Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

23.10.21

23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1925 --- 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2021 96 χρόνια από την γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι. Ευχαριστούμε Μάνο Χατζιδάκι για την κληρονομιά που μας άφησες.

 

23/10/1925 23/10/2021 ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ 96 χρόνια μετά... Μα που πήγαν οι Έλληνες; Μα που είναι κρυμμένοι οι λεγόμενοι άνθρωποι του πνεύματος;

Φίλες και Φίλοι καλημέρα, ξανά σήμερα ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ το αφιέρωμα συνεχίζεται γι' αυτόν τον υπέροχο Έλληνα, αξίζει τον κόπο να διαβάσετε τα σταράτα λόγια ενός ακόμα υπέροχου Έλληνα και καταπληκτικού μουσικού, του ΓΙΏΡΓΟΥ ΖΑΜΠΕΤΑ για τον ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ σκεφτόμουν σήμερα που είναι η επέτειος των 96 χρόνων από τη γέννηση του 23/10/1925 λόγω του αφιερώματος του δεύτερου προγράμματος της ΕΡΤ μήπως ο πρόεδρός τής ΕΡΤ θα έπρεπε να ζητήσει συγγνώμη από τον ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ  εκ μέρους των τότε υπαλλήλων της ΕΡΤ που χλεύαζαν αυτόν τον κορυφαίο συνθέτη επειδή τόλμησε να ξεβρομίσει τον κόπρο του Αυγέα, καλές οι τιμές σήμερα αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τη λάσπη που είχαν ρίξει τότε, μιλάω για την εποχή του ΤΡΙΤΟΥ επίσης μήπως επιτέλους κάποιος φορέας θα έπρεπε να αναλάβει τη διοργάνωση ενός πανελληνίου ετήσιου φεστιβάλ, -στα πρότυπα του εξωτερικού- για να τιμούμε τη μνήμη του ΜΑΝΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ; Αυτό το φεστιβάλ μπορεί να συμπεριλάβει αρκετές πόλεις της Ελλάδας και κάθε φορά να ανακαλύπτουμε έναν καινούριο ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ μέσα από τις διαφορετικές προσεγγίσεις των εκάστοτε καλλιτεχνών. Τί θα έλεγε γι' αυτή την πρόταση ας πούμε ο τραγουδοποιός Αλκίνοος Ιωαννίδης; εννοώ στο να γινόταν αυτός που θα άναβε και θα συντηρούσε τη φλόγα αυτής της πρωτοβουλίας. 

Για τη σημερινή επέτειο του Μάνου Χατζιδάκι διαβάστε παρακαλώ
ένα συγκινητικό διήγημα του σκηνοθέτη Λάκη Παπαστάθη.

Από τον ΑΝΤΩΝΗ ΜΠΟΣΚΟΪΤΗ
Την όπερα του Μότσαρτ τότε τη λέγαμε Μαγεμένο Αυλό και όχι Μαγικό όπως σωστά λέγεται σήμερα. Γι' αυτό και το εστιατόριο όπου σύχναζαν διανοούμενοι, καλλιτέχνες και φιλότεχνοι όλοι το ήξεραν σαν Μαγεμένο Αυλό. Ήταν πασίγνωστο στην Αθήνα για το καλό φαγητό του, αλλά κυρίως γιατί τις βραδινές ώρες σύχναζε εκείνος. Έτρωγε συνήθως τορνεντό σωτέ και μετά έπινε τον εσπρέσσο του ρίχνοντας μέσα κάτι σαν ζαχαρίνη. Δεν ήταν ποτέ μόνος. Κατέφταναν σιγά - σιγά φίλοι και συνεργάτες που έκαναν έναν κύκλο γύρω του. Συνήθως μόνο άντρες. Μουσικοί, ποιητές, ζωγράφοι, ηθοποιοί, σκηνοθέτες γέμιζαν τις καρέκλες και τις έσερναν κοντά του. Ανάμεσα τους πού και πού και κάποιος νέος άγνωστος, λαϊκό παιδί, που δεν μιλούσε καθόλου. Αυτός καθόταν πάντα δίπλα του και έφευγε μαζί του. Άκουγε τις συζητήσεις χωρίς να πολυκαταλαβαίνει γιατί τα θέματα σχετίζονταν με την τέχνη και τους καλλιτέχνες. Εκείνος κυριαρχούσε, όλοι κρέμονταν από τα χείλη του. Σαν να ήταν πρύτανης ενός προφορικού πανεπιστημίου του καφενείου, που λειτουργούσε μόνο τις βραδινές ώρες και είχε επιλεγμένους ακροατές. Χωρίς να στο λέει, καταλάβαινες αν ήσουν ευπρόσδεκτος ή όχι. Αν δηλαδή τις δυο-τρεις πρώτες φορές φαινόταν πως ταίριαζες, πως κολλούσες, γινόσουν τακτικός θαμώνας. Σαν να περνούσες από εξετάσεις. Έλεγε αστεία - τρανταζόταν πάντα από το γέλιο μόλις τα τελείωνε, έστω κι αν τα είχε πει δεκάδες φορές - αλλά και πολύ γοητευτικές ιστορίες για τη ζωή του στο θέατρο, τον κινηματογράφο και τη μουσική. Αξιολογούσε και την πνευματική ζωή μ' έναν πολύ προσωπικό τρόπο. Δεν ήταν μόνο οι θαμώνες αλλά και οι περαστικοί που για λίγο στα όρθια έλεγαν δυο κουβέντες μαζί του και χάνονταν. Αυτές οι συζητήσεις, κάτω από την ψωραλέα ακακία, στο μισοσκόταδο, σαν να είχαν κάτι από τα αρχαία συμπόσια. Ακουγόταν λόγος προφορικός και ελεύθερος που δεν στερεωνόταν με τη γραφή. Εκείνος δεν μιλούσε σαν δοκιμιογράφος, ούτε σαν σοφός, αλλά σαν μουσικός και ποιητής. Οι σκέψεις του είχαν πάντα κάτι ρευστό, συγκινητικό και ερωτικό. Όταν τον άκουγες, ενεργοποιούσες το είναι σου για να επωφεληθείς από τα λεγόμενα του. Κάθε Σάββατο, αργά το βράδυ, ένα γκαρσόνι του έφερνε το λογαριασμό της εβδομάδας μέσα σε κλειστό φάκελο. Αυτός τον άνοιγε, κοιτούσε το νούμερο και ξεσπούσε σε γέλια. Μετά άνοιγε το τσαντάκι του, έπαιρνε το μπλοκ επιταγών, έγραφε το νούμερο και υπέγραφε. Επειδή το στυλό του ήταν με μελάνι, κουνούσε την επιταγή να αερίζεται για να στεγνώσει. Κάποιοι γνώριζαν πως πλήρωνε μια μικρή περιουσία κάθε εβδομάδα γιατί δεν άφηνε ποτέ κανέναν από την παρέα να πληρώσει ούτε μια δραχμή. Επιπλέον η φροντίδα του για τα γκαρσόνια ήταν πάντα διακριτική και γενναιόδωρη. Γνώριζε την οικογενειακή κατάσταση του καθενός και τους φώναζε πάντα με τα μικρά τους ονόματα. Δεν ήταν μόνο οι θαμώνες αλλά και οι περαστικοί που για λίγο στα όρθια έλεγαν δυο κουβέντες μαζί του και χάνονταν. Ο δρόμος μπροστά στον Μαγεμένο Αυλό δεν ήταν πολυσύχναστος κι εύκολα μπορούσες να ξεχωρίσεις τον κάθε περαστικό. Όπως το μηχανάκι με τους δυο καβάλα που σήμερα πηγαινοέρχονταν και κοίταζαν επίμονα. Η παρέα σκορπούσε τρεις - τέσσερις ώρες μετά τα μεσάνυχτα. Εκείνος πήγαινε με τα πόδια στο σπίτι του που ήταν κοντά. Ένα βράδυ, όταν ξεκλείδωσε και άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος, δημιουργήθηκε ρεύμα και ο αέρας τον χτύπησε στο πρόσωπο. Άκουσε και το παράθυρο να κλείνει με θόρυβο. Μόλις άναψε το φως τα είδε όλα στο πάτωμα. Τους δίσκους, τα βιβλία, τα συρτάρια του. Από το ράφι έλειπαν το πικάπ και το μαγνητόφωνο. Πλησίασε στο ανοιχτό παράθυρο. Είδε τρεις να απομακρύνονται. Δεν ήταν εύκολη η φυγή τους. Ισορροπούσαν δύσκολα, φορτωμένοι τα λάφυρα, στο στενό περβάζι του διπλανού σπιτιού μεταξύ δευτέρου και τρίτου ορόφου. Με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο και με μικρά πλάγια βηματάκια προσπαθούσαν να απομακρυνθούν. Κινδύνευαν να πέσουν γιατί δεν είχαν από που να πιαστούν. Δεν καλόβλεπε τα πρόσωπα τους, αλλά η μία φιγούρα κάτι του θύμιζε. Το μόνο που ένιωθε ήταν αγωνία μην πάθουν τίποτα. Πώς να τους βοηθήσει; Η φωνή του βγήκε πνιχτά: - Προσέξτε...