Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

17.4.20

«Ο ΘΆΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΆΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΘΕΏΝ» (ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΌΣ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΜΌΣ) του Ηλία Γιαννακόπουλου.


«Οι Φρύγες, επίσης, που πίστευαν ότι ο Θεός κοιμάται τον χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι είναι ξυπνητός….», Πλούταρχος, Ηθικά.


Ο πρωτόγονος άνθρωπος βρέθηκε μπροστά σε δυο πραγματικότητες απέναντι στις οποίες ένιωσε αδύναμος βιολογικά. Αυτές ήταν το φυσικό περιβάλλον και ο Θάνατος. Ως προς το φυσικό περιβάλλον ένιωσε άμεσα εξαρτημένος, αφού αυτό αποτελούσε (εί) πηγή της βιολογικής του συντήρησης και επιβίωσης. Απέναντι στις φυσικές δυνάμεις (βροχή, σεισμός, εναλλαγή εποχών…) ήταν άοπλος και εκτεθειμένος στη μη προβλεψιμότητά τους.

 Ο θάνατος για τον πρωτόγονο στο βαθμό που ταυτίστηκε με τη βιολογική περατότητά του συνιστούσε τον απόλυτο φόβο και απέκτησε ένα μυστηριακό χαρακτήρα που ακόμη και σήμερα η επιστήμη – φιλοσοφία δεν απάντησε στο ερώτημα «γιατί πεθαίνουμε».

 Έτσι τις δυο αυτές πραγματικότητες (φυσικό περιβάλλον – θάνατος) σε μια ύστερη φάση τις αναγνώρισε ως νομοτέλεια και αναγκαιότητα. Ωστόσο αυτή η αναγνώριση δεν σήμανε και μια τυφλή παραίτηση ή αποδοχή αλλά το πρώτο βήμα για να τις ερμηνεύσει και να τις υπερβεί. Απώτατος στόχος να νιώσει ελεύθερος και ασφαλής «Ελευθερία είναι η αποδοχή της αναγκαιότητας» (Έγελος).

Η θεοποίηση της φύσης

 Όσο κι αν η θέση του Hegel συνιστά οξύμωρο σχήμα δεν παύει να υποδηλώνει την αγωνία του ανθρώπου να επιβιώσει (βιολογικά – πνευματικά – ηθικά…) μέσα από τις επιταγές μιας αδήριτης αναγκαιότητας. Προς το σκοπό αυτό θεοποίησε τις φυσικές δυνάμεις ως μια μορφή άμυνας απέναντι στη «δύναμή» τους.


 Ο Ουρανός και η Γαία (γη) αποτέλεσαν το πρώτο δίδυμο των θεών. Έκτοτε ακολούθησαν κι άλλες θεοποιήσεις σε μια προσπάθεια να κατανοήσει την αναγκαιότητα της δύναμης της φύσης και να συμφιλιωθεί μαζί της. Κι αυτό γιατί αυτή για τον άνθρωπο ήταν ο μέγιστος «χορηγός» και «διδάσκαλος». Η δικαιοσύνη, το μέτρο, η κοσμιότητα και η αρμονία αποτελούσαν τα βασικά στοιχεία της ύπαρξής της.

  Έτσι η φύση δεν άργησε να αποτελέσει αντικείμενο λατρείας μέσα από τη δημιουργία της θρησκείας και των διαφόρων θεοτήτων που αντιπροσώπευαν βασικές εκφράσεις του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και των ανθρώπινων αναγκών. Η Δήμητρα, η Άρτεμις, ο Διόνυσος, οι Νύμφες, οι Ναϊάδες, οι Ορεστιάδες, οι Δρυάδες και οι Νηρηίδες αποτελούσαν αντικείμενο λατρείας και θεοποίησης. Όλες αυτές οι θεότητες δεν ήταν κάτι απόκοσμο αλλά στοιχείο της καθημερινότητας των ανθρώπων.

 Έτσι μέσα από τη θεοποίηση των φυσικών δυνάμεων ο άνθρωπος συμφιλιώθηκε και με την ιδέα του θανάτου προσδίδοντας στους ανθρωπόμορφους θεούς του το στοιχείο της αθανασίας. Οι θεοί πάσχουν, υποφέρουν, πονούν αλλά δεν πεθαίνουν. Κι αν αυτό συμβεί, είναι προσωρινό γιατί πάντα ακολουθεί η ανάστασή τους. Επομένως το σχήμα Ζωή – Θάνατος – Ανάσταση είναι κοινός τόπος όχι μόνο της Ελληνικής μυθολογίας – θρησκείας αλλά και πολλών άλλων θρησκειών.

Το παράλογο του θανάτου των Θεών

Αυτό καταδεικνύει πως τα δυο κομβικά στοιχεία του χριστιανισμού η Σταύρωση και η Ανάσταση έλκουν την καταγωγή τους τόσο από την αρχαία μυθολογία αλλά κι από τους μύθους – θρησκείες άλλων λαών, με τις αναγκαίες κάθε φορά παραλλαγές. Ωστόσο το βασικό μοτίβο – σχήμα ο Θάνατος – η Ανάσταση του θεού παραμένει ως μια εκδήλωση της ανθρώπινης – διαχρονικής και επίμονης – επιθυμίας αλλά και αγωνίας του ανθρώπου να συγκρουστεί με το παράλογο «absurdum» του θανάτου και της ανάστασης.


  Εξάλλου ο πρωτόγονος – αλλά και ο σύγχρονος – άνθρωπος αυτό που βιώνει εκατομμύρια χρόνια είναι ο κύκλος της φυσικής λειτουργίας μέσα από τις εποχές και κυρίως το χειμώνα και το καλοκαίρι (η ακαρπία – η φθορά vs βλάστηση – ευφορία – αναγέννηση της φύσης). Δίπλα σε αυτά το Πένθος και η Χαρά κυριαρχούν ως ανθρώπινα συναισθήματα και συγκροτούν το πλαίσιο ζωής του θνητού ανθρώπου.

  Η αλλαγή, λοιπόν, των εποχών, η γονιμότητα και η ακαρπία, η βλάστηση και η «ύπνωση» της φύσης υφαίνουν τον ιστό πολλών μύθων και θρησκευτικών δοξασιών ή λατρειών σε παγκόσμιο επίπεδο. Εξάλλου, γρήγορα οι άνθρωποι συνειδητοποίησαν πως ο κυκλικός χρόνος (γέννηση – θάνατος – αναγέννηση) συνιστά το θεμέλιο της κοσμικής τάξης. Αυτή η κοσμική τάξη αποτέλεσε το βάθρο πάνω στο οποίο η ανθρωπότητα οικοδόμησε το ηθικό και κοινωνικοπολιτικό σύστημα αλλά και τις προοπτικές για μια ζωή με πνευματικότητα και συναισθηματική πληρότητα.

 «Αυτό που σήμερα αποκαλείται Χριστιανική θρησκεία, υπήρχε ήδη ανάμεσα στους αρχαίους και δεν έλειπε και στις απαρχές της ανθρώπινης φυλής. Όταν ο Χριστός εμφανίστηκε ένσαρκος, η αληθινή θρησκεία, που ήδη υπήρχε, έλαβε την ονομασία Χριστιανική» (Άγιος Αυγουστίνος).

Διανύοντας, λοιπόν τη Μεγάλη Εβδομάδα και τα Πάθη του Χριστού και προσδοκώντας την Ανάσταση αναγκαία κρίνεται η αναφορά σε εκείνες τις θεϊκές οντότητες που γεννήθηκαν ως θνητές, υπέφεραν, πέθαναν και αναστήθηκαν. Το πρότυπο του Θεού που πεθαίνει και ανασταίνεται επαναλαμβάνεται διαρκώς σε διαφορετικά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα.

Θρησκευτικός συγκρητισμός

Παρόλες τις διαφορές οι αρχαίες παγανιστικές θρησκείες και ο χριστιανισμός μοιράζονται πολλά κοινά στοιχεία. Ο θρησκευτικός συγκρητισμός αποτέλεσε μια πραγματικότητα ενισχύοντας ή και διευκολύνοντας τις πνευματικές – πολιτιστικές προσαρμογές «με την ποικίλη δράση των στοχαστικών προσαρμογών» (Κ. Καβάφης).


Μπορεί η «Ανάσταση του Ιησού» να συνιστά την απόλυτη απόδειξη για τη θεϊκή φύση του Χριστού, ωστόσο η ιστορική αλήθεια έχει τις ρίζες της και σε άλλες αρχαίες θρησκείες που πίστευαν σε θεούς που πέθαιναν και ανασταίνονταν. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο ο Χριστιανισμός που θεμελιώνει την πίστη πάνω στην Ανάσταση «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών» (Απόστολος Παύλος, Επιστολή Α προς Κορινθίους, ιε, 17), αλλά και πολλές άλλες θρησκείες περιλαμβάνουν στις λατρευτικές τους εκδηλώσεις το στοιχείο της Ανάστασης.

 Μια αδρομερής καταγραφή του μοντέλου «ο θάνατος και η ανάσταση του θεού» θα ήταν ωφέλιμη για την κατανόηση του θρησκευτικού συγκρητισμού και τη γονιμοποιό δύναμή του στην αλληλοκατανόηση και ειρηνική συνύπαρξη Θρησκειών και λαών. Η λεπτομερής καταγραφή υπερβαίνει το σκοπό του παρόντος άρθρου.

 Ο Άδωνις (σημιτικός θεός που έγινε αποδεκτός κι από τους Έλληνες), ο θρακικός Διόνυσος (ο επανομαζόμενος και Ζαγρεύς), ο Αιγύπτιος Όσιρις, ο Ινδός Κρίσνα, ο Μίθρα (Πέρσης θεός), ο Ταμούζ (Ασσυροβαβυλώνιος θεός), ο Άττις (Φρυγία), ο Όντιν (σκανδιναβική θεότητα), ο Κετζαλκόατλ (Κεντρική Αμερική), ο Υάκινθος, η Περσεφόνη είναι μερικά παραδείγματα που πιστοποιούν τις διάφορες παραλλαγές του αναστημένου θεού.

Εις τα καθ’ ημάς δέσποζε ο μύθος της Δήμητρας – Περσεφόνης και τα Αδώνεια, όπως βέβαια και Βακχικές τελετές ή του Διόνυσου. Ειδικότερα ο μύθος της Δήμητρας – Περσεφόνης συμβόλιζε την εναλλαγή των εποχών με ευθεία αναφορά στο φαινόμενο του σπόρου που περιμένει υπομονετικά να έρθει η άνοιξη για να αναπτυχθεί και να καρπίσει.

Ημίθεοι

Οι Αδώνιες τελετές παραπέμπουν στις αντίστοιχες του Χριστιανικού Πάσχα, με την αναπαράσταση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνι. Η πρώτη ημέρα των «Αδώνειων μυστηρίων» λεγόταν «αφανισμός» και ήταν ημέρα πένθους για το θάνατο του θεού. Η δεύτερη μέρα λεγόταν «εύρεσις» και αντιστοιχούσε με τη δική μας Ανάσταση (ημέρα χαράς και αγαλλίασης).


Επιμύθιο

Παρακολουθώντας τα δρώμενα σε θεολογικό επίπεδο διαπιστώνουμε ομοιότητες και επαναλήψεις αρχαίων Ελληνικών συμβόλων στον Χριστιανισμό. Εξάλλου οι μορφές του Προμηθέα και Χριστού βαδίζουν παράλληλα, αφού και οι δυο πάσχουν για τον άνθρωπο.

Όσα, λοιπόν, αντίκεινται στους φυσικούς νόμους, στην ανθρώπινη εμπειρία και στον επιστημονικό ορθολογισμό μπορεί να μας τρομάζουν αλλά είναι η άλλη – η αθέατη πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι οι πολλαπλές εκδοχές του ανθρώπινου πνεύματος και του πολιτισμού, τον οποίο πρέπει να εξετάζουμε στην ολότητά του και στη διαχρονικότητά του. Έτσι κατανοούμε καλύτερα το παρελθόν, συνειδητοποιούμε τη θέση μας στο παρόν και αισιοδοξούμε για το μέλλον.

«Όποιος έχει στα χέρια του τον πολιτισμό, έχει στα χέρια του τον κόσμο» (Καντ).

13.4.20

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΕΣΣΙΑ του συγγραφέα κ.ο.μ. Ηλία Γιαννακόπουλου.

«Η ιστορία δεν καθορίζεται τελικά παρά μόνο από την καθοριστική δράση του ανθρώπου»

Οι ύμνοι της Κυριακής των Βαΐων και οι ήχοι της μουσικής του Χαίντελ από το έργο «Ο Μεσσίας» ανασύρουν άθελά μας σκέψεις και συναισθήματα που συνειρμικά παραπέμπουν στο φαινόμενο του Μεσσιανισμού. Αρωγός στους παραπάνω ύμνους και ήχους έρχεται και η εποχή μας που χαρακτηρίζεται από φαινόμενα αταξίας, αβεβαιότητας και ριζικών αναδιαρθρώσεων και ανακατατάξεων. Όλα αυτά γεννούν σε άτομα, κοινωνίες, λαούς και έθνη αισθήματα ανασφάλειας για το παρόν και το μέλλον και εμποδίζουν την ορθολογική ερμηνεία της πραγματικότητας και την ψύχραιμη αντιμετώπιση των προβλημάτων. Αυτή, λοιπόν, η εξωτερική πραγματικότητα σε συνδυασμό με την ψυχολογία των ανθρώπων συνθέτουν τους υποκειμενικούς και αντικειμενικούς παράγοντες που επωάζουν – συντηρούν το φαινόμενο του Μεσσιανισμού.


Κριτήριο αξιολόγησης ενός ατόμου, μιας κοινωνίας, ενός λαού ή Έθνους συνιστά ο τρόπος αντίδρασης απέναντι στα σοβαρά προβλήματα, στα αδιέξοδα και στις πολυποίκιλες κρίσεις. Αναντίρρητα η αγωνιστικότητα, η ανάληψη πρωτοβουλιών και ο υψηλός βαθμός αυτοεκτίμησης – αυτοπεποίθησης χαρακτηρίζουν εκείνα τα άτομα ή λαούς που αναζητούν διέξοδο και λύσεις όχι σε κάποια υπερβατική δύναμη ή πρόσωπο αλλά στη δική τους δράση. Ωστόσο υπάρχουν στιγμές που ένας Θεός, ένα πρόσωπο (πολιτικός, στρατηγός…) ή μια ιδεολογία προβάλλει ως «υπόσχεση» ή προσδοκία για επίλυση των προβλημάτων (ατομικών – εθνικών). Σε αυτό το πλαίσιο συναθροίζονται όλα τα στοιχεία που συνυφαίνουν το φαινόμενο του Μεσσιανισμού. Αυτός ως φαινόμενο βαδίζει παράλληλα με τον άνθρωπο και την ιστορία των Εθνών.

Η ερμηνεία του μεσσιανισμού

Το φαινόμενο του Μεσσιανισμού – όχι μόνο στη θρησκευτική του έκφραση – απασχόλησε πολλούς μελετητές της ανθρώπινης ψυχολογίας αλλά και της ψυχολογίας του όχλου (κοινωνιοψυχολογία). Για το μεσσιανισμό και τις παράλληλες ανθρώπινες συμπεριφορές ο Έριχ Φρομ επισημαίνει: «Η εκμηδένιση του ατομικού εγώ και η προσπάθεια να υπερνικηθεί με αυτόν τον τρόπο το ανυπόφορο αίσθημα της αδυναμίας, είναι μια μόνο πλευρά των μαζοχιστικών τάσεων. Η άλλη πλευρά είναι η προσπάθεια του ατόμου να αποτελέσει μέρος ενός ευρύτερου και ισχυρότερου συνόλου έξω από τον εαυτό του, να διαλυθεί και να συμμετέχει σε αυτό. Τη δύναμη αυτή  μπορεί να αναζητήσει σε ένα πρόσωπο, σε ένα θεσμό, στο Θεό, στο Έθνος, στη συνείδηση ή σε ένα φυσικό  καταναγκασμό. Με το να γίνει μέρος μιας δύναμης που τη θεωρεί αδιατάραχτη, πανίσχυρη, αιώνια και ένδοξη συμμερίζεται τη δύναμη και τη δόξα της, παραδίδει το ατομικό του εγώ και απαρνείται κάθε δύναμη και υπερηφάνεια που συνδέεται με αυτό, χάνει την ακεραιότητά του σαν άτομο και εγκαταλείπει την ελευθερία. Εξασφαλίζει, όμως, μια νέου είδους σιγουριά και μια νέα υπερηφάνεια, συμμετέχοντας στη δύναμη μέσα στην οποία διαλύθηκε. Εξασφαλίζει, επίσης, βεβαιότητα για να αντιμετωπίσει το βασανιστήριο της αμφιβολίας».

Συνεχίζοντας ο Γερμανός διανοητής τονίζει πως «το πρόσωπο απαλλάσσεται από την αμφιβολία του ποιο είναι το νόημα της ζωής του και ποιος είναι «αυτός». Στα ερωτήματα αυτά δίνει απαντήσεις η σχέση του προς την εξουσία στην έχει προσκολληθεί. Το νόημα της ζωής του και η  ταυτότητά του καθορίζονται από το ευρύτερο σύνολο μέσα στο οποίο έχει διαλυθεί». Όλα αυτά, επομένως, τρέφουν και οξύνουν προφητείες και όνειρα με έντονα σωτηριολογικό χαρακτήρα. Όσο κι αν ο μεσσιανισμός καταγράφεται ως μια αρνητική στάση ζωής πολλές φορές λειτούργησε θεραπευτικά στην ψυχολογία του απλού ανθρώπου, αφύπνισε τις μάζες και πυροδότησε τη λαϊκή οργή και δυσαρέσκεια.

Αναγκαία, όμως, κρίνεται η παρακολούθηση της ιστορικής διαδρομής του Μεσσιανισμού αλλά και η καταγραφή των διαφόρων μορφών που αυτός έλαβε. Ετυμολογικά ο όρος προέρχεται από την Εβραϊκή λέξη Μεσσίας και σημαίνει Σωτήρας. Παραπέμπει στην πίστη, στην ύπαρξη ενός Σωτήρα ή στην προσδοκία της έλευσης ενός Λυτρωτή. Αν και ως φαινόμενο ταυτίστηκε με τη θρησκεία και ιδιαίτερα με τις ανατολικές θρησκείες γρήγορα εξαπλώθηκε ως ψυχολογική αντίδραση και συμπεριφορά και σε άλλους χώρους.

Οι μορφές του μεσσιανισμού

Ειδικότερα οι μορφές του Μεσσιανισμού είναι:


α. ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΣ: Η πίστη στην ύπαρξη ενός Θεού μεσσία που η έλευσή του θα σώσει τους πιστούς. Μεσσιανικές αντιλήψεις εκφράστηκαν σε όλες τις θρησκείες: Χριστιανισμός, Ιουδαϊσμός, Ισλαμισμός. Η μορφή αυτή του μεσσιανισμού συνοδεύτηκε κι από ανάλογες λατρευτικές εκδηλώσεις.

β. ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ – ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΣ: Στο χώρο αυτό προβλήθηκαν ή λατρεύτηκαν πολιτικά πρόσωπα ως μεσσίες – σωτήρες σε λαούς με έντονα οικονομικά, κοινωνικά, ψυχολογικά ή και εθνικά προβλήματα. Επίσης, ιδεολογίες κοινωνικο – πολιτικές εμπεριείχαν στοιχεία μεσσιανισμού παρασέρνοντας τις μάζες σε μια άκριτη αποδοχή. Κορυφαίο παράδειγμα τέτοιας μορφής μεσσιανισμού η κομμουνιστική θεωρία που θεμελιώθηκε πάνω στη βάση της Μαρξιστικής Σκέψης. Ανάλογα φαινόμενα μεσσιανικών προσδοκιών καταγράφηκαν και στην ιδεολογία του Ναζισμού και του Φασισμού.


γ. ΕΘΝΙΚΟΣ – ΙΣΤΙΚΟΣ ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΣ: Πολλά Έθνη έκτισαν μύθους για να αιτιολογήσουν – δικαιολογήσουν την κυριαρχία του εις βάρος άλλων εθνών. Οι μύθοι αυτοί αποτέλεσαν κίνητρο ψυχολογικό για λαούς που υπεράσπισαν με τυφλό πάθος την ιδέα για την ανωτερότητα – καθαρότητα του Έθνους τους. Δίπλα στον Εθνικό μεσσιανισμό γεννήθηκε και ο Ρατσιστικός μεσσιανισμός (αν και είναι δύσκολος ο διαχωρισμός τους) που πρόβαλε με έμφαση την ανωτερότητα μιας φυλής έναντι των άλλων. Αντιπρόσωπος του Ρατσιστικού μεσσιανισμού ο Γερμανός Χιούστον Τσάμπερλεν που υποστήριζε την υπεροχή  της Αρείας Φυλής και του γερμανικού στοιχείου έναντι των άλλων. Το ρατσιστικό αυτό ιδεολόγημα οδήγησε εκατομμύρια Εβραίους στην εξόντωση. Απότοκα φαινόμενα αυτής της μορφής μεσσιανισμού ο ναζισμός, ο σιωνισμός, τα αποικιοκρατικά ρεύματα (Ισπανοί, Πορτογάλοι) και κάποια εθνικιστικά κινήματα του 20ού αιώνα.

δ. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΣ: Η εκρηκτική ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας τρέφει τη νέα αυτή μορφή του μεσσιανισμού. Οι άνθρωποι επενδύουν τις ελπίδες τους στις δυνατότητες της τεχνολογίας για πραγμάτωση όλων των επιθυμιών τους. Εδώ ο Μεσσίας δεν είναι κάποιο πρόσωπο αλλά ένα ανθρώπινο δημιούργημα, η τεχνολογία. Προνομιακό χώρο σε αυτόν τον τομέα κατέχει η Γενετική αλλά και οι Η/Υ. Όλοι προσδοκούν στη δημιουργία ενός νέου τύπου ανθρώπου, του «μετανθρώπου».


Στις παραπάνω μορφές μεσσιανισμού μπορεί να προστεθεί και ο Φονταμενταλισμός. Αυτός το ιδιαίτερο είδος – sui generis – του μεσσιανισμού σημαίνει την απόλυτη και κατά γράμμα προσήλωση στα θεμελιώδη δόγματα μιας θρησκείας, όπως αυτά ορίζονται στα ιερά κείμενα. Οι Φονταμενταλιστές πιστεύουν ότι οι λέξεις του ιερού βιβλίου της θρησκείας τους αντιπροσωπεύουν την απόλυτη αλήθεια και ότι αυτές πρέπει να ερμηνεύονται μόνο κυριολεκτικά. Για τους φονταμενταλιστές η σωτηρία του ατόμου και των λαών πηγάζει από την πιστή τήρηση όσων επιτάσσουν τα ιερά κείμενα.

