Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

13.2.16

ΜΠΕΡΤΡΑΝΤ ΡΑΣΕΛ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ Μέρος πρώτο.

Γιατί δεν είμαι χριστιανός (Μπέρτραντ Ράσελ)

Εισαγωγή
Το θέμα για το οποίο θα σας μιλήσω, είναι το «Γιατί δεν είμαι χριστιανός». Ίσως θα ήταν καλό, πρώτα απ’ όλα να προσπαθήσω να ξεκαθαρίσω τι εννοεί κανείς με τη λέξη «χριστιανός». Χρησιμοποιείται στις μέρες μας με ένα ευρύ νόημα από πολλούς ανθρώπους. Μερικοί άνθρωποι δεν εννοούν τίποτα περισσότερο με αυτή από ένα πρόσωπο που προσπαθεί να ζήσει μια καλή ζωή. Υπό αυτή την άποψη θα πρέπει να υπάρχουν χριστιανοί σε όλες τις σέκτες και τα δόγματα· όμως δεν πιστεύω ότι αυτό είναι το πραγματικό νόημα της λέξης, διότι θα προϋπέθετε όλους τους ανθρώπους που δεν είναι χριστιανοί -όλους τους βουδιστές, κομφουκιανούς, μωαμεθανούς κ.λπ.- να μη ζουν μια καλή ζωή.
Δεν εννοώ ως χριστιανό κάθε άνθρωπο που προσπαθεί να ζήσει μια αξιοσέβαστη ζωή σύμφωνα με τα φώτα του. Νομίζω ότι πρέπει να έχεις μια ορισμένη ποσότητα καθορισμένης πίστεως πριν να έχεις το δικαίωμα να αποκαλείς τον εαυτό σου χριστιανό. Η λέξη δεν έχει ένα τόσο καθαρόαιμο νόημα όπως είχε τον καιρό του Αγίου Αυγουστίνου και του Αγίου Θωμά του Ακινάτη. Σε εκείνες τις μέρες, αν ένας άνθρωπος έλεγε πως ήταν χριστιανός, όλοι καταλάβαιναν τι εννοούσε. Αποδεχόσουν μια σειρά από δόγματα που ήταν διατυπωμένα με μεγάλη ακρίβεια, και κάθε μία συλλαβή αυτών των δογμάτων την πίστευες με όλη τη δύναμη των πεποιθήσεών σου.
Τί είναι ένας χριστιανός;
Στις μέρες δεν είναι ακριβώς αυτό. Πρέπει να γίνουμε λίγο περισσότερο γενικόλογοι για το νόημα του Χριστιανισμού. Σκέφτομαι, πάντως, ότι υπάρχουν δύο διαφορετικά στοιχεία που είναι αρκετά θεμελιώδη για κάθε ένα που αποκαλεί τον εαυτό του χριστιανό. Το πρώτο είναι δογματικής φύσης -και για να το κατονομάσουμε θα πούμε ότι πρέπει να πιστεύεις στον Θεό και την αθανασία. Αν δεν πιστεύεις σε αυτά τα δύο πράγματα, δεν νομίζω ότι μπορείς ουσιαστικά να καλείς τον εαυτό σου χριστιανό. Μετά, και κατόπιν τούτου, όπως απαιτεί και η ονομασία, πρέπει να έχεις μια κάποιου είδους πίστη στον Χριστό. Οι μωαμεθανοί, για παράδειγμα, το ίδιο πιστεύουν στον Θεό και την αθανασία, αλλά δεν καλούν τους εαυτούς τους χριστιανούς. Νομίζω πως πρέπει να έχεις τουλάχιστον την πίστη ότι ο Χριστός ήταν, αν όχι Θεός, τουλάχιστον ο καλύτερος κι ο σοφότερος άνθρωπος. Αν δεν πιστεύεις αυτά τα ελάχιστα για τον Χριστό, δεν νομίζω ότι έχεις κάποιο δικαίωμα να αποκαλείς τον εαυτό σου χριστιανό. Φυσικά, υπάρχει και ένα άλλο νόημα που βρίσκει κανείς στον Αλμανάκ του Γουάιτέικερ και σε γεωγραφικά βιβλία, όπου ο πληθυσμός του κόσμου διαιρείται σε χριστιανούς, μωαμεθανούς, βουδιστές, λάτρεις φετίχ, κ.ο.κ. μα με αυτή τη λογική είμαστε όλοι χριστιανοί. Τα γεωγραφικά βιβλία μάς καταμετρούν όλους, αλλά αυτή είναι μια γεωγραφική αντίληψη, την οποία θαρρώ ότι μπορούμε να παραβλέψουμε. Εκ τούτων, εξηγώντας σας το γιατί δεν είμαι χριστιανός, θα πρέπει να δηλώσω δύο διαφορετικά πράγματα: Πρώτον, γιατί δεν πιστεύω στον Θεό και την αθανασία· και δεύτερον, γιατί δεν πιστεύω ότι ο Χριστός ήταν ο καλύτερος και ο σοφότερος άνθρωπος, αν και του αποδίδω ένα μεγάλο βαθμό ηθικής καλοσύνης.
Όμως για τις επιτυχείς προσπάθειες των απίστων του παρελθόντος, δεν μπορώ να λάβω ένα τόσο ελαστικό ορισμό του Χριστιανισμού ως αυτόν. Όπως είπα πιο πριν, στις παλιές ημέρες είχε ένα πιο καθαρόαιμο νόημα. Για παράδειγμα, συμπεριέλαβε την πίστη στην Κόλαση. Η πίστη στην αιώνια Κόλαση του πυρός ήταν μια βασική χριστιανική πίστη μέχρι πρόσφατα. Σε αυτήν τη χώρα, όπως γνωρίζετε, σταμάτησε να είναι μια βασική πίστη εξαιτίας της αποφάσεως του συμβουλίου του Privy, και από αυτή την απόφαση διαφώνησαν οι αρχιεπίσκοποι του Καρτέρμπουρι και της Υόρκης· όμως σ’ αυτή τη χώρα η θρησκεία μας καθορίζεται από κοινοβουλευτική πράξη, ως εκ τούτου, το συμβούλιο του Privy μπόρεσε και ξεπέρασε τις προσευχές τους κι η Κόλαση δεν ήταν πλέον απαραίτητη για έναν χριστιανό. Κατά συνέπεια, δεν θα επιμείνω στο ότι ένας χριστιανός πρέπει να πιστεύει στην Κόλαση.
Η ύπαρξη του Θεού
Το ερώτημα της ύπαρξης του Θεού, είναι ένα μεγάλο και σοβαρό ερώτημα, κι αν δοκιμάσω να το αντιμετωπίσω με κάποιο κατάλληλο τρόπο θα πρέπει να σας κρατήσω εδώ μέχρι την έλευση της βασιλείας (σ.σ.: του Θεού), γι’ αυτό θα πρέπει να με συγχωρέσετε αν το αντιμετωπίσω με έναν μάλλον περιληπτικό τρόπο. Γνωρίζετε, ασφαλώς, ότι η Καθολική Εκκλησία το έθεσε επί τάπητος ως ένα δόγμα όπου η ύπαρξη του Θεού μπορεί να αποδειχθεί από την αναίτια αιτία. Αυτό είναι ένα κάπως σοβαρό δόγμα, αλλά είναι ένα από τα δόγματά τους. Έπρεπε να το εισάγουν, γιατί κάποια στιγμή οι ελευθερόφρονες απέκτησαν τη συνήθεια να λένε ότι υπάρχουν αυτά και εκείνα τα ζητήματα που η κοινή λογική μπορεί να σηκώσει ενάντια στην ύπαρξη του Θεού, αλλά βέβαια γνώριζαν ως ζήτημα της πίστης ότι ο Θεός υπάρχει. Τα επιχειρήματα και οι αιτίες τέθηκαν σε μεγάλη κλίμακα, κι η Καθολική Εκκλησία ένιωσε ότι έπρεπε αυτό να σταματήσει. Εκ τούτου το έθεσαν κάτω, πως η ύπαρξη του Θεού μπορεί να αποδειχθεί από την αναίτια αιτία, και συνέθεσαν ότι θα μπορούσαν να θεωρηθούν επιχειρήματα περί της αποδείξεώς της. Υπάρχουν, φυσικά, μια σειρά από αυτά, αλλά θα λάβω υπ’ όψιν μου λίγα.

ΜΠΕΡΤΡΑΝΤ ΡΑΣΕΛ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ Μέρος Δεύτερο

Γιατί δεν είμαι χριστιανός (Μπέρτραντ Ράσελ)

Το επιχείρημα της πρώτης αιτίας
Ίσως το πιο απλό και πιο εύκολο να εννοηθεί είναι το επιχείρημα της πρώτης αιτίας. Θεωρείται ότι καθετί που βλέπουμε σ’ αυτόν τον κόσμο έχει μιαν αιτία, κι όσο προχωράμε προς τα πίσω στην αλυσίδα των αιτιών όλο και περισσότερο, πρέπει να φτάσουμε σε κάποιο πρώτο αίτιο, και σ’ αυτό το πρώτο αίτιο αποδίδουμε το όνομα του Θεού. Αυτό το επιχείρημα, υποθέτω, δεν έχει πολύ βαρύτητα στις μέρες μας, επειδή, κατ’ αρχάς, δεν είναι ότι ακριβώς ήταν άλλοτε. Οι φιλόσοφοι κι οι άνθρωποι της επιστήμης χρησιμοποιούσαν το αίτιο αλλά δεν έχει σήμερα τίποτα από τη ζωτικότητα που είχε άλλοτε· μα εκτός από αυτό, μπορείς να δεις πως το επιχείρημα ότι πρέπει να υπάρχει κάποιο πρώτο αίτιο είναι ένα επιχείρημα που δεν έχει αξία. Ίσως πρέπει να πω ότι, όταν ήμουν νέος, και σκεφτόμουν αυτές τις ερωτήσεις σοβαρά στο μυαλό μου, εγώ ο ίδιος για πολύ καιρό δεχόμουν αυτό το επιχείρημα της πρώτης αιτίας, μέχρι που μιαν ημέρα, στην ηλικία των δεκαοκτώ, διάβασα την αυτοβιογραφία του Τζον Στιούαρτ Μιλ κι εκεί βρήκα αυτή την πρόταση: «Ο πατέρας μου με έμαθε ότι η ερώτηση, ποιός με έφτιαξε, δεν μπορεί να απαντηθεί, επειδή αμέσως επιφέρει την ακόλουθη ερώτηση: Ποιός έφτιαξε τον Θεό;». Αυτή η απλή πρόταση μου έδειξε, όπως ακόμη σκέφτομαι, το σφάλμα στο επιχείρημα του πρώτου αιτίου. Αν καθετί πρέπει να έχει μιαν αιτία, τότε κι ο Θεός πρέπει να έχει μιαν αιτία. Αν μπορεί να υπάρχει κάτι χωρίς καμιά αιτία, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο κόσμος-θεός, έτσι δεν μπορεί να υπάρχει καμιά αξία σ’ αυτό το επιχείρημα. Είναι ακριβώς της ίδιας φύσης με την προοπτική των ινδουιστών, ότι ο κόσμος στηρίζονταν πάνω σ’ έναν ελέφαντα, κι ότι ο ελέφαντας στηρίζονταν πάνω σε μια χελώνα· κι όταν ρώτησαν: «Και η χελώνα; (πού στηρίζονταν;)», ο Ινδός απάντησε: «Ας αλλάξουμε θέμα». Πράγματι το επιχείρημα της πρώτης αιτίας δεν είναι καλύτερο από αυτό. Δεν υπάρχει λόγος για τον οποίο θα πρέπει να υποθέσουμε ότι ο κόσμος είχε μιαν απαρχή. Η ιδέα ότι τα πράγματα θα πρέπει να έχουν μιαν απαρχή οφείλεται στην έλλειψη της φαντασίας μας. Εκ τούτου, ίσως, δεν χρειάζεται να χάσω άλλο χρόνο πάνω στο επιχείρημα της πρώτης αιτίας.
Το επιχείρημα του φυσικού νόμου
Μετά υπάρχει ένα πολύ κοινό επιχείρημα εκ του φυσικού νόμου. Αυτό ήταν ένα αγαπημένο επιχείρημα κατά τη διάρκεια του δέκατου όγδοου αιώνα, ιδίως κάτω από την επίδραση του σερ Ισαάκ Νιούτον και της κοσμογονίας του. Οι άνθρωποι παρατηρούσαν τους πλανήτες που περιστρέφονταν γύρω από τον ήλιο σύμφωνα με το νόμο της βαρύτητας, και πίστευαν ότι ο Θεός είχε δώσει μια διαταγή σ’ αυτούς τους πλανήτες ώστε να κινούνται σύμφωνα με κάποιον τρόπο. Κι αυτός ήταν ο λόγος που αυτό γίνονταν. Αυτή ήταν, φυσικά, μια συμφέρουσα κι απλή εξήγηση που τους έσωζε από το πρόβλημα της περαιτέρω εξέτασης για την ερμηνεία του νόμου της βαρύτητας. Σήμερα εξηγούμε τον νόμο της βαρύτητας με κάποιο σύνθετο τρόπο που εισήγαγε ο Αϊνστάιν. Δεν διατίθεμαι να σας δώσω διάλεξη για τον νόμο της βαρύτητας, όπως ερμηνεύτηκε από τον Αϊνστάιν, διότι αυτό ξανά θα μας έπαιρνε κάποιο χρόνο· από κάθε άποψη, δεν έχουμε πλέον το είδος του φυσικού νόμου που είχαμε στο Νευτώνειο Σύστημα, όπου, για κάποιο λόγο που κανένας δεν μπορούσε να καταλάβει, η φύση συμπεριφέρονταν κατά κάποιον ομοιόμορφο τρόπο.
Τώρα ανακαλύπτουμε πως πολλά πράγματα που πιστεύαμε ότι ήταν φυσικοί νόμοι είναι στην πραγματικότητα ανθρώπινες συμβάσεις. Γνωρίζετε πως ακόμη και στο πιο απόμακρο βάθος του αστρικού διαστήματος χρειάζονται τρία πόδια για να συμπληρωθεί μια γιάρδα μήκους. Αυτό είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα αξιοσημείωτο γεγονός, αλλά πολύ δύσκολα θα το βάπτιζες φυσικό νόμο. Και πολλά πράγματα που θεωρήθηκαν φυσικοί νόμοι είναι στην πραγματικότητα τέτοιου είδους. Από την άλλη μεριά, εκεί που μπορείς να βρεις τη γνώση για το τι κάνουν πραγματικά τα άτομα, θα δεις ότι υπόκεινται λιγότερο στους νόμους, από όσο οι άνθρωποι νόμιζαν, κι ότι οι νόμοι στους οποίους θα φτάσεις είναι στατιστικές πιθανότητες οι οποίες προκύπτουν τυχαία.
Υπάρχει, όπως όλοι γνωρίζουμε, ένας νόμος σύμφωνα με τον οποίο σαν πετάξεις μια ζαριά θα πετύχεις εξάρες μόνο μια φορά στις τριάντα έξι φορές, κι αυτό δεν το εκλαμβάνουμε ως απόδειξη της ρύθμισης της πτώσης του ζαριού από κάποιο σχεδιασμό· αντίθετα, αν κάθε φορά λαμβάναμε εξάρες θα σκεπτόμασταν ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο. Οι περισσότεροι νόμοι της φύσης είναι του αυτού ιδίου είδους. Είναι στατιστικές πιθανότητες τέτοιες όπως προκύπτουν από τους νόμους της τύχης· κι αυτό μας λέει πως όλη αυτή η ιστορία του φυσικού νόμου είναι πάρα πολύ λιγότερο εντυπωσιακή από ότι ήταν πριν. Εκτός από αυτό, που αναπαριστά την παρούσα κατάσταση της επιστήμης που μπορεί να αλλάξει αύριο, η όλη ιδέα πως οι φυσικοί νόμοι απαιτούν κάποιον νομοθέτη είναι μια σύγχυση μεταξύ φυσικού κι ανθρώπινου νόμου. Οι ανθρώπινοι νόμοι αποδίδονται για να συμπεριφέρεσαι σύμφωνα με κάποιον τρόπο, στον οποίο τρόπο επιλέγεις να συμμορφωθείς ή δεν επιλέγεις να συμμορφωθείς· αλλά οι φυσικοί νόμοι είναι μια περιγραφή για το πως τα πράγματα συμπεριφέρονται στην πραγματικότητα, και, αφού δεν είναι τίποτα άλλο παρά η περιγραφή του πως πράγματι είναι, δεν μπορείς να επιχειρηματολογείς ότι κάποιος τους είπε να είναι έτσι, διότι ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι τους είπε, τότε είσαι αντιμέτωπος με την ερώτηση: Γιατί ο Θεός διέταξε μόνο αυτούς τους φυσικούς νόμους και όχι άλλους;
Αν υποστηρίξεις πως το έκανε απλά από την καλή του συμπεριφορά, και χωρίς κανέναν λόγο, τότε θα ανακαλύψεις ότι υπάρχει κάτι που δεν υπόκεινται στο νόμο και έτσι το τρένο του φυσικού νόμου διακόπτεται. Αν πεις, όπως λένε οι περισσότεροι θεολόγοι, ότι ο Θεός είχε κάποιο λόγο για τον οποίο διέταξε τους νόμους να είναι έτσι κι όχι αλλιώς -ο λόγος, φυσικά, είναι η κατασκευή του καλύτερου σύμπαντος, αν και δεν θα σκεφτόσουν ποτέ να το κοιτάξεις, αν υπήρχε κάποιος λόγος για τους νόμους που ο Θεός έδωσε, τότε ο Θεός ο ίδιος υπόκεινται στον νόμο, και συνεπώς δεν κερδίζεις τίποτα εισάγοντας τον Θεό ως διαμεσολαβητή. Έχεις πράγματι έναν νόμο εκτός και προηγούμενο των θεϊκών εντολών, κι ο Θεός δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς σου, αφού δεν είναι ο απώτατος νομοθέτης.
Εν συντομία, όλο αυτό το επιχείρημα του φυσικού νόμου δεν έχει καμιά δύναμη από όση είχε παλαιότερα. Ταξιδεύω στον χρόνο κατά την εξέταση αυτών των επιχειρημάτων. Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για την ύπαρξη του Θεού αλλάζουν το χαρακτήρα τους καθώς περνά ο χρόνος. Ήταν στην αρχή διαλεκτικά επιχειρήματα που ενσωμάτωναν ορισμένες καθοριστικές σοφιστείες. Καθώς ερχόμαστε στην εποχή μας γίνονται λιγότερο σεβαστά κι όλο και περισσότερο επηρεάζονται από μια ηθική ασάφεια.
Το επιχείρημα του σχεδίου
Το επόμενο βήμα μας φέρνει στο επιχείρημα του σχεδίου. Όλοι σας γνωρίζετε το επιχείρημα του σχεδίου: Καθετί στον κόσμο κατασκευάστηκε έτσι ώστε να μπορούμε να ζούμε στον κόσμο, κι αν ο κόσμος ήταν ελάχιστα διαφορετικός δεν θα μπορούσαμε να ζήσουμε σ’ αυτόν. Αυτό είναι το επιχείρημα του σχεδίου. Μερικές φορές λαμβάνει μια παράξενη μορφή· για παράδειγμα, λέγεται πως οι λαγοί έχουν άσπρες ουρές, ώστε να είναι εύκολο να τους πυροβολήσεις. Δεν γνωρίζω πως θα αντιλαμβάνονταν αυτή την εφαρμογή οι λαγοί. Είναι ένα επιχείρημα το οποίο εύκολα γίνεται παρωδία. Όλοι σας γνωρίζεται τη σημείωση του Βολτέρου, ότι η μύτη σχεδιάστηκε έτσι ώστε να ταιριάζει στα θεάματα. Αυτή η μορφή της παρωδίας δεν είναι τόσο επιτυχημένη όπως ήταν το δέκατο όγδοο αιώνα, εξαιτίας τού ότι από την εποχή του Δαρβίνου καταλαβαίνουμε πολύ καλύτερα γιατί τα ζωντανά πλάσματα προσαρμόστηκαν στο περιβάλλον τους. Δεν είναι το ότι το περιβάλλον κατασκευάστηκε ώστε να είναι κατάλληλο γι’ αυτά, κι αυτή είναι η βάση της προσαρμογής. Δεν υπάρχει απόδειξη του σχεδιασμού.
Όταν εξετάζεις αυτό το επιχείρημα του σχεδίου, είναι πολύ εκπληκτικό το ότι οι άνθρωποι μπορούν να πιστεύουν πως αυτός ο κόσμος, με όλα τα πράγματα μέσα του, με όλα τα ελαττώματά του, πρέπει να είναι το καλύτερο που ο παντοδύναμος κι ο παντογνώστης ήταν ικανός να κατασκευάσει σε εκατομμύρια χρόνια. Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω. Πιστεύεις ότι, αν σου δίνονταν παντοδυναμία και παντογνωσία κι εκατομμύρια έτη στα οποία θα τελειοποιούσες τον κόσμο, εσύ δεν θα κατασκεύαζες τίποτα περισσότερο από Κου Κλουξ Κλαν, τους φασίστες και τον κ. Ουίνστον Τσόρτσιλ; Πραγματικά δεν είμαι τόσο εντυπωσιασμένος με τους ανθρώπους που λένε: «Κοίταξέ με· είμαι ένα τόσο τέλειο προϊόν που πρέπει να υπάρχει κάποιο σχέδιο στο σύμπαν.» Δεν είμαι τόσο πολύ εντυπωσιασμένος από την λάμψη αυτών των ανθρώπων. Επιπλέον, αν δεχθείς τους νόμους της επιστήμης, θα πρέπει να υποθέσεις ότι η ανθρώπινη ζωή κι η ζωή γενικά σ’ αυτόν τον πλανήτη θα τερματίσει κάποτε· είναι σαν μια σαπουνόφουσκα· είναι ένα στάδιο στην παρακμή του ηλιακού συστήματος· σε ένα στάδιο της παρακμής θα υπάρχει εκείνη η κατάσταση συνθηκών και θερμοκρασίας κ.ο.κ. που είναι ιδανικές για το πρωτόπλασμα και που υπάρχει ζωή για ένα μικρό διάστημα στην ζωή ολάκερου του ηλιακού συστήματος. Βλέπεις στο φεγγάρι το είδος των πραγμάτων στα οποία η γη τείνει -κάτι νεκρό, κρύο αι άνευ ζωής.
Μου λένε ότι αυτή η άποψη των πραγμάτων είναι μελαγχολική κι οι άνθρωποι μερικές φορές λένε πως αν πίστευαν σε κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσαν να συνεχίζουν να ζουν. Μην το πιστεύετε· είναι όλα ανοησίες. Κανένας στην πραγματικότητα δεν ανησυχεί πολύ για το τι πρόκειται να γίνει εκατομμύρια χρόνια μετά από τώρα. Ακόμη κι όταν νομίζουν ότι ανησυχούν πολύ γι’ αυτό, στην πραγματικότητα εξαπατούν τους εαυτούς τους. Ανησυχούν για κάτι πολύ περισσότερο εγκόσμιο όπως για μια δυσπεψία· αλλά στην πραγματικότητα κανείς δεν γίνεται δυστυχής από τη σκέψη ότι κάτι πρόκειται να γίνει σ’ αυτόν τον κόσμο, εκατομμύρια χρόνια μετά. Γι’ αυτό, αν κι είναι μια διαδικασία σκοτεινής οπτικής να υποθέσει κανείς ότι η ζωή θα εκλείψει -τουλάχιστον υποθέτω ότι μπορούμε να το πούμε, αν και μερικές φορές όταν ατενίζω τα πράγματα που κάνουν οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ζωή τους, το θεωρώ ως παρηγοριά- δεν είναι τόσο ώστε να καταστεί η ζωή ελεεινή. Απλά και μόνο σε κάνεις να στρέφεις την προσοχή σου σε άλλα πράγματα.

ΜΠΕΡΤΡΑΝΤ ΡΑΣΕΛ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ Μέρος Τρίτο

Γιατί δεν είμαι χριστιανός (Μπέρτραντ Ράσελ)

Τα ηθικά επιχειρήματα για την θεότητα
Τώρα πάμε ένα στάδιο μακρύτερα· σε εκείνο που θα αποκαλούσα διανοητικό κατήφορο που οι θεϊστές έκαναν στα επιχειρήματά τους και φτάνουμε σε αυτά που ονομάζονται ηθικά επιχειρήματα για την ύπαρξη του Θεού. Όλοι σας γνωρίζετε, φυσικά, ότι υπήρχαν στις παλαιές ημέρες τρία επιχειρήματα για την ύπαρξη του Θεού, τα οποία όλα αναφέρθηκαν από τον Εμμανουήλ Καντ στην «Κριτική της αγνής λογικής»· και μόλις εξέθεσε αυτά τα επιχειρήματα ανακάλυψε ακόμη ένα· ένα ηθικό επιχείρημα κι αυτό σχεδόν τον έπεισε. Ήταν σαν πολλούς ανθρώπους· στα ζητήματα λογικής ήταν σκεπτικιστής, αλλά στα ζητήματα της ηθικής πίστευε απεριόριστα στα γνωμικά που εμποτίστηκε στα γόνατα της μητέρας του. Αυτό δείχνει αυτό που οι ψυχαναλυτές τόσο πολύ επισημαίνουν -στα απεριόριστα προπύργια που οι αρχικές μας σχέσεις έχουν σε εκείνες τις επόμενες.
Ο Καντ, όπως είπα, ανακάλυψε ένα καινούργιο ηθικό επιχείρημα για την ύπαρξη του Θεού και στις διάφορες μορφές ήταν εξαιρετικά δημοφιλές κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Μια μορφή λέει πως δεν θα υπήρχε λάθος ή σωστό αν ο Θεός δεν υπήρχε. Προς στιγμή δεν ενδιαφέρομαι για το αν υπάρχει μια διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους, ή αν δεν υπάρχει καν· αυτή είναι ακόμη μια ερώτηση. Το σημείο που με ενδιαφέρει είναι, αν είσαι αρκετά σίγουρος ότι υπάρχει μια διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους, γιατί τότε βρίσκεσαι σ’ αυτή την κατάσταση: Εξαρτάται αυτό από τα διατάγματα του Θεού ή όχι; Αν εξαρτάται από τις διατάξεις του Θεού, τότε για τον Θεό τον ίδιο δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους και δεν είναι λοιπόν μια σημαντική αναφορά να λέγεται πως ο Θεός είναι καλός. Αν πρόκειται να πεις, όπως κάνουν οι θεολόγοι, ότι ο Θεός είναι καλός, θα πρέπει μετά να πεις ότι το ορθό και το λάθος έχουν κάποιο νόημα που είναι ανεξάρτητο από τα διατάγματα του Θεού, επειδή τα διατάγματα του Θεού είναι καλά κι όχι κακά, ανεξάρτητα από το απλό γεγονός ότι αυτός τα έφτιαξε. Αν πρόκειται να παραδεχθείς αυτό, τότε πρέπει να πεις ότι όχι μόνο δια μέσω του Θεού το σωστό και το λάθος υπάρχουν, αλλά το ότι είναι στην ύπαρξή τους λογικά πριν του Θεού. Θα μπορούσες, φυσικά, αν σου αρέσει, να πεις ότι υπήρχε μια ανώτερη θεότητα που έδινε οδηγίες στο Θεό που κατασκεύασε αυτό τον κόσμο ή θα μπορούσες να ακολουθήσεις τη γραμμή που μερικοί αγνωστικιστές ακολούθησαν -μια γραμμή την οποία συχνά θεωρούσα εύλογη- ότι στην πραγματικότητα αυτός ο κόσμος που γνωρίζουμε κατασκευάστηκε από τον Διάβολο κάποια στιγμή που ο Θεός δεν κοιτούσε. Υπάρχουν πολλά καλά να λεχθούν γι’ αυτή και δεν με ενδιαφέρει να την απορρίψω.
Η αποκατάσταση της δικαιοσύνης
Υπάρχει ακόμη μια πολύ παράξενη μορφή ηθικού επιχειρήματος, που είναι η εξής: Λένε πως, η ύπαρξη του Θεού χρειάζεται για να έρθει η δικαιοσύνη στον κόσμο. Στην μεριά του σύμπαντος που γνωρίζουμε υπάρχει μεγάλη αδικία, και συχνά ο καλός υποφέρει, και συχνά ο κακός προοδεύει, και κανείς δύσκολα γνωρίζει ποιο από τα δύο είναι το πιο ενοχλητικό· αλλά αν πρόκειται να έχεις δικαιοσύνη στον κόσμο στο σύνολο θα πρέπει να υποθέσεις ότι μια μελλοντική ζωή θα αποκαταστήσει την ισορροπία της ζωής εδώ στη γη κι έτσι όλοι λένε πως πρέπει να υπάρχει ένας Θεός, κι ότι πρέπει να υπάρχει Παράδεισος και Κόλαση ώστε στο τέλος να υπάρξει δικαιοσύνη.
Αυτό είναι ένα πολύ παράξενο επιχείρημα. Αν κοίταζες το ζήτημα από μια επιστημονική άποψη, θα έλεγες: «Ούτως ή άλλως, γνωρίζω μόνο αυτόν τον κόσμο. Δεν ξέρω για το υπόλοιπο σύμπαν, αλλά μέχρι τώρα, όσο μπορεί κανείς να υποστηρίζει όλες τις πιθανότητες, ένας θα μπορούσε να πει ότι πιθανώς αυτός ο κόσμος είναι ένα καλό παράδειγμα· κι αν υπάρχει αδικία εδώ τότε υπάρχουν οιωνοί πως θα υπάρχει κι αδικία κι αλλού επίσης». Ας υποθέσουμε ότι έχεις ένα καφάσι με πορτοκάλια που είναι ανοικτό κι ανακαλύπτεις όλα τα πορτοκάλια της πάνω σειράς σάπια, δεν θα επιχειρηματολογούσες: «Η κάτω σειρά πρέπει να είναι γερή, για να αποκατασταθεί η ισορροπία». Θα έλεγες: «Πιθανώς όλα τα πορτοκάλια είναι σάπια»· κι αυτό είναι πράγματι ότι ένας επιστήμονας θα επιχειρηματολογούσε γύρω από το σύμπαν. Θα έλεγε: «Εδώ σ’ αυτό τον κόσμο βρίσκουμε μια μεγάλη αδικία κι άρα υπάρχει ένας λόγος να υποθέσουμε ότι το δίκαιο δεν κυβερνά τον κόσμο· επομένως αυτό συνιστά ένα ηθικό επιχείρημα ενάντια στον Θεό κι όχι υπέρ του».
Φυσικά, γνωρίζω πως τα είδη των πνευματικών επιχειρημάτων για τα οποία σας συζητώ δεν είναι πράγματι ότι πείθει τον κόσμο. Αυτό που πείθει τον κόσμο να πιστεύει στον Θεό, δεν είναι κάποιο πνευματικό επιχείρημα εξ άλλου. Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό εξαιτίας του ότι το διδάχτηκαν από την παιδική ηλικία, κι αυτός είναι ο κύριος λόγος. Μετά σκέφτομαι ότι ο επόμενος πιο δυνατός λόγος είναι η επιθυμία για ασφάλεια, ένα είδος συναισθήματος όπου ένας μεγάλος αδελφός υπάρχει για να σε φροντίζει. Αυτό παίζει ένα βαθύ μέρος επηρεάζοντας τους ανθρώπους να πιστέψουν στον Θεό.

Ο χαρακτήρας τού Ιησού
Θέλω τώρα να πω, λίγες λέξεις γύρω από ένα θέμα που νομίζω συχνά που δεν νομίζω ότι έχει αρκετά ικανοποιητικά αντιμετωπισθεί από τους ορθολογιστές κι αυτό είναι το ερώτημα για το αν ο Χριστός ήταν ο καλύτερος κι ο σοφότερος των ανδρών. Συχνά θεωρείται δεδομένο ότι όλοι πρέπει να συμφωνούμε ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Εγώ δεν συμφωνώ. Νομίζω ότι υπάρχουν ένα σωρό ζητήματα με τα οποία συμφωνώ με τον Χριστό περισσότερο από τους επαγγελματίες χριστιανούς. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να συμφωνήσω με τον Χριστό σε όλα, αλλά θα μπορούσα να συμφωνήσω μαζί του, πολύ περισσότερο από ότι οι περισσότεροι επαγγελματίες χριστιανοί μπορούν. Θα θυμάστε ότι είπε: «39 ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ' ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην·» (Κατά Ματθαίον, κεφ. Ε΄). Αυτή δεν είναι μια νέα παραίνεση ή ένας νέος κανόνας. Χρησιμοποιήθηκε από το Λάο Τσε και τον Βούδα περίπου 500 ή 600 χρόνια πριν τον Χριστό, αλλά δεν είναι ένας κανόνας που στην πραγματικότητα οι χριστιανοί αποδέχονται. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι ο παρών πρωθυπουργός, για παράδειγμα, είναι ένας πολύ σοβαρός χριστιανός, αλλά δεν θα συμβούλευα κανέναν να πάει και να τον χαστουκίσει στο μάγουλο. Σκέφτομαι ότι ίσως βρίσκετε αυτό το κείμενο να εννοείται με ένα συμβολικό νόημα.
Μετά υπάρχει ένα άλλο σημείο το οποίο θεωρώ εξαιρετικό. Θυμάστε πως ο Χριστός είπε, «37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε·» (Κατά Λουκά, κεφ. Στ΄). Αυτός ο κανόνας δεν νομίζω ότι ήταν δημοφιλής στα δικαστήρια των χριστιανικών χωρών. Γνώρισα στην εποχή μου αρκετούς δικαστές που ήταν πολύ σοβαροί χριστιανοί και κανείς εξ αυτών δεν ένιωσε να κάνει κάτι αντίθετο με τις χριστιανικές αρχές. Έπειτα ο Χριστός είπε, «30 παντὶ δὲ τῷ αἰτοῦντί σε δίδου, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντος τὰ σὰ μὴ ἀπαίτει» (Κατά Λουκά, κεφ. Στ΄). Αυτός είναι ένας πολύ καλός κανόνας. Ο πρόεδρος σάς υπενθύμισε ότι δεν είμαστε εδώ για να συζητήσουμε για πολιτική, αλλά δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι οι τελευταίες γενικές εκλογές κρίθηκαν από το πόσο επιθυμητό ήταν το να «ἀπαιτείς τὰ σὰ τοῦ αἴροντος», ώστε κανείς να μπορεί να υποθέσει, ότι οι φιλελεύθεροι κι οι συντηρητικοί αυτής της χώρας αποτελούνται από ανθρώπους που δεν συμφωνούν με τη διδασκαλία του Χριστού, διότι βεβαίως απομακρύνθηκαν με έμφαση σ’ αυτή την περίπτωση.
Έπειτα υπάρχει ακόμη μια εντολή του Χριστού που νομίζω έχει πολύ ενδιαφέρον, μα δε νομίζω ότι είναι πολύ δημοφιλείς ανάμεσα στους χριστιανούς φίλους. Λέει: «21 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς...» (Κατά Ματθαίον, κεφ. Ιθ΄). Αυτή είναι μια εξαιρετική εντολή, αλλά, όπως είπα, δεν εφαρμόζεται αρκετά. Όλα αυτά είναι, νομίζω, καλά γνωμικά, αν κι είναι λίγο δύσκολο να ζήσεις σύμφωνα με αυτά. Δεν επαγγέλλομαι ότι θα ζούσα εγώ σύμφωνα με αυτά· αλλά, εξάλλου, δεν είμαι εγώ αυτός που θα ’πρεπε να τα εφαρμόσει, ενώ δεν είναι ακριβώς το ίδιο για έναν χριστιανό.