Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

6.1.21

ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ της πιο συναρπαστικής ιστορίας του πλανήτη. ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ Ιανουάριος 2021

Μέρος δέκατο Τέταρτο, Θα μου επιτρέψετε πριν συνεχίσω να αναφέρω τις θερμές ευχαριστίες του Επίκουρου για την γραμματέα του, την πολύγλωσση Βίκυ [κοριτσάκι] γιατί η βοήθειά της ήταν πολύ σημαντική, ήταν αυτή που έκανε τις μεταφράσεις και ήταν πολύ καλή, ήταν από τις κορυφαίες μεταφράστριες. Ίσως κάποια στιγμή αναρτήσω και τις δικές της εντυπώσεις από το ταξίδι που έκανε μαζί με την κόρη μου στη Νότια Αφρική. 

Σύνδεση με το προηγούμενο.  Πλήρωσαν, και αφού χαιρέτησαν τον Μάστορα και την υπόλοιπη παρέα κατευθύνθηκαν προς τη έξοδο με την συνοδεία του Πέπου, στην έξοδο τις αποχαιρέτησε λέγοντας, ελπίζω να σας ξαναδούμε. Τον λόγο πήρε η Μυρτώ λέγοντας, θα τα ξαναπούμε σίγουρα δάσκαλε!!

Ας αφήσουμε την Μυρτώ και την μητέρα της και ας μεταφερθούμε στο ταξίδι της κόρης του Επίκουρου και της γραμματέας ου στη Νότια Αφρική. Η κόρη του περίπου στα 12 και η γραμματέας του περίπου στα 20. Δεν θα πω πολλά γι' αυτό το ταξίδι γιατί οι πλέον κατάλληλες να εξιστορήσουν τα γεγονότα είναι τα δύο κορίτσια, απλά θα μεταφέρω τις λίγες εντυπώσεις που αποκόμισε ο Επίκουρος όταν επέστρεψαν στη Δεινοστράτου. Ήταν μαγεμένες!! Πετούσαν στα σύννεφα, αυτά που είχαν βιώσει κατά την παραμονή τους στη Νότια Αφρική ήταν τόσα πολλά και τόσο συναρπαστικά που για πολλές μέρες μετά μολογούσαν συνέχεια, η Κουλίτσα δε [η μητέρα της Βίκυς] δεν χόρταινε  ν' ακούει την κόρη της να μολογάει.  Είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά από μικρά να ταξιδεύουν, μ' αυτόν τον τρόπο ανοίγουν τους ορίζοντες του μυαλού τους και οξύνουν τη φαντασία τους. Πλουτίζουν τον εσωτερικό τους κόσμο και προσφέρουν νέκταρ και αμβροσία στο πνεύμα τους. Λησμόνησα να αναφέρω πως τους φίλους στη Νότια Αφρική επισκέφθηκαν επίσης ο αδερφός του Επίκουρου ο Αλέξανδρος και η νύφη του η Ράνια, όπως καταλαβαίνετε στη χρυσή αλυσίδα φιλίας οι κρίκοι κάθε χρόνο και αυξάνονταν. Όταν ο Επίκουρος ρώτησε τα κορίτσια για το τι ήταν αυτό που τους είχε κάνει την μεγαλύτερη εντύπωση, και οι δύο είπαν: η αγάπη και η φιλοξενία των φίλων τους. [ακολουθούν λόγια του Επίκουρου] Οφείλω, για μία ακόμα φορά να ευχαριστήσω την γραμματέα μου για τις μεταφράσεις, μη φανταστείτε επειδή μιλούσε δύο γλώσσες ήταν εύκολη υπόθεση, κάθε άλλο, αυτά που έγραφα ήταν φιλοσοφικά και ποιητικά και είχα την παραξενιά να μεταφράσει στ' αγγλικά όλη τη μαγεία και τα συναισθήματα των επιστολών μου. Επίσης τα γράμματα από τους φίλους μας θα μπορούσε κάποιος να πει πως ήταν κάτι σαν φιλοσοφικά δοκίμια. Κοριτσάκι, σου αξίζουν συγχαρητήρια. 'Οταν αργότερα τη σκυτάλη των μεταφράσεων την πήρε η κόρη του Επίκουρου είχανε Ομηρικές μάχες γιατί ήθελε να ασκεί ''λογοκρισία'' στα γράμματά του, [απλοποιώντας τα] για να κάνει πιο εύκολη τη ζωή της. Κάτι άλλο που θα αξίζει να αναφέρω -ως αφηγητής- είναι το εξής: την περίοδο εκείνη, δηλαδή από το 1979 έως και το 2004 ο Επίκουρος με την οικογένειά του έμεναν στην οδό Δεινοστράτου στο Νέο Κόσμο σε ένα διαμέρισμα 70 τετραγωνικών, εκεί φιλοξενούσε τους φίλους του που κάποτε ήταν δύο και κάποτε τέσσερα άτομα. Θέλω να πω μ' αυτό πως αυτό που έχει σημασία είναι η αγάπη, άλλωστε η σοφία του λαού λέει: χίλιοι καλοί χωράνε!! Ειρήσθω εν παρόδω να αναφέρω πως οι φίλοι του Επίκουρου στην πατρίδα τους ζούσαν σε ένα μικρό παλάτι, πάντα θυμάται ο Επίκουρος τα λόγια της DENISE ''δεν θα κάνεις συγκρίσεις'' μας αρκεί που είμαστε μαζί, αυτό το μαζί στην πορεία έγινε εκατέρωθεν απαραίτητο. Κλείνω εδώ αυτή την παρένθεση και επιστρέφω στην Μυρτώ.

Όταν η Μυρτώ με την μητέρα της αναχώρησαν από το PEPOS RASTAURANT ήταν σφόδρα αναστατωμένη, χάρηκε που τώρα πια ήταν σίγουρη για το ποιος ήταν ο νεαρός, αλλά παράλληλα ήταν πολύ αναστατωμένη, αυτή η συνάντηση με τον ''δάσκαλο'', [έτσι αποφάσισε να τον αποκαλεί τον Πέπο] την είχε αναγκάσει να ξανασκεφτεί όλα αυτά που είχε στο μυαλό της. Όταν έφτασαν στο σπίτι ζήτησε από την μητέρα της να την αφήσει μόνη στο γραφείο του πατέρα της. Η νεφέλη δεν έφερε καμία αντίρρηση, κατάλαβε πως η κόρη της ήθελε να μείνει μόνη στο γραφείο και για ψυχολογικούς λόγους, μ' αυτόν τον τρόπο, έστω νοερά, θα επικοινωνούσε με τον πατέρα της, πατέρας και κόρη ήταν πολύ δεμένοι αυτή η απομόνωση ίσως να της έκανε καλό. Όταν η Μυρτώ βρέθηκε στο γραφείο του πατέρα της άρχισε να κατεβάζει από την βιβλιοθήκη αρκετά βιβλία, δεν ήταν βιβλία ιατρικής, ήταν βιβλία ποίησης, φιλοσοφίας και λογοτεχνίας. Όλη αυτή τη διαδικασία την έκανε γιατί θυμήθηκε μία παραξενιά του πατέρα της, ο πατέρας της ήταν ερωτευμένος με την ανάγνωση διάβαζε πάρα πολλά βιβλία, αυτό κατάφερε να το μεταλαμπαδεύσει και στην κόρη του, στις πρώτες σελίδες σχεδόν σε κάθε βιβλίο που διάβαζε, αποτύπωνε και κάποιες σκέψεις, αυτές μπορεί να είχαν να κάνουν και με το βιβλίο αλλά τις περισσότερες φορές έγραφε αυτά που τον είχαν απασχολήσει εκείνη την ημέρα που διάβαζε το συγκεκριμένο βιβλίο. Γνωρίζοντας αυτή τη συνήθεια του πατέρα της άρχισε να ψάχνει στις πρώτες σελίδες των βιβλίων, το τι ακριβώς έψαχνε ούτε και η ίδια το γνώριζε, απλά το ένστικτό της την παρότρυνε να ψάξει αυτές τις σελίδες. Ανάμεσα σ' αυτά που διάβασε υπήρχε ένα ποίημα του ΚΑΒΑΦΗ με τίτλο Θερμοπύλες και ήταν αφιερωμένο σε κάποιου δίκαιους κριτές!!! Ποιοι να ήταν άραγε αυτοί οι δίκαιοι κριτές; Τι να ήθελα άραγε να πει ο πατέρας της με την επιλογή αυτού του ποιήματος; 

Θερμοπύλες

Τιμὴ σὲ ἐκείνους ὅπου στὴν ζωὴν των
ὥρισαν καὶ φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτὲ ἀπὸ τὸ χρέος μὴ κινοῦντες,
δίκαιοι κ᾿ ἴσιοι σ᾿ ὅλες των τὲς πράξεις,
ἀλλὰ μὲ λύπη κιόλας κ᾿ εὐσπλαχνία,
γενναῖοι ὁσάκις εἶναι πλούσιοι,
κι ὅταν εἶναι πτωχοί, πάλ᾿ εἰς μικρὸν γενναῖοι,
πάλι συντρέχοντες ὅσο μποροῦνε,
πάντοτε τὴν ἀλήθεια ὁμιλοῦντες,
πλὴν χωρὶς μίσος γιὰ τοὺς ψευδόμενους.

Καὶ περισσότερη τιμὴ τοὺς πρέπει ὅταν προβλέπουν,
καὶ πολλοὶ προβλέπουν,
πῶς ὁ Ἐφιάλτης θὰ φανεῖ στὸ τέλος,
κ᾿ οἱ Μῆδοι ἐπιτέλους θὰ διαβοῦνε.

Συνέχισε το διάβασμα και στην αμέσως επόμενη σελίδα υπήρχε πάλι ένα ποίημα του Καβάφη με τίτλο ΙΘΑΚΗ 

Ἰθάκη

Σὰ βγεῖς στὸν πηγαιμὸ γιὰ τὴν Ἰθάκη,
νὰ εὔχεσαι νἆναι μακρὺς ὁ δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.

Τοὺς Λαιστρυγόνας καὶ τοὺς Κύκλωπας,
τὸν θυμωμένο Ποσειδῶνα μὴ φοβᾶσαι,
τέτοια στὸν δρόμο σου ποτέ σου δὲν θὰ βρεῖς,
ἂν μέν᾿ ἡ σκέψις σου ὑψηλή, ἂν ἐκλεκτὴ
συγκίνησις τὸ πνεῦμα καὶ τὸ σῶμα σου ἀγγίζει.

Τοὺς Λαιστρυγόνας καὶ τοὺς Κύκλωπας,
τὸν ἄγριο Ποσειδώνα δὲν θὰ συναντήσεις,
ἂν δὲν τοὺς κουβανεῖς μὲς στὴν ψυχή σου,
ἂν ἡ ψυχή σου δὲν τοὺς στήνει ἐμπρός σου.

Νὰ εὔχεσαι νά ῾ναι μακρὺς ὁ δρόμος.
Πολλὰ τὰ καλοκαιρινὰ πρωϊὰ νὰ εἶναι
ποὺ μὲ τί εὐχαρίστηση, μὲ τί χαρὰ
θὰ μπαίνεις σὲ λιμένας πρωτοειδωμένους·

νὰ σταματήσεις σ᾿ ἐμπορεῖα Φοινικικά,
καὶ τὲς καλὲς πραγμάτειες ν᾿ ἀποκτήσεις,
σεντέφια καὶ κοράλλια, κεχριμπάρια κ᾿ ἔβενους,
καὶ ἡδονικὰ μυρωδικὰ κάθε λογῆς,
ὅσο μπορεῖς πιὸ ἄφθονα ἡδονικὰ μυρωδικά.

