Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

28.12.18

ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΟΡΟΜΗΛΑ πηγή LIFO Γιάννης Πανταζόπουλος.


Μαριάννα Κορομηλά: «Είμαστε το πιο ανιστόρητο έθνος του κόσμου»

Η γνωστή ιστορικός που συστήνεται ως «Αρβανίτισσα εξ Αθήνας» σχολιάζει το θερμό κλίμα των ημερών και όλα τα φλέγοντα ζητήματα της επικαιρότητα.

Στο ενεργητικό της μετρά πάνω από δύο χιλιάδες εκπομπές ιστορικού ενδιαφέροντος, δεκάδες ταξίδια στη Μέση Ανατολή, στην Τουρκία, στη Μαύρη Θάλασσα και στα Βαλκάνια, συνεργασίες με ελληνικές και ξένες εκδόσεις, τηλεοπτικές παραγωγές, ένα βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το βιβλίο της «Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα» καθώς και τη συμμετοχή της στη δημιουργία και ανάπτυξη της Πολιτιστικής Εταιρείας «Πανόραμα».
Εκεί διοχετεύει από το 1985 τη δραστηριότητά της, οργανώνοντας εκατοντάδες εκπαιδευτικά σεμινάρια, κύκλους διαλέξεων, ταξίδια, εκθέσεις, παιδικά προγράμματα και άλλες εκδηλώσεις γύρω από θέματα Ιστορίας, πολιτισμού και περιβάλλοντος.
Το μπαλκόνι του σπιτιού της διαθέτει το ισχυρό ατού της θέας προς τον Παρθενώνα, ενώ είναι γεμάτο περιποιημένα καταπράσινα φυτά. Εκείνο το χειμωνιάτικο πρωινό που συναντηθήκαμε μου είπε ότι «ζούμε ανάμεσα σε χιλιάδες παρεξηγήσεις».
Όση ώρα κοιτάμε από το μπαλκόνι τα γειτονικά διαμερίσματα, η ίδια μιλάει για τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας και επισημαίνει ότι «αν παρατηρήσεις τα μπαλκόνια, θα αντικρίσεις μια μικρογραφία της Ελλάδας. Εκατοντάδες παρανομίες, πολεοδομικές παραβάσεις και όλη η σαβούρα μας τοποθετημένη μόνο στα πίσω μπαλκόνια. Στις αθέατες πλευρές. Αντιθέτως, το νέο, πολυτελές αυτοκίνητο πάντοτε το παρκάρουμε μπροστά».

Συνειδητά, όπως λέει, απέχει και ασχολείται μόνο με το «Πανόραμα». «Προτιμώ να μη βγαίνω, με προσβάλλει πάρα πολύ η εικόνα της σημερινής Αθήνας, τα σκουπίδια στον δρόμο, η αγένεια, η φρικτή αναίδεια και η χυδαιότητα. Ακόμα και η διαδρομή ανάμεσα στην Καισαριανή και το γκρίζο Παγκράτι αποτελεί για μένα έναν ψυχικό κόπο» αναφέρει λίγο πριν ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας.

Είναι μια χειμαρρώδης και ασυγκράτητη προσωπικότητα με πολυσύνθετο τρόπο σκέψης. Χωρίς να διστάζει, συστήνεται ως μια «Αρβανίτισσα εξ Αθήνας». Με ένα ιδιαίτερα έξυπνο χιούμορ συνδυάζει την απλότητα με τη λιτή καθημερινότητα. Υπενθυμίζει διαρκώς ότι έζησε σε μια εποχή κατά την οποία κυριαρχούσε η λαχτάρα, η επιθυμία και η όρεξη για αλλαγή.

«Υπήρχε φλόγα επαναστατικού θυμού, ήταν η εποχή της δράσης. Σήμερα, δυστυχώς, ζω μέσα σε μια απέραντη θλίψη. Το χάσμα ανάμεσα στα "θέλω" και την πραγματικότητα έχει διευρυνθεί σημαντικά» αφηγείται.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης καπνίζει «Καρέλια», παντού γύρω μας υπάρχουν βιβλία, αποκόμματα εφημερίδων και δώρα από ταξίδια. Σχολιάζει την επικαιρότητα, επιστρέφει στο παρελθόν, σχολιάζει την παθογένεια, εξηγεί γιατί χρωστάμε πολλά στους Αλβανούς, απαντά τι είναι αυτό που της λείπει αλλά και ποιο είναι γι' αυτήν το βασικότερο μάθημα ζωής.
Γιατί ζείτε μέσα σε μια απέραντη θλίψη;
Αν ανατρέξουμε στις σελίδες της Ιστορίας, γνωρίζουμε ότι κάθε γενιά περνά μια περίοδο ανοδικής πορείας με κίνητρο τα ισχυρά όπλα της αισιοδοξίας, του αγώνα, της θέλησης. Αλλά και μια περίοδος πίκρας, απογοήτευσης, ταπείνωσης και πτώσης.

Είναι η στιγμή που ανακαλύπτεις, περίπου μετά την ηλικία των σαράντα ή πενήντα ετών, ότι όλα αυτά για τα οποία αγωνίστηκες όχι μόνο δεν έγιναν αλλά χειροτέρεψαν και ανατράπηκαν. Κάθε γενιά, λοιπόν, θεωρώ ότι ζει μια κοινωνική και ηθική καταστροφή.

Ως ιστορικός, έχω το προνόμιο να ζω μέσα από τις ζωές των άλλων, είτε σύγχρονων είτε παλαιότερων περιόδων. Σκέφτομαι, μελετώ και συγκρίνω. Με θλίβει απεριόριστα, λοιπόν, το ότι η περίοδος αυτή τιτλοφορείται ως εξής: «η ευτέλεια των πάντων».

— Αναφέρεστε στις μεγάλες ιδέες που παρέμειναν μόνο συνθήματα;
Όχι, δεν το πιστεύω. Ήταν, πράγματι, μεγάλες ιδέες. Η διεκδίκηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ιδέα, όχι σύνθημα. Προφανώς, τα συνθήματα ήταν εκείνα που αντικατέστησαν τις ιδέες. Λόγου χάρη, «ο αγώνας τώρα δικαιώνεται», «έξω οι βάσεις του θανάτου» είναι συνθήματα.

Είναι ξεκάθαρο ότι η εποχή των δικαιωμάτων ολοκληρώθηκε. Και η σημερινή γενιά πρέπει να το καταλάβει. Εμείς προλάβαμε να ζήσουμε σε μια περίοδο που παλεύαμε, αγωνιζόμασταν και κάποιες φορές πετυχαίναμε.

— Σήμερα τι είναι αυτό που έχει χαθεί σε σχέση με το παρελθόν;
Πάρα πολλά. Προσωπικά, με θλίβει μόνιμα, αν και είμαι φύσει αισιόδοξη, αυτή η πρωτοφανής περιβαλλοντική καταστροφή του πλανήτη. Τα τελευταία πενήντα χρόνια, κατά τα οποία μεγαλούργησε η δική μου γενιά, είναι ορατά σε όλους τα σημάδια της αποτυχίας της. Οικολογική καταστροφή, πλήρης εξευτελισμός της ελληνικής πραγματικότητας, απόλυτη κατάντια, αδιανόητη ανοικοδόμηση και οι φοβερές πολυτελείς κατοικίες των εφοριακών, των δικαστικών, γενικά των υπαλλήλων.
Το Πήλιο, που το γνωρίζω αρκετά, έχει γεμίσει με σπίτια που έχουν πισίνα, κάτι εντελώς απαγορευτικό για την περιοχή. Αλλά αυτό είναι αποτέλεσμα του «ιατρικού κατεστημένου της πισίνας», το οποίο ζήτημα είναι αν επισκέπτεται αυτά τα εξοχικά πάνω από δέκα μέρες τον χρόνο συνολικά.

Όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της γενιάς μου, αυτής της ομάδας ανθρώπων που τα «φάγαμε όλοι μαζί». Φέρουμε τεράστια ευθύνη. Και, φυσικά, ούτε εγώ την αποποιούμαι. Λένε πολλοί: «Μα, δεν έκλεψα». Ναι, φυσικά. Αλλά έβλεπες, παρατηρούσες. Και δεν μίλησες. Δεν έπραξες τίποτα. Αδιαφόρησες. Κυρίως, δεν φρόντισες ποτέ να πείσεις τον γείτονά σου να μην πετά, έστω, τα σκουπίδια έξω από τον κάδο.

— Πώς μια γενιά οδηγήθηκε από τα ιδεώδη στον νεοπλουτισμό;
Αν το δούμε δαρβινικά, ίσως οφείλεται στην εξέλιξη των ειδών (γέλια). Πιθανολογώ ότι αυτά τα ιδεώδη ίσως δεν ήταν αρκετά, πειστικά, αληθινά, δεν είχαν βάθος, εύρος και τρόπο να ειπωθούν. Ύστερα, μου είναι πολύ δύσκολο να κρίνω τους ανθρώπους που αναλαμβάνουν πλέον μια θέση εξουσίας. Διότι ήταν κάτι που ποτέ δεν ονειρεύτηκα στη ζωή μου.

Ειδικά μετά το 1981 έλαμψαν πρόσωπα μέσω μιας θέσης, μικρής ή μεγάλης. Τους έβλεπες να καταλαμβάνουν τις καρέκλες και να αλλάζουν μέρα με την ημέρα. Τα στάδια της εξέλιξης; Αδιανόητα. Πρώτα, άλλαξαν ρούχα μια περίοδο που οι επώνυμες μάρκες ήταν τρόπος αναγνώρισης. Σήμερα δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Η εισβολή της απόλυτης χυδαιότητας. Μετά, πρόσθεσαν τα κασκόλ και τα παλτά. Στη συνέχεια, αγόρασαν ένα καινούργιο πολυτελές αυτοκίνητο.

Τους θυμάμαι, όταν ήμουν στην ΕΡΤ, να κουνούν επιδεικτικά τα κλειδιά του αυτοκινήτου μην τυχόν και διαφύγει από την προσοχή σου. Έπειτα, χώρισαν τη γυναίκα τους γιατί είχαν κοινές εμπειρίες. Ήξεραν ο ένας για τον άλλον πράγματα και καταστάσεις. Άρα, δεν βόλευε να παραμένουν μαζί. Μετά ήρθαν τα σπίτια, τα ιδιωτικά αεροπλάνα, τα ταξίδια μιας μέρας σε ταβέρνες με φρέσκα ψάρια.

Οπότε, ζήσαμε αυτήν τη μικρή, την τιποτένια, την «εξουσία του θυρωρού» και τις εύκολες υποκλίσεις σε τριτοκλασάτους ανθρώπους της εξουσίας. Πάντως, το χαμηλό επίπεδο των πολιτικών οφείλεται και στο γεγονός ότι ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού είτε δεν θέλησε ποτέ να ασχοληθεί ενεργά με την πολιτική, είτε, κι αν το έκανε, αποχώρησε σε σύντομο χρονικό διάστημα. Απηύδησαν και προτίμησαν να επιστρέψουν σπίτια τους.
— Ως ιστορικός, πιστεύετε ότι οι Έλληνες γνωρίζουν Ιστορία;
Είμαστε το πιο ανιστόρητο έθνος του κόσμου. Κοκορευόμαστε ότι γνωρίζουμε την αρχαία ιστορία, θαυμάζουμε την κλασική εποχή και είμαστε ένας λαός που αν τολμήσει κάποιος να ψηλώσει λίγο παραπάνω, θέλουμε κατευθείαν να του κόψουμε το κεφάλι.

Επιθυμούμε, κατά το λαϊκό, να «ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα», όπως είχε επαναλάβει ο Χριστόδουλος, αυτή η σιχαμένη, απαίσια και άθλια φυσιογνωμία. Ένας αήθης άνθρωπος. Αμετροεπής, με υπέρμετρες φιλοδοξίες, που ονειρευόταν να γίνει πατριάρχης της Ελλάδας, συνεπικουρούμενος από τη Ρωσία. Ένα πρόσωπο που έκανε τρομακτική ζημιά στα ήθη της Εκκλησίας ‒όχι ότι είχε ποτέ αξιόλογα ήθη‒ αλλά και στις σχέσεις με το Φανάρι.

Η Ελλάδα είναι η χώρα, όπου, ό,τι και να γίνει, η Εκκλησία θα κάνει απόλυτο κουμάντο. Αναλογιστείτε ότι στην ελληνική κοινωνία ο πολιτικός γάμος δεν είναι ακόμα υποχρεωτικός, όταν ο Ατατούρκ τον είχε καθιερώσει στην Τουρκία από το 1925. Στην Ελλάδα, άλλος σε παντρεύει, άλλος σε χωρίζει.

— Η εποχή μας είναι περίοδος ακμής ή παρακμής;
Η ευτέλεια είναι ένα διεθνές φαινόμενο που καλύπτει τομείς όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, η δημοκρατία και οι αξίες. Είναι μια εποχή παγκόσμιας παρακμής. Σ' αυτό συμβάλλει και η ανεξέλεγκτη χρήση της τεχνολογίας, την οποία δεν έχουμε καταφέρει να αφομοιώσουμε, με αποτέλεσμα να είμαστε θεατές της επονομαζόμενης ψηφιακής δημοκρατίας.

Όπου εκεί, ανωνύμως και χωρίς όρια, ο καθένας διατυπώνει απόψεις και γράφει στα κοινωνικά δίκτυα ό,τι του καπνίσει. Επίσης, όλο αυτό το δημιούργημα έχει συμβάλει κατά πολύ στην ημιμάθεια και στην αυθάδεια. Ως ιστορικός, έχω αφιερώσει τη ζωή μου στις σελίδες του παρελθόντος.

Κι έρχεται ο άλλος, νομίζοντας πως με ένα απλό κλικ ξέρει αυτό για το οποίο εγώ χρειάστηκα δέκα χρόνια. Δεν είμαι εναντίον της τεχνολογίας. Όμως η γνώση αυτή περιέχει επικίνδυνα χαρακτηριστικά. Ο τρόπος, δηλαδή, που την αποκτάς, η σιγουριά που σου δίνει, σε καθιστούν έναν άνθρωπο βιαστικό, χωρίς σεβασμό ή στέρεες γνώσεις, με περίσσιο θράσος.

Κι έτσι πορεύεσαι στην ευκολία της αποδοχής των πάντων, χωρίς τη δυνατότητα ελέγχου ή φιλτραρίσματος. Γίνεσαι θύτης και θύμα της πληροφορίας. Διαχρονικά, ο μηχανισμός προπαγάνδας κάθε αυλής είναι κάτι που διατρέχει την Ιστορία από την εποχή των Φαραώ.

Ακόμη και τότε ψεύτικες ειδήσεις μεταδίδονταν με τρομερή ταχύτητα και είχαν τρομακτική δύναμη. Διότι στις κοινωνίες αρέσει διαρκώς το σκάνδαλο, η παραφιλολογία και οι θεωρίες συνωμοσίας. Απόρροια όλων αυτών είναι η ιδέα της ανώνυμης γνώσης και της πληροφορίας να έχει αναγάγει χιλιάδες λάθη σε αδιαμφισβήτητη ενημέρωση.

— Έχετε δηλώσει ότι είστε Αρβανίτισσα εξ Αθήνας. Τι σηματοδοτεί για εσάς αυτός ο τίτλος;
Στους Αλβανούς χρωστάμε πάρα πολλά. Μας έκαναν ανθρώπους, φρόντισαν τους ηλικιωμένους, έφτιαξαν τα σπίτια μας και κάνουν ακόμα τις αγροτικές μας εργασίες. Το κυριότερο είναι ότι χωρίς αυτές τις οικογένειες πολυάριθμα σχολεία ακριτικών περιοχών ή χωριών θα είχαν κλείσει.

