Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

24.3.16

ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΚΑ'Ι'ΡΗΣ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ


Φίλες και Φίλοι, αγαπητοί επισκέπτες του filomatheia.blogspot.com καλημέρα. Η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη σ' έναν από τους μεγαλύτερους, αν όχι ο μεγαλύτερος, Διδάσκαλος του Γένους, που δοκίμασε στο πετσί του και πλήρωσε με τη ζωή του τον φανατισμό και τη μισαλοδοξία του κλήρου και της επίσημης Εκκλησίας, σας μιλάω για τον Θεόφιλο Καϊρη. Δυστυχώς εγώ τον ανακάλυψα αργά, κάλλιο αργά παρά ποτέ που λένε και στα Τρίκαλα, αναζητήστε πληροφορίες γι'αυτόν τον ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ γιατί αξίζει αυτούς τους υπέροχους Έλληνες να τους μνημονεύουμε παντού και πάντα. Άραγε πόσοι από εμάς που λέμε πως είμαστε Έλληνες έχουμε στο εικονοστάσι μας τον Άγιο Κολοκοτρώνη, τον Άγιο Νικηταρά, τον Άγιο θεόφιλο Καϊρη; και όσους ακόμα ΗΡΩΕΣ-ΑΓΙΟΥΣ θυσιάστηκαν για να μπορούμε εμείς σήμερα να λέμε πως είμαστε Έλληνες; Γιατί δεν μας μαθαίνουν την αληθινή Ιστορία στα σχολεία; Όσοι από σας επιθυμείτε να μάθετε αλήθειες κυκλοφορεί ένα σημαντικό Ιστορικό βιβλίο με τίτλο ''Τα ψιλά Γράμματα της Ιστορίας'' ελπίζω πως η Ιστορικός της ΛΟΓ η Κωνσταντίνα Ντακούλα (Ζαν Ντ' Αρκ) όταν το διαβάσει να μας κάνει μια ομιλία σχετικά μ'αυτό το βιβλίο, και γενικότερα για την νεότερη Ιστορία. Η φανταστική συνάντηση του Θεόφιλου Καϊρη με τον συγγραφέα Χρήστο Χωμενίδη, είναι μια ευκαιρία για να ψάξουμε να βρούμε κείμενα που αναφέροντε στη ζωή και το έργο αυτού του ΥΠΕΡΟΧΟΥ ΕΛΛΗΝΑ που για μία ακόμα φορά ισχύει το γνωστό: ''Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της.'' Σας εύχομαι καλή άσκηση, καλή διατροφή και καλή αυτογνωσία. Με σεβασμό και εκτίμηση Επικούρειος Πέπος.
Συνομιλώντας με τον Θεόφιλο Καΐρη
Ενα εκ των πλέον ελληνικών αιρετικών πνευµάτων, αυτό του Θεόφιλου Καΐρη, επιστρέφει 159 χρόνια µετά τον θάνατό του για µια εκ βαθέων συνέντευξη στον Χρήστο Χωµενίδη
πηγή www tovima.gr
Το να συζητήσεις µε έναν άνθρωπο 228 ετών δεν είναι δα και το πιο εύκολο πράγµα στον κόσµο. Τον πρώτο καιρό µετά τον θάνατό τους οι πιο πολλοί λαχταρούν να µιλήσουν. Για να διαλύσουν τις ψευδαισθήσεις που τρέφουν οι ζωντανοί σχετικά µε το επέκεινα. Για να εκφράσουν την αγάπη τους σε πρόσωπα που εγκατέλειψαν όταν απεβίωσαν. Για να αποκαταστήσουν αδικίες εις βάρος τους, οι οποίες διαπράττονται εξαιτίας της απουσίας τους. Οι φρεσκοπεθαµένοι κάνουν ό,τι µπορούν για να δώσουν κάποιο σινιάλο. Εµφανίζονται σε όνειρα, κολλητεύουν µε µέντιουµ, µετακινούν  έπιπλα ή αναβοσβήνουν φώτα... Οσο περνούν, όµως, τα χρόνια τόσο η έγνοια τους για τα γήινα φθίνει. Ολοι οι δικοί τους πηγαίνουν να τους συναντήσουν. Τα σπίτια τους γκρεµίζονται, οι γειτονιές τους γίνονται αγνώριστες. Ακόµη και τα τοπία µεταµορφώνονται. Ελάχιστων η ανάµνηση επιζεί του βιολογικού τέλους τους για περισσότερο από έναν αιώνα.

Η λήθη – η παράδοση στην απόλυτη ανυπαρξία – πρέπει να ’ναι ανακουφιστική. Ετσι τουλάχιστον κατάλαβα, πασχίζοντας να «ξυπνήσω» τον Θεόφιλο Καΐρη και να τον κάνω να ασχοληθεί µαζί µου για µόλις µισή ωρίτσα. Μου κόπηκαν τα γόνατα προκειµένου να τον σηκώσω από το χώµα και να τον καθίσω σε µια πολυθρόνα απέναντί µου. Ο τριπλός εσπρέσο που του έφτιαξα – κι ας ήταν παρθένος στην καφεΐνη οργανισµός – κατάφερε να του διεγείρει τα νεύρα και το ενδιαφέρον µετά βίας για πέντε λεπτά. Στη συνέχεια, βλέποντάς τον διαρκώς να αφαιρείται ή να γλαρώνει, αναγκαζόµουν πότε να τον τσιγκλάω µε προκλητικές ερωτήσεις, πότε να καταντώ ακόµη πιο βλάσφηµος: να του φυσάω τον καπνό µου στο πρόσωπο. Οµολογώ πως ο Καΐρης στιγµή δεν έδειξε να ενοχλείται. Επρόκειτο για παπαδίστικη πραότητα; Για νεκρική απάθεια; Ενιωθε δικαιωµένος από την Ιστορία; Ή αδιάφορος για εκείνη; Μου απάντησε, πάντως, σε όλα µε σαφήνεια, δίχως υπεκφυγές και ρητορείες. Στα λόγια του διακρινόταν φλέγµα, αυτοσαρκασµός, που µακάρι να τον διέθεταν στο ελάχιστο όσοι στις µέρες µας περνιούνται για «∆άσκαλοι του Γένους». Η πρώτη απορία του ήταν πώς και τον θυµηθήκαµε.
Οι Ελληνες δεν σας ξέχασαν ποτέ. ∆εν κερδίσατε την υστεροφηµία ενός Κολοκοτρώνη, µα κάθε λίγα χρόνια κάποιος σας ανακαλύπτει µε ενθουσιασµό. «Να ’ναι καλά! Ο καθένας, ξέρετε, “διαβάζει” τους πεθαµένους µε τον δικό του τρόπο και για τις δικές του ανάγκες. Οι ταφόπλακες γίνονται συχνά καθρέφτες...».
Τι υπήρξατε, Θεόφιλε, πάνω από όλα; Εθνεγέρτης και πολέµαρχος στην Επανάσταση του ’21; Εκπαιδευτικός, διευθυντής των δύο πιο φηµισµένων σχολείων του καιρού σας στα Βαλκάνια, στο Αϊβαλί και στην Ανδρο; Πολιτικός, τρεις φορές βουλευτής; Ιερέας; Ιδρυτής θρησκείας; «Γιατί οφείλω να διαλέξω µία ιδιότητα; Μανία που έχετε οι σηµερινοί µε την εξειδίκευση! Με ενδιέφεραν, από παιδάκι, τα πάντα: η βοτανολογία και η λογοτεχνία. Ο πόλεµος και η θρησκεία. Η τεχνολογία. Εγώ, όπως θα ξέρετε, έφερα πρώτος στην Ελλάδα τηλεσκόπιο και έστησα το πρώτο υποτυπώδες εργαστήριο φυσικοχηµείας. Εζησα στον λεγόµενο “Αιώνα των Φώτων”. Και είχα την τύχη να βρεθώ στο επίκεντρο των εξελίξεων, στο κέντρο της Ευρώπης: το Παρίσι».
Προερχόσασταν από επιφανή οικογένεια. «Είναι αλήθεια. Συχνά συλλογιζόµουν πόσο διαφορετική θα ήταν η πορεία µου αν είχα γεννηθεί από αγρότες. Γι’ αυτό και το σχολείο που ίδρυσα στην Ανδρο το προόριζα κατ’αρχήν για τα ορφανά των πολεµιστών του ’21».
Τους οποίους διδάσκατε όπως εσείς θέλατε. «Εγώ διηύθυνα και ήµουν υπεύθυνος για την εκπαιδευτική διαδικασία».
Αγνοώντας τις αντιλήψεις – ακόµη και τη θρησκευτική πίστη – των γονέων τους;«Οταν γεννήθηκα, η ιδέα της εθνικής µας απελευθέρωσης δεν υπήρχε παρά µονάχα στα δηµοτικά τραγούδια, στις πολεµικές κραυγές των κλεφτών – που συχνά άλλαζαν στάση και γίνονταν αρµατολοί, δηλαδή µισθοφόροι της οθωµανικής εξουσίας – και στα µυαλά µερικών φωτισµένων Ρωµιών που είχαν κουραστεί να σταδιοδροµούν ως δραγουµάνοι του Σουλτάνου ή εντεταλµένοι ηγεµόνες του στις όχθες του ∆ούναβη. Καθένας εξ αυτών έτρεφε το δικό του όραµα σχετικά µε τη νέα Ελλάδα. Οι παπάδες – ακόµη και εκείνοι που πήραν εξαρχής τα όπλα – ονειρεύονταν µια χριστιανική επικράτεια, όπου θα κυβερνούσε ο λόγος του Θεού τους. Ο Ρήγας Φεραίος τραγουδούσε την ανατροπή της τυραννίας και τη δηµιουργία µιας πολυφυλετικής βαλκανικής οµοσπονδίας, µε χριστιανούς και Τούρκους αντάµα, άσπρους και “αράπηδες”. Ο Μακρυγιάννης, πάλι, το λέει ξεκάθαρα: “... Ας καθίσωµεν τώρα και ηµείς...”, οι αυτόχθονες αποκλειστικά ορθόδοξοι, Πελοποννήσιοι και Ρουµελιώτες, “να φάγωµεν ψωµί...”. Και ο λόρδος Μπάιρον, εκείνος ο άθεος προικισµένος ποιητής, δεν θα είχε – λέει – αντίρρηση, εφόσον η Επανάσταση ευοδωνόταν, να στεφθεί βασιλιάς των Ελλήνων...».
Και εσείς τι ήσασταν; «Εγώ έζησα πολλά – για τον καιρό µου – χρόνια και πέρασα από πολλά στάδια. Μεγαλωµένος σε εκκλησιαστικό περιβάλλον, δεν ήταν παράξενο που στα 18 µου χειροτονήθηκα διάκος. Τότε άλλαξα και το όνοµά µου, από Θωµάς σε Θεόφιλο. Στο βάθος, όµως, παρέµεινα Θωµάς – για όλα αµφέβαλλα, είχα ανάγκη να τα αγγίζω, να τα δοκιµάζω. Οι πλούσιοι προστάτες µου µε έστειλαν να σπουδάσω στη ∆ύση: Ελβετία, Ιταλία, Γαλλία. Στο Παρίσι, το 1807, γνωρίστηκα µε τον Αδαµάντιο Κοραή και µπολιάστηκα µε το πνεύµα της Γαλλικής Επανάστασης. Τότε άρχισαν να κλονίζονται µέσα µου οι χριστιανικές πεποιθήσεις...».
Παραµείνατε, όµως, παπάς... «∆εν θα µπορούσα να απαρνηθώ την πίστη µου αν δεν έβαζα στη θέση της µια καινούργια. Η ανάγκη να θρησκεύοµαι, να επικοινωνώ µε τον Θεό, ήταν ριζωµένη στον πυρήνα της ύπαρξής µου».
Είχατε πει ότι αποφασίσατε να προαχθείτε σε όλους τους ιερατικούς βαθµούς µε τη µάταιη ελπίδα ότι θα σας ξαναφώτιζε κάποια στιγµή το Αγιο Πνεύµα. Φαντάζεστε να σας έκαναν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και να σας ταλάνιζε ακόµη η δίνη της αµφιβολίας; «Πρώτη φορά θα συνέβαινε; Η “Πάπισσα Ιωάννα” του Ροΐδη, η ιστορία της γυναίκας που ανεβαίνει στον θρόνο του Βατικανού, είναι µια υπερβολή που απηχεί ωστόσο αληθινές καταστάσεις... Τουλάχιστον εµένα δεν µε κίνησε ποτέ το στενό ατοµικό συµφέρον. Ούτε και λούφαξα για να διαφυλάξω τα κεκτηµένα µου»
Αυτό να λέγεται. Σηκώσατε από τους πρώτους µπαϊράκι το 1821. «Εβραζε το αίµα µου. ∆εν ήµουν τόσο καλός πολεµιστής όσο ρήτορας. Τους ξεσήκωνα µε τα λόγια, τους έπειθα πως αξίζει να ρισκάρουν τα πάντα... Ορισµένοι ίσως να µε κοίταζαν στραβά, να µε έβρισκαν υπερβολικά γραµµατισµένο για τα γούστα τους. Οταν, όµως, λαβώθηκα τρεις φορές στη µάχη, τους κόπηκε ο βήχας. Μετά κατηφόρισα από τον Ολυµπο στην Κόρινθο κι από εκεί στην Επίδαυρο για την Α΄ Εθνοσυνέλευση».
Είχατε γίνει πλέον πολιτικός. «Πολιτικός; Μεγάλη κουβέντα. Για να είσαι πολιτικός πρέπει να µπορείς να αγιάζεις, για το χατίρι του σκοπού σου, τα µέσα. Εγώ δεν είχα τέτοια στόφα. Ούτε και οι περισσότεροι από τους αντιπροσώπους στις Εθνοσυνελεύσεις της Επανάστασης. Γι’ αυτό και νοµοθετήσαµε τόσο φιλελεύθερα, υπερακοντίζοντας σε δηµοκρατικότητα όλα τα πολιτεύµατα της Ευρώπης. Γι’ αυτό και το Σύνταγµα της Επιδαύρου δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ...».
Ούτε και ο Καποδίστριας είχε πρόθεση να εφαρµόσει το Σύνταγµά σας. Εσείς,ωστόσο, τον υποδεχθήκατε µε ενθουσιασµό και εκφωνήσατε τον «χαιρετιστήριο» λόγο εκ µέρους των Ελλήνων. «Τον προϋπάντησα, µα τον προειδοποίησα κιόλας, αρκετά αυστηρά: “Ου συ, ουδέ ο υιός σου, ουδέ ο οικείος σου, ουδέ ο φίλος σου, ουδέ πνεύµα φατρίας, αλλά οι θεσµοί κυβερνώσι την Ελλάδα διά σου...”. Ο Καποδίστριας είχε ειλικρινή πρόθεση να στήσει ένα κράτος δικαίου, να οικοδοµήσει θεσµούς αδιάβλητους. Οι κοτζαµπάσηδες, που λαχταρούσαν να γίνουν πασάδες στη θέση των πασάδων, φυσικά τον εξόντωσαν».
Και εσείς αποσυρθήκατε στην Ανδρο... «Τι σηµαίνει “αποσύρθηκα”; Θαρρείτε πως η καρδιά του νεογέννητου κράτους µας χτυπούσε στην Αθήνα; Ενα χωριό παρέµενε η Αθήνα, που στο κέντρο του είχανε χτίσει το Παλάτι για να πηγαίνουν οι προύχοντες να συναγελάζονται µε τους Βαυαρούς και να χτυπούν µε τα τσαρούχια τους τον πολυέλαιο στις φιγούρες του τσάµικου. Εξού και η έκφραση “σιγά τον πολυέλαιο”... Εάν αρνήθηκα τη θέση του καθηγητή στο Πανεπιστήµιο ήταν επειδή πίστευα πως ο άνθρωπος διαµορφώνεται στα πρώτα στάδια της εκπαίδευσής του, ως παιδί. Εκεί πρέπει να ευτυχήσει από δασκάλους».
Αρνηθήκατε, όµως, και το παράσηµο που σας προσέφερε ο Οθωνας... «Αυτό ίσως και να ήταν λάθος µου. Η ταπεινοφροσύνη µου – ή µάλλον η πεποίθησή µου πως σε µια πάµπτωχη χώρα δεν µοιράζουµε παράσηµα, αλλά ψωµί και βιβλία – θεωρήθηκε προσβολή προς τον βασιλιά. Μου το φύλαγαν και µόλις βρήκαν αφορµή...».
Για αφορµή επρόκειτο; Εδώ σας κατηγόρησαν ότι είχατε ιδρύσει καινούργια θρησκεία. «Απάντησα ευθύς, ρητά και κατηγορηµατικά: Θρησκείες δεν ιδρύουν οι άνθρωποι, αλλά µονάχα ο Θεός. Η Θεοσέβεια “έγδυνε” την πίστη στον ∆ηµιουργό από τα παγανιστικά χαρακτηριστικά της και της προσέδιδε φιλοσοφικό, παγκόσµιο και διαχρονικό χαρακτήρα...».
Τον Χριστό πάντως Τον αποκαθηλώσατε... «∆εν τον λατρεύαµε ως Υιό του Θεού – πώς µπορείς να είσαι γιος ενός πνεύµατος; – τον τιµούσαµε ωστόσο ως φωτισµένο, ενάρετο άνθρωπο».
Είχατε, πάντως, δοµή κανονικής θρησκείας: τι ναοί, τι γιορτές, τι ιερείς! «∆ιέθετα πράγµατι οργανωτικό οίστρο. Τους ναούς τους είχα σχεδιάσει µε το χέρι µου – κάηκαν φυσικά τα σχέδια εκείνα από τους διώκτες µου. Τις προσευχές, στη δωρική διάλεκτο, τις είχα συνθέσει επίσης εγώ. Οσο για τους λειτουργούς της Θεοσέβειας, γυναίκες και άντρες, τους είχα ιεραρχήσει σε πέντε τάξεις».
Εδώ θελήσατε να αλλάξετε το ηµερολόγιο... «Επηρεάστηκα, το οµολογώ, από τη Γαλλική Επανάσταση. Χώρισα τους µήνες σε τρία δεκαήµερα αντί για εβδοµάδες και τοποθέτησα την Πρωτοχρονιά στις 24 Σεπτεµβρίου, όπως ήταν στην αρχαιότητα. Ως έτος 1 όρισα το 1801. Με συκοφάντησαν ακόµη και για αυτό, πως τάχα το επέλεξα από εγωπάθεια, επειδή τότε είχα ξεκινήσει τις σπουδές µου. ∆εν καταλάβαιναν ότι τιµούσα απλώς την έναρξη του Αιώνα των Φώτων...».
∆ιέδωσαν επίσης ότι ανήκατε στη µασονία ή σε κάποια άλλη µυστική εταιρεία... «Στον καιρό µου οι µυστικές εταιρείες γνώριζαν µεγάλη άνθηση από τον φόβο των τυράννων. Και η Φιλική µια µυστική εταιρεία δεν ήταν; Εν πάση περιπτώσει, τη Θεοσέβεια εγώ ποτέ δεν την έκρυψα ούτε την αρνήθηκα. Την υπερασπίστηκα ως τη µόνη ταιριαστή θρησκεία σε µια ελεύθερη κοινωνία». 
Είχατε πολλούς οπαδούς; «∆εν ήθελα οπαδούς, µα ισότιµους συνοµιλητές. Ο διάλογος µε ενδιέφερε. Αρκετοί άνθρωποι συγκινήθηκαν από τη Θεοσέβεια. Και ακόµη περισσότεροι µε υποστήριξαν όταν η Ορθόδοξη Εκκλησία και η βασιλική εξουσία αποφάσισαν την καταστροφή µου. Το 1839, ο πυρπολητής Κανάρης διετάχθη ως αρχηγός του στόλου να µε απαγάγει από την Ανδρο και να µε οδηγήσει στην Αίγινα και µετά στην Αθήνα. Η προσωπική του συντριβή ήταν ολοφάνερη. Οι συντοπίτες µου µε συνόδευσαν κλαίγοντας ως την αποβάθρα. Στην πρωτεύουσα, ο κόσµος ήθελε να ζευτεί και να τραβήξει την άµαξα που θα µε πήγαινε στην Ιερά Σύνοδο για να δικαστώ. Οι εφηµερίδες είχαν διχαστεί. Οι µισές µε υποστήριζαν µε πάθος».
Επικράτησε η γνώµη των άλλων µισών. «Αφού µε κατακεραύνωσε µέχρι και το Πατριαρχείο, αφού µου έκλεισαν τη Σχολή, αφού µε ταλαιπωρούσαν µε δίκες και εξορίες επί δέκα και πλέον χρόνια, µε φυλάκισαν σε δύο µοναστήρια, σε απόλυτη αποµόνωση, για να επανέλθω δήθεν στον ορθό δρόµο. Επεδίωκαν όµως τον θάνατό µου. Οταν ο εισαγγελέας έστειλε αναφορά στον υπουργό ∆ικαιοσύνης για την άθλια κατάσταση της υγείας µου, εκείνος απάντησε: “Εφόσον είναι έτσι κι αλλιώς άρρωστος, γιατί να του αλλάξουµε κελί;”. Ο θάνατος επήλθε σαν λύτρωση στις αρχές του 1853...».
Η έσχατη ταπείνωση ήρθε µετά. Ξέθαψαν το σώµα σας, σας άνοιξαν τα σπλάχνα και τα περιέχυσαν µε ασβέστη... «Ισχυρίστηκαν ότι το έκαναν για υγειονοµικούς λόγους. ∆εν τους κρατάω κακία. Απλοί άνθρωποι ήταν, σε µόνιµη σύγχυση...».
Σχεδόν ό,τι είχατε σπείρει σαρώθηκε. Η εκπαίδευση παρέµεινε προσηλωµένη στους τύπους. Το ιδεολόγηµα του ελληνοχριστιανισµού καλά κρατεί. Οι επίγονοι των κοτζαµπάσηδων εξακολουθούν να κάνουν σε µεγάλο βαθµό κουµάντο... «Η Ιστορία δεν προχωρά µε ευθύγραµµο τρόπο ούτε όµως και επαναλαµβάνεται µονότονα. Ακολουθεί σπειροειδή, ανοδική πορεία. Οπως µε πληροφορήσατε κι εσείς στην αρχή της κουβέντας µας, όλο και κάποιοι µεταγενέστεροι µε ανακαλύπτουν. Θα επιθυµούσα να συγκρατούν από τον βίο µου όχι τόσο εκείνα που επαγγέλθηκα όσο εκείνα που αµφισβήτησα. Κάθε κρίσιµη περίοδος, όπως αυτή που τώρα περνάτε στην Ελλάδα, µπορεί να γίνει εφαλτήριο για ένα νέο ξεκίνηµα. Προσωπικά, παραµένω αισιόδοξος. Βρίσκω τον εαυτό µου στους στίχους του µέγιστου ποιητή µας, του Κωνσταντίνου Καβάφη: “... Κατόπι – στην τελειοτέρα κοινωνία – κανένας άλλος καµωµένος σαν εµένα βέβαια θα φανεί κ’ ελεύθερα θα κάµει”».
Επιμέλεια Ανάρτησης: Eπικούρειος Πέπος.

Αφιέρωμα στον Άγιο Ήρωα ΝΙΚΗΤΑΡΑ τον τουρκοφάγο

Φίλες και Φίλοι καλημέρα, ο μήνας Μάρτιος είναι για μας τους Έλληνες πολύ σημαντικός για τους γνωστούς λόγους. Αποφασίσαμε λοιπόν η συντακτική ομάδα του filomatheia.blogspot.com έως την 25η Μαρτίου να κάνουμε κάποιες αφιερώσεις στους ανθρώπους που έδωσαν τη ζωή τους ώστε εμείς σήμερα να μπορούμε να μιλάμε για Ελλάδα. 
 
Δυστυχώς πάρα πολλούς από αυτούς τους
ΗΡΩΕΣ-ΑΓΙΟΥΣ εμείς οι αυτοαποκαλούμενοι ΄Ελληνες, τους μνημονεύουμε μόνο όταν πλησιάζει η 25η Μαρτίου! και το χειρότερο δε γνωρίζουμε την πραγματική τους ιστορία. Την ιστορία που δυστυχώς πρέπει να αναζητήσουμε σε βιβλία εξωσχολικά, γιατί στο σχολείο αυτό που μαθαίνουν τα παιδιά μας είναι π.χ. για ένα στρίμωγμα!! που έγινε στην αποβάθρα της Σμύρνης μετά από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα! (το τελευταίο περί αγώνα δεν το είπαν, αλλά σιγά σιγά θα μας το πουν και αυτό). Όσο λοιπόν μπορούμε ακόμα να λέμε πως είμαστε Έλληνες, πως; σας φαίνεται υπερβολικό αυτό που είπα; μακάρι να έχετε δίκιο, εν πάση περίπτωση εγώ λέω όσο μας το επιτρέπουν, ας αρχίσουμε να σκεπτώμαστε σαν Έλληνες, και ας αρχίσουμε να αναζητούμε τις μορφές εκείνες που μας έκαναν υπερήφανους, είτε στην αρχαιότητα, είτε στα νεότερα χρόνια, ας αρχίσουμε -εννοώ οι πολλοί- να ανακαλύπτουμε τους Έλληνες κλασικούς, αυτούς τους ΓΙΓΑΝΤΕΣ της παγκόσμιας γνώσης, ας αρχίσουμε να επισκεπτόμαστε τους αρχαιολογικούς χώρους, ας αρχίσουμε -επιτέλους- να επισκεπτόμαστε την Εκκλησία του Δήμου, εννοώ την Πνύκα, και κυρίως να μελετάμε την αρχαία ελληνική γραμματεία. Αυτή την περίοδο της κρίσης ας μάθουμε πως για όλα τα κακά που μας βρήκαν, υπάρχουν και δικές μας τεράστιες ευθύνες, αν δε διδαχθούμε απ' αυτή την κρίση και δεν βγούμε πιο σοφοί, θα συνεχίσουν κάποιοι να μας ξεφτιλίζουν, να μας βρίζουν, να μας χλευάζουν, και να μας συμπεριφέρονται όπως στον ΝΙΚΗΤΑΡΑ. Ας αποφασίσουμε τι θέλουμε και ας αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Κατά την ταπεινή μου γνώμη αν δεν αλλάξουμε την Παιδεία μας δεν πρόκειται ν' αλλάξει τίποτα, όπως είχε πει και η Μυρτώ ''αν αλλάξουμε τις συμπεριφορές μας αυτόματα αλλάξουν όλα''. Διαβάστε λοιπόν την τραγική περιπέτεια του ΗΡΩΑ ΝΙΚΗΤΑΡΑ και σκεφθείτε μήπως ήρθε η ώρα αυτόν τον ΑΓΙΟ ΗΡΩΑ να τον τοποθετήσουμε στο εικονοστάσι μας; καλή ανάγνωση.

Με σεβασμό και εκτίμηση Επικούρειος Πέπος.
Υ.Γ. Αγαπητή/έ αναγνώστρια/η εσύ που θα διαβάσεις το αμέσως πιο κάτω άρθρο, θα ήθελα να γνώριζα ποια συναισθήματα θα σε κυριεύσουν; ειλικρινά θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να καταγράφετε το συναίσθημα της στιγμής και να μου το στέλνατε. Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων.

Ο Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ή Τουρκοφάγος, ήταν ένας απ' τους μεγαλύτερους ήρωες της Επανάστασης του 1821. Ως γνωστόν, οι πολιτικές έριδες, το κομματικά πάθη και τα κάθε είδους συμφέροντα της εποχής που ακολούθησαν την Απελευθέρωση, δημιούργησαν ένα νοσηρό κλίμα στα πλαίσια του οποίου, αρκετοί ήρωες που έδωσαν τα πάντα στον Αγώνα, κατέληξαν να οδηγούνται στο περιθώριο και τη φυλακή (όπως ο Κολοκοτρώνης). Ένας απ' αυτούς τους ήρωες, που είχαν αυτή την «τύχη» ήταν κι ο Νικηταράς, ο οποίος έκανε «θητεία» αρχικά στο Παλαμήδι και στην συνέχεια στις φυλακές τις Αίγινας, βάσει ανυπόστατων κατηγοριών περί συνωμοσίας εναντίων του βασιλιά Όθωνα.

Αναφέρεται ένα χαρακτηριστικό περιστατικό, το οποίο αναδεικνύει το ήθος αυτού του ήρωα και στον αντίποδα την αχαριστία και την αγνωμοσύνη του κράτους.
Όταν αποφυλακίστηκε ο Νικηταράς το 1841, ήταν τόσο φτωχός που κατάντησε ζητιάνος στα σοκάκια του Πειραιά. Η πενιχρή σύνταξη που έπαιρνε, χάριν μια θέσης γερουσιαστή που του εδόθη, δεν έφτανε «ούτε για ζήτω». Η αρμόδια αρχή η οποία χορηγούσε θέσεις επαιτείας, είχε ορίσει μια ορισμένη μέρα στον ήρωα επαίτη μια θέση μια μέρα της εβδομάδος κοντά στην εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του επέτρεπε(!) να επαιτεί κάθε Παρασκευή!
Όταν αυτά έφτασαν στα αυτιά του πρέσβη Μεγάλης Δύναμης, αυτός απεστάλη από την κυβέρνηση του στο σημείο όπου επαιτούσε ο μεγάλος οπλαρχηγός. Μόλις ο Νικηταράς αντελήφθη τον ξένο μάζεψε αμέσως το απλωμένο χέρι του.
- Τι κάνετε στρατηγέ μου; ρώτησε ο ξένος.
- Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα, απάντησε υπερήφανα ο ήρωας.
- Μα εδώ την απολαμβάνετε, καθισμένος στον δρόμο; επέμενε ο ξένος.
- Η πατρίδα μου έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πως περνάει ο κόσμος, απάντησε περήφανα ο Νικηταράς.
Ο ξένος κατάλαβε, και διακριτικά, φεύγοντας άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες.
Ο σχεδόν τυφλός Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί και φώναξε στον ξένο: «Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρε το μην το βρει κανένας και το χάσεις!».
Στις 25 Σεπτεμβρίου του 1849, ο γενναίος και έντιμος αυτός ήρωας, πεθαίνει ξεχασμένος και πάμφτωχος. 
*** Τελικά οι Έλληνες δεν αλλάζουν ποτέ (ακόμα κι αν σ' αυτή την περίπτωση υπήρχε βαυαρικός δάχτυλος). Πάντα θα τρώει τα παιδιά της...
Επιμέλεια Ανάρτησης Επικούρειος Πεπός.
Διαβάστε περισσότερα: Νικηταράς ο Τουρκοφάγος - Ένα άγνωστο, μα αρκετά διδακτικό περιστατικό για την Ελλάδα που τρώει τα παιδιά της | Πάρε-Δώσε http://www.pare-dose.net/

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑ'Ι'ΣΚΑΚΗΣ Άλλος ένας Άγιος Ήρωας.

Φίλες και Φίλοι, Aγαπητοί επισκέπτες του filomatheia.blogspot.com καλημέρα, όπως έγραψε και η συντακτική ομάδαEmojiEmojiστην προηγούμενη ανάρτηση, ο μήνας Μάρτιος για μας τους Έλληνες είναι ξεχωριστός μήνας για τους γνωστούς λόγους. Γι' αυτούς τους λόγους συνεχίζουμε και σήμερα να αναφερόμαστε στους ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ του 1821 η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στον ΑΓΙΟ ΗΡΩΑ ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΑΡΑ'Ι'ΣΚΑΚΗ σας παρακαλώ να σταθείτε ιδιαίτερα στον επίλογο του άρθρου με τίτλο '' Ο Καραϊσκάκης και το sprend δανεισμού......'' δείτε πόσο επίκαιρα είναι αυτά που αναφέρει. Με την ελπίδα πως όλα αυτά θα μας γίνουν κάποια στιγμή μάθημα, σας εύχομαι καλό σ/κ και όσοι παραυρεθούν αυτό το Σάββατο στη συναυλία των: ΓΛΥΚΕΡΙΑ-ΝΤΑΛΑΡΑ-ΒΙΤΑΛΗ να περάσουν καλά, δηλαδή αυτό είναι το μόνο σίγουρο γιατί μιλάμε για τo βαρύ πυροβολικό του ελληνικού τραγουδιού. Και εννοείτε πως ο Manager της ΛΟΓ θα προσπαθήσει να έρθει σε επαφή με τις δυο Ιέρειες του τραγουδιού για να μας παραχωρήσουν μια συνέντευξη. Με σεβασμό και αγάπη Επικούρειος Πέπος.
Καραϊσκάκης

- Θάνατος στη μάχη ή δολοφονία από ελληνικό χέρι; (αν αυτό αληθεύει, αναρωτιέμαι γιατί τα βάζουμε με τους κάθε Σοϊμπλε, τη στιγμή που κάποιοι τάχαμου, Έλληνες; είμαστε πολλοί χειρότεροι απ' αυτούς που κατηγορούμε. Θα το έκαναν αυτό οι Γερμανοί άραγε στον δικό τους Καραϊσκάκη; 1000% όχι! αυτή είναι δυστυχώς η μεγάλη διαφορά.


  Ο θάνατος του Γεωργίου Καραϊσκάκη καλύπτεται από διαφορετικές αφηγήσεις και φήμες για το τι πραγματικά συνέβη. Φήμες ότι ο θάνατός του προήλθε από φίλια πυρά ή και ότι ήταν προϊόν οργανωμένου σχεδίου. Παρακάτω παρουσιάζουμε μια έρευνα του Άρη Χατζηστεφάνου για τις συνθήκες θανάτου του Γεωργίου Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια του προϊσταμένου της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών Φίλιππου Κουτσάφτη και του ιστορικού Διονύση Τζάκη και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Κ» της Καθημερινής στις 21 Μαρτίου του 2010.



Γεώργιος Καραϊσκάκης, έργο του Karl Krazeisen.

[.] Ίσως ήμουν από τους λίγους ανθρώπους που δέχτηκαν με τόση χαρά και κυρίως ανακούφιση μια πρόσκληση στην ιατροδικαστική υπηρεσία. Παλαιότερα ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι, αν ζητούσα από τον μεγαλύτερο ιατροδικαστή της χώρας ένα «πόρισμα» για τις συνθήκες θανάτου του Γεωργίου Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου, θα μου έκλεινε το τηλέφωνο. Ποιος τολμάει να ενοχλήσει τον προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών για μια υπόθεση που έκλεισε το 1827;  Ο Φίλιππος Κουτσάφτης, όμως, δέχτηκε με ενθουσιασμό την πρόταση. Για την ακρίβεια, αντέδρασε λες και περίμενε εδώ και καιρό μια ευκαιρία για να συνδυάσει τις δύο αγαπημένες του ασχολίες, τη μελέτη της Ιστορίας και την ιατροδικαστική.

Για το συγκεκριμένο πόρισμα, βέβαια, δεν απαιτούνταν η παρουσία του στον τόπο του συμβάντος. Το πτώμα είχε μεταφερθεί από την πρώτη στιγμή στη Σαλαμίνα, ενώ οι συνεχείς επιχωματώσεις στο Νέο Φάληρο είχαν αλλάξει οριστικά τη γεωγραφία του εδάφους στην περιοχή. Παρ' όλα αυτά, πριν τον συναντήσω, αποφάσισα να επιθεωρήσω μόνος μου τον «τόπο του εγκλήματος». Δευτέρα πρωί και βρίσκομαι σταματημένος στο φανάρι έξω από το κτίριο της «Καθημερινής», κοντά στις εκβολές του Κηφισού.

Τον Απρίλιο του 1827 είχαν στρατοπεδεύσει εδώ ισχυρές δυνάμεις του Κιουταχή. Απένα­ντί τους, προς την πλευρά της Καστέλλας, οι άντρες του Καραϊσκάκη ετοιμάζονταν για μία από τις σημαντικότερες μάχες της Ελληνικής Επανάστασης. Για πρώτη φορά, ύστερα από σειρά αποτυχιών που κορυφώθηκαν με την πτώση του Μεσολογγίου, ο «γιος της καλογριάς» είχε αρχίσει να αντιστρέφει το αρνητικό κλίμα.

Για τη συγκεκριμένη μάχη στο Φάληρο, όμως, είχε ένα πολύ κακό προαίσθημα. Πίστευε ότι οι δύο Βρετανοί αξιωματικοί, που είχαν οριστεί αρχηγοί όλων των δυνάμεων της Αττικής - ο Τσωρτς για το στρατό ξηράς και ο Κόχραν για το ναυτικό - τον οδηγούσαν σε βέβαιη σφαγή. Αυτοί ήθελαν ολομέτωπη σύγκρουση τακτικού στρατού, όπως τους είχαν μάθει στις στρατιωτικές ακαδημίες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Αυτός, όπως εξηγούσε και ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς, «ήθελε να εφαρμόσει τη δοκιμασμένη παρτιζάνικη τακτική της παρενόχλησης του εχθρού».
Ποιος τράβηξε τη σκανδάλη;
Τελικά δεν έζησε μέχρι την ημέρα της μάχης για να δει την πανωλεθρία των ελληνικών δυνάμεων. Στις 22 Απριλίου του 1827, μια σφαίρα τον πέτυχε στη βουβωνική χώρα ενώ προσπαθούσε να ελέγξει μια ασήμαντη συμπλοκή με τις τουρκικές δυνάμεις, λίγες ώρες πριν από την προγραμματισμένη μεγάλη επίθεση.

Ποιος τράβηξε όμως τη σκανδάλη, αφαιρώντας τη ζωή του Αρβανίτη αρχιστράτηγου; Από τις πρώτες ώρες του θανάτου του, κυκλοφόρησε έντονη φημολογία πως ο δράστης ήταν Έλληνας. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο ιστοριοδίφης που επιμελήθηκε τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, υποστηρίζει ότι τον πυροβόλησαν πληρωμένοι μπράβοι του Μαυροκορδάτου. Την ίδια θεωρία φαίνεται να ασπάζεται και ο Δημήτρης Φωτιάδης, ο οποίος όμως εκτός από τον Μαυροκορδάτο βλέπει σαν ηθικούς αυτουργούς τους δύο Βρετανούς αξιωματικούς.

Γράφει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του με τίτλο «Καραϊσκάκης»:

 «Ο Κόχραν κι ο Τσωρτς, μέσα στις λίγες ημέρες που βρί­σκονταν στον Πειραιά, κατάλαβαν πως ένας είχε τη δύναμη να αντιταχθεί στα σχέδιά τους, ο Καραϊσκάκης. Η εντολή που είχανε πάρει ήταν να πνιγεί η επανάσταση στη Στερεά, για να μπορέσει η Αγγλία να πετύχει το διπλωματικό της παιχνίδι, τον περιορισμό δηλαδή του απελευθερωτικού κινήματος του Μοριά, για να 'χει το μικρό, αδύναμο και μισοανεξάρτητο ναυτικό κράτος που θα δημιουργούνταν κά­τω από τον έλεγχό της. (.) Ο Καραϊσκάκης έπεσε θύμα της εγγλέζικης πολιτικής στην Ελλάδα και εμπνευστές της σατανικιάς δολο­φονίας του στάθηκαν ο Κόχραν, ο Τσωρτς κι ο Μαυροκορδάτος».
Σύμφωνα μάλιστα με τον αγωνιστή Νι­κόλαο Κασομούλη, ο ίδιος ο Καραϊσκάκης, λίγες ώρες πριν πεθάνει, άφησε να εννοηθεί ότι γνωρίζει τους δράστες. Δίνοντας μάλιστα ένα από τα γνωστά ρεσιτάλ βωμολοχίας, είπε στους συναγωνιστές του: « Γνωρίζω τον αίτιον, και αν ζήσω παίρνομεν όλοι το χάκι (εκδίκη­ση), ειδέ και πεθάνω, ας μου κλάσει τον π.... και αυτός».

Παρ' όλα αυτά, νεότεροι ερευνητές και ιστορικοί είναι πολύ επιφυλακτικοί στο να μιλήσουν για δολοφονία και πολύ περισσότερο να αποδώσουν ευθύνες στο Λονδίνο. Ο «φάκελος Καραϊσκάκης» λοιπόν έπρεπε να ανοίξει και πάλι. Και όπως κάθε καλή αστυνομική έρευνα, ξεκινά από το γραφείο του ιατροδικαστή.
Χτυπήθηκε από ψηλά
«Βλέπετε, έχουμε και εμείς το μικρό μας CSI», μου είπε γελώντας ο Φίλιππος Κουτσάφτης, καθώς με ξεναγούσε στα εργαστήρια της υπηρεσίας. Στο γραφείο του κοιτάξαμε και πάλι μαζί το κείμενο του Δημήτρη Φωτιάδη για τις συνθήκες θανάτου του Καραϊσκάκη, το οποίο περιλαμβάνει τις περισσότερες λεπτομέρειες και συνηγορεί με αντίστοιχες αφηγήσεις του Κασομούλη. Αφού μου επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι με τα υπάρχοντα στοιχεία μπορεί να γίνει μόνο μια «ιατροδικαστική προσέγγιση», που θα παρουσιάζει όλες τις πιθανές εκδοχές, ο ιατροδικαστής ανέτρεξε στο κείμενο που είχε ετοιμάσει.
Η περιγραφή της δολοφονίας (Κείμενο του λόγιου Δημήτρη Φωτιάδη)
«Ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στο κέντρο της καβαλαρίας μας, περιτριγυρισμένος ολούθε από δικούς μας. Και να, τρώει ένα βόλι στο βουβώνα από τα πλάγια κι ομπρός, από τ' αριστερά προς τα δεξιά κι από πάνω προς τα κάτω. Πέφτει από τ' άλογο. Τρέχουν οι καβαλάρηδες μας να τον συντρέξουν.

- Δεν είναι τίποτα! Τους φωνάζει και μ' όση δύναμη τ' απόμενε ξανακαβαλικεύει. Πισωδρομούνε σιγά και μ' όλη την τάξη. Μα, σαν έφτασαν εκεί όπου έπειτα στήσανε το μνημείο του, πίσω από το σημερινό σταθμό του ηλεκτρικού σιδεροδρόμου στο Νέο Φάληρο, δεν μπορεί πια να κρατηθεί πάνω από το άλογο και ξεπεζεύει. Του λένε να τον πάνε σηκωτό, μ' αυτός αρνιέται. Δε θέλει να τρομάξει το ασκέρι πως είναι του θανατά. Αυτός μπροστά κι ολόγυρα του καπεταναίοι, μπουλούξηδες και παλικάρια ξεκινάνε με τα πόδια, όσο που με την απαλάμη του κρατάει τη λαβωματιά του. Αφού ανέβηκαν τον ανήφορο, τονε συμβουλεύουνε να πάγει πάνω στα καράβια, για να 'χει πιότερη φροντίδα κι ησυχία να τονε δούνε οι γιατροί.

- Ένα πράμα μονάχα σας παρακαλώ, μην αφήσετε Φράγκο γιατρό να 'ρθει κοντά μου. (.) Τούτη τη φορά μονάχα δεν ήθελε να πέσει στα χέρια των Φράγκων γιατρών, γιατί, όπως θα δούμε, σχημάτισε την πεποίθηση πως δεν χτυπήθηκε από τους Τούρκους, μα δολοφονήθηκε και φοβήθηκε μην τον αποτελειώσουν οι γιατροί του Κόχραν και του Τσωρτς».
Το «πόρισμα» του ιατροδικαστή (Του Φίλιππου Κουτσάφτη)
Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά ιατροδικαστικά κενά, με κάθε επιφύλαξη μπορούμε να εξαγάγουμε τα εξής συμπεράσματα:

Πρώτον, η πύλη εισόδου του τραύματος είναι η αριστερή βουβωνική χώρα.

Δεύτερον, η βολίδα είχε φορά από μπροστά αριστερά και άνω, προς τα πίσω δεξιά και κάτω. Τρίτον, το θύμα, σαν στόχος, ήταν πολύ δύσκολος εκ των έξω, καθώς περιστοιχιζόταν από συντρόφους του που ήταν και αυτοί πάνω σε άλογα.

Τέταρτον, ο πυροβολισμός πρέπει να έγινε από διαφορετικό ύψος. Στο σημείο αυτό, διακρίνουμε δύο περιπτώσεις: α) Εάν έγινε από μεγάλη απόσταση, τότε ο σκοπευτής πρέπει να ήταν σε κάποιο δέντρο ή σε κάποια μάντρα, θα λέγαμε δηλαδή σήμερα ότι ήταν ένας ελεύθερος σκοπευτής, β) εάν έγινε από μικρή απόσταση, πρέπει να τον πυροβόλησε κάποιος από τον περίγυρό του, με την προϋπόθεση κατά τη στιγμή του πυροβολισμού να είχε σηκωθεί όρθιος πάνω στο άλογο. Δηλαδή, δεν πυροβόλησε καθήμενος.

Και οι δύο εκδοχές στηρίζονται, δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε την απόσταση του πυροβολισμού. Βέβαια, δεν μπορεί να αποκλειστεί και η εκδοχή του αποστρακισμού της σφαίρας σε κάποια επιφάνεια.

Παρουσιάζουμε τρεις εκδοχές, γιατί δεν γνωρίζουμε την απόσταση και την κατάσταση του πυρο­βολισμού και, φυσικά, δεν είδαμε το τραύμα. Μου έκανε, πάντως, ιδιαίτερη εντύπωση αυτό ακριβώς που γραφείο Φωτιάδης, ότι ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στο κέντρο και ήταν «περιτριγυρισμένος ολούθε από δικούς μας».

Θα πρέπει, τέλος, να σημειωθεί το εξής: Το γεγονός ότι ανέβηκε και πάλι στο άλογο του, όπως αναφέρεται, συνηγορεί στο ότι το τραύμα δεν ήταν άμεσα θανατηφόρο, άρα, μπορεί να ήταν πράγματι στη βουβωνική χώρα. Σημειώθηκε, δηλαδή, αιμορραγία για μεγάλο χρονικό διάστημα, πριν πεθάνει, οπότε πράγματι ήταν σε θέση να συζητεί ακόμη και να αρνείται να τον δουν ξένοι γιατροί.

Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία, γνωρίζουμε ότι ο Καραϊσκάκης ήταν έφιππος, η πύλη εισόδου του τραύματος και η φορά της βολίδας συνηγορούν στο ότι χτυπήθηκε από υψη­λότερο σημείο - κατά πάσα πιθανότητα ο δράστης ήταν όρθιος επάνω σε άλογο. Κρίνοντας από το γεγονός ότι ο Καραϊσκάκης κατάφερε να ιππεύσει και πάλι, ο Κουτσάφτης υποστηρίζει ότι το τραύμα μπορεί πράγματι να ήταν στη βουβωνική χώρα και να μην ήταν άμεσα θανατηφόρο. Εάν δεχτούμε λοιπόν ως ακριβείς τις περιγραφές του Κασομούλη και του Φωτιάδη, η ιατροδικαστική εξέταση αφήνει πολύ μεγάλες πιθανότητες ο Καραϊσκάκης να δολοφονήθηκε πραγματικά από Έλληνες. Τα στοιχεία όμως, όπως θα έλεγαν και οι ήρωες του CSI, δεν μπορούν ακόμη να σταθούν στο δικαστήριο εάν δεν εντοπίσουμε και το κίνητρο της δολοφονίας.
Οι πιθανοί δράστες
  Γεώργιος Καραϊσκάκης. Peter Von Hess
Ο Καραϊσκάκης καταστρέφει τους Τούρκους κατά την Αράχοβαν. 

Έπρεπε για άλλη μία φορά να απευθυνθούμε στους ειδικούς. Και ίσως κανένας δεν έχει ασχοληθεί τα τελευταία χρόνια τόσο εντατικά με τη ζωή του Καραϊσκάκη όσο ο Διονύ­σης Τζάκης, ιστορικός και συγγραφέας του Λευκώματος με τίτλο «Γεώργιος Καραϊσκάκης».

Η λίστα των πιθανών «υπόπτων» που μου παρέθεσε ο Έλληνας καθηγητής, των ανθρώπων δηλαδή που «ευχήθηκαν και ίσως επιδίωξαν το θάνατο του Καραϊσκάκη στη διάρκεια της επανάστασης», είναι ιδιαίτερα μεγάλη: « Αγραφιώτες που δεν τον ήθελαν στρατιωτικό αρχηγό στην επαρχία τους, ανταγωνιστές στρατιωτικοί και πολιτικοί που αντιπαρατέθηκαν σκληρά μαζί του, ιδίως το 1822 - 1824. Επίσης, αρκετοί επιθυμούσαν να απομακρυνθεί από την κορυφή της στρατιωτικής ιεραρχίας το 1826 - 1827. Επειδή διαφωνούσαν με τα πολεμικά του σχέδια, με τον τρόπο που διοικούσε, με τις προτεραιότητες που έθετε, επειδή θεωρούσαν άλλον καταλληλότερο ή έτρεφαν προσωπικές φιλοδοξίες ».

Παρ' όλα αυτά, ο Διονύ­σης Τζάκης απεκδύεται πεισματικά το ρόλο του ιστορικού-αστυνόμου. «Ο ιστορικός», μας λέει, «δεν είναι αστυνομικός ή ανακριτής να διερευνά υποθέσεις αναζητώντας «κίνητρα» και πιθανούς «ενόχους». Δεν αξιολογεί γεγονότα ή πρόσωπα για όσα έκαναν ή δεν έκαναν, για όσα θα έπρεπε κατά τη γνώμη του να είχαν κάνει ή να είχαν αποφύγει, και μάλιστα με κριτήριο τις δικές του μεταγενέστερες ιδέες και αντιλήψεις για το τι είναι σωστό και τι λάθος, εθνικά, ηθικά, δικονομικά ».

Κάθε προσπάθεια λοιπόν για την ανεύρεση της αλήθειας θα σκοντάφτει σε ανυπέρβλητα εμπόδια εάν δεν λαμβάνει υπόψη τον ιστορικό χωροχρόνο των γεγονότων. Ούτως η άλλως, μας λέει ο Διονύ­σης Τζάκης, «όπως όλες οι σύγχρονες επαναστάσεις, έτσι και η ελληνική συνυφαίνεται με πολιτικές διαφωνίες, αντιπαραθέσεις και βίαιες εσωτερικές συγκρούσεις, καθώς οι Έλληνες πολεμούσαν για να απαλλαγούν από τους Οθωμανούς και, συγχρόνως, δημιουργούσαν μια πρωτόγνωρη (και ριζικά διαφορετική από την οθωμανική) μορφή πολιτικής οργάνωσης, το εθνικό κράτος».

Ακόμη όμως και «οι φήμες ότι δολοφονήθηκε», επισημαίνει ο Έλληνας ιστορικός, «μας βοηθούν να κατανοήσουμε το πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα της εποχής, αλλά και τους τρόπους πρόσληψης του θανάτου του από τους σύγχρονους του. Μάλιστα, οι εν λόγω φήμες προικίζουν το μύθο του ήρωα Καραϊσκάκη με ένα οικουμενικό μοτίβο, όπου ο ήρωας δεν είναι δυνατόν να καταβληθεί και να πεθάνει, παρά μόνο ως αποτέλεσμα κάποιας προδοσίας, συνωμοσίας κ.λπ.».

Ίσως, τελικά, το μόνο που μπορούμε να πούμε σήμερα με βεβαιότητα είναι ότι οι επιπτώσεις από την αναγγελία του θανάτου του και η στρατιωτική πανωλεθρία στη μάχη του Φαλήρου είναι δραματικές σε όλα τα μέτωπα. «Την ψυχολογική αυτή στιγμή, που τα πάντα έδειχναν να καταρρέουν μέσα σε ένα κλίμα τρόμου», θα γράψει ο Τάσος Βουρνάς, «θέλησε να εκμεταλλευτεί ο Ιμπραήμ για να προσεταιριστεί τους καπεταναίους της Ρούμε­λης». Και του Μοριά.

Με πρώτο τον Δημήτρη Νενέκο, αρκετοί οπλαρχηγοί συνθηκολογούν - προχωρούν σε αυτό που θα μείνει στη λαϊκή συνείδηση ως «προσκύνημα». Θα χρειαστεί να ακουστεί βροντερή η φωνή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για να σταματήσει η ολοκληρωτική συνθηκολόγηση και να σωθεί τελικά η επανάσταση: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους».
Ο Καραϊσκάκης και το spread δανεισμού
Ένα από τα σενάρια που επανέρχονται πεισματικά στην επιφάνεια σχετικά με το θάνατο του Καραϊσκάκη, αναφέρεται στο ρόλο που έπαιξε το Λονδίνο στα τελευταία χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης. Ακόμη και ιστορικοί που απορρίπτουν κατηγορηματικά τις εικασίες του Φωτιάδη για σχέδιο δολοφονίας του Έλληνα ήρωα από τους Κόχραν και Τσωρτς, συμφωνούν ότι η στρατηγική που του πρότειναν στη μάχη του Φαλήρου ισοδυναμούσε με αυτοκτονία.

Γιατί όμως ο Καραϊσκάκης, ο οποίος είχε οριστεί αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας με τη σύμφωνη γνώμη ακόμη και ορκισμένων εχθρών του όπως ο Ζαΐμης, υποτάχθηκε στις εντολές των Βρετανών; Στο βιβλίο του «Ο θάνατος του Καραϊ­σκάκη», ο δημοσιογράφος Δημήτρης Σταμέλος αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στις σχέσεις υποτέλειας που είχαν δημιουργήσει στην επαναστατημένη Ελλάδα τα δύο δάνεια που της υποσχέθηκε το Λονδίνο. «Το πρώτο δάνειο», όπως σημείωνε και ο μεγάλος ερευνητής Κυ­ριάκος Σιμόπουλος, «τοκογλυφικό και ανήθικο ως συμφωνία, κατασπαταλήθηκε στον εμ­φύλιο. (.) Το δεύτερο χάθηκε στις κερδοσκοπικές παραγγελίες φρεγατών που δεν έφθα­σαν ποτέ στην Ελλάδα».

