Ο Παλαμήδης ήταν ήρωας της Τρωικής
εκστρατείας, εφευρέτης, συγγραφέας και δημιουργός. Ήταν γιος του
Ναύπλιου και της Ησιόνης και ξεχώριζε για τη σοφία του. Στον Παλαμήδη
αποδίδονται η επινόηση των μέτρων και των σταθμών, η διαίρεση του έτους
σε ώρες ημέρες και μήνες και η εφεύρεση διαφόρων παιχνιδιών
(επιτραπέζιων και στρατηγημάτων) που ονομάζονται και του Παλαμήδους ή
αθύρματα ή πεσσοί ή πεττοί.
Το όνομα Παλαμήδης
Όπως είναι γνωστό τα ονόματα που έδιναν
οι πρόγονοί μας στα νεογέννητα παιδιά τους κατά την τελετουργία της
ονοματοθεσίας τους, εξέφραζαν κατά κανόνα την επιθυμία τους για την
πραγματοποίηση κάποιας ευχής των γονέων, που θα αφορούσε στα χαρίσματα
και τις ιδιότητες που θα τα χαρακτήριζαν στην μετέπειτα ζωή τους ή για
να διαπρέψουν στο επαγγελματικό στάδιο που θα ακολουθούσαν.
Ο βασιλιάς Ναύπλιος
όπως φαίνεται ήθελε ο πρωτότοκος γιος που θα τον διαδεχόταν να είναι
προικισμένος με σοφία, επινοητικότητα, και πρακτικό νου. Γι’ αυτό του
έδωσε το όνομα Παλαμήδης (παλάμη + μήδομαι).[1]
Και όπως αποδείχθηκε ο Παλαμήδης
ανταποκρίθηκε στις ευχές του ονοματοθέτη του, αφού τίμησε επάξια αυτό το
τόσο αντιπροσωπευτικό γι’ αυτόν όνομα, στο οποίο πρόσωπο και δράση
ταυτίζονται. Και ήταν ο πρώτος αλλά και ο μοναδικός στην Ιστορία που
είχε αυτό το όνομα, από τα πανάρχαια χρόνια.
Το όνομα λοιπόν Παλαμήδης συνδυάζει την πρακτική (παλάμη) με την πνευματική (μήδης) σοφία.
Από την προηγούμενη ανάλυση προκύπτει επομένως η εικόνα μιας ηγεμονικής μορφής
που εμπνέει σεβασμό και επιβάλλεται στους άλλους χάρη στις ικανότητές
της να απλουστεύει και τα πιο δυσεπίλυτα προβλήματα, δίνοντας σοφές πρακτικές λύσεις.[2]
Εφηβικά χρόνια
Ο Ναύπλιος, καθώς προόριζε τον πρωτότοκο γιο του για διάδοχό του στον
θρόνο, φρόντισε να του δώσει όλα τα εφόδια που θα τον έκαναν ηγέτη
αντάξιο της θεογέννητης προγονικής κληρονομιάς και του τόπου του. Γι’
αυτό, όπως ήταν συνήθεια των τότε ηγεμόνων, όταν ο Παλαμήδης έφτασε στο
στάδιο της εφηβείας, τον έστειλε στον Κένταυρο Χείρωνα, τον σοφό παιδαγωγό του Πηλίου, κοντά στον οποίο μαθήτευαν όλες οι γενιές των ηρώων, που το όνομα τους έμεινε αθάνατο.
«Το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στον
κατάλογο των διάσημων μαθητών του Χείρωνα, δείχνει ότι ο ήρωας είχε
καταξιωθεί ως ισότιμος με τους πιο γνωστούς ήρωες της ελληνικής
μυθολογίας». [3]
Ο Φιλόστρατος στον Ηρωικό (IX, 1) τον παρουσιάζει όμοιο με άνθρωπο (ανθρώπω όμοιον) που τον διέκρινε σοφία στα λόγια και στα έργα.
Είχε ποικίλες κυνηγετικές γνώσεις, δίδασκε τις τέχνες του πολέμου,
εκπαίδευε γιατρούς και μουσικούς και διαμόρφωνε δίκαιους χαρακτήρες.
Εκεί συναντήθηκε με τους άλλους βασιλικούς γόνους των Αργοναυτών και
κατοπινούς αρχηγούς των Αχαιών, που μαζί πρωταγωνίστησαν στην Τροία.