Σὲ πόλεις Αἰγυπτιακὲς πολλὲς νὰ πᾷς,
νὰ μάθεις καὶ νὰ μάθεις ἀπ᾿ τοὺς σπουδασμένους.
Πάντα στὸ νοῦ σου νἄχῃς τὴν Ἰθάκη.
Τὸ φθάσιμον ἐκεῖ εἶν᾿ ὁ προορισμός σου.

Ἀλλὰ μὴ βιάζῃς τὸ ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλὰ νὰ διαρκέσει.
Καὶ γέρος πιὰ ν᾿ ἀράξῃς στὸ νησί,
πλούσιος μὲ ὅσα κέρδισες στὸν δρόμο,
μὴ προσδοκώντας πλούτη νὰ σὲ δώσῃ ἡ Ἰθάκη.

Ἡ Ἰθάκη σ᾿ ἔδωσε τ᾿ ὡραῖο ταξίδι.
Χωρὶς αὐτὴν δὲν θἄβγαινες στὸν δρόμο.
Ἄλλα δὲν ἔχει νὰ σὲ δώσει πιά.

Κι ἂν πτωχικὴ τὴν βρῇς, ἡ Ἰθάκη δὲν σὲ γέλασε.
Ἔτσι σοφὸς ποὺ ἔγινες, μὲ τόση πείρα,
ἤδη θὰ τὸ κατάλαβες ᾑ Ἰθάκες τί σημαίνουν.

αυτή τη φορά το ποίημα το αφιέρωνε στη Nana και στον Ian, δηλαδή στο ζευγάρι των διπλωματών, εκείνη τι στιγμή σαν από αστραπή φωτίστηκε το μυαλό της, μέσα στη θλίψη τους είχαν ξεχάσει να ενημερώσουν τους φίλους τους και κουμπάρους αφού εντωμεταξύ είχαν βαπτίσει το κοριτσάκι τους, για τον θάνατο του πατέρα της. Άφησε τα βιβλία πάνω στο γραφείο και έτρεξε να βρει την μητέρα της. Πως τους είχε διαφύγει να ενημερώσουν αυτούς τους σημαντικούς φίλους της οικογένειας και ειδικότερα του πατέρα της; Η Νεφέλη όταν άκουσε τα λόγια της κόρης της ένιωσε πάρα πολύ άσχημα, σωριάστηκε σε μία πολυθρόνα και μονολογούσε, μα πως το έκανα αυτό; Έπρεπε άμεσα να τηλεφωνήσει στη Nana και στον Ian, ήταν καλοί φίλοι και θα έδειχναν κατανόηση, άλλωστε είχαν γίνει τόσο ξαφνικά όλα που δεν ήταν οι μόνοι που είχαν ξεχάσει. Γνώριζε πως θα ήταν και γι' αυτούς μεγάλο το πλήγμα. Από τις αρχές του ίδιου χρόνου [1977] οι φίλοι τους, συνταξιούχοι πια είχαν επιστρέψει στη βάση τους στο Germiston της Νοτίου Αφρικής. Συνομιλούσαν τακτικά και γνώριζε η Νεφέλη πως η κόρη τους η DENISE από την προηγούμενη χρονιά ήταν ερωτευμένη με κάποιον γιατρό καρδιολόγο ο οποίος ήταν ήταν κι αυτός τρελά ερωτευμένος μαζί της και τον περασμένο Απρίλιο, συγκεκριμένα 25 Απριλίου είχαν τελέσει τον γάμο τους. Κάλεσε τους φίλους στο γνωστό τηλέφωνο 00271182565.. και άκουσε τη φωνή της Nana, η Nana πριν προλάβει να ρωτήσει τι κάνουν άκουσε τη Νεφέλη να κλαίει!! Προς στιγμήν τα έχασε, κατάλαβε πως κάτι κακό είχε συμβεί στην οικογένεια των φίλων τους, το μυαλό της πήγε σε κάποια βαριά ασθένεια, όταν όμως άκουσε τα δυσάρεστα για τον Αριστοτέλη δεν μπόρεσε να κρατηθεί, έβαλε κι αυτή τα κλάματα, το τηλέφωνο το πήρε ο Ίαν ο οποίος κι αυτός με ραγισμένη καρδιά ρωτούσε για το πότε θα γινόταν η κηδεία. 

Μέσα στη σαστιμάρα τους δεν είχαν καταλάβει πως ο φίλος του ήταν ήδη 12 μέρες νεκρός. Στα επόμενα λεπτά που ακολούθησαν κατάλαβαν το τι είχε συμβεί, κατανόησαν το γεγονός της κατάστασης στην οποία βρισκόταν η Νεφέλη και πως σ' αυτές τις περιπτώσεις αυτά συμβαίνουν. Τον Αριστοτέλη τον αγαπούσαν καλύτερα και από αδερφό, την ευτυχία τους την χρωστούσαν σ' αυτόν τον υπέροχο και αλτρου'ι'στή Έλληνα, δεν ξεχνούσαν το τι έκανε αυτός ο άνθρωπος, γι' αυτούς ήταν ο ήρωάς τους, ήθελαν πάρα πολύ να ήταν εκεί στον ύστατο αποχαιρετισμό του φίλου τους, αυτό πια δεν ήταν εφικτό. Υποσχέθηκαν στην Νεφέλη πως με την πρώτη ευκαιρία θα επισκέπτονταν την Ελλάδα γιατί ήθελαν να αφήσουν λίγα λουλούδια στο μνήμα του υπέροχου φίλου τους. Το απόγευμα της ίδιας μέρας μετέβησαν με τον σύζυγό της στην Ελληνική εκκλησία που υπήρχε στην περιοχή και άναψαν δύο κεράκια στη μνήμη του αγαπημένου τους Αριστοτέλη.

Εδώ θα κάνω ένα μικρό διάλειμμα και με την πρώτη ευκαιρία θα συνεχίσω το δέκατο πέμπτο μέρος, ως τότε Άστα Λαβίστα. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής της Π.Σ.Ι. ο Πεπέ.

3.1.21

ΔΈΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ της πιο αληθινής ιστορίας του κόσμου. ΔΙΟΝΥΣΙΑ και ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ

Μέρος Δέκατο Τρίτο, σύνδεση με το προηγούμενο. 

Η Δανάη αποδέχθηκε την πρόταση με μεγάλη χαρά και σε 30 μέρες αναχωρούσαν για το Παρίσι. Ο Αριστοτέλης ένιωσε απέραντη θλίψη που έχανε τους πολύτιμους φίλους του, ήταν όμως διπλωμάτες καριέρας και αυτή η μετάθεση σαφώς και ήταν γι' αυτούς σημαντική. Η δική τους χαρά ήταν και δική του χαρά.

Η Μυρτώ μετά την μεγάλη βόλτα στη συνοικία των θεών πρότεινε στην μητέρα της να καθίσουν για φαγητό στο Pepos Restaurant. Στην είσοδό τους υποδέχθηκε ένας μικρός που τους ενημέρωσε πως δεν υπάρχει ελεύθερο τραπέζι και γι' αυτό θα έπρεπε να περιμένουν λίγο μήπως και κάποια παρέα αναχωρήσει. Εκείνη τη στιγμή παρουσιάζεται ένας νεαρός τον οποίο ο μικρός τον αποκάλεσε δάσκαλο και τον ενημέρωσε πως οι κυρίες ήθελαν να καθίσουν για φαγητό. Η Μυρτώ ενημερώνεται από τον νεαρό πως σύντομα θα υπάρξει τραπέζι γιατί μία παρέα είχε πληρώσει και ήταν σχεδόν έτοιμοι να αναχωρήσουν. Η Μυρτώ αυθόρμητα είπε: ευχαριστούμε δάσκαλε! Ο νεαρός εξεπλάγης από την συγκεκριμένη προσφώνηση της κοπέλας και μ' ένα χαμόγελο που φώτισε το πρόσωπο γύρισε προς τον μικρό Κωστάκη γιατί κατάλαβε πως από αυτόν το είχε ακούσει η κοπέλα, πάντα του άρεσε αυτή η προσφώνηση, και ειδικά τώρα που το άκουσε να το προφέρει αυτή η κοπέλα του άρεσε ακόμα πιο πολύ. Η Μυρτώ δεν ήταν σίγουρη αν ήταν αυτός ο νεαρός, κάτι όμως μέσα της της έλεγε πως είχε μπροστά της τον νεαρό που έψαχνε. Ο νεαρός όπως καταλάβατε δεν ήταν άλλος από τον Πέπο, ακόμα δεν έχει μάθει την ιστορία του ονόματός του και γι' αυτό τον αναφέρω εδώ ως Πέπο και όχι ως Επίκουρο, το Επίκουρος ήρθε αργότερα. Ο Πέπος κατάλαβε πως είχε να κάνει με μάνα και κόρη και πως τα μαύρα που φορούσαν δεν ήταν λόγω της μόδας αλλά το πιθανότερο να ήταν λόγω κάποιου πένθους.


Σε λίγο το τραπέζι ήταν ελεύθερο και οδήγησε τις δύο κυρίες στον μικρό κήπο. Στα λίγα λεπτά που μεσολάβησαν, έως ότου διαβάσουν τον κατάλογο, η Μυρτώ παρατηρούσε τον χώρο και τους ανθρώπους. Της έκανε εντύπωση ένας κύριος 60 χρονών περίπου που καθόταν σ' ένα μικρό τραπεζάκι το οποίο οι νεαροί που σερβίριζαν χρησιμοποιούσαν ως πάσο, τον εν λόγω κύριο οι νεαροί τον αποκαλούσαν με σεβασμό Μάστορα, αναρωτήθηκε η Μυρτώ αν όλοι αυτοί οι νεαροί ήταν παιδιά του. το παράξενο ήταν πως δεν είχε διακρίνει κάποιο θηλυκό ανάμεσα στο προσωπικό. Όταν ο μικρός Κωστάκης τους πήγε τον οίνο και τη σόδα βρήκε την ευκαιρία να τον ρωτήσει αν όλοι οι νεαροί ήταν παιδιά του Μάστορα. Ο μικρός Κωστάκης που του άρεσε η κουβεντούλα, εξήγησε στις δύο κυρίες πως τα παιδιά του Μάστορα ήταν τα δύο, ο Βασίλης και ο Πέπος, αυτός ήταν ανιψιός και τα υπόλοιπα παιδιά ήταν φίλοι του Πέπου που βοηθούσαν. Ευκαιρίας δοθείσης η Μυρτώ τον ρώτησε γιατί τον νεαρό Πέπο τον αποκαλούσε δάσκαλο; ήταν εκπαιδευτικός; Ο Κωστάκης εξήγησε στην κοπέλα πως τον αποκαλεί δάσκαλο γιατί τον διδάσκει πολλά και διάφορα για την ζωή και για τις γυναίκες!! Μάνα και κόρη στο άκουσμα αυτής της φράσης δεν άντεξαν στο να μην χαμογελάσουν με την αθωότητα του μικρού παιδιού. Επίσης κάτι ακόμα που τις έκανε εντύπωση ήταν ποιοτική μουσική που ακουγόταν, ρώτησαν τον Κωστάκη ποιος ήταν αυτός που έκανε τις μουσικές επιλογές και της απάντησε πολύ απλά, μα ποιος άλλος, ο δάσκαλος φυσικά.

