ΑΡΧΑΙΑ ΙΑΠΩΝΙΑ από 600-1.300 μ.χ.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΑΠΩΝΙΑΣ (ΧΩΡΑ
ΤΟΥ ΑΝΑΤΕΛΟΝΤΟΣ ΗΛΙΟΥ) από την πολιτισμική όσμωση του 6ου. μ.Χ.αιώνα
έως και την απόκρουση της Μογγόλικης απειλήςστα τέλη του 13ου μ.Χ αιώνα
Σταχυολόγηση σημαντικών Ιστορικών στιγμών από: 600-800 μ.Χ
- Στα τέλη του 6ου αιώνα οι Ιάπωνες ασπάζονται το βουδισμό
Το 752 μ.Χ εγκαινιάζουν ναό με τεράστιο άγαλμα του Βούδα σε μια τελετή που συμβολικά εντάσσει τη χώρα στον πολιτισμένο κόσμο.
Σε σχετικά σύντομο διάστημα η Ιαπωνία
περνά από την πρωτόγονη κατάσταση σε ένα στάδιο αναπτυγμένου πολιτισμού,
αφομοιώνοντας στοιχεία των αναπτυγμένων λαών.
Τα Ιαπωνικά νησιά κατοικήθηκαν τουλάχιστον από το 10.000 π.Χ αλλά ο πρώτος πολιτισμός εμφανίστηκε το 8.000 π.Χ. Οι Τζομόν ζούσαν
στη λίθινη εποχή και επιβίωναν από το κυνήγι, το ψάρεμα και τη συλλογή
κοχυλιών, ενώ είχαν εξημερώσει το σκύλο. Πιθανόν ο πολιτισμός των Τζομόν
συνέπεσε με την άφιξη των Αϊνού που κατέλυσαν στο Χοκάιντο. Και
οι 2 λαοί ήταν άγνωστης προέλευσης. Οι επόμενοι μετανάστες ήταν σχεδόν
σίγουρα μογγολικής καταγωγής και απ’ το 300 π.Χ ο πολιτισμός των Γιαγιόι
αντικαθιστά αυτόν των Τζομόν. Οι Γιαγιόι ήταν μόνιμα
εγκατεστημένοι γεωργοί που γνώριζαν την κατεργασία του σιδήρου και
χρησιμοποιούσαν τον κεραμικό τροχό. Στα μέσα του 3ου αιών διενεργούσαν ανταλλαγές προϊόντων με την Ασιατική ήπειρο και οι ταξικές διακρίσεις ήταν ήδη έντονες.
Το 300 μ.Χ ο πολιτισμός των Γιαγιόι παραχωρεί τη θέση του στο λεγόμενο πολιτισμό των Τύμβων.
Κατά τον 3ο αιώνα μια
φυλή που είχε ως προστάτιδα τη θεά του ήλιου Αματεράσου μετανάστευσε
από την Κυοσού στη Χονσού, στην πεδιάδα Γιαμάτο (κοντά στη σημερινή
Οσάκα. Εκεί με τη δύναμη των όπλων ή με συμμαχίες με άλλα σημαντικά
γένη, επέκτειναν βαθμιαία την κυριαρχία τους στη δυτική Ιαπωνία και
ίδρυσαν αυτοκρατορία υπό τη δυναστεία της γενιάς του ήλιου που βασίλευσε
χωρίς διακοπή ως τις μέρες μας.
Η βασιλική οικογένεια συνδέθηκε με τον
Σιντοϊσμό, στον οποίο ο θάνατος ήταν εστία μόλυνσης. Ο βασιλιάς είχε
θεϊκή καταγωγή αλλά όχι και απόλυτη εξουσία. Ήταν ο 1ος μεταξύ ίσων απειθάρχητων φύλαρχων.
Οι φύλαρχοι ασκούσαν εξουσία σε ομάδες που ονομάζονταν Ούτζι
και ήταν αυτάρκεις κοινότητες. Στην προσπάθεια δημιουργίας πιο
συγκεντρωτικής εξουσίας προβάλει το συμβούλιο του κράτους που
συμμετείχαν οι πιο δυνατοί αρχηγοί Ούτζι.
Συχνά ανταγωνιστικά Ούτζι συγκρούονταν
για να επιβάλλουν υποψήφιο αυτοκράτορα της αρεσκείας τους, ενώ συχνές
ήταν και οι δολοφονίες αυτοκρατόρων.
Οι Ιάπωνες αρκετές φορές επενέβαιναν στα εσωτερικά της Κορέας παίρνοντας το μέρος ενός εκ των τριών αντιμαχόμενων βασιλείων.
Τον 4ο αιώνα υιοθετούν την Κινέζικη γραφή δια μέσου της Κορέας, ενώ ο βουδισμός εισέρχεται στη χώρα με πολλές παλινδρομήσεις.
Ο αυτοκράτορας Σοτόκου έθεσε
τη χώρα σε μια χωρίς προηγούμενο στη παγκόσμια ιστορία, πορεία
δανεισμού πολιτιστικών επιτευγμάτων. Ο βουδισμός είχε το προβάδισμα στα
θρησκευτικά ζητήματα και ο κομφουκιανισμός στα κοσμικά.
Το 604 μ.Χ ο διάδοχος Σοτόκου θεσπίζει
το σύνταγμα των 17 αρχών που αποτελεί την πρώτη προσπάθεια για εφαρμογή
ηθικού κώδικα συμπεριφοράς των υπαλλήλων και τη δημιουργία ιδεολογικής
βάσης διακυβέρνησης.
Το 607 μ.Χ εγκαινιάζει αποστολές από
και προς την Κίνα από ανθρώπους της τέχνης και μελετητών του βουδισμού
και του κομφουκιανισμού.
Το 622 μ.Χ ο διάδοχος Σοτόκου πεθαίνει.
Το 645 μ.Χ δολοφονούνται οι Σόγκα
που στην ουσία κυβερνούσαν την Ιαπωνία και ενθρόνιζαν τον αυτοκράτορα
της αρεσκείας τους. Έτσι ο πρίγκιπας Νάκα νο Ογιέ γίνεται αυτοκράτορας
Τενταί.
Το 646 μ.Χ ανακηρύσσεται έτος του μεγάλου ανασχηματισμού με πρότυπο για την εξουσία το σύστημα της δυναστείας Τανγκ στην Κίνα.
Επίσης σχηματίζεται κεντρική κυβέρνηση
και αφαιρείται η εξουσία από τα Ούτζι. Η γη παραδίδεται στο στέμμα για
να μοιραστεί στους χωρικούς και στους δούλους. Ωστόσο, οι περισσότεροι
ευγενείς κράτησαν την ιδιοκτησία τους ενώ οι χωρικοί φορολογήθηκαν τόσο
βαριά που κατέληξαν και πάλι δουλοπάροικοι.
Το 702 μ.Χ θεσπίζεται ο κώδικας Ταϊχό αποτελούμενος από 2 μέρη: 1ον Διοικητικούς θεσμούς. 2ον
Ποινικό κώδικα, συντάχθηκε με βάση τα κινέζικα πρότυπα. Αλλά αντίθετα
από την Κίνα στους διοικητικούς κλάδους, προτεραιότητα είχε η υπηρεσία
στη θρησκεία που ασχολούνταν με το σιντοϊσμό και ακολουθούσε η υπηρεσία
του κράτους ελεγχόμενη από το μεγάλο συμβούλιο.
Η Ιαπωνία διαιρέθηκε σε επαρχίες,
διαμερίσματα, χωριά και καλύβες, ενώ η διοίκηση στελεχώθηκε με κριτήριο
την καταγωγή κι όχι αξιοκρατικά.
Στον ποινικό κώδικα οι ποινές ήταν: 1. Ραβδισμός, 2. Καταναγκαστικά έργα (1-3 έτη), 3. εξορία, 4. Θάνατος.
Η Νάρα υπήρξε η πρώτη πραγματική πόλη και σχεδιάστηκε σαν μικρό αντίγραφο της πρωτεύουσας Τσανγκαν των Τανγκ. Στην εποχή της βουδισμός και σιντοϊσμός συνυπάρχουν αρμονικά και ακμάζουν αμφότεροι. Γίνονται
πρόοδοι σε τέχνες και φιλολογία, γλυπτική, ζωγραφική, ποίηση. Ειδικά
στην ποίηση το 760 μ.Χ εκδόθηκε η ανθολογία Μανγιοσού (συλλογή 10.000
φύλλων) με 4.500 ποιήματα στα οποία αντανακλώνται όλες οι τάξεις της
χώρας.
Θέση της Νάρα στην Ιαπωνία
Ωστόσο, ενώ η Νάρα ευημερεί, οι αγρότες
υποφέρουν και η θέση τους επιδεινώνεται όταν ο βουδιστικός κλήρος
εξαιρείται από τη φορολογία. Ο βουδιστικός κλήρος αυξάνει τον πλούτο του
και τη δύναμή του για εξουσία.
Το 784 μ.Χ η Νάρα παύει να είναι η
πρωτεύουσα λόγω του φόβου της άρχουσας τάξης για την αυξανόμενη δύναμη
του βουδιστικού κλήρου και η πρωτεύουσα μεταφέρεται στο Κιότο για την
επόμενη χιλιετία.
Κάποια συμπεράσματα:
Στην Ιαπωνία οι επιρροές από τον
κινέζικο πολιτισμό είναι παραπάνω από εμφανείς σε όλα τα επίπεδα. Το
αλφάβητο αποτελεί κινέζικο δάνειο. Επίσης η θρησκεία του βουδισμού
εισάγεται και συνυπάρχει αρμονικά με το Σιντοϊσμό, αλλά ακόμα και στο
σύστημα διακυβέρνησης πρότυπο αποτελεί ο κομφουκιανισμός. Όλα αυτά όμως
αφομοιώθηκαν από τους Ιάπωνες βάζοντας πάντα και τη δική τους σφραγίδα.
Στα επιτεύγματα της χώρας ανήκουν το
σύνταγμα των 17 αρχών του διάδοχου Σουτόκου και ο κώδικα Ταϊχό που
περιλαμβάνει τη διοικητικούς θεσμούς και ποινικό κώδικα.
Σταχυολόγηση σημαντικών Ιστορικών στιγμών από: 800-1.000 μ.Χ
Η νησιώτικη απομόνωση της Ιαπωνίας συνέβαλε στην ειρήνη και στην ιδιαιτερότητα της πολιτιστικής εξέλιξης. Σε καιρούς βαρβαρότητας στην Ασιατική ήπειρο, η Ιαπωνία ήταν ένα ειρηνικό και ευγενικό βασίλειο. Επιπλέον απεξαρτάται από τις ξένες επιρροές και διαμορφώνει τη δική της μορφή πολιτισμού.
Οι αιώνες μεταξύ 800-1200 μ.Χ αποτελούν περίοδο μεγάλων επιτευγμάτων.
Από τον 9ο αιώνα οι επαφές με την Κίνα περιορίζονται.
Η Ιαπωνία απαλλάσσεται σταδιακά από τις κινέζικες πολιτικές δομές για
να υιοθετήσει το δικό της σύστημα. Η αριστοκρατία της γης μαζί με μια
τάξη επαρχιακών πολεμικών αρχόντων κυριάρχησαν πάνω στην αυτοκρατορία,
για να περιορίσουν την επιρροή του καθεστώτος στην πρωτεύουσα.
Μεταξύ των πολιτιστικών επιτευγμάτων συγκαταλέγονται: η
ξεχωριστή αισθητική, νέοι τρόποι έκφρασης στην δική της γλώσσα,
ανάπτυξη της φιλολογίας και των τεχνών και η συγχώνευση του βουδισμού με
το σιντοϊσμό.
Το 793 μ.Χ υπό τον αυτοκράτορα Καμού η πρωτεύουσα μεταφέρεται στο Χεϊάν Κύο (σημερινό Κιότο), που αποτελεί αριστούργημα αρχιτεκτονικής.
Στην διοίκηση υπήρχε το μεγάλο συμβούλιο του κράτους, που συμπεριλάμβανε πρωθυπουργό, υπουργούς και συμβούλους τριών βαθμίδων.
