Ο Ιωάννης Καλβίνος, γαλ. Jean Calvin, πραγματικό όνομα Jehan Cauvin, (10 Ιουλίου 1509 - 27 Μαΐου 1564) γεννήθηκε στο Νουαγιόν της Πικαρδίας στη Γαλλία. Ο πατέρας του τού έδωσε επιμελημένη μόρφωση σε Πανεπιστήμια στο Παρίσι και την Ορλεάνη. Όταν ο πατέρας του άλλαξε γνώμη και δεν ήθελε ο Καλβίνος να σπουδάσει θεολογία, τον έστειλε για σπουδές στη νομική. Όταν ο πατέρας του πέθανε, εκείνος επέστρεψε στη θεολογία.
Το 1531 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Μέχρι εκείνη την εποχή δεν είχε ακόμα δείξει καμία εχθρότητα ή διαφωνία προς τον Παπισμό. Αλλά το επόμενο έτος συνέβη μια μεγάλη εσωτερική μεταστροφή. Κατά τον ίδιο: "ο Θεός με μια ξαφνική μετατροπή δάμασε το νου μου και τον έφερε σε μια πιο διδάξιμη κατάσταση, που ήταν πιο αυστηρή σε τέτοια θέματα απ' όσο μπορεί να αναμενόταν στην πρωτύτερη ζωή μου". Η αποκάλυψη αυτή σηματοδότησε τη ρήξη του με την Καθολική Εκκλησία. Συμμετείχε στο κίνημα της Μεταρρύθμισης, που αποτέλεσε απαρχή του Προτεσταντισμού. Το 1536 εξέδωσε τον πρώτο τόμο του κριτικού δογματικού έργου του Θεσμοί της Χριστιανικής Θρησκείας, που συνέχισε να επεκτείνει και να ανανεώνει για την υπόλοιπη ζωή του. Οι διδασκαλίες που παρέδωσε στο έργο αυτό, καθώς και αυτές στην Académie Publica, που ίδρυσε στη Γενεύη το 1559 και αργότερα έγινε το Πανεπιστήμιο της Γενεύης, είναι γνωστές με τον όρο Καλβινισμός. Ο Καλβίνος πέθανε το 1564.
Αργότερα πήγε να σπουδάσει στο Κολλέγιο της La Marche, πρώτα και μετά στo Κολλέγιο του Mont Aigu ύστερα, στο Παρίσι. Ο πατέρας του τον προόριζε να σπουδάσει Θεολογία και να γίνει ιερέας αλλά στη πορεία άλλαξε γνώμη -και αυτός και ο γιος του- συνειδητοποιώντας ότι η σπουδή των Νομικών από τη μια, οδηγούσε στο δρόμο της υπόληψης και του χρήματος, και της κοινωνικής ανόδου αλλά και η γνωριμία τους με τη μεταρρυθμισμένη θρησκεία από την άλλη, τον έκανε να ματαιώσει τις σχεδιαζόμενες υπηρεσίες που επρόκειτο να προσφέρει στη Καθολική εκκλησία.[1].Ετσι πήγε να σπουδάσει νομικά στη Ορλεάνη και το 1532 εξέδωσε το πρώτο του σύγγραμμα: σχολιασμός στο έργο του Κικέρωνα De Clementia (=περί πραότητας). Εκείνο τον καιρό επίσης πρωτοπαρουσίασε και τις ενοχλήσεις στο στομάχι του, που αργότερα –προκαλώντας του αρκετές ασθένειες - θα ήταν και η αιτία του θανάτου του. μετά το πέρας των σπουδών του στην Ορλεάνη, θέλησε να παρακολουθήσει και τα μαθήματα που έδινε στην Ακαδημία της Μπουρζ, εκείνο τον καιρό ο Andrew Alciat, ο πιο φημισμένος δικηγόρος της εποχής του. εκεί συνήψε φιλία και με τον Melchior Wolmar, που με τη παρότρυνση του έκανε τον Καλβίνο να σπουδάσει και την ελληνική γλώσσα. Ταυτόχρονα συνέχιζε τη μελέτη των ιερών κειμένων αλλά και κήρυττε πότε-πότε στη Linier, ένα χωριό, δίπλα στη Μπουρζ.[2]
