~{}~~
Έτσι πέθανε ο αριθμός 73. Και πέρασαν πολλα χρόνια, μέχρι να μεγαλώσει το παιδί που όλοι ξέρουν και το λένε Οιδίποδα.
Πηγή: Αντικλείδι. 
Aνιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος

Mαρία Κάλλας: Η κορυφαία όλων των εποχών. Δεν είμαι ούτε άγγελος, αλλά ούτε διάβολος. Είμαι μια γυναίκα. η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Αφιέρωμα στη ζωή και στην τέχνη της απόλυτης ντίβας, Μαρίας Κάλλας, που γεννήθηκε σαν σήμερα στις 2 Δεκεμβρίου του 1923.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
Κορυφαία προσωπικότητα, ελληνικός μύθος, η σημαντικότερη - ίσως- λυρική τραγουδίστρια του περασμένου αιώνα, που εξακολουθεί να λατρεύεται από εκατομμύρια φανατικών τριανταεννέα χρόνια από το θάνατό της. Ερωτευμένη με τον διασημότερο Έλληνα, τον Αριστοτέλη Ωνάση, μια εξίσου κορυφαία προσωπικότητα που συνεχίζει να γοητεύει , παρά το τραγικό του τέλος. Η καλύτερη όπερά της είναι η ίδια της η ζωή. Παραμυθένια, μελοδραματική και τραγική, μέσα από μια εντυπωσιακή διαδρομή από την άνοδο προς την πτώση.
Δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από τη θρυλική ντίβα της ‘Οπερας, Μαρία Κάλλας.


Είναι αρχές της δεκαετίας του ‘50. Η Μαρία Κάλλας βρίσκεται στο απόγειο της δόξας της και παρακολουθεί μια παράσταση σε ένα καμπαρέ στο Μόντε Κάρλο. Το θέαμα κυλά κανονικά. Έρχεται όμως η  στιγμή που ο κομπέρ αναγγέλει μια καλλιτέχνιδα ως τη “Μαρία Κάλλας του στριπτίζ.” Εκείνη τη στιγμή, η αληθινή Μαρία Κάλλας σηκώνεται από τη θέση της και εξαφανίζεται μέσα στη νύχτα. Την επόμενη μέρα, οι εφημερίδες γράφουν ότι έφυγε ιδιαίτερα εξοργισμένη. Εκείνη σχολιάζει ότι έφυγε γιατί βρήκε το θέαμα πληκτικό. Αργότερα, σε μια συνέντευξη στην εφημερίδα Times, λέει για το επεισόδιο στο Μόντε Κάρλο:”οι εφημερίδες όλου του κόσμου θεώρησαν το γεγονός αυτό πιο σημαντικό από την πρεμιέρα του ‘Πολύευκτου’. Τόσο πολύ έχουμε χάσει την αίσθηση των αξιών.”
Αυτή η χαμένη αίσθηση των αξιών ήταν και η χαμένη αίσθηση του μέτρου για τη Μαρία Κάλλας. Αυτό το μέτρο που έλειπε από τις εκδηλώσεις των θαυμαστών της, των δημοσιογράφων, των παπαράτσι, γενικά των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε κάθε της εμφάνιση στη σκηνή αλλά και έξω από αυτή.


Ποιά ήταν η Μαρία Κάλλας;
Η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου γεννήθηκε στις 2 ή στις 4 Δεκεμβρίου- δεν είναι βέβαιη η ημερομηνία- στο νοσοκομείο Flower της Νέας Υόρκης, εν μέσω μιας φοβερής χιονοθύελλας. Ίσως αυτός ήταν ένας οιωνός για τη θυελλώδη ζωή που θα ζούσε. Ήταν το τρίτο παιδί της οικογένειας. Οι γονείς της - Γιώργος και Ευαγγελία Καλογεροπούλου- μετανάστες στην Αμερική από το Μελιγαλά της Πελοποννήσου, έχουν αποκτήσει ακόμα δύο παιδιά. Την Τζάκι και ένα αγόρι που χάνουν στα τρία του χρόνια.
Ο πατέρας της εργάζεται ως υπάλληλος και κατότπιν ανοίγει δικό του φαρμακείο, φέρνοντας έτσι στην οικογένεια αρκετή οικονομική άνεση. Δυστυχώς αυτή μετριάστηκε μετά από το κραχ του 1929.
Στα χρόνια της Αμερικής, η οικογένεια μετακομίζει γύρω στις επτά φορές στο Hells Kitchen του Μανχάταν, στο Riverside Drive. Καταλήγουν τελικά σε ένα άνετο διαμέρισμα του Walsington Heigts στο Μανχάταν. H μητέρα της είναι μια γυναίκα με ιδιαίτερα δυναμικό χαρακτήρα και είναι εκείνη που ανακαλύπτει το θείο δώρο της φωνής της κόρης της σε αρκετά τρυφερή ηλικία.
“Δεν θυμάμαι, πια, καθόλου σε ποιά στιγμή υποπτεύθηκα, για πρώτη φορά, ότι η κόρη μου, Μαρία, είχε μια φωνή ονειρεμένη. Σε ηλικία τεσσάρων ετών με εξέπληξε. Είχαμε μία πιανόλα, την οποία η Μαρία λάτρευε να ακούει. Εκείνη την ημέρα, η Τζάκι ήταν σχολείο και εγώ ήμουν στην κουζίνα, φτιάχνοντας ψωμί, όταν άκουσα την πιανόλα και έτρεξα στο σαλόνι, για να δω ποιός μπορεί να την έκανε να παίζει. Ήταν η Μαρία, η οποία είχε κουλουριαστεί κάτω από την πιανόλα και πατούσε τα πεντάλ με τα χέρια της, γιατί ήταν ακόμα πολύ μικρή για να κάθεται στο σκαμνί και να τα φτάνει με τα πόδια της. Άκουγε τη μουσική που έβγαζε, με το στόμα μισάνοιχτο και τα μαύρα μάτια της έλαμπαν...” γράφει η μητέρα της στο βιβλίο της “Κάλλας, η κόρη μου” που κυκλοφορεί το 1960.