Όταν πρωτοήρθαν στην Ελλάδα μόνο σε κουφάλες δέντρων δεν τους βάλαμε να μείνουν. Και ό,τι έγιναν το πέτυχαν μόνοι τους, κάνοντας παράλληλα τρεις δουλειές. Προσβάλλομαι, λοιπόν, ως Αρβανίτισσα, που τα Νέα Λιόσια τα αλλάξαμε σε Ίλιον, το Μενίδι σε Αχαρναί, μια απίστευτη γελοιότητα.

Το θέμα της αρβανιτιάς είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της Ιστορίας μας, αλλά προτιμούμε να το θάβουμε. Αντιθέτως, μου προκαλούνται πολλές απορίες όταν βλέπω νέα ελληνόπουλα να κάθονται με τις ώρες στις καφετέριες, ζώντας από το χαρτζιλίκι του παππού και της γιαγιάς. Ο λόγος;

Μα, δεν θέλει να πάει να εργαστεί σε δουλειές υποτιμητικές, επειδή έχει λάβει έναν πανεπιστημιακό τίτλο. Πρόκειται για αντιλήψεις που έχουν επιβληθεί από τις οικογένειές τους. «Ο γιος μας να δουλέψει ως σερβιτόρος, διανομέας ή αγρότης; Απαράδεκτο». Αναρωτηθείτε σε ποια άλλη κοινωνία πηγαίνουν οι γονείς στις ορκωμοσίες των παιδιών τους όταν είναι φαντάροι;

Εκεί παρατηρείς ατελείωτα αυτοκίνητα, πλανόδιους με σουβλάκια, ταγέρ, κουστούμια, σηκωμένα κινητά και κλάμα. Ένα ατελείωτο κλάμα. Δείγμα ενός απόλυτου ευνουχισμού. Ένας ακατανόητος συναισθηματικός εκβιασμός, που εκδηλώνεται σε όλο του το μεγαλείο.
— Πιστεύετε ότι ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου ήταν πολλαπλός;
Μια κοινωνία αυθαιρεσίας έχει ανάγκη από εχθρούς. Με την ίδια ευκολία που δημιουργούμε ήρωες τους αποκαθηλώνουμε κιόλας. Η ελληνική κοινωνία ρέπει προς τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό, τη μισαλλοδοξία, τον μικροαστισμό, τον επαρχιωτισμό και όλο αυτό το εμφυλιακό κλίμα οδηγεί μοιραία στον ναζισμό.
Ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου με ανησύχησε και με συντάραξε. Είδαμε την αντίδραση μιας μερίδας της κοινωνίας, η οποία έβγαλε αμέσως τα συμπεράσματά της. Δεν σοκαρίστηκε καν από τις εικόνες. Τις ξεπέρασε και έσπευσε να υποστηρίξει τον νοικοκύρη-κοσμηματοπώλη και να υιοθετήσει ό,τι χειρότερο θα μπορούσε. Τρομακτικό.

Βέβαια, η ίδια αυτή κοινωνία υποστήριξε έναν άνθρωπο που σκοτώθηκε στην Αλβανία, τον Κωνσταντίνο Κατσίφα, με τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα που δεν δεχόταν για τον θάνατο του Ζακ. Δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης ανάμεσα στα δύο γεγονότα. Αλλά είναι ένα δείγμα του πόσο πολύ έχουμε χάσει το μέτρο ως κοινωνία.

Επίσης, είναι απαράδεκτες οι αμέτρητες φορές που παίχτηκε στα δελτία και τις εκπομπές το βίντεο από τη δολοφονία Κωστόπουλου. Δεν μπορεί να μη γνωρίζουν ότι προβάλλοντας αυτό το βίντεο καλλιεργούν τα πιο άγρια ένστικτα που έχουμε όλοι μέσα μας. Βιώσαμε ξανά αυτή την ανελέητη πορνεία του θανάτου.

— Πολλοί διακρίνουν ομοιότητες με την περίοδο του Μεσοπολέμου. Συμφωνείτε;
Φυσικά και υπάρχουν αναλογίες. Αξίζει να μελετήσει κανείς τη γερμανική κοινωνία εκείνης της εποχής, η οποία διέθετε κορυφαίους επιστήμονες, μουσικούς, συγγραφείς και ποιητές και σταδιακά οδηγήθηκε στην πλήρη σιωπή, στη συναίνεση, στη συνενοχή και, τελικά, από θύμα έγινε θύτης. Το γνωστό σύνθημα «αύριο θα είσαι εσύ», δυστυχώς, δεν έγινε έγκαιρα αντιληπτό στη γερμανική κοινωνία.

Θυμηθείτε τι συνέβη σ' εμάς το 2015 μ' εκείνη τη θεσμική καρικατούρα του δημοψηφίσματος, όπου ο λόγος της εξουσίας ήταν, και είναι βέβαια, έντονα μανιχαϊστικός. Την εκάστοτε εξουσία τη συμφέρει να διαθέτει τυφλωμένους οπαδούς. Διότι, η καλλιέργεια του φόβου είναι ένας επιτυχημένος μηχανισμός του κράτους.

— Σας ενοχλεί το γεγονός ότι οι περισσότεροι αδιαφορούν; Πώς εξηγείτε αυτήν τη σιωπή;
Επειδή έζησα την εποχή της δικτατορίας, ούτε και τότε υπήρχε αντίδραση. Αυτή ξεκίνησε όταν οι περισσότεροι το κατάλαβαν στο πορτοφόλι τους. Είναι εντυπωσιακό το ότι σήμερα, που θιγόμαστε άμεσα οικονομικά, δεν παρατηρείται ουδεμία αντιδραση.
Υπέρογκη φορολογία, παραοικονομία που ανθεί, αυτή η ανεξέλεγκτη επιρροή του Airbnb. Αλλά η κυβέρνηση βολεύεται από αυτή την κατάσταση γι' αυτό επικρατεί μια ομερτά και κανείς δεν μιλά γι' αυτά τα διαφυγόντα κέρδη. Έτσι, παρά το ότι πολλοί είναι πληγωμένοι και αηδιασμένοι, επιτείνεται η διάθεση της ουδετερότητας.
— Τι σας γοητεύει στην Ιστορία;
Οι άνθρωποι. Η περιήγηση στον χώρο και στον χρόνο. Οι άλλοι κόσμοι, οι αθέατες αφηγήσεις και τα εργαλεία προσέγγισης του χθες.

— Ποια είναι η άποψή σας για τις διαδηλώσεις για το Μακεδονικό;
Αναμφίβολα, αποτελεί τεράστια ευθύνη της Εκκλησίας, των πολιτικών και σε μεγάλο βαθμό των δημοσιογράφων, οι οποίοι καλλιεργούν ένα εθνικιστικό κλίμα.

Είναι απορίας άξιο πώς άτομα που έχουν πληγεί οικονομικά, που δεν διαδηλώνουν για την κατάσταση στα νοσοκομεία, που δεν ξεσηκώνονται για σημαντικά θέματα της καθημερινότητας, επιλέγουν να διαμαρτυρηθούν για την επικείμενη Συμφωνία των Πρεσπών.

Το χειρότερο όλων είναι ότι προτιμάς να πας σε μια διαδήλωση που είναι οργανωμένη από έναν σύλλογο ο οποίος ονομάζεται «Θερμαϊκός». Δηλαδή, σε καλεί το σωματείο σου, αλλά δεν πας, προκειμένου να πας τριήμερο στο χωριό σου, δεν κατεβαίνεις στον δρόμο για να αντιδράσεις σε τίποτε άλλο, αλλά πας σε μια διαδήλωση ενός τυχάρπαστου συλλόγου.

Χτυπάνε τον Γιάννη Μπουτάρη δημοσίως και δεν σπεύδει να βοηθήσει κάποιος, παρά μόνο η πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου. Αλλά αυτή είναι η δύναμη του όχλου.
— Ήσασταν πάνω από τριάντα χρόνια στην ελληνική ραδιοφωνία. Τι κρατάτε περισσότερο;
Να θυμίσω ότι δεν ήμουν ποτέ μόνιμη υπάλληλος, ανήκα πάντοτε στο έκτακτο προσωπικό, με συμβάσεις που ανανεώνονταν ανά δύο ή τρεις μήνες. Όπως έλεγε και ο Φώτος Λαμπρινός: «έκτακτη συνεργάτις επί μονίμου βάσεως». Το ραδιόφωνο το αγαπώ πολύ. Μου λείπει.

Επίσης, από την ΕΡΤ με έδιωξαν, δεν έφυγα μόνη μου. Αυτό που κρατώ περισσότερο είναι το ασύγκριτο πλεονέκτημα του ραδιοφώνου, τον λόγο. Ειδικά αυτή την εποχή, που εκλείπει όλο και περισσότερο και ο λόγος έχει μετατραπεί σε μήνυμα στο τηλέφωνο, σε mail, σε συντόμευση και σε κώδικα επικοινωνίας. Η φωνή στο ραδιόφωνο βγαίνει από την ψυχή σου. Αποτελεί φορέα ανθρωπιστικών ιδεωδών. Και, δυστυχώς, έχει εκριζωθεί.

— Ποια είναι η γνώμη σας για το κίνημα «metoo»;
Νομίζω ότι όλο αυτό είναι ένα δημιούργημα της αυλής του Τραμπ. Αν θυμάσαι, αυτοί που αντέδρασαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας αλλά και μετά ήταν οι σταρ του Χόλιγουντ. Επομένως, κατά την ταπεινή μου άποψη είναι ένας τρόπος για να αποδομηθεί το Χόλιγουντ.
Σε καμία περίπτωση δεν αναφέρομαι στον εργασιακό εκβιασμό, το να εκμεταλλεύεσαι δηλαδή τη θέση εργασίας σου προκειμένου να παρενοχλήσεις σεξουαλικά μια γυναίκα. Πάντως, η άποψή μου ταυτίζεται με εκείνην της Κατρίν Ντενέβ, η οποία έγραψε ότι «ο βιασμός είναι έγκλημα, αλλά το να προσπαθήσεις να αποπλανήσεις κάποιον, έστω και επίμονα ή αδέξια, δεν είναι» καθώς και ότι «άνδρες τιμωρήθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες ή αποπέμφθηκαν από τις δουλειές τους μόνο και μόνο επειδή άγγιξαν ένα γόνατο ή προσπάθησαν να κλέψουν ένα φιλί».
Πείτε μας λίγα λόγια για την πολιτιστική εταιρεία «Πανόραμα»;
Μια ομάδα ανθρώπων διαφορετικών πεποιθήσεων. Ελεύθεροι πολίτες που μοιραζόμαστε κοινά ενδιαφέροντα. Ένας ανοιχτός χώρος κοινωνικής συνάντησης.

«Πανόραμα» ήταν η ονομασία πού δόθηκε στην τρισδιάστατη επαναστατική κατασκευή, η οποία επέτρεψε στους Λονδρέζους το 1792 να δουν τον κόσμο με άλλα μάτια και εισήγαγε την ανθρωπότητα στην περιπέτεια της τρίτης διάστασης του χώρου: του φυσικού περιβάλλοντος, της έκτασης της πόλης και του ιστορικού τοπίου.

Η λέξη, που πέρασε ως νεολογισμός στο διεθνές λεξιλόγιο πριν από διακόσια χρόνια, είναι ελληνικής προέλευσης, σύνθετη και πολυσήμαντη. Καλύπτει ένα ευρύ φάσμα εννοιών, χρήσεων και δραστηριοτήτων. Γι' αυτό, όταν τον Αύγουστο του 1985 μια μικρή ομάδα φίλων αποφάσισε να δημιουργήσει έναν χώρο κοινής δραστηριότητας και επικοινωνίας, υιοθέτησε αυτόν το γνωστό και πολυχρησιμοποιημένο όρο.

Το «Πανόραμα» περιγράφει τις προθέσεις μας και αφήνει να διαφανούν οι ελπίδες μας. Σε μια Αθήνα πού τότε έχανε την κοινωνική διάσταση της πόλης και, κατ' επέκταση, την αίσθηση του συνόλου, θελήσαμε να διατηρήσουμε εκείνο το ελάχιστο που εξακολουθούσε να υπάρχει και από αυτό να ξεκινήσουμε για να φτιάξουμε ένα ανοιχτό και λειτουργικό «στέκι», ένα φιλικό κέντρο στο πολιορκημένο κέντρο της πρωτεύουσας.

Και είμαι χαρούμενη που μέσα από το Πανόραμα έχουμε γνωρίσει υπέροχους κόσμους, έχουμε περιηγηθεί στις προτουριστικές και προκαταναλωτικές κοινωνίες, έχουμε ταξιδέψει εκτός των τειχών, μακριά από τον αθηναϊκό απομονωτισμό.
— Τι σας λείπει σήμερα;
Δύο σπουδαίοι φίλοι, των οποίων την απώλεια ακόμα δεν μπορώ να διαχειριστώ. Σε γενικότερο πλαίσιο, η Ελλάδα που γνώρισα, η χώρα όπου μεγάλωσα. Δυσκολεύομαι πολύ να πάω στη θάλασσα. Έχω ευτυχήσει να έχω αγναντέψει κάτι θάλασσες απερίγραπτης ομορφιάς, που οι νέοι σήμερα δεν μπορούν καν να φανταστούν.

Τότε, με το φυσικό περιβάλλον είχαμε μια βιωματική σχέση. Αντιθέτως, τώρα παρατηρούμε ότι η ελληνική ύπαιθρος έχει εξελιχθεί σε ουρά της Αθήνας.

Και, τέλος, μου λείπει πάρα πολύ η φυσική ύπαρξη του Χατζιδάκι.

— Τον γνωρίζατε προσωπικά;
Παρόλο που δεν ήμασταν φίλοι, ήταν ένας άνθρωπος του οποίου η απουσία άφησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Ευτυχώς, έχουμε ακόμα τη μουσική του. Μελωδίες που περιέχουν τόση δύναμη, ικανές να σου φέρουν δάκρυα στα μάτια. Τραγούδια που γαληνεύουν την ψυχή σου, σε ηρεμούν.

Ο Χατζιδάκις ήταν ο μέγιστος όλων. Και παραμένω βαθιά ευγνωμονούσα σε αυτόν. Εξακολουθώ να ζω μαζί του. Είναι η πρωινή και βραδινή παρέα μου. Με τη μουσική του γίνεσαι μέρος μιας κοινότητας ανθρώπων που γελούν, κλαίνε, ψυχαγωγούνται ή παρηγορούνται.

Μια προσωπικότητα που οι μουσικές της χαρακτηρίζονται από ένα τεράστιο κοινωνικό εύρος. Και είμαστε πάρα πολλοί όλοι εκείνοι που μας έχει προσφέρει τη δυνατότητα να είμαστε μέρος μιας σπουδαίας πολιτιστικής οικογένειας.

— Υπάρχει κάτι που φοβάστε;
Το ισχυρό πλέγμα των άκρων, είτε αφορά ιδεολογικούς λόγους είτε πραγματικούς, στην καθημερινότητα. Δεν θα ήθελα με τίποτα να βρίσκομαι στη θέση του Μπουτάρη όταν του επιτέθηκαν. Το θεωρώ μια απίστευτη ντροπή για την κοινωνία μας συνολικά.

— Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή;
Να μπορείς το πρωί, όταν πλένεις το πρόσωπό σου, να κοιτάζεσαι στον καθρέφτη.

— Ποιο είναι το βασικότερο μάθημα ζωής που έχετε πάρει;
Τα πιο σπουδαία μαθήματα τα έχω λάβει από τους ανθρώπους που συνάντησα. Αλλά, αν ξεχώριζα κάτι, είναι η άποψη του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας, Αναστάσιου.

Επισήμανε ότι είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να καταλάβεις την καχυποψία που έχει ο άλλος προς εσένα. Εμείς, τα πρόσωπα που ανήκουμε στον οικουμενικό ελληνισμό, διατηρούμε έναν σεβασμό, όχι ανοχή. Επομένως, το πιο σπουδαίο μάθημα είναι ν' αγαπάς την καχυποψία που ο άλλος διατηρεί απέναντί σου. Αντιλαμβάνομαι, δέχομαι και σέβομαι την καχυποψία σου. Μεγαλειώδες!

