Η Mέριλ Στριπ έγραψε ένα κείμενο με τίτλο "Δεν έχω άλλη υπομονή", το οποίο τις τελευταίες ώρες κάνει το γύρο του διαδικτύου.
Διαβάστε το
"Δεν έχω πια υπομονή για κάποια πράγματα, όχι επειδή έγινα αλαζονική, αλλά επειδή έχω φτάσει σε ένα σημείο της ζωής μου όπου δεν μπορώ να χάνω χρόνο με ό,τι με δυσαρεστεί, ή με πληγώνει. Δεν έχω υπομονή για κυνισμό, για υπερβολική κριτική και για απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης.
Δεν έχω πια τη διάθεση να αρέσω σε όσους δεν αρέσω, να αγαπάω αυτούς που δεν με αγαπάνε και να χαμογελάω σε αυτούς που δεν μου χαμογελάνε. Δεν μπορώ να χαλαλίσω ούτε λεπτό σε αυτούς που λένε ψέματα, ή θέλουν να με χειραγωγήσουν.
Αποφάσισα ότι δεν θέλω να συνυπάρχω με οποιοδήποτε προσποιείται, υποκρίνεται, είναι ανειλικρινής ή με κολακεύει. Δεν μπορώ να ανεχθώ ούτε την επιλεκτική γνώση, ούτε την ακαδημαϊκή αλαζονεία. Δεν με ενδιαφέρει ούτε το κουτσομπολιό.
Αντιπαθώ τις αντιπαραθέσεις και τις συγκρίσεις. Πιστεύω στον κόσμο των αντιθέτων και γι' αυτό αποφεύγω ανθρώπους με δύσκαμπτες και άτεγκτες προσωπικότητες. Στη φιλία απεχθάνομαι την έλλειψη αφοσίωσης και την προδοσία. Δεν τα πάω καλά με όσους δεν ξέρουν να πουν μια καλή κουβέντα, ή μια λέξη ενθάρρυνσης. Βαριέμαι τις υπερβολές και δεν μπορώ να αποδεχτώ αυτούς που δεν αγαπάνε τα ζώα.
Και πάνω από όλα δεν έχω υπομονή για όποιον δεν αξίζει την υπομονή μου".
Αν ρωτήσετε σήμερα τη Μέριλ Στριπ ποιον θεωρεί αγαπημένο της ρόλο, είναι πολύ πιθανόν να σας πει ότι είναι ο ίδιος με εκείνον που ήταν όταν απέκτησε το πρώτο παιδί της (έχει τρία): ο ρόλος της μητέρας. Στην πλούσια καριέρα της η Στριπ παραδέχεται ότι κάτω από πίεση πήρε κάποιες επαγγελματικές αποφάσεις που στην πραγματικότητα δεν ήθελε, τουλάχιστον όμως το έκανε διότι είχε έναν σοβαρό λόγο. Τον τελευταίο καιρό η σημαντικότερη ίσως σήμερα αμερικανίδα ηθοποιός επιλέγει πράγματα που τη συγκινούν ή πράγματα που ξέρει ότι θα συγκινήσουν άλλους. Της αρκούν. Δεν έχει ανάγκη πια και, όπως η ίδια λέει, δεν είναι «μοδάτη». Ανάμεσα σε αυτά θα βρούμε και την ταινία «Μια τρυφερή σχέση» που την οδήγησε για 12η(!) φορά στις υποψηφιότητες των Οσκαρ και η οποία από την περασμένη Παρασκευή προβάλλεται στη χώρα μας. Η Μέριλ Στριπ ενσαρκώνει ένα πραγματικό πρόσωπο, τη δασκάλα βιολιού και διαζευγμένη μητέρα Ρομπέρτα Γκασπάρι, η οποία έγινε ζωντανός θρύλος στο υποβαθμισμένο Ανατολικό Χάρλεμ της Νέας Υόρκης όταν ανέλαβε το δύσκολο έργο της μουσικής διδασκαλίας των μαθητών ενός κακόφημου σχολείου. Από μια παλαιότερη συνάντησή μας με την 51χρονη ηθοποιό, που έγινε με αφορμή την προώθηση αυτής της ταινίας, επιλέγουμε εδώ τα πιο ενδιαφέροντα αποσπάσματα.
