Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

23.1.21

Εικοστό Όγδοο Μέρος. ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ Η Μυρτώ επιστρέφει στην Ελλάδα και δέχεται πρόταση γάμου κάτω από τον Ιερό Βράχο.

 ΕΙΚΟΣΤΟ ΟΓΔΟΟ  ΜΕΡΟΣ. 

Κατά την διάρκεια της 15ωρης πτήσης είχε αρκετό χρόνο στη διάθεσή της για να βάλει τάξη στις σκέψεις της και στα συναισθήματά της. Αρχικά όμως χρειαζόταν να κοιμηθεί λίγες ώρες γιατί το είχε ανάγκη, κάθε φορά που βρισκόταν σε ανάλογη κατάσταση ένιωθε την ανάγκη να αφεθεί για λίγες ώρες στην αγκαλιά του Μορφέα. Ένα τρίωρο μετά είχε ανάκτηση τις πνευματικές της δυνάμεις και το μυαλό της ήταν καθαρό και ξάστερο για καινούργιες πτήσεις και άρχισε τον απολογισμό. Κατ' αρχάς το ταξίδι στέφθηκε από απρόσμενη επιτυχία, αυτή την μεγαλειώδη επιτυχία δεν την φανταζόταν. όταν πήρε την απόφαση να κάνει αυτό το ταξίδι και τώρα αισθανόταν μεγάλη ανακούφιση. Αυτό ήταν το πρώτο δεδομένο. Το δεύτερο δεδομένο ήταν πως η Denise είχε ακόμα δύο αδερφές και μάλιστα δίδυμες. Το τρίτο δεδομένο ήταν πως η Denise ήταν μια καταπληκτική γυναίκα που είχε παντρευτεί έναν εξίσου καταπληκτικό άνδρα. Το τέταρτο δεδομένο ήταν πως ο Ίαν και η Nana θεωρούσαν πως η Μυρτώ δεν γνώριζε τίποτα για την ιστορία της υιοθεσίας. Πέμπτο δεδομένο ήταν πως με κάποιον μαγικό τρόπο τα δίδυμα είχαν συναντηθεί το περασμένο καλοκαίρι στην Αθήνα στο Pepos Restaurant. 'Έκτο δεδομένο ήταν πως ναι μεν είχαν συναντηθεί ο Σπύρος και η Denise αλλά δεν γνώριζαν πως ήταν αδέρφια, επ' αυτού κανένα νεότερο. Το έβδομο δεδομένο αφορούσε την ίδια, ήταν η σιωπή της, έπρεπε να τηρήσει αυτό που συμφώνησε με τον θείο της, δηλαδή τα συμφωνηθέντα μεταξύ του πατέρα της, του θείου της, του Ίαν και της Nanas. Άθελά της είχε γίνει κι αυτή μέρος αυτής της ιστορίας και παρά την  θέληση της έπρεπε να συμπράξει μ' αυτά που είχαν συμφωνήσει η ομάδα των τεσσάρων.  Όγδοο δεδομένο ήταν πως από αυτό το ταξίδι δημιουργήθηκε μία νέα δυναμική αυτής της σχέσης η οποία σίγουρα αποκτούσε άλλο ενδιαφέρον για το μέλλον αλλά παράλληλα την  προβλημάτιζε αρκετά ως προς την αντιμετωπίσει που θα είχε από τον Πέπο και την Denise όταν θα μάθαιναν την αλήθεια. Τι θα γινόταν τότε; Πως θα την αντιμετώπιζαν; Αυτή η προοπτική την γέμιζε με άγχος. Μέχρι στιγμής και οι μεν και οι δε ήταν ενθουσιασμένοι, αυτή η φιλία άνοιγε πανιά για καινούργιες θάλασσες. Ένατο δεδομένο ήταν η δική της καλύτερη ψυχολογική κατάσταση γιατί τώρα πια η αρχική της θλίψη είχε αμβλυνθεί αρκετά. Η συνάντηση αρχικά με τον Πέπο και πρόσφατα με την Denise τις έδωσαν να καταλάβει πως επρόκειτο για δύο χαρισματικά άτομα και ίσως τελικά οι οιωνοί να ήταν αυτοί που συνέδραμαν στην ενέργεια του πατέρα της, ίσως μάλιστα ο πατέρας της να χρησιμοποιήθηκε από τους οιωνούς προκειμένου να πετύχουν τον σκοπό τους. Αυτό δεν σήμαινε πως έδινε άφεση αμαρτιών στων πατέρα της, κάθε άλλο, απλά γλύκαινε λιγουλάκι τον πόνο της. Δέκατο δεδομένο ήταν πως έπρεπε σύντομα να επισκεφθεί την Αθήνα γιατί ήθελε να βρεθεί στην αγκαλιά της μητέρας να της μολογήσει όλα αυτά που έζησε σ' αυτό το υπέροχο ταξίδι. Ένας άλλος λόγος ήταν η επίσης έντονη επιθυμία αλλά συναντηθεί με τον Πέπο.