Αργότερα η οικογένεια Φουτζιμάρα αποκτά μεγάλη δύναμη κι ο ρόλος του συμβουλίου περιορίζεται. Δημιουργούνται τα αξιώματα του αντιβασιλέα και του καγκελάριου που ήταν κληρονομικά. Σε αντίθεση με την Κίνα τα αξιώματα αποκτιούνταν με κριτήριο την καταγωγή και όχι αξιοκρατικά.
Η διακυβέρνηση του Καμού υπήρξε αυταρχική. Περιόρισε την κοσμική εξουσία των βουδιστών και φρόντισε για την αύξηση των εσόδων του κράτους.
Στα τέλη του 8ου αιώνα υποτάσσει την ανεξάρτητη φυλή των Αινού.
Ο γιος του Καμού, Σάγκα ιδρύει την αυτοκρατορική αστυνομία,
αλλά κατόπιν παραιτείται. Γενικά 19 από τους 30 διαδόχους του Καμού
παραιτήθηκαν εθελοντικά από το θρόνο λόγω των βαριών ευθυνών.
Στην πραγματικότητα, η οικογένεια Φουτζιμάρα ήταν η ισχυρότερη και πλουσιότερη της χώρας και ασκούσε την εξουσία, προμηθεύοντας τους αυτοκράτορες με συζύγους και παλλακίδες. Σταδιακά όλη η αυτοκρατορική γη πέρασε στα χέρια των γαιοκτημόνων.
Στην ύπαιθρο δεν έλειπαν οι ληστείες και οι εξεγέρσεις.
Οι συνηθισμένες ποινές για τους ενόχους ήταν ραβδισμός, καταναγκαστικά
έργα, εξορία, θάνατος. Ωστόσο οι εγκληματίες που μετάνιωναν μπορούσαν
συνήθως να αποφύγουν την ποινή ζητώντας το έλεος του δικαστηρίου.
Το 894 μ.Χ οι σχέσεις Ιαπωνίας και Κίνας διακόπηκαν για πέντε αιώνες.
Το 926 μ.Χ το Ασιατικό βασίλειο Πο Χάι καταλαμβάνεται από τους Χιτάν και διακόπτει τις επαφές του με την Ιαπωνία.
Από τα μέσα του 11ου αιώνα ο έλεγχος των Φουτζιμάρα πάνω στους αυτοκράτορες εξασθενεί.
Το 1068 μ.Χ ανέρχεται στο θρόνο ο ανεξάρτητος αυτοκράτορας Γκυ Σαντζέ, που προβαίνει στην κατάσχεση κτημάτων.
Ο
γιος του Σιγκαβάρα, ενισχύει ακόμα περισσότερο την αυτοκρατορική
εξουσία. Για να το επιτύχει υιοθετεί την άσκηση της εξουσίας από τα
παρασκήνια, καθώς γίνεται μοναχός σε μοναστήρι. Επίσης για να
απομακρύνει τους Φουτζιμάρα περνά την εξουσία στην πατρική γραμμή. Κατόπιν προσλαμβάνει συμβούλους του γένους Μιναμότο.
Ωστόσο στα μέσα του 12 αιώνα λήγει η περίοδος των μοναχών αυτοκρατόρων και η εξουσία περνά πάλι στα γένη.
Αξιοσημείωτο είναι πως η ποίηση αποτελούσε μέρος της καθημερινής κοινωνικής ζωής και του τελετουργικού.Οι διασημότερες γυναίκες ποιήτριες υπήρξαν η κυρία την τιμής Σουαγκόν με αρκετά προκλητικό και αισθησιακό ύφος. Όπως και η επίσης κυρία της τιμής, αλλά πιο δειλή στο γράψιμο Μουρασάκι Σικίμπου. Μάλιστα το βιβλίο της Μουρασάκι «Η αφήγηση του Γκέντζι»
θεωρήθηκε
από μερικούς λόγιους ως το πρώτο μυθιστόρημα του κόσμου, αλλά και το
μεγαλύτερο έργο ολόκληρης της ιαπωνικής λογοτεχνίας.
Στο κοινωνικό επίπεδο, οι αγρότες
αποτελούσαν τη μόνη παραγωγική τάξη, αλλά αντιμετωπίζονταν με μεγάλη
περιφρόνηση. Την εποχή του Χεϊάν η διάκριση μεταξύ ελευθέρων αγροτών και
δούλων είχε εξαφανιστεί και υπήρχαν μόνο δουλοπάροικοι. Οι μάζες γενικά
ζούσαν μέσα στην αθλιότητα.
Οι γυναίκες κατείχαν κατώτερη θέση και ο ρόλος τους ήταν να υπηρετούν τον άντρα, αλλά μπορούσαν να κατέχουν περιουσία.
Το πανεπιστήμιο της Χεϊάν
προπαρασκεύαζε ευγενείς για τις κρατικές θέσεις αλλά αργότερα παρήκμασε
και εγκαταλείφθηκε. Οι ευγενείς ίδρυσαν δικές τους ιδιωτικές σχολές.
Ο Σαϊτσό δημιουργεί τη βουδιστική αίρεση Τεντάι που θα εξελιχθεί στην ισχυρότερη και θα προσελκύσει λαϊκές μάζες.. Επίσης ο Κόνκαϊ θα δημιουργήσει την βουδιστική αίρεση Σινγκόν.
Ο βουδισμός επηρέασε τη Χεϊάν, επιβάλλοντας την καύση των νεκρών, την απαγόρευση της κρεοφαγίας και συχνά αντικατέστησε την ποινή του θανάτου με την εξορία.
Τον 10 αιώνα η εμφάνιση της λατρείας γύρω από την «άμωμη χώρα» του Βούδα Αμύντα έγινε η πιο δημοφιλής σε όλες τις τάξεις. Καθώς πρέσβευε πως όλοι οι άνθρωποι που έχουν αισθήματα έχουν θέση στον παράδεισο
Ωστόσο
την αρμονία ανάμεσα στις θρησκείες διαδέχεται η διαπάλη μεταξύ αιρέσεων
που θα δημιουργήσουν πανίσχυρους στρατούς και θα προβούν στη λεηλασία
των αντιπάλων τους.
