Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

30.1.21

ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ο Πέπος συναντάει τον Πατροκοσμά και μαθαίνει για τους Σαλταδόρους.

Τώρα κατάλαβε ο Πέπος γιατί η Μυρτώ ήταν σαστισμένη όταν της είπε να ξεχάσει την πρόταση που της έκανε και μάλιστα όταν άκουσε την προτροπή του να επιστρέψει στην Αμερική όσο πιο σύντομα γίνεται γιατί εκεί είναι η θέση της, απορούσε προφανώς από αυτά που τις έλεγε ο Πέπος γιατί στην ουσία ήταν σαν να απαντούσε στο περιεχόμενο του γράμματος της, πως ήταν όμως δυνατόν να γνώριζε το περιεχόμενο; Τώρα του λύθηκε η απορία του Πέπου, είχε δίκιο η Μυρτώ, ποιος ξέρει τι μπορεί να έβαλε στο μυαλό της, που να το φανταζόταν πως της έδινε την ίδια απάντησε που θα της έδινε αν είχε διαβάσει το γράμμα; Η αλήθεια ήταν πως αυτό έγινε γιατί αυτό έλεγε η λογική, δεν χρειαζόταν να διαβάσει το γράμμα. Ίσως να ήταν η διαίσθησή του, ή, η άτακτη φωνούλα που έλεγε και Τερψιχόρη. Ήταν αρκετά ώριμος παρά το νεαρό της ηλικίας του, υπήρχε βέβαια μια διαφορά, τα τότε παιδιά των 23 ήταν πιο ώριμα από τα σημερινά παιδιά, εκείνα τα παιδιά τα είχε κάνει η ανάγκη να ωριμάσουν γρήγορα. Η ανάγκη έλεγε ο Πατροκοσμάς ο Πλακιώτης είναι η δημιουργός αιτία πολλών πραγμάτων, είχε δίκιο. Ήταν ώρα να τον επισκεφτεί ώστε να ζητήσει τη γνώμη του. Σε μισή ώρα βρισκόταν στο σπίτι του Πατροκοσμά στην οδό Βάκχου 12, τον βρήκε στην αυλή λες και τον περίμενε. Τον εξέπληξε όταν τον άκουσε να του λέει, πότε έφυγε; Ο ίδιος δεν του είχε αναφέρει κάτι κι αυτό τον παραξένεψε αλλά κατάλαβε πως ο Πατροκοσμάς είχε προφανώς πληροφορηθεί από τον πατέρα του Πέπου κάποια πράγματα. Του εξήγησε το τι είχε συμβεί με την Μυρτώ και άκουσε τον σοφό γέροντα να τον συγχαίρει για την απόφαση που είχε πάρει. Του είπε μάλιστα το εξής συγκινητικό,

Σπύρο παιδί μου είμαι περήφανος για σένα, κράτησέ την στην ψυχή σου και στην καρδιά σου, υπάρχουν στιγμές στη ζωή μας που πρέπει να πούμε ένα μεγάλο Ναι ή ένα μεγάλο Όχι κι αυτό το Ναι ή το Όχι καθορίζει τον χαρακτήρα μας και σηματοδοτεί την μετέπειτα πορεία μας, εσύ αυτή τη φορά είπες το πιο λογικό και συγκινητικό Όχι. 

Επ' ευκαιρία κάθισε να σου μιλήσω κι εγώ για ένα δικό μου Όχι που είχα πει όταν βρισκόμουνα στην δική σου ηλικία. Θυμάσαι που με είχες ρωτήσει γιατί δεν νυμφεύθηκα; Τώρα θα σου ανοίξω την καρδιά μου, η αιτία ήταν ένα δικό μου Όχι στην περίοδο της κατοχής, όπως σου έχω πει εκείνη τη δύσκολη περίοδο ανήκα κι εγώ στους σαλταδόρους, και τώρα λίγα λόγια για τους σαλταδόρους...  ''Με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1941, η πείνα ξέσπασε απότομα και με σφοδρότητα. Οι κατακτητές καταλήστεψαν αποθήκες, καταστήματα και αγροτική παραγωγή. Στη συνέχεια πουλούσαν τα προϊόντα στους συνεργάτες τους, τους μαυραγορίτες. Και οι μαυραγορίτες τα πουλούσαν σε αστρονομικές τιμές. Σπίτια, κοσμήματα, έργα τέχνης και κειμήλια άρχισαν να περνάνε στα χέρια των άθλιων μαυραγοριτών, για έναν ντενεκέ λάδι ή ένα σακί αλεύρι! Λόγω του πληθωρισμού το χρήμα δεν είχε καμία αξία. Το λάδι και το αλεύρι ήταν σαν νόμισμα. Η αξία των πραγμάτων που πουλούσαν οι άνθρωποι για να γλιτώσουν από την πείνα, καθοριζόταν σε ποσότητα λαδιού και αλευριού. Ενώ η επαρχία κουτσά-στραβά τα βόλευε, τα μεγάλα αστικά κέντρα, και ιδιαίτερα η Αθήνα, δοκιμάστηκαν σκληρά. Ένα δέμα από την επαρχία αποτελούσε ανεκτίμητο δώρο. Τον φοβερό χειμώνα του ’41-’42 η πείνα έγινε λιμός και ο θάνατος στα πεζοδρόμια της Αθήνας ήταν καθημερινό φαινόμενο. Μάζευαν τα πτώματα με το κάρο του δήμου. Οι πλούσιοι πείναγαν και οι φτωχοί πέθαιναν από την πείνα. Το ψωμί μοιραζόταν με το δελτίο. Οι φτωχοί δεν είχαν χρήματα για το δελτίο.

Ο Μάνος Ιωαννίδης από τον Βύρωνα καταθέτει μια συγκλονιστική μαρτυρία: Ένας νέος αδύνατος σαν σκελετός στεκόταν έξω από τον φούρνο και ζητούσε απ’ αυτούς που έβγαιναν να του δώσουν ένα κομματάκι από το ψωμί τους. Τι να του δώσουν, που η ποσότητα ήταν υπολογισμένη με το δράμι! Πάνω στην απόγνωσή του άρπαξε το ψωμί μιας γριάς. Οι άνθρωποι τον κυνήγησαν και όταν εκείνος έπεσε κάτω εξαντλημένος, άρχισαν να τον χτυπούν. Ο νέος δεν νοιαζόταν για τα χτυπήματα, αλλά πώς θα φάει ψωμί. Έτρωγε ξύλο και ψωμί συγχρόνως. 
Οι σαλταδόροι της Κατοχής
Οι σαλταδόροι ήταν παιδιά και νέοι, ηλικίας 10 με 15 χρόνων, από προσφυγικούς συνοικισμούς και φτωχογειτονιές, χωρίς στηρίγματα στη ζωή. Η πείνα τα ανάγκασε να βγουν στους δρόμους, για ν’ αναζητήσουν τα στοιχειώδη για την επιβίωση. Οργανώθηκαν σε παρέες και δούλευαν σε μικρές ομάδες. Την ώρα που περνούσε κάποιο γερμανικό καμιόνι από κάποιο σημείο όπου έκοβε ταχύτητα (ανηφόρα, στροφή, γραμμές του τραμ), ο ένας σάλταρε πάνω και άρχιζε αμέσως να ρίχνει στον δρόμο ό,τι έβρισκε μπροστά του: κουραμάνες, κονσέρβες, μπιτόνια, σακιά, κιβώτια, ρεζέρβες, όπλα, χάρτες. Οι άλλοι έτρεχαν πίσω από το καμιόνι και τα μάζευαν. Ύστερα ο αρχισαλταδόρος πηδούσε από το φορτηγό και όλοι έσπευδαν να εξαφανιστούν σκορπίζοντας σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Λέγεται ότι, οι σαλταδόροι, ήταν παράτολμοι νεαροί μάγκες, που πήδαγαν στα γερμανικά αυτοκίνητα για να κλέψουν τρόφιμα ή άλλα αγαθά (βενζίνες, ρεζέρβες κ.α).Πηγή: iefimerida, WordPress.  Ένας παλιός σαλταδόρος ήταν και ο Πατροκοσμάς''.

Σαλτάραμε στα γερμανικά φορτηγά και παίρναμε ό,τι μπορούσαμε, από τρόφιμα έως και τα λάστιχα από τα φορτηγά τους. Σε μία τέτοια επιχείρηση αρπαγής τροφίμων πέσαμε σε ενέδρα των Γερμανών, μαζί μου ήταν και η Κλειώ μια 17χρονη γειτονοπούλα αδερφή της κοπέλας που είχα δεσμό, η οποία στην προσπάθεια διαφυγής δεν τα κατάφερε γιατί δέχθηκε τα πυρά των Γερμανών. Εγώ ένιωθα υπεύθυνος για τον θάνατο της και μετά από αυτό το συμβάν δεν μπόρεσα να συνεχίσω να βλέπω την αδερφή της που είχαμε κανονίσει να παντρευτούμε κι έτσι μια μέρα πήγα στους γονείς της και είπα κι εγώ το μεγάλο Όχι στην κοπέλα που αγαπούσα γιατί θεωρούσα τεράστια την ευθύνη που είχα για τον θάνατο της αδερφής της. Ακόμα και σήμερα Σπύρο παιδί μου δεν μπορώ να απαλλαγώ από εκείνη την εικόνα όπου η Κλειώ αιμόφυρτη μου φώναζε φύγε Κοσμά, φύγε και ξεψύχησε. Δεν έφυγα, κρύφτηκα και με ένα βαρύ σίδερο κατάφερα ένα θανατηφόρο χτύπημα στον Γερμανό που είχε πυροβολήσει την Κλειώ. Ευτυχώς που είπα εκείνο το Όχι γιατί η αδερφή της είχε καλή τύχη στην πορεία, παντρεύτηκε και απέκτησαν 4 παιδιά. Την έχω πάντα στην καρδιά μου αλλά δεν έχω μετανιώσει για εκείνο το Όχι γιατί αν είχαμε παντρευτεί πως θα μπορούσα να την αντικρίζω κάθε μέρα αφού θα μου θύμιζε την δίδυμη αδερφή της; 
Ναι Σπύρο παιδί μου ήταν δίδυμες.. Αποχαιρέτησε τον Πατροκοσμά αφού τον ευχαρίστησε που του άνοιξε την καρδιά του. Είχε δίκιο, ένα Ναι ή ένα Όχι σε πολλές περιπτώσεις καθορίζει την πορεία μας στη ζωή, το θέμα είναι να έχεις την συνείδηση σου καθαρή πως αυτό που είπες ήταν το σωστό, ή τουλάχιστον αυτό που ο καθένας θεωρεί σωστό γιατί το σωστό για μας μπορεί να είναι λάθος για κάποιους άλλους. Φίλες και φίλοι φθάνουμε προς το τέλος αυτής της συγκλονιστικής ιστορίας, έως τότε σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

29.1.21

ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ η Μυρτώ αναχωρεί για την Αμερική.

ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ  ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

H Μυρτώ και ο Πέπος φθάνουν στο ρομαντικό καφέ στον λόφο των Μουσών, αυτός ο χώρος εκείνη την εποχή ήταν ένα από τα καλύτερα και ειδυλλιακά καφέ της Αθήνας. Η Μυρτώ ήταν πολύ αναστατωμένη αλλά προσπαθούσε να μην τον δείχνει, αυτά που της είχε πει ο Πέπος στο μνήμα του πατέρα της την είχαν αναστατώσει γιατί είχαν σχέση με το περιεχόμενο του γράμματος που ήθελε να δώσει στον Πέπο. Το θέμα ήταν πως ο Πέπος λες και είχε διαβάσει το γράμμα --πράγμα αδύνατον γιατί το γράμμα το είχε πάντα στην τσάντα της -- της είχε δώσει την απάντηση που θα ήταν φυσιολογική μεν αλλά εφόσον θα το είχε διαβάσει. Ήταν ένα μυστήριο και γι' αυτό ζήτησε από τον Πέπο να της εξηγήσει τον λόγο που άλλαξε γνώμη χωρίς να καν να περιμένει την απάντηση της. Μήπως νόμιζε πως η απάντηση της θα ήταν αρνητική; Τον ρώτησε λοιπόν τι ήταν αυτό που μεσολάβησε; Ήταν μήπως η συνάντηση του με τον Θείο της; Η απάντηση που πήρε δεν της επέτρεπε να ξανασκεφτεί κάτι τέτοιο, αντιθέτως άκουσε για τον θείο της τα καλύτερα λόγια από τον Πέπο. Είχαν κανονίσει μάλιστα να βρεθούν την επόμενη μέρα στο Pepos Restaurant γιατί είχαν αμοιβαία συμπάθεια. Της είπε πως η απόφαση ήταν καθαρά δική του και πήγαζε από την συνείδηση του, σαφώς και δεν ήταν μια εύκολη απόφαση, κάθε άλλο, ήταν γι' αυτόν πάρα πολύ δύσκολη αλλά η εσωτερική του φωνή του έλεγε πως έπραττε το σωστό. Και για να μην της μείνει κάποια αμφιβολία για τον θείο της της αναφέρθηκε στην συνομιλία που είχε μαζί του και πως το μόνο που του είπε ήταν το πόσο υπερήφανος ήταν για σένα και το πόσο προσηλωμένη και αφοσιωμένη είσαι σ' αυτό που κάνεις. Η όλη κατάσταση ήταν δύσκολη για την Μυρτώ αλλά ένιωθε παράλληλα ν' αγαλιάζει η ψυχή της για την αγάπη που της έδειχνε ο Πέπος, προέτασσε το δικό της μέλλον χωρίς να αγνοεί τα δικά του συναισθήματα αλλά λόγω της αληθινής αγάπης προτιμούσε να τα βάζει σε δεύτερη μοίρα. Ήταν η ώρα να του δώσει τον φάκελο που είχε στην τσάντα της, τον έβγαλε και του τον έδωσε  λέγοντάς του σε παρακαλώ να τον ανοίξεις στις 7/7 δηλαδή σε λίγες μέρες. Κατόπιν τον ενημέρωσε πως ήταν προγραμματισμένο να επιστρέψει στην Αμερική με τον θείο της σε δύο μέρες. Περπάτησαν αρκετή ώρα στον λόφο των Μουσών προς το μνημείο του Φιλοπάππου. 

Τα βασικά τα ξέρετε: Το πλακόστρωτο του Πικιώνη που οδηγεί τα βήματά μας από την Ακρόπολη ως εδώ, η Πνύκα των αρχαίων ημών, το Αστεροσκοπείο από τα τηλεσκόπια του οποίου χαζεύουμε τον αττικό ουρανό, και τα κούλουμα του Δήμου Αθηναίων. Καιρός να μάθετε λίγα πράγματα ακόμα για έναν από τους ωραιότερους λόφους της Αθήνας.  «Ο λόφος» στην πραγματικότητα δεν είναι ένας. Είναι τρεις: Ο λόφος της Πνύκας, ο λόφος των Νυμφών, που μπορεί να ξέρετε και ως «του Αστεροσκοπείου», και ο λόφος των Μουσών –αυτός με το γιγάντιο μνημείο του Φιλοπάππου στην κορυφή του, που του έδωσε και το «ανεπίσημο» όνομα, το οποίο τελικά έμεινε.    Ο Γάιος Ιούλιος Αντίοχος Επιφανής Φιλόπαππος ήταν Ύπατος της Αθήνας επί ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, εγγονός του τελευταίου βασιλιά της Κομμαγηνής στη σημερινή Συρία, και ένας από τους λίγους ανθρώπους που τάφηκαν μέσα από τα τείχη της πόλης –στην κορυφή του λόφου, εκεί που σήμερα βρίσκεται το δέκα μέτρων μνημείο του. Τα αγάλματα στην πρόσοψή του απεικονίζουν τον ίδιο, τον πατέρα του και τον γιό του.Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών που στολίζει την κορυφή του λόφου (των Νυμφών, είπαμε, δεν παρακολουθείτε) σχεδιάστηκε το 1842 από τον διάσημο για την Τριλογία της οδού Πανεπιστημίου κύριο Θεόφιλο Χάνσεν.

Πολύ κοντά στο Αστεροσκοπείο, σε ένα πλάτωμα με φανταστική θέα στην Ακρόπολη, υπάρχει ένας τούβλινος οβελίσκος που δείχνει τα σημεία του ορίζοντα, όπως τα υπολόγισε από εδώ ένας από τους πρώτους αστρονόμους της ανθρωπότητας, ο Μέτων ο Αθηναίος, παρατηρώντας την ανατολή του ήλιου ανάμεσα στην Ακρόπολη και τον Λυκαβηττό.Από τον λόφο των Νυμφών ξεκινά και η διαδρομή που σας φέρνει στην αρχαία διά Κοίλης οδό, η οποία συνέδεε την Ακρόπολη με το λιμάνι του Πειραιά. Σε ορισμένα σημεία της διακρίνονται καθαρά τα σημάδια που άφησαν, πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια, στον δρόμο οι τροχοί των αμαξών.Κατά μία θεωρία, την οποία προς θλίψη των θρυλολατρών καταρρίπτει το Υπουργείο Πολιτισμού,  σε έναν λαξευμένο βράχο πάνω στον λόφο είναι θαμμένοι ο Κίμων και ο Θουκυδίδης.

Το 2002, όταν ενοποιούνταν οι αρχαιολογικοί χώροι της Αθήνας με πεζοδρομήσεις και άλλα έργα εν όψει Ολυμπιακών, το σχέδιο ήταν ο λόφος του Φιλοπάππου να περιφραχτεί και να είναι επισκέψιμος με ωράριο και με εισιτήριο, το οποίο θα περιλαμβανόταν στο γνωστό Ενιαίο Εισιτήριο μαζί με την Ακρόπολη, την Αρχαία Αγορά κλπ. Τους κατοίκους των γειτονιών γύρω από τον λόφο, που ξεσηκώθηκαν, έχουμε να ευχαριστούμε για το γεγονός ότι το σχέδιο δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Η διαμάχη κερδήθηκε οριστικά το 2015 στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Πηγή: 
Ηρώς Κουνάδη https://www.in2life.gr/

Όταν έφθασαν σ' ένα ύψωμα όπου η ορατότητα ήταν καταπληκτική, αντίκριζες τη θάλασσα και τον Παρθενώνα η Μυρτώ έσκυψε και πήρε μία μικρή πέτρα, αφού την κράτησε για λίγο μέσα στις παλάμες της τις άνοιξε και του την προσέφερε λέγοντας: σε παρακαλώ να την κρατήσεις!!   Ο Πέπος μη καταλαβαίνοντας τη σημασία αυτής της πράξης της ζήτησε να του εξηγήσει τον συμβολισμό.

-- Μυρτώ: που πάει το μυαλό σου;

-- Πέπος: δεν πάει πουθενά!!

-- Μυρτώ: σου παραδίδω την καρδιά μου, την έκανα πέτρα και την παραδίδω σε σένα που είχα την τύχη να σε γνωρίσω και να σ' αγαπήσω. Κι ενώ ο Πέπος προσπαθούσε να βάλει τα συναισθήματα του σε τάξη η Μυρτώ συνέχισε λέγοντας: ο συμβολισμός είναι διπλός, α) έχει να κάνει με τη ρήση του Ευαγγελίου που λέει " ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο ας ρίξει" και ο β) πως για να μπορέσω να φύγω μετά από αυτά που έζησα κοντά σου, υπήρχε μόνον μία περίπτωση να έκανα την καρδιά μου πέτρα, πίστεψε με πως δεν ήταν καθόλου εύκολο.

Τον πρώτο συμβολισμό ο Πέπος τον θυμήθηκε το 2010 δηλαδή 22 χρόνια μετά όταν έμαθε την απίστευτη ιστορία των διδύμων. Τον δεύτερο συμβολισμό τον έμαθε στις 7/7 όταν διάβασε το γράμμα της. Την τρίτη, δύο μέρες μετά, αποχαιρέτησε την Μυρτώ και τον φίλο του τον Ιπποκράτη που με πτήση της Ολυμπιακής αεροπορίας πετούσαν για Νέα Υόρκη. Όταν επέστρεψε στο πάρκινγκ του αεροδρομίου μαζί με την μητέρα της Μυρτούς για να πάρει αυτός το μηχανάκι και η κ. Νεφέλη το αυτοκίνητο της έδωσε το τηλέφωνο του λέγοντας της πως αν κάποια στιγμή χρειαστεί κάτι να μην διστάσει να του τηλεφωνήσει. Την παρακάλεσε επίσης ως φιλόλογος που ήταν να του προτείνει κάποια βιβλία που θεωρούσε πως ήταν απαραίτητο να διαβάσει. Η κ. Νεφέλη του είπε μετά χαράς θα το έκανε και πώς την επόμενη κιόλας θα επικοινωνούσε μαζί του για να του πει ποια είχε επιλέξει. Την επόμενη μέρα τον Πέπο τον περίμενε μια κορυφαία έκπληξη, η κ. Νεφέλη τον επισκέφθηκε στο Pepos Restaurant και κουβαλούσε μαζί της μία βαριά τσάντα όπου είχε μέσα 7 βιβλία, άνοιξε την τσάντα και τοποθέτησε πάνω σ' ένα τραπέζι τα εξής βιβλία.

