Με
τσίγκλησε η «επανεμφάνισή» τους μαζί – μια καλοκαιρινή περιοδεία ανά
την επικράτεια, που ξεκίνησε ηδη από τον Λυκαβηττό, και φέρει τον τιτλο Best Of.
Ζήτησα συνέντευξη εκ του πλησίον, και μου αντέτειναν συνέντευξη εξ
αποστάσεως. Ερωτήσεις δικές μου. Τις στέλνω με μέιλ. Απαντησεις δικές
τους, με τον ίδιο τρόπο. Ψύχρα, σκέφτομαι. Πάντα απέρριπτα τέτοιες
συνεντεύξεις. Αλλά ετούτη τη φορά, είπα να μπω στον πειρασμό «κι ας μου
βγει και σε κακό». Ένα βράδυ ολόκληρο με πήρε η διατυπωση των ερωτήσεων.
Προσπάθησα να κάνω εξομοιωση μιας πραγματικής συνάντησης. Συνέντευξης simulator! Μου άρεσε. Περίμενα μια εβδομάδα μέχρι ναρθουν οι απαντήσεις. Ανοιξα το attachment με
μιση καρδιά. Μόλις άρχισα να διαβάζω, έγινε τριαντάφυλλο, και άνοιξε
ολάκερη. «Συζήτηση» χωρίς διακοπές. Απαντήσεις που πολύ όμορφα έμειναν
χωρίς follow-up.
Εκφρασεις προσωπων, που τις άφησα στη φαντασία μου. Μια γνωριμία, που
δεν έχει γίνει ποτέ από κοντά, κι όμως μοιάζει να υπάρχει ζωντανή, εδώ
και χρόνια. Κυρίες και κύριοι, οι αδελφοί Κατσιμίχα, σίγουρα όπως δεν
τους έχετε ακούσει ποτέ!
***************
@Πως σας φαίνεται που κάνουμε αυτήν την συνέντευξη εξ αποστάσεως, με γραπτές ερωτήσεις και απαντήσεις;
ΠΑΝΟΣ: Σα να μιλάμε από το τηλέφωνο, και μάλιστα χωρίς να διακόπτει ο ένας τον άλλον. Πολύ cool.
@Μπορεί
να βγει καλύτερη απ’ ότι εάν βρισκόμασταν από κοντά. Και η δική μου
«μοναξιά της νύχτας», μπροστά στο λάπτοπ, όταν όλα έχουν ησυχάσει, είναι
πολλές φορές πιο δημιουργική από την αμηχανία μιας συζήτησης κατ’
ιδίαν. Τι συμβαινει άραγε; Χάσαμε κάτι; Ή βρίσκουμε κάτι καινούργιο;
ΠΑΝΟΣ:
Εμείς είμαστε συνηθισμένοι σ’αυτή τη μοναξιά. Δεν γράφεται αλλιώς ένας
στίχος ή ένα τραγούδι. Πρέπει να είσαι μόνος σου.Οταν είσαι μόνος, είσαι
πιο υπεύθυνος, γιατί έχεις να κάνεις μόνο με τον εαυτό σου. Και κανένας
δε μπορεί να κρυφτεί από τον εαυτό του. Πιστεύω, ότι δεν χάσαμε τίποτα. Απλά, είναι άλλες εποχές. Η εποχή μας δεν είναι καθόλου μοναχική. Ισα ίσα, το αντίθετο. Μέσα από το Ιnternet, όλος ο κόσμος έχει γίνει μια τεράστια παρέα. Δεν είναι κάτι καινούριο αυτό?
@Εάν δίναμε ραντεβού για τη συνέντευξη, ποιο μέρος θα προτείνατε; Γιατί;
ΠΑΝΟΣ: Θα ήθελα να ήτανε σε κάποιο μπαρ κλειστό, που δεν έχει ανοίξει ακόμα, κατά τις 5.00 -6.00 το απόγευμα.Δεν ξέρω γιατί. Εχουν μια ιδιαίτερη ενέργεια αυτοί οι χώροι, όταν είναι ήσυχοι και έρημοι
ΧΑΡΗΣ:
Θα έστηνα τρείς καρέκλες, και στη μέση ένα τραπεζάκι, στο κέντρο του
Κολοσσαίου στη Ρώμη. Εκεί θα γούσταρα να κάνουμε τη συνέντευξη. Γιατί?
Γιατί εκεί έχει άπλα βρε παιδί μου!!
@Πού ήσασταν τόσο καιρό; Γιατί εξαφανιστήκατε;
ΧΑΡΗΣ: Προσωπικά εξαφανίστηκα, γιατί ήμουν πάρα πολύ απασχολημένος, ψάχνοντας, όπως η Νικολούλη, να βρω το μικρό Χάρη..! Προσπαθούσα
να θυμηθώ, πού στο διάολο με είχα παρατήσει, σε πιο ξενοδοχείο , σε
ποια πόλη, ποια χρονιά και ποια ημερομηνία. Με πήρε καμιά δεκαριά
χρόνια, αλλά ευτυχώς τα κατάφερα στο τέλος.
