Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

22.11.15

ΠΕΡΙ ΦΙΛΙΑΣ ΑΡΘΡΟ ΝΟΥΜΕΡΟ 2 ΠΕΡΙΠΟΥ 8 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΚΑΙ 38 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ

Φίλες και Φίλοι καλησπέρα, όταν σκέφτηκα πως θα έπρεπε να βρω μια φωτογραφία για να βάλω σ' αυτό το κείμενο περι φιλίας αυτόματα το μυαλό μου πήγε στην DENICE και στον DERRICK εδώ και 38!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! χρόνια απολαμβάνω την υπέροχη-μοναδική φιλία τους. Σ' αυτούς τους εκλεκτούς-σημαντικούς ΦΙΛΟΥΣ είναι αφιερωμένη η σημερινή ανάρτηση. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Δόκιμος Επικούρειος Πέπος. Υ.Γ. Παρακαλώ δείτε αυτό το καταπληκτικό βιντεάκι στην πιο κάτω διεύθυνση.  
https://www.youtube.com/watch?v=XwusuGALtGc
Αν ψάχνεις φίλο χωρίς ελαττώματα, θα μείνεις χωρίς φίλο.
(τούρκικη παροιμία)EmojiEmoji
*
Εάν γνωρίζεις την θλίψη του φίλου σου, θεώρησε την δική σου.
(Havamal) EmojiEmoji
*
Λίγοι φίλοι έχουν τη δύναμη να επαινέσουν την επιτυχία του φίλου τους,
χωρίς να νιώσουν φθόνο.EmojiEmojiEmoji
( Ασχύλος)
*
Με τις υποσχέσεις μπορεί να κάνει κανείς φίλους,
αλλά για να τους κρατήσει πρέπει να τις πραγματοποιεί.
(Αγνώστου)
*
Ο έρωτας είναι τυφλός, η φιλία προσπαθεί να μην βλέπει.
(Otto von Bismarck)EmojiEmoji
*
Η απόσταση κρατά την φιλία πάντα φρέσκια.
(Αγνώστου) EmojiEmoji
*
Οι πραγματικοί φίλοι μας επισκέπτονται όταν ευημερούσε μόνο εάν τους καλέσουμε,
όταν όμως αντιμετωπίζουμε πρόβλημα έρχονται χωρίς πρόσκληση.
(Αγνώστου)EmojiEmoji
*
Μην διώχνεις τη μύγα από το πρόσωπο του φίλου σου με τσεκούρι.
(Κινέζικη παροιμία)EmojiEmoji
*
Οι φίλοι στους οποίους μπορείς να τηλεφωνήσεις στις 4:00 το πρωί
είναι οι μόνοι που μετράνε.EmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmoji
(Marlene Dietrich)
*
Η έχθρα είναι πάντα ειλικρινής, η φιλία όμως δεν είναι πάντοτε τόσο τίμια.
(Βασίλισσα Χριστίνα)
*
Εκείνος που μιλά άσχημα για άλλους μπροστά σου,
θα μιλήσει άσχημα για σένα πίσω από την πλάτη σου.
(Αραβική παροιμία)
*
Δεν πρέπει να προσπαθείς να αποκτήσεις όσους περισσότερους φίλους γίνεται.
Αλλά μόνο τόσους με όσους μπορείς να νιώσεις οικειότητα.EmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmoji
(Αριστοτέλης)
*
Με τα μάτια των άλλων μπορείς να δεις τα ελαττώματα σου.
(Κινέζικη παροιμία)
*
Επέπληξε τον φίλο σου όταν είστε οι δυο σας,
αλλά να τον επαινείς πάντοτε μπροστά στους άλλους.
( Leonardo da Vinci)
*
Εάν θέλεις έναν καινούργιο φίλο, πρέπει να του κλείσεις το μάτι.
Εάν θέλεις να τον κρατήσεις, πρέπει να κλείσεις και τα δυο.
(Ισπανική παροιμία)
*
Το μεγαλύτερο ψέμα είναι η αλήθεια που δεν ειπώθηκε ποτέ.
(Hebjorg Wassmo)
*
Κανείς δεν πρέπει να είναι φίλος του φίλου του εχθρού του.
(Havamal)
*
Το χαμόγελο που δίνεις, πρέπει να ελπίζεις πως θα σου επιστραφεί,
νιώθεις καλύτερα.EmojiEmoji
(Σοφά λόγια των Ινδών)
*
Οι μόνοι φίλοι που μπορούμε να τους εμπιστευτούμε είναι εκείνοι
που δεν μας το ζητούν.
(ανώνυμος)
*
Όσο πιο πολύ παρατηρώ τους ανθρώπους τόσο πιο πολύ λατρεύω τους σκύλους.
(Madame Roland)
*
Φίλος είναι εκείνος που ξέρει τα πάντα για εσένα
και εξακολουθεί να σε αγαπάει.EmojiEmojiEmoji
(Elbert Hubbard)
*
 
Ο Τσέχοφ έγραψε : «Η φιλία είναι ένα μονοπάτι, πάνω στο οποίο πρέπει να περπατάς καθημερινά, διαφορετικά καλύπτεται με αγριόχορτα και το μονοπάτι χάνεται.»EmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmoji
Αυτό ακριβώς πιστεύω.
Η φιλία πρέπει να τροφοδοτείται καθημερινά με ενδιαφέρον, αγάπη.
Και με τη πάροδο του χρόνου να δημιουργείται μια αληθινή σχέση, στηριγμένη στον αμοιβαίο σεβασμό.

Η αληθινή φιλία είναι ένα δώρο.
Ένας θησαυρός, που λίγοι τον κατακτούν.
Οι φιλίες, μπορούν να είναι εφικτές μόνο όταν καθορίζονται και διαπνέονται από αυτή τη παρορμητική δύναμη που λέγεται αγάπη!!!



ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΟΜΟΡΦΟ ΠΟΙΗΜΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΣΤΕΙΛΕ ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΗ ΨΥΧΗ...ΠΟΥ ΕΙΧΑ ΤΗΝ ΤΥΧΗ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΩ, ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΜΟΝΟ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΥΚΤΙΟ,ΔΕΝ ΓΡΑΦΩ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΑΝ ΘΕΛΕΙ ΑΛΛΑ ΤΗΣ ΑΦΙΕΡΩΝΩ ΟΛΗ ΤΗΝ ΣΕΛΙΔΑ!!!!


ΟΛΑ ΤΑ ΑΝΘΗ ΣΒΗΝΟΥΝΕ../
ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΔΕΝ ΘΑ ΣΒΗΣΕΙ...
ΚΑΙ ΑΝ ΣΒΗΣΕΙ ΜΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ Η ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΘΑ ΜΕΙΝΕΙ...
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΓΡΙΟΛΟΥΛΟΥΔΟ ΜΕ ΨΕΥΤΙΚΗ ΑΞΙΑ...
ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΟΥΣ Η ΚΑΡΔΙΑ ΠΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ ΦΙΛΙΑ!!!
Πηγή:ΜΑΡΙΑ ΓΑΛΑΤΣΙ
Το προφίλ μου

ΟΤΙ ΑΞΙΖΕΙ ΠΟΝΑΕΙ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ!!!!
 Φιλία (Αριστοτέλης) Σύνοψη. Η φιλία είναι ένα είδος αρετής ή τουλάχιστον συνυφασμένη με την αρετή. Εκτός όμως απ΄αυτό η φιλία είναι και πράγμα πάρα πολύ αναγκαίο στη ζωή του ανθρώπου γιατί κανείς δεν θα προτιμούσε να ζει χωρίς φίλους έστω κι αν έχει στην κατοχή του όλα τα άλλα αγαθά. Γι΄αυτό ακόμα και οι πλούσιοι και εκείνοι που κατέχουν αξιώματα και πολιτική εξουσία, πιστεύουν ότι η παρουσία φίλων είναι πολύ μεγάλη ανάγκη. Εξάλλου οι άνθρωποι στη φτώχεια και στις άλλες δυστυχίες τους, πιστεύουν ότι το μόνο καταφύγιο είναι οι φίλοι. Επιπλέον οι φίλοι συνδράμουν τους νέους ώστε να τους αποτρέψουν από τα λάθη, και, προκειμένου, για τους μεγάλους στην ηλικία, τους φροντίζουν και αναπληρώνουν τις δυνάμεις που τους λείπουν.[2] «Όταν δυο πηγαίνουν μαζί»[3] διότι και οι δυο είναι πιο ικανοί να κατανοήσουν από κοινού και να ενεργήσουν.
Τῆς φιλίας τρία εἴδη ἐστίν· ἡ μὲν γὰρ αὐτῆς ἐστι φυσική͵ ἡ δὲ ἑταιρική͵ ἡ δὲ ξενική.φυσικὴν μὲν οὖν ταύτην λέγομεν͵ ἣν οἱ γονεῖς πρὸς τὰ ἔκγονα ἔχουσι καὶ οἱ συγγενεῖς πρὸς ἀλλήλους· ταύτην δὲ κεκλήρωται καὶ τἆλλα ζῷα. ἑταιρικὴν δὲ καλοῦμεν τὴν ἀπὸ συνηθείας γινομένην καὶ μηδὲν προσήκουσαν γένει͵ ἀλλ΄ οἷον ἡ Πυλάδου πρὸς Ὀρέστην. ἡ δὲ ξενικὴ φιλία ἡ ἀπὸ συστάσεως καὶ διὰ γραμμάτων γινομένη πρὸς τοὺς ξένους. τῆς ἄρα φιλίας ἡ μέν ἐστι φυσική͵ ἡ δὲ ἑταιρική͵ ἡ δὲ ξενική· προστιθέασι δέ τινες τετάρτην ἐρωτικήν[4].
Πηγή: Bικιπαίδεια.
Ανιχνευτής: Δόκιμος Επικούρειος Πέπος.

21.11.15

ΜΑΡΚΟΣ ΤΥΛΛΙΟΣ ΚΙΚΕΡΩΝ

Ο Κικέρων συμβουλεύει τους υποψηφίους των εκλογών.

Το ημερολόγιο έγραφε 64 π.Χ όταν ο ταλαντούχος ρήτορας και δικηγόρος Μάρκος Τύλλιος Κικέρων αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στην πολιτική αρένα διεκδικώντας τη ψήφο των Ρωμαίων για το αξίωμα του ύπατου. Οι περισσότεροι ιστορικοί υποστηρίζουν σήμερα ότι ίσως να μην είχε καταφέρει τίποτα εάν ο αδερφός του Κόιντος δεν είχε ετοιμάσει γι’ αυτόν το πρώτο εγχειρίδιο προεκλογικής εκστρατείας στην παγκόσμια ιστορία. Πολύ πριν ο Μακιαβέλι παρουσιάσει τις συμβουλές του στον Ηγεμόνα, ο Κόιντος Τύλλιος Κικέρων παρουσίασε το Commentariolum Petitionis – ένα πλήρες εγχειρίδιο πολιτικής συμπεριφοράς που κάνει ακόμη και τους σημερινούς υπευθύνους επικοινωνίας των κομμάτων να θυμίζουν ερασιτέχνες συμβουλάτορες.