Ο πατέρας της διηγείται πως η κόρη του τραγουδούσε από τότε που ήταν στην κούνια, “εξαπολύοντας φωνητικές ασκήσεις και ψηλές νότες, τόσο ασυνήθιστες για ένα νήπιο, που ως και οι γείτονες έμεναν άναυδοι.”
Η μητέρα της Μαρίας είναι λάτρης του λυρικού τραγουδιού και μπορεί εύκολα να αντιληφθεί το θησαυρό που κρύβει η κόρη της. Αποφασίζει λοιπόν, χωρίς να την πιέσει να καλλιεργήσει το μοναδικό της ταλέντο.
“Μόλις συνειδητοποίησε τα φωνητικά μου προσόντα, αποφάσισε να με κάνει παιδί θαύμα”, λέει η Μαρία.
Στη ζωή του ταλαντούχου κοριτσιού μπαίνουν αμέσως οι δάσκαλοι φωνητικής και τα ωδεία, εκτοπίζοντας κάθε άλλη δραστηριότητα της ηλικίας.Η φωνή της χαρακτηρίζεται μοναδική. Είναι ο τύπος της σοπράνο sfogato, δηλαδή της υψιφώνου που εκμεταλλεύεται όλο το δυναμικό φάσμα των τριών οκτάβων.
Η αγάπη της Μαρίας για τη μουσική είναι έμφυτη. Όπερες που ξεχωρίζει η “Αίντα” και η “Τόσκα”.
Οι εντυπώσεις για το χάρισμα της μικρής Ελληνοπούλας δεν αργεί να εκδηλωθεί. Ο δάσκαλός της στη Wadsworth Avenue της Νέας Υόρκης, λέει για τη μαθήτρια του :Έχεις ένα αηδόνι στο λαιμό σου”,ενώ οι συμμαθήτριές της υπογράφουν στο λεύκωμα τις ευχές “στη μέλλουσα μεγάλη τραγουδίστρια”.
Η Κάλλας δηλώνει πως μόνο όταν τραγουδά νιώθει ότι την αγαπούν.
“Η αδελφή μου ήταν λεπτή, όμορφη και φιλική και η μητέρα μου την προτιμούσε πάντα. Εγώ ήμουν το ασχημόπαπο. Η μητέρα μου δεν μου έδινε σημασία και δεν μου έλεγε ποτέ μια καλή κουβέντα. Για να την κάνω να με προσέξει έπρεπε να τραγουδώ. Ήξερα πως είχα ωραία φωνή και μου έκανε καλό να προκαλώ θαυμασμό όταν τραγουδούσα. Έτσι, το τραγούδι έγινε προοδευτικά το φάρμακο κατά των συμπλεγμάτων μειονεξίας που ένιωθα” λέει σε συνέντευξή της στο περιοδικό “Time”το 1956.
Η Μαρία είναι μελαχρινή, παχουλή και όχι ιδιαίτερα όμορφη και αυτό το γεγονός την κάνει να νιώθει ανταγωνιστικά για την μεγαλύτερη και  όμορφη Τζάκι.
Ωστόσο, οι σχέσεις μητέρας και κόρης γίνονται περίπλοκες από νωρίς με αποτέλεσμα η ενήλικη Κάλλας να διακόψει κάθε δεσμό με τη μητέρα της. “Ποτέ δεν θα τη συγχωρέσω που μου στέρησε την παιδική μου ηλικία. Όλα εκείνα τα χρόνια που θα έπρεπε να μεγάλωνα παίζοντας, είτε τραγουδούσα, είτε κέρδιζα χρήματα. Όλα όσα έκαναν εκείνοι για εμένα ήταν βασικά κακά.” δηλώνει στο “Time”.
Με τον πατέρα της είχε καλή σχέση. “Πάντα έπαιρνα το μέρος του. Ήμουν η προτίμησή του, όταν ήμουν παιδί. Ίσως και πάντοτε. Θυμάμαι που, ο πατέρας μου διηγιόταν ότι, όταν περνούσαμε από ένα περίπτερο με παγωτά, σταματούσα ξαφνικά και τραβούσα το σακάκι του, χωρίς να πω λέξη. Κοιτούσα εκείνον και τα παγωτά. Σε λίγο καταλάβαινε, αλλά εξακολουθούσε να παίζει το παιχνίδι και να με ρωτάει :”Tί θέλεις; Δεν θα μου πεις; Και δεν του έλεγα τίποτα. Μόνο τον κοιτούσα τρομερά επίμονα.” λέει για εκείνον.
Όταν το 1937 η Ευαγγελία Καλογεροπούλου εγκαταλείπει τον Γιώργο Καλογερόπουλο κι επιστρέφει στην Ελλάδα, παίρνοντας μαζί τις κόρες της, ανάμεσα στη Μαρία και τη μητέρα της επέρχεται μια ρήξη που δεν θα γεφυρωθεί ποτέ.
Στην Αθήνα που εγκαταστέκονται, ξεκινά μαθήματα τραγουδιού στο  Εθνικό Θέατρο με δασκάλα τη Μαρία Τριβελλά και γρήγορα κερδίζει  την προσοχή της διάσημης Ισπανίδα σοπράνο του μεσοπολέμου, Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, η οποία ζει στην Αθήνα. Εκείνη μυεί τη νεαρή Κάλλας στα μυστικά της μεγάλης τέχνης του τραγουδιού, διαμορφώνοντας το μουσικό της γούστοα. Τραγουδά για πρώτη φορά άριες, όπως τη “Νόρμα” και την “Υπνοβάτιδα” του Μπελίνι. Όπερες που θα την κάνουν διάσημη αργότερα.
Η μητέρα της γράφει στο βιβλίο της : Ο βαθύτονος Νίκος Μοσχονάς, ο οποίος είχε τραγουδήσει στη Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης και είχε ακούσει την “Αίντα” μου είχε πει:’Kυρία Κάλλας, σε δεκατέσσερα χρόνια, η κόρη σας θα είναι διάσημη και θα κολυμπάτε στο χρυσάφι.”
Την ίδια χρονιά με τη βοήθεια της Ιντάλγκο, προσλαμβάνεται στην Εθνική Λυρική Σκηνή και το 1941 τραγουδά για πρώτη φορά επαγγελματικά στην οπερέτα “Βοκκάκιος” του Σουπέ. Ένα χρόνο μετά, ερμηνεύει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην “Τόσκα” του Πουτσίνι.
“Το καλοκαίρι του 1941 προσλαμβάνεται ως πρωταγωνίστρια του θιάσου του Βασιλικού θεάτρου. Ήταν μόλις 17 ετών! Τα μεγαλύτερα σε ηλικία μέλη του θιάσου, κυρίως οι γυναίκες, ήταν έξαλλοι από θυμό και θα τη σκότωναν ευχαρίστως. Η Μαρία δεν έκανε καμία προσπάθεια να τους κατευνάσει, αφού τσακωνόταν συνεχώς μαζί τους.” διηγείται η μητέρα της.
Η Μαρία πρωταγωνιστεί στο “Φιντέλιο” του Μπετόβεν και η επιτυχία της είναι μεγάλη. Ωστόσο, η αντιζηλία, ο πόλεμος των συναδέλφων της και η μετριότητα των παραστάσεων της Λυρικής την οδηγούν στην απόφαση να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να ξανασυναντήσει τον πατέρα της στην Αμερική.