Ξένα δάνεια, περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, κερδοσκοπία και. φρεγάτες. Οι λέξεις μοιάζουν βγαλμένες από δημοσιεύματα εφημερίδων των τελευταίων ημερών και όχι από ιστορικά κείμενα για το μακρινό 1821. Κι όμως, οι περισσότεροι ιστορικοί και ακαδημαϊκοί, με τους οποίους μιλήσαμε όλες αυτές τις εβδομάδες, μας προειδοποίησαν να μην καταφύγουμε σε εύκολους και απλοϊκούς παραλληλισμούς. «Κάποιοι είναι έτοιμοι να συνδέσουν το '21 και το ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων με το spread δανεισμού και τη Γερμανία», μου είπε γνωστός ακαδημαϊκός, που προτίμησε να κρατήσει την ανωνυμία του. Ίσως γιατί, όπως μας εξήγησε και ο Διονύσης Τζάκης, «τα γεγονότα οφείλουμε να τα προσεγγίζουμε μέσα στη δική τους ιστορική συνάφεια». Υ.Γ. Λες και μιλάει για τη σημερινή κατάσταση.
Πηγή: Kαθημερινή, Περιοδικό ''Κ'', τεύχος 355
Επιμέλεια Ανάρτησης: FUJI TOMO KAZU

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΝ ΓΕΡΟ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ

Φίλες και φίλοι, συναγωνιστές και πληνάδελφοι, οραματιστές και σκοταδιστές, ωχαδερφιστές και μαχητές, ψηφοφόροι της αδικοκρατίας, πριν διαβάσετε το πιο κάτω άρθρο πάρτε τα χαπάκια σας, καθίστε στην καρέκλα και πείτε να σας δέσουν για λόγους ασφαλείας, πριν αρχίσετε να βλαστημάτε ζητήστε να φύγει η μαμά η πεθερά και τα παιδιά από το σπίτι, τώρα μπορείτε να ξεκινήσετε να διαβάζετε.... Ολόκληρο το κείμενο θα το βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση που υπάρχει στο τέλος του άρθρου. Πριν είκοσι χρόνια που είχα επισκεφθεί το Ναύπλιο με φίλους από τη Νότια Αφρική ήταν μαζί μας και ο μικρός Τζόναθαν ο οποίος τότε ήταν περίπου 7 ή 8 ετών, κάποια στιγμή λοιπόν ανεβήκαμε στο φρούριο και βρεθήκαμε στο σημείο που είχαν φυλακίσει τον ΑΓΙΟ ΗΡΩΑ ΘΕΟΔΩΡΟ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ότα τελείωσε η γραμματέας μου την ενημέρωση για την απίστευτη ιστορία του ΓΈΡΟΥ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ όλοι οι φιλοξενούμενοι μου είχαν μείνει άναυδοι απ' αυτά που άκουγαν, ο δε μικρός Τζόναθαν γύρισε προς το μέρος μου και με ρώτησε: Θείε Πέπο αφού αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο σημαντικός για σας τους Έλληνες γιατί τον κλείσατε στη φυλακή; Φίλες και Φίλοι ο μικρός Τζόναθαν είναι σήμερα 28 ετών και το καλοκαίρι -εκτός απροόπτου- θα τον έχουμε πάλι κοντά μας μήπως κάποιος/α από εσάς θα μπορέσει να του δώσει μια καλή εξήγηση; Σας ευχαριστώ. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση, με σεβασμό και εκτίμηση,

 Επικούρειος Πέπος. Υ.Γ. Ακόμα αναρωτιέστε γιατί φθάσαμε ως εδώ; Αχ! βρε ΛΙΑΝΤΙΝΗ πόσο δίκιο είχες για τον Ελληνοέλληνα. Όχι κύριε 'Μ' δεν έχουμε όλοι κοντή μνήμη. Φυσικά και νιώθουμε υπερήφανοι ως Τρικαλινοί για την πρωτοβουλία που πήρε ο Δήμος Τρικάλων και ζωγράφισαν τις διαβάσεις των πεζών με τα πλήκτρα του πιάνου!!!!!!!!!!!! Μιλάμε για φοβερή ιδέα, ανάμεσα στα πλήκτρα έχουν ζωγραφίσει νότες από τραγούδια του Μέγιστου Τρικαλινού Βασίλη Τσιτσάνη.

Η απολογία του Κολοκοτρώνη
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Μετά από μικρή παύση). Να αποχωρήσει της αιθούσης ο Δημήτριος Πλαπούτας για να απολογηθεί ο έτερος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Δύο χωροφύλακες οδηγούν έξω τον Πλαπούτα, ενώ ο Κολοκοτρώνης σηκώνεται από τον πάγκο του και προχωρεί αγέρωχα προς τους δικαστές του. Τα βλέμματα όλων καρφώνονται πάνω του. Μπροστά τους, στέκεται ορθό ολόκληρο το Εικοσιένα. Φέρνουν το Ευαγγέλιο. Ο Πρόεδρος σηκώνεται, τον μιμούνται όλοι. Ο Κολοκοτρώνης απλώνει το χέρι του.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια και μόνη την αλήθεια εις ό,τι ερωτηθώ.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ορκίζομαι. (Κάθονται όλοι στις θέσεις τους).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς ονομάζεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από πού κατάγεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Από το Λιμποβίσι της Καρύταινας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσων ετών είσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εξήντα τέσσερων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι επάγγελμα κάνεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Στρατιωτικός. Στρατιώτης ήμουνα. Κράταγα επί 49 χρόνια στο χέρι το ντουφέκι και πολεμούσα νύχτα μέρα για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ΄ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι απολογείσαι για την κατηγορία που σου αποδίδεται;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον απερασμένο Ιούλη διάηκα στην Τριπολιτσά για να στεφανώσω εν' αντρόγενο. Από κεί τράβηξα, μαζί με τη νύφη μου, για το μοναστήρι της Άγια-Μονής. Την παραμονή της Παναγιάς ήρθε κι ο Ρώμας στην Καρύταινα όπου καθίσαμε κάνα δυο μέρες. Έπειτα ο Ρώμας έφυγε κι εγώ γύρισα στην Τριπολιτσά στις 18 τ' Αυγούστου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είχες προηγουμένως άλλες συναντήσεις με το Ρώμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν είχα πριν καμία συνάντηση μαζί του. Τον αντάμωσα για πρώτη φορά στην Τριπολιτσά. Μακριές ομιλίες δεν είχαμε. Τρώγαμε όμως μαζί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και τι λέγατε;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τα συνηθισμένα όπου λένε οι άνθρωποι όταν τρώνε αντάμα ψωμί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είχες την περιέργεια να ρωτήσεις τον Ρώμα για τα όσα διέδιδε περί Αντιβασιλείας;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Καμία περιέργεια δεν έβαλα στο νου μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον άλλον καιρό τι έκανες στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Πάγαινα στο παζάρι. Σύναζα τους χωριάτες και τους μίλαγα επειδής ήτανε ερεθισμένοι από κείνους τους διαβόλους τα νόμιστρα. Τους έλεγα: «Βρε τσομπάνηδες, τι πλερώνατε τον καιρό της τουρκιάς και τι πλερώνετε τώρα; Δεν πλερώνετε τώρα λιγότερα απ' τον καιρό της τουρκιάς;». Και τους τ' απόδειχνα με παραδείγματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον πρίγκιπα Μπρέντ τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, τον γνωρίζω. Ήρθε μάλιστα στην Τριπολιτσά για να δη το Ρώμα. Σα μπατζανάκης του που είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι παράγγειλες μ' αυτόν στο γιο σου το Γενναίο στ΄ Ανάπλι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτα. Ούτε είχα και τίποτα να του παραγγείλω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιοι άλλοι ήταν τότε στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ο Νικηταράς και Πλαπούτας που είχανε έρθει απ' τα χωριά τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άκουσες περί μιας αναφοράς εναντίον της Αντιβασιλείας και των Βαυαρών;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν άκουσα τίποτα ούτε και μου μίλησε ποτέ κανείς για καμία τέτοια ανα-φορά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν άκουσες τίποτα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γνωρίζεις τους ληστές Κοντοβουνήσιο, Μπαλκανά και Καπογιάννη;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον Κοντοβουνήσιο τον γνωρίζω απ' τον εμφύλιο πόλεμο.
Ο Μπαλκανάς ήτανε γουρνοβοσκός. Τον κατάτρεχα. Δυο φορές μου 'φυγε απ' τα σίδερα. Τον Καπογιάννη δεν τον γνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον γραμματικό του Κοντοβουνίσιου, Χρήστο Νικολάου, τον ξέρεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι. Είν' ένα ξόανο παιδαρέλι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον Αλωνιστιώτη τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον γνωρίζω, είναι μάλιστα και συγγενής μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήξερες πως θα πήγαινε στη Λιβαδειά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι, δεν το ήξερα. Απ' τον κόσμο το άκουσα πως πήγε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τον είχες δει προηγουμένως;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Δείχνοντάς το). Είναι αληθινό αυτό το γράμμα του Υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσίας προς εσένα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς πήρε αφορμή να σου γράψει ο Ρώσος υπουργός;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ήταν απάντηση σ' ένα δικό μου γράμμα. Πήρ' αφορμή για να του γράψω από τούτο δω το περιστατικό: Άμα ήρθε ο Βασιλιάς μας, ο πρεσβευτής της Ρωσίας Ρούκμαν άφησε ένα γράμμα του στο περιβόλι μου συστήνοντάς με στους Ρώσους καπετάνιους του Αιγαίου. Γι' αυτό έκαμα κι εγώ ένα ίδιο γράμμα συστήνοντας αυτόν και το ναύαρχό τους Ρίκορντ σε δικούς μας. Δε μου πέρασε η ιδέα πως αυτό βλάφτει είτε είν' εμποδισμένο. Τόκαμα από λεπτότητα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άλλο έγραφες σ' αυτό το γράμμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτις άλλο απ' τη σύσταση. Όσο για το γράμμα που έλαβα έλεγε ν' αγαπούμε το βασιλιά μας και τη θρησκεία μας. Άλλο δε θυμούμαι. Σ' αυτό φαίνεται τι μου γράφει ο Ρώσος υπουργός, φανερώνοντας έτσι με ποιο πνεύμα τούγραψα κι εγώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πότε έφυγες για τελευταία φορά από δω;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δε θυμάμαι καλά. Θαρρώ στις αρχές του Ιούλη. Ήτανε η πρώτη φορά που 'φυγα από όταν ήρθε ο βασιλιάς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και γιατί έφυγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Η αιτία όπου μ' έκανε ν' αφήσω την εδώ ήσυχη ζωή μου είναι, πρώτο γιατί εγώ είμαι βουνίσιος και με πειράζει η ζέστη, δεύτερο για να στεφανώσω ένα αντρόγενο και τρίτο γιατί μούγραψε ο γιος μου ο Γενναίος μην αρρωστήσω και γι' αυτό καθόμουνα στην Τριπολιτσά για τον καθαρό αέρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και σ' όσους ερχόντουσαν να σε ιδούν τι τους έλεγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τους συμβούλευα, καθώς έκανα και στην Άγια-Μονή, όπου έβαλα λόγο γι' αυτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχεις άλλο τίποτα να πεις για όσα σε κατηγορούν;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τούτω δω μονάχα. Μετά το φόνο του Κυβερνήτη η Πατρίδα ήτανε χωρισμένη στα δύο. Εγώ άμα έμαθα το διορισμό του Βασιλιά, έκαμα τη σημαία του και σύναξα κι όλους τους φίλους μου και κάμαμε μιαν αναφορά στη Βαυαρία φανερώνοντας την αφοσίωσή μας. Όταν ήρθ' ο Βασιλιάς σκόρπισα τους ανθρώπους μου κι ησύχασα.
ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ: Τότε, γιατί αντενέργησες στο βασιλιά σου και στην Αντιβασιλεία.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εγώ ν' αντενεργήσω; Μα δε ξέρετε λοιπόν κι εσείς οι ίδιοι κι όλοι οι Έλληνες πόσο πάσκισα στον καιρό του σηκωμού ν' αποχτήσει το έθνος κεφαλή και να μου λείψουν οι φροντίδες; Άμα ο Θεός μου 'δωσε Βασιλέα, εγώ είπα σ' όλους τους φίλους μου: «Τώρα είμ' ευτυχισμένος. Θα κρεμάσω την κάπα μου στον κρεμανταλά και θα πλαγιάσω στην καλύβα μου ν' αποθάνω ήσυχος κι ευχαριστημένος».
Αυτά είπε ο Γέρος και κάθισε στον πάγκο του, ενώ στην αίθουσα απλώθηκε βαθιά σιωπή και αγωνία.

Η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα και οι αγορεύσεις του Επιτρόπου Μάσον και των συνηγόρων υπεράσπισης

Ακολούθησε η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα, στο τέλος της οποίας τόνισε (μετά από ερώτηση του Προέδρου αν έχει να συμπληρώσει κάτι):
«Τούτα δω μονάχα. Κατηγορούν εμένα και τον Γέρο, πως τάχα σηκώσαμε κεφάλι ενάντια στην Αντιβασιλεία και το Βασιλιά. Μα μήπως εγώ δε συνόδεψα τη Μεγαλειότη του και μπήκα εγγυητής για να 'ρθει να καθίσει το θρονί; Μας ανακατεύουν πάλι με ληστές και κάτι ασήμαντους ανθρώπους. Εμείς το 'χουμε ψηλά και καθαρό το κούτελο και δε μηχανευόμαστε βρομοδουλειές όπως η αφεντιά εκείνων που μας κατηγορούν γι' αναρχικούς. Ό,τι έχουμε να πούμε το λέμε ντρέτα και σταράτα (ειρωνικά και υπονοώντας τον Επίτροπο). Κύριοι δικαστές, είμαστε αθώοι. Άλλοι είναι οι εχθροί και προδότες της Πατρίδας».Οι παράλογες απαιτήσεις του Επιτρόπου
Η πιο δραματική φάση της δίκης αρχίζει τώρα. Ο Μάσον, αιφνιδιαστικά, αρνείται να απαντήσει στους συνηγόρους της υπεράσπισης, κατά τα ειωθότα, με την εξήγηση ότι «κρίνει περιττόν να χάνει τον καιρόν του». Αλλά ενώ παραιτείται ο ίδιος της δευτερολογίας, απαιτεί να μη δευτερολογήσουν ούτε οι συνήγοροι. Εκείνοι διαμαρτύρονται εντονότατα. Ο πρόεδρος Πολυζωίδης επεμβαίνει. Τονίζει «είμαι της γνώμης ότι ο κ. επίτροπος χρεωστά να απαντήσει. Η ανάπτυξης της κατηγορίας υπήρξεν ελλιπής. Έχει χρέος λοιπόν να την συμπληρώσει, άλλως οι συνήγοροι έχουν χρέος να την συμπληρώσουν».
Με τη δήλωση αυτή ο Πολυζωίδης αρχίζει την ιστορική του μάχη με το Μάσον, με το Μάουερ, με το καθεστώς της αυθαιρεσίας και αδικίας. Είναι η μάχη που θα τον καταστήσει σύμβολο της ελληνικής δικαιοσύνης. Στην πραγματικότητα την είχε αρχίσει ημέρες πρωτύτερα, στα παρασκήνια.
Πριν από την έναρξη της δίκης ο Μάσον είχε καλέσει στο σπίτι του και τα πέντε μέλη του δικαστηρίου και αφού τους παρουσίασε όσα στοιχεία είχε συγκεντρώσει, τους ρώτησε αν τα έβρισκαν αρκετά για να καταδικάσουν τους δυο στρατηγούς. Ο Πολυζωίδης εξεγέρθηκε και δήλωσε αμέσως: «Θάπτω εις τους κρυψώνας της σιωπής την αντάμωσίν μας εδώ, το διατί και το πώς. Αν είναι ανάγκη να προείπομεν τι, προλέγω ότι, αν οι στρατιωτικοί Έλληνες είναι αθώοι, έχομεν τιμιότητα να τους αθωώσωμεν, αν ένοχοι, αγάπην Πατρίδος να τους καταδικάσομεν εις δεσμά, εις θάνατον».
Προσπάθησαν επίσης να εξαγοράσουν και τον Τερτσέτη ενώ η δίκη διαρκούσε ακόμη.
Αφού δεν κατόρθωσαν να τους εξαγοράσουν επιχείρησαν να τους προκαταλάβουν. Το δημοσιογραφικό όργανο του Μάουερ, ο «Σωτήρ» δημοσίευσε άρθρο ενώ συνεχιζόταν η δίκη με το οποίο προαναγγελλόταν ως βέβαια, η καταδίκη των στρατηγών. Οι συνήγοροι κατήγγειλαν δημόσια την προσπάθεια και ζήτησαν από το Μάσον να διώξει την εφημερίδα. Ο Μάσον δεν καταδέχτηκε καν να απαντήσει. Τότε ο Πολυζωίδης, όρθιος, έκανε μια κατηγορηματική δήλωση: «Το δικαστήριον, είπε, δεν έχει άλλο συμφέρον από τον νόμον. Δεν έχει άλλον σκοπόν παρά την απόδοσιν της δικαιοσύνης. Τινές δεικνύουν μιαν επίσημον εμπάθειαν και άγνοιαν των νόμων. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να προλαμβάνει την κρίσιν της δικαιοσύνης. Αποδοκιμάζω όθεν το ανόητον άρθρον και προσκαλώ τον Επίτροπον να εναγάγει τον συντάκτην της εφημερίδος». Ο Μάσσον σε απάντηση κάγχασε.
Αυτή η διπλή άρνηση του Μάσον δημιούργησε μεγάλο θέμα, διότι και οι δυο πλευρές έδειξαν ακλόνητη επιμονή, η οποία σε λίγο εξελίχτηκε σε απροκάλυπτη διαμάχη. Ο Πολυζωίδης γνώριζε ότι, οι άλλοι τρεις δικαστές ήταν αποφασισμένοι να καταδικάσουν σε θάνατο τους στρατηγούς, γι' αυτό προσπαθούσε να πείσει τον Επίτροπο να δευτερολογήσει, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να μεταπείσει έναν από τους «καταδικαστικούς» συναδέλφους του. Ο Μάσον επέμενε να επισπευτεί η έκδοση της απόφασης. Ο Πολυζωίδης παρακάλεσε θερμότατα τον Επίτροπο να δευτερολογήσει. Εκείνος, ανένδοτος, επέμενε στην άρνησή του. Επί μισή ώρα το δικαστήριο είχε πάψει ουσιαστικά να συνεδριάζει. Οι δικαστές στις έδρες τους σώπαιναν με αμηχανία. Ο Μάσον στη δική του έδρα σώπαινε και αυτός, με αλύγιστο πείσμα.
Στην αίθουσα το δικαστήριο είχε μείνει εμβρόντητο. Από κανένα δε διέφευγε ότι, εκείνη την ώρα, καταρρακωνόταν η δικαιοσύνη. Κάποια στιγμή ο Επίτροπος κατέβηκε από την έδρα του, και συνομίλησε μυστικά, με το νομάρχη Μαύρο, που βρισκόταν στην αίθουσα ως παρατηρητής του Μάουερ. Προφανώς έλαβε από αυτόν εντολές, διότι όταν επανήλθε στην έδρα του, δήλωσε ακόμη κατηγορηματικότερα ότι δεν εννοούσε να δευτερολογήσει.
Ο Πολυζωίδης συνέχισε τις εκκλήσεις του: «Σας παρακαλώ δια μιαν ακόμη φοράν, χάριν της δικαιοσύνης και της κοινωνίας να απαντήσετε!». «Δεν δύναμαι να απαντήσω», επέμενε ο Μάσον. «Πρέπει να το κάμετε», παρακαλεί εκ νέου ο Πολυζωίδης. Ο Μάσον ξαναγυρίζει στη σιωπή του. Υπάρχει μεγάλη αναταραχή στην αίθουσα. Ο νομάρχης Μαύρος φεύγει για να ζητήσει οδηγίες από τον υπουργό δικαιοσύνης Σχινά. Ο Πολυζωίδης, μετά από την κατάσταση που δημιουργήθηκε, διέκοψε τη συνεδρίαση για την επομένη, υπό τον όρο, όπως δήλωσε ρητά, «εάν δεν ομιλήσει ο Επίτροπος, να ομιλήσουν οι συνήγοροι».
Τη νύχτα εκείνη, στα παρασκήνια, πολλά διαδραματίστηκαν, που παρέμειναν όμως άγνωστα. Κινητοποιήθηκαν όλοι οι κυβερνητικοί και διπλωματικοί παράγοντες. Έγιναν διαβούλια με στόχο τη ζωή ή το θάνατο του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα. Οι υπουργοί διχασμένοι συγκρούστηκαν, αλλά επικράτησε ο Κωλέττης. Σύγκρουση επήλθε και στους κόλπους της Αντιβασιλείας, όπου όμως επικράτησε επίσης ο Μάουερ. Οι «καταδικαστικοί» επιβλήθηκαν κατά κράτος. Οι «αθωωτικοί», Άρμανσπεργκ και Μαυροκορδάτος, υποχώρησαν ή προσποιήθηκαν ότι υποχωρούν, επιφυλασσόμενοι να αντεπιτεθούν αργότερα, στην κατάλληλη ώρα.
Το αποτέλεσμα των νυχτερινών διαβουλεύσεων, φανερώθηκε την επομένη στο δικαστήριο. Όταν ο πρόεδρος Πολυζωίδης έδωσε το λόγο στην υπεράσπιση, διότι ο επίτροπος αρνήθηκε και πάλι να δευτερολογήσει, ο Μάσον, θριαμβευτικά, του εγχείρισε μια έγγραφη απόφαση της Αντιβασιλείας, η οποία ενέκρινε τη στάση του Επιτρόπου και διάταζε την έκδοση απόφασης με την απειλή μάλιστα ότι θα καταδιώκονταν τα μέλη του δικαστηρίου που δε θα ήθελαν να συμμορφωθούν. Η διαταγή είχε τις υπογραφές και των τριών Αντιβασιλέων. Ο Πολυζωίδης δεν μπορούσε πια παρά να υποκύψει. Το δικαστήριο αποσύρθηκε για διάσκεψη, ενώ σε όλους έγινε αντιληπτό ότι η ζωή του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα είχε κριθεί τελεσίδικα. Άλλωστε ο Μάουερ είχε φροντίσει να προϊδεάσει το λαό για την προαποφασισμένη θανατική καταδίκη.
Διαβάστε περισσότερα:
Η δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη | Πάρε-Δώσε http://www.pare-dose.net

Η ΕΛΛΑΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΟΥΣΑ ΣΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821

Aγαπητές Φίλες, Αγαπητοί Φίλοι, Αγαπητοί συναθλητές της Ουτοπίας και της Ελληνικής νοοτροπίας, σας καλημερίζω και σας καλοσωρίζω στο ιστολόγιο της Λ.Ο.Γ. Μέ τη σημερινή ανάρτηση που είναι κι αυτή αφιερωμένη στους ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821 θα κλείσουμε αυτόν τον κύκλο μνήμης σ'αυτούς που -κατά την ταπεινή μου γνώμη- θα έπρεπε να έχουμε στο εικονοστάσι του σπιτιού μας εφόσον, θέλουμε να λέμε πως είμαστε Έλληνες. Με το κορυφαίο έργο λοιπόν του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΒΡΥΖΑΚΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ  ''Η ΕΛΛΑΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΟΥΣΑ'' θέλω να στείλω το εξής μνμα σε κάποιον ακατανόμαστο πολιτικό που είχε πει πως οι Έλληνες ξεχνούν, κύριε ''Μ'' εσείς μπορεί να θέλετε να ξεχνούν οι Έλληνες για τους λόγους που εσείς γνωρίζετε, αλλά εμείς εδώ στο filomatheia.blogspot.com δε θα σας κάνουμε τη χάρη. AΓΙΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821 σας ευγνωμονούμε. Φίλες και Φίλοι αύριο 20/03/15 θα διαβάσετε κάτι που θα σας εκπλήξει, και την 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΟΛΟΙ ΣΤΟ BLOG του filomatheia για να υποδεχθούμε τον νέο ταλαντούχο ποιητή ΕΝΔΥΜΙΩΝΑ γιατί σε παγκόσμια  πρώτη θα παρουσιάσουμε την ποιητική του συλλογή με τίτλο ''ΑΚΟΥ'' Καλή ανάγνωση. Με σεβασμό και εκτίμηση, Επικούρειος Πέπος.


Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858
- Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 -1878). Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Στο έργο αυτό, που φιλοτέχνησε ο Βρυζάκης το 1858, απεικονίζεται η απελευθε­ρωμένη Ελλάδα ως αρχαία κόρη, πάνω σ' ένα σύννεφο που την κρατά υπερυ­ψωμένη και κυρίαρχη στο κέντρο του πίνακα. Φορά δάφνινο στεφάνι στα ξέπλεκα μαλλιά της, και πατά στις σπασμένες αλυσίδες των δεσμών της. Έχει τα χέρια της απλωμένα δεξιά και αριστερά, σε μία συμβολική κίνηση εναγκαλισμού αλλά και προ­στασίας πλέον όλων όσοι με θυσίες και αγώνες συνετέλεσαν στην απελευθέρωσή της, όλων όσοι εξακολουθούν να διαθέτουν τις περιουσίες τους για την ανασυγκρότησή της, όπως υποδηλώνει ο σωρός των νομισμάτων που της προσφέρεται.


Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858 - Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 -1878). Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Γύρω της συνωστίζονται οι γνώριμοι πρωτεργάτες της Επανάστασης, οι πρόδρομοι Ρήγας Φεραίος, Αδαμάντιος Κοραής, Αλέξανδρος Υψηλάντης, Μιχαήλ Σούτζος, οι γενναίοι αγωνιστές Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, οι ήρωες των ναυτικών αγώνων Κωνσταντίνος Κανάρης, Ανδρέας Μιαούλης, Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Για την απόδοση των αναγνωρίσιμων φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών τους, ο Βρυζάκης χρησιμοποιεί τις προσωπογραφίες των αγωνιστών που είχε σχεδιάσει ο Krazeisen και είχαν ευρέως διαδοθεί με μία σειρά λιθογραφίων που εκδόθηκε το 1831 στο Μόναχο [1].
Ο Βρυζάκης, εκφράζοντας τα συναισθήματα των Ελλήνων που αισθάνονταν την ανάγκη να τιμήσουν όσους θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία, φιλοτεχνεί την αλληγορική αυτή σύνθεση, η οποία φέρνει κοντά τους έναν κόσμο ηρωικό και ανακαλεί στη μνήμη τους την εποχή των αγώνων, που ο απόηχος τους είναι ακόμα ζωντανός και καθορίζει από πολλές απόψεις τη ζωή τους. Η εικόνα ενεργεί συγκι­νησιακά και προβάλλει ένα ζήτημα ηθικής στάσης, την αναγνώριση της αρετής, την απόδοση τιμής, αλλά και τη συνειδητοποίηση της υποχρέωσης για μίμηση και συνέ­χεια [2]. Βασικό ρόλο σ' αυτό παίζει η δύναμη της αναπαράστασης με τα μορφολογικά της χαρακτηριστικά αλλά και οι συνειρμοί που την ακολουθούν. Δεν είναι καθόλου απίθανο να ισχύει αυτό που έχει υποστηριχθεί από πολλούς μελετητές ότι το έργο παραπέμπει στους στίχους τους αποδιδόμενους στον Ρήγα Φεραίο «Ω παιδιά μου ορφανά μου. » [3].
Επίσης οι επισημάνσεις του Goethe, σε κείμενο σχετικό με τις λιθο­γραφίες του Krazeisen με τους Αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης [4], στο οποίο αναφέρεται ότι το κοινό χρειάζεται, απαιτεί να βλέπει σε πιστές προσωπογραφίες όσους απέκτησαν ένα σημαντικό όνομα και επηρέασαν τη ζωή του, αλλά και η μακρι­νή υπόμνηση του τύπου της Παναγίας του Ισχυρού Μανδύα [5], με την οποία μπορεί να σχετισθεί η απεικόνιση της Ελλάδας, μεγαλύτερης σε μέγεθος από το πλήθος των αγωνιστών, που με την προστατευτική θέση των ανοικτών χεριών της δείχνει να τους σκεπάζει, διαμορφώνουν την αλληγορική λειτουργία του έργου και τον ιδεολογικό ρόλο που καλείται να παίξει. Άλλωστε οι διάφοροι τίτλοι που αποδίδονται στον πίνακα Η Ελλάς ευγνωμονούσα, Υπέρ Πατρίδος το Παν, Η Ελλάς συνάγουσα τα τέκνα της και η ευρεία διάδοσή του σε λιθογραφημένη απόδοση, αποδεικνύει την ταύτιση του κοινού με την απεικόνιση, καθώς η παράσταση εκπληρεί το αίτημα της «ελληνικής μετεπαναστατικής κοινωνίας που είχε ανάγκη να διαβάζει εικαστικά τις μεγάλες στιγμές του ελληνικού έθνους, να τις αναπολεί ως σημεία αναφοράς και να τα εξιδανικεύσει παρά να αντιμετωπίζει τη σκληρή πραγματικότητα» [6].

Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου. 
Επιμέλεια Ανάρτησης: Επικούρειος Πέπος.

Ο φλογερός επαναστάτης και «πατέρας» της Ιταλίας, Τζουζέπε Γκαριμπάλντι

Ένας εξεγερμένος πατριώτης αντάρτης κατάφερε να ενώσει την Ιταλία και να της χαρίσει την ανεξαρτησία της έχοντας στο πλευρό του χίλιους εθελοντές που φορούσαν κόκκινα πουκάμισα!
Αυτή είναι σε δυο γραμμές η ιστορία του εθνικού ήρωα της Ιταλίας που ηγήθηκε του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα στα μέσα του 19ου αιώνα. «Εμείς οι Ιταλοί λατρεύουμε τον Γκαριμπάλντι, μας μαθαίνουν να τον θαυμάζουμε από την κούνια μας», έλεγε γι’ αυτόν ο σπουδαίος ιταλός μαρξιστής Αντόνιο Γκράμσι, καθώς οι κατακτήσεις και οι επιτυχίες του επαναστάτη τον μετέτρεψαν σε ήρωα διεθνούς βεληνεκούς.
Η κατ’ εξοχήν ηγετική μορφή που ξεπήδησε από την περίοδο ενοποίησης της Ιταλίας κατά τον 19ο αιώνα (το λεγόμενο Ριζορτζιμέντο), τα έβαλε με θεούς και δαίμονες για τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους και δεν σταμάτησε ούτε όταν ήρθε αντιμέτωπος με τον ίδιο τον Πάπα.

Μπαρουτοκαπνισμένος και διψασμένος για μάχη και δόξα, πολέμησε τόσο στη Λατινική Αμερική (απ’ όπου έλκει εξάλλου και την καταγωγή του το «Ήρωας των Δύο Κόσμων») όσο και στη χώρα του, συμμετέχοντας σε όλες τις μείζονες μάχες της Ιταλίας και μετρώντας επιτυχίες που ακούστηκαν στα πέρατα του κόσμου: επανάσταση στη Σικελία, κατάρρευση της μοναρχίας των Βουρβόνων, αναδίπλωση της Αυστριακής Αυτοκρατορίας, ανατροπή των παπικών κρατών και δημιουργία του ιταλικού έθνους!
Ως σύγχρονος Ρομπέν των Δασών («Τσε Γκεβάρα του 19ου αιώνα» τον αποκαλούν συχνά), απολάμβανε την καθολική αναγνώριση του λαού, γι’ αυτό και όταν τον επικήρυξε ο Πάπας με σεβαστό ποσό κανένας Ιταλός δεν σκέφτηκε να τον προδώσει.
Ένας από τους διασημότερους ανθρώπους του καιρού του και λεοντόκαρδος από τους λίγους, έγινε σύμβολο των ρομαντικών, έμβλημα των δημοκρατικών και σφράγισε την εικόνα του χαρισματικού στρατιωτικού και πολιτικού ηγέτη, αναγκάζοντας ακόμα και τον φασίστα Μουσολίνι να υιοθετήσει τα συνθήματά του (όπως το «Πορεία προς τη Ρώμη»).
Ο μεγάλος επαναστάτης υπήρξε μάλιστα ιδιαίτερα αγαπητός και στην Ελλάδα, με τον θάνατό του να προξενεί βαθιά θλίψη. Ομάδα Γαριβαλδινών (εθελοντικό ιταλικό στρατιωτικό σώμα) θα πολεμήσει στην Κρήτη το 1896 και θα πάρει μέρος σε πολλές ακόμα πολεμικές περιπέτειες της χώρας μας, έχοντας στο τιμόνι της τον γιο του Γκαριμπάλντι…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζουζέπε Μαρία Γκαριμπάλντι (Ιωσήφ Γαριβάλδης, εξελληνισμένα) γεννιέται στις 4 Ιουλίου 1807 στη Νίκαια της Γαλλίας μέσα σε οικογένεια ψαράδων και ναυτικών. Ήταν επόμενο λοιπόν να ακολουθήσει την πατρική κληρονομιά και πριν καλά-καλά καταλάβει τον εαυτό του να βρεθεί στη θάλασσα. Ο Τζουζέπε δούλεψε δέκα χρόνια στα καράβια και το 1832 πήρε και επισήμως τον τίτλο του καπετάνιου, ενώ την επόμενη χρονιά υπηρέτησε στο Ναυτικό της Σαρδηνίας.
Το 1833, σε εμπορικό ταξίδι του στη Ρωσία, ήρθε σε επαφή με τις πατριωτικές ιδέες του Τζουζέπε Ματσίνι για ανεξαρτησία της Ιταλίας από την αυστριακή κηδεμονία και την ενοποίηση των βασιλείων της χώρας. Ενθουσιασμένος ο Γκαριμπάλντι, προσχωρεί στη δημοκρατική κίνηση «Νέα Ιταλία» του Ματσίνι και βάζει σκοπό ζωής να απελευθερώσει τη χώρα του.

Κι έτσι ήδη από την επόμενη χρονιά συμμετέχει ενεργά στην εξέγερση στο Πεδεμόντιο και όταν το κίνημα του Ματσίνι αποτυγχάνει, αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί στη Γαλλία καθώς το δικαστήριο της Γένοβας τον καταδίκασε σε θάνατο…
Ο Γκαριμπάλντι στη Λατινική Αμερική
Από τη Μασσαλία της Γαλλίας, ο Γκαριμπάλντι θα περάσει στην Τυνήσια και θα καταφύγει τελικά στη Βραζιλία, όπου θα εντάξει τον εαυτό του στον αυτονομιστικό αγώνα των ανταρτών της Δημοκρατίας του Ρίο Γκράντε, που πάλευαν για την ανεξαρτησία τους από τη Βραζιλία. Στον πόλεμο αυτό θα γνωρίσει την πρώτη του σύζυγο, μια ντόπια αντάρτισσα, στο πλευρό της οποίας θα πολεμήσει για την ανεξαρτησία του λαού της.

Κυνηγημένος για άλλη μια φορά, θα καταφύγει στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης το 1841, όπου θα καταλαγιάσει για λίγο δουλεύοντας τώρα ως έμπορος. Το ζευγάρι θα παντρευτεί την επόμενη χρονιά και θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά. Την ίδια εποχή, ο Γκαριμπάλντι θα υιοθετήσει τη χαρακτηριστική κόκκινη φορεσιά με το πουκάμισο, το πόντσο και το σομπρέρο των ντόπιων. Το 1842 θα αναλάβει ως έμπειρος καπετάνιος καθώς ήταν τη διοίκηση του επαναστατικού ουρουγουανικού στόλου στον εμφύλιο πόλεμο της χώρας φτιάχνοντας κάποια στιγμή το δικό του ιταλικό απόσπασμα.

Η Ιταλική Λεγεώνα του Γκαριμπάλντι φορούσε τώρα κόκκινα πουκάμισα και θα έμενε γνωστή ως «Ερυθροχίτωνες», από μια παρτίδα κόκκινων στολών που είχε υφαρπάξει ο επαναστάτης από εργοστάσιο του Μοντεβιδέο που προορίζονταν για αργεντινούς εκδορείς, ώστε να μη φαίνεται το αίμα. Μεταξύ 1842-1848, ο Γκαριμπάλντι θα υπερασπιστεί το Μοντεβιδέο από τις προεδρικές δυνάμεις και θα μετρήσει πλήθος ναυτικών θριάμβων, αν και τα νέα από την πατρίδα θα τον καλούσαν σύντομα πίσω…
Ο αγώνας της ιταλικής ανεξαρτησίας
Το 1846, τα νέα από την Ιταλία καλούσαν τον σκληροπυρηνικό επαναστάτη σε επιστροφή: ο νέος Πάπας Πίος Θ’ υιοθέτησε μια σειρά δημοκρατικών και φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, γεννώντας έτσι μια αύρα εθνικής περηφάνιας στους ιταλούς πατριώτες αλλά και έναν άνεμο προοδευτικής αλλαγής. Κι έτσι, με τον αγώνα στην Ουρουγουάη να οδεύει προς τη δικαίωσή του το 1848, ο Γκαριμπάλντι επιστρέφει στη γενέτειρά του και προσφέρει τις υπηρεσίες του στον μονάρχη της Σαρδηνίας, Κάρολο Αλβέρτο. Παρά το γεγονός ότι ήταν αριστερός και δημοκράτης, θεώρησε σκόπιμο να βάλει στην άκρη τις προοδευτικές του ιδέες για χάρη της ιταλικής ενοποίησης.

Παρά τις αρχικές επιτυχίες του αγώνα του όμως, ο Πρώτος Ιταλικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας δεν καρποφόρησε. Η επόμενη χρονιά θα βρει τον Γκαριμπάλντι να υπερασπίζεται την επαναστατημένη Ρώμη από την επίθεση των γάλλων συμμάχων του Πάπα. Κάτω από τις παραγγελίες του Ματσίνι, ο φλογερός επαναστάτης ανέλαβε τη στρατιωτική ηγεσία των δημοκρατικών δυνάμεων, αν και ο αγώνας ήταν καταδικασμένος από την αρχή λόγω της αριθμητικής ανωτερότητας των γάλλων εισβολέων. Κι έτσι ο Γκαριμπάλντι αναγκάστηκε να αποσυρθεί με τα στρατεύματά του στα Απέννινα γλιτώνοντας μόλις και μετά βίας τον θάνατο.

Χωρίς υποστήριξη και πόρους για τη συνέχιση του αγώνα του, αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί για άλλη μια φορά και τώρα θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ, απ’ όπου θα μπαρκάρει με εμπορικό πλοίο και θα γυρίσει τον κόσμο. Σε κάθε λιμάνι που έπιανε ο κόσμος τον υποδεχόταν με τιμές ήρωα, καθώς η επαναστατική του φήμη προηγούνταν και φάνταζε πια ως ο μεγάλος θεματοφύλακας των δημοκρατικών ιδεών. Το 1854 θα βρεθεί σε λιμάνι της Αγγλίας, όπου και θα πάρει την απόφαση να επιστρέψει στην Ιταλία, καθώς κληρονόμησε μια μικρή περιουσία και με τα χρήματα αγόρασε μια φάρμα στη Σαρδηνία.

Τώρα ήταν αγρότης και θα περάσει τα επόμενα πέντε χρόνια καλλιεργώντας τη γη του. Και πάλι όμως θα τον προλάβουν οι εξελίξεις: το 1859 ξέσπασε ο Δεύτερος Ιταλικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας και ο Γκαριμπάλντι ανέλαβε τη διοίκηση των επαναστατικών δυνάμεων των Άλπεων. Για άλλη μια φορά όμως ήταν αναγκασμένος να παραμερίσει τα δημοκρατικά του ιδεώδη και να συνταχθεί με τη βασιλεία, καθώς η πατριωτική ανάγκη για την ενοποίηση της Ιταλίας ερχόταν πάντα πρώτη…
Η εκστρατεία του 1860
Ήταν το 1860 όταν ο Γκαριμπάλντι και οι χίλιοι άντρες του κατάφεραν σπουδαία στρατιωτική νίκη στη Σικελία και υπέταξαν τα ναπολιτάνικα στρατεύματα, έχοντας στο πλευρό του πάντα τους Ερυθροχίτωνες, εθελοντές χωρικούς με λίγα λόγια! Πλέον ήταν γνωστός στα πέρατα του κόσμου αλλά και ήρωας του ιταλικού αγώνα. Με τη βοήθεια πια του Βασιλικού Ναυτικού της Αγγλίας, ο απελευθερωτής της Σικελίας βάδισε στην ηπειρωτική Ιταλία και οδήγησε τον επαναστατικό στρατό του στη Νάπολη, όπου έγινε δεκτός με επευφημίες από τον λαό.
Προσκυνώντας για άλλη μια φορά στο στέμμα του Πεδεμόντιου, μιας και ο μικρός στρατός του δεν θα μπορούσε να τα βάλει με τις ισχυρές ναπολιτάνικες δυνάμεις, ο Γκαριμπάλντι νίκησε τον πολυάριθμο και καλά οργανωμένο στρατό της Νάπολης έχοντας σύμμαχο τις μοναρχικές δυνάμεις. Στόχος ήταν τώρα η Ρώμη, αλλά παρέμενε όνειρο για τον ίδιο, μιας και με χίλιους άντρες δεν θα μπορούσε να πάρει την Αιώνια Πόλη. Κι έτσι συμφωνεί να δώσει στον βασιλιά του Πεδεμόντιου, Βίκτωρ Εμμανουήλ Β’, όλη τη Σικελία με αντάλλαγμα τη συμβολή του μονάρχη στον αγώνα για την ιταλική ανεξαρτησία.

Παρά την απέχθεια που ένιωθε για τη μοναρχία, ο Γκαριμπάλντι χαιρέτισε τον Βίκτωρ Εμμανουήλ ως βασιλιά της Ιταλίας και κάλεσε τον λαό να συνταχθεί με το στέμμα για χάρη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Παρά τις διακηρύξεις του, αρνήθηκε όμως να παρασημοφορηθεί από τον βασιλιά για τα κατορθώματά του…
Τελευταίες μάχες
Παρά το γεγονός ότι είχε βάλει τις βάσεις για την ιταλική ενοποίηση προσκυνώντας το στέμμα, ο Γκαριμπάλντι είχε πάντα όνειρο να δει την ενοποιημένη χώρα του να μετατρέπεται σε δημοκρατία αλλά και να συμπεριληφθούν στα εδάφη τόσο η Ρώμη όσο και τα λεγόμενα παπικά κράτη.
Κι έτσι βάδισε με το μικρό του στράτευμα κατά της Ρώμης και των δυνάμεων του Ναπολέοντος Γ’, θεωρώντας πως θα είχε την υποστήριξη της ιταλικής κυβέρνησης. Εκείνη όμως, φοβούμενη την αντίδραση των καθολικών δυνάμεων που παρέμεναν προσδεμένες στο παπικό άρμα, αρνήθηκε να συμβάλει στον αγώνα του και έστειλε μάλιστα κρατικές ιταλικές δυνάμεις να υπερασπιστούν την Αιώνια Πόλη από την επίθεσή του!
Ο Γκαριμπάλντι τραυματίστηκε στο πόδι, αν και δεν συνέχισε τη μάχη, καθώς δεν ήθελε οι στρατιώτες του να σκοτώσουν συμπατριώτες τους, καταπίνοντας για άλλη μια φορά την πίκρα του για χάρη της ιταλικής ενότητας. Δεν είχε πει φυσικά την τελευταία του λέξη και θα επέστρεφε λίγο αργότερα για τον Τρίτο Ιταλικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, με τις στρατιωτικές του επιτυχίες να αναγκάζουν την Αυστρία να παραχωρήσει στην Ιταλία τη Βενετία.

Σφοδρός πολέμιος της αντιπατριωτικής δράσης του Ποντίφικα, συνέχισε να καλεί για το τέλος του κοσμικού ρόλου του παπισμού και κάποια στιγμή οδήγησε τις δυνάμεις του κατά της παπικής φρουράς της Ρώμης. Απέτυχε όμως και τραυματίστηκε σοβαρά στη μάχη.
Παρά τα πατριωτικά του ιδεώδη, ο Γκαριμπάλντι ήταν διεθνιστής και έσπευδε να καλωσορίσει κάθε δημοκρατική μεταρρύθμιση της οικουμένης. Το 1861, για παράδειγμα, με το ξέσπασμα του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, ο φλογερός επαναστάτης παρώθησε τον Αβραάμ Λίνκολν να κάνει διακύβευμα του πολέμου την αποτίναξη της δουλείας. Ο Λίνκολν τον είχε σε τέτοια εκτίμηση που τον κάλεσε να αναλάβει διοικητική θέση στον στρατό της Ένωσης! Ο μόνος λόγος που απέρριψε ο Γκαριμπάλντι την πρόταση του αμερικανού προέδρου ήταν η άρνηση του τελευταίου να δεσμευτεί για το τέλος της σκλαβιάς. Το 1863 όμως, όταν ο Λίνκολν διακήρυξε την ελευθερία των αφρο-αμερικανών δούλων, ο Γκαριμπάλντι ήταν από τους πρώτους που μετατράπηκε σε παθιασμένο υποστηρικτή του.

Το 1870, η πτώση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας οδήγησε σε νέα Γαλλική Δημοκρατία και ο Γκαριμπάλντι, παρά το γεγονός ότι πολεμούσε για τόσο καιρό τα αυτοκρατορικά στρατεύματα των Γάλλων, συντάχθηκε αμέσως στο πλευρό της εύθραυστης δημοκρατίας: «Χθες σας έλεγα: πόλεμος μέχρι θανάτου στον Βοναπάρτη. Σήμερα σας λέω: σώστε τη Γαλλική Δημοκρατία με κάθε τρόπο». Και βέβαια δεν έκατσε με τα χέρια σταυρωμένα, αλλά πήγε αμέσως στη Γαλλία για να αναλάβει τη διοίκηση στρατιάς δημοκρατών εθελοντών.
Το 1879 ίδρυσε τη «Λίγκα της Δημοκρατίας» ώστε να προαχθούν οι ιδέες του για δικαίωμα ψήφου σε όλους, γυναικεία ισότητα, διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους (και κατάργηση της εκκλησιαστικής περιουσίας) αλλά και ίδρυση πολιτοφυλακής ως εγγυήτρια της εθνικής ενότητας. Επίσης, ήταν σφοδρός υποστηρικτής μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, στην οποία έβλεπε επικεφαλής μια μεγάλη Γερμανία που θα εγγυούνταν την ενότητα της Ευρώπης.

Αρνούμενος κάθε δόξα και τιμή για τα κατορθώματά του και την κολοσσιαία συμβολή του στην ανεξαρτησία και την ενότητα της Ιταλίας, ο μεγάλος αυτός δημοκράτης άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Ιουνίου 1882, σε ηλικία 75 ετών, έχοντας ήδη αποσυρθεί στη φάρμα του στη νότια Ιταλία. Είχε παντρευτεί τρεις φορές, αν και παιδιά απέκτησε μόνο από την πρώτη σύζυγό του, την Ανίτα.

Στην Ελλάδα Γαριβαλδινοί ονομάστηκαν οι ιταλοί εθελοντές που πολέμησαν στον πλευρό των Ελλήνων στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 υπό τον Ριτσότι Γκαριμπάλντι, γιο του Τζουζέπε, καθώς και οι Ερυθροχίτωνες εθελοντές του Α' Βαλκανικού Πολέμου…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr
Πηγή: http://www.newsbeast.gr
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος

ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ: ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΠΛΑΤΩΝ - ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ

Ο Σωκράτης πίστευε πως το καλό συμπίπτει με το αγαθό, ενώ και τα δύο συμπίπτουν με το ωφέλιμο. Μ’άλλα λόγια για τον Σωκράτη η αισθητική – το καλό – και η ηθική – το αγαθό – είναι η δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: της ωφελιμότητας.
Αυτή η σωκρατική άποψη είναι συζητήσιμη ως προς το δεύτερο σκέλος της, της ωφελιμότητας τόσο του καλού όσο και του αγαθού, όμως ως προς το πρώτο σκέλος, της σύμπτωσης του καλού και του αγαθού, δλδ της αισθητικής και της ηθικής, ο Σωκράτης γίνεται ο μακρινός πρόγονος του Νίτσε, που πρεσβεύει πως η αισθητική είναι η ηθική του μέλλοντος.

Αντίθετα από τον δάσκαλό του, ο Πλάτων όχι μόνο δεν υπολήπτεται την τέχνη και τους καλλιτέχνες, αλλά τους εξορίζει κιόλας από την Πολιτεία του. Και τούτο διότι η τέχνη δεν πραγματώνει τις Ιδέες, τα υπεραισθητά αρχέτυπα απ’τα οποία εκρέει ο κόσμος, και που συνιστούν τη μόνη αλήθεια, αλλά αναπαριστά φυσικά ή τεχνητά αντικείμενα, που είναι μια εξασθενημένη ανάκλαση των Ιδεών. Συνεπώς το έργο τέχνης είναι μίμηση μιμήσεως: μίμηση πραγμάτων τα οποία με τη σειρά τους είναι μίμηση ιδεών.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η τέχνη κατά τον Πλάτωνα δεν μετέχει στην ανώτερη ιδιότητα της ψυχής, το λογικόν, δηλαδή τη διάνοια. Και ως εκ τούτου διαφθείρει το λογιστικόν, τον νου.
Παρά ταύτα ο Πλάτων δεν περιφρονεί την τέχνη. Απλώς δεν θέλει να τη βάλει μπροστά απ΄τη φιλοσοφική σκέψη. Και μάλλον έχει δίκιο.
Με αυτή τη προϋπόθεση, ότι δηλαδή η τέχνη είναι κατώτερη της φιλοσοφίας ως μίμηση μιμήσεως, τη μελετάει με προσοχή και αποφαίνεται πως το καλόν, η τέχνη όπως θα λέγαμε εμείς, αποχτά την πλήρη του σημασία όταν συνάπτεται με τη σκέψη. Ο Πλάτων βέβαια δεν θα μπορούσε να ξέρει πως το στοχαστικό μυθιστόρημα θα ήταν εκείνο που θα πραγμάτωνε τελικά τις αποδεκτές απο αυτόν απόψεις περί τέχνης. Διότι το στοχαστικό μυθιστόρημα ελάχιστα απέχει απο την «καθαρή» φιλοσοφική σκέψη. Θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να ξέραμε την άποψη του Πλάτωνα για τον Δρ Φάουστους του Τόμας Μαν, τους Υπνοβάτες του Χέρμαν Μπρόχ, το Σε αναζήτηση του χαμένου χρόνου του Μαρσέλ Προύστ, τον Οδυσσέα του Τζέημς Τζόυς.
Ωστόσο ο Πλάτων κάπου έχει δίκιο. Υπάρχει κάτι το αποβλακωτικό στην αστόχαστη τέχνη, κάτι που επιτείνει και δυναμώνει την προϋπάρχουσα βλακεία. Ένα σαχλό τραγουδάκι δεν προσθέτει τίποτα ούτε στην ευαισθησία μας ούτε στη νόησή μας, και τα στιχάκια αυτού που προτείνει εαυτόν για ποιητή, διότι έτσι θέλει, κάνουν καλό μόνο στον ίδιο.

Πλωτίνος
Κατά τον Πλωτίνο (204-269 μ.Χ.), τον εξ Αιγύπτου φιλόσοφο που έγινε η γέφυρα για το πέρασμα απο τον πλατωνισμό στον χριστιανισμό και που είναι ο επιφανέστερος εκπρόσωπος του νεοπλατωνισμού, καλό (με την αισθητική έννοια) είναι αυτό που έχει σχήμα και κακό αυτό που δεν έχει σχήμα.
Κατά τον Πλωτίνο, το κάλλος ενός μαρμάρινου αγάλματος δεν προέρχεται απ’το ότι είναι μάρμαρο κατ’ουσίαν, αλλά απο τη μορφή που έδωσε σ’αυτό το μάρμαρο ο γλύπτης. Κυρίως, όμως, καλό (πάντα με την αισθητική έννοια) είναι κατά τον Πλωτίνο αυτό που επικοινωνεί με το θείον. Ο Φειδίας δεν έπλασε τη μορφή του Δία διότι τον είδε αλλά διότι επικοινώνησε μυστικά μαζί του και τον παρέστησε σα να είχε αποκαλυφθεί, τούτος ο αθάνατος, στα θνητά του μάτια.
Βέβαια, κατά τον Πλωτίνο η φύση μιμείται την Ιδέα. Αλλά η τέχνη δεν είναι μίμηση μιμήσεως, όπως λέει ο Πλάτων. Διότι, εκτός απ’το να μιμείται τη φύση που είναι μίμηση της Ιδέας, το έργο τέχνης επικοινωνεί απ’ευθείας με την Ιδέα λόγω της ικανότητας του καλλιτέχνη να επικοινωνεί απ’ευθείας με την ιδέα της θεότητας.
Στις ιδεαλιστικές περί τέχνης απόψεις δεν έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα απο την εποχή του Πλωτίνου. Και σήμερα ο καλλιτέχνης φαντάζει λιγάκι σα μάγος. Και σήμερα ο αγιογράφος πιστεύει πως δεν ζωγραφίζει με το χέρι του, αλλά ότι ο Θεός χρησιμοποιεί το χέρι του για να κάνει δι’αυτού ορατή την παρουσία του στην εικόνα. Γι’αυτό άλλωστε η αγιογραφία ονομάζεται «αχειροποίητος». Οι χριστιανοί πιστεύουν πως πρόκειται για εικόνα που δεν την κατασκεύασε ανθρώπινο χέρι. Αυτή την πονηριά σοφίστηκαν οι εικονολάτρες για να αποστομώσουν τους εικονοκλάστες και να δικαιολογήσουν την ειδωλολατρεία τους.
Κατά τον Πλωτίνο λοιπόν, που δεν είναι Έλληνας αλλά που είχε επηρεαστεί απόλυτα απ’το ελληνικό πνεύμα, κυρίως απ’τον Πλάτωνα, ο Θεός είναι μια προέκταση στο άπειρο του Είναι και του Νοείν, απ’όπου δι’εκροής δημιουργείται το σύνολο των όντων. Ο άνθρωπος, πριν ακόμα πεθάνει, μπορεί να φύγει απο το σώμα του με την έκσταση – τη στάση εκτός δηλαδή του υλικού σώματος και συνεπώς του υλικού κόσμου – κι έτσι να πλησιάσει τη θεότητα.

Ο Πλάτων θα τραβούσε τα μαλλιά του αν άκουγε τον Πλωτίνο να μιλάει έτσι. Ο νεοπλατωνισμός του Πλωτίνου δεν είναι πλατωνισμός. Γιατί π πλατωνισμός δε δέχεται τούτα τα σούρτα φέρτα ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο. Πάντως, η συγγένεια του νεοπλατωνισμού με τον χριστιανισμό είναι προφανής. Άλλωστε, την εποχή του Πλωτίνου ο χριστιανισμός ελιχε ήδη ηλικία δύο αιώνων. Προσθέστε εδώ και τον παραδοσιακό αιγυπτιακό μυστικισμό του αιγύπτιου Πλωτίνου και θα καταλάβετε καλύτερα τη σύγχρονη περί τέχνης ιδεαλιστική άποψη, που αντιλαμβάνεται τον καλλιτέχνη κάπως σαν ιερέα.
Ετικέτες: ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ: ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΠΛΑΤΩΝ - ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ,
Πηγή: http://philipposphilios.com
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.