Εμείς, η
Αντιγόνη του Σοφοκλή και. ο Μπιν Λάντεν
Α. Καρκαγιάννη. Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, ο καναλάρχης κ. Μπερλουσκόνι δεν είναι ίσως ο καταλληλότερος ηγέτης Ευρωπαίος να μιλήσει για τον πολιτισμό της Δύσης και την ανωτερότητά του. Αν όμως αναρωτηθούμε με ειλικρίνεια, πολλοί θα ομολογήσουμε, ότι είπε φωναχτά και άκομψα αυτό που σκεφτόμαστε ή αυτό που είναι σφηνωμένο πίσω από τη σκέψη μας, στον τρόπο της ζωής μας.
Ότι ανήκουμε σ' έναν πολιτισμό, ούτε ανώτερο ούτε κατώτερο, ούτε λιγότερο ή περισσότερο βάρβαρο, ούτε λιγότερο ή περισσότερο πολιτισμένο. Αν η επιθετικότητα, η αρπαγή και η βία είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που ορίζουν τη βαθμίδα του πολιτισμού, τότε σίγουρα ανήκουμε στην κατώτατη βαθμίδα. Αυτό μάλλον δεν συμβαίνει γιατί η Δύση είναι πιο «άγρια», αλλά γιατί ο ρόλος της στην Ιστορία ήταν διαφορετικός. Μάλλον θα ήταν προτιμότερο να πούμε απλά ότι ανήκουμε σ' έναν πολιτισμό διαφορετικό από τους άλλους χωρίς άλλα επίθετα. Ωστόσο, πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα: «Γιατί ο κόσμος έχει την τάση να δυτικοποιείται». Όχι μόνο τώρα με την λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση», αλλά τουλάχιστον από την Αναγέννηση και μετά.
Επιτρέψτε μου να μεταφέρω, περιληπτικά, ένα ολόκληρο κεφάλαιο από το βιβλίο
«Ποιος σκότωσε τον Όμηρο» των Αμερικανών ελληνιστών Victor Davis Hanson και John
Heath (εκδ. ΚΑΚΤΟΣ). Αν η Δύση αναγκαζόταν κάποτε να αναζητήσει τον... δικό της
φονταμενταλισμό (όλοι ελπίζουμε ότι δεν θα χρειασθεί) δεν θα ανέτρεχε σε
θρησκευτικά κείμενα και παραδόσεις, αλλά στην αρχαία ελληνική γραμματεία, στην
«ελληνικότητά» της, όπως υποστηρίζουν οι δύο Αμερικανοί ελληνιστές: στη
φιλοσοφία, στην ιστορία, στη ρητορική, στο δράμα, στην ποίηση.
Προς αποφυγή κάθε παρεξήγησης, σπεύδω να προσθέσω ότι αυτή η «ελληνικότητα»
χαρακτηρίζει περισσότερο τη Δύση παρά εμάς τους Ελληνες, έστω και αν ζούμε
περίπου στον ίδιο τόπο και μιλούμε περίπου την ίδια γλώσσα. Επαναλαμβάνω αυτό
που έγραψαν πολλοί συγγραφείς: Η δική μας «ελληνικότητα» είναι «αντιδάνειο» που
μας ήρθε από την Ευρώπη με την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό και μετέχουμε της
οικουμενικής «ελληνικότητας» στον βαθμό που είμαστε «δυτικοί». Μη φωνάζετε! Δεν
παραγνωρίζω διόλου τη χριστιανική «παρακαταθήκη» του Βυζαντίου. Αλλά και αυτή
ακόμα ως «αντιδάνειο» μας ήρθε.
Οι δυο Αμερικανοί ελληνιστές φέρνουν το παράδειγμα της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή,
τραγωδίας που γράφτηκε στην ακμή της αθηναϊκής ηγεμονίας. «Έστω και αν η
τραγωδία συνιστά διερεύνηση της πολιτικής ηθικής και όχι πραγματεία περί
πολιτισμού», είκοσι πέντε αιώνες μετά, βρίσκουμε σ' αυτήν τις βασικές αρχές για
τον άνθρωπο και τον πολιτισμό, για τον πολίτη και το κράτος, για τη δραματική
σύγκρουση που διέπει και ολόκληρη την ιστορία της Δύσης.
