Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

15.3.24

Καλώς Όρισες Άνοιξη. Την υποδεχόμαστε με ό,τι καλύτερο, με ποίηση. Αφιερωμένα στην Άλκηστη την ψυχολόγο της Ο.Κ.Ρ.Α. λόγω γενεθλίων.

Η άνοιξη αυτή μας βρήκε όλους απροετοίμαστους
κι ανόρεξους ή αδιάφορους –
απροετοίμαστη κι η άνοιξη, σε κάθε της βήμα κοντοστέκεται
σαστίζει και σωπαίνει κάτω απ’ τα λίγα της δέντρα– δε ρωτάει.
Το φως επιστρέφει
απ’ το περσινό καλοκαίρι κατάκοπο κι αφηρημένο, απόμακρο, παραξενεμένο απ’ την καινούρια του νεότητα…

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
=================

Πάλι με την άνοιξη
φόρεσε χρώματα ανοιχτά
και με περπάτημα αλαφρύ
πάλι με την άνοιξη

πάλι το καλοκαίρι
χαμογελούσε.
Μέσα στους φρέσκους ροδαμούς
στήθος γυμνό ώς τις φλέβες
πέρα απ’ τη νύχτα τη στεγνή

πέρα απ’ τους άσπρους γέροντες
που συζητούσαν σιγανά
τί θα ’τανε καλύτερο
να παραδώσουν τα κλειδιά
ή να τραβήξουν το σκοινί

να κρεμαστούνε στη θηλιά
ν’ αφήσουν άδεια σώματα
κει που οι ψυχές δεν άντεχαν
εκεί που ο νους δεν πρόφταινε
και λύγιζαν τα γόνατα.

Με τους καινούριους ροδαμούς
οι γέροντες αστόχησαν
κι όλα τα παραδώσανε
αγγόνια και δισέγγονα
και τα χωράφια τα βαθιά

και τα βουνά τα πράσινα
και την αγάπη και το βιος
τη σπλάχνιση και τη σκεπή
και ποταμούς και θάλασσα·
και φύγαν σαν αγάλματα

κι άφησαν πίσω τους σιγή
που δεν την έκοψε σπαθί
που δεν την πήρε καλπασμός
μήτε η φωνή των άγουρων·
κι ήρθε η μεγάλη μοναξιά

κι ήρθε η μεγάλη στέρηση
μαζί μ’ αυτή την άνοιξη
και κάθισε κι απλώθηκε
ωσάν την πάχνη της αυγής
και πιάστη απ’ τ’ αψηλά κλαδιά

μέσ’ απ’ τα δέντρα γλίστρησε
και την ψυχή μας τύλιξε.
Μα εκείνη χαμογέλασε
φορώντας χρώματα ανοιχτά
σαν ανθισμένη αμυγδαλιά

μέσα σε φλόγες κίτρινες
και περπατούσε ανάλαφρα
ανοίγοντας παράθυρα
στον ουρανό που χαίρονταν
χωρίς εμάς τους άμοιρους.

Κι είδα το στήθος της γυμνό
τη μέση και το γόνατο
πως βγαίνει από την παιδωμή
να πάει στα επουράνια
ο μάρτυρας ανέγγιχτος

ανέγγιχτος και καθαρός,
έξω απ’ τα ψιθυρίσματα
του λαού τ’ αξεδιάλυτα
στον τσίρκο τον απέραντο
έξω απ’ το μαύρο μορφασμό

τον ιδρωμένο τράχηλο
του δήμιου π’ αγανάχτησε
χτυπώντας ανωφέλευτα.
Έγινε λίμνη η μοναξιά
έγινε λίμνη η στέρηση

ανέγγιχτη κι αχάραχτη.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

================

Καθ’ οδόν
(7 και 30’ πρωινή προς εργασίαν)
συναντώ τον Μάρτιο
ευδιάθετον,
υπαινιγμών πλήρη
περί ανοίξεως και λοιπά.

Αναβάλλω την υπόστασή μου
ανακόπτω τη σύμβασή μου
με το χειμώνα
και διασπείρομαι σε χώμα.
Μια μικρή γη φυσική συντελούμαι,
ξαπλωμένη, απλωμένη
απέναντι στο
καθ’ όλα σύμφωνο
σύμπαν.
Φυτεύομαι άνθη,
ανθίζω συναισθήματα,
και είμαι πολύ καλά
εις άπλετον προορισμόν
και τοποθέτησιν.
«Απαγορεύεται η άνοιξις!»
ξάφνου μια πινακίδα – σύννεφο
απειλεί. Αμέσως
μια βροχή άρχισε κι έλεγε
εις βάρος της ανοίξεως
και εις βάρος μου,
ένας δύσθυμος άνεμος
μου κατάσχει τα άνθη,
μου κατάσχει τα συναισθήματα
και μ’ οδηγεί στο Γραφείο.

Παράβασις, λοιπόν, βαρεία,
και μάλιστα καθ’ οδόν,
από κυρία σχεδόν ώριμη
με οικογενειακές υποχρεώσεις,
και πολυετή θητείαν
εις Δημοσίαν θέση
και χειμώνες.

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ

================
Έρχεται φέτος κουρασμένη
η Άνοιξη
(να) κουβαλάει τόσα χρόνια
τα λουλούδια πάνω της.

Σκοτεινοί άνθρωποι
στις γωνιές την παραμονεύουν
για να την τσακίσουν.

Αυτή όμως
με κρότο
ανάβει ένα-ένα
τα λουλούδια της
στα μάτια τους τα ρίχνει
(για) να τους στραβώσει.

Οι εχθροί της Άνοιξης, Μίλτος Σαχτούρης.

==================
Γεια σου Απρίλη
γεια σου Μάρτη
και πικρή Σαρακοστή

βάζω πλώρη και κατάρτι
και γυρεύω ένα νησί
που δε βρίσκεται στο χάρτη.

Το κρατάνε στον αέρα
τέσσερα χρυσά πουλιά
δε γνωρίζω εκεί πέρα
ούτε κλέφτη ούτε φονιά
ούτε μάνα και πατέρα.

Τα λουλούδια μεγαλώνουν
κάθε νύχτα τρεις οργιές
τις ακρογιαλιές ισκιώνουν
και τα δέντρα στις πλαγιές
σαν καβούρια σκαρφαλώνουν.

Μες στης ερημιάς τ’ αγέρι
όλ’ αγιάζουνε μεμιάς
πιάνεις του Θεού το χέρι
και τα κύματα ακουμπάς
σαν αγριοπεριστέρι.

Γεια σας έχτρες γεια σας μίση
και γινάτι καθενός
άμα βρεις το ερημονήσι
όλα τ’ άλλα είναι καπνός
μια φορά να το ‘χεις ζήσει».

Ερημονήσι – Οδυσσέας Ελύτης (Από τα Ρω του Έρωτα].

=================
«Έρχεται η άνοιξη.

Το παιχνίδι των φίλων ανανεώνεται

Οι εραστές ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλο.

Ένα χάδι γλυκό από το χέρι του αγαπημένου

Κάνει του κοριτσιού το στήθος να γλυκοπονάει.

Η ματιά της που γλιστράει και φεύγει τον κυριεύει.

Μέσα σε νέο φως/ φαντάζει για τους εραστές το τοπίο της άνοιξης…».

« Ποτέ τόσο πολύ δε σε είχα αγαπήσει, καρδιά μου

Όσο τότε που σ’ άφησα κείνο το απογευματινό.

Το δάσος με κατάπιε, το μπλαβί του δάσους, καρδιά μου

Που πάνω του στα δυτικά κρέμονταν κιόλας τα χλωμά αστέρια.

Δε γέλασα και λίγο, κάθε άλλο, καρδιά μου.

Όλα ήταν όμορφα ετούτο το μοναδικό απογεματινό.

Όσο δεν ήταν ποτέ κι ούτε ποτέ θα γίνουν…

ΜΠ. ΜΠΡΕΧΤ, «ΑΝΟΙΞΗ»