ΠΑΝΟΣ: Εγώ
δεν σταμάτησα ποτέ να κυκλοφορώ μέσα στον κόσμο, δέκα χρόνια τώρα. Εχω
κάνει εκατοντάδες συναυλίες, εμφανίσεις, ταξίδια, δεν άλλαξε τίποτα από
την παλιά μου ζωή, απλά το έκανα όλο αυτό, λίγο πιο διακριτικά, low profile, που λέμε. Τους χειμώνες, εκτός από την Αθήνα, έπαιζα και στην επαρχία. Ηταν ένα παλιό μου όνειρο, να γυρίσω όλη την Ελλάδα, χειμώνα, όταν κάθε
πόλη ζει την κλειστή ιδιωτική της ζωή και πας εσύ σαν επισκέπτης.Στην
επαρχία, με τα καλά της και τα κακά της. Ηταν ένα υπέροχο, μοναχικό ταξίδι
αυτή η δεκαετία που πέρασε. Παρεμπιπτόντως, εξέδωσα και δύο δίσκους,
προσωπικούς. Τον πρώτο το 2004, (΄΄Μπαλάντες των πολυκατοικιών΄΄) και το
δεύτερο το 2008 (‘’Μέχρι να πάρεις παγωτό σε βρίσκει ο χειμώνας’’),
μαζί με το φίλο μου Μάνο Ξυδούς, που έφυγε πρόωρα από τη ζωή, πέρσι τον Aπρίλιο.
@Γιατί ξεμυτίσατε τώρα; Έχει να κάνει με την κρίση; «Θα ξέμειναν από χρήματα», μου ειπε κακεντρεχής φίλος.
ΧΑΡΗΣ: Στο βαθμό που με αφορά, έχει
μια δόση αλήθειας, αυτό που σου είπε ο κακεντρεχής φίλος σου. Ότι
ξέμεινα από φράγκα. Δεν είναι ντροπή να ξεμένεις από χρήματα, νομίζω.
Δεν είναι όμως κυρίως αυτό. Το βασικότερο είναι, ότι ξέμεινα από την
άδολη χαρά και ικανοποίηση που σου δίνει η επικοινωνία με τον κόσμο κατά
την ώρα της συναυλίας. Την είχα ξεχάσει αυτή την αίσθηση. Και χαίρομαι που τη ζω ξανά. Οσο
πολύ με είχε κουράσει πριν δέκα χρόνια αυτό το πράγμα, τόσο πολύ μου
αρέσει τώρα, που το κάνω με τους όρους και τις συνθήκες που ταιριάζουν
στους δικούς μου ρυθμούς. Διαφορετικά, εάν δεν είναι έτσι, άστο
καλύτερα, είναι μια πολύ ψυχοφθόρα ιστορία. Επειτα, είναι και κάτι άλλο, πολύ σημαντικό
. Εδώ και ένα χρόνο άρχισε ο Πάνος να φτιάχνει μια καινούρια δουλειά,
που κάποια στιγμή όταν την άκουσα, ένοιωσα την ανάγκη να συμμετάσχω. Του
είπα, να μπω κι εγώ μές το κόλπο? Φυσικά δέχθηκε και αρχίσαμε να
δουλεύουμε ξανά μαζί, μια καινούρια δισκογραφική δουλειά, και το ένα έφερε το άλλο….
Τα Best Of, δεν αδικούν πάντα εκείνα που μένουν εκτός;
ΠΑΝΟΣ: Τα best είναι
συνήθως, αυτά που παίχθηκαν περισσότερο στο ραδιόφωνο, που παίχτηκαν
περισσότερο σαν διασκευές από άλλους σε μαγαζιά, σε συναυλίες, από ‘δω
κι από’κει. Είναι τα πιο πολυακουσμένα δηλαδή. Εμείς πάντως στην κασετίνα που βγάλαμε το προβλέψαμε αυτό. Γι’αυτό και την ονομάσαμε « The best and the rest”. Προβλέψαμε λοιπόν και βάλαμε μέσα και τα ‘’rest’’,
αυτά δηλαδή, που δεν παίχτηκαν πολύ, που δεν τα πήρε πολύ χαμπάρι ο
κόσμος. Για άκουσέ τα. Εχουν ενδιαφέρον. Υπάρχουν τραγούδια, ας πούμε
στις «Τρύπιες σημαίες», (που εκδόθηκαν αρχές του 2000), που κάποια από
αυτά, εμείς τα θεωρούμε από τα καλύτερά μας. Όπως ο ‘’Μεγάλος
Αδερφός’’, όπως οι ‘’Τρύπιες σημαίες’’, το ομώνυμο δηλαδή τραγούδι που
έδωσε και τον τίτλο του δίσκου, το Εγώ ήθελα να γίνω δέντρο, Κερύνεια ,
Γυναίκα της ψυχής μου, Σέριφος,
πολλά τραγούδια από αυτό το δίσκο, τα θεωρούμε πολύ καλά . Επίσης
υπάρχουν κι άλλα,που θεωρούμε εμείς καλά τραγούδια, στο δίσκο ΄΄Ελαιώνες
της αγάπης’’, τα μελοποιημένα ποιήματα.Και για να το πούμε για άλλη μια
φορά, όταν λέμε.. the best δεν εννούμε τα καλύτερα, αλλά αυτά που ακούστηκαν περισσότερο.Τα πιο δημοφιλή.