 Όταν έφθασε στο σπίτι της την περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη, την περίμεναν 10 γράμματα, 10 μέρες έλειπε 10 γράμματα την περίμεναν. Ήταν όλα από τον Πέπο. Ήταν η καλύτερη υποδοχή που θα μπορούσε να είχε. Επικοινώνησε με την μητέρα της η οποία άκουγε την κόρη της να μολογάει το πώς πέρασε στο ταξίδι της και κατάλαβε πως η Μυρτώ ήταν ενθουσιασμένη, αυτό το ταξίδι θα την βοηθούσε να απαλύνει λίγο τον πόνο της, η Μυρτώ μπορεί να μην το έδειχνε αλλά ο πόνος από τον χαμό του πατέρα της την είχε τσακίσει ψυχολογικά. Εκείνο όμως που έδωσε την μεγαλύτερη χαρά στη Νεφέλη ήταν η ανακοίνωση της κόρης της πως το ερχόμενο καλοκαίρι που θα είχαν το ετήσιο μνημόσυνο του πατέρα της θα ήταν παρούσα. Αυτή η είδηση ήταν βάλσαμο για την καρδιά της Μητέρας της. Οι μήνες πέρασαν γρήγορα και στις 27 Ιουνίου 1978 η Μυρτώ με πτήση της Ολυμπιακής αεροπορίας έφθανε στην Αθήνα. Κάθε φορά που επέστρεφε στην Αθήνα ένιωθε πλημμυρισμένη από όμορφα συναισθήματα, όσο και αν ήταν αφοσιωμένη στην επιστήμη της και αυτά που της προσέφερε η Αμερική ήταν απείρως περισσότερα και με πολλές δυνατότητες εξέλιξης δεν έπαυε να νοσταλγεί την Αθήνα, την Αθήνα των φίλων και των παιδικών αναμνήσεων. Όταν η μητέρα της την έκλεισε στην αγκαλιά της για μία ακόμα φορά κατάλαβε πως η αγκαλιά της μάνας είναι η πιο ζεστή φωλιά του κόσμου. Όταν έφθασαν στο σπίτι παράτησαν τις βαλίτσες και πήγαν στην κουζίνα, η κουζίνα ήταν το μέρος όπου με την μητέρα της έκανα πολύωρες συζητήσεις, η μητέρα να μαγειρεύει και παράλληλα να της διδάσκει τα μυστικά της γαστρονομίας μιας και η ρίζες της μητέρας της κρατούσαν από Σμύρνη και το είχε καμάρι πως η μαγειρική της ήταν κορυφαία. Για τέσσερις ώρες η Μυρτώ μολογούσε στην μητέρα της η οποία την άκουγε εκστασιασμένη, φυσικά κάποια πράγματα δεν της τα ανάφερε, ήταν αναγκασμένη να μην της τα αναφέρει, δεν χρειαζόταν άλλωστε γιατί η μητέρα της περνούσε την πιο δύσκολη περίοδο της ζωής της. Η τρεις πρώτες μέρες ήταν γεμάτες από τρεχάματα για την προετοιμασία του μνημοσύνου, το απόγευμα της τρίτης μέρας είπε στην μητέρα της ένα μικρό και αθώο ψεματάκι, της είπε πως θα συναντούσε την φίλη της την Μελισσάνθη, είχαν πολλά χρόνια να συναντηθούν και είχαν κανονίσει να βρεθούν εκείνο το απόγευμα στο σπίτι της Μελισσάνθης στα Πετράλωνα. Αυτό βέβαια δεν ήταν αλήθεια αλλά για κάποιον λόγο δεν ήθελε να πει στην μητέρα της πως θα συναντούσε τον Πέπο. Ένιωθε άσχημα η Μυρτώ που βρισκόταν ήδη τρεις μέρες στην Αθήνα και δεν είχε επικοινωνήσει μαζί του. Ευτυχώς που εκείνο το απόγευμα η μητέρα της έλειπε από το σπίτι γιατί το πιθανότερο θα ήταν η μητέρα της να ήθελε να δει το δώρο που κρατούσε και που αναγκαστικά θα της έλεγε πως ήταν για την Μελισσάνθη. 

Αρχικά πριν φύγει από το σπίτι σκέφθηκε να του τηλεφωνήσει αλλά τελικά επικράτησε η άποψη της έκπληξης, ήθελε να δει την αντίδραση του με τα μάτια της και όχι με τ' αυτιά της. Το τρόλευ την άφησε στην οδό Μακρυγιάννη περίπου 300 μέτρα από το Pepos Restaurant, ανηφόρισε προς το κατάστημα γεμάτη αγωνία και χτυποκάρδι, θα ήταν άραγε εκεί; Σε λίγο βρέθηκε στο φανάρι απέναντι από το κατάστημα, ο δρόμος ήταν διπλής κατεύθυνσης και είχε πάρα πολύ κίνηση, λίγο πριν ανάψει πράσινο για να περάσει απέναντι είδε τον Πέπο να φθάνει οδηγώντας μια λευκή βέσπα τον γνώρισε γιατί δεν φορούσε κράνος. Μόλις κατέβηκε από την βέσπα ο Πέπος η Μυρτώ βρισκόταν στα μισά του δρόμου τότε ακριβώς την αντίκρισε!!! Αρχικά σάστισε αλλά σε κλάσματα δευτερολέπτου τον άκουσε να φωνάζει το όνομα της και τον είδε να τρέχει κοντά της, την σήκωσε στην αγκαλιά του στη μέση του δρόμου, το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται, ακόμα και σήμερα 42 χρόνια μετά η Μυρτώ θυμάται τα κορναρίσματα των οδηγών και τα χειροκροτήματα. Σε λίγο βρέθηκαν στο κήπο όπου χαιρέτησε και την χαιρέτησαν ο μικρός Κωστάκης, ο Μαστορίκας, ο αδερφός του Πέπου και δύο φίλοι του που ήταν εκεί. 