Η Κάλλας βρίσκεται επιτέλους στη γη της αφθονιάς μετά την πείνα της Κατοχής.
“Από την Ελλάδα έφυγα πικραμένη. Οι υπεύθυνοι δεν θέλησαν να αναγνωρίσουν το ταλέντο μου, όσο πραγματικά άξιζε. Ξενυχτούσα για να μελετώ, αλλά έμενα στο περιθώριο. Δεν κρατώ, ωστόσο, σε κανέναν κακία...” δηλώνει η Κάλλας.
Λέγεται, μάλιστα, πως λέει στο διευθυντή της Metropolitan Opera. “Εγώ είμαι η μεγαλύτερη τραγουδίστρια του κόσμου και, μια μέρα, θα έρθετε στα γόνατα να με παρακαλέσετε να τραγουδήσω, αλλά εγώ πάλι θα σας πω όχι!”
Εκείνη την περίοδο είναι που η Μαίρη Καλογεροπούλου γίνεται Μαρία Κάλλας.
Η ακρόασή της από τον Έντουαρντ Τζόνσον, διευθυντή της Όπερας, φέρνει την προσφορά δύο ρόλων στα έργα "Φιντέλιο" του Μπετόβεν και “Μαντάμ Μπατερφλάιτου Πουτσίντι. Η Κάλλας απορρίπτει τους ρόλους. Δε θέλει να τραγουδήσει τον "Φιντέλιο" στα αγγλικά, ενώ αισθάνεται πολύ εύσωμη ώστε να ερμηνεύσει την αιθέρια "Μπάτερφλάι".
Η γνωριμία της με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάννι Τζενατέλλο την οδηγεί στην Ιταλία. Εκεί στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη "Τζοκόντα" του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το "Τριστάνος και Ιζόλδη" στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τούλιο Σεραφίν. Την ίδια χρονιά τη ζητούν για ακρόαση για το ρόλο της “Τζοκόντα” στο ομώνυμο έργο του Πονκιέλι, που είναι να ανέβει το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στη μεγάλη ρωμαική αρένα της Βερόνας.
Ο βετεράνος Τούλιο Σέραφιν είναι ο διευθυντής της ορχήστρας τον οποίο η Κάλλας θαυμάζει από παιδί. Γίνεται ο μέντοράς της και τη βοηθά να τελειοποιήσει τη φωνή της.
Εκείνη η πρώτη της εμφάνιση στη Βερόνα σηματοδοτεί και την είσοδο στη ζωή της του μουσικόφιλου Ιταλού βιομήχανου Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι. Δηλώνει πως την ερωτεύεται με την πρώτη ματιά, αψηφώντας τα εικοσιοχτώ χρόνια που τους χωρίζουν. Την Κάλλας την ελκύουν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άντρες που είναι προστατευτικοί απέναντί της.
Λίγο πριν το τέλος της ζωής της λέει: “Αγάπησα τον Μενεγκίνι ,περισσότερο όμως όπως η κόρη που αγαπάει τον πατέρα της”.
Παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Εκείνος γενναιόδωρος και γοητευτικός, γίνεται ο προσωπικός της ιμπρεσάριος κι ασκεί καταλυτική επιρροή στην καριέρα της.Μέσα σε λίγα χρόνια, η Μαρία Κάλλας είναι η πιο διάσημη σοπράνο με εκατομμύρια θαυμαστές σε ολόκληρο τον κόσμο.
 Ο Μενεγκίνι την υποβάλλει σε εξαντλητική δίαιτα με σκοπό να αποβάλλει τα κιλά που βαραίνουν τη σιλουέτα της  και την αποτρέπει από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρέχει. Η Κάλλας μεταμορφώνεται σε μια σαγηνευτική ντίβα.
Εκείνη διηγείται: Ένας Ιταλός κριτικός, έγραψε , μετά από μία παράσταση της “Αΐντα” που έδωσα στη Βερόνα, πως του ήταν αδύνατο να βρει τη διαφορά ανάμεσα στα πόδια των ελεφάντων, που ήταν πάνω στη σκηνή, και στα πόδια της “Αΐντα”, την οποία έπαιζα εγώ.

 Έκλαιγα με πικρά δάκρυα, για πολλές μέρες όταν διάβασα αυτό το άρθρο. Ήταν πολύ σκληρό. Απαίσιο. Θυμάμαι ότι την ίδια εποχή, είχα υπογράψει συμβόλαιο να τραγουδήσω τη “Λουτσία ντι Λαμερμούρ” και οι φίλοι μου γελούσαν συχνά και έλεγαν: ‘Eσύ Λουτσία;’ Mα αυτό είναι αδύνατη. Είσαι πολύ παχιά. Έτσι, κατέφυγα σε ένα γνωστό ειδικό γιατρό, στο Παρίσι, ο οποίος μου έκανε μία σειρά από ενέσεις και ηλεκτρικά μασάζ. Ήταν μία επίπονη διαδικασία που χρειάστηκε θυσίες, αλλά είχα αποφασίσει να αδυνατίσω και το πέτυχα.”

Η δραματική αλλαγή στην εμφάνισή της, σε συνδυασμό με την προσωπικότητα και το εξαιρετικό της ταλέντο, την κάνουν προσφιλή στις τάξεις του διεθνούς τζετ σετ.
Τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.
Στις 7 Δεκεμβρίου 1951 η Κάλλας ανοίγει τη σαιζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με τους "Σικελικούς Εσπερινούς". Πρόκειται για εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Για τα επόμενα επτά χρόνια, η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων. Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της "Τραβιάτα" του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι.
Εμφανίζεται στοCovent Garden, τη Metropolitan Opera και τη Σκάλα, ηχογραφεί για την EMI. Φήμες θέλουν την πριμαντόνα ιδιαίτερα απαιτητική.
Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίζεται για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως "Νόρμα" στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι. Μέσα από διάφορες κοσμικές διασυνδέσεις που φροντίζει ο Μενεγκίνι - και πιο συγκεκριμένα μέσω της δημοσιογράφου και κοσμικής, Έλσα Μάξγουελ- συναντά τον άνδρα που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα ζωή της και η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πιο συζητημένες σχέσεις στην ιστορία. Τον Αριστοτέλη Ωνάση.