Κοντά στον Χείρωνα ο Παλαμήδης διδάχτηκε την τέχνη του πολέμου
μαζί με τον Αχιλλέα, τον Νέστορα, τον Οδυσσέα τον Διομήδη, τον Αντίλοχο
τον Αινεία, τον Πάτροκλο, τον Πρωτεσίλαο και τους Αίαντες, και την ιατρική,
με συντροφιά τους γιους του Ασκληπιού Μαχάονα και Ποδαλείριο, αλλά και
τον Αχιλλέα. Εκτός από την χειρουργική διδάχτηκαν την χρήση των βοτάνων
του βουνού, για να καταπραΰνουν τους πόνους και να γιατρεύουν τις
πληγές. Τους δίδαξε ακόμη ο Χείρων την αστρονομία, τη μουσική, τη
μαντική και κυνηγετική τέχνη.
Επιστρέφοντας στο Ναύπλιον
μετά την μαθητεία του κοντά στον σοφό δάσκαλο, άρχισε να δείχνει τα
μοναδικά χαρίσματα με τα οποία ήταν προικισμένος. Μιλούσαν με θαυμασμό
γι’ αυτόν και γρήγορα η φήμη του ως «πεπαιδευμένου και λογίου σοφού», εφευρετικού νου και ετοιμοπόλεμου, πέρασε τα σύνορα της Ναυπλίας.
Πως ήταν ο Παλαμήδης
Ο Φιλόστρατος[4] και ο Α. Σταγειρίτης, μας δίνουν μια περιγραφή του Παλαμήδη, όπως την αφηγήθηκε ο πρώτος νεκρός του Τρωικού πολέμου Πρωτεσίλαος:
«Το
ύψος του ήταν σχεδόν σαν του μεγάλου Αίαντα και η ομορφιά του εφάμιλλη
με του Αχιλλέα, του Αντιλόχου, του Πρωτεσίλαου, – όπως λέει ο ίδιος- και
του Τρωαδίτη Εύφορβου.
Είχε
γένια απαλά που σχημάτιζαν σιγά σιγά βοστρύχους, μαλλιά κοντά και τα
φρύδια έδιναν ευγένεια στη μορφή του, ήταν ευθύγραμμα και έσμιγαν πάνω
από τη συμμετρική και καλοσχηματισμένη μύτη του. Το βλέμμα του στις
μάχες ήταν σταθερά προσηλωμένο και φοβερό, στην ανάπαυλα της μάχης
φιλικό και οι ματιές γεμάτες καλοσύνη˙ λένε μάλιστα πως είχε τα
μεγαλύτερα μάτια απ’ όλους τους ανθρώπους.
Λέει
ακόμα ότι ο Παλαμήδης γυμνός ήταν κάτι ανάμεσα σε βαρύ και ελαφρύ αθλητή
και το κεφάλι του ήταν πιο ωραίο από τους χρυσούς πλοκάμους του
Ευφόρβου. Είχε ρυπαρή κόμη και αυτό οφειλόταν στο ότι κοιμόταν όπου
τύχαινε, γιατί παραμελώντας τελείως τον εαυτό του, έστρεφε όλη την
φροντίδα του σε πολέμους φάλαγγες και την σωτηρία του στρατού. Πολλές
φορές μάλιστα σε περιόδους ανακωχής, κατασκήνωνε στην κορυφή της Ίδης,
διότι οι σοφοί από τις κορυφές μπορούν να μελετούν και να κατανοούν τα
ουράνια φαινόμενα.
Δεν είχε ακόλουθο ούτε κάποια δούλα ούτε Τέκμησσα ή Ίφη[5] για να τον λούζει ή να του στρώνει το κρεβάτι, αλλά όλα τα έκανε μόνος του και χωρίς τα απαραίτητα σκεύη.
Όταν
κάποτε του είπε ο Αχιλλέας «Παλαμήδη, ο κόσμος θα σε θεωρήσει αγροίκο
επειδή δεν έχεις κάποιον να σε υπηρετεί», απάντησε: «Κι αυτά Αχιλλέα τι
είναι;» απλώνοντας του τα δυο του χέρια».
Επίσης και ο Αθαν. Σταγειρίτης (Ωγυγία Βίβλος Γ’σελ.460 ), γράφει:
«Ο
Παλαμήδης ήτο μακρόσωμος, λευκός, ξανθοκόμης και πιναροχαίτης (με ρυπαρή
κόμη), επειδή δεν εφρόντιζε περί καλλωπισμού, αλλά περί πολέμου και
φαλαγγών και σωτηρίας των στρατιωτών».