Αμέσως μετά τοθς χαιρετισμούς ο Πέπος την πήρε στη βέσπα και πήγαν στον Διόνυσο το καφέ που υπήρχε απέναντι από την Ακρόπολη. Μετά περπάτησαν στο λόφο των Μουσών και κατέληξαν στην Πνύκα. Εκεί έμειναν αρκετή ώρα συζητώντας πολλά και διάφορα. Η Μυρτώ δεν είχε αποφασίσει αν θα έπρεπε να του αναφέρει για το ταξίδι στη Νότια Αφρική, ήταν λίγο μπερδεμένη σ' αυτό το θέμα, δεν είχε καταλήξει αν θα έπρεπε να του πει την αλήθεια, αποφάσισε για την ώρα να μην του αναφέρει τίποτα. Επέστρεψαν στο Pepos Restaurant και η Μυρτώ αναχώρησε για το σπίτι της. Κανόνισαν να βρεθούν την επόμενη στις 10:00 στην πλατεία Κολωνακίου. Ο Πέπος ήταν εκεί ένα τέταρτο πιο νωρίς γιατί από το ανθοπωλείο που υπήρχε στην πλατεία ήθελε να πάρει μία ανθοδέσμη για να την δώσει στην Μυρτώ. Όταν στις 10:00 έφθασε η Μυρτώ και τον βρήκε να την περιμένει με την ανθοδέσμη τον κοίταζε και νόμιζε πως έβλεπε την Denise όταν έφθασε κοντά του την έπνιξε στην αγκαλιά του και στα λουλούδια!! Ήταν πολύ συγκινημένη, ανέβηκαν στη βέσπα και ξεκίνησαν για το Καλαμάκι, εντωμεταξύ έπρεπε να σκεφθούν τι θα έκαναν τα λουλούδια, τη λύση την έδωσε ο Πέπος, επέστρεψαν πάλι στο ανθοπωλείο και ζήτησαν από τον ανθοπώλη που ονομαζόταν Γεώργιο Δήμας  να την κρατήσει για να την πάρει η Μυρτώ στην επιστροφή. Έφθασαν στο Καλαμάκι που εκείνη την περίοδο η θάλασσα ήταν πεντακάθαρη και είχε κάπως οργανωμένη παραλία. Η Μυρτώ κολυμπούσε σαν δελφίνι, πήραν ένα κανό που για καλή τύχη του Πέπου η θάλασσα εκείνη την ημέρα ήταν λάδι δεν είχε το παραμικρό κυματάκι, ο Πέπος δεν ήταν καλός κολυμβητής και γι' αυτό δεν πήγαν στα βαθιά. Ο Πέπος δεν μπορούσε να μην θαυμάσει το φιλντισένιο κορμί της Μυρτούς, ήταν μία επίγεια Θεά Αφροδίτη. Μέχρι στιγμής ο Πέπος ήταν πολύ διακριτικός και τζέντλεμαν, δεν ήθελε να κάνει κάτι που θα πλήγωνε την κοπέλα. Είχε βέβαια το σχέδιο του, το βράδυ είχε κανονίσει κάτι που θα εξέπληττε ευχάριστα την Μυρτώ. Το μεσημέρι την πήρε και πήγαν για φαγητό στην καλύτερη ψαροταβέρνα στο Καλαμάκι "Η ΚΥΡΑ ΜΑΡΓΑΡΩ" που είχε η οικογένεια Βαρελά (Δήμητρα, Αθανασία, Φώτης και Παναγιώτης) οι ώρες περνούσαν γρήγορα και μετά το φαγητό επέστρεψαν στο ανθοπωλείο να πάρουν την ανθοδέσμη και στην οδό Σπευσίππου 38 άφησε την Μυρτώ. 

Το νέο ραντεβού ήταν για το βράδυ στις 20:00 στο Pepos Restaurant ο Πέπος επέστρεψε στο κατάστημα και ενημέρωσε τους συνεργάτες του πως ζητούσε απαλλαγή για το υπόλοιπο της ημέρας λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων. Για πρώτη φορά στην ιστορία συμφώνησαν όλοι και μάλιστα ο Μαστορίκας του είπε πως αν ήθελα μπορούσε να λείψει και την επόμενη μέρα. Ήταν ολοφάνερο πως όλοι τους συμπάθησαν σφόδρα την Μυρτώ, ο δε Μαστορίκας πολύ θα ήθελε να ήταν αυτή η νέα του νύφη. Υπήρχε βέβαια ένα μπέρδεμα με την Σούλα που κι αυτή την συμπαθούσε αλλά είχε καταλάβει πως η καρδιά του γιου του ανήκε πια στην Μυρτώ. Στις 20:00 αναχωρούσαν από το Pepos Restaurant για το Ηρώδειο θα παρακολουθούσαν μια συναυλία του Μάνου Χατζιδάκι που ήταν ο αγαπημένος Έλληνας συνθέτης του Πέπου τον οποίο ανακάλυψε χάρη στον δάσκαλο Θάνο Καρρά, επίσης ήταν ο αγαπημένος και για την Μυρτώ. Ήταν μία μαγική βραδιά από αυτές που μόνο ο Μάνος Χατζιδάκις μπορούσε να προσφέρει και που όσοι ήταν εκείνο το βράδυ εκεί έζησαν μαγικές στιγμές. Όταν βγήκαν από το Ηρώδειο η Μυρτώ αφέθηκε στην αγκαλιά του Πέπου, σε 20 λεπτά βρέθηκαν στην ταβέρνα ΒΑΚΧΟΣ στην οδό Θρασύλλου και Βάκχου την οποία είχε ο Σωτήρης Οικονομόπουλος και που παλιά εκεί εργαζόταν ο Πέπος. 

Η θέα ήταν μοναδική, όποιος έχει επισκεφθεί τον ΒΑΚΧΟ μόνο αυτός μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει όταν λέμε η πιο ρομαντική ατμόσφαιρα με τον ιερό βράχο φωτισμένο και τον Ναό των Ναών να δεσπόζει. Η Μυρτώ ήταν εκστασιασμένη!! Αυτό που ζούσε ήταν μαγικό, αυτό που θα ακολουθούσε θα ήταν ακόμα πιο μαγικό. Αφού γεύτηκαν διάφορα πιάτα και με τους φίλους να έρχονται στο τραπέζι και να τους συστήνει στην Μυρτώ την οποία θαύμαζαν όλοι τους έφεραν στο τέλος ως κέρασμα φρούτα και παγωτό της φωτιάς. Εκείνη τη στιγμή ήταν μαζί τους η κυρία Σοφία σύζυγος του ιδιοκτήτη που αγαπούσε πολύ τον Πέπο από την περίοδο που εργαζόταν εκεί, μπορεί να είχαν περάσει 9 χρόνια αλλά δεν τον είχαν ξεχάσει γιατί τον είχαν σαν παιδί τους. Άφησε για λίγο την Μυρτώ μαζί με την κ. Σοφία και πήγε στην κουζίνα δήθεν για να χαιρετήσει το προσωπικό. Εκεί βρήκε τον κ. Σωτήρη και τον δάσκαλο Θάνο Καρρά και τους εξήγησε το σχέδιο του που το βρήκαν καταπληκτικό και το έθεσαν αμέσως σε εφαρμογή.

Ο Πέπος επέστρεψε στο τραπέζι και σε λίγο που έμειναν δυό τους, μετά την αναχώρηση της κ. Σοφίας, συνέβη κάτι που σίγουρα ενθουσίασε και τους 12 Θεούς του Ολύμπου και ειδικότερα την Θεά Αθηνά που το άγαλμα της κυριαρχούσε στον Παρθενώνα. Η ώρα ήταν 12:00 όταν το μικρόφωνο πήρε ο δάσκαλος Θάνος Καρράς και είπε τα εξής: κυρίες και κύριοι σας ζητούμε συγγνώμη γιατί για λίγα λεπτά θα διακόψουμε το πρόγραμμα μας, είναι όμως για καλό λόγο και γι' αυτό ζητούμε την κατανόησή σας. Ένας καλός μας φίλος τον οποίο εγώ αγαπώ σαν παιδί μου μας ζήτησε να παίξουμε στο τραπέζι του το τραγούδι                  "Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία" την ώρα που ο ίδιος θα κάνει την πρόταση γάμου στην κοπέλα του!! Στο κατάστημα έγινε ένας μικρός χαμός από τα χειροκροτήματα, χειροκροτούσε και η Μυρτώ η οποία δεν είχε καταλάβει πως όλο αυτό το σκηνικό αφορούσε την ίδια. Όταν πρόσεξε πως οι 5 μουσικοί με τα όργανα τους ερχόταν στο δικό τους τραπέζι και πως αυτή ήταν που θα δεχόταν την πρόταση γάμου τα έχασε. Έχασε τη μιλιά της, δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη, τα είχε στην κυριολεξία χαμένα. Όταν έφθασαν κοντά τους οι μουσικάντηδες και άρχισαν να παίζουν τις πρώτες νότες και να λέει ο δάσκαλος Θάνος Καρράς το τραγούδι και ο Πέπος να της κάνει την πρόταση γάμου γέμισαν τα μάγουλα της δάκρυα!!!

Κάπου εδώ σταματώ την αφήγηση του εικοστού Όγδοου μέρους. Σας χαιρετώ ο αφηγητής Πεπέ.