1) Οιδίπους τύραννος του Σοφοκλή.

2) Ιλιάδα

3) Οδύσσεια

4) Άπαντα του Καβάφη

5) Μήδεια του Ευριπίδη.

6) Δον Κιχώτης

7) Ένα παιδί μετράει τ' άστρα του Λουντέμη. 

Αυτά ήταν όλα καινούρια και υπήρχαν ακόμη 3 τεύχη ενός περιοδικού με τίτλο "Επιλογές". Όταν τη ρώτησε πόσο κοστίζουν του είπε πως ήταν δώρο από την ίδια και την Μυρτώ!! Του είπε επίσης πως θα ήταν μεγάλη η χαρά της αν θα ζητούσε τη βοήθεια της σχετικά με τις όποιες απορίες είχε για την ανάλυση των κειμένων και γενικότερα για το περιεχόμενο των βιβλίων. Ο Πέπος χρωστάει ευγνωμοσύνη σ' αυτή την ΥΠΕΡΟΧΗ ΚΥΡΙΑ γιατί χάρη στην κ. Νεφέλη αγάπησε τους Έλληνες κλασικούς, χάρη στην κ. Νεφέλη ξεκίνησε να παρακολουθεί παραστάσεις αρχαίου δράματος στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο, χάρη στην ευγενική ψυχή της κ. Νεφέλης λάτρεψε την ποίηση την οποία αργότερα ο Πέπος προσπάθησε να μεταλαμπαδεύσει στα μέλη της Λογοτεχνικής Ομάδας του χωριού του. Αυτή η γυναίκα υπήρξε γι' αυτόν φάρος πολιτισμού και ανθρωπιάς. Πάντα θυμάται τη φράση που του είχε πει την ημέρα που του χάρισε τα βιβλία. "Αγαπητέ μου Πέπο στη ζωή μας πρέπει να πράττουμε το τέλειο και να το εισπράττουμε ως ατελές". Την ευχαρίστησε από καρδιάς για την πνευματική τροφή που του χάρισε και την αποχαιρέτησε πολύ συγκινημένος.

Την Παρασκευή στις 7/7/78 πήγε μόνος του ξανά στον λόφο των Μουσών και συγκεκριμένα στο σημείο που η Μυρτώ του είχε δώσει το γράμμα, εκείνο το γράμμα που είχε ζητήσει να το ανοίξει στις 7/7 δηλαδή σήμερα. Δεν μπόρεσε να μην σκεφτεί πως ο αριθμός 7 έπαιζε στη ζωή του κάποιον ρόλο, ακόμα και η κ. Νεφέλη 7 βιβλία του χάρισε. Επέλεξε το ίδιο σημείο για συναισθηματικούς λόγους, έπιασε στο χέρι του την πέτρα που του είχε δώσει η Μυρτώ και άνοιξε τον φάκελο. Υπήρχαν μέσα αρκετά φύλλα από κόκκινο τριαντάφυλλο, το γράμμα και μια φωτογραφία όπου η Μυρτώ ήταν πανέμορφη με τα πράσινα μάτια και τα σγουρά καστανά μαλλιά της. Από πίσω υπήρχε μία συγκινητική αφιέρωση. Το γράμμα αυτό η Μυρτώ το είχε γράψει λίγο μετά την επιστροφή της από τον ΒΑΚΧΟ όπου είχε ζήσει μαγικές στιγμές με τον Πέπο να της κάνει πρόταση γάμου. Στον λαιμό της είχε το όμορφο περιδέραιο που της είχε χαρίσει και είχε αποφασίσει πως θα ήταν για πάντα στη θέση του γιατί εκτός από στολίδι είχε γι' αυτήν ανεκτίμητη αισθηματική αξία, όλα αυτά που είχε ζήσει είχαν χαραχθεί ανεξίτηλα στη μνήμη της και στην καρδιά της. Ήταν λίγες οι κοπέλες που είχαν τη δική της τύχη να δεχθούν πρόταση γάμου κάτω από τον ιερό βράχο της ακρόπολης στο πιο ρομαντικό σημείο της Αθήνας. [ένα χρόνο αργότερα την ίδια τύχη είχε και η Λόλα, δηλαδή η σημερινή σύζυγος του Επίκουρου.] Το γράμμα ξεκινούσε έτσι: "Ακριβέ μου Πέπο σου είχα υποσχεθεί πως μετά το μνημόσυνο θα σου έδινα την απάντηση μου. Κι όμως τη δική μου απάντηση, εννοώ την τελική, θα είσαι εσύ που θα την δώσεις στον εαυτό σου. Επί της αρχής λοιπόν στην πρόταση σου λέω με όλη μου την καρδιά ΝΑΙ! Αποδέχομαι την πρόταση γιατί δε νομίζω πως θα μ' αγαπήσει άλλος όσο εσύ και γιατί το ίδιο νιώθω και των για σένα. Εκεί όμως που με απασχολεί είναι πως για να συμβεί αυτό θα πρέπει να εγκαταλείψω την Αμερική με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την καριέρα μου και γενικότερα για το μέλλον μου. Αν η απόφαση είναι να επιστρέψω θα πρέπει να ξεπεράσω δύο σοβαρά προβλήματα, το ένα είναι ηθικής τάξεως και έχει να κάνει με την υπόσχεση που είχα δώσει στους γονείς μου για μια ακαδημαϊκή καριέρα, και το δεύτερο έχει να κάνει με την επαγγελματική μου αποκατάσταση αν υποθέσουμε πως επιστρέφω. Όπως καλά γνωρίζεις η εξωσωματική γονιμοποίηση στην Ελλάδα εν έτει 1978 είναι ανύπαρκτη, αυτό σημαίνει πως όλα αυτά που πέτυχα τόσα χρόνια στην Αμερική θα πάνε χαμένα και παράλληλα θα απογοητεύσω κάποιους ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα, και μεταξύ αυτών προστέθηκες κι εσύ. Να λοιπόν γιατί σου είπα πως τελικά την απόφαση θα την πάρεις εσύ. Αποδέχομαι λοιπόν την πρόταση σου και περιμένω την δική σου απόφαση. Η επιλογή που έκανα για να σου παραδώσω το γράμμα στο μνήμα του πατέρα μου κάθε άλλο παρά τυχαία είναι. Όλα πια θα κριθούν από σένα ακριβές μου Πεπέ!! Ήταν η πρώτη φορά που τον αποκαλούσε Πεπέ. Μερικές φορές η ζωή παίζει παράξενα παιχνίδια, όταν γεννήθηκε η πρώτη ανιψιά του Πέπου η Ηρώ το 1991με το που μπόρεσε να μιλήσει τον αποκάλεσε Πεπέ!! Δηλαδή 13 χρόνια μετά ακούει την ανιψιά του να τον αποκαλεί όπως τον είχε αποκαλέσει η Μυρτώ 13 χρόνια πριν, ακόμα και σήμερα και οι δύο αγαπημένες ανιψιές του και η τρία ακόμα αγαπημένα ποιητικολογοτεχνικά πρόσωπα, η Διοτίμα, η Κορνηλία και η Άλκηστη συνεχίζουν να τον αποκαλούν Πεπέ. 

Τώρα κατάλαβε ο Πέπος γιατί η Μυρτώ ήταν σαστισμένη όταν της είπε να ξεχάσει την πρόταση που της έκανε και μάλιστα όταν άκουσε την προτροπή του να επιστρέψει στην Αμερική όσο πιο σύντομα γίνεται γιατί εκεί είναι η θέση της, απορούσε προφανώς από αυτά που τις έλεγε ο Πέπος τα οποία ήταν σα να απαντούσε στο περιεχόμενο του γράμματος της, πως ήταν όμως δυνατόν να γνώριζε το περιεχόμενο; Τώρα του λύθηκε η απορία του Πέπου, είχε δίκιο η Μυρτώ ποιος ξέρει τι μπορεί να έβαλε στο μυαλό της, που να το φανταζόταν πως της έδινε την ίδια απάντησε που θα της έδινε αν είχε διαβάσει το γράμμα; Η αλήθεια ήταν πως αυτό έγινε γιατί αυτό έλεγε η λογική, δεν χρειαζόταν να διαβάσει το γράμμα. Ίσως να ήταν η διαίσθησή του, ή η άτακτη φωνούλα που έλεγε και Τερψιχόρη. Κάπου εδώ σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

26.1.21

ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΜΕΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ η Μυρτώ ακούει από τον Πέπο για τον ύμνο της αγάπης, την Πνύκα και θέατρο Δώρα Στράτου.

 ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΜΕΡΟΣ

Η Μυρτώ και ο Πέπος βρίσκονται στο μνήμα του πατέρα της και της κάνει την δική του εξομολόγηση μετά την ταυτοποίηση πως ο πατέρας της Μυρτούς είναι το ίδιο πρόσωπο με τον γιατρό που είχε επισκεφτεί τον περασμένο Ιούλιο. Μυρτώ το πόσο σ' αγαπώ ελπίζω να το έχεις καταλάβει, η μορφή σου ζει και βασιλεύει μέσα μου από την πρώτη στιγμή που σε αντίκρισα. Θα είσαι η μοναδική ορχιδέα στο βάζο της καρδιάς μου και θα την ποτίζω με τα δάκρυα της ψυχής μου, θέλω να μ' ακούσεις και κυρίως να με καταλάβεις. Γλυκιά μου Μυρτώ για μένα η αγάπη σημαίνει θυσία και όχι κτητικότητα, αγάπη σημαίνει να δίνεσαι γιατί μόνον τότε  μπορείς να λες πως αγαπάς αληθινά. Θα μου επιτρέψεις να σου διαβάσω τον ύμνο της αγάπης του Αποστόλου Παύλου στην Α’ επιστολή προς Κορινθίους.

''Αν ξέρω να μιλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη, τότε έγινα σαν ένας άψυχος χαλκός που βουίζει ή σαν κύμβαλο που ξεκουφαίνει με τους κρότους του. Και αν έχω το χάρισμα να προφητεύω και γνωρίζω όλα τα μυστήρια και όλη τη γνώση, και αν έχω όλη την πίστη, ώστε να μετακινώ με τη δύναμη της ακόμη και τα βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, τότε δεν είμαι τίποτε απολύτως.

Και αν πουλήσω όλη την περιουσία μου για να χορτάσω με ψωμί όλους τους φτωχούς, και αv παραδώσω το σώμα μου για να καεί, αλλά αγάπη δεν έχω, τότε σε τίποτε δεν ωφελούμαι.