 Ένα χρόνο αργότερα,  επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών
“Στις φλέβες μου κυλά ελληνικό αίμα”δηλώνει η Κάλλας...
Τον Ιούνιο του 1960, εκδίδεται στην Αλαμπάμα το διαζύγιο του Αριστοτέλη Ωνάση και της Τίνας Λιβανού. Το ίδιο καλοκαίρι, ο μεγιστάνας και η ντίβα της Όπερας, κυκλοφορούν αχώριστοι στο Μόντε Κάρλο και συμπεριφέρονται σαν νιόπαντροι.
Κάποιοι βιογράφοι του Ωνάση ισχυρίζονται ότι ο δεσμός τους ξεκίνησε ουσιαστικά στο Λονδίνο. Ο Πίτερ Έβανς στο βιβλίο του “Ωνάσης” αναφέρει: η Μαρία και ο Ωνάσης τα είχαν κανονίσει (για την κρουαζιέρα) μερικές εβδομάδες πριν, σε μυστικά ραντεβού στο Λονδίνο, όπου και είχαν γίνει εραστές” .
Αρκετά χρόνια αργότερα, κάποιος δημοσιογράφος περιγράφει την κρουαζιέρα αυτή ως ένα “καταραμένο ταξίδι”. Ο Μενεγκίνι θυμάται την αρχή αυτού του ταξιδιού λέγοντας : Έτσι ξεκίνησε μια τραγική περιπέτεια.”
Στις 24 Αυγούστου του 1960, η Μαρία Κάλλας ερμηνεύει στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Νόρμα του Βιντσέντζο Μπελίνι. Τη στιγμή που τραγουδά την άρια "Κάστα ντίβα"αφήνονται στην ορχήστρα δύο λευκά περιστέρια, προκαλώντας θύελλα χειροκροτημάτων. Ο ενθουσιασμός του κοινού ήταν τόσο μεγάλος που καλούν την Κάλλας δέκα φορές στη σκηνή. Τα σκηνικά, στην ιστορική αυτή παράσταση, υπογράφει ο Γιάννης Τσαρούχης, τα κοστούμια φιλοτεχνεί ο Αντώνης Φωκάς και η σκηνοθεσία ήταν του Αλέξη Μινωτή. Τη σύμπραξη της Μαρίας Κάλλας με την Εθνική Λυρική Σκηνή διευθύνει από το πόντιουμ ο Τούλιο Σεραφίν.

Στις 6 Αυγούστου του 1961, η Μαρία Κάλλας ερμηνεύει στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Μήδεια του Λουίτζι Κερουμπίνι με την Εθνική Λυρική Σκηνή, όπου συμμετέχουν περισσότερα από 200 πρόσωπα. Για ακόμα μια φορά η μεγάλη καλλιτέχνιδααποθεώνεται από τους 17.000 θεατές της βραδιάς. Ανάμεσα στους οποίους είναι ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Προεδρίας Κωνσταντίνος Τσάτσος, η κοσμικογράφος Έλσα Μάξγουελ, ο πρίγκιπας Πέτρος του Μονακό και άλλοι.  Κι έρχεται η σειρά της Σκάλας του Μιλάνου, τον Δεκέμβριο.
Ο Αλέξης Μινωτής στο βιβλίο του “Μακρινές Φιλίες”γράφει: "Πολλές αναποδιές και δυσκολίες τεχνικές και ψυχολογικές στην αρχή των δοκιμών, αλλά όταν η Κάλλας ήρθε στην πρόβα, όλα πήγαν μέλι-γάλα", σημειώνει "Στο τέλος όλοι αναγνώρισαν πως η παράσταση αυτή ήταν ίσως η καλύτερη που έγινε ποτέ στη Σκάλα του Μιλάνου"
Τον Ιανουάριο του 1964, ο Φράνκο Τζεφιρέλι πείθει τη Μαρία Κάλλας  συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της "Τόσκα"στη σκηνή του Covent Garden. Μια παράσταση που εκθειάζεται από τους κριτικούς. Την ίδια χρονιά ακολουθεί  νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη "Νόρμα". Αν και υπάρχουν κάποια φωνητικά προβλήματα, το παρισινό κοινό την υποδέχεται θερμά. Ήταν, ίσως, ο αγαπημένος ρόλος της θρυλικής λυρικής τραγουδίστριας...
Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Κόβεντ Γκάρντεν με την "Τόσκα" σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Το 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτό τον τρόπο λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι.

Σύμφωνα με αρκετούς βιογράφους της Κάλλας και του Ωνάση, η κρίσιμη στιγμή για τη σχέση τους έρχεται το 1966. Τότε, φημολογείται πως η μεγάλη ντίβα μένει έγκυος και ο εφοπλιστής της ζητά να κάνει τεχνητή άμβλωση, απειλώντας την πως διαφορετικά θα διέκοπτε τη σχέση τους. Η Κάλλας υπακούει αλλά δεν τον συγχωρεί ποτέ. Ήθελε τόσο πολύ να αποκτήσει ένα παιδί- το παιδί του Αριστοτέλη.
Σύμφωνα, όμως, με την έρευνα του Νίκου Γκατζογιάννη, η πραγματικότητα ήταν αρκετά διαφορετική.
Η φίλη της Νάντια Στάνσιοφ αναφέρει στο βιβλίο της “Callas remembered” Στην αρχή δεν ήθελα να πιστέψω πως σοβαρολογούσε ο Αριστοτέλης. Μου είπε ‘δεν θέλω να κάνεις παιδί! Τί να το κάνω άλλο ένα παιδί; Έχω ήδη δύο!’ Η απόφαση ήταν βασανιστική. Όπως ξέρεις, Νάντια, δεν πιστεύω στην έκτρωση. Μου πήρε σχεδόν τέσσερις μήνες για να αποφασίσω. Πόσο πιο γεμάτη θα ήταν η ζωή μου αν του είχα αρνηθεί.”
Σύμφωνα με τον Γκατζογιάννη, η Κάλλας έμεινε έγκυος όχι το 1966 αλλά το 1969 και όχι μόνο δεν κάνει έκτρωση αλλά στις 30 Μαρτίου της ίδιας χρονιάς, φέρνει στον κόσμο το γιο του Αριστοτέλη. Δυστυχώς τον χάνει από φυσικά αίτια την ίδια μέρα.
Η Κάλλας είναι πεπεισμένη ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν. Αυτό δεν έγινε ποτέ. Σταδιακά ο δεσμός τους αρχίζει να γίνεται προβληματικός και οι συναντήσεις τους αραιώνουν. Ο μεγιστάνας έχει ήδη εντοπίσει τον επόμενο στόχο του, που είναι πολύ υψηλός.  Θέλει να “κατακτήσει” την Αμερική την οποία εκπροσωπεί σε απόλυτο βαθμό η χήρα του Αμερικανού Προέδρου. Στις 20 Οκτωβρίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκι.Εκείνο το απόγευμα, η Μαρία Κάλλας - η γυναίκα που ερωτεύτηκε και αγάπησε ίσως όσο καμία άλλη τον Ωνάση - ανοίγοντας την τηλεόραση, ακούει από τον εκφωνητή ειδήσεων να μιλά για το γάμο του Αριστοτέλη και της Τζάκι. Δεν θέλει να πιστέψει αυτά που ακούει, είναι όμως πέραγια πέρα αληθινά... Η κορυφαία υψίφωνος βυθίζεται σε κατάθλιψη...