Το 1533 ερχόμενος σε επαφή με το δόγμα του Λούθηρου δοκιμάζει ξαφνικά [3], όπως ονομάζει, την «πνευματική αναγέννηση» «…ο Θεός δάμασε την καρδιά μου και την οδήγησε σε υποταγή. Είχε γίνει πιο σκληρή απέναντι σε τέτοια θέματα απ' όσο μπορούσε κανείς να περιμένει από ένα νέο άνθρωπο», γράφει.[4] Η φιλία του με τον Νικολά Κοπ, πρύτανη του Βασιλικού Κολλεγίου στο Παρίσι, και η βοήθεια που του πρόσφερε στη συγγραφή του λόγου με έντονα ουμανιστικό και λουθηρανικό πνεύμα, του δημιούργησε προβλήματα και όταν ο φίλος του κατηγορήθηκε για αιρετικός επειδή συμμετείχε στο κίνημα για την αναμόρφωση της Καθολικής εκκλησίας, η κατάσταση έγινε δύσκολη και για τον Καλβίνο. Ο Κοπ έφυγε για τις Βρυξέλες και ο Καλβίνος για την Βασιλεία. Εκεί το 1536 πρωτο-δημοσιεύει στα λατινικά το έργο του Διδαχές της χριστιανικής θρησκείας (Christianae Relogionis Institutio). Φεύγοντας από τη Βασιλεία με σκοπό να επιστρέψει στο Παρίσι σταματάει στη Βασιλεία. Τελικά, εγκαταστάθηκε εκεί ύστερα από παράκληση του φίλου του, Γουίλιαμ Φάρελ., ενός τοπικού προτεστάντη ιερέα, που του είπε "πως η κατάρα του Θεού θα έπεφτε πάνω του, αν δεν έμενε στη Γενεύη να βοηθήσει στο έργο του Θεού που γινόταν εκεί".[5]
Στη Γενεύη θα μείνει 2 χρόνια περίπου, μέχρι το 1538, και τελικά ύστερα από διαφωνίες που δημιουργήθηκαν εκεί με το εκκλησιαστικό συμβούλιο –το κονσιστόριο-, σχετικά με την επανεισαγωγή της ποινής του αφορισμού σαν πειθαρχικό μέτρο που πρότειναν αυτός και ο Φαρέλ, και το τελετουργικό της Θείας Ευχαριστίας - εγκατέλειψε τη πόλη.[6] Τον Αύγουστο του 1540 θα παντρευτεί τη χήρα κάποιου αναβαπτιστή, την Idelllete de Bure, που είχε ήδη 2 παιδιά από το προηγούμενο γάμο της,[7] μια γυναίκα που οι βιογράφοι του θεωρούν ιδανική για αυτόν, διαλεγμένη με τις ίδιες αυστηρές ασκητικές προδιαγραφές όπως και όλα τα πράγματα στη ζωή του. είναι σεμνή, δεν είναι γκρινιάρα και ιδιότροπη, είναι οικονόμα και υπομονετική και πάντα παρούσα στα προβλήματα της υγείας του. ‘’πιστή συνεργάτιδα της διακονίας του’’, ‘’και τη καλύτερη συντροφιά της ζωής μου’’ την περιγράφει ο ίδιος στην αλληλογραφία του.[8]. 9 χρόνια θα περάσουν μαζί προτού πεθάνει το 1549. Ήδη από το 1542 είχε πεθάνει και ο γιος του Καλβίνου και της Idellette, ένα αγοράκι που γεννημένο πρόωρα δεν έζησε παρά λίγες βδομάδες.[9]
Το 1541 ωστόσο το δημοτικό συμβούλιο της πόλης, σπαρασσόμενο από διαμάχες και διαφωνίες τον ξανακάλεσε πίσω. Για τον Καλβίνο αρχίζει μια περίοδος τρομερής δημιουργικότητας και εργατικότητας για την αναμόρφωση των θεσμών αλλά και των πολιτών της Γενεύης που πολλοί δεν δίστασαν να ονομάσουν Θεοκρατική Δικτατορία. Τα επόμενα 23 χρόνια και μέχρι το τέλος της ζωής του δεν θα εγκαταλείψει τη πόλη αυτή. Από το 1550 ήδη, η υγεία του άρχισε να του δημιουργεί προβλήματα, ωθώντας τον να τελειώσει τη Χριστιανική Διδασκαλία του. Το 1559 εκδίδονται στην οριστική τους μορφή οι Διδαχές της Χριστιανικής Θεολογίας και σύντομα μεταφράζονται σε πολλές γλώσσες και γνωρίζουν αλλεπάλληλες εκδόσεις.[10].
Σοβαρά άρρωστος το 1564, διάβασε το τελευταίο του κήρυγμα, στις 6 Φλεβάρη αυτού του έτους. Πέθανε στις 27 Μάη του 1564 από φυματίωση σε ηλικία 55 χρόνων ύστερα από μια μακρά σειρά επώδυνων ασθενειών που είχαν καταστρέψει το σώμα του εντελώς. Χιλιάδες συνέρρευσαν στη Γενεύη για να δουν τη σωρό του, το σώμα του κάηκε και θάφτηκε σε κάποιον ανώνυμο τάφο έτσι όπως ο ίδιος είχε ζητήσει.[8] Τον διαδέχτηκε ο φίλος του και επίσης καθηγητής Theodore Beza που έγραψε και τη βιογραφία του.
