Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

30.1.21

ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ο Πέπος συναντάει τον Πατροκοσμά και μαθαίνει για τους Σαλταδόρους.

Τώρα κατάλαβε ο Πέπος γιατί η Μυρτώ ήταν σαστισμένη όταν της είπε να ξεχάσει την πρόταση που της έκανε και μάλιστα όταν άκουσε την προτροπή του να επιστρέψει στην Αμερική όσο πιο σύντομα γίνεται γιατί εκεί είναι η θέση της, απορούσε προφανώς από αυτά που τις έλεγε ο Πέπος γιατί στην ουσία ήταν σαν να απαντούσε στο περιεχόμενο του γράμματος της, πως ήταν όμως δυνατόν να γνώριζε το περιεχόμενο; Τώρα του λύθηκε η απορία του Πέπου, είχε δίκιο η Μυρτώ, ποιος ξέρει τι μπορεί να έβαλε στο μυαλό της, που να το φανταζόταν πως της έδινε την ίδια απάντησε που θα της έδινε αν είχε διαβάσει το γράμμα; Η αλήθεια ήταν πως αυτό έγινε γιατί αυτό έλεγε η λογική, δεν χρειαζόταν να διαβάσει το γράμμα. Ίσως να ήταν η διαίσθησή του, ή, η άτακτη φωνούλα που έλεγε και Τερψιχόρη. Ήταν αρκετά ώριμος παρά το νεαρό της ηλικίας του, υπήρχε βέβαια μια διαφορά, τα τότε παιδιά των 23 ήταν πιο ώριμα από τα σημερινά παιδιά, εκείνα τα παιδιά τα είχε κάνει η ανάγκη να ωριμάσουν γρήγορα. Η ανάγκη έλεγε ο Πατροκοσμάς ο Πλακιώτης είναι η δημιουργός αιτία πολλών πραγμάτων, είχε δίκιο. Ήταν ώρα να τον επισκεφτεί ώστε να ζητήσει τη γνώμη του. Σε μισή ώρα βρισκόταν στο σπίτι του Πατροκοσμά στην οδό Βάκχου 12, τον βρήκε στην αυλή λες και τον περίμενε. Τον εξέπληξε όταν τον άκουσε να του λέει, πότε έφυγε; Ο ίδιος δεν του είχε αναφέρει κάτι κι αυτό τον παραξένεψε αλλά κατάλαβε πως ο Πατροκοσμάς είχε προφανώς πληροφορηθεί από τον πατέρα του Πέπου κάποια πράγματα. Του εξήγησε το τι είχε συμβεί με την Μυρτώ και άκουσε τον σοφό γέροντα να τον συγχαίρει για την απόφαση που είχε πάρει. Του είπε μάλιστα το εξής συγκινητικό,

Σπύρο παιδί μου είμαι περήφανος για σένα, κράτησέ την στην ψυχή σου και στην καρδιά σου, υπάρχουν στιγμές στη ζωή μας που πρέπει να πούμε ένα μεγάλο Ναι ή ένα μεγάλο Όχι κι αυτό το Ναι ή το Όχι καθορίζει τον χαρακτήρα μας και σηματοδοτεί την μετέπειτα πορεία μας, εσύ αυτή τη φορά είπες το πιο λογικό και συγκινητικό Όχι. 

Επ' ευκαιρία κάθισε να σου μιλήσω κι εγώ για ένα δικό μου Όχι που είχα πει όταν βρισκόμουνα στην δική σου ηλικία. Θυμάσαι που με είχες ρωτήσει γιατί δεν νυμφεύθηκα; Τώρα θα σου ανοίξω την καρδιά μου, η αιτία ήταν ένα δικό μου Όχι στην περίοδο της κατοχής, όπως σου έχω πει εκείνη τη δύσκολη περίοδο ανήκα κι εγώ στους σαλταδόρους, και τώρα λίγα λόγια για τους σαλταδόρους...  ''Με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1941, η πείνα ξέσπασε απότομα και με σφοδρότητα. Οι κατακτητές καταλήστεψαν αποθήκες, καταστήματα και αγροτική παραγωγή. Στη συνέχεια πουλούσαν τα προϊόντα στους συνεργάτες τους, τους μαυραγορίτες. Και οι μαυραγορίτες τα πουλούσαν σε αστρονομικές τιμές. Σπίτια, κοσμήματα, έργα τέχνης και κειμήλια άρχισαν να περνάνε στα χέρια των άθλιων μαυραγοριτών, για έναν ντενεκέ λάδι ή ένα σακί αλεύρι! Λόγω του πληθωρισμού το χρήμα δεν είχε καμία αξία. Το λάδι και το αλεύρι ήταν σαν νόμισμα. Η αξία των πραγμάτων που πουλούσαν οι άνθρωποι για να γλιτώσουν από την πείνα, καθοριζόταν σε ποσότητα λαδιού και αλευριού. Ενώ η επαρχία κουτσά-στραβά τα βόλευε, τα μεγάλα αστικά κέντρα, και ιδιαίτερα η Αθήνα, δοκιμάστηκαν σκληρά. Ένα δέμα από την επαρχία αποτελούσε ανεκτίμητο δώρο. Τον φοβερό χειμώνα του ’41-’42 η πείνα έγινε λιμός και ο θάνατος στα πεζοδρόμια της Αθήνας ήταν καθημερινό φαινόμενο. Μάζευαν τα πτώματα με το κάρο του δήμου. Οι πλούσιοι πείναγαν και οι φτωχοί πέθαιναν από την πείνα. Το ψωμί μοιραζόταν με το δελτίο. Οι φτωχοί δεν είχαν χρήματα για το δελτίο.

Ο Μάνος Ιωαννίδης από τον Βύρωνα καταθέτει μια συγκλονιστική μαρτυρία: Ένας νέος αδύνατος σαν σκελετός στεκόταν έξω από τον φούρνο και ζητούσε απ’ αυτούς που έβγαιναν να του δώσουν ένα κομματάκι από το ψωμί τους. Τι να του δώσουν, που η ποσότητα ήταν υπολογισμένη με το δράμι! Πάνω στην απόγνωσή του άρπαξε το ψωμί μιας γριάς. Οι άνθρωποι τον κυνήγησαν και όταν εκείνος έπεσε κάτω εξαντλημένος, άρχισαν να τον χτυπούν. Ο νέος δεν νοιαζόταν για τα χτυπήματα, αλλά πώς θα φάει ψωμί. Έτρωγε ξύλο και ψωμί συγχρόνως. 
Οι σαλταδόροι της Κατοχής
Οι σαλταδόροι ήταν παιδιά και νέοι, ηλικίας 10 με 15 χρόνων, από προσφυγικούς συνοικισμούς και φτωχογειτονιές, χωρίς στηρίγματα στη ζωή. Η πείνα τα ανάγκασε να βγουν στους δρόμους, για ν’ αναζητήσουν τα στοιχειώδη για την επιβίωση. Οργανώθηκαν σε παρέες και δούλευαν σε μικρές ομάδες. Την ώρα που περνούσε κάποιο γερμανικό καμιόνι από κάποιο σημείο όπου έκοβε ταχύτητα (ανηφόρα, στροφή, γραμμές του τραμ), ο ένας σάλταρε πάνω και άρχιζε αμέσως να ρίχνει στον δρόμο ό,τι έβρισκε μπροστά του: κουραμάνες, κονσέρβες, μπιτόνια, σακιά, κιβώτια, ρεζέρβες, όπλα, χάρτες. Οι άλλοι έτρεχαν πίσω από το καμιόνι και τα μάζευαν. Ύστερα ο αρχισαλταδόρος πηδούσε από το φορτηγό και όλοι έσπευδαν να εξαφανιστούν σκορπίζοντας σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Λέγεται ότι, οι σαλταδόροι, ήταν παράτολμοι νεαροί μάγκες, που πήδαγαν στα γερμανικά αυτοκίνητα για να κλέψουν τρόφιμα ή άλλα αγαθά (βενζίνες, ρεζέρβες κ.α).Πηγή: iefimerida, WordPress.  Ένας παλιός σαλταδόρος ήταν και ο Πατροκοσμάς''.

Σαλτάραμε στα γερμανικά φορτηγά και παίρναμε ό,τι μπορούσαμε, από τρόφιμα έως και τα λάστιχα από τα φορτηγά τους. Σε μία τέτοια επιχείρηση αρπαγής τροφίμων πέσαμε σε ενέδρα των Γερμανών, μαζί μου ήταν και η Κλειώ μια 17χρονη γειτονοπούλα αδερφή της κοπέλας που είχα δεσμό, η οποία στην προσπάθεια διαφυγής δεν τα κατάφερε γιατί δέχθηκε τα πυρά των Γερμανών. Εγώ ένιωθα υπεύθυνος για τον θάνατο της και μετά από αυτό το συμβάν δεν μπόρεσα να συνεχίσω να βλέπω την αδερφή της που είχαμε κανονίσει να παντρευτούμε κι έτσι μια μέρα πήγα στους γονείς της και είπα κι εγώ το μεγάλο Όχι στην κοπέλα που αγαπούσα γιατί θεωρούσα τεράστια την ευθύνη που είχα για τον θάνατο της αδερφής της. Ακόμα και σήμερα Σπύρο παιδί μου δεν μπορώ να απαλλαγώ από εκείνη την εικόνα όπου η Κλειώ αιμόφυρτη μου φώναζε φύγε Κοσμά, φύγε και ξεψύχησε. Δεν έφυγα, κρύφτηκα και με ένα βαρύ σίδερο κατάφερα ένα θανατηφόρο χτύπημα στον Γερμανό που είχε πυροβολήσει την Κλειώ. Ευτυχώς που είπα εκείνο το Όχι γιατί η αδερφή της είχε καλή τύχη στην πορεία, παντρεύτηκε και απέκτησαν 4 παιδιά. Την έχω πάντα στην καρδιά μου αλλά δεν έχω μετανιώσει για εκείνο το Όχι γιατί αν είχαμε παντρευτεί πως θα μπορούσα να την αντικρίζω κάθε μέρα αφού θα μου θύμιζε την δίδυμη αδερφή της; 
Ναι Σπύρο παιδί μου ήταν δίδυμες.. Αποχαιρέτησε τον Πατροκοσμά αφού τον ευχαρίστησε που του άνοιξε την καρδιά του. Είχε δίκιο, ένα Ναι ή ένα Όχι σε πολλές περιπτώσεις καθορίζει την πορεία μας στη ζωή, το θέμα είναι να έχεις την συνείδηση σου καθαρή πως αυτό που είπες ήταν το σωστό, ή τουλάχιστον αυτό που ο καθένας θεωρεί σωστό γιατί το σωστό για μας μπορεί να είναι λάθος για κάποιους άλλους. Φίλες και φίλοι φθάνουμε προς το τέλος αυτής της συγκλονιστικής ιστορίας, έως τότε σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.