27.12.18

Έρωτας και Εργασία = Ευτυχία (Μία δύσκολη εξίσωση) του φιλόλογου Ηλία Γιαννακόπουλου.

Τζων Στιούαρτ Μιλ

«Οι πράξεις είναι ορθές στο βαθμό που τείνουν να μεγιστοποιούν την ευτυχία και εσφαλμένες στο βαθμό που τείνουν να προκαλούν ό,τι αντίκειται σε αυτή». (Τζων Στιούαρτ Μιλ) 
Απώτατος στόχος του ανθρώπου – και σε μεγάλο βαθμό ασυνείδητος – είναι η Ευτυχία. Ως ευτυχία ορίζεται ένα αίσθημα εσωτερικής πληρότητας. Μία πληρότητα που απορρέει από μια κατάσταση εσωτερικής ισορροπίας. Είναι, δηλαδή, το αίσθημα της ψυχικής ευφορίας που βιώνει το άτομο στο βαθμό που ικανοποιεί κάποιες βασικές του επιθυμίες και πραγματώνει τους στόχους του. Από ψυχολογικής πλευράς (Φρόϋντ) αισθητοποιεί την ικανότητα του ατόμου να εναρμονίζει τις πιέσεις του ασυνείδητου με τις δεσμεύσεις της συνείδησης (Υπερεγώ) και του κοινωνικού περιβάλλοντος.
Βέβαια η ευτυχία ως αίσθημα «περισσότερο βιώνεται και λιγότερο ορίζεται». Γι’ αυτό δεν είναι μία μόνιμη κατάσταση αλλά ένα αίσθημα εφήμερο. Όσο κι αν η ευτυχία συνιστά μία υποκειμενική εμπειρία, δεν παύει να διαμορφώνεται κι από εξωτερικούς παράγοντες. Η αναζήτηση εκείνων των παραγόντων που επηρεάζουν την ευτυχία είναι δύσκολη και η επισήμανσή τους προκαλεί αντιτιθέμενες κρίσεις.
 Άλλοι προβάλλουν ως προϋπόθεση της ευτυχίας την υγεία, τον υλικό πλούτο, την αρμονία με τη φύση, την εργασία, την ειρήνη, τη  δημοκρατία ή τις υγιείς ανθρώπινες σχέσεις. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο Έρωτας συνιστά μία ακαταμάχητη προϋπόθεση ευτυχίας.


«Ο έρωτας και η λογική μοιάζουν με τον ήλιο και το φεγγάρι. Όταν ανατέλλει το ένα, δύει το άλλο». (Κικέρων)

Καθένας από τη φύση του νιώθει την ανάγκη της αγάπης και της αφοσίωσης είτε ως υποκείμενο είτε ως αντικείμενο. Η συναισθηματική πληρότητα και η ψυχική ευφορία που προκαλούνται από μία συναισθηματική σχέση δημιουργούν μία ψευδαίσθηση ευτυχίας. Κι αυτό γιατί το άτομο, όσο κι αν αισθάνεται ότι αποτελεί το απόλυτο κέντρο του ενδιαφέροντος ενός άλλου εγώ, δεν ορίζει ούτε τα δικά του συναισθήματα ούτε του “άλλου”. Υπόκειται σε μία συναισθηματική εξάρτηση, αφού η αιτία όλων των τυχόν συναισθημάτων με θετικό φορτίο απορρέουν από κάτι εξωγενές. 
Ο άλλος–η συνιστά έναν αστάθμευτο και μη ελέγξιμο παράγοντα. 
O έρωτας κι η ζωγράφος Νικόλαος Γύζης 1868 Δεν μπορούμε, δηλαδή, να ορίσουμε ούτε τη διάρκεια αλλά ούτε και την πρόθεσή του. Ο ερωτευμένος βυθισμένος στην εξουσία των έντονων συναισθημάτων αδυνατεί να προσλάβει ορθολογικά την πραγματικότητα κι αρέσκεται στην “ηδονή” της τυφλής υποταγής στην εξουσία του άλλου. Ενός άλλου–ης που κατά τεκμήριο αποτελεί έναν απροσδιόριστο παράγοντα δημιουργίας ενός μόνιμου συναισθηματικού τοπίου μέσα στο οποίο οι τρόφιμοί του θα γεύονται τους καρπούς της ειλικρινούς αγάπης και της ερωτικής αμοιβαιότητας. 

«Έρως… λυσιμελής….δάμναται νόον και επίφρονα βουλήν» (Ησίοδος) 

Επιπρόσθετα ο ερωτευμένος βιώνει – ασυνείδητα βέβαια – μία
 «τύφλωση» που μπορεί να διεγείρει και να απελευθερώνει τα πιο μύχια κι αυθόρμητα συναισθήματα, ωστόσο ακυρώνει και κάθε λογική επεξεργασία και έλεγχο αυτών. Εξάλλου αποτελεί αξίωμα για την ψυχολογία του ατόμου πως κάθε τι – συναίσθημα, οργή, συμπεριφορά – που δεν συνθέτει αρμονικά τη λογική και το συναίσθημα είναι  προορισμένο να υπακούει στην αρχή της αβεβαιότητας και της απροσδιοριστίας (Χάϊζενμπεργκ). 
Με αυτό το δεδομένο, όμως, η ευτυχία δύσκολα μπορεί να πραγματωθεί, αφού από τη φύση της προϋποθέτει κι ένα ελάχιστο πεδίο – όριο σταθερότητας και βεβαιότητας. Το ακανόνιστο (έρωτας) μπορεί να αρέσει αλλά δεν έχει διάρκεια. 
Έρωτας, λοιπόν, και ευτυχία φαίνεται να βαδίζουν παράλληλα αλλά στην πραγματικότητα αποτελούν μία σχέση εξάρτησης πάνω στην οποία δεν μπορεί να ευδοκιμήσει η ευτυχία. Αυτή μόνο σε καθεστώς ελευθερίας και αυτοπροσδιορισμού ανθοφορεί.  
Ωστόσο οι ερευνητές διατείνονται πως ο καλύτερος τρόπος να μεγιστοποιηθεί η ανθρώπινη ευτυχία είναι να μεγιστοποιηθεί η ανθρώπινη ελευθερία. Πρέπει, δηλαδή, να υπάρχει απόλυτη ελευθερία ανάπτυξης της ανθρώπινης φύσης προς πολλές κατευθύνσεις έτσι ώστε το άτομο να ολοκληρώνεται σε όλες του τις υποστάσεις. Ο παράγοντας που συντείνει σε αυτό είναι η εργασία. 
«Διάλεξε ένα επάγγελμα που σου αρέσει και δεν θα ξαναχρειαστεί να δουλέψεις στη ζωή σου» (Κομφούκιος) 
Αυτό συμβαίνει γιατί αυτή, όταν είναι σύμφωνη με τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντα του ανθρώπου, οδηγεί στην τελείωσή του. Ειδικότερα η εργασία επιδρά θετικά σε όλες τις υποστάσεις βοηθώντας έτσι κάθε προσπάθεια για βίωση της ευτυχίας. 
Σε υλικό επίπεδο εξασφαλίζει τους αναγκαίους πόρους για τη βιολογική επιβίωση και την κατάκτηση των προϋποθέσεων για μια ποιότητα ζωής. Αυτό συνιστά την υλική βάση της ευτυχίας γιατί αξιολογικά η επιβίωση – βιολογική ανάπτυξη υπερέχει όλων των άλλων σύμφωνα και με το Λατινικό primum vivere. 
Σε πνευματικό επίπεδο η εργασία απελευθερώνει τη σκέψη, διευρύνει τους πνευματικούς ορίζοντες και ενεργοποιεί όλους τους  νοητικούς μηχανισμούς (κρίση, φαντασία, μνήμη, αντίληψη). Και η πιο απλή εργασία προϋποθέτει μία στοιχειώδη πνευματική κατάθεση και εγρήγορση. 
Επιπρόσθετα η εργασία συνιστά τον ουσιαστικότερο παράγοντα κοινωνικοποίησης και με τη συνδρομή της καλλιεργούνται θετικά κοινωνικά συναισθήματα και αξίες, όπως η συλλογικότητα, η συνεργασία, η αλληλοβοήθεια και η συντροφικότητα. Μέσα από την εργασία το άτομο βιώνει το αίσθημα του «ανήκειν», μέσα από αυτό εξασφαλίζεται η κοινωνική αποδοχή και επιβεβαίωση, στοιχεία που τρέφουν και μεγιστοποιούν την ευτυχία σε όλες τις εκφάνσεις της. 
Σημαντική, ωστόσο, είναι η συνεισφορά της εργασίας και στον ψυχοσυναισθηματικό κόσμο του ανθρώπου. Κατά τη διάρκεια εκτέλεσης ενός έργου εκδηλώνονται όλες οι δημιουργικές δυνάμεις του κι αυτή η αβίαστη εξωτερίκευση της δημιουργικότητας γεμίζει τον ψυχικό κόσμο με αισθήματα ανακούφισης, αγαλλίασης και πληρότητας. Η διοχέτευση της περίσσειας ενέργειας συνοδεύεται από μία εσωτερική ικανοποίηση που συνιστά τον αναγκαίο όρο της ψυχικής ισορροπίας, ως βασικής προϋπόθεσης της ευτυχίας.
Συμπληρωματικά η εργασία διαπαιδαγωγεί ηθικά το άτομο, το εξανθρωπίζει και το καθιστά ηθικά ελεύθερο, γιατί το θωρακίζει με υπομονή, σεβασμό, ευθύνη και ευσυνειδησία. Το γυμνάζει στην εγκράτεια και στην κοινωνική προσφορά χωρίς τα στοιχεία της ιδιοτέλειας και της υστεροβουλίας. 
Έτσι το άτομο μέσα από την εργασία με υψηλό δείκτη αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης πραγματώνει την εσωτερική πληρότητα – αρμονία που συνιστούν και τα σταθερά βάθρα της ευτυχίας. Αισθάνεται ως ένα ελεύθερο και “δρων” υποκείμενο και όχι ως ένα παθητικό εξάρτημα και αντικείμενο εντολών. Στο έργο του ανιχνεύει τη δική του σκέψη και θέληση και επιβεβαιώνεται ως ελεύθερη και αυτόβουλη οντότητα. 
Η συνεξέταση, λοιπόν, του Έρωτα και της Εργασίας ως παραγόντων που ακυρώνουν ή τροφοδοτούν την ευτυχία καταδεικνύει τη δυσκολία του εγχειρήματος για την κατάκτηση – βίωσή της. 

«Οι δυο θεμέλιοι λίθοι της ευτυχίας είναι η αγάπη και η δουλειά» (Φρόιντ) 

Η Ευτυχία του ανθρώπου είναι σαν τους 
ορίζοντες. Απομακρύνεται πάντα, όταν προσπαθούμε να την πλησιάσουμε – κατακτήσουμε. Βρίσκεται πολύ κοντά μας κι εμείς την αναζητούμε σε «τόπους μακρινούς». Ενώ είναι προσωπικό βίωμα την ταυτίζουμε – αναζητούμε στην υποταγή μας στις επιταγές του πλήρους – μάζας. Η ευτυχία είναι ο πλούτος των θετικών συναισθημάτων – σκέψεων και ο άνθρωπος αναλώνεται στη συσσώρευση υλικού πλούτου. Είναι ένας δρόμος που ο καθένας θα διαβεί μόνος του και ας βρίσκονται δίπλα του χιλιάδες άλλοι συνοδοιπόροι. Αυτή, λοιπόν, η ιδιότυπη σχέση ανθρώπου και ευτυχίας επιβάλλει την επαγρύπνηση και τη συνεχή προσπάθεια. Εξάλλου η ευτυχία δεν βρίσκεται υποχρεωτικά στο τέλος του ταξιδιού αλλά είναι το ίδιο το ταξίδι. ΄

«Η ευτυχία είναι πάντα ένας δρόμος αθροιστικός. 
Αθροίζω πνευματικότητα και επιστήμη. 
Αθροίζω διαλογισμό και δράση.             
Αθροίζω λογική και συναίσθημα.             
Αθροίζω αγώνα και αποδοχή.             
Αθροίζω ηθική και κατανόηση».  
(Μπουκάι - Δρόμος της ευτυχίας)
ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ Κ.Ο.Μ.

24.12.18

«Σωκράτης, Χριστός, Γκάντι: Η συνάντηση» Ηλίας Γιαννακόπουλος Φιλόλογος-Συγγραφέας κ.ο.μ.

α. «Κρείττον αδικείσθαι του αδικείν» / «Ει αναγκαίον είη αδικείν ή αδικείσθαι ελοίμην αν αδικείσθαι» (ΣΩΚΡΑΤΗΣ). β. «Εγώ δε λέγω υμίν…. αλλ’ όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα στέψον αυτώ και την άλλην» (ΙΗΣΟΥΣ). γ. «Ο οφθαλμός αντί οφθαλμού, καταλήγει να κάνει όλο τον κόσμον τυφλό»/ «Το να πολεμάς το κακό με κακό δεν βοηθά κανέναν» (ΓΚΑΝΤΙ). Πηγή: pagasitikosnews.com
Σε μια εποχή που η βία και η εκδίκηση – αντεκδίκηση είτε σε διαπροσωπικό – κοινωνικό, είτε σε διεθνές επίπεδο τείνει να λάβει επιδημικές διαστάσεις οι παραπάνω θέσεις φαντάζουν ουτοπικές ή και «συντηρητικές» για κάποιους. Μπορεί σύμφωνα με τον Έριχ Φρομ «η ανθρώπινη ιστορία να άρχισε με μια πράξη βίας» (ο Κάιν σκότωσε τον Άβελ), αυτό, όμως, δεν καταδίκασε την ανθρωπότητα να υμνολογεί τη βία και τη δύναμη. Μπορεί και η θέση του Μαρξ ως διαπίστωση «η βία είναι η μαμή της ιστορίας» να βοήθησε στην ερμηνεία του ανθρώπινου πολιτισμού (η πάλη των τάξεων), αυτό, όμως, δεν εμπόδισε κάποιους να αντιτάξουν την αγάπη και τη συγχώρεση στο κακό και τη βεβαιότητα. Στην ομάδα αυτών που αρνήθηκαν το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και το αρχαίο «αντιπεπονθός» (Ζάλευκος) ανήκουν ο Σωκράτης, ο Χριστός και ο Γκάντι. Και οι τρεις με τη διδασκαλία και τη συμπεριφορά – πράξεις τους διαμόρφωσαν ως ένα βαθμό την ταυτότητα του ανθρώπινου πολιτισμού. Ο δύσμορφος φιλόσοφος, ο ξυλουργός από τη Ναζαρέτ και ο ξυπόλητος Ινδός έμελλε με τις θέσεις τους απέναντι στα «μικρά και μεγάλα» της ανθρώπινης διαδρομής να θεμελιώσουν μια άλλη αντίληψη για τις ανθρώπινες σχέσεις, το δίκαιο, την ηθική, τη δύναμη, την εξουσία, το νόμο και το θείο. Διαφορετικοί άνθρωποι, σε διαφορετικές εποχές βρέθηκαν τόσο κοντά σε κάποια διαχρονικά και θεμελιώδη ζητήματα – ερωτήματα του ανθρώπου και της τέχνης του «συν-κοινωνείν».
α. Οι ομοιότητες 
Η ανίχνευση των κοινών θέσεων των τριών «μεγάλων» της ανθρωπότητας, πέρα από τα μεθοδολογικά προβλήματα που εμπεριέχει, ίσως «σκανδαλίσει» κάποιους στο βαθμό που ο Χριστός ως θεάνθρωπος κρίνεται και συγκρίνεται με δύο ανθρώπους θνητούς. Για λόγους δεοντολογικούς και μεθοδολογικούς ο Χριστός θα λαμβάνεται ως άνθρωπος, αφού με αυτήν την ιδιότητα ήλθε στον κόσμο, γεννήθηκε στη φτωχική φάτνη, δίδαξε, υπέφερε και σταυρώθηκε ως «πάσχων». Βέβαια η εξέταση των κοινών στοιχείων μεταξύ των τριών είναι ευκολότερη και πιο εμφανής μεταξύ του Σωκράτη και του Χριστού. Επειδή το εύρος των κοινών σημείων είναι μεγάλο, η έρευνα θα εστιάσει σε συγκεκριμένες θέσεις. 
Η άρνηση της Βίας 
1. Ο Σωκράτης   
Και οι τρεις ρητά αποκήρυξαν τη βία ως συμπεριφορά και ως τρόπο επίλυσης των διαφορών. Πρώτος χρονολογικά – και όχι κατ’ ανάγκην και αξιολογικά – ο Σωκράτης επέλεξε το «αδικείσθαι» αντί του «αδικείν». Αν και αδικήθηκε από τους δικαστές, δεν δραπέτευσε. Δεν θέλησε στην αδικία να αντιτάξει τη δική του αδικία. Ευθαρσώς διακήρυξε: «Ούτε άρα ανταδικείν δει ούτε κακώς ποιείν ουδένα ανθρώπων, ουδ’ αν οτιούν πάσχη υπ’ αυτών». Ήταν απολύτως ενάντια στην εκδίκηση και σε αυτήν τη θέση έμεινε συνεπής μέχρι το τέλος της ζωής του, διακηρύσσοντας με θάρρος, αυτό που μέχρι σήμερα ακούγεται περίεργο: «Ουδέ αδικούμενον άρα δει ανταδικείν, ως πολλοί οίονται, επειδή γε ουδαμώς δει ανταδικείν» (Ούτε όταν αδικείται κανείς πρέπει να ανταποδίδει το άδικον, όπως πολλοί νομίζουν αφού βέβαια απολύτως δεν πρέπει να αδικεί κανείς). Μέχρι τότε δεν είχε διατυπωθεί τέτοια θέση με τόσο καθαρό τρόπο. Θέση που τρόμαξε τους παραδοσιακούς ηθικολόγους και τη συστημική λογική περί της φύσεως του δικαίου. Κάτι παρόμοιο, βέβαια, εξέφρασε και ο Ισοκράτης «α πάσχοντες υφ’ ετέρων οργίζεσθε, ταύτα τοις άλλοις μη ποιείτε» (Μην κάνετε στους άλλους εκείνα για τα οποία εσείς θυμώνετε όταν τα κάνουν άλλοι σε σας). 
2. Ο Ιησούς 
Σε ανάλογο επίπεδο κινείται και η διδασκαλία του Ιησού που η αγάπη και η άρνηση ανταπόδοσης του κακού και της αδικίας αποτέλεσαν τα βάθρα της ρηξικέλευθης βιοθεωρίας του. Ο Μωσαϊκός νόμος της αντεκδίκησης «Οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος» σωριάστηκε κάτω από το βάρος μιας «ακατανόητης» μέχρι σήμερα για πολλούς θέσης – πρότασης του Χριστού «όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην». Η ανεξικακία του Ναζωραίου θρυμμάτισε την υποκρισία και την «ανήθικη ηθική» των Φαρισαίων και προβίβασε την αγάπη και τη συγχώρεση σε απόλυτες αξίες.   Ωστόσο η απόλυτη πρόταση του Χριστού ως τρόπος ειρήνευσης των ανθρώπων και κώδικας συμβίωσης είναι το εμβληματικό «Πάντα ουν όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, ούτω και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως». 
Συνιστά το χρυσό κανόνα της ανθρώπινης συμπεριφοράς με στόχο την αλληλοκατανόηση και την ειρηνική συνύπαρξη. Πάνω σε αυτόν τον χρυσό κανόνα του Ιησού θεμελιώθηκε αιώνες αργότερα από τον Καντ η «κατηγορική προσταγή» (Η Καντιανή ηθική), η οποία ορίζεται ως η ενιαία υποχρέωση που πηγάζει από το αίσθημα και την έννοια του καθήκοντος. Για τον Καντ, δηλαδή, μια συμπεριφορά είναι ηθική στο βαθμό που αν αυτή γινόταν ηθικός νόμος για όλα την ανθρωπότητα (παγκόσμιος) θα είχε θετικά αποτελέσματα. 
3. Ο Γκάντι 
Ο τρίτος της ομάδας, ο Μαχάτμα Γκάντι, είναι αυτός που στον αγώνα του για την ανεξαρτησία της Ινδίας εισήγαγε την πολιτική της μη – βίαιης αντίστασης. Η πολιτική της μη – βίας ή της παθητικής αντίστασης εκφράστηκε ως θέση τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Δέχτηκε επιδράσεις τόσο από το Χριστό όσο κι από τον Αμερικανό συγγραφέα Χένρι Θορό. Ο ίδιος ο Ινδός επαναστάτης – φιλόσοφος – διανοούμενος διέγραψε τον όρο παθητική αντίσταση από το λεξιλόγιό του και εισήγαγε το “Satyagraha”. Είναι η φιλοσοφία της μη – βίας. Η λέξη είναι σύνθεση του Satva (αλήθεια) και Agraha (σταθερότητα). Θεωρούσε, δηλαδή, ότι ακόμη και στις επιθέσεις – βία των κατακτητών δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί βία. Αυτό απέβλεπε στο να αναγκάσει τον αντίπαλο να αλλάξει συμπεριφορά και να συνεργαστεί. Τόνιζε πως «αν χρησιμοποιείται βία, αναγκαστικά, ενσωματώνεται μέσα σε αυτή και η αδικία». Βέβαια η Satyagraha βρήκε εφαρμογή τόσο στην πολιτική όσο και στις διαπροσωπικές σχέσεις – διαμάχες. Με τον καιρό η πρόταση της μη – βίας κατέστη κινητήρια δύναμη και ενέπνευσε πολλούς, όπως τον Martin Luther King, τον Μαντέλα κι άλλους «Ξεκίνησα να αποκαλώ το Ινδικό κίνημα Satyagraha, γιατί η Δύναμη γεννιέται από την Αλήθεια και την Αγάπη, τη μη – βία. Έτσι εγκατέλειψα τον όρο ‘’παθητική αντίσταση’’»
β. Ο θάνατος των μεγάλων διανοητών 
Αποτελεί αντιφατικότητα και ιστορική παραδοξότητα οι κήρυκες της μη – βίας και οι υπέρμαχοι της αγάπης και της ειρήνης να πεθαίνουν από μεθόδους βίας. Είναι ένα άλλο κοινό στοιχείο και των τριών ανδρών. Εκείνο, όμως, που ξαφνιάζει – και ίσως διαφοροποιεί κάπως τον Γκάντι από το Σωκράτη και το Χριστό – είναι ο τρόπος που αντιμετώπισαν το τέλος τους, τόσο ο Σωκράτης όσο και ο Χριστός. Ωστόσο τα κίνητρα όλων αυτών που σχεδίασαν και επέφεραν το θάνατο και των τριών ήταν κοινά. Η αδυναμία των ανθρώπων να βιώσουν την εσωτερική ειρήνη˙ κι όταν αυτή απουσιάζει τότε εξωτερικεύεται ως μίσος και βία προς το συνάνθρωπό μας. Ο Σωκράτης ήπιε το κώνειο μετά την καταδίκη του σε θάνατο. Η κατηγορία οδήγησε σε μια δίκη, που με τους δικονομικούς όρους της εποχής ερμηνευόταν ως «γραφή ασεβείας». Κατηγορήθηκε, δηλαδή, για αθε'ί'α, για διαφθορά της νεολαίας και για εισαγωγή «καινών δαιμονίων». «Αδικεί Σωκράτης, ους μεν η πόλις νομίζει θεούς ου νομίζων, έτερα δε δαιμόνια καινά εισηγούμενος˙ αδικεί δε και τους νέους διαφθείρων. Τίμημα θάνατος». 
Βέβαια τους κατήγορους ενόχλησε ο λόγος του φιλοσόφου που λειτουργούσε ως αλογόμυγα στις συντηρητικές και κοιμισμένες συνειδήσεις των Αθηναίων. Παρόμοιους λόγους επικαλέστηκαν και οι εχθροί του Χριστού που στο πρόσωπο του διέβλεψαν τον κίνδυνο της αποκάλυψης της υποκρισίας τους και του ψευδούς προσωπείου τους. 
Φοβήθηκαν έναν ξυλουργό που μέσα από την απλότητα και το κήρυγμα της αγάπης αναδομούσε το αξιακό σύστημα και τους ηθικούς κώδικες της κοινωνίας. Το κατηγορητήριο θεμελιώθηκε πάνω στη φράση του Χριστού «λύσατε τον ναόν τούτον και εν τρισίν ημέρας εγερώ αυτόν». Επειδή, όμως, αυτό δεν αρκούσε ως κατηγορία, τότε εφεύραν τη ρήση του Χριστού που τον εμφάνιζε ως
«υιόν Θεού» συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού; λέγει αυτώ ο Ιησούς. Συ είπας…», ενώ ο όχλος κατευθυνόμενος από τους επιτήδειους έκραζε: «Ημείς νόμον έχομεν και κατά νόμον ημών οφείλει αποθανείν, ότι θεού υιόν εαυτόν εποίησε». Το αποτέλεσμα της δίκης γνωστό: «Ένοχος θανάτου εστί» (Ματθαίου ΚΣΤ, 67). Βέβαια, η αιτία ήταν διαφορετική, όπως και της καταδίκης του Σωκράτη. Ο φόβος και η ανασφάλεια απέναντι στον εμπρηστή του Φαρισαϊσμού. «…Τι ποιούμεν, ότι ούτος ο άνθρωπος πολλά σημεία ποιεί;…. ότι συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απόληται» (Ιωάννη ΙΑ’, 48-50). 
Ωστόσο θύμα της μισαλλοδοξίας και της απουσίας θρησκευτικής ανεκτικότητας έπεσε και ο Ινδός ηγέτης Γκάντι.
Έχασε τη ζωή του από έναν ομόθρησκό του Ινδουιστή, που δεν συγχωρούσε την αναγνώριση των δικαιωμάτων προς τους μουσουλμάνουν. Ο φανατικός ομόθρησκός του Ναθουράμ Γκόντσε πυροβολώντας τον Γκάντι πυροβολούσε την πολιτική του θρησκευτικού κατευνασμού και της μη – βίας. Ο Γκάντι υπήρξε το θύμα ενός μέσου (ΒΙΑ) που το απέρριπτε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ως μέσο επίτευξης πολιτικών στόχων. Ο Σωκράτης και ο Χριστός μπορούσαν να αποφύγουν το θάνατο. Ωστόσο έμειναν πιστοί σε αυτά που δίδασκαν. Υπήρξαν δάσκαλοι με τη ριζική έννοια του όρου. Ο Γκάντι, αν και απέφυγε το θάνατο από τους Άγγλους κατακτητές, έπεσε θύμα ενός ομογενούς – ομόθρησκου στο όνομα της εθνικής και θρησκευτικής καθαρότητας. Αν μπορούσε να αποφύγει τη βία ή την αντι- βία του δολοφόνου του, είναι ένα θεωρητικό πρόβλημα. Ωστόσο πριν δεχτεί τη σφαίρα του Ινδού εθνικιστή είπε «Μερικές φορές μπορεί να χρειαστεί να υποστείς την οργή του αντιπάλου. Με τον τρόπο αυτό θα αποδεχθείς τις επιθέσεις από τον αντίπαλο, ποτέ όμως δε θα προβείς σε αντίποινα». 
γ. Η αμφισβήτηση του Νίτσε 
Ο βίαιος θάνατος είναι η κοινή μοίρα όλων των μεγάλων που τόλμησαν να συγκρουστούν με παραδοσιακές αντιλήψεις και απολιθωμένες ιδεολογίες. Ωστόσο η νίκη στο τέλος τους στεφανώνει με αθάνατη δόξα. «Πρώτα θα σε αγνοήσουν , μετά θα γελάσουν με σένα, μετά θα σε πολεμήσουν, και τότε κέρδισες» (Γκάντι). Ο Σωκράτης, ο Χριστός και ο Γκάντι εμπλούτισαν την ανθρωπότητα με εκείνα τα στοιχεία που είναι συμβατά με θετικές αξίες, όπως: αγάπη, ανεκτικότητα, ειρήνη, συγχώρηση, ανθρωπιά, ηθική…. Αν και έζησαν σε διαφορετικές εποχές και βάδισαν σε ξεχωριστές διαδρομές, ωστόσο κάπου νοητά συναντήθηκαν. 
Πολεμήθηκαν σφοδρά όσο ζούσαν (γι’ αυτό και θανατώθηκαν) αλλά και μετά το θάνατό τους. Ιδιαίτερα αντικείμενο σφοδρής κριτικής αποτέλεσαν ο Σωκράτης και ο Ιησούς στο βαθμό που η διδασκαλία τους στόχευε στην υπεράσπιση των αδυνάτων. Κύριος εκφραστής αυτής της πολεμικής ο Νίτσε, ο υπέρμαχος της δύναμης, ως βασικού στοιχείου που πυροδοτεί τις διαδικασίες για την εξέλιξη και τον πολιτισμό. Κατηγόρησε σφοδρά και τους δυο για την ακατάσχετη ηθικολογία τους. Κηρύσσοντας τη «θέληση για δύναμη» πίστευε ότι θα απελευθέρωνε το δημιουργικό στοιχείο του ανθρώπινου είδους και ο πολιτισμός θα αποκτούσε άλλη ταχύτητα. Θεωρούσε πως οι άξιοι, δημιουργικοί και οι φυσικοί ηγέτες πρέπει να αισθάνονται ελεύθεροι και αποκομμένοι από τους «δουλικούς ηθικούς κώδικες». Κάπως έτσι προανήγγειλε τον Υπεράνθρωπό του. («Το λυκόφως των ειδώλων»). 
Η βασική κριτική του Νίτσε στο Σωκράτη και στο Χριστιανισμό συμπυκνώνονται στα παρακάτω: α. «Ο Σωκράτης ήταν ο παλιάτσος που κατάφερε να τον πάρουν στα σοβαρά», 
β. «Οι αδύναμοι και οι αποτυχημένοι πρέπει να εκλείψουν. Είναι η πρώτη αρχή της δικής μας αγάπης για τον άνθρωπο», 
γ. «Οι Χριστιανοί κηρύττουν την υπακοή, μα εγώ κηρύττω τη θέληση του λιονταριού. Η θέληση σπάει τα δεσμά, γιατί το θέλω είναι δημιουργώ. Αυτή είναι η διδασκαλία μου». 
Όποιες, όμως, κι αν ήταν οι φιλοσοφικές, ιδεολογικές, πολιτικές, ηθικές και κοινωνικές αιτιάσεις κατά του ηθικού και κοινωνικού κώδικα αξιών που θεμελίωσαν οι Σωκράτης, Χριστός και Γκάντι, δεν στάθηκαν ικανές να αποδομήσουν το αξιακό οικοδόμημα των τριών μεγάλων ανδρών. Το έργο τους εξακολουθεί να φωτίζει, να εμπνέει, να προβληματίζει και να προκαλεί αμφισβητήσεις. Έζησαν λιτά και δεν επιδίωξαν τον πλούτο. Δίδαξαν τη σεμνότητα και την αληλοκατανόηση και στιγμάτισαν την έπαρση και το φαρισαϊσμό. Λοιδορήθηκαν, θανατώθηκαν αλλά το έργο τους εξακολουθεί να ζει. Παραμένουν ακόμη ενοχλητικοί γιατί οι εχθροί τους πέτυχαν να τους θανατώσουν, όχι όμως και να τους βλάψουν. «Εμέ δε Άνυτος και Μέλητος αποκτείναι μεν δύνανται, βλάψαι δε ου» (Σωκράτης). Πηγή: pagasitikosnews.com
Ένα ακόμη άρθρο του Ηλία Γιαννακόπουλου.