Ένα Συμβούλιο Δασκάλων αναλάμβανε την εκκλησιαστική μόρφωση των καινούριων παστόρων(=ποιμένων) και τέλος το Κονσιστόριο αποτελούμενο από 6 ιερείς και 12 γέροντες από το δημοτικό συμβούλιο της πόλης υπό την αρχηγία του Καλβίνου θα επιτηρούσε τη συμπεριφορά και τις γνώμες του πληθυσμού έτσι ώστε να ανταποκρίνονται σε πνεύμα της αναμόρφωσης. Την Κοινωνική Πρόνοια αναλάμβαναν οι διορισμένοι Διάκονοι. Παρόλο που αρχικά η εξουσία του Δημοτικού Συμβουλίου από το Κονσιστόριο ήταν διαχωρισμένη, σιγά-σιγά υπό την επιρροή της προσωπικότητας του Καλβίνου αυτά τα δύο συγχωνεύθηκαν και η εξουσία του Καλβίνου ήταν πλέον απόλυτη. Η Θεοκρατία που επέβαλλε ο Καλβίνος κυριάρχησε οριστικά στη πόλη.
Μερικές από τις διατάξεις ήταν και οι παρακάτω:
«Ολόκληρο το προσωπικό του οίκου πρέπει να παρευρίσκεται την Κυριακή εις το κήρυγμα, εκτός αν αφεθεί κανείς εις την οικία να προσέχει τα παιδιά ή τα ζώα. Εάν υπάρχει κήρυγμα κατά τις ημέρας της εβδομάδος, όλοι όσοι δύνανται πρέπει να προσέρχονται». (Ο Καλβίνος κήρυττε τρεις ή τέσσερεις φορές την εβδομάδα).
«Εάν κανείς προσέλθει όταν το κήρυγμα θα έχει αρχίσει, ας του γίνει προειδοποίηση· εάν δεν συμμορφωθεί, να πληρώνει πρόστιμο τριών σολδίων».
Ο κλήρος πρέπει να οδηγεί με το παράδειγμα όπως και με την διδασκαλία. Οι κληρικοί δύνανται να νυμφεύονται και να αποκτούν τέκνα, αλλά πρέπει να απέχουν από τα κυνήγια, την χαρτοπαιξία, τα συμπόσια, το εμπόριο και τις κοσμικές διασκεδάσεις και να δέχονται κατ’ έτος την επίσκεψη και την έρευνα για την διαπίστωση της ηθικότητας από τους εκκλησιαστικούς προϊσταμένους του.
Για την ρύθμιση της διαγωγής των λαϊκών, είχε καθορισθεί ένα σύστημα επισκέψεων κατ' οίκον: ένας από τους πρεσβυτέρους επισκεπτόταν κατ' έτος όλες τις οικίας ενός διαμερίσματος της πόλεως, το οποίο του αναλογούσε και εξέταζε τους κατοίκους εφ' όλων των φάσεων της ζωής των. Το κονσιστόριο και το συμβούλιο απαγόρευσαν από κοινού τα τυχερά παιγνίδια, την χαρτοπαιξία, την βλασφημία, την μέθη, το να συχνάζουν σε καπηλειά, τον χορό (ο οποίος τότε ποίκιλλε με εναγκαλισμούς και με φιλήματα), τα άσεμνα ή αντιθρησκευτικά άσματα, τις υπερβολές στις διασκεδάσεις, την πολυτέλεια της διαβιώσεως και την άσεμνη ενδυμασία.
Το επιτρεπόμενο χρώμα, η ποσότητα των ενδυμάτων και ο αριθμός των φαγητών τα οποία επιτρεπόντουσαν σε κάθε γεύμα, καθορίζονταν δια νόμου. Τα κοσμήματα και οι δαντέλες επέσυραν δυσμενείς επικρίσεις. Μία γυναίκα φυλακίσθηκε διότι είχε κτενίσει την κόμη της εις ανήθικο ύψος. Οι θεατρικές παραστάσεις περιορίσθηκαν σε θρησκευτικά δράματα και έπειτα απαγορεύθηκαν και αυτά ακόμη. Τα παιδιά έπρεπε να βαπτίζονται όχι με ονόματα του καθολικού ημερολογίου, αλλά κατά προτίμηση να λαμβάνουν ονόματα προσώπων της Παλαιάς Διαθήκης. Ένας ισχυρογνώμων πατέρας φυλακίσθηκε επί τετραήμερο διότι επέμενε να ονομασθεί ο υιός του Κλαύδιος αντί Αβραάμ.
Η λογοκρισία επί των δημοσιευμάτων παρελήφθη από τα ρωμαιοκαθολικά και κοσμικά προηγούμενα και επεκτάθηκε (1560): σε βιβλία πεπλανημένων θρησκευτικών δογμάτων ή ανήθικων τάσεων, απαγορεύονταν- αργότερα επρόκειτο να υπαχθούν εις αυτήν την απαγόρευση τα «Δοκίμια» του Μονταίν και Ο «Αιμίλιος» του Ρουσσώ.
Το να εκφρασθεί κανείς ανευλαβώς περί του Καλβίνου ή περί του κλήρου ήταν έγκλημα. Μία πρώτη παράβαση των διατάξεων αυτών τιμωρείτο με επίπληξη, περαιτέρω παράβαση με πρόστιμο, εμμονή στην παράβαση, με φυλάκιση ή εξορία.