Η στάση μας

Με όποια μορφή κι αν εμφανίζεται ο μεσσιανισμός οι συνέπειές του τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο είναι εμφανείς και ανησυχητικές. Κυριαρχεί ο ανορθολογισμός, το άτομο αδυνατεί να αυτοπροσδιοριστεί ψυχολογικά, το πλήθος χειραγωγείται και ακολουθεί τυφλά τους κανόνες της «αγέλης». Ανθοφορεί η προσωπολατρία και η μοιρολατρία. Οι κοινωνίες διαποτίζονται από ιδεοληψίες και αναζητούν τη «φαντασιακή διαφυγή» μέσα από τη λατρεία του Μεσσία.


Η αντιμετώπιση, λοιπόν, του Μεσσιανισμού και η εξάλειψη των παρενεργειών του προϋποθέτουν σε ατομικό επίπεδο έναν υψηλό βαθμό αυτογνωσίας κα αυτοπεποίθησης. Σε συλλογικό επίπεδο αναγκαία κρίνεται η συνειδητοποίησή πως η πορεία ενός λαού προδιαγράφεται και καθορίζεται μόνο από τη δική του δράση. Οι «σωτήρες» είναι κατασκευάσματα της ανασφάλειας και της πνευματικής έκπτωσης ατόμων και λαών. Μόνο όσοι αισθάνονται δυνατοί και σίγουροι για τον εαυτό τους μπορούν να διαβούν τα δύσβατα μονοπάτια της ιστορίας.

«Η ιδέα ενός ιστορικού νόμου, εγγυητή μιας ιδανικής κοινωνίας, είναι ιδέα άγνωστη στους Έλληνες, όπως άγνωστος είναι ο μεσσιανισμός ή η δυνατότητα εξωκοσμικής φυγής. Η θεώρηση αυτή εμπνέει μια στάση, σύμφωνα με την οποία ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει εδώ» (Καστοριάδης).

Πηγή:iliasgiannakopoulos.blogspot.

Η προσωπική μαρτυρία του Έλληνα που γλίτωσε απ’ τα γερμανικά πολυβόλα. Αλήθεια όλα αυτά τα γνωρίζουν οι σημερινοί Γερμανοί;

Γλύτωσε από τις φυλακές της GESTAPO, τις φυλακές του Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκης και το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο
Στάϊν της Αυστρίας. Έθαψε 700 από τους συντρόφους του που εκτέλεσαν τα SS στο μακελειό της 6ης Απριλίου 1945. Ο ίδιος επέζησε πέφτοντας κάτω λίγο πριν ακουστεί το κροτάλισμα του πολυβόλου. Και χτες «έχω τα μυαλά μου τετρακόσια…» δήλωσε και γιόρτασε τα 100α του γενέθλια.
Στη Σκάλα των Μυστεγνών με τους φίλους του, του «Φίλους της ιστορικής μνήμης και της πολιτιστικής δημιουργίας», που οργάνωσαν τη γιορτή, τις κόρες του στην Αυστραλία να συμμετέχουν μέσω τηλεδιάσκεψης, εκπρόσωπο του χωριού του, το Σκαλοχώρι, και των ανθρώπων του.
Ένας Μυτιληνιός αυτόπτης μάρτυρας της ναζιστικής θηριωδίας, της θηριωδίας του πολέμου είναι ο μπάρμπα Γιάννης, ο Γιάννης Καραγεωργίου. Και το να τον ακούς να διηγιέται την ιστορία του σε καθηλώνει.
Τον Απρίλιο του 1942, ο Γιάννης Καραγεωργίου με τον αδελφό του Λάμπρο και με άλλους 18 νέους από το βορειοδυτικό τμήμα του νησιού αποφασίζουν να διαφύγουν και να πάνε στη Μέση Ανατολή για να πολεμήσουν τον Άξονα. Στο εκκλησάκι του Αγίου Φωκά, όπου έψαχναν μέσο για να αναχωρήσουν, συλλαμβάνονται από τους Γερμανούς και μεταφέρονται στις φυλακές της GESTAPO στη Σουράδα της πόλης.
Μια επιστολή στα πράγματα ενός από τους συλληφθέντες που απευθύνεται σε αξιωματικό που υπηρετεί στη Μέση Ανατολή αποτελεί το υλικό στη βάση του οποίου οι 20 νέοι καταδικάζονται σε πενταετή φυλάκιση. Οδηγούνται στις φυλακές – στρατόπεδο του Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη, όπου δυο χάνουν τη ζωή τους από τις κακουχίες. Τον Απρίλιο του 1944 μεταφέρονται σε φυλακές – κάτεργα στο Στάιν της Αυστρίας. Λίγες μέρες πριν τη συνθηκολόγηση της ναζιστικής Γερμανίας, τα SS εκτελούν 800 κρατούμενους των φυλακών. Ανάμεσα τους και τέσσερις από τους 18 Μυτιληνιούς. Τελευταία στιγμή ο Γιάννης Καραγεωργίου γλυτώνει.
Η αφήγησή του λίγο μετά το σβήσιμο των κεριών της τούρτας των 100ων του γενεθλίων συγκλονίζει: «Μας πήγαν και μας στήσαν σ’ ένα τοίχο… Εγώ ήμουν …κατά τριάδες προς τη μεριά κοντά στον τοίχο, μπροστά μου ήταν άλλοι δυο… Προτού βάλει… σε 20-30 μέτρα είχε πολυβόλα, έπεσα κάτω… δίπλα στο τοίχο … και έπεσαν τα πτώματα πάνω μου… Κατάλαβα ότι δεν είχα φάει καμιά!
“Έκατσα εκεί πέρα μια μιάμιση ώρα… πάνω και δίπλα μου θα ‘χαν πέσει 25 πτώματα… εγώ το ψόφιο το κοριό! Καμιά φορά φέρανε μια άλλη παρτίδα να σκοτώσουν… αλλά ήταν Ιταλοί εργάτες που είχαν χαρτιά… δεν τους σκότωσαν… αλλά και δε τους διώξανε… Τους ‘δωσαν ανά δυο μια κουβέρτα και τους σκοτωμένους τους πέραναν αποδώ και τους πήγαιναν 20 μέτρα πιο πέρα για ν’ ανοίξουν τάφους.
“Καμιά φορά ήρθε κι η δική μου η σειρά … πιάσαν με ‘βαλαν σε μια κουβέρτα… σηκώθηκα κι εγώ πάνω στο κώλο μου κι έκατσα. Κοίταξα πλάγια μου αν υπάρχει Γερμανός να με δει… δεν ήταν κανένας. Λέω στους Ιταλούς γερμανικά ρούλεν, θα πει μη μιλάς… πήγα κι εγώ κι έπιασα την άκρη μιας κουβέρτας… κι ευτυχώς που από την αποθήκη πήρα τα ρούχα.
“Δε σας το είπα ότι όταν ήρθαμε στις φυλακές δώσαμε τα ρούχα μας, τα ‘βαλαν σ΄ένα κουτί και μας έδωσαν τα ρούχα της φυλακής (ριγωτές φόρμες) αλλά επειδή η αποχώρησή μας από τις φυλακές έγινε άτακτα – που να βρω το δικό μου !!!- πήγα και πήρα ένα άλλο κουτί… Είχε μέσα ένα καφέ κουστούμι, πέταξα τα ρούχα της φυλακής κι έβαλα το καφέ κουστούμι…
“Είχε κάτι αίματα επάνω τα σκούπισα λίγο, καφέ ήταν δε φαινόταν πολύ… πιάσα κι εγώ – είπα στους Ιταλούς μη μιλάτε να δούμε τι θα γιν’… σήκωνα κι εγώ και τους πηγαίναμε κει που θ’ άνοιγαν τάφους… Συνάμα σκοτώναν αράδα… καμιά φορά έρχεται ένας μ’ ένα χάρακα και σημαδεύει δυο τάφους τρία επί τέσσερα μέτρα και λέει τρία μέτρα ερούντα- θα πει 3 μέτρα κάτω…
“Μας πήγε σε μια αποθήκη, μας δίν’ κασμά και φτιάρ’. Αρπώ ιγώ μια κασμαδάρα… Αλλά πάντα το κεφάλι κάτω, να μη με βλέπουν… Οι Ιταλοί γελούσαν… τους λέω μη γελάτε. Τελικά σκάβαμε… όλη τη μέρα σκοτώναν… σκοτώσαν κάπου 700 νομάτοι. Συνάμα εγώ όταν ανοίξαμε τους τάφους κατέβηκα κάτω… Μια πατουσά ανθρώπ’, πώς παστώνουν τσ’ σαρδέλις, μια πατουσά χώμα, μια πατουσά ανθρώπ’, μια πατουσά χώμα… Να μη τα πολυλογούμε πιτάξαν καμιά 700 ανθρώπ’ μέσα στους δυο λάκκους…
“Εγώ πάντα μέχρι το βράδι πάστουνα… σα τσ’ σαρδέλις… Όταν ο λάκκος έφτασε μισό μέτρο από το έδαφος, φέρανε φορτηγά ασβέστη – και τον σβήσαν από πάνω… Ξέρεις γιατί; Για να μη βρωμά… όπως έμαθα αργότερα. Και τους θάψαμε λοιπόν τσ’ ανθρώπ’… Μας ξαναπάν πάλι στα κελιά… Μετά από δυο μέρες μας πήραν από τις φυλακές, μας βάλαν σ’ ένα σαπιοκάραβο του Δουνάβεως και μας πήγαν απ’ την Αυστρία στη Βαυαρία… σ΄ ένα χωριό που το λέν’ Μπερνάου…».
Από την παρέα των 20 νεαρών που θέλανε να πολεμήσουν τους Ναζί στη Μυτιλήνη επέστρεψαν οι 14. Ο μπάρμπα Γιάννης 100 χρονών γιόρτασε τα γενέθλια του. «’Αντε να δούμε τι θα γιν’…» έλεγε και ξανάλεγε χαμογελώντας.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Eξέγερση… Έσχατη μάχη του Β’ Παγκοσμίου, 12 μέρες μετά τη λήξη του.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Γερμανοί σχημάτισαν πληθώρα μονάδων επανδρωμένων με Σοβιετικούς υπηκόους. Ένας από τους σχηματισμούς αυτούς ήταν η Γεωργιανή Λεγεώνα. Σε αυτήν κατατάχθηκαν όχι μόνο αιχμάλωτοι του Κόκκινου Στρατού που ήθελαν να ξεφύγουν από τον φρικτό θάνατο που οι Γερμανοί επεφύλασσαν στους αιχμαλώτους, αλλά και αντικομμουνιστές και οπαδοί της ανεξαρτησίας της; Γεωργίας εθελοντές.
Ένα από τα τάγματα της εν λόγω Λεγεώνας ήταν και το 882ο Τάγμα Πεζικού (ΤΠ) της «βασίλισσας Ταμάρα» (Θάμαρ) το οποίο είχε δύναμη 800 περίπου Γεωργιανών και 400 Γερμανών και φρουρούσε το καλά οχυρωμένο ολλανδικό νησί Τέξελ. Οι Γεωργιανοί του τάγματος ήταν σχεδόν όλοι πρώην στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που είχαν αιχμαλωτιστεί.Το 882ο ΤΠ είχε συγκροτηθεί στην Πολωνία τον Ιούνιο του 1943 και από τον Σεπτέμβριο του 1943 στάθμευε στην Ολλανδία. Στον τομέα του Τέξελ στάλθηκε τον Φεβρουάριο του 1945. 
Στα τέλη Μαρτίου οι Γερμανοί αποφάσισαν να στείλουν το τάγμα στην ηπειρωτική Ολλανδία για να πολεμήσει κατά των Συμμάχων. Αυτή ήταν και η αφορμή της εξέγερσης των Γεωργιανών που ξέσπασε τη νύκτα της 5ης προς 6η Απριλίου 1945 και διήρκεσε έως τις 20 Μαΐου, δηλαδή 12 ημέρες μετά τη λήψη του Β’ Παγκοσμίου στην Ευρώπη.
Εξέγερση των καταδικασμένων
Υπό την ηγεσία του Σάλβα Λολάζντε, σμηναγού της Ερυθράς Αεροπορίας που είχε αιχμαλωτιστεί και υπηρετούσε στο 882ο ΤΠ με τον βαθμό του υπολοχαγού, οι Γεωργιανοί επιτέθηκαν στους Γερμανούς την ώρα που οι περισσότεροι κοιμόταν και τους κατάσφαξαν με μαχαίρια, ξιφολόγχες και πτυοσκάπανα. Επίσης σκότωσαν και τους Γερμανούς φρουρούς που όμως πρόλαβαν να πυροβολήσουν ειδοποιώντας έτσι τις φρουρές των παράκτιων πυροβολείων.
Οι Γεωργιανοί είχαν έρθει σε επαφή με την ολλανδική αντίσταση ενώ αναμενόταν και απόβαση των Συμμάχων. Οι Ολλανδοί αντιστασιακοί πράγματι ενώθηκαν με τους Γεωργιανούς και βοήθησαν. Η απόβαση των Συμμάχων όμως δεν έγινε ποτέ. Οι Γερμανοί από την πλευρά τους, αν και είχαν ήδη χάσει τον πόλεμο και το γνώριζαν, αντέδρασαν άμεσα…
Αμέσως το 163ο Σύνταγμα Πεζοναυτών, δυνάμεως 2.000 ανδρών, αποβιβάστηκε στο νησί υπό την κάλυψη των παράκτιων πυροβόλων. Ακολούθησαν άγριες μάχες πέντε εβδομάδων. Οι Γεωργιανοί και οι Ολλανδοί πολέμησαν πραγματικά ηρωικά. Στις 25 Απριλίου ο Λολάζντε σκοτώθηκε, αλλά η αντίσταση συνεχίστηκε, ειδικά στην περιοχή Έιρλαντ και στον φάρο του νησιού.
Οι Γερμανοί δεν έπιαναν αιχμαλώτους. Υποχρέωναν όσους έπιαναν να σκάβουν τον ίδιο τους τον τάφο και τους εκτελούσαν, χαρακτηρίζοντας τους «προδότες». Συγκινητική ήταν και η προσφορά, αλλά και η αυτοθυσία των Ολλανδών κατοίκων του νησιού που επιχείρησαν να κρύψουν Γεωργιανούς. Η μάχη στο νησί συνεχίστηκε και μετά τις 5 Μαΐου, όταν οι λοιπές Γερμανικές δυνάμεις στην Ολλανδία συνθηκολόγησαν, αλλά και μετά τις 8 Μαΐου, όταν η Γερμανία παραδόθηκε…
Τέτοια ήταν η λύσσα των Γερμανών στο νησί κατά των Γεωργιανών. Στην πραγματικότητα η μάχη έληξε μόλις στις 20 Μαΐου, όταν τελικά έφτασαν στο νησί καναδικά στρατεύματα, καθιστώντας την μάχη στο Τέξελ, ίσως την έσχατη του Β’ ΠΠ στην Ευρώπη. Από την σύγκρουση το νησί καταστράφηκε. Δεκάδες σπίτια και αγροκτήματα πυρπολήθηκαν. Στη μάχη σκοτώθηκαν τουλάχιστον 565 Γεωργιανοί, 812 Γερμανοί και 120 Ολλανδοί.
Η τύχη που περίμενε τους 228 επιζώντες Γεωργιανούς δεν ήταν καλύτερη. Όλοι, σχεδόν, παραδόθηκαν στους Σοβιετικούς. Από αυτούς 26 μαζί με τις οικογένειές του που είχαν επίσης συλληφθεί εξαφανίστηκαν διά παντός. Οι υπόλοιποι στάλθηκαν σε γκουλάγκ. Ελάχιστοι που επέζησαν απελευθερώθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1950.

31.3.20

Aλκίνοος Ιωαννίδης: "Είτε εγκαταλείψαμε τον τόπο μας, είτε μένουμε εδώ, νιώθουμε ούτως ή άλλως εγκαταλελειμμένοι.." Πηγή: www.lifo.gr

Η πρώτη εμφάνιση του Αλκίνοου Ιωαννίδη στα καλλιτεχνικά δρώμενα έγινε το 1992 στις κινηματογραφικές ''Ήσυχες μέρες του Αυγούστου'' του Παντελή Βούλγαρη. Υποδύθηκε το γκαρσόνι σε ένα ρολάκι που του έγραψε ειδικά ο Βούλγαρης. Το όνειρο του, άλλωστε, ήταν να σπουδάσει σκηνοθέτης. ''Ο Ταρκόφσκι υπήρξε καθοριστικός στη ζωή μου, αφού ήταν η αιτία που ήθελα να σπουδάσω κινηματογράφο'' μου είχε πει σε παλιότερη συνέντευξη του, τον Φεβρουάριο του 2009. Ακολούθησε η συμμετοχή του στα ''Μπακούρια'' του Νίκου Σούλη, ένα μάλλον σουρεαλιστικό σήριαλ, αρκετά προχώ για την εποχή, που κόπηκε πριν κάνει τον κύκλο του. Από τον Σούλη, ωστόσο, ο Αλκίνοος γνώρισε την πάντα γενναιόδωρη Δήμητρα Γαλάνη, την παραγωγό του πρώτου δίσκου του με τον Νίκο Ζούδιαρη. 

Ποιος θα ξεχάσει την επιτυχία ''Στην αγορά του Αλ Χαλίλι'' που τραγουδούσε όλη η Ελλάδα τη διετία 1993 - 94; Έκτοτε, με όλες αυτές τις καταβολές στο δισάκι του, ο Αλκίνοος έσπασε το φράγμα του δρόμου, του χρόνου και του πόνου, τραγουδώντας για μια πατρίδα ανήσυχη και ταραγμένη, τοποθετώντας εαυτόν σε ρόλο κριτή και παρατηρητή. Ίσως γιατί ασκεί μια τέχνη που δεν έχει πατρίδα και σύνορα, παραμένοντας συνεπής και ουσιώδης σε ό,τι ακριβώς κάνει εδώ και 23 χρόνια. 
Θα τον ξαναδούμε για δύο προγραμματισμένα διήμερα στο ''Κύτταρο'' της οδού Ηπείρου, παρέα με μουσικούς που θαυμάζει πρωτίστως ο ίδιος, αρχής γινομένης από την επερχόμενη Πρωταπριλιά.      
―Πώς και πήρες την απόφαση να αλλάξεις look και να κόψεις τα μαλλιά σου; ―Χαίρομαι που συναντιόμαστε μετά από χρόνια και η συνέντευξή μας ξεκινά με κάτι τόσο σοβαρό...   

Αισθάνομαι ότι όλοι αυτόν τον καιρό χύνουμε νερό στην άμμο. Έχει βέβαια έναν ηρωισμό η επιμονή και η προσπάθεια σε μια τέτοια εποχή, και η ανταμοιβή στη μοιρασιά με τους συνανθρώπους είναι πολύτιμη... Κοιτώντας όμως γύρω αισθάνεσαι μια ματαιότητα. 

    ―Πώς και πήρες την απόφαση να αλλάξεις look και να κόψεις τα μαλλιά σου; 
 Χαίρομαι που συναντιόμαστε μετά από χρόνια και η συνέντευξή μας ξεκινά με κάτι τόσο σοβαρό (γέλια).   
―Συγνώμη, αλλά εγώ έως και ρίσκο θα τό 'λεγα όταν σε έχει συνηθίσει το κοινό σου με τα μαλλιά αλογοουρά για 20 χρόνια. 

Ένιωσα κάπου φυλακισμένος σ' αυτή την εικόνα. Άφησα τα μαλλιά μετά από 12 χρόνια υποχρεωτικού κουρέματος στο σχολείο, στην Κύπρο, όπου φορούσαμε και στολή. Βάλε και δυόμισι χρόνια στρατιωτικό, τα μακριά μαλλιά τα είδα αμέσως μετά σαν μια μορφή ελευθερίας, ότι δηλαδή δε θα μου ξαναπεί κανείς τι να κάνω με το κεφάλι μου. Λοιπόν, ύστερα από είκοσι τόσα χρόνια η ελευθερία αυτή έγινε σκλαβιά, όταν άρχισαν διάφοροι να μου λένε ''μην κάνεις καμιά βλακεία και τα κόψεις''.   

―Άρα υπήρξαν άνθρωποι που είχαν αντιρρήσεις ως προς την αλλαγή του look σου. 
Να το ρίσκο που ανάφερα μόλις! Άνθρωποι γενικώς, όχι του ''περιβάλλοντος'' μου. Ένιωσα ότι φυλακίστηκα σ' αυτή την εικόνα κι είπα να τα κόψω. Δεν το μετάνιωσα καθόλου!   

―Δεν αποδίδεις δηλαδή στα μακριά μαλλιά κάποια μεταφυσική ιδιότητα. 
Κάποτε, πριν χρόνια, μελετώντας τη βυζαντινή μουσική, είχα πάει στο Άγιο Όρος σε μια μονή και δε με βάλαν μέσα. ''Δε μπορείτε να εισέλθετε'', λέω ''γιατί;'', ''γιατί έχετε μακριά μαλλιά''! ''Μα κι εσείς έχετε μακριά μαλλιά''! Μου λέει ''εγώ έχω μακριά μαλλιά γιατί είμαι απεριποίητος, εσύ τά 'χεις γιατί σου πάνε'' και τότε απαντάω ''Καλά, αν τα είχα κοντά και μου πηγαίναν, πάλι δε θα με βάζατε μέσα;''  
  
―Δεν επιχειρηματολόγησε σωστά ο μοναχός που συνάντησες. Τα μακριά μαλλιά τα αφήνουν στο Άγιο Όρος ως δίαυλο επικοινωνίας με τον Θεό. 
Δε νομίζω να υπάρχει κάτι τέτοιο...   

―Υπάρχει! Στο καταστατικό του μοναχισμού, τα μακριά μαλλιά δηλώνουν πάνω απ' όλα την ιεροπρέπεια. 
Ναι, ε; Δεν το ήξερα. Μου φαίνεται τρομερά προχωρημένο.   "Το πολιτικό τραγούδι, όταν ξεφεύγει από τη χρηστικότητα και διατηρεί την πνευματική του αξία, έχει σίγουρα μεγάλη δύναμη, γιατί μπορεί να εκφράσει τεράστια, συλλογικά πράγματα, ιστορικές στιγμές και εποχές ολόκληρες. Εύκολα όμως χρησιμοποιείται από δυνάμεις αμφιλεγόμενες και εξυπηρετεί καταστάσεις ύποπτες."..
    
―Στρατιωτικό έκανες στην Κύπρο, έτσι; 
Ναι, αλλά επειδή ήμουν και αξιωματικός έκανα και στην Ελλάδα.   