"Δεν έχω πια υπομονή για κάποια πράγματα, όχι επειδή έγινα αλαζονική, αλλά επειδή έχω φτάσει σε ένα σημείο της ζωής μου όπου δεν μπορώ να χάνω χρόνο με ό,τι με δυσαρεστεί, ή με πληγώνει. Δεν έχω υπομονή για κυνισμό, για υπερβολική κριτική και για απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης.
Δεν έχω πια τη διάθεση να αρέσω σε όσους δεν αρέσω, να αγαπάω αυτούς που δεν με αγαπάνε και να χαμογελάω σε αυτούς που δεν μου χαμογελάνε. Δεν μπορώ να χαλαλίσω ούτε λεπτό σε αυτούς που λένε ψέματα, ή θέλουν να με χειραγωγήσουν.
Αποφάσισα ότι δεν θέλω να συνυπάρχω με οποιοδήποτε προσποιείται, υποκρίνεται, είναι ανειλικρινής ή με κολακεύει. Δεν μπορώ να ανεχθώ ούτε την επιλεκτική γνώση, ούτε την ακαδημαϊκή αλαζονεία. Δεν με ενδιαφέρει ούτε το κουτσομπολιό.
Αντιπαθώ τις αντιπαραθέσεις και τις συγκρίσεις. Πιστεύω στον κόσμο των αντιθέτων και γι' αυτό αποφεύγω ανθρώπους με δύσκαμπτες και άτεγκτες προσωπικότητες. Στη φιλία απεχθάνομαι την έλλειψη αφοσίωσης και την προδοσία. Δεν τα πάω καλά με όσους δεν ξέρουν να πουν μια καλή κουβέντα, ή μια λέξη ενθάρρυνσης. Βαριέμαι τις υπερβολές και δεν μπορώ να αποδεχτώ αυτούς που δεν αγαπάνε τα ζώα.
Και πάνω από όλα δεν έχω υπομονή για όποιον δεν αξίζει την υπομονή μου".
Συνέντευξη με τη διάσημη αμερικανίδα ηθοποιό που πρωταγωνιστεί στην ταινία «Μια τρυφερή σχέση» η οποία προβάλλεται αυτές τις ημέρες στους ελληνικούς κινηματογράφους
Η Μέριλ Στριπ το βιολί της Αν ρωτήσετε σήμερα τη Μέριλ Στριπ ποιον θεωρεί αγαπημένο της ρόλο, είναι πολύ πιθανόν να σας πει ότι είναι ο ίδιος με εκείνον που ήταν όταν απέκτησε το πρώτο παιδί της (έχει τρία): ο ρόλος της μητέρας. Στην πλούσια καριέρα της η Στριπ παραδέχεται ότι κάτω από πίεση πήρε κάποιες επαγγελματικές αποφάσεις που στην πραγματικότητα δεν ήθελε, τουλάχιστον όμως το έκανε διότι είχε έναν σοβαρό λόγο. Τον τελευταίο καιρό η σημαντικότερη ίσως σήμερα αμερικανίδα ηθοποιός επιλέγει πράγματα που τη συγκινούν ή πράγματα που ξέρει ότι θα συγκινήσουν άλλους. Της αρκούν. Δεν έχει ανάγκη πια και, όπως η ίδια λέει, δεν είναι «μοδάτη». Ανάμεσα σε αυτά θα βρούμε και την ταινία «Μια τρυφερή σχέση» που την οδήγησε για 12η(!) φορά στις υποψηφιότητες των Οσκαρ και η οποία από την περασμένη Παρασκευή προβάλλεται στη χώρα μας. Η Μέριλ Στριπ ενσαρκώνει ένα πραγματικό πρόσωπο, τη δασκάλα βιολιού και διαζευγμένη μητέρα Ρομπέρτα Γκασπάρι, η οποία έγινε ζωντανός θρύλος στο υποβαθμισμένο Ανατολικό Χάρλεμ της Νέας Υόρκης όταν ανέλαβε το δύσκολο έργο της μουσικής διδασκαλίας των μαθητών ενός κακόφημου σχολείου. Από μια παλαιότερη συνάντησή μας με την 51χρονη ηθοποιό, που έγινε με αφορμή την προώθηση αυτής της ταινίας, επιλέγουμε εδώ τα πιο ενδιαφέροντα αποσπάσματα.