Η εξώγαμος συνουσία τιμωρείτο με εξορία ή πνιγμό, η μοιχεία, η βλασφημία και η ειδωλολατρία, με θάνατον.
Σε μία εξαιρετική περίπτωση ένα παιδί αποκεφαλίσθηκε διότι κτύπησε τους γονείς του.
Παρόλα αυτά υπήρχαν και οι θαυμαστές αυτού του συστήματος όπως ο Μπερναρντίνο Οκίνο, ένας Ιταλός προτεστάντης, ο οποίος είχε βρει καταφύγιο στην Γενεύη και γράφει : Οι βλασφημίες και οι κατάρες, η ασέλγεια, η μοιχεία και ο άσεμνος βίος, πράγματα τα οποία επικρατούν σε άλλες πόλεις όπου είχα ζήσει, εδώ είναι άγνωστα. Δεν υπάρχουν προαγωγοί και πόρνες. Ο λαός δεν γνωρίζει τι είναι τα κοσμήματα και όλοι ενδύονται κατά ευπρεπή τρόπο. Τα τυχερά παιγνίδια δεν συνηθίζονται. Η φιλανθρωπία είναι τόσο μεγάλη ώστε οι πτωχοί δεν έχουν ανάγκη να επαιτήσουν. Οι άνθρωποι νουθετούν αλλήλους κατά τρόπο αδελφικό, όπως καθορίζει ο Χριστός. Οι δίκες έχουν εκλείψει από την πόλη, ούτε υπάρχει σιμωνία, φόνοι ή φατριαστικό πνεύμα αλλά μόνο ειρήνη και φιλανθρωπία. Εξ άλλου δεν υπάρχουν εδώ όργανα ούτε ήχοι κωδώνων ούτε επιδεικτικές ψαλμωδίες ούτε καύσεις λαμπάδων ή κανδηλιών (στις εκκλησίες) ούτε λείψανα ούτε εικόνες, αγάλματα, λαμπρά άμφια, ούτε φάρσες ή ψυχρές τελετές. Οι εκκλησίες είναι εντελώς απαλλαγμένες από ειδωλολατρία. [11]
Το κυρίαρχο σημείο στη Θεολογία του Καλβίνου είναι το Δόγμα του Απόλυτου Προορισμού τον οποίο τον καθορίζει ως εξής:
Ονομάζουμε απόλυτο προορισμό το προαιώνιο σχέδιο του θεού, που μ' αυτό καθόρισε την τύχη του κάθε ανθρώπου. Γιατί δε δημιουργεί όλους τους ανθρώπους κάτω από τις ίδιες συνθήκες, αλλά άλλους τους προορίζει για την αιώνια ζωή και άλλους για την αιώνια καταδίκη. Έτσι, ανάλογα με το σχέδιο του Θεού, τονίζουμε ότι άλλοι άνθρωποι είναι πλασμένοι για τη ζωή και άλλοι για το θάνατο... Αυτούς που ο θεός καλεί στη σωτηρία, τους καλεί από δική του ευσπλαχνία, και όχι επειδή το αξίζουν. Αντίθετα κανείς από αυτούς που προορίζονται για την αιώνια καταδίκη δεν μπορεί να σωθεί. Αυτό το έχει κρίνει η κρυφή και ανεξιχνίαστη δικαιοσύνη του θεού. Χριστιανική Διδασκαλία, VII
Ο άνθρωπος υπάρχει για τη Δόξα του Θεού. Με τη πτώση του, εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος, έχασε κάθε ηθική και βουτήχτηκε στα κακά της πτώσης, όπως είναι η ανηθικότητα, η αλαζονεία, η ασέβεια , η εγκληματικότητα και άλλα πολλά. Ο άνθρωπος λοιπόν, καταδικάστηκε στην αιώνια τιμωρία. Ο μόνος τρόπος να γνωρίσει το Λόγο του Θεού είναι η μελέτη της Παλαιάς και της Νέας Διαθήκης, η λεγόμενη Αγία Γραφή στην οποία παρουσιάζονται όλα όσα πρέπει να ξέρει και να κάνει ο άνθρωπος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ο Θεός ‘’προ καταβολής’’ του κόσμου αποφάσισε αμετάκλητα ποιοι θα καταδικαστούν στην αιώνια τιμωρία και ποιοι θα σωθούν με τη θεία χάρη του. γι ‘ αυτούς που αποφάσισε να σωθούν – και μόνο γι’ αυτούς- έστειλε στο κόσμο τον Χριστό για να τους σώσει από την αμαρτίας τους και για να πεθάνει για χάρη τους πάνω στο σταυρό. Να ξεπληρώσει δηλαδή την σωτηρία αυτών των ανθρώπων με το δικό του θάνατο.[12]
Το 1531 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Μέχρι εκείνη την εποχή δεν είχε ακόμα δείξει καμία εχθρότητα ή διαφωνία προς τον Παπισμό. Αλλά το επόμενο έτος συνέβη μια μεγάλη εσωτερική μεταστροφή. Κατά τον ίδιο: "ο Θεός με μια ξαφνική μετατροπή δάμασε το νου μου και τον έφερε σε μια πιο διδάξιμη κατάσταση, που ήταν πιο αυστηρή σε τέτοια θέματα απ' όσο μπορεί να αναμενόταν στην πρωτύτερη ζωή μου". Η αποκάλυψη αυτή σηματοδότησε τη ρήξη του με την Καθολική Εκκλησία. Συμμετείχε στο κίνημα της Μεταρρύθμισης, που αποτέλεσε απαρχή του Προτεσταντισμού. Το 1536 εξέδωσε τον πρώτο τόμο του κριτικού δογματικού έργου του Θεσμοί της Χριστιανικής Θρησκείας, που συνέχισε να επεκτείνει και να ανανεώνει για την υπόλοιπη ζωή του. Οι διδασκαλίες που παρέδωσε στο έργο αυτό, καθώς και αυτές στην Académie Publica, που ίδρυσε στη Γενεύη το 1559 και αργότερα έγινε το Πανεπιστήμιο της Γενεύης, είναι γνωστές με τον όρο Καλβινισμός. Ο Καλβίνος πέθανε το 1564.