Το 1969 εγκαταλελειμένη από τη φωνή της, στρέφεται στον κινηματογράφο. γυρίζει σε ταινία τη "Μήδεια" του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. Η ταινία, δυστυχώς, δεν έχει τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες. Στις 25 Μαΐου 1970 μεταφέρεται στο νοσοκομείο και φημολογείται ότι επιχειρεί να αυτοκτονήσει λαμβάνοντας μεγάλη δόση βαρβιτουρικών.
Το 1973 σκηνοθετεί στο Τορίνο μαζί με τον Τζουζέπε ντι Στέφανο το έργο "Σικελικοί Εσπερινοί" (I Vespri Siciliani) και την ίδια χρονιά ξεκινά μαζί του μια παγκόσμια καλλιτεχνική περιοδεία.
Στις 8 Δεκεμβρίου η Κάλλας τραγουδά στην Όπερα των Παρισίων, όπου το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές καταχειροκροτώντας την. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαππόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
“Έζησα για την τέχνη, έζησα για τον έρωτα” ήταν το μότο της Κάλλας, από την αγαπημένη της άρια. Όταν την εγκατέλειψαν και τα δύο, για ποιό λόγο ζούσε πια;
Η Μαρία Κάλλας περνά στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Η κηδεία της γίνεται στις 20 Σεπτεμβρίου.
Σύμφωνα με τους Ιταλούς φωνίατρους Φράνκο Φούσι και Νίκο Παολίλο,  η θρυλική ντίβα της Όπερας, υπέφερε από δερματομυοσίτιδα, μία εκφυλιστική νόσο που φθείρει τους μυς και τους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του λάρυγγα. Αυτό ίσως εξηγεί και τη συνεχή παρακμή του μεγαλείου της φωνής της, που είχε αρχίσει να γίνεται αισθητή από τις αρχές της δεκαετίας του ’60. Σύμφωνα με την επίσημη ιατρική έκθεση, ο θάνατος της  οφειλόταν σε καρδιακή ανακοπή. Οι δύο Ιταλοί επιστήμονες εξηγούν ότι η θεραπεία για τη δερματομυοσίτιδα βασίζεται σε κορτιζονούχα και ανοσοκατασταλτικά σκευάσματα, τα οποία είναι πιθανό να επιφέρουν σταδιακά καρδιακή ανεπάρκεια.
Επιθυμία της ήταν το σώμα της να αποτεφρωθεί. Χρειάζεται να περάσουν σχεδόν δύο χρόνια, μέχρι η τέφρα της θρυλικής ντίβας, να βρει την τελευταία της κατοικία.  Και σκορπιζεται στο Αιγαίο... Εκεί.. Στη θάλασσα που αποτέλεσε σκηνικό του μεγάλου έρωτά της με τον Ωνάση.
Ελάχιστοι έχουν δώσει τόσα στην τέχνη τους όσα η πρώτη ντίβα του λυρικού τραγουδιού. Μια γυναίκα με ολύμπιο ταλέντο, γοητευτική, με προσωπική ζωή που αντικατοπτρίζει την τραγική πορεία των ηρωίδων που ενσαρκώνει. Ένας μύθος που έκανε όλους τους Έλληνες υπερήφανους.
Σπουδαίες ρήσεις της Μαρίας Κάλλας...

Ή είσαι γεννημένος καλλιτέχνης ή δεν είσαι. Και παραμένεις καλλιτέχνης, αγαπητέ, ακόμα κι αν η φωνή σου είναι χαμηλότερη από πυροτεχνήματα. Ο καλλιτέχνης είναι πάντοτε εκεί.”
"Όταν μουσική αποτυγχάνει να συμφωνήσει με το αυτί, ώστε να απαλύνει το αυτί και την καρδιά και τις αισθήσεις, τότε έχει χάσει το στόχο."
“Μη μου μιλάς για κανόνες. Όπου πάω, εγώ φτιάχνω τους κανόνες.”
"Δεν είμαι άγγελος και δεν προσποιούμαι ότι είμαι. Αυτός δεν είναι ένας από τους ρόλους μου. Αλλά δεν είμαι ούτε διάβολος. Είμαι μια γυναίκα και μια σοβαρή καλλιτέχνης, και θα ήθελα έτσι να κριθώ."
"Ήμουν πάντα πολύ ώριμη για την ηλικία μου - και όχι πολύ ευτυχισμένη. Δεν είχα παιδικές φίλες. Θα ήθελα να μπορούσα να επανέλθω σ᾽ εκείνες τις ημέρες. Αν μπορούσα μόνο να τα ξαναζήσω όλα πάλι, πόσο θα ήθελα να παίξω και να χαρώ με άλλες κοπέλες! Πόσο ανόητη ήμουνα..."

"Ή είσαι γεννημένος καλλιτέχνης ή δεν είσαι. Και παραμένεις καλλιτέχνης, αγαπητέ, ακόμα κι αν η φωνή σου είναι χαμηλότερη από πυροτεχνήματα. Ο καλλιτέχνης είναι πάντοτε εκεί. "
"Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει επί σκηνής. Κάτι άλλο φαίνεται να με καταλαμβάνει."
"Μια όπερα ξεκινά πολύ πριν σηκωθεί η κουρτίνα και τελειώνει πολύ αργότερα αφότου έχει κατέβει. Ξεκινάει στη φαντασία μου, γίνεται η ζωή μου, και παραμένει μέρος της ζωής μου για πολύ καιρό αφότου έχω εγκαταλείψει το κτίριο της όπερας."
"Θα ήθελα να είμαι η Μαρία, αλλά υπάρχει η Κάλλας που απαιτεί να κρατώ την αξιοπρέπειά της."
"Δεν χρειάζομαι τα χρήματα, αγαπητέ. Εργάζομαι για την τέχνη." 

