Life for Life "Το θαύμα δεν είναι πουθενά παρά κυκλοφορεί μέσα στις φλέβες του ανθρώπου!!!"
"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό. Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη!!!"
ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις...πρώτες πρωινές ώρες!Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
Εκ των υστέρων, οι Βενιζελικοί συνέδεσαν το «Οίκαδε» με τη Μικρασιατική Καταστροφή και καλλιέργησαν τον ανθεκτικό μέχρι σήμερα μύθο ότι το άρθρο αυτό υπονόμευσε το ηθικό του ελληνικού στρατού και συνέβαλε στην κατάρρευσή του. Αυτό όμως ήταν φύσει αδύνατο. Οταν δημοσιεύθηκε το άρθρο, η τελική τουρκική επίθεση είχε ήδη εκδηλωθεί, στις 13 Αυγούστου, προκαλώντας ραγδαία και ακατάσχετη διάλυση των περισσοτέρων μονάδων ήδη από τις 15 Αυγούστου. Δεν είχαν βέβαια προλάβει να διαβάσουν το συγκεκριμένο άρθρο.
Η ιστορική σημασία των δύο άρθρων βρίσκεται αλλού. Αποκαλύπτουν τη βαθύτερη αδιαφορία των Αντιβενιζελικών για τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας. Μολονότι τη συνέχισαν και την κλιμάκωσαν αχρείαστα επί σχεδόν δύο χρόνια, η εκστρατεία παρέμενε γι’ αυτούς «η περιπέτεια, η επιβληθείσα εις τον λαόν από τον άνθρωπον, ο οποίος, ατυχώς διά την Ελλάδα, ζη ακόμη», όπως γράφει το δεύτερο άρθρο. Ο Γ.Α. Βλάχος διαλέγει τη στιγμή της τουρκικής επίθεσης για να επιδοκιμάσει έμμεσα τη δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου το 1920, όπως δεν μπορούσε να κάνει τότε.
Οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας λογικά δεν περιλαμβάνονται στην «Ελλάδα» για την οποία γράφει και νοιάζεται ο Βλάχος. Είναι μάλιστα καταπληκτική η σταδιακή εξαφάνισή τους από τα κείμενά του. Στο αμέσως προηγούμενο άρθρο του («Η γέφυρα των στεναγμών» στις 13 Αυγούστου) αναφέρονταν τελικά απλώς ως «χριστιανοί». Στο «Οίκαδε» αναφέρονται πλέον μόνο ως «γενναίοι κάτοικοι», με προφανή ειρωνική διάθεση, αφού υπονοείται ότι δεν ήσαν διατεθειμένοι να πολεμήσουν οι ίδιοι για την άμυνά τους. Το άρθρο τούς μνημονεύει επίσης ειρωνικά (μέσα σε εισαγωγικά) ως λαό «ελευθερωθέντα από των δεσμών της δουλείας». Από το τρίτο άρθρο («Οι Πομερανοί») απουσιάζουν εντελώς! Οπως προκύπτει, η τύχη τους δεν απασχολεί τον Βλάχο και τους αναγνώστες του. Οταν πια έρθουν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες, η αδιαφορία θα μετατραπεί σε απροκάλυπτη εχθρότητα και αμφισβήτηση της ελληνικότητάς τους.
Για τα δύο άρθρα του 1922, ο Βλάχος έδωσε εξηγήσεις μόλις το 1932, το 1934 και, διεξοδικότερα, το 1949. Ισχυρίστηκε λοιπόν ότι τα δημοσίευσε με υπόδειξη του κορυφαίου Αντιβενιζελικού ηγέτη (και φίλου του) Δημητρίου Γούναρη, με στόχο να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για την ήδη επερχόμενη καταστροφή. Επιπλέον, για να δείξει ότι δεν προλάβαιναν να την προκαλέσουν, ο Βλάχος αλλοίωσε χωρίς λόγο τους χρόνους και ισχυρίστηκε ότι ήδη από τις 14 Αυγούστου «σχεδόν δεν υπήρχε στρατός»!
