«Εκεί που συλλογίζεσαι πόσο αντέδρασες όταν έβλεπες να πλουτίζουν/ αυτοί που έλεγαν ότι μάχονται για τους φτωχούς/ όταν άκουγες να δημηγορούν υπέρ των αδικημένων/ εκείνοι που αδικούσαν έχοντας πάντα δίκιο….» (Τίτος Πατρίκιος).
Συχνές είναι οι αιτιάσεις των πολιτών κατά του πολιτικού συστήματος και των φορέων του (πολιτικοί). Πολλές φορές οι αιτιάσεις αυτής προσλαμβάνουν ένα γενικευμένο χαρακτήρα και εμπεριέχουν στοιχεία ολικής αμφισβήτησης του πολιτεύματος της δημοκρατίας. Τα φαινόμενα της αμφισβήτησης τρέφουν τόσο η οικονομική κρίση όσο και η απουσία ηγετών που θα εμπνεύσουν και θα χαράξουν μια νέα πορεία. Την απογοήτευση των πολιτών, ωστόσο, την εκμεταλλεύονται πολιτικές δυνάμεις που επενδύουν στην απογοήτευση, την οργή και την αμηχανία των ψηφοφόρων.
Το νοσηρό αυτό κλίμα εμποδίζει να δούμε καθαρά την αξία της δημοκρατίας που, αφού επιβίωσε για χιλιάδες χρόνια μέσα από θυελλώδεις παλινδρομήσεις, αναδείχτηκε με την ανέσπερη δύναμή της ως το πολίτευμα που ταιριάζει περισσότερο στην ανθρώπινη φύση και ως πρότυπο ανθρώπινης διακυβέρνησης τείνει να προσλάβει στις μέρες μας οικουμενικές διαστάσεις. Γι’ αυτό είναι άδικο και πολιτικά ανορθολογικό κάτω από το βάρος μιας συγκυριακής δυσαρέσκειας – κρίσης να «πυροβολούμε» εκείνο το πολίτευμα που, όσο κανένα άλλο, συμβάλλει στην ανθοφορία των δυο ποιοτικών και μοναδικών χαρακτηριστικών του ανθρώπου, της Λογικής και της Ελεύθερης βούλησης.
Κι αυτό γιατί η δημοκρατία δε συνιστά μόνο ένα πολίτευμα αλλά συμπυκνώνει στον πυρήνα της κι έναν τρόπο ζωής και μια φιλοσοφία. Τα πολλά επίπεδα της αξίας της δημοκρατίας επιβάλλουν την ανίχνευση και συγκεκριμενοποίηση των επί μέρους στοιχείων της που την καθιστούν πολίτευμα οικουμενικής αποδοχής. Γιατί μέσα στην αχλύν της οργής ξεθωριάζουν και τα αυτονόητα της δημοκρατίας και πρέπει να την υπερασπίσουμε τώρα που «βάλλεται» και όχι όταν πληγεί από τους εχθρούς της. Γιατί αυτοί υπόρρητα υποσκάπτουν τα βασικά της βάθρα.
Το πρώτο βάθρο της δημοκρατίας είναι ο ανθρωποκεντρικός της χαρακτήρας. Η δημοκρατία, δηλαδή, ως κοσμοθεωρία και φιλοσοφία ζωής προβιβάζει τον άνθρωπο στην ανώτατη βαθμίδα της φυσικής δημιουργίας. Αναγνωρίζει και αποδέχεται το πολυεπίπεδο της ύπαρξής του (υλική, κοινωνική….) και συμβάλλει στην ολόπλευρη ανάπτυξή του. Για τη δημιουργία ο άνθρωπος είναι ο απόλυτος σκοπός και εμποδίζει τη μετατροπή του σε μέσο για την εξυπηρέτηση άλλων στόχων (Καντ).
Νόμοι, θεσμοί, αξίες, πρότυπα και ιδανικά σύμφωνα με το πνεύμα της δημοκρατίας διακονούν τον άνθρωπο. Η κοινωνία οργανώνεται με τρόπο που να εξασφαλίζονται οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την αυτοπραγμάτωση του ατόμου. Οι κοινωνικοί σχηματισμοί σε μια δημοκρατική κοινωνία είναι προγραμματισμένοι να διευκολύνουν την ελεύθερη δραστηριότητα του πολίτη. Η κοινωνία – υπηρέτης του ανθρώπου (φιλελεύθερη αντίληψη) εμπεριέχει όλη την ανθρωποκεντρική θεώρηση και στόχευση της δημοκρατίας. Σε μια τέτοια κοινωνία εκλείπουν οι μηχανισμοί που γιγαντώνουν την κοινωνία – τέρας και οδηγούν τον άνθρωπο στην περιθωριοποίηση και το νανισμό.
Κι αυτό γιατί στη δημοκρατία «άνδρες γαρ πόλις, και ου τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί» (Θουκυδίδης).
Το δεύτερο βάθρο της δημοκρατίας σχετίζεται με τη συμβολή της στην ανάδειξη της σύνθεσης των διαφορετικών απόψεων ως πρώτιστης πολιτικής και κοινωνικής αρετής. Κι αυτό γιατί η δημοκρατία ως πολίτευμα στοχεύει στην επίλυση των προβλημάτων όχι μέσα από αφορισμούς και αποκλεισμούς των αντίθετων απόψεων αλλά μέσα από τη συνύφανση των διαφορετικών θέσεων.