―Δε μπήκες δηλαδή στη λογική του τρελόχαρτου - Ι5 που έκανε θραύση στους καλλιτέχνες στην Ελλάδα από τα 70s και μετά. 
Κοίταξε, εγώ πήγα στην Κύπρο στρατό δεκαεφτάμισι ετών, 13 χρόνια μετά την εισβολή. Οι πληγές του πολέμου ήταν νωπές, όπως και ο καθημερινός φόβος μιας νέας επίθεσης. Ένιωθες ευάλωτος: Η Κύπρος δεν ανήκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν είχε καμία εγγύηση ασφάλειας, όλοι είχαμε νεκρούς, πρόσφυγες ή αγνοούμενους στις οικογένειες μας, ήταν οδυνηρά και επικίνδυνα τα πράγματα. Και οι πιο προοδευτικοί άνθρωποι δεν είχαν το περιθώριο να σκεφτούν διαφορετικά. Θεωρούσα αυτονόητο πως θα ήταν καλό να μάθω να χειρίζομαι ένα όπλο, μήπως γίνει κάτι και χρειαστεί να προστατεύσω τον πολιτισμό μου, το σπίτι μου ή τους δικούς μου. Είναι άλλο αυτό και άλλο η πολυτέλεια του να έχεις γεννηθεί και μεγαλώσει σε καιρό ειρήνης, χωρίς να έχεις ζήσει τον πόλεμο και την επίθεση μιας μεγάλης χώρας σε μιαν άλλη, εξαιρετικά μικρή και αδύναμη. Τότε, ναι, έχεις το περιθώριο να σκεφτείς αλλιώς και να πεις ότι όλο αυτό είναι ένα ψέμα και ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να ζουν αδελφωμένοι, ότι ο εχθρός είναι οι διάφοροι που βάζουν τους λαούς να σφάζονται, άρα γίνομαι αρνητής στράτευσης - κάτι που προσωπικά το σέβομαι πάρα πολύ, ειδικά όταν μια τέτοια απόφαση έχει μεγάλο προσωπικό κόστος. Εγώ όμως, τότε, δεν μπορούσα να το δω έτσι. Έχει να κάνει με τα βιώματα του καθενός, την εποχή που ζει και το μέρος που μεγάλωσε, πιστεύω.

―Το 2009 κατάθεσες την ''Πατρίδα'', ένα συγκλονιστικό τραγούδι μέσα από τη ''Νεροποντή'' σου. Αναρωτιέμαι τι τραγούδι θα σου γεννούσε το δεύτερο μεταπολεμικά προσφυγικό κύμα στην ιστορία της Ευρώπης. 
Έκανα ένα δίσκο πριν από ενάμισι χρόνο, πριν γίνει όλος αυτός ο χαμός, τη ''Μικρή βαλίτσα''. Τα τραγούδια του αναφέρονταν και στα παιδιά που πνίγονται, και στους πρόσφυγες, και στη μετανάστευση Ελλήνων προς το εξωτερικό, και στη μετανάστευση γενικά. Ο δίσκος είναι αφιερωμένος σε όσους αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τον τόπο τους και σε όσους εγκαταλείπονται απ' αυτόν. Πιστεύω πως, είτε εγκαταλείψαμε τον τόπο μας, είτε μένουμε εδώ, νιώθουμε ούτως ή άλλως εγκαταλειμμένοι. Απ' την άλλη δε θεωρώ καλλιτεχνική υποχρέωση κάποιου να εμπνέεται από τέτοια πράγματα. Ο Χατζιδάκις μεσούσης της χούντας έβγαλε τον ''Μεγάλο Ερωτικό''. Ήταν τελικά μια επαναστατική πράξη. Υπάρχει κάτι πιο επαναστατικό από ένα αριστούργημα, σε μια δύσκολη εποχή; Ωστόσο, γιατί γράφουμε τραγούδια; Γι'αυτά που αισθανόμαστε, γι'αυτά που ζουν οι άνθρωποι γύρω μας. Τα περισότερα τραγούδια της Μικρής Βαλίτσας είναι “κοινωνικά” τραγούδια κατά κάποιον τρόπο, δεν θα τα ακούσεις όμως σε συλλαλητήριο.   
―Κι αν σου πω ότι άκουσα την ''Πατρίδα'' σου; 
Σε συλλαλητήριο;   
―Ναι, ανάμεσα σε τραγούδια του Θεοδωράκη και του Μαρκόπουλου. 
Μου κάνει εντύπωση! Να μια ωραία δουλειά: dj σε διαδηλώσεις! (γέλια). Να πω την αλήθεια, δεν ήμουν ποτέ οπαδός του πολιτικού τραγουδιού. Έχω ένα πρόβλημα με τη στρατευμένη τέχνη, αφού αισθάνομαι ότι συνήθως είναι ακρωτηριασμένο το υλικό.  
 ―Η ''Ρωμιοσύνη'' του Ρίτσου και του Θεοδωράκη δεν είναι ένα μεγάλο έργο; 
Είναι, ναι, αλλά μιλάμε τώρα για δυο - τρία πράγματα που άφησαν εποχή. Το πολιτικό τραγούδι, όταν ξεφεύγει από τη χρηστικότητα και διατηρεί την πνευματική του αξία, έχει σίγουρα μεγάλη δύναμη, γιατί μπορεί να εκφράσει τεράστια, συλλογικά πράγματα, ιστορικές στιγμές και εποχές ολόκληρες. Εύκολα όμως χρησιμοποιείται από δυνάμεις αμφιλεγόμενες και εξυπηρετεί καταστάσεις ύποπτες.  
 ―Μα, δε θα διαφωνούσε εδώ ο Μίκης Θεοδωράκης. Σε μένα είχε πει κάποτε πως η ''Δραπετσώνα'' και το ''Βρέχει στη φτωχογειτονιά'' γράφτηκαν κατά παραγγελία της εταιρείας στον ίδιο και στον Τάσο Λειβαδίτη τον ποιητή. 
Ναι, υπήρχε προφανώς ζήτηση για τραγούδια με κοινωνικές αναφορές. Απ' την άλλη, όμως, το να συμβαίνουν τόσα γύρω σου κι εσύ να τραγουδάς περί ανέμων και υδάτων, κι αυτό περίεργο το βρίσκω. Το “περί ανέμων και υδάτων δεν το λέω τυχαία, αφού έχω έναν δίσκο που λέγεται ''Ανεμοδείκτης'' κι έναν άλλο που λέγεται ''Νεροποντή''…   Ο Χατζιδάκις μεσούσης της χούντας έβγαλε τον ''Μεγάλο Ερωτικό''. Ήταν τελικά μια επαναστατική πράξη. Υπάρχει κάτι πιο επαναστατικό από ένα αριστούργημα, σε μια δύσκολη εποχή; Ωστόσο, γιατί γράφουμε τραγούδια; Γι'αυτά που αισθανόμαστε, γι'αυτά που ζουν οι άνθρωποι γύρω μας...  
―Παλιότερα είχες δηλώσει ότι σκοπεύεις να φύγεις από την Ελλάδα. Αν το είχες κάνει, που θα βρισκόσουν τώρα; 
Συνειδητά είμαι Ευρωπαίος, δύσκολα θα μπορούσα να ζήσω εκτός Ευρώπης. Αγαπώ την Ευρώπη και τον πολιτισμό της και πιστεύω ότι θα μπορούσα να λειτουργήσω ως αυτός που είμαι κυρίως εντός των ευρύτερων ευρωπαϊκών συνόρων, με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις άλλων, απομακρυσμένων περιοχών του πλανήτη. Τρεις φορές βρεθήκαμε μπροστά στο ενδεχόμενο της φυγής, και τις τρεις φορές προς διαφορετικές κατευθύνσεις.   
―Με σκοπό το ξεκίνημα από το μηδέν;         
Και τις τρεις φορές υπήρξε κάποιος σοβαρός λόγος. Ένας, για παράδειγμα, ήταν η ειδικότητα της συντρόφου μου, που θα μπορούσε να πάει έξω και να είναι δημιουργική αντί να περιμένει εδώ για πολλά χρόνια μέχρι να ''ανοίξει'' η θέση της. Θα με βοηθούσε και μένα πολύ στη δουλειά μου, αφού έχω επαφές με εκεί μουσικούς και εξακολουθώ να παίζω πολύ συχνά στην Ευρώπη. Άρα δε θα πήγαινα τελείως στο άγνωστο, θα γνώριζα περί τίνος πρόκειται. Ο βασικός λόγος όμως ήταν η ασφυξία που αισθανόμασταν εδώ, ήδη από τα “καλά” χρόνια.   Συνειδητά είμαι Ευρωπαίος, δύσκολα θα μπορούσα να ζήσω εκτός Ευρώπης. Αγαπώ την Ευρώπη και τον πολιτισμό της και πιστεύω ότι θα μπορούσα να λειτουργήσω ως αυτός που είμαι κυρίως εντός των ευρύτερων ευρωπαϊκών συνόρων, με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις άλλων, απομακρυσμένων περιοχών του πλανήτη. Τρεις φορές βρεθήκαμε μπροστά στο ενδεχόμενο της φυγής, και τις τρεις φορές προς διαφορετικές κατευθύνσεις.   
―Και γιατί τελικά παρέμεινες εδώ; 
Εδώ έκανα την τέχνη μου, αυτό τον κόσμο αγάπησα και από αυτόν αγαπήθηκα. Δεν θα ήταν σωστό στη δύσκολη στιγμή να σηκωθώ και να φύγω. Θα το έφερα βαρέως εφόρου ζωής.   
―Σαν προδοσία στον τόπο σου, ας πούμε; 
Καταλαβαίνω το φευγιό ενός ανθρώπου, ο οποίος θα πάει χαμένος αν μείνει εδώ, αναξιοποίητος, που θα περάσει η ζωή του τζάμπα. Αυτός μπορεί να φύγει, όπως κι ένας άλλος που είναι ταξιδευτής, που θέλει ν' ακολουθήσει το όνειρο του. Ένας, όμως, που έζησε ό,τι έζησα εγώ και στη δυσκολία σηκώνεται και φεύγει, στην ηλικία τη δικιά μου κιόλας, νιώθω ότι δεν θα ήταν σωστό. Έμεινα για μένα, όχι γιατί ο τόπος θα έχανε τίποτα αν έφευγα… Έτσι κι αλλιώς, δεν έχω και τίποτα να προσφέρω.   
―Τι έγινε, λέει; 
Το εννοώ, δεν το λέω από σεμνότητα. Αισθάνομαι ότι όλοι αυτόν τον καιρό χύνουμε νερό στην άμμο. Έχει βέβαια έναν ηρωισμό η επιμονή και η προσπάθεια σε μια τέτοια εποχή, και η ανταμοιβή στη μοιρασιά με τους συνανθρώπους είναι πολύτιμη. Οι συναυλίες έχουν αποκτήσει μιαν άλλη δύναμη τα τελευταία χρόνια, σαν να καταλαβαινόμαστε αλλιώς πια, σαν να επικοινωνούμε ουσιαστικότερα. Και, περιέργως, μέσα σε ένα τοπίο άγριο και μαύρο, υπάρχει χαρά μεγάλη στις συνευρέσεις με το κοινό. Άλλες φορές όμως, στην καθημερινότητα, κοιτώντας γύρω αισθάνεσαι μια ματαιότητα.   
―Είπα κι εγώ, έτσι όπως το 'πες νόμισα ότι ''τελείωσες'' καλλιτεχνικά. Νέος είσαι, 45 ετών άνθρωπος. 
46 κλεισμένα, και δεν το πίστευα ποτέ ότι θα φτάσω εδώ! Αποτελεί πραγματική έκπληξη για μένα! Από παιδί που ήμουν είχα την αίσθηση πως θα πεθάνω νέος κι ακόμα το 'χω αυτό.   
―Είδες δηλαδή να έρχονται ''αλλοιώσεις'' απ' την ηλικία; Πρεσβυωπία, λιγότερη δύναμη; 
Πρεσβυωπία δεν έχω, μόνο τα μαλλιά μου άσπρισαν. Σωματικά, ωστόσο, είμαι καλύτερα απ' ότι ήμουν παλαιότερα. Από ένα σημείο και μετά βαραίνουμε σαν άνθρωποι, είναι λογικό, περιέργως όμως νιώθω πιο δυνατός.   
―Γυμνάζεσαι πολύ. Θες να προλάβεις το χρόνο; 
Δεν το κάνω για να ζήσω περισσότερο. Αποδεδειγμένα, όσοι αθλούνται με τη μανία που το κάνω εγώ, δεν ζουν περισσότερο. Τι να σου πω, ξαφνικά έφαγα πετριά, δεν ξέρω... Ένιωσα για πρώτη φορά στη ζωή μου ότι κάνω κάτι που αφορά μόνο εμένα. Τρέχω, ονειρεύομαι μεγάλες αποστάσεις, διαλύομαι στην προπόνηση και μόνο εμένα ενδιαφέρει αυτό. Το αν έκανα 2 λεπτά λιγότερα ή 2 λεπτά περισσότερα στα 12 χιλιόμετρα, δεν ενδιαφέρει κανέναν πέρα από μένα! Ούτε ρεκόρ θα κάνω, ούτε καμιά εφημερίδα ή site θα γράψει γι' αυτό.   
―Το χαίρεσαι, πάντως, αυτό που κάνεις. 
Το χαίρομαι, ναι, τό' χα μεγάλη ανάγκη! Χάνομαι κυριολεκτικά και μεταφορικά, μπαίνω σε μια πρωτόγνωρη συγκέντρωση όταν τρέχω, μαθαίνω πολλά για μένα. Πόσο μάλλον που ήρθε μετά από πολλά χρόνια κραιπάλης: ξενύχτι, κάπνισμα και αλκοόλ. Νιώθω να καθαρίζω.   
―Να όμως, τώρα που το λες, ένα site θα γράψει γι' αυτό. 
Ε, γι' αυτό θα σε παρακαλέσω να μην το βάλεις (γέλια).   
―Ενώ ήσουν αντίθετος με τα premium CD, σε πείραξε που τελικά τα είδαμε στα περίπτερα τα CD σου; 
Ήμουν αντίθετος γιατί πίστευα πως βλάπτουν τη δισκογραφία, όπως και την έβλαψαν. Τώρα πια όμως, η δισκογραφία είναι ούτως ή άλλως ανύπαρκτη. Για πολλούς λόγους, δε μπορούσα να παραμείνω αρνητικός σ' αυτό. Όταν δεν συνεργάζεσαι πια με μια πολυεθνική, αλλά με μια ελληνική εταιρεία που, όπως όλες, έχει χίλιες-δυο δυσκολίες ή κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να κλείσει, όταν γνωρίζεις τους ανθρώπους που εργάζονται εκεί και παλεύουν να κρατήσουν την παραγωγή δίσκων ζωντανή, όταν δεν υπάρχουν οι πόροι ώστε να χρηματοδοτηθεί η ηχογράφηση του νέου δίσκου σου, τότε δε μπορείς να λες “οι εταιρείες”, “το έργο μου” και “η τέχνη μου” με την ίδια ευκολία. Στις “καλές” εποχές αρνήθηκα να βγουν τα CD μου με εφημερίδες, τότε που με δυο-τρεις δίσκους σε εφημερίδα μπορούσες να αγοράσεις σπίτι. Τώρα, έπρεπε να βγουν οι προηγούμενοι δίσκοι στα περίπτερα για να μπορέσει να κυκλοφορήσει ο νέος δίσκος. Δεν ήταν κάτι που έγινε, λοιπόν, χωρίς τη συγκατάθεση μου. Να σου πω και κάτι άλλο που συνειδητοποίησα; Η σνομπαρία μου όλα αυτά τα χρόνια προς αυτή την πρακτική ήταν και λίγο υποκριτική, υπό την έννοια ότι ο ίδιος αγόραζα συνέχεια εφημερίδες με δίσκους άλλων δημιουργών που με ενδιέφεραν.   "Είτε εγκαταλείψαμε τον τόπο μας, είτε μένουμε εδώ, νιώθουμε ούτως ή άλλως εγκαταλειμμένοι."...  
―Έζησες κι εσύ τη χρυσή εποχή του έντεχνου. Πως το βλέπεις πια όλο το ''πακέτο'' αυτό με την απόσταση 20τόσων χρόνων; 
Πιστεύω πως ήταν μια μπερδεμένη εποχή. Και, μια μπερδεμένη εποχή βγάζει και μπερδεμένο τραγούδι. Υπό αυτή την έννοια, το έντεχνο υπήρξε εξαιρετικά ειλικρινές. Τις τελευταίες δεκαετίες, δημιουργήθηκαν νέες ταμπέλες στη δισκογραφία, κάτι που προώθησαν οι εταιρείες για να προμοτάρουν ξεχωριστά στα target group. Αυτό είναι παγκόσμιο φαινόμενο, δεν είναι αποκλειστικά δικό μας. Έπρεπε να ανήκεις σε κάποιο είδος, “έντεχνο”, “λαϊκό” ή '”ροκ”, ας πούμε. Και μέσα στο ''ροκ'' έμπαιναν οι πάντες, όσοι είχαν ηλεκτρική κιθάρα στα τραγούδια τους, μέχρι και του σκυλάδικου. Όποιος έβαζε μπουζούκι, έκανε “λαϊκό”. Μα, αυτό είναι που κάνει ένα τραγούδι λαϊκό; Το ίδιο και στο χιπ-χόπ, το ίδιο και παντού. Επιφανειακή και βλαβερή κατά τη γνώμη μου η προσέγγιση αυτή. Έκανε ζημιά.   
―Οι συνέπειες αυτής της ζημιάς; 
Και να μην ήθελες να ανήκεις κάπου, σε κατέτασσαν χωρίς να σε ρωτούν. Φταίνε σίγουρα οι καλλιτέχνες, οι εταιρείες και τα ΜΜΕ, φταίει όμως και σε πολύ μεγάλο βαθμό το κοινό, που βολεύτηκε με αυτή την τακτική. Συχνά, ο δίσκος ενός “έντεχνου” είχε φανερά ως σκοπό το γέμισμα της τσέπης του, εμείς όμως έπρεπε να το αντιμετωπίσουμε σαν τέχνη, γιατί εκεί τον είχαν κατατάξει τα περιοδικά, τα ραδιόφωνα και οι διαφημιστές. Ενώ ταυτόχρονα ένα “εμπορικό” τραγούδι που είχε ψυχή (όχι ότι συνέβαινε συχνά αυτό), ήμασταν ανίκανοι να το εκτιμήσουμε. Τι ήταν αρχικά το έντεχνο; Ένα τραγούδι που γραφόταν από συνθέτες και στιχουργούς καλλιεργημένους, που ωστόσο δεν έκαναν “λόγιο” τραγούδι με την έννοια του Σούμπερτ. Έντεχνο αργότερα θεωρήθηκε το τραγούδι που δε βασιζόταν στους νόμους του εμπορίου και της αγοράς. Μετά έπεσε κι αυτό το κάστρο και όλοι χρησιμοποιούσαμε πια τα ίδια μέσα. Θέλαμε την αίγλη του εντέχνου με τα έσοδα του εμπορικού. Ήρθε και η γενικότερη φούσκα στη χώρα, κι όταν έσκασε, μείναμε να κοιτιόμαστε απορημένοι. Η απαξίωση και το κράξιμο της εποχής, το να είναι βρισιά να πεις κάποιον “έντεχνο”, έχει να κάνει και με την κατάπτωση της κοινωνίας ολόκληρης, είναι μέρος της αυτοκαταστροφής μας. Εκεί που περίμενες να καταρρεύσει η γκλαμουριά των μεγάλων κέντρων, τη βλέπεις να μεγαλώνει, ενώ ευχαρίστως πετροβολάμε το έντεχνο. Δε φταίει όμως μόνο η γενικότερη κατάσταση, αλλά και η ανικανότητα του ίδιου του τραγουδιού μας να στηρίξει κάποιες αξίες μέσα στην καταστροφή. Γιατί είναι υποχρέωση του τραγουδιού να το κάνει!   
―Ήταν και άλλες εποχές τότε, Αλκίνοε. Στην ουσία παλεύατε όλοι σας μόνο εναντίον ενός life style συστήματος, αν θες. Καμία σχέση με σήμερα. 
Ίσως. Παλιά λέγαμε ότι μας δόθηκε μια αδιάφορη εποχή. Ωραία, πάρε τώρα μια ενδιαφέρουσα εποχή, να δούμε τι θα κάνεις! Και τι κάνουμε; Επιστρέφουμε σε διασκευές τραγουδιών 50 και 60 ετών ή βγάζουμε κάτι μπλαζέ χαρωπά άσματα γιατί το 'χουμε λέει ανάγκη. “Αρκετά προβλήματα έχει ο κόσμος, πρέπει κάπως να ξεχαστεί”, λέμε. Μα, είχαμε ξεχαστεί για δεκαετίες! Τώρα είναι η εποχή να επιστρέψουμε στην ουσία μας! Άντε να βρεις την ουσία όμως… Όλη αυτή η κατάσταση θυμίζει μεσοπόλεμο, όπου μέσα στη μαυρίλα και την καταστροφή όλα ήταν χαρούμενα, εύκολα και γρήγορα, χωρίς να απαιτείται κάποιο ψυχικό κόστος για να συνδεθεί κανείς μαζί τους.    Τώρα είναι η εποχή να επιστρέψουμε στην ουσία μας! Άντε να βρεις την ουσία όμως... Όλη αυτή η κατάσταση θυμίζει μεσοπόλεμο, όπου μέσα στη μαυρίλα και την καταστροφή όλα ήταν χαρούμενα, εύκολα και γρήγορα, χωρίς να απαιτείται κάποιο ψυχικό κόστος για να συνδεθεί κανείς μαζί τους.   
―Κι εσύ τι κάνεις γι' αυτό; 
Κάνω ό,τι μπορώ. Κάνω συναυλίες, κάνω δίσκους, μεγαλώνω παιδιά. Κάνω φίλους, ταξιδεύω πολύ. Συνεργάζομαι με σπουδαίους μουσικούς, που θαυμάζω και αγαπώ.   
 ―''Μεγαλώνω παιδιά'', το είπες με καμάρι.  
Ναι, είναι μεγάλη ευλογία αυτό.   
―Με τα παιδιά εξορκίζεις και το φόβο της μοναξιάς. 
Δεν έχω τέτοιο πρόβλημα, ανέκαθεν ήμουν μοναχικός άνθρωπος. Δεν φοβάμαι δηλαδή να μείνω μόνος.   
―Θα ήταν και αδύνατο μέσα σε ένα σπίτι που θυμίζει παιδότοπο. 
Ναι, ναι, δεν μου επιτρέπεται αυτό.    
―Θα σου θυμίσω πριν χρόνια που είχα έρθει στο στούντιο σου και δίπλα στους μουσικούς που έπαιζαν, είχες τη μικρή σου κόρη, μωρό, στο καροτσάκι. Τα παιδιά μεγάλωσαν μες στο στούντιο, τις πρόβες και τις ηχογραφήσεις. Αγαπούν πολύ τη μουσική και τη ζουν σαν κάτι φυσικό, σαν τον αέρα (σ.σ. Τη στιγμή αυτή η μία κόρη του Αλκίνοου άρχισε να φωνάζει, παίζοντας) Να, να! 
Δε μπορώ γενικά να τους βάζω απαγορεύσεις. Δε μπορώ να τη μαλώσω να πω “δίνω συνέντευξη τώρα”, σαν αυτό να είναι κάτι σημαντικότερο από το παιχνίδι της. Μεγαλώνοντας θα βρει μόνη της τον τρόπο να συνυπάρχει αρμονικά. Εδώ, οι μουσικές, οι “δουλειές” και η καθημερινότητα λειτουργούν όλα μαζί, ταυτόχρονα μες στο σπίτι και όλα φτιάχνουν τη ζωή.   Εμένα το όνειρο της ζωής μου από 12 ετών ήταν να κάνω παιδιά. Όλα τα άλλα τα θεωρώ χαζομάρες, συμπεριλαμβανομένης της μουσικής....   
―Σε αγχώνει το μεγάλωμα των παιδιών; Όταν εσύ θα 'σαι 60, η μικρή σου κόρη θα βρίσκεται στην εφηβεία.
 Όχι, δε με αγχώνει, το μεγάλωμα το ζούμε κάθε μέρα. Το μόνο άγχος μου είναι το πώς θα 'ναι ο κόσμος σε 10-15 χρόνια. Έχουμε ευθύνη τι κόσμο θα παραδώσουμε στα παιδιά μας.   
―Απ' την άλλη, όμως, να σταματήσει ο κόσμος να κάνει παιδιά; 
Είναι κι αυτό μια στάση. Να αποφασίσεις να μην κάνεις παιδιά γιατί ο κόσμος δεν πάει καλά. Έτσι παίρνεις όμως και το ρόλο του Θεού. Λες ''Εντάξει, εδώ διακόπτω την πορεία της ανθρωπότητας''...   
―Ο Θεός ορίζει την πορεία της ανθρωπότητας; 
Όχι, αλλά ποιος θα πει το ''Όπα, ως εδώ, φτάνει''; Το πολύ-πολύ να γίνει ένας σεισμός και να τελειώσουν όλα.  
 ―Ή να πέσει ένας μετεωρίτης και να παγώσουν τα πάντα. Δεν θα ήταν ένα θεαματικό τέλος του πολιτισμού; 
Νομίζω θα μας πρόσφερε τη φαντασμαγορία που μας αξίζει. Θα είχαμε ίσως και το χρόνο να αποχαιρετηθούμε και να πούμε τα ''συγνώμη'' μας.   
―Τι πράγμα κι αυτό με τους ανθρώπους να λένε τα ''συγνώμη'' τους μόνο λίγο πριν το τέλος! 
Υπάρχουν άλλοι που αυτό το κάνουν κάθε μέρα και άλλοι που δεν το κάνουν ούτε λίγο πριν το τέλος τους. Που μπορούν να κάνουν μια καλοσύνη πριν φύγουν και την τσιγκουνεύονται.    
―Ο Άντης Ιωαννίδης, ο πατέρας σου, είναι ζωγράφος. 
Μου αρέσει που έχει σχεδιάσει τα εξώφυλλα όλων των δίσκων σου σα να έχετε υπογράψει ένα άτυπο καλλιτεχνικό συμβόλαιο μεταξύ σας. Το χαίρομαι πολύ αυτό! Συνήθως ηχογραφούμε στο υπόγειο, ο πατέρας μου μένει από πάνω και ζωγραφίζει, ακούγοντας το υλικό! Μια διαδικασία ταυτόχρονη και για μένα πολύ σημαντική! Πόσο μάλλον που μεγάλωσα μέσα στις ζωγραφικές του! Το σπίτι μας θύμιζε ένα μεγάλο ατελιέ, μέσα στα χρώματα, στις μυρωδιές τους, στα καβαλέτα, στα πινέλα. Από μικρός έβλεπα τη ρηχή, άδεια επιφάνεια του καβαλέτου να αποκτά βάθος και περιεχόμενο. Την αγαπώ πολύ τη ζωγραφική.   
―Αγαπάς και την ποίηση, όμως.
 Και την ποίηση, μέσω του αδερφού μου κυρίως.    
―Από μικρός είχε εκφράσει ποιητικές ανησυχίες ο Λίνος Ιωαννίδης; 
Ο Λίνος δεν είχε μεγάλη σχέση με τη λογοτεχνία μέχρι τα 19 του. Εκεί ξαφνικά έγινε το μεγάλο του άνοιγμα στην ποίηση. Όντας κι εγώ, λοιπόν, αδερφός ενός ποιητή, από κει άντλησα το ενδιαφέρον μου γι' αυτήν, αλλά η αλήθεια είναι ότι δυστυχώς δεν διαβάζω πια όσο θα ήθελα.   
―Κάποια στιγμή, πάμε πίσω πολλά χρόνια τώρα, είχες συνομιλήσει με μέλη του θρυλικού αγγλικού συγκροτήματος Uriah Heep. Έψαχναν να βρουν, κατόπιν ερώτησης σου, αν έχουν κουραστεί τόσες δεκαετίες on the road. Εσένα σε περιμένει ταξί στις περιοδείες σου να σε πάει στους συναυλιακούς χώρους, στο ξενοδοχείο σου; 
Εμείς φορτώνουμε σ' ένα βανάκι τα όργανά μας, μπαίνουμε μέσα και πάμε. Έτσι γυρίζουμε την Ελλάδα και το εξωτερικό. Να το κάνεις τώρα αυτό επί 45 χρόνια, όπως αυτοί, μου ακούγεται δύσκολο... Θα μου πεις, βέβαια, εγώ ήδη κάνω το ίδιο σχεδόν 25 χρόνια. Δεν είναι και λίγο!    
―Είσαι οικογενειάρχης, Αλκίνοε... 
Είναι περίεργη λέξη το ''οικογενειάρχης''. Έχει την ''αρχή'' μέσα, την εξουσία. Θα προτιμούσα να με πεις ''μέλος μιας οικογένειας''.   
―Θέλω να πω, ανέκαθεν το ήθελες αυτό; Να βρεθείς με σύζυγο, παιδιά και μεσ' στην οικογενειακή γαλήνη.  
Εμένα το όνειρο της ζωής μου από 12 ετών ήταν να κάνω παιδιά. Όλα τα άλλα τα θεωρώ χαζομάρες, συμπεριλαμβανομένης της μουσικής. Αστειεύομαι! Δεν τη θεωρώ χαζομάρα τη μουσική, αλλά το όνειρο μου ήταν κυρίως αυτό: Να κάνω παιδιά.   ―Για ποιο λόγο; Ως συνέχεια σου; 
Καθόλου. Όταν είσαι 12 ετών δεν υπάρχει η ''συνέχεια'' στο μυαλό σου, γιατί δεν σε αφορά ο χρόνος, η φθορά και ο θάνατος. Ήθελα μόνο να κάνω παιδιά και να τα μεγαλώσω. Πάντα αγαπούσα τα παιδιά, χωρίς να είμαι ο τύπος που όπου δει παιδιά τρέχει να τα αγκαλιάσει ή να παίξει. Είχα πάντα μια απόσταση σεβασμού, αλλά και μια αντιμετώπιση ίσου προς ίσους. Τα σέβομαι όπως σέβομαι και τους ενήλικες. Πάντως, είμαι τρυφερός μπαμπάς, συχνά είμαι και μαμαδίσιος μπαμπάς.   
―Τα παιδιά τα έκανες μέσα στο πλαίσιο ενός γάμου. Δε φοβήθηκες μη γινόταν τροχοπέδη στην καλλιτεχνική σου πορεία. 
Καθόλου! Αν έχεις αληθινή σχέση με τη σύντροφό σου, όλα γίνονται.   Πάντα είχα ωραία σχέση και συνεννόηση με τις γυναίκες, εξ ου και σαν άνδρας έχω αρκετές καλές φίλες. ...  
―Έχεις φανατικό κοριτσόκοσμο που σε ακολουθεί. Έγινε ποτέ αυτό ενοχλητικό; 
Τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ έντονο όλο αυτό. Ποτέ δεν το θεώρησα άσχημο ή ενοχλητικό, ίσα - ίσα το χαιρόμουν. Πάντα είχα ωραία σχέση και συνεννόηση με τις γυναίκες, εξ ου και σαν άνδρας έχω αρκετές καλές φίλες. Μετά ίσως το 'χασα, αφού πλέον το κοινό μου αποτελείται εξίσου από άνδρες και γυναίκες.   
―Πρόσφατα σε ένα live καλλιτεχνών της ''σειράς'' σου, που πήγα, παρατηρούσα πως το κοινό απαρτιζόταν κατά κόρον από σαραντάρηδες, ανθρώπους της γενιάς μας. Ισχύει και στα δικά σου live κάτι τέτοιο;
 Έρχονται άνθρωποι όλων των ηλικιών. Η αλήθεια όμως είναι πως ένας άνθρωπος 20-25 ετών σήμερα, δεν έχει συχνά τη δυνατότητα να πάει κάπου, να πληρώσει εισιτήριο και ποτό, για να μας δει. Οι εικοσάρηδες δυσκολεύονται σαφώς περισσότερο από τους σαραντάρηδες και τους πενηντάρηδες.   
―Τα παιδιά δηλαδή που δεν έχουν βγει στην παραγωγή ακόμα. 
Ακριβώς. Τα παιδιά που ζουν ακόμα κάτω απ' την οικονομική ομπρέλα των γονιών τους - γονείς που ούτως ή άλλως ταλαιπωρούνται. Υπάρχει μεγάλη δυσκολία. Έχει γίνει μια προσπάθεια από πολλούς καλλιτέχνες τα τελευταία χρόνια ώστε να μειωθούν όσο γίνεται οι τιμές. Όχι για να έρθει απαραίτητα περισσότερος κόσμος, αλλά για να είναι πιο δίκαιο το όλο πράγμα. Όταν το τραγούδι δεν είναι προσβάσιμο και γίνεται είδος πολυτελείας, τότε ξεφτίζει.   ―Μπορεί στα αλήθεια ένας καλλιτέχνης να παίξει ρόλο σ' αυτό; 
Να καθορίσει τις τιμές του εισιτηρίου; Κυρίως ο χώρος καθορίζει το εισιτήριο. Καμιά φορά όμως έχει να κάνει και με τους καλλιτέχνες, γιατί όταν ζητάς υπέρογκα ποσά τότε αναγκαστικά θα ανέβει και το εισιτήριο για να καλυφθούν.    
―Εσύ και ο Γιάννης Αγγελάκας, αν τα λέω σωστά, είστε οι μόνοι μουσικοί - καλλιτέχνες που συχνά δημοσιοποιούνται επιστολές τους στα ΜΜΕ αναφορικά με τα κοινά. 
Δεν γράφω επιστολές σε κανέναν. Ένα site έχω και γράφω κάποια πράγματα κι εκφράζομαι έτσι και μοιράζομαι πέρα απ' τα τραγούδια μου. Έχω γράψει και κείμενα που δεν ασχολήθηκε κανένας. Καμία σχέση με το ''Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης έστειλε επιστολή στον Τύπο''(γέλια). Είναι πάντως ψυχοφθόρο όλο αυτό, είναι άγριο πράγμα το ίντερνετ. Ανοίγεις και βλέπεις κομματιασμένο το κείμενό σου και μαζί τη φάτσα σου κι από κάτω ο καθένας σχολιάζει, είτε θετικά, είτε αρνητικά, με υπερβάλλοντα ζήλο. Άλλοι γράφουν άρθρα και σε ξεσκίζουν. Άλλος πάει να σε υπερασπιστεί και σε αποτελειώνει! Δεν μιλάς, γκρινιάζουν. Μιλάς, σε βρίζουν. Ξανασιωπάς, σου λένε “Τώρα γιατί δεν μιλάς;” Το έχω ξαναπεί: αν οι απόψεις ενός καλλιτέχνη μάς ενδιαφέρουν τόσο, τότε δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: είτε έχουμε φτάσει, σαν κοινωνία, σε πολύ ψηλό επίπεδο, είτε δεν ξέρουμε τι μας γίνεται. Υποπτεύομαι πως συμβαίνει το δεύτερο. Νομίζω πως δεν έχει κανένα νόημα πια. Έτσι, όταν γράφω τώρα κάτι, το κρατώ για μένα. Απλωθείτε παιδιά, ένας λιγότερος στο καφενείο…   
―Έχει δύναμη όμως το ίντερνετ. Σε ένα έντυπο τη συζήτηση μας αυτή ενδεχομένως να τη διάβαζαν πέντε-δέκα χιλιάδες άνθρωποι. Τώρα μπορεί να μας διαβάσουν ένα εκατομμύριο! Δεν αντιλέγω, αλλά εμένα αυτό με τρομάζει. Δεν είναι τρομαχτικό να κάθεσαι να μιλάς μιάμιση ώρα για την πάρτη σου και μετά να κάθεται κι ο άλλος να τα διαβάζει; Και να σχολιάζει και μετά να ξανακάθεσαι εσύ και να διαβάζεις αυτά που σχολίασε ο άλλος και να νιώθεις κάπου μαλάκας και μάλλον να είσαι... Δηλαδή είναι πολύ δύσκολο πράγμα...   ―Μήπως θεωρείς ότι το ίντερνετ ικανοποιεί απλά τη ''λαιμαργία'' του κοινού για τον καλλιτέχνη; 
Ικανοποιεί γενικά τη λαιμαργία μας να φάμε ο ένας τον άλλο. Κοίταξε, διαβάζω κι εγώ συνεντεύξεις στο ίντερνετ χωρίς να είμαι φαν κάποιου. Το πρόβλημα είναι πως όταν δίνεις συνέντευξη μιλάς υποχρεωτικά για τον εαυτό σου. Αυτό δείχνει μια αρρώστια να το κάνεις μία - μιάμισι ώρα συνεχόμενη, κάποιο πρόβλημα έχεις.    
―Η άπλα του ίντερνετ, παρόλα αυτά, είναι σημαντική. 
Σπάνια σε ένα έντυπο θα διάβαζες μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη, αφού θα έπρεπε να εστιάσεις αυστηρά στην καινούργια δουλειά κάποιου. Ίσως αυτό να ήταν πιο ξεκάθαρο. Πάντως, ξέρεις γιατί μου αρέσει να διαβάζω συνεντεύξεις; Γιατί διαβάζοντας βλέπω την εποχή μου. Διαβάζω καμιά φορά ανθρώπους που γενικά δεν με αφορούν καθόλου. Που ζούμε σε ένα παράλληλο σύμπαν, με το οποίο εγώ δεν ασχολούμαι. Μέσα όμως από τον τρόπο με τον οποίο αυτοί βλέπουν τα πράγματα, αντιλαμβάνομαι και τον εαυτό μου.    
―Κάτι που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν το 2010 που σε είχα συνοδεύσει, ως απεσταλμένος της ''Ελευθεροτυπίας'', στο Βερολίνο. Εκεί γνώρισα Γερμανούς φαν της μουσικής σου. 
Πράγματι εντυπωσιακό, αν υποτεθεί πως δεν κάνεις world music και τραγουδάς στη γλώσσα σου. Συχνά, στο εξωτερικό, υπάρχουν άνθρωποι που μπορεί να μας ακολουθούν απ' τη μια πόλη στην άλλη. Άνθρωποι ηλικίας από 22 μέχρι 40 ετών. Το κάνουν αυτό οι Ευρωπαίοι άμα τους αρέσει κάτι. Ξέρω κάποιους που κανονίζουν τις διακοπές τους στην Ελλάδα ανάλογα με τις περιοδείες μας. Έχω γνωρίσει ανθρώπους που έμαθαν ελληνικά γιατί έτυχε να έχουν παρακολουθήσει κάποτε μια συναυλία μου στα μέρη τους.   
―Πολύ συγκινητικό. Κρατάς επαφές; 
Παίζω κάθε χρόνο αρκετά στο εξωτερικό. Βρισκόμαστε στις συναυλίες μου και τα λέμε κατά καιρούς. Ένας απ' αυτούς μάλιστα, ζωγράφος, μου έστειλε πριν μερικούς μήνες μια κάρτα που μου έγραφε σε άπταιστα ελληνικά ''Σήμερα κλείνουν 15 χρόνια από τότε που παρακολούθησα συναυλία σου. Έκτοτε έμαθα ελληνικά, έρχομαι τακτικά στην Ελλάδα, μου αρέσει η ελληνική μουσική και οι τάδε συνάδελφοι σου''...Εντάξει, βλέπω ότι επηρεάζω τη ζωή ενός ανθρώπου, ελπίζω όχι αρνητικά (γέλια)   Eίναι άγριο πράγμα το ίντερνετ. Ανοίγεις και βλέπεις κομματιασμένο το κείμενό σου και μαζί τη φάτσα σου κι από κάτω ο καθένας σχολιάζει, είτε θετικά, είτε αρνητικά, με υπερβάλλοντα ζήλο. Άλλοι γράφουν άρθρα και σε ξεσκίζουν. Άλλος πάει να σε υπερασπιστεί και σε αποτελειώνει! Δεν μιλάς, γκρινιάζουν. Μιλάς, σε βρίζουν. Ξανασιωπάς, σου λένε "Τώρα γιατί δεν μιλάς;"   ...Φωτ. Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO   
―Πώς θα μπορούσες να επηρεάσεις αρνητικά έναν άνθρωπο; 
Δεν ξέρω, ρε παιδί μου...   
―Μήπως δε θες να περιαυτολογείς πάλι; 
Απλά θα μπορούσε να κάνει κάτι άλλο στη ζωή του που να 'χε περισσότερο ενδιαφέρον. Το τρέξιμο, ας πούμε.   
―Ο Πουλικάκος κάποτε μου είχε πει: ''Γάμησε τα, άμα βάζεις τσέλα στα τραγούδια! Άκου τσέλα!'' Εσύ, πάλι, λατρεύεις τα έγχορδα. 
(γέλια) Εγώ τα έγχορδα τα αγαπούσα σε όλη μου τη ζωή. Από μικρός, πολύ πριν πάω στη Ρωσία, στο κονσερβατόριο, στα 35 μου. Και μου αρέσει και ο Πουλικάκος.   
―Μα, νομίζω, όταν πήγες να γνωρίσεις τον Μάνο Χατζιδάκι, είχες γράψει ένα πρωτόλειο έργο για κουαρτέτο εγχόρδων. 
Δεν τον γνώρισα εξ αιτίας αυτού! Το χειμώνα του ’93-‘94 μού'χε στείλει μήνυμα μέσω ενός κοινού γνωστού, να τον πάρω τηλέφωνο για να γνωριστούμε. Εγώ τότε έγραφα ένα κουαρτέτο της πλάκας που καμία αξία βέβαια δεν είχε. Για μένα, όμως, είχε τεράστια σημασία τότε να μην πάω απλά ως φέρελπις νέος τραγουδιστής. Ό,τι έκανα κάτι σοβαρό, να πούμε. Μετά από λίγο καιρό, πριν τελειώσω την ανοησία που έγραφα, ο Χατζιδάκις αρρώστησε και πέθανε. Έχασα έτσι την ευκαιρία να τον γνωρίσω.   
―Μυθοποιούσες τα ινδάλματά σου; 
Μυθοποιούσα το έργο τους. Όταν γνώρισα κάποιους από κοντά δεν έτρεμε το χέρι μου στην χειραψία με τον ίδιο τρόπο που έτρεμε όταν έπιανα κάποιον καινούργιο δίσκο τους.    
―Ωραίο αυτό που λες. 
Η προσωπικότητα του έργου και η προσωπικότητα του δημιουργού δεν είναι το ίδιο πράγμα.  
―Του Φοίβου Δεληβοριά, λόγου χάριν, σε πρόσφατη συνέντευξη που μου έδωσε, του είπα ότι το έργο του είναι πλήρης αντικατοπτρισμός αυτού που μου έβγαζε ως άνθρωπος. 
Είναι αληθινός άνθρωπος ο Φοίβος και αυτό καθρεφτίζεται και στα τραγούδια του. Νομίζω πως είναι από τις περιπτώσεις που ο χαρακτήρας του δημιουργού και το τραγούδι του είναι εξαιρετικά κοντά. Δεν κάνουμε παρέα, γενικά δεν κάνω παρέα, βρισκόμαστε σπάνια, αλλά τον εκτιμώ πολύ.   
―Τελικά πιο εύκολα μιλάς για τους άλλους παρά για το αν το έργο σου είναι αλληλένδετο με τη δική σου ζωή. 
Ναι, γιατί εγώ αυτό δε μπορώ να το δω. Ρώτα τον Φοίβο καλύτερα (γέλια)   
―Θυμάμαι και τον συχωρεμένο τον Γιώργο Παπαδάκη, τον μουσικοκριτικό και συνθέτη, που σε είχε χαρακτηρίσει ''Ο Πάρις με το χριστιανικό προφίλ''. Τι να εννοούσε; 
Δεν έχω ιδέα και δε μπορούμε να τον ρωτήσουμε κιόλας. Είχε γράψει μια τρομερά κακή κριτική για τις ''Περιπέτειες ενός προσκυνητή'', την οποία, ενώ με καθύβριζε, την έκλεινε ως εξής: ''Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης είναι ο καλύτερος τραγουδοποιός της εποχής μας, όχι γιατί είναι καλός, αλλά γιατί οι υπόλοιποι είναι ξύλα απελέκητα'' (γέλια). Όλο αυτό το πήρε πίσω χρόνια μετά με τον δίσκο ''Νεροποντή'', όταν έγραψε ''Νεράκι στην αυλή των διψασμένων''. Δεν τον γνώριζα προσωπικά, αλλά χάρηκα που πριν φύγει από τη ζωή, άκουσε κάτι δικό μου και του άρεσε. Γενικά η κριτική είναι προβληματική κατάσταση. Την καλύτερη γνώμη επ' αυτού τη διατύπωσε ο Frank Zappa: ''Το να γράφεις για τη μουσική είναι σα να χορεύεις για τη ζωγραφική''!     
―Κουράστηκες που μιλάμε τόση ώρα; 
Ναι, αλλά ευχάριστα. Εσύ μην κουραστείς που θα απομαγνητοφωνήσεις όλο αυτό το πακέτο.   
 ―Αλκίνοε, χάρηκα που τα ξαναείπαμε και εύχομαι να σκίσεις στο Κύτταρο με τους μουσικούς σου. 
Να 'σαι καλά Αντώνη, εγώ σ' ευχαριστώ πολύ.   
info: Πηγή: www.lifo.gr