Μεταξύ των ετών 981-1185 μ.Χ από το όρος Χιέν θα προβούν σε επιθέσεις εναντίον της κυβέρνησης και θα πολιορκούν τα ανάκτορα.
Από τον 11ο αιώνα αρχίζει η εποχή των φεουδαρχικών Σογκούν που θέτει τέρμα στην ειρήνη και στη γαλήνη της εποχής Χεϊάν.
Το 1180 μ.Χ το γένος Μιναμότο μετά από πενταετή μάχη εκμηδενίζεται από το αντίπαλο γένος Τάιρα. Οι νικητές επιτρέπουν στον αυτοκράτορα να διατηρήσει το θρόνο του, ενώ ο ηγέτης τους Μιναμότο Γιοριτόμο εγκαθιστά κυβέρνησή σε παραλιακή επαρχία.
Κάποια συμπεράσματα:
Η Ιαπωνία
μετά την περίοδο επιρροής και πολιτιστικών δανείων από τον κινέζικο
πολιτισμό, εισέρχεται σε περίοδο απομόνωσης. Αυτό έχει σαν συνέπεια την ειρηνική αυτόνομη ανάπτυξή της σε περιόδους που στον υπόλοιπο κόσμο επικρατούσε η βία και οι πόλεμοι.
Σαν
κοινωνία παρουσίαζε τεράστιες αντιθέσεις. Έτσι ενώ η πρωτεύουσα Χεϊάν
Κύο ανθεί και οι τέχνες μεγαλουργούν (αρχιτεκτονική, ποίηση κ.λ.π), στην
ύπαιθρο οι αγρότες αν και ήταν η ραχοκοκαλιά της χώρας,
αντιμετωπίζονταν με περιφρόνηση και επιβίωναν δύσκολασε βαθμό που να μετατραπούν σε δουλοπάροικους.
Στην κορυφή της ιεραρχίας έχουμε μια διαπάλη μεταξύ αυτοκρατόρων και ισχυρών γενών, όπως οι Φουτζιμάρα, οι Μιναμότο και οι Τάιρα.
Επίσης καθοριστικό ρόλο παίζει η θρησκεία κι ενώ από τη μια μεριά
συνέβαλε στη μετατροπή της ποινής του θανάτου σε εξορία από την άλλη η
δημιουργία αιρέσεων με ιδιωτικούς στρατούς, αποτελεί παράγοντα
αποσταθεροποίησης. Από τον 11ο αιώνα, όταν η αυτοκρατορία παρακμάζει έχουμε την εμφάνιση των φεουδαρχικών Σογκούν.
Σταχυολόγηση σημαντικών Ιστορικών στιγμών από 1.000-1.300 μ.Χ
Το 1.185 μ.Χ διαδραματίστηκε η ναυμαχία στο στενό της Τανούρα, μεταξύ των 2 σημαντικότερων γενών της Ιαπωνίας
Τάιρα και
Μιναμότο, με νίκη των δεύτερων.
Το γεγονός επιφέρει την άνοδο μιας νέας οικογένειας στην εξουσία και
την ριζική αλλαγή στον τρόπο διακυβέρνησης, το σύστημα αξιών των
κυβερνώντων, την κατανομή του πλούτου, ακόμη και τις
θρησκευτικές πρακτικές. Η απεριόριστη αυτοκρατορική εξουσία
μετατοπίζεται στους πολεμικούς αρχηγούς των επαρχιών και η πολεμική
αρετή γίνεται αξία σημαντικότερη της καταγωγής.
Το βασικό αγροτικό προϊόν της Ιαπωνίας είναι το ρύζι, του οποίου η
πληθωρική καλλιέργεια βοηθά στην αντιμετώπιση του προβλήματος της
μειωμένης αγροτικής γης (μόνο το 1/6 του εδάφους προσφέρονταν για
καλλιέργεια). Το ρύζι αποτελεί βάση της οικονομίας και η πλειονότητα του
πληθυσμού αποτελεί αυτοσυντηρούμενους αγρότες. Η καλλιεργήσιμη γη είχε
χωριστεί σε μεγάλες ιδιοκτησίες, που άνηκαν στην αριστοκρατία, την
αυτοκρατορική οικογένεια, τους μεγάλους ναούς και τα μοναστήρια. Οι
ιδιοκτήτες γης ζούσαν κατά κανόνα στην
πρωτεύουσα Κιότο και
έπαιρναν μερίδιο από το ρύζι που παρήγαγαν οι εκτάσεις τους, είτε
χρήματα από την πώλησή του. Οι πραγματικοί διαχειριστές αυτών των
εκτάσεων ήταν οι ισχυροί τοπικοί άρχοντες – μέλη κάποιου πολεμικού
γένους, Τάιρα ή Μιναμότο. Δεν ήταν απλά έμμισθοι διαχειριστές αλλά
αναλάμβαναν και την άμυνα της περιοχής, ενώ στις ειρηνικές περιόδους
ασκούσαν διοικητικά καθήκοντα, επέβαλαν την τάξη και ήταν υπεύθυνοι για
την απονομή δικαιοσύνης. Η δύναμη και η εξουσία τους ήταν τελικά πολύ
μεγαλύτερη από αυτή των τυπικών ιδιοκτητών.
Οι πρόγονοι του τελευταίου αυτοκράτορα
Αντόκου, που σκοτώθηκε στη
ναυμαχία της Νταννούρα
(σε ηλικία 7 ετών), είχαν κυβερνήσει τη χώρα για 1.000 έτη. Τα
τελευταία 400 απ’ αυτά, στην περίοδο Χεϊάν, η Αυλή και οι μεγάλες
αριστοκρατικές οικογένειες είχαν έδρα το
Κιότο.
Τον 12ο αιώνα η αριστοκρατία κατέληξε βαθμιαία να εξαρτάται από τα 2 πανίσχυρα γένη, Τάιρα και Μιναμότο.
Στην πρωτεύουσα είχαν καθήκον να προστατεύουν τον αυτοκράτορα και να
επιβάλλουν ειρήνη. Στην ύπαιθρο να καταπνίγουν τις τοπικές εξεγέρσεις
και να προστατεύουν τις μεγάλες γαιοκτησίες.
Η αριστοκρατία προσέβλεπε για την προστασία της στους πολεμιστές
τους οποίους αντιμετώπιζε με περιφρόνηση. Ωστόσο, πριν το τέλος του
αιώνα η εξουσία «γλίστρησε» βαθμιαία στα χέρια των πολεμιστών.
Ήδη στα μέσα του 12 αιώνα, ο
αυτοκράτορας είχε γίνει
συμβολική μάλλον μορφή.
Είχε γίνει κανόνας να παραιτείται όποιος μονάρχης ήθελε να παίξει
ενεργό πολιτικό ρόλο και να κινεί τα νήματα από τα παρασκήνια. Όμως η
συνύπαρξη με το συνήθως νεαρής ηλικίας διάδοχο, συχνά οδηγούσε σε
συγκρούσεις ανάμεσα στις διάφορες φατρίες της Αυλής για την πραγματική
εξουσία, ανάμεσα σε παλιό και νέο αυτοκράτορα.
Δίπλα στους πόλους εξουσίας αναπτύχθηκε μια πανίσχυρη και δυσκίνητη
γραφειοκρατία. Οι πιο σημαντικές θέσεις μεταβιβάζονταν από πατέρα σε γιο
και οι προαγωγές εξαρτιόνταν κυρίως από την ύπαρξη ισχυρών προστατών. Η
ζωή αυτής της αυστηρά κυριαρχικής γραφειοκρατίας ρυθμίζονταν από ένα
αυστηρό και άκαμπτο πρωτόκολλο που καθόριζε σχεδόν τα πάντα.
Στα πνευματικά ζητήματα, οι Ιάπωνες ήταν πάντα ελαστικοί και ανεκτικοί. Ο
βουδισμός διαδόθηκε από την Ινδία μέσω της Κίνας και
έγινε επίσημη θρησκεία τον 8ο αιώνα, χωρίς όμως ποτέ να αντιμετωπιστεί ως η μοναδική αυθεντική θρησκεία. Η συνύπαρξη με το
σιντοϊσμό υπήρξε πάντοτε αρμονική, ενώ απήχηση είχε και ο ηθικός κώδικας του
κομφουκιανισμού. Ωστόσο, οι
βουδιστικοί ναοί
κυριαρχούσαν στο θρησκευτικό κατεστημένο. Οι ηγούμενοι συμμετείχαν
ενεργά στην πολιτική ζωή, οι μοναχοί και οι μοναχές ήταν συνήθως
ευγενείς – ακόμη και αυτοκράτορες – ενώ τα μεγάλα κτήματα τους
εξασφάλιζαν άφθονο πλούτο. Παράλληλα είχαν
ιδιωτικούς στρατούς από
πολεμιστές – μοναχούς.
Αυτοί οι στρατοί όταν θίγονταν τα συμφέροντα του μοναστηριού δεν
δίσταζαν να βαδίσουν εναντίον της πρωτεύουσας, να συγκρουστούν με τον
τακτικό στρατό ή να επιτεθούν στους μοναχούς άλλου θρησκευτικού
ιδρύματος.
Με την απώλεια του ελέγχου της χώρας απ’ την Αυλή, οι χωρίς πόρους
στρατιώτες επιδίδονταν σε ληστείες και οι ακτές ήταν γεμάτες πειρατές.
Στην ύπαιθρο κυριαρχούσαν οι ισχυροί τοπικοί άρχοντες, που ενδιαφέρονταν
περισσότερο για τη συγκέντρωση κύρους και πλούτου παρά για την εκτέλεση
των δημόσιων καθηκόντων τους. Επίσης ισχυρίζονταν ότι είχαν πριγκιπική
καταγωγή. Πολλοί απ’ αυτούς τους πρώην ευγενείς – ανάμεσα τους πολλοί
Τάιρα και Μιναμότο – επέλεγαν το στρατιωτικό επάγγελμα και γίνονταν
σαμουράι, δηλαδή πολεμιστές που ζούσαν με έναν κώδικα συμπεριφοράς βασισμένο στην πειθαρχία, την αυτοθυσία και το θάρρος.
Για ένα διάστημα τα 2 ισχυρά γένη συνυπήρχαν ανταγωνιστικά,
επιδιώκοντας την προστασία της Αυλής, αλλά μια σειρά από σύντομες πλην
όμως ιδιαίτερα βίαιες συγκρούσεις τους έκαναν εχθρούς. Στην δεκαετία του
1150 μ.Χ η Αυλή είχε διαιρεθεί σε δύο εχθρικά στρατόπεδα. Οι Τάιρα
επικράτησαν συντρίβοντας τους Μιναμότο, σε βαθμό που πίστευαν ότι δε θα
ξανασήκωναν κεφάλι. Κατόπιν οι Τάιρα εγκαταστάθηκαν στο
Κιότο ως κύριοι, διορίζοντας στις βασικές θέσεις συγγενείς και στέλνοντας οπαδούς τους να διοικήσουν τις επαρχίες.
Όμως, οι
Μιναμότο ανασυγκροτούνται από τον
Μιναμότο Γιοριτόμο, στις επαρχίες της ανατολικής Ιαπωνίας. Το 1.180 μ.Χ βαδίζουν εναντίον των
Τάιρα κι όταν συντρίβονται ο Γιοριτόμο καταφέρνει να διαφύγει στη
χερσόνησο Άπυα.
Εκεί δημιουργεί βάση και προχωράει σε ανασυγκρότηση, αποκαθιστά επαφές
με παλιούς οπαδούς των Μιναμότο και κερδίζει την υποστήριξη των
αντιπάλων των Τάιρα. Κατόπιν, επιλέγει την πόλη
Καμακούρα, που
βρίσκεται εκτός εμβέλειας των Τάιρα, 480 χλμ από το Κιότο, και το 1.180
μ.Χ μπαίνει στην πόλη με 27.000 άντρες. Οι πολεμικοί αρχηγοί που
συντάχθηκαν μαζί του το έκαναν μάλλον από συμφέρον. Πριν το τέλος του
1.180 μ.Χ νικά μια δύναμη των Τάιρα και προχωρά σε συμφιλίωση παλιών
ανταγωνιστών. Για να εξασφαλίσει την πίστη και να επιβάλει την τάξη
ανάμεσα στους οπαδούς του, συγκροτεί τη στρατιωτική υπηρεσία
σαμουράι – ντοκόρο (
υπηρεσία πολεμιστών).
Μεταξύ 1.181-1.183 μ.Χ συγκροτεί βαθμιαία τη διοίκηση της
Καμακούρα και
σταθεροποιεί τον έλεγχο των Μιναμότο στις ανατολικές επαρχίες.
Ταυτόχρονα κερδίζει ολοένα και περισσότερο την υποστήριξη των ευγενών
του Κιότο, που επιθυμούν να απαλλαγούν από τους Τάιρα. Όταν αποκτά την
υποστήριξη της Αυλής προτείνει τη διαίρεση της αστυνόμευσης της
Ιαπωνίας, με τους Τάιρα ως προστάτες της Δύσης και τους Μιναμότο
προστάτες της Ανατολής. Η Αυλή δέχεται την πρόταση αλλά οι Τάιρα την
απορρίπτουν.
Στο τέλος του 1.183 μ.Χ οι Τάιρα αντιλαμβανόμενοι την αυξανόμενη
υποστήριξη προς τους Μιναμότο εγκαταλείπουν μαζικά το Κιότο προς τα
δυτικά οχυρά τους, παίρνοντας μαζί τους τον ανήλικο αυτοκράτορα Αντόκου
και τα αυτοκρατορικά εμβλήματα. Κατόπιν ο τέως αυτοκράτορας
Γκι-Σάρακα τους κηρύσσει παράνομους και καλεί το Γιοριτόμο να τους καταδιώξει. Ο αδελφός του Γιοριτόμο,
Γιοσιτσούνα, τους συντρίβει στη
ναυμαχία της Ντανούρα.
Μετά το γεγονός αυτό, στο
Γιοριτόμο δόθηκε η ανώτατη εξουσία
των ενόπλων δυνάμεων και του χορηγούνται εξουσίες για την εδραίωση και
τη διατήρηση της ειρήνης. Έτσι η χώρα τίθεται υπό τον έλεγχο
στρατιωτικής ολιγαρχίας. Ο Γιοριτόμο εκτιμά τη μόρφωση και προσλαμβάνει
πολλούς από τους καλύτερους αυλικούς αξιωματούχους στο επιτελείο του
στην Καμακούρα. Εφαρμόζει τις παραδόσεις και φημίζεται για την
ευθυκρισία και τη δικαιοσύνη του. Επεκτείνει τους αποδοτικούς
διοικητικούς και νομικούς μηχανισμούς σε όλη τη χώρα. Από την κατανομή
της εξουσίας ωφελούνται τόσο το Κιότο όσο κι η Καμακούρα. Έτσι κερδίζει
την εμπιστοσύνη των ιερέων, των μοναχών και των πολεμικών γενών.
Το 1.192 μ.Χ ο αυτοκράτορας απονέμει στον Γιοριτόμο τον τίτλο
Σεϊταϊσογκούν («
ο στρατάρχης που υπέταξε τους βαρβάρους»).
Το 1.199 μ.Χ ο Γιοριτόμο πεθαίνει πάνω στο αποκορύφωμα της δόξας
του. Όμως το σύστημα που δημιούργησε επέζησε διαμορφώνοντας την πολιτική
και την κουλτούρα της Ιαπωνίας στους κατοπινούς αιώνες.
Μετά το θάνατο του Γιοριτόμο, η εξουσία περνάει στα χέρια της χήρας του
Μασάκο,
η οποία αποδεικνύεται το ίδιο αν όχι περισσότερο ικανή στην
διακυβέρνηση με τον άντρα της. Διορίζει βογκούν ένα παιδί της και
αντιβασιλιά της κυβέρνησης της Καμακούρα τον αδελφό της. Μετά το θάνατο
του τελευταίου, η αντιβασιλεία έγινε κληρονομικό αξίωμα και παρέμεινε
στα χέρια της οικογένειας
Χότζα επί έναν και επιπλέον αιώνα. Οι
Χατζή αν και σύμμαχοι των Μιναμότο ήταν στην πραγματικότητα Τάιρα. Στα
ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια η ιεραρχία διαμορφώθηκε ως εξής.:
- Ο αυτοκράτορας ήταν αρχηγός του κράτους, αλλά ουσιαστικά είχε ρόλο θρησκευτικού αρχηγού.
- Ο παραιτημένος αυτοκράτορας ακολουθούσε και προήγαγε τα συμφέροντα του αυτοκρατορικού οίκου.
- Ο σογκούν κατείχε πολλές διοικητικές αρμοδιότητες και ήταν ο επικεφαλής της στρατιωτικής κυβέρνησης της Καμακούρα.
- Ο αντιβασιλιάς ήταν ο άνθρωπος που στην πραγματικότητα ασκούσε την εξουσία.
Το 1.221 μ.Χ ο τέως αυτοκράτορας
Γκι – Τάμπα συγκροτεί δικό
του στρατό, με στόχο την αποκατάσταση της κυριαρχίας του αυτοκρατορικού
οίκου. Μαζί του συντάσσονται επαρχιακά μοναστήρια με μεγάλο αριθμό
μοναχών-πολεμιστών. Καταγγέλλει τον αντιβασιλιά Χότζο ως αντάρτη και
καλεί την χώρα να τον υποστηρίξει. Η εξέγερση καταπνίγεται και ο
αυτοκράτορας, ο τέως αυτοκράτορας και πολλά μέλη της αυτοκρατορικής
οικογένειας εξορίζονται σε μακρινά νησιά. Κατόπιν ο αντιβασιλιάς,
επιστρέφοντας στην Καμακούρα εξορίζει ή εκτελεί όσους διαφωνούντες είχαν
εμπλακεί στην εξέγερση και κατάσχει τα κτήματά τους. Αυτή η κίνηση
κατάσχεσης έγινε σε μια κρίσιμη περίοδο, καθώς τα κτήματα μοιράζονται
στον αυξανόμενο πληθυσμό πολεμιστών, ώστε να εξασφαλιστεί η
νομιμοφροσύνη τους. Επίσης ένα ένοπλο τμήμα εγκαταστάθηκε στην
πρωτεύουσα Κυότο.Από πολιτιστική άποψη οι 2 κοινωνίες φαίνεται να ανήκουν σε διαφορετικούς κόσμους. Η
Καμακούρα βασίζεται στις παραδοσιακές στρατιωτικές αξίες και δεν επεδείκνυε αγάπη για την πολυτέλεια. Στο
Κυότο
οι αριστοκράτες αγαπούσαν τα ωραία πράγματα, τις πολυτελείς ενδυμασίες,
τις γιορτές, τα συμπόσια και τους ποιητικούς διαγωνισμούς.
Περιφρονούσαν ως βάρβαρους τους πολεμιστές της Καμακούρα αλλά τους
αναγνώριζαν την καλή διακυβέρνηση. Στην Καμακούρα οι αποφάσεις
παίρνονταν συλλογικά και τα διατάγματα ψηφίζονταν ομόφωνα. Την πολιτική
της Καμακούρα εφάρμοζαν οι υπάλληλοι του μπακούφου που περιόδευαν τη
χώρα.
Το 1.232 μ.Χ το συμβούλιο του κράτους εκδίδει το έγγραφο που έγινε γνωστό ως
Τυπικό Τζούι,
μια συλλογή κανόνων, συστάσεων και πρακτικών νόμων. Βασίζονταν στις
αρχές του Γιοριτόμο για την απονομή δικαιοσύνης στους βασάλους του. Τώρα
ακόμα κι ο πιο ταπεινός χωρικός έλπιζε σε δίκαιη μεταχείριση, καθώς δεν
ήταν πια δεμένος σ’ ένα συγκεκριμένο κομμάτι γης. Μπορούσε να το
πουλήσει και να μετοικήσει σε μια νέα περιοχή που ξεχερσώθηκε γη για
καλλιέργεια.
Κιότο και Καμακούρα, αλληλεπιδρούν το ένα στην άλλη και την αμοιβαία
περιφρόνηση βαθμιαία αντικατέστησε ένα αίσθημα σεβασμού. Οι πολεμιστές
Καμακούρα
εδραιώθηκαν ως νέα άρχουσα τάξη και αναπτύχθηκε ένα νέο είδος
λογοτεχνίας, που εκθείαζε τα κατορθώματα των σαμουράι. Οι αγράμματοι
σαμουράι δεν άργησαν να μάθουν γραφή και ανάγνωση. Οι νεώτερες γενιές
της κάστας των πολεμιστών άρχισαν να επιδιώκουν την πολυτέλεια. Οι
τεχνίτες γνώρισαν ευημερία χωρίς προηγούμενο. Αυξήθηκαν οι παραγγελίες
προς τους γλύπτες ξύλινων αγαλμάτων, που οι πλούσιοι πρόσφεραν στους
ναούς, γεγονός που προκάλεσε αναγέννηση στη γλυπτική. Επίσης η ζωγραφική
έγινε ζωντανή και ρεαλιστική. Η τάξη των εμπόρων ανέρχεται και το 1.251
μ.Χ ο αντιβασιλιάς ιδρύει ξεχωριστή εμπορική συνοικία και δίνει στους
εμπόρους το αποκλειστικό δικαίωμα να οργανώνουν αγορές. Οργανώνονται
εμπορικές ενώσεις ή συντεχνίες γνωστές ως
ΖΑ. Παράλληλα ανθεί το
εξωτερικό εμπόριο, καθώς βουδιστές Ιάπωνες μοναχοί συμβάλουν στη
δημιουργία καλύτερων σχέσεων με τη νότια Κίνα των Σονγκ. Όμως η
αυξανόμενη ζήτηση ειδών πολυτελείας δύσκολα μπορούσε να ικανοποιηθεί από
μια περιορισμένη αγροτική οικονομία.
Το 1.257 μ.Χ η περιοχή της Καμακούρα συγκλονίζεται από ισχυρό σεισμό
και 2 χρόνια αργότερα ξεσπά μια επιδημία και ένας λιμός. Εμφανίζεται
έλλειψη εργατικών χεριών, σε βαθμό που δόθηκε αμνηστία σε φυλακισμένους
για να δουλέψουν. Επίσης το Κυότο βρίσκεται στα πρόθυρα της αναρχίας.
Ξεσπούν συγκρούσεις μεταξύ μοναστηριών και αυτοκρατορικού οίκου και
κατά την περίοδο της μεγάλης πείνας επενέβη η Καμακούρα για να σώσει την
Αυλή.
Εμφανίζονται νέες απλοποιημένες μορφές βουδισμού και νέες αιρέσεις.: Το 1.175 μ.Χ εμφανίζεται η
αίρεση της άμωμης γης,
που ανησυχεί σοβαρά τον ορθόδοξο βουδιστικό κλήρο. Το 1.201 μ.Χ ο
κλήρος πείθει τον αυτοκράτορα και εξορίζει τον αρχηγό της αίρεσης ενώ
αποκεφαλίστηκαν μερικοί από τους πιο εξέχοντες πιστούς. Ωστόσο, η αίρεση
επέζησε και έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της θρησκευτικής ζωής της
Ιαπωνίας. Άλλη διαδεδομένη μορφή βουδισμού υπήρξε το
Ζεν. Ο
επίσημος κλήρος πυρπόλησε αρκετά μοναστήρια της, αλλά η αίρεση άνθησε
υπό την προστασία των σαμουράι. Τρίτη αίρεση ήταν αυτή
του Λωτού, ιδρύθηκε από τον
μοναχό Ντισίρου, που επιθυμούσε να εξαλείψει τους άλλους κλάδους.
Το 1.268 μ.Χ ο
Κουμπλάι Χαν, ζητά φόρο υποτέλειας, όμως το
Μπακούφου δεν καταδέχτηκε να απαντήσει.
Το 1.274 μ.Χ οι
Μογγόλοι εισβάλουν στην
Κυοσού, οι
Ιάπωνες τους αντιμετωπίζουν ηρωικά για 2 μέρες, με μεγάλες απώλειες.
Ωστόσο ξεσπά τυφώνας που καταστρέφει τη δύναμη εισβολής και περίπου
13.000 Μογγόλοι πνίγηκαν. Μετά το γεγονός, η Καμακούρα συγκροτεί μεγάλο
στρατό και κατασκευάζει νέα οχυρά. Στο τέλος του 1.280 η αυτοκρατορική
αυλή συνειδητοποιεί την απειλή και θέτει όλα της τα εισοδήματα στη
διάθεση του μπακούφου.
Ο Κουμπλάι Χαν στέλνει δύο επιστολές που ζητά η Ιαπωνία να γίνει
φόρου υποτελής και τις 2 φορές οι επιστολές καταστράφηκαν και οι
απεσταλμένοι Μογγόλοι αποκεφαλίστηκαν. Έτσι το 1.280 μ.Χ 150.000
Μογγόλοι, Κινέζοι και Κορεάτες αποβιβάζονται στο
Κυοσού. Ακολουθεί
μάχη 50 ημερών,
στη συνέχεια νέος τυφώνας καταστρέφει τους εισβολείς και οι Μογγόλοι
στρέφονται σε απελπισμένη φυγή κάτω από τα βέλη των Ιαπώνων. Σύμφωνα με
τους Ιάπωνες τα 4/5 των εισβολέων χάθηκαν. Ο τυφώνας ονομάστηκε
καμικάζε (
θεϊκός άνεμος), ενώ οι Ιάπωνες χαλάρωσαν την επαγρύπνησή τους μόλις το 1.300 μ.Χ, 6 χρόνια μετά το θάνατο του Κουμπλάι Χαν.
Όμως ο πόλεμος έριξε τη χώρα στο χάος. Οι ιερείς έγειραν αξιώσεις
καθώς υποστήριζαν ότι οι προσευχές τους προκάλεσαν τον καμικάζε. Τα
ταμεία ήταν άδεια και όλη η χώρα είχε φτωχύνει. Πολλοί άντρες είχαν
χαθεί κι η καλλιέργεια της γης είχε ουσιαστικά σταματήσει. Η δυσαρέσκεια
μεγάλωσε και βαθμιαία υπονομεύτηκε η επιρροή του μπούφου, από ευγενείς
του Κιάτο και δυσπραγούντες στρατιωτικούς υποτελείς. Η διαφθορά
εξαπλώνεται.
Το 1.333 μ.Χ οι εχθροί του μπακούφου συγκροτούν συνασπισμό:
δυσαρεστημένοι επαρχιακοί στρατιωτικοί άρχοντες συνωμότησαν με μέλη της
αριστοκρατίας. Συγκρότησαν στρατό και βάδισαν εναντίον της Καμακούρα,
κατέλαβαν και έκαψαν την πόλη. Ο τελευταίος αντιβασιλιάς Χότζο και 200
πιστοί ακόλουθοί του προτίμησαν την αυτοκτονία. Ωστόσο, το σογκουνάτο
δεν έσβησε.
Ακολούθησαν 50 έτη αναταραχής και αγώνες για την εξουσία ανάμεσα στην αριστοκρατία και τοπικούς επαρχιακούς άρχοντες.
Την δεκαετία του 1.390 μ.Χ το γένος
Ασικάγκα αποκτά τον
έλεγχο. Αυτή τη φορά το μπακούφου κυβερνά από το Κιότο. Για μια ακόμα
φορά η αυτοκρατορική Αυλή βυθίστηκε στο σκοτάδι. Η στρατιωτική εξουσία
στην Ιαπωνία θα διαρκούσε πολύ.
Κάποια συμπεράσματα:
Πριν το τέλος του 12ου αιώνα η εξουσία γλιστρά από τα
χέρια της αριστοκρατίας σε αυτά των πολεμικών γενών. Τα 2 σημαντικότερα
γένη υπήρξαν των Τάιρα και των Μιναμότο. Όμως η ναυμαχία στα στενά της
Τανούρα το 1.185 μ.Χ καθιστά τους δεύτερους κυρίαρχους υπό την ηγεσία
του Γιοριτόμο Μιναμότο. Με την εκχώρηση εξουσιών από τον αυτοκράτορα στο
πρόσωπο του, η χώρα περνά υπό τον έλεγχο της στρατιωτικής ολιγαρχίας
και δίπλα στο Κιότο προβάλει ως ισχυρότερος πόλος εξουσίας η Καμακούρα. Ο
Γιοριτόμο εξασφάλισε αποτελεσματική διοίκηση ενώ οι απόγονοί του
εκδώσαν το τυπικό Τζούι που βασίζονταν στις αρχές και φαίνεται πως
ευνοούσε ακόμα και τους απλούς χωρικούς.
Πολιτισμικά, η αριστοκρατία με την πολυτέλεια και την κουλτούρα της
διέφερε πολύ από τους λιτούς και πειθαρχημένους άντρες των γενών, αλλά
την αρχική περιφρόνηση φαίνεται πως σταδιακά αντικατέστησε ο αμοιβαίος
σεβασμός. Εξάλλου από ένα σημείο και έπειτα πρέπει να υπήρχαν και
επιρροές του ενός προς τον άλλον. Στο επίπεδο της θρησκείας ο βουδισμός
είναι η επίσημη αλλά όχι η μόνη αυθεντική θρησκεία της Ιαπωνίας. Η
εμφάνιση όμως βουδιστικών αιρέσεων αντιμετωπίζεται με καχυποψία και
εχθρότητα από τον επίσημο κλήρο.
Οι 2 εισβολές των Μογγόλων το 1.274 & 1.280 μ.Χ
αντιμετωπίστηκαν, αλλά έριξαν τη χώρα στο χάος. Συνέπεια της αταξίας που
ακολούθησε ήταν η δυσαρέσκεια για τους Μιναμότο και η καταστροφή της
Καμακούρα από συνασπισμό εχθρών τους. Ωστόσο τα πολεμικά γένη συνέχισαν
να ασκούν την εξουσία και το 1.390 εμφανίζεται το γένος των Ασικάγκα.
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΦΟΥΤΖΙ ΤΟΜΟ ΚΑΖΟΥ