@Το
Ριτάκι, που είναι σήμερα; Πόσο χρονών είναι – αν ζεί; Τι κάνει;
Παντρευτηκε; Πολιτεύτηκε; Απογοητεύτηκε; Πρόκοψε; Απέτυχε; Κατεβαίνει
τώρα στη Πλατεία;
ΧΑΡΗΣ: Πολύ
ενδιαφέρουσα ερώτηση. Το Ριτάκι αν ήταν 18 χρονών, το 1985, και 26
χρόνια που περάσανε, σήμερα θα είναι 44 χρονών. Πλάκα δεν έχει? Φοβερή
σκέψη.Δεν μου είχε πάει ποτέ το μυαλό. Το καλό με τη Ρίτα είναι ότι, όσα
χρόνια κι αν περάσουν , πάντα 18 χρονών θα είναι. Μεγαλώνει ποτέ η Gioconda ? Οσο την έφτιαξε ο ‘’μάστορας’’ που την έφτιαξε, τόσο έμεινε.Ολους αυτούς τους αιώνες.Αυτό είναι η μαγεία της τέχνης. Τυχερό το Ριτάκι.
ΠΑΝΟΣ: Τώρα ως προς τα άλλα, την
κόβω να παντρεύτηκε και να χώρισε δυο τρεις φορές, να έχει κάνα δύο
παιδιά, παχυλές διατροφές, σίγουρα δεν πολιτεύτηκε, δεν την κόβω να
κατεβαίνει στην πλατεία.Αυτή
πιστεύει ότι πρόκοψε και πέτυχε.Σίγουρα, ένας τέτοιος τύπος θα αρνείται
φανατικά ότι απέτυχε, έτσι είναι τα Ριτάκια. Το λέει και το τραγούδι ‘’τίποτα δε φοβάσαι’’, ‘’τίποτα δεν θυμάσαι’’, δηλαδή η νιρβάνα του ανέμελου. Δεν ξέρω γιατί, τη φαντάζομαι, να είναι σαν κάτι γκόμενες που παίζουν σε μια τηλεοπτική εκπομπή, πώς τη λένε ‘’housewives’’?
Κάτι περίεργες σαρανταπεντάρες, που διάγουν πολυτελή βίο, σε κάτι
πολυτελέστατα σπίτια, με πισίνες κλπ κλπ, απροσδιορίστου επαγγέλματος
και απροσδιορίστου προελεύσεως εισοδήματα.
@Εσείς;
Πως ζείτε; Που; Οικογένεια; Γειτονιά; Καθημερινότητα; Εφημερίδα;
Καφενείο; Μπάρ; Βιβλιοπωλείο; Τηλεόραση; Βόλτα; Παιδιά; Αγωνία; Φόβος;
Φίλοι; Λιγόστεψαν; Γίναν πιο πολλοί; Που συναντιέστε; Τι λέτε; Τι
τραγούδια ακουτε, αν ακουτε; Τα καλοκαίρια σας;
ΧΑΡΗΣ:
Ζω ήρεμα κι ευτυχισμένα, στη συνοικία που γεννήθηκα. Τους ξέρω όλους ,
με ξέρουν όλοι. Δεν έχω (ούτε είχα ποτέ άλλωστε) παράλογες απαιτήσεις
από τη ζωή ή μουρλές φαντασιώσεις. Βγαίνω καθημερινά, πίνω το καφεδάκι
μου, λέω πέντε καλημέρες, αγοράζω την εφημερίδα μου,γυρίζω σπίτι να
δουλέψω τη μουσική μου.Οι μεγάλες μου απολαύσεις είναι ακόμα, ένα καλό
βιβλίο, ένα καλό cd,
ένας περίπατος στον αρχαίο ελαιώνα του Φιλοπάππου, μετά κάτω, στην
παλιά αγορά, στο Θησείο, στο Μοναστηράκι, να χαζέψω τα παλαιοπωλεία με
τους παλιούς δίσκους, τα παλιά αντικείμενα, παλιά βιβλία, με το
πολύχρωμο πλήθος να βουίζει γύρω μου. Με δυο λόγια, δεν κάνω τίποτα το
διαφορετικό, από ό,τι έκανα στην εφηβεία μου ή αργότερα σαν
φοιτητής.Τίποτα δεν έχει αλλάξει….κι ας μην είναι τίποτα όπως παλιά…
Οσο
για τους φίλους…Καθώς εγώ γίνομαι πιο προσεκτικός, και λιγότερο χύμα,
οι πραγματικοί φίλοι γίνονται όλο και περισσότεροι, και οι ψεύτικοι
έχουν σχεδόν εξαφανιστεί από τη ζωή μου.