Σε λίγο του έφεραν τα φαγητά, είχαν πάρει κοκορομεζέ, τυροπιτάκια της γιαγιάς, μοσχαράκι στάμνας και μουσακά, όλα ήταν γευστικά και γι' αυτό ρώτησαν τον Πέπο ποιος ήταν ο Chef ώστε να τον συγχαρούν, ο Πέπος έδειξε στις κυρίες τον Μάστορα, η μητέρα της Μυρτούς σηκώθηκε και πήγε κοντά στον Μάστορα για να τον συγχαρεί για την ποιότητα των εδεσμάτων. Ο Μάστορας ταπεινά δέχθηκε τα εύγε της κυρίας και έδωσε εντολή στον μικρό Κωστάκη να μην χρεώσουν τα ποτά γιατί ήταν κερασμένα από αυτόν. Οι κυρίες τον ευχαρίστησαν και ήπιαν στην υγειά του. Όταν τελείωσαν το φαγητό τους, ο Πέπος από σεβασμό στο πένθος των γυναικών, [ήταν σίγουρος πως πενθούσαν το παρατηρούσε κάποιος στο θλιμμένο του πρόσωπο] ρώτησε αν θα μπορούσε να τους προσφέρει λίγα φρούτα, οι κυρίες αποδέχθηκαν την πρότασή του και σε λίγο τους έφερε μία πιατέλα με διάφορα φρούτα εποχής, μη ξεχνάτε πως βρισκόμαστε ήδη στην καρδιά του Ιουλίου και υπήρχε πληθώρα από φρούτα. Στη συζήτηση που ακολούθησε έμαθαν πως υπήρχε ακόμα ένας μικρότερος αδερφός και πως ο ίδιος είχε τελειώσει την στρατιωτική του θητεία πριν ενάμιση μήνα. Η Μυρτώ δήθεν αθώα, είπε, άρα έχετε γεννηθεί το 1955; Ναι, απάντησε ο Πέπος, γεννήθηκα τον Μάιο του 1955 και είμαι δίδυμος!!! Προς στιγμήν η καρδιά της κοπέλας σταμάτησε, έχασε το χρώμα της, επανήλθε συνήλθε αμέσως όταν άκουσε τον νεαρό να λέει συνεχίζοντας την κουβέντα πως ήταν δίδυμος στο ζώδιο. Η Μυρτώ μετά το πρώτο σοκ κατάφερε να βρει την αυτοκυριαρχία της, τώρα πια δεν είχε καμία αμφιβολία για το ποιος ήταν ο νεαρός.


Την ώρα που η Μυρτώ έκανε αυτές τις σκέψεις εισήλθε στον κήπο που ήταν γεμάτος από τουρίστες, μία πολύ όμορφη κοπέλα με μακριά κατσαρά μαλλιά και ιδανικά εκφραστικά μάτια. Χαιρέτησε με σεβασμό τον Μάστορα και τους υπόλοιπους νεαρούς και κάθισε στο ίδιο τραπέζι που καθόταν ο Μάστορας ο οποίος την υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά. Ο Πέπος έχοντας την πλάτη του προς την είσοδο, άρα και προς το τραπέζι που κάθισε η μαυρομαλλούσα δεν αντιλήφθηκε την παρουσία της. Η Μυρτώ άδραξε την ευκαιρία την ευκαιρία και ρώτησε όσο πιο ευγενικά και αδιάκριτα μπορούσε αν η κοπέλα που μπήκε πριν λίγο ήταν αδερφή του. Ο Πέπος γύρισε και αντίκρισε την Σούλα, ζήτησε συγγνώμη από τις κυρίες και κατευθύνθηκε προς την μελαχρινή κοπέλα, η Μυρτώ κατάλαβε από τον τρόπο που την αγκάλιασε πως δεν ήταν αδερφή του, ήταν πασιφανές, φαινόταν άλλωστε και από τον τρόπο που τον κοίταζε η χαμογελαστή κοπέλα. Σε λίγα λεπτά επέστρεψε πάλι κοντά τους, ξαναζήτησε συγγνώμη που διέκοψε τη συζήτηση και είπε, με ρωτήσατε αν είναι αδερφή μου, όχι, δεν είναι, μακάρι να ήταν, δυστυχώς δεν έχω αδερφή, για να είμαι ειλικρινής αυτό το κενό, λέω κενό γιατί έτσι ένιωθα πάντα, αυτό λοιπόν το κενό το έχω συμπληρώσει με την παρουσία μιας πρώτης μου ξαδέρφης την οποία αγαπώ σαν αδερφή μου. Αν και παρατηρητικός ο Πέπος, αυτή τη φορά δεν παρατήρησε για δεύτερη φορά την ταραχή της κοπέλας η οποία ήταν έτοιμη να καταρρεύσει ψυχολογικά. Βρήκε τις απαραίτητες δυνάμεις για να ελέγξει τα συναισθήματα της και ζήτησε τον λογαριασμό. Πλήρωσαν, και αφού χαιρέτησαν τον Μάστορα και την υπόλοιπη παρέα κατευθύνθηκαν προς τη έξοδο με την συνοδεία του Πέπου, στην έξοδο τις αποχαιρέτησε λέγοντας, ελπίζω να σας ξαναδούμε. Τον λόγο πήρε η Μυρτώ λέγοντας, θα τα ξαναπούμε σίγουρα δάσκαλε!!

Για ειδικούς λόγους θα σταματήσω εδώ την αφήγηση του δέκατου τρίτου μέρους, ελπίζω να συνεχίσω χωρίς προβλήματα την αφήγηση του δέκατου τέταρτου μέρους. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

ΔΩΔΕΚΑΤΟ ΜΕΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ μία αληθινή ιστορία.

Δωδέκατο μέρος, σύνδεση με το προηγούμενο. Ο Επίκουρος με την οικογένειά του επιστρέφουν από Νότια Αφρική, και η Μυρτώ επιστρέφει από τα Τρίκαλα μετά την συνάντησή της με τον θείο της.

Η Μυρτώ κατά την επιστροφή της προσπαθούσε να βάλει σε μία τάξη όλα αυτά που έζησε, και κυρίως αυτά που έπρεπε να διαχειριστεί στο μέλλον, όλα αυτά που ξεπήδησαν μέσα από το γράμμα του πατέρα της. Κόντευε στα τελευταία διόδια όταν επιτέλους είχε βάλει σε τάξη τις σκέψεις της, η πρώτη ενέργεια που θα έκανε στις επόμενες μέρες που θα έμενε στην Αθήνα  θα ήταν να ψάξει να βρει τον νεαρό που είχε επισκεφθεί τον πατέρα της με την κοπέλα του στο νοσοκομείο. Αυτό φαντάστηκε πως δεν θα ήταν και πολύ δύσκολο μιας και ο πατέρας της είχε τα στοιχεία του νεαρού. Δύο μέρες μετά ήταν τα 9μερα του πατέρα της και μαζί με την μητέρα της φρόντισαν τα σχετικά, ευτυχώς που κάποιοι συγγενείς και φίλοι βρέθηκαν όλες αυτές τις μέρες  κοντά στην μητέρα της και την βοήθησαν στις δύσκολες στιγμές που περνούσε και γενικότερα στην όλη διαδικασία γιατί εκτός από τον θρήνο της απώλειας υπάρχουν και κάποια διαδικαστικά θέματα που κάποιος πρέπει να τα τακτοποιήσει. Δύο μέρες μετά τα 9μερα ζήτησε από την μητέρα της να την συνοδεύσει σε έναν περίπατο που επιθυμούσε να κάνει στη συνοικία των θεών.  Η μητέρα της μη έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνει δέχθηκε την πρόταση της κόρης. Δεν είχαν κάποιον προορισμό, έτσι τουλάχιστον νόμιζε η μητέρα, η Μυρτώ βέβαια είχε το σχέδιο της, ήθελε να κάνει μία ανίχνευση, χωρίς να πει βέβαια στην μητέρα της τον σκοπό αυτής της βόλτας σκόπευε να έρθει σε μία πρώτη επαφή με τον Τρικαλινό νεαρό. Αυτό που δεν είχε ακόμα αποφασίσει ήταν το εξής: θα του έλεγε ποια ήταν ή ήταν καλύτερα να παρουσιαστεί ως γραμματέας του πατέρα της; Αν όμως ο νεαρός γνώριζε για τον θάνατο του πατέρα της; Όχι, όχι δεν έπρεπε να ρισκάρει, αν κατάφερνε να τον εντοπίσει, αν ήταν σωστές οι πληροφορίες που είχε πάρει από τον κατάλογο του ΟΤΕ ο νεαρός που έψαχνε βρισκόταν στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου 18 ήταν ο δρόμος που χώριζε την περιοχή Μακρυγιάννη από την συνοικία των Θεών [Πλάκα.] 

Ας αφήσουμε την Μυρτώ και την μητέρα της να βρίσκονται κοντά στο PEPOS SKOOL OF DELIKATESEN και ας επιστρέψουμε στο ζευγάρι των διπλωματών της Νοτίου Αφρικής, η κοπέλα που έχασε το παιδί της στη γέννα είναι αυτή που θηλάζει το μικρό κοριτσάκι για τους επόμενους 12 μήνες. Η μικρή Νεράιδα τους έχει ξετρελάνει όλους, είναι πολύ χαριτωμένη. Ο φίλος τους συνεχίζει να τους επισκέπτεται τακτικά και καμαρώνει κι αυτός αυτό το μικρό πλασματάκι που κατάφερε ν' αλλάξει τη ζωή των φίλων του. Συνεχίζει να τους κρατάει ενήμερους για το αν τυχόν παρουσιάστηκε η μητέρα του κοριτσιού [ας μην ξεχνάμε πως το ζευγάρι αυτό που γνώριζε ήταν πως το μικρό το είχε αφήσει η μητέρα του στην είσοδο της κλινικής] και πως οι έρευνες δεν έχουν αποδώσει καρπούς ένα χρόνο μετά. Ο Αριστοτέλης ήταν αλτρουιστής και πολύ καλός άνθρωπος, από αγάπη για τους Νοτιοαφρικανούς φίλους του τους οποίους δεν θα αποκάλυπτε  ποτέ την αλήθεια, παρά μόνον όταν θα ένιωθε πως ο θάνατος θα τον καλούσε κοντά του, έκανε κάτι που σε άλλη περίπτωση δεν θα το έκανε ούτε για όλο το χρυσάφι της γης. Το ζευγάρι, από ευγνωμοσύνη ζήτησε από τον Αριστοτέλη όταν το κοριτσάκι ήταν πιά 15 μηνών, να βαφτίσει το μικρό τους αγγελούδι και φυσικά ο Αριστοτέλης αποδέχθηκε με μεγάλη χαρά την πρότασή τους. Εντωμεταξύ είχε φροντίσει μέσω του αδερφού του να τακτοποιήσουν όλα τα σχετικά έγγραφα ώστε το παιδί να φαίνεται πως γεννήθηκε από την Nana Krawford στο Μαιευτήριο των Τρικάλων στις 03/01/55 άρα όταν έγινε η βάπτιση του μωρού στην παραγματικότητα δεν ήταν 15 μηνών αλλά 11 μηνών. Στο κοριτσάκι έδωσε το όνομα Διονυσία- DENISE  Η κόρη του που τότε ήταν 7 ετών και η γυναίκα του αγάπησαν από την πρώτη στιγμή αυτό το υπέροχο κοριτσάκι.

