Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

24.3.16

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑ'Ι'ΣΚΑΚΗΣ Άλλος ένας Άγιος Ήρωας.

Φίλες και Φίλοι, Aγαπητοί επισκέπτες του filomatheia.blogspot.com καλημέρα, όπως έγραψε και η συντακτική ομάδαEmojiEmojiστην προηγούμενη ανάρτηση, ο μήνας Μάρτιος για μας τους Έλληνες είναι ξεχωριστός μήνας για τους γνωστούς λόγους. Γι' αυτούς τους λόγους συνεχίζουμε και σήμερα να αναφερόμαστε στους ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ του 1821 η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στον ΑΓΙΟ ΗΡΩΑ ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΑΡΑ'Ι'ΣΚΑΚΗ σας παρακαλώ να σταθείτε ιδιαίτερα στον επίλογο του άρθρου με τίτλο '' Ο Καραϊσκάκης και το sprend δανεισμού......'' δείτε πόσο επίκαιρα είναι αυτά που αναφέρει. Με την ελπίδα πως όλα αυτά θα μας γίνουν κάποια στιγμή μάθημα, σας εύχομαι καλό σ/κ και όσοι παραυρεθούν αυτό το Σάββατο στη συναυλία των: ΓΛΥΚΕΡΙΑ-ΝΤΑΛΑΡΑ-ΒΙΤΑΛΗ να περάσουν καλά, δηλαδή αυτό είναι το μόνο σίγουρο γιατί μιλάμε για τo βαρύ πυροβολικό του ελληνικού τραγουδιού. Και εννοείτε πως ο Manager της ΛΟΓ θα προσπαθήσει να έρθει σε επαφή με τις δυο Ιέρειες του τραγουδιού για να μας παραχωρήσουν μια συνέντευξη. Με σεβασμό και αγάπη Επικούρειος Πέπος.
Καραϊσκάκης

- Θάνατος στη μάχη ή δολοφονία από ελληνικό χέρι; (αν αυτό αληθεύει, αναρωτιέμαι γιατί τα βάζουμε με τους κάθε Σοϊμπλε, τη στιγμή που κάποιοι τάχαμου, Έλληνες; είμαστε πολλοί χειρότεροι απ' αυτούς που κατηγορούμε. Θα το έκαναν αυτό οι Γερμανοί άραγε στον δικό τους Καραϊσκάκη; 1000% όχι! αυτή είναι δυστυχώς η μεγάλη διαφορά.


  Ο θάνατος του Γεωργίου Καραϊσκάκη καλύπτεται από διαφορετικές αφηγήσεις και φήμες για το τι πραγματικά συνέβη. Φήμες ότι ο θάνατός του προήλθε από φίλια πυρά ή και ότι ήταν προϊόν οργανωμένου σχεδίου. Παρακάτω παρουσιάζουμε μια έρευνα του Άρη Χατζηστεφάνου για τις συνθήκες θανάτου του Γεωργίου Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια του προϊσταμένου της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών Φίλιππου Κουτσάφτη και του ιστορικού Διονύση Τζάκη και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Κ» της Καθημερινής στις 21 Μαρτίου του 2010.



Γεώργιος Καραϊσκάκης, έργο του Karl Krazeisen.

[.] Ίσως ήμουν από τους λίγους ανθρώπους που δέχτηκαν με τόση χαρά και κυρίως ανακούφιση μια πρόσκληση στην ιατροδικαστική υπηρεσία. Παλαιότερα ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι, αν ζητούσα από τον μεγαλύτερο ιατροδικαστή της χώρας ένα «πόρισμα» για τις συνθήκες θανάτου του Γεωργίου Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου, θα μου έκλεινε το τηλέφωνο. Ποιος τολμάει να ενοχλήσει τον προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών για μια υπόθεση που έκλεισε το 1827;  Ο Φίλιππος Κουτσάφτης, όμως, δέχτηκε με ενθουσιασμό την πρόταση. Για την ακρίβεια, αντέδρασε λες και περίμενε εδώ και καιρό μια ευκαιρία για να συνδυάσει τις δύο αγαπημένες του ασχολίες, τη μελέτη της Ιστορίας και την ιατροδικαστική.

Για το συγκεκριμένο πόρισμα, βέβαια, δεν απαιτούνταν η παρουσία του στον τόπο του συμβάντος. Το πτώμα είχε μεταφερθεί από την πρώτη στιγμή στη Σαλαμίνα, ενώ οι συνεχείς επιχωματώσεις στο Νέο Φάληρο είχαν αλλάξει οριστικά τη γεωγραφία του εδάφους στην περιοχή. Παρ' όλα αυτά, πριν τον συναντήσω, αποφάσισα να επιθεωρήσω μόνος μου τον «τόπο του εγκλήματος». Δευτέρα πρωί και βρίσκομαι σταματημένος στο φανάρι έξω από το κτίριο της «Καθημερινής», κοντά στις εκβολές του Κηφισού.

Τον Απρίλιο του 1827 είχαν στρατοπεδεύσει εδώ ισχυρές δυνάμεις του Κιουταχή. Απένα­ντί τους, προς την πλευρά της Καστέλλας, οι άντρες του Καραϊσκάκη ετοιμάζονταν για μία από τις σημαντικότερες μάχες της Ελληνικής Επανάστασης. Για πρώτη φορά, ύστερα από σειρά αποτυχιών που κορυφώθηκαν με την πτώση του Μεσολογγίου, ο «γιος της καλογριάς» είχε αρχίσει να αντιστρέφει το αρνητικό κλίμα.

Για τη συγκεκριμένη μάχη στο Φάληρο, όμως, είχε ένα πολύ κακό προαίσθημα. Πίστευε ότι οι δύο Βρετανοί αξιωματικοί, που είχαν οριστεί αρχηγοί όλων των δυνάμεων της Αττικής - ο Τσωρτς για το στρατό ξηράς και ο Κόχραν για το ναυτικό - τον οδηγούσαν σε βέβαιη σφαγή. Αυτοί ήθελαν ολομέτωπη σύγκρουση τακτικού στρατού, όπως τους είχαν μάθει στις στρατιωτικές ακαδημίες της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Αυτός, όπως εξηγούσε και ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς, «ήθελε να εφαρμόσει τη δοκιμασμένη παρτιζάνικη τακτική της παρενόχλησης του εχθρού».
Ποιος τράβηξε τη σκανδάλη;
Τελικά δεν έζησε μέχρι την ημέρα της μάχης για να δει την πανωλεθρία των ελληνικών δυνάμεων. Στις 22 Απριλίου του 1827, μια σφαίρα τον πέτυχε στη βουβωνική χώρα ενώ προσπαθούσε να ελέγξει μια ασήμαντη συμπλοκή με τις τουρκικές δυνάμεις, λίγες ώρες πριν από την προγραμματισμένη μεγάλη επίθεση.

Ποιος τράβηξε όμως τη σκανδάλη, αφαιρώντας τη ζωή του Αρβανίτη αρχιστράτηγου; Από τις πρώτες ώρες του θανάτου του, κυκλοφόρησε έντονη φημολογία πως ο δράστης ήταν Έλληνας. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο ιστοριοδίφης που επιμελήθηκε τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, υποστηρίζει ότι τον πυροβόλησαν πληρωμένοι μπράβοι του Μαυροκορδάτου. Την ίδια θεωρία φαίνεται να ασπάζεται και ο Δημήτρης Φωτιάδης, ο οποίος όμως εκτός από τον Μαυροκορδάτο βλέπει σαν ηθικούς αυτουργούς τους δύο Βρετανούς αξιωματικούς.

Γράφει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του με τίτλο «Καραϊσκάκης»:

 «Ο Κόχραν κι ο Τσωρτς, μέσα στις λίγες ημέρες που βρί­σκονταν στον Πειραιά, κατάλαβαν πως ένας είχε τη δύναμη να αντιταχθεί στα σχέδιά τους, ο Καραϊσκάκης. Η εντολή που είχανε πάρει ήταν να πνιγεί η επανάσταση στη Στερεά, για να μπορέσει η Αγγλία να πετύχει το διπλωματικό της παιχνίδι, τον περιορισμό δηλαδή του απελευθερωτικού κινήματος του Μοριά, για να 'χει το μικρό, αδύναμο και μισοανεξάρτητο ναυτικό κράτος που θα δημιουργούνταν κά­τω από τον έλεγχό της. (.) Ο Καραϊσκάκης έπεσε θύμα της εγγλέζικης πολιτικής στην Ελλάδα και εμπνευστές της σατανικιάς δολο­φονίας του στάθηκαν ο Κόχραν, ο Τσωρτς κι ο Μαυροκορδάτος».
Σύμφωνα μάλιστα με τον αγωνιστή Νι­κόλαο Κασομούλη, ο ίδιος ο Καραϊσκάκης, λίγες ώρες πριν πεθάνει, άφησε να εννοηθεί ότι γνωρίζει τους δράστες. Δίνοντας μάλιστα ένα από τα γνωστά ρεσιτάλ βωμολοχίας, είπε στους συναγωνιστές του: « Γνωρίζω τον αίτιον, και αν ζήσω παίρνομεν όλοι το χάκι (εκδίκη­ση), ειδέ και πεθάνω, ας μου κλάσει τον π.... και αυτός».

Παρ' όλα αυτά, νεότεροι ερευνητές και ιστορικοί είναι πολύ επιφυλακτικοί στο να μιλήσουν για δολοφονία και πολύ περισσότερο να αποδώσουν ευθύνες στο Λονδίνο. Ο «φάκελος Καραϊσκάκης» λοιπόν έπρεπε να ανοίξει και πάλι. Και όπως κάθε καλή αστυνομική έρευνα, ξεκινά από το γραφείο του ιατροδικαστή.
Χτυπήθηκε από ψηλά
«Βλέπετε, έχουμε και εμείς το μικρό μας CSI», μου είπε γελώντας ο Φίλιππος Κουτσάφτης, καθώς με ξεναγούσε στα εργαστήρια της υπηρεσίας. Στο γραφείο του κοιτάξαμε και πάλι μαζί το κείμενο του Δημήτρη Φωτιάδη για τις συνθήκες θανάτου του Καραϊσκάκη, το οποίο περιλαμβάνει τις περισσότερες λεπτομέρειες και συνηγορεί με αντίστοιχες αφηγήσεις του Κασομούλη. Αφού μου επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι με τα υπάρχοντα στοιχεία μπορεί να γίνει μόνο μια «ιατροδικαστική προσέγγιση», που θα παρουσιάζει όλες τις πιθανές εκδοχές, ο ιατροδικαστής ανέτρεξε στο κείμενο που είχε ετοιμάσει.
Η περιγραφή της δολοφονίας (Κείμενο του λόγιου Δημήτρη Φωτιάδη)
«Ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στο κέντρο της καβαλαρίας μας, περιτριγυρισμένος ολούθε από δικούς μας. Και να, τρώει ένα βόλι στο βουβώνα από τα πλάγια κι ομπρός, από τ' αριστερά προς τα δεξιά κι από πάνω προς τα κάτω. Πέφτει από τ' άλογο. Τρέχουν οι καβαλάρηδες μας να τον συντρέξουν.

- Δεν είναι τίποτα! Τους φωνάζει και μ' όση δύναμη τ' απόμενε ξανακαβαλικεύει. Πισωδρομούνε σιγά και μ' όλη την τάξη. Μα, σαν έφτασαν εκεί όπου έπειτα στήσανε το μνημείο του, πίσω από το σημερινό σταθμό του ηλεκτρικού σιδεροδρόμου στο Νέο Φάληρο, δεν μπορεί πια να κρατηθεί πάνω από το άλογο και ξεπεζεύει. Του λένε να τον πάνε σηκωτό, μ' αυτός αρνιέται. Δε θέλει να τρομάξει το ασκέρι πως είναι του θανατά. Αυτός μπροστά κι ολόγυρα του καπεταναίοι, μπουλούξηδες και παλικάρια ξεκινάνε με τα πόδια, όσο που με την απαλάμη του κρατάει τη λαβωματιά του. Αφού ανέβηκαν τον ανήφορο, τονε συμβουλεύουνε να πάγει πάνω στα καράβια, για να 'χει πιότερη φροντίδα κι ησυχία να τονε δούνε οι γιατροί.

- Ένα πράμα μονάχα σας παρακαλώ, μην αφήσετε Φράγκο γιατρό να 'ρθει κοντά μου. (.) Τούτη τη φορά μονάχα δεν ήθελε να πέσει στα χέρια των Φράγκων γιατρών, γιατί, όπως θα δούμε, σχημάτισε την πεποίθηση πως δεν χτυπήθηκε από τους Τούρκους, μα δολοφονήθηκε και φοβήθηκε μην τον αποτελειώσουν οι γιατροί του Κόχραν και του Τσωρτς».
Το «πόρισμα» του ιατροδικαστή (Του Φίλιππου Κουτσάφτη)
Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά ιατροδικαστικά κενά, με κάθε επιφύλαξη μπορούμε να εξαγάγουμε τα εξής συμπεράσματα:

Πρώτον, η πύλη εισόδου του τραύματος είναι η αριστερή βουβωνική χώρα.

Δεύτερον, η βολίδα είχε φορά από μπροστά αριστερά και άνω, προς τα πίσω δεξιά και κάτω. Τρίτον, το θύμα, σαν στόχος, ήταν πολύ δύσκολος εκ των έξω, καθώς περιστοιχιζόταν από συντρόφους του που ήταν και αυτοί πάνω σε άλογα.

Τέταρτον, ο πυροβολισμός πρέπει να έγινε από διαφορετικό ύψος. Στο σημείο αυτό, διακρίνουμε δύο περιπτώσεις: α) Εάν έγινε από μεγάλη απόσταση, τότε ο σκοπευτής πρέπει να ήταν σε κάποιο δέντρο ή σε κάποια μάντρα, θα λέγαμε δηλαδή σήμερα ότι ήταν ένας ελεύθερος σκοπευτής, β) εάν έγινε από μικρή απόσταση, πρέπει να τον πυροβόλησε κάποιος από τον περίγυρό του, με την προϋπόθεση κατά τη στιγμή του πυροβολισμού να είχε σηκωθεί όρθιος πάνω στο άλογο. Δηλαδή, δεν πυροβόλησε καθήμενος.

Και οι δύο εκδοχές στηρίζονται, δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε την απόσταση του πυροβολισμού. Βέβαια, δεν μπορεί να αποκλειστεί και η εκδοχή του αποστρακισμού της σφαίρας σε κάποια επιφάνεια.

Παρουσιάζουμε τρεις εκδοχές, γιατί δεν γνωρίζουμε την απόσταση και την κατάσταση του πυρο­βολισμού και, φυσικά, δεν είδαμε το τραύμα. Μου έκανε, πάντως, ιδιαίτερη εντύπωση αυτό ακριβώς που γραφείο Φωτιάδης, ότι ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στο κέντρο και ήταν «περιτριγυρισμένος ολούθε από δικούς μας».

Θα πρέπει, τέλος, να σημειωθεί το εξής: Το γεγονός ότι ανέβηκε και πάλι στο άλογο του, όπως αναφέρεται, συνηγορεί στο ότι το τραύμα δεν ήταν άμεσα θανατηφόρο, άρα, μπορεί να ήταν πράγματι στη βουβωνική χώρα. Σημειώθηκε, δηλαδή, αιμορραγία για μεγάλο χρονικό διάστημα, πριν πεθάνει, οπότε πράγματι ήταν σε θέση να συζητεί ακόμη και να αρνείται να τον δουν ξένοι γιατροί.

Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία, γνωρίζουμε ότι ο Καραϊσκάκης ήταν έφιππος, η πύλη εισόδου του τραύματος και η φορά της βολίδας συνηγορούν στο ότι χτυπήθηκε από υψη­λότερο σημείο - κατά πάσα πιθανότητα ο δράστης ήταν όρθιος επάνω σε άλογο. Κρίνοντας από το γεγονός ότι ο Καραϊσκάκης κατάφερε να ιππεύσει και πάλι, ο Κουτσάφτης υποστηρίζει ότι το τραύμα μπορεί πράγματι να ήταν στη βουβωνική χώρα και να μην ήταν άμεσα θανατηφόρο. Εάν δεχτούμε λοιπόν ως ακριβείς τις περιγραφές του Κασομούλη και του Φωτιάδη, η ιατροδικαστική εξέταση αφήνει πολύ μεγάλες πιθανότητες ο Καραϊσκάκης να δολοφονήθηκε πραγματικά από Έλληνες. Τα στοιχεία όμως, όπως θα έλεγαν και οι ήρωες του CSI, δεν μπορούν ακόμη να σταθούν στο δικαστήριο εάν δεν εντοπίσουμε και το κίνητρο της δολοφονίας.
Οι πιθανοί δράστες
  Γεώργιος Καραϊσκάκης. Peter Von Hess
Ο Καραϊσκάκης καταστρέφει τους Τούρκους κατά την Αράχοβαν. 

Έπρεπε για άλλη μία φορά να απευθυνθούμε στους ειδικούς. Και ίσως κανένας δεν έχει ασχοληθεί τα τελευταία χρόνια τόσο εντατικά με τη ζωή του Καραϊσκάκη όσο ο Διονύ­σης Τζάκης, ιστορικός και συγγραφέας του Λευκώματος με τίτλο «Γεώργιος Καραϊσκάκης».

Η λίστα των πιθανών «υπόπτων» που μου παρέθεσε ο Έλληνας καθηγητής, των ανθρώπων δηλαδή που «ευχήθηκαν και ίσως επιδίωξαν το θάνατο του Καραϊσκάκη στη διάρκεια της επανάστασης», είναι ιδιαίτερα μεγάλη: « Αγραφιώτες που δεν τον ήθελαν στρατιωτικό αρχηγό στην επαρχία τους, ανταγωνιστές στρατιωτικοί και πολιτικοί που αντιπαρατέθηκαν σκληρά μαζί του, ιδίως το 1822 - 1824. Επίσης, αρκετοί επιθυμούσαν να απομακρυνθεί από την κορυφή της στρατιωτικής ιεραρχίας το 1826 - 1827. Επειδή διαφωνούσαν με τα πολεμικά του σχέδια, με τον τρόπο που διοικούσε, με τις προτεραιότητες που έθετε, επειδή θεωρούσαν άλλον καταλληλότερο ή έτρεφαν προσωπικές φιλοδοξίες ».

Παρ' όλα αυτά, ο Διονύ­σης Τζάκης απεκδύεται πεισματικά το ρόλο του ιστορικού-αστυνόμου. «Ο ιστορικός», μας λέει, «δεν είναι αστυνομικός ή ανακριτής να διερευνά υποθέσεις αναζητώντας «κίνητρα» και πιθανούς «ενόχους». Δεν αξιολογεί γεγονότα ή πρόσωπα για όσα έκαναν ή δεν έκαναν, για όσα θα έπρεπε κατά τη γνώμη του να είχαν κάνει ή να είχαν αποφύγει, και μάλιστα με κριτήριο τις δικές του μεταγενέστερες ιδέες και αντιλήψεις για το τι είναι σωστό και τι λάθος, εθνικά, ηθικά, δικονομικά ».

Κάθε προσπάθεια λοιπόν για την ανεύρεση της αλήθειας θα σκοντάφτει σε ανυπέρβλητα εμπόδια εάν δεν λαμβάνει υπόψη τον ιστορικό χωροχρόνο των γεγονότων. Ούτως η άλλως, μας λέει ο Διονύ­σης Τζάκης, «όπως όλες οι σύγχρονες επαναστάσεις, έτσι και η ελληνική συνυφαίνεται με πολιτικές διαφωνίες, αντιπαραθέσεις και βίαιες εσωτερικές συγκρούσεις, καθώς οι Έλληνες πολεμούσαν για να απαλλαγούν από τους Οθωμανούς και, συγχρόνως, δημιουργούσαν μια πρωτόγνωρη (και ριζικά διαφορετική από την οθωμανική) μορφή πολιτικής οργάνωσης, το εθνικό κράτος».

Ακόμη όμως και «οι φήμες ότι δολοφονήθηκε», επισημαίνει ο Έλληνας ιστορικός, «μας βοηθούν να κατανοήσουμε το πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα της εποχής, αλλά και τους τρόπους πρόσληψης του θανάτου του από τους σύγχρονους του. Μάλιστα, οι εν λόγω φήμες προικίζουν το μύθο του ήρωα Καραϊσκάκη με ένα οικουμενικό μοτίβο, όπου ο ήρωας δεν είναι δυνατόν να καταβληθεί και να πεθάνει, παρά μόνο ως αποτέλεσμα κάποιας προδοσίας, συνωμοσίας κ.λπ.».

Ίσως, τελικά, το μόνο που μπορούμε να πούμε σήμερα με βεβαιότητα είναι ότι οι επιπτώσεις από την αναγγελία του θανάτου του και η στρατιωτική πανωλεθρία στη μάχη του Φαλήρου είναι δραματικές σε όλα τα μέτωπα. «Την ψυχολογική αυτή στιγμή, που τα πάντα έδειχναν να καταρρέουν μέσα σε ένα κλίμα τρόμου», θα γράψει ο Τάσος Βουρνάς, «θέλησε να εκμεταλλευτεί ο Ιμπραήμ για να προσεταιριστεί τους καπεταναίους της Ρούμε­λης». Και του Μοριά.

Με πρώτο τον Δημήτρη Νενέκο, αρκετοί οπλαρχηγοί συνθηκολογούν - προχωρούν σε αυτό που θα μείνει στη λαϊκή συνείδηση ως «προσκύνημα». Θα χρειαστεί να ακουστεί βροντερή η φωνή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για να σταματήσει η ολοκληρωτική συνθηκολόγηση και να σωθεί τελικά η επανάσταση: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους».
Ο Καραϊσκάκης και το spread δανεισμού
Ένα από τα σενάρια που επανέρχονται πεισματικά στην επιφάνεια σχετικά με το θάνατο του Καραϊσκάκη, αναφέρεται στο ρόλο που έπαιξε το Λονδίνο στα τελευταία χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης. Ακόμη και ιστορικοί που απορρίπτουν κατηγορηματικά τις εικασίες του Φωτιάδη για σχέδιο δολοφονίας του Έλληνα ήρωα από τους Κόχραν και Τσωρτς, συμφωνούν ότι η στρατηγική που του πρότειναν στη μάχη του Φαλήρου ισοδυναμούσε με αυτοκτονία.

Γιατί όμως ο Καραϊσκάκης, ο οποίος είχε οριστεί αρχιστράτηγος της Στερεάς Ελλάδας με τη σύμφωνη γνώμη ακόμη και ορκισμένων εχθρών του όπως ο Ζαΐμης, υποτάχθηκε στις εντολές των Βρετανών; Στο βιβλίο του «Ο θάνατος του Καραϊ­σκάκη», ο δημοσιογράφος Δημήτρης Σταμέλος αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στις σχέσεις υποτέλειας που είχαν δημιουργήσει στην επαναστατημένη Ελλάδα τα δύο δάνεια που της υποσχέθηκε το Λονδίνο. «Το πρώτο δάνειο», όπως σημείωνε και ο μεγάλος ερευνητής Κυ­ριάκος Σιμόπουλος, «τοκογλυφικό και ανήθικο ως συμφωνία, κατασπαταλήθηκε στον εμ­φύλιο. (.) Το δεύτερο χάθηκε στις κερδοσκοπικές παραγγελίες φρεγατών που δεν έφθα­σαν ποτέ στην Ελλάδα».

Ξένα δάνεια, περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας, κερδοσκοπία και. φρεγάτες. Οι λέξεις μοιάζουν βγαλμένες από δημοσιεύματα εφημερίδων των τελευταίων ημερών και όχι από ιστορικά κείμενα για το μακρινό 1821. Κι όμως, οι περισσότεροι ιστορικοί και ακαδημαϊκοί, με τους οποίους μιλήσαμε όλες αυτές τις εβδομάδες, μας προειδοποίησαν να μην καταφύγουμε σε εύκολους και απλοϊκούς παραλληλισμούς. «Κάποιοι είναι έτοιμοι να συνδέσουν το '21 και το ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων με το spread δανεισμού και τη Γερμανία», μου είπε γνωστός ακαδημαϊκός, που προτίμησε να κρατήσει την ανωνυμία του. Ίσως γιατί, όπως μας εξήγησε και ο Διονύσης Τζάκης, «τα γεγονότα οφείλουμε να τα προσεγγίζουμε μέσα στη δική τους ιστορική συνάφεια». Υ.Γ. Λες και μιλάει για τη σημερινή κατάσταση.
Πηγή: Kαθημερινή, Περιοδικό ''Κ'', τεύχος 355
Επιμέλεια Ανάρτησης: FUJI TOMO KAZU

ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΝ ΓΕΡΟ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ

Φίλες και φίλοι, συναγωνιστές και πληνάδελφοι, οραματιστές και σκοταδιστές, ωχαδερφιστές και μαχητές, ψηφοφόροι της αδικοκρατίας, πριν διαβάσετε το πιο κάτω άρθρο πάρτε τα χαπάκια σας, καθίστε στην καρέκλα και πείτε να σας δέσουν για λόγους ασφαλείας, πριν αρχίσετε να βλαστημάτε ζητήστε να φύγει η μαμά η πεθερά και τα παιδιά από το σπίτι, τώρα μπορείτε να ξεκινήσετε να διαβάζετε.... Ολόκληρο το κείμενο θα το βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση που υπάρχει στο τέλος του άρθρου. Πριν είκοσι χρόνια που είχα επισκεφθεί το Ναύπλιο με φίλους από τη Νότια Αφρική ήταν μαζί μας και ο μικρός Τζόναθαν ο οποίος τότε ήταν περίπου 7 ή 8 ετών, κάποια στιγμή λοιπόν ανεβήκαμε στο φρούριο και βρεθήκαμε στο σημείο που είχαν φυλακίσει τον ΑΓΙΟ ΗΡΩΑ ΘΕΟΔΩΡΟ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ότα τελείωσε η γραμματέας μου την ενημέρωση για την απίστευτη ιστορία του ΓΈΡΟΥ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ όλοι οι φιλοξενούμενοι μου είχαν μείνει άναυδοι απ' αυτά που άκουγαν, ο δε μικρός Τζόναθαν γύρισε προς το μέρος μου και με ρώτησε: Θείε Πέπο αφού αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο σημαντικός για σας τους Έλληνες γιατί τον κλείσατε στη φυλακή; Φίλες και Φίλοι ο μικρός Τζόναθαν είναι σήμερα 28 ετών και το καλοκαίρι -εκτός απροόπτου- θα τον έχουμε πάλι κοντά μας μήπως κάποιος/α από εσάς θα μπορέσει να του δώσει μια καλή εξήγηση; Σας ευχαριστώ. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση, με σεβασμό και εκτίμηση,

 Επικούρειος Πέπος. Υ.Γ. Ακόμα αναρωτιέστε γιατί φθάσαμε ως εδώ; Αχ! βρε ΛΙΑΝΤΙΝΗ πόσο δίκιο είχες για τον Ελληνοέλληνα. Όχι κύριε 'Μ' δεν έχουμε όλοι κοντή μνήμη. Φυσικά και νιώθουμε υπερήφανοι ως Τρικαλινοί για την πρωτοβουλία που πήρε ο Δήμος Τρικάλων και ζωγράφισαν τις διαβάσεις των πεζών με τα πλήκτρα του πιάνου!!!!!!!!!!!! Μιλάμε για φοβερή ιδέα, ανάμεσα στα πλήκτρα έχουν ζωγραφίσει νότες από τραγούδια του Μέγιστου Τρικαλινού Βασίλη Τσιτσάνη.

Η απολογία του Κολοκοτρώνη
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Μετά από μικρή παύση). Να αποχωρήσει της αιθούσης ο Δημήτριος Πλαπούτας για να απολογηθεί ο έτερος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Δύο χωροφύλακες οδηγούν έξω τον Πλαπούτα, ενώ ο Κολοκοτρώνης σηκώνεται από τον πάγκο του και προχωρεί αγέρωχα προς τους δικαστές του. Τα βλέμματα όλων καρφώνονται πάνω του. Μπροστά τους, στέκεται ορθό ολόκληρο το Εικοσιένα. Φέρνουν το Ευαγγέλιο. Ο Πρόεδρος σηκώνεται, τον μιμούνται όλοι. Ο Κολοκοτρώνης απλώνει το χέρι του.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια και μόνη την αλήθεια εις ό,τι ερωτηθώ.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ορκίζομαι. (Κάθονται όλοι στις θέσεις τους).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς ονομάζεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από πού κατάγεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Από το Λιμποβίσι της Καρύταινας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσων ετών είσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εξήντα τέσσερων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι επάγγελμα κάνεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Στρατιωτικός. Στρατιώτης ήμουνα. Κράταγα επί 49 χρόνια στο χέρι το ντουφέκι και πολεμούσα νύχτα μέρα για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ΄ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι απολογείσαι για την κατηγορία που σου αποδίδεται;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον απερασμένο Ιούλη διάηκα στην Τριπολιτσά για να στεφανώσω εν' αντρόγενο. Από κεί τράβηξα, μαζί με τη νύφη μου, για το μοναστήρι της Άγια-Μονής. Την παραμονή της Παναγιάς ήρθε κι ο Ρώμας στην Καρύταινα όπου καθίσαμε κάνα δυο μέρες. Έπειτα ο Ρώμας έφυγε κι εγώ γύρισα στην Τριπολιτσά στις 18 τ' Αυγούστου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είχες προηγουμένως άλλες συναντήσεις με το Ρώμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν είχα πριν καμία συνάντηση μαζί του. Τον αντάμωσα για πρώτη φορά στην Τριπολιτσά. Μακριές ομιλίες δεν είχαμε. Τρώγαμε όμως μαζί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και τι λέγατε;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τα συνηθισμένα όπου λένε οι άνθρωποι όταν τρώνε αντάμα ψωμί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είχες την περιέργεια να ρωτήσεις τον Ρώμα για τα όσα διέδιδε περί Αντιβασιλείας;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Καμία περιέργεια δεν έβαλα στο νου μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον άλλον καιρό τι έκανες στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Πάγαινα στο παζάρι. Σύναζα τους χωριάτες και τους μίλαγα επειδής ήτανε ερεθισμένοι από κείνους τους διαβόλους τα νόμιστρα. Τους έλεγα: «Βρε τσομπάνηδες, τι πλερώνατε τον καιρό της τουρκιάς και τι πλερώνετε τώρα; Δεν πλερώνετε τώρα λιγότερα απ' τον καιρό της τουρκιάς;». Και τους τ' απόδειχνα με παραδείγματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον πρίγκιπα Μπρέντ τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, τον γνωρίζω. Ήρθε μάλιστα στην Τριπολιτσά για να δη το Ρώμα. Σα μπατζανάκης του που είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι παράγγειλες μ' αυτόν στο γιο σου το Γενναίο στ΄ Ανάπλι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτα. Ούτε είχα και τίποτα να του παραγγείλω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιοι άλλοι ήταν τότε στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ο Νικηταράς και Πλαπούτας που είχανε έρθει απ' τα χωριά τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άκουσες περί μιας αναφοράς εναντίον της Αντιβασιλείας και των Βαυαρών;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν άκουσα τίποτα ούτε και μου μίλησε ποτέ κανείς για καμία τέτοια ανα-φορά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν άκουσες τίποτα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γνωρίζεις τους ληστές Κοντοβουνήσιο, Μπαλκανά και Καπογιάννη;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον Κοντοβουνήσιο τον γνωρίζω απ' τον εμφύλιο πόλεμο.
Ο Μπαλκανάς ήτανε γουρνοβοσκός. Τον κατάτρεχα. Δυο φορές μου 'φυγε απ' τα σίδερα. Τον Καπογιάννη δεν τον γνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον γραμματικό του Κοντοβουνίσιου, Χρήστο Νικολάου, τον ξέρεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι. Είν' ένα ξόανο παιδαρέλι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον Αλωνιστιώτη τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον γνωρίζω, είναι μάλιστα και συγγενής μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήξερες πως θα πήγαινε στη Λιβαδειά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι, δεν το ήξερα. Απ' τον κόσμο το άκουσα πως πήγε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τον είχες δει προηγουμένως;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Δείχνοντάς το). Είναι αληθινό αυτό το γράμμα του Υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσίας προς εσένα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς πήρε αφορμή να σου γράψει ο Ρώσος υπουργός;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ήταν απάντηση σ' ένα δικό μου γράμμα. Πήρ' αφορμή για να του γράψω από τούτο δω το περιστατικό: Άμα ήρθε ο Βασιλιάς μας, ο πρεσβευτής της Ρωσίας Ρούκμαν άφησε ένα γράμμα του στο περιβόλι μου συστήνοντάς με στους Ρώσους καπετάνιους του Αιγαίου. Γι' αυτό έκαμα κι εγώ ένα ίδιο γράμμα συστήνοντας αυτόν και το ναύαρχό τους Ρίκορντ σε δικούς μας. Δε μου πέρασε η ιδέα πως αυτό βλάφτει είτε είν' εμποδισμένο. Τόκαμα από λεπτότητα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άλλο έγραφες σ' αυτό το γράμμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτις άλλο απ' τη σύσταση. Όσο για το γράμμα που έλαβα έλεγε ν' αγαπούμε το βασιλιά μας και τη θρησκεία μας. Άλλο δε θυμούμαι. Σ' αυτό φαίνεται τι μου γράφει ο Ρώσος υπουργός, φανερώνοντας έτσι με ποιο πνεύμα τούγραψα κι εγώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πότε έφυγες για τελευταία φορά από δω;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δε θυμάμαι καλά. Θαρρώ στις αρχές του Ιούλη. Ήτανε η πρώτη φορά που 'φυγα από όταν ήρθε ο βασιλιάς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και γιατί έφυγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Η αιτία όπου μ' έκανε ν' αφήσω την εδώ ήσυχη ζωή μου είναι, πρώτο γιατί εγώ είμαι βουνίσιος και με πειράζει η ζέστη, δεύτερο για να στεφανώσω ένα αντρόγενο και τρίτο γιατί μούγραψε ο γιος μου ο Γενναίος μην αρρωστήσω και γι' αυτό καθόμουνα στην Τριπολιτσά για τον καθαρό αέρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και σ' όσους ερχόντουσαν να σε ιδούν τι τους έλεγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τους συμβούλευα, καθώς έκανα και στην Άγια-Μονή, όπου έβαλα λόγο γι' αυτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχεις άλλο τίποτα να πεις για όσα σε κατηγορούν;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τούτω δω μονάχα. Μετά το φόνο του Κυβερνήτη η Πατρίδα ήτανε χωρισμένη στα δύο. Εγώ άμα έμαθα το διορισμό του Βασιλιά, έκαμα τη σημαία του και σύναξα κι όλους τους φίλους μου και κάμαμε μιαν αναφορά στη Βαυαρία φανερώνοντας την αφοσίωσή μας. Όταν ήρθ' ο Βασιλιάς σκόρπισα τους ανθρώπους μου κι ησύχασα.
ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ: Τότε, γιατί αντενέργησες στο βασιλιά σου και στην Αντιβασιλεία.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εγώ ν' αντενεργήσω; Μα δε ξέρετε λοιπόν κι εσείς οι ίδιοι κι όλοι οι Έλληνες πόσο πάσκισα στον καιρό του σηκωμού ν' αποχτήσει το έθνος κεφαλή και να μου λείψουν οι φροντίδες; Άμα ο Θεός μου 'δωσε Βασιλέα, εγώ είπα σ' όλους τους φίλους μου: «Τώρα είμ' ευτυχισμένος. Θα κρεμάσω την κάπα μου στον κρεμανταλά και θα πλαγιάσω στην καλύβα μου ν' αποθάνω ήσυχος κι ευχαριστημένος».
Αυτά είπε ο Γέρος και κάθισε στον πάγκο του, ενώ στην αίθουσα απλώθηκε βαθιά σιωπή και αγωνία.

Η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα και οι αγορεύσεις του Επιτρόπου Μάσον και των συνηγόρων υπεράσπισης

Ακολούθησε η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα, στο τέλος της οποίας τόνισε (μετά από ερώτηση του Προέδρου αν έχει να συμπληρώσει κάτι):
«Τούτα δω μονάχα. Κατηγορούν εμένα και τον Γέρο, πως τάχα σηκώσαμε κεφάλι ενάντια στην Αντιβασιλεία και το Βασιλιά. Μα μήπως εγώ δε συνόδεψα τη Μεγαλειότη του και μπήκα εγγυητής για να 'ρθει να καθίσει το θρονί; Μας ανακατεύουν πάλι με ληστές και κάτι ασήμαντους ανθρώπους. Εμείς το 'χουμε ψηλά και καθαρό το κούτελο και δε μηχανευόμαστε βρομοδουλειές όπως η αφεντιά εκείνων που μας κατηγορούν γι' αναρχικούς. Ό,τι έχουμε να πούμε το λέμε ντρέτα και σταράτα (ειρωνικά και υπονοώντας τον Επίτροπο). Κύριοι δικαστές, είμαστε αθώοι. Άλλοι είναι οι εχθροί και προδότες της Πατρίδας».Οι παράλογες απαιτήσεις του Επιτρόπου
Η πιο δραματική φάση της δίκης αρχίζει τώρα. Ο Μάσον, αιφνιδιαστικά, αρνείται να απαντήσει στους συνηγόρους της υπεράσπισης, κατά τα ειωθότα, με την εξήγηση ότι «κρίνει περιττόν να χάνει τον καιρόν του». Αλλά ενώ παραιτείται ο ίδιος της δευτερολογίας, απαιτεί να μη δευτερολογήσουν ούτε οι συνήγοροι. Εκείνοι διαμαρτύρονται εντονότατα. Ο πρόεδρος Πολυζωίδης επεμβαίνει. Τονίζει «είμαι της γνώμης ότι ο κ. επίτροπος χρεωστά να απαντήσει. Η ανάπτυξης της κατηγορίας υπήρξεν ελλιπής. Έχει χρέος λοιπόν να την συμπληρώσει, άλλως οι συνήγοροι έχουν χρέος να την συμπληρώσουν».
Με τη δήλωση αυτή ο Πολυζωίδης αρχίζει την ιστορική του μάχη με το Μάσον, με το Μάουερ, με το καθεστώς της αυθαιρεσίας και αδικίας. Είναι η μάχη που θα τον καταστήσει σύμβολο της ελληνικής δικαιοσύνης. Στην πραγματικότητα την είχε αρχίσει ημέρες πρωτύτερα, στα παρασκήνια.
Πριν από την έναρξη της δίκης ο Μάσον είχε καλέσει στο σπίτι του και τα πέντε μέλη του δικαστηρίου και αφού τους παρουσίασε όσα στοιχεία είχε συγκεντρώσει, τους ρώτησε αν τα έβρισκαν αρκετά για να καταδικάσουν τους δυο στρατηγούς. Ο Πολυζωίδης εξεγέρθηκε και δήλωσε αμέσως: «Θάπτω εις τους κρυψώνας της σιωπής την αντάμωσίν μας εδώ, το διατί και το πώς. Αν είναι ανάγκη να προείπομεν τι, προλέγω ότι, αν οι στρατιωτικοί Έλληνες είναι αθώοι, έχομεν τιμιότητα να τους αθωώσωμεν, αν ένοχοι, αγάπην Πατρίδος να τους καταδικάσομεν εις δεσμά, εις θάνατον».
Προσπάθησαν επίσης να εξαγοράσουν και τον Τερτσέτη ενώ η δίκη διαρκούσε ακόμη.
Αφού δεν κατόρθωσαν να τους εξαγοράσουν επιχείρησαν να τους προκαταλάβουν. Το δημοσιογραφικό όργανο του Μάουερ, ο «Σωτήρ» δημοσίευσε άρθρο ενώ συνεχιζόταν η δίκη με το οποίο προαναγγελλόταν ως βέβαια, η καταδίκη των στρατηγών. Οι συνήγοροι κατήγγειλαν δημόσια την προσπάθεια και ζήτησαν από το Μάσον να διώξει την εφημερίδα. Ο Μάσον δεν καταδέχτηκε καν να απαντήσει. Τότε ο Πολυζωίδης, όρθιος, έκανε μια κατηγορηματική δήλωση: «Το δικαστήριον, είπε, δεν έχει άλλο συμφέρον από τον νόμον. Δεν έχει άλλον σκοπόν παρά την απόδοσιν της δικαιοσύνης. Τινές δεικνύουν μιαν επίσημον εμπάθειαν και άγνοιαν των νόμων. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να προλαμβάνει την κρίσιν της δικαιοσύνης. Αποδοκιμάζω όθεν το ανόητον άρθρον και προσκαλώ τον Επίτροπον να εναγάγει τον συντάκτην της εφημερίδος». Ο Μάσσον σε απάντηση κάγχασε.
Αυτή η διπλή άρνηση του Μάσον δημιούργησε μεγάλο θέμα, διότι και οι δυο πλευρές έδειξαν ακλόνητη επιμονή, η οποία σε λίγο εξελίχτηκε σε απροκάλυπτη διαμάχη. Ο Πολυζωίδης γνώριζε ότι, οι άλλοι τρεις δικαστές ήταν αποφασισμένοι να καταδικάσουν σε θάνατο τους στρατηγούς, γι' αυτό προσπαθούσε να πείσει τον Επίτροπο να δευτερολογήσει, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να μεταπείσει έναν από τους «καταδικαστικούς» συναδέλφους του. Ο Μάσον επέμενε να επισπευτεί η έκδοση της απόφασης. Ο Πολυζωίδης παρακάλεσε θερμότατα τον Επίτροπο να δευτερολογήσει. Εκείνος, ανένδοτος, επέμενε στην άρνησή του. Επί μισή ώρα το δικαστήριο είχε πάψει ουσιαστικά να συνεδριάζει. Οι δικαστές στις έδρες τους σώπαιναν με αμηχανία. Ο Μάσον στη δική του έδρα σώπαινε και αυτός, με αλύγιστο πείσμα.
Στην αίθουσα το δικαστήριο είχε μείνει εμβρόντητο. Από κανένα δε διέφευγε ότι, εκείνη την ώρα, καταρρακωνόταν η δικαιοσύνη. Κάποια στιγμή ο Επίτροπος κατέβηκε από την έδρα του, και συνομίλησε μυστικά, με το νομάρχη Μαύρο, που βρισκόταν στην αίθουσα ως παρατηρητής του Μάουερ. Προφανώς έλαβε από αυτόν εντολές, διότι όταν επανήλθε στην έδρα του, δήλωσε ακόμη κατηγορηματικότερα ότι δεν εννοούσε να δευτερολογήσει.
Ο Πολυζωίδης συνέχισε τις εκκλήσεις του: «Σας παρακαλώ δια μιαν ακόμη φοράν, χάριν της δικαιοσύνης και της κοινωνίας να απαντήσετε!». «Δεν δύναμαι να απαντήσω», επέμενε ο Μάσον. «Πρέπει να το κάμετε», παρακαλεί εκ νέου ο Πολυζωίδης. Ο Μάσον ξαναγυρίζει στη σιωπή του. Υπάρχει μεγάλη αναταραχή στην αίθουσα. Ο νομάρχης Μαύρος φεύγει για να ζητήσει οδηγίες από τον υπουργό δικαιοσύνης Σχινά. Ο Πολυζωίδης, μετά από την κατάσταση που δημιουργήθηκε, διέκοψε τη συνεδρίαση για την επομένη, υπό τον όρο, όπως δήλωσε ρητά, «εάν δεν ομιλήσει ο Επίτροπος, να ομιλήσουν οι συνήγοροι».
Τη νύχτα εκείνη, στα παρασκήνια, πολλά διαδραματίστηκαν, που παρέμειναν όμως άγνωστα. Κινητοποιήθηκαν όλοι οι κυβερνητικοί και διπλωματικοί παράγοντες. Έγιναν διαβούλια με στόχο τη ζωή ή το θάνατο του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα. Οι υπουργοί διχασμένοι συγκρούστηκαν, αλλά επικράτησε ο Κωλέττης. Σύγκρουση επήλθε και στους κόλπους της Αντιβασιλείας, όπου όμως επικράτησε επίσης ο Μάουερ. Οι «καταδικαστικοί» επιβλήθηκαν κατά κράτος. Οι «αθωωτικοί», Άρμανσπεργκ και Μαυροκορδάτος, υποχώρησαν ή προσποιήθηκαν ότι υποχωρούν, επιφυλασσόμενοι να αντεπιτεθούν αργότερα, στην κατάλληλη ώρα.
Το αποτέλεσμα των νυχτερινών διαβουλεύσεων, φανερώθηκε την επομένη στο δικαστήριο. Όταν ο πρόεδρος Πολυζωίδης έδωσε το λόγο στην υπεράσπιση, διότι ο επίτροπος αρνήθηκε και πάλι να δευτερολογήσει, ο Μάσον, θριαμβευτικά, του εγχείρισε μια έγγραφη απόφαση της Αντιβασιλείας, η οποία ενέκρινε τη στάση του Επιτρόπου και διάταζε την έκδοση απόφασης με την απειλή μάλιστα ότι θα καταδιώκονταν τα μέλη του δικαστηρίου που δε θα ήθελαν να συμμορφωθούν. Η διαταγή είχε τις υπογραφές και των τριών Αντιβασιλέων. Ο Πολυζωίδης δεν μπορούσε πια παρά να υποκύψει. Το δικαστήριο αποσύρθηκε για διάσκεψη, ενώ σε όλους έγινε αντιληπτό ότι η ζωή του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα είχε κριθεί τελεσίδικα. Άλλωστε ο Μάουερ είχε φροντίσει να προϊδεάσει το λαό για την προαποφασισμένη θανατική καταδίκη.
Διαβάστε περισσότερα:
Η δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη | Πάρε-Δώσε http://www.pare-dose.net

Η ΕΛΛΑΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΟΥΣΑ ΣΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821

Aγαπητές Φίλες, Αγαπητοί Φίλοι, Αγαπητοί συναθλητές της Ουτοπίας και της Ελληνικής νοοτροπίας, σας καλημερίζω και σας καλοσωρίζω στο ιστολόγιο της Λ.Ο.Γ. Μέ τη σημερινή ανάρτηση που είναι κι αυτή αφιερωμένη στους ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821 θα κλείσουμε αυτόν τον κύκλο μνήμης σ'αυτούς που -κατά την ταπεινή μου γνώμη- θα έπρεπε να έχουμε στο εικονοστάσι του σπιτιού μας εφόσον, θέλουμε να λέμε πως είμαστε Έλληνες. Με το κορυφαίο έργο λοιπόν του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΒΡΥΖΑΚΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ  ''Η ΕΛΛΑΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΟΥΣΑ'' θέλω να στείλω το εξής μνμα σε κάποιον ακατανόμαστο πολιτικό που είχε πει πως οι Έλληνες ξεχνούν, κύριε ''Μ'' εσείς μπορεί να θέλετε να ξεχνούν οι Έλληνες για τους λόγους που εσείς γνωρίζετε, αλλά εμείς εδώ στο filomatheia.blogspot.com δε θα σας κάνουμε τη χάρη. AΓΙΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821 σας ευγνωμονούμε. Φίλες και Φίλοι αύριο 20/03/15 θα διαβάσετε κάτι που θα σας εκπλήξει, και την 21 ΜΑΡΤΙΟΥ ΟΛΟΙ ΣΤΟ BLOG του filomatheia για να υποδεχθούμε τον νέο ταλαντούχο ποιητή ΕΝΔΥΜΙΩΝΑ γιατί σε παγκόσμια  πρώτη θα παρουσιάσουμε την ποιητική του συλλογή με τίτλο ''ΑΚΟΥ'' Καλή ανάγνωση. Με σεβασμό και εκτίμηση, Επικούρειος Πέπος.


Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858
- Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 -1878). Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Στο έργο αυτό, που φιλοτέχνησε ο Βρυζάκης το 1858, απεικονίζεται η απελευθε­ρωμένη Ελλάδα ως αρχαία κόρη, πάνω σ' ένα σύννεφο που την κρατά υπερυ­ψωμένη και κυρίαρχη στο κέντρο του πίνακα. Φορά δάφνινο στεφάνι στα ξέπλεκα μαλλιά της, και πατά στις σπασμένες αλυσίδες των δεσμών της. Έχει τα χέρια της απλωμένα δεξιά και αριστερά, σε μία συμβολική κίνηση εναγκαλισμού αλλά και προ­στασίας πλέον όλων όσοι με θυσίες και αγώνες συνετέλεσαν στην απελευθέρωσή της, όλων όσοι εξακολουθούν να διαθέτουν τις περιουσίες τους για την ανασυγκρότησή της, όπως υποδηλώνει ο σωρός των νομισμάτων που της προσφέρεται.


Η Ελλάς ευγνωμονούσα,1858 - Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 -1878). Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Γύρω της συνωστίζονται οι γνώριμοι πρωτεργάτες της Επανάστασης, οι πρόδρομοι Ρήγας Φεραίος, Αδαμάντιος Κοραής, Αλέξανδρος Υψηλάντης, Μιχαήλ Σούτζος, οι γενναίοι αγωνιστές Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, οι ήρωες των ναυτικών αγώνων Κωνσταντίνος Κανάρης, Ανδρέας Μιαούλης, Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Για την απόδοση των αναγνωρίσιμων φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών τους, ο Βρυζάκης χρησιμοποιεί τις προσωπογραφίες των αγωνιστών που είχε σχεδιάσει ο Krazeisen και είχαν ευρέως διαδοθεί με μία σειρά λιθογραφίων που εκδόθηκε το 1831 στο Μόναχο [1].
Ο Βρυζάκης, εκφράζοντας τα συναισθήματα των Ελλήνων που αισθάνονταν την ανάγκη να τιμήσουν όσους θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία, φιλοτεχνεί την αλληγορική αυτή σύνθεση, η οποία φέρνει κοντά τους έναν κόσμο ηρωικό και ανακαλεί στη μνήμη τους την εποχή των αγώνων, που ο απόηχος τους είναι ακόμα ζωντανός και καθορίζει από πολλές απόψεις τη ζωή τους. Η εικόνα ενεργεί συγκι­νησιακά και προβάλλει ένα ζήτημα ηθικής στάσης, την αναγνώριση της αρετής, την απόδοση τιμής, αλλά και τη συνειδητοποίηση της υποχρέωσης για μίμηση και συνέ­χεια [2]. Βασικό ρόλο σ' αυτό παίζει η δύναμη της αναπαράστασης με τα μορφολογικά της χαρακτηριστικά αλλά και οι συνειρμοί που την ακολουθούν. Δεν είναι καθόλου απίθανο να ισχύει αυτό που έχει υποστηριχθεί από πολλούς μελετητές ότι το έργο παραπέμπει στους στίχους τους αποδιδόμενους στον Ρήγα Φεραίο «Ω παιδιά μου ορφανά μου. » [3].
Επίσης οι επισημάνσεις του Goethe, σε κείμενο σχετικό με τις λιθο­γραφίες του Krazeisen με τους Αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης [4], στο οποίο αναφέρεται ότι το κοινό χρειάζεται, απαιτεί να βλέπει σε πιστές προσωπογραφίες όσους απέκτησαν ένα σημαντικό όνομα και επηρέασαν τη ζωή του, αλλά και η μακρι­νή υπόμνηση του τύπου της Παναγίας του Ισχυρού Μανδύα [5], με την οποία μπορεί να σχετισθεί η απεικόνιση της Ελλάδας, μεγαλύτερης σε μέγεθος από το πλήθος των αγωνιστών, που με την προστατευτική θέση των ανοικτών χεριών της δείχνει να τους σκεπάζει, διαμορφώνουν την αλληγορική λειτουργία του έργου και τον ιδεολογικό ρόλο που καλείται να παίξει. Άλλωστε οι διάφοροι τίτλοι που αποδίδονται στον πίνακα Η Ελλάς ευγνωμονούσα, Υπέρ Πατρίδος το Παν, Η Ελλάς συνάγουσα τα τέκνα της και η ευρεία διάδοσή του σε λιθογραφημένη απόδοση, αποδεικνύει την ταύτιση του κοινού με την απεικόνιση, καθώς η παράσταση εκπληρεί το αίτημα της «ελληνικής μετεπαναστατικής κοινωνίας που είχε ανάγκη να διαβάζει εικαστικά τις μεγάλες στιγμές του ελληνικού έθνους, να τις αναπολεί ως σημεία αναφοράς και να τα εξιδανικεύσει παρά να αντιμετωπίζει τη σκληρή πραγματικότητα» [6].

Όλγα Μεντζαφού - Πολύζου
Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου. 
Επιμέλεια Ανάρτησης: Επικούρειος Πέπος.

Ο φλογερός επαναστάτης και «πατέρας» της Ιταλίας, Τζουζέπε Γκαριμπάλντι

Ένας εξεγερμένος πατριώτης αντάρτης κατάφερε να ενώσει την Ιταλία και να της χαρίσει την ανεξαρτησία της έχοντας στο πλευρό του χίλιους εθελοντές που φορούσαν κόκκινα πουκάμισα!
Αυτή είναι σε δυο γραμμές η ιστορία του εθνικού ήρωα της Ιταλίας που ηγήθηκε του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα στα μέσα του 19ου αιώνα. «Εμείς οι Ιταλοί λατρεύουμε τον Γκαριμπάλντι, μας μαθαίνουν να τον θαυμάζουμε από την κούνια μας», έλεγε γι’ αυτόν ο σπουδαίος ιταλός μαρξιστής Αντόνιο Γκράμσι, καθώς οι κατακτήσεις και οι επιτυχίες του επαναστάτη τον μετέτρεψαν σε ήρωα διεθνούς βεληνεκούς.
Η κατ’ εξοχήν ηγετική μορφή που ξεπήδησε από την περίοδο ενοποίησης της Ιταλίας κατά τον 19ο αιώνα (το λεγόμενο Ριζορτζιμέντο), τα έβαλε με θεούς και δαίμονες για τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους και δεν σταμάτησε ούτε όταν ήρθε αντιμέτωπος με τον ίδιο τον Πάπα.

Μπαρουτοκαπνισμένος και διψασμένος για μάχη και δόξα, πολέμησε τόσο στη Λατινική Αμερική (απ’ όπου έλκει εξάλλου και την καταγωγή του το «Ήρωας των Δύο Κόσμων») όσο και στη χώρα του, συμμετέχοντας σε όλες τις μείζονες μάχες της Ιταλίας και μετρώντας επιτυχίες που ακούστηκαν στα πέρατα του κόσμου: επανάσταση στη Σικελία, κατάρρευση της μοναρχίας των Βουρβόνων, αναδίπλωση της Αυστριακής Αυτοκρατορίας, ανατροπή των παπικών κρατών και δημιουργία του ιταλικού έθνους!
Ως σύγχρονος Ρομπέν των Δασών («Τσε Γκεβάρα του 19ου αιώνα» τον αποκαλούν συχνά), απολάμβανε την καθολική αναγνώριση του λαού, γι’ αυτό και όταν τον επικήρυξε ο Πάπας με σεβαστό ποσό κανένας Ιταλός δεν σκέφτηκε να τον προδώσει.
Ένας από τους διασημότερους ανθρώπους του καιρού του και λεοντόκαρδος από τους λίγους, έγινε σύμβολο των ρομαντικών, έμβλημα των δημοκρατικών και σφράγισε την εικόνα του χαρισματικού στρατιωτικού και πολιτικού ηγέτη, αναγκάζοντας ακόμα και τον φασίστα Μουσολίνι να υιοθετήσει τα συνθήματά του (όπως το «Πορεία προς τη Ρώμη»).
Ο μεγάλος επαναστάτης υπήρξε μάλιστα ιδιαίτερα αγαπητός και στην Ελλάδα, με τον θάνατό του να προξενεί βαθιά θλίψη. Ομάδα Γαριβαλδινών (εθελοντικό ιταλικό στρατιωτικό σώμα) θα πολεμήσει στην Κρήτη το 1896 και θα πάρει μέρος σε πολλές ακόμα πολεμικές περιπέτειες της χώρας μας, έχοντας στο τιμόνι της τον γιο του Γκαριμπάλντι…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζουζέπε Μαρία Γκαριμπάλντι (Ιωσήφ Γαριβάλδης, εξελληνισμένα) γεννιέται στις 4 Ιουλίου 1807 στη Νίκαια της Γαλλίας μέσα σε οικογένεια ψαράδων και ναυτικών. Ήταν επόμενο λοιπόν να ακολουθήσει την πατρική κληρονομιά και πριν καλά-καλά καταλάβει τον εαυτό του να βρεθεί στη θάλασσα. Ο Τζουζέπε δούλεψε δέκα χρόνια στα καράβια και το 1832 πήρε και επισήμως τον τίτλο του καπετάνιου, ενώ την επόμενη χρονιά υπηρέτησε στο Ναυτικό της Σαρδηνίας.
Το 1833, σε εμπορικό ταξίδι του στη Ρωσία, ήρθε σε επαφή με τις πατριωτικές ιδέες του Τζουζέπε Ματσίνι για ανεξαρτησία της Ιταλίας από την αυστριακή κηδεμονία και την ενοποίηση των βασιλείων της χώρας. Ενθουσιασμένος ο Γκαριμπάλντι, προσχωρεί στη δημοκρατική κίνηση «Νέα Ιταλία» του Ματσίνι και βάζει σκοπό ζωής να απελευθερώσει τη χώρα του.

Κι έτσι ήδη από την επόμενη χρονιά συμμετέχει ενεργά στην εξέγερση στο Πεδεμόντιο και όταν το κίνημα του Ματσίνι αποτυγχάνει, αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί στη Γαλλία καθώς το δικαστήριο της Γένοβας τον καταδίκασε σε θάνατο…
Ο Γκαριμπάλντι στη Λατινική Αμερική
Από τη Μασσαλία της Γαλλίας, ο Γκαριμπάλντι θα περάσει στην Τυνήσια και θα καταφύγει τελικά στη Βραζιλία, όπου θα εντάξει τον εαυτό του στον αυτονομιστικό αγώνα των ανταρτών της Δημοκρατίας του Ρίο Γκράντε, που πάλευαν για την ανεξαρτησία τους από τη Βραζιλία. Στον πόλεμο αυτό θα γνωρίσει την πρώτη του σύζυγο, μια ντόπια αντάρτισσα, στο πλευρό της οποίας θα πολεμήσει για την ανεξαρτησία του λαού της.

Κυνηγημένος για άλλη μια φορά, θα καταφύγει στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης το 1841, όπου θα καταλαγιάσει για λίγο δουλεύοντας τώρα ως έμπορος. Το ζευγάρι θα παντρευτεί την επόμενη χρονιά και θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά. Την ίδια εποχή, ο Γκαριμπάλντι θα υιοθετήσει τη χαρακτηριστική κόκκινη φορεσιά με το πουκάμισο, το πόντσο και το σομπρέρο των ντόπιων. Το 1842 θα αναλάβει ως έμπειρος καπετάνιος καθώς ήταν τη διοίκηση του επαναστατικού ουρουγουανικού στόλου στον εμφύλιο πόλεμο της χώρας φτιάχνοντας κάποια στιγμή το δικό του ιταλικό απόσπασμα.

Η Ιταλική Λεγεώνα του Γκαριμπάλντι φορούσε τώρα κόκκινα πουκάμισα και θα έμενε γνωστή ως «Ερυθροχίτωνες», από μια παρτίδα κόκκινων στολών που είχε υφαρπάξει ο επαναστάτης από εργοστάσιο του Μοντεβιδέο που προορίζονταν για αργεντινούς εκδορείς, ώστε να μη φαίνεται το αίμα. Μεταξύ 1842-1848, ο Γκαριμπάλντι θα υπερασπιστεί το Μοντεβιδέο από τις προεδρικές δυνάμεις και θα μετρήσει πλήθος ναυτικών θριάμβων, αν και τα νέα από την πατρίδα θα τον καλούσαν σύντομα πίσω…
Ο αγώνας της ιταλικής ανεξαρτησίας
Το 1846, τα νέα από την Ιταλία καλούσαν τον σκληροπυρηνικό επαναστάτη σε επιστροφή: ο νέος Πάπας Πίος Θ’ υιοθέτησε μια σειρά δημοκρατικών και φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, γεννώντας έτσι μια αύρα εθνικής περηφάνιας στους ιταλούς πατριώτες αλλά και έναν άνεμο προοδευτικής αλλαγής. Κι έτσι, με τον αγώνα στην Ουρουγουάη να οδεύει προς τη δικαίωσή του το 1848, ο Γκαριμπάλντι επιστρέφει στη γενέτειρά του και προσφέρει τις υπηρεσίες του στον μονάρχη της Σαρδηνίας, Κάρολο Αλβέρτο. Παρά το γεγονός ότι ήταν αριστερός και δημοκράτης, θεώρησε σκόπιμο να βάλει στην άκρη τις προοδευτικές του ιδέες για χάρη της ιταλικής ενοποίησης.

Παρά τις αρχικές επιτυχίες του αγώνα του όμως, ο Πρώτος Ιταλικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας δεν καρποφόρησε. Η επόμενη χρονιά θα βρει τον Γκαριμπάλντι να υπερασπίζεται την επαναστατημένη Ρώμη από την επίθεση των γάλλων συμμάχων του Πάπα. Κάτω από τις παραγγελίες του Ματσίνι, ο φλογερός επαναστάτης ανέλαβε τη στρατιωτική ηγεσία των δημοκρατικών δυνάμεων, αν και ο αγώνας ήταν καταδικασμένος από την αρχή λόγω της αριθμητικής ανωτερότητας των γάλλων εισβολέων. Κι έτσι ο Γκαριμπάλντι αναγκάστηκε να αποσυρθεί με τα στρατεύματά του στα Απέννινα γλιτώνοντας μόλις και μετά βίας τον θάνατο.

Χωρίς υποστήριξη και πόρους για τη συνέχιση του αγώνα του, αναγκάζεται να αυτοεξοριστεί για άλλη μια φορά και τώρα θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ, απ’ όπου θα μπαρκάρει με εμπορικό πλοίο και θα γυρίσει τον κόσμο. Σε κάθε λιμάνι που έπιανε ο κόσμος τον υποδεχόταν με τιμές ήρωα, καθώς η επαναστατική του φήμη προηγούνταν και φάνταζε πια ως ο μεγάλος θεματοφύλακας των δημοκρατικών ιδεών. Το 1854 θα βρεθεί σε λιμάνι της Αγγλίας, όπου και θα πάρει την απόφαση να επιστρέψει στην Ιταλία, καθώς κληρονόμησε μια μικρή περιουσία και με τα χρήματα αγόρασε μια φάρμα στη Σαρδηνία.

Τώρα ήταν αγρότης και θα περάσει τα επόμενα πέντε χρόνια καλλιεργώντας τη γη του. Και πάλι όμως θα τον προλάβουν οι εξελίξεις: το 1859 ξέσπασε ο Δεύτερος Ιταλικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας και ο Γκαριμπάλντι ανέλαβε τη διοίκηση των επαναστατικών δυνάμεων των Άλπεων. Για άλλη μια φορά όμως ήταν αναγκασμένος να παραμερίσει τα δημοκρατικά του ιδεώδη και να συνταχθεί με τη βασιλεία, καθώς η πατριωτική ανάγκη για την ενοποίηση της Ιταλίας ερχόταν πάντα πρώτη…
Η εκστρατεία του 1860
Ήταν το 1860 όταν ο Γκαριμπάλντι και οι χίλιοι άντρες του κατάφεραν σπουδαία στρατιωτική νίκη στη Σικελία και υπέταξαν τα ναπολιτάνικα στρατεύματα, έχοντας στο πλευρό του πάντα τους Ερυθροχίτωνες, εθελοντές χωρικούς με λίγα λόγια! Πλέον ήταν γνωστός στα πέρατα του κόσμου αλλά και ήρωας του ιταλικού αγώνα. Με τη βοήθεια πια του Βασιλικού Ναυτικού της Αγγλίας, ο απελευθερωτής της Σικελίας βάδισε στην ηπειρωτική Ιταλία και οδήγησε τον επαναστατικό στρατό του στη Νάπολη, όπου έγινε δεκτός με επευφημίες από τον λαό.
Προσκυνώντας για άλλη μια φορά στο στέμμα του Πεδεμόντιου, μιας και ο μικρός στρατός του δεν θα μπορούσε να τα βάλει με τις ισχυρές ναπολιτάνικες δυνάμεις, ο Γκαριμπάλντι νίκησε τον πολυάριθμο και καλά οργανωμένο στρατό της Νάπολης έχοντας σύμμαχο τις μοναρχικές δυνάμεις. Στόχος ήταν τώρα η Ρώμη, αλλά παρέμενε όνειρο για τον ίδιο, μιας και με χίλιους άντρες δεν θα μπορούσε να πάρει την Αιώνια Πόλη. Κι έτσι συμφωνεί να δώσει στον βασιλιά του Πεδεμόντιου, Βίκτωρ Εμμανουήλ Β’, όλη τη Σικελία με αντάλλαγμα τη συμβολή του μονάρχη στον αγώνα για την ιταλική ανεξαρτησία.

Παρά την απέχθεια που ένιωθε για τη μοναρχία, ο Γκαριμπάλντι χαιρέτισε τον Βίκτωρ Εμμανουήλ ως βασιλιά της Ιταλίας και κάλεσε τον λαό να συνταχθεί με το στέμμα για χάρη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Παρά τις διακηρύξεις του, αρνήθηκε όμως να παρασημοφορηθεί από τον βασιλιά για τα κατορθώματά του…
Τελευταίες μάχες
Παρά το γεγονός ότι είχε βάλει τις βάσεις για την ιταλική ενοποίηση προσκυνώντας το στέμμα, ο Γκαριμπάλντι είχε πάντα όνειρο να δει την ενοποιημένη χώρα του να μετατρέπεται σε δημοκρατία αλλά και να συμπεριληφθούν στα εδάφη τόσο η Ρώμη όσο και τα λεγόμενα παπικά κράτη.
Κι έτσι βάδισε με το μικρό του στράτευμα κατά της Ρώμης και των δυνάμεων του Ναπολέοντος Γ’, θεωρώντας πως θα είχε την υποστήριξη της ιταλικής κυβέρνησης. Εκείνη όμως, φοβούμενη την αντίδραση των καθολικών δυνάμεων που παρέμεναν προσδεμένες στο παπικό άρμα, αρνήθηκε να συμβάλει στον αγώνα του και έστειλε μάλιστα κρατικές ιταλικές δυνάμεις να υπερασπιστούν την Αιώνια Πόλη από την επίθεσή του!
Ο Γκαριμπάλντι τραυματίστηκε στο πόδι, αν και δεν συνέχισε τη μάχη, καθώς δεν ήθελε οι στρατιώτες του να σκοτώσουν συμπατριώτες τους, καταπίνοντας για άλλη μια φορά την πίκρα του για χάρη της ιταλικής ενότητας. Δεν είχε πει φυσικά την τελευταία του λέξη και θα επέστρεφε λίγο αργότερα για τον Τρίτο Ιταλικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, με τις στρατιωτικές του επιτυχίες να αναγκάζουν την Αυστρία να παραχωρήσει στην Ιταλία τη Βενετία.

Σφοδρός πολέμιος της αντιπατριωτικής δράσης του Ποντίφικα, συνέχισε να καλεί για το τέλος του κοσμικού ρόλου του παπισμού και κάποια στιγμή οδήγησε τις δυνάμεις του κατά της παπικής φρουράς της Ρώμης. Απέτυχε όμως και τραυματίστηκε σοβαρά στη μάχη.
Παρά τα πατριωτικά του ιδεώδη, ο Γκαριμπάλντι ήταν διεθνιστής και έσπευδε να καλωσορίσει κάθε δημοκρατική μεταρρύθμιση της οικουμένης. Το 1861, για παράδειγμα, με το ξέσπασμα του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, ο φλογερός επαναστάτης παρώθησε τον Αβραάμ Λίνκολν να κάνει διακύβευμα του πολέμου την αποτίναξη της δουλείας. Ο Λίνκολν τον είχε σε τέτοια εκτίμηση που τον κάλεσε να αναλάβει διοικητική θέση στον στρατό της Ένωσης! Ο μόνος λόγος που απέρριψε ο Γκαριμπάλντι την πρόταση του αμερικανού προέδρου ήταν η άρνηση του τελευταίου να δεσμευτεί για το τέλος της σκλαβιάς. Το 1863 όμως, όταν ο Λίνκολν διακήρυξε την ελευθερία των αφρο-αμερικανών δούλων, ο Γκαριμπάλντι ήταν από τους πρώτους που μετατράπηκε σε παθιασμένο υποστηρικτή του.

Το 1870, η πτώση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας οδήγησε σε νέα Γαλλική Δημοκρατία και ο Γκαριμπάλντι, παρά το γεγονός ότι πολεμούσε για τόσο καιρό τα αυτοκρατορικά στρατεύματα των Γάλλων, συντάχθηκε αμέσως στο πλευρό της εύθραυστης δημοκρατίας: «Χθες σας έλεγα: πόλεμος μέχρι θανάτου στον Βοναπάρτη. Σήμερα σας λέω: σώστε τη Γαλλική Δημοκρατία με κάθε τρόπο». Και βέβαια δεν έκατσε με τα χέρια σταυρωμένα, αλλά πήγε αμέσως στη Γαλλία για να αναλάβει τη διοίκηση στρατιάς δημοκρατών εθελοντών.
Το 1879 ίδρυσε τη «Λίγκα της Δημοκρατίας» ώστε να προαχθούν οι ιδέες του για δικαίωμα ψήφου σε όλους, γυναικεία ισότητα, διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους (και κατάργηση της εκκλησιαστικής περιουσίας) αλλά και ίδρυση πολιτοφυλακής ως εγγυήτρια της εθνικής ενότητας. Επίσης, ήταν σφοδρός υποστηρικτής μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, στην οποία έβλεπε επικεφαλής μια μεγάλη Γερμανία που θα εγγυούνταν την ενότητα της Ευρώπης.

Αρνούμενος κάθε δόξα και τιμή για τα κατορθώματά του και την κολοσσιαία συμβολή του στην ανεξαρτησία και την ενότητα της Ιταλίας, ο μεγάλος αυτός δημοκράτης άφησε την τελευταία του πνοή στις 2 Ιουνίου 1882, σε ηλικία 75 ετών, έχοντας ήδη αποσυρθεί στη φάρμα του στη νότια Ιταλία. Είχε παντρευτεί τρεις φορές, αν και παιδιά απέκτησε μόνο από την πρώτη σύζυγό του, την Ανίτα.

Στην Ελλάδα Γαριβαλδινοί ονομάστηκαν οι ιταλοί εθελοντές που πολέμησαν στον πλευρό των Ελλήνων στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 υπό τον Ριτσότι Γκαριμπάλντι, γιο του Τζουζέπε, καθώς και οι Ερυθροχίτωνες εθελοντές του Α' Βαλκανικού Πολέμου…

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr
Πηγή: http://www.newsbeast.gr
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος

ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ: ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΠΛΑΤΩΝ - ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ

Ο Σωκράτης πίστευε πως το καλό συμπίπτει με το αγαθό, ενώ και τα δύο συμπίπτουν με το ωφέλιμο. Μ’άλλα λόγια για τον Σωκράτη η αισθητική – το καλό – και η ηθική – το αγαθό – είναι η δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: της ωφελιμότητας.
Αυτή η σωκρατική άποψη είναι συζητήσιμη ως προς το δεύτερο σκέλος της, της ωφελιμότητας τόσο του καλού όσο και του αγαθού, όμως ως προς το πρώτο σκέλος, της σύμπτωσης του καλού και του αγαθού, δλδ της αισθητικής και της ηθικής, ο Σωκράτης γίνεται ο μακρινός πρόγονος του Νίτσε, που πρεσβεύει πως η αισθητική είναι η ηθική του μέλλοντος.

Αντίθετα από τον δάσκαλό του, ο Πλάτων όχι μόνο δεν υπολήπτεται την τέχνη και τους καλλιτέχνες, αλλά τους εξορίζει κιόλας από την Πολιτεία του. Και τούτο διότι η τέχνη δεν πραγματώνει τις Ιδέες, τα υπεραισθητά αρχέτυπα απ’τα οποία εκρέει ο κόσμος, και που συνιστούν τη μόνη αλήθεια, αλλά αναπαριστά φυσικά ή τεχνητά αντικείμενα, που είναι μια εξασθενημένη ανάκλαση των Ιδεών. Συνεπώς το έργο τέχνης είναι μίμηση μιμήσεως: μίμηση πραγμάτων τα οποία με τη σειρά τους είναι μίμηση ιδεών.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η τέχνη κατά τον Πλάτωνα δεν μετέχει στην ανώτερη ιδιότητα της ψυχής, το λογικόν, δηλαδή τη διάνοια. Και ως εκ τούτου διαφθείρει το λογιστικόν, τον νου.
Παρά ταύτα ο Πλάτων δεν περιφρονεί την τέχνη. Απλώς δεν θέλει να τη βάλει μπροστά απ΄τη φιλοσοφική σκέψη. Και μάλλον έχει δίκιο.
Με αυτή τη προϋπόθεση, ότι δηλαδή η τέχνη είναι κατώτερη της φιλοσοφίας ως μίμηση μιμήσεως, τη μελετάει με προσοχή και αποφαίνεται πως το καλόν, η τέχνη όπως θα λέγαμε εμείς, αποχτά την πλήρη του σημασία όταν συνάπτεται με τη σκέψη. Ο Πλάτων βέβαια δεν θα μπορούσε να ξέρει πως το στοχαστικό μυθιστόρημα θα ήταν εκείνο που θα πραγμάτωνε τελικά τις αποδεκτές απο αυτόν απόψεις περί τέχνης. Διότι το στοχαστικό μυθιστόρημα ελάχιστα απέχει απο την «καθαρή» φιλοσοφική σκέψη. Θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να ξέραμε την άποψη του Πλάτωνα για τον Δρ Φάουστους του Τόμας Μαν, τους Υπνοβάτες του Χέρμαν Μπρόχ, το Σε αναζήτηση του χαμένου χρόνου του Μαρσέλ Προύστ, τον Οδυσσέα του Τζέημς Τζόυς.
Ωστόσο ο Πλάτων κάπου έχει δίκιο. Υπάρχει κάτι το αποβλακωτικό στην αστόχαστη τέχνη, κάτι που επιτείνει και δυναμώνει την προϋπάρχουσα βλακεία. Ένα σαχλό τραγουδάκι δεν προσθέτει τίποτα ούτε στην ευαισθησία μας ούτε στη νόησή μας, και τα στιχάκια αυτού που προτείνει εαυτόν για ποιητή, διότι έτσι θέλει, κάνουν καλό μόνο στον ίδιο.

Πλωτίνος
Κατά τον Πλωτίνο (204-269 μ.Χ.), τον εξ Αιγύπτου φιλόσοφο που έγινε η γέφυρα για το πέρασμα απο τον πλατωνισμό στον χριστιανισμό και που είναι ο επιφανέστερος εκπρόσωπος του νεοπλατωνισμού, καλό (με την αισθητική έννοια) είναι αυτό που έχει σχήμα και κακό αυτό που δεν έχει σχήμα.
Κατά τον Πλωτίνο, το κάλλος ενός μαρμάρινου αγάλματος δεν προέρχεται απ’το ότι είναι μάρμαρο κατ’ουσίαν, αλλά απο τη μορφή που έδωσε σ’αυτό το μάρμαρο ο γλύπτης. Κυρίως, όμως, καλό (πάντα με την αισθητική έννοια) είναι κατά τον Πλωτίνο αυτό που επικοινωνεί με το θείον. Ο Φειδίας δεν έπλασε τη μορφή του Δία διότι τον είδε αλλά διότι επικοινώνησε μυστικά μαζί του και τον παρέστησε σα να είχε αποκαλυφθεί, τούτος ο αθάνατος, στα θνητά του μάτια.
Βέβαια, κατά τον Πλωτίνο η φύση μιμείται την Ιδέα. Αλλά η τέχνη δεν είναι μίμηση μιμήσεως, όπως λέει ο Πλάτων. Διότι, εκτός απ’το να μιμείται τη φύση που είναι μίμηση της Ιδέας, το έργο τέχνης επικοινωνεί απ’ευθείας με την Ιδέα λόγω της ικανότητας του καλλιτέχνη να επικοινωνεί απ’ευθείας με την ιδέα της θεότητας.
Στις ιδεαλιστικές περί τέχνης απόψεις δεν έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα απο την εποχή του Πλωτίνου. Και σήμερα ο καλλιτέχνης φαντάζει λιγάκι σα μάγος. Και σήμερα ο αγιογράφος πιστεύει πως δεν ζωγραφίζει με το χέρι του, αλλά ότι ο Θεός χρησιμοποιεί το χέρι του για να κάνει δι’αυτού ορατή την παρουσία του στην εικόνα. Γι’αυτό άλλωστε η αγιογραφία ονομάζεται «αχειροποίητος». Οι χριστιανοί πιστεύουν πως πρόκειται για εικόνα που δεν την κατασκεύασε ανθρώπινο χέρι. Αυτή την πονηριά σοφίστηκαν οι εικονολάτρες για να αποστομώσουν τους εικονοκλάστες και να δικαιολογήσουν την ειδωλολατρεία τους.
Κατά τον Πλωτίνο λοιπόν, που δεν είναι Έλληνας αλλά που είχε επηρεαστεί απόλυτα απ’το ελληνικό πνεύμα, κυρίως απ’τον Πλάτωνα, ο Θεός είναι μια προέκταση στο άπειρο του Είναι και του Νοείν, απ’όπου δι’εκροής δημιουργείται το σύνολο των όντων. Ο άνθρωπος, πριν ακόμα πεθάνει, μπορεί να φύγει απο το σώμα του με την έκσταση – τη στάση εκτός δηλαδή του υλικού σώματος και συνεπώς του υλικού κόσμου – κι έτσι να πλησιάσει τη θεότητα.

Ο Πλάτων θα τραβούσε τα μαλλιά του αν άκουγε τον Πλωτίνο να μιλάει έτσι. Ο νεοπλατωνισμός του Πλωτίνου δεν είναι πλατωνισμός. Γιατί π πλατωνισμός δε δέχεται τούτα τα σούρτα φέρτα ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο. Πάντως, η συγγένεια του νεοπλατωνισμού με τον χριστιανισμό είναι προφανής. Άλλωστε, την εποχή του Πλωτίνου ο χριστιανισμός ελιχε ήδη ηλικία δύο αιώνων. Προσθέστε εδώ και τον παραδοσιακό αιγυπτιακό μυστικισμό του αιγύπτιου Πλωτίνου και θα καταλάβετε καλύτερα τη σύγχρονη περί τέχνης ιδεαλιστική άποψη, που αντιλαμβάνεται τον καλλιτέχνη κάπως σαν ιερέα.
Ετικέτες: ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ: ΣΩΚΡΑΤΗΣ - ΠΛΑΤΩΝ - ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΗΣ,
Πηγή: http://philipposphilios.com
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος. 

ΑΝΡΙ ΜΠΕΡΓΚΣΟΝ: ΤΟ ΓΕΛΙΟ

Το εν λόγω βιβλίο αποτελεί την ένωση τριών άρθρων του βραβευμένο με Νόμπελ Γάλλου φιλοσόφου, Ανρί Μπεργκσόν, που δημοσιεύτηκαν το 1899. Βασικός πυρήνας είναι το γέλιο, το οποίο απασχόλησε πολλά σπουδαία μυαλά στην ιστορία, και οι τρεις άξονες είναι οι εξής: Πρώτον, η “ανατομία” του γέλιου – ποιος ο μηχανισμός του και ποια τα βασικά γρανάζια του. Δεύτερον, η κοινωνιολογική διάστασή του – εξηγεί πως είναι λειτουργία της κοινωνίας και ποιος ο σκοπός του. Και, τρίτον, αναδεικνύει τη διαφορετικότητα της κωμωδίας σε σχέση με άλλες τέχνες, κυρίως τη τραγωδία.

1) Ανατομία του γέλιου
Όλοι γελάμε. Το γέλιο είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας, κι όμως, όταν μας ζητηθεί να το αναλύσουμε και να το αποικοδομήσουμε, συνειδητοποιούμε πόσα λίγα ξέρουμε γι’ αυτό. Ξέρουμε τι είναι αστείο, αλλά ξέρουμε γιατί είναι αστείο; 
Πρώτη διαπίστωση του Μπεργκσόν είναι πως το “αστείο” είναι έννοια αναγνωρίσιμη και δημιουργημένη από την ανθρώπινη πραγματικότητα. Τίποτα από μόνο του, αντικειμενικά, δεν είναι αστείο – ούτε ένα λιβάδι, ούτε ένας βράχος. Επίσης, ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που γελάει (πολλοί μάλιστα φιλόσοφοι όρισαν τον άνθρωπο έτσι). 
Μία πρωταρχική προϋπόθεση για τον ορισμό κάποιας κατάστασης ως “αστείας”, είναι η φαινομενική ή υποτιθέμενη σύνδεσή της με την ανθρώπινη φύση. Αστείο μπορεί να είναι μόνο κάτι που φέρει ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Γελάμε με ένα ζώο όταν χασμουριέται, επειδή μας θυμίζει άνθρωπο – γελάμε με ένα ζώο όταν τρομάζει, για τον ίδιο λόγο. Ξεκαρδιζόμαστε με αντικείμενα που φέρουν ενδείξεις πως θα μπορούσαν να αποτελούν ανθρώπινα όντα – ένα δέντρο που μοιάζει να έχει μύτη, για παράδειγμα. Η αιτία θα αποφασαφινιστεί όταν θα αναλύσουμε τη κοινωνιολογική του διάσταση, αλλά μέχρι τώρα αυτό σαν δεδομένο αρκεί και είναι αυταπόδεικτο. 
Δεύτερον, έχει κατά καιρούς αναφερθεί πως το γέλιο είναι συνδεδεμένο με την έννοια του άσχημου. Αυτή τη παρατήρηση θεωρεί λανθασμένη ο συγγραφέας, και τονίζει πως το “αστείο” είναι πολύ πιο κοντά συγγενικά με την έννοια της ακαμψίας. Δεν είναι αντίθετο του όμορφου δηλαδή, αλλά αντίθετο με αυτό που έχει “χάρη“. 
Τι όμως έχει “χάρη”; Τι εννοούμε όταν λέμε πως κάποιος άνθρωπος είναι “αιθέριος”, πως έχει έναν “αέρα” που τον διαπερνά (με τον οποίο φυσικά δεν προκαλεί το γέλιο); Ο Ανρί τονίζει πως ο άνθρωπος έχει τη πνευματική και τη σωματική διάσταση – ή μάλλον, τη τάση προς τη φύση και τον μηχανισμό. Αιθέριο είναι ένα πλάσμα του οποίου η ύλη κατά κάποιον τρόπο υποτάσσεται στο πνεύμα του – πιστεύουμε πως σχεδόν θα μπορούσε να πετάξει, πως είναι φτιαγμένο με ύλη από άλλο κόσμο (συνήθως ανώτερο). Προσοχή, δεν χρειάζεται καν να είναι όμορφο – απλά να φαντάζει φυσικά κινούμενο, να φαίνεται πως “ρέει“. Επίσης, υπάρχει και μία άλλη πραγματικότητα, αυτή του μηχανικού – αυτή που έρχεται κόντρα στο νόμο της φύσης (αλλαγή, μετάλλαξη) και υποτάσσεται στον “αντινόμο” της – την επανάληψη. Μηχανικό είναι αυτό του οποίου η κίνηση είναι σε όλες τις διαστάσεις της επαναλαμβανόμενη, που δεν υπάρχει εναλλαγή και καμπυλότητα. Είναι αυτό που επαναστατεί στη θεμελιώδη αρχή του “Τα πάντα ρει” (αρχή που υποστήριζε πολύ έντονα κι ο Μπέργκσον, που είπε πως “Το να υπάρχεις σημαίνει να αλλάζεις”). 
“Γιατί γελάω; Επειδή έχω τώρα ενώπιόν μου έναν μηχανισμό που λειτουργεί αυτόματα. Δεν πρόκειται για ζωή, αλλά για αυτοματισμό εγκατεστημένο μέσα στη ζωή και απομιμούμενο τη ζωή. Πρόκειται για κάτι κωμικό.”
Έξαφνα θα συνειδητοποιήσουμε πως οι μεγαλύτερες κωμωδίες στηρίζονται στις πιο απλές επαναλήψεις. Φανταστείτε έναν άνθρωπο που του έφεραν τον καφέ και βάζει με τον ίδιο ρυθμό, την ίδια κίνηση, και την ίδια έκφραση, τριάντα κουταλιές ζάχαρης μέσα στο ρόφημά του. Είναι ξεκαρδιστικό, επειδή είναι μηχανικό, είναι αφύσικο, όχι απλώς παράλογο. Φανταστείτε κάποιον που χτυπάει να έρθει το ασανσέρ 100 φορές με τον ίδιο τρόπο, δίχως να έρχεται. Εξαιρετικό παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Σέλντον χτυπάει πάντα τη πόρτα της Πέννι στη διάσημη σειρά The Big Bang Theory. 
Ακόμα, βασική προϋπόθεση για να είναι κάτι αστείο είναι εξαρχής να το “ξεζουμίσουμε” από οποιαδήποτε συγκινησιακή επιρροή του. Εάν είσαι σε θέση να αισθανθείς συγκίνηση (οποιαδήποτε είδους) για κάτι ή κάποιον, είναι σίγουρο πως δεν θα μπορείς να γελάσεις μαζί του. Όπως όταν ένα ζευγάρι τσακώνεται άσχημα, πόσο δύσκολα θα καταφέρει εκείνη τη στιγμή να γελάσει με τη κατάσταση – ή, αν αισθανθείς αγάπη ή πραγματικό οίκτο για κάποιον χαρακτήρα μίας θεατρικής παράστασης, δεν μπορείς να γελάσεις με τις πράξεις του. 
Αυτή είναι λοιπόν μία στοιχειώδη ανατομία του μηχανισμού του γέλιου. Υπάρχουν πολλές μέθοδοι να επιτευχθεί, αλλά δεν χρειάζεται να μπούμε σε τέτοια ανάλυση – αν κάποιος ενδιαφέρεται περαιτέρω, καλό θα ήταν να αγοράσει το βιβλίο.

2) Κοινωνική διάσταση του γέλιου
Τι σκοπό εξυπηρετεί το γέλιο; Μάθαμε τι προκαλεί το γέλιο, αλλά ποια η χρησιμότητα του να γελάμε με κάτι; Ο Μπερκσόν προσέγγισε κοινωνιολογικά το ζήτημα και υποστήριξε πως το γέλιο είναι λειτουργία της κοινωνίας. 
“Το γέλιο είναι μία ορισμένη κοινωνική χειρονομία που υπογραμμίζει και καταστέλλει μια ορισμένη ειδική αφηρημάδα των ανθρώπων και των συμβάντων.”
Γελάμε με κάποιον όταν έχει αποκλίνει από τα κοινώς αποδεκτά κοινωνικά “πρέπει”. Κάθε κοινωνία, για να υπάρχει εξαρχής και να ορίζεται ως κοινωνία, έχει ορισμένους κανόνες και συγκεκριμένους “φραγμούς” που θέτει στα μέλη της για να επιτυγχάνεται μία γενική και ομαλή ισορροπία. Η κοινωνία λειτουργεί και σαν ζωντανός οργανισμός όμως, και γι’ αυτό έχει και μερικά συστήματα αυτοάμυνας, μερικά “εργαλεία” που συντελούν στο να συμμορφώνονται τα μέλη της τα οποία αποκλίνουν από το “αποδεκτό”. 
Σκεφτείτε έναν άντρα να τρέχει γυμνός στον δρόμο – αμέσως σας έρχεται το γέλιο ως αυθόρμητη αντίδραση, επειδή ακριβώς παρατηρείτε ένα μέλος της κοινωνίας σας να αποκλίνει από το “αποδεκτό”. Κι όχι μόνο το παρατηρείτε, αλλά με τη πράξη σας, το γέλιο, λειτουργείτε σαν κατασταλτικό όργανο, του κάνετε άμεση επίθεση και σωφρονιστική παρατήρηση. Το γέλιο φέρει στον αποδέκτη του συναισθήματα απόρριψης και ενοχής, τον “βοηθάει” να συνειδητοποιήσει πως έχει ξεφύγει από τα κοινωνικά “πρέπει” τα οποία θα όφειλε ως μέλος να σέβεται. Όταν γελάμε με κάποιον, ουσιαστικά επιχειρούμε να του επιδείξουμε τους φραγμούς του κοινωνιολογικού μας πλαισίου, λειτουργούμε ως φρουροί της “αγέλης”. Είναι τυχαίο άραγε το ό,τι οι γονείς γελάνε τόσο πολύ με τα παιδιά τους στα πρώτα τους στάδια κοινωνικοποίησης; Ή το ό,τι τα παιδιά γελάνε με εντελώς διαφορετικά πράγματα από ό,τι οι μεγάλοι (επειδή βρίσκονται σε διαφορετικό πλαίσιο); 
Γι’ αυτό, τέλος, το γέλιο παρατηρείται μόνο σε καταστάσεις ή πράγματα μέσα στα οποία μπορούμε να αντιληφθούμε την ανθρώπινη φύση – επειδή μόνο ανθρώπους θα μας ενδιέφερε να συνετίσουμε. Αν ένα ζώο δεν μας θύμιζε άνθρωπο (τον οποίο θα θέλαμε να σωφρονίσουμε κοινωνιολογικά), δεν θα γελούσαμε μαζί του.

3) Διαφορά Κωμωδίας και Τραγωδίας
Ο Μπεργκσόν ορίζει τη θεμελιώδη διαφορά των δύο αυτών ειδών ως εξής: Ο Κωμικός συγγραφέας παρατηρεί τον κόσμο γύρω του, επειδή λειτουργεί ως όργανο της κοινωνίας, τη στιγμή που ο Τραγικός συγγραφέας παρατηρεί στονπροσωπικό εσωτερικό του κόσμου, επειδή προάγει την ατομικότητα έναντι της κοινωνικής υποταγής. Η κωμωδία συντίθεται πάντα με γενικούς “τύπους” που παρατηρούνται σε μία κοινωνία που είναι βλαβεροί γι’ αυτή (ο τσιγκούνης γέρος, ο επικίνδυνα ελαφρόμυαλος νέος, κτλ.), ενώ στο δράμα οι χαρακτήρες αποτελούν προσωπικότητες με βάθος και ουσία. Θα πάρω για παράδειγμα τοΈγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκι. Ο πρωταγωνιστής, Ρομάνοβιτς, βασανίζεται έντονα από τη πίεση που αισθάνεται από τη κοινωνία. Όπως τονίζει χαρακτηρίστηκα ο ίδιος, θέλει να είναι από “ανώτερη” πάστα ανθρώπου, που δεν οφείλει να είναι υποταγμένος στους νόμους της κοινωνίας, να είναι Ναπολέοντας που και να σκοτώσει δεν πειράζει, επειδή η αξία της φύσης του είναι πάνω από την ισορροπία της κοινωνίας. Ο τραγικός ήρωας αναδεικνύει την εσωτερικότητα, το μεγαλείο της ατομικότητας – ο τραγικός συγγραφέας ξεσπάει από μέσα του ενάντια στις αλυσίδες που του φόρεσε το περιβάλλον του, θέλει να βοηθήσει τον αναγνώστη να κάνει ενδοσκόπηση στη ψυχή του. Γι’ αυτό και οι κινήσεις του τραγικού ήρωα, η γλώσσα του σώματός του, κτλ. (που στη Κωμωδία είναι θεμελιώδη εργαλεία) στη τραγωδία έχουν δευτερεύοντα ρόλο, επειδή ο πιο σημαντικός είναι ο εσωτερικός αγώνας που τελείται μέσα του.
“Κάτω από την ήρεμη, αστική ζωή που έχουν συνθέσει για λογαριασμό μας η κοινωνία και το λογικό, (το τραγικό θέατρο) ανακινεί μέσα μας κάτι που ευτυχώς δεν εκρίγνυται, αλλά του οποίου μας κάνει να νιώσουμε την εσωτερική ένταση. Είναι η εκδίκηση της φύσης επί της κοινωνίας.”
Η κωμωδία όμως λειτουργεί με πρότυπα, δίχως βάθος, που τείνουν προς τηνεπανάληψη. Που λειτουργούν μηχανικά κατά της κοινωνίας. Το “ελαφρό θέατρο” βοηθάει τον θεατή να συνειδητοποιήσει μαζί με τα υπόλοιπα μέλη ποια είναι τα κοινωνικά πρέπει. Είναι τυχαίο που όσα περισσότερα άτομα γελάνε, τόσο πιο αυθόρμητα μας βγαίνει το γέλιο; Αυτό ίσως συμβαίνει επειδή, όντας εκείνη τη στιγμή όργανα καταστολής της κοινωνίας, όσο μεγαλύτερος ο αριθμός μας, τόσο πιο αποτελεσματικοί είμαστε. Γι’ αυτό μετά από μία αστεία ταινία, θυμόμαστε πάλι γεγονότα και χαρακτήρες ομαδικά και γελάμε – ενώ, μετά από μία ταινία δράματος, ο καθένας κλείνεται στον εαυτό του και κάνει τη προσωπική του κριτική. 
Αυτή είναι λοιπόν η διαφορά κωμωδίας και τραγωδίας – η πρώτη μας ωφελεί να ενταχθούμε και να διατηρηθούμε στα πρότυπα της κοινωνίας μας, για να ζούμε αρμονικά με τα υπόλοιπα μέλη, ενώ η δεύτερη εξασφαλίζει τη διατήρηση και τη συνεχή αναζωπύρωση της αυθεντικής μας ατομικότητας, του εσωτερικού μας κόσμου. Και τα δύο μαζί, εξασφαλίζουν την ισορροπία ανάμεσα στο “εγώ” και το “εμείς”, ώστε να μην γίνουμε ανδρείκελα της κοινωνίας, ούτε και επικίνδυνοι γι’ αυτή. 
Όπως τόνισε ο Μπερκσόν, είναι λάθος να δούμε πεσιμιστικά το γέλιο, λόγω της φύσης του. Άλλωστε, είναι καλύτερο να συνετίζεις τον άλλο με ένα χαμόγελο και μια ευχάριστη κραυγή, παρά με μπουνιές και κλοτσίδια. Δείχνει, ίσα-ίσα, την ανωτερότητα του ανθρώπου απέναντι στα ζώα (και στις υποανάπτυκτες πολιτισμικά κοινωνίες): 

Εκεί που ο λύκος δαγκώνει, ο άνθρωπος γελάει.
Ετικέτες: ΑΝΡΙ ΜΠΕΡΓΚΣΟΝ: ΤΟ ΓΕΛΙΟ, ΑΝΡΙ ΜΠΕΡΓΚΣΟΝ, ΓΕΛΙΟ
Πηγή:http://philipposphilios.com  
Aνιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος. 

ΣΑΙΡΕΝ ΚΙΡΚΕΓΚΩΡ & ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΔΙΑΦΘΟΡΕΑ

“Αν παντρευτείς, θα το μετανιώσεις. Αν δεν παντρευτείς, πάλι θα το μετανιώσεις. Παντρευτείς δεν παντρευτείς, θα το μετανιώσεις. Αν γελάς με τις τρέλες τού κόσμου, θα το μετανιώσεις. Αν κλαις με αυτές, πάλι θα το μετανιώσεις. Κλαις ή γελάς, θα το μετανιώσεις. Αν πιστεύεις μια κοπέλα, θα το μετανιώσεις. Αν δεν την πιστεύεις, πάλι θα το μετανιώσεις. Πιστεύεις δεν πιστεύεις, θα το μετανιώσεις. Αν κρεμαστείς, θα το μετανιώσεις, αν δεν κρεμαστείς, πάλι θα το μετανιώσεις. Κρεμαστείς δεν κρεμαστείς, θα το μετανιώσεις. Αυτό, κύριοι, είναι η ουσία και η κατάληξη όλης της πρακτικής σοφίας.” «Σαίρεν Κίρκεγκωρ, Είτε/Είτε : Μια Εκστατική Διάλεξη»

ΣΑΙΡΕΝ ΚΙΡΚΕΓΚΩΡ
Ο υπαρξιστής φιλόσοφος Soren Kierkegaard γεννήθηκε στις 05/05/1813 στην Κοπεγχάγη. Ήταν το έβδομο παιδί του Michael Pedersen Kierkegaard, ενός εύπορου υφασματέμπορου, και της δεύτερης γυναίκας του, Anne Lund. Το 1830 εγγράφεται στη Θεολογική Σχολή. Εντρυφώντας στην αρχαία ελληνική γραμματεία γοητεύεται από τον Σωκράτη, τον οποίο έχει πλέον ως πρότυπο. Το 1837 γνωρίζει τη Regine Olsen. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφορεί το πρώτο του βιβλίο, μια κριτική σε νουβέλα του Hans Christian Andersen. Οι αλλεπάλληλες οικογενειακές τραγωδίες-η μητέρα του και πέντε από τα έξι αδέλφια του πεθαίνουν από αρρώστιες/δυστυχήματα-καθώς και το έντονο θρησκευτικό οικογενειακό του περιβάλλον τον ωθούν να αφιερώσει τη ζωή του στο “τι ακριβώς σημαίνει να είσαι χριστιανός στη σημερινή χριστιανοσύνη”. Το 1841 ανακοινώνει στη Regine ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν, επειδή “λογοδοτεί σ’ ένα ανώτερο δικαστήριο”. Υποβάλλει στη Θεολογική Σχολή το διδακτορικό του με θέμα τη σωκρατική ειρωνεία. Το 1843 γράφει με ψευδώνυμο το “Είτε-Είτε”, που σηματοδοτεί την αφετηρία του φιλοσοφικού του έργου. Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ο Kierkegaard βάλλει κατά του εκκλησιαστικού κατεστημένου μέσα από μια έντονα επικριτική αρθρογραφία στην εφημερίδα “Πατρίς” και στο δεκαπενθήμερο φυλλάδιο “Στιγμή”. Πεθαίνει στις 11/11/1855, στα σαράντα δύο του χρόνια. Η φιλοσοφία του υπήρξε σημείο αφετηρίας για τους κατοπινούς μελετητές όπως ο Βίτγκενσταϊν, ο Χάιντεγκερ ο Μπουλκάκοφ, ο Σαρτρ, ο Μερλό-Ποντί, ο Καμύ, ο Κάφκα, η Ντε Μποβουάρ κ.ά. και ο ίδιος θεωρείται πρόδρομος του Χριστιανικού Υπαρξισμού της Υπαρξιακής Ψυχολογίας, του Υπαρξισμού, του Μεταμοντερνισμού, του μεταστρουκτουαλισμού και της νέο-ορθοδοξίας.
“Αν βλέπει σε μένα έναν απατεώνα…με παρεξήγησε∙ αν βλέπει έναν πιστό αγαπητικό…πάλι με παρεξήγησε. […] Σε λίγο ο αρραβώνας θα σπάσει. […] Θα λυθεί εκείνη για να δεθώ εγώ, όπως τα λυτά μαλλιά δεσμεύουν περισσότερο από τα δεμένα. […] Αλλά έτσι είναι, ή το κορίτσι ξελογιάζει τον άντρα ή ο άντρας το κορίτσι…” 

Το “Ημερολόγιο ενός διαφθορέα” είναι μια αυτοτελής νουβέλα από το έργο “Είτε-Είτε” (Enten-Eller), που εκδόθηκε στην Κοπεγχάγη στις 15 Φεβρουαρίου 1843. Εκδότης είναι ο Βίκτωρ Ερημίτης αλλά όχι και συγγραφέας. Η ανωνυμία του συγγραφέα υποχρεώνει τον Κίρκεγκορ να διηγηθεί τον μύθο: Ο Βίκτωρ Ερημίτης αγόρασε κάποτε από ένα παλαιοπωλείο ένα παλιό τραπέζι με συρτάρια. Σε ένα από τα συρτάρια βρήκε τα χειρόγραφα ενός μικρού βιβλίου που έφερε τον τίτλο «Το Ημερολόγιο ενός Διαφθορέα» που του κέντρισε το ενδιαφέρον και δίχως να καταφέρει να αντισταθεί άρχισε να το διαβάζει…
Ο πρωταγωνιστής του Ημερολογίου είναι ένας διανοητικός διαφθορέας, ο Ιωάννης, ο οποίος αντιστοιχεί σε έναν καλλιεργημένο Δον Ζουάν∙ προικισμένο με πνεύμα, κυνικότητα και μακιαβελική στον έρωτα στρατηγική. Εν αντιθέσει με την βιωματική φαιδρότητα του Δον Ζουάν, ο σατανικός Ιωάννης, έλκεται από την πνευματική φαιδρότητα. Η αυτοπεποίθηση και η ειρωνεία του, είναι τα μέσα εκπλήρωσης του ρόλου του ως ερωτικός αποπλανητής και πνευματικός διαφθορέας  νεαρών όμορφων κοριτσιών. Η ικανοποίηση που λαμβάνει, είναι αμιγώς εγκεφαλική και προκύπτει μέσα από την ολοκληρωτική κατάκτηση αγνών γυναικών και στη συγκεκριμένη περίπτωση, της όμορφης Κορδελίας. Η στάση ζωής του είναι εστετιστική και η ηδονή που επιδιώκει στιγμιαία, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να υποφέρει καθ’ όλη την διάρκεια των εξομολογήσεων του από ανία, κενότητα και μελαγχολία, ενώ ο τρόπος γραφής του δείχνει έναν ολοκληρωτικά μηδενιστικό τρόπο ζωής που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην απόγνωση.

“Όπως ένας ζωγράφος ζωγραφίζει την αγαπημένη του∙ ένας γλύπτης την πλαστουργεί∙ αυτό κάνω και εγώ, με πνευματικό τρόπο όμως..”

Με μεγάλη μυστικότητα εισχωρεί μέσα σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του θύματος-Κορδελίας, στο οικογενειακό ιστορικό της, στις καθημερινές δραστηριότητες της, στα ταλέντα, στις αδυναμίες της, στους φίλους της, ακόμη και στη ντουλάπα της. Με τον καιρό, ξετυλίγει το σχέδιο του αργά και με προσήλωση, λανσάροντας με επιδεξιότητα τη σαγηνευτική του προσωπικότητα οδηγώντας την Κορδελία στην ολοκληρωτική της παράδοση και στη στιγμιαία του ικανοποίηση-την οποία την παρομοιάζει με “βιασμό”.

“Οι περισσότεροι απολαμβάνουν ένα κορίτσι όπως ένα ποτήρι σαμπάνια- τη στιγμή που αφρίζει, αχ, ναι! Είναι νόστιμο και για πολλά κορίτσια είναι το καλύτερο που έχει να κάνει κανείς.”

Μέσα στον ιστό που υφαινει για να την παγιδεύσει, δεν διστάζει να μανιπιουλάρει τον ερωτευμένο μαζί της Εδουάρδο, γιο ενός χονδρέμπορου, καθώς και την θεία της. Όλοι οι κοντινοί της άνθρωποι γίνονται πλέον πιόνια στην σκακιέρα του Ιωάννη, ο οποίος επιδιώκει την συναίνεση από την θεία για τον αρραβώνα του μαζί της ενώ ταυτόχρονα παίζει τον ρόλο του καρδιακού φίλου και μέντορα στον Εδουάρδο, με απώτερο σκοπό να του φορτώσει την Κορδελία όταν θα έχει πλέον τελειώσει μαζί της, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως “σωτήρα” του δράματος που περνάει… Η αποπλάνηση διεκπεραιώνεται μέσα από δύο στάδια. Στο πρώτο, επιδιώκει να κερδίσει την εμπιστοσύνη της και ταυτόχρονα να την κάνει να τον ερωτευτεί, ενώ στο δεύτερο, και αφού την έχει κερδίσει, απομακρύνεται σταδιακά και ψυχραίνει την στάση του, με αποκορύφωμα την διακοπή της σχέσης τους, κάνοντας την να πιστεύει ότι είναι ελεύθερη. Η ηδονή έρχεται, με την συνειδητοποίηση από πλευράς της, ότι τον θέλει ακόμα και πιο ολοκληρωτικά από ποτέ…

“Μα και βέβαια Κορδελία μου υπάρχει κάτι βασιλικό στους τρόπους μου∙ αλλά εσύ δεν υποπτεύεσαι τίνος κράτους είμαι βασιλιάς…”

Η αυτοβιογραφική εξομολόγηση του Ιωάννη, έχει ποιητικό ύφος πλούσιο σε εικόνες, συναισθήματα, κοπλιμέντα, ρομαντισμό και κτητικές αντωνυμίες που φανερώνουν την ταραχώδη ψυχοσύνθεση του, τον επιπόλαιο συναισθηματισμό του καθώς και την αυτοπεποίθηση του. Η ίδια η ύπαρξη του Ημερολογίου, εξυπηρετεί την απεικόνιση των αναμνήσεων των επιθυμιών που έχουν εκπληρωθεί. Ο επίλογος διαμορφώνεται από τις κυνικές παραδοχές του Ιωάννη περί της ευγνωμοσύνης που η Κορδελία του οφείλει για αυτή την σχέση, την άρνηση του να την αποχαιρετίσει λόγω του ότι δεν αντέχει τα γυναικεία κλάματα και παρακάλια αλλά και από το
ότι μέσα από αυτόν τον τρόπο πλουτίζει κανείς τις ερωτικές του εμπειρίες…

“Όταν ένα κορίτσι δοθεί ολόκληρο, όλα έχουν τελειώσει..”

Καθοριστικό ρόλο στο περιεχόμενο των συγκεκριμένων συγγραμμάτων, έχει παίξει η ίδια η σχέση που διατηρούσε ο Κίρκεγκωρ με την Ρεγγίνα, την οποία διέκοψε ο ίδιος λόγω της θρησκευτικής του αναζητήσεις και των ενοχών του που του είχε καλλιεργήσει ο βαθιά θρησκευόμενος πατέρας του, που εν αντιθέσει με τον Κάφκα, θαύμαζε και είχε διαμορφώσει μία πολύ ισχυρή, από την παιδική ηλικία, σχέση μαζί του. Όλο το Ημερολόγιο διακατέχεται από μία θρησκευτικότητα, ενώ η έννοιας της αγωνίας παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο. Η αμεσότητα των εξομολογήσεων εξυπηρετεί αφενός μεν την διείσδυση στην κιρκεγκωριανή σφαίρα αισθητικής και αφετέρου στην λεπτομερή περιγραφή των σκέψεων του Ιωάννη, των κινήτρων, των αποφάσεων και επιλογών του με τρόπο απροκάλυπτο που δεν
επιδέχεται κανενός είδους άλλοθι.

“Η ηθική στην επιστήμη, είναι όπως και στη ζωή: ανιαρή.”

Με αυτόν τον τρόπο αναβλύζει η προκλητική και ασταθής ιδιοσυγκρασία του ίδιου του συγγραφέα, που την διαπερνά μία φαντασιακή έκσταση επενδεδυμένη με πολλές διαφορετικές πόζες, μιμήσεις, υποκριτικούς ρόλους και επιπόλαια διαπροσωπικά παιχνίδια που στο σύνολο τους συνθέτουν μία ερωτική μέθοδο αποπλάνησης, αντίστοιχης της μαιευτικής του Σωκράτη, που ο ίδιος ο Κίρκεγκωρ θαύμαζε. Τέλος, ολόκληρο το Ημερολόγιο, φαίνεται να αποκοδικωποιείται εκ των υστέρων μέσα από το όνομα του ίδιου του αφηγητή, του Βίκτορ Ερημίτη, που δεν δηλώνει τίποτε άλλο από το αποτέλεσμα όλης αυτής της κενής και στερούμενης οποιουδήποτε νοήματος
διαφθοράς: επήλθε η κάθαρση μέσω της Νίκης (Βίκτορ) του Ερημίτη (Ερημίτης), του Ιωάννη δηλαδή, που έμεινε εντέλει μόνος…

"Τεντώνω το τόξο του έρωτα για να πληγώσω βαθύτερα." Πηγή:http://philipposphilios.com
 Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.