Οι μουσικές που ακούω, είναι πια πάρα πολύ επιλεγμένες, και δεν υπάρχει ύφος και στυλ συγκεκριμένο.Ακούω τα πάντα.
Και τέλος, τα
καλοκαίρια, επίσης όπως τα προηγούμενα χρόνια. Είτε θα πάω σε κανένα
νησάκι των Κυκλάδων ή του Αργοσαρωνικού, είτε θα πάω να επισκεφτώ τους
γέρους μου στο Βραχάτι, που περνάνε τα καλοκαίρια τους, είτε όπως τώρα,
καλή ώρα, στην περιοδεία. Αυτά.
@Η μέση ηλικία;
ΠΑΝΟΣ: H
μέση ηλικία θέλει ρέγουλα. Αυτός είναι ο χρυσός κανόνας της. Μπορείς να
κάνεις τα πάντα (σου το επιτρέπει), αλλά με ρέγουλα. Αλλιώς σου τραβάει
ένα καρδιακό επεισόδιο ας πούμε, κι αν επιζήσεις, έχεις μάθει με το
ζόρι, πόσο κοστίζει το να είσαι ανεύθυνος.
@Απολογισμός, ή διάλειμμα;
ΧΑΡΗΣ: Μα
αν το διάλειμμα, δεν έχει σαν σκοπό εκτός, από την ξεκούραση, τη
σωματική και την πνευματική, αν σαν τελικό ζητούμενο δεν έχει τον
απολογισμό, τι νόημα έχει? Αυτά πάνε μαζί, είναι πρώτα ξαδέρφια.
@Έχετε σκεφτεί να φύγετε από την Ελλάδα; Πάντα σας φαντάζομαι στη Γερμανία - δεν ξέρω γιατί!
ΠΑΝΟΣ: Το
είχα σκεφτεί αρκετές φορές στο παρελθόν, μετά όμως ήρθε η κόρη μου,
έπειτα γνώρισα τη Μάγδα, τη γυναίκα μου και ρίζωσα εδώ, με καινούριες
ρίζες. Γυρίζω στους δρόμους του Βερολίνου (ειδικά τους χειμώνες), με την
καρδιά μου, όχι τόσο με το μυαλό μου, γιατί αυτή την πόλη, την αγαπώ.
Εκεί, άλλαξα. Εκεί, από έφηβος, έγινα άντρας. Αυτό το χρωστάω στη ‘’Μama Berlin’’ και πολλά, πάρα πολλά τραγούδια και στίχους.
ΧΑΡΗΣ:
Μα ήμουν στη Γερμανία, δέκα χρόνια, από 22 χρονών μέχρι 32. Πού να
σηκωθώ σ’αυτή την ηλικία και να ξαναφύγω? Αντε πάλι στα γερμανικά, ‘’σας
παρακαλώ ένα πακέτο τσιγάρα’’, ΄’’ένα ποτήρι νερό’’..Δε γίνονται αυτά
τα πράγματα φίλε. Δύο φορές μέσα σε μία ζωή, το ίδιο έργο, ειδικά όταν
ήταν τόσο σκληρό.
@Τι συμβαίνει σήμερα στο τραγούδι;
ΠΑΝΟΣ: Δεν
ξέρω ακριβώς. Δηλαδή ξέρω, αλλά δε θα ήθελα να πω κάτι παρά πέρα, αφού
με τον άλφα ή βήτα τρόπο εμπλέκομαι ακόμα στη ‘’φάση’’. Όμως
συναισθηματικά, μου θυμίζει την εποχή, λίγο πριν βγουν τα ‘’Ζεστά
Ποτά’’. Δουλεύονται και ζυμώνονται συγχρόνως πολλά, διαφορετικά
πράγματα.Γίνονται χιλιάδες μουσικές προσπάθειες, κάποιες καλές, κάποιες
μέτριες, δεν έχει καμιά σημασία αυτό. Η ουσία είναι ότι, η εποχή που
ζούμε, ανακατεύει με πάθος το καζάνι. Γυρεύει να βρει, τον τρόπο αυτόν,
που θα εκφράσει αυθεντικά τον εαυτό της. Σίγουρα κάτι γίνεται….
@Τι συμβαίνει στην Ελλάδα;
ΠΑΝΟΣ: Ο,τι συνέβη στο Περλ Χάρμπορ, το 1941. Ένα ηλιόλουστο πρωί Κυριακής και ενώ όλοι χαλαρώνανε στον ήλιο και έκαναν ΄΄διακοπές΄΄, (ενώ
ο πλανήτης καιγόταν μέσα στον β`Παγκόσμιο πόλεμο), ξαφνικά τους ήρθε
ουρανοκατέβατη στο κεφάλι, η παράνοια και η λύσσα της πραγματικότητας.
Μπαμ εδώ, μπουμ εκεί.
@Πάσχετε και εσείς από νοσταλγία;
ΠΑΝΟΣ: Την αγαπάω, αλλά και τη φοβάμαι τη νοσταλγία. Είναι πολύ ύπουλο drug.
Αν της αφήσεις παραπάνω περιθώρια, από ότι πρέπει, διεκδικεί με έναν
άρρωστο τρόπο, όχι μόνο το χθες, αλλά και το σήμερα και το αύριο.
(*Είναι
4 παρά τέταρτο, χαράματα Σαββάτου. Εξω στην πλατεία , μια κιθάρα και
μια παρέα, τραγουδάνε το ΄΄λουλούδι του δάσους΄΄). Να, τι με σώζει από
τη νοσταλγία. Τα τραγούδια μας, που είναι ακόμα ζωντανά και αυτά που θα
φτιάξουμε αύριο.
ΧΑΡΗΣ: Νοσταλγία: Aπό προσωπική μου πείρα, ξέρω, ότι ο άνθρωπος νοσταλγεί, κάτι που αγαπούσε
πάρα πολύ, και το οποίο για κάποιο λόγο ή για κάποιος λόγους, χάθηκε
και δεν υπάρχει πια στη ζωή του.Αυτό το πράγμα, είτε είναι άνθρωπος,
είτε είναι μια κατάσταση, είτε είναι ο,τιδήποτε, όταν δεν υπάρχει στη
ζωή μας, ενώ εμείς θα θέλαμε να υπάρχει, είναι ένα τυραννικό συναίσθημα,
και πολλές φορές πολύ επικίνδυνο για την ψυχική μας ισορροπία.Εγώ όμως,
έτυχε στη ζωή μου, να αγαπήσω πιο πολύ και πάνω απ’όλα, εκτός από τους
δικούς μου ανθρώπους, την μουσική, με έναν βαθύ και ισόβιο τρόπο κι έτσι
εξακολουθώ να ζω μαζί της, το ίδιο αγαπημένα και αρμονικά, όπως όταν
πρωτοάρχισα.Αρα,τι να νοσταλγήσω? Τίποτα. Μια χαρά είμαι έτσι όπως είμαι
και δεν ζητάω τίποτα πέρα από αυτό.
@Πως αντιδράτε στην επιθετικότητα που βιώνουμε από παντού;
ΠΑΝΟΣ: Αυτή
την επιθετικότητα προσπαθώ να την περάσω ‘’ντούκου’’. Κατ’αρχάς κάνω το
κορόϊδο. Σε στυλ ‘’δε βλέπω, δεν ακούω κλπ’’. Αν δεν πιάσει αυτό, φοράω
την φυσαρμόνικα στο λαιμό, παίρνω την κιθάρα και παίζω κανένα μισάωρο blues. Αν δε δουλέψει ούτε κι αυτό, κοπανάω ένα ..lexotanil …και γειά σας!!
@Τα πρόσωπα που μας περιβάλλουν, πολιτικά και μη, τι σας «λένε»;
ΠΑΝΟΣ: Τα πολιτικά πρόσωπα, δε μου λένε πλέον τίποτα.Σχεδόν κανένας.
Τι να μου πούνε αυτοί οι τύποι, που αρχίζουν μπάνια στη θάλασσα, το
Πάσχα και στα μέσα Ιουνίου είναι όλοι σαν λατίνοι εραστές? Δεν ξέρω. Δεν
τους βλέπετε που είναι όλοι ηλιοψημένοι ήδη?Υπάρχει περίπτωση, αυτοί να
αγωνιούν για τις υποχρεώσεις τους, για το κράτος, ή για τους
‘’ιθαγενείς’’ που τρέχουν μες το λιοπύρι για το μεροκάματο? Οσο για τα
‘’μη πολιτικά πρόσωπα’’, τι να σου πω? Δεν είναι το ίδιο. Εξαρτάται για
ποιον μιλάμε. Είναι τεράστια συζήτηση.
@Τι,
και πως, να ρωτήσω για την κρίση; Πως έχει επηρεάσει τη ζωή σας,
πρακτικά και πνευματικά/συναισθηματικά; Ειστε αγανακτισμένοι και εσείς;
Πήγατε, ή θα πάτε στο Συνταγμα;
ΠΑΝΟΣ: Το 2007, δημοσίευσα ένα
τραγούδι, που είχε τίτλο ‘’Το σύνδρομο της
Στοκχόλμης’’-Εκλογές’’.Μιλάει γι’αυτό ακριβώς που ζούμε σήμερα και το
ρεφρέν ρωτάει ¨: ‘’γιατί ψηφίζουν οι φτωχοί αυτούς που τους πηδάνε κι
ύστερα βγαίνουν με πανώ και λένε πως πεινάνε?’’ Βγαίνουν, ζητάνε χίλια
δυο και παίρνουν ό,τι κάτσει, η εξουσία χασκογελάει και τους κλωτσάνε οι
μπάτσοι’. Από τότε και από πολύ πιο πριν ακόμα, ήμουν
αγανακτισμένος.Όμως, σκέφτομαι..πάλι…Εμείς, γιατί συμμετείχαμε σ’αυτή
την αλητεία? Γιατί τους ψηφίζαμε ρε παιδί μου, όσοι τους ψηφίζαμε?
Δυστυχώς, μαζί μ’ αυτούς, στρώναμε το κρεβάτι. Ε,τώρα, όπως στρώσαμε, έτσι θα κοιμηθούμε μάλλον. .
@Πότε αρχίσαμε να παίρνουμε τη ζωή μας λάθος;
ΠΑΝΟΣ: Σαν
λαός, πιστεύω,ότι αρχίσαμε να χάνουμε τη μπάλα,κάπου εκεί , μετά τη
μεταπολίτευση, αρχές της δεκαετίας του `80. Μη με ρωτήσεις, τώρα γιατί,
είναι πολύ μεγάλη συζήτηση. Σε προσωπικό επίπεδο, ο καθένας έχει το
‘’΄πότε’’ το δικό του και το ξέρει μόνο αυτός.
@Πως θα βγουμε από τη κρίση;
ΠΑΝΟΣ: Αν
δεν σοβαρευτούμε, αν δεν αλλάξουμε μυαλά, αν δε γίνουμε επιτέλους
υπεύθυνοι (και εννοώ εμάς, το λαό) και όχι την εξουσία, θα βγούμε από
την κρίση σε 50 χρόνια και έρποντας. Αν ωριμάσουμε και αλλάξουμε μυαλά,
σίγουρα θα βγούμε πιο γρήγορα και με το κεφάλι ψηλά. Και ο νοών,
νοείτω….
@Σε ποιόν, ή ποιους, θα φωναζατε σήμερα «άξιος»;
ΠΑΝΟΣ: Θα
το φώναζα, ας πούμε σε έναν έλληνα πιλότο, που αυτή τη στιγμή, πετάει
χαράματα, μόνος του, περιπολώντας πάνω από το Αιγαίο. Αυτός, το καθήκον
του και ο Θεός. ‘’Αξιος’’!
@Πόσο χρόνο ξοδεύετε στο Facebook; Τι γυρεύετε εκεί;
ΠΑΝΟΣ: Λίγο από το χρόνο μου ξοδεύω στο Facebook, περισσότερο για να ενημερώνομαι για το τι παίζει γενικά, όχι τόσο για να επικοινωνώ.
ΧΑΡΗΣ: Δεν ασχολούμαι με το Facebook, γιατί προτιμώ να τα λέω με τους ανθρώπους που με ενδιαφέρουν face to face.
@Τι ζητάνε από σας εκείνοι που χρόνια σας ακολουθούν;
ΠΑΝΟΣ: Απ’ότι βλέπω, στις συναυλίες, στο δρόμο, στο facebook, σε διάφορα blogs,σε συζητήσεις, ένα
πράγμα ουσιαστικά μας λένε.-Όχι μόνο: ‘’γράψτε καινούρια τραγούδια’’ ή
‘’ελάτε να τραγουδήσετε στην πόλη μας το χειμώνα΄΄ κλπ.. Ένα πράγμα μας
ζητάνε και μας λένε ουσιαστικά :’’Mη μας προδώσετε, μην αλλάξετε’’.Αδέρφια, είναι πολύ αργά για να αλλάξει ο ‘’Κατσιμιχαίος’’. Don`t worry, be happy’’.
ΧΑΡΗΣ: Μα
ό,τι ζητάμε κι εμείς. Τρέχουμε όλοι πίσω από μία χίμαιρα και
πιστεύουμε, αφελώς μεν, ειλικρινά δε, ότι μια μέρα, θα δούμε τις
‘’αμυγδαλιές να ανθίζουν’’,΄όπως λέει ο Σεφέρης
@Ανοίγεστε; Ή έχετε κλειστεί πιο πολύ;
ΠΑΝΟΣ: Παλιά, είχα εκατοντάδες φίλους-γνωστούς. Ετσι θα τους αποκαλούσα σήμερα. Tώρα
όμως πια, δεν έχω όρεξη για εύκολες σχέσεις. Εϊμαι πάντα ανοιχτός στους
ανθρώπους, αλλά για να βάλω κάποιον στο σπίτι μου σαν φίλο, τον περνάω
από ‘’Ιερά εξέταση’’...