Στη Λέσχη
των Κνιδίων που υπήρχε στους Δελφούς, ο Παλαμήδης ήταν ο μοναδικός ήρωας
του Τρωικού πολέμου που εικονιζόταν χωρίς γενειάδα:
«Πάνω
απ’ την Κασοτίδα είναι ένα κτίριο με τοιχογραφίες του Πολυγνώτου. Είναι
αφιέρωμα των Κνιδίων και ονομάζεται από τους κατοίκους των Δελφών
Λέσχη, επειδή τα παλιά χρόνια σ’ αυτό το κτίριο συνήθιζαν να συχνάζουν
και να συζητούν για τα σοβαρότερα θέματα για τις μυθικές ιστορίες… Μέσα
σ’ αυτό το οίκημα, ολόκληρη η ζωγραφιά προς τα δεξιά, παριστάνει την
άλωση της Τροίας και τον απόπλου των Ελλήνων. Όλοι αυτοί εκτός του
Παλαμήδη εικονίζονται με γενειάδα.» [6]
Τρωικός Πόλεμος
Όπως μας πληροφορεί ο Δίκτυς, στην Αυλίδα θεωρήθηκε ο πλέον άξιος να αντικαταστήσει
τον Αγαμέμνονα, ιδιαίτερα χάρη στα πνευματικά και ηγετικά του προσόντα.
Όταν τα πλοία με τα αχαϊκά στρατεύματα αναχωρούσαν για την Τροία, οι
αρχηγοί της στήριξαν τις περισσότερες ελπίδες τους για νικηφόρα έκβαση της επιχείρησης στην σύνεση και ιδιοφυΐα του Παλαμήδη.
Με την αποβίβαση των Αχαιών στα Τρωικά παράλια και από τις πρώτες εχθροπραξίες, ο εφευρετικός νους, η οργανωτική και στρατηγική μεγαλοφυΐα του Παλαμήδη, κυριάρχησαν, επισκιάζοντας τους άλλους ηγέτες. Φροντίζει για το στόλο, για τα οχυρωματικά του έργα, επιθεωρεί τις φρουρές.
Πρώτη του φροντίδα ήταν η κατασκευή ενός
ισχυρού αμυντικού τείχους, που θα αναχαίτιζε τις επιθέσεις των Τρώων
και θα εμπόδισε την πρόσβασή τους προς το μέρος που είχαν αγκυροβολήσει
τα αχαϊκά πλοία.
Πριν από κάθε μάχη εκπονούσε το σχέδιο
διεξαγωγής της και τον τρόπο παρατάξεως των στρατευμάτων, για να
εξασφαλίσει την νικηφόρα και με τις λιγότερες απώλειες έκβαση της. Όπως
γράφουν ο Φιλόστρατος στον «Ηρωικό» και ο Αθ. Σταγειρίτης
στην «Ωγυγία», παραμελούσε τελείως τον εαυτό του, και το μόνο που τον
απασχολούσε, κυρίως στις παραμονές των μαχών, ήταν ο σχεδιασμός της,
ώστε να έχει αίσια έκβαση και η σωτηρία των ανδρών.
Ως πολεμικός αρχηγός παρατάσσει και ενθαρρύνει τον ναυπλιακό στρατό για τη μάχη, πολεμά με γενναιότητα αλλά και σύνεση. Γι’ αυτό ακόμη και ο Αχιλλεύς επιζητούσε
να τον έχει κοντά του στις μάχες και στις εκστρατείες κατά των νησιών
και των παραθαλασσίων πόλεων και χαιρόταν όταν πολεμούσαν ο ένας πλάι
στον άλλον.
Ανάμεσα στον Παλαμήδη και τον πιο
γενναίο ήρωα του Τρωικού πολέμου είχε αναπτυχθεί μια στενή φιλική σχέση
και συνεργασία. Είχαν αναλάβει τις εκστρατείες που πραγματοποιούσαν οι
Αχαιοί στα περίχωρα της Τροίας και σύμφωνα με τον Όμηρο (Ιλ. I, 328-9) –
που παραλείπει όπως πάντα τη συμμετοχή του Παλαμήδη – είχαν εκπορθήσει
23 πόλεις:
«Όταν ο
Αχιλλεύς ετοίμαζε την εκστρατεία κατά των νησιών και των παραθαλασσίων
πόλεων, ζήτησε να εκστρατεύσουν οι Αχαιοί μαζί με τον Παλαμήδη. Ο
Παλαμήδης πολεμούσε με γενναιότητα και σύνεση, ενώ ο Αχιλλέας ήταν
ασυγκράτητος και η υπερβολική ορμή του τον οδηγούσε σε αταξία. Γι’ αυτό
χαιρόταν όταν πολεμούσε μαζί του ο Παλαμήδης, διότι συγκρατούσε την
ορμητικότητά του και του υποδείκνυε πως πρέπει να πολεμά.
Έμοιαζε
με θηριοδαμαστή που μπορεί να ηρεμεί και να ξεσηκώνει γενναίο λιοντάρι
και όλα αυτά τα έκανε χωρίς να αφήνει τη θέση του, αλλά τοξεύοντας
ταυτόχρονα και προφυλασσόμενος από τα βέλη, αποκρούοντας με την ασπίδα
του και καταδιώκοντας τα στίφη των εχθρών».[7]
Με τις ιατρικές του γνώσεις
αντιμετώπισε αποτελεσματικά μια θανατηφόρα επιδημία λοιμού που μάστιζε
την γύρω περιοχή και απειλούσε με αφανισμό τον αχαϊκό στρατό. Με την
επινόηση των φρυκτωριών εγκατέστησε ένα πρωτοποριακό για την εποχή του δίκτυο επικοινωνίας με τις Μυκήνες και αναδείχθηκε ο πρόδρομος των τηλεπικοινωνιών.
Παράλληλα ο Παλαμήδης συνέχισε να έχει την επιμελητεία, την ευθύνη δηλαδή του επισιτισμού όλου του στρατεύματος, που ήταν μία ακόμη αιτία της σύγκρουσης του με τον Οδυσσέα.
Με τις διάφορες εφευρέσεις
του, απαυγάσματα της «εντέχνου σοφίας» του, πρόσφερε παραμυθία,
ψυχαγωγία και ειρηνική απασχόληση στους πολεμιστές, όταν δεν βρίσκονταν
στα πεδία των μαχών, απομακρύνοντας τα δυσάρεστα επακόλουθα των
επιδημιών που ενέσκηπταν στο στρατόπεδο και της απραξίας: Έριδες,
κρούσματα απειθαρχίας, κρίσεις νοσταλγίας της πατρικής γης.
Ο Παλαμήδης ήταν «ο από μηχανής θεός»,
η προσωποποίηση της ευρηματικότητας με μοναδική ικανότητα να δίνει την
ιδανικότερη λύση και στην πιο δύσκολη κατάσταση, τόσο στο πεδίο της
μάχης όσο και εκτός του πολέμου. Κάθε φορά που οι Αχαιοί συναντούσαν
κάποιο δύσκολο εμπόδιο που τους έφερνε σε αδιέξοδο και άλλοτε σε
απόγνωση, πρόστρεχαν στον Παλαμήδη. Και αυτός απλούστευε και το πιο
δύσκολο πρόβλημα με τον δικό του ιδιοφυή τρόπο που άλλος δεν μπορούσε:
Με την επινόηση μιας νέας εφευρέσεως, γέννημα της ιδιοφυίας του, που
είχε χαρακτηριστικό της την σφραγίδα της τελειότητας.
Και όταν οι έγνοιες του πολέμου του
άφηναν για λίγο ελεύθερο τον σοφό νου, τότε έστρεφε το πρόσωπό του ψηλά
στον έναστρο ουρανό, από όπου «τήν κατάληψιν των μετεώρων εντεύθεν από των υψηλοτάτων οί σοφοί ποιούνται…»,Άλλοτε
πάλι αποθανάτιζε τις ηρωικές πράξεις που ζούσε σε έπη με συντροφιά τον
μαθητή του Κόριννο, ή σκυμμένος στους άβακες, στοχαζόταν και σχεδίαζε
γράμματα, αριθμούς, πεσσούς, για να κάνει καλύτερη την ζωή των ανθρώπων.
Με τις τόσες υπηρεσίες που προσέφερε, είχε κερδίσει την αγάπη και τον σεβασμό όλων των ανδρών. Ο Αχιλλεύς και ο Αίας τον τιμούσαν ως ίσο τους και είχαν συνδεθεί με στενή φιλία μαζί του.