Βασική αρχή της δημοκρατίας είναι η μεσότητα και η αποκήρυξη των υπερβολών και των ακροτήτων. Επειδή οι έννοιες του δίκαιου, του ορθού και του ηθικού είναι πολυεπίπεδες, γι’ αυτό η δημοκρατία αναζητά το «δέον γενέσθαι» στο συνταίριασμα των αντίθετων. Η διαφωνία, η αμφισβήτηση και το διαφορετικό κλώθουν τον ιστό της ισορροπίας και της αρμονίας χωρίς να οδηγούν αναγκαστικά σε άγονες συγκρούσεις.
Η δημοκρατία δεν εδράζεται πάνω στην ακινησία της «ομοφωνίας» αλλά αναπνέει από την προσέγγιση των άκρων. Η κοσμολογική αρχή του Ηράκλειτου «παλίντονος αρμονίη» βρίσκει εφαρμογή και δικαίωση μόνο στο πνεύμα της δημοκρατίας. Στο πνεύμα αυτό ευδοκιμούν η κοινωνική ανεκτικότητα, η πολιτική διαφωνία και ο διάλογος. Τα «άκρα» στη δημοκρατία δεν θεωρούνται «νόσημα» αλλά ως υγιή συμπτώματα ενός συστήματος που το συνθέτουν άτομα ελεύθερα και διαφορετικά.
Η δημοκρατία δεν ευδοκιμεί στις βεβαιότητες αλλά στη διαλεκτική συνύπαρξη των ετεροτήτων. Γι’ αυτό είναι ένα πολίτευμα «εν τω γίγνεσθαι» που επιζητεί τη συναίνεση των αντιθέτων και όχι το τέλμα της ιδεολογικής ομοφωνίας. Για τη δημοκρατία ισχύει η αρχή: «Η ενότητα χωρίς τη διαφορά είναι ταυτότητα, η διαφορά χωρίς την ενότητα είναι το χάος».
Το τρίτο βάθρο της δημοκρατίας αφορά την ενεργό συμμετοχή του ατόμου στα κοινά. Ο ορισμός της δημοκρατίας παραπέμπει αναπόφευκτα στη λαϊκή εξουσία, στο «κράτος του δήμου» και στην αναγωγή του ατόμου ως «εγώ» και «εμείς» σε καθοριστικό παράγοντα στη λήψη αποφάσεων. Το άτομο, δηλαδή, ανυψώνεται στην ανώτερη βαθμίδα της κοινωνικής και πολιτικής του υπόστασης και αυτόχρημα καθίσταται πηγή εξουσίας και απόλυτος ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων.
Έτσι, μέσα από την άμεση συμμετοχή στις πολιτικές εξελίξεις καταξιώνεται ως κοινωνική οντότητα και ωριμάζει ως πνευματικό ον. Εθίζεται ο πολίτης στην υπευθυνότητα και κατά κύριο λόγο ασκείται στον ορθολογισμό. Όντας, δηλαδή, το «ανώνυμο» άτομο πρωταγωνιστής των πολιτικών διεργασιών απελευθερώνεται από κάθε μεταφυσικό στοιχείο, αποκτά αυτοπεποίθηση και αποφασίζει ορθολογικά με στόχο την εναρμόνιση του ατομικού με το κοινωνικό συμφέρον.
Τα φαινόμενα του άκρατου ατομικισμού υποχωρούν (γνώρισμα του πρωτόγονου) και το άτομο «αλέθεται» στις μυλόπετρες της συλλογικότητας και των αρχών της πλειοψηφίας. Σε αυτό το πλαίσιο πολιτικής λειτουργίας διερευνάται ταυτόχρονα η σφαίρα της αυτονομίας και του αυτοκαθορισμού. Η μοναδικότητα δεν υποχωρεί στο καθήκον του συλλογικού, αφού η δημοκρατία από τη φύση της προϋποθέτει την πολυμορφία και την ποικιλότητα των απόψεων.
Προϋπόθεση ή και απότοκο της άμεσης συμμετοχής του πολίτη στα κοινά είναι και το δικαίωμα της αμφισβήτησης της εξουσίας. Η αυτονομία του ατόμου, ως πολιτικού υποκειμένου, καθορίζεται από την πάλη του προς την εξουσία. Το «ελευθέρως ελέσθαι» συνιστά τον πυλώνα της δημοκρατίας και διαμορφώνει την «ηθική ταυτότητα» του πολίτη. Γι’ αυτό και η ενεργητική συμμετοχή προάγει την ευθύνη και την «ενοχή» του πολίτη.
«Όταν όλοι θα είμαστε ένοχοι, αυτό θα πει δημοκρατία» (Καμύ).
Σε πείσμα όλων εκείνων που πρόβλεψαν το «τέλος των ιδεολογιών» και το «τέλος της ιστορίας» η δημοκρατία ως πολίτευμα μπορεί να ευδοκιμήσει, γιατί στον πυρήνα της εμπεριέχει μια δυναμική αυτοεξέλιξης. Το σκοτεινό πρόσωπο της «μελαγχολικής δημοκρατίας» μπορεί να ξαναγίνει φωτεινό. Προϋπόθεση όλων αυτών η πολιτική ανάταξη και η αυτογνωσία μέσα από το ερώτημα για το μέγεθος της προσωπικής ευθύνης, όπως εύστοχα διατυπώνεται από τον ποιητή.
«Πόσο ενίσχυσες αυτούς που τους προσφέρθηκες να σε δυναστεύουν/ πόσο με τη δράση σου βοήθησες ν’ ανατραπούν/ ως πότε απόλυτα δεχόσουν τις μονολιθικές αλήθειες/ πόσο αντιπάλεψες την κάθε φορά ακράδαντή σου πίστη/ για πόσο φερόσουν σαν πιστός, ενώ πια δεν πίστευες….» (Τίτου Πατρίκιου «Σε βρίσκει η ποίηση»). Πηγή: Ηλίας Γιαννακόπουλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου