Μεσημεράκι Σαββάτου, και αφού περιηγηθήκαμε ακόμη μία φορά στο ωραιότερο
– δεν είναι υπερβολή – αρχαιολογικό μουσείο του κόσμου με την ωραιότερη
θέα του πλανήτη – ούτε αυτό είναι υπερβολή –, ανεβήκαμε στον τελευταίο
όροφο για ένα πρόχειρο, νομίζαμε, γεύμα.
Η ευρύχωρη αίθουσα ήταν ήδη γεμάτη καθ' ότι οι αλλοδαποί επισκέπτες γευματίζουν νωρίς, χωρίς φασαρία και φωνές, με σερβιτόρους που έμοιαζαν να εκτελούν χορευτικές φιγούρες ανάμεσα στα τραπέζια, καλογυαλισμένοι, πολύγλωσσοι, χαμογελαστοί, με την έκφραση του συνεπούς επαγγελματία που σπάνια συναντάς σ’ αυτή τη χώρα.
Η ευρύχωρη αίθουσα ήταν ήδη γεμάτη καθ' ότι οι αλλοδαποί επισκέπτες γευματίζουν νωρίς, χωρίς φασαρία και φωνές, με σερβιτόρους που έμοιαζαν να εκτελούν χορευτικές φιγούρες ανάμεσα στα τραπέζια, καλογυαλισμένοι, πολύγλωσσοι, χαμογελαστοί, με την έκφραση του συνεπούς επαγγελματία που σπάνια συναντάς σ’ αυτή τη χώρα.
Από τις μεγάλες τζαμαρίες έμπαινε και
καθόταν παρέα στο τραπέζι σου η Ακρόπολη, στο πιάτο, τόσο κοντά που, να,
αν απλώσεις το χέρι, χαϊδεύεις τη δεξιά κολόνα του Παρθενώνα.
Οι άνθρωποι. Της απόλυτης ανωνυμίας, κατ' απαίτηση των
ιδίων. «Ο στόχος δεν είναι να φανούμε ως άτομα. Είμαστε κομμάτι του
μουσείου, της ζωντανής ελληνικής κουζίνας, ήρθαμε για να αποδείξουμε ότι
μπορούμε να διαχειριστούμε την ελληνική παράδοση με σύγχρονη ματιά
χρησιμοποιώντας εξαιρετικές τοπικές πρώτες ύλες, να διατηρήσουμε αυστηρά
την εποχικότητα των πιάτων, να δείξουμε ακόμη ένα κομμάτι του
πολιτισμού μας.
Να φανταστείς, τη Σαρακοστή, όλα τα πιάτα ήταν νηστίσιμα εκτός από ένα-δύο για τους επίμονους κρεοφάγους» μου είπε η υπεύθυνη του εστιατορίου. Σέβομαι την παράκληση-απαίτηση και δεν αποκαλύπτω ονόματα, εκτός από τον Στέφαν Ανδρέου, τον νεαρό υπεύθυνο για την κουζίνα σεφ, έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις. Πάντως, ο επαγγελματισμός και ο σεβασμός σε έμψυχο και άψυχο υλικό φωνάζουν από μακριά. Το φαγητό. Δεν ξέρω τι θα έπρεπε να πρωτογράψω. Οτι τα κουλούρια Θεσσαλονίκης ζυμώνονται και ψήνονται καθημερινά στους φούρνους τους για να σερβιριστούν με γλυκιά γραβιέρα, ότι με τον ελληνικό καφέ της χόβολης προσφέρουν φρεσκοφτιαγμένο παστέλι απίστευτης νοστιμιάς ή ότι τα τσιπς – ναι, τα πατατάκια – κόβονται στο χέρι και τηγανίζονται λίγα λεπτά προτού σερβιριστούν;
Στη... σοβαρή κουζίνα τώρα οι εκπλήξεις ακολουθούν η μία την άλλη. Φάβα σαντορινιά με αγκιναράκι τηνιακό τουρσί από τα χέρια τους, φακοσαλάτα με γαύρο αρωματισμένο με βότανα, χταποδάκι μαγειρεμένο με μελιτζάνες και πράσινες ελιές και ζουμερά μπιφτέκια σχάρας ήταν τα πρώτα πιάτα που απολαύσαμε χωρίς να αφήσουμε ούτε ένα σπυρί της ευγένειας στο πιάτο.
Από τον «επίσημο» κατάλογο της Παρασκευής το λαβράκι φιλέτο καπνισμένο σε φύλλα ευκαλύπτου με σάλτσα μελισσόχορτου και μελιτζάνα ήταν απλά συγκινητικό και τα αρώματά του τόσο διεγερτικά της όρεξης και τόσο ιδανικά συνδυασμένα που μας έστειλαν αδιάβαστους. Το αυτό συνέβη και με τις εξαιρετικές ισορροπίες σε αρώματα και υφές που είχε το συκώτι με πορτοκάλι και πιπεριές. Το σέρβις. Μπορείς με 40 άτομα στην κουζίνα και στο σερβίρισμα να εξυπηρετείς χωρίς καθυστερήσεις, με χαμόγελο και υποδειγματικό επαγγελματισμό 1.500 σε μέσο όρο άτομα ημερησίως; Ναι, και το αποδεικνύουν καθημερινά και έμπρακτα οι εργαζόμενοι στο συγκεκριμένο εστιατόριο. Το κρασί. Ξεκινώντας από 15 ευρώ για έναν λευκό Ορεινό Ηλιο ή 21 ευρώ για το λευκό Thema από το Κτήμα Παυλίδη ή 17 ευρώ για τη Μαντίνεια του Νασιάκου, μπορώ να πω ότι οι τιμές είναι πολύ φιλικές στον καταναλωτή. Οι τιμές. Σαλάτες 5,5-7,50 ευρώ, πρώτα 6,5-9,5 ευρώ, κύρια 7,50-9,50 ευρώ. Στον κατάλογο της Παρασκευής – που το εστιατόριο μένει ανοιχτό ως τα μεσάνυχτα για δείπνα με Ακρόπολη και φεγγαράδα – οι τιμές σε κάποια κύρια πιάτα φτάνουν τα 22 ευρώ. Τελική εκτίμηση. Αν είναι να απολαύσω ένα γεύμα με εξαιρετική πρώτη ύλη, ελληνική γεύση και συγκλονιστική θέα, θα πάω χωρίς δεύτερη σκέψη στο Μουσείο της Ακρόπολης. Το ίδιο και αν αποφασίσω να δείξω σε αλλοδαπό φίλο τι σημαίνει ολοκληρωμένη εικόνα της Αθήνας που αγαπάω. Δεν μπορώ να μην τον περάσω από αυτό το εστιατόριο.
Η υπεύθυνη ομάδα αποδεικνύει ότι όλες οι δικαιολογίες για τιμές, κόστη και άλλα συναφή είναι παραμύθια, παραδίδοντας μαθήματα ελληνικής γευσης υψηλής ποιότητας καθημερινά σε πάνω από 1.000 επισκέπτες.
Οδός Διονυσίου Αρεοπαγίτου 15, Αθήνα.
Δεν χρειάζεται να πληρώσετε εισιτήριο για να ανεβείτε στο εστιατόριο. Για το βράδυ της Παρασκευής πραγματοποιούνται τηλεφωνικές κρατήσεις τις ημέρες και ώρες λειτουργίας του Μουσείου στο τηλ. 210 9000.915πηγή το βήμα.
