«Είμαστε οι μόνοι σ’ ολόκληρη την Ευρώπη που έχουμε το προνόμιο να λέμε τον «ουρανό» και τη «θάλασσα» όπως την έλεγαν ο Όμηρος και ο Πλάτωνας πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Δεν είναι λίγο αυτό»
Ο Ελύτης με την παραπάνω θέση επισήμανε εκείνο το στοιχείο που συνιστά και την κορυφαία αξία της ελληνικής γλώσσας, τη διαχρονικότητά της. Όταν μία γλώσσα αντέχει στην φθορά του χρόνου κι εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να εμπλουτίζει την επικοινωνία και την σκέψη μας, αυτό σημαίνει πως τα αποθέματά της είναι πλούσια και η δυναμική της αστείρευτη.
Ωστόσο ένα άλλο στοιχείο που αισθητοποιεί την αξία και τον πλούτο της γλώσσας μας είναι και το γεγονός ότι μάς προικοδότησε με λέξεις που χρησιμοποιούνται σε πολλαπλά σημασιολογικά επίπεδα χωρίς νοηματικές επικαλύψεις. Στην ομάδα αυτών των εννοιών – λέξεων κορυφαία θέση κατέχει η λέξη λόγος.
«αεί δε αιμυλίοισι λόγοισι θέλγει»
Ο Όμηρος διαπιστώνει πως ο Οδυσσέας είναι δέσμιος των γλυκών λόγων της Καλυψούς (λόγοισι). Η ομιλία αντιπαρατίθεται με το έργον παραπέμποντας στο νεοελληνικό «τα λόγια να συνοδεύονται από πράξεις».
«λόγω μεν λέγουσιν, έργω δε ουκ αποδεικνύσι»
Ωστόσο η λέξη λόγος δεν δηλώνει μόνο την ομιλία και την γλώσσα αλλά και τη διανόηση – σκέψη. Έτσι σύμφωνα και με τον Πλάτωνα έχουμε τον «εξωτερικό λόγο» (η ομιλία) και τον «εσωτερικό λόγο» (η διανόηση). Δηλαδή τόσο η «γλωσσική έκφραση» όσο και η «λογική διανόηση» χαρακτηρίζονται με έναν κοινό όρο, τη λέξη «λόγος». Σκέψη, λοιπόν, και Λόγος δεν χωρίζονται και βαδίζουν παράλληλα σύμφωνα και με τον Saussure.
«Ουκούν διάνοια μεν και λόγος ταυτόν»
Σύμφωνα με τα παραπάνω ο ενδιάθετος λόγος είναι κίνηση της ψυχής που συμβαίνει μέσα στο νου, ενώ ο προφορικός λόγος δείχνει την ενέργειά του με τη φωνή και τη βοήθεια της γλώσσας. Γενικότερα ο προφορικός λόγος (ομιλία) είναι ο αγγελιαφόρος της σκέψης.
Η έννοια και η χρησιμότητα του λόγου ως εργαλείου επικοινωνίας και πειθούς κυριάρχησε στην Αθηναϊκή δημοκρατία «εξορίζοντας» τη βία ως μέσο πολιτικής διαπαιδαγώγησης και άσκησης της εξουσίας.
«λόγω δε πείσαι…υπό λόγου δε διδασκομένους».(Λυσίας)
Εξάλλου όπως διακήρυξε και ο Αριστοτέλης μόνον ο άνθρωπος κατέχει το χάρισμα του λόγου με την διπλή σημασία του όρου (ομιλία – σκέψη).
«Λόγον δε μόνον άνθρωπος έχει των ζώων»
Μπορεί σύμφωνα με τον Θουκυδίδη η δημοκρατία στην Αθήνα να ήταν «λόγω μεν δημοκρατία, έργω δε υπό του πρώτου ανδρός αρχή», ωστόσο αυτό δεν εμπόδισε το εργαλείο του λόγου να κυριαρχήσει στη λήψη αποφάσεων και στην άσκηση εξουσίας. Εθεωρείτο πολιτική αρετή η ικανότητα να εκφέρεις και να αποδέχεσαι τον λόγον που συνιστά και τον πυρήνα του διαλόγου.
«Λόγον διδόναι και λαμβάνειν – αποδέχεσθαι».(Ξενοφώντας)
Τη δύναμη του λόγου πρόβαλε εμφαντικά ο Γοργίας με το εμβληματικό:
«Λόγος δυνάστης μέγας εστίν»
Κι αυτό γιατί αυτός που έχει το χάρισμα του λόγου μπορεί να πείθει με επιχειρήματα αλλά και να εξουσιάζει διαστρεβλώνοντας την αλήθεια. Ωστόσο για να αποφευχθούν τυχόν εκτροπές από την εξουσιομανία των ανθρώπων οι Αθηναίοι δια στόματος Αριστοτέλη δέχτηκαν μόνον την εξουσία του λόγου.
«Ουκ εώμεν άρχειν άνθρωπον αλλά τον λόγον»
Όντας, λοιπόν, ο λόγος όχι μόνον προϋπόθεση της σωστής λειτουργίας της δημοκρατίας αλλά και ψυχαγωγίας κυριάρχησε απόλυτα στην αθηναϊκή ζωή «Επειδή λόγου δύναμις τυγχάνει ψυχαγωγία ούσα».
Ωστόσο η έννοια του λόγου κατέχει κυρίαρχη θέση και στη Φιλοσοφία είτε ως διαδικασία ανίχνευσης της αλήθειας (δισσοί λόγοι) είτε ως η ανώτατη κοσμοποιός και ρυθμιστική αρχή (Ηράκλειτος).
Ο Πρωταγόρας διαβλέποντας τη σύνθετη δομή της πραγματικότητας θεώρησε πως ο δρόμος για την αλήθεια πρέπει να ισορροπεί πάνω σε διαφορετικά επιχειρήματα – λόγους προβάλλοντας έτσι την αξία – αναγκαιότητα των δισσών λόγων.
«Δύο λόγους είναι περί παντός πράγματος αντικείμενους αλλήλοις»
Οι σοφιστές ωθούμενοι από έναν σκεπτικισμό προς την ύπαρξη αντικειμενικής αλήθειας οδήγησαν την μέθοδό τους στα άκρα, αφού κατηγορήθηκαν πως διαστρέφουν την πραγματικότητα.
«…και τον ήττω λόγον κρείττω ποιείν»
Η έννοια του Λόγου ως η απαρχή του κόσμου και ως η ανώτατη ρυθμιστική δύναμη κατέχει δεσπόζουσα θέση στην σκέψη του Ηράκλειτου. Ενδεικτικά παρατίθενται κάποια αποσπάσματα:
«Ηράκλειτος ουσίαν ειμαρμένης απεφαίνετο λόγον τον διά ουσίας παντός διήκοντα»
(Θεωρούσε ως ουσία της ειμαρμένης τον λόγο που διαποτίζει την ουσία του σύμπαντος)
Γι’ αυτό προτείνει με κατηγορηματικό τρόπο να ακολουθούμε πιστά τον Καθολικό/Κοσμικό/Συμπαντικό λόγο. Κι αυτό γιατί αυτός είναι κοινός για όλους, ενώ οι πολλοί ζουν σαν να έχουν δική τους φρόνηση.
«Διό δη έπεσθαι τω κοινώ∙ ξυνός γαρ ο κοινός∙ του λόγου δ’ εόντος ξυνού ζώουσιν οι πολλοί ως ιδίαν έχοντες φρόνησιν»
Η γνωσιακή πορεία του Ανθρώπου ακολουθεί τη βασική διαδρομή: Ερεθίσματα (είναι) που διαβιβάζονται στον εγκέφαλο ως αισθήματα και συμβάλλουν στην κατανόησή τους (νοείν) για να εκφραστεί αυτή η διαδικασία με λέξεις – Λόγο(λέγειν).
«Χρη το λέγειν τε νοείν τε εόν έμμεναι»
Συνεχίζοντας τη σκέψη του Ηράκλειτου ο Χριστιανισμός προσδίδει στην έννοια του Λόγου θεϊκή καταγωγή – δύναμη, αφού
«Εν αρχή ην ο λόγος, και ο λόγος ην προς τον θεόν και θεός ην ο λόγος».
Σύμφωνα, λοιπόν, με την παραπάνω θέση ο Λόγος συνιστά την απόλυτη κοσμοποιό δύναμη, αφού προϋπήρχε των πάντων και δημιουργεί τα πάντα «πάντα δ’ αυτού εγένετο» αφού «Ο Λόγος σαρξ εγένετο».
Σημαντική είναι και η θέση της έννοιας Λόγος στα μαθηματικά ως μία αναλογία, συμμετρική σχέση μεταξύ μεγεθών, όπως: Οι εξοπλισμοί Ελλάδας και Τουρκίας πρέπει να υπηρετούν τον λόγο 7/10.
Σημαντική, όμως, θέση κατέχει η λέξη Λόγος και στη νεοελληνική γλώσσα με πλήθος σημασιών που καταδεικνύουν το πλούσιο νοηματικό φορτίο της έννοιας. Η καταγραφή και παρουσίαση κάποιων είναι ενδεικτική και δεν στοχεύει στην πλήρη προβολή όλων των σημασιολογικών αποχρώσεων της έννοιας. Παράλληλα με τη λέξη λόγος χρησιμοποιείται και ο όρος λόγια.
Πολλές φορές παρατηρούνται ενέργειες αντικοινωνικές «άνευ αποχρώντος λόγου» (χωρίς σοβαρή αιτία). Όταν θέλουμε να δείξουμε την εγκυρότητα όσων υποστηρίζουμε χρησιμοποιούμε το «μετά λόγου γνώσεως»(με επίγνωση). Σε μια συζήτηση διεκδικούμε το δικαίωμα στο Λόγο και Αντίλογο, αν και σωστό είναι να μην μιλάμε όπου «δεν μας πέφτει λόγος»(δεν μας αφορά). Κι αυτό γιατί γίνονται πολλά λάθη «εν τη ρύμη του λόγου»(ροή) ή πολλές φορές «ήρθαν στα λόγια»(καβγάδισαν) κάποιοι.
Έντονη είναι και η παρουσία των δυο εννοιών και στις παροιμίες όπου επισημαίνεται η κατάχρηση του λόγου και η πολυλογία, όπως:
«Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι»(λακωνικότητα) ή «Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια»/ «από λόγια χορτάσαμε». Σε άλλη περίπτωση τονίζεται η αξία – πλούτος των θετικών λόγων – σχολίων για κάποιον «Ο λόγος σου με χόρτασε και το ψωμί σου φάτο» αλλά και ο κίνδυνος που απορρέει από τα λόγια γι’ αυτό «μετρημένα τα λόγια σου»αν και κάποιοι είναι πολύ ευθείς και «δεν μασάνε τα λόγια τους». Βέβαια όταν δεν πείθουμε με τα λόγια τότε ισχύει ο «συμπαντικός νόμος» της βίας «όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος».
Προνομιακός είναι και ο χώρος της ποίησης που «φιλοξενεί» τις έννοιες λόγος – λόγια, όπως:
«Μας φοβούνται και μάς σκοτώνουν/…φοβούνται τα λόγια που θα λέμε αύριο όλοι μαζί» (Λειβαδίτης)/ «Μαλαματένια λόγια στο χορτάρι/ ποιος βρίσκει για την άλλη τη γενιά» (Μάνος Ελευθερίου)/ «Θα βρούμε αυτά τα λόγια/ που παίρνουνε το ίδιο βάρος/ σ’ όλες τις καρδιές» (Γ. Ρίτσος)/ «Γράφω και σβήνω λέξεις που αγάπησα,/ λόγια που με πρόδωσαν. Τίποτα δεν κράτησα» (Β. Πανάγος).
Αναμφισβήτητα, όμως, την ευεργετική επίδραση των «λόγων» την απέδωσε ο Β. Κορνάρος στον «Ερωτόκριτο».
«Απ’ ό,τι κάλλη έχει/ άνθρωπος, τα λόγια ‘χουν/ τη χάρη, που κάνουσι κάθε/ καρδιά παρηγοριά να/ πάρει. Κι οπού κατέχει να/ μιλεί με γνώση και με/ τρόπο, κάνει και κλαίσιν/ και γελούν τα μάτια των ανθρώπω»
Στη στήλη αυτή «ΓΛΩΣΣΟδρόμιον» θα ανιχνεύονται οι σημασίες των λέξεων καθώς και οι υπόγειες διαδρομές της γλώσσας μας |
*Αφιέρωμα στην Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου