Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

26.2.16

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΒΑΙΟΣ Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΣΤΟΒΑΙΟΥ
Ο Ιωάννης Στοβαίος έζησε κατά τον πέμπτο μετά Χριστόν αιώνα. Καταγόταν από τους Στόβους, μία εύπορη πόλη τής Μακεδονίας, που βρισκόταν χτισμένη στην συμβολή των ποταμών Εριγώνα και Αξιού. Σ’ αυτή την πόλη ο Ιωάννης – ο οποίος ήταν «γραμματικός», δηλαδή μελετητής τής κλασικής γραμματείας – οφείλει και το επώνυμό του, που σώζεται και με την μορφή «Στοβεύς» (στο Λεξικό Σούδα).

Γιά τον βίο τού Ιωάννη διαθέτουμε ελάχιστες πληροφορίες. Γνωρίζουμε, όμως, ότι είχε έναν γιό, τον Σεπτίμιο, τού οποίου την παιδεία φρόντιζε με ιδιαίτερη επιμέλεια. Υποθέτουμε, επίσης, ότι – τόσο εξαιτίας τού επαγγέλματός του, όσο και λόγω τού έργου που μας κληροδότησε – πρέπει να διέθετε μία αρκετά μεγάλη προσωπική συλλογή βιβλίων τής αρχαίας ελληνικής γραμματείας.
«Εκλογές, Αποφθέγματα, Υποθήκες»
Το πολυσέλιδο «Ανθολόγιο» τού Ιωάννη Στοβαίου φέρει την ονομασία «Εκλογές, Αποφθέγματα, Υποθήκες» και αποτελείται από τέσσερα βιβλία, τα οποία περιέχουν εκλεκτά αποσπάσματα από έργα ποιητών, θεολόγων, φιλοσόφων, ιστορικών και ρητόρων τής αρχαιότητας και των ελληνιστικών χρόνων, καλύπτοντας μία χρονική περίοδο περίπου δώδεκα αιώνων.
Το πρώτο και το δεύτερο βιβλίο – με μεταφυσικό και με γνωσιολογικό και ηθικό περιεχόμενο αντίστοιχα – έχουν υποστεί σοβαρούς ακρωτηριασμούς, οπότε η ανάγνωσή τους καθίσταται προβληματική. Το τρίτο βιβλίο ασχολείται αποκλειστικά με θέματα ηθικής, ενώ το τέταρτο με θέματα ηθικής, παιδαγωγικής και πολιτικής.
Σύμφωνα με την μαρτυρία τού πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου Α΄ («Μυριόβιβλος»), το έργο τού Ιωάννη έφερε και πρόλογο, συντεταγμένο και χωρισμένο σε δύο κεφάλαια από τον ίδιο τον ακάματο ανθολόγο. Από αυτόν τον πρόλογο σώζεται μόνον ένα μικρό τμήμα.
Το «Ανθολόγιο» συντάχθηκε από τον Ιωάννη γιά χάρη τού γιού του, με σκοπό να βοηθήσει τον νεαρό Σεπτίμιο στην ταχύτερη ανάγνωση και στην επιτυχέστερη μελέτη των καλύτερων και διδακτικότερων αποσπασμάτων τής αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Σήμερα, το ίδιο έργο αποτελεί πολύτιμη πηγή γνώσεων και πληροφοριών, αφού μέσα στις σελίδες του σώζονται χωρία από έργα διάσημων συγγραφέων, των οποίων τα βιβλία δυστυχώς δεν έφτασαν ακέραια μέχρι την εποχή μας.
Η μετάφραση τής παρούσας έκδοσης
Η νεοελληνική μετάφραση τής παρούσας έκδοσης επιχειρεί – στο μέτρο τού ευλόγως δυνατού – να διασώσει την επικοινωνιακή δύναμη, την εσωτερική συνοχή των φιλοσοφικών νοημάτων, καθώς και την εξωτερική δομή των πρωτοτύπων κειμένων τού «Ανθολογίου», χωρίς να προδίδει ή να αγνοεί τις ανεξάντλητες και πολυεπίπεδες εκφραστικές δυνατότητες τού σύγχρονου ελληνικού γραπτού λόγου.
Αγκύλες χρησιμοποιούνται στα σημεία όπου το αντίστοιχο πρωτότυπο κείμενο παρουσιάζει κενά ή χάσματα, ενώ εντός παρενθέσων τοποθετούνται οι εντελώς απαραίτητες λέξεις, οι οποίες συμπληρώνουν το νόημα των προβληματικών προτάσεων.
Διευκρίνιση
Σ’ αυτό το σημείο κρίνεται σκόπιμη η διευκρίνιση των παρακάτω στοιχείων: τα αρχαία κείμενα τής συλλογής τού Ιωάννη Στοβαίου «μεταφράστηκαν» στην νέα ελληνική γλώσσα, δηλαδή οι «φράσεις» τής αρχαίας ελληνικής μετατράπηκαν σε «φράσεις» τής νεοελληνικής γλώσσας. Τα αρχαία κείμενα, λοιπόν, δεν «μεταγλωττίστηκαν» (διότι κινηθήκαμε στα πλαίσια τής ίδιας γλώσσας, τής ελληνικής, αντιμετωπίζοντας δύο μορφές της που διαφέρουν λόγω τού χρόνου, κατά τον οποίον αναπτύχθηκαν), ούτε «αποδόθηκαν» (αφού «αποδίδουμε» ένα νόημα και όχι μία γλώσσα), ούτε «ερμηνεύτηκαν» (επειδή κανενός τύπου διευκρίνιση ή ανάλυση ή επεξήγηση ή σχολιασμός δεν εντάχθηκε στο κείμενο τής νεοελληνικής μετάφρασης).
Το τελικό αποτέλεσμα τής παρούσας προσπάθειας θα κριθεί από τις ερίτιμες αναγνώστριες και τους ευγενικούς αναγνώστες τού βιβλίου, των οποίων οι παρατηρήσεις θα είναι πάντοτε ευπρόσδεκτες.
Αθανάσιος ΤσακνάκηςΚαμίνι Άγρας, ΛέσβοςΙούνιος τού 2006  Ιωάννης Στοβαίος
Περί Κακίας
1. Δημήτριος.
Η πονηριά είναι πολύ ευάλωτη, επειδή πάντοτε αποβλέπει μόνον στο κέρδος και πείθεται – με αφροσύνη και ορμητικότητα – απ’ όλα.
2. Αξιόνικος.
Όταν κάποιος άνδρας δανείζει χρήματα σ’ έναν πονηρό, δίκαια παίρνει λύπες γιά τόκο.
3. Αντιφάνης.
Όταν κάποιος – όντας εύπορος – πράττει αισχρά πράγματα, τι προσδοκάς να πράξει όταν φτωχύνει;
4. Μένανδρος – Παλλακή.
Η πονηριά ανακυκλώνει πολλούς λογισμούς.
5. Μένανδρος.
Μισώ τον πονηρό όταν λέει χρήσιμα λόγια.
Η πονηριά είναι κάτι ασυλλόγιστο.
7. Σκλήριος.
Σε πολλούς θνητούς η όψη είναι ευγενής, αλλά ο νους τους αποδεικνύεται αγενής.
8. Φιλιππίδης.
Ακόμη και ο σκληρότερος συκοφάντης, εάν λάβει δύο μνες, θα φύγει πιό μαλακός και από τ’ αρνί.
9. Ησίοδος – Έργα.
Καμμία χάρη δεν θα υπάρχει στην τήρηση τού όρκου, ούτε στο δίκαιο ούτε στο αγαθό. Κυρίως θα τιμούν τον εργάτη τού κακού και τον υβριστή άνδρα. Δεν θα κρατούν στα χέρια την δικαιοσύνη και την αιδώ. Ο κακός θα βλάψει τον καλύτερο άνθρωπο, μιλώντας με πλάγια λόγια και παίρνοντας όρκο γι’ αυτά. Σε όλους τους ελεεινούς ανθρώπους θα υπάρχει κακόγλωσση ζήλια, χαιρέκακη με όλους, στυγερή στην όψη.
10. Ζηνόδοτος.
Πάντοτε κηρύσσεται η αρετή, ενώ ο κακός άνδρας – είτε ζωντανός είτε νεκρός – έχει σιωπηλό βίο.
11. Ησίοδος – Έργα.
Τώρα, λοιπόν, κ’ εγώ να μην είμαι δίκαιος, ούτε ο ίδιος ούτε ο γιός μου, επειδή είναι δίκαιο να είναι κάποιος κακός άνδρας εάν ο πιό άδικος απολαμβάνει μεγαλύτερη τιμή.
Ο κακός γείτονας είναι συμφορά, όσο μεγάλη ωφέλεια είναι ο αγαθός. Τιμή τού έτυχε εκείνου, που τού έτυχε καλός γείτονας. Ούτ’ ένα βόδι δεν θα χανόταν εάν ο γείτονας δεν ήτανε κακός.
13. Ευριπίδης – Βελλεροφόντης.
Ποτέ δεν πρέπει να θεωρείς βέβαιο πράγμα την ευτυχία τού κακού άνδρα και τον παράλογο πλούτο, ούτε το γένος των αδίκων, επειδή ο αγέννητος Χρόνος – επιφέροντας δίκαιους κανόνες – μού δείχνει την κακία των ανθρώπων.
Δία μου, γιατί έδωσες στους ανθρώπους σαφή τεκμήρια γιά τον χρυσό, ώστε να ξεχωρίζουν τον κίβδηλο, ενώ κανένα σημάδι δεν έχει χαραχτεί κάπου στο σώμα, ώστε να φαίνεται ο κακός άνθρωπος;
Αλίμονο! Καμμιά δικαιοσύνη δεν υπάρχει στο τωρινό γένος!
16. Σοφοκλής.
Ένας σοφός εξαφανίζεται μεταξύ πολλών επιβλαβών.
17. Δίων – Ευβοϊκός.
Σχεδόν ποτέ τα μοχθηρά δεν παραμένουν στο ίδιο μέρος, αλλά πάντοτε κινούνται και προχωρούν προς ασελγέστερες μορφές, επειδή δεν τους τυχαίνει κανένα είδος αναγκαίου μέτρου.
18. Φίλιππος.
Όταν οι Βυζάντιοι ρώτησαν τον Φίλιππο σε τι τον αδίκησαν και τους πολιορκεί, αυτός τους είπε ότι είναι ανόητοι και όμοιοι μ’ εκείνον που έχει όμορφη γυναίκα και – όταν κάποιοι την εγκωμιάζουν – τους ρωτά γιατί την εγκωμιάζουν.
19. Θαλής.
Όταν ο Θαλής ρωτήθηκε ποιό είναι το πιό βλαβερό πράγμα, είπε: «η κακία, επειδή βλάπτει τα καλά όταν βρεθεί κοντά τους».
20. Δημοσθένης.
Ο Δημοσθένης έλεγε ότι πολλές φορές τού ερχόταν να ευχηθεί να χαθούν οι πονηροί, αλλά φοβόταν μήπως – εξαιτίας τής ευχής – καταστήσει παντελώς έρημη την πόλη.
21. Πυθαγόρας.
Το φαύλο δεν ακούει τον θεϊκό νόμο, γι’ αυτό και παρανομεί.
22. Λυσίας.
Όποιος δεν προνοεί ώστε να μην αδικήσει, και φροντίζει ώστε να μην τιμωρηθεί, αδικεί.
23. Δημοσθένης – Φιλιππικοί.
Όποιος πράττει και προετοιμάζει εκείνα, από τα οποία εγώ θα πιανόμουν, αυτός πολεμά εμένα, ακόμη και αν δεν βάλλει και δεν τοξεύει εναντίον μου.
24. Φιλήμων – Αγύρτης.
Πόσο πονηρή στο σύνολό της είναι η φύση τού ανθρώπου! Αλλιώς, ποτέ δεν θα χρειαζόταν τον νόμο.
Γιατί, λοιπόν, ο Προμηθεύς, γιά τον οποίον λένε ότι έπλασε εμάς και όλα τ’ άλλα ζώα, έδωσε στο καθένα από τα θηρία μία φύση κατά γένος; Όλοι οι λέοντες είναι άλκιμοι. Ύστερα πάλι, οι λαγοί είναι όλοι δειλοί. Δεν υπάρχει αλεπού που από την φύση της να είναι είτε κρυψίνους είτε ανυπόκριτη, αλλά – ακόμη κ’ εάν κάποιος συναθροίσει τριάντα χιλιάδες αλεπούδες – θα δει ότι μία είναι η φύση και μία η συμπεριφορά όλων γενικά. Σ’ εμάς, όμως, όσα είναι – στον αριθμό – τα σώματα όλων μας, άλλες τόσες είναι και οι συμπεριφορές που θα δεις.
27. Σοφοκλής – Αίας.
Φεύγω, γιατί θα ήτανε ντροπιαστικό να μάθαινε κάποιος ότι με λόγια τιμωρώ ενώ χρειάζεται βία.
Φεύγω, λοιπόν, γιατί ούτ’ εσύ τολμάς να επαινέσεις τα δικά μου λόγια, ούτ’ εγώ τους δικούς σου τρόπους.
30. Λυκούργος.
Γιά όσους με τον χειρότερο τρόπο χρησιμοποιούν τ’ αγαθά τής φύσης, γι’ αυτούς η ευτυχία είναι πολέμια. Κατά τον ίδιο τρόπο, εάν κάποιος, ενώ είναι ανδρείος, περισσότερο προτιμά να ληστεύει παρά να στρατεύεται, κ’ ενώ είναι ισχυρός, προτιμά να είναι λωποδύτης παρά […] να είναι σύμβουλος, κ’ ενώ είναι όμορφος, προτιμά να μοιχεύει παρά να νυμφεύεται, αυτός είναι προδότης των αγαθών που προέρχονται από την φύση.
31. Μουσώνιος.
Γιατί κατηγορούμε τους τυράννους ενώ εμείς είμαστε χειρότεροι απ’ αυτούς; Αφού έχουμε τις ίδιες μ’ αυτούς ορμές, αν και δεν έχουμε όμοια τύχη.
32. Θεόδωρος.
Ο Θεόδωρος ο Κυρηναϊκός, όταν ο βασιλιάς Λυσίμαχος απείλησε ότι θα τον εκτελέσει, είπε: «λησμόνησα ότι δεν έχεις δύναμη βασιλιά, αλλά κωνείου».
33. Θεόκριτος.
Όταν ο Θεόκριτος ρωτήθηκε ποιά είναι τα χειρότερα θηρία, είπε: «στα όρη είναι οι αρκούδες και οι λέοντες, ενώ στις πόλεις οι τελώνες και οι συκοφάντες».
34. Επιστολή περί φιλίας.
Μερικοί καλύπτουν τις κακίες τους με ευπρεπείς λέξεις, αποκαλώντας απλότητα την αγάπη γιά το σώμα, και προνοητικότητα την αγάπη γιά το χρήμα.
35. Επιστολή περί φιλίας.
Είναι χρήσιμο και αναγκαίο να είμαστε πολυμήχανοι και πολύτροποι – εκεί που χρειάζεται και πανουργία – εναντίον των αλλόφυλων πολεμίων, ενώ το να έχουμε παντοτινά κ’ εναντίον όλων επίβουλο και κακομήχανο ήθος, δεν μας προσθέτει στους ευφυείς, όπως φαντάζονται μερικοί, αλλά στην μερίδα των πολύ πονηρών.
36. Δημόκριτος.
Εύκολο είναι να επαινούμε και να ψέγουμε όσα δεν χρειάζεται να συμβαίνουν. Καθένα από τα δύο είναι χαρακτηριστικό κάποιου πονηρού ήθους.
37. Διονύσιος Αλικαρνασεύς.
Κατά τον ίδιο τρόπο σκέψης οι άνθρωποι απαλλάσσουν τους εαυτούς τους και δεν εμπιστεύονται τους άλλους.
38. Βίων – Περί δουλείας.
Ο Βίως ισχυρίζεται: «οι αγαθοί δούλοι είναι ελεύθεροι, ενώ οι πονηροί ελεύθεροι είναι δούλοι πολλών επιθυμιών.
39. Ιάμβλιχος – Λόγοι προτρεπτικοί προς την φιλοσοφία.
Εξίσου επισφαλές είναι να δίνεις μαχαίρι σε μανιακό, και δύναμη σε μοχθηρό.
40. Σωκρατικός.
Ο Σωκρατικός ο Κυνικός, όταν κάποτε άκουσε έναν πονηρό χαρακτήρα να κακολογεί τον Πλάτωνα, είπε: «πάψε, γιατί ούτε εσύ κακολογώντας εκείνον θα γίνεις πιστευτός, ούτε εκείνος επαινώντας εσένα».
41. Σιμωνίδης.
Ο Σιμωνίδης ο μελοποιός, όταν κάποιος τού είπε ότι πολλοί – από εκείνους που βρίσκονται κοντά του – τον κακολογούν, είπε: «ποτέ δεν θα πάψεις να με βλασφημείς με τ’ αυτιά σου;».
42. Ανάχαρσις.
Ο Ανάχαρσις ο Σκύθης, όταν ρωτήθηκε από κάποιον τι είναι εχθρικό γιά τους ανθρώπους, είπε: «οι ίδιοι γιά τους εαυτούς τους».
43. Πλάτων – Πολιτεία, βιβλίο γ΄.
[…]
– Είναι, βέβαια, το πιό αισχρό απ’ όλα.
– Αλήθεια, το επόμενο σού φαίνεται να είναι πιό αισχρό απ’ αυτό; Όταν, δηλαδή, κάποιος, όχι μόνον σπαταλά το μεγαλύτερο μέρος τού βίου του στα δικαστήρια, είτε ως κατηγορούμενος είτε ως κατήγορος, αλλά και πείθεται, από την ακαλαισθησία, ότι πρέπει να επαίρεται γι’ αυτό, δηλαδή γιά το ότι είναι άξιος ν’ αδικεί και ικανός να ελίσσεται ποικιλοτρόπως, συλλογιζόμενος πώς να ξεφύγει μέσω όλων των υπεκφυγών, ώστε να μην καταδικαστεί, και μάλιστα γιά πράξεις μικρές και ανάξιες λόγου, και αγνοώντας πόσο ωραιότερο και καλύτερο είναι να προπαρασκευάζει τον βίο του έτσι, ώστε να μην χρειάζεται καθόλου κάποιον νυσταγμένο δικαστή;
– Πράγματι, αυτό είναι πιό αισχρό από το προηγούμενο.
44. Πλάτων – Νόμοι, βιβλίο β΄.
Εγώ, λοιπόν, λέω σαφώς ότι τα λεγόμενα κακά είναι αγαθά γιά τους άδικους, και κακά γιά τους δίκαιους, ενώ τ’ αγαθά είναι όντως αγαθά γιά τους αγαθούς, και κακά γιά τους κακούς.
45. Σωκράτης.
Το ίδιο πράγμα είναι ν’ ασφαλίζεις με ασθενή άγκυρα ένα πλοίο και με φαύλη γνώμη μιά ελπίδα.
46. Ξενοφών – Κύρου ανάβαση.
Ήταν πρόδηλο ότι ο Μένων ο Θεσσαλός πολύ επιθυμούσε τον πλούτο, κ’ επιθυμούσε να κυβερνά γιά ν’ αποκτά περισσότερα, κ’ επιθυμούσε να τιμάται γιά να κερδίζει περισσότερα, κ’ ήθελε να είναι φίλος των πολύ δυνατών γιά ν’ αδικεί χωρίς να καταδικάζεται, και φανταζόταν ότι η πιό σύντομη οδός – γιά να καταφέρνει όσα επιθυμούσε – ήταν η επιορκία και το ψεύδος και η εξαπάτηση, και θεωρούσε ότι η απλότητα και η αλήθεια είναι ταυτόσημες με την ηλιθιότητα. Ήταν, λοιπόν, φανερό ότι δεν έδειχνε στοργή σε κανέναν, και ήταν πρόδηλο ότι επιβουλευόταν εκείνον, στον οποίον έλεγε ότι ήταν φίλος του. Δεν περιγελούσε κανέναν πολέμιο και πάντοτε συζητούσε με όλους τους παρισταμένους σαν να τους περιγελούσε. Δεν επιβουλευόταν τ’ αποκτήματα των πολεμίων, επειδή φανταζόταν ότι είναι δύσκολο να πάρει όσα φυλάσσονται, ενώ φανταζόταν ότι μόνον αυτός γνωρίζει να παίρνει εύκολα τ’ αποκτήματα των φίλων, επειδή είναι αφύλακτα. Όσους αντιλαμβανόταν ως επίορκους και άδικους, τους φοβόταν ως καλά οπλισμένους, ενώ προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί τους ευσεβείς και φιλαλήθεις, θεωρώντας αυτούς δειλούς.
47. Αισχίνης.
Αυτός ο άνθρωπος, λοιπόν, κάνει το εξής ιδιαίτερο και όχι κοινό πράγμα: οι άλλοι αλαζόνες, λοιπόν, όταν ψεύδονται, προσπαθούν να λένε αόριστα και ασαφή πράγματα, φοβούμενοι τον έλεγχο, ενώ ο Δημοσθένης, όταν φέρεται αλαζονικά, πρώτον ψεύδεται παίρνοντας όρκο με κατάρες εις βάρος του, δεύτερον τολμά να λέει ότι κάποτε θα γίνουν πράγματα που γνωρίζει ότι δεν θα γίνουν ποτέ, και λέει τα ονόματα ανθρώπων, των οποίων τα σώματα δεν έχει δει, κλέβοντας όσα έχει ακούσει και μιμούμενος όσους λένε την αλήθεια. Πράγματι, λοιπόν, είναι άξιος να μισείται πολύ, διότι – όντας πονηρός – διαφθείρει τις μεθόδους των χρηστών ανθρώπων.
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

ΠΡΟΚΛΟΣ Ο ΛΥΚΙΟΣ η ΠΡΟΚΛΟΣ Ο ΔΙΑΔΟΧΟΣ Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πεπος

Ο Πρόκλος, ο οποίος έγινε και ο Διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποτελεί μια μεγάλη μορφή της Ελληνικής Φιλοσοφίας, ο οποίος σε εποχές δύσκολες κατόρθωσε να καταγράψει και να διασώσει ένα σημαντικότατο έργο και να εκπληρώσει την αποστολή που, κατά τον βιογράφο του Μαρίνο, του είχε αναθέσει η ίδια η θεά Αθηνά. Είτε αυτό είναι αλήθεια, είτε αυτό αποτελεί υπερβολή του βιογράφου του Μαρίνου, εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι σίγουρα δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, μιας και ο Πρόκλος μας παρέδωσε ένα σημαντικότατο έργο, το οποίο αποτελεί θησαυρό για τους μελετητές της Ελληνικής Φιλοσοφίας, και το οποίο μας δίνει την απόδειξη ότι η Ελληνική Φιλοσοφία αποτελεί επιστήμη και μάλιστα σε εκπληκτική ταύτιση με τις ανακαλύψεις και προσεγγίσεις της σύγχρονης Φυσικής μιας και εκεί αναγνωρίζουμε και ταυτοποιούμε, έκπληκτοι μάλιστα, έννοιες όπως τη θεωρία της σχετικότητας, την έννοια του χωροχρονικού συνεχούς, την φύση της σκοτεινής ύλης και της σκοτεινής ενέργειας, ότι το σύμπαν είναι ένα ολογραφικό φράκταλ, την λογική για την ύπαρξη των πολλαπλών συμπάντων και άλλα. Ο Πρόκλος τελικά, κατέγραψε και διέσωσε πολλά από αυτά που εδιδάσκοντο μέσα στην Ακαδημία και που δεν είχαν μέχρι τότε καταγραφεί και που ο Αριστοτέλης τα είχε ονομάσει «Άγραφα Δόγματα». 

Οι όποιες παραπομπές στο έργο του βιογράφου του Μαρίνου, προέρχονται από τις εκδόσεις Κάκτος, για τις οποίες οφείλουμε να αποδώσουμε χάριτες και ευγνωμοσύνη μιας και μας παρέδωσαν το σύνολο του έργου του Πρόκλου (πάνω από 40 τόμους) αφ’ ενός μεν ως συμβολή στην προσπάθεια των Ελλήνων μελετητών να προσεγγίσουν σε βάθος την Ελληνική Φιλοσοφία, αφ’ ετέρου δε ως ασπίδα απέναντι στους διάφορους περιφερόμενους επιτηδείους που αυτοπαρουσιαζόμενοι ως δάσκαλοι και προσπαθώντας να ικανοποιήσουν προσωπικά συμπλέγματα και φιλοδοξίες, παρουσιάζουν μια διαστρεβλωμένη και παραποιημένη προσωπική εκδοχή της Ελληνικής Φιλοσοφίας και ιδιαιτέρως της Ορφικοπυθαγορείου και Πλατωνικής γραμμής. Ο Πρόκλος γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου την 8η Φεβρουαρίου του +412. Καταγόταν από μια πλούσια οικογένεια της Λυκίας. Όταν έγινε έφηβος, πήγε για σπουδές στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου κατ’ αρχήν ασχολήθηκε με την ρητορική και στην συνέχεια με την φιλοσοφία με δασκάλους τον Ολυμπιόδωρο και τον μαθηματικό Ήρωνα. Σε ηλικία 20 περίπου ετών μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου εγκαθίσταται μόνιμα. Φοιτά στην Πλατωνική Ακαδημία με διευθυντή τον Πλούταρχο τον Αθηναίο και ακολούθως με τον Συριανό, τον οποίο και διαδέχεται στην διεύθυνση της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποκτώντας για τον λόγο αυτό, το προσωνύμιο Διάδοχος. Κατά τον Μαρίνο, ο Πρόκλος είχε εξαιρετικά καλή κατάσταση των αισθήσεων και μάλιστα «της όρασης και της ακοής που έχουν δωριθεί από τους θεούς στους ανθρώπους για την φιλοσοφία και την καλή ζωή» (υπονοώντας έτσι την δυνατότητα διόρασης και διακοής), σωματική δύναμη. Είχε καλή μνήμη, ήταν φιλομαθής, γενναιόδωρος ευχάριστος, φιλαλήθης, δίκαιος, ανδρείος και σώφρων. Η σχέση του με την θεά Αθηνά αρχίζει από την παιδική του ηλικία μιας και γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου του οποίου πολιούχος ήταν η Αθηνά. «Τον υποδέχεται και σχεδόν τον γεννά η πολιούχος θεά του Βυζαντίου, η οποία υπήρξε τότε η αιτία της ύπαρξης του, καθώς γεννήθηκε στην πόλη της, και αργότερα φρόντισε για την καλή του κατάσταση, όταν πλέον έφτασε στην παιδική και την εφηβική ηλικία. 

Γιατί αυτή εμφανιζόμενη στο όνειρο του, τον καλούσε στην φιλοσοφία. Για αυτό πιστεύω σε αυτόν υπήρξε και μεγάλη οικειότητα με την θεά, ώστε και με εξαίρετο τρόπο να πραγματοποιεί τα μυστήρια της και με μεγαλύτερο ενθουσιασμό να ακολουθεί τις επιταγές της» μας λέει ο Μαρίνος. Μεταβαίνοντας στην Αλεξάνδρεια και θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του σαν δικηγόρος, σπούδασε δίπλα στον σοφιστή Λεωνά και στον γραμματικό Ωρίωνα. Μετά από ένα πολύ σύντομο ταξίδι στο Βυζάντιο, όπου και είδε σε όνειρο την θεά Αθηνά να τον προτρέπει να σπουδάσει φιλοσοφία στην Αθήνα, επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια σπούδασε κοντά στον φιλόσοφο Ολυμπιόδωρο και στον μαθηματικό Ήρωνα. Όταν πια αισθάνθηκε ότι ήλθε η ώρα, ταξίδεψε στην Αθήνα, υπακούοντας στο όραμα και την προτροπή της θεάς Αθηνάς που είχε όταν ταξίδεψε στο Βυζάντιο. «Για να διατηρηθεί πλέον ανόθευτη και γνήσια η διαδοχή στον Πλάτωνα, τον οδηγούν οι θεοί στην προστάτιδα της φιλοσοφίας, όπως ξεκάθαρα φανέρωσαν όσα προηγήθηκαν από το ταξίδι του, και τα θεϊκά σημάδια που πραγματικά συνέβησαν, προφητεύοντας σε αυτόν ξεκάθαρα την κληρονομιά από τον πατέρα του και την απόφαση για την διαδοχή που θα ερχόταν από ψηλά» μας τονίζει ο Μαρίνος, σημειώνοντας έτσι την σπουδαιότητα της αποστολής που είχε ανατεθεί στον Πρόκλο και που εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται. Η πρώτη επαφή του ήταν με τον Συριανό, ο οποίος και τον σύστησε στον Πλούταρχο τον γιό του Νεστορίου. Εκείνος, διακρίνοντας την αγάπη και την έφεση του Πρόκλου για την φιλοσοφία, παρόλη την μεγάλη του ηλικία, αφιέρωσε πολύ χρόνο στην εκπαίδευση του, μετά δε από δύο χρόνια που πέθανε, την διδασκαλία του την ανέλαβε ο καινούργιος πλέον διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, ο Συριανός. 

Η εξέλιξη του Πρόκλου ήταν ραγδαία. «Και αυτός εφαρμόζοντας άγρυπνη εξάσκηση και φροντίδα νύχτα-μέρα και καταγράφοντας συνοπτικά και με κριτικό πνεύμα όσα συζητούσαν, τόσο πολύ προόδευε σε μικρό χρονικό διάστημα ώστε όταν ήταν είκοσι οκτώ χρονών, έγραψε και πολλά άλλα και τα γλαφυρά και γεμάτα με επιστημονική γνώση υπομνήματα στον Τίμαιο» Το έργο του Πρόκλου ήταν πολύ δύσκολο, διότι εκτός από τα εξεζητημένα θέματα της Φιλοσοφίας που διαπραγματευόταν, είχε να αντιμετωπίσει και την πνευματική παρακμή και τον σκοταδισμό που επικρατούσε εκείνη την εποχή στην Αθήνα. Έτσι θα βρούμε διάσπαρτα στα κείμενα του, δείγματα της αγωνίας και της αντίστασης που ακόμα αντέτασσαν οι πνευματικοί Έλληνες στην υποδούλωση της ελευθερίας της σκέψης. Ο ίδιος ο Πρόκλος αναφέρει ότι: «Ωστόσο, θα έλεγε κανείς, ότι και με άλλο τρόπο μπορεί να εκλείψει το ανθρώπινο γένος. Γιατί σήμερα δεν υπάρχουν κάτοικοι τούτων εδώ των τόπων της Αττικής, μολονότι δεν συνέβη ούτε κατακλυσμός ούτε εκπύρωση αλλά μια τρομερή ασέβεια η οποία αφανίζει ολοκληρωτικά τα ανθρώπινα». Λέει δε σε ένα άλλο του έργο: «Οι άνθρωποι της εποχής μας κατεξοχήν συνηθίζουν να επικρίνουν τους παλαιούς μύθους ότι ευθύνονται για την μεγάλη αφ’ενός θρασύτητα στις περί θεών δοξασίες και αφ’ετέρου, για τις πολλές αταίριαστες και ταπεινές φανταστικές εικόνες, και δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να οδηγούν τους πολλούς ανθρώπους στην τωρινή φοβερή και ανώμαλη καταπάτηση των ιερών θεσμών» Σχετικά δε ο Μαρίνος αναφέρει: «Και το είδος της πολιτικής του ανδρείας το απέδειξε πραγματικά ηράκλειο. 

Γιατί αν και βρέθηκε μέσα σε μια παραζάλη και τρικυμία περιστάσεων και σε τυφωνικούς ανέμους που φυσούσαν ενάντια στην έννομη ζωή, αυτός ο άνδρας σταθερά και ακλόνητα, αν και ριψοκίνδυνα, διέσωσε την ζωή του και, όταν κάποτε αποκαλύφθηκε σε ένα κλοιό αρπακτικών, έφυγε όπως μπορούσε από την Αθήνα, υπακούοντας στην περιφορά του σύμπαντος, και πραγματοποίησε το ταξίδι στην Ασία, και αυτό με πάρα πολύ μεγάλη ωφέλεια… Αφού έζησε ένα μόνο χρόνο στην Λυκία, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα με την πρόνοια της θεάς της σοφίας» Βοηθούσε όσο μπορούσε όσους ασχολούντο με την φιλοσοφία, απαιτώντας την στήριξη τους από τους τότε άρχοντες, ήταν δε συμπονετικός και φιλάνθρωπος προς όλους όσους υπέφεραν και είχαν ανάγκη. Ο Μαρίνος, παρόλο που θα μπορούσε να περιγράψει με πιο γνωστά και σταθερά στοιχεία που ακριβώς εβρίσκετο το σπίτι του Πρόκλου, προτίμησε να το προσδιορίσει αναφέροντας ιερά. Έτσι, αναφερόμενος σε μια τελετή που είχε κάνει κρυφά ο Πρόκλος στο Ασκληπιείο για την ίαση της Ασκληπιαγένειας και υπονοώντας πόσο σκοτεινή ήταν η εποχή εκείνη για τους Έλληνες, θρησκευτές αναφέρει: «Και τέτοιο έργο έκανε με τον ίδιο τρόπο με αυτή την περίπτωση διαφεύγοντας την προσοχή των πολλών και χωρίς να δίνει καμία αφορμή σε όσους ήθελαν να τον υπονομεύσουν, καθώς σε αυτό βοηθούσε και το σπίτι, στο οποίο αυτός κατοικούσε. Γιατί εκτός από τα άλλα τυχερά, η κατοικία του υπήρξε απολύτως κατάλληλη, την οποία και ο πατέρας του ο Συριανός και ο παππούς του, όπως ο ίδιος τον αποκαλούσε, Πλούταρχος κατοίκησαν, και η οποία ήταν γειτονική με το ξακουστό από τον Σοφοκλή Ασκληπιείο, αλλά και με το θέατρο του Διονύσου, ενώ φαινόταν ότι ήταν και με άλλους τρόπους αντιληπτή από την ακρόπολη της Αθηνάς» Την μεγάλη του σχέση με την θεά Αθηνά, πέραν των ήδη αναφερθέντων, την περιγράφει πολύ συγκινητικά ο Μαρίνος, αναφερόμενος στην αρπαγή του αγάλματος της Αθηνάς από τον Παρθενώνα: «Πόσο αυτός ήταν αγαπητός και στην ίδια την θεά της σοφίας, το παρουσίασε αρκετά και η επιλογή της φιλοσοφικής ζωής, η οποία έγινε έτσι, όπως ο λόγος πιο πάνω υπέδειξε. Αλλά και η ίδια η θεά με σαφήνεια το υπέδειξε, όταν το άγαλμα της που από το παρελθόν είχε τοποθετηθεί στον Παρθενώνα, μεταφερόταν από αυτούς που κινούν τα ακίνητα. 

Γιατί είδε ο φιλόσοφος στο όνειρο του ότι βρισκόταν δίπλα του μια όμορφη γυναίκα και ότι του ανήγγειλε ότι πρέπει πολύ γρήγορα να προετοιμάσει το σπίτι του. Γιατί η κυρίαρχη Αθηναΐδα, του είπε, θέλει να μείνει κοντά σου» Ο Πρόκλος δεν παρέλειπε να τιμά και όσους έπρεπε να τιμηθούν κατά τα πάτρια: «Γιατί δεν είχε παραλείψει καμιά κατάλληλη στιγμή της συνηθισμένης λατρείας για αυτούς, σε κάποιες συγκεκριμένες ημέρες κάθε χρόνου, και περιερχόμενος τους τάφους των αττικών ηρώων και τα μνήματα των φιλοσόφων και των άλλων που υπήρξαν φίλοι και γνωστοί του, έκανε τα καθιερωμένα όχι μέσω κάποιου άλλου, αλλά ενεργώντας ο ίδιος. Και μετά από την λατρεία καθενός, έφευγε για την Ακαδημία και εξευμένιζε τις ψυχές των προγόνων του και γενικά όλες τις ψυχές της γενιάς του ξεχωριστά σε κάποιον τόπο. Από κοινού πάλι με τις ψυχές όλων των φιλοσόφων σε άλλο μέρος πρόσφερε χοές. Και εκτός από όλους αυτούς, ο ευσεβής οριοθέτησε και έναν τρίτο τόπο και μέσα σε αυτόν πρόσφερε εξιλαστήριες θυσίες σε όλες τις ψυχές των νεκρών» Πέθανε το 124ο έτος από την βασιλεία του Ιουλιανού ή αλλιώς την 17η Απριλίου του +485. Ετάφη σε κοινό τάφο με τον δάσκαλο του τον Συριανό, στην περιοχή του Λυκαβηττού, στο δε μνήμα του εγράφη και το παρακάτω επίγραμμα που το συνέθεσε ο ίδιος: «Εγώ υπήρξα ο Πρόκλος, Λύκιος στην γενιά, το οποίο ο Συριανός εδώ με ανέθρεψε διάδοχο της διδασκαλίας του. Αυτός εδώ ο κοινός τάφος δέχτηκε τα σώματα και των δύο, μακάρι και τις ψυχές μας κοινός τόπος να τις λάβει» Ο Πρόκλος θεωρείτο σοφός άνθρωπος στην εποχή του καθώς και από τους μεταγενέστερους του και ήταν ευρύτατα γνωστός ακόμη και σε μη Ελληνόφωνους, γι’ αυτό και κάποια έργα του (ολόκληρα ή τμήματα τους) έχουν διασωθεί και σε Λατινική ή Αραβική μετάφραση. Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τον Πρόκλο στον Ελληνικό χώρο γίνεται με τον Μιχαήλ Ψελλό και κορυφώνεται με τον Πλήθωνα Γεμιστό. Πολλοί δε οικειοποιήθηκαν και παραποίησαν μέρη του έργου του για να παρουσιάσουν δική τους φιλοσοφική θεώρηση, όπως για παράδειγμα ο ψευδό-Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης. Σήμερα υπάρχει στην ξένη βιβλιογραφία απειρία βιβλίων, μελετών και άρθρων Πανεπιστημιακών και μη μελετητών του Πρόκλου. Στην Ελληνική πραγματικότητα, πέραν της μεγάλης προσφοράς των εκδόσεων Κάκτος, αρχίζουν και εμφανίζονται δειλά-δειλά, μελέτες και αναλύσεις των έργων του Πρόκλου, τα οποία ευκτέον είναι να πολλαπλασιασθούν. ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ! Πηγή (περισσότερα): http://empedotimos.blogspot.gr/2009/02/blog-post.html

Copy the BEST Traders and Make Money :
http://bit.ly/fxzulu
Ο Πρόκλος, ο οποίος έγινε και ο Διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποτελεί μια μεγάλη μορφή της Ελληνικής Φιλοσοφίας, ο οποίος σε εποχές δύσκολες κατόρθωσε να καταγράψει και να διασώσει ένα σημαντικότατο έργο και να εκπληρώσει την αποστολή που, κατά τον βιογράφο του Μαρίνο, του είχε αναθέσει η ίδια η θεά Αθηνά. Είτε αυτό είναι αλήθεια, είτε αυτό αποτελεί υπερβολή του βιογράφου του Μαρίνου, εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι σίγουρα δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, μιας και ο Πρόκλος μας παρέδωσε ένα σημαντικότατο έργο, το οποίο αποτελεί θησαυρό για τους μελετητές της Ελληνικής Φιλοσοφίας, και το οποίο μας δίνει την απόδειξη ότι η Ελληνική Φιλοσοφία αποτελεί επιστήμη και μάλιστα σε εκπληκτική ταύτιση με τις ανακαλύψεις και προσεγγίσεις της σύγχρονης Φυσικής μιας και εκεί αναγνωρίζουμε και ταυτοποιούμε, έκπληκτοι μάλιστα, έννοιες όπως τη θεωρία της σχετικότητας, την έννοια του χωροχρονικού συνεχούς, την φύση της σκοτεινής ύλης και της σκοτεινής ενέργειας, ότι το σύμπαν είναι ένα ολογραφικό φράκταλ, την λογική για την ύπαρξη των πολλαπλών συμπάντων και άλλα. Ο Πρόκλος τελικά, κατέγραψε και διέσωσε πολλά από αυτά που εδιδάσκοντο μέσα στην Ακαδημία και που δεν είχαν μέχρι τότε καταγραφεί και που ο Αριστοτέλης τα είχε ονομάσει «Άγραφα Δόγματα». Οι όποιες παραπομπές στο έργο του βιογράφου του Μαρίνου, προέρχονται από τις εκδόσεις Κάκτος, για τις οποίες οφείλουμε να αποδώσουμε χάριτες και ευγνωμοσύνη μιας και μας παρέδωσαν το σύνολο του έργου του Πρόκλου (πάνω από 40 τόμους) αφ’ ενός μεν ως συμβολή στην προσπάθεια των Ελλήνων μελετητών να προσεγγίσουν σε βάθος την Ελληνική Φιλοσοφία, αφ’ ετέρου δε ως ασπίδα απέναντι στους διάφορους περιφερόμενους επιτηδείους που αυτοπαρουσιαζόμενοι ως δάσκαλοι και προσπαθώντας να ικανοποιήσουν προσωπικά συμπλέγματα και φιλοδοξίες, παρουσιάζουν μια διαστρεβλωμένη και παραποιημένη προσωπική εκδοχή της Ελληνικής Φιλοσοφίας και ιδιαιτέρως της Ορφικοπυθαγορείου και Πλατωνικής γραμμής. Ο Πρόκλος γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου την 8η Φεβρουαρίου του +412. Καταγόταν από μια πλούσια οικογένεια της Λυκίας. Όταν έγινε έφηβος, πήγε για σπουδές στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου κατ’ αρχήν ασχολήθηκε με την ρητορική και στην συνέχεια με την φιλοσοφία με δασκάλους τον Ολυμπιόδωρο και τον μαθηματικό Ήρωνα. Σε ηλικία 20 περίπου ετών μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου εγκαθίσταται μόνιμα. Φοιτά στην Πλατωνική Ακαδημία με διευθυντή τον Πλούταρχο τον Αθηναίο και ακολούθως με τον Συριανό, τον οποίο και διαδέχεται στην διεύθυνση της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποκτώντας για τον λόγο αυτό, το προσωνύμιο Διάδοχος. Κατά τον Μαρίνο, ο Πρόκλος είχε εξαιρετικά καλή κατάσταση των αισθήσεων και μάλιστα «της όρασης και της ακοής που έχουν δωριθεί από τους θεούς στους ανθρώπους για την φιλοσοφία και την καλή ζωή» (υπονοώντας έτσι την δυνατότητα διόρασης και διακοής), σωματική δύναμη. Είχε καλή μνήμη, ήταν φιλομαθής, γενναιόδωρος ευχάριστος, φιλαλήθης, δίκαιος, ανδρείος και σώφρων. Η σχέση του με την θεά Αθηνά αρχίζει από την παιδική του ηλικία μιας και γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου του οποίου πολιούχος ήταν η Αθηνά. «Τον υποδέχεται και σχεδόν τον γεννά η πολιούχος θεά του Βυζαντίου, η οποία υπήρξε τότε η αιτία της ύπαρξης του, καθώς γεννήθηκε στην πόλη της, και αργότερα φρόντισε για την καλή του κατάσταση, όταν πλέον έφτασε στην παιδική και την εφηβική ηλικία. Γιατί αυτή εμφανιζόμενη στο όνειρο του, τον καλούσε στην φιλοσοφία. Για αυτό πιστεύω σε αυτόν υπήρξε και μεγάλη οικειότητα με την θεά, ώστε και με εξαίρετο τρόπο να πραγματοποιεί τα μυστήρια της και με μεγαλύτερο ενθουσιασμό να ακολουθεί τις επιταγές της» μας λέει ο Μαρίνος. Μεταβαίνοντας στην Αλεξάνδρεια και θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του σαν δικηγόρος, σπούδασε δίπλα στον σοφιστή Λεωνά και στον γραμματικό Ωρίωνα. Μετά από ένα πολύ σύντομο ταξίδι στο Βυζάντιο, όπου και είδε σε όνειρο την θεά Αθηνά να τον προτρέπει να σπουδάσει φιλοσοφία στην Αθήνα, επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια σπούδασε κοντά στον φιλόσοφο Ολυμπιόδωρο και στον μαθηματικό Ήρωνα. Όταν πια αισθάνθηκε ότι ήλθε η ώρα, ταξίδεψε στην Αθήνα, υπακούοντας στο όραμα και την προτροπή της θεάς Αθηνάς που είχε όταν ταξίδεψε στο Βυζάντιο. «Για να διατηρηθεί πλέον ανόθευτη και γνήσια η διαδοχή στον Πλάτωνα, τον οδηγούν οι θεοί στην προστάτιδα της φιλοσοφίας, όπως ξεκάθαρα φανέρωσαν όσα προηγήθηκαν από το ταξίδι του, και τα θεϊκά σημάδια που πραγματικά συνέβησαν, προφητεύοντας σε αυτόν ξεκάθαρα την κληρονομιά από τον πατέρα του και την απόφαση για την διαδοχή που θα ερχόταν από ψηλά» μας τονίζει ο Μαρίνος, σημειώνοντας έτσι την σπουδαιότητα της αποστολής που είχε ανατεθεί στον Πρόκλο και που εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται. Η πρώτη επαφή του ήταν με τον Συριανό, ο οποίος και τον σύστησε στον Πλούταρχο τον γιό του Νεστορίου. Εκείνος, διακρίνοντας την αγάπη και την έφεση του Πρόκλου για την φιλοσοφία, παρόλη την μεγάλη του ηλικία, αφιέρωσε πολύ χρόνο στην εκπαίδευση του, μετά δε από δύο χρόνια που πέθανε, την διδασκαλία του την ανέλαβε ο καινούργιος πλέον διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, ο Συριανός. Η εξέλιξη του Πρόκλου ήταν ραγδαία. «Και αυτός εφαρμόζοντας άγρυπνη εξάσκηση και φροντίδα νύχτα-μέρα και καταγράφοντας συνοπτικά και με κριτικό πνεύμα όσα συζητούσαν, τόσο πολύ προόδευε σε μικρό χρονικό διάστημα ώστε όταν ήταν είκοσι οκτώ χρονών, έγραψε και πολλά άλλα και τα γλαφυρά και γεμάτα με επιστημονική γνώση υπομνήματα στον Τίμαιο» Το έργο του Πρόκλου ήταν πολύ δύσκολο, διότι εκτός από τα εξεζητημένα θέματα της Φιλοσοφίας που διαπραγματευόταν, είχε να αντιμετωπίσει και την πνευματική παρακμή και τον σκοταδισμό που επικρατούσε εκείνη την εποχή στην Αθήνα. Έτσι θα βρούμε διάσπαρτα στα κείμενα του, δείγματα της αγωνίας και της αντίστασης που ακόμα αντέτασσαν οι πνευματικοί Έλληνες στην υποδούλωση της ελευθερίας της σκέψης. Ο ίδιος ο Πρόκλος αναφέρει ότι: «Ωστόσο, θα έλεγε κανείς, ότι και με άλλο τρόπο μπορεί να εκλείψει το ανθρώπινο γένος. Γιατί σήμερα δεν υπάρχουν κάτοικοι τούτων εδώ των τόπων της Αττικής, μολονότι δεν συνέβη ούτε κατακλυσμός ούτε εκπύρωση αλλά μια τρομερή ασέβεια η οποία αφανίζει ολοκληρωτικά τα ανθρώπινα». Λέει δε σε ένα άλλο του έργο: «Οι άνθρωποι της εποχής μας κατεξοχήν συνηθίζουν να επικρίνουν τους παλαιούς μύθους ότι ευθύνονται για την μεγάλη αφ’ενός θρασύτητα στις περί θεών δοξασίες και αφ’ετέρου, για τις πολλές αταίριαστες και ταπεινές φανταστικές εικόνες, και δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να οδηγούν τους πολλούς ανθρώπους στην τωρινή φοβερή και ανώμαλη καταπάτηση των ιερών θεσμών» Σχετικά δε ο Μαρίνος αναφέρει: «Και το είδος της πολιτικής του ανδρείας το απέδειξε πραγματικά ηράκλειο. Γιατί αν και βρέθηκε μέσα σε μια παραζάλη και τρικυμία περιστάσεων και σε τυφωνικούς ανέμους που φυσούσαν ενάντια στην έννομη ζωή, αυτός ο άνδρας σταθερά και ακλόνητα, αν και ριψοκίνδυνα, διέσωσε την ζωή του και, όταν κάποτε αποκαλύφθηκε σε ένα κλοιό αρπακτικών, έφυγε όπως μπορούσε από την Αθήνα, υπακούοντας στην περιφορά του σύμπαντος, και πραγματοποίησε το ταξίδι στην Ασία, και αυτό με πάρα πολύ μεγάλη ωφέλεια… Αφού έζησε ένα μόνο χρόνο στην Λυκία, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα με την πρόνοια της θεάς της σοφίας» Βοηθούσε όσο μπορούσε όσους ασχολούντο με την φιλοσοφία, απαιτώντας την στήριξη τους από τους τότε άρχοντες, ήταν δε συμπονετικός και φιλάνθρωπος προς όλους όσους υπέφεραν και είχαν ανάγκη. Ο Μαρίνος, παρόλο που θα μπορούσε να περιγράψει με πιο γνωστά και σταθερά στοιχεία που ακριβώς εβρίσκετο το σπίτι του Πρόκλου, προτίμησε να το προσδιορίσει αναφέροντας ιερά. Έτσι, αναφερόμενος σε μια τελετή που είχε κάνει κρυφά ο Πρόκλος στο Ασκληπιείο για την ίαση της Ασκληπιαγένειας και υπονοώντας πόσο σκοτεινή ήταν η εποχή εκείνη για τους Έλληνες, θρησκευτές αναφέρει: «Και τέτοιο έργο έκανε με τον ίδιο τρόπο με αυτή την περίπτωση διαφεύγοντας την προσοχή των πολλών και χωρίς να δίνει καμία αφορμή σε όσους ήθελαν να τον υπονομεύσουν, καθώς σε αυτό βοηθούσε και το σπίτι, στο οποίο αυτός κατοικούσε. Γιατί εκτός από τα άλλα τυχερά, η κατοικία του υπήρξε απολύτως κατάλληλη, την οποία και ο πατέρας του ο Συριανός και ο παππούς του, όπως ο ίδιος τον αποκαλούσε, Πλούταρχος κατοίκησαν, και η οποία ήταν γειτονική με το ξακουστό από τον Σοφοκλή Ασκληπιείο, αλλά και με το θέατρο του Διονύσου, ενώ φαινόταν ότι ήταν και με άλλους τρόπους αντιληπτή από την ακρόπολη της Αθηνάς» Την μεγάλη του σχέση με την θεά Αθηνά, πέραν των ήδη αναφερθέντων, την περιγράφει πολύ συγκινητικά ο Μαρίνος, αναφερόμενος στην αρπαγή του αγάλματος της Αθηνάς από τον Παρθενώνα: «Πόσο αυτός ήταν αγαπητός και στην ίδια την θεά της σοφίας, το παρουσίασε αρκετά και η επιλογή της φιλοσοφικής ζωής, η οποία έγινε έτσι, όπως ο λόγος πιο πάνω υπέδειξε. Αλλά και η ίδια η θεά με σαφήνεια το υπέδειξε, όταν το άγαλμα της που από το παρελθόν είχε τοποθετηθεί στον Παρθενώνα, μεταφερόταν από αυτούς που κινούν τα ακίνητα. Γιατί είδε ο φιλόσοφος στο όνειρο του ότι βρισκόταν δίπλα του μια όμορφη γυναίκα και ότι του ανήγγειλε ότι πρέπει πολύ γρήγορα να προετοιμάσει το σπίτι του. Γιατί η κυρίαρχη Αθηναΐδα, του είπε, θέλει να μείνει κοντά σου» Ο Πρόκλος δεν παρέλειπε να τιμά και όσους έπρεπε να τιμηθούν κατά τα πάτρια: «Γιατί δεν είχε παραλείψει καμιά κατάλληλη στιγμή της συνηθισμένης λατρείας για αυτούς, σε κάποιες συγκεκριμένες ημέρες κάθε χρόνου, και περιερχόμενος τους τάφους των αττικών ηρώων και τα μνήματα των φιλοσόφων και των άλλων που υπήρξαν φίλοι και γνωστοί του, έκανε τα καθιερωμένα όχι μέσω κάποιου άλλου, αλλά ενεργώντας ο ίδιος. Και μετά από την λατρεία καθενός, έφευγε για την Ακαδημία και εξευμένιζε τις ψυχές των προγόνων του και γενικά όλες τις ψυχές της γενιάς του ξεχωριστά σε κάποιον τόπο. Από κοινού πάλι με τις ψυχές όλων των φιλοσόφων σε άλλο μέρος πρόσφερε χοές. Και εκτός από όλους αυτούς, ο ευσεβής οριοθέτησε και έναν τρίτο τόπο και μέσα σε αυτόν πρόσφερε εξιλαστήριες θυσίες σε όλες τις ψυχές των νεκρών» Πέθανε το 124ο έτος από την βασιλεία του Ιουλιανού ή αλλιώς την 17η Απριλίου του +485. Ετάφη σε κοινό τάφο με τον δάσκαλο του τον Συριανό, στην περιοχή του Λυκαβηττού, στο δε μνήμα του εγράφη και το παρακάτω επίγραμμα που το συνέθεσε ο ίδιος: «Εγώ υπήρξα ο Πρόκλος, Λύκιος στην γενιά, το οποίο ο Συριανός εδώ με ανέθρεψε διάδοχο της διδασκαλίας του. Αυτός εδώ ο κοινός τάφος δέχτηκε τα σώματα και των δύο, μακάρι και τις ψυχές μας κοινός τόπος να τις λάβει» Ο Πρόκλος θεωρείτο σοφός άνθρωπος στην εποχή του καθώς και από τους μεταγενέστερους του και ήταν ευρύτατα γνωστός ακόμη και σε μη Ελληνόφωνους, γι’ αυτό και κάποια έργα του (ολόκληρα ή τμήματα τους) έχουν διασωθεί και σε Λατινική ή Αραβική μετάφραση. Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τον Πρόκλο στον Ελληνικό χώρο γίνεται με τον Μιχαήλ Ψελλό και κορυφώνεται με τον Πλήθωνα Γεμιστό. Πολλοί δε οικειοποιήθηκαν και παραποίησαν μέρη του έργου του για να παρουσιάσουν δική τους φιλοσοφική θεώρηση, όπως για παράδειγμα ο ψευδό-Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης. Σήμερα υπάρχει στην ξένη βιβλιογραφία απειρία βιβλίων, μελετών και άρθρων Πανεπιστημιακών και μη μελετητών του Πρόκλου. Στην Ελληνική πραγματικότητα, πέραν της μεγάλης προσφοράς των εκδόσεων Κάκτος, αρχίζουν και εμφανίζονται δειλά-δειλά, μελέτες και αναλύσεις των έργων του Πρόκλου, τα οποία ευκτέον είναι να πολλαπλασιασθούν. ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ! Πηγή (περισσότερα): http://empedotimos.blogspot.gr/2009/02/blog-post.html

Copy the BEST Traders and Make Money : http://bit.ly/fxzulu

Πώς ο δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι στην πραγματικότητα, ακόμη και σήμερα, ο μεγάλος δάσκαλος της Ευρώπης

Το 1980 κυκλοφόρησε στην Ιταλία ένα μυθιστόρημα που θα γινόταν μέσα σε λίγα χρόνια μία από τις μεγαλύτερες εκδοτικές επιτυχίες. Μία τριετία αργότερα εκδόθηκε και στις ΗΠΑ, όπου επέτυχε το σχεδόν αδιανόητο για βιβλίο ξένου συγγραφέα: επί 150 και πλέον εβδομάδες παρέμεινε στον κατάλογο ευπώλητων των «New York Times». Τίτλος του, «Το όνομα του ρόδου» και συγγραφέας του ο Ουμπέρτο Εκο.
 Ηταν ένα μυθιστόρημα ασυνήθιστο και η επιτυχία του, λένε, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη σοφή αστυνομική πλοκή του, στο ότι οι χαρακτήρες του είναι τόσο φανταστικά όσο και πραγματικά πρόσωπα, δίνοντάς μας μια εντυπωσιακή εικόνα της μεσαιωνικής Ευρώπης μέσω της μυθοπλασίας.
Πέραν όμως αυτών, με το βιβλίο του ο ευφυέστατος Ιταλός είχε την ευκαιρία, διεισδύοντας στη μεσαιωνική σκέψη, να μας παρουσιάσει τη μέθοδο των σχολαστικών: του Φραγκίσκου της Ασίζης, του Θωμά Ακινάτη και άλλων, δηλαδή εκείνων που μελέτησαν και ερμήνευσαν το έργο του Αριστοτέλη. Αλλωστε, η υπόθεση του μυθιστορήματος εκτυλίσσεται στις αρχές του 14ου αιώνα σε ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων, στο οποίο βρισκόταν το χαμένο χειρόγραφο του δεύτερου μέρους της «Ποιητικής» του Αριστοτέλη - ενώ το διασωζόμενο πρώτο αναφέρεται στην τραγωδία, το δεύτερο αφορά την κωμωδία.
Το εύρημα του Εκο έχει λογική βάση. Στο διασωζόμενο χειρόγραφο περιέχεται η νύξη ότι υπάρχει και μια δεύτερη μελέτη, για την κωμωδία. Και αυτό είχε προκαλέσει πλήθος από εικασίες μέσα στους αιώνες.
Πέρα από αυτά τα συναρπαστικά, προκύπτει και ένα άλλο συμπέρασμα: ότι η Ευρώπη καθ' όλη τη διάρκεια του ύστερου Μεσαίωνα υπήρξε αριστοτελική. Αλλά σε μεγάλο βαθμό και αργότερα, ως τα τέλη του 16ου αιώνα, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας αν ανατρέξει στις σχετικές μελέτες.
Ιησουίτες και Αριστοτέλης
Ο Αριστοτέλης έγινε γνωστός στην Ευρώπη τον 12ο αιώνα από τον Αβερρόη (1126-1198), ο οποίος γεννήθηκε στην Κόρδοβα της Ανδαλουσίας και πέθανε στο Μαρακές. Υπήρξε ο πρώτος συστηματικός σχολιαστής του και πατέρας του σχολαστικισμού.
Εκτοτε η σκέψη του μεγάλου Σταγιρίτη διαποτίζει είτε με θετικό είτε με αρνητικό τρόπο τις πολιτικοοικονομικές θεωρίες, την κοινωνιολογία, τη μεταφυσική, την αισθητική, την ηθική και κάθε τομέα του επιστητού, όπως αναλύθηκαν και ερμηνεύθηκαν στη Δύση. Και επιπλέον, το εκπαιδευτικό σύστημα. Πολλά από τα σημαντικότερα πανεπιστήμια, και κατ' εξοχήν αυτά που φέρουν το όνομα του ιδρυτή του Τάγματος των Ιησουιτών Ιγνάτιου Λογιόλα, είναι αριστοτελικά. (Ενα είδος πανεπιστημίου, άλλωστε, ήταν και η Περιπατητική Σχολή του Αριστοτέλη, το Λύκειον, ένα από τα τρία αρχαιότερα γυμνάσια της πόλης, μαζί με αυτό της Ακαδημίας του Πλάτωνα και του Κυνοσάργους. Το Λύκειον βρισκόταν στην περιοχή μεταξύ του Σαρόγλειου Μεγάρου και του Ωδείου Αθηνών. Από τον περασμένο Ιούνιο, μάλιστα, ο αρχαιολογικός χώρος είναι επισκέψιμος και λειτουργεί καθημερινά, 8 π.μ.-8 μ.μ., με είσοδο είτε από την οδό Ρηγίλλης είτε από το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.)
Οι Ιησουίτες προχώρησαν ένα βήμα πιο μπροστά από τον Αβερρόη και προσπάθησαν να συνδυάσουν την αριστοτελική φιλοσοφία με το χριστιανικό δόγμα. Τα αποτελέσματα υπήρξαν εντυπωσιακά, επειδή οι Ιησουίτες δεν στόχευαν μόνο στο να εξηγήσουν τον Αριστοτέλη, αλλά και στο να ερμηνεύσουν μέσω του έργου του το χριστιανικό δόγμα με ορθολογικό τρόπο. Επόμενο ήταν να μην περιορίζονται σε όσα είπε πράγματι ο φιλόσοφος, αλλά και στο τι θα μπορούσε να είχε πει - και έτσι εξηγείται εν πολλοίς το ενδιαφέρον τέσσερις αιώνες αργότερα των στρουκτουραλιστών (που τόσο θόρυβο έκαναν στην εποχή τους) για την ιησουίτικη παράδοση. Πέραν όμως αυτού, οι αναφορές των Ιησουιτών βασίζονταν πάντοτε στην αριστοτελική μεθοδολογία. Τέτοιος υπήρξε λίγο-πολύ ο πυρήνας της διδασκαλίας τους, γι' αυτό και το Ιησουίτικο Πανεπιστήμιο δεν ήταν παρά ένας συνδυασμός του καθολικού μοναστηριού και του Αριστοτελικού Λυκείου.
Το σώμα, η ψυχή και ο νους
Ο Αριστοτέλης ήταν ο ιδεώδης φιλόσοφος για τις θεολογικές μελέτες των Ιησουιτών, όπως και των Δομινικανών που προηγήθηκαν. Και η λέξη «θεολογία», άλλωστε, είναι αριστοτελική, όπως προκύπτει από το έργο του «Μετά τα φυσικά», όπου τη συναντούμε, και καθώς παρατηρεί ο Μπέρτραντ Ράσελ, «είναι ένα από τα ονόματα που χρησιμοποιεί για ό,τι εμείς ονομάζουμε μεταφυσική». Από τον Αριστοτέλη αντλούνται και τα επιχειρήματα ή αποδείξεις περί ύπαρξης του Θεού, τον οποίο θεωρεί ως βασική αρχή της ζωής, άποψη απολύτως συμβατή με το χριστιανικό δόγμα (υπό την προϋπόθεση, φυσικά, ότι ένας χριστιανός θεολόγος θα αλλάξει αυτό που πρέπει να αλλάξει).
Η ενότητα ύλης και πνεύματος, σώματος και ψυχής, είναι αριστοτελική και δεν έχει αντικατασταθεί σήμερα με κάποια καλύτερη ή τουλάχιστον πειστικότερη. Απορρίπτοντας το δόγμα περί μετεμψύχωσης των Πυθαγορείων, ο Αριστοτέλης προχώρησε και σε μια άλλη σημαντική διάκριση: αυτήν ανάμεσα στον νου και την ψυχή. Και η πολύ κατοπινή μεταφορά (που βολεύει τους αγνωστικιστές) ότι το Σύμπαν είναι ένα είδος κοσμικού νου ενδεχομένως δεν θα είχε διατυπωθεί αν δεν είχε υπάρξει ο Αριστοτέλης.
Κατά συνέπεια, δεν είναι συμπτωματικό που ιησουίτες ιεραπόστολοι επιχείρησαν να διαδώσουν τη διδασκαλία του Αριστοτέλη ακόμη και στη μακρινή Κίνα, όπου καθαυτό το έργο του Σταγιρίτη δεν προκάλεσε το ενδιαφέρον που περίμεναν όταν άρχισε να μεταφράζεται στα κινεζικά τον 17ο αιώνα. Δεν συνέβη εν τούτοις το ίδιο με το έργο του Ευκλείδη, το οποίο έγινε δεκτό με ενθουσιασμό.
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για τους λόγους που το αριστοτελικό έργο άφησε σχεδόν αδιάφορους τους Κινέζους. Ενδεχομένως επειδή διέθεταν τον δικό τους δάσκαλο της αρετής, τον Κομφούκιο. Ομως υπάρχει πιο αριστοτελικό έργο στα Μαθηματικά από την ευκλείδεια γεωμετρία; Και είναι τυχαίο που στα αγγλόφωνα λύκεια μέχρι πριν από τρεις δεκαετίες οι μαθητές αποκαλούσαν το μάθημα της Γεωμετρίας «Euclid»;
Ερμήνευσε τα πάντα
Αν ισχύει εκείνο που πίστευαν οι Αλεξανδρινοί, ότι ο Αριστοτέλης έγραψε περίπου 400 έργα, ο καθένας μπορεί να σκεφτεί το μέγεθος και το εύρος των ενδιαφερόντων του. Αλλά και τα 47 που διασώθηκαν είναι αρκετά προκειμένου να συμπεράνουμε πόσο ο Αριστοτέλης αναζήτησε και διατύπωσε απαντήσεις για τα πάντα. Οσο για το γεγονός ότι κάποια δεν είναι απολύτως γνήσια, ότι δηλαδή είτε τα έγραψαν εν μέρει μαθητές ή οπαδοί του είτε πρόσθεσαν παραγράφους, δεν αναιρεί την αξία τους, αρκεί μόνο να λάβουμε υπ' όψιν ότι τα «Ανάλεκτα» του Κομφούκιου γράφτηκαν από μαθητές του. Και στις δύο περιπτώσεις, κυριαρχεί το πνεύμα του δασκάλου.
Τα κείμενα του Αριστοτέλη συνοψίζουν το περιεχόμενο της διδασκαλίας του και μπορεί κάποιος να φανταστεί το επίπεδο αυτής της διδασκαλίας, όπου ένας και μόνον άνθρωπος είχε την ικανότητα να μιλήσει, να αναλύσει και να συστηματοποιήσει το νόημα και το περιεχόμενο του κόσμου τόσο στο σύνολό του όσο και στα επί μέρους.
Το σημαντικότερο, ωστόσο, δεν είναι πόσες και ποιες από τις θεωρίες του επαληθεύτηκαν, όπως και η αξία του Νεύτωνα δεν μειώνεται επειδή η θεωρία του περί βαρύτητας αντικαταστάθηκε από τη Θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν. Το σημαντικότερο είναι ότι σε αυτόν οφείλεται σε μεγάλο βαθμό ο τρόπος με τον οποίο σκεφτόμαστε, η διατύπωση της φύσης και του χαρακτήρα του συλλογισμού (όπως παρουσιάζεται στο επί αιώνες αναντικατάστατο έργο του για την τυπική λογική), η ανάπτυξη της σκέψης, η οποία μας καθιστά ικανούς να αποκτήσουμε ολοκληρωμένη εικόνα του κόσμου που μας περιβάλλει, του ποιοι είμαστε, τι μπορούμε να γίνουμε, τι να πετύχουμε και γιατί υπάρχουμε σε τούτο τον κόσμο. Και ακόμη, πώς συνδέεται το αισθητό με το υπεραισθητό, ποιες φυσικές δυνάμεις κινούν τα ακίνητα, τι υπάρχει πέρα από εμάς.
Πρόδρομος της «θεωρίας»
Κάποιοι έχουν υποστηρίξει πως ο Αριστοτέλης ήταν ο μεγαλύτερος ταξινόμος που εμφανίστηκε ποτέ και με αυτό εννοούν στην ουσία ότι δεν ήταν «πραγματικός» φιλόσοφος - σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, του οποίου υπήρξε μαθητής. Οι Δομινικανοί, όμως, που επεξεργάστηκαν τις θεωρίες των νεοπλατωνιστών και του ερμητισμού, επηρεάστηκαν στον ίδιο βαθμό και από το έργο του Αριστοτέλη.
Το ότι ο Πλάτωνας υποκατέστησε τον Αριστοτέλη στην Αναγέννηση ισχύει μόνον εν μέρει. Και αν σήμερα κάποιοι νεότεροι σχετικιστές, αποδομιστές ή γενικώς μεταμοντέρνοι απορρίπτουν τον Αριστοτέλη, αυτό δεν σημαίνει απολύτως τίποτε.
Ο σχετικιστής δεν μπορεί να δεχθεί ότι υπήρξε άνθρωπος που κατάφερε να συσχετίσει τα πάντα, να δημιουργήσει ένα σύστημα ενότητας και να διατυπώσει την αρχή της μέσα σε μία παράγραφο, όπως είναι, αν τον μεταφέρει κανείς και σε άλλα πεδία, ο ορισμός του για την τραγωδία: «Εστιν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω, χωρίς εκάστω των ειδών εν τοις μορίοις, δρώντων και ου δι' απαγγελίας, δι' ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν». (Σε ελεύθερη απόδοση: «Η τραγωδία είναι λοιπόν η μίμηση μιας πράξης σπουδαίας και ολοκληρωμένης - η οποία διαθέτει κάποια διάρκεια - με λόγο ποιητικό· τα μέρη της διαφέρουν στη φόρμα τους, αναπαριστάται και δεν απαγγέλλεται, ενώ, προκαλώντας τη συμπόνια και τον φόβο του θεατή, επιτυγχάνει τη λύτρωσή του από παρόμοια ψυχικά συναισθήματα».)
Η αριστοτελική άποψη της ενότητας, καθώς προκύπτει από τον παραπάνω ανυπέρβλητο ορισμό, δεν έχει ξεπεραστεί. Δεν μπορεί να γραφτεί κείμενο που να στοχεύει στη διάρκεια χωρίς να ανταποκρίνεται στις τρεις προϋποθέσεις της ενότητας: ενότητα του μύθου (ή αλλιώς της υπόθεσης), ενότητα χώρου και ενότητα χρόνου. Και όλα τα κείμενα που γράφτηκαν στον 20ό αιώνα κατά παράβαση του παραπάνω ορισμού αυτού θα έμεναν σε πειραματικό επίπεδο και δεν θα άντεχαν στον χρόνο.
Ο ορισμός, όπως και το σύνολο της «Ποιητικής», δεν αφορά μόνο την τραγωδία. Οπως είναι γενικά παραδεκτό, πρόκειται για το πρώτο κείμενο θεωρίας της λογοτεχνίας που μαζί με το μεταγενέστερο «Περί ύψους» του Λογγίνου συνιστούν τα θεμέλιά της.
Το σημαντικότερο έργο του Εριχ Αουερμπαχ «Μίμησις» έχει τις ρίζες του στον Αριστοτέλη.
Οι νεότεροι θεωρητικοί που χρησιμοποιούν κατά κόρον τον όρο «ποιητική» (λ.χ. ο Τοντορόφ έχει γράψει ολόκληρο βιβλίο με τίτλο «Η ποιητική της πρόζας») στον Αριστοτέλη παραπέμπουν, ακόμη και εκείνοι που τον απορρίπτουν. Και είναι εντυπωσιακό ότι ενώ οι τελευταίοι θεωρούν σημαντικότερο τον Πλάτωνα, χρησιμοποιούν αριστοτελικούς όρους.
Αλλά το πού συγκλίνουν και πού αποκλίνουν οι θεωρίες των δύο μεγαλύτερων φιλοσόφων της αρχαιότητας είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Ποιες, για παράδειγμα, είναι οι ομοιότητες και ποιες οι διαφορές ανάμεσα στις υποστασιοποιημένες «ιδέες» του Πλάτωνα και τις «μορφές» του Αριστοτέλη; Ας σημειώσουμε εδώ ότι ο μαθητής (ο Αριστοτέλης) ξεκινά από τον δάσκαλό του (τον Πλάτωνα) για να κινηθεί στο πεδίο που έχει ο ίδιος δημιουργήσει. Και τούτο, μολονότι αυτονόητο, έχει μεγαλύτερη σημασία από τη μια φορά κι έναν καιρό διάσημη θεωρία περί «δια-φωράς» του Ντεριντά.
Η παραγωγική σκέψη
Τα διασημότερα έργα του Αριστοτέλη, μαζί με την «Ποιητική», είναι τα «Πολιτικά», τα «Ηθικά Νικομάχεια», τα «Φυσικά» (μαζί με το «Περί ουρανού») και βεβαίως η «Λογική», βασικό μάθημα επί αιώνες στα λύκεια της Δύσης (και στη χώρα μας).
Η επίδρασή του στον Καντ και στον Χέγκελ είναι εμφανέστατη. Δεδομένου ότι ο Μαρξ μετέφερε στο πεδίο του ιστορικού υλισμού τη χεγκελιανή διαλεκτική, θα λέγαμε ότι και ο ιδρυτής του διαλεκτικού υλισμού ήταν κατά μία έννοια αριστοτελικός, αν μάλιστα λάβουμε υπ' όψιν την παρατήρηση του Μπέρτραντ Ράσελ ότι ο Μαρξ υπήρξε ο τελευταίος οικοδόμος ενός μεγάλου συστήματος στη φιλοσοφία.
Ο Αριστοτέλης επιχείρησε το επίσης αδιανόητο για έναν φιλόσοφο: να συνδυάσει τη φιλοσοφία με την επιχειρηματολογία του κοινού νου - και αυτό αποτελεί γνώρισμα μόνο των μεγάλων δασκάλων. Η ουσία και το παράδειγμα της διδασκαλίας δεν διατυπώθηκαν από κανέναν άλλον ως σήμερα με την ελλειπτικότητα και την ακρίβεια που διακρίνουμε στο αριστοτελικό έργο.
Η φιλοσοφία και η σκέψη του Αριστοτέλη είναι κατά κύριο λόγο παραγωγική (από το γενικό στο μερικό). Το αντίθετό της, η επαγωγική σκέψη, αναπτύχθηκε αργότερα στην Αλεξάνδρεια. Στις μέρες μας είναι και οι δύο απαραίτητες, ανάλογα με το αντικείμενο και τον τρόπο με τον οποίο αναπτύσσει ο καθένας τα επιχειρήματά του. Η διαφορά τού τότε με το τώρα είναι ωστόσο τεράστια. Η παιδεία για τον Αριστοτέλη ήταν μέσον ατομικής ολοκλήρωσης, σαν να λέμε αυτοσκοπός, και όχι μέσον επαγγελματικής ή κοινωνικής ανάδειξης όπως σήμερα.
Αριστοτέλης και Μέγας Αλέξανδρος
Στην «Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας» ο Μπέρτραντ Ράσελ θεωρεί «μηδαμινή» την επίδραση του Αριστοτέλη στον διασημότερο μαθητή του: τον Μ. Αλέξανδρο, για τον οποίο μάλιστα γράφει, παραθέτοντας τον Α. Γ. Μπεν, πως ήταν «υπερφίαλος, μέθυσος, σκληρός, εκδικητικός και άξεστα δεισιδαίμων» και πως συνδύαζε «τα ελαττώματα ενός ορεσίβιου σκωτσέζου οπλαρχηγού με την εξαλλοσύνη ενός ανατολίτη δεσπότη».
Εντάξει, οι πρωθύστεροι ψόγοι δεν είναι κάτι σπάνιο στην παγκόσμια σκέψη, ιδίως αν πρόκειται για την περιοχή των ιδεών. Ο Χέγκελ, όμως, κρίνοντας από τη σταδιοδρομία του Αλεξάνδρου, αποφαίνεται πως αποδεικνύει την πρακτική χρησιμότητα της φιλοσοφίας, θυμίζοντας έτσι και το πρακτικό (διδακτικό) περιεχόμενό της που αποτελούσε ακράδαντη πεποίθηση του Αριστοτέλη.
Πρωθύστερο είναι και το επιχείρημα ότι ενώ ο φιλόσοφος έλεγε πως ιδεώδης πολιτεία είναι εκείνη που δεν υπερβαίνει τους 100.000 κατοίκους, ο μαθητής του δημιούργησε την πρώτη τεράστια αυτοκρατορία στον κόσμο. Απόδειξη ότι πολλούς αιώνες αργότερα η ιδέα της πόλης-κράτους, έστω και υπό διαφορετικές συνθήκες, αποκτά νέα μορφή με τις πόλεις της ιταλικής Αναγέννησης. (Αλλωστε, αναγέννηση σημαίνει και αναγέννηση της ιδέας της πόλης.)
Αλλά γιατί η ιδέα της ενότητας του κόσμου, έστω και μέσω των πολεμικών επιχειρήσεων, δεν είναι μεταφορικά, ας πούμε, της κοσμοαντίληψης ότι εφόσον υπάρχει ενότητα σε όλα τα αισθητά και τα υπεραισθητά (που προκύπτει ευθέως από την αριστοτελική διδασκαλία) να μη δημιουργηθεί και ένα ενιαίο πολυεθνικό κράτος; Αν δεν συνέβαινε αυτό, το πολιτιστικό έργο του Αλεξάνδρου δεν θα μπορούσε να αιτιολογηθεί. Γιατί η πράξη, όταν έχει τέτοιους στόχους, προκύπτει πάντοτε από τη διδασκαλία.
Ολοκληρωμένη εκπαίδευση
Οι μεταμοντερνιστές ή, τέλος πάντων, εκείνοι τους οποίους χαρακτηρίζουμε έτσι, δηλαδή μια γενιά σχετικιστών η οποία αναδύθηκε εξαιτίας της πνευματικής κόπωσης που χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό σήμερα την κουλτούρα και κατ' εξοχήν την ακαδημαϊκή εκπαίδευση στη Δύση, απορρίπτουν τον Αριστοτέλη. Είναι λίγο-πολύ αναπόφευκτο ένας σχετικιστής να θεωρεί τον συστηματικό ως αντίπαλό του.
Η εξειδίκευση σήμερα έχει προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό που το αριστοτελικό παράδειγμα, αυτό της ολοκληρωμένης εκπαίδευσης, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα. Πριν από κάμποσα χρόνια ο Ρόμπερτ Γκρέιβς έγραφε πως «το να ξέρει κανείς μόνον ένα πράγμα σημαίνει πως διαθέτει το μυαλό ενός βαρβάρου». Θα μπορούσε να το έχει πει - άλλωστε το είπε με διαφορετικά λόγια εδώ κι εκεί - ο μεγάλος Σταγιρίτης.
Η μόρφωση και η καλλιέργεια τον καιρό του Αριστοτέλη ήταν έννοιες ταυτόσημες - όχι πλέον σήμερα, και τούτο συνιστά ένα από τα σοβαρά προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Μπορεί κάποιος να γνωρίζει ένα γνωστικό αντικείμενο σε πλάτος και σε βάθος, αλλά να μην είναι μορφωμένος άνθρωπος, δηλαδή ολοκληρωμένη προσωπικότητα.
Οι κοινωνίες των ημερών μας περισσότερο από το να παρέχουν τη γνώση ενδιαφέρονται να τη διαχειριστούν. Αυτό έχει τεράστιες συνέπειες στο πεδίο της εξουσίας, δηλαδή της πολιτικής όπου μοιάζει να έχει χαθεί η αριστοτελική αρχή της αρετής, με άλλα λόγια η σχέση της ηθικής με την πολιτική.
Η ολοκληρωμένη εκπαίδευση είναι αίτημα που χρονολογείται ήδη από τη δεκαετία του 1950. Τη σημασία και την κρισιμότητά της τόνισε ο Αλντους Χάξλεϋ σε ένα από τα μαθήματά του με τίτλο «The Integrated Education» (Η ολοκληρωμένη εκπαίδευση) στο Πανεπιστήμιο της Σάντα Μπάρμπαρα στην Καλιφόρνια το 1959.
Τα κείμενα αυτών των μαθημάτων συγκεντρώθηκαν σε έναν τόμο που εκδόθηκε με τίτλο «The Human Situation» (Η ανθρώπινη κατάσταση). Το βιβλίο δυστυχώς δεν έχει εκδοθεί στα ελληνικά. Τον πολυμαθή εκείνον συγγραφέα, ο οποίος στο μυθοπλαστικό και δοκιμιακό του έργο καλύπτει ένα τεράστιο πεδίο του επιστητού, γι' αυτό και χαρακτηρίστηκε αναγεννησιακός, θα μπορούσαμε κατά τη γνώμη μου πολύ ευκολότερα να τον ονομάσουμε αριστοτελικό.
Η Ευρώπη εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να είναι και σήμερα αριστοτελική. Η ιδέα περί «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», λ.χ., για όσους τουλάχιστον δεν περιορίζονται στο να την αντιμετωπίζουν ως απλή διαδικασία τεχνικής φύσεως, είναι στον πυρήνα της αριστοτελική. Και ας την απειλούν τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια.
Δεν υπάρχει όραμα ενότητας που να μην προϋποθέτει τον Αριστοτέλη. Εκπαίδευση και αρετή - αυτό είναι το παράδειγμα του Σταγιρίτη, πέραν του φιλοσοφικού του έργου. Στην εκπαίδευση, άλλωστε, έλεγε πρόσφατα σχετικά ο πρώην πρόεδρος της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας, Αλαν Γκρίνσπαν, πρέπει να βασίσουν το μέλλον τους οι σημερινές κοινωνίες. Με μια διαφορά εν τούτοις. Ο Αριστοτέλης έβλεπε την εκπαίδευση απολύτως συνυφασμένη με την αρετή - και όχι με την κουλτούρα του χρήματος. Και η αρετή έχει δύο μορφές: είναι και πρακτική και θεωρητική. Μόνον η δεύτερη, όμως, οδηγεί στην ευδαιμονία.
Βιστωνίτης Α., ΤΟ ΒΗΜΑ 08/09/2014

Σωκράτης (469 - 399 π.Χ.)

Βιογραφικά
 Ο διασημότερος φιλόσοφος όλων των αιώνων και των εποχών Σωκράτης, γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης, γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου, μετά από μια ζωή πλουσιότατη σε δράση και διδασκαλία, φιλοσοφική, πέθανε το 399 π.Χ. πίνοντας το κώνειο, ύστερα απ` τη γνωστή θανατική καταδίκη του, σε ηλικία 70 ετών.
Πριν απ` όλα τα άλλα θεωρούμε απαραίτητο να υπενθυμίσουμε εδώ τον χρησμό εκείνο του αρχαίου μαντείου, ο οποίος έλεγε: `Σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ` απάντων Σωκράτης σοφότατος`.
Ήταν μάλλον φτωχός, για αυτό και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στο βαρύ πεζικό. Αν και δεν πήρε μεγάλη μόρφωση, ωστόσο ήδη από τα νιάτα του παραμελούσε τις κοσμικές του υποθέσεις για να αφοσιωθεί στη σκέψη. Παραδίδεται μάλιστα ότι συνήθιζε να στέκεται για ολόκληρες ώρες ατενίζοντας το κενό, απόλυτα απορροφημένος από το διαλογισμό του για κάποιο θέμα ή πρόβλημα που τύχαινε εκείνη τη στιγμή να τον απασχολεί.
Παντρεύτηκε την Αθηναία Ξανθίππη, μάλλον σε προχωρημένη ηλικία, και απέκτησε τρία αγόρια. Ιδιαίτερα ενεργός πολίτης, συμμετείχε σε όλες πς εκδηλώσεις της Αθήνας και έλαβε μέρος, στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, στις μάχες της Ποτίδαιας (431 π.Χ.), του Δηλίου (424 π.Χ.) και της Αμφίπολης (422 π.Χ.).
Αρχικά ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα του, που ήταν γλύπτης, αλλά σε λίγο το παράτησε κι άρχισε να ασχολείται αποκλειστικά με τη φιλοσοφία, την οποία θεράπευσε σε όλο το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του. Μαθήτευσε κοντά στον Αναξαγόρα και άλλους φιλοσόφους και τούτου το αποτέλεσμα ήταν να αναδειχτεί πολύ σύντομα σαν λίαν σπουδαίος και μεγάλος φιλόσοφος των Αθηνών, που, με τη διαλεκτικά διατυπωμένη περίφημη διδασκαλία του, συνάρπαζε κυριολεκτικά τους μαθητές του και τον κόσμο, ο οποίος συνέρεε και κατανυχτικά τον άκουγε.
Από τη στιγμή, που αποφάσισε να αφοσιωθεί στις φιλοσοφικές του διατριβές, δεν ασκούσε κάποιο άλλο επάγγελμα καθαρά βιοποριστικό αλλά, ελεύθερος, γυρνούσε στις όχθες του Ιλισσού, τα καταστήματα και τις διάφορες στοές της πόλης, άσχημος γενικά κατά την όψη, ξυπόλητος και κακοφορεμένος, διδάσκοντας, παροτρύνοντας, συμβουλεύοντας και καυτηριάζοντας (ανάλογα με την περίσταση) τους οπαδούς του κι όσους άλλους τον περιστοίχιζαν.
O Σωκράτης συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνες τις δημιουργικές προσωπικότητες που δεν άφησαν κάποιο σύγγραμμα, όπως εξάλλου συνέβη και με τον Πυθαγόρα. Έτσι, οι ερευνητές προσπαθούν να ανασυνθέσουν τις φιλοσοφικές του απόψεις κυρίως μέσα από τα συγγράμματα δύο μαθητών του, του φιλόσοφου Πλάτωνα και του ιστορικού Ξενοφώντα. Επικουρικά χρησιμοποιούνται τα λείψανα των λεγόμενων Σωκρατικών, δηλαδή του Ανπσθένη, του Αισχίνη, του Αρίστιππου, καθώς και πληροφορίες που αντλούνται από τον Αριστοτέλη αλλά και από τον κωμωδιογράφο Αριστοφάνη.
Δεν έγραψε κανένα έργο, ότι δε γνωρίζουμε σχετικά με αυτόν αντλείται από συγγράμματα των μαθητών του Πλάτωνα, Ξενοφώντα και Αριστοτέλη. Με τη διδασκαλία του προσπάθησε να διορθώσει τα `κακώς κείμενα` της κοινωνίας, κηρύσσοντας συνέχεια την αλήθεια και την αρετή. Δίδασκε πάντα δωρεάν και ποριζόταν τα αναγκαία για το `ζην` μόνο από τις προσφορές των οπαδών του. Ξεκινούσε τη διδασκαλία του από τα Γυμνάσια κάθε πρωί και την παρέτεινε το απόγευμα στους περιπάτους και ως αργά το βράδυ.
Ανάμεσα στους μαθητές του συγκαταλέγονται πλείστοι όσοι υστερότερα σπουδαίοι και ισχυροί παράγοντες των γραμμάτων και της αθηναϊκής πολιτικής, σαν τον Πλάτων, τον Αλκιβιάδη, τον Αισχίνη, τον Αντισθένη, τον Ευκλείδη, τον Κρίτωνα, τον Φαίδωνα κ.α.
Πρέσβευε και δίδασκε ότι υπάρχει ένα υπέρτατο ον, το οποίο το ονόμαζε `δαιμόνιον μεγίστης σοφίας και αγαθότητας`. Από το σημείο αυτό ξεκινώντας μερικοί εχθροί του, που δεν τον χώνευαν γιατί έλεγχε συνέχεια το βίο και την πολιτεία του, ως παραγόντων της δημόσιας αθηναϊκής ζωής, τον κατηγόρησαν πως στρέφεται δήθεν εναντίον στους αναγνωρισμένους θεούς, εισάγοντας `καινά δαιμόνια` και παραβιάζοντας έτσι το νόμο, ο οποίος, με ποινή θανάτου, απαγόρευε κάθε προσβολή των καθιερωμένων θεοτήτων της εποχής. Και συνάμα ότι με τον τρόπο του αυτό διαφθείρει τη νεολαία της πόλης και διαδίδει μεταξύ της νέες ανατρεπτικές ιδέες.
Συγκεκριμένα ο Σωκράτης το 399 π.Χ. κατηγορήθηκε από τους επαγγελματίες συκοφάντες Μέλητο, Άνυτο και Λύκωνα ότι δήθεν αδικεί Σωκράτης ους μεν η πόλις νομίζει θεούς ου νομίζων, έτερα σε καινά δαιμόνια εισφέρων. Αδικεί δε και τους νέους διαφθείρων, δηλαδή «δεν δέχεται ο Σωκράτης τους θεούς που πιστεύει η πόλη και εισάγει νέους θεούς. Αδικεί επίσης γιατί διαφθείρει τους νέους»
Μετά την κατηγορία, ο ρήτορας Λυσίας προσφέρθηκε να τον υπερασπιστεί δωρεάν αλλά ο Σωκράτης δεν το δέχθηκε αυτό κι ανέλαβε από μόνος του την υπεράσπισή του μπροστά στο από 500 μέλη δικαστήριο, που τον δίκασε. Παρότι στην απολογία του απέδειξε περίτρανα την αθωότητά του, με δύναμη και διαλεκτική δεινότητα πραγματικά ασύγκριτες, εντούτοις, η απόφαση βγήκε τελικά καταδικαστική σε βάρος του (με πλειοψηφία 283 ψήφων, σε σύνολο 500). Όταν, αμέσως μετά, του είπαν να υποβάλει αίτηση μετατροπής της ποινής του σε εξορία ή πρόστιμο, αυτός πάλι αρνήθηκε να το κάνει, λέγοντας πως, αν το έκανε αυτό, θα ήταν σαν παραδεχόταν ο ίδιος την ενοχή του.
Όταν επίσης, κατά τις τελευταίες μέρες πριν απ` τη θανάτωσή του, ο μαθητής του Κρίτωνας του υπέδειξε να δραπετεύσει (είχε δωροδοκήσει του φύλακές του) και στη συνέχεια να φυγαδευτεί μακριά, εκείνος ξανά αρνήθηκε, λέγοντας ότι χρέος του πολίτη είναι να υπακούει στους κείμενους νόμους της πατρίδας του.
Την ημέρα της εκτέλεσής του, αφού έκανε πιο πριν στους μαθητές του μια υπέροχη διδασκαλία, σχετική με την αθανασία της ψυχής, με θαυμαστή κι απόλυτη αταραξία, πήρε από το δεσμοφύλακα του το φλιτζάνι με το κώνειο και, όταν το ήπιε. "εξεμάρτησε το ζήν", δίνοντας με τον τρόπο τούτο, στον κόσμο ένα ισχυρότατο παράδειγμα φιλοπατρίας, αρετής και τέλειας προσήλωσης στους νόμους και τις πεποιθήσεις του.
H προσωπικότητα του
Όλοι σχεδόν συμφωνούν ότι ο Σωκράτης υπήρξε τύπος ιδιόρρυθμος, σχεδόν εκκεντρικός. Διέθετε, εκτός από έναν απόλυτα ενεργοποιημένο κοινό νου, χιούμορ, φαντασία, πνευματική δύναμη και μια αγάπη για την αλήθεια τόσο θερμή, που μερικές φορές μπορούσε να φτάσει μέχρι την έκσταση. H εμφάνιση του θύμιζε μυθικό Σάτυρο, ενώ  φίλοι και αντίπαλοι τον περιγράφουν ως ιδιαίτερα καρτερικό και εγκρατή.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και μια άλλη πλευρά του, αυτή του έντονα θρησκευόμενου πολίτη. Χαρισματικός στην επικοινωνία του με τους νέους, ασκούσε μεγάλη επιρροή στους φίλους του. Αυτήν του τη γοητεία δείχνουν τα λόγια που βάζει στο στόμα του Αλκιβιάδη ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο του: H τε καρδία πηδά και δάκρυα εκχείται υπό των λόγων των τούτου (Και η καρδιά αναπηδά και τα δάκρυα τρέχουν από τα λόγια του). O Σωκράτης με το λεγόμενο «παιδαγωγικό έρωτα» ξεχώρισε από τους αντιπάλους του σοφιστές στη σχέση δάσκαλου-μαθητή, η οποία σε καμιά περίπτωση δεν είχε οικονομική βάση.
Ήταν από πεποίθηση νομιμόφρων, για αυτό δεν δίστασε πολλές φορές να αντιταχθεί στις αποφάσεις της Εκκλησίας του Δήμου, σε μια εποχή που ο σημαντικός αυτός θεσμός της αθηναϊκής πολιτείας ελεγχόταν από διάφορους δημαγωγούς. Όταν κατείχε το αξίωμα του επιστάτη των πρυτάνεων το 406 π.Χ., εναντιώθηκε με σφοδρότητα στην παράλογη απόφαση των Αθηναίων να εκτελέσουν τους νικητές ναυάρχους της ναυμαχίας των Αργινουσών, επειδή δεν περισυνέλεξαν τους νεκρούς από τη θάλασσα. Υπήρξε ιδιαίτερα επικριτικός απέναντι σης αυθαιρεσίες των Τριάκοντα, στοιχείο που καταδεικνύει την ακεραιότητα του χαρακτήρα του.
O Σωκράτης και το θείον
O Σωκράτης ήταν απόλυτα πιστός στην πατρογονική λατρεία. Πολύ συχνά οι συμπολίτες του τον έβλεπαν να κάνει θυσίες σε δημόσιους βωμούς. H θέση του όμως αυτή στηριζόταν σε ιδέες και απόψεις ιδιαίτερα φωτισμένες. Αντίθετα με τους περισσότερους, οι οποίοι πίστευαν πως η ικανότητα γνώσης των θεών ήταν μάλλον περιορισμένη στο χώρο και το χρόνο, ο Σωκράτης διακήρυσσε ότι οι θεοί βρίσκονται παντού και γνωρίζουν τα πάντα.
Αυτό μάλιστα που χαρακτηρίζει το Σωκράτη ως άνθρωπο αλλά και ως διανοούμενο είναι το περίφημο «δαιμόνιον», το οποίο, όπως υποστήριζε ο ίδιος, ήταν μια εσωτερική αποτροπή και καμιά φορά προειδοποίηση που τον προφύλασσε από οποιαδήποτε παρέκκλιση από το σωστό δρόμο.
H πίστη αυτή του Σωκράτη στο μεγαλείο και τη σοφία του θεού ενισχύθηκε με το επιχείρημα του προορισμού. O κόσμος είναι φτιαγμένος για τον άνθρωπο και το κάθε μέρος, το κάθε κομμάτι του ανθρώπου είναι προσαρμοσμένο σε έναν καλό σκοπό. Άρα, λοιπόν, όλα τα πράγματα που υπάρχουν είναι δημιουργήματα ενός σοφού τεχνίτη, ο οποίος αγαπάει όλα τα ζωντανά όντα.
O άνθρωπος όμως είναι το ανώτερο από όλα τα πλάσματα και για αυτό το λόγο η θεότητα έχει λάβει ιδιαίτερη μέριμνα για αυτόν.
Όπως αναφέραμε παραπάνω, ο Σωκράτης αισθανόταν υποχρεωμένος να κάνει ευχαριστήριες θυσίες, αλλά πίστευε ότι η χαρά των θεών είναι ανάλογη με την αγιότητα αυτού που πραγματοποιούσε τη θυσία ή έκανε την προσευχή του. Επειδή μάλιστα οι θεοί γνώριζαν καλά το δικό του συμφέρον, συνήθιζε να προσεύχεται απλά: «Δώστε μου, θεοί, ό,τι είναι καλύτερο για μένα».
Οι φιλοσοφικές θέσεις του
Με το Σωκράτη αρχίζει η ανθρωπολογική περίοδος της ελληνικής φιλοσοφίας, γιατί αυτός δεν ασχολείται, όπως οι πριν από αυτόν, με τα προβλήματα για την αρχή του κόσμου, αλλά μόνο με τον άνθρωπο. Επιδιώκει να γεννήσει σε αυτόν την εσωτερική ανησυχία και να αφυπνίσει τον έρωτα για τη σοφία, προς την αρετή.
Βασική θέση της σωκρατικής φιλοσοφίας ήταν ότι η αληθινή γνώση δεν είναι μόνο πηγή, αλλά η ουσία της αρετής. Για αυτό προτιμούσε να αναζητεί εκείνο το είδος της αλήθειας που θα καθόριζε τη διαγωγή των ανθρώπων. Έτσι, προσπαθούσε να βρει απάντηση στα ερωτήματα: «Τι είναι ευσέβεια και τι ασέβεια;», «Τι είναι το ωραίο και π το άσχημο;», «Τι είναι κυβερνήτης ανθρώπων και π δεσποτικός χαρακτήρας;» κ.λ.π.
H σωκρατική μέθοδος έρευνας γινόταν πάντα μέσω της συζήτησης με κάποιον από τους συντρόφους του. Επειδή ήταν εκπληκτικός χειριστής του λόγου, χωρίς δυσκολία μπορούσε να αποδείξει στο συνομιλητή του πως ήταν ακατατόπιστος στο θέμα που συζητούσαν. Αφού είχε ξεκαθαρίσει το θέμα της συζήτησης, προχωρούσε επαγωγικά στο να θεμελιώσει ακριβείς ορισμούς γενικών όρων. Έτσι, ενώ δήλωνε πλήρη άγνοια για όλα τα θέματα, συγχρόνως προσπαθούσε να δημιουργήσει μια κύρια βάση ηθικής επιστήμης που θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως οδηγός στον εαυτό του και στους άλλους. Αμφισβητώντας όλα τα πράγματα, βρισκόταν κοντά στους σοφιστές. Όμως εκείνος υποδείκνυε τη λογική μάλλον παρά τις αισθήσεις ως το καθολικό και αιώνιο στοιχείο μέσα στον άνθρωπο και για αυτό αποτελούσε το μοναδικό αλάθητο κριτήριο της αλήθειας.
Επειδή όμως η πνευματική μόρφωση μπορούσε να μεγαλώνει τη δύναμη του ανθρώπου για να πράξει το κακό, προσπάθησε πρώτα από όλα να διδάξει στους μαθητές του τον αυτοέλεγχο και να τους εμπνεύσει πνεύμα σωφροσύνης στις σχέσεις τους με τους θεούς.
Πρέπει να γυρεύουμε, ισχυριζόταν, τη σοφία και τη δικαιοσύνη όχι γιατί είναι χρήσιμες στους ανθρώπους, αλλά και γιατί είναι αρεστές στους θεούς. Κοντολογίς τα διδάγματα του ήταν σχεδόν στον ίδιο βαθμό θρησκευτικά αλλά και φιλοσοφικά.
Αναλυτικότερα ο Σωκράτης είναι περισσότερο γνωστός από την άποψη του ότι «η αρετή είναι γνώση». Οι κυρίως αντίπαλοι του, οι σοφιστές, υποστήριζαν δύο πράγματα:
α) ότι οι ίδιοι μπορούσαν να διδάξουν ή να μεταδώσουν την αρετή,
β) ότι η γνώση, τουλάχιστον αυτή που μπορούσε να διδαχτεί, ήταν μια χίμαιρα.
Εξισώνοντας, λοιπόν αρετή και γνώση ο Σωκράτης με το ρητό του εμφανίζεται να τους προκαλεί.
Για να αποδείξει την αλήθεια των ισχυρισμών του επέμενε να στρέφει τη συζήτηση σε ταπεινούς και φαινομενικά άσχετους ανθρώπους, όπως ήταν οι τσαγκάρηδες και οι ξυλουργοί, τη στιγμή που οι συνομιλητές του ρωτούσαν να μάθουν τι σήμαινε πολιτική ικανότητα ή αν υπήρχε κάτι ανάλογο της ηθικής υποχρέωσης. Αν θέλεις να γίνεις καλός τσαγκάρης, έλεγε ο Σωκράτης, το πρώτο που είναι απαραίτητο να μάθεις είναι τι είναι παπούτσι και ποιος ο σκοπός του. Δεν έχει αξία να προσπαθείς να αποφασίσεις για το καλύτερο είδος εργαλείων ή υλικού και για την καλύτερη μέθοδο χρησιμοποίησης τους, αν δεν έχεις σχηματίσει πριν στο νου σου μια σαφή και λεπτομερειακή έννοια για το τι ξεκίνησες να κατασκευάσεις και ποια λειτουργία θα έχει αυτό το αντικείμενο να εκτελέσει. Δηλαδή η αρετή του τσαγκάρη εξαρτάται από την κατοχή αυτής της γνώσης.
Ήταν πολύ φυσικό για το Σωκράτη να μιλάει για την αρετή ενός τσαγκάρη, όπως ακριβώς θα μπορούσε να μιλήσει για την αρετή ενός στρατηγού ή πολιτικού. H λέξη αρετή σήμαινε αυτό που τους έκανε καλούς στο συγκεκριμένο τους επάγγελμα και, ξεκινώντας από τα ταπεινά παραδείγματα των πρακτικών τεχνών, ο Σωκράτης μπορούσε εύκολα να δείξει ότι σε κάθε περίπτωση η απόκτηση αυτής της ικανότητας είχε να κάνει με τη γνώση, και πως η πρώτη και αναγκαιότερη γνώση ήταν η γνώση σε κάθε περίπτωση του σκοπού της δημιουργίας. Αν, λοιπόν, υπάρχει αποδεκτή σημασία βάσει της οποίας μπορούμε να μιλάμε για απόλυτη αρετή, όπως επαγγέλλονταν ότι διδάσκουν οι σοφιστές -εννοώντας ότι με την αρετή μπορούσε ο κάθε άνθρωπος να τα βγάλει πέρα ικανοποιητικά στη ζωή - έπεται ότι πρέπει να υπάρχει σκοπός ή λειτούργημα που όλοι μας, ως ανθρώπινα όντα, πρέπει να επιτελέσουμε.
H πρώτη λοιπόν προσπάθεια, αν είναι να αποκτήσουμε αυτή τη γενική ανθρώπινη αρετή, είναι να ανακαλύψουμε ποιος είναι ο σκοπός του ανθρώπου. Δίνει ο Σωκράτης άραγε απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα; H απάντηση είναι μονολεκτική: Όχι!
Είναι σύμφωνο με το χαρακτήρα του Σωκράτη να μην έχει δώσει την απάντηση. Είχε
συνηθίσει να λέει ότι ο ίδιος δεν γνώριζε τίποτε και ότι το μόνο στο οποίο ήταν σοφότερος από τους άλλους ήταν πως είχε συνείδηση της άγνοιας του, ενώ αυτοί δεν είχαν της δικής τους. H ουσία της σωκρατικής μεθόδου ήταν να πείθει το συνομιλητή του ότι, ενώ πίστευε πως ήξερε κάτι, στην πραγματικότητα δεν ήξερε.
H πεποίθηση της άγνοιας είναι το απαραίτητο πρώτο βήμα για την απόκτηση της γνώσης, γιατί κανείς δεν αναζητεί τη γνώση σχετικά με οτιδήποτε, αν έχει την αυταπάτη ότι την κατέχει ήδη. Άπαξ και αντιλαμβανόταν ποιος ήταν ο δρόμος για το στόχο, ήταν πρόθυμος να τον αναζητήσει μαζί τους και η όλη φιλοσοφία για το Σωκράτη συνίστατο σε αυτή την ιδέα της «κοινής έρευνας». Ούτε ο συνομιλητής του ούτε ο ίδιος ήξερε ακόμα την αλήθεια, αλλά, αν πειθόταν ο άλλος ότι αυτό ήταν έτσι, θα μπορούσαν και οι δύο να ξεκινήσουν μαζί, με την ελπίδα πάντοτε να βρουν την αλήθεια. Αυτή η πίστη για την άγνοια όχι μόνο του εαυτού του αλλά και όλης της ανθρωπότητας, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο αποτελεί τη συμβολή του Σωκράτη στη φιλοσοφική σκέψη.
H συζήτηση των ανθρώπων της εποχής του είχε αναμειχθεί με μια μεγάλη ποικιλία γενικών όρων, ιδιαίτερα αυτών που χρησίμευαν για να περιγράψουν ηθικές έννοιες - δικαιοσύνη, σωφροσύνη, ανδρεία κ.ο.κ. O Σωκράτης ξεκινούσε πιστεύοντας ότι οι άνθρωποι ήξεραν π σήμαιναν αυτοί οι όροι, εφόσον τους χρησιμοποιούσαν καθημερινά, και ήλπιζε ότι θα το έλεγαν και σε αυτόν που δεν το γνώριζε. Όταν τους ρωτούσε όμως, ανακάλυπτε ότι κανείς τους δεν μπορούσε να του δώσει μια σωστή ερμηνεία.
Ίσως υπό το φως της σοφιστικής διδασκαλίας θα έπρεπε να υποτεθεί ότι αυτοί οι όροι δεν είχαν πράγματι σημασία, αλλά, εάν ίσχυε αυτό, οι άνθρωποι θα έπρεπε να σταματήσουν να τους χρησιμοποιούν. Εάν εξάλλου είχαν κάποια σταθερή σημασία, τότε όσοι τις χρησιμοποιούν θα έπρεπε να είναι σε θέση να πουν τι σημαίνουν. Δεν μπορείς να συζητάς για ενέργειες σοφές, δίκαιες ή χρηστές, παρά μόνο αν ξέρεις τι είναι σοφία, δικαιοσύνη ή χρηστότητα.
Αν, όπως υποψιαζόταν ο Σωκράτης, οι διάφοροι άνθρωποι χρησιμοποιώντας τις ίδιες λέξεις εννοούν διαφορετικά πράγματα, συζητούν χωρίς να συνεννοούνται, το μόνο αποτέλεσμα θα είναι η σύγχυση. H σύγχυση θα είναι γνωστική αλλά - το σημαντικότερο - και ηθική.
Από γνωστική άποψη το να συζητάς με κάποιον που χρησιμοποιεί τους όρους του με σημασία διαφορετική από τη δική σου δεν μπορεί να οδηγήσει πουθενά και, από ηθική άποψη, όταν οι αμφισβητούμενοι όροι παίρνουν τη θέση ηθικών εννοιών, τότε μόνο αναρχία μπορεί να προκύψει. Αυτή τη διπλή όψη του προβλήματος, γνωστική και ηθική, ήθελε να εκφράσει ο Σωκράτης με το ρητό του ότι η αρετή είναι γνώση. Τόσο καθαρό εξάλλου ήταν το μυαλό του και τόσο σταθερός ο χαρακτήρας του, ώστε του φαινόταν αυταπόδεικτο το γεγονός όπ, αν οι άνθρωποι μπορούσαν να φτάσουν στο σημείο να δουν αυτή την αλήθεια, θα διάλεγαν αυτόματα το σωστό. Ό,τι χρειαζόταν ήταν να τους πείσει κάποιος να κάνουν τον κόπο να βρουν ποιο είναι το σωστό. Από εδώ προκύπτει το δεύτερο περίφημο ρητό του, ότι κανείς δεν κάνει με τη θέληση του το κακό. Av η αρετή είναι γνώση, η κακία οφείλεται στην άγνοια και μόνο.
Πώς, λοιπόν, θα ξεκινήσουμε για να κατακτήσουμε τη γνώση του τι είναι αρετή, δικαιοσύνη κ.λπ.; O Σωκράτης ήταν έτοιμος να προτείνει μια μέθοδο και για τους άλλους και για τον εαυτό του.
H γνώση κατακτάται σε δύο στάδια, στα οποία αναφέρεται ο Αριστοτέλης, όταν λέει ότι ο Σωκράτης μπορεί δικαιολογημένα να προβάλει ως δικά του δύο πράγματα, την επαγωγή και το γενικό ορισμό. Αυτοί οι λογικοί όροι δεν φαίνονται να έχουν και πολλή σχέση με την ηθική, αλλά για το Σωκράτη η σχέση ήταν ζωτική. Το πρώτο στάδιο ήταν να συγκεντρωθούν παραδείγματα, για τα οποία -συμφωνούν και οι δύο συζητητές- μπορεί να ισχύσει ο όρος «δικαιοσύνη» (αν η δικαιοσύνη είναι το ζητούμενο). Τότε τα συγκεντρωμένα παραδείγματα των δίκαιων πράξεων εξετάζονται για να ανακαλυφθεί σε αυτά κάποια κοινή ιδιότητα, χάρη στην οποία οι πράξεις φέρουν αυτό το χαρακτηρισμό. H κοινή ιδιότητα, ή μια ομάδα ή μια δέσμη από κοινές ιδιότητες, συνιστά την ουσία τους ως δίκαιων πράξεων. Συνιστά πράγματι αυτή τον ορισμό της δικαιοσύνης. Έτσι, η επαγωγή αποτελεί μια «πορεία» του νου από τις ειδικές περιπτώσεις, αν τις συγκεντρώσουμε και τις δούμε συνολικά, προς την κατανόηση του κοινού όρου.
Το σφάλμα που έβρισκε ο Σωκράτης στις απαντήσεις των συνομιλητών του ήταν ότι θεωρούσαν αρκετό να ολοκληρώνουν το πρώτο στάδιο μόνο, δηλαδή να αναφέρουν μερικά παραδείγματα και να λένε, π.χ., «αυτό κι εκείνο είναι δικαιοσύνη» και για αυτό προσπαθούσε να τους κάνει να δουν όπ, έστω και αν υπάρχουν πολλά και ποικίλα παραδείγματα ορθής ενέργειας, πρέπει όλα αυτό να έχουν μια κοινή ιδιότητα ή ένα χαρακτήρα κοινό, με βάση τον οποίο και χαρακτηρίζονται ορθά. Διαφορετικά, η λέξη «ορθός» δεν έχει νόημα.
Αυτός ήταν ο στόχος των επίμονων και καμιά φορά ενοχλητικών ερωτήσεων που κατέστησαν το Σωκράτη τόσο αντιδημοτικό - να φτάσει από το σμήνος των αρετών στον ορισμό του ενός, της αρετής. Μοιάζει με άσκηση λογικής, αλλά στην πράξη ήταν ο μόνος τρόπος με τον οποίο πίστευε ο Σωκράτης ότι θα καταπολεμούσε τις ανατρεπτικές ηθικές συνέπειες της σοφιστικής διδασκαλίας. Αυτοί οι άνθρωποι, που σε απάντηση σε παρόμοια ερωτήματα, όπως «Τι είναι ευσέβεια;» απαντούσαν «Αυτό που κάνω τώρα», είναι ακριβώς αυτοί που θα υποστήριζαν ότι ο μόνος κανόνας για την πράξη είναι να αποφασίζεις αυθόρμητα ποιο είναι το πλεονεκτικότερο. Κανόνες με την παραδεγμένη έννοια δεν υπήρχαν. Το λογικό σόφισμα οδηγούσε κατευθείαν σε ηθική αναρχία.
Σχηματικά ο Σωκράτης πίστευε ότι ο άνθρωπος είναι φύσει αγαθός και οι ηθικές έννοιες λανθάνουν στο εσωτερικό του και αποτελούν ένα αντικειμενικό κριτήριο. O άνθρωπος, εάν εμβαθύνει στον εαυτό του, θα βρει τους ηθικούς κανόνες (γνώθι σαυτόν) και θα γίνει ενάρετος. Έπειτα από αυτό οι πράξεις του θα είναι αγαθές, γιατί δεν μπορεί να είναι κακός, αφού αυτό συγκρούεται με την εσώτατη φύση του.
H μαιευτική μέθοδος
H μέθοδος του Σωκράτη για την αναζήτηση της αλήθειας, κατά την εφαρμογή της, εμφανίζεται με δύο μορφές:
α. Αρνητική, ως ειρωνεία. Σύμφωνα με αυτή, παριστάνοντας τον εαυτό του να αγνοεί και να έχει ανάγκη από διδασκαλία, με συνεχείς ερωτήσεις οδηγούσε αυτόν με τον οποίο διαλεγόταν σε αντιφάσεις και τελικά τον εξανάγκαζε να ομολογήσει την άγνοια του.
β. Θετική, ως μαιευτική. Μεταφέροντας την τέχνη της μητέρας του σε πνευματικό έδαφος, κατόρθωνε να εκμαιεύσει από το συνομιλητή του σκέψεις για τις οποίες δεν είχε μέχρι τότε καμιά συνείδηση αυτός, δηλαδή ο συνομιλητής. Με την καθοδήγηση του άλλου στην εύρεση και τον καθορισμό της έννοιας, με τη βοήθεια της επαγωγής, έγινε συγχρόνως και ο εισηγητής της.
Μεταξύ των γνωμικών και αποφθεγμάτων του Σωκράτη ξεχωρίζουν τα παρακάτω τρία:
  1. `Εν οίδα ότι ουδέν οίδα`, που σημαίνει: `Ένα ξέρω, πως τίποτα δεν ξέρω` (μπροστά στον απέραντο ωκεανό της ανθρώπινης γνώσης).
  2. `Αρχή σοφίας της αγνοίας η γνώσις`, δηλαδή: `Η γνώση της άγνοιας του συνιστά την αφετηρία της (αληθινής) σοφίας για έναν άνθρωπο`.
  3. `Η παιδεία, καθάπερ ευδαίμων χώρα, πάντα τ` αγαθά φέρει`, που σημαίνει: `Όπως ακριβώς μια εύφορη χώρα, έτσι κι η παιδεία μας φέρνει όλα τα εν γένει καλά`. 
    Πηγή: https://sciencearchives.wordpress.com 
    Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.