Προκάλεσε όμως το μίσος του Οδυσσέα όταν
αποκάλυψε ότι η παραφροσύνη του ήταν τέχνασμα για να αποφύγει τον
πόλεμο αλλά και τον φθόνο του, καθώς ο Οδυσσεύς ένιωθε μειωμένος μπροστά
στη σοφία και την στρατηγική ιδιοφυία του Παλαμήδη στη διάρκεια του
Τρωικού πολέμου:
«τά δέ Παλαμήδους ούκ ακήκοας πάθη;
Τούτον γάρ δή πάντες υμνούσιν
ώς διά σοφίας φθονηθείς υπό Οδυσσέως απόλλυται». [8]
Για τα παθήματα του Παλαμήδη δεν έχεις ακούσει;
Γιατί γι’ αυτόν όλοι συνέθεσαν ύμνους,
ότι χάθηκε, επειδή φθονήθηκε από τον Οδυσσέα για τη σοφία του.
(ελεύθερη απόδοση)
Χρησιμοποιώντας ο Οδυσσεύς τις
προσφιλείς του μεθόδους της δολοπλοκίας και της διαβολής, κατόρθωσε να
τον παρουσιάσει ένοχο εσχάτης προδοσίας, με αποτέλεσμα τον ατιμωτικό και
μαρτυρικό θάνατο του σοφού παλικαριού.
Ο θάνατος του Παλαμήδη
Η αρχή της αιτίας που προκάλεσε τον
άδικο και ατιμωτικό θάνατο του Παλαμήδη, ξεκινά από το αδυσώπητο μίσος
του φθορέα ηρώων και εχθρού των αρίστων Οδυσσέα, στο οποίο προστέθηκε
στη συνέχεια και ο φθόνος. Η ευκαιρία που αναζητούσε ο Οδυσσέας για να
εξολοθρεύσει τον Παλαμήδη με δολοπλοκίες δεν άργησε να του δοθεί.
Κάποτε ο Οδυσσέας αιχμαλώτισε ένα δούλο
που έφερνε χρυσάφι στο σύμμαχο των Τρώων, Σαρπηδόνα, τον αρχηγό των
Λυκίων. Υποχρέωσε τότε το δούλο να γράψει στη γλώσσα του ένα γράμμα, στο
οποίο ο Πρίαμος απευθυνόμενος στον Παλαμήδη έλεγε πως είχε στείλει όσα
είχαν συμφωνήσει και πως τον ευχαριστούσε που είχε βοηθήσει τους Τρώες.
Άφησε το δούλο να φύγει, αλλά έστειλε κάποιον που τον σκότωσε πριν
προλάβει να απομακρυνθεί πολύ.
Έστειλε μήνυμα κατόπιν στον Αγαμέμνονα πως
είχε δει σημαδιακό όνειρο που του υποδείκνυε να μετακινηθεί όλος ο
στρατός από τις μόνιμες εγκαταστάσεις του σε άλλη θέση για στρατιωτικές
ασκήσεις. Στο διάστημα που έλειπε ο στρατός, ο Οδυσσέας έβαλε κάποιον να
θάψει το χρυσάφι που πήρε από το δούλο στη σκηνή του Παλαμήδη. Όταν
βρέθηκε το πτώμα του δούλου και διαβάστηκε η επιστολή που ήταν γραμμένη
στη γλώσσα του, κινήθηκαν, όπως ήταν φυσικό, υποψίες εναντίον του
Παλαμήδη.
Για να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, διέταξε
ο Αγαμέμνονας, με υπόδειξη φυσικά του Οδυσσέα, να γίνει έρευνα στη
σκηνή του Παλαμήδη. Το χρυσάφι που βρέθηκε θαμμένο εκεί αποτελούσε
αδιάσειστη απόδειξη της ενοχής του ήρωα.
Συγκροτήθηκε αμέσως δικαστήριο που τον
κήρυξε ένοχο προδοσίας και τον καταδίκασε σε θάνατο δια λιθοβολισμού,
χωρίς να του επιτρέψουν το στοιχειώδες δικαίωμα να υπερασπισθεί την
αθωότητα του.
Έτσι αναπολόγητος ο αθώος σοφός ήρωας,
μετά από τις τόσες υπηρεσίες που πρόσφερε σε ηγεμόνες και στρατό,
οδηγήθηκε στον τόπο του θανάτου, σπιλωμένος από την επαχθή κηλίδα του
προδότη.