Λίγους μήνες μετά την βάπτιση οι γονείς του μωρού κάλεσαν εκτάκτως τον Αριστοτέλη γιατί είχαν λάβει από την υπηρεσία τους δυσάρεστα νέα, σε ένα μήνα θα έπρεπε να αναχωρήσουν από την Ελλάδα λόγω προαγωγής του συζύγου της κυρίως αλλά και της ίδιας. μισή ώρα αργότερα συναντήθηκαν στο BRAZILIAN στο καφέ της Βουκουρεστίου και του εξήγησαν πως ήταν αναγκασμένοι να φύγουν, κανονικά θα έπρεπε να είναι πολύ χαρούμενοι αλλά η μεγάλη τους αγάπη ήταν η Ελλάδα  και τώρα θα έπρεπε να αποχωριστούν την αγαπημένη τους χώρα και τους αγαπημένους φίλους. Ο επόμενος σταθμός τους θα ήταν το Παρίσι. Το ζευγάρι ζήτησε τη γνώμη του Αριστοτέλη ως προς το εξής: Ήθελαν να προτείνουν στην Δανάη, ήταν η κοπέλα που τους είχε συστήσει για να θηλάζει το μωρό τους, να την πάρουν μαζί τους στο Παρίσι για να προσέχει την μικρή DENISE, ο Αριστοτέλης χάρηκε γιατί όντως η Δανάη ήταν η καλύτερη επιλογή. Σκέφτηκε επίσης πως από οικονομικής πλευράς αυτή η πρόταση θα ήταν για την Δανάη μάνα εξ ουρανού, ένας ακόμα λόγος ήταν το γεγονός πως η Δανάη αγαπούσε αυτό το μωρό σαν δικό της, εξάλλου με το δικό της γάλα είχε μεγαλώσει. Η Δανάη αποδέχθηκε την πρόταση με μεγάλη χαρά και σε 30 μέρες αναχωρούσαν για το Παρίσι. Ο Αριστοτέλης ένιωσε απέραντη θλίψη που έχανε τους πολύτιμους φίλους του, ήταν όμως διπλωμάτες καριέρας και αυτή η μετάθεση σαφώς και ήταν γι' αυτούς σημαντική. Η δική τους χαρά ήταν και δική του χαρά.

Κάπου εδώ εγώ ο αφηγητής αυτής της συγκλονιστικής ιστορίας θα σταματήσω την αφήγηση του δωδέκατου μέρους και ελπίζω πως σύντομα θα μπορέσω να συνεχίσω γιατί υπάρχει κάποια εμπλοκή με τον εκδοτικό οίκο. Ας ελπίσουμε πως όλα αυτά θα ξεπεραστούν προς τέρψη όλων μας. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

2.1.21

ΕΝΔΕΚΑΤΟ ΜΕΡΟΣ μιας εκπληκτικής ιστορίας, της ΔΙΟΝΥΣΙΑΣ και του ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ.

 Μέρος ενδέκατο, σύνδεση με το προηγούμενο.

Η Μυρτώ είχε επισκεφθεί τον θείο της στα Τρίκαλα και από την συζήτηση που είχε μαζί του κατάλαβε πως έπρεπε να κάνουν υπομονή πριν αρχίσει να υλοποιεί το σχέδιο που είχε καταστρώσει.

Ας αφήσουμε την Μυρτώ για λίγο και ας ακολουθήσουμε για μία ακόμα φορά τον Επίκουρο στο τρίτο του ταξίδι στην Νότια Αφρική, μαζί του είναι η σύζυγός του και η επτάχρονη κόρη τους. Αυτή τη φορά το ταξίδι συμπεριλαμβάνει και τριήμερη επίσκεψη στο ακρωτήρι της καλής ελπίδας το οποίο βρίσκεται στο ΚΑΙΗΠ ΤΑΟΥΝ και είναι στο νοτιότερο μέρος Αφρικής, μιλάμε για Νότιο Πόλο, ΑΝΤΑΡΚΤΙΚΉ και φυσικά για πιγκουίνους. Νοητά εκεί σμίγουν δύο Ωκεανοί, ο Ειρηνικός και ο Ινδικός. Όσο και αν προσπαθήσω να σας περιγράψω τις εντυπώσεις ΄του Επίκουρου από αυτό το ταξίδι δεν θα τα καταφέρω ακόμα και αν είχα το ταλέντο του Ηλία Γιαννακόπουλου. Θα σταθώ μόνο σε τρία κορυφαία γεγονότα. Για πρώτη φορά στη ζωή του ο Επίκουρος, η κόρη του και η σύζυγός του είχαν την ευκαιρία να βρεθούν τόσο κοντά σε πιγκουίνους, ήταν κάτι μαγικό να αντικρίζεις αυτά τα πανέμορφα πλάσματα, ήταν τόσο χαριτωμένα, η εμπειρία ήταν μοναδική. Είχαν την εντύπωση πως παρακολουθούσαν κάποιο ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση. 


Η DENISE τους είχε πει πως θα ήταν πολύ όμορφο αυτό το ταξίδι αλλά αυτό που ζούσαν ξεπερνούσε την πιο τολμηρή φαντασία. Όταν δε, ανέβηκαν στο ακρωτήρι πέρασε αρκετή ώρα έως ότου συνέλθουν, το θέαμα ήταν μοναδικό, αντίκριζαν μπροστά τους την ένωση των δύο Ωκεανών. Ο Επίκουρος θυμήθηκε πως σ' αυτούς τους Ωκεανούς πριν λίγα χρόνια ταξίδευε ο Καπτάν Αλέξανδρος, ο μικρός αδερφός του ως Ανθυποπλοίαρχος ο οποίος του είχε διηγηθεί πολλές θαλασσινές ιστορίες. Εκεί σ' αυτό το ακρωτήρι της καλής ελπίδας ζήτησε από την DENISE κάτι που το είχε διαβάσει όταν μελετούσε την ιστορία των Ινδιάνων της Αμερικής, των φυλών Τσεγέν, Σιου, και Κομάντσι. Οι Ινδιάνοι όταν γνώριζαν κάποιον λευκό τον οποίο στην πορεία θεωρούσαν φίλο τους γινόταν αδέρφια εξ αίματος, στον καρπό του χεριού τους με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο τραυμάτιζαν το χέρι τους ώστε να τρέξει λίγο αίμα και μετά έσμιγαν τα χέρια τους ώστε το αίμα του ενός να αναμιχθεί με το αίμα του άλλου, και μ' αυτόν τον τρόπο θα ήταν πλέον αδέρφια!!!

 Όταν το εξήγησε στην DENISE δεν δίστασε καθόλου, άμεσα του πρότεινε το χέρι της, και με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο που είχε η DENISE στην τσάντα της τραυμάτισαν τα χέρια τους και όταν έτρεξε αίμα έσμιξαν τα χέρια τους και αγκαλιάστηκαν, από εκείνη τη στιγμή ένιωθαν σαν αδέρφια και μάλιστα με την βούλα του αίματος πια,  στις φλέβες της πλέον κυλούσε και το δικό του αίμα, και στις δικές του κυλούσε το δικό της αίμα. Χρόνια αργότερα όταν θυμόντουσαν εκείνη τη στιγμή έσκαγαν στα γέλια, που να ξέρουν πως αυτό που έκαναν τότε δεν χρειαζόταν γιατί στις φλέβες τους έτρεχε η ίδια ομάδα αίματος; Στην επιστροφή αποφάσισαν  να κάνουν μπάνιο στα νερά του Ωκεανού τα οποία ήταν πάρα πολύ κρύα, για τον Επίκουρο όμως που τότε ήταν χειμερινός κολυμβητής δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο. Όμως οι άνθρωποι του δήμου που ήταν υπεύθυνοι για την παραλία εφιστούσαν την προσοχή στους κολυμβητές να μην απομακρύνονται από την παραλία γιατί στην περιοχή, λίγο πιο μέσα υπήρχαν καρχαρίες. Κάποια στιγμή ο Επίκουρος ως δεινός κολυμβητής που ήταν προχώρησε αρκετά με αποτέλεσμα  ο ναβαγοσώστης να σημάνει συναγερμό, ένας καρχαρίας βρισκόταν σε κοντινή  απόσταση από τον Επίκουρο ο οποίος χωρίς να το γνωρίζει βρισκόταν σε κίνδυνο. Ο Επίκουρος μόλις άκουσε τη σειρήνα κατάλαβε πως διέτρεχε κίνδυνο και όσο πιο γρήγορα μπορούσε κολύμπησε προς την ακτή, τότε άκουσε τις φωνές την Λαμπρινής και της DENISE γεμάτες φόβο να τον καλούν να κάνει πιο γρήγορα. Έφθασε στην αμμουδιά με την ψυχή στο στόμα, ο κίνδυνος ευτυχώς είχε περάσει. Ο Επίκουρος γλύτωσε από τα δόντια του καρχαρία, ίσως ο καρχαρίας να ήταν φιλάνθρωπος.


Στην επιστροφή τους προς το ΚΑΙΗΠ ΤΑΟΥΝ μαγεύτηκαν από τη σαβάνα της περιοχής, κατά διαστήματα σταματούσαν γιατί το τοπίο ήταν χάρμα οφθαλμών, Ο όρος σαβάνα πιστεύεται ότι προήλθε από μία αραουκάνικη λέξη που περιγράφει «γη άδενδρη, αλλά με πολλή χλόη, ψηλή ή κοντή».  Ως σαβάνα χαρακτηρίζεται κάθε μεγάλη πεδινή έκταση στις τροπικές ή υποτροπικές περιοχές της Γης, καθώς και το αντίστοιχο οικοσύστημα, στα οποία κυριαρχεί πολύ υψηλή ποώδης και θαμνώδης βλάστηση με παρουσία διάσπαρτων μόνο δένδρων, που δεν σχηματίζουν συνεχή θόλο. Η αιτία που οι εκτάσεις αυτές δεν καταλήφθηκαν από δάση είναι η ξηρότητα του κλίματος και οι συχνές πυρκαγιές, ιδιότητες στις οποίες είναι προσαρμοσμένα τα φυτά τους.   Στην εκδρομή συμμετείχαν οι DENISE, JONATHAN, CHRISTINE, ΛΑΜΠΡΙΝΉ, ΜΕΛΙΣΣΑΝΘΗ, ΑΣΤΡΟΤΟΜ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ είχανε πάει με δύο αυτοκίνητα. Το να είσαι στην άκρη της Αφρικής και να δεις το ηλιοβασίλεμα είναι σα να λέμε πως είδες την Θεά Αφροδίτη γυμνή, μιλάμε για την απόλυτη μαγεία. Επιστρέψανε στο πόλη και το βράδυ δειπνήσανε σε ένα καταπληκτικό εστιατόριο το οποίο είχε την ονομασία ΝAXOS και όπως καταλαβαίνετε το είχε Έλληνας. 


Οι γαρίδες και οι αστακοί που φάγανε εκείνο το βράδυ δεν πρόκειται να τα φάνε σε όλη τους την υπόλοιποι ζωή. Ήταν 7 άτομα, σε κάποιο αντίστοιχο μαγαζί στην Ελλάδα το λιγότερο που θα πληρώνανε θα ήταν 300 ευρώ, εκεί πληρώσανε 80!!!  ΜΟΝΟ. Την επόμενη μέρα κάνανε μια βόλτα στην πόλη και στους αμπελώνες της περιοχής, το απόγευμα αναχώρησαν με το αεροπλάνο για το ΓΙΟΧΑΝΕΣΜΠΟΥΡΓΚ η πτήση ήταν περίπου δυόμιση ώρες. Ένα μαγικό ταξίδι στο ακρωτήρι της καλής ελπίδας έλαβε τέλος. H DENISE ήταν πολύ χαρούμενη που τους έβλεπε να πλέουν σε πελάγη ευτυχίας, σ' αυτή την ευλογημένη γυναίκα χρωστούσαν πάρα πολλά.  Είχαν μία ωραία πτήση και αργά το απόγευμα έφτασαν στο GERMISTON αργά το βράδυ, 23:30 αναχωρούσαν για την Ελλάδα και άρχισαν να ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους. ήρθαν να τους αποχαιρετήσουν οι φίλοι τους, η οικογένεια Λάλα, ο Αριστοτέλης με την Θάλεια [σύζυγό του] και η οικογένεια της Περσεφόνης. Στις 22:00 έπρεπε να βρίσκονται στο αεροδρόμιο. Ο αποχαιρετισμός ήταν ξανά δύσκολος, στην επιστροφή είχαμε μία πολύ καλή και χωρίς αναταράξεις πτήση και το πρωί στις 08:00 προσγειωνόμασταν στο δυτικό αεροδρόμιο. 

Κάπου εδώ θα σταματήσω την αφήγηση, αγαπητή ξαδερφούλα του Επίκουρου κατανοώ την συγκίνησή σου, δεν είσαι η μόνη άλλωστε, όσο γι' αυτό που ρώτησες για το αν έμαθε ποτέ η θεία σου την αλήθεια μάθε τούτο: σε συμβούλιο της οικογένειας που έγινε με συμμετοχή και γιατρού αποφασίσανε πως για το καλό της δεν έπρεπε να της πούνε όλη την αλήθεια, το τί ακριβώς έγινε θα το μάθεις στα επόμενα κεφάλαια. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

ΔΕΚΑΤΟ ΜΕΡΟΣ μιας απίστευτης αλλά αληθινής ιστορίας της Διονυσίας και του Επίκουρου.

Μέρος Δέκατο, σύνδεση με το προηγούμενο. Είχαμε μείνει στο γραφείο του γιατρού που τον βρήκαν νεκρό στο γραφείο του.

Η γυναίκα του γιατρού ήταν συγκλονισμένη, ο σύζυγός της ήταν νεκρός, πάνω στο γραφείο του υπήρχε ένας κλειστός φάκελος και απ' έξω έγραφε: 

''ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΜΟΥ, ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΜΌΝΟ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΌ ΜΟΥ''

Η Νεφέλη, αυτό ήταν το όνομα της γυναίκας, αναρωτιόταν αν μέσα στο γράμμα υπήρχε η απάντηση στον ξαφνικό θάνατο του συζύγου της. Τα είχε χαμένα, ζήτησε από τον οικογενειακό τους φίλο να παραστεί αν μπορούσε στη νεκροψία που θα γινόταν για να αποφανθούν ως προς τα αίτια του θανάτου. Πήρε το γράμμα στα χέρια της και προς στιγμήν σκέφτηκε να το ανοίξει, με πιο ψύχραιμη σκέψη αποφάσισε να μην παραβεί την επιθυμία του αγαπημένου της συζύγου. Τηλεφώνησε αμέσως στην κόρη της που βρισκόταν στην Αμερική για να της ανακοινώσει τα δυσάρεστα, πως θα έλεγε στην μονάκριβη κόρη τους που λάτρευε τον πατέρα της πως ήταν νεκρός; Όταν άκουσε τη φωνή τής κόρης της δεν άντεξε, έβαλε τα κλάματα, η κόρη περίμενε να συνέλθει η μητέρα της για να καταλάβει τι συμβαίνει. Όταν άκουσε τα δυσάρεστα χρειάστηκαν κάποια λεπτά για να επεξεργαστεί τα λεγόμενα της μητέρας της, πριν μία ώρα είχε μιλήσει με τον πατέρα της και όλα ήταν μια χαρά, ο πατέρας της στην ολιγόλεπτη κουβέντα που είχαν δεν της είχε παραπονεθεί για κάτι, τι έγινε και ξαφνικά μία ώρα μετά ακούει την μητέρα της να της ανακοινώνει τον θάνατο της μητέρας της; 


Η Μυρτώ μετά το πρώτο σοκ ανάκτησε την ψυχραιμία της και ρώτησε την μητέρα της για το ποιος ήταν αυτός που αποφάνθηκε πως ήταν έμφραγμα. Όταν της ανάφερε το όνομα του κ. Αλέξανδρου δεν είχε καμία αμφιβολία για την διάγνωση, θυμήθηκε επίσης πως ο πατέρας της της είχε παραπονεθεί κάποια στιγμή για κάποιες ταχυκαρδίες που είχε αλλά οι καρδιολόγοι δεν έκριναν πως υπήρχε λόγος ανησυχίας. Όταν η μητέρα της την ενημέρωσε για τον φάκελο που είχε βρει πάνω στο γραφείο, ζήτησε από την μητέρα της να τον ανοίξει, η μητέρα της όμως ήταν ανένδοτη. Όχι Μυρτώ, δεν θα τον ανοίξω, για να ζητήσει ο πατέρας σου να τον ανοίξεις εσύ θα είχε τους λόγους του και θα πρέπει να τους σεβαστούμε. Όταν με το καλό φθάσεις θα τον ανοίξεις εσύ. Έκλεισαν το τηλέφωνο γιατί η Μυρτώ θα έπρεπε να ενημερώσει τον διευθυντή της για το συμβάν και παράλληλα να ψάξει να βρει την πιο σύντομη πτήση για την Ελλάδα. Έφθασε στην Ελλάδα την επόμενη μέρα το απόγευμα μέσω Παρισιού. Την επόμενη μέρα μετά την άφιξή της έγινε η κηδεία του αγαπημένου της πατέρα. Θυμόταν πως ο πατέρας της επιθυμούσε την αποτέφρωση αλλά αυτό δεν το επέτρεπε η εκκλησία και ως εκ τούτου αναγκάστηκαν να γίνει ταφή. 


Αργά το απόγευμα όταν βρέθηκε στο γραφείο του πατέρας της και έπιασε στα χέρια της τον φάκελο αποφάσισε πως ήταν η ώρα να πληροφορηθεί το περιεχόμενο αυτού του φακέλου. Το γράμμα είχε ημερομηνία 07/07/77. Αγαπημένο μου παιδί, πολυαγαπημένη μου Μυρτώ, όταν θα διαβάζεις αυτές τις γραμμές εγώ δεν θα υπάρχω πια στη ζωή, θέλω να μου υποσχεθείς πως θα προβείς σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες που αναφέρω στο γράμμα μου. Είναι πολύ σημαντικό για μένα αναλάβεις εσύ να διεκπεραιώσεις όλη την υπόθεση. Ίσως θα έπρεπε να σου είχα μιλήσει πιο πριν, σε παρακαλώ να κατανοήσεις το κίνητρό μου. Η ιστορία ξεκινάει όταν εσύ ήσουν ακόμα στην ηλικία των πέντε ετών, δηλαδή το 1955..... Όταν η Μυρτώ τελείωσε το γράμμα αναλύθηκε σε λυγμούς, ήταν πολύ αναστατωμένη, αυτά που διάβασε την είχαν συγκλονίσει. Ανέβηκε στο πάνω διαμέρισμα που την περίμενε η μητέρα της με μεγάλη αγωνία και της γνωστοποίησε το περιεχόμενο της επιστολής. Η μητέρα σωριάστηκε στην πολυθρόνα, αναρωτιόταν για το πως ο σύζυγός της κατάφερε να κρατήσει μέσα του αυτό το μυστικό τόσα χρόνια. Από τις σκέψεις της την έβγαλε η φωνή της κόρης της. Μάνα, αύριο φεύγω για τα Τρίκαλα πρέπει σύντομα να συναντηθώ με τον θείο μου. Εννοούσε τον αδερφό του πατέρα της που είχε το Μαιευτήριο στα Τρίκαλα. Είχαν συναντηθεί με τον θείο της στην κηδεία του πατέρα της αλλά τότε δεν γνώριζε τίποτα για το περιεχόμενο του φακέλου.


Τηλεφώνησε στον θείο της ο οποίος προς μεγάλη του έκπληξη άκουσε την ανιψιά του να του λέει πως την επόμενη μέρα θα έφθανε στα Τρίκαλα. Από λεπτότητα δεν την ρώτησε τον λόγο, ήταν όμως χαρούμενος που συνέβη αυτό γιατί η Μυρτώ ήταν η πολυαγαπημένη του ανιψιά. Την επόμενη μέρα η Μυρτώ με το αυτοκίνητο του πατέρα της ξεκινούσε για την όμορφη πόλη των Τρικάλων. Αργά το απόγευμα έφθασε στο σπίτι όπου την υποδέχθηκαν όλοι με χαρά, κανενός το μυαλό δεν μπόρεσε να φανταστεί τον λόγο της επίσκεψης. Όλοι υπέθεσαν πως απλά πριν φύγει για την Αμερική ήθελε να τους ξαναδεί. Μετά το δείπνο ρώτησε τον θείο της αν θα μπορούσε την επόμενη να τον επισκεφτεί στην κλινική - Μαιευτήριο. Ο θείος της είπε πως αυτό θα του έδινε μεγάλη χαρά γιατί θα την ξεναγούσε και στη νέα πτέρυγα. Την επόμενη στις 11:00 βρισκόταν στην κλινική και ο θείος της την ξεναγούσε στη νέα πτέρυγα. Όταν τελείωσαν την ξενάγηση, ζήτησε από τον θείο της να μείνουν μόνοι τους στο γραφείο γιατί ήθελα να του διαβάσει κάτι σημαντικό. Ο θείος της γεμάτος απορία, την παρατηρούσε που έβγαλε από την τσάντα της ένα γράμμα και αναρωτιόταν τι ήταν αυτό το σημαντικό που είχε να του πει η αγαπημένη του Μυρτώ. Όταν η Μυρτώ βγήκε από το γραφείο είχε μια ικανοποίηση στο βλέμμα της, η όψη της ήταν κάπως χαρούμενη, ήταν σημαντικές οι πληροφορίες που πήρε από τον θείο της και κυρίως που είχε συναινέσει στα σχέδια που του παρουσίασε, συμφώνησε σε όλες της τις προτάσεις. 

Εδώ θα σταματήσω την αφήγηση του 10του μέρους. Θ.Θ. Θα συνεχίσω σύντομα γιατί σε λίγο η υπόθεση αποκτά πολύ ξεχωριστό ενδιαφέρον. Σας χαιρετώ ο αφηγητής Πεπέ.