Σε αντίθεση με τον Ηγεμόνα, στον οποίο ο Μακιαβέλι παρουσιάζει τους κανόνες επιβίωσης ενός μην εκλεγμένου ηγέτη ο Κόιντος περιγράφει την απαιτούμενη συμπεριφορά ενός υποψηφίου σε ένα δημοκρατικό σύστημα. Αν εξαιρέσει κανείς την ανυπαρξία των μέσων ενημέρωσης οι συμβουλές του Κόιντος προς τον αδερφό του μπορούν σήμερα να χρησιμοποιηθούν (και πιθανότατα χρησιμοποιούνται καθημερινά) από τους υποψηφίους των λεγόμενων κομμάτων εξουσίας σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Ακόμη και σε αυτό το επίπεδο όμως ο λόγος του νεαρού Κικέρων φαίνεται να διαπερνά τη λογική που έχει επικρατήσει σήμερα και στα τηλεοπτικά debate.
Προσοχή στους εργολάβους
Ξεκινώντας την παράθεση των συμβουλών του ο Κόιντος επισημαίνει στον αδερφό του ότι πρέπει να τιμήσει τις συμμαχίες που έχει δημιουργήσει με τους ανθρώπους ισχύος της εποχής. «Όσοι έχουν συμβόλαια (εργολαβίες) με το δημόσιο πρέπει να είναι στο πλευρό σου και το ίδιο ισχύει και για την επιχειρηματική κοινότητα» γράφει στο εγχειρίδιο και συνεχίζει: «Μην ξεχνάς ποτέ τος ανθρώπους που υπερασπίστηκες με επιτυχία σε κάποιο δικαστήριο αλλά και τις ομάδες ειδικών συμφερόντων που σε στηρίζουν… Τώρα έχει έρθει η στιγμή να ξεπληρώσουν τις χάρες που τους έχεις κάνει. Να υπενθυμίζεις σε όλους το χρέος τους και την ανάγκη να σε στηρίξουν σε αυτή την κρίσιμη στιγμή. Όσο γι’ αυτούς που δεν σου χρωστάνε τίποτα εξήγησέ τους ότι παρέχοντάς σου στήριξη θα είσαι εσύ αυτός που θα ωφείλεις χάρες και προνόμια».


ο Κόιντος επανέρχεται συνέχεια στους ανθρώπους με ειδικά προνόμια αλλά και σε «ομάδες» τις οποίες περιγράφει λίγο πολύ σαν τα σημερινά λόμπι. «Πρέπει» λέει στον αδερφό του «με υπομονή να καλλιεργείς τις σχέσεις σου με τους ανθρώπους που διαθέτουν ειδικά προνόμια. Να τους θυμίζεις ότι εισαι οπαδός της παράδοσης και όχι λαϊκιστής. Εξήγησέ τους ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο δείχνεις να τάσσεσσαι στο πλευρό των απλών ανθρώπων είναι ότι θέλεις την εύνοια δημοφιλών ανθρώπων σε κρίσιμα πόστα ώστε να μπορείς να χρησιμοποιείς την επιρροή τους ή τουλάχιστον να γνωρίζεις ότι δεν θα στραφούν
εναντίον σου».
Οι κανόνες του προεκλογικού μάρκετινγκ φαίνεται να μην έχουν αλλάξει καθόλου με το πέρασμα δυο χιλιετιών αφού ο Κόιντος προβλέπει ακόμη και τη διασπορά φημών εναντίον ενός υποψηφίου – που όπως λέει ξεκινά πάντα από το κοντινό περιβάλλον του πολιτικού. «Η διεκδίκηση του ανώτατου αξιώματος στη Ρώμη» εξηγεί στο Commentariolum Petitionis έχει δυο προυποθέσεις: να εξασφαλίσεις τη στήριξη των φίλων σου και να κερδίσεις την κοινή γνώμη… Ποτέ μην υποτιμάς την οικογένειά σου και τους ανθρώπους του στενού περιβάλλοντός σου. Μόνο αν βρίσκονται όλοι στο πλευρό σου μπορείς να κερδίσεις… Να ξέρεις ότι όλες οι φήμες που μπορούν να σε καταστρέψουν ξεκινούν από την οικογένεια και τους φίλους».
Αναζητώντας τους… Policy Leaders
«Σε κάθε γειτονιά» λέει στον αδερφό του ο Κόιντος «υπάρχουν συγκεκριμένοι άνθρωποι-κλειδιά οι οποίοι ασκούν εξουσία. Μάθε να τους ξεχωρίζεις από αυτούς που δείχνουν σημαντικοί αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν εξουσία και συνήθως δεν είναι αρεστοί στην περιοχή τους. Αν δεν καταφέρεις να κάνεις αυτή τη διάκριση ανάμεσα στους χρήσιμους και τους άχρηστους θα χάσεις πολύτιμο χρόνο και χρήματα σε ανθρώπους που δεν έχουν να σου προσφέρουν τίποτα».
Πάντα όμως ο μεγαλύτερος σύμβουλος επικοινωνίας της αρχαίας Ρώμης επιστρέφει στους λίγους και σημαντικούς ανθρώπους του χρήματος. «Πρέπει» λέει «να δίνεις ιδιαίτερη σημασία στους επιχειρηματίες και τους εύπορους πολίτες. Έλα σε επαφή με τις ηγετικές προσωπικότητες αυτής της ομάδας – δεν είναι δύσκολο γιατί είναι πολύ λίγοι».
Έχοντας εξασφαλίσει τη στήριξη του «κεφαλαίου» της Αρχαίας Ρώμης ο Κόιντος επιστρέφει στις «μάζες» – τις οποίες φαίνεται να αντιμετωπίζει σαν ενοχλητικό βαρίδι στην εποχή της δημοκρατίας. Και εδώ όμως υπάρχουν μυριάδες συμβουλές για να κερδίσεις το… πόπολο.
«Για να εντυπωσιάσεις τους ψηφοφόρους πρέπει να γνωρίζεις πως σκέφτονται οι άνθρωποι. Να είσαι πάντα προσβάσιμος και γενναιόδορος απέναντί τους. Τίποτα δεν εντυπωσιάζει περισσότερο έναν ψηφοφόρο από έναν υποψήφιο που τον θυμάται, για αυτό το λόγο κάθε μέρα να προσπαθείς να αποστηθίζεις πρόσωπα και ονόματα.
Πρέπει με κάθε τρόπο να μάθεις την τέχνη της κολακείας, η οποία μπορεί να είναι καταδικαστέα στην καθημερινή μας ζωή αλλά είναι απαραίτητη όταν κατεβαίνεις στον πολιτικό στίβο». Ο λόγος του Κόιντου γίνεται σχεδόν τηλεοπτικός όταν φτάνει η στιγμή να εντυπωσιάσει τους ψηφοφόρους του αδερφού του. «Σε ό,τι αφορά τις ρωμαϊκές μάζες να θυμάσαι ότι πρέπει να τις εντυπωσιάζεις με θεάματα. Να μην είναι πρόστυχα αλλά να είναι γεμάτα χρώματα από αυτά που αρέσουν στον όχλο. Με κάθε ευκαιρία πρέπει να υπενθυμίζεις στις μάζες πόσο καθάρματα είναι οι αντίπαλοί σου και να δίνεις συγκεκριμένα παραδείγματα από τα εγκλήματα, τα σεξουαλικά σκάνδαλα και τη διαφθορά τους».
Σε αντίθεση πάντως με αρκετούς κομματάρχες του σήμερα ο Κικέρων δεν ξεχνούσε ποτέ ότι εν τέλει η εκλογική μάχη δεν κρίνεται από τη λάσπη που ρίχνεις στους αντιπάλους σου αλλά από την ελπίδα (αληθινή ή όχι) που δημιουργείς στο ακροατήριό σου. «Το βασικότερο τμήμα της εκστρατείας σου» γράφει στον αδερφό του «είναι να φέρνεις την ελπίδα στους ψηφοφόρους σου και να περικλείεις τον εαυτό σου με ένα αίσθημα καλής θέλησης. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να δίνεις συγκεκριμένες υποσχέσεις στους πολίτες ή τη Σύγκλητο. Μείνε στις γενικότητες. Στη σύγκλητο να λες ότι θα διατηρήσεις την ισχύ και τα προνόμιά της. Στους επιχειρηματίες και τους εύπορους να λες ότι μάχεσαι για τη σταθερότητα. Και στους απλούς ανθρώπους λέγε ότι πάντα υποστήριζες τα συμφέροντά τους».
Προφανώς ο Κικέρων αναγνώριζε ότι μια προεκλογική εκστρατεία δεν στήνεται σε δοκιμαστικό σωλήνα. Αρκετοί ακόμη δρώντες θα επιχειρήσουν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα με εξίσου στοχευμενες επιθέσεις στον υποψήφιό σου. και τότε σύμφωνα με τον Κικέρων έρχεται η στιγμή να εξαπολύσεις τον φόβο… «Τους αντιπάλους σου να τους εκφοβίζεις πάντα λέγοντας ότι θα τους οδηγήσει στα δικαστήρια εάν προσπαθήσουν να δωροδοκήσουν την ψήφο και να τους θυμίζεις τους δεσμούς σου με την επιχειρηματική κοινότητα. Δεν χρειάζεται όμως να το κάνεις. Ο φόβος λειτουργεί πιο αποτελεσματικά από τη δικαστική αντιπαράθεση… Αυτά είχα να σου πω αδερφέ μου»…
Και ο αδερφός του ακολούθησε πιστά τις συμβουλές του. Ο Μάρκους κέρδισε τις δυο επόμενες εκλογικές μάχες συγκεντρώνοντας περισσότερες ψήφους από κάθε άλλο υποψήφιο. Μόνο που μαζί με τους αντιπάλους του ηττήθηκε εκείνη την εποχή και η Δημοκρατία. Οι συμβουλές ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικές αλλά εξέφραζαν ένα σάπιο πολιτικό σύστημα που μόνο κατ’ όνομα τοποθετούσες τους πολίτες στο επίκεντρο. Τα δυο αδέρφια σκοτώθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε και ο οποίος σήμανε το τέλος της Δημοκρατίας και την απαρχή της Αυτοκρατορίας.
ΕΠΙΚΑΙΡΑ Ιούνιος 2012

  • Δεν υπάρχει πιο ανακουφιστικό αίσθημα απ' την ελπίδα.»
  • «Δεν υπάρχει στιγμή χωρίς κάποιο καθήκον.»
  • «Διορθώστε τον άντρα και θα διορθωθεί μαζί του, κατ' ανάγκη, και η γυναίκα.»
  • «Έθνος που έχει υψηλό πολιτισμό, πρέπει να πολεμάει μοναχό του για την υπεράσπιση της θρησκείας του ή της ύπαρξής του.»
  • «Η διοίκηση μιας κυβέρνησης, καθώς και μιας κηδεμονίας, πρέπει ν' αποβλέπει στο καλό αυτού που κηδεμονεύεται και όχι στο καλό του κηδεμόνα.»
  • «Η δόξα ακολουθεί την αρετή σαν τη σκιά της.»
  • «Η ιστορία είναι ο μάρτυρας των εποχών, η λαμπάδα της αλήθειας, η ζωή της μνήμης, ο δάσκαλος της ζωής, ο αγγελιοφόρος της αρχαιότητας.»
  • «Η φυσική ικανότητα και χωρίς την εκπαίδευση, συχνότερα ανεβάζει τον άνθρωπο στη δόξα και την αρετή από την εκπαίδευση χωρίς φυσική ικανότητα.»
  • «Κι ένα ψέμα δεν πρέπει ν' ακούει η ιστορία, και προς καμία αλήθεια να μην κλείνει τ' αυτιά της.»
  • «Να θυμάσαι ότι δεν είσαι θνητός, μόνο το σώμα σου είναι θνητό. Αυτό που είναι ζωντανό δεν είναι το σώμα σου, αλλά το πνεύμα που ζει μέσα στο σώμα σου. Μια αόρατη δύναμη οδηγεί το σώμα σου, όπως ακριβώς μια αόρατη δύναμη οδηγεί τον κόσμο.»
  • «Ο άνθρωπος είναι ο χειρότερος εχθρός του εαυτού του.»
  • «Ο έπαινος είναι πληρωμή της αρετής.»
  • «Ο έρως και η λογική μοιάζουν με τον ήλιο και το φεγγάρι. Όταν ανατέλλει το ένα, δύει το άλλο.»
  • «Ο μόνος τρόπος για ν' αποφύγουμε την αναισχυντία της αναίδειας είναι, όχι να ντρεπόμαστε για τις πράξεις μας, αλλά ν' αποφεύγουμε τις πράξεις που μας κάνουν να ντρεπόμαστε.»
  • «Ο φόβος δεν είναι διαρκής δάσκαλος του καθήκοντος.»
http://epicuros.gr/books/de%20natura%20deorum.pdf
Ανιχνευτής: Επικούρειος Πέπος.

20.11.15

ΚΑΤΟΥΛΛΟΣ Ο ΕΡΩΤΟΜΑΝΗΣ

Κάτουλλος ο ερωτομανής

The Guardian
Από τις ξεχωριστές προσωπικότητες της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης, λίγοι, άνδρες ή γυναίκες, μπορούν να γίνουν θέμα μιας ολοκληρωμένης βιογραφίας. Για τον προφανή λόγο ότι δεν διασώζονται αρκετά στοιχεία, στη λογοτεχνία, την αρχαιολογία και τις επιγραφές που να παρέχουν μια επαρκή βάση για την ανασύσταση της ζωής τους. Εξαιρούνται βέβαια ορισμένοι, όπως ο Αλέξανδρος, ο Αύγουστος, ο Ιούλιος Καίσαρας και ίσως κάποιοι άλλοι.
Για τους ποιητές, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Και μόνο το ότι το έργο τους επέζησε χάρη στους αντιγραφείς του Μεσαίωνα, είναι ένα θαύμα. Το ότι για μερικούς επέζησαν και κάποια βιογραφικά στοιχεία είναι ένα θαύμα στο τετράγωνο. Τι γνωρίζουμε για τον Ομηρο; Τίποτα! Ενα δυο πράγματα για τη Σαπφώ και λίγα περισσότερα για τους Ρωμαίους ποιητές, τον Βιργίλιο και τον Οράτιο. Αυτή η σπάνις είναι ένα μειονέκτημα που έχει και τα πλεονεκτήματά του. Οι επίδοξοι βιογράφοι για να γεμίσουν τα κενά της ζωής τους αναγκάζονται να καταφύγουν στην κοινωνία τους και την εποχή τους για να πληρώσουν τα χάσματα και να παράσχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα. Είναι σχεδόν αναπόφευκτο και πολύ καλό αναπόφευκτο, ότι διαβάζοντας τη βιογραφία τους, διαβάζει κανείς και όλη την εποχή μέσα στην οποία έζησαν, τις κοινωνικές, οικονομικές, θρησκευτικές, αξιολογικές της σχέσεις, δηλαδή την πολιτικοηθική της φυσιογνωμία. Για τον Γάιο Βαλέριο Κάτουλλο, τον υψηλόν αυτό λυρικό ποιητή των τελευταίων και καταστροφικών χρόνων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ελάχιστα είναι γνωστά. Ενα μοναδικό χειρόγραφο που περιείχε τα τρία βιβλία των 116 τραγουδιών, τα carmina του Ρωμαίου με τους τρεις χιλιάδες στίχους εν συνόλω, εμφανίσθηκε μαγικά στη Βερόνα του 1300 και, εξίσου μαγικά, εξαφανίσθηκε. Είχε γίνει όμως ένα αντίγραφο ή αντίγραφά του.

Ο Αγιος Ιερώνυμος λέει, αναφέροντας ένα βίο που είχε χαθεί, ότι ο Κάτουλλος γεννήθηκε το 87 π.Χ. και πέθανε, μετά 30 χρόνια, το 57 π.Χ. Ομως, καθώς γράφει ο Τζέιμς Μπάκαν στην «Γκάρντιαν», οι ημερομηνίες αυτές δεν πρέπει να είναι σωστές. Οπως και στην περίπτωση της Σαπφούς και του Αρχίλοχου, ό,τι μπορεί να συναχθεί για τον Κάτουλλο, τεκμαίρεται από τα ποιήματά του. Και αυτά είναι ένα ιδιότυπο κράμα εκλέπτυνσης και σκληρότητας, χωρίς παρόμοιο στη λογοτεχνία. Ισως κάτι από αυτό να βρίσκεται στον Φρανσουά Βιγιόν, αλλά ο Κάτουλλος είναι ο πρώτος ποιητής της μεγαλούπολης και σε αυτό μοιάζει με τον Μποντλέρ, μόνο πιο σκληρός.
Από τη Βερόνα
Προερχόταν από τη Βερόνα ή από κάπου εκεί γύρω, έζησε μερικά χρόνια στη Ρώμη, έχασε έναν αγαπημένο, πρεσβύτερο αδελφό, ταξίδεψε ως κυβερνητικός αξιωματούχος στη Μαύρη Θάλασσα, απέκτησε ένα σκάφος, αλλά δεν μπόρεσε να πλουτίσει. Αποκαλεί τον Ιούλιο Καίσαρα παιδόφιλο. Απ' όλα αυτά συνταιριασμένα, όπως τα παρέχει ο Οντρι Μπερλ στη βιογραφία του «Κάτουλλος, ένας ποιητής στη Ρώμη του Ιουλίου Καίσαρα» (Κόνσταμπλ, 320 σελίδες, 16,99 στερλίνες), ο αναγνώστης αισθάνεται την ελαύνουσα παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την ηθική και πολιτική που θα μπορούσε να αποκληθεί όχι ελεύθερη ή έστω ελευθεριάζουσα, όπως στα «Ειδύλλια» του Θεόκριτου, αλλά εκμανής και ασύδοτη.

Διάσπαρτα μέσα στα 3 βιβλία υπάρχουν 13 παθιασμένα ερωτικά ποιήματα που αναφέρονται σε μια γυναίκα ονόματι Λεσβία. Είναι ασαφές αν αυτό ήταν το πραγματικό της όνομα ή αναφορά του ποιητή στη Λέσβο, πατρίδα της Σαπφούς. Αυτό που είναι σαφές είναι ότι μετά την πρώτη δημοσίευση των ποιημάτων, στη Βενετία το 1472, η κριτική τείνει να συνδέει τα στοιχεία των ποιημάτων αυτών και άλλων ερωτικών ετεροφυλικών ποιημάτων, σε μια ενιαία ιστορία πάθους και έρωτα. Οι δυο τους, Κάτουλλος και Λεσβία, συναντήθηκαν σε κάποιο πάρτυ και ο ποιητής τής δωρίζει τις μεταφράσεις του της Σαπφούς, ενώ αυτή παίζει με το παπαγαλάκι της. Το πουλί πεθαίνει, ο Κάτουλλος του γράφει ένα ψευδοεπικό ποίημα και καταλήγει βαθιά ερωτευμένος μαζί της. Ακολουθούν συναντήσεις σε δανεικά σπίτια, αλλά οι απιστίες της, σε ένα ποίημα του αναφέρει ότι έκανε έρωτα με όποιον του γούστου της έβρισκε στην πόλη, τον συνέτριψαν.
Τον 16ο αιώνα, ο λατινιστής από τη Φλωρεντία Πιέτρο Βετότι ταύτισε τη Λεσβία με την ευγενή Κλαυδία, της οικογένειας των Κλαύδιων, σύζυγο του Κουίντου Καικίλιου Μέτελλου, συγκλητικού το 60 π.Χ. και αδελφή του Πούμπλιου Κλαύδιου Πούλχερ, γνωστού δημαγωγού και τραμπούκου της Ρώμης.
Η σχέση αυτή του Κάτουλλου με μια γυναίκα περιώνυμη στη Ρώμη για τον ταραχώδη ερωτικό της βίο, από τη μια, από παλιά, αξιοσέβαστη οικογένεια και, από την άλλη, δασκάλα του ανενδοίαστου έρωτα και του δηλητηρίου, έδωσε την αφορμή στον ρήτορα και δικηγόρο Κικέρωνα να συντάξει εξαιρετικής ευγλωττίας μέρη, στον λόγο του υπεράσπισης του Μάρκου Καέλιου Ρούφου. Αλλά ενέπλεξε και τον ίδιο τον Κάτουλλο στην κατάρρευση της πολιτικής τάξης στη Ρώμη, η οποία απέληξε στη διέλευση του Ρουβίκωνα από τον Καίσαρα, το 49 π.Χ.
Οι δύο αυτές παράλληλες ιστορίες, η προσωπική και η πολιτική, συγκερασμένες, σχημάτισαν τη φυσιογνωμία του Κάτουλλου εδώ και 4 αιώνες. Αυτήν τη γραμμή του συγκερασμού ακολουθεί και ο νυν βιογράφος του, συμπληρώνοντας όσα λείπουν, με εικοτολογίες από τη βάση των υπαρχόντων. Εάν ο Κάτουλλος είχε ευχέρεια με αριθμούς και ποσά, πρέπει να προερχόταν από εμπορική οικογένεια της Βερόνας με εμπορικούς δεσμούς με τη Μικρά Ασία? εάν η Λεσβία - Κλαυδία ήταν ωραία, ο ποιητής θα γοητεύτηκε από τα ακροδάχτυλά της, καθώς χάιδευαν το χέρι του και τον λαμπερό καταρράκτη των μαλλιών της.
Ισως η Λεσβία να ήταν η Κλαυδία, ίσως και όχι. Ισως να ήταν καμιά και όλες. Κανείς δεν ψάχνει να βρει ποιες Ρωμαίες αριστοκράτισσες ήταν οι ηρωίδες του Οράτιου ή η Κύνθια του Προπέρτιου. Τα λυρικά ποιήματα γίνονται εύκολα μυθιστόρημα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνονται. Ισως αυτά που έκανε η Λεσβία ή η Κλαυδία και που πλήγωναν τον εραστή της, να τα έκαναν γενικά οι κόρες της Ρώμης της εποχής. Εάν, όμως, έμεινε η Λεσβία ή Κλαυδία είναι γιατί έτυχε να έχει έναν εραστή, από τους πολλούς, ονόματι Κάτουλλο.

17.11.15

Το μεγάλο μας Τσίρκο, πάντα επίκαιρο δυστυχώς!!!!!!!!!! ΚΑΜΠΑΝΕΛΗΣ, ΞΑΡΧΑΚΟΣ, ΞΥΛΟΥΡΗΣ, ΚΑΡΕΖΗ.

Νίκος Ξυλούρης: Ο αρχάγγελος της Κρήτης Το μεγάλο μας τσίρκο Ξυλούρης και Καρέζη. Μουσική/Στίχοι: Ξαρχάκος/Καμπανέλης

 https://www.youtube.com/watch?v=aCcTCowe4KM Φίλες και Φίλοι καλησπέρα, λόγω της ημέρας σας προτείνω να διαβάσετε τους πιο κάτω στίχους και ν' ακούσετε το έργο του Καμπανέλη το ''μεγάλο μας Τσίρκο'' σε ό,τι με αφορά ζητώ δημόσια συγγνώμη που η δική μου γενιά τα έκανε σκατά!!!!!!!!!! κι όμως ρε γαμώτο αλλοιώς είχαν ξεκινήσει τα πράγματα, με όνειρα για μια καλύτερη Ελλάδα, για Παιδεία, για Υγεία, για Πολιτισμό, για στέρεες βάσεις στο οικοδόμημα που πήγαν όλα αυτά; Μήπως τελικά ήμασταν πολύ βλάκες και είδαμε το τυρί αλλά δεν είδαμε τη φάκα; Αν ενστερνισθώ τα γραφόμενα του Γιάννη Φουράκη πράγματι ήμασταν πολύ μεγάλοι βλάκες. Εννοείται πως από την ιστορία του Πολυτεχνείου αρκετοί στην πορεία παραβολεύτηκαν, και απόκτησαν και οφίτσια, εξαργύρωσαν και το άνοιγμα της κουρτίνας!!!!! Ναι ήταν κι αυτό αντίσταση!!!! Γελάτε ε! κι όμως αρκετοί κουρτινάκηδες έστρωσαν τον ποπό τους σε ωραίες πολυθρόνες και από κουρτινάκηδες έγιναν πολυθρωνάτοι. Ενυ Γουέι που λέει και ο Γκοτζιό το θέμα είναι τι κάνουμε τώρα, αλήθεια τι μπορούμε να κάνουμε τώρα με μια θηλιά στο λαιμό για τα επόμενα 100 χρόνια; και με ποιους; με το υπάρχον πολιτικό προσωπικό, και τους φοβισμένους πολίτες; Με ποια όνειρα να πορευθούν τα νέα παιδιά; πως να δημιουργήσουν οικογένεια; Μήπως θα έπρεπε όσοι ήμαστε άνω των 50 δια νόμου να μην ξαναψηφίσουμε; Νομίζω πως αυτό θα ήταν το ελάχιστο που θα μπορούσαμε να κάνουμε, εγώ το εφαρμόζω ήδη, μετά από τόσα λάθη δεν έχω το δικαίωμα να ξαναψηφίσω, όσοι έχετε γύρω σας ανθρώπους που είναι πάνω από 50 μην τους επιτρέπετε να ψηφίζουν, και όσοι είσαστε κάτω των 50 συνειδητά μην πάτε να ψηφίσετε γιατί είναι η μόνη μας ελπίδα που έρχεται, αλήθεια θυμόσαστε αρχές Γενάρη την ελπίδα που ήταν καθ' οδόν; ε! οι σημερινοί κυβερνώντες είναι αυτοί που είχαν πάει να την φέρουν, με γεια μας, και χαρά μας τώρα. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Μεγάλα νέα φέρνω από 'κει πάνω

περίμενε μια στάλα ν' ανασάνω

και να σκεφτώ αν πρέπει να γελάσω

να κλάψω, να φωνάξω, ή να σωπάσω


Οι βασιλιάδες φύγανε και πάνε

και στο λιμάνι τώρα, κάτω στο γιαλό

οι σύμμαχοι τους στέλνουν στο καλό


Καθώς τα μαγειρέψαν και τα φτιάξαν

από 'ξαρχής το λάκκο τους εσκάψαν

κι από κοντά οι μεγάλοι μας προστάτες

αγάλι-αγάλι εγίναν νεκροθάφτες


Και ποιος πληρώνει πάλι τα σπασμένα

και πώς να ξαναρχίσω πάλι απ' την αρχή

κι ας ήξερα τουλάχιστον γιατί


Το ριζικό μου ακόμα τι μου γράφει

το μελετάνε τρεις μηχανογράφοι

Θα μας το πουν γραφιάδες και παπάδες

με τούμπανα, παράτες και γιορτάδες


Το σύνταγμα βαστούν χωροφυλάκοι

και στο παλάτι μέσα οι παλατιανοί

προσμένουν κάτι νέο να φανεί


Στολίστηκαν οι ξένοι τραπεζίτες

ξυρίστηκαν οι Έλληνες μεσίτες

Εφτά ο τόκος πέντε το φτιασίδι

σαράντα με το λάδι και το ξύδι


Κι αυτός που πίστευε και καρτερούσε

βουβός φαρμακωμένος στέκει και θωρεί

τη λευτεριά που βγαίνει στο σφυρί


Λαέ, μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι

μην έχεις πια την πείνα για καμάρι

Οι αγώνες που' χεις κάνει δεν 'φελάνε

το αίμα το χυμένο αν δεν ξοφλάνε


Λαέ, μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι

η πείνα το καμάρι είναι του κιοτή

του σκλάβου που του μέλλει να θαφτεί
Το άρθρο που ακολουθεί είναι από το TVX
Σαν σήμερα, το 1980 έφυγε από τη ζωή ο Νίκος Ξυλούρης, ο Κρητικός μουσικός και τραγουδιστής που σφράγισε την ελληνική παραδοσιακή μουσική με το έργο του. Του Αρίστου Αναγνώστ
Γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου του 1936 στα Ανώγεια της Κρήτης. Είναι 5 χρονών όταν οι κατακτητές Γερμανοί καίνε το χωριό του και μεταφέρουν τους κατοίκους του, πρόσφυγες στο Μυλοπόταμο. Επιστρέφουν στ΄ Ανώγεια μετά την απελευθέρωση. Από πολύ μικρός δείχνει την κλίση του στο τραγούδι και στη λύρα. Στα δώδεκα ο πατέρας του τού αγοράζει την πρώτη του λύρα για να εξελιχθεί πολύ γρήγορα σ΄ έναν από τους πλέον περιζήτητους σε γάμους, βαφτίσια και λοιπές κοινωνικές εκδηλώσεις, οργανοπαίχτες και τραγουδιστές της περιοχής του.
Σε ηλικία 17 χρόνων κατεβαίνει για πρώτη φορά να δουλέψει στο Ηράκλειο, στο κέντρο " Κάστρο". Όπως λέει αργότερα σε αφηγήσεις του, «εκεί αρχικά τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα.... Εις τα ορεινά χωριά της Κρήτης δεν ημπορούσε να εισχωρήσει αυτό που εισχώρησε στις πόλεις. Εκεί χόρευαν ταγκά, βαλς, ρούμπες, σάμπες και είμαστε υποχρεωμένοι εμείς να τα μαθαίνουμε αυτά τα τραγούδια, να τα παίζουμε στα πανηγύρια και στους γάμους, για να μπορούμε να ζήσουμε και ΄μεις, να βγάλουμε τα έξοδα μας και να τους κάνουμε σιγά-σιγά ν΄ αλλάξουνε και να αγαπήσουνε την κρητική μουσική». Στα τέλη του 1958 πραγματοποιεί την πρώτη του ηχογράφηση για δίσκο. Είναι το τραγούδι " Κρητικοπούλα μου" ("μια μαυροφόρα όταν περνά").
Λίγους μήνες, πριν, είχε παντρευτεί την Ουρανία Μελαμπιανάκη, κόρη ευκατάστατης οικογένειας του Ηρακλείου. Εγκαθίστανται στο Ηράκλειο οι οικονομικές δυσκολίες είναι στην αρχή μεγάλες. Το 1960 γεννιέται το πρώτο τους παιδί, ο Γιώργος, και 6 χρόνια μετά το δεύτερο, η Ρηνιώ. Την επιτυχία του πρώτου εκείνου τραγουδιού ακολουθούν αρκετές ακόμα ηχογραφήσεις σε μικρά δισκάκια. Ακριβώς το 1966 βγαίνοντας για πρώτη φορά από την Ελλάδα, συμμετέχει σ΄ ένα φολκλορικό φεστιβάλ στο Σαν-Ρέμο και να παίρνει το πρώτο βραβείο. Το 1967 ανοίγει στο Ηράκλειο το πρώτο κρητικό κέντρο τον "Ερωτόκριτο". Τα πράγματα έχουν γίνει αισθητικά καλύτερα γι΄ αυτόν. Τον Φεβρουάριο του 1969 ηχογραφεί την ανοιχτή "Ανυφαντού", ένα τραγούδι που "σπάει τα ταμεία" μέσα στην παραδοσιακή δισκογραφία της εποχής. Τον Απρίλη εκείνης της χρονιάς έρχεται για πρώτη φορά για εμφανίσεις στην Αθήνα, στο κέντρο "Κονάκι" και το Σεπτέμβριο εγκαθιστάτε μόνιμα στην πρωτεύουσα. Ο σκηνοθέτης Ερρίκος Θαλασσινός ,με τον οποίο γνωρίζονται στο "Κονάκι", μιλάει γι΄ αυτόν στον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο,
Ήδη όμως από το 1965 οι δυνατότητες του αλλά και ο χαρακτήρας του έχουν προκαλέσει το ενδιαφέρον του διευθυντή -τότε- της δισκογραφικής εταιρείας COLUMBIA, του Τάκη Λαμπρόπουλου. Μετά και την επιτυχία της "Ανυφαντούς", το καλοκαίρι του 1970 ο Λαμπρόπουλος κατεβαίνει μαζί του στ΄ Ανώγεια, γίνονται κουμπάροι και ξεκινούν μια συνεργασία σε νέα πλαίσια. Πέρα από τα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης η φωνή του Ξυλούρη θα περάσει στη σύγχρονη "έντεχνη" δημιουργία επώνυμων συνθετών. Μέσω απ' αυτές τις επιλογές, μέλλεται η γνήσια κρητική έκφραση και το παραδοσιακό τραγούδι της Κρήτης να αποκτήσουν μια πανελλήνια εμβέλεια, μια δυναμική που ποτέ δεν είχαν στο παρελθόν, όσο μεγάλοι κι αν ήταν οι καλλιτέχνες, τραγουδιστές κι οργανοπαίχτες που την υπηρέτησαν. Με τον Γιάννη Μαρκόπουλο συνεργάζονται για πρώτη φορά στο "Χρονικό", μια ενότητα τραγουδιών που θέτει σε νέα βάση τη σχέση της παράδοσης με το παρόν. Έξι μήνες μετά κυκλοφορεί ο δίσκος-αναφορά στα "Ριζίτικα" της Κρήτης.
Τον Μάιο του 1971 ξεκινούν κοινές εμφανίσεις στην μπουάτ "Λήδρα" στην Πλάκα. Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας η φωνή του Ξυλούρη, είτε λέει τα τραγούδια του Μαρκόπουλου, είτε παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, γίνεται σημαία αντίστασης. "Πότε θα κάνει ξαστεριά" ,"Αγρίμια κι αγριμάκια μου"...Ακολουθούν δυο ακόμα κύκλοι τραγουδιών του Γιάννη Μαρκόπουλου, η "Ιθαγένεια" και ο "Στρατής ο θαλασσινός" αλλά και συνεργασίες με τον Σταύρο Ξαρχάκο ("Διόνυσε καλοκαίρι μας", "Συλλογή"), τον Χριστόδουλο Χάλαρη ("Τροπικός της παρθένου", "Ακολουθία") και τον Χρήστο Λεοντή ("Καπνισμένο τσουκάλι"). Το καλοκαίρι του 1973 κρατά τον καθοριστικό ρόλο τραγουδιστή σε μια παράσταση που ανεβάζουν η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος στο θέατρο "Αθήναιον" με αντικείμενο την ιστορική διαδρομή της Ελλάδας στα νεότερα χρόνια. Είναι "Το μεγάλο μας τσίρκο" .
Μέσα από τις αναφορές και τα τραγούδια του βρίσκει τρόπο έκφρασης το τεταμένο πολιτικό κλίμα που οδηγεί στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Είναι από τις ελάχιστες επώνυμες παρουσίες στο χώρο που βλέπουν το φως της δημοσιότητας από τις εφημερίδες εκείνων των ημερών."Ο Νίκος Ξυλούρης ήταν χτες στο Πολυτεχνείο" ενημερωνουν, μετατρέποντας τον ήδη φορτισμένο πολιτικά τραγουδιστή σε "Κόκκινο πανι" της μεταλλαγμένης δικτατορικής κυβέρνησης που ακολουθεί. Από τη "Λύδρα" στην "Αρχόντισσα", μετά στην "Αποσπερίδα". Ξανά στη "Ληδρα", μετά στο "Κύτταρο" και στο "Θεμέλιο". Είναι οι έξι σταθμοί του στις μπουάτ μέχρι το 1979. Τα μεταπολιτευτικά χρόνια τραγουδά κάποια ακόμα τραγούδια του Χρήστου Λεοντή, του Σταύρου Ξαρχάκου και του Γιάννη Μαρκόπουλου. Παράλληλα ηχογραφεί τα "Αντιπολεμικά" τραγούδια του Λίνου Κόκοτου και του Δημήτρη Χριστοδούλου και κάποια μελοποιημένα από τον Ηλία Ανδριόπουλο ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη. Επανέρχεται όμως και στα παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, ενώ λέει και κάποια λαϊκά τραγούδια του Στέλιου Βαμβακάρη. Με τον "Αργαλειό", το "Φιλεντέμ", τον "Πραματευτή" αλλά και το "Μεσοπέλαγα αρμενίζω" ακούγεται ξανά έντονα η φωνή του. Τώρα λέει και πάλι "τραγούδια ζωής". Είναι όμως η τελευταία φορά που ακούγεται. Ύστερα από ταλαιπωρία ενός χρόνου με την επάρατη νόσο, φεύγει για πάντα στις 8 Φεβρουαρίου του 1980.
Θυμάμαι τη μέρα που πέθανε ο Νίκος Ξυλούρης
Ήμουν 7 χρονών, αλλά η φωνή του είχε προλάβει να ζυμωθεί με τα υπόλοιπα αριστερά ακούσματα που είχα μέσα στο σπίτι. Ατμόσφαιρα Μεταπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ δεν είχε έρθει στην εξουσία, αν και το σύνθημα για την Αλλαγή είχε αρχίσει να ωριμάζει. Η καμπάνα παντελόνι, το εφαρμοστό πουκάμισο και η φαβορίτα «φοριόντουσαν» ακόμη. Θυμάμαι τη μέρα που πέθανε ο Ξυλούρης, το είχε πει και στην τηλεόραση που ήταν ΕΡΤ και ΥΕΝΕΔ και που όσο ο «Ψαρονίκος» ήταν εν ζωή, τον απέφευγαν. Το «Πότε θα κάμει ξαστεριά» ήταν από τα πρώτα τραγούδια που μας έμαθε η δασκάλα, όταν άλλαξε η χρονιά και η κυβέρνηση. Το ’μαθα με την πρώτη. Φαίνεται τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ο Ξυλούρης το είχε κάνει σημαία της αντίστασης, μεσούσης της Χούντας, και οι φοιτητές ύμνο τους την μέρα της εξέγερσης της Νομικής, στις 21 Φεβρουαρίου του 1973, που ήταν και η μέρα που γεννήθηκα… Όταν πέρασε ένας χρόνος από το θάνατό του, η τηλεόρασης της Αλλαγής είχε φροντίσει να του κάνει ένα αφιέρωμα. Θυμάμαι και εκείνο το βράδυ. Έχω την εικόνα του Ξυλούρη με την καμπάνα, την φαβορίτα και το στενό εφαρμοστό πουκάμισο, να τραγουδά το «Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί». Ήταν από τα «Τραγούδια της Φωτιάς» το 1975.
Πηγή: ΤVX