Μόνο ο στρατός του Αγαμέμνονα και του
Οδυσσέα παρατάχτηκε για τον λιθοβολισμό του Παλαμήδη. Οι άλλοι άνδρες
αρνήθηκαν να πάρουν μέρος και παρακολουθούσαν με την ψυχή πλημμυρισμένη
από οργή και θλίψη για την ανόσια πράξη.
Η άκρατη φιλαρχία του Αγαμέμνονα και ο
φόβος απώλειας της εξουσίας, το σκοτάδι της ψυχής, η πανουργία και η
προσφιλής συνήθεια του Οδυσσέα να εξυφαίνει υποχθόνια τεχνάσματα για να
εξοντώνει τους καλύτερούς του, με συνεργό το φθονερό Διομήδη, σε μια
ανίερη συμμαχία, είχαν υπερισχύσει μπροστά στην αρετή, την πνευματική
υπεροχή και την καθαρότητα της σοφίας του Παλαμήδη.
Η εκδίκηση του Ναυπλίου
Το δεύτερο πιο τραγικό πρόσωπο της σκευωρίας, ήταν ο αδελφός του Παλαμήδη Οίαξ.
Γνωρίζοντας καλύτερα από κάθε άλλον ότι ο αδελφός του έπεσε θύμα άθλιας
πλεκτάνης, ζητούσε να πάρει εκδίκηση, αλλά ήταν ανήμπορος, μπροστά
στους πανίσχυρους συνωμότες. Τον ναυπλιακό στρατό
διοικούσε τώρα ο Διομήδης, ύστερα από εντολή του Αγαμέμνονα. Η μόνη του
ελπίδα ήταν να βρει τρόπο να πληροφορήσει τον πατέρα του Ναύπλιο, για
τον φρικτό θάνατο του αθώου Παλαμήδη.
Ο γερο θαλασσοπόρος και παλιός πειρατής,[9]
θα εύρισκε τον τρόπο να εκδικηθεί και να πάρει πίσω το αίμα του παιδιού
του. Κατά τραγική ειρωνεία, ο μόνος τρόπος που μπορούσε να
επικοινωνήσει με την μακρινή πατρίδα ήταν οι φρυκτωρίες, που είχε
εφεύρει ο σοφός αδελφός του. Έπρεπε όμως να έχει την άδεια του
Αγαμέμνονα, που τώρα ήταν ο χειρότερος εχθρός του.
Καθώς τριγυρνούσε περιφρονημένος και
αποξενωμένος στην παραλία γύρω από τα ναυπλιώτικα πλοία, το αδελφικό
δαιμόνιο μίλησε μέσα του! Μάζεψε μερικά κουπιά και έπιασε να χαράζει με
το ξίφος του στο πλατύ μέρος τους την θλιβερή είδηση . Έπειτα τα έριχνε
ένα ένα στη θάλασσα, με την ελπίδα ότι κάποιο θα έφτανε στα χέρια του
βασιλιά πατέρα τους.
Πράγματι ένα κουπί έφτασε μέχρι τις
ακτές της Εύβοιας όπου βρισκόταν ο Ναύπλιος. Διαβάζοντας το χαραγμένο
οδυνηρό μήνυμα, επιβιβάστηκε σ’ ένα πλοίο και ξεκίνησε για την Τροία.
Εκεί παρουσιάστηκε στους υπαίτιους και απαίτησε να αποκαταστήσουν την
τιμή του παιδιού του. Συνάντησε όμως την σκαιή συμπεριφορά του
Αγαμέμνονα και των συνενόχων του. Όσο για τους άλλους ηγεμόνες, κανένας δεν τολμούσε να εναντιωθεί στον βασιλιά αρχιστράτηγο και να αγνοήσει τις διαταγές του.
Έχοντας πειστεί ο Ναύπλιος για την αθωότητα του παιδιού
του, πήρε τον Οίακα και έφυγε, αφού έδωσε όρκο ότι θα τιμωρήσει σκληρά
τους συνωμότες προκαλώντας τους όσο πιο πολύ κακό μπορούσε.