Να φανταστείς, τη Σαρακοστή, όλα τα πιάτα ήταν νηστίσιμα εκτός από ένα-δύο για τους επίμονους κρεοφάγους» μου είπε η υπεύθυνη του εστιατορίου. Σέβομαι την παράκληση-απαίτηση και δεν αποκαλύπτω ονόματα, εκτός από τον Στέφαν Ανδρέου, τον νεαρό υπεύθυνο για την κουζίνα σεφ, έπειτα από σκληρές διαπραγματεύσεις. Πάντως, ο επαγγελματισμός και ο σεβασμός σε έμψυχο και άψυχο υλικό φωνάζουν από μακριά. Το φαγητό. Δεν ξέρω τι θα έπρεπε να πρωτογράψω. Οτι τα κουλούρια Θεσσαλονίκης ζυμώνονται και ψήνονται καθημερινά στους φούρνους τους για να σερβιριστούν με γλυκιά γραβιέρα, ότι με τον ελληνικό καφέ της χόβολης προσφέρουν φρεσκοφτιαγμένο παστέλι απίστευτης νοστιμιάς ή ότι τα τσιπς – ναι, τα πατατάκια – κόβονται στο χέρι και τηγανίζονται λίγα λεπτά προτού σερβιριστούν;
Στη... σοβαρή κουζίνα τώρα οι εκπλήξεις ακολουθούν η μία την άλλη. Φάβα σαντορινιά με αγκιναράκι τηνιακό τουρσί από τα χέρια τους, φακοσαλάτα με γαύρο αρωματισμένο με βότανα, χταποδάκι μαγειρεμένο με μελιτζάνες και πράσινες ελιές και ζουμερά μπιφτέκια σχάρας ήταν τα πρώτα πιάτα που απολαύσαμε χωρίς να αφήσουμε ούτε ένα σπυρί της ευγένειας στο πιάτο.
Από τον «επίσημο» κατάλογο της Παρασκευής το λαβράκι φιλέτο καπνισμένο σε φύλλα ευκαλύπτου με σάλτσα μελισσόχορτου και μελιτζάνα ήταν απλά συγκινητικό και τα αρώματά του τόσο διεγερτικά της όρεξης και τόσο ιδανικά συνδυασμένα που μας έστειλαν αδιάβαστους. Το αυτό συνέβη και με τις εξαιρετικές ισορροπίες σε αρώματα και υφές που είχε το συκώτι με πορτοκάλι και πιπεριές. Το σέρβις. Μπορείς με 40 άτομα στην κουζίνα και στο σερβίρισμα να εξυπηρετείς χωρίς καθυστερήσεις, με χαμόγελο και υποδειγματικό επαγγελματισμό 1.500 σε μέσο όρο άτομα ημερησίως; Ναι, και το αποδεικνύουν καθημερινά και έμπρακτα οι εργαζόμενοι στο συγκεκριμένο εστιατόριο. Το κρασί. Ξεκινώντας από 15 ευρώ για έναν λευκό Ορεινό Ηλιο ή 21 ευρώ για το λευκό Thema από το Κτήμα Παυλίδη ή 17 ευρώ για τη Μαντίνεια του Νασιάκου, μπορώ να πω ότι οι τιμές είναι πολύ φιλικές στον καταναλωτή. Οι τιμές. Σαλάτες 5,5-7,50 ευρώ, πρώτα 6,5-9,5 ευρώ, κύρια 7,50-9,50 ευρώ. Στον κατάλογο της Παρασκευής – που το εστιατόριο μένει ανοιχτό ως τα μεσάνυχτα για δείπνα με Ακρόπολη και φεγγαράδα – οι τιμές σε κάποια κύρια πιάτα φτάνουν τα 22 ευρώ. Τελική εκτίμηση. Αν είναι να απολαύσω ένα γεύμα με εξαιρετική πρώτη ύλη, ελληνική γεύση και συγκλονιστική θέα, θα πάω χωρίς δεύτερη σκέψη στο Μουσείο της Ακρόπολης. Το ίδιο και αν αποφασίσω να δείξω σε αλλοδαπό φίλο τι σημαίνει ολοκληρωμένη εικόνα της Αθήνας που αγαπάω. Δεν μπορώ να μην τον περάσω από αυτό το εστιατόριο.
Η υπεύθυνη ομάδα αποδεικνύει ότι όλες οι δικαιολογίες για τιμές, κόστη και άλλα συναφή είναι παραμύθια, παραδίδοντας μαθήματα ελληνικής γευσης υψηλής ποιότητας καθημερινά σε πάνω από 1.000 επισκέπτες.
Οδός Διονυσίου Αρεοπαγίτου 15, Αθήνα.
Δεν χρειάζεται να πληρώσετε εισιτήριο για να ανεβείτε στο εστιατόριο. Για το βράδυ της Παρασκευής πραγματοποιούνται τηλεφωνικές κρατήσεις τις ημέρες και ώρες λειτουργίας του Μουσείου στο τηλ. 210 9000.915πηγή το βήμα.