@Θα ήθελα πολύ να μου γράφατε, με λίγες λέξεις, μια μικρή ιστορία από το παρελθόν.
ΠΑΝΟΣ:
Το Νοέμβριο του 1979, παρουσιάστηκα στο Χαϊδάρι, στο στρατόπεδο ΚΕΒΟΠ.
Φτάσαμε εκεί βράδυ, μας πέταξαν σε έναν θάλαμο με σπασμένα τζάμια, από
το βουνό, δεξιά κατέβαζε κρύο-δηλητήριο.. Στο κρεβάτι μου, υπήρχε μόνο
ένα στρώμα. Οποιοι πρόλαβαν, πήραν μια δυο κουβέρτες και τους πήρε ο
ύπνος.Εγώ στάθηκα άτυχος, δεν πρόλαβα, δεν βρήκα κουβέρτα, προσπάθησα να
κοιμηθώ με τα ρούχα, αλλά τουρτούριζα. Σηκώθηκα, κάθισα στο κρεβάτι και
περίμενα να ξημερώσει. Ξαφνικά, κάποιος απέναντι μου άναψε έναν
αναπτήρα. Πήγα δίπλα του και τον ρώτησα ‘’τι τρέχει’’? ‘’Κρυώνεις ρε
φίλε?, με ρώτησε. ‘’Ναι, του είπα, δεν πειράζει όμως, σε λίγο θα
ξημερώσει’’. Ψάχνει κάτω από το μαξιλάρι του, βγάζει μια κουβέρτα,και
μου τη δίνει. Ετσι κοιμήθηκα
καμιά ώρα.Το πρωί, μετά την αναφορά του λόχου, τον είδα στη διάρκεια της
ημέρας, να σκουπίζει όλες τις τουαλέτες του συντάγματος. Ηταν το
απόβλητο, το κατακάθι του στρατοπέδου. Ο ‘’πρεζάκιας΄΄. Είχε (όπως
έμαθα) κάνει 2,5 χρόνια στις φυλακές Αυλώνας, γιατί είχε χτυπήσει
κάποιον αξιωματικό και έβγαζε εκεί το τελευταίο εξάμηνο της ποινής του.
Ενας βρέθηκε να προσέξει ότι κρύωνα. Ο ΄΄πρεζάκιας΄΄, ο φυλακόβιος, το
κατακάθι. Αυτός με ρώτησε ‘’κρυώνεις ρε φίλε?’’ Και μου έδωσε μια
κουβέρτα να κοιμηθώ. Δεν ΄ξέρω, γιατί από όλες, τις πολλές και διάφορες
ιστορίες που μου έχουν τύχει, θυμήθηκα αυτήν. Αν φίλε Χρήστο, σου
φαίνεται μαλακία, μην τη χρησιμοποιήσεις. Εντελώς αυθόρμητα όμως, αυτή
μου ήρθε στο μυαλό.
Το
κομμάτι που γραφω στη σελίδα μου, στην «Κυριακάτικη», δεν είναι
ερωτήσεις-απαντήσεις. Μια ιστορία συνθετω, ανθρωπων που μου επιτρέπουν
πρόσβαση στη ζωή και στις σκέψεις τους. Αγνοήστε όποιες ερωτήσεις σας
φανούν άσκοπες, άκαιρες, άστοχες, αδιακριτες, κακές. Βοηθείστε με απλώς,
με τον γραπτό σας λόγο (αφού δεν γίνεται αλλιώς) να καταλάβω και να
αισθανθω αυτό που καταλάβαινα και θα αισθανόμουν εάν βρισκόμασταν κατ’
ιδίαν. Δεν το ζητώ τώρα. Σεβομαι τον χρόνο σας, αλλά ταυτόχρονα αρχίζει
να μου αρέσει αυτό το «παιχνίδι της απόστασης». Ακούω ένα τραγούδι σας
στο οποίο απευθυνεσθε σε κάποιον που «αν είναι Θεός». Θα θέλατε να
είναι; Σε ποιόν Θεό πιστευετε; Πείτε μου δυο λόγια για το σπίτι που
μεγαλώσατε. Τη μάνα, τον πατερα, τους γειτονες, τα παιδιά. Πρόσωπα και
γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή σας.
