1. Ιαπωνική γλώσσα, προέλευση, γραφή
Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, η ιαπωνική γλώσσα ανήκει στον
ανατολικό κλάδο των αλταϊκών γλωσσών . Κατά τους ιστορικούς χρόνους
δέχτηκε την μεγάλη επίδραση της κινεζικής γλώσσας. Υπάρχουν πολλές
διάλεκτοι στη χώρα και μεγάλη διαφορά μεταξύ της καθομιλουμένης και της
γραπτής γλώσσας. Ως εθνική γλώσσα καθιερώθηκε σταδιακά η διάλεκτος το
Τόκυο , από τα μέσα της περιόδου Μεϊτζι μέχρι την αρχή της περιόδου
Σοουα (περίπου 1880 – 1930) . Μεταπολεμικά , δεν υπάρχει επίσημη
προώθηση αλλά η διάλεκτος του Τόκυο θεωρείται ως η καθιερωμένη γλώσσα.
Η γραπτή γλώσσα βασίζεται στα κινεζικά ιδεογράμματα που υπολογίζεται
ότι εισήχθησαν στην Ιαπωνία τον 4ο με 5ο μ.Χ. αιώνα. Στην αρχή όλα τα
κείμενα και επίσημα έγγραφα συντάσσονταν στην κινεζική αλλά βαθμιαία
δημιουργήθηκαν δύο συστήματα συλλαβηταρίων (όχι αλφαβηταρίων) ή
συλλαβογραμμάτων, όπως λέγονται, από 48 σημεία, τα χιραγκανα για
γραμματικές καταλήξεις, επιθήματα, ή πρωτότυπες ιαπωνικές λέξεις και τα
κατακανα για την μεταγραφή ξένων ονομάτων ή την προφορά των κινεζικών
ιδεογραμμάτων, αφού πολλοί δεν μπορούσαν να τα διαβάσουν, λόγω του πολύ
μεγάλου αριθμού των. Επομένως, μια ιαπωνική λέξη, αν είναι πρωτότυπη θα
γραφεί με χιραγκάνα, π.χ. η γνωστή λέξη sayônara (さようなら, αντίο), αν
είναι ξένης προέλευσης λέξη θα γραφεί με κατακάνα. όπως η λέξη girisha
(ギリシャ、Ελλάδα από το Greece) και αν είναι κινεζικής προέλευσης και δεν
χρησιμοποιείται αυτούσιο το καντζι όπως η λέξη nami (波, κύμα) ή το
γνωστό tsunami (津波, παλιρροιακό κύμα) τότε θα γραφεί με το κινέζικο
ιδεόγραμμα ως ρίζα και με χιραγκάνα ως κατάληξη π.χ. wa-ru (割る) διαιρώ,
κόβω, χωρίζω και wa-reru (割れる) κόβομαι, ραγίζομαι.
Το σοβαρότερο πρόβλημα στην εκμάθηση της ιαπωνικής γλώσσας είναι η
γραφή της. Αυτή καθεαυτή η καθομιλουμένη δεν μπορεί να θεωρηθεί πολύ
δύσκολη για έναν ξένο . Το αντίθετο όμως συμβαίνει με την γραφή την
οποίαν τα κινέζικα ιδεογράμματα ή κινέζικοι χαρακτήρες ή κάντζι, όπως
λέγονται και αναφέρονται εν συνεχεία, με τις πολλαπλές συχνά προφορές
των, καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή.
2. Ιδεογράμματα και εξέλιξή τους
Στη σύγχρονη ιαπωνική γλώσσα τα ιδεογράμματα έχουν δύο τρόπους
προφοράς : «ον(-γιoμι» όπου γιoμι = ανάγνωση) για λέξεις ή συνθετικά
λέξεων κινεζικής προέλευσης και «κουν(-γιoμι) για γηγενείς ιαπωνικές
λέξεις. Επειδή είναι δυνατοί τουλάχιστον τέσσερεις τρόποι συνδυασμού της
ανάγνωσης «ον» και «κουν» , η εκμάθηση των κάντζι, τα οποία ανέρχονται
σε πολλές χιλιάδες, είναι πάρα πολύ δύσκολη..