Φτάνοντας στην πατρίδα έβαλε αμέσως σε
εφαρμογή τα εκδικητικά του σχέδια. Η πρώτη του ενέργεια ήταν να
περιέρχεται τα παλάτια των ενόχων βασιλιάδων που πολεμούσαν στην Τροία,
και να τους κατηγορεί παντού, και πρώτα στις γυναίκες τους,
τις οποίες παρακινούσε να απιστήσουν, φανερώνοντας τους ότι οι άνδρες
τους είχαν συνάψει σχέσεις με άλλες γυναίκες και παλλακίδες, τις οποίες
μάλιστα θα έφερναν μαζί τους όταν θα επέστρεφαν.
Το ίδιο έκανε και ο Οίαξ, αρχίζοντας από την Κλυταιμνήστρα. Τα αποτελέσματα αυτών των διαβημάτων ήταν ολέθρια για τους ένοχους ηγεμόνες…
Όταν τελείωσε ο πόλεμος και γύριζαν οι Αχαιοί στις πατρίδες τους νικητές, έβαλε τους άνδρες. του να ανάβουν μεγάλες φωτιές στις βραχώδεις και απόκρημνες ακτές του Καφηρέα, που ήξερε ότι ήταν ο θαλασσινός δρόμος της επιστροφής τους.
Αυτές οι φωτιές ήταν παγίδες που
παραπλανούσαν τα πλοία που περνούσαν. Οι κυβερνήτες οδηγούσαν προς το
μέρος τους τα πλοία, πιστεύοντας ότι είναι υπήνεμοι όρμοι, με αποτέλεσμα
να συντρίβονται πάνω στους κοφτερούς βράχους. Όσοι ναυαγοί γλίτωναν και
τα κύματα τους έβγαζαν στη στεριά, έβρισκαν πιο φρικτό θάνατο. Οι
άνδρες του Ναυπλίου τους κομμάτιαζαν με τα ξίφη τους.
Από τότε έμεινε παροιμιώδης η φράση «Ναυπλίου Ευβοϊκά πυρπολήματα»,που συνήθιζαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας όταν τις νύχτες έβλεπαν φωτιές στις παραλίες.
Ανεβασμένος σ’ έναν ψηλό βράχο ο Ναύπλιος «ώς θαλάσσιος δαίμων»[10]όπως
τον χαρακτήρισαν όσοι γνώρισαν την κακή πλευρά του, παρακολουθούσε με
άγρια ικανοποίηση τον χαλασμό των καραβιών και τον εξολοθρεμό των
ανδρών.
Ανάμεσα στα λίγα πλοία που γλίτωσαν από την εκδικητική μανία του Ναυπλίου ήταν και του Οδυσσέα, αυτό που ήθελε να συντριβεί όσο κανένα άλλο. Την τελευταία στιγμή απομακρύνθηκε, παρασυρμένο από αντίθετο άνεμο.
Όταν είδε ο Ναύπλιος ότι ο κύριος
υπεύθυνος για τον θάνατο του παιδιού του σώθηκε, κυριευμένος από
απελπισία ρίχτηκε στη θάλασσα, για να βρει το ίδιο τέλος με τα θύματά
του. Όσο για τον Οδυσσέα, βρήκε την τιμωρία που του άξιζε από τον
Ποσειδώνα.
Ο θεός της θάλασσας οργισμένος όχι εξαιτίας του ανθρωποφάγου Πολύφημου που θέλει ο Όμηρος, αλλά για τις δολοπλοκίες που είχε εξυφάνει σε βάρος του Παλαμήδη,
που όπως είδαμε ήταν απόγονός του, αφού τον καταδίκασε να
θαλασσοδέρνεται δέκα ολόκληρα χρόνια, του έστειλε τέλος μέσα από το
θαλασσινό βασίλειό του τον θάνατο.
Η ιστορία του Ναυπλίου,
του τραγικού πατέρα, που τόσο σκληρά τον χτύπησε η μοίρα ενώ πλησίαζε
στη δύση της ζωής του, δεν άφησε ασυγκίνητους τους τρεις μεγάλους τραγικούς ποιητές
μας. Τα έργα όμως που έγραψαν γι’ αυτόν, είχαν την ίδια τύχη με αυτά
που είχαν θέμα τον Παλαμήδη, εκτός από ελάχιστα αποσπάσματα.
Οι εφευρέσεις του Παλαμήδη
Τον σοφό γιο του
Ναυπλίου και τραγικό ήρωα του Τρωικού πολέμου Παλαμήδη, εκτός από την
ενασχόλησή του με τις επιστήμες και την επική ποίηση, του αποδίδεται και
ένας μεγάλος αριθμός σπουδαίων εφευρέσεων, προϊόντων της εντέχνου σοφίας του, με χαρακτηριστικό τους την άμεση πρακτική εφαρμογή.