16.11.15

TZOHN COLERIDGE ''Η Μπαλάντα Του Γέρου Ναυτικού''

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συνοδοιπόροι της Επικούρειας Φιλοσοφίας καλησπέρα, η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στον συγγραφέα του βιβλίου ''Η Μπαλάντα Του Γέρου Ναυτικού'' όσοι δεν το έχετε διαβάσει φροντίστε να το διαβάσετε σύντομα. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος. 
Νιώθω να σιγοκαίει η αγωνία εντός μου, τη συμφορά να έρχεται μέσα απ’ τον ψίθυρο του ανέμου, αφουγκράζομαι… Φοβάμαι και κρυώνω. Ιδρώνω όπως ποτέ, παραπατώ σε ξένα οράματα. Σαν πάλλευκο κουφάρι που άθελά του ξεπήδησε απ’ τον τάφο, σε σένα λέω: «Ξένε! Αν είσαι αποκύημα της φαντασίας μου ή ακόμα ένα παιχνίδι που μου στήνει το όνειρο, μέσα στα λόγια τούτα σε προστάζω να χαθείς!» Τότε η επίκληση της φαντασίας στη λογική του ονείρου με σήκωσε νωχελικά από το έδαφος και με ένα άλμα ανάσκελα στη θέση αυτού του μνήματος ταιριάζω. Τα μάτια κλείνω για να δω… Τ’ αερικά στοχάζονται… Ακούω τις συλλαβές τους… Οι χαραγμένες θύμησες γράφουν επάνω μου σωρό… Ίσα που τις διαβάζω… Σαν ιστορία μέσα στου χρόνου τις στοές, τούτη η ζωή του γερασμένου περιπλανώμενου σοφού, που μια κατάρα του όρισε μονάχα αλήθειες να αφηγείται, μέσα στα μάτια μου αφήνω να ξεδιπλωθεί κι ούτε κατά διάνοια να τα ανοίξω δεν τολμώ.

Ο χρόνος της γέννησης: 21 Οκτωβρίου του 1772. Ο τόπος: Ottery St. Mary, ένα μικρό χωριό του Devonshire. Το δέκατο και τελευταίο παιδί του John Coleridge, ενός φτωχού ανθρώπου, δασκάλου, συγγραφέα και ιεροκήρυκα, ο Samuel Taylor Coleridge άνοιξε τα μάτια στον κόσμο, στο σύμβολο που του έγνεψε σαν τελετή μυσταγωγίας βαθιά να το εξερευνήσει. Η μύηση στα μυστήρια του σύμπαντος έγινε από τη νεανική του κιόλας ηλικία, εκείνα τα χειμωνιάτικα βράδια που ο πατέρας του, του μιλούσε για τα άστρα, τους πλανήτες, τις Νεράιδες και τα πνεύματα. Ο εθισμός του νου στο Αχανές, η πίστη στον κόσμο των οραμάτων χωρίς να έχει ως κριτήριο την πίστη στις αισθήσεις γι’ αυτό που έβλεπε, η γλυκιά μελαγχολία, η αίσθηση της διαφορετικότητας στην παρατήρηση, του έδιναν τα πρώτα δείγματα μιας μεταφυσικής ενόρασης.
«Ο πατέρας μου (…) μου είπε τα ονόματα των άστρων – και πως ο Δίας ήταν χίλιες φορές μεγαλύτερος από τον δικό μας κόσμο -  και πως τα άλλα που σπινθηροβολούσαν αστέρια ήταν Ήλιοι που είχαν κόσμους που περιστρέφονταν γύρω απ’ αυτούς – και όταν έφτασα σπίτι μου έδειξε πως περιστρέφονταν. Τον άκουγα με βαθιά ευχαρίστηση και θαυμασμό ˙αλλά χωρίς καθόλου απορία ή δυσπιστία. Γιατί από το πρώιμο διάβασμα παραμυθιών με Νεράιδες και Πνεύματα και άλλα παρόμοια ο νους μου είχε εθιστεί στο Αχανές και ποτέ, με κανένα τρόπο, δεν θεώρησα τις αισθήσεις μου ως κριτήρια γι’ αυτό που πίστευα».
Σε ηλικία εννιά ετών, ένα τραγικό γεγονός θα σημαδέψει για πάντα τη ζωή του. Ο Θάνατος τον επισκέπτεται. Πεθαίνει ο πατέρας του και μέντοράς του. Τον επόμενο χρόνο τον στέλνουν για σπουδές στο Λονδίνο. Η φοίτηση στο Christ’s Hospital τον έκανε να διαπρέψει στα κλασικά γράμματα και ιδιαίτερα στην πλατωνική φιλοσοφία. Λίγο αργότερα η φιγούρα του Θανάτου προβάλλει και πάλι. Χάνει δυο από τα αδέρφια του. Ο ίδιος αρρώστησε βαριά και για να αντιμετωπίσει την ασθένεια παίρνει το κοινό φάρμακο της εποχής, λάβδανο, κύριο συστατικό του οποίου ήταν το όπιο. Η γνωριμία του με το όπιο έμελλε να είναι μοιραία και να του ανοίξει το δρόμο για τον εθισμό.
«Το λάβδανο μου έδινε ανάπαυση και ηρεμία, όχι ύπνο: αλλά εσύ, πιστεύω, γνωρίζεις πόσο θεική είναι αυτή η ανάπαυση – τι τόπος μαγείας, ένας πράσινος τόπος πηγών, λουλουδιών και δέντρων, μες στην καρδιά μια ερημιάς από άμμο.»
Έπειτα στη ζωή του θα στιγματιστεί ως χρήστης όπιου, και υποστήριξε πως ένα απ’ τα ποιήματά του, ο «Kubla Khan», εμπνεύστηκε από οράματα που είδε ενώ βρισκόταν υπό την επίρροια.
ΚΟΥΜΠΛΑ ΧΑΝ
(μτφρ.: Βαγγέλης Αθανασόπουλος)
Στο Ξαναντού ο Κούμπλα Χαν είχε προστάξει…
Των απολαύσεων μεγαλόπρεπο ανάκτορο:
Εκεί που ο Αλφ, το ιερό ποτάμι,
Μες από θεόρατες σπηλιές
Προς την ανήλιαγη θάλασσα κυλούσε.
Έτσι δύο φορές μίλια πέντε εύφορης γης
Με τείχη ζώστηκε και πύργους:
Κι ήταν εκεί κήποι φωτεινοί με φιδωτά ρυάκια,
Όπου πολλά μυριστικά ανθοβολούσαν δέντρα ˙
Και δάση εδώ όσο κι οι λόφοι αρχαία,
Περιβάλλοντας ηλιόλουστες κηλίδες πρασινάδας.
Μα ω! εκείνη η ρομαντική
βαθιά χαράδρα που έγερνε
Κάτω απ’ τον πράσινο λόφο
διαμέσου της σκεπής των κέδρων!
Άγριος τόπος! Ιερός και μαγεμένος
Σαν στοιχειωμένος στου φεγγαριού τη χάση
Από γυναίκα που μοιρολογά
τον έρωτά της για ένα ξωτικό!
Κι απ’ τη χαράδρα αυτή μ’ αντάρα
ασταμάτητη κοχλάζοντας,
Σαν η γης η ίδια με γρήγορα απανωτά
κοντανασάσματα ν’ ανάπνεε.
Τρανή πηγή τιναζόταν με βία:
Κι ανάμεσα στο παλινδρομικό
γοργό της τίναγμα
Τεράστια τινάζονταν συντρίμμια
όπως χαλάζι που αναπηδά,
Ή όπως οι κόκκοι του σταριού
μες από τ’ άχυρα
Κάτω απ’ το χτύπημα που με τον δάρτη
δίνει ο αλωνιστής:
Κι ανάμεσα σ’ αυτούς τους βράχους που χορεύουν
ταυτόχρονα και πάντα
Μονομιάς ξεχύνεται ο ιερός ποταμός.
Για πέντε μίλια ελισσόμενος
με δαιδαλώδη κίνηση
Μες από δάση και λαγκάδια
έτρεχε ο ιερός ποταμός,
Τότε στα θεόρατα έφτανε σπήλαια,
Και με βοή εβούλιαζε μες σ’ ένα ωκεανό νεκρό:
Και στη βοή αυτή ανάμεσα ο Κούμπλα
άκουσε από μακριά
Προγονικές φωνές που προφητεύαν πόλεμο!
Τ’ ανάκτορου των απολαύσεων ο ίσκιος
Στα κύματα έπλεε ανάμεσα ˙
Εκεί το μικρό ακούστηκε κριτήριο
Απ’ την πηγή κι από τα σπήλαια.
Ήτανε θαύμα σπάνιας μαστοριάς.
Ένα ανάκτορο των απολαύσεων ηλιόλουστο
μα και με σπήλαια πάγου!
Μια αρχοντοπούλα με σαντούρι
Σε όραμα είδα μια φορά:
Μι’ Αβησσυνή ήτανε κόρη,
Και στο σαντούρι της έπαιζε,
Υμνώντας το όρος Αβόρα.
Να ξαναζωντανέψω αν μπορούσα μέσα μου
Την αρμονία και τη φωνή της,
Σε μια ηδονή τόσο βαθιά θα με ‘φερνε,
Ώστε με μουσική δυνατή και παρατεταμένη,
Θα ‘χτιζα εκείνο το ανάκτορο μες στον αέρα,
Εκείνο το ηλιόλουστο ανάκτορο!
Εκείνες τις σπηλιές του πάγου!
Κι όλοι όσοι θ’ άκουγαν,
να τα δουν θα μπορούσαν εκεί,
Κι όλοι θα φώναζαν, Προσέξτε! Προσέξτε!
Τα μάτια του π’ αστράφτουν,
την κόμη που κυματίζει!
Τρεις φορές γύρω του πλέξτε ένα κύκλο,
Και τα μάτια σας κλείστε με τρόμο ιερό,
Γιατί αυτός με αμβροσία έχει τραφεί,
Και του παράδεισου ήπιε το γάλα.
Μετά όμως από την ευτυχισμένη περίοδο, όπου τα όνειρα τον βύθιζαν γλυκά σε μια κατάσταση ευφορίας, τον άφηναν να φαντάζεται μισοκοιμισμένος ενίοτε, ελέγχοντας τη μνήμη και τα πρόσωπα, διατηρώντας μιαν αλλόκοτη ζωντάνια και διώχνοντας μακριά οράματα δυσάρεστα και τρομακτικά, ήρθε κάτι που τάραξε τα νερά της λίμνης των μύχιων, μεθυστικών οραμάτων.
«Τότε όλη η μαγεία
Σβήνει – όλος ο τόσο ωραίος κόσμος των σκιών
Αφανίζεται, και χίλιοι κύκλοι απλώνουν,
Και παραμορφώνει ο ένας τον άλλον.
Στάσου για λίγο
Δύστυχε νέε! Που ‘τε τολμούσες
τα μάτια να σηκώσεις-
Γρήγορα το ποτάμι θα ξαναγίνει λείο,
και όπου να ‘ναι
Τα οράματα θα επιστρέψουν!
Και να ‘τος, γαληνεύει,
Κι αμέσως θαμπά τα κομμάτια
μορφών αγαπημένων
Τρεμουλιαστά έρχονται πίσω, ενώνονται
Και τώρα για μια φορά ακόμη
Το νερό καθρέφτης γίνεται.»

Μετά… ήρθαν οι πόνοι του ύπνου.
Η πίκρα και ο τρόμος πήραν τη θέση της γοητείας και της απόλαυσης.
ΟΙ ΠΟΝΟΙ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ
(μτφρ.: Βαγγέλης Αθανασόπουλος)

Όταν πάνω στο κρεβάτι μου
τα μέλη μου ξάπλωνα,
Συνήθειά μου δεν ήταν να προσεύχομαι
Με χείλη να κινούνται ή λυγισμένα γόνατα ˙
Μα σιωπηλά, μ’ αργούς αναβαθμούς,
Το πνεύμα μου συνθέτω σ’ Αγάπη,
Με ταπεινή πεποίθηση τα βλέφαρά μου κλείνω,
Μ’ ευλαβική παραίτηση,
Χωρίς ευχή να βάλω στο μυαλό μου,
Ούτε και κάποια σκέψη να εκφράσω,
Μόνο μια αίσθηση ικεσίας ˙
Μια αίσθηση πάνω σ΄όλη μου την ψυχή μου χαραγμένη
Πως είμαι αδύναμος, καταραμένος όμως όχι,
Μια και μέσα μου, γύρω μου, παντού
Αιώνια δύναμη και Σοφία υπάρχουν.
Ωστόσο χτες τη νύχτα φωναχτά προσευχήθηκα
Με αγωνία και οδύνη,
Βγαίνοντας πάνω από το πλήθος το δαιμονικό
Των σχημάτων και των σκέψεων
που με βασάνιζαν:
Ένα μακάβριο φως, ένας συρφετός
που με ποδοπατούσε,
Αίσθηση λάθους ανυπόφορου,
Κι αυτούς που περιφρονούσα
είναι οι μόνοι ισχυροί!
Δίψα εκδίκησης, η ανίσχυρη βούληση
Ακόμη σε σύγχυση, αλλά ακόμη φλογερή!
Επιθυμία κι απέχθεια παράξενα αναμιγμένες
Πάνω σε άγρια ή μισητά
αντικείμενα κολλημένες.
Φανταστικά πάθη! Συμπλοκή θορυβώδης
που τρελαίνει!
Και ντροπή και τρόμος πάνω απ’ όλα!
Πράξεις που δεν ήταν κρυφές
πρέπει να κρυφτούν,
Που εντελώς μπερδεμένος
δεν μπορούσα να ξέρω
Εάν τις είχα υποστεί ή αν τις έκανα:
Γιατί όλα φαίνονται ενοχή, μεταμέλεια η πόνος,
Δικές μου ή των άλλων είναι το ίδιο,
Φόβος που πνίγει τη ζωή,
ντροπή που πνίγει την ψυχή.
Έτσι δυο νύχτες πέρασαν:
της νύχτας ο τρόμος
Έθλιβε και μάραινε τη μέρα που ‘ρχόταν.
Ο Ύπνος, η μεγάλη ευλογία, φαινόταν σε μένα
Του λοιμού η χειρότερη συμφορά.
Την τρίτη νύχτα, όταν η ίδια μου η δυνατή κραυγή
Απ’ το δαιμονικό με ξύπνησε όνειρο,
Εξαντλημένος από μαρτύρια παράξενα
και άγρια,
Έκλαψα όπως τότε που ήμουνα παιδί ˙
Κι έχοντας έτσι με δάκρυα χαμηλώσει
Την οδύνη μου προς μια πιο ήπια διάθεση,
Τέτοιες τιμωρίες, είπα, αξίζαν
Σε φύσεις βαθύτατα κηλιδωμένες
απ’ την αμαρτία,-
Γιατί πάντα σ’ αναταραχή ξανά και ξανά
Είναι η αβυσσαλέα μέσα κόλαση,
Ο τρόμος τις πράξεις τους να δουν,
Να γνωρίσουν και να σιχαθούν,
παρότι εύχονται και κάνουν!
Τέτοιες λύπες σε τέτοιους ανθρώπους αρμόζουν,
Μα τότε γιατί, γιατί να πέφτουν σε μένα πάνω;
Μονάχα ν’ αγαπιέμαι, αυτό χρειάζομαι,
Κι αυτόν που αγαπώ, τον αγαπώ αληθινά.
Επόμενος σταθμός το Jesus College, στο Cambridge, το 1791. Εκτός από ένα σύντομο διάστημα, στο οποίο κατατάχτηκε στους Δραγώνους το 1793 για να ξεφύγει από τα χρέη και την αποτυχία του στον έρωτα, διέμεινε στο Cambridge μέχρι το 1795 όπου συνάντησε τον Robert Southey, ένα φίλο ποιητή με τον οποίο μοιράζονταν τις ίδιες πολιτικές ιδέες. Έκαναν συζητήσεις και πολλά σχέδια για να θέσουν σε εφαρμογή μαζί, αλλά στην υλοποίησή τους εμφανίστηκαν προβλήματα. Τον Οκτώβρη του 1795 ο Coleridge παντρεύεται τη Sara Flicker, την αδερφή της Edith, την οποία είχε παντρευτεί την προηγούμενη χρονιά ο καλός φίλος του Southey. Δεν συνάντησε όμως τότε τον έρωτα στη ζωή του. Τον επόμενο Σεπτέμβρη γεννιέται το πρώτο του παιδί, ο David Hartley Coleridge, που πήρε το όνομά του από τον ομώνυμο φιλόσοφο. Ο Southey σύστησε στον Coleridge τον ποιητή William Wordsworth to 1797. Μια σημαντική γνωριμία στη ζωή και των δυο ποιητών. Ο Coleridge έγινε φίλος με τον Wordsworth και την αδελφή του Dorothy. Από τις συζητήσεις τους προέκυψαν οι «Lyrical Ballads» («Λυρικές Μπαλάντες»). Το 1798 γεννιέται και το δεύτερο παιδί του Coleridge, που το ονόμασε Berkeley δίνοντας και σ΄αυτό το όνομα ενός φιλοσόφου. Εκείνη την περίοδο, είχε σχηματιστεί γύρω του ένας κύκλος φίλων και θαυμαστών που ο ποιητής είχε πάνω τους μια ευεργετική επίδραση. Ήταν μια εποχή βαθιάς υπαρξιακής και πνευματικής κρίσης, κατά την οποία το κύριο ενδιαφέρον του ήταν στραμμένο στη φιλοσοφία και όχι στην ποίηση μέσω της οποίας έρχονταν στην επιφάνεια και έπαιρναν μορφή μόνο μερικά σπαράγματα της σκέψης του. Αυτή η ανάγκη αναθεώρησης των φιλοσοφικών αρχών τον έστρεψε προς τη Γερμανία. Εκεί του αποκαλύφτηκε ένα πανόραμα ιδεών. Ο πνευματικός του ορίζοντας διευρύνθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνει, τουλάχιστον, ο πιο εμπνευσμένος από τη γενιά του Άγγλος ερμηνευτής του Γερμανικού Ρομαντισμού.
«Κανείς δεν υπήρξε ποτέ μεγάλος ποιητής χωρίς να είναι παράλληλα βαθύς φιλόσοφος. Γιατί η ποίηση είναι το άνθος και η ευωδία όλης της ανθρώπινης γνώσης, των ανθρωπίνων σκέψεων, των ανθρωπίνων παθών, των συγκινήσεων και της γλώσσας»
(Biographia Literaria, τ.Β΄, σ.19)

Συναρπάστηκε τόσο από την παραμονή του εκεί που την παράτεινε κι άλλο. Η Sara του ζητούσε να γυρίσει, οι Wordsworths μετά λύπης τους τον άφησαν εκεί και γύρισαν πίσω στην πατρίδα τους που την νοστάλγησαν και το Φεβρουάριο του 1799 πεθαίνει ο γιος του Berkeley. Αυτό προκάλεσε τύψεις κι ενοχές στον ποιητή. Γύρισε στην Αγγλία τον Ιούλιο του 1799 με πάρα πολλά σχέδια στο μυαλό του, αλλά ελάχιστα από αυτά πραγματοποιήθηκαν. Η φήμη του που είχε απλωθεί, οι προσδοκίες των θαυμαστών του, οι πολλοί και φιλόδοξοι στόχοι του ίδιου του ποιητή, όλα αυτά τον συνέτριψαν κάτω απ’ το βάρος τους. Η σχέση του με τη Sara που είχε δοκιμαστεί την εποχή της παραμονής του στη Γερμανία, τώρα έχει ουσιαστικά διακοπεί. Και έρχεται ένας άλλος έρωτας, με ένα χαριτωμένο ζωηρό κορίτσι, τη Sara Hutchinson, φίλη των Wordsworths, που τη μεγαλύτερη αδερφή της Mary ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε ο Wordsworth το 1802. Ο έρωτας αυτός του Coleridge καθόρισε και, μέχρι ένα βαθμό υπονόμευσε οτιδήποτε έκανε και έγραψε ο ποιητής για τα επόμενα δέκα χρόνια. Συνετέλεσε στη διάλυση του γάμου του, συνέβαλε στην καταστροφή της υγείας του, και σχεδόν έκαμψε τη θέλησή του να συνεχίσει το έργο του. Η Sara Hutchinson (Asra- αναγραμματισμός του ονόματός της-, όπως την αναφέρει στα ποιήματά του) κυριάρχησε στη φαντασία του και αύξησε σε μεγάλο βαθμό το αίσθημα προσωπικής ανεπάρκειας και πρόωρης αποτυχίας που τον κατείχε, και που τον οδήγησε στο όπιο και στο αλκοόλ.
ΠΙΣΤΗ ΣΕ ΕΝΑ ΙΔΕΑΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
(μτφρ. Βαγγέλης Αθανασόπουλος)
                                                                                                                     

13.11.15

Walkman!!!!!!!!!!!!! Domus Arigato YUMIKO SAN Αυτό το γουόκμαν όταν το έπιασα στα χέρια μου πριν 45 χρόνια έμεινα άφωνος από τον ήχο.