Η ζωή του
Ο Καλβίνος γεννήθηκε στις 27 Ιούλη του 1509 στη πόλη Νοyons, της Πικαρδίας, της Γαλλίας. Η οικογένειά του ήταν σχετικά καλής οικονομικής κατάστασης, ο πατέρας του ήταν εκκλησιαστικός αξιωματούχος και έχαιρε της εκτίμησης των ευγενών της περιοχής. Τη μόρφωση και την ανατροφή του νεαρού Ιωάννη ανέλαβε κάποια ευγενική οικογένεια της περιοχής, όπως συνηθιζόταν τότε για τα αγόρια που τα θεωρούσαν ελπιδοφόρες περιπτώσεις.Αργότερα πήγε να σπουδάσει στο Κολλέγιο της La Marche, πρώτα και μετά στo Κολλέγιο του Mont Aigu ύστερα, στο Παρίσι. Ο πατέρας του τον προόριζε να σπουδάσει Θεολογία και να γίνει ιερέας αλλά στη πορεία άλλαξε γνώμη -και αυτός και ο γιος του- συνειδητοποιώντας ότι η σπουδή των Νομικών από τη μια, οδηγούσε στο δρόμο της υπόληψης και του χρήματος, και της κοινωνικής ανόδου αλλά και η γνωριμία τους με τη μεταρρυθμισμένη θρησκεία από την άλλη, τον έκανε να ματαιώσει τις σχεδιαζόμενες υπηρεσίες που επρόκειτο να προσφέρει στη Καθολική εκκλησία.[1].Ετσι πήγε να σπουδάσει νομικά στη Ορλεάνη και το 1532 εξέδωσε το πρώτο του σύγγραμμα: σχολιασμός στο έργο του Κικέρωνα De Clementia (=περί πραότητας). Εκείνο τον καιρό επίσης πρωτοπαρουσίασε και τις ενοχλήσεις στο στομάχι του, που αργότερα –προκαλώντας του αρκετές ασθένειες - θα ήταν και η αιτία του θανάτου του. μετά το πέρας των σπουδών του στην Ορλεάνη, θέλησε να παρακολουθήσει και τα μαθήματα που έδινε στην Ακαδημία της Μπουρζ, εκείνο τον καιρό ο Andrew Alciat, ο πιο φημισμένος δικηγόρος της εποχής του. εκεί συνήψε φιλία και με τον Melchior Wolmar, που με τη παρότρυνση του έκανε τον Καλβίνο να σπουδάσει και την ελληνική γλώσσα. Ταυτόχρονα συνέχιζε τη μελέτη των ιερών κειμένων αλλά και κήρυττε πότε-πότε στη Linier, ένα χωριό, δίπλα στη Μπουρζ.[2]
Το 1533 ερχόμενος σε επαφή με το δόγμα του Λούθηρου δοκιμάζει ξαφνικά [3], όπως ονομάζει, την «πνευματική αναγέννηση» «…ο Θεός δάμασε την καρδιά μου και την οδήγησε σε υποταγή. Είχε γίνει πιο σκληρή απέναντι σε τέτοια θέματα απ' όσο μπορούσε κανείς να περιμένει από ένα νέο άνθρωπο», γράφει.[4] Η φιλία του με τον Νικολά Κοπ, πρύτανη του Βασιλικού Κολλεγίου στο Παρίσι, και η βοήθεια που του πρόσφερε στη συγγραφή του λόγου με έντονα ουμανιστικό και λουθηρανικό πνεύμα, του δημιούργησε προβλήματα και όταν ο φίλος του κατηγορήθηκε για αιρετικός επειδή συμμετείχε στο κίνημα για την αναμόρφωση της Καθολικής εκκλησίας, η κατάσταση έγινε δύσκολη και για τον Καλβίνο. Ο Κοπ έφυγε για τις Βρυξέλες και ο Καλβίνος για την Βασιλεία. Εκεί το 1536 πρωτο-δημοσιεύει στα λατινικά το έργο του Διδαχές της χριστιανικής θρησκείας (Christianae Relogionis Institutio). Φεύγοντας από τη Βασιλεία με σκοπό να επιστρέψει στο Παρίσι σταματάει στη Βασιλεία. Τελικά, εγκαταστάθηκε εκεί ύστερα από παράκληση του φίλου του, Γουίλιαμ Φάρελ., ενός τοπικού προτεστάντη ιερέα, που του είπε "πως η κατάρα του Θεού θα έπεφτε πάνω του, αν δεν έμενε στη Γενεύη να βοηθήσει στο έργο του Θεού που γινόταν εκεί".[5]
Στη Γενεύη θα μείνει 2 χρόνια περίπου, μέχρι το 1538, και τελικά ύστερα από διαφωνίες που δημιουργήθηκαν εκεί με το εκκλησιαστικό συμβούλιο –το κονσιστόριο-, σχετικά με την επανεισαγωγή της ποινής του αφορισμού σαν πειθαρχικό μέτρο που πρότειναν αυτός και ο Φαρέλ, και το τελετουργικό της Θείας Ευχαριστίας - εγκατέλειψε τη πόλη.[6] Τον Αύγουστο του 1540 θα παντρευτεί τη χήρα κάποιου αναβαπτιστή, την Idelllete de Bure, που είχε ήδη 2 παιδιά από το προηγούμενο γάμο της,[7] μια γυναίκα που οι βιογράφοι του θεωρούν ιδανική για αυτόν, διαλεγμένη με τις ίδιες αυστηρές ασκητικές προδιαγραφές όπως και όλα τα πράγματα στη ζωή του. είναι σεμνή, δεν είναι γκρινιάρα και ιδιότροπη, είναι οικονόμα και υπομονετική και πάντα παρούσα στα προβλήματα της υγείας του. ‘’πιστή συνεργάτιδα της διακονίας του’’, ‘’και τη καλύτερη συντροφιά της ζωής μου’’ την περιγράφει ο ίδιος στην αλληλογραφία του.[8]. 9 χρόνια θα περάσουν μαζί προτού πεθάνει το 1549. Ήδη από το 1542 είχε πεθάνει και ο γιος του Καλβίνου και της Idellette, ένα αγοράκι που γεννημένο πρόωρα δεν έζησε παρά λίγες βδομάδες.[9]
Το 1541 ωστόσο το δημοτικό συμβούλιο της πόλης, σπαρασσόμενο από διαμάχες και διαφωνίες τον ξανακάλεσε πίσω. Για τον Καλβίνο αρχίζει μια περίοδος τρομερής δημιουργικότητας και εργατικότητας για την αναμόρφωση των θεσμών αλλά και των πολιτών της Γενεύης που πολλοί δεν δίστασαν να ονομάσουν Θεοκρατική Δικτατορία. Τα επόμενα 23 χρόνια και μέχρι το τέλος της ζωής του δεν θα εγκαταλείψει τη πόλη αυτή. Από το 1550 ήδη, η υγεία του άρχισε να του δημιουργεί προβλήματα, ωθώντας τον να τελειώσει τη Χριστιανική Διδασκαλία του. Το 1559 εκδίδονται στην οριστική τους μορφή οι Διδαχές της Χριστιανικής Θεολογίας και σύντομα μεταφράζονται σε πολλές γλώσσες και γνωρίζουν αλλεπάλληλες εκδόσεις.[10].
Σοβαρά άρρωστος το 1564, διάβασε το τελευταίο του κήρυγμα, στις 6 Φλεβάρη αυτού του έτους. Πέθανε στις 27 Μάη του 1564 από φυματίωση σε ηλικία 55 χρόνων ύστερα από μια μακρά σειρά επώδυνων ασθενειών που είχαν καταστρέψει το σώμα του εντελώς. Χιλιάδες συνέρρευσαν στη Γενεύη για να δουν τη σωρό του, το σώμα του κάηκε και θάφτηκε σε κάποιον ανώνυμο τάφο έτσι όπως ο ίδιος είχε ζητήσει.[8] Τον διαδέχτηκε ο φίλος του και επίσης καθηγητής Theodore Beza που έγραψε και τη βιογραφία του.
Η Γενεύη την εποχή του Καλβίνου
Η εκκλησιαστική αναμόρφωση περιλαμβανόταν στους Εκκλησιαστικούς Κανονισμούς του 1541. Τη τήρηση της εκκλησιαστικής πειθαρχίας και ορθοδοξίας αναλάμβανε ο Σεβαστός ¨Ομιλος Πνευματικών Ποιμένων ή η «Σεβάσμια Εταιρεία».Ένα Συμβούλιο Δασκάλων αναλάμβανε την εκκλησιαστική μόρφωση των καινούριων παστόρων(=ποιμένων) και τέλος το Κονσιστόριο αποτελούμενο από 6 ιερείς και 12 γέροντες από το δημοτικό συμβούλιο της πόλης υπό την αρχηγία του Καλβίνου θα επιτηρούσε τη συμπεριφορά και τις γνώμες του πληθυσμού έτσι ώστε να ανταποκρίνονται σε πνεύμα της αναμόρφωσης. Την Κοινωνική Πρόνοια αναλάμβαναν οι διορισμένοι Διάκονοι. Παρόλο που αρχικά η εξουσία του Δημοτικού Συμβουλίου από το Κονσιστόριο ήταν διαχωρισμένη, σιγά-σιγά υπό την επιρροή της προσωπικότητας του Καλβίνου αυτά τα δύο συγχωνεύθηκαν και η εξουσία του Καλβίνου ήταν πλέον απόλυτη. Η Θεοκρατία που επέβαλλε ο Καλβίνος κυριάρχησε οριστικά στη πόλη.
Μερικές από τις διατάξεις ήταν και οι παρακάτω:
«Ολόκληρο το προσωπικό του οίκου πρέπει να παρευρίσκεται την Κυριακή εις το κήρυγμα, εκτός αν αφεθεί κανείς εις την οικία να προσέχει τα παιδιά ή τα ζώα. Εάν υπάρχει κήρυγμα κατά τις ημέρας της εβδομάδος, όλοι όσοι δύνανται πρέπει να προσέρχονται». (Ο Καλβίνος κήρυττε τρεις ή τέσσερεις φορές την εβδομάδα).
«Εάν κανείς προσέλθει όταν το κήρυγμα θα έχει αρχίσει, ας του γίνει προειδοποίηση· εάν δεν συμμορφωθεί, να πληρώνει πρόστιμο τριών σολδίων».
Ο κλήρος πρέπει να οδηγεί με το παράδειγμα όπως και με την διδασκαλία. Οι κληρικοί δύνανται να νυμφεύονται και να αποκτούν τέκνα, αλλά πρέπει να απέχουν από τα κυνήγια, την χαρτοπαιξία, τα συμπόσια, το εμπόριο και τις κοσμικές διασκεδάσεις και να δέχονται κατ’ έτος την επίσκεψη και την έρευνα για την διαπίστωση της ηθικότητας από τους εκκλησιαστικούς προϊσταμένους του.
Για την ρύθμιση της διαγωγής των λαϊκών, είχε καθορισθεί ένα σύστημα επισκέψεων κατ' οίκον: ένας από τους πρεσβυτέρους επισκεπτόταν κατ' έτος όλες τις οικίας ενός διαμερίσματος της πόλεως, το οποίο του αναλογούσε και εξέταζε τους κατοίκους εφ' όλων των φάσεων της ζωής των. Το κονσιστόριο και το συμβούλιο απαγόρευσαν από κοινού τα τυχερά παιγνίδια, την χαρτοπαιξία, την βλασφημία, την μέθη, το να συχνάζουν σε καπηλειά, τον χορό (ο οποίος τότε ποίκιλλε με εναγκαλισμούς και με φιλήματα), τα άσεμνα ή αντιθρησκευτικά άσματα, τις υπερβολές στις διασκεδάσεις, την πολυτέλεια της διαβιώσεως και την άσεμνη ενδυμασία.
Το επιτρεπόμενο χρώμα, η ποσότητα των ενδυμάτων και ο αριθμός των φαγητών τα οποία επιτρεπόντουσαν σε κάθε γεύμα, καθορίζονταν δια νόμου. Τα κοσμήματα και οι δαντέλες επέσυραν δυσμενείς επικρίσεις. Μία γυναίκα φυλακίσθηκε διότι είχε κτενίσει την κόμη της εις ανήθικο ύψος. Οι θεατρικές παραστάσεις περιορίσθηκαν σε θρησκευτικά δράματα και έπειτα απαγορεύθηκαν και αυτά ακόμη. Τα παιδιά έπρεπε να βαπτίζονται όχι με ονόματα του καθολικού ημερολογίου, αλλά κατά προτίμηση να λαμβάνουν ονόματα προσώπων της Παλαιάς Διαθήκης. Ένας ισχυρογνώμων πατέρας φυλακίσθηκε επί τετραήμερο διότι επέμενε να ονομασθεί ο υιός του Κλαύδιος αντί Αβραάμ.
Η λογοκρισία επί των δημοσιευμάτων παρελήφθη από τα ρωμαιοκαθολικά και κοσμικά προηγούμενα και επεκτάθηκε (1560): σε βιβλία πεπλανημένων θρησκευτικών δογμάτων ή ανήθικων τάσεων, απαγορεύονταν- αργότερα επρόκειτο να υπαχθούν εις αυτήν την απαγόρευση τα «Δοκίμια» του Μονταίν και Ο «Αιμίλιος» του Ρουσσώ.
Το να εκφρασθεί κανείς ανευλαβώς περί του Καλβίνου ή περί του κλήρου ήταν έγκλημα. Μία πρώτη παράβαση των διατάξεων αυτών τιμωρείτο με επίπληξη, περαιτέρω παράβαση με πρόστιμο, εμμονή στην παράβαση, με φυλάκιση ή εξορία.
Η εξώγαμος συνουσία τιμωρείτο με εξορία ή πνιγμό, η μοιχεία, η βλασφημία και η ειδωλολατρία, με θάνατον.
Σε μία εξαιρετική περίπτωση ένα παιδί αποκεφαλίσθηκε διότι κτύπησε τους γονείς του.
Παρόλα αυτά υπήρχαν και οι θαυμαστές αυτού του συστήματος όπως ο Μπερναρντίνο Οκίνο, ένας Ιταλός προτεστάντης, ο οποίος είχε βρει καταφύγιο στην Γενεύη και γράφει : Οι βλασφημίες και οι κατάρες, η ασέλγεια, η μοιχεία και ο άσεμνος βίος, πράγματα τα οποία επικρατούν σε άλλες πόλεις όπου είχα ζήσει, εδώ είναι άγνωστα. Δεν υπάρχουν προαγωγοί και πόρνες. Ο λαός δεν γνωρίζει τι είναι τα κοσμήματα και όλοι ενδύονται κατά ευπρεπή τρόπο. Τα τυχερά παιγνίδια δεν συνηθίζονται. Η φιλανθρωπία είναι τόσο μεγάλη ώστε οι πτωχοί δεν έχουν ανάγκη να επαιτήσουν. Οι άνθρωποι νουθετούν αλλήλους κατά τρόπο αδελφικό, όπως καθορίζει ο Χριστός. Οι δίκες έχουν εκλείψει από την πόλη, ούτε υπάρχει σιμωνία, φόνοι ή φατριαστικό πνεύμα αλλά μόνο ειρήνη και φιλανθρωπία. Εξ άλλου δεν υπάρχουν εδώ όργανα ούτε ήχοι κωδώνων ούτε επιδεικτικές ψαλμωδίες ούτε καύσεις λαμπάδων ή κανδηλιών (στις εκκλησίες) ούτε λείψανα ούτε εικόνες, αγάλματα, λαμπρά άμφια, ούτε φάρσες ή ψυχρές τελετές. Οι εκκλησίες είναι εντελώς απαλλαγμένες από ειδωλολατρία. [11]
Η Θεολογία του Καλβίνου
Ονομάζουμε απόλυτο προορισμό το προαιώνιο σχέδιο του θεού, που μ' αυτό καθόρισε την τύχη του κάθε ανθρώπου. Γιατί δε δημιουργεί όλους τους ανθρώπους κάτω από τις ίδιες συνθήκες, αλλά άλλους τους προορίζει για την αιώνια ζωή και άλλους για την αιώνια καταδίκη. Έτσι, ανάλογα με το σχέδιο του Θεού, τονίζουμε ότι άλλοι άνθρωποι είναι πλασμένοι για τη ζωή και άλλοι για το θάνατο... Αυτούς που ο θεός καλεί στη σωτηρία, τους καλεί από δική του ευσπλαχνία, και όχι επειδή το αξίζουν. Αντίθετα κανείς από αυτούς που προορίζονται για την αιώνια καταδίκη δεν μπορεί να σωθεί. Αυτό το έχει κρίνει η κρυφή και ανεξιχνίαστη δικαιοσύνη του θεού. Χριστιανική Διδασκαλία, VII
Ο άνθρωπος υπάρχει για τη Δόξα του Θεού. Με τη πτώση του, εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος, έχασε κάθε ηθική και βουτήχτηκε στα κακά της πτώσης, όπως είναι η ανηθικότητα, η αλαζονεία, η ασέβεια , η εγκληματικότητα και άλλα πολλά. Ο άνθρωπος λοιπόν, καταδικάστηκε στην αιώνια τιμωρία. Ο μόνος τρόπος να γνωρίσει το Λόγο του Θεού είναι η μελέτη της Παλαιάς και της Νέας Διαθήκης, η λεγόμενη Αγία Γραφή στην οποία παρουσιάζονται όλα όσα πρέπει να ξέρει και να κάνει ο άνθρωπος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ο Θεός ‘’προ καταβολής’’ του κόσμου αποφάσισε αμετάκλητα ποιοι θα καταδικαστούν στην αιώνια τιμωρία και ποιοι θα σωθούν με τη θεία χάρη του. γι ‘ αυτούς που αποφάσισε να σωθούν – και μόνο γι’ αυτούς- έστειλε στο κόσμο τον Χριστό για να τους σώσει από την αμαρτίας τους και για να πεθάνει για χάρη τους πάνω στο σταυρό. Να ξεπληρώσει δηλαδή την σωτηρία αυτών των ανθρώπων με το δικό του θάνατο.[12]