ΠΑΝΟΣ: Μεγαλώσαμε στη γειτονιά που μεγάλωσαν ο ‘’Μάρκος και η Αννα’’ του Lucio Dalla .Στον Αγ.Δημήτριο, το Μπραχάμι του 1960. ‘’Μην περιμένεις πια’’ στα ραδιόφωνα, Γ.Οικονομίδης και Ρένα Ντορ, Charms, Aphrodites Child, Sergeant Pepper Lonely Heart club, Honky Tonk Woman, Bob Dylan, Δομάζος, Σιδέρης, Σαββόπουλος, Hendrix, Xoύντα, Θεοδωράκης, Πολυτεχνείο και ξαφνικά 1975, 2 μέρες ταξίδι με το τρένο, η χιονισμένη Γιουγκοσλαβία, τα κίτρινα φαναράκια του Σάλτσμπουργκ. ‘’Fire and Rain’’,
το Δ.Βερολίνο. Είκοσι δύο χρονών εμείς, πίσω ο πατέρας, η μάνα, οι
φίλοι, πίσω το Καλαμάκι σούρουπο, τα φώτα της Αίγινας. Η ζωή στο
Βερολίνο, ένα μακροβούτι κάθε βράδυ, σε άγνωστο , κρύο, σκοτεινό ποτάμι.
Για να επιζήσεις εκεί, έπρεπε να κάνεις σύντομα (ή δυνατόν και μέσα
στην εβδομάδα από την άφιξή σου), την πρώτη σοβαρή συζήτηση με τον εαυτό
σου. Αν δεν την είχες κάνει ήδη, έπρεπε επειγόντως να κάνεις αυτή την
άγρια συζήτηση γνωριμίας. Τα βασικά. Τι? Πώς? Γιατί? Χωρίς αυτή τη
μετάλλαξη-προσαρμογή, έφευγες πάνω στον ενάμιση μήνα, έντρομος. Δεν ήταν
το σημερινό τουριστικό Βερολίνο. Ηταν το Δ.Βερολίνο του ‘’τείχους’’ και
των τεσσάρων τομέων στρατιωτικού ελέγχου. Ο γαλλικός τομέας, ο
αμερικάνικος, ο εγγλέζικος και πίσω από το ‘’τείχος’’ ο τομέας ρώσικου
ελέγχου, το Ανατ.Βερολίνο. Μιλάμε δηλαδή για ‘’paranoid android’’ κατάσταση. Πάντως για μένα, ήταν υπέροχα. Όμως, από όλα, περισσότερο βάραινε, ο
βαθύς καθημερινός νόστος, της μητρικής γλώσσας μας. Γι’αυτή γυρίσαμε
πίσω. Θέλαμε να γυρίσουμε σ’αυτήν, την πατρίδα της γλώσσας μας.
Το
Σεπτέμβριο του 1982, ‘’Μουσικοί Αγώνες της Κέρκυρας’’, ‘’Μια βραδιά στο
Λούκι’’, τα μάτια του Μ.Χατζιδάκι και τελικά, ξαφνικά μετά από 3
χρόνια, τα ‘’Ζεστά Ποτά’’ και τα υπόλοιπα τα ξέρετε….
Οσο για το θεό του τραγουδιού μας, αυτός ο θεός, είναι ο Χριστός. Αν το ανθρώπινο είδος είχε βαδίσει στο δρόμο που έδειξε αυτός, σήμερα η ανθρωπότητα θα ζούσε στο 7ο επίπεδο συνείδησης και ο πλανήτης μας, θα ήταν ο Παράδεισος. Δεν θα χρειαζόταν ούτε οι επαναστάσεις, ούτε ο Μάρξ ούτε ο Λένιν.
Όμως υπερισχύσανε ουσιαστικά, ‘’του δαίμονα τα κτήνη΄΄, όπως λέει και το τραγούδι και ειδικά ο Μαμμωνάς, ο δαίμονας –χρήμα.
Ιδεαλιστικές μαλακίες θα μου πεις. Το ξέρω. Τα ίδια λέει και το ‘’Ιmagine’’, αλλά με άλλα λόγια. Δε βαριέσαι.
@Θα ήθελα πολύ να μου δείξετε από πού ήρθατε, και να με κατατοπίσετε, αν γίνεται, προς τα πού θα πάτε.
ΧΑΡΗΣ: « Ποιος αλήθεια είμαι εγώ και πού πάω»? Δεν έχω ιδέα, από πού έρχομαι, κι ακόμα περισσότερο δεν έχω ιδέα πού θα πάω.
*********************
ΥΓ:
Η συνέντευξη δημοσιεύεται στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία", 03.07.2011,
αλλά σε μικρότερη έκταση, λόγω του γνωστού περιορισμού του χώρου. Εδω,
δημοσιεύεται όπως ακριβώς "συνδέθηκε", όταν έλαβα από τον Πάνο και τον
Χάρη τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που τους έστειλα με e-mail. Οι
φωτογραφίες ειναι του Α.Μαρόπουλου, από το blog: http://www.athensinrock.blogspot.com/