Πηγή: http://www.klik.gr
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.

Σόλων, ο σοφός που πολέμησε την υπερβολή. ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Η αρπαγή της γης ήταν συνηθισμένο φαινόμενο στην Αθήνα του έβδομου π.Χ. αιώνα. Στα δικαστήρια, κέρδιζε όποιος είχε χρήματα να δωροδοκήσει τους δικαστές. Η προμήθεια έδινε κι έπαιρνε κι είχε ημιεπίσημα οριστεί στο 10%. Γι’ αυτό και τους δικαστές που δε δέχονταν να δωροδοκηθούν, τους έλεγαν αδέκαστους: Χωρίς το ένα δέκατο, χωρίς το 10%. Η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, οι ξεσηκωμοί των αδικημένων διαδέχονταν ο ένας τον άλλο και ουσιαστικά βασίλευε η αναρχία και τι δίκιο του πιο δυνατού.

Η αυστηρή νομοθεσία του Δράκοντα (621 π.Χ.) δεν καλυτέρευσε τα πράγματα, καθώς η αριστοκρατία την χρησιμοποίησε για το δικό της συμφέρον. Μια ακόμα εξέγερση (616 ή 612 π.Χ.) ενός Κύλωνα πνίγηκε στο αίμα. Οι οπαδοί του σφάχτηκαν, αν και είχαν καταφύγει ικέτες σε ναό. Ένας λοιμός, που έπεσε στην πόλη, ερμηνεύτηκε ως θεία δίκη για το «Κυλώνειον άγος», όπως ονομάστηκε.
Ο επώνυμος άρχοντας Μεγακλής, της οικογένειας των Αλκμεωνιδών, θεωρήθηκε υπεύθυνος της σφαγής κι εξορίστηκε με όλη την οικογένειά του, ενώ ο σοφός Επιμενίδης ο Κρης κλήθηκε να εξαγνίσει την πόλη. Ο Επιμενίδης έκανε τον καθαρμό αλλά και πρότεινε στους Αθηναίους να αναθέσουν στον φίλο του, σοφό έμπορο Σόλωνα, να φτιάξει νέους νόμους. Ήταν το 594 π.Χ.
Όταν ο Σόλων προτάθηκε να γίνει νομοθέτης με δικτατορικές εξουσίες, ανήκε ήδη στη γενιά των σαραντάρηδων που πολλά υπόσχονταν στον πολιτικό στίβο της εποχής. Γεννήθηκε το 639 π.Χ. από πατέρα κατευθείαν απόγονο του θρυλικού τελευταίου βασιλιά Κόδρου (και μακρινού απόγονου του θεού Ποσειδώνα). Γεννήθηκε αριστοκράτης, γλέντησε στα νιάτα του για τα καλά, έγραψε ποιήματα, που υμνούσαν τη φιλία, κι ένα εμβατήριο, που ξεσήκωσε τους Αθηναίους να πάρουν τη Σαλαμίνα. Νωρίς, μπήκε δυναμικά στο εμπόριο και κατάφερε ν’ αποκτήσει τεράστια περιουσία, που του επέτρεπε να διαθέτει χρόνο για να φιλοσοφεί τη ματαιότητα της ζωής. Πριν να τον κατατάξουν στους Επτά Σοφούς της Αρχαιότητας, είχε κιόλας αναγνωριστεί, ως σοφός και μετρημένος άνθρωπος.
Έμβλημά του είχε το γνωμικό «μηδέν άγαν» (τίποτα υπερβολικό), που ο ίδιος πρωτοείπε και που τήρησε με ευλάβεια σε όλη του τη ζωή αλλά και στους νόμους του. Αυτή του, άλλωστε, η προσήλωση στη μετριοπάθεια αποτέλεσε και την κρυφή ελπίδα εκείνων που εισηγήθηκαν να του ανατεθούν οι τύχες της πόλης. Τους δικαίωσε πετυχαίνοντας το ακατόρθωτο: Να συμβιβάσει πλούσιους και φτωχούς για πρώτη και τελευταία φορά στην Παγκόσμια Ιστορία!
Όταν τον ερώτησαν, αν έχει τη γνώμη πως έδωσε στους Αθηναίους τους καλύτερους νόμους που μπορούσαν να θεσπιστούν, απάντησε θαρραλέα:
«Όχι! Τους έδωσα, όμως, τους καλύτερους, που μπορούσαν να δεχτούν»!
Με τους νόμους του, ο Σόλων επέβαλε τη λαϊκή συμμετοχή, άφησε μεγάλες αρμοδιότητες στους αριστοκράτες αλλά πέρασε την ως τότε ανεξέλεγκτη δράση τους μέσα από τους μηχανισμούς της έγκρισης από την πλειοψηφία. Καθιέρωσε, δηλαδή, την ισορροπία του ελέγχου, κάνοντας πράξη την περί ευνομούμενης πολιτείας φιλοσοφία του. Όταν τον ερώτησαν πώς αντιλαμβάνεται μια τέτοια πολιτεία, απάντησε:
«Είναι αυτή, της οποίας οι πολίτες υπακούουν στους κυβερνήτες τους και οι κυβερνήτες υπακούουν στους νόμους».
Του ζήτησαν να προχωρήσει στην ανακατανομή της γης, που οι αριστοκράτες είχαν ουσιαστικά αρπάξει. Αρνήθηκε τονίζοντας πως κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αιτία εμφύλιου πολέμου. Θέσπισε, όμως, τη σεισάχθεια (την άρση βαρών, όπως θα τη λέγαμε σήμερα) και με μια μονοκονδυλιά έσβησε όλα τα χρέη, εκτός από τα εμπορικά, κι απαγόρευσε στο εξής, τον δανεισμό με ενέχυρο το σώμα του δανειζόμενου. Μια και κανένας δε χρωστούσε πια τίποτα σε κανέναν, όλοι όσοι είχαν γίνει δούλοι για χρέη ελευθερώθηκαν. Με χρήματα του κράτους ελευθερώθηκαν και όσοι είχαν πουληθεί έξω από την Αττική. Οι πλούσιοι τον κατηγόρησα ότι η νομοθεσία του ισοδυναμούσε με κατάσχεση αλλά δεν μπόρεσαν να τον διαβάλουν, επειδή γρήγορα γνωστοποιήθηκε ότι ο ίδιος ήταν μεγάλος πιστωτής και άρα μεγάλος χαμένος από τον ίδιο του τον νόμο. Δέκα χρόνια αργότερα, όλοι αναγνώριζαν ότι το μέτρο αυτό έσωσε την Αθήνα από την περιπέτεια μιας επανάστασης.