Το 1946 η κυβέρνηση προχώρησε σε μία ριζική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση
καθορίζοντας τον αριθμό των ιδεογραμμάτων κοινής χρήσης (jôyô kanji
όπως λέγονται) για εκδόσεις και εκπαίδευση σε 1850 που τελικά αυξήθηκαν
σε 1945, από τα οποία 881 διδάσκονται στα σχολεία στοιχειώδους
εκπαίδευσης. ΄Εκτοτε ακολούθησαν και άλλες μεταρρυθμίσεις φτάνοντας στον
σημερινό αριθμό των 2229 ιδεογραμμάτων κοινής χρήσης. Εκτός από αυτά
έχει εγκριθεί και μια λίστα από 284 ιδεογράμματα που χρησιμοποιούνται σε
ονόματα προσώπων. ΄Ομως, στην πραγματικότητα ανέρχονται σε μερικές
χιλιάδες, υπολογίζονται γύρω στις 5.000 τα συνηθισμένα καντζι ενώ το
λεξικό New Japanese – English Character Dictionary του 1990, από τη
γνωστή εταιρία KENKYUSHA, καταχωρεί περί τους 4.400 χαρακτήρες . Τα
καντζι σε ορισμένους επιστημονικούς κλάδους υπολογίζονται πολύ
περισσότερα.
3. Χαρακτηριστικά της ιαπωνικής γλώσσας και διαφορές (ή δυσκολίες σε σύγκριση) με την ελληνική
Μιλώντας για την ιαπωνική γλώσσα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται
για τη γλώσσα ενός λαού με μακραίωνη ιστορία, με ταξικές διαφορές στην
ιστορική του διαδρομή, με διαφορετική κουλτούρα και νοοτροπία σε
σύγκριση με τις λατινογενείς ή άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Εφόσον μιλάμε
για επίδραση της ελληνικής γλώσσας ας μη ξεχνάμε ότι για να ενταχθεί μια
ελληνική λέξη στην ιαπωνική γλώσσα θα πρέπει να καλύπτει ένα κενό π.χ.
στην φιλολογία, φιλοσοφία, επιστήμες κλπ. Η επιστήμη είναι εκείνη που
καταφεύγει συχνότερα στο ελληνικό λεξιλόγιο. Όμως , δεν υπάρχει η κοινή
πολιτιστική παράδοση, όπως συμβαίνει με τις λατινογενείς ή άλλες
ευρωπαϊκές γλώσσες όπου η ελληνική έχει εισχωρήσει καλύπτοντας χιλιάδες
κενά.
΄Όπως αναφέρεται στο εξαίρετο έργο του Αριστείδη Κωνσταντινίδη «Η
οικουμενική διάσταση της ελληνικής γλώσσας» (2) σύμφωνα με το γνωστό
αμερικανικό λεξικό Merriam- Webster (Third International Edition, 1986)
σε σύνολο 166,724 λέξεων καταχωρούνται 50.747 αμιγείς και σύνθετες
ελληνικές λέξεις δηλαδή 30,43%. Ακόμη και το βιβλίο «Οι ελληνικές ρίζες
στη γαλλική γλώσσα» των Jean Bouffartigue – Anne Marie Delrieu περιέχει
μερικές χιλιάδες δάνειες λέξεις, καθώς και μεγάλο αριθμό προσφυμάτων
(προθημάτων και επιθημάτων) (3). Επιπλέον, στην ιαπωνική δεν υπάρχει η
κοινή χριστιανική αγωγή που έχουμε με αυτές τις γλώσσες. Επομένως λέξεις
θρησκευτικής προέλευσης όπως παράδεισος, αμαρτία, λιτανεία, έχουν
διαφορετική έννοια από ό,τι στη γλώσσα μας.
Προχωρώντας στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ιαπωνικής, δεν μπορώ να
μην αναφέρω τον έντονο προβληματισμό κατά τη σύνταξη του λεξικού μου (4)
για το πώς θα έπρεπε να αποδοθεί μία ελληνική λέξη, πλούσια σε βάθος
και ένταση, στην ιαπωνική, ιδίως όταν επρόκειτο για ηθικές αξίες,
στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς και άλλες λέξεις που εκφράζουν
συναισθήματα ή καταστάσεις σε υπερβολικό βαθμό π.χ. φιλότιμο, γλέντι,
φασαρία κλπ. Αυτές οι λέξεις έπρεπε να συρρικνωθούν, να μειωθεί η ένταση
για να αποδοθούν στην ιαπωνική με σχετική προσέγγιση στο βάθος και το
συναίσθημα της ελληνικής..