RETRO Σου θυμίζει κάτι; το έχω ακόμα, για φαντάσου! 35 χρόνια!!!! Φίλες και Φίλοι πριν 35 χρόνια περίπου μια πολύ καλή φίλη από την Ιαπωνία μου είχε κάνει δώρο αυτό το καταπληκτικό Walkman, είχα πάθει την πλάκα μου!!! ήταν κάτι εξωπραγματικό για τα δεδομένα εκείνης της εποχής.
Όταν άκουσα τον ήχο ζουρλάθηκαEmojiEmojiEmoji ήταν μαγεία!!!!!!!! έπαιρνε μόνο κασέτα, και παράλληλα με άλλη κασέτα ειδική ήταν και ράδιο!!!!!!!! ο ήχος διαστημικός!!!!!! Το Walkman είναι δημιούργημα του 86χρονού; σήμερα, Ναμπουτόσι Κιχάρα αρχιμηχανικού στο Τμήμα  Ήχου και καινοτομιών της Sony. Ο τότε πρόεδρος της εταιρείας Άκιο Μορίτα του είχε ζητήσει να σχεδιάσει μια συσκευή που θα μπορούσε να παίρνει μαζί του στα υπερατλαντικά ταξίδια, αλλά και στο γήπεδο του γκόλφ, για να ακούει τις αγαπημένες του όπερες. ''θέλω ένα κασετόφωνο που μπορώ να το κουβαλάω μαζί μου στο γκόλφ, αλλά και οπουδήποτε'' ήταν η ρητή εντολή-επιθυμία του κ. Μορίτα. Ο κ. Κιχάρα πέρασε όλο το 1978 απομονωμένος στο εργαστήριό του και στις αρχές του επόμενου έτους έκανε στους προϊσταμένους του τα αποκαλυπτήρια της συσκευής που άλλαξε τη (μουσική) ζωή εκατομμυρίων νέων της εποχής. 

 Σήμερα οδεύει προς τις προθήκες των μουσείων τεχνολογίας, η θα βρίσκεται στην κατοχή κάποιων ανθρώπων που έχουν ζήσει μαζί του απίθανες μουσικές στιγμές και έχουν δεθεί μαζί του συναισθηματικά.Το δικό μου ήταν της ΤOSHIBA Το πρώτο Walkman στη Σκανδιναβία ονομάστηκε freestyle, στην Αμερική soundabout kai stowaway στο Ηνωμένο Βασίλειο. Και σε όσους αρέσουν οι αριθμοί τους πληροφορώ πως η Sony κατάφερε να πουλήσει περίπου 220 εκατομμύρια. Όσοι από εσάς που θα διαβάσετε αυτό το κείμενο και έχετε ένα walkman στο συρτάρι σας η ξεχασμένο σε κάποιο ράφι, καλό θα είναι να το φυλάξετε, ως ένα χρυσό κομμάτι νοσταλγίας από μιαν άλλη, αθώα εποχή. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Fuji Tomo Kazu.EmojiEmoji



The original Sony Walkman, 1980
Πηγες: filoftero+ TO BHMA 

10.11.15

H MAΘΗΤΡΙΑ ΜΑΡΙΑ ΤΣΟΥΚΑΡΑ ΓΡΑΦΕΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΚΑΛΔΑΡΑ

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συναθλητές της Μαραθώνιας διαδρομής κ.ο.μ. σας καλησπερίζω, δυστυχώς σ' αυτόν το Μαραθώνιο δεν συμετείχε ο Mr Pepos λόγω τραυματισμού, στη σημερινή ανάρτηση ακόμα ένας μουσικάνθρωπος από την πόλη των Τρικάλων, και το όνομα αυτού Απόστολος Καλδάρας. Το πιο κάτω κείμενο είναι της μαθήτριας Μαρίας Τσουκάρα και είναι ένα απόσπασμα από το δικό της πόνημα, Μαρία σ' ευχαριστώ. Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Fuji Tomo Kazu.


Τσουκάρα Μαρία, μαθήτρια Γ΄ Γυμνασίου
Η «Αγία Τριάδα» του λαϊκού τραγουδιού
Μάρκος Βαμβακάρης - Απόστολος Καλδάρας - Βασίλης Τσιτσάνης».

Ο Απόστολος Καλδάρας αποτελεί μία μοναδική περίπτωση για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι. Είναι ο μοναδικός συνθέτης που «έζησε» και υποστήριξε με γνησιότητα τις διαφορετικές περιόδους του λαϊκού τραγουδιού, που όχι μόνο εμπλούτισε με την παρουσία του και τη δημιουργία του, αλλά που στην ουσία συνδιαμόρφωσε μαζί με άλλους εμπνευσμένους προγενέστερους, σύγχρονους και μεταγενέστερους ομοτέχνους του.
Σε μία ομιλία του σε εκδήλωση στην κοινότητα Θρακομακεδόνων, με αφορμή τη συμπλήρωση πέντε ετών από το θάνατο του Απόστολου Καλδάρα, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είχε αναφερθεί στην «Αγία Τριάδα» του λαϊκού τραγουδιού, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «πατριάρχης υπήρξε ο Μάρκος Βαμβακάρης, ενώ ισότιμα δεξιά του και αριστερά του στέκονται ο Απόστολος Καλδάρας και ο Βασίλης Τσιτσάνης».
Τι όμως είναι αυτό που τον ξεχωρίζει από τους σύγχρονούς του και τον κάνει μοναδικό; Η απάντηση συνδέεται άμεσα με την πορεία και την προσφορά των άλλων δύο μελών της, κατά τον Λ. Παπαδόπουλο, «Αγίας Τριάδας». Ο Μ. Βαμβακάρης είναι αυτός που αναμφισβήτητα θεμελίωσε το αστικό λαϊκό τραγούδι, διαμόρφωσε τη φόρμα του και δημιούργησε τον καμβά μέσα από τη σύνθεση επιρροών που εμπεριέχουν στοιχεία από το βυζαντινό μέλος, το δημοτικό μοτίβο, τις καντάδες. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η μεγάλη τιμή ανήκει στον Μ. Βαμβακάρη. Η εσωτερική μετανάστευση οδηγεί στην αστικοποίηση μεγάλου αριθμού του πληθυσμού. Και από το 1922 και μετά η Αθήνα, ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα περικυκλώνονται από προσφυγικούς συνοικισμούς. Το δημοτικό τραγούδι δεν μπορεί να εκφράσει τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων, την αποπνικτική ατμόσφαιρα, την απουσία ανοιχτού ορίζοντα που αναζητούν το δικό τους τρόπο έκφρασης.
Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι το μουσικό ισοδύναμο των μαζών των αστικών κέντρων και ο Μ. Βαμβακάρης ο κυριότερος εκφραστής του. Και αν στα πρώτα του βήματα εκφράζει τον παραβατικό υπόκοσμο, τους χασικλήδες, τους φυλακισμένους, το λούμπεν προλεταριάτο, έρχεται ο Β. Τσιτσάνης να «γλυκάνει» τη μουσική και το στίχο διατηρώντας τη λεβεντιά και να το βάλει στο στόμα όλων των Ελλήνων. Είναι χάρη κυρίως στον Β. Τσιτσάνη που το περιθωριακό ρεμπέτικο μετουσιώνεται σε αστικό λαϊκό τραγούδι και προσεγγίζει με αμεσότητα τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Σ' αυτήν την πορεία του ο Β. Τσιτσάνης βρίσκει στο πρόσωπο του συμπατριώτη του, νεότερου στην ηλικία, Απ. Καλδάρα, τον καλύτερο σύμμαχο. Ο νεαρός Απόστολος από τα πρώτα του βήματα στη δισκογραφία δείχνει σαφή δείγματα ενός μεγάλου ολοκληρωμένου δημιουργού.
Γράφει υποδειγματικά κλασικά ρεμπέτικα στην πρώτη του μελωδική περίοδο (1947-1955). Καθώς επίσης λαϊκά αριστουργήματα στη συνέχεια για το χρονικό διάστημα 1955-1965, περίοδος που ίσως είναι και η παραγωγικότερη της δημιουργίας του. Το μεγάλο όμως καλλιτεχνικό βήμα που τον βάζει μπροστά από τους προγενέστερους ή σύγχρονούς του ομότεχνους πραγματοποιείται από το 1965 και μετά, όταν ο Καλδάρας, δεχόμενος τα μηνύματα της εποχής, μετουσιώνει τη λαϊκή φόρμα των τραγουδιών του και την κεντά σε έναν έντεχνο καμβά. Το «Ένα αστέρι πέφτει, πέφτει» του 1965 θεωρείται η αφετηρία σε αυτήν τη μεγάλη στροφή που πραγματοποίησε ο Απόστολος ανοίγοντας καινούριους δρόμους που κορυφώνονται το 1972 και το 1973 με την κυκλοφορία της «Μικράς Ασίας» και του «Βυζαντινού Εσπερινού», δίσκων που αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα ολοκληρωμένης έντεχνης δουλειάς. Εδώ βρίσκεται και η ιδιοφυΐα του δημιουργού.
Αυτό είναι, λοιπόν, το συγκριτικό πλεονέκτημα του Απ. Καλδάρα. Δίνει το δυναμικό «παρών» σε όλες τις φάσεις του λαϊκού μας τραγουδιού, με ορισμένα από τα ομορφότερα και χαρακτηριστικότερα τραγούδια της κάθε περιόδου, επιδεικνύοντας μια ιδιοφυή προσαρμοστικότητα στις ραγδαίες κοινωνικές πολιτιστικές αλλαγές που συντελούνται στον τόπο μας. Ανάλογο προηγούμενο δεν υπάρχει και αυτό το γεγονός τον καθιστά μοναδικό.

Μουσικά ακούσματα στα παιδικά του χρόνια
Ο Απόστολος Καλδάρας γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 7 Απριλίου του 1922 από Μετσοβίτες γονείς. Ας αφήσουμε όμως τον ίδιο να μιλήσει για τα παιδικά του χρόνια, όπως τα ανέφερε στον Τάσο Σχορέλη, τον άνθρωπο που με το μεράκι και την αγάπη του για το λαϊκό τραγούδι κατάφερε να μας αφήσει σημαντικές μαρτυρίες από τους πρωτεργάτες του στο έργο του «Ρεμπέτικη Ανθολογία»: «Η συνοικία που πρωτοείδα το φως του ήλιου είναι τα Αραπάτικα που είχαν κοινά σύνορα με τον τότε νεότευκτο οικισμό των προσφύγων που είχαν έρθει από τη Μ. Ασία, τα "Προσφυγικά" όπως τα λέγανε. Τους θεωρούσαν τότε (τους πρόσφυγες) σαν παρείσακτους που η εγκατάσταση τους εκεί δε σήμαινε τίποτα άλλο παρά ζημιά γιο τους γηγενείς. Θυμάμαι που πολλές μανάδες δεν άφηναν τα παιδιά τους να παίζουν με τα "προσφυγάκια" επειδή τα δυστυχισμένα εκείνα πλάσματα ήταν φτωχοντυμένα και τα περισσότερα τότε σχεδόν ξυπόλυτα και γενικά είχανε πάνω τους τα σημάδια της τραγικής τους μοίρας». Και συνεχίζει ο Απόστολος με πολλή τρυφερότητα: «Εγώ όμως τα αγαπούσα, για εμένα ήταν οι φίλοι μου... Ήτανε τα γειτονάκια μου που φτιάχναμε τόπι από κουρέλια για να παίζουμε στις αλάνες της γειτονιάς». Στη συνέχεια αναφέρεται στα παιδικά του ακούσματα:
«Σε ένα καφενεδάκι πρωτάκουσα τον Μπάτη, τη βραχνή φωνή του Μάρκου, που αργότερα ρουφούσαν τ' αυτιά μου μία-μία τις απλές εκείνες νότες που βγαίνανε από το χωνί του μισοχαλασμένου φωνόγραφου και που έγινε αιτία πολλές φορές να με τιμωρήσει η μητέρα μου γιατί άργησα να πάω ή μάλλον να γυρίσω σπίτι μου, απορροφημένος τελείως από τη μουσική εκείνη... Σε ένα τρίτο καφενεδάκι πρωτάκουσα τον Τσιτσάνη, τον Στράτο, τον Παπαϊωάννου, τον Μπαγιαντέρα, τον Χατζηχρήστο, τον Κερομύτη και τόσους άλλους που η φαντασία μου τους εξίσωνε με θεούς».
Έτσι από μικρή ηλικία μαθητεύει κοντά στον ψάλτη της ενορίας, ο οποίος διακρίνοντας το μουσικό του «αυτί» τον κάνει Ισοκράτη. Το βυζαντινό μέλος είναι και το στοιχείο που θα επιδράσει περισσότερο και θα χαρακτηρίσει το δημιουργό Καλδάρα στο μέλλον:
«...Με τον καιρό εγώ έμαθα να διακρίνω τους ήχους της βυζαντινής μουσικής και πολλά άλλα ιδιόμελά της... Αργότερα, όταν μεγάλωσα, μπήκα και στη χορωδία την εκκλησιαστική, που πλαισίωνε τον ψάλτη συνοδεύοντάς τον με τετραφωνία πια. Εν τω μεταξύ είχα παρακολουθήσει και πολλά μαθήματα βυζαντινής μουσικής από τον αριστερό ψάλτη της εκκλησίας μας, αλλά τα εγκατέλειψα όταν άρχισα να γράφω τραγουδάκια ερωτικά με την κιθάρα μου. Νίκησε η φύση όπως βλέπεις».
Αυτές είναι οι μουσικές καταβολές του Απ. Καλδάρα. Ας προστεθούν σ' αυτές και η επίδραση που άσκησε η δημοτική μουσική, λόγω της Μετσοβίτισσας μητέρας του που τραγουδούσε με έναν εξαίσιο τρόπο ηπειρώτικα τραγούδια.
Η βυζαντινή μουσική, τα τραγούδια των Μικρασιατών, ο Μάρκος και ο Μπάτης, η ηπειρώτικη παράδοση αποτελούν ένα ευλογημένο μίγμα που θα πυροδοτήσει το πηγαίο ανεξάντλητο ταλέντο που θα δώσει για 45 χρόνια ορισμένα από τα ομορφότερα λαϊκά τραγούδια.
Το μόνο που λείπει μέχρι τότε είναι το μέσο να εκφραστεί η τέχνη του Απόστολου. Στην αρχή είναι η κιθάρα, δώρο ενός πρωτοξάδελφου. Το όργανο όμως που πραγματικά τον μάγεψε και τον κέρδισε ήταν το μπουζούκι: «Ήταν το καλοκαίρι του 1936 και έκανα βόλτα με τους φίλους μου, όταν βλέπω στην οδό Ασκληπιού έναν άνδρα να ακουμπάει το ένα του πόδι στη ρόδα του καροτσιού που πουλούσε παγωτά και στο γόνατο του επάνω να στηρίζει ένα όργανο άγνωστο τότε στον πολύ κόσμο, το μπουζούκι». (Από ραδιοφωνική συνέντευξη του Απ. Καλδάρα στη Μ. Κλιάφα το 1989).
Ο άνδρας με το μπουζούκι που αναφέρει ο Απόστολος δεν είναι άλλος από τον Μήτσο Παπασίκα, μαζί με τον οποίο αργότερα, στη διάρκεια της κατοχής, έπαιξαν μπουζούκι σε διάφορα κέντρα και καφενεία των Τρικάλων.
Τελειώνει το Γυμνάσιο Τρικάλων το Νοέμβριο του 1941. Ως «άπορος με καλή επίδοση και συμπεριφορά» είχε τελειώσει το ίδιο αυτό Γυμνάσιο ο Βασίλης Τσιτσάνης λίγα χρόνια νωρίτερα. Οι δυο άποροι μαθητές του Γυμνασίου Τρικάλων έμελλε να σηκώσουν το λαϊκό τραγούδι στους ώμους τους, να εκφράσουν με την τέχνη τους την ψυχή ενός ολόκληρου λαού. Είχαν προηγηθεί ένας Συριανός και ορισμένοι ακόμα ταπεινοί ομότεχνοί τους που δημιούργησαν τις βάσεις του λαϊκού μουσικού μας πολιτισμού και έστρωσαν το δρόμο στους Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, που δίκαια τους αναγνώρισαν και τους αποκάλεσαν δασκάλους τους.
Είπαν για τον Απόστολο Καλδάρα
Μίκης Θεοδωράκης:
«Με το θάνατο του Απόστολου Καλδάρα χάνεται ένας από τους τελευταίους μεγάλους του λαϊκού μας τραγουδιού. Η μουσική του γαλούχησε γενιές Νεοελλήνων και βοήθησε στην αναγέννηση του ελληνικού τραγουδιού».
Γιάννης Μαρκόπουλος:
«Μεγάλη απώλεια. Ο Απόστολος Καλδάρας ήταν από τα πιο μεγάλα μουσικά αναστήματα της λαϊκής μας μουσικής. Τα τραγούδια του θα μείνουν αθάνατα, γιατί μέσα τους είχαν πολλές φορές το πιο μεγάλο επίπεδο, που σκόπευε η νεοελληνική τέχνη για να μπει μέσα στο πάνθεον του μεγάλου πολιτισμού της Ανατολής».
Κώστας Βίρβος:
«...Έχω να πω ότι χάθηκε ίσως ο μεγαλύτερος λαϊκός μας συνθέτης. Δεν είχε ολοκληρώσει ακόμα το έργο του. Είχε πολλά να δώσει. Ο πρόωρος θάνατός του μας στέρησε από τη δημιουργική του προσφορά.
Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι
το σκοτάδι είναι βαθύ
γιατί ένα παλικάρι
πήγε για να κοιμηθεί.
Με συγχωρείς, Απόστολε, για την παράφραση του μεγαλειώδους στίχου σου, αλλά δεν μπορούσα με άλλα λόγια να πω ότι δεν είσαι πια κοντά μας. Δε μας έφυγες, απλά πήγες να κοιμηθείς. Κουράστηκες ίσως γιατί δινόσουν ολόκληρος στις δημιουργικές σου στιγμές. Βέβαια εμείς χάσαμε εσένα, μα ο Ελληνισμός κέρδισε έναν ανεπανάληπτο λαϊκό συνθέτη κι έναν ασύγκριτο ποιητή που πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία. Μόνο το "Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι" και το "Σ' ένα βράχο φαγωμένο" φτάνουν να σε καθιερώσουν ως το μεγαλύτερο ίσως συνθέτη και σε ένα από τους πιο μεγάλους ποιητές μας.
(.) Θεωρώ τον εαυτό μου προνομιούχο γιατί έγραψα μαζί σου πάνω από 150 τραγούδια και γιατί από τη συνεργασία σου έμαθα πάρα πολλά. Οι στιχουργοί έχουν να το λένε ότι τους έβγαζες τον καλύτερο τους εαυτό.
Μα πώς αλλιώς θα γίνονταν τα τραγούδια τέλεια; Ήσουν ο συνθέτης κι ο στιχουργός που τα ήξερε όλα. Πάντα είχες μια σφαιρική αντίληψη του τι συμβαίνει γύρω μας. Το είδος του τραγουδιού, είτε μάγκικο λεγότανε, είτε ρεμπέτικο, είτε λαϊκό το κατείχες, ήταν κτήμα σου. Ήξερες το βυζαντινό μέλος απέξω και ανακατωτά, γεννημένος δίπλα στον προσφυγικό συνοικισμό, αγάπησες αυτούς τους πονεμένους ανθρώπους και έμαθες τα τραγούδια τους.
Ποιος απλός 'Έλληνας συνθέτης θα μπορούσε να γράψει τόσο αριστουργηματικά τη "Μικρά Ασία" σε στίχους του Πυθαγόρα; Ποιος άλλος Έλληνας συνθέτης θα είχε για κάθε τραγούδι και άλλον δρόμο (τρόπο) στο "Βυζαντινό Εσπερινό" σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου;».
Γιώργος Νταλάρας:


«Έφυγε πρόωρα, ξαφνικά και άδικα, παίρνοντας μαζί του τα μεγάλα μυστικά της λαϊκής μουσικής. Ο Απόστολος Καλδάρας ήταν ένας πολύ μεγάλος, ένας μοναδικός συνθέτης, που κατάφερε να εκφράσει το λαϊκό συναίσθημα και τον καημό των ανθρώπων, πέρα και πάνω από κάθε γραφικότητα. Οι γνώσεις του για τη λαϊκή μουσική ήταν έξω από κάθε σύγκριση και μέτρο, γι' αυτό το κενό που αφήνει είναι τεράστιο. Η πλουσιότερη και ουσιαστικότερη περίοδος του λαϊκού τραγουδιού χάνει έναν από τους τελευταίους θεματοφύλακές της. Το τραγούδια του θα μας θυμίζουν την απουσία του. Χάνω ένα μεγάλο φίλο, ένα δάσκαλο, έναν πατέρα, που με προίκισε με ανεκτίμητα δώρα, τα τραγούδια του. θα τον τιμώ και ευγνωμονώ για πάντα».
Λευτέρης Παπαδόπουλος:
«Ο τελευταίος από τους μεγάλους του λαϊκού τραγουδιού. Μαζί με Βαμβακάρη και Τσιτσάνη στάθηκαν οι τρεις κορυφές του τριγώνου του λαϊκού τραγουδιού με την υπογράμμιση όμως ότι ο Καλδάρας εξακολουθούσε να γράφει έως τις τελευταίες ώρες της ζωής του. Για μένα έχει γράψει ένα από τα 2-3 σημαντικότερα ελληνικά τραγούδια, το "Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι", που και μόνο γι' αυτό θα μπορούσε να περάσει στην ιστορία».
Ανιχνευτής: Επικούρειος Πέπος.