Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"
"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"
ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
Άνθρωπος και ποίηση, βίοι παράλληλοι
«Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας» (Ελύτης)
Αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση πως η ιστορία του ανθρώπου είναι ταυτισμένη με την εξέλιξη της γλώσσας του. Αυτή ως κώδικας σημείων δε βοηθά μόνο τον άνθρωπο να σκέπτεται αλλά και να εκφράζει με σαφήνεια τις ταλαντώσεις του νου, τα κύματα της ψυχής αλλά και τις βαθύτερες επιθυμίες του.
Ο λόγος, λοιπόν, είτε προφορικός είτε γραπτός μαρτυρά και την πνευματική πορεία του ανθρώπου στο μονοπάτι της ιστορίας.
Ιστορικά, ο προφορικός λόγος προηγήθηκε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αξιολογικά υπερτερεί του γραπτού. Με τον προφορικό λόγο ο άνθρωπος σάρκωσε την αγωνία του, τις ανησυχίες του, το φόβο του, την πίστη του, τις χαρές του, τις πνευματικές αναζητήσεις και γενικότερα έδωσε μορφή στα συναισθήματά του.
Μια από τις σημαντικότερες εκφράσεις του προφορικού λόγου στάθηκε η Ποίηση. Απροσχεδίαστα αλλά όχι άτεχνα ο πρωτόγονος αλλά και ο άνθρωπος των «κοινωνιών» με τη βοήθεια της ποίησης αναζήτησε το Ωραίο και το αληθινό...
Μέσα από τον ποιητικό λόγο όρισε τα όρια της ύπαρξής του ως πνευματικού και κοινωνικού όντος. Ο ποιητικός, δηλαδή, λόγος στάθηκε αρωγός στην προσπάθεια του ανθρώπου να ορίσει το Εγώ του ως Άτομο και ως Πολίτης.
Μέσα από τους στίχους σημάδεψε την πνευματική, πολιτική και ανθρώπινη πορεία του. Υπάρχουν στίχοι που με το πλούσιο σημασιολογικό τους φορτίο διαμόρφωσαν καταλυτικά τις κρίσεις και αξιολογήσεις μας για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. Διεύρυναν τα όρια της φαντασίας μας, όξυναν την ευαισθησία μας και εμπλούτισαν την αισθητική μας. Στίχοι που μας έγιναν τόσο οικείοι που όταν τους χρησιμοποιούμε νιώθουμε πως είμαστε και οι δημιουργοί τους.
Προνομιακός χώρος της ποίησης στάλθηκε διαχρονικά η εξύμνηση της ηρωικής δράσης των αγωνιστών για την Πολυπόθητη Ελευθερία: α. «Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης» ανέκραξε ο Έκτορας, β. «Ίτε παίδες Ελλήνων…..ελευθερούτε πατρίδα…..Νυν υπέρ πάντων ο αγών». Έτσι, προέτρεπε ο Αισχύλος απευθυνόμενος στους Σαλαμινομάχους, γ. «Ως πότε παλληκάρια να ζώμεν στα στενά/ κλεισμένοι σα λιοντάρια/ στις στάνες, στα βουνά» τραγούδαγε Ρήγας Φεραίος στο Θούριό του και δ. «Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη/ των Ελλήνων τα ιερά/…χαίρε, ω Χαίρε ελευθεριά»υμνούσε ο Σολωμός την πολυπόθητη ελευθερία των Ελλήνων.
Η ποίηση δεν αποτύπωσε με τόση ένταση και γλαφυρότητα μόνο την πύρινη επιθυμία και το πάθος του Έλληνα και του παγκόσμιου ανθρώπου για εθνική ελευθερία,αλλά έδωσε μορφή και στις πολιτικές και κοινωνικές του αναζητήσεις και διεκδικήσεις. Οι παρακάτω στίχοι φανερώνουν με περισσή ενάργεια το ρόλο του ποιητικού λόγου στην έκφραση – κοινοποίηση του κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού:
α. «Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο , φως της αστραπής, / κ’ η Αλήθεια σου χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις./ Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν./ χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταβρώσουν»(Βάρναλης) και β. «Το ζήτημα έχει τεθεί:/ Ή θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε / όπως αυτός ο δραπέτης/ ή θα σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο/ απέναντί τους» (Μ. Κατσαρός).
Εξίσου, όμως, σημαντική κρίνεται και η συμβολή του ποιητικού λόγου στην εξωτερίκευση του πιο πηγαίου και ανθρώπινου συναισθήματος, της Αγάπης και του Έρωτα. «Έρως ανίκατε μάχαν..» διατυμπάνιζε ο Σοφοκλής τον 5ο αιώνα χαρτογραφώντας τη βαθύτερη ουσία του Έρωτα.
Αλλά και η δημοτική ποίηση είναι πλούσια σε αναφορές στο μεγαλείο και στη δύναμη της αγάπης και τον έρωτα: α. «Αν μ’ αγαπάς κ’ είν’ όνειρο, ποτέ να μην ξυπνήσω,/ γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω», β. «Της θάλασσας τα κύματα τρέχω και δεν τρομάζω/ κι’ όταν σε συλλογίζομαι τρέμω κι αναστενάζω».
Εκείνο, όμως, που κατέστη αντικείμενο ιδιαίτερης περιγραφής από τον ποιητικό λόγο είναι η εξουσία που ασκούν τα μάτια πάνω στο συναισθηματικό κόσμο του ερωτευμένου: α. «Ποιος είδε τέτοιον πόλεμο να πολεμούν τα μάτια,/ χωρίς μαχαίρια και σπαθιά να γένουνται κομμάτια;» (Δημοτική ποίηση) και β. «Δεν τα ηύρα πια ξανά – τα τόσο γρήγορα χαμένα…./τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό / το πρόσωπο… στο νύχτωμα του δρόμου…» (Καβάφης).
Τέλος, σημαντική είναι η συνεισφορά του ποιητικού λόγου και στη σκιαγράφηση του φόβου αλλά και του ανθρώπινου δέους απέναντι στο αναπότρεπτο γεγονός του θανάτου. «Γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα» γράφει αποφθεγματικά ο Σολωμός. Ο λαϊκός ποιητής συγκλονίζει τον αναγνώστη περιγράφοντας τον πόνο της Μάνας προς το νεκρό γιο της «Α δε φουσκώση η θάλασσα, ο βράχος δεν αφρίζει,/ κι’ αν δε σε κλάψη η μάννα σου, ο κόσμος δε δακρύζει» (Δημοτική ποίηση). Εξίσου, όμως, συγκλονιστικός είναι και ο λόγος του Παλαμά «Άφκιαστο κι αστόλιστο/ του Χάρου δε σε δίνω» (Ο τάφος).
Ο ποιητικός λόγος, λοιπόν, μας συντροφεύει σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Μας ενθουσιάζει, μας εμπνέει, μας συγκινεί, μας φοβίζει και μας προβληματίζει. Είναι οι στίχοι που έγιναν κομμάτι της ζωής μας και της βιοθεωρίας μας. Ενδεικτικά, παρατίθενται μερικοί που φωτίζουν κάθε μας βήμα.
α. «Άστραψε φως κι εγνώρισε ο νιος τον εαυτό του» (Σολωμός)
β. «Τα σπλάχνα μου και η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν»(Σολωμός)
γ. «Τώρα θα το καταλάβεις Ιθάκες τι σημαίνουν» (Καβάφης)
δ. «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει» (Σεφέρης)
ε. «Λίγο ακόμα να σηκωθούμε ακόμα ψηλότερα» (Σεφέρης)
στ. «Όταν σφίγγουν το χέρι ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο(Ρίτσος)
ζ. «Θέλει αρετήν και τόλμη η Ελευθερία» (Κάλβος)
η. «Μην αμελήσετε./ Πάρτε μαζί σας νερό./ Το μέλλον μας έχει πολύ ξηρασία» (Μ. Κατσαρός)
θ. «Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής/ των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων»(Ν. Καββαδίας)
ι. «Για τους μεγάλους, για τους ελεύθερους, για τους γενναίους, τους δυνατούς, / Αρμόζουν τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά» (Ν. Εγγονόπουλος)
Μπορεί, βέβαια, στις μέρες μας «κανένας στίχος να μην κινητοποιεί τις μάζες», ωστόσο η ποίηση «μπορεί να αλλάξει τις συνειδήσεις των ανθρώπων που φτιάχνουν τον κόσμο» (Ελύτης).
Η ποίηση είναι οσεισμογράφος της εποχής μας και ο παλμογράφος της εσωτερικής μας ζωής. Όσο φτωχαίνουμε εσωτερικά τόσο φτωχή γίνεται και η ποίηση. Παράλληλοι βίοι.
Ο ποιητής Μ. Αναγνωστάκης διακηρύσσει πως «η ποίηση είναι ο καλύτερος τρόπος να καλύψουμε το πρόσωπό μας». Εμείς, όμως, θέλουμε να έχουμε πρόσωπο και όχι προσωπείο. Γι αυτό χρειαζόμαστε την ποίηση όχι για να κρύψουμε το πρόσωπό μας αλλά για να το αποκαλύψουμε.
Ας καταστήσουμε, λοιπόν, την ποίηση εκρηκτική ύλη για τον ποιοτικό μετασχηματισμό του ανθρώπου, της κοινωνίας και για την αλλαγή του κόσμου προς μια θετική κατεύθυνση.
Εξάλλου η ποίηση υπάρχει παντού και μας βρίσκει πάντοτε «Εκεί που παλεύεις ν’ αποτινάξεις τα νέα δεσμά/ που ήρθαν μετά το ξέσπασμα της ανταρσίας σου/ που αγωνίζεσαι για την ελευθερία κι έπειτα βλέπεις/ πως η αμοίραστη ελευθερία για κάποιους γίνεται σκλαβιά/…να συμμαζέψεις κάπως και την κρυφή σου έπαρση…/ Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση» (Τίτος Πατρίκιος).
Πηγή: Ηλίας Γιαννακόπουλος.
ΥΓ. Αγαπητέ συμπατριώτη είσαι μια πνευματική όαση, σ' ευχαριστώ που μας επέτρεψες να παρουσιάσουμε όλον αυτόν τον πλούτο των κειμένων σου. Ανυπομονώ να βρεθούμε.
‟Αγόραζε βιβλία ελληνικά,/….Πήρε όνομα ελληνικό, ντύθηκε σαν τους Έλληνας,/ έμαθ’ επάνω, κάτω σαν τους Έλληνας να φέρεται·/ κ’ έτρεμεν η ψυχή του μην τυχόν/χαλάσει την καλούτσικην εντύπωσι..„ (κ.Καβάφης, ‟Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης„).
Ο Καβάφης με παραστατικό τρόπο περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ο Λίβυος Ηγεμόνας κατέφευγε στη μίμηση κάθε ελληνικού στοιχείου αλλά και το φόβο-άγχος που τον κατείχε μήπως αποκαλυφθεί η κενότητά του. Από την περιγραφή αυτή αναδεικνύεται το φαινόμενο της μίμησης αλλά και οι συνέπειές της για το άτομο και ιδιαίτερα οι ψυχολογικές ‟ κ’ έτρεμεν η ψυχή του μη τυχόν…/κ’ έπληττεν ουκ ολίγον έχοντας/κουβέντες στοιβαγμένες μέσα του.».
Ο άνθρωπος ον μιμητικό από τη φύση του χαρακτηρίζεται από την τάση να υιοθετεί στοιχεία συμπεριφοράς ανθρώπων που ξεχωρίζουν στο άμεσο ή έμμεσο περιβάλλον, σε τοπικό-εθνικό ή παγκόσμιο. Ο μιμητισμός αισθητοποιείται μέσα από δύο μορφές. Η πρώτη μορφή εκδηλώνεται ως δημιουργική μίμηση που προϋποθέτει την κριτική ικανότητα και την ωριμότητα σκέψης του υποκειμένου. Σε αυτήν τη μορφή μίμησης ο άνθρωπος υιοθετώντας στοιχεία συμπεριφοράς άλλων ανθρώπων τα προσαρμόζει στην προσωπικότητά του και τα ενσωματώνει ως πρότυπα στο αξιακό του σύστημα. Αυτό τον βοηθά να βρίσκει δικούς του τρόπους για να εκφράζεται.
Η δεύτερη μορφή συνιστά μία διαδικασία ‟άκριτης και παθητικής„ υιοθέτησης στοιχείων, μια μηχανική αντιγραφή. Αυτός ο άγονος μιμητισμός ταυτίζεται με την απόλυτη προσήλωση σε ό,τι είναι εντυπωσιακό και χαρίζει στο υποκείμενο την αίσθηση της ασφάλειας, της κοινωνικής αναγνώρισης και μιας ψευδούς αυταρέσκειας. «Δέχονταν ευχαρίστως τες τιμές…/ θάταν βαθύς στες σκέψεις, διεδίδετο..». Αποτέλεσμα αυτής της μορφής του άγονου μιμητισμού είναι η άρνηση του εαυτού μας και η αλλοτρίωση.
Η τάση του ατόμου να μιμείται δεν φανερώνει μόνο την εσωτερική του κενότητα αλλά και τις συναφείς προς αυτήν φοβίες και ανασφάλειες. Για να υπερβεί αυτές προβαίνει σε μιμήσεις και υιοθετήσεις ιδεών και συμπεριφορών που ‟εκπέμπουν„ δύναμη, σιγουριά και καταξίωση. Αρνείται το δικό του ‟πρόσωπο„ και επιλέγει το ‟προσωπείο„ της ομάδας και της αγέλης, αφού αυτό του εξασφαλίζει την ψυχική του ισορροπία και τον απελευθερώνει από το αίσθημα της έλληψης, της αδυναμίας και της μοναξιάς.
Παύει πλέον να λειτουργεί αυτόβουλα, χάνει κάθε εξουσία πάνω στο Εγώ του και ακολουθεί τυφλά τις επιταγές της ομάδας-αγέλης. Γίνεται ένα μικρό κομμάτι μιας άμορφης μάζας που από τη φύση της ομοιοποιεί τις διαφορετικές ταυτότητες .Αποτέλεσμα αυτού η ανάδυση μιας αγελαίας συμπεριφοράς από την οποία απουσιάζουν η προσωπική κρίση και η αυθεντικότητα της ταυτότητας του. Η αγελαία συνείδηση ροκανίζει τον προσωπικό στοχασμό και το υποκείμενο λειτουργεί ως ένα απρόσωπο εξάρτημα μιας αγέλης που γνωρίζει να υπακούει τυφλά αλλά όχι και να σκέπτεται. Συνήθως φοβάται, οργίζεται αλλά δεν ‟λογίζεται„.
Τα παραπάνω αρνητικά συμπληρώνει και το βασανιστικό άγχος και αγωνία για την αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας και του βαθύτερου είναι του ατόμου που επιλέγει τη μίμηση. Και η αποκάλυψη θα είναι πιο συντριπτική κι από όλες τις άλλες συνέπειες. Η γελοιοποίηση και η διακωμώδηση των επιλογών προστίθενται στην εσωτερική ρηχότητα και στο χαμηλό δείκτη αυτοεκτίμησης που τον χαρακτηρίζει.
‟Μήτε βαθύς στες σκέψεις ήταν, μήτε τίποτε./ Ένας τυχαίος, αστείος άνθρωπος…../ κ’ οι Αλεξανδρινοί τον πάρουν στο ψιλό„.
Ωστόσο ο στείρος μιμητισμός δεν υφαίνει μόνο ένα αρνητικό πλαίσιο για άτομο όπου κυριαρχεί η ετερονομία, η παθητικοποίηση και η ψευδής εικόνα για τον εαυτό μας, αλλά διαβρώνει και τα συνεκτικά στοιχεία του έθνους και απειλεί με αλλοίωση την εθνική συνείδηση. Αυτή η άγονη μίμηση καθίσταται περισσότερο επικίνδυνη στο βαθμό που συνοδεύεται από μία άκριτη ξενομανία και προοδοπληξία ή και τροφοδοτείται και πυροδοτείται από ένα πολιτιστικό ιμπεριαλισμό.
Αν η μίμηση ως συμπεριφορά και στάση ζωής προβληθεί σε εθνικό επίπεδο τότε καταδεικνύει το μέγεθος της εθνικής ανασφάλειας, της αυτοϋποτίμησης, του συμπλέγματος κατωτερότητας και της αγωνίας για αναγνώριση. Αντίδοτο στα παραπάνω αρνητικά συναισθήματα είναι η μίμηση του ξένου ως μία ευκαιρία πλήρωσης και φυγής από την πραγματικότητα. Άτομα και λαοί μεταχειρίζονται τις αδυναμίες τους όχι ως ευκαιρία για αυτογνωσία και εθνικό αυτοπροσδιορισμό αλλά ως κατάλυμα μέσα στο οποίο κρύβονται από τους άλλους.
Άτομα και λαοί με τέτοια ψυχολογία ακυρώνουν όλα εκείνα τα στοιχεία που τη μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα τόσο την εθνική όσο και την ατομική. Το υποκείμενο, δηλαδή, της μίμησης (άτομα, λαός) υιοθετεί ξένα πρότυπα-γλωσσικά, σκέψεις, ένδυσης…-υποβαθμίζοντας ό,τι μέχρι τώρα συνέθετε την εθνική του ταυτότητα και την εθνική του συνείδηση. Η τυφλή αποδοχή, όμως αλλότριων στοιχείων αποδομεί τα βάθρα της εθνικής φυσιογνωμίας και υπονομεύει τον πυρήνα της εθνικής συνείδησης, αφού στο αξιακό σύστημα ενσωματώνονται αρχές, κανόνες αντιλήψεις ξένες προς το εθνικό χρώμα.
Συμπερασματικά η μίμηση-αποθέωση των ξενικών στοιχείων και η άγονη-άκριτη αφομοίωση τους αλλοιώνουν τους μηχανισμούς σκέψεις και βούλησης του ατόμου, το απο-εθνικοποιούν και το καθιστούν ένα άτομο χωρίς ταυτότητα και πρόσωπο, ένα ανέστιο ον που αναζητά την επιβεβαίωσή του στην υποταγή. Μια αφανής και ασυνείδητη δουλοπρέπεια κατατρώγει τον εθνικό ιστό και φθείρει θανάσιμα τους πυλώνες της εθνικής συνείδησης.