Υπάρχει ένα ανέκδοτο για τους ηθοποιούς που λέει ότι πρέπει να αποφεύγουν να παίζουν με παιδιά ή σκυλιά διότι όποτε γίνεται αυτό εκείνα κλέβουν την παράσταση. Σας πέρασε αυτό καθόλου από το μυαλό παίζοντας την καθηγήτρια μουσικής Ρομπέρτα Γκασπάρι;
«Οχι. Στην αρχή ένιωθα ότι στην πραγματικότητα τα παιδιά ήταν οι δάσκαλοί μου διότι όλα έπαιζαν βιολί πολύ καλύτερα από ό,τι εγώ. Οσο περνούσε ο καιρός όμως και αισθανόμουν περισσότερο σίγουρη με τον ρόλο μου, καταλάβαινα ότι μπορούσα ακόμη και να τα διορθώσω. Επίσης μεγαλύτερη ήταν και η άνεση που είχα με το βιολί. Είναι απίστευτο το πόσο εύκολα μπορείς να εξοικειωθείς με καινούργια πράγματα, ακόμη και όταν δεν είσαι πια και τόσο νέος. Χρειάζεται βέβαια και η γιόγκα. Ενιωθα καθηγήτρια μόνο και μόνο με το βλέμμα των παιδιών επάνω μου. Δεν χρειάστηκε να υποκριθώ. Ενας παλιός δάσκαλός μου στην υποκριτική μου είχε πει ότι δεν μπορείς να υποδυθείς τον βασιλιά. Οταν ανεβαίνεις στη σκηνή, η βασιλεία σου εκφράζεται από το βλέμμα των άλλων ανθρώπων».
Πόσο αγαπήσατε τον ρόλο της Ρομπέρτα Γκασπάρι;
«Πρέπει να πω ότι ένιωσα μεγάλη ταπεινοφροσύνη παίζοντας τη δασκάλα. Ηξερα κάποια πράγματα ήδη διότι ο αδελφός μου είναι δάσκαλος διδάσκει Ιστορία και είναι προπονητής της ομάδας μπάσκετμπολ σε σχολείο της Νέας Υόρκης. Τα παιδιά των σχολείων της Νέας Υόρκης είναι αναγκασμένα να ζουν καθημερινά κάτω από τρομερές πιέσεις, πέραν εκείνων της εκπαίδευσής τους στο σχολείο. Αναφέρομαι σε προβλήματα επιβίωσης. Το να παίζω μια δασκάλα που προκαλεί στα παιδιά την ανάγκη να εκφραστούν, που τους κάνει κοινωνούς της τέχνης και τους διδάσκει την πειθαρχία που απαιτείται για ένα τόσο δύσκολο όργανο όσο το βιολί, υπήρξε μια αξέχαστη εμπειρία. Και ήταν όλα αλήθεια. Θέλω να πω, παρακολούθησα τη Ρομπέρτα Γκασπάρι επί το έργον και προσωπικά ένιωσα ασήμαντη. Την παρακολούθησα δύο ημέρες. Αγάπησα τον ρόλο διότι πρόκειται για μια γυναίκα που μάχεται· μια γυναίκα που δεν πάει στο κομμωτήριο, που δεν πάει σε spa, που τρώει πίτσα πέντε φορές την εβδομάδα στο πόδι διότι δεν προλαβαίνει να καθήσει και να φάει σαν άνθρωπος, μια γυναίκα με σοβαρές προτεραιότητες».
Τι σημαίνει μουσική για εσάς;
«Η μουσική είναι εκείνη που μας κάνει να ξεχωρίζουμε από τα υπόλοιπα πλάσματα. Η γνώση της μουσικής στα σχολεία θα έπρεπε να είναι δεδομένη. Είναι ντροπή που σε ορισμένες περιπτώσεις χρειάζεται να γίνει κεκτημένο δικαίωμα».
Πόσος χρόνος χρειάστηκε για να εκπαιδευθείτε στο βιολί ώστε να φθάσετε στο επίπεδο δεξιοτεχνίας που βλέπουμε στην ταινία;
«Εκανα μαθήματα επί έξι εβδομάδες, τέσσερις ως έξι ώρες την ημέρα, ακόμη και στα σετ της ταινίας. Ταλαιπώρησα ακόμη και τους μακιγέρ μου όταν με έβαφαν. Οσο για την οικογένειά μου, μου είχε διαθέσει το... γκαράζ του σπιτιού μας. Οφείλω πάρα πολλά όμως σε ένα μέλος της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης που αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην εκπαίδευσή μου. Ξέρετε, είναι συναρπαστικό συναίσθημα οτιδήποτε καινούργιο μαθαίνεις σε προχωρημένη ηλικία».
Πολλοί πιστεύουν ότι οι τελευταίες ταινίες σας δεν είναι της κλάσης παλαιοτέρων. Θα θέλατε να το σχολιάσετε;
«Υπάρχουν μεγάλες, επικές ιστορίες και απλώς μικρές ιστορίες. Προσωπικά βασίζομαι στο όραμα του σκηνοθέτη και στην ανάγκη του να εκφραστεί. Στη σημερινή φάση της ζωής μου δεν χρειάζομαι άλλες "δουλειές". Ως τώρα έχω κάνει πολλές "δουλειές". Θέλω πλέον να εργάζομαι μόνο σε πράγματα που μπορούν να με κάνουν να αισθάνομαι. Ισως να μην είναι πράγματα τόσο προκλητικά ή νευρώδη όπως παλαιότερα αλλά σημαίνουν κάτι. Μετρούν. Μετρούν για τις ζωές των ανθρώπων που γνωρίζω, μετρούν για τους αγνώστους που συναντώ ενώ περπατώ στην πόλη. Οι τρεις τελευταίες ταινίες μου ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Είναι ταινίες που άγγιξαν τη χορδή βαθιά μέσα στην καρδιά μου. Και αυτό θέλω να κάνω. Αδιαφορώ για το αν θα είμαι στη μόδα ή όχι».
Μα αυτήν ακριβώς την εντύπωση δίνατε τόσα χρόνια, ότι παίζετε σε πράγματα που αγγίζουν την καρδιά σας. Αν αυτή η εκτίμηση είναι λανθασμένη, μπορείτε να αναφέρετε μερικές ταινίες που θεωρήσατε «δουλειές»;
«Φυσικά. Χρειάστηκε να κάνω κάποιες "δουλειές" λόγω των παιδιών μου και συγκεκριμένα όταν ο γιος μου ήταν ακόμη μικρός, όταν πήγαινε στην τετάρτη δημοτικού. Λόγω της δουλειάς που κάνω οι μετακινήσεις μου ήταν διαρκείς. Υπήρχε και η μικρότερη αδελφή του και ύστερα ακολούθησε μία ακόμη. Τελικά όποτε μετακινούμασταν ήταν σαν να πηγαίναμε εκστρατεία. Επίσης ο γιος μου μού εκμυστηρεύθηκε ότι δεν ήθελε πια να είναι το "καινούργιο παιδί" στα σχολεία του. Ετσι αποφασίσαμε να κατοικήσουμε στο Λος Αντζελες, όπου πρωταρχικώς επέλεγα σενάρια τα οποία επρόκειτο να γυριστούν εκεί, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα το αν ήταν αρκετά ενδιαφέροντα. Επίσης έδινα μεγάλη σημασία στην αμοιβή μου για την οικονομική στήριξη της οικογένειάς μου. Κατά συνέπεια, υπήρξαν κάποια σενάρια που ήταν μεν αστεία ή ενδιαφέροντα αλλά που με έπιασαν από τον λαιμό, δεν άγγιξαν την καρδιά μου. Λ.χ., το "Ο θάνατος σου πάει πολύ" ή το "Υπερασπίζοντας τη ζωή σου". Δεν είχαν την επίδραση άλλων. Τις γύρισα για άλλους, καθαρά προσωπικούς, λόγους».
Μέριλ Στριπ, επικίνδυνη καλόγρια
«Είναι σαν να βλέπεις γάτα να παίζει! Δραστήρια, απρόβλεπτη, αεικίνητη. Την ίδια ώρα αφήνει το απίστευτο χιούμορ της ελεύθερο ώστε όλοι να αισθανθούν άνετα στο γύρισμα». Ο θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ επέλεγε με ακρίβεια τις λέξεις που για εκείνον χαρακτηρίζουν τη δουλειά τής σπουδαιότερης εν ζωή αμερικανίδας ηθοποιού: της Μέριλ Στριπ. Ενώ δεν έχουμε καλά καλά χωνέψει το «Μamma mia!», την πιο επιτυχημένη απόπειρά της στην κωμωδία, η «Αμφιβολία» («Doubt») του Σάνλεϊ μας φέρνει μπροστά σε μια εντελώς διαφορετική Μέριλ Στριπ και σε έναν ρόλο που ενδέχεται να της χαρίσει το τρίτο Οσκαρ.
Η ιστορία της «Αμφιβολίας» τοποθετείται σε μια εκκλησιαστική σχολή στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, το 1964, όταν το πρόσωπο της Αμερικής άλλαζε ριζικά. Ο Πατέρας Φλιν ( Φίλιπ Σίμορ Χόφμαν ) ανήκει στους ένθερμους υποστηρικτές αυτών των κοινωνικών αλλαγών. «Ο άνεμος πνέει διαφορετικά» λέει. «Ηρθε η ώρα να τραγουδήσουμε τραγούδια από το ραδιόφωνο. Να γίνουμε φιλικότεροι». Δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις γιατί με τη στάση του ο Φλιν είναι μισητός εχθρός της αδελφής Αλόσιους Μποβιέρ (Στριπ), του φόβου και τρόμου των μαθητών της σχολής. Η Μποβιέρ αντιπροσωπεύει την ξεπερασμένηακόμη και για καλόγριες- «στρατιωτική πειθαρχία» και η Στριπ την υποδύεται σαν μόνιμη απειλή. Το αετίσιο βλέμμα της διαρκώς καχύποπτο- ακόμη πιο τρομαχτικό πίσω από γυαλιά χωρίς σκελετό. Ενα τικ που της στραβώνει το στόμα «ζωγραφίζει» μια γκριμάτσα μόνιμης αποδοκιμασίας στο στεγνό πρόσωπο. Η Μποβιέρ σιχαίνεται καθετί μοντέρνο- από το άγγιγμα ενός θυμωμένου μαθητή σε μια ανεκτική νέα καλόγρια ως το στυλό διαρκείας. Και σαν πεινασμένο γεράκι αναζητεί την κατάλληλη ευκαιρία για να επιτεθεί στο θήραμά της. Την κερδίζει όταν μαθαίνει ότι ο Πατέρας Φλιν δείχνει «ιδιαίτερο ενδιαφέρον» για τον πρώτο μαύρο μαθητή της εκκλησιαστικής σχολής. Σίγουρη για τις υποψίες της, η καλόγρια θα προσπαθήσει να σπιλώσει το όνομά του και να προκαλέσει την καταστροφή του.
Επαγγελματίας με χιούμορ
Στην παρουσίαση της ταινίας πριν από περίπου έναν μήνα, στο Λονδίνο, η Μέριλ Στριπ απουσίαζε λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων (αυτή την εποχή γυρίζει μια νέα ταινία, το «Julie and Julia» της Νόρα Εφρον, ενώ πρόκειται να δώσει τη φωνή της στο καρτούν του Γουές Αντερσον «Fantastic Μr. Fox» από το μυθιστόρημα του Ρόαλντ Νταλ ). Παρά την απουσία της όμως, όλοι οι συντελεστές που βρέθηκαν στην παρουσίαση μίλησαν για εκείνη σαν να ήταν εκεί. Αλλοι με χιούμορ, όλοι με δέος. Ζωντανός θρύλος είναι το λιγότερο που μπορείς να πεις γι΄ αυτήν. «Η Μέριλ δημιουργεί προβλήματα στα γυρίσματα- όχι όμως τα προβλήματα που πιθανόν να υποψιάζεσθε, π.χ.το να παριστάνει την ντίβα» είπε ο Σάνλεϊ. «Κάθε άλλο.Τα "προβλήματά" της σε χαλαρώνουν.Πριν από τη μεγάλη σκηνή της ταινίας,τη σκηνή της κλιμάκωσης της σύγκρουσης του Φλιν με την Μποβιέρ,η Μέριλ πήγαινε στους τεχνικούς και τους έλεγε ότι θα "σκίσει" τον Φίλιπ Σίμορ Χόφμαν. Πήγαινε και στον ίδιο και του ψιθύριζε στο αφτί ότι δεν θα της ξεφύγει.Το θέαμα ήταν πολύ αστείο γιατί,ενώ η Μέριλ βρίσκεται σε διαρκή ένταση,ο Φίλιπ προσπαθεί να είναι εντελώς ήρεμος πριν από τη σκηνή του.Ολα αυτά όμως έχουν δημιουργικότητα και αμεσότητα».
Ο Σάνλεϊ δεν έγραψε το σενάριο έχοντας τη Μέριλ Στριπ στο μυαλό του. «Με ενδιαφέρει η "ποίηση του πραγματικού"» είπε μνημονεύοντας τον Ευγένιο Ο΄ Νιλ. «Στη σκέψη μου είχα τον συνηθισμένο άνθρωπο,χωρίς πρόσωπο.Αν όμως περπατήσεις στους δρόμους της Νέας Υόρκης και ρωτήσεις 20 διαφορετικούς ανθρώπους ποια ηθοποιός ταιριάζει για τον ρόλο της αδελφής Αλόσιους Μποβιέρ,πηγαίνω στοίχημα ότι όλοι θα πουν "η Μέριλ Στριπ".Είναι το ιστορικό της τέτοιο που το μυαλό σου πηγαίνει μηχανικά προς την πλευρά της. Είναι κατάσταση no brainer».
Υπάρχουν δύο σκηνές στην «Αμφιβολία» όπου παρακολουθούμε τις καλόγριες να τρώνε στην τραπεζαρία τους. Επικρατεί απόλυτη σιωπή, η οποία κατά κάποιον τρόπο επηρεάζει το ύφος της ταινίας. Ο Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ χρειάστηκε τρεις ολόκληρες ώρες για να γυρίσει τη μία από αυτές τις σκηνές. «Οταν έδειξα στη Μέριλ το πρώτο τρέιλερ της ταινίας, δεν της άρεσε καθόλου» μας είπε. «Για να την ηρεμήσω, της έκανα πλάκα λέγοντάς της ότι μια άλλη πρόταση είναι να δείξουμε απλώς τη σκηνή της τραπεζαρίας, σαν να λέμε στο κοινό "fuck you go see the movie". Η Μέριλ ενθουσιάστηκε. "Ναι,ναι,αυτό να κάνουμε!" είπε. Η διαφορά μεταξύ μας είναι ότι εγώ έκανα πλάκα ενώ εκείνη όχι!». Τελειομανής και... κλέφτρα
Αν η Μέριλ Στριπ δεν έδειχνε παροιμιώδη ζήλο στην προετοιμασία των ηρωίδων της ίσως να μη βρισκόταν στη θέση που βρίσκεται σήμερα. Η πρόκληση, που ανέκαθεν κυλούσε στις φλέβες της, είναι ο λόγος για τον οποίο έχει κερδίσει τον τίτλο τής πιο αξιοσέβαστης αμερικανίδας ηθοποιού των τελευταίων 30 χρόνων. Αρκεί να θυμηθούμε ότι για την «Εκλογή της Σόφι» έμαθε πολωνέζικα, στο «Πέρα από την Αφρική» υποδύθηκε με άψογη προφορά τη δανή συγγραφέα Κάρεν Μπλίξεν, στις «Γέφυρες του Μάντισον» έπαιξε την ιταλικής καταγωγής αμερικανίδα της υπαίθρου και στον «Αγριο ποταμό» έμαθε πώς να κατευθύνει... καγιάκ. Στο μεγαλύτερο τμήμα των σκηνών της στην «Καλύτερη παρέα» του Ρόμπερτ Αλτμαν τραγουδά country τραγούδια, ενώ αρνήθηκε να χρησιμοποιηθεί play back στα τραγούδια της στο «Μamma mia!» επειδή, αν δεν τραγουδούσε η ίδια, δεν ένιωθε «μέσα» στον ρόλο. Στην «Αμφιβολία» έγινε «κολλητή» της Μαίρης Μάργκαρετ Μακ Εντί ή, αλλιώς, της Αδελφής Πέγκι, καλόγριας με πολλά χρόνια εμπειρίας, η οποία μάλιστα υπήρξε δασκάλα του Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ στην εκκλησιαστική σχολή του Σεντ Αντονι.
Ολα τα παραπάνω δεν αποτελούν παρά ένα δείγμα των δοκιμασιών από τις οποίες η Μέριλ Στριπ έχει περάσει για να «βγάλει» αξέχαστους ρόλους και να θεωρείται σταθερή αξία της αμερικανικής υποκριτικής.
Η καλή μουσική, κάποια καλά αστεία, η φιλία, αλλά και η ελευθερία στην έκφραση όλων αυτών των απολαύσεων βρίσκονται στις προτεραιότητες της ηθοποιού που πριν από μερικά χρόνια έλεγε ότι ακούει τη φωνή της πεθαμένης μητέρας της να της δίνει συμβουλές. «Η πολυτιμότερη συμβουλή είναι να θυμάμαι πάντα ότι η ζωή δεν διαρκεί πολύ».
Σε ό,τι αφορά την επιρροή που ασκεί, όποτε σκέφτεται τους νεότερους ηθοποιούς που τη θαυμάζουν, θυμάται τους ανθρώπους που εκείνη θαύμαζε όταν ακόμη σπούδαζε. Την Τζεραλντίν Πέιτζ, την Κολίν Ντιούχαρστ , τη Λιβ Ούλμαν, ακόμη και τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο.
Και με γενναιοδωρία δηλώνει κλέφτρα . «Εκλεψα από όλους τους σπουδαίους και εκτιμώ απεριόριστα το ότι υπήρξα αρκετά τυχερή για να βρεθώ στη θέση που βρίσκομαι».
Από το θέατρο στον κινηματογράφο
Τοβραβευμένο με Πούλιτζερ και Τόνι ομότιτλο θεατρικό έργο του Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ ανέβηκε για πρώτη φορά στο Μπροντγουέι το 2005 σημειώνοντας τεράστια επιτυχία που άνοιξε τον δρόμο για μια κινηματογραφική ταινία με τον ίδιο τον θεατρικό συγγραφέα στην καρέκλα του σκηνοθέτη.O Σάνλεϊ,βραβευμένος με Οσκαρ σεναρίου για το «Κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού»,είχε αποπειραθεί να σκηνοθετήσει πριν από 18 χρόνια με το «Ο Τζο ενάντια στο ηφαίστειο»- μια αποτυχία.Η ίδια η λέξη «αμφιβολία» ήταν που τον ενέπνευσε για τη δημιουργία του έργου. «Στις αρχές της δεκαετίας μας ένιωθα να με προβληματίζει η έννοια της αμφισβήτησης.Ο κόσμος υποστήριζε με απόλυτη βεβαιότητα την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ.Στα debates έβλεπα ότι όσοι έλεγαν πως στο Ιράκ υπήρχαν όπλα μαζικής καταστροφής κέρδιζαν τις εντυπώσεις χωρίς να έχουν αποδείξεις.Ενώ κάποτε η αμφιβολία ήταν το σύμβολο της σοφίας,τώρα ήταν σύμβολο αδυναμίας». Ο συγγραφέας κατάλαβε ότι σύντομα ένα ρήγμα θα άνοιγε πάνω στη μάσκα της βεβαιότητας που κυριαρχούσε στην αμερικανική κοινωνία του νέου μιλένιουμ. «Αυτό το ρήγμα ήταν η αμφιβολία,και αυτό θα ήταν το θέμα του έργου μου:η εξερεύνηση της ιδέας ότι η αμφιβολία σού δίνει προοπτικές για αλλαγή την ώρα που η βεβαιότητα σε φέρνει μπροστά σε αδιέξοδο».Η ειρωνεία για τον Σάνλεϊ είναι ότι,σε αντίθεση με την εποχή που το έργο πρωτοπαίχθηκε στο θέατρο, «σήμερα όλοι βρίσκονται σε αμφιβολία».
Η «Αμφιβολία» θα αρχίσει να προβάλλεται στις αίθουσες από τις 29/1.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου