Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

2.3.16

Tαλεϋράνδος ο μεγαλύτερος διπλωμάτης όλων των εποχών.

Ταλεϋράνδος 

 Charles Maurice de Talleyrand ( 1754-1838 , Γάλλος Υπουργός Εξωτερικών)

Γάλλος διπλωμάτης και κατά καιρούς υπουργός Εξωτερικών, που υπηρέτησε με επιτυχία μια σειρά από διαφορετικά καθεστώτα, ξεκινώντας από την περίοδο της βασιλείας του Λουδοβίκου XVI, συνεχίζοντας στη Γαλλική επανάσταση και στην εποχή του Ναπολέοντα και κατέχοντας υψηλές θέσεις μέχρι τον Λουδοβίκο XVIII και τον Λουδοβίκο-Φίλιππο. Θεωρείται ο πιο ικανός διπλωμάτης στην Ευρωπαϊκή ιστορία.


Ποτέ να μη μιλάς άσχημα για τον εαυτό σου.


Οι γυναίκες μπορεί να συγχωρέσουν κάποιον που εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία, ποτέ όμως κάποιον που την έχασε.


Ο πλούτος δεν αλλάζει τους ανθρώπους, απλώς ρίχνει τις μάσκες τους.


Το να είσαι μέσα στον κόσμο, τι ενόχληση! Το να μην είσαι, τι δράμα!


Συγχωρώ τους ανθρώπους όταν δεν συμφωνούν με την άποψή μου, αλλά δεν τους συγχωρώ όταν δεν συμφωνούν με τη δική τους.


Με φοβίζει περισσότερο ένας στρατός από 100 πρόβατα που τα οδηγεί ένα λεοντάρι παρά ένας στρατός 100 λεονταριών που τα οδηγεί ένα πρόβατο.


Η ομιλία δόθηκε στον άνθρωπο για να κρύβει τις σκέψεις του.


Κανένας αποχαιρετισμός στον κόσμο δεν είναι τόσο βαρύς, όσο ο αποχαιρετισμός της δύναμης της εξουσίας.


Να μην εμπιστεύεσαι τις πρώτες αυθόρμητες αντιδράσεις. Είναι σχεδόν πάντα λάθος


Για να κάνεις καριέρα, πρέπει να φοράς όλο γκρίζα, να είσαι πάντα στη σκιά, να μη δείχνεις πρωτοβουλία.


Όταν κάτι είναι αυτονόητο, γίνεται ακόμα πιο αυτονόητο όταν το λέμε.


Η φήμη ενός ανδρός είναι όπως η σκιά του. Γιγαντιαία όταν προηγείται αυτού και πυγμιαία όταν έπεται.


Η τέχνη της πολιτικής είναι να προβλέπεις το αναπόφευκτο και να επισπεύδεις την εμφάνιση του.


Ένας παντρεμένος με παιδιά θα έκανε τα πάντα για το χρήμα.


Δεν έμαθαν τίποτα, δεν ξέχασαν τίποτα.
(για τους Βουρβόνους, τη δυναστεία των Γάλλων βασιλιάδων)


Θέλεις ν’ ανέβεις ψηλά; Κάνε εχθρούς!
(συμβουλή προς τον νεαρό Θιέρσο, μετέπειτα Πρόεδρο της Γαλλίας)


Προπαντός, όχι ζήλο.


Το καθήκον μας ως άνθρωποι είναι να συνεχίζουμε σαν να μην υπήρχαν όρια στις δυνατότητές μας.


Μα, παντού όπου κάθομαι, εκεί είναι η τιμητική θέση.
(προς μια οικοδέσποινα που δεν τον έβαλε να καθίσει στην τιμητική θέση ενός τραπεζιού)


Όποιος δεν έχει ζήσει στα χρόνια γύρω στο 1789, δεν ξέρει τι θα πει ωραία ζωή.
(1789: η χρονιά της Γαλλικής Επανάστασης)


Όταν η κοινωνία είναι ανήμπορη να δημιουργήσει κράτος, τότε το κράτος πρέπει να δημιουργήσει κοινωνία.


Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει λιγότερο αριστοκρατικό αίσθημα από τη δυσπιστία.      

Από την Ιαπωνία με αγάπη. Το βιβλίο του Μαξιλαριού Σέϊ Σόναγγον

Ημερολογιακές μινιατούρες που μας έρχονται από τα βάθη του γιαπωνέζικου έτους 1000. Η κυρία των Τιμών της πριγκίπισσας Σάντακο μας μυεί στην ομορφιά του κόσμου
ΣΕΊ΄ ΣΟΝΑΓΚΟΝ

Το μάτι της βελόνας Στο τέλος της πρώτης χιλιετίας το ιαπωνικό έθνος, έχοντας πλέον αφομοιώσει τις ποικιλότροπες επιρροές που δέχθηκε από την ηπειρωτική Ασία (Κίνα), διέρχεται μια περίοδο εξωτερικής ειρήνης και σταθερότητας ­ η κυριαρχία των σαμουράι απλώνεται σε όλο σχεδόν το αρχιπέλαγος. Βέβαια δεν λείπουν στο εσωτερικό οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των διαφόρων φατριών ενώ σημειώνεται και μια, αποτυχημένη ωστόσο, απόπειρα εισβολής κινέζων πειρατών στο νησί Κιούσου, στον Νότο. Εχει αρχίσει η περίοδος Χεϊάν, που ανάμεσα στα άλλα θα φέρει μια πρωτόγνωρη άνθηση των ιαπωνικών γραμμάτων. Η περίοδος αυτή, που σημαδεύεται από πολλά μεγάλα ονόματα της τέχνης, θα περάσει στην Ιστορία ως η χρυσή εποχή της λογοτεχνίας στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου και προηγείται κατά πολύ της αντίστοιχης δυτικής. Η λογοτεχνία εκείνης της εποχής είναι μια καθαρά αυλική λογοτεχνία. Η εξήγηση απλή: καθώς τέσσερα από τα συνολικά οκτώ υπουργεία ασχολούνται αποκλειστικά με τις υποθέσεις του παλατιού, γίνονται πόλος έλξης για τη χρυσή νεολαία της εποχής, τους γόνους της υψηλής αριστοκρατίας, οι οποίοι διαγκωνίζονται για την εύνοια του καμπάκου, ενός αντιβασιλέα, δηλαδή, που διαχειριζόταν για λογαριασμό του αυτοκράτορα τις κρατικές υποθέσεις (οι αυτοκράτορες συνήθως ήσαν αμούστακα παιδιά που γίνονταν έρμαια στα χέρια μεγαλύτερων συγγενών, οι οποίοι διέθεταν ισχυρότερα ερείσματα στο παλάτι και η δύναμη των οποίων εδραζόταν στις αυλικές ραδιουργίες). Μπορεί η ζωή του παλατιού να υπαγόταν σε μια φαινομενικά πολύ αυστηρή εθιμοτυπία, εξασφάλιζε όμως στις κυρίες των Τιμών και στους άλλους αυλικούς αρκετή ελευθερία.



Τα αριστοκρατικά στρώματα περνούσαν τις ημέρες τους καλλιγραφώντας πνευματώδεις επιστολές, τις οποίες στη συνέχεια, προτού τις παραλάβει ο αγγελιοφόρος, έδεναν σε ένα κλαράκι από τα φυτά του κήπου. Τέτοιου είδους χαριτωμένα λογοπαίγνια απαιτούσαν άριστη γνώση και χειρισμό της ιαπωνικής γλώσσας και στην ουσία αποτελούσαν τον προθάλαμο της σοβαρής λογοτεχνίας.
Το θρησκευτικό πνεύμα που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή ήταν του βουδισμού κυρίως και του ταοϊσμού, δογμάτων που έχαιραν μεγάλης εκτίμησης και είχαν διαδοθεί στην αριστοκρατία της Ιαπωνίας μέσα από τη μελέτη των έργων της κινεζικής γραμματείας. Η συνύπαρξη αυτών των δύο φιλοσοφικών ρευμάτων έδινε στους ανθρώπους της περιόδου Χεϊάν την πεποίθηση για τη μεταβατική και πρόσκαιρη φύση της ζωής και για τη βαθύτερη συγγένεια όλων των όντων, που βρίσκονται σε συνεχή συνδιαλλαγή μέσω της διαδικασίας της μετεμψύχωσης. Αυτή η ρομαντική και αισθαντική διάθεση, ωστόσο, η μπολιασμένη από μια λεπτή μελαγχολία για τη μοίρα του ανθρώπου, δεν ήταν αρκετή για να εξουδετερώσει την εύθυμη, αισιόδοξη και επίμονη ιδιοσυγκρασία ενός λαού που έμαθε να παλεύει με τις αντιξοότητες της φύσης και της ζωής και να βγαίνει νικητής. Ετσι η τέχνη του ευ ζην αποθεωνόταν στους κόλπους της αριστοκρατίας, όχι μόνο με την εξεζητημένη λεπτότητα της ενδυμασίας, των γεύσεων, των ερωτοτροπιών και των ηδονών αλλά και με τις παλατιανές μηχανορραφίες που καταγράφονταν, όπως και όλες σχεδόν οι εκδηλώσεις της αυλής, από τις κυρίες των Τιμών. Τις πληροφορίες τους τις αντλούσαν όχι μόνο από τα κουτσομπολιά με φιλενάδες τους αλλά και από τα κρεβάτια των ισχυρών πατρόνων τους στα οποία ξάπλωναν συστηματικά. Ετσι η λογοτεχνία της περιόδου Χεϊάν είναι μια κατά βάση γυναικεία λογοτεχνία.
Οι γυναίκες συγγραφείς ήσαν ιδιαίτερα εξοικειωμένες όχι μόνο με τον χειρισμό των ιαπωνικών αλλά και των κινεζικών, στα οποία ασκούνταν από μικρή ηλικία, αντιγράφοντας το ύφος των δοκιμιογράφων. Και καθώς οι άντρες συνάδελφοί τους απορροφήθηκαν σιγά σιγά σε μακροσκελείς μεγαλόπνοες ποιητικές συνθέσεις, επηρεασμένες από τον κινεζικό τρόπο, άφησαν ελεύθερο σε αυτές το πεδίο της πεζογραφίας.
Κορυφαία θέση ανάμεσα σε αυτά τα ημερολόγια (νίκι) που συνέγραψαν γυναίκες κατέχει ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας το οποίο μπορεί να θεωρηθεί υπόδειγμα ύφους και λεπτών ψυχολογικών παρατηρήσεων: το «Γκέντζι Μονογκάταρι» («Μυθιστόρημα του Γκέντζι») της κυρίας Μουρασάκι Σικίμπου, κυρίας των Τιμών στην υπηρεσία της πριγκίπισσας Σάντακο. Η Μουρασάκι διεξέρχεται σε αυτό το κείμενο, που χρονολογείται γύρω στο 1009, τις ερωτικές περιπέτειές της με ένα γόη και καρδιοκατακτητή της αυλής, τον πρίγκιπα Γκέντζι. Ο κόσμος που ζωγραφίζει μπορεί να είναι υποκριτικός, ανάλγητος και σκληρός, η περιγραφή του όμως γίνεται με εξαιρετική διακριτικότητα και ελαφράδα. Κοντά στο ύφος, στο ήθος αλλά και στη λογοτεχνική αξία του τοποθετείται και το «Βιβλίο του Μαξιλαριού» της Σέι Σοναγκόν. Σε αυτό το Κρυφό ημερολόγιό της η μαθήτρια της κυρίας Μουρασάκι, που επίσης χρημάτισε κυρία των Τιμών της πριγκίπισσας Σάντακο, περιγράφει τη ζωή των απομακρυσμένων από την πρωτεύουσα κρατικών υπαλλήλων και στην πιο μικρή ακόμη λεπτομέρειά της.
Σε αυτό το «απόλυτο βιβλίο» καταγράφονται κυριολεκτικά τα πάντα: οι εποχές και τα μετεωρολογικά φαινόμενα που τις συνοδεύουν, τα δέντρα, τα φυτά, τα ζώα, τα πουλιά, τα έντομα, τα μουσικά όργανα, τα έπιπλα, τα σπίτια, τα τραγούδια, οι προσευχές, οι τελετές. Αλλά το βάρος δίνεται στους ανθρώπους και στις σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους. Τα λεπτομερή και εξαντλητικά ψυχολογικά πορτρέτα τους συνοδεύονται από μακροσκελείς και σχολαστικές περιγραφές της ενδυμασίας, των συνηθειών, των ιδιοτροπιών και του τρόπου ζωής τους. Στις σελίδες του βιβλίου της μπλέκονται οι ζωές και η μοίρα αυλικών και παρακατιανών, εμπόρων και πολεμιστών, έτσι που ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι έχει μπροστά του όχι τόσο ένα πανόραμα των ανθρώπων της εποχής όσο μια σύνοψη χαρακτήρων και συμπεριφορών που χαρακτηρίζουν το ανθρώπινο γένος στο σύνολό του.
Ηπαρατήρηση της Σέι Σοναγκόν είναι αρκετά κοφτερή, χωρίς ωστόσο να γίνεται πικρόχολη. Δεν είναι όμως λίγες και οι φορές που η κυρία των Τιμών της πριγκίπισσας Σάντακο γίνεται αυτοκριτική αλλά και αποκαλυπτική του χαρακτήρα και των προτιμήσεών της. Μιλά συχνά για τα πράγματα που τη σαγηνεύουν: την ευωδιά του λιβανιού, τη μυρωδιά του πολυκαιρισμένου ρούχου στην παλιά κασέλα, τη μεθυστική οσμή των δαδιών μέσα στον βραδινό αέρα, τη χαρακτηριστική αίσθηση που αφήνουν στα ρουθούνια μετά το πέρασμα των βοδιών τα λουριά που τα ζεύουν στα αμάξια. Εχουμε έτσι μπροστά μας ολοζώντανη τη μορφή της: μιας λυγερής και αισθαντικής κοπέλας του Χοκουσάι ή του Ουταμαρό που χαμογελάει αινιγματικά, μισοχαμένη στους ίσκιους ενός χλοερού πολύχρωμου κήπου, που κρατάει ένα ανθισμένο κλωνάρι μυγδαλιάς και είναι ντυμένη τη χαρακτηριστική ενδυμασία των δεσποινίδων των Τιμών: μακριά ζακέτα με ουρά και φόρεμα σε απαλό πράσινο χρώμα. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η Σέι Σοναγκόν (το πρώτο συνθετικό του ονόματός της προέρχεται από τον κινεζικό χαρακτήρα που εκφράζει την ιδέα της αγνότητας και το δεύτερο είναι αξίωμα της αυλής, σημαίνει ίσως «τρίτος υφυπουργός») επηρεάστηκε από το έργο του κινέζου ποιητή Λι Τσανγκ-Γιν (813-858). Κάποιοι άλλοι πιστεύουν ότι το Κρυφό ημερολόγιο αντανακλά την επίδραση του περίφημου συμπατριώτη του Πο Κιου-γι (772-846), του οποίου στίχους αγαπούσε να παραθέτει η Σέι Σοναγκόν στα γραφτά της. Οποια και να 'ναι η αλήθεια, όμως, το γεγονός παραμένει ένα: έχουμε να κάνουμε με ένα κείμενο άκρως ποιητικό που μυεί τον αναγνώστη στην ομορφιά του κόσμου. Και με τα μικρά και ασήμαντα, ή αυτά που εμείς νομίζαμε για τέτοια, φωτίζει με ένα διαφορετικό φως την αέναη περιπέτεια του ανθρώπου πάνω στη Γη. Φως το οποίο έχει την ίδια διαύγεια με εκείνο που αρκετούς αιώνες αργότερα θα ρίξουν μέσα από τις σελίδες τους τα βιβλία του Λα Μπριγέρ, του Μοντεσκιέ και βεβαίως οι Επιστολές μιας άλλης μεγάλης κυρίας των γραμμάτων, της μαντάμ Ντε Σεβινιέ.
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΦΟΥΤΖΙ ΤΟΜΟ ΚΑΖΟΥ