Ο Βλάχος απαντούσε σε επικρίσεις από τη δική του παράταξη. Ισως όμως το 1949 θεώρησε ότι όφειλε επιτέλους μία εξήγηση και στους Βενιζελικούς, με τους οποίους η παράταξή του είχε πλέον συμμαχήσει για να νικήσουν μαζί το ΚΚΕ.
* Ο κ. Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος είναι τ. καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.
14 Αυγούστου 1922 «Οπως άλλοι, δεν επιμένομεν να έχωμεν την θέσιν ανεύθυνου τιμητού των υπευθύνων πολιτικών ανδρών της χώρας. Οπως ουδείς άλλος, εζήσαμεν μετ’ αυτών ημέραν προς ημέραν τους μήνας και τα έτη των προσπαθειών. Σήμερον, φρονούμεν σπουδαίως ότι η περίοδος των προσπαθειών αυτών, αίτινες έπρεπε να υπάρξουν, των θυσιών, αίτινες έπρεπε να καταβληθούν, αν δεν έληξε, λήγει».
Ηταν ξημερώματα της 13ης Αυγούστου 1922. Πριν καλά καλά ανατείλει ο ήλιος, άρχιζε και η επίθεση του τουρκικού πεζικού. Την επίθεση παρακολουθούσαν από παρατηρητήριο στην κορυφή του Καλετζίκ Νταγ ο Μουσταφά Κεμάλ και οι επιτελείς.
Πορεία ορειβατικού πυροβολικού στην περιοχή του Τουμλού Μπουνάρ, το καλοκαίρι του 1921 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).
Η τουρκική πλευρά είχε προετοιμαστεί για την επίθεση. Η ημερομηνία έναρξής της αποφασίστηκε, παρουσία του Κεμάλ, στις 7 Αυγούστου. Αρκετά πριν, ο τουρκικός στρατός είχε ανασυγκροτηθεί και ενισχυθεί πολλαπλώς, είχε διαταχθεί κατάλληλα, ώστε να διαθέτει υπεροχή στην περιοχή, και είχε πραγματοποιήσει παραπλανητικές επιθέσεις.
Ελληνες της Σμύρνης στην προκυμαία, περιμένοντας τις βάρκες που θα τους μεταφέρουν στα πλοία (Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα).
Στο ελληνικό στράτευμα, αντιθέτως, η κατάσταση δεν ήταν καλή. Ανεπτυγμένο σε ένα μέτωπο 713 χιλιομέτρων, είχε την τελευταία επιθετική επιχείριση στον Σαγγάριο (Αύγουστος 1921). Μάλιστα, τον Αύγουστο του 1922 βρισκόταν «εις χαμηλόν επίπεδον», ήταν «εξαντλημένο σωματικώς και ηθικώς», είχε «εγκατάλειψη στο πεδίο της μάχης το 50% περίπου της μαχίμου δυνάμεώς του», το δε ηθικό του είχε υποστεί «διάβρωσιν και μείωσιν» (Επίτομη Ιστορία…).
Εύζωνοι με την πολεμική εξάρτυσή τους σε πορεία, κατά τις επιχειρήσεις του Μαρτίου 1921 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).
Την επόμενη ημέρα, 14 Αυγούστου, τα τουρκικά στρατεύματα διασπούν τις ελληνικές δυνάμεις και συντρίβουν τμήματά τους. Το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα αναδιπλώνεται άτακτα. Την ίδια ημέρα δημοσιεύεται στην «Καθημερινή» άρθρο με τίτλο «Οίκαδε…». Εκτιμώντας ότι η Ελλάδα δεν έχει διεθνή στήριξη, ο Γ.Α. Βλάχος –αυτός ήταν ο συντάκτης του– στηλίτευε, τρόπον τινά, την κυβέρνηση και κατέληγε: «Η Ελλάς […] έχει υποχρέωσιν να διαχειμάση οίκαδε» – ζητούσε, δηλαδή, την επιστροφή των ελληνικών στρατευμάτων στην πατρίδα. Το άρθρο επικρίθηκε από πολλούς, καθώς θεωρήθηκε ότι συνετέλεσε στην ηθική κατάρρευση του στρατού. Τα χρονικά όσο και άλλα δεδομένα, βέβαια, δείχνουν ότι το ηθικό και η υποχώρηση του ελληνικού στρατού κρίθηκαν από άλλους παράγοντες και όχι από τις παρεμβάσεις του Τύπου.
Η καταστροφή της Σμύρνης στη λαϊκή εικονογραφία της εποχής, έργο του Σωτηρίου Χρηστίδη (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).
Η «Καθημερινή» προαναγγέλει την καταστροφή της Σμύρνης!
Στην ιστορία της ελληνικής δημοσιογραφίας το άρθρο του Γεωργίου Βλάχου με τίτλο «Οίκαδε» στην «Καθημερινή» της 14ης Αυγούστου (27/8 με το τρέχον ημερολόγιο) 1922 είναι από αυτά που έχουν περάσει στην ιστορία. Οι περισσότεροι μιλούν για «προδοτικό κείμενο» αφού ουσιαστικά προτρέπει την κυβέρνηση να αφήσει τη Μικρά Ασία και τους Χριστιανικούς πληθυσμούς στη μοίρα τους, άλλοι για «προφητικό», τα γεγονότα δικαίωσαν μέσα σε λίγες μέρες τον συγγραφέα τους, ενώ υπάρχει και η άποψη αυτών που σημειώνουν ότι αποτελεί την πρώτη ταύτιση απόψεων δεξιών – κομμουνιστών, αφού οι τελευταίοι εξ αρχής θεώρησαν την ελληνική εκστρατεία στη Μικρά Ασία «ιμπεριαλιστική επιδρομή».
Μετά από πολλά χρόνια ο Γεώργιος Βλάχος αποκάλυψε ότι το άρθρο αυτό το έγραψε μετά από συζήτηση με το Δημήτριο Γούναρη, τον πολιτικό αντίπαλο του αυτοεξόριστου, τότε, Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος ήθελε να προετοιμάσει την κοινή γνώμη για την επερχόμενη καταστροφή. Ήταν και μια, κατά κάποιο τρόπο, απολογία στους Βενιζελικούς. Όταν μίλησε για το παρασκήνιο του «Οίκαδε» στην Ελλάδα μαινόταν ο εμφύλιος πόλεμος και οι δεξιοί με τους βενιζελικούς πολεμούσαν, ως σύμμαχοι πλέον, τους κομμουνιστές.
Το «οίκαδε» που ανάθεμα κι αν τον γνωρίζουν σήμερα ως λέξη ακόμα και οι απόφοιτοι Ανωτάτων Σχολών, γράφτηκε πολύ αργά για να επηρεάσει πρόσωπα και πράγματα. Οι Βασιλικοί τα είχαν κάνει θάλασσα, ακόμα και το πουλέν τους ο Ιωάννης Μεταξάς είχε αρνηθεί την Αρχιστρατηγία και ο Μικρασιατικός Ελληνισμός πέρασε από την χατζάρα των στρατιωτών του Κεμάλ. Δικαίως οι Τούρκοι πανηγυρίζουν κάθε χρόνο τέτοια μέρα. Εάν δεν υπήρχε η Μικρασιατική Καταστροφή δεν θα μπορούσαν εκείνοι να δημιουργήσουν το Τουρκικό κράτος που καμία σχέση δεν έχει με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μια Αυτοκρατορία είναι πολυσυλλεκτική και ανεκτική στις διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες. Αντίθετα ένα κράτος κύριο γνώρισμα έχει τον συμπαγή εθνολογικά πληθυσμό του. Το θέμα είναι να πιστεύουν όλοι ότι είναι από την ίδια… πάστα. Κι ο Κεμάλ τους έπεισε αφού πέταξαν στη θάλασσα Έλληνες και Αρμένιους και έφτιαξαν ένα κράτος και μια νέα οικονομική κάστα με τις περιουσίες των εκδιωγμένων. Γιατί κι αυτό ήταν ζητούμενο. Εάν οι Χριστιανικοί πληθυσμοί ήταν απλοί εργάτες κανείς δεν θα τους έδινε σημασία. Είχαν όμως τον έλεγχο της οικονομίας. Ήταν μειοψηφία πληθυσμιακά και πλειοψηφία οικονομικά.