Η απο-εθνικοποίηση, ως παράγωγο προϊόν της μίμησης ξενικών στοιχείων, αισθητοποιείται περισσότερο στο χώρο της ψυχαγωγίας. Μέσα στον αχανή και ασύνορο κόσμο της παγκοσμιοποίησης προωθούνται με έναν ελκυστικό και αφανή τρόπο πρότυπα ψυχαγωγίας χωρίς εθνικό χρώμα και ιδιαιτερότητες. Η ψυχαγωγία αποκτά ένα μαζικό χαρακτήρα και υπηρετεί περισσότερο τις ανάγκες της αγοράς και λιγότερο την καλλιέργεια της ψυχής. Μέσα στο μαζικό αυτό χρώμα της ψυχαγωγίας αλέθονται όλα τα ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά και το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι ένα άχρωμο εθνικά πολιτιστικό προϊόν.
Ο πολιτιστικός διεθνισμός δεν ευνοεί την ώσμωση των διαφορετικών πολιτιστικών στοιχείων αλλά υποβάλλει το μιμητισμό σε προϊόντα που προωθούνται από κέντρα και χώρες που πλεονεκτούν-υπερέχουν οικονομικά. Με την επικουρία μιας κατ’ επίφαση ελευθερίας επιλογών λαοί και άτομα-και ιδιαίτερα οι νέοι-οδηγούνται στη μίμηση ξένων προϊόντων με τα οποία δεν έχουν καμία βιωματική σχέση. Έτσι καθίστανται άβουλοι καταναλωτές ψυχαγωγικών προϊόντων που διαμορφώνουν όχι μόνον τις αισθητικές προτιμήσεις αλλά και τις ιδεολογικές τους κατευθύνσεις.
Έτσι με όλα αυτά πλέκεται ο ιστός της πολιτιστικής αλλοτρίωσης που αποτελεί το προστάδιο της αποφλοίωσης της εθνικής ταυτότητας και συνείδησης. Όταν, όμως, άτομα και λαοί, αφυδατωμένοι από τις εθνικές τους ιδιαιτερότητες, χωρίς αντιστάσεις και ριζικό σύστημα χρησιμοποιούνται ως επιβάτες ενός άρματος που οδηγείται τυφλά από τους νόμους της παγκοσμιοποίησης, τότε είναι σίγουρο πως οδεύουμε προς έναν κόσμο που θα κυριαρχεί το μαζικό, η ψευδαίσθηση, το φαίνεσθαι και το προσωπείο.
Καιρός είναι να αρνηθούμε τη μίμηση και να διασώσουμε το πρόσωπο (ατομικό-εθνικό),γιατί η πρόοδος και η εξέλιξη προϋποθέτουν την αυθεντικότητα και τη διαφορετικότητα.
‟ Όποιος μιμείται μόνο, χωρίς να ’χει τίποτα να πει/δικό του πάνω σε κείνο που μιμείται, μοιάζει/με τον κακόμοιρο το χιμπατζή/που μαϊμουδίζει τον αφέντη του καθώς καπνίζει,/μα δε καπνίζει ο ίδιος. Γιατί ποτέ/η μίμηση η αστόχαστη δεν μπορεί να ’ναι /μίμηση αληθινή!„ (Μπ Μπρεχτ).
Ηλίας Γιαννακόπουλος
Φιλόλογος
Φίλες και Φίλοι αγαπητοί επισκέπτες του ιστολογίου, όπως σας είχα ενημερώσει έχουμε την τιμή και τη χαρά να φιλοξενούμε πια, πολλά άρθρα του εξαίρετου Τρικαλινού φιλόλογου και όχι μόνο, κ. Ηλία Γιαννακόπουλου. Θα συνεχίσω να σας παρουσιάζω τα κείμενα του γιατί έχουν τη δική τους μαγεία λόγω του ό,τι μας δίνουν πληροφορίες και μας ταξιδεύουν σε λογοτεχνικά ορυχεία που τόσο έχουμε ανάγκη ειδικότερα αυτή την περίοδο της γενικότερης πνευματικής ανομβρίας. σας εύχομαι καλή ανάγνωση, με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.
Ο Σίσυφος και οι Έλληνες
«Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων˙
είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
κομμάτι κατορθώνουμε κομμάτι
παίρνουμ’ επάνω μας…../
Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά
……. Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία».
(Κ.Π. Καβάφης «Οι Τρώες»)
Πολιτικοί αναλυτές, κοινωνικοί μελετητές, εθνολόγοι και ερευνητές της ανθρώπινης ψυχολογίας συγκλίνουν στη διαπίστωση πως άτομα και λαοί διαμορφώνονται από τους μύθους που οι ίδιοι δημιούργησαν για να κατανοήσουν την πραγματικότητα. Μύθοι που αποκρυπτογραφούν τις μύχιεςεπιθυμίες των ανθρώπων, τιςφοβίες τους, τις ενοχές τους αλλά και τη θέλησή τους να εκφράσουν το«άρρητο».
Σε ένα άλλο επίπεδο οι μύθοι αποτυπώνουν με ενάργεια τακοινωνικά κρατούντα κρατούντα, τις αξίες, την έννοια του μέτρου αλλά και την κοινωνική ηθική. Η ατομική βιοθεωρία, οι κοσμοθεωρίες, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και μια ενδογενής φιλοσοφική ενατένιση του κόσμου πηγάζουν από μύθους που καθόρισαν τη φιλοσοφική σκέψη αλλά και τον τρόπο ζωής ανθρώπων και λαών.
Μέσα από τους μύθους αναδύονται μυθικές – ηρωικές μορφές ως εκφραστές μιας στάσης ζωής (ατομικής και εθνικής), άλλοτε θετικής κι άλλοτε αρνητικής. Άλλοτε αισθητοποιούν με τις πράξεις τους την ανάγκη – αξία της εξέγερσης –ελευθερίας κι άλλοτε με το πάθημα – τιμωρία τους την «ύβριν» που διέπραξαν και το μέγεθος της τιμωρίας τους. Στο μακρύ κατάλογο της ελληνικής μυθολογίας ξεχωρίζουν ο Ιξιών, ο Τάνταλος, οΆτλαντας, ο Σ ί σ υ φ ο ς και οΠρομηθέας.
Ο Σίσυφος ως μορφή δεσπόζει στην ελληνική μυθολογία και είναι επίκαιρος στο βαθμό που ως χώρα και λαός κουβαλάμε ένα «βάρος»(οικονομικό χρέος) και προσπαθούμε να απαλλαγούμε από αυτό κουβαλώντας το στους ώμους μας. Όλοι διαπιστώνουν πως οι προσπάθειές μας είναι μάταιες και το τέλος προδιαγεγραμμένο. Δεν θα μπορέσουμε να αντέξουμε, οι δυνάμεις μας είναι λίγες και ο βράχος – το χρέος θα μας βυθίσει. Ο Καβάφης προβλέπει την «βεβαία πτώση» αλλά εμείς θα συνταχθούμε με το Σίσυφο. Θα ξαναπροσπαθήσουμε γιατί «θαρρούμε πως με απόφαση και τόλμη/ θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά».
Πολλοί μιλούν για μια σισύφεια προσπάθεια που καταδεικνύει το ακαταμάχητο πνεύμα του λαού μας, τη βαθιά επιθυμία μας για ελευθερία, τη θέλησή μας να μην αποδεχτούμε την πραγματικότητα, την εδραία πεποίθησή μας πως οι αποτυχίες είναι η δύναμή μας και πως η ζωή (ατομική και εθνική) νοηματοδοτείται από τη σύγκρουσή μας προς αυτό που μας υπερβαίνει ως ύπαρξη.
Ωστόσο, κάποιοι άλλοι – οι «φρόνιμοι» διαβλέπουν έναν παραλογισμό στις προσπάθειές μας ή το λιγότερο μια αδυναμία να γνωρίσουμε ή να αποδεχτούμε τη σκληρή πραγματικότητα. Προτείνουν την απόλυτη τιμωρία μας, την καταβύθισή μας και την υποταγή σε εκείνες τις δυνάμεις που γνωρίζουν και μπορούν να μας «σώσουν». Μόνον έτσι θα επέλθει η «κάθαρσις», αφού δεν είχαμε προνοήσει την καταστροφή μας ή δεν μπορέσαμε – ούμε να την αποφύγουμε.
Στο ατομικό και συλλογικό ασυνείδητο αντιπαλεύουν οι δυο μυθικές μορφές: Ο Σίσυφος και ο Προμηθέας. Και οι δύο πάσχουν. Ο καθένας για διαφορετικά παραπτώματα. Ο Σίσυφος τιμωρείται γιατί με την εξυπνάδα – πονηριά του ξεγέλασε τους θεούς (ακόμη και το θάνατο. Τον έδεσε…..) και κινδύνευσε να ανατραπεί η φυσική τάξη του σύμπαντος (κατάργηση του θανάτου). Ο Προμηθέας καρφωμένος στο βράχο του Καυκάσου υποφέρει γιατί εναντιώθηκε στην εξουσία του Δία και δώρισε τη φωτιά στους ανθρώπους.
Ο Σίσυφος εκφράζει τη ματαιότητα της ανθρώπινης προσπάθειας απέναντι στο μοιραίο και στην αναγκαιότητα. Ο Προμηθέαςέχει καθιερωθεί ως το παγκόσμιο σύμβολο της εξέγερσης και της ελευθερίας. Από μια άλλη οπτική γωνία ο Σίσυφος συμπυκνώνει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και τη δύναμη να δοκιμάζεται, χωρίς να λυγίζει, από δυνάμεις υπέρτερες. Ο Προμηθέας την ανθρώπινη προσπάθεια να απελευθερωθεί από τις παραδοσιακές και κατεστημένες εξουσίες.
Στις σύγχρονες συνθήκες ωςλαός και άτομα είναι δύσκολο ναταυτιστούμε με τον Προμηθέα. Η εξέγερση, η επανάσταση και η βίαιη ρήξη με τα καθιερωμένα φαντάζουν δύσκολα και γνωρίσματα μιας άλλης εποχής. Εξάλλου τα δώρα του προμηθέα (επιστήμη, τεχνολογία…) φαίνεται να διέψευσαν τα όνειρα του ανθρώπου για πλήρη ελευθερία κι ευτυχία. Οι πληγές που επέφεραν η επιστήμη – τεχνολογία και ο στείροςορθολογισμός δημιούργησαν ένα κλίμα απαισιοδοξίας και δυσπιστίας.
Έτσι μοιραία ο σύγχρονος άνθρωπος – η σημερινή Ελλάδα εστιάζει την προσοχή του στον αγώνα για επιβίωση, που θεωρείται αναγκαίος όρος για το μεγάλο άλμα. Γι’ αυτό ο Σίσυφος ως σύμβολο και μυθική μορφή βρίσκεται πιο κοντά μας. Ο Σίσυφος υπομένει, προσπαθεί, ελπίζει, αποτυγχάνει, επαναλαμβάνει τα ίδια αλλά δεν παραιτείται, ούτε δραπετεύει. Βρίσκει το κουράγιο και την υπομονή να ξαναρχίσει χωρίς γογγυτά.
Σε αυτό το σημείο βρίσκεται και ο σύγχρονος άνθρωπος (Ελλάδα). Αναζητά την ελπίδα και το νόημα της ζωής κάθε φορά που ο βράχοςκατρακυλά, λίγο πριν φθάσει στην κορυφή. Η επανάληψη της ίδιας, μάταιης προσπάθειας χρειάζεται δύναμη κι αυτοπεποίθηση. Προς τι, όμως, όλα αυτά, όταν το τέλος είναιπροδιαγεγραμμένο; Σε όλα αυτά υπάρχει κάποιος παραλογισμός, γιατί και η προσπάθεια του Σίσυφου εμπεριέχει το «παράλογο» σύμφωνα και με τον Καμύ «… ο Σίσυφος είναι ο παράλογος ήρωας». Είναι ελεύθερος μόνο τη στιγμή πριν οδηγήσει την πέτρα στην κορυφή. Μετά, η επανάληψη, η μονοτονία αλλά όχι, όμως, η παραίτηση και η αδράνεια.«Τα ίδια πράγματα, θα ξαναγίνουν πάλι…../ και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει» (Κ.Π. Καβάφης «Μονοτονία»).
Με παραστατικό τρόπο ο Καμύστο έργο του «Ο μύθος του Σισύφου» γράφει «…..ενώ επιστρέφει βέβαιος πια για την επανάληψη του βασανιστηρίου του είναι η ώρα τηςσυνείδησης… είναι ανώτερος από τημοίρα του. Είναι ισχυρότερος από το βράχο του…. Δεν υπάρχει μοίρα που να μη νικιέται με την περιφρόνηση… Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει την ανθρώπινη καρδιά. Πρέπει να φανταστούμε το Σίσυφο ευτυχισμένο». Πόσο κοντά ως άτομα και λαός – χώρα βρισκόμαστε με τον Σίσυφο;
«Για το καλύτερο εμείς θα προσπαθούμε./ Και όσο θα προσπαθούμε τόσο θα χαλνούμε,/ θα μπλέκουμε τα πράγματα, ως να / βρεθούμε/ στην άκρα σύγχυσι. Και τότε θα σταθούμε» (Κ. Π. Καβάφης «Η επέμβασις των θεών»).
Οι «επτά πόλεμοι, οι τέσσερις εμφύλιοι, οι επτά πτωχεύσεις καταδυκνύουν περίτρανα τη Σισύφεια πορεία της Ελλάδας, στοιχείο που μαρτυρά πως ο«παράλογος» ήρωας αποτελεί το πρότυπό μας. Μέλλει, όμως, να βρούμε το βηματισμό μας για το αύριο ανακαλώντας στη μνήμη μας το ένδοξο παρελθόν, τη γνώση του παρόντος και τα όνειρα για το μέλλον.
Σύμβουλοί μας στην μελλοντική πορεία ο Καβάφης με το «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον» που προτρέπει μια περήφανη στάση γι’ αυτά που χάσαμε και για όσα διαψεύστηκαν οι ελπίδες μας «Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, / αποχαιρετά, την Αλεξάνδρεια που χάνεις» (Η τραγικότητα της συνειδητοποίησης της πραγματικότητας δεν είναι απαισιοδοξία, όπως πολλοί ερμηνεύουν τον ποιητή).
Ο Καμύ διδάσκει πως η κατρακύλα του βράχου του Σισύφου είναι η αφετηρία της «συνείδησής»του. Το παράλογο της επανάληψης της καθημερινότητας είναι η νίκη του ανθρώπου ενάντια σε εκείνες τις δυνάμεις που τον ωθούν στην παραίτηση «Ο βράχος του ανήκει, το μαρτύριο του ανήκει, η μοίρα του ανήκει».
Ο Νίτσε με τα λόγια του Ζαρατούστρα μας υπενθυμίζει την «Αιώνια επιστροφή» «επιστρέφω αιωνίως σ’ αυτήν την ίδια και την αυτή ζωή…. για να διδάξω και πάλι την αιώνια επιστροφή όλων των πραγμάτων». Σκληρός ο λόγος του, αλλά αληθινός που μας οδηγεί στην ουσία της ίδιας της ζωής.
Ως άτομα και λαός δεν μπορούμε να αποτινάξουμε από τους ώμους τους μύθους μας. Μας βαραίνουν και μας καθοδηγούν. Είναι η μοίρα μας, η συνείδησή μας. Αν τους ξεχάσουμε θα ξεστρατήσουμε. Αν τους ακολουθήσουμε θα διασώσουμε την ταυτότητά μας κι ας εμπεριέχει το παράλογο και τη ματαιότητα του Σισύφου. Τουλάχιστον προσπαθούμε κι ας γνωρίζουμε το τέλος. Η παρακάτωιστορία έχει να μας διδάξει πολλά:
«Κάποτε ένας ηλικιωμένοςάντρας περπατούσε νωρίς το πρωί μετά από μια καταιγίδα, σε κάποια παραλία. Καθώς περπατούσε, είδε από μακριά ένα αγόρι που έσκυβε και πετούσε κάτι μέσα στη θάλασσα. Ο άντρας τον πλησίασε, και είδε πως το αγόρι πετούσε στη θάλασσα αστερίεςπου είχαν ξεβραστεί στην αμμουδιά μετά την καταιγίδα, και βρίσκονταν μακριά από τη θάλασσα λόγω της παλίρροιας. Παρατήρησε για ώρα το μικρό αγόρι να μαζεύει και να πετάει τους αστερίες πίσω στη θάλασσα, και κάποια στιγμή τον ρώτησε με απορία:
- Γιατί μπαίνεις στον κόπο και το κάνεις αυτό; είναι δεκάδες οι αστερίες που θα μείνουν και θα πεθαίνουν τελικά στην αμμουδιά. Δεν έχει σημασία αυτό που κάνεις!
Το αγόρι τον κοίταξε, του χαμογέλασε και του απάντησε:
- Έχει όμως σημασία για αυτόν εδώ τον αστερία και τον πέταξε μέσα στην θάλασσα….» (Βασίλης Χλέτσος, Μυσταγωγία).
Ο μικρός έσωσε τον αστερία, οΣίσυφος δεν παραιτήθηκε από τη ματαιότητα να κυλά έναν βράχο…Εμείς μπορούμε να σταθούμε όρθιοιστην σκληρή πραγματικότητα και να επαναλάβουμε μια αποτυχημένη προσπάθεια;
«Τι κι αν τα κύματα έσβησαν τα ίχνη των/ βημάτων μας στην άμμο;/ Τι κι αν ο άνεμος γκρέμισε τα χωρίς/ θεμέλια κάστρα μας…./ Εμείς, μια φορά, παλέψαμε…./ Μόνο μια παρατήρηση αρμόζει:/ ας μείνουμε, τουλάχιστον, ηττημένοι/ άρχοντες˙/ ας μείνουμε ηττημένοι άρχοντες και όχι/ νικημένοι σκλάβοι./ Είναι κι αυτό μια περηφάνεια» (Χρήστος Τρύφωνας – «Απολογία Σισύφου
Πηγή: Ηλίας Γιαννακόπουλος.