Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

1.3.16

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΛΟΓ ΖΑΝ ΝΤ' ΑΡΚ ΝΤΑΚΟΥΛΑ

ΑΡΧΑΙΑ ΙΑΠΩΝΙΑ από 600-1.300 μ.χ.

 Η ΙΣΤΟΡΙΑ  ΤΗΣ ΙΑΠΩΝΙΑΣ (ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΑΝΑΤΕΛΟΝΤΟΣ ΗΛΙΟΥ) από την πολιτισμική όσμωση του 6ου. μ.Χ.αιώνα έως και την απόκρουση της Μογγόλικης απειλήςστα τέλη του 13ου μ.Χ αιώνα
      Σταχυολόγηση σημαντικών Ιστορικών στιγμών από: 600-800 μ.Χ 
  • Στα τέλη του 6ου αιώνα οι Ιάπωνες ασπάζονται το βουδισμό
Το 752 μ.Χ εγκαινιάζουν ναό με τεράστιο άγαλμα του Βούδα σε μια τελετή που συμβολικά εντάσσει τη χώρα στον πολιτισμένο κόσμο. 
Σε σχετικά σύντομο διάστημα η Ιαπωνία περνά από την πρωτόγονη κατάσταση σε ένα στάδιο αναπτυγμένου πολιτισμού, αφομοιώνοντας στοιχεία των αναπτυγμένων λαών. 
Τα Ιαπωνικά νησιά κατοικήθηκαν τουλάχιστον από το 10.000 π.Χ αλλά ο πρώτος πολιτισμός εμφανίστηκε το 8.000 π.Χ. Οι Τζομόν ζούσαν στη λίθινη εποχή και επιβίωναν από το κυνήγι, το ψάρεμα και τη συλλογή κοχυλιών, ενώ είχαν εξημερώσει το σκύλο. Πιθανόν ο πολιτισμός των Τζομόν συνέπεσε με την άφιξη των Αϊνού που κατέλυσαν στο Χοκάιντο. Και οι 2 λαοί ήταν άγνωστης προέλευσης. Οι επόμενοι μετανάστες ήταν σχεδόν σίγουρα μογγολικής καταγωγής και απ’ το 300 π.Χ ο πολιτισμός των Γιαγιόι αντικαθιστά αυτόν των Τζομόν. Οι Γιαγιόι ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι γεωργοί που γνώριζαν την κατεργασία του σιδήρου και χρησιμοποιούσαν τον κεραμικό τροχό. Στα μέσα του 3ου αιών διενεργούσαν ανταλλαγές προϊόντων με την Ασιατική ήπειρο και οι ταξικές διακρίσεις ήταν ήδη έντονες.
Το 300 μ.Χ ο πολιτισμός των Γιαγιόι παραχωρεί τη θέση του στο λεγόμενο πολιτισμό των Τύμβων. 
Κατά τον 3ο αιώνα μια φυλή που είχε ως προστάτιδα τη θεά του ήλιου Αματεράσου μετανάστευσε από την Κυοσού στη Χονσού, στην πεδιάδα Γιαμάτο (κοντά στη σημερινή Οσάκα. Εκεί με τη δύναμη των όπλων ή με συμμαχίες με άλλα σημαντικά γένη, επέκτειναν βαθμιαία την κυριαρχία τους στη δυτική Ιαπωνία και ίδρυσαν αυτοκρατορία υπό τη δυναστεία της γενιάς του ήλιου που βασίλευσε χωρίς διακοπή ως τις μέρες μας. 
Η βασιλική οικογένεια συνδέθηκε με τον Σιντοϊσμό, στον οποίο ο θάνατος ήταν εστία μόλυνσης. Ο βασιλιάς είχε θεϊκή καταγωγή αλλά όχι και απόλυτη εξουσία. Ήταν ο 1ος μεταξύ ίσων απειθάρχητων φύλαρχων. 
Οι φύλαρχοι ασκούσαν εξουσία σε ομάδες που ονομάζονταν Ούτζι και ήταν αυτάρκεις κοινότητες. Στην προσπάθεια δημιουργίας πιο συγκεντρωτικής εξουσίας προβάλει το συμβούλιο του κράτους που συμμετείχαν οι πιο δυνατοί αρχηγοί Ούτζι. 
Συχνά ανταγωνιστικά Ούτζι συγκρούονταν για να επιβάλλουν υποψήφιο αυτοκράτορα της αρεσκείας τους, ενώ συχνές ήταν και οι δολοφονίες αυτοκρατόρων. 
Οι Ιάπωνες αρκετές φορές επενέβαιναν στα εσωτερικά της Κορέας παίρνοντας το μέρος ενός εκ των τριών αντιμαχόμενων βασιλείων. 
Τον 4ο αιώνα υιοθετούν την Κινέζικη γραφή δια μέσου της Κορέας, ενώ ο βουδισμός εισέρχεται στη χώρα με πολλές παλινδρομήσεις. 
Ο αυτοκράτορας Σοτόκου έθεσε τη χώρα σε μια χωρίς προηγούμενο στη παγκόσμια ιστορία, πορεία δανεισμού πολιτιστικών επιτευγμάτων. Ο βουδισμός είχε το προβάδισμα στα θρησκευτικά ζητήματα και ο κομφουκιανισμός στα κοσμικά. 
Το 604 μ.Χ ο διάδοχος Σοτόκου θεσπίζει το σύνταγμα των 17 αρχών που αποτελεί την πρώτη προσπάθεια για εφαρμογή ηθικού κώδικα συμπεριφοράς των υπαλλήλων και τη δημιουργία ιδεολογικής βάσης διακυβέρνησης. 
Το 607 μ.Χ εγκαινιάζει αποστολές από και προς την Κίνα από ανθρώπους της τέχνης και μελετητών του βουδισμού και του κομφουκιανισμού. 
Το 622 μ.Χ ο διάδοχος Σοτόκου πεθαίνει. 
Το 645 μ.Χ δολοφονούνται οι Σόγκα που στην ουσία κυβερνούσαν την Ιαπωνία και ενθρόνιζαν τον αυτοκράτορα της αρεσκείας τους. Έτσι ο πρίγκιπας Νάκα νο Ογιέ γίνεται αυτοκράτορας Τενταί. 
Το 646 μ.Χ ανακηρύσσεται έτος του μεγάλου ανασχηματισμού με πρότυπο για την εξουσία το σύστημα της δυναστείας Τανγκ στην Κίνα. 
Επίσης σχηματίζεται κεντρική κυβέρνηση και αφαιρείται η εξουσία από τα Ούτζι. Η γη παραδίδεται στο στέμμα για να μοιραστεί στους χωρικούς και στους δούλους. Ωστόσο, οι περισσότεροι ευγενείς κράτησαν την ιδιοκτησία τους ενώ οι χωρικοί φορολογήθηκαν τόσο βαριά που κατέληξαν και πάλι δουλοπάροικοι. 
Το 702 μ.Χ θεσπίζεται ο κώδικας Ταϊχό αποτελούμενος από 2 μέρη: 1ον Διοικητικούς θεσμούς. 2ον Ποινικό κώδικα, συντάχθηκε με βάση τα κινέζικα πρότυπα. Αλλά αντίθετα από την Κίνα στους διοικητικούς κλάδους, προτεραιότητα είχε η υπηρεσία στη θρησκεία που ασχολούνταν με το σιντοϊσμό και ακολουθούσε η υπηρεσία του κράτους ελεγχόμενη από το μεγάλο συμβούλιο. 
Η Ιαπωνία διαιρέθηκε σε επαρχίες, διαμερίσματα, χωριά και καλύβες, ενώ η διοίκηση στελεχώθηκε με κριτήριο την καταγωγή κι όχι αξιοκρατικά. 
Στον ποινικό κώδικα οι ποινές ήταν: 1. Ραβδισμός, 2. Καταναγκαστικά έργα (1-3 έτη), 3. εξορία, 4. Θάνατος. 
Η Νάρα υπήρξε η πρώτη πραγματική πόλη και σχεδιάστηκε σαν μικρό αντίγραφο της πρωτεύουσας Τσανγκαν των Τανγκ. Στην εποχή της βουδισμός και σιντοϊσμός συνυπάρχουν αρμονικά και ακμάζουν αμφότεροι. Γίνονται πρόοδοι σε τέχνες και φιλολογία, γλυπτική, ζωγραφική, ποίηση. Ειδικά στην ποίηση το 760 μ.Χ εκδόθηκε η ανθολογία Μανγιοσού (συλλογή 10.000 φύλλων) με 4.500 ποιήματα στα οποία αντανακλώνται όλες οι τάξεις της χώρας. 
Θέση της Νάρα στην Ιαπωνία 
Ωστόσο, ενώ η Νάρα ευημερεί, οι αγρότες υποφέρουν και η θέση τους επιδεινώνεται όταν ο βουδιστικός κλήρος εξαιρείται από τη φορολογία. Ο βουδιστικός κλήρος αυξάνει τον πλούτο του και τη δύναμή του για εξουσία. 
Το 784 μ.Χ η Νάρα παύει να είναι η πρωτεύουσα λόγω του φόβου της άρχουσας τάξης για την αυξανόμενη δύναμη του βουδιστικού κλήρου και η πρωτεύουσα μεταφέρεται στο Κιότο για την επόμενη χιλιετία.
Κάποια συμπεράσματα:
Στην Ιαπωνία οι επιρροές από τον κινέζικο πολιτισμό είναι παραπάνω από εμφανείς σε όλα τα επίπεδα. Το αλφάβητο αποτελεί κινέζικο δάνειο. Επίσης η θρησκεία του βουδισμού εισάγεται και συνυπάρχει αρμονικά με το Σιντοϊσμό, αλλά ακόμα και στο σύστημα διακυβέρνησης πρότυπο αποτελεί ο κομφουκιανισμός. Όλα αυτά όμως αφομοιώθηκαν από τους Ιάπωνες βάζοντας πάντα και τη δική τους σφραγίδα. 
Στα επιτεύγματα της χώρας ανήκουν το σύνταγμα των 17 αρχών του διάδοχου Σουτόκου και ο κώδικα Ταϊχό που περιλαμβάνει τη διοικητικούς θεσμούς και ποινικό κώδικα.
Σταχυολόγηση σημαντικών Ιστορικών στιγμών από:  800-1.000 μ.Χ
Η νησιώτικη απομόνωση της Ιαπωνίας συνέβαλε στην ειρήνη και στην ιδιαιτερότητα της πολιτιστικής εξέλιξης. Σε καιρούς βαρβαρότητας στην Ασιατική ήπειρο, η Ιαπωνία ήταν ένα ειρηνικό και ευγενικό βασίλειο. Επιπλέον απεξαρτάται από τις ξένες επιρροές και διαμορφώνει τη δική της μορφή πολιτισμού.
Οι αιώνες μεταξύ 800-1200 μ.Χ αποτελούν περίοδο μεγάλων επιτευγμάτων. 
Από τον 9ο αιώνα οι επαφές με την Κίνα περιορίζονται. Η Ιαπωνία απαλλάσσεται σταδιακά από τις κινέζικες πολιτικές δομές για να υιοθετήσει το δικό της σύστημα. Η αριστοκρατία της γης μαζί με μια τάξη επαρχιακών πολεμικών αρχόντων κυριάρχησαν πάνω στην αυτοκρατορία, για να περιορίσουν την επιρροή του καθεστώτος στην πρωτεύουσα. 
Μεταξύ των πολιτιστικών επιτευγμάτων συγκαταλέγονται: η ξεχωριστή αισθητική, νέοι τρόποι έκφρασης στην δική της γλώσσα, ανάπτυξη της φιλολογίας και των τεχνών και η συγχώνευση του βουδισμού με το σιντοϊσμό.
Το 793 μ.Χ υπό τον αυτοκράτορα Καμού η πρωτεύουσα μεταφέρεται στο Χεϊάν Κύο (σημερινό Κιότο), που αποτελεί αριστούργημα  αρχιτεκτονικής. 
Στην διοίκηση υπήρχε το μεγάλο συμβούλιο του κράτους, που συμπεριλάμβανε πρωθυπουργό, υπουργούς και συμβούλους τριών βαθμίδων. 
Αργότερα η οικογένεια Φουτζιμάρα αποκτά μεγάλη δύναμη κι ο ρόλος του συμβουλίου περιορίζεται. Δημιουργούνται τα αξιώματα του αντιβασιλέα και του καγκελάριου που ήταν κληρονομικά. Σε αντίθεση με την Κίνα τα αξιώματα αποκτιούνταν με κριτήριο την καταγωγή και όχι αξιοκρατικά.
Η διακυβέρνηση του Καμού υπήρξε αυταρχική. Περιόρισε την κοσμική εξουσία των βουδιστών και φρόντισε για την αύξηση των εσόδων του κράτους. 
Στα τέλη του 8ου αιώνα υποτάσσει την ανεξάρτητη φυλή των Αινού. 
Ο γιος του Καμού, Σάγκα ιδρύει την αυτοκρατορική αστυνομία, αλλά κατόπιν παραιτείται. Γενικά 19 από τους 30 διαδόχους του Καμού παραιτήθηκαν εθελοντικά από το θρόνο λόγω των βαριών ευθυνών. 
Στην πραγματικότητα, η οικογένεια Φουτζιμάρα ήταν η ισχυρότερη και πλουσιότερη της χώρας και ασκούσε την εξουσία, προμηθεύοντας τους αυτοκράτορες με συζύγους και παλλακίδες. Σταδιακά όλη η αυτοκρατορική γη πέρασε στα χέρια των γαιοκτημόνων. 
Στην ύπαιθρο δεν έλειπαν οι ληστείες και οι εξεγέρσεις. Οι συνηθισμένες ποινές για τους ενόχους ήταν ραβδισμός, καταναγκαστικά έργα, εξορία, θάνατος. Ωστόσο οι εγκληματίες που μετάνιωναν μπορούσαν συνήθως να αποφύγουν την ποινή ζητώντας το έλεος του δικαστηρίου. 
Το 894 μ.Χ οι σχέσεις Ιαπωνίας και Κίνας διακόπηκαν για πέντε αιώνες. 
Το 926 μ.Χ το Ασιατικό βασίλειο Πο Χάι καταλαμβάνεται από τους Χιτάν και διακόπτει τις επαφές του με την Ιαπωνία. 
Από τα μέσα του 11ου αιώνα ο έλεγχος των Φουτζιμάρα πάνω στους αυτοκράτορες εξασθενεί.
Το 1068 μ.Χ ανέρχεται στο θρόνο ο ανεξάρτητος αυτοκράτορας Γκυ Σαντζέ, που προβαίνει στην κατάσχεση κτημάτων. 
Ο γιος του Σιγκαβάρα, ενισχύει ακόμα περισσότερο την αυτοκρατορική εξουσία. Για να το επιτύχει υιοθετεί την άσκηση της εξουσίας από τα παρασκήνια, καθώς γίνεται μοναχός σε μοναστήρι. Επίσης για να απομακρύνει τους Φουτζιμάρα περνά την εξουσία στην πατρική γραμμή. Κατόπιν προσλαμβάνει συμβούλους του γένους Μιναμότο.  
Ωστόσο στα μέσα του 12 αιώνα λήγει η περίοδος των μοναχών αυτοκρατόρων και η εξουσία περνά πάλι στα γένη.
Αξιοσημείωτο είναι πως η ποίηση αποτελούσε μέρος της καθημερινής κοινωνικής ζωής και του τελετουργικού.Οι διασημότερες γυναίκες ποιήτριες υπήρξαν η κυρία την τιμής Σουαγκόν με αρκετά προκλητικό και αισθησιακό ύφος. Όπως και η επίσης κυρία της τιμής, αλλά πιο δειλή στο γράψιμο Μουρασάκι Σικίμπου. Μάλιστα το βιβλίο της Μουρασάκι «Η αφήγηση του Γκέντζι»
θεωρήθηκε από μερικούς λόγιους ως το πρώτο μυθιστόρημα του κόσμου, αλλά και το μεγαλύτερο έργο ολόκληρης της ιαπωνικής λογοτεχνίας.
Στο κοινωνικό επίπεδο, οι αγρότες αποτελούσαν τη μόνη παραγωγική τάξη, αλλά αντιμετωπίζονταν με μεγάλη περιφρόνηση. Την εποχή του Χεϊάν η διάκριση μεταξύ ελευθέρων αγροτών και δούλων είχε εξαφανιστεί και υπήρχαν μόνο δουλοπάροικοι. Οι μάζες γενικά ζούσαν μέσα στην αθλιότητα. 
Οι γυναίκες κατείχαν κατώτερη θέση και ο ρόλος τους ήταν να υπηρετούν τον άντρα, αλλά μπορούσαν να κατέχουν περιουσία. 
Το πανεπιστήμιο της Χεϊάν προπαρασκεύαζε ευγενείς για τις κρατικές θέσεις αλλά αργότερα παρήκμασε και εγκαταλείφθηκε. Οι ευγενείς ίδρυσαν δικές τους ιδιωτικές σχολές.
Ο Σαϊτσό δημιουργεί τη βουδιστική αίρεση Τεντάι που θα εξελιχθεί στην ισχυρότερη και θα προσελκύσει λαϊκές μάζες.. Επίσης ο Κόνκαϊ θα δημιουργήσει την βουδιστική αίρεση Σινγκόν. 
Ο βουδισμός επηρέασε τη Χεϊάν, επιβάλλοντας την καύση των νεκρών, την απαγόρευση της κρεοφαγίας και συχνά αντικατέστησε την ποινή του θανάτου με την εξορία. 
Τον 10 αιώνα η εμφάνιση της λατρείας γύρω από την «άμωμη χώρα» του Βούδα Αμύντα έγινε η πιο δημοφιλής σε όλες τις τάξεις. Καθώς πρέσβευε πως όλοι οι άνθρωποι που έχουν αισθήματα έχουν θέση στον παράδεισο
Ωστόσο την αρμονία ανάμεσα στις θρησκείες διαδέχεται η διαπάλη μεταξύ αιρέσεων που θα δημιουργήσουν πανίσχυρους στρατούς και θα προβούν στη λεηλασία των αντιπάλων τους. 
Μεταξύ των ετών 981-1185 μ.Χ από το όρος Χιέν θα προβούν σε επιθέσεις εναντίον της κυβέρνησης και θα πολιορκούν τα ανάκτορα. 
Από τον 11ο αιώνα αρχίζει η εποχή των φεουδαρχικών Σογκούν που θέτει τέρμα στην ειρήνη και στη γαλήνη της εποχής Χεϊάν.  
Το 1180 μ.Χ το γένος Μιναμότο μετά από πενταετή μάχη εκμηδενίζεται από το αντίπαλο γένος Τάιρα. Οι νικητές επιτρέπουν στον αυτοκράτορα να διατηρήσει το θρόνο του, ενώ ο ηγέτης τους Μιναμότο Γιοριτόμο εγκαθιστά κυβέρνησή σε παραλιακή επαρχία.
Κάποια συμπεράσματα:
Η Ιαπωνία μετά την περίοδο επιρροής και πολιτιστικών δανείων από τον κινέζικο πολιτισμό, εισέρχεται σε περίοδο απομόνωσης. Αυτό έχει σαν συνέπεια την ειρηνική αυτόνομη ανάπτυξή της σε περιόδους που στον υπόλοιπο κόσμο επικρατούσε η βία και οι πόλεμοι. 
Σαν κοινωνία παρουσίαζε τεράστιες αντιθέσεις. Έτσι ενώ η πρωτεύουσα Χεϊάν Κύο ανθεί και οι τέχνες μεγαλουργούν (αρχιτεκτονική, ποίηση κ.λ.π), στην ύπαιθρο οι αγρότες αν και ήταν η ραχοκοκαλιά της χώρας, αντιμετωπίζονταν με περιφρόνηση και επιβίωναν δύσκολασε βαθμό που να μετατραπούν σε δουλοπάροικους. 
Στην κορυφή της ιεραρχίας έχουμε μια διαπάλη μεταξύ αυτοκρατόρων και ισχυρών γενών, όπως οι Φουτζιμάρα, οι Μιναμότο και οι Τάιρα. Επίσης καθοριστικό ρόλο παίζει η θρησκεία κι ενώ από τη μια μεριά συνέβαλε στη μετατροπή της ποινής του θανάτου σε εξορία από την άλλη η δημιουργία αιρέσεων με ιδιωτικούς στρατούς, αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης. Από τον 11ο αιώνα, όταν η αυτοκρατορία παρακμάζει έχουμε την εμφάνιση των φεουδαρχικών Σογκούν.
    Σταχυολόγηση σημαντικών Ιστορικών στιγμών από 1.000-1.300 μ.Χ 
Το 1.185 μ.Χ διαδραματίστηκε η ναυμαχία στο στενό της Τανούρα, μεταξύ των 2 σημαντικότερων γενών της Ιαπωνίας Τάιρα και Μιναμότο, με νίκη των δεύτερων. Το γεγονός επιφέρει την άνοδο μιας νέας οικογένειας στην εξουσία και την ριζική αλλαγή στον τρόπο διακυβέρνησης, το σύστημα αξιών των κυβερνώντων, την κατανομή του πλούτου, ακόμη και τις θρησκευτικές πρακτικές. Η απεριόριστη αυτοκρατορική εξουσία μετατοπίζεται στους πολεμικούς αρχηγούς των επαρχιών και η πολεμική αρετή γίνεται αξία σημαντικότερη της καταγωγής.
Το βασικό αγροτικό προϊόν της Ιαπωνίας είναι το ρύζι, του οποίου η πληθωρική καλλιέργεια βοηθά στην αντιμετώπιση του προβλήματος της μειωμένης αγροτικής γης (μόνο το 1/6 του εδάφους προσφέρονταν για καλλιέργεια). Το ρύζι αποτελεί βάση της οικονομίας και η πλειονότητα του πληθυσμού αποτελεί αυτοσυντηρούμενους αγρότες. Η καλλιεργήσιμη γη είχε χωριστεί σε μεγάλες ιδιοκτησίες, που άνηκαν στην αριστοκρατία, την αυτοκρατορική οικογένεια, τους μεγάλους ναούς και τα μοναστήρια. Οι ιδιοκτήτες γης ζούσαν κατά κανόνα στην πρωτεύουσα Κιότο και έπαιρναν μερίδιο από το ρύζι που παρήγαγαν οι εκτάσεις τους, είτε χρήματα από την πώλησή του. Οι πραγματικοί διαχειριστές αυτών των εκτάσεων ήταν οι ισχυροί τοπικοί άρχοντες – μέλη κάποιου πολεμικού γένους, Τάιρα ή Μιναμότο. Δεν ήταν απλά έμμισθοι διαχειριστές αλλά αναλάμβαναν και την άμυνα της περιοχής, ενώ στις ειρηνικές περιόδους ασκούσαν διοικητικά καθήκοντα, επέβαλαν την τάξη και ήταν υπεύθυνοι για την απονομή δικαιοσύνης. Η δύναμη και η εξουσία τους ήταν τελικά πολύ μεγαλύτερη από αυτή των τυπικών ιδιοκτητών.
Οι πρόγονοι του τελευταίου αυτοκράτορα Αντόκου, που σκοτώθηκε στη ναυμαχία της Νταννούρα (σε ηλικία 7 ετών), είχαν κυβερνήσει τη χώρα για 1.000 έτη. Τα τελευταία 400 απ’ αυτά, στην περίοδο Χεϊάν, η Αυλή και οι μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες είχαν έδρα το Κιότο. 
Τον 12ο αιώνα η αριστοκρατία κατέληξε βαθμιαία να εξαρτάται από τα 2 πανίσχυρα γένη, Τάιρα και Μιναμότο. Στην πρωτεύουσα είχαν καθήκον να προστατεύουν τον αυτοκράτορα και να επιβάλλουν ειρήνη. Στην ύπαιθρο να καταπνίγουν τις τοπικές εξεγέρσεις και να προστατεύουν τις μεγάλες γαιοκτησίες.
Η αριστοκρατία προσέβλεπε για την προστασία της στους πολεμιστές τους οποίους αντιμετώπιζε με περιφρόνηση. Ωστόσο, πριν το τέλος του αιώνα η εξουσία «γλίστρησε» βαθμιαία στα χέρια των πολεμιστών.
Ήδη στα μέσα του 12 αιώνα, ο αυτοκράτορας είχε γίνει συμβολική μάλλον μορφή. Είχε γίνει κανόνας να παραιτείται όποιος μονάρχης ήθελε να παίξει ενεργό πολιτικό ρόλο και να κινεί τα νήματα από τα παρασκήνια. Όμως η συνύπαρξη με το συνήθως νεαρής ηλικίας διάδοχο, συχνά οδηγούσε σε συγκρούσεις ανάμεσα στις διάφορες φατρίες της Αυλής για την πραγματική εξουσία, ανάμεσα σε παλιό και νέο αυτοκράτορα.
Δίπλα στους πόλους εξουσίας αναπτύχθηκε μια πανίσχυρη και δυσκίνητη γραφειοκρατία. Οι πιο σημαντικές θέσεις μεταβιβάζονταν από πατέρα σε γιο και οι προαγωγές εξαρτιόνταν κυρίως από την ύπαρξη ισχυρών προστατών. Η ζωή αυτής της αυστηρά κυριαρχικής γραφειοκρατίας ρυθμίζονταν από ένα αυστηρό και άκαμπτο πρωτόκολλο που καθόριζε σχεδόν τα πάντα. 
Στα πνευματικά ζητήματα, οι Ιάπωνες ήταν πάντα ελαστικοί και ανεκτικοί. Ο βουδισμός διαδόθηκε από την Ινδία μέσω της Κίνας και έγινε επίσημη θρησκεία τον 8ο αιώνα, χωρίς όμως ποτέ να αντιμετωπιστεί ως η μοναδική αυθεντική θρησκεία. Η συνύπαρξη με το σιντοϊσμό υπήρξε πάντοτε αρμονική, ενώ απήχηση είχε και ο ηθικός κώδικας του κομφουκιανισμού. Ωστόσο, οι βουδιστικοί ναοί κυριαρχούσαν στο θρησκευτικό κατεστημένο. Οι ηγούμενοι συμμετείχαν ενεργά στην πολιτική ζωή, οι μοναχοί και οι μοναχές ήταν συνήθως ευγενείς – ακόμη και αυτοκράτορες – ενώ τα μεγάλα κτήματα τους εξασφάλιζαν άφθονο πλούτο. Παράλληλα είχαν ιδιωτικούς στρατούς από πολεμιστές – μοναχούς. Αυτοί οι στρατοί όταν θίγονταν τα συμφέροντα του μοναστηριού δεν δίσταζαν να βαδίσουν εναντίον της πρωτεύουσας, να συγκρουστούν με τον τακτικό στρατό ή να επιτεθούν στους μοναχούς άλλου θρησκευτικού ιδρύματος.
Με την απώλεια του ελέγχου της χώρας απ’ την Αυλή, οι χωρίς πόρους στρατιώτες επιδίδονταν σε ληστείες και οι ακτές ήταν γεμάτες πειρατές. Στην ύπαιθρο κυριαρχούσαν οι ισχυροί τοπικοί άρχοντες, που ενδιαφέρονταν περισσότερο για τη συγκέντρωση κύρους και πλούτου παρά για την εκτέλεση των δημόσιων καθηκόντων τους. Επίσης ισχυρίζονταν ότι είχαν πριγκιπική καταγωγή. Πολλοί απ’ αυτούς τους πρώην ευγενείς – ανάμεσα τους πολλοί Τάιρα και Μιναμότο – επέλεγαν το στρατιωτικό επάγγελμα και γίνονταν σαμουράι, δηλαδή πολεμιστές που ζούσαν με έναν κώδικα συμπεριφοράς βασισμένο στην πειθαρχία, την αυτοθυσία και το θάρρος.
Για ένα διάστημα τα 2 ισχυρά γένη συνυπήρχαν ανταγωνιστικά, επιδιώκοντας την προστασία της Αυλής, αλλά μια σειρά από σύντομες πλην όμως ιδιαίτερα βίαιες συγκρούσεις τους έκαναν εχθρούς. Στην δεκαετία του 1150 μ.Χ η Αυλή είχε διαιρεθεί σε δύο εχθρικά στρατόπεδα. Οι Τάιρα επικράτησαν συντρίβοντας τους Μιναμότο, σε βαθμό που πίστευαν ότι δε θα ξανασήκωναν κεφάλι. Κατόπιν οι Τάιρα εγκαταστάθηκαν στο Κιότο ως κύριοι, διορίζοντας στις βασικές θέσεις συγγενείς και στέλνοντας οπαδούς τους να διοικήσουν τις επαρχίες.
Όμως, οι Μιναμότο ανασυγκροτούνται από τον Μιναμότο Γιοριτόμο, στις επαρχίες της ανατολικής Ιαπωνίας. Το 1.180 μ.Χ βαδίζουν εναντίον των Τάιρα κι όταν συντρίβονται ο Γιοριτόμο καταφέρνει να διαφύγει στη χερσόνησο Άπυα. Εκεί δημιουργεί βάση και προχωράει σε ανασυγκρότηση, αποκαθιστά επαφές με παλιούς οπαδούς των Μιναμότο και κερδίζει την υποστήριξη των αντιπάλων των Τάιρα. Κατόπιν, επιλέγει την πόλη Καμακούρα, που βρίσκεται εκτός εμβέλειας των Τάιρα, 480 χλμ από το Κιότο, και το 1.180 μ.Χ μπαίνει στην πόλη με 27.000 άντρες. Οι πολεμικοί αρχηγοί που συντάχθηκαν μαζί του το έκαναν μάλλον από συμφέρον. Πριν το τέλος του 1.180 μ.Χ νικά μια δύναμη των Τάιρα και προχωρά σε συμφιλίωση παλιών ανταγωνιστών. Για να εξασφαλίσει την πίστη και να επιβάλει την τάξη ανάμεσα στους οπαδούς του, συγκροτεί τη στρατιωτική υπηρεσία σαμουράι – ντοκόρο (υπηρεσία πολεμιστών).
Μεταξύ 1.181-1.183 μ.Χ συγκροτεί βαθμιαία τη διοίκηση της Καμακούρα και σταθεροποιεί τον έλεγχο των Μιναμότο στις ανατολικές επαρχίες. Ταυτόχρονα κερδίζει ολοένα και περισσότερο την υποστήριξη των ευγενών του Κιότο, που επιθυμούν να απαλλαγούν από τους Τάιρα. Όταν αποκτά την υποστήριξη της Αυλής προτείνει τη διαίρεση της αστυνόμευσης της Ιαπωνίας, με τους Τάιρα ως προστάτες της Δύσης και τους Μιναμότο προστάτες της Ανατολής. Η Αυλή δέχεται την πρόταση αλλά οι Τάιρα την απορρίπτουν.
Στο τέλος του 1.183 μ.Χ οι Τάιρα αντιλαμβανόμενοι την αυξανόμενη υποστήριξη προς τους Μιναμότο εγκαταλείπουν μαζικά το Κιότο προς τα δυτικά οχυρά τους, παίρνοντας μαζί τους τον ανήλικο αυτοκράτορα Αντόκου και τα αυτοκρατορικά εμβλήματα. Κατόπιν ο τέως αυτοκράτορας Γκι-Σάρακα τους κηρύσσει παράνομους και καλεί το Γιοριτόμο να τους καταδιώξει. Ο αδελφός του Γιοριτόμο, Γιοσιτσούνα, τους συντρίβει στη ναυμαχία της Ντανούρα.
Μετά το γεγονός αυτό, στο Γιοριτόμο δόθηκε η ανώτατη εξουσία των ενόπλων δυνάμεων και του χορηγούνται εξουσίες για την εδραίωση και τη διατήρηση της ειρήνης. Έτσι η χώρα τίθεται υπό τον έλεγχο στρατιωτικής ολιγαρχίας. Ο Γιοριτόμο εκτιμά τη μόρφωση και προσλαμβάνει πολλούς από τους καλύτερους αυλικούς αξιωματούχους στο επιτελείο του στην Καμακούρα. Εφαρμόζει τις παραδόσεις και φημίζεται για την ευθυκρισία και τη δικαιοσύνη του. Επεκτείνει τους αποδοτικούς διοικητικούς και νομικούς μηχανισμούς σε όλη τη χώρα. Από την κατανομή της εξουσίας ωφελούνται τόσο το Κιότο όσο κι η Καμακούρα. Έτσι κερδίζει την εμπιστοσύνη των ιερέων, των μοναχών και των πολεμικών γενών.
Το 1.192 μ.Χ ο αυτοκράτορας απονέμει στον Γιοριτόμο τον τίτλο Σεϊταϊσογκούνο στρατάρχης που υπέταξε τους βαρβάρους»).
Το 1.199 μ.Χ ο Γιοριτόμο πεθαίνει πάνω στο αποκορύφωμα της δόξας του. Όμως το σύστημα που δημιούργησε επέζησε διαμορφώνοντας την πολιτική και την κουλτούρα της Ιαπωνίας στους κατοπινούς αιώνες.

Μετά το θάνατο του Γιοριτόμο, η εξουσία περνάει στα χέρια της χήρας του Μασάκο, η οποία αποδεικνύεται το ίδιο αν όχι περισσότερο ικανή στην διακυβέρνηση με τον άντρα της. Διορίζει βογκούν ένα παιδί της και αντιβασιλιά της κυβέρνησης της Καμακούρα τον αδελφό της. Μετά το θάνατο του τελευταίου, η αντιβασιλεία έγινε κληρονομικό αξίωμα και παρέμεινε στα χέρια της οικογένειας Χότζα επί έναν και επιπλέον αιώνα. Οι Χατζή αν και σύμμαχοι των Μιναμότο ήταν στην πραγματικότητα Τάιρα. Στα ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια η ιεραρχία διαμορφώθηκε ως εξής.:
  1. Ο αυτοκράτορας ήταν αρχηγός του κράτους, αλλά ουσιαστικά είχε ρόλο θρησκευτικού αρχηγού.
  2. Ο παραιτημένος αυτοκράτορας ακολουθούσε και προήγαγε τα συμφέροντα του αυτοκρατορικού οίκου.
  3. Ο σογκούν κατείχε πολλές διοικητικές αρμοδιότητες και ήταν ο επικεφαλής της στρατιωτικής κυβέρνησης της Καμακούρα.
  4. Ο αντιβασιλιάς ήταν ο άνθρωπος που στην πραγματικότητα ασκούσε την εξουσία.
Το 1.221 μ.Χ ο τέως αυτοκράτορας Γκι – Τάμπα συγκροτεί δικό του στρατό, με στόχο την αποκατάσταση της κυριαρχίας του αυτοκρατορικού οίκου. Μαζί του συντάσσονται επαρχιακά μοναστήρια με μεγάλο αριθμό μοναχών-πολεμιστών. Καταγγέλλει τον αντιβασιλιά Χότζο ως αντάρτη και καλεί την χώρα να τον υποστηρίξει. Η εξέγερση καταπνίγεται και ο αυτοκράτορας, ο τέως αυτοκράτορας και πολλά μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας εξορίζονται σε μακρινά νησιά. Κατόπιν ο αντιβασιλιάς, επιστρέφοντας στην Καμακούρα εξορίζει ή εκτελεί όσους διαφωνούντες είχαν εμπλακεί στην εξέγερση και κατάσχει τα κτήματά τους. Αυτή η κίνηση κατάσχεσης έγινε σε μια κρίσιμη περίοδο, καθώς τα κτήματα μοιράζονται στον αυξανόμενο πληθυσμό πολεμιστών, ώστε να εξασφαλιστεί η νομιμοφροσύνη τους. Επίσης ένα ένοπλο τμήμα εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα Κυότο.Από πολιτιστική άποψη οι 2 κοινωνίες φαίνεται να ανήκουν σε διαφορετικούς κόσμους. Η Καμακούρα βασίζεται στις παραδοσιακές στρατιωτικές αξίες και δεν επεδείκνυε αγάπη για την πολυτέλεια. Στο Κυότο οι αριστοκράτες αγαπούσαν τα ωραία πράγματα, τις πολυτελείς ενδυμασίες, τις γιορτές, τα συμπόσια και τους ποιητικούς διαγωνισμούς. Περιφρονούσαν ως βάρβαρους τους πολεμιστές της Καμακούρα αλλά τους αναγνώριζαν την καλή διακυβέρνηση. Στην Καμακούρα οι αποφάσεις παίρνονταν συλλογικά και τα διατάγματα ψηφίζονταν ομόφωνα. Την πολιτική της Καμακούρα εφάρμοζαν οι υπάλληλοι του μπακούφου που περιόδευαν τη χώρα.
Το 1.232 μ.Χ το συμβούλιο του κράτους εκδίδει το έγγραφο που έγινε γνωστό ως Τυπικό Τζούι, μια συλλογή κανόνων, συστάσεων και πρακτικών νόμων. Βασίζονταν στις αρχές του Γιοριτόμο για την απονομή δικαιοσύνης στους βασάλους του. Τώρα ακόμα κι ο πιο ταπεινός χωρικός έλπιζε σε δίκαιη μεταχείριση, καθώς δεν ήταν πια δεμένος σ’ ένα συγκεκριμένο κομμάτι γης. Μπορούσε να το πουλήσει και να μετοικήσει σε μια νέα περιοχή που ξεχερσώθηκε γη για καλλιέργεια.
Κιότο και Καμακούρα, αλληλεπιδρούν το ένα στην άλλη και την αμοιβαία περιφρόνηση βαθμιαία αντικατέστησε ένα αίσθημα σεβασμού. Οι πολεμιστές Καμακούρα εδραιώθηκαν ως νέα άρχουσα τάξη και αναπτύχθηκε ένα νέο είδος λογοτεχνίας, που εκθείαζε τα κατορθώματα των σαμουράι. Οι αγράμματοι σαμουράι δεν άργησαν να μάθουν γραφή και ανάγνωση. Οι νεώτερες γενιές της κάστας των πολεμιστών άρχισαν να επιδιώκουν την πολυτέλεια. Οι τεχνίτες γνώρισαν ευημερία χωρίς προηγούμενο. Αυξήθηκαν οι παραγγελίες προς τους γλύπτες ξύλινων αγαλμάτων, που οι πλούσιοι πρόσφεραν στους ναούς, γεγονός που προκάλεσε αναγέννηση στη γλυπτική. Επίσης η ζωγραφική έγινε ζωντανή και ρεαλιστική. Η τάξη των εμπόρων ανέρχεται και το 1.251 μ.Χ ο αντιβασιλιάς ιδρύει ξεχωριστή εμπορική συνοικία και δίνει στους εμπόρους το αποκλειστικό δικαίωμα να οργανώνουν αγορές. Οργανώνονται εμπορικές ενώσεις ή συντεχνίες γνωστές ως ΖΑ. Παράλληλα ανθεί το εξωτερικό εμπόριο, καθώς βουδιστές Ιάπωνες μοναχοί συμβάλουν στη δημιουργία καλύτερων σχέσεων με τη νότια Κίνα των Σονγκ. Όμως η αυξανόμενη ζήτηση ειδών πολυτελείας δύσκολα μπορούσε να ικανοποιηθεί από μια περιορισμένη αγροτική οικονομία.
Το 1.257 μ.Χ η περιοχή της Καμακούρα συγκλονίζεται από ισχυρό σεισμό και 2 χρόνια αργότερα ξεσπά μια επιδημία και ένας λιμός. Εμφανίζεται έλλειψη εργατικών χεριών, σε βαθμό που δόθηκε αμνηστία σε φυλακισμένους για να δουλέψουν. Επίσης το Κυότο βρίσκεται στα πρόθυρα της αναρχίας.
Ξεσπούν συγκρούσεις μεταξύ μοναστηριών και αυτοκρατορικού οίκου και κατά την περίοδο της μεγάλης πείνας επενέβη η Καμακούρα για να σώσει την Αυλή.
Εμφανίζονται νέες απλοποιημένες μορφές βουδισμού και νέες αιρέσεις.: Το 1.175 μ.Χ εμφανίζεται η αίρεση της άμωμης γης, που ανησυχεί σοβαρά τον ορθόδοξο βουδιστικό κλήρο. Το 1.201 μ.Χ ο κλήρος πείθει τον αυτοκράτορα και εξορίζει τον αρχηγό της αίρεσης ενώ αποκεφαλίστηκαν μερικοί από τους πιο εξέχοντες πιστούς. Ωστόσο, η αίρεση επέζησε και έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της θρησκευτικής ζωής της Ιαπωνίας. Άλλη διαδεδομένη μορφή βουδισμού υπήρξε το Ζεν. Ο επίσημος κλήρος πυρπόλησε αρκετά μοναστήρια της, αλλά η αίρεση άνθησε υπό την προστασία των σαμουράι. Τρίτη αίρεση ήταν αυτή του Λωτού, ιδρύθηκε από τον μοναχό Ντισίρου, που επιθυμούσε να εξαλείψει τους άλλους κλάδους.
Το 1.268 μ.Χ ο Κουμπλάι Χαν, ζητά φόρο υποτέλειας, όμως το Μπακούφου δεν καταδέχτηκε να απαντήσει.
Το 1.274 μ.Χ οι Μογγόλοι εισβάλουν στην Κυοσού, οι Ιάπωνες τους αντιμετωπίζουν ηρωικά για 2 μέρες, με μεγάλες απώλειες. Ωστόσο ξεσπά τυφώνας που καταστρέφει τη δύναμη εισβολής και περίπου 13.000 Μογγόλοι πνίγηκαν. Μετά το γεγονός, η Καμακούρα συγκροτεί μεγάλο στρατό και κατασκευάζει νέα οχυρά. Στο τέλος του 1.280 η αυτοκρατορική αυλή συνειδητοποιεί την απειλή και θέτει όλα της τα εισοδήματα στη διάθεση του μπακούφου.
Ο Κουμπλάι Χαν στέλνει δύο επιστολές που ζητά η Ιαπωνία να γίνει φόρου υποτελής και τις 2 φορές οι επιστολές καταστράφηκαν και οι απεσταλμένοι Μογγόλοι αποκεφαλίστηκαν. Έτσι το 1.280 μ.Χ 150.000 Μογγόλοι, Κινέζοι και Κορεάτες αποβιβάζονται στο Κυοσού. Ακολουθεί μάχη 50 ημερών, στη συνέχεια νέος τυφώνας καταστρέφει τους εισβολείς και οι Μογγόλοι στρέφονται σε απελπισμένη φυγή κάτω από τα βέλη των Ιαπώνων. Σύμφωνα με τους Ιάπωνες τα 4/5 των εισβολέων χάθηκαν. Ο τυφώνας ονομάστηκε καμικάζε (θεϊκός άνεμος), ενώ οι Ιάπωνες χαλάρωσαν την επαγρύπνησή τους μόλις το 1.300 μ.Χ, 6 χρόνια μετά το θάνατο του Κουμπλάι Χαν.
Όμως ο πόλεμος έριξε τη χώρα στο χάος. Οι ιερείς έγειραν αξιώσεις καθώς υποστήριζαν ότι οι προσευχές τους προκάλεσαν τον καμικάζε. Τα ταμεία ήταν άδεια και όλη η χώρα είχε φτωχύνει. Πολλοί άντρες είχαν χαθεί κι η καλλιέργεια της γης είχε ουσιαστικά σταματήσει. Η δυσαρέσκεια μεγάλωσε και βαθμιαία υπονομεύτηκε η επιρροή του μπούφου, από ευγενείς του Κιάτο και δυσπραγούντες στρατιωτικούς υποτελείς. Η διαφθορά εξαπλώνεται.
 Το 1.333 μ.Χ οι εχθροί του μπακούφου συγκροτούν συνασπισμό: δυσαρεστημένοι επαρχιακοί στρατιωτικοί άρχοντες συνωμότησαν με μέλη της αριστοκρατίας. Συγκρότησαν στρατό και βάδισαν εναντίον της Καμακούρα, κατέλαβαν και έκαψαν την πόλη. Ο τελευταίος αντιβασιλιάς Χότζο και 200 πιστοί ακόλουθοί του προτίμησαν την αυτοκτονία. Ωστόσο, το σογκουνάτο δεν έσβησε.
Ακολούθησαν 50 έτη αναταραχής και αγώνες για την εξουσία ανάμεσα στην αριστοκρατία και τοπικούς επαρχιακούς άρχοντες.
Την δεκαετία του 1.390 μ.Χ το γένος Ασικάγκα αποκτά τον έλεγχο. Αυτή τη φορά το μπακούφου κυβερνά από το Κιότο. Για μια ακόμα φορά η αυτοκρατορική Αυλή βυθίστηκε στο σκοτάδι. Η στρατιωτική εξουσία στην Ιαπωνία θα διαρκούσε πολύ.  
Κάποια συμπεράσματα:
Πριν το τέλος του 12ου αιώνα η εξουσία γλιστρά από τα χέρια της αριστοκρατίας σε αυτά των πολεμικών γενών. Τα 2 σημαντικότερα γένη υπήρξαν των Τάιρα και των Μιναμότο. Όμως η ναυμαχία στα στενά της Τανούρα το 1.185 μ.Χ καθιστά τους δεύτερους κυρίαρχους υπό την ηγεσία του Γιοριτόμο Μιναμότο. Με την εκχώρηση εξουσιών από τον αυτοκράτορα στο πρόσωπο του, η χώρα περνά υπό τον έλεγχο της στρατιωτικής ολιγαρχίας και δίπλα στο Κιότο προβάλει ως ισχυρότερος πόλος εξουσίας η Καμακούρα. Ο Γιοριτόμο εξασφάλισε αποτελεσματική διοίκηση ενώ οι απόγονοί του εκδώσαν το τυπικό Τζούι που βασίζονταν στις αρχές και φαίνεται πως ευνοούσε ακόμα και τους απλούς χωρικούς.
Πολιτισμικά, η αριστοκρατία με την πολυτέλεια και την κουλτούρα της διέφερε πολύ από τους λιτούς και πειθαρχημένους άντρες των γενών, αλλά την αρχική περιφρόνηση φαίνεται πως σταδιακά αντικατέστησε ο αμοιβαίος σεβασμός. Εξάλλου από ένα σημείο και έπειτα πρέπει να υπήρχαν και επιρροές του ενός προς τον άλλον. Στο επίπεδο της θρησκείας ο βουδισμός είναι η επίσημη αλλά όχι η μόνη αυθεντική θρησκεία της Ιαπωνίας. Η εμφάνιση όμως βουδιστικών αιρέσεων αντιμετωπίζεται με καχυποψία και εχθρότητα από τον επίσημο κλήρο.
Οι 2 εισβολές των Μογγόλων το 1.274 & 1.280 μ.Χ αντιμετωπίστηκαν, αλλά έριξαν τη χώρα στο χάος. Συνέπεια της αταξίας που ακολούθησε ήταν η δυσαρέσκεια για τους Μιναμότο και η καταστροφή της Καμακούρα από συνασπισμό εχθρών τους. Ωστόσο τα πολεμικά γένη συνέχισαν να ασκούν την εξουσία και το 1.390 εμφανίζεται το γένος των Ασικάγκα.
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΦΟΥΤΖΙ ΤΟΜΟ ΚΑΖΟΥ

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Δεν είναι γνωσταί με ακρίβειαν αι χρονολογίαι γεννήσεως και θανάτου του Θουκυδίδου. Κατά πάσαν πιθανότητα εγεννήθη μεταξύ 460 - 455 π.Χ. και απεβίωσε περί το 400 π.Χ.,άγνωστον πώς. Εκ του ονόματος του πατρός του, Όλορος εικάζεται ότι ήτο θρακικής καταγωγής και η μήτηρ του ήτο η Ηγησιπόλη. Είς έτερος Όλορος, βασιλεύς της Θράκης, ενεπιστεύθη την κόρην του, επίσης Ηγησιπόλη, ως σύζυγον εις τον στρατηγόν Μιλτιάδην τον Αθηναίον, δια τούτο εικάζεται ότι ήτο συγγενής εξ αγχιστείας με τον νικητήν του Μαραθώνος.

Ο Θ. ανήκε εις την μερίδα των ολιγαρχικών εκ του πατρός του όστις ήτο πλουσιώτατος εκ των ορυχείων χρυσού όπου κατείχε εν Σκαπτή Ύλη του Παγγαίου. Χορηγός γενναιόδωρος ο Όλορος του Δήμου απελάμβανε εξαιρετικού κύρους εις την πόλιν, έχων στενάς σχέσεις με τους Αθηναίους ηγέτας. Ο Θ. λοιπόν ανήκων εις τον παραλιακόν δήμον του Αλιμούντος ενεδύθη από νέος φροντισμένης μορφώσεως κατά την εποχήν εις την οποίαν μεσουράνει ο Σωκράτης. Παρά ταύτα η μόρφωσίς του εβασίσθη εις τα κελεύσματα της διδασκαλίας του μεγάλου υλιστού φιλοσόφου Αναξαγόρου και εις τας αρχάς του σοφιστού Αντιφώντος. Ούτω επεκράτησαν εις τον νούν του νεαρού Θ. αι νεωτερίζουσαι αρχαί του διαφωτισμού έναντι των συντηρητικών και ολιγαρχικών απόψεων της σχολής του Σωκράτους.
Παρά την ολιχαρχικήν και συντηρητικήν καταγωγήν του ο Θ. ήτο διαποτισμένος από τας δημοκρατικάς παραδόσεις. Συγγράφει ούτω την Ιστορίαν του συμφώνως τή αρχή του διαχωρισμού της Ηθικής από την Πολιτικήν. Εξιστορών κατ'ουσίαν πολεμικά γεγονότα, κατά βάθος αποδίδει εις τους μεταγενεστέρους την Πολιτικήν Ιστορίαν της τότε Ελλάδος με την μεγίστην γλαφυρότητα,ακρίβειαν και ουδετερότητα.
Εις δε το φιλολογικόν μέρος της συγγραφής του αλλά και εις το ύφος της παρουσιάζει σπανίαν εκφραστικήν δύναμιν εντυπωσιάζων με το δραματικόν στοιχείον κατά την αφήγησιν. Είναι λοιπόν πρότυπον πεζογραφίας και ποιητικής δράσεως σύγγραμμα ιδία εις την περίφημον περιγραφήν του λοιμού των Αθηνών. Ομιλών περί του πολέμου αποδίδει με εντέλεια το δράμα των ανθρώπων και της Ιστορίας. Η "ρητορική" δεινότης της γραφής του είναι το ίδιον τούτο όργανον της τέχνης του Γοργίου. Ούτω παρά το μονότονον εις την παρουσίασιν των πολεμικών γεγονότων, αι αναλυτικόταται παρατηρήσεις του δίδουν την πραγματικήν ερμηνείαν του ιστορικού περιβάλλοντος.
Ο Θ. εξελέγη στρατηγός το 424π.Χ. και επεφορτίσθη με το καθήκον να παρακολουθή τας κινήσεις των Σπαρτιατών εις τας αθηναϊκάς κτήσεις της Θράκης. Μετά την ταπεινωτικήν συνθηκολόγησιν της Αμφιπόλεως ήν επέβαλε ο ικανώτατος στρατηγός Βρασίδας ο Θ. κατηγορήθη διά προδοσίαν και κατεδικάσθη εις θάνατον. Αναγκασθείς να αυτοεξορισθή εις την Σκαπτήν Ύλην της Θράκης παραμένει επί 20 έτη εκεί επισκεπτόμενος κατά διαστήματα την Πελοπόννησον, την Μακεδονίαν, και την Σικελίαν όπου και τα θέατρα του πολέμου τον οποίον μετά την επιστροφήν του ήτις συνέβη μετά την πτώσιν των Τριάκοντα Τυράννων θα περιγράψη. Έργον της ζωής του λοιπόν η εξιστόρησις των γεγονότων του Πελοποννησιακού Πολέμου έως το 21ον έτος αυτού, το 411π.Χ., ο Θ. δεν διαιρεί το σύγγραμμά του αυτό εις βιβλία. Ο χωρισμός των αρχαίων γραμματικών διαιρεί την Ιστορίαν του Θ. εις 8 βιβλία με τίτλον "Θουκυδίδου Ξυγγραφή" ή "Θουκυδίδου Ιστορίαι". Επιστρέψας λοιπόν μετά την ανάκλησιν της ποινής του εις τας Αθήνας το 403 π.Χ. αντικρύζει μίαν πόλιν εντελώς κατεστραμμένην. Συντόμως επιστρέφει πάλιν εις τα κτήματά του εν Σπαπτή Ύλη όπου συνεχίζει την συγγραφήν της ιστορίας του.
Εν αντιθέσει με τον Ηρόδοτον, ο Θ. δεν δέχεται εις την ιστορίαν του την παρέμβασιν των θεών εις τα ανθρώπινα δρώμενα. Οι ηθικοί κανόνες δι' αυτόν είναι άμοιροι της ιστορίας και των εξελίξεών της πολλά μάλα δε εις την πολιτικήν όπου η Ηθική και η Δικαιοσύνη δίδουν την θέσιν των εις το "δέον" δηλαδή εις το πρέπον γενέσθαι. Αυτός είναι ο Ορθολογισμός του Θ. δια την ερμηνείαν των ιστορικών γεγονότων και η παρέμβασις του τυχαίου εις την φύσιν των ανθρωπίνων πραγμάτων άτινα άλλοτε ακμάζουν και άλλοτε καταστρέφονται, εξ αιτίας ενός τυχαίου περιστατικού. Απέναντι εις το θείον και εις το μεταφυσικόν ο Θ. ίσταται αδιάφορος αλλ' ουχί πολέμιος της θρησκείας και των κανόνων της.
Κατ' εξοχήν ιστορικός ο Θ. και ουχί χρονογράφος δεν περιορίζει την αντικειμενικότητά του μόνον εις τα γεγονότα άτινα εβίωσεν ο ίδιος και τα οποία δύναται να ελέγξη, αλλά αντλεί τα στοιχεία από προγενεστέρους του αφού τα διασταυρώση πολλαπλώς και εξαντλητικώς. Η ακριβής χρονολόγησις των ιστοριών του είναι κάτι το αξιοθαύμαστον, ούτως ώστε να γνωρίσωμεν ότι ο Πελοποννησιακός Πόλεμος διήρκεσεν 27 έτη με μιάν περίοδον επταετούς "υπόπτου" ανακωχής ενδιαμέσως.
Ο Θ. ίσταται υπεράνω παρατάξεων και αντιθέτει την μίαν εις την άλλην δια της μεθόδου των "δημηγοριών" εκ των οποίων παραθέτει περίπου 40 εις τα βιβλία του. Ο αξιοθαύμαστος αυτός τρόπος ιστοριογραφίας εξασφαλίζει το αμερόληπτον εκ μέρους του συγγράφοντος διότι τούτο επιτρέπει εις την κρίσιν του ιστορικού του μέλλοντος να αναδιφήση εις τα πραγματικά γεγονότα αλλά και εις τας σκοπιμότητας των πολιτικών πεπραγμένων. Δημηγορίας εις τας οποίας ο Θ. δεν υπήρξεν αυτήκοος μάρτυς μεταφέρονται από τον μέγα αυτόν ιστορικόν ύστερα από εξαντλητικόν έλεγχον και ενδελεχή διασταύρωσιν ώστε το νόημα και η πιστότης του δημηγόρου να παρουσιάζωνται σχεδόν αυτουσίως ίνα αντιληφθώμεν την ακριβή εικόναν της αντιπαραθέσεως των δυνάμεων. Εις τας δημηγορίας αντιπαρατίθενται δύο ομιληταί δια των επιχειρημάτων των εκτός δύο περιπτώσεων. Εις των Επιτάφιον του Περικλέους και εις την δημηγορίαν του Ερμοκράτους, όπου αμφότεροι οι ρήτορες δεν έχουν αντιφωνητήν.
Αι δημηγορίαι το πλέον στριφνόν κεφάλαιον της ιστοριογραφίας αντιμετωπίζονται υπό του Θ. με διττόν τρόπον. Πρώτον λαμβάνει υπ' όψιν του την "ξύμπασαν γνώμην" της εποχής κατά την οποίαν εκφωνείται ο λόγος, κατά δεύτερον επαφίεται μόνον εις την ιδίαν αυτού αντίληψιν περί του χαρακτήρος και του φρονήματος των ομιλητών αλλά και της προτεραίας αυτών στάσεως εις το συγκεκριμένον πολιτικόν ή στρατιωτικόν ζήτημα. Υπάρχει τις πρωτοτυπία εις την χρησιμοποιουμένην γλώσσαν των δημηγοριών όπου αύτη είναι ενιαία με εκείνην της υπολοίπου ιστοριογραφίας. Γεννάται λοιπόν η απορία πώς ανώνυμον πλήθος ή απλοί στρατιώται κατανοούν τους στοχασμούς και την επιχειρηματολογίαν των πεπαιδευμένων πολιτικών οίτινες χρησιμοιούν την γλώσσαν οία καταγράφεται υπό του Θ. ; Ο ίδιος μας λέγει δι' αυτό ότι καθ' όσον δεν ήτο δυνατόν να είναι πάντοτε αυτήκοος μάρτυς των λόγων οίτινες εξεφωνούντο ούτος συνέθετε καθ' οίον τρόπον ενόμιζε ότι τούτοι είχον ειπωθή κατά τα "δέοντα" και με ό,τι του είχε μεταφερθή και τέλος κατά την σημασίαν της συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής. Ο Θ. γνωρίζων, ως είπωμεν, εις βάθος τον χαρακτήρα και τας ικανότητας καθενός των ηγετών προσαρμόζει την γραφήν της δημηγορίας του επίσης και με γνώμονα αυτά ταύτα τα χαρακτηριστικά λαμβάνων εισέτι υπ'όψιν την ευφράδειαν, την ετοιμότητα την οξύνοιαν αλλά και τα πάθη του δημηγόρου. Ούτω ο Θ. παραδίδει εις τον μελετητήν και ιστορικόν του μέλλοντος εν πολύτιμον εργαλείον δια την αξιολόγησιν των ιστορικών γεγονότων με την μεγίστην αντικειμενικότητα διεισδύων εις βάθος δια της συνεχούς αναζητήσεως των πραγματικών προθέσεων και σκοπιμοτήτων των πολιτικών και στρατιωτικών των εκτεθιμένων εις την κοινήν γνώμην.
Εις τα μεθοδολογικά κεφάλαια της ιστορίας του αναλύει λεπτομερώς τον τρόπον καθ'όν συνέγραψε ουχί μόνον τας δημηγορίας αλλά και αυτά ταύτα τα πολεμικά γεγονότα. Αναφέρει λοιπόν ότι δεν επαφίεται εις τας μαρτυρίας του πρώτου τυχόντος ούτε ότι περιγράφει τα έργα του πολέμου κατά το δοκούν αλλά κατόπιν εξαντλητικής διασταυρώσεως των πληροφοριών άς συνέλεγε από κάθε παραταξιακήν πλευράν. Εκφέρει δε εισέτι κρίσεις επί των ιστορικών προσώπων και επί των πολιτικών παρατάξεων της εποχής του. Τον Θεμιστοκλήν θεωρεί τον πλέον ευφυή, τον Περικλήν άριστον ρήτορα, αρνητικαί είναι αι κρίσεις του δια τον Αλκιβιάδην και τον Κλέωνα, αμφίρροπος δια τον Νικίαν.
Ο Θ. τολμά πρώτος να εξορύξη τα γεγονότα από την αχλύν εις το φώς του ηλίου ουχί δια να θαυμάσωμεν αλλά δια να τα κατανοήσωμεν με επιστημονικότητα και ενάργειαν. Τόλμημα βεβαίως, καθ' όσον ο μέγας ιστορικός καταδεικνύει τον τρόπον δια το πώς καταλήγει εις τα συμπεράσματά του με τα τόσον πτωχά τότε μέσα αλλά με την άμεμπτον μεθοδολογίαν του τόλμημα κατορθωτόν, μεθοδολογίαν δε οίαν θα εζήλευον οι σύγχρονοι ιστορικοί με τα πλούσια τεχνολογικά μέσα.
Με την ποιητικότητα του λόγου του συγγράφει έν έργον ο Θ. ισοδύναμον Τραγωδίας δια να καταστήση την ιστοριογραφίαν ό,τι θα έπρεπε να είναι σήμερον : Το δράμα της Ιστορίας και των Ανθρώπων.-
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.
O Ηρόδοτος γεννήθηκε γύρω στο 485 π.Χ. στην Αλικαρνασσό. Η πόλη αυτή ήταν χτισμένη στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, στην περιοχή που λέγεται Καρία, και ήταν αποικία δωρική. Στα χρόνια του Ηρόδοτου κυβερνούσε την πόλη ο ντόπιος τύραννος Λύγδαμης, που ήταν υποτελής και φίλος των Περσών.
Ο Ηρόδοτος (485 - 421/415   π.Χ.) ήταν ιστορικός και γεωγράφος του 5ου αιώνα π.Χ.. Έγραψε για τους Περσικούς Πόλεμους (ανάμεσα στους Έλληνες και τους Πέρσες) καθώς και περιγραφές για διάφορα μέρη και πρόσωπα που συνάντησε στα ταξίδια του.
Ο Ηρόδοτος καταγόταν από εύπορη και φιλομαθή οικογένεια και ανατράφηκε σ' ένα περιβάλλον σεβασμού του Ομήρου και παλαιών θρύλων. Ο πατέρας του λεγόταν Λύξης, η μητέρα του Δρυώ ή Ροιώ, και ο αδελφός του Θεόδωρος. Ο σημαντικότερος όμως συγγενής του ήταν ο θείος του (ή εξάδελφός του), επικός ποιητής και τερατοσκόπος (=ερμηνευτής θαυμάτων),Πανύασης.
Όταν στην πατρίδα του την Αλικαρνασσό ήταν τύραννος ο Λύγδαμης, ο Ηρόδοτος πήρε μέρος σε συνωμοσία για την ανατροπή του, με αποτέλεσμα να εξοριστεί το 468 ή το 467 π.Χ. στη Σάμο. Από τη Σάμο γύρισε στην Αλικαρνασσό και πήρε μέρος στην ανατροπή του Λύγδαμη το 455 π.Χ., αλλά μετά από λίγο υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει και αυτός την πατρίδα του. Από τότε άρχισε ως περιηγητής και εξερευνητής, πιθανόν στα χρόνια 458-445 π.Χ. να επισκέπτεται διάφορα μέρη του τότε γνωστού κόσμου, μεταξύ άλλων τη χώρα των Κόλχων μέχρι τη Σκυθία, το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και τον Πόντο μέχρι την Κριμαία, την Κύπρο και τις περιοχές της Συρίας, τη Βαβυλωνία, την Αίγυπτο, την Κυρηναϊκή και βεβαίως όλη την Ελλάδα.
Έμεινε αρκετά χρόνια στην Αθήνα, όπου συνδέθηκε φιλικά με τους μεγάλους άνδρες της εποχής εκείνης, τον Περικλή και το Σοφοκλή. Μαζί με τον Πρωταγόρα ίδρυσαν περί το 443 την αποικία των Θουρίων στην κάτω Ιταλία. Στην αποικία αυτή, που ιδρύθηκε κοντά στην κατεστραμμένη Σίβαρη, ο Ηρόδοτος πέρασε τα περισσότερα χρόνια της υπόλοιπης ζωής του, γι' αυτό και επονομάστηκε Θούριος. Για τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες. Πέθανε ανάμεσα στα χρόνια 421 και 415.
Ο Ηρόδοτος έγραψε μια «παγκόσμια» ιστορία. Οι Αλεξανδρινοί μελετητές τη χώρισαν σε εννέα βιβλία και έδωσαν στο καθένα το όνομα μιας από τις εννέα Μούσες. Σκοπός του έργου του ήταν να καταγραφεί η μεγάλη σύγκρουση των Ελλήνων με τους Πέρσες, στην πραγματικά γιγαντιαία αναμέτρηση των περσικών πολέμων. Και όπως ο ίδιος γράφει για να μην λησμονηθούν με την πάροδο του χρόνου τα έργα των ανθρώπων και να μην μείνουν αμνημόνευτα τα μεγάλα και θαυμαστά κατορθώματα των Ελλήνων και των βαρβάρων. Στα πρώτα τέσσερα βιβλία παρουσιάζει το σχηματισμό και την αύξηση της περσικής δύναμης, στο πέμπτο και έκτο τις πρώτες συγκρούσεις των Περσών με τους Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας, στο τελευταίο μέρος του έκτου και σε ολόκληρα τα δύο επόμενα βιβλία περιγράφει τις δύο μεγάλες εκστρατείες των Περσών που κατέληξαν, η πρώτη στη μάχη του Μαραθώνα και η άλλη στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Τέλος στο ένατο βιβλίο αναφέρεται στις άλλες πολεμικές δραστηριότητες των Ελλήνων εκείνης της εποχής.Γενικοτέρα τα έργα του αναφέρονται μέχρι τα γεγονότα του χειμώνα του 479 π.Χ.Ο Ηρόδοτος αξιολογεί την αξιοπιστία των πηγών του και εκθέτει τη δική του γνώμη για τα αίτια των πολέμων, όπως υποσχέθηκε στην αρχή του βιβλίου του. Αναλυτικότερα ο Ηρόδοτος περιγράφει τα γεγονότα που έγιναν από το 560 μέχρι την κατάληψη της Σηστού το 478 από τους Αθηναίους.
Για τη συγγραφή του έργου του χρησιμοποίησε τα έργα των λογογράφων, τα αρχεία των πόλεων και κάθε άλλη επίσημη αναγραφή και τέλος συλλογές χρησμών. Κύρια όμως πηγή του έργου του αποτέλεσαν οι προφορικές παραδόσεις και οι προσωπικές αναζητήσεις. Πολλές φορές κατονομάζει την πηγή των πληροφοριών του, όπως γίνεται με το Θέρσανδρο τον Ορχομένιο, τον Τύμνη το Σκύθη κ.ά. Τα τέσσερα πρώτα βιβλία απομακρύνονται από την ιστορία και θεωρούνται περισσότερο πολιτικές πληροφορίες, μύθοι και ανέκδοτα. Μεγαλύτερη συνοχή έχουν τα πέντε υπόλοιπα βιβλία.
Οπωσδήποτε το έργο του δεν περιορίζεται μόνο στην αφήγηση μαχών, αλλά αναλύει ήθη, έθιμα, θρησκευτικές δοξασίες και θεωρίες για τη διακυβέρνηση μιας πολιτείας, παράλληλα προβάλλει δε τη σημασία της ελευθερίας των πολιτών στα πλαίσια του νόμου για τη σωστή λειτουργία του πολιτεύματος. Η γλώσσα του Ηροδότου είναι η νέα ιωνική που προήλθε από την επίδραση της ομηρικής γλώσσας, με την προσθήκη αττικών και δωρικών τύπων.
Χρησιμοποιώντας ως βάση του έργου που ο ίδιος ονόμασε «Ιστορίης απόδεξις», δηλαδή έκθεση της ιστορικής έρευνας, την αυτοψία, την έρευνα και την κριτική, ο Ηρόδοτος πλησίασε πρώτος την ιστορία, χωρίς όμως να μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικός ιστορικός. Παρά το γεγονός αυτό, το έργο του συνολικά είναι μια αξιόπιστη πηγή και η μόνη συνεχής και πλήρης που είναι διαθέσιμη για μια τόσο σημαντική εποχή της ιστορίας. Ο Ηρόδοτος διέσωσε στην ανθρώπινη μνήμη κοσμοϊστορικής σημασίας γεγονότα και δικαίωσε τον χαρακτηρισμό που του έδωσε ο Ρωμαίος ρήτορας Κικέρωνας (Cicero), "πατέρα της ιστορίας", αφού ήταν ο πρώτος που κατανόησε την αξία που έχει για τον άνθρωπο η ιστορία, ποια γεγονότα μπορούν να θεωρηθούν ιστορικά και κατέβαλε αξιόλογη προσπάθεια για αμερόληπτη και αντικειμενική έκθεση των γεγονότων. Παράλληλα μπορεί να θεωρηθεί πατέρας της γεωγραφίας και πρόδρομος όλων των περιηγητών.
Α' βιβλίο - Κλειώ
Στο Α' βιβλίο, Κλειώ, κάνει μια γενική αναφορά στα αίτια της σύγκρουσης Ασίας και Ευρώπης, θεωρώντας Ευρώπη τον ελλαδικό χώρο. Έπειτα παραθέτει μυθικές αναφορές, αρχίζοντας με τα όσα του είχαν πει Πέρσες λόγιοι και Φοίνικες ιερείς. Ο ίδιος δεν παίρνει θέση σ' αυτά τα μυθικά στοιχεία. Μετά ασχολείται με την ιστορία του βασιλείου της Λυδίας, από τον Κανδαύλη και τον Γύγη ως τον Κροίσο. Ενώ στέκεται ιδιαίτερα στις επιθέσεις του Κροίσου κατά των ελληνικών πόλεων της Δυτικής Μικράς Ασίας. Ακολουθεί η συζήτηση του Κροίσου με τον Σόλωνα, η ιστορία του Άτυος και του Αδράστου, οι στενές σχέσεις του Κροίσου με το Μαντείο των Δελφών και ακολουθούν τα στοιχεία για τους Πελασγούς, για τον Πεισίστρατο και τους Πεισιστρατίδες, για την Σπάρτη και τους πολέμους της με την Τεγέα και την συμμαχία Κροίσου-Σπάρτης. Μετά περιγράφει την εκστρατεία του Κροίσου κατά των Περσών, την παρουσία εκεί του Θαλή του Μιλησίου, την εκτροπή του Άλυ ποταμού, την ήττα του Κροίσου και την αιχμαλωσία του, καθώς και την κατάληψη των Σάρδεων και την υποταγή της Λυδίας στους Πέρσες. Ακόμη αναφέρει την ιστορία των Μήδων που αποτίναξαν το ζυγό των Ασσυρίων και την κατάλυση του Μηδικού βασιλείου. Επίσης δίνονται οι σχέσεις των Ελλήνων με τον Κύρο και περιγράφεται η υποταγή της Ιωνίας, της Καρίας, της Λυκίας και της Βορειοδυτικής Μικράς Ασίας στους Πέρσες. Και τέλος, αναφέρεται στην ιστορία των Βαβυλωνίων, των Ασσυρίων, με την χώρα των Μασσαγετών, τους λαούς γύρω από την Κασπία θάλασσα και πώς σκοτώθηκε ο Κύρος ο Πρεσβύτερος.
  Β' βιβλίο - Ευτέρπη
Στο Β' βιβλίο, Ευτέρπη, αρχίζει με την εκστρατεία του Καμβύση στην Αίγυπτο που συνεχίζεται και στο Γ' βιβλίο. Σ' αυτό το βιβλίο, δίνει λεπτομερείς και εντυπωσιακές πληροφορίες για την Αίγυπτο, τα ιερά της, τη θρησκεία της, τα ήθη και έθιμα της, καθώς και για την ιστορία της και τις σχέσεις Ελλήνων και Αιγυπτίων.
  Γ' βιβλίο - Θάλεια
Στο Γ' βιβλίο, Θάλεια, ξαναγυρίζει στην αρχή, στην εκστρατεία του Καμβύση εναντίον του Άμαση και στα αίτια που την προκάλεσαν. Περιγράφει την μάχη του Πηλουσίου, την κατάκτηση της Αιγύπτου, την υποταγή της Κυρήνης και της Λιβύης, την εκστρατεία κατά των Αιθιόπων και των Αμμωνίων και την κατάκτηση της Κύπρου. Επίσης περιγράφει την εκστρατεία των Λακεδαιμονίων και Κορινθίων κατά της Σάμου, την εξέγερση του Ψευδοσμέρδη, την ανταρσία των Μάγων, το θάνατο του Καμβύση και την ανάδειξη του Δαρείου σε βασιλιά των Περσών. Παρεμβάλλει την περιήγηση της Ινδικής και πληροφορίες για τους Άραβες, τους Αιθίοπες και τους κατοίκους της Βόρειας Ευρώπης. Τέλος, περιγράφει την υποταγή της Σάμου στους Πέρσες, την εξέγερση των Βαβυλωνίων και την κατάληψη της Βαβυλώνας.
Δ' βιβλίο - Μελπομένη
Στο Δ' βιβλίο, Μελπομένη, δίνονται οι δυο εκστρατείες του Δαρείου, η μια κατά των Σκυθών και η άλλη κατά της Λιβύης. Ακόμη δίνει εντυπωσιακά στοιχεία για τις χώρες και τους λαούς, παραθέτει το μύθο για τις Αμαζόνες, την κατάκτηση της Θράκης, την εκστρατεία του Δαρείου κατά των Σκυθών και την τελική υποχώρηση του. Έπειτα καταγράφει την ιστορία της Λιβύης, την περιήγηση της Λιβύης και την εκστρατείας κατά της Λιβύης.
Ε' βιβλίο - Τερψιχόρη
Στο Ε' βιβλίο, Τερψιχόρη, αναφέρει την υποταγή της Θράκης και των γύρω περιοχών (Τρωάδα, Λήμνος, Ίμβρος, κτλ.) στους Πέρσες. Εδώ παρεμβάλει και την ιστορία του Ιστιαίου που θα παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέγερση των Ιώνων και συνεχίζει με την αποστολή πρεσβείας στην Μακεδονία για να ζητήσει "γη και ύδωρ" Τέλος αναφέρει την εξέγερση των Ιώνων και την περιγραφή των επιχειρήσεων κατά την επανάσταση των Ιώνων σε όλη της την έκταση, παρεμβάλλοντας την ιστορία των Δωρικών φυλών της Σπάρτης και την ιστορία των Αθηνών.
ΣΤ' βιβλίο - Ερατώ
Στο ΣΤ' βιβλίο, Ερατώ, συνεχίζεται η εξιστόρηση της επανάστασης των Ιώνων, με την παράθεση των επιθετικών ενεργειών του Δαρείου πριν από την Μάχη του Μαραθώνα. Ακόμη δίνεται η πρώτη εκστρατεία κατά της Ελλάδας που τελειώνει με την Μάχη του Μαραθώνα. Μέσα σ' αυτήν την εκστρατεία, περιγράφονται πράγματα που έγιναν στην Ελλάδα, όπως η προσφορά των Αιγινητών για υποταγή στον Δαρείο και η παρέμβαση Σπαρτιατών και Αθηναίων, που ανέτρεψαν την κατάσταση στην Αίγινα, η δράση του βασιλιά της Σπάρτης, Κλεομένη Α', η στάση του Μαντείου των Δελφών, η καταστροφή της Ερέτριας και κλείνει με την αποχώρηση των Περσών και την τύχη των Ερετριέων αιχμάλωτων καθώς και του νικητή του Μαραθώνα, Μιλτιάδη.
Ζ' βιβλίο - Πολύμνια
Στο Ζ' βιβλίο, Πολύμνια, λέει για τον θάνατο του Δαρείου και την άνοδο στον θρόνο του Ξέρξη, του οποίου την ιστορία και την δράση θα συνεχίσει και στα υπόλοιπα βιβλία. Περιγράφεται η συγκέντρωση του περσικού στρατού στην Θεσσαλία, η ζεύξη του Ελλησπόντου, η απαρίθμηση του στρατού και του ναυτικού του Ξέρξη, η αποστολή πρεσβειών από τις ελληνικές πόλεις στο Άργος, στη Σικελία, στην Κέρκυρα και στην Κρήτη με σκοπό να συγκροτηθεί Πανελλαδικό μέτωπο εναντίον των Περσών. Και κλείνει με την περιγραφή της μάχης των Θερμοπυλών.
Η' βιβλίο - Ουρανία
Στο Η' βιβλίο, Ουρανία, συγκεντρώνει την προσοχή του στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας. Αναφέρει την ναυμαχία του Αρτεμισίου και τις κινήσεις των Περσών στη Βοιωτία και την Αθήνα. Ενώ στη συνέχεια, δίνει τα συμβούλια των Ελλήνων, την εκκένωση της Αθήνας και την απόπειρα των Περσών κατά των Δελφών. Έπειτα ο Ηρόδοτος δίνει τα αποτελέσματα της νίκης της Σαλαμίνας και την αποχώρηση του περσικού στόλου και του περσικού στρατού στη Θεσσαλία. Μετά, επανέρχεται στις επιχειρήσεις ξηράς και την προετοιμασία για την μεγάλη μάχη των Πλαταιών. Στο τέλος γίνεται λόγος για την Μακεδονική Δυναστεία και το ρόλο του Αλεξάνδρου Α'.
Θ' βιβλίο - Καλλιόπη
Στο Θ' βιβλίο, Καλλιόπη, ασχολείται με την εκστρατεία του Μαρδονίου στην Αττική, την κινητοποίηση των Σπαρτιατών που φτάνουν για ενίσχυση των Αθηναίων και τα προκαταρκτικά της μεγάλης μάχης των Πλαταιών, η ίδια η μάχη και οι συνέπειες της νίκης των Ελλήνων. Τέλος, δίνεται ο επιθετικός πια πόλεμος των Ελλήνων και τελειώνει με την κατάληψη της Σηστού από τους Αθηναίους.
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΕΣΙΛΑΟΥ


Στον Τρωικό Κύκλο της Ελληνικής Μυθολογίας ο Πρωτεσίλαος αναφέρεται ως βασιλιάς της Θεσσαλίας, γιος του Ιφίκλου και της Αστυόχης.
    Το βασίλειο ( Φθιώτις Αχαΐα), του Πρωτεσίλαου εντοπίζεται στα όρια της σημερινής επαρχίας του Αλμυρού. Δηλαδή από την περιοχή της Νέας Αγχιάλου έως και την περιοχή του Αχιλλείου του Δήμου Πτελεού.
    Το βασίλειό του συνόρευε Βόρεια μ' αυτό των Πελασγών και της Ιωλκού, Δυτικά μ' αυτό της Φθίας- Μυρμιδόνων  (περιοχή Φαρσάλων ή Φθιώτις Τετράς) και τη Θεσσαλιώτιδα, ενώ Νότια με τη Μαλίδα (Λαμία) και τη Δολοπία. Τέλος Ανατολικά βρεχόταν από τον Παγασητικό κόλπο.
Ο Πρωτεσιλαος υποψhφιος μνηστhρας της Ωραιας Ελeνης
 Στον Τρωικό Πόλεμο ήταν υποχρεωμένα με όρκο να λάβουν μέρος όσα αρχοντόπουλα της Ελλάδας είχαν ζητήσει να πάρουν γυναίκα τους την Ωραία Ελένη. Ο Πρωτεσίλαος ήταν ένας από αυτούς. Αρχοντόπουλο ακόμη ο Πρωτεσίλαος, ζώντας στη Φυλάκη, είχε στείλει προξενητάδες με πολλά δώρα στη Σπάρτη ζητώντας να κάνει γυναίκα του την Ωραία Ελένη.
 Πριν την επιλογή του συζύγου της, που ήταν ο Σπαρτιάτης Μενέλαος, οι μνηστήρες, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν και οι Αντίλοχος, Αίας ο του Οιλέα, ο Αίας ο Τελαμώνιος, ο Μενέλαος, ο Διομήδης, ο Πολυποίτης, ο Ελπήνωρ, ο Εύμηλος, ο Ποδαλείριος, ο Ιδέας, ο Λεοντέας,  ο Φιλοκτήτης κ.α, ορκίστηκαν ενώπιον του Αγαμέμνονα, των αδελφών της Ελένης, Κάστορα και Πολυδεύκη, των γνωστών με το όνομα Διόσκουροι, και των γονέων της Ελένης, πως θα στέκονταν για πάντα εγγυητές του γάμου της Ελένης, όποιος και αν επιλεγόταν για την επίζηλη αυτή θέση.
 Έτσι μετά την αρπαγή της Ελένης από τον Πάρη, αναγκάστηκε κι ο Πρωτεσίλαος να λάβει μέρος στην εκστρατεία τιμωρίας του Πάρη, που έμεινε γνωστή ως Τρωική Εκστρατεία. Στην εκστρατεία αυτή, κατά τον Όμηρο συμμετείχε ο Πρωτεσίλαος με 40 καράβια.

Πρωτεσιλαος και λαοδαμεια

  Ο Πρωτεσίλαος σαν μεγάλωσε κι έγινε είκοσι ετών παντρεύτηκε την όμορφη Λαοδάμεια.
  Η Λαοδάμεια ήταν κόρη του βασιλιά της γειτονικής με τη Φυλάκη πόλης, της Ιωλκού. Ήταν κόρη του Άκαστου, του γιου του Πελία.
 Ο γάμος έγινε μια  μέρα πριν ξεκινήσει για την Τρωική Εκστρατεία. Μάλιστα από τη βιασύνη του να φύγει για την Τροία λησμόνησε τις  καθιερωμένες θυσίες προς τιμήν της θεάς Άρτεμης. . Όπως μας λέει ο Όμηρος δεν είχε προλάβει ακόμη να τελειώσει ούτε το σπίτι του που είχε αρχίσει να το χτίζει και το παράτησε μισοτελειωμένο.
Ο πρωτεσιλαος στον τρωϊκο πολεμο
    Πολλοί   μύθοι   κυκλοφορούσαν   για   τον Πρωτεσίλαο. Είχε, έλεγαν, ένα τεράστιο σώμα. Ήταν ολόκληρος γίγαντας, δέκα πήχεις ψηλός. Και θα μεγάλωνε ακόμη περισσότερο, αν δεν σκοτωνόταν τόσο νωρίς. Ήταν  μόνο είκοσι χρονών.
    Στην Τροία ήταν το πρώτο από τα θύματα των Ελλήνων. Ο θάνατός του αποδίδεται στην προφητεία-χρησμό της θεάς Θέτιδας. Η Θέτιδα έλεγε πως ο πρώτος Έλληνας που θα πατούσε στο έδαφος της Τροίας θα σκοτωνόταν άμεσα. Ο Πρωτεσίλαος, δεν ήθελε να αποβιβαστεί πρώτος γιατί ήξερε ότι τον περίμενε ο θάνατος. Τον ξεγέλασε όμως ο πονηρός βασιλιάς της Ιθάκης, ο Οδυσσέας, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά τι ακριβώς έλεγε ο χρησμός.
    Έριξε, λοιπόν, ο Οδυσσέας πρώτα την ασπίδα του στο τρωικό έδαφος και μετά πήδησε ο ίδιος πρώτος, αλλά στάθηκε επάνω στην ασπίδα. Έτσι ο Οδυσσέας δεν πάτησε το χώμα της Τροίας, αν και πήδηξε πρώτος από το καράβι και για το λόγο αυτό δεν σκοτώθηκε. Αντίθετα σκοτώθηκε ο Πρωτεσίλαος που ξεγελασμένος από τον Οδυσσέα πήδηξε στο έδαφος της Τροίας μετά από αυτόν, νομίζοντας ότι ήταν δεύτερος.
    Ο Πρωτεσίλαος αφού κατόρθωσε να σκοτώσει πολλούς αντιπάλους του, δέχτηκε θανατηφόρο χτύπημα απ' τον Έκτορα, που καθοδηγούνταν από την Άρτεμη, αδελφή του προστάτη της Τροίας Απόλλωνα.
ΜΥΘΟΙ για τη ΛΑΟΔΑΜΕΙΑ
    Το μαύρο μήνυμα του χαμού του άντρα της, του Πρωτεσίλαου, δεν άργησε να το μάθει η γυναίκα του Λαοδάμεια, που είχε μείνει μόνη της στη Φυλάκη.
    Άρχισε τότε να κλαίει απαρηγόρητα, με τίποτε δεν μπορούσε να παρηγορηθεί.
    Στην μεγάλη της απελπισία και απόγνωση που την έδερνε, έφτιαξε ένα κέρινο ομοίωμα του άντρα της και μ' αυτό στην αγκαλιά της περνούσε μέρες και νύχτες.
    Ο πατέρας της Λαοδάμειας, έλεγαν άλλοι μύθοι, προσπαθούσε να την παρηγορήσει και την μάλωνε που κοιμόταν με κέρινο ομοίωμα του άντρα της. Γι' αυτό αυτοκτόνησε η Λαοδάμεια, έλεγαν αυτοί οι μύθοι. Άλλοι τα έλεγαν διαφορετικά. Δεν έκαψε ο πατέρας της το κέρινο ομοίωμα του Πρωτεσίλαου. Το κρατούσε η Λαοδάμεια στην αγκαλιά της και συνομιλούσε μ' αυτό, όταν ο Ερμής έφερε κοντά της τον Πρωτεσίλαο.
    Άλλος μύθος έλεγε ωστόσο ότι η Λαοδάμεια αυτοπυρπολήθηκε μαζί με το κέρινο ομοίωμα του Πρωτεσίλαου και άλλος ότι πέθανε στην αγκαλιά του άντρα της.
Ο ΠΡΩΤΕΣΙΛΑΟΣ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΤΟΝ ΕΠΑΝΩ ΚΟΣΜΟ
    Η θεά Άρτεμης γνωρίζοντας την μεγάλη αγάπη του  για την  Λαοδάμεια, για να τον τιμωρήσει επειδή δεν της πρόσφερε θυσίες στον γάμο του,  κατόρθωσε και τον έκανε να πιει λίγο μόνο από το νερό της Λήθης  που έπιναν οι κατερχόμενοι νεκροί για να λησμονήσουν το παρελθόν, την επίγεια ζωή τους. Ο Πρωτεσίλαος στον Κάτω Κόσμο πάντα θυμόνταν την γυναίκα του και ήταν απαρηγόρητος.
    Έτσι νέος που βρέθηκε στον Κάτω Κόσμο και μάλιστα τόσο άδικα και νιόπαντρος ο Πρωτεσίλαος παραπονούνταν στον Πλούτωνα το θεό του Άδη και αναθεμάτιζε την Ωραία Ελένη, που εξαιτίας της έγινε ο Τρωικός Πόλεμος και έτσι έχασε τη ζωή του.
    Ύστερα από πολύχρονες ικεσίες όμως του ήρωα πείθεται ο Πλούτωνας και με τη σύμφωνη γνώμη της γυναίκας του, της  Περσεφόνης, του επιτρέπει, να περάσει μια μέρα στον Επάνω Κόσμο, συνοδευόμενος από τον Ερμή, ώστε να συναντήσει τη γυναίκα του, όχι απλά σαν μία σκιά αλλά μ' όλη του την σωματική ακμή, σα να μην είχε ποτέ πεθάνει.
    Η Λαοδάμεια μόλις τον αντίκρισε, έπεσε με λυγμούς στην αγκαλιά του, πιστεύοντας ότι η αγγελία του θανάτου του ήταν ένα τερατώδες ψέμα ή λάθος. Εκείνος όμως της εξηγεί την αλήθεια και την παρακαλεί , λίγο πριν φύγει, να μη θελήσει να ζήσει χωρίς εκείνον. Πολύ γρήγορα,  πέρασε ο χρόνος της άδειας που δόθηκε στον Πρωτεσίλαο.
Όταν ήρθε η ώρα να φύγει πάλι  και να επιστρέψει στον Κάτω Κόσμο, η Λαοδάμεια, μην αντέχοντας ένα καινούργιο χωρισμό, αρπάζει το σπαθί του και το βυθίζει στο στήθος της, ακολουθώντας, τον αιώνια αγαπημένο της στον Κάτω Κόσμο.
 Βιβλιογραφία : ΒΙΚΤΩΡ ΚΟΝΤΟΝΑΤΣΙΟΣ ΄΄Ο Πτελεός της Θεσσαλίας 3.000 χρόνια ιστορίας΄΄
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.