σιγά - σιγά, μη φοβάστε... Οι δύο κατάφεραν να περάσουν στη διπλανή ταράτσα και να εξαφανιστούν. Ο τρίτος δεν μπόρεσε να συνεχίσει και έπεσε. Τηλεφώνησε αλαφιασμένος να έρθει ασθενοφόρο. Μετά βγήκε τρέχοντας. Κατέβηκε τις σκάλες στα σκοτεινά, κινδυνεύοντας να τσακιστεί. Έφτασε στο φωταγωγό. Τον είδε και πλησίασε. Σφάδαζε, δε μπορούσε να κουνηθεί. Τον αναγνώρισε... - Παντελή... - Με συγχωρείτε, ντρέπομαι. Εγώ τους έφερα, ήξερα πως είστε στον Μαγεμένο Αυλό. - Κουράγιο, θά'ρθει το ασθενοφόρο σε λίγο. Πάω στην πόρτα να τους περιμένω μη χαθούν. Δεν θα ξέρουν πού να χτυπήσουν. Πού να μας βρουν στο φωταγωγό...Όλα θα πάνε καλά. Το ασθενοφόρο ήρθε γρήγορα γιατί διανυκτέρευε ο Ευαγγελισμός που ήταν κοντά. Δύο νοσοκόμοι τον έβαλαν στο φορείο προσεκτικά. Μπήκε κι αυτός μέσα στο αυτοκίνητο και κάθισε δίπλα του. Στο νοσοκομείο τον πήγαν για ακτινογραφίες. Διαπιστώθηκε κάταγμα στο δεξί του πόδι. Το έβαλαν στο γύψο. Μετά τον μετέφεραν σ' ένα δωμάτιο με τέσσερα κρεβάτια - οι άλλοι τρεις ασθενείς ροχάλιζαν. Οι γιατροί και οι νοσοκόμοι έκπληκτοι τον αναγνώρισαν και του μίλησαν με μεγάλο σεβασμό. - Είναι συγγενής σας; - Φίλος. - Τι ασφάλεια έχει; ΤΕΒΕ ή ΙΚΑ; Κοίταξε τον Παντελή που τώρα ένιωθε κάπως καλύτερα. - Έχω στο σπίτι το βιβλιάριο του ΙΚΑ. Στο Σκαραμαγκά δουλεύω. Θα τηλεφωνήσω στην αδελφή μου να το φέρει. Άρχισε σιγά - σιγά να ξημερώνει. Κοιτάζονταν για ώρα. - Η αστυνομία θά'ρθει; Θα χάσω τη δουλειά μου. Αυτός κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. - Ησύχασε. - Θα πω στους άλλους να φέρουν πίσω το μαγνητόφωνο και το πικάπ. Σταμάτησαν να μιλάνε για λίγο γιατί στο δωμάτιο μπαινόβγαιναν νοσοκόμες που μετέφεραν κάποιον με καροτσάκι. - Δεν θα σε ξαναδώ στο νοσοκομείο. Σε λίγες ώρες θα φύγεις. Έχεις λεφτά για το ταξί; Ο Παντελής κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. - Να μου τηλεφωνήσεις, ο αριθμός δεν άλλαξε. Του χάιδεψε βιαστικά τα μαλλιά και βγήκε. Πρωινή Αθήνα. Άναψε τσιγάρο χωρίς να χρησιμοποιήσει τη μικρή πίπα που συνήθιζε. Βαθιές ρουφηξιές. Έξω από τον Ευαγγελισμό η ζωή ξυπνούσε. Πολλοί περίμεναν ν' ανοίξουν οι πόρτες για το επισκεπτήριο ψωνίζοντας κουλούρια, γλυκά και λουλούδια. Άγνωστες εικόνες γι' αυτόν σε μια ώρα που συνήθως κοιμόταν. Έφτασε στο Χίλτον. Στάθηκε απέναντι απ' τη μεγάλη προμετωπίδα που χάραξε πριν χρόνια ο φίλος του. Αυτή την ώρα, με αυτό το φως, τα χαράγματα του έμοιαζαν με αρχαϊκά. Κατηφόρισε τη Βασιλέως Κωνσταντίνου. Σκέφτηκε να στρίψει για καφέ στο Μαγεμένο Αυλό, που σχεδόν δεν έκλεινε ποτέ. Το καφενείο όμως με το πρωινό φως ήταν ένα άλλο καφενείο, άγνωστο σ' αυτόν. Μπαίνοντας στο σπίτι κάθισε στο πιάνο. Άρχισε να παίζει. Αργά στην αρχή, πολύ έντονα μετά. Αυτοσχεδίαζε για πολλή ώρα. Ο ίδιος ήταν απολύτως προσηλωμένος, σαν να εκτελούσε με ακρίβεια ένα συγκεκριμένο μουσικό έργο που το είχε μελετήσει για μήνες. Κι ας μην το γνώριζε, κι ας μην τό'χε ξανακούσει. Ήταν σίγουρος πως δεν θα μπορούσε να το ξαναπαίξει, πως αναδύθηκε ξαφνικά από μέσα του κι εξαφανίστηκε. Όταν τελείωσε αναρωτήθηκε, όπως όταν ήταν μικρός, από που έρχεται η μουσική; Και μετά, αφού την ακούσουμε, πού πάει; Μετά το λαχάνιασμα και την ένταση έπαιξε κάτι αργό, μια δική του σύνθεση, το Βαλς των Χαμένων Ονείρων. Το είχε γράψει πριν από δεκαετίες για μια ελληνική ταινία της σειράς. Την ταινία τη ξέχασε, τη μουσική όμως την έπαιζε συχνά, τον συγκινούσε πάντα, παρ'όλο που δεν είχε χορέψει ποτέ στη ζωή του βαλς. Είχε ζητήσει να ταφεί μακριά από την Αθήνα. Όσο γινόταν πιο απλά. Όταν έφυγε απ' τη ζωή συνόδευσαν τη σορό του μόνο φίλοι και γνωστοί. Παρά την πανελλήνια συγκίνηση, ο κόσμος σεβάστηκε την επιθυμία του. Όλη η παρέα του Μαγεμένου Αυλού έδωσε το παρόν. Στο τέλος, ένας σαραντάρης με γκρίζους κροτάφους έμεινε μόνος πάνω απ' τον τάφο με τα λουλούδια δακρυσμένος. Δύο συνομήλικοι που στέκονταν παραδίπλα τού φώναξαν: ''Έλα, Παντελή, πάμε...''
Πηγή: www.lifo.gr

23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ αν όχι ο κορυφαίος, ένας από τους τρεις κορυφαίους Έλληνες συνθέτες.


ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ Ευχαριστούμε Μάνο Χατζιδάκι.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συναθλητές της σιωπής και της αντοχής καλημέρα κ.ο.μ. Ξανά σήμερα στο filomatheia blogspot. gr MANOS XATZIDAKIS ευχαριστώ θερμά τις φίλες και τους φίλους για τα καλά τους λόγια σχετικά με τις αναρτήσεις για τον ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ συνεχίζουμε λοιπόν το αφιέρωμα σ' αυτόν τον υπέροχο Έλληνα, σ' αυτόν τον καταπληκτικό δημιουργό, Αριάδνη έχεις απόλυτα δίκιο, και, για μένα  ''Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΡΩΤΙΚΟΣ'' είναι το αριστούργημά του, είναι η πεμπτουσία των έργων του, φοβερή μουσική, ανεπανάληπτες ερμηνείες. Σας εύχομαι ξανά καλή ακρόαση και καλή ανάρρωση σε όσους το έχουν ανάγκη. Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Τα ευθύβολα λόγια του. Μια μικρή επιλογή από ρήσεις του Μάνου Χατζιδάκι 
AΠΟ ΤΗ ΧΡΥΣΑ ΓΙΑΜΟΥΡΙΔΟΥ
Για τον Έρωτα «Αν ξαναρχόμουνα στον κόσμο θα ήταν για να κάνω έρωτα και για το μόνο που θα λυπηθώ όταν θα φύγω, θα ΄ναι για τον έρωτα που θα χάσω.»
Για την Εξουσία «H εξουσία είναι μια εγωπαθής και ανεγκέφαλη κυρία που αγαπάει τους εραστές της και καταδιώκει όσους την αντιπαθούν και την εχθρεύονται.»
Για τη δόξα, το τραγούδι και τους «δήθεν» «Αδιαφορώ για την δόξα. Με φυλακίζει μες στα πλαίσια που καθορίζει εκείνη κι όχι εγώ. Πιστεύω στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων, κι όχι σ' αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθέντες συνήθειές μας. Περιφρονώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, την σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία καθώς και την κάθε λογής χυδαιότητα.»
Για τον Θάνατο «Η ιδέα του θανάτου οδηγεί τον αληθινά ελεύθερο άνθρωπο στο να αντιληφθεί βαθιά μέσα του, πως η ύπαρξή Του έχει ημερομηνία λήξεως. Ο Άνθρωπος οφείλει να συμφιλιωθεί με την ιδέα αυτή κι όχι να αγκιστρώνεται από τη ζωή σε σημείο που να μη θέλει να φύγει-πράγμα που όλες οι θρησκείες εκμεταλλεύονται υποσχόμενες μελλοντική κι ατέλειωτη ζωή. Κι όμως είναι τόσο απλό, γι' αυτό και τόσο δύσκολο.»
Για κάθε λογής φασισμό «Βιώνουμε μέρα με την ημέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας που ή φοβάται ή δε σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος "αρχηγός" που θα ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας. Και τότε θα 'ναι αργά για ν'αντιδράσουμε. Ο νεοναζισμός είμαστε εσείς κι εμείς - όπως στη γνωστή παράσταση του Πιραντέλλο. Είμαστε εμείς, εσείς και τα παιδιά σας.» 
Πηγή: www.lifo.gr

O Μάνος Χατζιδάκις μιλά στον Στ. Τσαγκαρουσιάνο
"Σήμερα δεν τολμάς πια να δοθείς. Αναγκάζεσαι διαρκώς να αλώνεσαι".Υπήρξε μια εποχή σ' αυτή την πόλη, που περπατώντας «πολλές φορές τη νύκτα» άκουγα τις αναπνοές των ανθρώπων απ' τ' ανοιχτά παράθυρα. Άκουγα τις ερωτικές τους συνομιλίες, τους ψιθυρισμούς τους, τις αγωνίες τους για τις ασήμαντες ή σπουδαίες υποθέσεις. Κι όσο απομακρυνόμουνα στις συνοικίες, τόσο πιο πολύ έμπαινα στη διαφάνεια του κόσμου τους. Τότε η παρουσία του ανθρώπου στις γειτονιές και τα περίχωρα ήταν παντοδύναμη. Όπως και η παρουσία του έρωτα. Ενός έρωτα που κυκλοφορούσε στον δρόμο και μετουσίωνε την πόλη ολόκληρη σ' ένα ερωτικό εργαστήρι. Σήμερα δεν υπάρχουν δρόμοι, δεν υπάρχουν ούτε νέοι για να αισθανθούν τον έρωτα και να τον ενσαρκώσουν. Η επικινδυνότητα του έρωτα -το πιο σπουδαίο ίσως συστατικό του- είναι στο δόσιμο, στον χαμό. Επικινδυνότητα δεν είναι το να βρεθείς σφαγμένος ένα πρωί αλλά το να διαλύσεις τα όρια του εγωισμού σου, χωρίς να ξέρεις το σημείο που θα φτάσεις. Δεν έχει αυτό σχέση με το αν κινδυνεύεις σε ύποπτες συνοικίες. Νοσταλγώ μόνο δύο περιόδους στη ζωή μου: όταν ήμουν και στις δύο περιπτώσεις ένα άγνωστο πρόσωπο και το στοιχείο της εξαφάνισής μου ήταν εντελώς ισοβαρές με την παρουσία μου. Η απανθρωπιά αυτής της πόλης είναι συνυφασμένη με τις μεγάλες της κλίμακες. Σήμερα δεν τολμάς πια να δοθείς. Αναγκάζεσαι διαρκώς να αλώνεσαι. Έχει διαμορφωθεί, δυστυχώς, μια άλλη ψυχολογία που πριμοδοτεί τον τυχοδιωκτισμό - ένα καθεστώς πια οριστικό. Η μεγάλη κλίμακα φέρνει την αθλιότητα, γιατί κάνει διάφανες και σκληρές τις οικονομικές αντιθέσεις, προκαλώντας την εγκληματικότητα ως απάντηση αυτού του φαινομένου. 

Ο υπερπληθυσμός των Αθηνών, σε μια πόλη ανάρχως οικοδομημένη, οδήγησε στην αρχιτεκτονική των εργολάβων, που ρίχνει τους ανθρώπους στη λάσπη και μπορεί να γεννήσει μόνον εγκληματίες. Τα δυόμισι εκατομμύρια αυτής της πόλης είναι τυχοδιώκτες της επαρχιακής Ελλάδας που έφερναν βία και ανασφάλεια. Υπάρχει μια κακή εκτίμηση των προοπτικών που θεωρεί την Αθήνα χρυσοφόρα γη. Ή υπάρχει μια χυδαία άποψη περί της επιτυχίας. Τώρα οι πλούσιοι τροφοδοτούν τα σκυλάδικα. Έχουν εξαφανιστεί οι ευγενικές μορφές. Αυτό δεν είναι ανεξάρτητο από την επικράτηση του κιτς. Αρκεί να ρίξετε μια ματιά στις κοσμικές στήλες των εφημερίδων: γκρανγκινιολική κατάσταση, κακοτυπωμένες -πλην έγχρωμες- φωτογραφίες με μάτια κόκκινα, σαν γιοι του Φρανκενστάιν. Δέστε τις φυσιογνωμίες. Δεν εκπέμπουν καμία ευγένεια, μόρφωση ή ήθος. Εξέλιπεν η αρχοντιά και η καλή παιδεία που εξομάλυνε κάπως τις διαφορές των πληβείων και των αρχόντων. Υπάρχουν, όμως, κάθε τόσο ευγενικές μορφές χαμένες στο πλήθος. Τις συναντώ καμιά φορά στις συναυλίες μου, σε διαλέξεις ή παραστάσεις. Είναι, όμως, αυτά πρόσωπα που έχουν οικειοθελώς αποχωρήσει ή ακόμα βάναυσα παραγκωνιστεί, χωρίς να παίζουν κανέναν ρόλο στη ζωή του τόπου. Πώς μπορεί να διορθωθεί αυτή η πόλη; Μόνο με τις σούπερ λουξ συνοικίες, σαν την Πλάκα της Μελίνας, που στην ουσία παραμένει απάνθρωπη και άξενη: ξαναφτιάχνονται για να γίνουν συνοικίες ορισμένων προνομιούχων, για να εντείνουν ακόμη περισσότερο τον διχασμό των στρωμάτων, για να διαλύσουν οριστικά την παλιά, λειτουργική διαταξική δομή της αθηναϊκής συνοικίας. Όταν ήμουν εγώ νεαρός φοιτητής, η Πλάκα ήταν το καταφύγιό μας για τις ωραίες, απλές στιγμές. Και φτηνές. Τότε δεν τρώγαμε στα ακριβά ρεστοράν, προτιμούσαμε την Πλάκα, όπου πίναμε και μιλούσαμε σε χώρους κατεξοχήν συνομιλιών. Η Πλάκα που γνώρισα δεν έχει να κάνει μ' αυτό το απαστράπτον λουξ. Κατά κανέναν τρόπο δεν θα δεχτώ τη μουσική κρίση ενός ζωώδους νέου, κι ας με ελκύει σεξουαλικά. Οι νέοι που μ' ενδιαφέρουν είναι αυτοί που με ανακαλύπτουν. Όπως κι εγώ, νεαρός, μες στην αγέλη της ηλικίας μου, ανακάλυπτα τους δασκάλους μου, έτσι θα 'θελα να με βρουν οι νέοι σήμερα. 

Μόνο μέσα από μια τέτοια παιδευτική σχέση, ανάμεσα στους παλιούς και τους νέους επίλεκτους, προχωρεί η ποίηση μέσα σ' αυτή την πόλη. Ο έρωτας σήμερα δεν είναι για μένα αποκλειστικά σεξουαλικός μηχανισμός. Με έλκουν οι νέοι που πρωτίστως νογάνε, αυτοί που θα εκπροσωπήσουν τη γενιά τους αύριο. Όπως η γέννηση ενός παιδιού είναι ένα διαβατήριο για τη μελλοντική γενιά (όταν δεν αποτελεί δημογραφικό στόχο, αλλά φυσική συνέπεια του έρωτα), έτσι κι αυτή η έλξη μου για τους επίλεκτους νέους διεκδικεί ένα διαβατήριο ποιητικής συνέχειας. Όμως υπάρχει αυτό το τίμημα της σεξουαλικής γνώσης: έχει χαθεί ο έρωτας ανάμεσα στους νέους. Υπάρχουν καλές κατασκευές, πολλές φορές μια ωραιότατη πράξη - έχει χαθεί η αδεξιότητα των παλαιοτέρων. Αλλά μαζί μ' αυτή έχει χαθεί και η ένταση μιας ερωτικής μυθολογίας, αφού όλοι «ερώνται» με εξαλλοσύνη μέσα από ασφαλιστικές δικλείδες. Παλιότερα οι άνθρωποι χάνονταν στον έρωτα, παραδινόντουσαν. Έχετε δει εσείς σήμερα να χάνεται κανείς από το πάθος; Ο κάθε έρωτας πρέπει να 'χει την υποψία ενός μεγάλου. Είμαι εξαίρετα μόνος προκειμένου να καταναλίσκομαι. Τη μοναξιά, έτσι όπως τη χρησιμοποιείτε, τη συνάντησα για πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη - παλιότερα στην Ελλάδα δεν τη είχα ακούσει. Δέχομαι την ένστασή σας ότι άκουγα τότε τη λέξη «πείνα» και «επιβίωση». Αλλά σκεφτείτε ότι αυτό ήταν υγιέστερη κατάσταση. Στην Κατοχή το Δημόσιο Ψυχιατρείο είχε κλείσει και η έννοια των καρδιακών νοσημάτων ήταν σχεδόν άγνωστη. Θέριζε, βέβαια, η φθίση, που έγινε θρυλική με τη Μαργαρίτα Γκωτιέ. 

Νοσταλγώ μόνο δύο περιόδους στη ζωή μου: όταν ήμουν και στις δύο περιπτώσεις ένα άγνωστο πρόσωπο και το στοιχείο της εξαφανισής μου ήταν εντελώς ισοβαρές με την παρουσία μου. Την πρώτη, ακριβώς μετά τον Πόλεμο, όταν οι μεγάλες ομάδες ξεχυνόντουσαν στους δρόμους κι εγώ ήμουν μια απίθανη μονάδα όλως ανυποψίαστη. Και άλλη μια φορά, στην Καλιφόρνια, το 1968. Απορείτε που νοσταλγώ την ανωνυμία και όχι έναν έρωτα; Δεν συμφιλιώθηκα ποτέ με τη διασημότητα. Όταν είμαι με κόσμο, είμαι αμήχανος. Κάθε φορά νιώθω έναν μικρό πανικό, που απλώς έχω τη δύναμη να μεταμφιέζω. Δεν υπερβάλλω που σας λέω πως μόνο αυτές οι δύο περίοδοι (η «Εποχή της Μελισσάνθης» και η εποχή της «Δεύτερης Μυθολογίας») ήταν οι κορυφώσεις της ζωής μου... Θυμάμαι ακόμα τη λεωφόρο Κάνυον, τότε το '68, που έδενε τα βουνά του Χόλιγουντ, γεμάτα σπίτια νέων που συζούσαν, που το βράδυ έπαιζαν μουσική, μοίραζαν free press, ενταγμένοι στο νεανικό κίνημα με την πρώτη πολιτική συνείδηση. Έγινα τότε φίλος με το συγκρότημα Jefferson Airplane κι έφυγα μαζί τους, χάθηκα για 6 μήνες μες στο Λος Άντζελες, το πνιγμένο στα ινδικά αρώματα. Για όλα αυτά τα παιδιά ήμουν απλώς ένας περίεργος Έλληνας που τους ακολουθεί. Αλλά εγώ, βλέπετε, ήμουν πολύ ρωμιός, πολύ αττικός για να χαθώ. Έτσι γύρισα στη Νέα Υόρκη. Όμως αυτές οι εποχές είναι οι μόνες που μπορώ να νοσταλγήσω - όλες τις άλλες σας τις χαρίζω. Συνέντευξη στο Στάθη Τσαγκαρουσιάνο το 1985.
Πηγή: www.lifo.gr
Aνιχνευτής Επικούρειος Πέπος.