Ένας Ύμνος, ένας Παιάνας κι ένα Προσόδιο
Πίνδαρος, 522 ή 518 Κυνός Κεφαλές Θήβας-438 π.Χ. Άργος
Ο
Πίνδαρος χαρακτηρίζεται ως ο μεγαλύτερος λυρικός ποιητής της
αρχαιότητας, τον οποίο όμως η πατρίδα του, η Θήβα, τιμώρησε με πρόστιμο
όταν μίλησε τιμητικά για την Αθήνα. Η ποίησή του είναι υπερατομική. Με
την έννοια ότι δεν μιλάει για συνθήκες και περιστατικά της προσωπικής
του ζωής ή του περιβάλλοντός του αλλά κυρίως για αθλητικούς αγώνες, για
την αρετή του αγώνα και του νικητή, για τις δόξες των γενιών, για τις
ηθικές αξίες τους, για τους μύθους και τις παραδόσεις γενικά των πόλεων
και των αριστοκρατικών γενών που κρατούν την αρχή τους από θεούς και
ημίθεους.
Η
ποίησή του εξάλλου ήταν Χ ο ρ ι κ ή. Ήταν για να τραγουδιέται από
πολλούς σε δημόσιους χώρους, για πολλούς και για θέματα κοινά, όχι για
προσωπικά προβλήματα και έγνοιες.
Ο
κόσμος του Πίνδαρου είναι ένας κόσμος «ιδεοληπτικός» για μας, ένας
κόσμος «συνείδησης» για τον ίδιο- με την έννοια ότι πίστευε με ευλάβεια
στον κόσμο αυτόν, όπως τον έμαθε κι όπως τον εξιστορούσε.
Η
ποίησή του είναι ευγενική και μεγαλόπρεπη. Ο λόγος του έχει ορμή και
πλαστικότητα, είναι αδρός και επιβλητικός, γεμάτος σπάνιες δυνατές
λέξεις και σύνθετες, είναι αφειλώλευτος λόγος. Οι λέξεις του
προσπαθούσαν να ανεβάσουν το γεγονός σε έμπνευση ή να ντύσουν την
έμπνευση στο σχήμα του γεγονότος. Πληθωρικός ο λόγος, εκπλήξεις γεμάτος
και υπέρβαση.
Η
Κόριννα, ποιήτρια της Θήβας πιθανά σύγχρονή του, τον παρομοιάζει με
σπορέα που ρίχνει το σπόρο στη γη όχι με το χέρι σκορπίζοντάς τον, αλλά
χύνοντας μαζί όλο το σακκούλι (ΤΗΙ ΧΕΙΡΙ ΔΕΙ ΣΠΕΙΡΕΙΝ, ΑΛΛΑ ΜΗ ΟΛΩ ΤΩΙ
ΘΥΛΑΚΩΙ).
Το έργο του ήταν: Ύμνοι, Παιάνες, Διθύραμβοι, Προσόδια, Παρθένια, Υπορχήματα, Εγκώμια, Θρήνοι, Επίνικοι.
Από αυτά σώθηκαν όλοι οι επίνικοι (4 βιβλία) και ελάχιστα άλλα μικρά και φθαρμένα αποσπάσματα.
Πρώτα την ορθόγνωμη Θέμη την ουράνια
απ’ τις πηγές του Ωκεανού με άλογα χρυσά
οδήγησαν οι Μούσες στου Ολύμπου το θρόνο
ολόφωτο το δρόμο ανεβαίνοντας,
η πρώτη του Δία γυναίκα να είναι.
Και γέννησε αυτή τις Ώρες τις τακτές
με τα χρυσόδετα μαλλιά,
που φέρνουν των καρπών το θάμπος.
Στο όνομα του Ολύμπιου Δία, χρυσή
και ένδοξη μάντισσα Πυθώ,
δέξου με, σε ικετεύω με τις Χάριτες μαζί
και την Αφροδίτη,
σε τούτη τη θεία γιορτή (των Δελφών)
ποιητή των Μουσών ξακουσμένο.
Ακούγοντας της Κασταλίας το νερό να κελαρύζει
απ’ τις χάλκινες βρύσες
χωρίς συνοδεία χορού, ήρθα γιορταστής
την άγνοια των πιστών σου να βοηθήσω
με τις δικές μου τις τιμές.
Και όπως παιδί στη σεβάσμια μάνα
την καρδιά μου ακούοντας πρόθυμα
στο άλσος του Απόλλωνα έφτασα
Όπου στεφάνια και συμπόσια ανθίζουν
και όπου το γιο της Λητώς
των Δελφών οι κόρες συχνά
δίπλα στης γης τον Ομφαλό
τον ισκιωμένο, τραγουδούν
με πόδια γοργά το χώμα χτυπώντας.
( λείπουν 31 στίχοι)
Ο παιάνας συνεχίζεται με την α΄ επωδό κ.εξ.Πηγή: http://idrymapoiisis.blogspot.gr/
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