Μία από τις βασικές διαφορές μεταξύ των δύο γλωσσών είναι οι λέξεις ή
φράσεις της ιαπωνικής γλώσσας που χρησιμοποιεί κάποιος όταν απευθύνεται
σε κάποιον άλλον. Βέβαια, δεν υπάρχουν σήμερα ταξικές διαφορές στη
χώρα, υπάρχει όμως η τάση για αναγνώριση ανώτερου/κατώτερου στη
συνομιλία όπου ανώτερος είναι φερ’ ειπείν ο μεγαλύτερος, ο καθηγητής, ο
διευθυντής και γενικά ο συνομιλητής γιατί ο Ιάπωνας έχει την νοοτροπία
να μειώνει τον εαυτό του προκειμένου να εξυψώσει τον συνομιλητή του.
΄Ετσι, όταν απευθύνεται σε κάποιο «ανώτερο» θα χρησιμοποιήσει όχι μόνο
την λεγόμενη «γλώσσα της ταπεινοφροσύνης (kenjôgo)” ή του σεβασμού
(sonkeigo)αλλά κα τα τόσο δύσκολα «τιμητικά μόρια», που προστίθενται σε
πρόσωπα ή ακόμα και αντικείμενα τα οποία σχετίζονται με τον συνομιλητή.
΄Ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα είναι το ότι οι ιαπωνικές λέξεις δεν έχουν
τον τονισμό που έχουν οι ελληνικές, οι συλλαβές είναι κατά κανόνα
ισότονες.
Λέγεται ότι η ελληνική γλώσσα στηρίζεται σε σημαντικό βαθμό στα
ουσιαστικά ενώ η ιαπωνική στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ρήματα.
Υπάρχουν ρήματα στην ιαπωνική γλώσσα, αμετάβατα ή στην παθητική φωνή, τα
οποία δεν έχουν αντίστοιχη απόδοση στα ελληνικά. Μεγάλο πρόβλημα είναι
οι ημερομηνίες και το μέτρημα μηνών αλλά και τα απόλυτα αριθμητικά,
ανάλογα με το αντικείμενο στο οποίο αναφέρονται, όπου αλλιώς θα πούμε
ένα ποτήρι, ένα ψάρι, ένα βιβλίο, ένα ζευγάρι, μία ώρα, μία φορά κλπ.
Ακόμη και το ιαπωνικό ημερολόγιο διαφέρει, συνδεόμενο στην εποχή μας με
τον Αυτοκράτορα της Ιαπωνίας (από το 1912 και μετέπειτα).
4. Η εισαγωγή της ελληνικής γλώσσας στην ιαπωνική
Εκ των προτέρων θα πρέπει να σημειωθεί πως οι δάνειες λέξεις
ελληνικής προέλευσης στην Ιαπωνική είναι ολίγες συγκριτικά με τον
αντίστοιχο αριθμό τους στις ευρωπαϊκές γλώσσες. Παρ’ όλα αυτά, είναι
αισθητή η παρουσία της γλώσσας μας στην Ιαπωνική για όσους την
αναζητήσουν.
Φαίνεται ότι η εμφάνιση των ελληνικών λέξεων έγινε σε δύο φάσεις.
Γνωρίζουμε ότι στην Ευρώπη κατά την ιστορική περίοδο της Αναγέννησης
κατέστη αναγκαία η προσφυγή στην ελληνική γλώσσα για την ανάπτυξη των
κοινωνικών θεσμών, της επιστήμης, του ανθρωπίνου πνεύματος εν γένει. Για
την Ιαπωνία η φάση αυτή ήλθε πολύ αργότερα, με την περίοδο Μεϊτζι (1868
– 1912). Το σημαντικότερο ιστορικό γεγονός πριν από μια τέτοια εμφάνιση
είναι το δραστικό μέτρο του αποκλεισμού της χώρας από τον έξω κόσμο .
Οι πρώτοι Ευρωπαίοι είχαν ήδη φτάσει στις ακτές της Ιαπωνίας κατά τον
16ον αιώνα. Πορτογάλοι έμποροι είχαν αποβιβαστεί σε ένα μικρό νησί ,
κοντά στο Ναγκασάκι στα νοτιοδυτικά της Ιαπωνίας , το 1543, φέρνοντας
στη χώρα τα πρώτα πυροβόλα όπλα, όπως συχνά αναφέρεται, αλλά και πολλά
πολιτιστικά στοιχεία. Λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησαν οι Ισπανοί,
αμέσως μετά οι ιησουίτες ιεραπόστολοι καθώς και ομάδες Ολλανδών και
Βρετανών εμπόρων που εγκαταστάθηκαν και αυτοί στο ιαπωνικό έδαφος.
Σύμφωνα με το βιβλίο «Ιαπωνική Λογοτεχνία» του Donald Keene (5) , «για
εκατό σχεδόν χρόνια, οι Ιάπωνες ανέπτυξαν εμπορικές και άλλες σχέσεις με
τους Ευρωπαίους. Προσωπικότητες της στρατιωτικής αριστοκρατίας
προσηλυτίστηκαν στον χριστιανισμό και μερικοί Ιάπωνες αξιωματούχοι
ταξίδεψαν με αποστολές στην Ευρώπη και Αμερική για θρησκευτικούς κυρίως
λόγους. Στην περίοδο της ακμής της δράσης τους στην Ιαπωνία, δηλαδή στα
τέλη του 16ου αιώνα, οι καθολικοί ιεραπόστολοι τύπωσαν έναν αριθμό
βιβλίων τόσο για να διδάσκουν τη θρησκεία στους νεοφώτιστους όσο και για
να έχουν οι ίδιοι εγχειρίδια της ιαπωνικής γλώσσας. Το μόνο σημαντικό
ευρωπαϊκό φιλολογικό έργο μη θρησκευτικού χαρακτήρα που μεταφράστηκε
τότε στην ιαπωνική ήταν οι Μύθοι του Αισώπου παρ’ όλον ότι μερικοί
μελετητές πιστεύουν ότι οι ξένοι είχαν διαδώσει σε γνωστούς τους Ιάπωνες
, τουλάχιστον σε γενικές γραμμές, την ιστορία της Οδύσσειας. Στηρίζουν
αυτήν την άποψή τους στην ιστορία ενός ήρωα , που λέγεται Γιουριουακα η
οποία έχει εντυπωσιακές ομοιότητες με την Οδύσσεια». (6)
Η συρροή των Ευρωπαίων είχε μια βαθιά επίδραση στην Ιαπωνία. Οι
ιεραπόστολοι ίδρυσαν πολυάριθμα μοναστήρια ιδίως στην νότια Ιαπωνία.
‘Όμως από τα τέλη του 16ου αιώνα το σογκουνάτο (στρατιωτική κυβέρνηση)
άρχισε να παίρνει όλο και πιο καταπιεστικά μέτρα κατά του χριστιανισμού
και, τελικά, θεωρώντας τον ως θρυαλλίδα που θα μπορούσε να ανατρέψει το
κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς , το 1639 απαγόρευσεε στους Ισπανούς και
τους Πορτογάλους να επισκέπτονται τη χώρα .
Μετά την εκδίωξη αυτών των εμπόρων, το λιμάνι έμεινε ανοιχτό μόνο για
τους Ολλανδούς και Κινέζους εμπόρους. Επί δυόμισυ αιώνες αυτή η μικρή
αποικία εμπόρων και επιστημόνων ήταν το μόνο σημείο επαφής μεταξύ της
Ιαπωνίας και του έξω κόσμου. Μέσα από αυτή την μικρή είσοδο οι Ιάπωνες
μελετητές κατόρθωσαν να αποκτήσουν βασικές γνώσεις για την δυτική
ιατρική και άλλες επιστήμες κατά την διάρκεια αυτής της μακράς περιόδου
απομόνωσης της χώρας. Επομένως πρέπει να συμπεράνουμε ότι η πρώτη
εμφάνιση της ελληνικής γλώσσας σημειώθηκε περίπου στα τέλη του 16ου
αιώνα και συνεχίστηκε με το άνοιγμα της χώρας κατά την περίοδο Μεϊτζι
οπότε πολλοί Ιάπωνες στάλθηκαν στη Δύση για να σπουδάσουν ενώ Αμερικανοί
και Ευρωπαίοι τεχνικοί και επιστήμονες προσκλήθηκαν στην Ιαπωνία
θέτοντας τις βάσεις για τον εκσυγχρονισμό της χώρας.
Για την εμφάνιση των ελληνικών λέξεων στην ιαπωνική ο κ. Toshio
Kuwako , καθηγητής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Τόκυο, σε διάλεξή του
στο πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Συμπόσιο που οργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο
και την Πρεσβεία της Ιαπωνίας με την ευκαιρία της εκατονταετίας
διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, το 1999, αναφέρθηκε στην
δυσκολία για την κατανόηση ενός διαφορετικού πνευματικού πολιτισμού αφού
υπάρχει διαφορετική αντίληψη για βασικές έννοιες όπως η λέξη ψυχή. Κατά
τον Ιάπωνα καθηγητή : «Οι Ιάπωνες ήλθαν σε επαφή με την αριστοτελική
φιλοσοφία όταν ήλθαν για πρώτη φορά σε επαφή με τον δυτικό πνευματικό
πολιτισμό μέσω των χριστιανών ιεραποστόλων οι οποίοι για να
προσηλυτίσουν έναν πνευματικώς ανεπτυγμένο λαό, αποσπώντας τον από τον
βουδισμό, τον κομφουκιανισμό και τον σιντοϊσμό, χρησιμοποίησαν ως όπλο
και την αριστοτελική φιλοσοφία, ειδικότερα το δόγμα της περί ψυχής».
Στο ίδιο Συμπόσιο, ο Δρ. Kiyoshi Tanaka, καθηγητής στο Τμήμα Τροφίμων
και Διατροφής του Πανεπιστημίου Θηλέων του Κυότο , σε διάλεξή του με
θέμα την ιστορία της ιαπωνικής ιατρικής ανέφερε ότι η Ιαπωνία γνώρισε
την ευρωπαϊκή και μέσω αυτής την αρχαία ελληνική ιατρική για πρώτη φορά
τον 16ον αιώνα με την άφιξη των πρώτων Ευρωπαίων (Πορτογάλων, Ισπανών,
Ολλανδών) οι οποίοι χρησιμοποίησαν για την διάδοση του χριστιανισμού και
την προοδευμένη ιατρική των. Την υιοθέτησε όμως μέχρι την κατάργηση του
φεουδαρχικού καθεστώτος (1868) οπότε ακολούθησε την γερμανική ιατρική
παράδοση, την οποίαν αντικατέστησε μετά τον Β΄. παγκόσμιο πόλεμο με την
αμερικανική. Όμως δεν είναι γνωστό ότι αυτή η ολλανδική, γερμανική και
αμερικανική ιατρική είναι κατά βάση ελληνική. Οι Ιάπωνες ιατροί αγνοούν
επίσης ότι πλέον των 90% των ιατρικών όρων είναι ελληνικής προέλευσης
και ότι η σημερινή ηθική ιατρική δεοντολογία καθιερώθηκε πριν από 2.400
χρόνια από τον Ιπποκράτη. Αυτά έλεγε ο Δρ. Kiyoshi Tanaka το 1999.
Στην Ιαπωνία οι σπουδές της αρχαίας ελληνικής γλώσσας είναι αρκετά
ανεπτυγμένες .Κατά τον πρώην Πρεσβευτή της Ιαπωνίας στην Ελλάδα κ.
Toshio Saiki, οι Ιάπωνες γνωρίζουν αρκετά περί της αρχαίας Ελλάδας
δεδομένου ότι η ιστορία της αποτελεί ένα αξιόλογο μάθημα. Αυτή όμως
διδάσκεται μέχρι του Μεγάλου Αλεξάνδρου ενώ απλά θίγεται η ελληνιστική
περίοδος και η βυζαντινή ιστορία δεν αναφέρεται καθόλου. Ελάχιστοι
γνωρίζουν ότι η γλώσσα του Βυζαντίου ήταν ελληνική και ο πολιτισμός του
ελληνικός.
Ωστόσο θα πρέπει να αναφερθεί ότι Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς έχουν
εκδοθεί σε μεγάλη έκταση π.χ. μέχρι το 1999 υπήρχαν τρείς μεταφράσεις
του αριστοτελικού έργου το 1937, 1961, 1989 και προετοιμαζόταν η 4η το
1999. ΄Εχει εκδοθεί ακόμη ένα «Ελληνο-Ιαπωνικό Λεξικό», το οποίο
βασίζεται στην αρχαία ελληνική γλώσσα, από τον εκδοτικό οίκο Daigaku
Shorin το 1989 από τον καθηγητή Harazuke Furukawa και πριν από αυτό, ένα
άλλο λεξικό, το 1967, με τον τίτλο στα λατινικά «Lexicon Graeko –
Japonicum» για το καθολικό πανεπιστήμιο Νανζαν στη πόλη Ναγκόγια που
ιδρύθηκε το 1949 και έχει Κέντρο Ιαπωνικών Σπουδών για ξένους. Σε σχέση
με τις σπουδές της αρχαίας ελληνικής γλώσσας αξίζει να σημειωθεί ότι στο
Πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης ο Καθ. Yoshitake Sumio έχει δημοσιεύσει σε
περιοδικό στα αγγλικά έρευνά του με θέμα «καλός θάνατος» πάνω στην
ελληνική λογοτεχνία. ενώ στο προαναφερθέν Συμπόσιο ο καθηγητής Toshio
Katsumata μίλησε για την «Προϊστορική ελληνική αρχιτεκτονική στην
Ιαπωνία» και ο καθηγητής Shigenari Kawashima μίλησε για την «Ζωή και
θάνατο στην Ιλιάδα και στην Ιστορία των Χεϊκε».
Σήμερα σε αρκετά πανεπιστήμια της Ιαπωνίας διδάσκονται, σε πτυχιακό
και μεταπτυχιακό επίπεδο, μαθήματα αρχαίας ελληνικής γλώσσας και
πολιτισμού ή ακόμη αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και ιστορίας, ενώ σε
μερικά και νέα ελληνικά. Μεταξύ άλλων ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων
σημειώνουμε τα εξής :
- Πανεπιστήμιο του Τόκιο (Τμήμα ελληνικών και λατινικών σπουδών) : αρχαία ελληνικά
- Πανεπιστήμιο του Κιότο (μεταπτυχιακό): νέα ελληνικά
- Πανεπιστήμιο Οσάκα Γκάκουιν : αρχαία ελληνικά
- Πανεπιστήμιο Σένσου : αρχαία ελληνικά
- Πανεπιστήμιο Ξένων Γλωσσών Ναγκασάκι : αρχαία ελληνικά
- Πανεπιστήμιο Ντοσίσα (Doshisha) στο Κιότο : αρχαία ελληνικά στην
Σχολή Θεολογίας και στα Τμήματα Φιλοσοφίας και Πολιτισμικής Ιστορίας
- Πανεπιστήμιο Χοκκάϊντο (Hokkaido) : αρχαία ελληνική φιλοσοφία, καθώς και κλασσική φιλολογία στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών
- Πανεπιστήμιο Χιροσίμα : αρχαία ελληνικά
Επίσης, (αρχαία) ελληνικά διδάσκονται διαδικτυακά στα πλαίσια
κλασικών σπουδών σε διάφορα πανεπιστήμια τη Ιαπωνίας, όπως, μεταξύ
άλλων, στο Καθολικό Πανεπιστήμιο Νανζάν στη Ναγκόγια.
Στο Ιαπωνο – ελληνικό μέρος του λεξικού μου, το οποίο στις 1456
σελίδες του περιλαμβάνει και πάνω από 40.000 λήμματα, εκτός από τα
παράγωγα, όπου σημειώνονται με αστερίσκο οι ελληνικής προέλευσης λέξεις,
περιέχονται μερικές εκατοντάδες τέτοιες λέξεις. Τα λήμματα αυτά
αναφέρονται σε θέματα και προβλήματα γενικού ενδιαφέροντος όπως
εκφράζονται στον τύπο και σε καθημερινές συζητήσεις. Υπάρχουν βέβαια
πολύ περισσότεροι όροι στην επιστήμη , ιδίως στην ιατρική, όπως
προανέφερα.
Παρακάτω παρατίθενται ενδεικτικά μερικές μόνο παρόμοιες λέξεις
καθημερινής χρήσεως ή επιστημονικοί όροι για να σχηματίσει ο αναγνώστης
μία ιδέα για το πώς προσαρμόζονται αυτές οι λέξεις στην ιαπωνική γλώσσα
με την ιαπωνική προφορά. Να σημειωθεί εδώ ότι στην ιαπωνική γλώσσα δεν
υπάρχει ο φθόγγος «λ» , ο οποίος αντικαθίσταται από τον φθόγγο «ρ» (που
δεν είναι ακριβώς το δικό μας «ρ»).
Η δεύτερη φάση της παρουσίας της ελληνικής γλώσσας στην ιαπωνική,
κατά τη γνώμη μου, άρχισε το 1945 με τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας μετά
τον Β΄. παγκόσμιο πόλεμο και την επακολουθήσασα εξαετή αμερικανική
κατοχή που έληξε τον Απρίλιο του 1952 με την υπογραφή της Συνθήκης
Ειρήνης, μία περίοδος εξίσου επαναστατική όσο η περίοδος Μειτζι.
Η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε, διεθνή γεγονότα όπως οι
Ολυμπιακοί του Τόκυο το 1964, η Διεθνής ΄Εκθεση της Οσάκα το 1970, η
επικράτηση της Αγγλικής γλώσσας στις διεθνείς συναλλαγές, η
παγκοσμιοποίηση, γεγονότα που επηρέασαν την νοοτροπία και τον τρόπο ζωής
των Ιαπώνων, έφεραν μαζί τους, μέσω της αγγλικής γλώσσας και λέξεις
ελληνικής προέλευσης όχι μόνον ως επιστημονικούς όρους αλλά και ως
λέξεις καθημερινής χρήσεως.
Στην εποχή μας υπάρχει ενδιαφέρον για την νεοελληνική γλώσσα, έχουν
εκδοθεί μερικά βοηθήματα για την εκμάθησή της και , εξ όσων γνωρίζω, το
Ιαπωνο – ελληνικό λεξικό της κας Masako Kido του 2006 από την εταιρία
Yurindo. Υπάρχει ακόμη το “Ελληνικό λεξικό της Καινής Διαθήκης
(Shin-yaku girishago jiten) του καθηγητή Tadashi Iwakuma με εξηγήσεις
ελληνικών λέξεων της Καινής Διαθήκης στην ιαπωνική γλώσσα που εξέδωσε το
1972 ο εκδοτικός οίκος Yamamoto Shoten” και το «Μικρόν Ελληνο-ιαπωνικόν
Λεξικόν της Καινής Διαθήκης (Ο τίτλος και στις δύο γλώσσες) του Akira
Oda, καθηγητή της Κοινής Ελληνικής των χριστιανικών χρόνων στο Σεμινάριο
της Βίβλου στην Οσάκα (Εκδόσεις Σεμινάριον της Βίβλου, 1964), το οποίο
εξέδωσε ως βοήθημα για τους φοιτητές του. Στο έργο αυτό, εκτός των άλλων
(πινάκων, χαρτών κλπ) περιλαμβάνεται και παράρτημα με μελέτη για την
εξέλιξη της προφοράς της ελληνικής γλώσσας από του; χρόνους του Ομήρου
(7). Επίσης; ενδιαφέρουσες εκδόσεις είναι η «Εισαγωγή στα Νέα Ελληνικά»
της Chizuko Fukuda του εκδοτικού οίκου Daigaku Shorin, , ένα βιβλίο του
Araki Hideyo με τίτλο «Γεια σας» το οποίο περιλαμβάνει «2.000 βασικές
ελληνικές λέξεις» και συνοδεύεται από μια κασέτα της εταιρίας Goken και
ένα άλλο του ιδίου με τίτλο «εξπρές, σύγχρονη ελληνική γλώσσα»..
Πηγή: http://grjpn-association.gr
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ FUZI TOMO KAZU