Οι εφευρέσεις του αυτές τον έχουν κατατάξει μεταξύ των πρώτων ευρετών όπως
ονομάστηκαν μυθικά αλλά και ιστορικά πρόσωπα, θεοί και ήρωες, στους
οποίους αποδόθηκαν διάφορες εφευρέσεις, όπως ο Απόλλων, ο Ήφαιστος, ο
Ερμής, η Εργάνη Αθηνά, ο Λίνος, ο Δαίδαλος, ο Προμηθεύς, ο Φορωνεύς κ.
ά.
Υπήρξε ιατρός, αστρονόμος και άριστος εποποιός, αλλά όπως μας πληροφορεί το λεξικό Σουίδα και η αρχαία παράδοση, τα έπη του εξαφανίστηκαν από τους απογόνους του Αγαμέμνονος δια βασκανίαν δηλ. από ζηλοφθονία.
Εφεύρε ακόμη την
αλφαβητική γραφή, και τους αριθμούς, τους πεσσούς και τους κύβους, τα
μέτρα και τα σταθμά, επινόησε τις φρυκτωρίες, τον άβακα, τα νομίσματα
και την υποδιαίρεση του χρόνου.
Το τέλος μιας ένδοξης γενιάς
Μετά τον τραγικό χαμό του Παλαμήδη και του βασιλιά πατέρα του, στο Ναύπλιο κυβερνούσαν τα παιδιά που είχαν απομείνει, ο Οίαξ και ο Ναυσιμέδων. Αλλά η κακοδαιμονία που μάστιζε τον Ναυπλιακό οίκο δεν έλεγε να τελειώσει. Ο Ορέστης θεωρούσε τον βασιλιά Ναύπλιο
και τον Οίακα υπεύθυνους για τον θάνατο του πατέρα του, επειδή είχαν
ξελογιάσει την μητέρα του και την είχαν παρακινήσει στην απιστία. Αφού
γύρισε στις Μυκήνες και τιμώρησε τον φονιά του πατέρα του, θέλησε να
αποτελειώσει το εκδικητικό έργο του, ξεκληρίζοντας και αυτήν την εχθρική
του γενιά.
Ένας ακόμη λόγος ήταν ότι τα αδέλφια είχαν συμμαχήσει με τον Αίγισθο.
Μία παλαιότερη τραγωδία του Στησιχόρου που λίγα αποσπάσματά της έχουν
διασωθεί, ανέφερε ότι ο Οίαξ είχε πάρει γυναίκα του την κόρη του
Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας Ηριγόνη. Η ευκαιρία του δόθηκε όταν στις
μάχες που ακολούθησαν, τα αδέλφια παρατάχθηκαν στο πλευρό του Αίγισθου.
Εκεί έπεσαν πολεμώντας από το σπαθί του Πυλάδη.
Στην Πινακοθήκη της Ακρόπολης των
Αθηνών, υπήρχε μια ζωγραφική σύνθεση, που εικονίζε τον Ορέστη να
θανατώνει τον Αίγισθο και τον Πυλάδη τους γιους του Ναυπλίου:
«Υπάρχει επίσης
αριστερά των Προπυλαίων κτίριο με ζωγραφιές… εδώ ανάμεσα στις ζωγραφιές,
είναι και αυτή που παριστά τον Ορέστη να φονεύει τον Αίγισθο και τον
Πυλάδη να σκοτώνει τα παιδιά του Ναυπλίου, που ήλθαν σε βοήθεια του
Αιγίσθου».[11]
Η θεογέννητη Ναυπλιώτικη δυναστεία που είχε ξεκινήσει από τον γιο του Ωκεανού Ίναχο, πρόγονο της Αμυμώνης και αυτή με τον Ποσειδώνα γέννησε τον πρώτο Ναύπλιο,
βρήκε αυτό το οικτρό και άδοξο τέλος, από τον δολοπλόκο Οδυσσέα που
έκανε την αρχή, για να συνεχίσει η μισητή απ’ τους θεούς γενιά των
Ατρειδών.
Πηγή: Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης», Προοδευτικός Σύλλογος Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», Ναύπλιο, 2003.
Aνιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.