Από την Ιαπωνία με αγάπη. Μουρασάκι Σικίμπου.

Μουρασάκι Σικίμπου

 Σικίμπου (紫式部)
Η Μουρασάκι Σικίμπου (ιαπ. 紫式部, τέλη του 10ου αιώνα στο Κιότο - αρχές του 11ου αιώνα) ήταν συγγραφέας και κυρία της αυτοκρατορικής αυλής στην Ιαπωνία της εποχής Χεϊάν. Είναι η συγγραφέαςΑπό τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μουρασάκι του Γκέντζι Μονογκατάρι (Ιστορίες του πρίγκηπα Γκέντζι), του πρώτου σημαντικού μυθιστορήματος του απω-ανατολικού κόσμου και αριστουργήματος της κλασικής ιαπωνικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Σήμερα δεν υπάρχει σχεδόν καμία ακριβής πηγή πληφοριών για τη ζωή της Μουρασάκι Σικίμπου και γι' αυτό συχνά μόνο υποθέσεις είναι δυνατές.

Προέλευση του ονόματος
Το πραγματικό όνομά της είναι άγνωστο, όπως και πολλά άλλα στοιχεία από τη ζωή της και για το πώς έλαβε το όνομα Μουρασάκι Σικίμπου (Βιολέττα της τελετουργίας) υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Το βέβαιο είναι πως καταγόταν από ένα λιγότερο σημαντικό και λογοτεχνικά δραστήριο παρακλάδι της τότε πανίσχυρης οικογένειας Φουτζιβάρα. Στην αρχή ζωής της στην αυλή πήρε το όνομα Το νο Σικίμπου (藤の式部) πιθανότατα επειδή ο πατέρας και αργότερα και ο αδερφός της κατείχαν θέσεις στο Γραφείο Τελετουργιών.
Ο χαρακτήρας κάντζι 藤, ο οποίος διαβάζεται στα σινο-ιαπωνικά ως το, στην ανάγνωση κουν μπορεί να σημαίνει φούτζι. Αυτό αποτελεί ένδειξη για την καταγωγή της Σικίμπου από την οικογένεια Φουτζιβάρα (藤原), καθώς το φούτζι εκτός από πρώτη συλλαβή του οικογενειακού ονόματος, σημαίνει μεταφρασμένο και γλυστίνα, το οικόσημο της πατριάς Φουτζιβάρα.
Για την προέλευση του ονόματος Μουρασάκι υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Σύμφωνα με μια, σχετίζεται με ένα γνωστό ποίημα από το Κοκίν-βακασού (Συλλογή παλιών και νέων ποιημάτων) στο οποίο αναφέρθηκε ο αυτοκράτορας Ιτσιτζό (一条天皇, 980–1011) όταν εισήγαγε τη Μουρασάκι στην αυλή. Θα μπορούσε όμως να σχετίζεται και με το χρώμα των ανθών της γλυστίνας (η οποία ονομάζεται και «γαλάζια βροχή» λόγω των γαλάζιων και βιολετί ανθών της), καθώς το Μουρασάκι μεταφράζεται ως βιολετί ή μωβ. Μια άλλη διαδεδομένη θεωρία αποδίδει το όνομα στο πιο γνωστό της έργο, το Γκέντζι Μονογκατάρι, στο οποίο η πρωταγωνίστρια ονομάζεται Μουρασάκι (νο) Ούε (紫上).
Καταγωγή και παιδική ηλικίαΈνα από τα λίγα βάσιμα στοιχεία για τη Μουρασάκι Σικίμπου είναι πως γεννήθηκε στο Χεϊάν-κιό, το σημερινό Κιότο. Ακόμη και το έτος γέννησής της είναι όμως αβέβαιο, σαν υποθέσεις βρίσκει κανείς το 970 (Τενρόκου 天禄 1), το 973 (Τεν'εν 天延 1) ή το αργότερο 978 (Τένγκεν 天元 1). Η Μουρασάκι θα μπορούσε να έχει γεννηθεί τόσο στο σπίτι του πατέρα της, Φουτζιβάρα Ταμετόκι (947 - ;), όσο και σε αυτό του παππού της, καθώς δεν ήταν ασυνήθιστο για μια γυναίκα να επιστρέφει στο σπίτι της οικογένειάς της για τη γέννηση του παιδιού της.
Επίσης άγνωστο είναι αν ο πατέρας της ήταν παντρεμένος με τη μητέρα της, επίσης μέλος των Φουτζιβάρα, καθώς την ίδια εποχή είχε παιδιά με άλλη γυναίκα και η πολυγαμία ήταν διαδεδομένη στα αριστοκρατικά στρώματα της εποχής. Όμως είναι βέβαιο πως η Μουρασάκι είχε δύο αδέρφια, μια μεγαλύτερη αδερφή και το μικρότερο αδερφό Νομπουνόρι (974-1011), κατά τη γέννηση του οποίου η μητέρα τους μάλλον πέθανε.
Φαίνεται να κληρονόμησε τη λογοτεχνική της κλίση από την πλευρά της μητέρας της, αν και από την πλευρά του πατέρα της διαδέχτηκε μια γραμμή δώδεκα προγόνων ιδιαίτερα προικισμένων στη λογοτεχνία και τα γράμματα. Ο προπαππούς της, Φουτζιβάρα Κανεσούκε (877-933), είχε συμπεριληφθεί στο Σαντζούροκασεν (三十六歌仙, Συλλογή έργων 36 ποιητών) και ο πατέρας της ήταν διάσημος για την εξαιρετική του ικανότητα στην κινέζικη γραφή.
Οι λιγοστές πηγές για την παιδική ηλικία της Μουρασάκι προέρχονται από μεμονωμένες αναφορές σε ημερολόγια. Είναι πιθανό να έμενε στο σπίτι του παππού της Ταμενόμπου, μέχρι που αυτός εισήλθε στην τάξη των ιερέων, οπότε και να μετακόμισε στον πατέρα της. Το γεγονός όμως πως κατά την παιδική της ηλικία ο πατέρας της έκανε μαθήματα κινεζικών σπουδών (λογοτεχνία και γραφή) στη Μουρασάκι και τον αδερφό της αποδυναμώνει αυτή την υπόθεση. Εκείνη την εποχή ήταν μάλλον ασυνήθιστο για κορίτσια να λάβουν εκτεταμένη παιδεία. Μια επιφανειακή γνώση λογοτεχνίας και τεχνών θεωρούνταν αρκετή και γι' αυτό το υψηλό επίπεδο παιδείας που έλαβε η Μουρασάκι μέσω των κοινών μαθημάτων με τον αδερφό της ήταν εκτός του κοινωνικού κανόνα.
Ενήλικη ζωή Το 996 ο πατέρας της Μουρασάκι διορίστηκε διοικητής στην επαρχία Ετσιζέν (σημερινός νομός Φουκούι. Έτσι δόθηκε στη Μουρασάκι η τότε σπάνια ευκαιρία να βγει από την πρωτεύουσα, καθώς ως κόρη καλής οικογένειας της ήταν απαγορευμένα τα ταξίδια αναψυχής.
Ενάμιση χρόνο μετά η Μουρασάκι επέστρεψε στο Κιότο και νυμφεύθηκε το 998 ή 999 τον Φουτζιβάρα Νομπουτάκα (藤原宣孝, 952–1001), έναν εξάδελφο τετάρτου βαθμού, ο οποίος είχε ήδη ενήλικα παιδιά την εποχή του γάμου. Το 999 γεννήθηκε η κόρη της Μουρασάκι, Κατάκο, η οποία έγινε αργότερα γνωστή ως Ντάινι (νο) Σάνμι (大弐三位, 999–1077). Σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένες υποθέσεις, η Κατάκο ενδέχεται να ολοκλήρωσε το Γκέντζι Μονογκατάρι μετά το θάνατο της μητέρας της. Το 1001 πέθανε ο σύζυγός της Νομπουτάκα και το φθινόπωρο του ίδιου έτους πιθανώς η Μουρασάκι ξεκίνησε τη συγγραφή του Γκέντζι Μονογκατάρι.
Η ζωή στην αυλή Η Μουρασάκι εισήλθε στην υπηρεσία της αυτοκράτειρας Τζοτόμον'ιν (上東門院, 988-1074, γνωστή και ως Φουτζιβάρα νο Σόσι, κόρη του Μιτσινάγκα) την 29η ημέρα του 12ου μήνα του δεύτερου έτους Κανκό (寛弘二).
Αυτό ήταν φυσικά μεγάλη τιμή, ωστόσο η Μουρασάκι πήγε απρόθυμα στην αυλή και μετά από μικρό διάστημα επέστρεψε στο σπίτι της καθώς η ζωή στην αυλή ήταν διαφορετική από την εικόνα που είχε αποκτήσει από αφηγήσεις. Οι άνθρωποι της αυλής ήταν κριτικά διακείμενοι απέναντί της και ισχυρίζονταν επιπλέον πως ο πατέρας της ήταν αυτός που σκέφτηκε τη δράση του Γκέντζι Μονογκατάρι και πως η Μουρασάκι απλά την κατέγραψε και τη διάνθισε. Παρόλο που οι άλλοι αυλικοί τη μισούσαν, τη μείωναν και την πλήγωναν, παρέμεινε στην αυλή με την παράκληση της αυτοκράτειρας ως κυρία της αυλής στην υπηρεσία της. Ο αυτοκράτορας Ιτσιτζό (一条天皇, 980-1011) επίσης την υποστήριξε και τη θεωρούσε τόσο ευφυή ώστε να δηλώσει πως η Μουρασάκι έχει διαβάσει το Νιχόνγκι, ένα από τα δύο αρχαία έργα της ιαπωνικής ιστορίας, γραμμένο σε κλασσικά κινεζικά. Η ιδιαιτερότητα ήταν πως οι γυναίκες της εποχής δεν μπορούσαν να διαβάσου και να γράψουν κινεζικά αλλά χρησιμοποιούσαν τη λεγόμενη γραφή γυναικών (όνα-ντε).
Υπήρχε και άλλη μια αυλική για την οποία ήταν γνωστό ότι μπορούσε να χειριστεί την κινεζική γραφή, η Σέι Σόναγκον (清少納言, 966; - 1025;), συγγραφέας του Μακούρα νο Σόσι (枕草子, Βιβλίο του μαξιλαριού), η οποία ήταν εξοικειωμένη με την αυλική ζωή, ήταν προκλητική και γεμάτη αυτοπεποίθηση. Η Σέι Σόναγκον διέσυρε το σύζυγο της μικρής ετεροθαλούς αδερφής της Μουρασάκι επειδή αυτός, ως υπάλληλος της αυλής, είχε συντάξει ένα κείμενο με ιδιαίτερη δυσανάγνωστη γραφή. Επίσης κακολογούσε τον αποθανόντα σύζυγο της Φουτζιβάρα Νομπουτάκα. Η Μουρασάκι, η οποία μάλλον υπερτερούσε στην ευχέρειά της στα κινεζικά, είχε σουφρώσει τη μύτη και στο ημερολόγιό της ποτέ δεν αναφέρθηκε ευνοϊκά για αυτή.
Ένας άλλος λόγος για την αμοιβαία αντιπάθεια ήταν πως υπηρετούσαν στην ακολουθία διαφορετικών αυτοκράτειρων. Η πρώτη και έτσι η τυπικά ιεραρχικά ανώτερη σύζυγος του Ιτσιτζό ήταν η αυτοκράτειρα Σαντάκο (ή Τεϊσι, 定子, 977-1000) στις οποίας την ακολουθία ανήκε η Σέι Σόναγκον. Εκείνη την εποχή όμως η εξουσία ήταν στα χέρια των Φουτζιβάρα και κυρίως του Φουτζιβάρα Μιτσινάγκα. Όταν κατάφερε να κάνει την κόρη του αυτοκράτειρα εξασφάλισε ότι αυτή θα ήταν που θα ήταν ιεραρχικά ανώτερη. Αυτό ήταν ένα βαρύ χτύπημα για την αυτοκράτειρα Σαντάκο και την ακολουθία της και έτσι δεν ήταν ευνοϊκά διακείμενοι απέναντι στη νέα αυτοκράτειρα και την ακολουθία της.
Η Μουρασάκι επένδυσε πολύ χρόνο στη συγγραφή του Γκέντζι Μονογκατάρι αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να ανταπεξέλθει και στις υποχρεώσεις της στην αυλή. Έπρεπε να μάθει να παίζει το Κότο, να εξασκείται στην καλλιγραφία και να διασκεδάζει την αυτοκράτειρα. Εισήγαγε την αυτοκράτειρα όχι μόνο στα έργα που συνιστούσαν οι υπουργοί και ο αυτοκράτορας, αλλά κρυφά και συλλογές ποιημάτων, όπου η Μουρασάκι έβλεπε τη δυνατότητα να διαμορφώσει από την αυτοκράτειρα μια γυναίκα με υψηλές ηθικές προσδοκίες, πράγμα το οποίο ενέκρινε ο πατέρας της, Μιτσινάγκα. Το φθινόπωρο του 1008 άρχισε να συγγράφει το Μουρασάκι Σικίμπου νίκι (紫式部日記), το οποίο περιέγραφε τη ζωή στην αυλή και αναφερόταν στη χρονική περίοδο πριν και μετά τη γέννηση του πρίγκηπα του στέμματος Ατσουχίρα (敦成親王, αργότερα γνωστός με το όνομα Γκο-Ιτσιτζό Τενό (後一条天皇, 1008-1036). Στο ημερολόγιό της έγραφε, μέχρι την ολοκλήρωση του έργου, τις σκέψεις της για εκδηλώσεις, γεγονότα και τη γνώμη της για τις άλλες κυρίες της αυλής.
Πιθανόν η Μουρασάκι να έφυγε για κάποιο διάστημα από την αυλή το 1011, καθώς έπρεπε να αντιμετωπίσει το θάνατο του αγαπημένου της αδερφού Νομπουνόρι. Το πότε επέστρεψε στην αυλή και το πως διαμορφώθηκε η ζωή της από τότε έως το θάνατό της δεν έχει αποσαφηνιστεί.
Μετά το θάνατό της
Το έτος θανάτου της Μουρασάκι είναι άγνωστο και εικάζεται πως ήταν το 1014 (Τσόβα 長和 3), το 1016 (Τσόβα 5) ή το 1025 (Μάντζου 万寿 2). Πιθανότερο είναι το 1016, μιας και ο πατέρας της έγινε μέλος σε ένα βουδιστικό μοναστήρι το ίδιο έτος, ίσως λόγω του πένθους του για το θάνατο της Μουρασάκι και του αδερφού της.
Ο τάφος της Μουρασάκι Σικίμπου υποτίθεται πως βρίσκεται νότια του Μπιακουγκό-ιν, ενός μοναστηριού ουρίν-ιν του Κιότο και δυτικά του τάφου του Τακαμούρα νο Όνο (篁小野, αυλικός, ποιητής και λόγιος, 802–853).
Επιρροή Η Μουρασάκι θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα της ιαπωνικής λογοτεχνίας. Σε όλη την Ιαπωνία έχουν τοποθετηθεί αγάλματα προς τιμή της και τα έργα της είναι σημαντικό κομμάτι της ιαπωνικής παιδείας. Το χαρτονόμισμα των 2000 γιέν που εκδόθηκε τον Ιούλιο του 2000 αναπαριστά στην πίσω πλευρά μια σκηνή από το Γκέντζι Μονογκατάρι και κάτω δεξιά τη Μουρασάκι Σικίμπου.
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΦΟΥΤΖΙ ΤΟΜΟ ΚΑΖΟΥ.