Η αγάπη είναι μακρόθυμη, είναι ωφέλιμη, η αγάπη δε ζηλεύει, η αγάπη δεν ξιπάζεται (= δεν καυχιέται), δεν είναι περήφανη, δεν κάνει ασχήμιες, δε ζητεί το συμφέρον της, δεν ερεθίζεται, δε σκέφτεται το κακό για τους άλλους, δε χαίρει, όταν βλέπει την αδικία, αλλά συγχαίρει, όταν επικρατεί η αλήθεια. Όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει.


Αν υπάρχουν ακόμα προφητείες, θα έλθει μέρα που και αυτές θα καταργηθούν, αν υπάρχουν χαρίσματα γλωσσών και αυτά θα σταματήσουν, αν υπάρχει γνώση και αυτή θα καταργηθεί. Γιατί τώρα έχουμε μερική και όχι τέλεια γνώση και προφητεία· όταν όμως έλθει το τέλειο, τότε το μερικό θα καταργηθεί. Όταν ήμουν νήπιο, μιλούσα ως νήπιο, σκεφτόμουν ως νήπιο, έκρινα ως νήπιο. Όταν έγινα άνδρας, κατάργησα τη συμπεριφορά του νηπίου. Τώρα βλέπουμε σαν σε καθρέπτη και μάλιστα θαμπά, τότε όμως θα βλέπουμε το ένα πρόσωπο το άλλο πρόσωπο. Τώρα γνωρίζω μόνο ένα μέρος από την αλήθεια, αλλά τότε θα έχω πλήρη γνώση. Ώστε τώρα μας απομένουν τρία πράγματα: η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Πιο μεγάλη όμως από αυτά είναι η αγάπη''.


Τώρα που άκουσες τον ύμνο της αγάπης θέλω να συνεχίσω την εξομολόγηση μου, χθες βράδυ που σου έκανα την πρόταση γάμου μου είχες πει πως θα μου απαντούσες μετά το μνημόσυνο του πατέρα σου. Δεν γνωρίζω τις προθέσεις σου αλλά θα ήθελα να σε θερμοπαρακαλέσω να μην μου δώσεις καμία απάντηση, όχι προς Θεού δεν έχει να κάνει με μένα, τα δικά μου αισθήματα παραμένουν τα ίδια και μάλιστα θα έλεγα πως κάθε ώρα που περνάει σ' αγαπάω και πιο πολύ. Αυτό που θέλει η καρδιά μου πρέπει να συμβαδίζει και με την λογική, μόνο τότε έχει αξία η αγάπη μου, η καρδιά μου συμφώνησε με την λογική και το πόρισμα τους είναι το εξής: πρέπει να επιστρέψεις σύντομα στην Αμερική και να συνεχίσεις να μας κάνεις υπερήφανους, εκεί είναι Μυρτώ το μέλλον σου και δεν έχει κανένας το δικαίωμα να διακόψει την πορεία σου προς την κορυφή μιας πετυχημένης πανεπιστημιακής καριέρας και ειδικότερα όλοι όσοι σ' αγαπούν. Ο θείος σου μου μίλησε για την ήδη λαμπρή σου σταδιοδρομία, είσαι μία ξεχωριστή περίπτωση το άστρο σου έχει αρχίσει να λάμπει στην επιστημονική κοινότητα της Αμερικής και όχι μόνο. Θα ήθελα λοιπόν να κρατήσεις το δώρο μου για να σου θυμίζει πως στην Ελλάδα εκτός από τα συγγενικά σου πρόσωπα  θα υπάρχω κι εγώ που θα προσεύχομαι για σένα. Επίσης να κρατήσεις και το ποίημα που έγραψα για σένα γιατί εκεί μέσα έχω κρύψει λέξεις που τις έχω ποτίσει με το ροδόσταμο της ψυχής μου. Η Μυρτώ ήταν τόσο συγκινημένη που δεν μπορούσε να μιλήσει, αυτή την εξέλιξη δεν την περίμενε, αυτή την μεγαλοψυχία δεν την είχε ξανασυναντήσει, άλλα είχε στο μυαλό της και άλλα προέκυψαν. Ζήτησε από τον Πέπο να πάνε στο καφέ που υπήρχε στον λόφο των Μουσών στου Λουμπαδιάρη. Στην επιστροφή σταμάτησαν για λίγο στην κοιμωμένη του Γιαννούλη Χαλεπά κα σε κάποια ακόμα αξιόλογα μνημεία που υπήρχαν στο Α’ νεκροταφείο Αθηνών.


Η Κοιμωμένη
 του Χαλεπά είναι γλυπτό του γνωστού Έλληνα γλύπτη, Γιαννούλη Χαλεπά, στη μορφή της Σοφίας Αφεντάκη. Φιλοτεχνήθηκε τη δεκαετία 1880 και τοποθετήθηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Το γλυπτό παρουσιάζει την Σοφία Αφεντάκη ξαπλωμένη, να έχει το κεφάλι προς τα δεξιά, πάνω σε ένα μαξιλάρι και με το αριστερό της χέρι, κρατάει έναν σταυρό πάνω στο στήθος. Θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα τέχνης ανάμεσα στα γλυπτά του Α' Νεκροταφείου Αθηνών καθώς και ένα από τα πιο καθοριστικά έργα για τη φήμη του Χαλεπά 
Η Σοφία Αφεντάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1856 και καταγόταν από την Κίμωλο, πατέρας της ήταν ο Κωνσταντίνος Αφεντάκης. Η ίδια απεβίωσε από φυματίωση στις 17 Δεκεμβρίου 1873. Ο θείος της, και ένας από τους Μεγάλους Ευεργέτες, Γεώργιος Οικονόμου Αφεντάκης, παραγγέλνει στον Γιαννούλη Χαλεπά να φιλοτεχνήσει ένα ταφικό μνημείο για την όμορφη κόρη. Το θλιβερό αυτό γεγονός του πρόωρου θανάτου της νεαρής Αφεντάκη, στάθηκε η αφορμή για την δημιουργία του τρίτου κατά σειρά αριστουργήματος του Χαλεπά και ίσως του πιο αναγνωρισμένου νεοελληνικού αγάλματος, αυτό της «Kοιμωμένης του Χαλεπά»Το άγαλμα «της κοιμωμένης» αναπαριστά την Σοφία Αφεντάκη σε λευκό μάρμαρο ξαπλωμένη ολόσωμη,  σε ένα ανάκλιντρο, επάνω σε τσαλακωμένα σεντόνια. Το κεφάλι της γέρνει απαλά στο πλούσια διακοσμημένο με κεντήματα μαξιλάρι κρατώντας έναν σταυρό στο ένα χέρι, ενώ το άλλο της χέρι πέφτει απαλά στα σεντόνια με το ένα της πόδι να είναι ελαφρά ανασηκωμένο. Ουσιαστικά, φιλοτεχνεί το ολόσωμο πορτραίτο μιας ζωντανής κοπέλας που έχει μόλις αποκοιμηθεί.[1]
Το άγαλμα «Η Κοιμωμένη του Χαλεπά» παραμένει μέχρι και σήμερα στον τάφο της οικογένειας, στο Πρώτο Νεκροταφείο των Αθηνών.

Ο συνολικός αριθμός γλυπτών που βρίσκονται στο νεκροταφείο είναι 768.
[24] Στο νεκροταφείο φιλοξενούνται ταφικά μνημεία σχεδιασμένα από διάσημους γλύπτες όπως οι Γιαννούλης ΧαλεπάςΙωάννης Βιτσάρης Δημήτριος ΦιλιππότηςΓεώργιος ΜπονάνοςΝικόλαος ΓεωργαντήςΔημήτρης ΑρμακόλαςΚοσμάς ΞενάκηςΚώστας ΒαλσάμηςΜιχάλης Τόμπρος κ.ά.[25] Με τον κανονισμό του 1934 προβλέπεται πως όσοι φτιάχνουν τάφους οικογενειακούς στη ζώνη πολυτελείας να διαμορφώνουν καλλιτεχνικά τους τάφους αυτούς με έργα όχι μικρότερης αξίας των 100.000 δραχμών. Αν δεν γίνει αυτό εντός τριετίας ανακαλείται η χορήγηση του τάφου, του επιστρέφεται το ποσό που έδωσε μειωμένο κατά 10% και ο χώρος επιστρέφει στον δήμο για μελλοντική νέα χρήση. Το 1946 αποφασίζεται η κατεδάφιση μαυσωλείου με τοιχογραφίες του Φώτη Κόντογλου. Η Κοιμωμένη του Τήνιου Γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη (πέθανε στα 1878) έγινε αντικείμενο διαμάχης μεταξύ του ανιψιού της νεκρής αντιστράτηγου Μ. Χατζημιχάλη, και του δήμου. Ο Χατζημιχάλης θέλησε να το μετακινήσει και να το πουλήσει σε Αμερικανούς. Ο Χατζημιχάλης αξίωνε ότι η Κοιμωμένη δεν ανήκε στον Χαλεπά, ούτε στο Α΄ Νεκροταφείο, αλλά στον νόμιμο δικαιούχο της ταφικής έκτασης. Το 1951 με απόφαση του υπουργείου πολιτισμού η Κοιμωμένη είναι το πρώτο γλυπτό του Α' Νεκροταφείου που κρίθηκε διατηρητέο. Το 1952 επί δημαρχίας Νικολόπουλου κρίνεται αναγκαία η κατασκευή υαλοφράγματος για την προστασία του γλυπτού. Το 1988 επί δημαρχίας Έβερτ, το δημοτικό συμβούλιο έκρινε πως τα Ανθρωπάκια του Γαΐτη έργο της γλύπτριας Γαβριέλλας Σίμωσι Γαΐτη, ενόψει της εκταφής των οστών του ζωγράφου Γιάννη Γαΐτη και της μεταφοράς τους μαζί με το επιτύμβιο στο νεκροταφείο της Ίου. Η αρμόδια υπηρεσία του δήμου αρνήθηκε να παραχωρήσει το γλυπτό στην οικογένεια και ζήτησε χρόνο για να αποφασίσει πως θα το αξιοποιήσει. Η τύχη του επιτυμβίου του Γαΐτη αγνοείται έκτοτε.

Όταν έφθασαν στο καφέ που υπήρχε στον πεζόδρομο προς την Πνύκα της διάβασε λίγα λόγια για την περιοχή ξεκινώντας από την Πνύκα.
 Ένας από τους τρεις λόφους, για την ακρίβεια ο μεσαίος, που συνθέτουν τον ευρέως γνωστό λόφο του Φιλοπάππου, αποτέλεσε τον τόπο όπου κατά την αρχαιότητα άνθισε η Δημοκρατία. Ο λόγος για την Πνύκα, τον δεύτερο λόφο που συναντάται από τον πεζόδρομο της Μακρυγιάννη και της Διονυσίου Αρεοπαγίτου εκεί όπου ήταν το φημισμένο Pepos Restaurant και το Pepos School of Delicatesen.
Αλήθεια, πόσες φορές δεν έχετε απολαύσει την βόλτα σας εδώ; Γνωρίζετε, ωστόσο, αρκετά γι αυτήν, πέρα από την εκπληκτική θέα που προσφέρει στους επισκέπτες της; Μάθετε έξι πράγματα που ίσως δεν ξέρετε και την επόμενη φορά που θα βρεθείτε εδώ εντυπωσιάστε τους πάντες με τις γνώσεις σας.

Πρόκειται για το μέρος όπου συνεδρίαζε η Εκκλησία του Δήμου, ή πιο απλά η συνέλευση των Αθηναίων από τον 6ο έως τα τέλη του 4ου αιώνα, με περίπου 10.000 άνδρες να συγκεντρώνονται σε κάθε συνεδρίαση.

Σπουδαίοι πολιτικοί, ρήτορες και στρατηγοί έχουν αγορεύσει από το βήμα του ιερού αυτού χώρου. Μεταξύ άλλων και οι Αριστείδης, Θεμιστοκλής, Περικλής, Δημοσθένης, και στην πιο σύγχρονη εποχή ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Ο σημερινός αρχαιολογικός χώρος της Πνύκας αποτέλεσε και σπουδαίο ιερό αφιερωμένο στο Δία, που τότε θεωρούνταν προστάτης του αθηναϊκού πολιτεύματος.

Από τα τέλη του 4ου αιώνα, όταν οι συνελεύσεις των Αθηναίων μεταφέρθηκαν στο θέατρο του Διονύσου κάτω από την Ακρόπολη, ο χώρος παρέμεινε μόνο ιερός.

Οι δύο μεγάλες στοές που βρίσκονται στον αρχαιολογικό χώρο δημιουργήθηκαν με σκοπό να προστατεύουν τους ανθρώπους κατά την διάρκεια κακών καιρικών συνθηκών.

Ο λόφος αγοράστηκε από τον Αυστριακό πρέσβη Άντον Πρόκερς φον Όστεν και επιστράφηκε στο ελληνικό δημόσιο από το γιο του το 1857.

Εδώ βρίσκονται τα θεμέλια του Ηλιοσκοπίου του Μέτωνα, το σύστημα που χρησιμοποίησαν οι αρχαίοι αστρονόμοι για την παρατήρηση της θέσης του Ήλιου, της Σελήνης κ.α.

Και μετά συνέχισε με την ΔΩΡΑ ΣΤΡΑΤΟΥ και το θέατρο παραδοσιακών χορών Δώρα Στράτου.
Η επιβίωση της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής, των χορών αλλά και των εθνικών ενδυμασιών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο έργο της Δώρας Στράτου, η οποία αφιέρωσε τη ζωή της σε αυτόν τον σκοπό. Το 1953 ίδρυσε το σωματείο «ελληνικοί χοροί Δώρα Στράτου» το οποίο πραγματοποίησε πολυάριθμες παραστάσεις στην Ελλάδα και πολλές χώρες του εξωτερικού, διαδίδοντας την ελληνική μουσική. Προτού όμως αρχίσουν οι παραστάσεις είχε γίνει το δύσκολο έργο της καταγραφής στην ελληνική ύπαιθρο, η οποία είχε ρημάξει από την κατοχή και τον εμφύλιο. Στα χωριά οι παραδοσιακές ενδυμασίες ήταν μέσα στα ντουλάπια των σπιτιών και πολλοί τις έσκιζαν για να φτιάξουν άλλα ρούχα, τις έκαναν κουρέλια ή ακόμη και πανιά για να καθαρίζουν . 

Πολλές περιοχές είχαν ερημώσει και μαζί με τους ανθρώπους κινδύνευε να χαθεί και η παράδοση, τα τραγούδια, οι χοροί, οι ενδυμασίες. Αυτή είναι και η μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου στην ελληνική παράδοση την οποία κατέγραψε και στα βιβλία: «Μια παράδοση μια περιπέτεια», «ελληνικοί χοροί, ένας ζωντανός δεσμός με το παρελθόν». Κυκλοφόρησε επίσης μια τεράστια συλλογή 45 δίσκων με παραδοσιακή ελληνική μουσική. Η Δώρα Στράτου έμενε στην οδό Υπατίας κοντά στην Πλάκα και πέθανε το 1988.... Πηγή Μηχανή του χρόνου. Κάπου εδώ θα σταματήσω την αφήγηση του Τριακοστού μέρους. Σας χαιρετώ ο αφηγητής Πεπέ.

25.1.21

ΕΙΚΟΣΤΟ ΕΝΑΤΟ ΜΕΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ Η Μυρτώ βρίσκεται σε μεγάλο δίλλημα.

 ΕΙΚΟΣΤΟ ΕΝΑΤΟ ΜΕΡΟΣ

Ο έρωτας είναι ένα πουλί ατίθασο

Που κανείς δεν μπορεί να εξημερώσει
Και μάταια τον καλείς αν είναι ν’ αρνηθεί
Τίποτα δεν βοηθά, απειλές ή παρακάλια
Ο έρωτας είναι μακριά, μπορείς να τον περιμένεις
Έρχεται, φεύγει, μετά ξανάρχεται!
Νομίζεις ότι τον κρατάς, σε αποφεύγει
Νομίζεις ότι τον αποφεύγεις, σε κρατά!
Ο έρωτας είναι παιδί της Θεάς Αφροδίτης
Ποτέ, ποτέ δεν γνώρισε νόμο
Εάν εσύ δεν μ’ αγαπάς, εγώ σ’ αγαπώ
Εάν σ’ αγαπώ; Μα πως αλλιώς να στο πω;
Ο έρωτας! Ο έρωτας!

Carmen | ANTONIO GADES – CARLOS SAURA

https://www.youtube.com/watch?v=NY76dKNLDRc&t=156s

Βάκχος 1978 1 Ιουλίου το προηγούμενο βράδυ η Μυρτώ δέχθηκε την πρόταση γάμου από το Πέπο κάτω από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Η Μυρτώ ζήτησε από τον Πέπο λίγες μέρες περιθώριο προκειμένου να του απαντήσει, και συγκεκριμένα μετά το μνημόσυνο του πατέρα της. Τον παρακάλεσε μάλιστα αν θα μπορούσε να παραβρεθεί κι αυτός στο μνημόσυνο, ο Πέπος μετά χαράς αποδέχθηκε την πρόταση. Η Μυρτώ μετά την απρόσμενη έκπληξη που της έκανε ο Πέπος ένιωθε πολύ ευτυχισμένη αλλά και προβληματισμένη, ήταν κάτι που το ήθελε με όλη την καρδιά της, αλλά.... Αχ! Αυτό το αλλά να μην υπήρχε τι ωραία που θα ήταν. Στις 02:00 την άφησε ο Πέπος στην είσοδο του σπιτιού της. Αν δεν ήταν στο σπίτι η μητέρα της θα του έλεγε ν' ανέβει πάνω μαζί της, ήταν συνεπαρμένη, αυτό που έζησε εκείνη τη βραδιά ήταν κάτι μοναδικό, δεν ήθελε να ξεκολλήσει από την αγκαλιά του. Έδωσαν ραντεβού για την επόμενη μέρα και τον αποχαιρέτησε μ' ένα καυτό φιλί. Έως το πρωί δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι. Η μαγική εικόνα που έζησε στον ΒΑΚΧΟ στριφογύριζε συνέχεια στο μυαλό της. Αναρωτήθηκε αν της άξιζε τόση ευτυχία και μάλιστα από τον συγκεκριμένο άνθρωπο που ο πατέρας της του είχε στερήσει την δίδυμη αδερφή και που η ίδια του είχε κρύψει αρκετές αλήθειες. Κάποιες στιγμές νόμιζε πως όλα αυτά που έζησε ήταν παιχνίδια του μυαλού της και πως η μαγική εικόνα των 5 μουσικών και η πρόταση που ακολούθησε απλά τα είχε φανταστεί, έλα όμως που τον λαιμό της τον στόλιζε το περιδέραιο που της είχε χαρίσει ο Πέπος κι αυτό ήταν αληθινό!! Άρα, όσα έζησε ήταν δεν ήταν της φαντασίας της. 

Της είχε προσφέρει πάρα πολλά, αναρωτήθηκε πώς θα αντιδρούσε ο Πέπος όταν θα μάθαινε την αλήθεια; Ποια θα ήταν τα συναισθήματα του γι' αυτήν όταν θα είχε μπροστά του όλα αυτά που του απέκρυψε; Ένιωθε πως ήταν ευλογία που είχε γνωρίσει τον Πέπο αλλά παράλληλα και εγκλωβισμένη  γιατί δεν μπορούσε να του πει όλη την αλήθεια, αυτό που την έκανε να νιώθει ευτυχισμένη ήταν το γεγονός πως την αγαπούσε, και τον αγαπούσε, παρ' ό,τι όλα έγιναν τόσο ξαφνικά και τόσο γρήγορα ήταν βέβαιη πως τον αγαπούσε. Αυτό το χτυποκάρδι δεν το είχε ξανανιώσει. Πως ήταν όμως δυνατόν να αποδεχθεί την πρόταση του τι στιγμή που υπήρχαν κάποια ανυπέρβλητα εμπόδια; Το πρώτο και κυριότερο ήταν η καριέρα της, σ' αυτό ήταν κάθετη δεν θα άλλαζε τον στόχο της, το είχε υποσχεθεί άλλωστε και στον πατέρα της, αυτή ήταν η πρώτη της προτεραιότητα. Επομένως η παραμονή της τουλάχιστον για τα επόμενα 15 χρόνια ήταν στην Αμερική. Το δεύτερο ήταν η ηλικία, σκέφτηκε πως μπορεί μεν να μικροέδειχνε αλλά το 23 του Πέπου και το 28 το δικό της ήταν ένας ανασταλτικός παράγοντας. Τρίτον και ηθικά το σοβαρότερο πως ήταν δυνατόν να συνδεθεί με έναν άνθρωπο που του είχε αποκρύψει το μεγαλύτερο μυστικό της ζωής του και που δεν μπορούσε να του πει την αλήθεια για όσο θα ζούσαν ακόμα οι τρεις εμπλεκόμενοι; Πως θα μπορούσε να συνδεθεί μαζί του τι στιγμή που ενώ αυτός τις άνοιγε την καρδιά του αυτή του απέκρυπτε πράγματα; Το μόνο σίγουρο ήταν πως θα τον κρατούσε για πάντα στην καρδιά της. Αναστέναξε και ζήτησε την βοήθεια του Θεού ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί με τον πιο σωστό τρόπο την όλη κατάσταση και κυρίως να μην πληγώσει τον Πέπο. Λίγα λεπτά αργότερα δεν άντεξε και αφέθηκε ξανά στην αγκαλιά του Μορφέα.

 Όταν η ώρα πήγε 11:30 και η Μυρτώ κοιμόταν ακόμα η μητέρα της κατάλαβε πως το προηγούμενο βράδυ κάτι σημαντικό είχε συμβεί στην κόρη της. 
Την κατάλαβε τι ώρα είχε επιστρέψει αλλά δεν της μίλησε, άλλωστε αν η ίδια ήθελε να της αναφέρει κάτι θα πήγαινε στην κρεβατοκάμαρα της, γι' αυτό προτίμησε να μην της μιλήσει. Περίμενε να σηκωθεί η κόρη της και από το πρόσωπο της θα καταλάβαινε το πώς πέρασε χθες βράδυ εκτός και αν αποφάσιζε η ίδια ν' ανοίξει την καρδιά της. Η Νεφέλη ήταν πολύ διακριτική. Το μόνο που ευχόταν ήταν να είχε κάτι ευχάριστο η κόρη της γιατί δεν άντεχε η καρδιά της ακόμα ένα δυσάρεστο. Όταν η Μυρτώ ήρθε στην κουζίνα όπου της έφτιαχνε το αγαπημένο της φαγητό μουσακά και σαρμαδάκια και διέκρινε το πρόσωπο της χαρούμενο, ένα μεγάλο βάρος έφυγε από την Νεφέλη. Παρατήρησε όμως και κάτι άλλο στην κόρη της που της έκανε εντύπωση, ήταν ένα πανέμορφο περιδέραιο που στόλιζε τον λαιμό της κόρης της. Έκανε πως δεν το πρόσεξε και την ρώτησε πώς τα πέρασε το προηγούμενο βράδυ. Η Μυρτώ αγκάλιασε την μανούλα της και άρχισε να της λέει την μισή αλήθεια. Η Νεφέλη κατάλαβε πως υπήρχε και κάτι άλλο που δεν ήθελε η κόρη της να της το αναφέρει και ως εκ τούτου σεβάστηκε την σιωπή της. Προφανώς είχε τους λόγους της, της αρκούσε που η κόρη της ήταν ευτυχισμένη, στο βλέμμα της βέβαια διέκρινε ένα μικρό συννεφάκι θλίψης αλλά το απέδωσε στο μνημόσυνο του πατέρα της που ήταν δύο μέρες μετά. Την Κυριακή στο μνημόσυνο ήταν παρών και ο Πέπος ο οποίος χάρηκε ιδιαίτερα που συνάντησε τον θείο της Μυρτούς τον κ. Ιπποκράτη που είχε γνωρίσει στο Pepos Restaurant. Την ίδια χαρά ένιωσε και ο Ιπποκράτης και κανόνισαν την επόμενη μέρα να βρεθούν στην ταβέρνα για φαγητό. 

Η Μυρτώ είχε ενημερώσει τον θείο της και την μητέρα της πως αυτή είχε προσκαλέσει τον Πέπο. Η μητέρα συνδύασε αυτόματα το περιδέραιο της κόρης της με την παρουσία του Πέπου, άλλωστε από την αρχή σ' αυτόν είχε πάει το μυαλό της. Αυτόν τον νεαρό τον συμπάθησε από την πρώτη στιγμή γιατί ήταν αληθινός και στο προσωπό του υπήρχε ένα χαμόγελο όχι κάποιας μάσκας αλλά πήγαζε από την ψυχή του, επίσης και ο αδερφός της της είχε μιλήσει με τα καλύτερα λόγια, σίγουρα αν ζούσε ο Αριστοτέλης θα τον συμπαθούσε κι αυτός, που να ξέρει η Νεφέλη πως αυτό είχε συμβεί ήδη πριν έναν χρόνο; Όταν μπήκαν στο παρεκκλήσι για να ξεκινήσει η σχετική τελετή της επιμνημόσυνης δέησης η Μυρτώ φρόντισε να βρίσκεται απέναντι από τον Πέπο ώστε να μπορεί να δει την αντίδραση του όταν θα έβλεπε την φωτογραφία του πατέρα της που υπήρχε στο τραπεζάκι με την ανθοδέσμη και τα κόλλυβα. Άραγε θα θυμόταν τη μορφή του πατέρα της; Θα θυμόταν πότε και πού είχε συναντήσει τον εκλιπόντα; Θα θυμόταν πως αυτός εκλιπών ήταν αυτός που είχε εξετάσει την κοπέλα του εκείνη τη σημαδιακή μέρα του Ιουλίου πριν έναν χρόνο; Είχε μεγάλη αγωνία να δει την αντίδραση του. Τελικά στη θέση που βρέθηκε ο Πέπος δεν είχε καλό οπτικό πεδίο και δεν μπόρεσε να δει την φωτογραφία του πατέρα της. Τίποτα δεν συνέβη από αυτά που περίμενε και αγωνιούσε η Μυρτώ. Μετά την λειτουργία πήγαν για τον σχετικό καφέ που συνηθίζεται σ' αυτές τις περιπτώσεις. Όταν ο κόσμος αναχώρησε ζήτησε από την Μυρτώ αν θα μπορούσε να τον συνοδεύσει στο μνήμα του πατέρα της γιατί ήθελε ν' ανάψει ένα κεράκι και ν' αφήσει λίγα λουλούδια. 

Σε λίγη ώρα βρισκόντουσαν στο μνήμα όπου δέσποζε μία φωτογραφία και από κάτω ένα ποίημα. Αυτό που δεν συνέβη στην εκκλησία --λόγω μη ορατότητας της φωτογραφίας -- συνέβη όταν έφθασαν στο μνήμα και άφησε τα λουλούδια. Η φωτογραφία που είχε επιλέξει η μητέρα της Μυρτούς ήταν 3 με 4 χρόνια πριν γιατί δεν είχε πιο πρόσφατη και φυσικά υπήρχε μία μικρή διαφορά με την εικόνα του ανθρώπου που είχε αντικρίσει και συνομιλήσει ο Πέπος στο νοσοκομείο, εντωμεταξύ είχε περάσει και ένας χρόνος αλλά παρ' αυτά η μορφή εκείνου του καλού γιατρού και ανθρώπου είχε αποτυπωθεί για τα καλά στη μνήμη του λόγω της πολύ καλής αντιμετώπισης που είχε η Σούλα και ο ίδιος στην ολιγόλεπτη συνομιλία που είχε μαζί του. Του φαινόταν απίστευτο όμως η μοίρα να είχε σχεδιάσει ένα τέτοιο σενάριο γι' αυτό κάλεσε κοντά του την Μυρτώ και έγινε ο πιο κάτω διάλογος.
--Πέπος: Μυρτώ ο πατέρας σου μήπως ήταν γιατρός;
--Μυρτώ: Ναι, ήταν πολύ καλός γιατρός και σπάνιος άνθρωπος, σαν άνθρωπος όπως όλοι μας έκανε κι αυτός κάποια λάθη στη ζωή του. Για τα όποια λάθη του ελπίζω να τον συγχωρέσουν οι άνθρωποι και ο Θεός. 
-- Πέπος: Τι ειδικότητα είχε;
-- Μυρτώ: Γυναικολόγος!!
-- Πέπος: Και σε ποιο νοσοκομείο ήταν; 
-- Μυρτώ: Στο Αλεξάνδρας!!
-- Πέπος: Σαστισμένος, στο Αλεξάνδρας; [Για λίγα λεπτά επικράτησε μία εκκωφαντική σιωπή την οποία η Μυρτώ δεν ήθελα να διακόψει για τους δικούς της λόγους]. Μυρτώ, δεν θα το πιστέψεις αλλά τον πατέρα σου τον είχα γνωρίσει, και τον είχα μάλιστα σε πολύ μεγάλη εκτίμηση, τον είχα γνωρίσει πέρυσι όταν πήγα με την κοπέλα που τότε είχα σχέση και είχε αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα. Ήταν 7 Ιουλίου πέρυσι όταν τον είχαμε επισκεφτεί, θυμάμαι πολύ καλά αυτή την ημέρα γιατί μου συνέβη κάτι μοναδικό, όταν επέστρεψα στο Pepos Restaurant γνώρισα ένα ζευγάρι Νοτιοαφρικανούς με τα παιδιά τους, δύο καταπληκτικούς ανθρώπους που τους έχω κλείσει στην καρδιά μου όπως κι εσένα. Ήταν μια ευλογημένη συνάντηση και κάποια στιγμή θα σου διηγηθώ όλη αυτή την ιστορία και το πώς γνωριστήκαμε. Εκείνη τη στιγμή το μάτι του  έπεσε στην ημερομηνία θανάτου και εντελώς σαστισμένος απευθύνθηκε στην Μυρτώ. 
-- Πέπος: Μυρτώ ο πατέρας σου τι ώρα πέθανε και από ποια αιτία;
-- Μυρτώ: Έμφραγμα, ακαριαίο έμφραγμα, με βάση αυτά που μου είχε πει η μητέρα μου ήταν περίπου 15:30 
-- Πέπος: ακόμα πιο σαστισμένος, Μυρτώ, ίσως και να ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος που είδε τον πατέρα σου. Όλη αυτή η ιστορία είναι πολύ παράξενη και σίγουρα δεν είναι όλα αυτά τυχαία, Μυρτώ θυμήσου αυτό που θα σου πω, αυτή η ιστορία να δεις που κάτι θέλει να μας πει, δεν είμαι σε θέση να σου πω κάτι παραπάνω αλλά κάτι μου λέει πως οι οιωνοί κάτι θέλουν να μας πουν. Γνώρισα τον πατέρα σου πριν γνωρίσω εσένα, γνώρισα εσένα λόγω του θανάτου του πατέρα σου, γνώρισα τους ευλογημένους φίλους μου από τη Νότια Αφρική την ημέρα που γνώρισα τον πατέρα σου, ο πατέρας σου πέθανε την ημέρα που τον γνώρισα και αναρωτιέμαι τι άλλο θα συμβεί στο μέλλον. Μυρτώ εδώ στο μνήμα του πατέρα σου θέλω να σου εξομολογηθώ κάτι, μου επιτρέπεις;
-- Μυρτώ: πολύ σαστισμένη κι αυτή γιατί ο Πέπος μ' έναν μαγικό τρόπο θα έλεγε κάποιος, προοικονωμούσε όλα αυτά που θα συνέβαιναν στο μέλλον, έπεσε στην αγκαλιά του και μέσα σε λυγμούς του έλεγε, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, συγχώρησέ με!!
Ο Πέπος φυσικά άκουσε μόνον το επαναλαμβανόμενο σ' αγαπώ γιατί αυτό τον έστελνε στα ουράνια, το συγχώρησέ με ούτε καν το άκουσε γιατί αν το άκουγε θα την ρωτούσε τι εννοεί. Η Μυρτώ συνήλθε γρήγορα και του ζήτησε να της πει τι ήταν αυτό που επιθυμούσε να της εξομολογηθεί.
-- Πέπος: Μυρτώ το ποσό σ' αγαπώ ελπίζω να το έχεις καταλάβει, έμαθα κάποια πράγματα από τον θείο σου πριν το μνημόσυνο για σένα και θέλω να με ακούσεις με προσοχή. Κατ' αρχάς είσαι πολύ ταπεινή και μετριόφρων γιατί ποτέ δεν μου μίλησες για το πόσο σημαντική είσαι στην επιστήμη σου και το πόσο λαμπρή καριέρα έχεις κάνει ήδη και θα είναι ακόμα πιο λαμπρή στο  μέλλον. 
Κάπου εδώ θα σταματήσω την αφήγηση του εικοστού ένατου μέρους, σας χαιρετώ ο αφηγητής Πεπέ.

23.1.21

Εικοστό Όγδοο Μέρος. ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ Η Μυρτώ επιστρέφει στην Ελλάδα και δέχεται πρόταση γάμου κάτω από τον Ιερό Βράχο.

 ΕΙΚΟΣΤΟ ΟΓΔΟΟ  ΜΕΡΟΣ. 

Κατά την διάρκεια της 15ωρης πτήσης είχε αρκετό χρόνο στη διάθεσή της για να βάλει τάξη στις σκέψεις της και στα συναισθήματά της. Αρχικά όμως χρειαζόταν να κοιμηθεί λίγες ώρες γιατί το είχε ανάγκη, κάθε φορά που βρισκόταν σε ανάλογη κατάσταση ένιωθε την ανάγκη να αφεθεί για λίγες ώρες στην αγκαλιά του Μορφέα. Ένα τρίωρο μετά είχε ανάκτηση τις πνευματικές της δυνάμεις και το μυαλό της ήταν καθαρό και ξάστερο για καινούργιες πτήσεις και άρχισε τον απολογισμό. Κατ' αρχάς το ταξίδι στέφθηκε από απρόσμενη επιτυχία, αυτή την μεγαλειώδη επιτυχία δεν την φανταζόταν. όταν πήρε την απόφαση να κάνει αυτό το ταξίδι και τώρα αισθανόταν μεγάλη ανακούφιση. Αυτό ήταν το πρώτο δεδομένο. Το δεύτερο δεδομένο ήταν πως η Denise είχε ακόμα δύο αδερφές και μάλιστα δίδυμες. Το τρίτο δεδομένο ήταν πως η Denise ήταν μια καταπληκτική γυναίκα που είχε παντρευτεί έναν εξίσου καταπληκτικό άνδρα. Το τέταρτο δεδομένο ήταν πως ο Ίαν και η Nana θεωρούσαν πως η Μυρτώ δεν γνώριζε τίποτα για την ιστορία της υιοθεσίας. Πέμπτο δεδομένο ήταν πως με κάποιον μαγικό τρόπο τα δίδυμα είχαν συναντηθεί το περασμένο καλοκαίρι στην Αθήνα στο Pepos Restaurant. 'Έκτο δεδομένο ήταν πως ναι μεν είχαν συναντηθεί ο Σπύρος και η Denise αλλά δεν γνώριζαν πως ήταν αδέρφια, επ' αυτού κανένα νεότερο. Το έβδομο δεδομένο αφορούσε την ίδια, ήταν η σιωπή της, έπρεπε να τηρήσει αυτό που συμφώνησε με τον θείο της, δηλαδή τα συμφωνηθέντα μεταξύ του πατέρα της, του θείου της, του Ίαν και της Nanas. Άθελά της είχε γίνει κι αυτή μέρος αυτής της ιστορίας και παρά την  θέληση της έπρεπε να συμπράξει μ' αυτά που είχαν συμφωνήσει η ομάδα των τεσσάρων.  Όγδοο δεδομένο ήταν πως από αυτό το ταξίδι δημιουργήθηκε μία νέα δυναμική αυτής της σχέσης η οποία σίγουρα αποκτούσε άλλο ενδιαφέρον για το μέλλον αλλά παράλληλα την  προβλημάτιζε αρκετά ως προς την αντιμετωπίσει που θα είχε από τον Πέπο και την Denise όταν θα μάθαιναν την αλήθεια. Τι θα γινόταν τότε; Πως θα την αντιμετώπιζαν; Αυτή η προοπτική την γέμιζε με άγχος. Μέχρι στιγμής και οι μεν και οι δε ήταν ενθουσιασμένοι, αυτή η φιλία άνοιγε πανιά για καινούργιες θάλασσες. Ένατο δεδομένο ήταν η δική της καλύτερη ψυχολογική κατάσταση γιατί τώρα πια η αρχική της θλίψη είχε αμβλυνθεί αρκετά. Η συνάντηση αρχικά με τον Πέπο και πρόσφατα με την Denise τις έδωσαν να καταλάβει πως επρόκειτο για δύο χαρισματικά άτομα και ίσως τελικά οι οιωνοί να ήταν αυτοί που συνέδραμαν στην ενέργεια του πατέρα της, ίσως μάλιστα ο πατέρας της να χρησιμοποιήθηκε από τους οιωνούς προκειμένου να πετύχουν τον σκοπό τους. Αυτό δεν σήμαινε πως έδινε άφεση αμαρτιών στων πατέρα της, κάθε άλλο, απλά γλύκαινε λιγουλάκι τον πόνο της. Δέκατο δεδομένο ήταν πως έπρεπε σύντομα να επισκεφθεί την Αθήνα γιατί ήθελε να βρεθεί στην αγκαλιά της μητέρας να της μολογήσει όλα αυτά που έζησε σ' αυτό το υπέροχο ταξίδι. Ένας άλλος λόγος ήταν η επίσης έντονη επιθυμία αλλά συναντηθεί με τον Πέπο.

 Όταν έφθασε στο σπίτι της την περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη, την περίμεναν 10 γράμματα, 10 μέρες έλειπε 10 γράμματα την περίμεναν. Ήταν όλα από τον Πέπο. Ήταν η καλύτερη υποδοχή που θα μπορούσε να είχε. Επικοινώνησε με την μητέρα της η οποία άκουγε την κόρη της να μολογάει το πώς πέρασε στο ταξίδι της και κατάλαβε πως η Μυρτώ ήταν ενθουσιασμένη, αυτό το ταξίδι θα την βοηθούσε να απαλύνει λίγο τον πόνο της, η Μυρτώ μπορεί να μην το έδειχνε αλλά ο πόνος από τον χαμό του πατέρα της την είχε τσακίσει ψυχολογικά. Εκείνο όμως που έδωσε την μεγαλύτερη χαρά στη Νεφέλη ήταν η ανακοίνωση της κόρης της πως το ερχόμενο καλοκαίρι που θα είχαν το ετήσιο μνημόσυνο του πατέρα της θα ήταν παρούσα. Αυτή η είδηση ήταν βάλσαμο για την καρδιά της Μητέρας της. Οι μήνες πέρασαν γρήγορα και στις 27 Ιουνίου 1978 η Μυρτώ με πτήση της Ολυμπιακής αεροπορίας έφθανε στην Αθήνα. Κάθε φορά που επέστρεφε στην Αθήνα ένιωθε πλημμυρισμένη από όμορφα συναισθήματα, όσο και αν ήταν αφοσιωμένη στην επιστήμη της και αυτά που της προσέφερε η Αμερική ήταν απείρως περισσότερα και με πολλές δυνατότητες εξέλιξης δεν έπαυε να νοσταλγεί την Αθήνα, την Αθήνα των φίλων και των παιδικών αναμνήσεων. Όταν η μητέρα της την έκλεισε στην αγκαλιά της για μία ακόμα φορά κατάλαβε πως η αγκαλιά της μάνας είναι η πιο ζεστή φωλιά του κόσμου. Όταν έφθασαν στο σπίτι παράτησαν τις βαλίτσες και πήγαν στην κουζίνα, η κουζίνα ήταν το μέρος όπου με την μητέρα της έκανα πολύωρες συζητήσεις, η μητέρα να μαγειρεύει και παράλληλα να της διδάσκει τα μυστικά της γαστρονομίας μιας και η ρίζες της μητέρας της κρατούσαν από Σμύρνη και το είχε καμάρι πως η μαγειρική της ήταν κορυφαία. Για τέσσερις ώρες η Μυρτώ μολογούσε στην μητέρα της η οποία την άκουγε εκστασιασμένη, φυσικά κάποια πράγματα δεν της τα ανάφερε, ήταν αναγκασμένη να μην της τα αναφέρει, δεν χρειαζόταν άλλωστε γιατί η μητέρα της περνούσε την πιο δύσκολη περίοδο της ζωής της. Η τρεις πρώτες μέρες ήταν γεμάτες από τρεχάματα για την προετοιμασία του μνημοσύνου, το απόγευμα της τρίτης μέρας είπε στην μητέρα της ένα μικρό και αθώο ψεματάκι, της είπε πως θα συναντούσε την φίλη της την Μελισσάνθη, είχαν πολλά χρόνια να συναντηθούν και είχαν κανονίσει να βρεθούν εκείνο το απόγευμα στο σπίτι της Μελισσάνθης στα Πετράλωνα. Αυτό βέβαια δεν ήταν αλήθεια αλλά για κάποιον λόγο δεν ήθελε να πει στην μητέρα της πως θα συναντούσε τον Πέπο. Ένιωθε άσχημα η Μυρτώ που βρισκόταν ήδη τρεις μέρες στην Αθήνα και δεν είχε επικοινωνήσει μαζί του. Ευτυχώς που εκείνο το απόγευμα η μητέρα της έλειπε από το σπίτι γιατί το πιθανότερο θα ήταν η μητέρα της να ήθελε να δει το δώρο που κρατούσε και που αναγκαστικά θα της έλεγε πως ήταν για την Μελισσάνθη. 

Αρχικά πριν φύγει από το σπίτι σκέφθηκε να του τηλεφωνήσει αλλά τελικά επικράτησε η άποψη της έκπληξης, ήθελε να δει την αντίδραση του με τα μάτια της και όχι με τ' αυτιά της. Το τρόλευ την άφησε στην οδό Μακρυγιάννη περίπου 300 μέτρα από το Pepos Restaurant, ανηφόρισε προς το κατάστημα γεμάτη αγωνία και χτυποκάρδι, θα ήταν άραγε εκεί; Σε λίγο βρέθηκε στο φανάρι απέναντι από το κατάστημα, ο δρόμος ήταν διπλής κατεύθυνσης και είχε πάρα πολύ κίνηση, λίγο πριν ανάψει πράσινο για να περάσει απέναντι είδε τον Πέπο να φθάνει οδηγώντας μια λευκή βέσπα τον γνώρισε γιατί δεν φορούσε κράνος. Μόλις κατέβηκε από την βέσπα ο Πέπος η Μυρτώ βρισκόταν στα μισά του δρόμου τότε ακριβώς την αντίκρισε!!! Αρχικά σάστισε αλλά σε κλάσματα δευτερολέπτου τον άκουσε να φωνάζει το όνομα της και τον είδε να τρέχει κοντά της, την σήκωσε στην αγκαλιά του στη μέση του δρόμου, το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται, ακόμα και σήμερα 42 χρόνια μετά η Μυρτώ θυμάται τα κορναρίσματα των οδηγών και τα χειροκροτήματα. Σε λίγο βρέθηκαν στο κήπο όπου χαιρέτησε και την χαιρέτησαν ο μικρός Κωστάκης, ο Μαστορίκας, ο αδερφός του Πέπου και δύο φίλοι του που ήταν εκεί. 

Αμέσως μετά τοθς χαιρετισμούς ο Πέπος την πήρε στη βέσπα και πήγαν στον Διόνυσο το καφέ που υπήρχε απέναντι από την Ακρόπολη. Μετά περπάτησαν στο λόφο των Μουσών και κατέληξαν στην Πνύκα. Εκεί έμειναν αρκετή ώρα συζητώντας πολλά και διάφορα. Η Μυρτώ δεν είχε αποφασίσει αν θα έπρεπε να του αναφέρει για το ταξίδι στη Νότια Αφρική, ήταν λίγο μπερδεμένη σ' αυτό το θέμα, δεν είχε καταλήξει αν θα έπρεπε να του πει την αλήθεια, αποφάσισε για την ώρα να μην του αναφέρει τίποτα. Επέστρεψαν στο Pepos Restaurant και η Μυρτώ αναχώρησε για το σπίτι της. Κανόνισαν να βρεθούν την επόμενη στις 10:00 στην πλατεία Κολωνακίου. Ο Πέπος ήταν εκεί ένα τέταρτο πιο νωρίς γιατί από το ανθοπωλείο που υπήρχε στην πλατεία ήθελε να πάρει μία ανθοδέσμη για να την δώσει στην Μυρτώ. Όταν στις 10:00 έφθασε η Μυρτώ και τον βρήκε να την περιμένει με την ανθοδέσμη τον κοίταζε και νόμιζε πως έβλεπε την Denise όταν έφθασε κοντά του την έπνιξε στην αγκαλιά του και στα λουλούδια!! Ήταν πολύ συγκινημένη, ανέβηκαν στη βέσπα και ξεκίνησαν για το Καλαμάκι, εντωμεταξύ έπρεπε να σκεφθούν τι θα έκαναν τα λουλούδια, τη λύση την έδωσε ο Πέπος, επέστρεψαν πάλι στο ανθοπωλείο και ζήτησαν από τον ανθοπώλη που ονομαζόταν Γεώργιο Δήμας  να την κρατήσει για να την πάρει η Μυρτώ στην επιστροφή. Έφθασαν στο Καλαμάκι που εκείνη την περίοδο η θάλασσα ήταν πεντακάθαρη και είχε κάπως οργανωμένη παραλία. Η Μυρτώ κολυμπούσε σαν δελφίνι, πήραν ένα κανό που για καλή τύχη του Πέπου η θάλασσα εκείνη την ημέρα ήταν λάδι δεν είχε το παραμικρό κυματάκι, ο Πέπος δεν ήταν καλός κολυμβητής και γι' αυτό δεν πήγαν στα βαθιά. Ο Πέπος δεν μπορούσε να μην θαυμάσει το φιλντισένιο κορμί της Μυρτούς, ήταν μία επίγεια Θεά Αφροδίτη. Μέχρι στιγμής ο Πέπος ήταν πολύ διακριτικός και τζέντλεμαν, δεν ήθελε να κάνει κάτι που θα πλήγωνε την κοπέλα. Είχε βέβαια το σχέδιο του, το βράδυ είχε κανονίσει κάτι που θα εξέπληττε ευχάριστα την Μυρτώ. Το μεσημέρι την πήρε και πήγαν για φαγητό στην καλύτερη ψαροταβέρνα στο Καλαμάκι "Η ΚΥΡΑ ΜΑΡΓΑΡΩ" που είχε η οικογένεια Βαρελά (Δήμητρα, Αθανασία, Φώτης και Παναγιώτης) οι ώρες περνούσαν γρήγορα και μετά το φαγητό επέστρεψαν στο ανθοπωλείο να πάρουν την ανθοδέσμη και στην οδό Σπευσίππου 38 άφησε την Μυρτώ. 

Το νέο ραντεβού ήταν για το βράδυ στις 20:00 στο Pepos Restaurant ο Πέπος επέστρεψε στο κατάστημα και ενημέρωσε τους συνεργάτες του πως ζητούσε απαλλαγή για το υπόλοιπο της ημέρας λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων. Για πρώτη φορά στην ιστορία συμφώνησαν όλοι και μάλιστα ο Μαστορίκας του είπε πως αν ήθελα μπορούσε να λείψει και την επόμενη μέρα. Ήταν ολοφάνερο πως όλοι τους συμπάθησαν σφόδρα την Μυρτώ, ο δε Μαστορίκας πολύ θα ήθελε να ήταν αυτή η νέα του νύφη. Υπήρχε βέβαια ένα μπέρδεμα με την Σούλα που κι αυτή την συμπαθούσε αλλά είχε καταλάβει πως η καρδιά του γιου του ανήκε πια στην Μυρτώ. Στις 20:00 αναχωρούσαν από το Pepos Restaurant για το Ηρώδειο θα παρακολουθούσαν μια συναυλία του Μάνου Χατζιδάκι που ήταν ο αγαπημένος Έλληνας συνθέτης του Πέπου τον οποίο ανακάλυψε χάρη στον δάσκαλο Θάνο Καρρά, επίσης ήταν ο αγαπημένος και για την Μυρτώ. Ήταν μία μαγική βραδιά από αυτές που μόνο ο Μάνος Χατζιδάκις μπορούσε να προσφέρει και που όσοι ήταν εκείνο το βράδυ εκεί έζησαν μαγικές στιγμές. Όταν βγήκαν από το Ηρώδειο η Μυρτώ αφέθηκε στην αγκαλιά του Πέπου, σε 20 λεπτά βρέθηκαν στην ταβέρνα ΒΑΚΧΟΣ στην οδό Θρασύλλου και Βάκχου την οποία είχε ο Σωτήρης Οικονομόπουλος και που παλιά εκεί εργαζόταν ο Πέπος. 

Η θέα ήταν μοναδική, όποιος έχει επισκεφθεί τον ΒΑΚΧΟ μόνο αυτός μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει όταν λέμε η πιο ρομαντική ατμόσφαιρα με τον ιερό βράχο φωτισμένο και τον Ναό των Ναών να δεσπόζει. Η Μυρτώ ήταν εκστασιασμένη!! Αυτό που ζούσε ήταν μαγικό, αυτό που θα ακολουθούσε θα ήταν ακόμα πιο μαγικό. Αφού γεύτηκαν διάφορα πιάτα και με τους φίλους να έρχονται στο τραπέζι και να τους συστήνει στην Μυρτώ την οποία θαύμαζαν όλοι τους έφεραν στο τέλος ως κέρασμα φρούτα και παγωτό της φωτιάς. Εκείνη τη στιγμή ήταν μαζί τους η κυρία Σοφία σύζυγος του ιδιοκτήτη που αγαπούσε πολύ τον Πέπο από την περίοδο που εργαζόταν εκεί, μπορεί να είχαν περάσει 9 χρόνια αλλά δεν τον είχαν ξεχάσει γιατί τον είχαν σαν παιδί τους. Άφησε για λίγο την Μυρτώ μαζί με την κ. Σοφία και πήγε στην κουζίνα δήθεν για να χαιρετήσει το προσωπικό. Εκεί βρήκε τον κ. Σωτήρη και τον δάσκαλο Θάνο Καρρά και τους εξήγησε το σχέδιο του που το βρήκαν καταπληκτικό και το έθεσαν αμέσως σε εφαρμογή.

Ο Πέπος επέστρεψε στο τραπέζι και σε λίγο που έμειναν δυό τους, μετά την αναχώρηση της κ. Σοφίας, συνέβη κάτι που σίγουρα ενθουσίασε και τους 12 Θεούς του Ολύμπου και ειδικότερα την Θεά Αθηνά που το άγαλμα της κυριαρχούσε στον Παρθενώνα. Η ώρα ήταν 12:00 όταν το μικρόφωνο πήρε ο δάσκαλος Θάνος Καρράς και είπε τα εξής: κυρίες και κύριοι σας ζητούμε συγγνώμη γιατί για λίγα λεπτά θα διακόψουμε το πρόγραμμα μας, είναι όμως για καλό λόγο και γι' αυτό ζητούμε την κατανόησή σας. Ένας καλός μας φίλος τον οποίο εγώ αγαπώ σαν παιδί μου μας ζήτησε να παίξουμε στο τραπέζι του το τραγούδι                  "Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία" την ώρα που ο ίδιος θα κάνει την πρόταση γάμου στην κοπέλα του!! Στο κατάστημα έγινε ένας μικρός χαμός από τα χειροκροτήματα, χειροκροτούσε και η Μυρτώ η οποία δεν είχε καταλάβει πως όλο αυτό το σκηνικό αφορούσε την ίδια. Όταν πρόσεξε πως οι 5 μουσικοί με τα όργανα τους ερχόταν στο δικό τους τραπέζι και πως αυτή ήταν που θα δεχόταν την πρόταση γάμου τα έχασε. Έχασε τη μιλιά της, δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη, τα είχε στην κυριολεξία χαμένα. Όταν έφθασαν κοντά τους οι μουσικάντηδες και άρχισαν να παίζουν τις πρώτες νότες και να λέει ο δάσκαλος Θάνος Καρράς το τραγούδι και ο Πέπος να της κάνει την πρόταση γάμου γέμισαν τα μάγουλα της δάκρυα!!!

Κάπου εδώ σταματώ την αφήγηση του εικοστού Όγδοου μέρους. Σας χαιρετώ ο αφηγητής Πεπέ.