«Η ηρωίδα του έργου είναι η Αντιγόνη, αδελφή και ταυτόχρονα κόρη του τραγικού
και νεκρού πια βασιλιά Οιδίποδα». Οι δύο αδελφοί της ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης
κείτονται νεκροί, έπεσαν ταυτόχρονα στην εμφύλια διαμάχη. Ο ένας θεωρείται
«πατριώτης» και ο άλλος «προδότης». Η Αντιγόνη παρακούει τη διαταγή του Κρέοντα
και αποδίδει ταφικές τιμές και στον «προδότη» Πολυνείκη, όπως ακριβώς επιτάσσει
το έθιμο και το «δίκαιο του αίματος». Η ευσεβής αλλά παράνομη πράξη της επισύρει
τη θανατική της καταδίκη και τη «σοφόκλεια καταστροφή» για όλους τους
πρωταγωνιστές του δράματος, για την πόλη πρώτα, για τον Κρέοντα και τον γιο του,
για την Αντιγόνη.
Αυτός είναι ο ιστός του δράματος και μέσα σε αυτόν, σημειώνουν οι δύο
ελληνιστές, «βρίσκουμε σήμερα σχεδόν κάθε αιτία του γιατί είμαστε τώρα αυτό που
είμαστε», δηλαδή ο πολιτισμός της Δύσης. Απαριθμούν, χωρίς να τις εξαντλούν, τις
κατηγορίες των αξιών που και σήμερα τις αναγνωρίζουμε στην καθημερινότητά μας:
Ο άνθρωπος είναι ικανός για όλα,
«πολλά τα δεινά κουδέν ανθρώπου
δεινότερον», ψάλλει ο χορός των γερόντων Θηβαίων. Φοβερός, τρομακτικός,
ικανός «με τέχνες μαστορικές που σοφίστηκε», ο άνθρωπος και πολίτης εφαρμόζει
τέχνες «που δεν τις βάζει ο νους σου», όμως «μια στο καλό, μια στο κακό κυλάει».
Αυτό που σήμερα ονομάζουμε «πρόοδο» με κάθε αποτέλεσμα και κάθε αντίτιμο,
διαδικασία άκρως αντιφατική, «ηθική» και ταυτόχρονα βαθύτατα «ανήθικη», όπου ό,
τι είναι εφικτό πραγματώνεται, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Ένα όριο έχει που
δεν μπορεί να το ξεπεράσει: τον θάνατό του, που επειδή είναι τόσο σκοτεινός,
ακατανόητος και ακαταμάχητος επέρχεται ως θεϊκή μοίρα και θρησκευτικό δέος, αλλά
ποτέ δεν διατάραξε τη «γραμμή της προόδου» έστω με την απλή και γραμμική διαδοχή
των γενεών. Η δικαιοδοσία των θρησκειών περιορίζεται ουσιαστικά στον θάνατο και
στις ταφικές τιμές.
Ο νόμος, προσωποποιημένος στον Κρέοντα, δεν είναι πάντοτε αρεστός ου δίκαιος,
ακριβέστερα για άλλους είναι και για άλλους δεν είναι, αλλά υποχρεωτικός για
όλους επειδή πίσω του έχει τη «νόμιμη» βία του κράτους και τον εξαναγκασμό, την
κρατική τρομοκρατία, για να εκφρασθούμε με όρους αυτών των ημερών.
Οι αντιφάσεις και συγκρούσεις που απορρέουν από τον νόμο είναι το ουσιαστικό
περιεχόμενο της διακυβέρνησης. Οδηγούν στη «σοφόκλεια καταστροφή» και στην ύβριν
στον βαθμό που η διακυβέρνηση αποχωρίζεται και αποξενώνεται από τους πολίτες.
Όλοι οι Έλληνες τραγικοί γράφουν με πρωθύστερα σχήματα π.χ. για τη Θήβα των
βασιλιάδων και των πατριών, αλλά στην ουσία γράφουν για την αθηναϊκή δημοκρατία,
όπου δεν ήταν μόνο το κράτος και ο νόμος που λειτουργούσε αλλά και οι πολίτες, η
«κοινωνία των πολιτών», όπως θα λέγαμε σήμερα, και οι περίπλοκες σχέσεις της με
το κράτος και τον νόμο και εξίσου περίπλοκες διαδικασίες συμμετοχής,
συνυπευθυνότητας, αλλά και άρνησης. Οι συγκρούσεις στην Πολιτεία είναι τραγικές,
όπως του Κρέοντα και της Αντιγόνης, όπως και σε μια επανάσταση ή στον εμφύλιο
πόλεμο. Δεν είναι ο ένας δίκαιος και ο άλλος άδικος, ο ένας νόμιμος και ο άλλος
παράνομος, η Αντιγόνη και η Ισμήνη γνωρίζουν ότι παρανομούν και ότι «η παρανομία
στρέφεται εναντίον των πολιτών», οι οποίοι «όταν κυβερνούν στη συνέχεια
κυβερνώνται».
Η θρησκεία είναι χωριστή από την πολιτική εξουσία και υπόκειται σ' αυτήν. Οι
αρχαίες κοινωνίες ήσαν έντονα θρησκευόμενες, αλλά ο αρχιερέας, παρατηρούν οι δύο
Αμερικανοί ελληνιστές, ποτέ δεν έχει πολιτική εξουσία (στις αρχαίες κοινωνίες
έχουμε πολιτικούς, στρατηγούς και φιλοσόφους, αλλά ούτε έναν Πάπα, Χριστόδουλο,
Αγιατολάχ ή Ταλιμπάν). Ο διαχωρισμός των ρόλων κράτους και θρησκείας θα
διαρκέσει ώς την ελληνιστική εποχή και θα καθιερώσει το ιδεώδες για τους
επόμενους 25 αιώνες. Από τους Αθηναίους «θεατές» της «Αντιγόνης» κανένας δεν θα
σκεφτόταν ότι ο ερμηνευτής του υπερφυσικού Τειρεσίας θα έπρεπε να επιβάλει τις
αντιρρήσεις του ως «θρησκευτική επιταγή», ούτε βέβαια θα ανέθετε στον Κρέοντα...
να διαβάσει αυτός τους οιωνούς.
Ο άνθρωπος και ο
θάνατος, η Πολιτεία και ο πολίτης, ο νόμος, η νομιμοποίηση και η παρανομία, το
κράτος και η θρησκεία, ιδού μερικά από τα ζεύγη των εννοιών (χωρίς να είναι τα
μόνα) που τα βρίσκουμε στην «Αντιγόνη» και στην Αθηναϊκή Δημοκρατία σε ένταση
τραγικής σύγκρουσης. Τα ίδια ζεύγη εννοιών και πολλά ακόμη συνθέτουν την
εποποιία και την τραγωδία του πολιτισμού της Δύσης.
Η Δύση έχει εξαπολύσει και εξαπολύει επιθέσεις και πολέμους, αλλά η ίδια υπήρξε
πάντοτε δυναμικό πεδίο μάχης, όπως είναι και η σκηνή όπου παίζεται η «Αντιγόνη».
Αυτή είναι η δυναμική (σήμερα ως «παγκοσμιοποίηση») που προκαλεί την παντοδύναμη
τάση του εκδυτικισμού. Ούτε ανώτερος ούτε κατώτερος ο πολιτισμός της Δύσης.
Απλά, πιο δυνατός και πιο δυναμικός πρώτα στις πολιτισμικές κατακτήσεις και
αναπόφευκτα σε όλες τις άλλες.
Αμφιβάλλω αν οι ηγέτες της Δύσης φοβούνται
πραγματικά ότι αυτός ο πολιτισμός απειλείται από την... τρομοκρατία του Μπιν
Λάντεν. Μάλλον συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, με πρόσχημα τον Μπιν Λάντεν.