Η μεγάλη επιτυχία των νόμων του Σόλωνα εντοπίζεται στην επέκτασή τους σε πλούσιους και φτωχούς και στην καθιέρωση της συμμετοχής στα κοινά βάρη ανάλογα με τη δυνατότητα του καθένα. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε τη διαφθορά, δείχνει πως είχε μυαλό «περπατημένου» και οξυδερκούς ανθρώπου, ο οποίος κατανοεί ότι «το χρήμα δεν είναι το παν, πετυχαίνει όμως το παν». Με ένα πολυσυζητημένο νόμο, μείωσε το ύψος της προίκας, ώστε, στους γάμους, να πρυτανεύει η αγάπη και η θέληση για τη δημιουργία οικογένειας κι όχι το συμφέρον. Όταν, όμως, του ζήτησαν να νομοθετήσει εναντίον των αγάμων, αρνήθηκε:
«Μια γυναίκα είναι βαρύ φορτίο», είπε.
Το μεγάλο επίτευγμά του, πάντως, ονομάζεται Ηλιαία. Ήταν ένα δικαστήριο ενόρκων, το οποίο δίκαζε τα πάντα εκτός από τους φόνους και τις ιεροσυλίες, που παρέμειναν στη δικαιοδοσία του Αρείου Πάγου. Την αποτελούσαν 6.000 δικαστές, που κληρώνονταν μεταξύ όλων των ελεύθερων πολιτών. Σε κάθε δίκη, δίκαζαν πεντακόσιοι που ορίζονταν με κλήρο το πρωί κι ήταν υποχρεωμένοι να εκδώσουν απόφαση ως τη δύση του ηλίου.
«Διότι», όπως γράφει σκωπτικά ο Διογένης ο Λαέρτιος,
«ακόμα και για έναν Αθηναίο ήταν πολύ δύσκολο, σε μια μόνο μέρα, να δωροδοκήσει 500 δικαστές».
Κάποια άλλα από τα μέτρα που πήρε στον κοινωνικό τομέα, φανερώνουν σε ποιο σημείο κατάπτωσης είχε φτάσει η πόλη, που έμελλε, έναν αιώνα αργότερα, να σώσει την Ελλάδα από την περσική απειλή και να δημιουργήσει τον χρυσό αιώνα του πνεύματος και της τέχνης:
Οι γυναίκες απαγορευόταν να έχουν πάνω από τρεις φορεσιές, οι πομπώδεις τελετές τιμωρούνταν με βαριά πρόστιμα, οι πολυδάπανες θυσίες καταργήθηκαν, ενώ έτρωγε βαρύ πρόστιμο, όποιος το παράκανε με τα μοιρολόγια στις κηδείες. Έτσι, η επίδειξη χτυπήθηκε καίρια κι οι Αθηναίοι, θέλοντας και μη, οδηγήθηκαν στη σοφία του γνωμικού «παν μέτρον άριστον» (όλα με μέτρο).
Στα 572 π.Χ. σε ηλικία 67 χρόνων ο Σόλων αποσύρθηκε. Του πρότειναν να γίνει ισόβιος δικτάτορας. Αρνήθηκε:
«Η δικτατορία είναι ωραία τοποθεσία για να μένει κάποιος αλλά δεν προσφέρει τρόπο επιστροφής», είπε.
Ζήτησε από τους Αθηναίους να του ορκιστούν ότι θα εφαρμόζουν τους νόμους για τα δέκα επόμενα χρόνια κι έφυγε να γνωρίσει τον κόσμο.
Σόλων και Κροίσος – Gerard van Honthorst 1624
Πήγε στην Αίγυπτο, πέρασε από την Κύπρο, όπου τον παρακάλεσαν να τους φτιάξει νόμους, κι από εκεί πήγε στις Σάρδεις, στην αυλή του βασιλιά της Λυδίας Κροίσου, που θέλησε να του κάνει επίδειξη. Ο Λυδός τον περιέφερε στο παλάτι δείχνοντάς του τα συσσωρευμένα πλούτη κι έπειτα τον ρώτησε, ποιον θεωρούσε πιο ευτυχισμένο άνθρωπο στον κόσμο. Ο σοφός του απαρίθμησε περιπτώσεις ανθρώπων, που όλοι τους ήταν πια νεκροί. Ο Κροίσος διαμαρτυρήθηκε κι ο Αθηναίος του είπε το περίφημο:
«Μηδένα προ του τέλους μακάριζε» (μην καλοτυχίζεις κανέναν, πριν να δεις πώς πέθανε).
Επέστρεψε στην πατρίδα του πολύ γέρος και πανέτοιμος να δεχτεί τον θάνατο. Πικράθηκε, όταν είδε τον μακρινό του ξάδερφο, Πεισίστρατο, να εξαπατά συμμάχους και αντιπάλους και να γίνεται τύραννος. Τότε, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, έβγαλε έξω από την πόρτα τα όπλα του και την ασπίδα, σημάδι ότι εγκαταλείπει την πολιτική, κι αναστέναξε:
«Κάθε Αθηναίος μόνος του έχει το βήμα της αλεπούς. Όλοι μαζί, όμως, περπατούν σα χήνες».
Πέθανε το 559 π.Χ. σε ηλικία 80 χρόνων.
Απόσπασμα από το Έθνος, 27/05/1997

Η τέχνη του πολέμου από τον Σουν Τζου (Sun Tzu) η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Η Τέχνη του Πολέμου είναι ένα από τα αρχαιότερα βιβλία στρατιωτικής στρατηγικής στον κόσμο. Είναι το πρώτο κι ένα από τα πιο επίτυχημένα έργα για τη στρατηγική και άσκησε τεράστια επιρροή στην Ανατολική και Δυτική στρατιωτική σκέψη, επιχειρηματικές τακτικές αλλά ακόμα και σε άλλους τομείς.
Είναι μια κινεζική στρατιωτική πραγματεία που γράφτηκε κατά τη διάρκεια του 6ου αιώνα π.Χ. από τον Σουν Τζου. Αποτελείται από 13 κεφάλαια, καθένα από τα οποία καταπιάνεται με μια πτυχή του πολέμου, έχει χαρακτηριστεί ως καθοριστικό έργο για τις στρατιωτικές στρατηγικές και τακτικές της εποχής του.
Ο Sun Tzu δεν είναι ένας ακόμα αιμοδιψής στρατηγός της Ιστορίας. Από την πρώτη σελίδα της πραγματείας του, άλλωστε ορίζει τον πόλεμο ως την έσχατη λύση. Και δηλώνει σαφώς ότι θα πρέπει να φροντίζουμε να είναι όσο γίνεται πιο σύντομος για να επιφέρει το ελάχιστο δυνατό κόστος σε ζωές και υλικά αγαθά στους δύο αντιπάλους.___
Κάποια από τα σημαντικότερα σημεία του βιβλίου είναι τα παρακάτω :

Στην πρακτική τέχνη του πολέμου, το καλύτερο απ’ όλα είναι να καταλάβεις τη χώρα του εχθρού σε καλή κατάσταση και τάξη. Το να τη συντρίψεις και να την καταστρέψεις δεν είναι καλό. […]
Από αυτό βγαίνει, ότι το να πολεμάς και να νικάς σε όλες τις μάχες, δεν είναι το καλύτερο. Η άριστη ενέργεια στον πόλεμο είναι να υποταχτεί ο εχθρός χωρίς μάχη.
Έτσι η ανώτερη μορφή στρατηγικής είναι το να ματαιώνεις τα σχέδια του εχθρού. Το δεύτερο καλύτερο πράγμα είναι να αποτρέπεις τη συνένωση των εχθρικών δυνάμεων απομονώνοντας τον εχθρό από τους συμμάχους του. […]
Η χειρότερη επιλογή απ’ όλες, είναι να πολιορκείς τειχισμένες πόλεις. […]
Γι’ αυτό λοιπόν ο επιδέξιος ηγέτης υποτάσσει τα τμήματα το εχθρού χωρίς να δώσει καμμιά μάχη. Κυριεύει τις πόλεις του χωρίς να τις πολιορκεί. Ανατρέπει το βασίλειό του χωρίς μακροχρόνιες επιχειρήσεις στο πεδίο μάχης. […]
Πρέπει να ξέρουμε ότι υπάρχουν πέντε βασικές απόψεις για τη νίκη:
  • Θα νικήσει εκείνος που ξέρει πότε να πολεμήσει και πότε ν’ αποφύγει τον πόλεμο.
  • Θα νικήσει εκείνος που ξέρει να χειρίζεται τόσο τις περισσότερες όσο και τις λιγότερες δυνάμεις.
  • Θα νικήσει εκείνος, του οποίου το στράτευμα διακατέχεται από το ίδιο πνεύμα σε όλα του τα επίπεδα.
  • Θα νικήσει εκείνος που, ενώ ο ίδιος είναι προετοιμασμένος, περιμένει για να πιάσει τον εχθρό απροετοίμαστο.
  • Θα νικήσει εκείνος που έχει εξουσία στο στράτευμα και δεν δέχεται παρεμβάσεις από τον ηγεμόνα.
Εάν γνωρίζεις τον εχθρό και τον εαυτό σου, δεν έχεις ανάγκη να φοβάσαι για το αποτέλεσμα ακόμα κι εκατό μαχών. Εάν γνωρίζεις τον εαυτό σου αλλά δεν γνωρίζεις τον εχθρό, για κάθε νίκη που θα κερδίζεις θα έχεις και μια ήττα. Εάν δεν γνωρίζεις ούτε τον εαυτό σου, ούτε το εχθρό, θα νικηθείς σε κάθε μάχη.
Κάθε πόλεμος βασίζεται στην παραπλάνηση.
Όταν, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση, ο εχθρός ζητάει ανακωχή, συνωμοτεί.
Εάν κάποιος με ρωτήσει «Είναι δυνατόν να έχει ένα στράτευμα μια τέτοια ακαριαία αντίδραση;» θα απαντήσω: «Είναι». Γιατί, μολονότι οι άντρες του Βου και του Γιούε αλληλομισούνται, εάν βρεθούν μαζί σ’ ένα πλοίο που θαλασσοδέρνεται, θα συνεργαστούν, όπως το δεξί χέρι με το αριστερό.
Ο στρατηγός θα πρέπει, επίσης, να αλλάζει τις μεθόδους του και να τροποποιεί τα σχέδια του, ώστε οι άλλοι να μην καταλαβαίνουν τι κάνει.
Όταν περικυκλώνεις έναν εχθρό, άφηνέ του μια διέξοδο φυγής.
Το να είσαι ανίκητος εξαρτάται από την άμυνα. Η πιθανότητα να νικήσεις εξαρτάται από την επίθεση.
Ο πολεμιστής είναι δυνατός, όταν αναγκάζει τον εχθρό να του απαντήσει. Είναι αδύνατος, όταν αυτός απαντά στον εχθρό.
Προσποιήσου ότι είσαι κατώτερος και ενθάρρυνε την αλαζονεία του εχθρού.
Οι αρχές της στρατηγικής είναι να ξέρεις το πεδίο μάχης, να ξέρεις τις δυνάμεις του αντιπάλου σου και να κάνεις κάτι που ο αντίπαλος σου δεν περιμένει.
Οι ευκαιρίες πολλαπλασιάζονται καθώς τις αρπάζουμε.
Να φαίνεσαι αδύναμος όταν είσαι δυνατός και δυνατός όταν είσαι αδύναμος.
Φτιάξε μια χρυσή γέφυρα για να μπορέσει να περάσει ο εχθρός σου υποχωρώντας.
Πέντε ελαττώματα επικίνδυνα για ένα στρατηγό: Αν είναι παράτολμος, οι άντρες του θα σκοτωθούν. Αν είναι δειλός, ο στρατός του θα αιχμαλωτισθεί. Αν είναι οξύθυμος, θα αντιδρά από θυμό. Αν είναι υπερόπτης, μπορεί να εξαπατηθεί. Αν είναι δεμένος με τους άντρες του, θα διστάσει την κρίσιμη στιγμή.
Θα νικήσει αυτός που ξέρει πότε να πολεμήσει και πότε να μην πολεμήσει.
Σουν Τζου, Η Τέχνη του Πολέμου (5ος αι. π.Χ.)
by Αντικλείδι , http://antikleidi.com