1.1.21

ΕΝΑΤΟ ΜΕΡΟΣ της πιο συγκλονιστικής ιστορίας του πλανήτη. ΔΙΟΝΥΣΙΑ και ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ

Ένατο μέρος. Κατανοώ την αγωνία ορισμένων φίλων για την συνέχεια αυτής της συγκλονιστικής ιστορίας ως προς την έκβαση της αλλά όλα θα έρθουν στην ώρα τους, όσο για την απορία κάποιων άλλων για το πόσο αληθινή είναι αυτή η ιστορία το μόνο που έχω να πω είναι το εξής: Μου πήρε εμένα πολλά χρόνια για να συνειδητοποιήσω αυτό που μου συνέβη, επομένως δεν εκπλήσσομαι που έχετε όλες αυτές τις απορίες. Για κάποια χρόνια επειδή ζούσαν ακόμα ο μαιευτήρας και ο γυναικολόγος δεν επιθυμούσα να γνωστοποιήσω αυτή την ιστορία για προφανείς λόγους. 

Σύνδεση με το προηγούμενο, συναντηθήκαμε με τους ευλογημένους φίλους μας στον Άγιο Κωνσταντίνο για να συνταξιδέψουμε όλοι μαζί για το Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι μετά την περιπέτεια που είχαν στο CLUB MED    

Ένυ γουέι που λέει και ο φοβερός και τρομερός Γκοτζιό, εγώ  ο αφηγητής βρίσκομαι σήμερα κοντά σας για να σας εξιστορήσω τη συνέχεια της Π.Σ.Ι. Κατά την παραμονή τους λοιπόν στο χωριό περάσανε μαγικά, ήταν η εποχή που στο χωριό υπήρχε ένας ''οργασμός'' δημιουργίας, τα μέλη της ΛΟΓ είχαν τότε πολλά και όμορφα όνειρα και ο Επίκουρος έτρεφε πολλές ελπίδες πως κάτι θα άλλαζε προς το καλύτερο στο Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι. Κάτι αντίστοιχο ελπίζει αυτή την περίοδο στην αυγή του νέου έτους να πετύχει και ο Καλλιτέχνης Φειδίας, του εύχομαι από καρδιάς να πετύχει. Μετά από λίγες μέρες επιστρέψανε στην Αθήνα και οι φίλοι τους την επόμενη μέρα αναχώρησαν για Νότια Αφρική. Ένα ακόμα υπέροχο ταξίδι έφθασε στο τέλος του με συγκλονιστικές μνήμες.

Σήμερα θα ξεκινήσω από τον γιατρό, τον γυναικολόγο που είχε βοηθήσει το ζευγάρι των Νοτιοαφρικανών να υιοθετήσουν το μικρό κοριτσάκι, αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που ανακατεύτηκε σε τέτοιες υποθέσεις. Ο γιατρός [Αθήνα] το 1955 ήταν 45 χρονών νυμφευμένος και η κόρη του ήταν 5 χρονών, όταν η κόρη του τελείωσε το λύκειο την προόριζε για γυναικολόγο με σκοπό να τον διαδεχθεί. Πράγματι η κόρη δεν δυσκολεύτηκε να εισέλθει στην ιατρική σχολή των Αθηνών, όταν όμως τελείωσε τις σπουδές της την έπεισε ο αδερφός της μητέρας της που βρισκόταν ήδη στην Αμερική πριν ξεκινήσει τη σταδιοδρομία της στη Ελλάδα να κάνει ένα μεταπτυχιακό στην Αμερική στο πανεπιστήμιο μάλιστα που ήταν και ο ίδιος καθηγητής της ιατρικής. Της πρότεινε μάλιστα το μεταπτυχιακό της να έχει σχέση με την εξωσωματική γονιμοποίηση γιατί με βάση κάποια έρευνα που είχε κάνει το δικό τους πανεπιστήμιο μελλοντικά θα υπήρχε πολύ μεγάλο πρόβλημα γονιμοποίησης, ήδη τα κέντρα εξωσωματικής γονιμοποίησης στην Αμερική φύτρωναν το ένα μετά το άλλο με γοργούς ρυθμούς. 


Η Μυρτώ στο άκουσμα αυτής της προοπτικής ενθουσιάστηκε και όταν το συζήτησε με τους γονείς της της άναψαν το πράσινο φως. Η μητέρα της Μυρτώς δεν ήταν και πολύ θερμή σ' αυτή την ιδέα γιατί φοβόταν πως θα συνέβαινε ότι συνέβη και με τον αδερφό της που είχε πάει για δυο χρόνια και τελικά παρέμεινε εκεί για πάντα, δεν επέμενε όμως στην άρνησή της γιατί έβλεπε πως η κόρη της το ήθελε αυτό πάρα πολύ και δεν ήθελε να σταθεί εμπόδιο στα σχέδιά της. Τελικά είχε δίκιο η μάνα, η Μυρτώ διέπρεψε στις σπουδές της και η καριέρα  της ξεκίναγε με τις καλύτερες προοπτικές στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Ας αφήσουμε όμως την Μυρτώ και ας επιστρέψουμε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην οδό Σπευσίππου 38 στο Κολωνάκι όπου βρισκόταν το ιατρείο και το σπίτι των γονιών της.   
ΙΟΥΛΙΟΣ 07/07/1977   ώρα   14.30   ο πατέρας τής Μυρτούς πριν λίγη ώρα επέστρεψε από το νοσοκομείο, κανονικά σήμερα δεν ήταν βάρδια γιατί ήδη από τις 05 Ιουλίου βρισκόταν σε άδεια, στις 10 Ιουλίου θα αναχωρούσαν για το νησί της γυναίκας του, η Νάξος είχε γίνει για τον Αριστοτέλη ο μόνιμος καλοκαιρινός προορισμός, τέσσερις ήταν οι αγάπες του, η γυναίκα του, η κόρη του, η επιστήμη του και η Νάξος, στον Άγιο Προκόπη τον λάτρευαν αυτόν τον υπέροχο γλετζέ από την μαγευτική πόλη των Τρικάλων ο οποίος από τότε που γνωρίστηκε με τη Ναξιώτισσα Άρτεμη, η Άρτεμης έγινε η μούσα του. 


Ο γυναικολόγος την προηγούμενη ημέρα   06/07   το απόγευμα κι ενώ έκανε τις σχετικές προετοιμασίες για το ταξίδι δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τον καλό φίλο και συνάδελφο Ο.Γ. ο οποίος λόγω ενός τροχαίου που είχε δεν θα μπορούσε την επόμενη να είναι στο νοσοκομείο και τον παρακάλεσε προκειμένου να μην αναστατώσει το πρόγραμμα του ζήτησε να πάει εκείνος στη θέση του μιας και γνώριζε ό,τι βρισκόταν ακόμα στην Αθήνα. 
Ο Αριστοτέλης μιας και δεν είχε ιδιαίτερο πρόβλημα το δέχθηκε με χαρά γιατί στο παρελθόν ο φίλος του τον είχε εξυπηρετήσει αρκετές φορές. Πράγματι την επόμενη βρισκόταν στο νοσοκομείο για τα προγραμματισμένα ραντεβού, κατά τις 13.30 τον επισκέφθηκε το τελευταίο ζευγάρι απ' ότι του είπαν το ραντεβού τους ήταν για τις  30/07 αλλά λόγω κάποιων ακυρώσεων τους ειδοποίησαν την προηγούμενη, δηλαδή στις  06/07  πως αν θέλουν μπορεί να τους δει ο γιατρός στις  13.30  το ζευγάρι μετά χαράς το δέχθηκε αυτό γιατί η κοπέλα είχε μεγάλη καθυστέρηση στην περίοδό της και είχε τον φόβο μήπως ήταν έγκυος. Μίλησα για φόβο γιατί η σχέση του ζευγαριού δεν ήταν για γάμο, άλλωστε η κοπέλα ήταν ακόμα στη Γ' λυκείου. 


Ο γιατρός διαπίστωσε πως τελικά η κοπέλα δεν ήταν έγκυος και πως το πρόβλημα ήταν ορμονικό και συνέστησε στην κοπέλα κάποια θεραπεία. Επειδή ήταν οι τελευταίοι επισκέπτες  και επειδή συμπάθησε αμέσως αυτά τα νέα παιδιά, το αγόρι απ' ό,τι έμαθε μετά ήταν μόνο 22 χρονών και τον είχε εντυπωσιάσει η υπεύθυνη στάση του, συνήθως η εμπειρία του τον είχε διδάξει πως τ' αγόρια σ' αυτή την ηλικία με το που παρουσιαζόταν κάποιο αντίστοιχο πρόβλημα στην κοπέλα τους την έκαναν με ελαφρά πηδηματάκια. Αντιθέτως ετούτος ο νεαρός που είχε μπροστά του συμπαρίστατο στη κοπέλα λες και ήταν ήδη η γυναίκα του. Δεν άντεξε στον πειρασμό να τον ρωτήσει από που ήταν η καταγωγή του, όταν άκουσε πως ο νεαρός ήταν από τα Τρίκαλα ένα αίσθημα περηφάνιας τον έλουσε, ήταν χαρούμενος που ο νεαρός ήταν από τη γενέτειρά του. Κουβέντα στην κουβέντα ο γιατρό ενημέρωσε τον νεαρό πως ο αδερφός του είχε στα Τρίκαλα Μαιευτική Κλινική. 
Κάπου εκεί θα τελείωνε η κουβέντα αλλά οι οιωνοί άλλα είχαν κατά νου, και όταν ο νεαρός άκουσε το όνομα της Κλινικής γεμάτος χαρά είπε στον γιατρό πως είχε γεννηθεί σ' αυτή την Κλινική στις 23 Μαΐου του 1955!!!!!!!!!!!!!!!! 


Ο γιατρός νομίζοντας πως δεν άκουσε καλά ξαναρώτησε τον νεαρό να του επαναλάβει την ημερομηνία γέννησης και τον ρώτησε πως λεγόταν. Ο νεαρός επανέλαβε την ημερομηνία 23/05/55 όταν ο γιατρός άκουσε το όνομα του νεαρού προς στιγμήν νόμισε πως σταμάτησε η καρδιά του!!!!!!!!!!!! νόμιζε πως όλα αυτά που ζούσε εκείνη τη στιγμή ήταν ένα κακό όνειρο, νόμιζε πως έχει παραισθήσεις, κοίταζε και ξανακοίταζε τον νεαρό τόσο επίμονα που τον έκανε να σαστίσει, ως από μηχανής Θεός εμφανίσθηκε η κοπέλα  η οποία την προηγούμενη  ώρα ντυνόταν και κάπου εκεί αποχαιρέτησαν τον γιατρό ο οποίος ήταν τόσο ταραγμένος που χρειάσθηκε να επιστρατεύσει όλο του το υποκριτικό ταλέντο προκειμένου να μην καταρρεύσει, από μέσα του μονολογούσε συνέχεια: 
Δεν είναι δυνατόν! δεν είναι δυνατόν! 
Όταν το ζευγάρι έφυγε σημείωσε το όνομα του νεαρού και από μέσα του ευχόταν να είχε κάνει λάθος, αμέσως μετά επικοινώνησε με τον αδερφό του στα Τρίκαλα και του ζήτησε να μάθει το όνομα της οικογένειας που είχε κάνει τα δίδυμα στις 23/05/55 ο αδερφός του δεν χρειάστηκε να συμβουλευθεί τα χαρτιά του γιατί θυμόταν πάρα πολύ καλά εκείνη την περίπτωση.


Εκείνη η περίπτωση ήταν και ο δικός του εφιάλτης, πολλές φορές είχε αναρωτηθεί γιατί ενέδωσε στις παρακλήσεις του αδερφού του; συνήθως σ' αυτές τις περιπτώσεις υπήρχε χρηματικό όφελος, τα δυο αδέρφια όμως δεν το έκαναν για τα χρήματα γιατί δεν υπήρξε ποτέ τέτοια περίπτωση, απλά ο αδερφός του επέμενε γιατί είχε γνωρίσει εκείνους τους δυο υπέροχους διπλωμάτες και τον μεγάλο τους πόθο για να υιοθετήσουν κάποιο παιδί που του έγινε έμμονη ιδέα, αυτό ήταν που έκανε τον αδερφό του να σκεφτεί, και να πείσει και τον ίδιο για των χωρισμό των διδύμων. 
Ο Αριστοτέλης όταν άκουσε και από τα χείλη του αδερφού του το ίδιο όνομα που του είχε πει και ο νεαρός νόμισε πως θα πάθαινε αποπληξία, δεν ανάφερε τίποτα στον αδερφό του γιατί δεν ήθελε να τον ταράξει, ήθελε πρώτα να πάει στο σπίτι του να ηρεμήσει και μετά ίσως αποφάσιζε να του πει το τι του συνέβη σήμερα. 
Στις 14.30 βρισκόταν στην είσοδο της τριώροφης οικοδομής όπου ήταν το σπίτι του και το ιατρείο του, επειδή ήταν ακόμα πολύ ταραγμένος αποφάσισε να πάει πρώτα στο ιατρείο για να βάλει σε τάξη την ταραχή του γιατί αν τον έβλεπε έτσι η Άρτεμις δεν θα μπορούσε να τις εξηγήσει τίποτα. 
Όταν βρέθηκε στο γραφείο του αποφάσισε να γράψει ένα γράμμα στην κόρη του, ένα γράμμα που θα της ζητούσε να το ανοίξει μετά τον θάνατό του, αυτό το μυστικό δεν ήθελε να το πάρει μαζί του. Ξεκίνησε να γράφει, να γράφει και όταν τελείωσε έβαλε το γράμμα μέσα σ' έναν φάκελο, τον σφράγισε και έγραψε απ' έξω: 
''ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΜΟΥ, ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΜΌΝΟ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΌ ΜΟΥ''


Επειδή η γυναίκα του θ' ανησυχούσε που είχε αργήσει τόσο πολύ σήκωσε το τηλέφωνο και την ενημέρωσε πως ήταν στο γραφείο του και πως σε λίγα λεπτά θα ήταν κοντά της, η Άρτεμις ηρέμησε και άρχισε να στρώνει το τραπέζι. 
Η ώρα περνούσε και ο Αριστοτέλης πουθενά να φανεί, πήρε τηλέφωνο στο γραφείο αλλά δεν απαντούσε κανείς, απόρησε με τη σημερινή στάση του αγαπημένου της συζύγου αλλά δεν έβαλε κάτι κακό με το μυαλό της γιατί πριν λίγη ώρα είχε μιλήσει μαζί του. Όσο όμως πέρναγε η ώρα η ταραχή της μεγάλωνε γι' αυτό και αποφάσισε να κατέβει στον κάτω όροφο που ήταν το ιατρείο, χτύπησε, ξαναχτύπησε απάντηση καμία. Ανέβηκε στο σπίτι και άρχισε να ψάχνει μήπως βρει τα δεύτερα κλειδιά του ιατρείου αλλά λόγω της ταραχής της αυτό στάθηκε αδύνατον. 
Μη θέλοντας να αναστατώσει την κόρη τους στην Αμερική σκέφτηκε να ζητήσει τη βοήθεια της οικογένειας που διέμειναν στον τρίτο όροφο, ο Αλέξανδρος Λ. ήταν γιατρός παθολόγος και για καλή της τύχη ήταν εκεί, αφού τον ενημέρωσε για το τι είχε συμβεί κατέβηκε και ο ίδιος μαζί της αλλά αντιμετώπισε κι αυτός το ίδιο πρόβλημα αφού δεν είχαν τα κλειδιά, φώναξε ξαναφώναξε αλλά καμία απάντηση. 


Άλλη λύση δεν υπήρχε έπρεπε να καλέσουν την Αστυνομία, αυτό και έκαναν, όταν ήρθε η Αστυνομία και τους εξήγησαν το τι είχε συμβεί είχαν δυο επιλογές η να γκρεμίσουν την πόρτα, η να καλέσουν κάποιον κλειδαρά. Προτίμησαν τη δεύτερη λύση, σε λίγο ο παραβιαστής ήρθε και όταν μπήκαν μέσα αντίκρισαν αυτό που φοβόντουσαν....... 
ο γιατρός είχε γείρει πάνω στο γραφείο του και το πιθανότερο ήταν να ήταν ήδη νεκρός, ο παθολόγος έτρεξε αμέσως κοντά του, όταν γύρισε προς την κεραυνοβολημένη γυναίκα του συναδέλφου του την οποία αγκάλιασε στοργικά της είπε: 
o Αριστοτέλης είχε κάποιο πρόβλημα με την καρδιά του; η διάγνωσή του ήταν ''έμφραγμα'' 
ΌΛΑ αυτά συνέβησαν στις   07/07/77!!!!!!!!!!!   την ίδια μέρα στις   15.00,   ο νεαρός που λίγες ώρες πριν βρισκόταν με την κοπέλα του στο νοσοκομείο υποδέχονταν στο 
''PEPOS SCOOL OF DELIKATESEN'' το ζευγάρι από τη 
ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΉ!!! Δηλαδή την DENISE και τον DERRICK.......

Kάπου εδώ σταματάει η αφήγηση του ένατου μέρους ελπίζω πως σύντομα θα έχω τη χαρά να σας παρουσιάσω και την συνέχεια.

ΤΟ 2021 έφθασε επιτέλους! χρόνια καλά στην Μελισσάνθημου κ.ο.μ. ΟΓΔΟΟ ΜΕΡΟΣ της πιο συγκλονιστικής ιστορίας, Διονυσία και Επίκουρος τα δίδυμα.

 Φίλες και Φίλοι καλημέρα, συνεχίζω σήμερα την εξιστόρηση της Π.Σ.Ι.  

Έως ότου φθάσουμε στη χρονολογία σταθμός, δηλαδή στο 2010 θα σας παρουσιάζω σημαντικά κ.ο.μ. περιστατικά που έζησαν οι φίλοι μας από τη Νότια Αφρική και την Ελλάδα. Κάποια στιγμή ο Επικούρειος Πέπος λαμβάνει ένα γράμμα από τους φίλους του όπου τον πληροφορούν πως στις 26/07/1995 και ώρα 17.50 θα αφιχθούν στο δυτικό Αεροδρόμιο με πτήση της ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ από Ρώμη. 
Αριστερά στην φωτογραφία η Λαμπρινή, η Μελισσάνθη, η Διονυσία, και η Χριστίνα στον κήπο μας στην ΚΑΝΤΖΑ.
Ο Επικούρειος Πέπος σκέφτηκε να κάνει μια όμορφη έκπληξη στους φίλους του που ήταν σίγουρος πως θα τους ενθουσίαζε. 
Με την προηγούμενη  πτήση πήγε ο ίδιος στη Ρώμη και είχε κανονίσει να επιστρέψει μαζί τους με την ίδια πτήση αλλά χωρίς οι φίλοι του να το γνωρίζουν!!!!!!!SURPRISE!!!!!!!!!
Εντωμεταξύ ο Επίκουρος είχε ήδη κανονίσει με το πλήρωμα πως θα έπρεπε να προσφέρουν στους επιβάτες κ. και κ. Wilton μια ανθοδέσμη και μία σαμπάνια όταν το αεροπλάνο θα εισερχόταν στον ελληνικό εναέριο χώρο (FIR) ο Επικούρειος Πέπος προκειμένου να μη γίνει αντιληπτός από τους φίλους του είχε μεγάλα γυαλιά, μουστάκι, και μούσι. 
Όταν εισήλθαν στο ελληνικό FIR από τα ηχεία του αεροπλάνου οι επιβάτες άκουσαν το εξής μήνυμα: ''παρακαλoύντε ο κύριος και η κυρία Wilton να σηκώσουν τα χέρια γιατί το προσωπικό καμπίνας έχει κάτι γι' αυτούς!!!!!!!!!!!! το ζευγάρι τα έχασε!!!!!!! σήκωσαν τα χέρια τους για να τους εντοπίσει η υπεύθυνη του πληρώματος η οποία όταν τους είδε κατευθύνθηκε προς αυτούς με μια τεράστια ανθοδέσμη,
με δυο ποτήρια και μια Σαμπάνια MOET!!
Στο αεροπλάνο έγινε ένας μικρός χαμός, οι υπόλοιποι επιβάτες νομίζοντας πως το ζευγάρι γιόρταζε κάποιο σημαντικό γεγονός άρχισαν να χειροκροτούν όλοι μαζί!!!!!!!!!!! 
το ζευγάρι τα είχε εντελώς χαμένα!!!!!!!!!! το μυαλό τους ήταν αδύνατον να συλλάβει την πραγματικότητα, όταν ρώτησαν την αεροσυνοδό για να τους πληροφορήσει για το όνομα του αποστολέα η κοπέλα χαμογέλασε και τους έδειξε τον μικρό φάκελο που ήταν μέσα στην ανθοδέσμη. 
Όταν η Ντενίς άνοιξε τον φάκελο βρήκε μέσα ένα σημείωμα που δεν μπορούσε όμως να το διαβάσει γιατί ήταν στα Ελληνικά, ξανακάλεσε κοντά τους την αεροσυνοδό και την παρακάλεσε να τους μεταφράσει το μικρό κείμενο. 
Εντωμεταξύ ο Επικούρειος Πέπος γεμάτος χαρά παρακολουθούσε από κάποια απόσταση το συμβάν και ήταν ευτυχής που όλα μέχρι στιγμής πήγαιναν σύμφωνα μα το σχέδιο ''Surprise on the air''. [έκπληξη στον αέρα]
H γλυκύτατη αεροσυνοδός που το όνομά της ήταν Κατερίνα Λ. πήρε στα χέρια της το σημείωμα στο οποίο ήταν γραμμένο το εξής ''Mε κάποιο μαγικό τρόπο θα είμαι μαζί σας!!!!!!!!!!!'' αμέσως το μετέφρασε στο ζευγάρι το οποίο συνέχιζε να παραμένει έκπληκτο.
Αυτόματα η Ντενίς έστρεψε το βλέμμα της προς τους επιβάτες του αεροπλάνου ψάχνοντας να βρει κάπου τη μορφή του αγαπημένου τους φίλου από την Ελλάδα, ήταν σίγουρη πως ΜΟΝΟ! ο Επικούρειος Πέπος θα μπορούσε να οργανώσει αυτή την έκπληξη, δεν μπόρεσε όμως να τον εντοπίσει κάπου και ζήτησε τη βοήθεια της αεροσυνοδού για περισσότερες πληροφορίες. 
Η Κατερίνα σαφώς και τα γνώριζε όλα γιατί ήταν φίλη του Επικούρειου Πέπου και απολάμβανε κι αυτή το όλο σκηνικό, και γι' αυτό έκρινε σκόπιμο να τους πει το εξής. 
Η απορία σας θα λυθεί λίγο μετά την προσγείωση. Μη μπορώντας να κάνουν κάτι απόλαυσαν τη Σαμπάνια και η Ντενίς κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της την ανθοδέσμη σαν κάτι πολύτιμο. 
Ο ''Σκηνοθέτης'' Επικούρειος Πέπος χαμογελούσε κάτω από το ψεύτικο μουστάκι του, η επιχείρηση έκπληξη στον αέρα κόντευε να φθάσει στο τέλος της και όλα πήγαιναν τέλεια, όταν η Ντενίς άρχισε να ψάχνει με το βλέμμα της την καμπίνα με τους επιβάτες, ο Επίκουρος  φοβήθηκε πως θα τον ανακάλυπτε, για καλή του τύχη αυτό δεν συνέβη. 
Όταν θα έφθαναν, λόγω του ότι ήταν κοντά στην έξοδο δεν υπήρχε περίπτωση να τον εντοπίσουν, επίσης στην αναμονή των αποσκευών δεν υπήρχε περίπτωση γιατί οι φίλοι του είχαν αποσκευές ενώ ο ίδιος όχι, άρα έως ότου πάρουν τις αποσκευές ο Επίκουρος θα είχε βγει για να συναντήσει τους υπόλοιπους της οικογένειας και όλοι μαζί την άφιξη των φίλων τους. 
Ήταν μια καταπληκτική ιδέα που υλοποιήθηκε με τον καλύτερο τρόπο. Περίπου μετά από μία ώρα έκλειναν στην αγκαλιά τους τους αγαπημένους φίλους, εντωμεταξύ ο Επικούρειος Πέπος αμέσως με το που βγήκε φρόντισε να απαλλαγεί από το μουστάκι και το μούσι. Αμέσως μετά την αφιξή τους και τις πρώτες αγκαλιές η Ντενίς και ο Ντέρικ εξήγησαν το τι τους είχε συμβεί κατά την διάρκεια της πτήσης, και ζητούσαν από τον Επικούρειο Πέπο, - γιατί αυτόν θεωρούσαν ενορχηστρωτή αυτής της καταληκτικής εμπειρίας - να τους εξηγήσει το πως τα κατάφερε όλα αυτά. Εκείνος έκανε πως τάχαμου πως δεν καταλάβαινε.
Εκείνο που δεν μπορούσαν οι φίλοι του να φανταστούν, ήταν το γεγονός πως ο φίλος τους ήταν μαζί τους κατά την διάρκεια της πτήσης. Όταν έφθασαν στο σπίτι και τους εξήγησε το τι είχε συμβεί έπαθαν την πλάκα τους. Είχαν ξετρελαθεί, πήραν αμέσως τηλέφωνο στα παιδιά τους στη
Νότια Αφρική για να τους περιγράψουν όλο το σκηνικό, μιλάμε για μεγάλη σκηνοθεσία, είναι αδύνατον να σας περιγράψω το τι έγινε, ήταν στιγμές απόλυτης ευτυχίας για όλους. Ελπίζω να πήρατε μια μικρή γεύση από το πως αυτή η φιλία ανανέωνε τη σχέση της. 
Ένα άλλο περιστατικό, φοβερό και τρομερό που θα σας αναφέρω είναι το εξής, βρισκόμαστε στο 2001 και συγκεκριμένα 25 Αυγούστου ο Επικούρειος Πέπος υποδέχεται ξανά τους φίλους του, τους οποίους συνοδεύουν τα δυο παιδιά τους ο 13χρονος Τζόναθαν και ή 15χρονη Χριστίνα, και επειδή έχουν κάποια συνεργασία με το CLUB MEDITERANE ανά τον κόσμο τους στέλνουν για λίγες μέρες στο CLUB MEDITERANE της Εύβοιας. 
Ο Επίκουρος μαζί με τ' ανίψια του και την κόρη του παραλαμβάνουν τους φίλους από το αεροδρόμιο και τους πάνε στην Εύβοια. Εκεί θα παρέμειναν μια βδομάδα και μετά θα πέρναγαν να τους πάρουν για να τους πάνε στο Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι! 
Από την ώρα που έφθασαν εκεί στο  CLUB MED, ένα παράξενο προαίσθημα δεν άφηνε τον Επίκουρο σε ησυχία, δεν μπορούσε όμως να προσδιορίσει την πηγή αυτού του κακού προαισθήματος, ενώ οι άλλοι κατεβάζανε τις αποσκευές πήρε παράμερα τον μεγαλύτερο ανιψιό του και του μίλησε για το πως ένιωθε. 
Ο Ηγέτης του σύστησε να ηρεμήσει και να μην κάνει κάποια αναφορά στην Ντενίς και στον Ντέρικ εξάλλου αφού είχαμε φθάσει και όλα ήταν οκ δεν υπήρχε λόγος να αναστατώσουμε τους ανθρώπους. 
Ο Επίκουρος συμφώνησε να μην αναφέρει κάτι και συνόδευσαν τους φίλους στη ρεσεψιόν του CLUB MED μετά από λίγο τους αποχαιρέτησαν και έδωσαν ραντεβού σε λίγες μέρες που θα πέρναγαν να τους πάρουν. 
Την ώρα του αποχαιρετισμού όταν ο Επίκουρος αγκάλιασε την Χριστίνα, τον κυρίευσε ξανά εκείνο το κακό προαίσθημα, παράλληλα δεν ήθελε να την αφήσει από την 
αγκαλιά του. 


Ήταν έτοιμος να τους εξηγήσει αυτό που ένιωθε αλλά ο Ηγέτης σαν να κατάλαβε κάτι και πλησιάζοντας του είπε πως έπρεπε να φύγουν γιατί θα έχαναν το Φέρυ Μποτ. 
Σε λίγο ξεκίνησαν για το ταξίδι της επιστροφής, ο Επικούρειος στα 1000 μέτρα σταμάτησε και πολύ σοβαρός και προβληματισμένος είπε στ' ανίψια του και στην κόρη του να επιστρέψουν στο CLUB MED για να πάρουν τους αγαπημένους τους φίλου. 
Τ' ανίψια του και η κόρη του με μια φωνή του είπαν:
Πούφ, Μπαμπά, σύνελθε και πάμε να φύγουμε, σταμάτα επιτέλους και άφησε τους ανθρώπους στην ησυχία τους. 
Ο Επικούρειος Πέπος με κρύα καρδιά τους ακολούθησε και δεν ξαναμίλησε γι' αυτό το θέμα μέχρι να φθάσουν στην Αθήνα. Όλα αυτά συνέβησαν δευτέρα, 25/08/2001 με το που επέστρεψαν στο σπίτι το κακό προαίσθημα είχε εγκατασταθεί για τα καλά στην ψυχή του Επίκουρου, την επόμενη τα ίδια, τη μεθεπόμενη τα ίδια την Παρασκευή κατά τις 11:30 ο Επίκουρος ένιωσε τέτοια ταραχή που η καρδιά του πήγε να σπάσει, έψαξε και βρήκε το τηλέφωνο από το CLUB MED για να επικοινωνήσει με τους φίλους του, ένιωθε έντονα πως κάτι δεν πάει καλά, από τη ρεσεψιόν τον ενημέρωσαν πως δεν μπορούσαν να βρουν κάποιον από τους WILTON και πως όταν θα επέστρεφαν θα τους ενημέρωναν. 


Απ' ότι τους είπαν οι φίλοι τους την επόμενη όταν βρεθήκανε δεν τους ενημέρωσαν ποτέ γι' αυτό το τηλεφώνημα. 
Την επόμενη ημέρα Σάββατο ο Επίκουρος η γυναίκα του, η κόρη του και τα δυο ανίψια του περιμένουν τους φίλους τους στον Άγιο Κωνσταντίνο οι οποίοι θα ερχόντουσαν από απέναντι με το Φέρυ Μποτ. 
Πράγματι στις 14.30 τους υποδέχθηκαν και ο Επικούρειος με το που τους αντίκρισε ανακουφίστηκε, τι στην ευχή ήταν εκείνο το προαίσθημα; 
Πριν επιβιβασθούν στ' αυτοκίνητα για να αναχωρήσουν για το Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι ο Ηγέτης και η κόρη του Επικούρειου Πέπου κάλεσαν κοντά τους όλη την παρέα και άρχισαν να εξηγούν στους Νοτιοαφρικανούς φίλους τις παραξενιές του Επικούρειου Πέπου, ειδικότερα όταν η κόρη του Επίκουρου αναφέρθηκε στο γεγονός της Παρασκευής που είχε ζουρλαθεί και έψαχνε να τους βρει, επικράτησε εκ μέρους τους απόλυτη σιωπή..............

Είχαν συμβεί κι άλλα περιστατικά στο παρελθόν που δεν μπορούσαν να τα εξηγήσουν αλλά αυτό ξεπερνούσε τα πάντα!!!! 
Για αρκετή ώρα κοιτιόντουσαν μεταξύ τους χωρίς να μπορούν να αρθρώσουν λέξη. 
Και οι τέσσερις στράφηκαν προς τον Επίκουρο και με δάκρυα στα μάτια τον κοίταζαν με δέος, εν αλλάξ δεν τον άφηναν από την αγκαλιά τους. 
Χρειάστηκε να περάσει μια ώρα ώσπου να αναχωρήσουν γιατί όταν τον λόγο πήρε η Ντενίς και τους εξήγησε το τι είχε συμβεί την παρασκευή στις ''''11.30''''που ο Επίκουρος είχε νιώσει την καρδιά του να σπάει, ήταν η σειρά της κόρης και των ανιψιών του να κοιτάξουν με δέος τον πατέρα και θείο και να του ζητήσουν ταπεινά συγγνώμη!!
Ακούστε λοιπόν το τι είχε συμβεί στην οικογένεια Wilton και συγκεκριμένα στην Χριστίνα στις ''''11.30'''' και θα καταλάβετε το κακό προαίσθημα που είχε ο Επικούρειος Πέπος από την άφιξη των φίλων τους στο CLUB MED. Στις ''''11.30''''την Παρασκευή η Χριστίνα κινδύνεψε να χάσει τη ζωή της!!!!!!!!!!!! Ήταν ακριβώς την ώρα που ο Επίκουρος είχε νιώσει την καρδιά του να σπάει και προσπαθούσε να επικοινωνήσει μαζί τους χωρίς αποτέλεσμα
Η Χριστίνα ευτυχώς ήταν ζωντανή από θαύμα!!!!!!! 

Το κακό συνέβη όταν η Χριστίνα έκανε θαλάσσιο σκι και κάποιο άλλο κρις κραφτ την προσέγγισε με αποτέλεσμα να ανατραπεί και προς στιγμή να χάσει τις αισθήσεις της!!!!!!!!!!!!!! 
Έως ότου έρθουν οι πρώτες βοήθειες και να συνέλθει η Χριστίνα η ψυχή όλων είχε φύγει από τη θέση της, πήγαν στην κόλαση και γύρισαν, ευτυχώς το χτύπημα δεν ήταν θανάσιμο.

Να λοιπόν γιατί ο Επικούρειος Πέπος είχε εκείνο το κακό προαίσθημα και όταν αγκάλιασε την Χριστίνα δεν ήθελε να την αποχωριστεί, λες και ένιωθε πως αν την κρατούσε στην αγκαλιά του θα την έσωζε από κάτι, το τι ήταν αυτό το έμαθε 5 μέρες μετά. Κάπου εδώ θα σταματήσω την αφήγηση, με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Αφηγητής της Π.Σ.Ι.
Αγαπητοί αναγνώστες δεν γνωρίζω τα δικά σας συναισθήματα αλλά εγώ κάθε φορά που φέρνω στο μυαλό μου εκείνες τις στιγμές με λούζει κρύος ιδρώτας.
Αισίως φθάσαμε στο όγδοο μέρος.
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΤΥΧΗ.