Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

11.1.21

ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΠΙΟ αληθινής ιστορίας του κόσμου. Διονυσία και Επίκουρος.

 

Δέκατο ένατο Μέρος. 

Σύνδεση με το προηγούμενο.  Ο τύπος ήταν απίστευτος!! εντωμεταξύ υπήρχε κάποιος μικρός που βοηθούσε στο σερβίρισμα, Κωστάκη τον φώναζαν, και όλη την ώρα δάσκαλε και δάσκαλε αποκαλούσε τον Πέπο. Του είπαμε την αλήθεια, δηλαδή αυτό που είχε καταλάβει, πως ήμασταν αδέρφια. Με το που το άκουσε αυτό προς μεγάλη μας έκπληξη συννέφιασε το πρόσωπο του. 

Απευθυνόμενος στην μητέρα σου είπε, να υποθέσω πως τα μαύρα είναι για τον σύζυγό σας; Το ναι της μητέρας σου κατάλαβα πως τον πίκρανε πολύ, η δεύτερη ερώτηση που έκανε, κάπως συνεσταλμένα οφείλω να ομολογήσω, ήταν, άρα ήταν ο πατέρας της κοπέλας που είχατε την προηγούμενη φορά μαζί σας; Η απάντηση ήταν πάλι ναι, μετά από αυτό η ατμόσφαιρα βάρυνε λίγο. Φώναξε κοντά του εκείνον τον μικρό που τον αποκαλούσε Κωστάκη, και του είπε να ετοιμάσουν για μας φρούτα. Ζήτησε συγγνώμη για τις αδιάκριτες ερωτήσεις που έκανε και μας συλλυπήθηκε. Αν δεν άνοιγα πάλι τη συζήτηση για το δώρο που είχαμε γι' αυτόν δε νομίζω πως θα το θυμόταν, τον είχε κλονίσει ο θάνατος του πατέρα σου. Η Μυρτώ δεν μπόρεσε να μην σκεφτεί εκείνη τη στιγμή το ποσό παράξενα παιχνίδια παίζει η ζωή στους ανθρώπους, που να ξέρει ο Πέπος πως θανών ήταν ο άνθρωπος που του είχε στερήσει την αδερφή που τόσο πολύ ήθελε, και πως αυτόν τον άνθρωπο τον είχε συναντήσει όταν είχε πάει την κοπέλα του στο νοσοκομείο και πως ο γυναικολόγος που την είχε εξετάσει ήταν το ίδιο πρόσωπο; Ο θείος της διέκοψε τις σκέψεις της επιζητώντας την προσοχή της για να συνεχίσει την αφήγηση. Όταν λοιπόν του θύμισαν πως είχαν γι' αυτόν κάποιο δώρο επανήλθε στο πρόσωπο του το χαμόγελο. 

Σηκώθηκε για να χαιρετήσει κάποιες παρέες που έφευγαν και με την πρώτη ευκαιρία επέστρεψε πάλι κοντά μας. Με το που επέστρεψε πήρε ένα σοβαρό ύφος και μας είπε πως ήθελα να μας ζητήσει μια χάρη, γεμάτοι απορία περιμέναμε ν' ακούσουμε ποια ήταν η χάρη που θα μας ζητούσε. Μας παρακάλεσε να του επιτρέψουμε να μας κάνει το τραπέζι!! Επέμενε τόσο πολύ που μας έφερε σε δύσκολη θέση. Η Μυρτώ ήταν γεμάτη αγωνία, ανυπομονούσε να μάθει τη συνέχεια. Δεν επιμείναμε εκείνη τη στιγμή γιατί θεωρήσαμε πως είχε έρθει η ώρα να του παραδώσουμε το δώρο σου. Όταν του παρέδωσα το δώρο, και του είπα πως είναι από σένα Μυρτώ, έλαμψε το πρόσωπο του, πήρε, με ευλάβεια θα έλεγα, την τσάντα και την κρατούσε στην αγκαλιά του. Απευθυνόμενος στην μητέρα σου ρώτησε αν θα ήταν αγένεια να μην ανοίξει εκείνη τη στιγμή το δώρο γιατί ήθελε να το κάνει το βράδυ που θα ήταν μόνος. Εντωμεταξύ σ' ένα μικρό τραπέζι απέναντι από μας, καθόταν ένας γέροντας που αποκαλούσε τον Πέπο Σπύρο παιδί μου, και ο Πέπος τον αποκαλούσε Πατροκοσμά. Το περιβάλλον ήταν πολύ ζεστό, οικογενειακό θα έλεγα νόμιζες πως οι πελάτες ήταν καλεσμένοι στο σπίτι του Πέπου γιατί όλοι οι τουρίστες έπιαναν μαζί του φιλική κουβέντα και καταλάβαινες πως δεν ήταν απλά μια εμπορική σχέση. 

Ειδικά με μια παρέα 5 ατόμων που θα πρέπει να ήταν Σκανδιναβοί, 3 παιδιά και δύο γονείς ήταν τέτοια η σχέση που νομίσαμε πως θα πρέπει να ήταν συγγενείς. Κι όμως ήταν απλοί πελάτες οι οποίοι είχαν έρθει για πρώτη φορά στην Ελλάδα και στην ταβέρνα ήταν η τρίτη φορά όπως μας είπε ο Πέπος. Κάναμε ξανά μια προσπάθεια να τον πείσουμε να πληρώσουμε χωρίς φυσικά αποτέλεσμα. Στην κουβέντα παρενέβη και ο Πατροκοσμάς λέγοντας μας πως είναι μάταιο να επιμένουμε γιατί ο Σπύρος ήταν ξεροκέφαλος, τον γνώριζε καλά και μας ζήτησε να αποδεχθούμε την πρόταση του.

Με το που ήρθε ο Πέπος ρώτησε να μάθει ποιο είναι το όνομα της κοπέλας που του έστειλε το δώρο, και για ποιο σκοπό βρισκόταν εκτός Ελλάδας!! Εγώ και η μητέρα σου κοιταχτήκαμε γεμάτοι απορία και γι' αυτό τον ρώτησα από πού αντλεί το συμπέρασμα πως η κοπέλα βρίσκεται εκτός Ελλάδας; Αυθόρμητα μας είπε πως αν η κοπέλα ήταν στην Ελλάδα θα ήταν σίγουρα μαζί τους, δεύτερον το δώρο θα το έδινε η μητέρα της και όχι ο θείος και πως η τσάντα που είχε μέσα το δώρο έκανε μπαμ πως ήταν από Αμερική!! Για μία ακόμα φορά αγαπημένη μου ανιψιά είπα, ο τύπος είναι απίστευτος!! Σηκώθηκα και του έσφιξα το χέρι λέγοντας, συγχαρητήρια είσαι πολύ παρατηρητικός, έπρεπε να ήσουν ερευνητής. Εδώ θα επιτρέψετε σ' εμένα τον αφηγητή να πως πως το ποίημα που έγραψε χρόνια αργότερα ο Επικούρειος Πέπος με τίτλο "ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑ" οφείλεται σ' αυτή τη συνάντηση. Κλείνω την παρένθεση και αφήνω τον θείο να συνεχίσει. Μας ευχαρίστησε επανειλημμένα για το δώρο, και ζήτησε να μάθει αν θα μπορούσε να με ξαναδεί πριν αναχωρήσω για την Αμερική γιατί κάτι ήθελε να στείλει σε σένα Μυρτώ, αν του το επιτρέπαμε φυσικά, φυσικά και του το επιτρέψαμε και ιδού το δώρο που κρατάς στα χέρια σου είναι από τον Πέπο. Αυτά είναι τα νέα αγαπημένο μου παιδί από τον Πέπο. 

Ως Επίλογο θα συμπλήρωνα πως τη χάρηκα αρκετά αυτή τη συνάντηση με το Πέπο, διέκρινα σ' αυτόν πως είναι πολύ παρατηρητικός, έχει δίψα για μάθηση, έχει μια καλοσύνη και αγαθή ψυχή που τα διακρίνεις αμέσως στο πρόσωπο του και στο βλέμμα του. Του υποσχέθηκα πως όταν επισκέπτομαι την Αθήνα θα τον αναζητώ πάντα, να μην ξεχάσω να σου πω πως έκανε και σε μένα ένα δώρο, ήταν ο όρκος του Ιπποκράτη και όταν μου το έδωσε μου είπε: ''γιατρέ ελπίζω κάθε φορά που σας επισκέπτεται κάποιος ασθενής να μην ξεχνάτε τον όρκο του Ιπποκράτη''. Με λίγα λόγια θεωρώ πως στην Αθήνα απέκτησα έναν καινούριο φίλο. Όταν ο θείος αναχώρησε η Μυρτώ έβαλε την κασέτα στο κασετόφωνο και ο χώρος πλημμύρισε από υπέροχες μελωδίες, το μυαλό της έτρεχε στην Αθήνα στο Pepos Restaurant, δεν βιαζόταν καθόλου ν' ανοίξει το δώρο του Πέπου, ήθελε να παρατείνει την αγωνία της. Η ιστορία συνέχιζε να είναι συναρπαστική και παράλληλα συγκλονιστική. 

Ας αφήσουμε όμως την Μυρτώ λίγο πριν ανοίξει το δώρο του Πέπου και ας επιστρέψουμε στο PEPOS RESTAURANT Διονυσίου Αρεοπαγίτου 18.

10.1.21

ΔΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΟ ΜΕΡΟΣ της πιο συναρπαστικής ιστορίας του πλανήτη. Διονυσία και Επίκουρος.

Δέκατο Όγδοο Μέρος. Σύνδεση με το προηγούμενο, Την επόμενη της άφιξης στο Γιοχάνεσμπουργκ, της γιαγιάς και της εγγονής, ο Ντέρικ τηλεφώνησε στον Επίκουρο για να τον ευχαριστήσει για την ανεπανάληπτη φιλοξενία που είχαν προσφέρει στην μητέρα του και στην κόρη του.

Ας επιστρέψουμε όμως στην Αμερική κοντά στην Μυρτώ η οποία ξεκίνησε την εργασία της με πολύ καλή διάθεση στο ερευνητικό κέντρο εξωσωματικής, και σύντομα δρομολόγησε να συναντηθεί με τον θείο της τον Ιπποκράτη προκειμένου να συζητήσει μαζί του την πρόθεση της να επιστρέψει στην Ελλάδα. Δυστυχώς ο θείος της δεν μπόρεσε να παραβρεθεί στην κηδεία του πατέρα της γιατί εκείνη την ημέρα ήταν ο κύριος ομιλητής σε ένα συνέδριο καρδιολογίας που γινόταν στο Τόκιο της Ιαπωνίας. Αφού άκουσε με προσοχή τα επιχειρήματα της  ανιψιάς του την συμβούλευσε κι αυτός όπως η μητέρα της, να μην πάρει βιαστικές αποφάσεις για τις οποίες αργότερα θα μετάνιωνε, τις είπε επίσης πως η μητέρα της έχαιρε άκρας υγείας και συν το χρόνο θα ήταν σε θέση να διαχειριστεί σωστά την απώλεια του πατέρα της.

Όλα αυτά που άκουγε από τον θείο της ήταν λογικά, έπρεπε να πάρει λίγο χρόνο πριν πάρει την τελική της απόφαση. Ανακοίνωσε στον θείο της πως τα ερχόμενα Χριστούγεννα σκόπευε να επισκεφθεί τη Νότια Αφρική, αυτό δεν φάνηκε περίεργο στον θείο της γιατί εκτός από την σχέση που είχε η οικογένεια της με την οικογένεια της Nanas και του Ian λόγω της DENISE, γνώριζε το ποσό αγαπούσε η ανιψιά του τα ταξίδια, το πόσο ήθελε να ανακαλύπτει και να εξερευνά καινούργιους προορισμούς. Την αγαπούσε πολύ την ανιψιά του, του θύμιζε την μητέρα του, είχε πάρει πολλά χαρίσματα από την γιαγιά της. Ένιωθε πάντα μεγάλη ευθύνη γι' αυτήν γιατί αυτός ήταν η αιτία που ήρθε στην Αμερική, ειδικά τώρα που δεν είχε τον πατέρα της ένιωθε πως θα έπρεπε να επωμιστεί -- διακριτικά βέβαια -- κι αυτόν τον ρόλο.

Ως νέα επιστήμων ήταν πολύ αφοσιωμένη και είχε μπροστά της ένα λαμπρό μέλλον, ήταν ήδη μία κορυφαία ερευνήτρια, οι συνάδελφοι της μιλούσαν γι' αυτήν με τα καλύτερα λόγια. Ήταν πολύ δραστήρια, πολύ όμορφη, πολύ χαρισματική, και κυρίως με ένα αγγελικό πρόσωπο που είχε πάντα ένα χαμόγελο, ήταν η δική του Καρυάτιδα.

Η Μυρτώ έτρεφε κι αυτή συναισθήματα αγάπης και σεβασμού για τον θείο της, δεν ξεχνούσε άλλωστε το ποσό της είχε συμπαρασταθεί στα πρώτα χρόνια της άφιξης της στην Αμερική. Μετά από αυτή τη συνάντηση ρίχτηκε με τα μούτρα στην εργασία της και στην οργάνωση του ταξιδιού. Εντωμεταξύ σχεδόν σε καθημερινή βάση επικοινωνούσε με την μητέρα της, αυτή την επαφή την είχε ανάγκη η μητέρα της και η ίδια. Η μητέρα της την ενημέρωσε πως οι ετοιμασίες για το μνήμα του πατέρα της είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί και πως όλα ήταν έτοιμα για το μνημόσυνο. Της είπε επίσης πως είχε μιλήσει με τον μαρμαρά για το Στάθι και Οίκτιρον. Η ίδια δεν θα μπορούσε δυστυχώς να παραβρεθεί, δεν μπορούσε να ζητήσει πάλι άδεια, ωστόσο τα καλά νέα ήταν πως θα πήγαινε στην Ελλάδα για το μνημόσυνο ο θείος της. Με τον θείο της βρήκε την ευκαιρία να στείλει ένα μικρό δωράκι και ένα γράμμα στον δάσκαλο!! Δεν ξεχνούσε πως ο ίδιος της είχε κάνει δώρο εκείνη την κασέτα με τις υπέροχες μουσικές που άκουγε σχεδόν σε καθημερινή βάση. Συναντήθηκε ξανά με τον θείο της την προηγούμενη της αναχώρησης του για την Ελλάδα γιατί ήθελε να του δώσει το δώρο για την μητέρα της και για τον δάσκαλο. Όταν ο θείος πήρε τις τσάντες στα χέρια του κοντοστάθηκε λίγο και πολύ διακριτικά ρώτησε την Μυρτώ: συμβαίνει κάτι μ' αυτόν τον Pepo; Σαστισμένη η Μυρτώ του είπε: σαν τι να συμβαίνει θείε; Προς στιγμήν τα έχασε γιατί πέρασε από το μυαλό της πως ο θείος της ήταν γνώστης της ιστορίας των διδύμων. Ο θείος πρόσεξε την ταραχή της, και δήθεν αθώα την ρώτησε, σ' αρέσει τόσο πολύ; Τώρα κατάλαβε τι εννοούσε ο θείος της και η καρδιά της ήρθε στη θέση της. Χαμογέλασε και του εξήγησε πώς γνωρίστηκαν και το δώρο που της είχε κάνει, αυτός ήταν και ο λόγος που του έστελνε κι αυτή το δικό της δώρο, αυτό ήταν όλο. Εννοείται πως απέκρυψε από τον θείο της την αλήθεια, αφού δεν γνώριζε κάτι δεν θεώρησε σωστό να του κάνει κάποια αναφορά. 

Όταν χώρισε με τον θείο της αυθόρμητα ρώτησε τον εαυτό της. Αυτό ήταν όλο; Αναρωτήθηκε μήπως ο θείος της είδε κάτι που δεν μπορούσε να δει η ίδια; Ήθελε μήπως να κρύψει κάτι; Αυτό το ενδεχόμενο δεν την είχε απασχολήσει καθόλου, ή τουλάχιστον έτσι ήθελε να πιστεύει. Από την πρώτη στιγμή που συνάντησε τον δάσκαλο τον συμπάθησε, αυτό ήταν αλήθεια, όλη αυτή την συμπάθεια την απέδωσε στο συναίσθημα της συμπόνιας που ένιωθε γι' αυτόν τον νεαρό λόγω της γνωστής ιστορίας. Όση ώρα έμειναν κοντά τους όταν είχαν επισκεφτεί το PEPOS RESTAURANT της είχε κάνει μεγάλη εντύπωση, αυτό ήταν αλήθεια, ήταν καλός συζητητής, και παρά το νεαρό της ηλικίας του φαινόταν ενημερωμένος για αρκετά θέματα. Αντικειμενικά ήταν ένας πολύ ενδιαφέρον άνθρωπος, είχε επίσης καλό γούστο στις γυναίκες γιατί θυμήθηκε την μαυρομαλλούσα που συνάντησαν εκεί η οποία δεν ήταν απλώς όμορφη, ήταν θεά. Τα συναισθήματα της ήταν λίγο μπερδεμένα, έβαλε την κασέτα να παίζει και στάθηκε γυμνή μπροστά στον καθρέφτη, κάρφωσε το βλέμμα της στο είδωλο της και το ρώτησε, τι συμβαίνει;

Απάντηση δεν έλαβε, απλά η κοπέλα που ήταν μέσα στον καθρέφτη χαμήλωσε τα μάτια και ντύθηκε. Η γυμνή αλήθεια δεν εμφανίστηκε.

Οι μήνες περνούσαν και η ζωή της κυλούσε ομαλά, όπως πριν, το μόνο αξιοσημείωτο που είχε μεσολαβήσει ήταν η επιστροφή του θείου Ιπποκράτη από την Ελλάδα και τα νέα του από την συνάντηση που είχε με τον Πέπο. Ο θείος ήταν κι αυτό ενθουσιασμένος από αυτή τη γνωριμία, ο Πέπος ήταν ωραίος τύπος και έξω καρδιά. Είχαν επισκεφτεί το Pepos Restaurant με την αδερφή του, δηλαδή την μητέρα της Μυρτούς για να παραδώσουν στο Πέπο το δώρο και με την ευκαιρία να δειπνήσουν μια και η Νεφέλη του είχε πει τα καλύτερα λόγια για τα σπιτικά φαγητά που είχαν δοκιμάσει την πρώτη φορά. Τώρα αρχίζει η εξιστόρηση της συνάντησης προς την Μυρτώ.

Ιπποκράτης:

Λοιπόν Μυρτώ κάθισε να σου πω τα νέα, με το που αντίκρισε την μητέρα σου, την θυμόταν πολύ καλά, χάρηκε πάρα πολύ, το έβλεπες αυτό στο πρόσωπο του, αυτός ο νέος έχει ένα πρόσωπο που δεν μπορεί να κρύψει τίποτα, η πρώτη ερώτηση που έκανε ήταν για σένα Μυρτώ μου, ρώτησε πως δεν ήταν μαζί μας και η κόρη μας!!  Προφανώς νόμισε πως η μητέρα σου ήταν η γυναίκα μου. Του είπαμε πως θα του εξηγήσουμε και μας οδήγησε στον κήπο, απ' ό,τι μου είπε η μητέρα σου καθίσαμε τυχαία στο ίδιο τραπέζι που είχατε καθίσει μαζί. Αφού πήραμε τα σχετικά εδέσματα, τυροπιτάκια της γιαγιάς, Προδόρπιο των Θεών, σαλάτα χωριάτικη και σουτζουκάκια σμυρνέικα μας έφερε και ροζέ οίνο. Κατά την διάρκεια που εξυπηρετούσε τους υπόλοιπους πελάτες παρατήρησα πως έριχνε κλέφτες ματιές σε μένα και την μητέρα σου. Όταν βρήκε χρόνο τον καλέσαμε να καθίσει κοντά μας γιατί κάτι είχαμε για ' αυτόν. Για μένα; Ρώτησε γεμάτος απορία, και συνέχισε λέγοντας, συγγνώμη που θα το πω αλλά πιο πολύ γι' αδέρφια μοιάζετε παρά για ζευγάρι!! Ο τύπος ήταν απίστευτος!! εντωμεταξύ υπήρχε κάποιος μικρός που βοηθούσε στο σερβίρισμα και όλη την ώρα δάσκαλε και δάσκαλε τον αποκαλούσε. Του είπαμε την αλήθεια, δηλαδή αυτό που είχε καταλάβει, πως ήμασταν αδέρφια. Με το που το άκουσε αυτό προς μεγάλη μας έκπληξη συννέφιασε το πρόσωπο του. 

Κάπου εδώ θα σταματήσω την αφήγηση του δέκατου Όγδοου μέρους, σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

9.1.21

ΔΕΚΑΤΟ ΕΒΔΟΜΟ ΜΕΡΟΣ μιας ιστορίας που θ' αφήσει εποχή. ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ.

 

Δέκατο έβδομο Μέρος, 

καλημέρα στο Γοργογύρι, στη Νότια Αφρική, στην Κοζάνη, στην Ιαπωνία, στα Τρίκαλα, στην Φινλανδία, στη Μάνδρα, στον Αη Νικόλα, στο Λουτράκι, στη Νορβηγία, στη Φλώρινα, στην Ιταλία, στο Πήλιο, στη Νάξο, στο Τρύπιο Λιθάρι, στην Πιαλεία, στην Αμερική, στη Λήμνο, στην Αμοργό, στη Γαλλία, στο Κορωπάκι, στο Νέο Κόσμο, στη Σιάτιστα, στη Βέροια, στα Γιάννενα, στην Κρήτη, στην Χαλκιδική, στη Νάουσα, στη Νέα Σμύρνη και γενικότερα σε όλους τους φίλους του λεκανοπεδίου, στο Πυρί, στο Μαυρέλι με τα γευστικά μανιτάρια, και σε όλους τους Γοργογυραίους που βρίσκονται στην Γερμανία, στον κεφαλοπόταμο και σε όλους όσους νιώθουν ερωτευμένοι και δημιουργικοί. Επίσης πολλούς χαιρετισμούς στους απανταχού Έλληνες που για τους γνωστούς λόγους αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν, αλλά κουβαλούν μέσα τους την αγάπη για την πατρίδα.

Συνέχεια. Ας αφήσουμε την Μυρτώ να περιμένει τις αποσκευές της και ας επιστρέψουμε πίσω στην Αθήνα σε μία ακόμα επίσκεψη αγαπημένων φίλων από Νότια Αφρική. Αυτή τη φορά ο Επικούρειος Πέπος είχε τη χαρά να υποδεχθεί την μητέρα του φίλου του και την κόρη του, την πολυαγαπημένη στον Πέπο Τζένη που είχε γνωρίσει από το πρώτο ταξίδι του ζευγαριού στην Αθήνα. Τώρα πια ήταν στην εφηβεία και ήταν πολύ πολύ όμορφη. 

Ο DERRICK από τον πρώτο του γάμο είχε τρία παιδιά, η Τζένη ήταν από τον πρώτο γάμο, αλλά αγαπούσε την DENISE καλύτερα από την μητέρα της γιατί μαζί της μεγάλωσε, από τον πρώτο γάμο λοιπόν όπως προ είπα είχε τρία παιδιά, δύο αγόρια και ένα κορίτσι, Νίκολας, Αντώνης,Τζένη και δύο παιδιά με την DENISE την Χριστίνα και τον Τζόναθαν, που στην ουσία μεγάλωσε και τα πέντε γι' αυτό και την λατρεύουν.

Γιαγιά λοιπόν και εγγονή έφθασαν στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1987 προς το τέλος του μήνα, μιλάμε ίσως για τον πιο ζεστό μήνα τουλάχιστον τα τελευταία 200 χρόνια, το θερμόμετρο είχε φθάσει στους 45 βαθμούς, μιλάμε για μια Αθήνα που έβραζαν τα πάντα, ήταν κόλαση, τα air conditioning το 1987 στην Ελλάδα ήταν άγνωστα. Όταν έφτασαν λοιπόν οι φίλοι του και μπροστά στον κίνδυνο να συμβεί κάτι στην μητέρα του φίλου του, θα ήταν τότε 75 plus αποφασίζει ο Πέπος να πάρει την γιαγιά, την εγγονή, την γυναίκα του και την κόρη του και να φύγουν για το Γοργογύρι, τότε δεν είχε ακόμα τους τίτλους που έχει σήμερα, ούτε Μαγευτικό ούτε Πανέμορφο, αυτοί οι τίτλοι ήρθαν μετά από τον Θεόφραστο όπως προ είπα.

Τέτοιον καύσωνα δεν είχε ξαναζήσει η Ελλάδα, ειδικότερα το μεγάλο δράμα ήταν στην Αθήνα, εκείνο το τελευταίο 10ημερο του Ιουλίου η Ελλάδα θρήνησε 1300 νεκρούς, όλα αυτά μέσα σε λίγες μέρες..

Ποιος να το περίμενε: λίγες εβδομάδες νωρίτερα όλη η πόλη ήταν στους δρόμους, αυτήν τη φορά για να πανηγυρίσει την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Μπάσκετ. Ο καύσωνας έπληξε όλη τη χώρα το τρίτο και τελευταίο δεκαήμερο του Ιουλίου, περίοδο έναρξης διακοπών για χιλιάδες οικογένειες.

Τουλάχιστον στο χωριό θα ήταν σίγουρα καλύτερα, το Κερκέτιον όρος ανανέωνε τον αέρα και τα δύο ποτάμια δρόσιζαν όλο το χωριό.

Ο Επίκουρος και οι φιλοξενούμενοι του έμειναν στο χωριό λίγες μέρες για να περάσει η μπόρα του καύσωνα. Η γιαγιά και η Τζένη ήταν ενθουσιασμένες από την παραμονή τους στο χωριό, δεν είχαν ξαναβιώσει κάτι αντίστοιχο και τους άρεσε, κάθε μέρα ένιωθαν και καλύτερα. Η Τζένη συναντήθηκε και με τον μικρό Κωστάκη, Πλάτωνα τον αποκαλούν τώρα, το όνομα του το έδωσε ο δάσκαλος, ο Κωστάκης νομίζει πως τον ονόμασε Πλάτωνα γιατί έχει κι αυτός τη σοφία του αρχαίου φιλοσόφου, ενώ ο δάσκαλος τον ονόμασε Πλάτωνα επειδή έχει φαρδιές πλάτες, αλλά ο δάσκαλος δεν του λέει την αλήθεια για να μην τον στεναχωρήσει, εντωμεταξύ δεν μπορώ να καταλάβω πως ο μπαγάσας έχει καταφέρει να πείσει την σύζυγό του πως αυτός είναι ο σοφός της οικογένειας ενώ η γυναίκα του είναι πολλές κλίμακες πιο σοφή από αυτόν, αυτό το μυστήριο δεν μπόρεσα να το λύσω, τον Κωστάκη τον είχε γνωρίσει η Τζένη από την πρώτη φορά που είχε επισκεφτεί το Pepos Restaurant πριν 10 χρόνια.

Όταν ο καύσωνας υποχώρησε αναχώρησαν για την Αθήνα και την επόμενη για Ύδρα, Πόρο, Αίγινα. Στον Πόρο είχαν και μια ανεπιθύμητη συνάντηση, ο Επίκουρος συνάντησε έναν δήθεν ξάδερφό του που το έπαιζε εκεί γαμπρός και ιδιοκτήτης βάρκας, ο Επίκουρος έκανε πως δεν τον γνώριζε και του μίλαγε μόνο αγγλικά, το χαϊβανι πίστεψε πως απλά ήταν κάποιος που έμοιαζε πολύ στον ξάδερφο του και τους άφησε στην ησυχία τους.

Ήταν η περίοδος που τα νησιά βουλιάζαν από τουρισμό, παρ' αυτά πέρασαν πολύ ωραία, η δε κυρία WILTON παρά τα 75 plus συμμετείχε σε όλο το ταξίδι με νεανική διάθεση.

Την προηγούμενη της αναχώρησης τους για Νότια Αφρική η Τζένη ζήτησε από τον Επίκουρο να τους πάει στο θέατρο παραδοσιακών χορών Δώρα Στράτου, ήθελε να δει και η γιαγιά της τους πολύ ωραίους χορούς με τις κατά τόπους φορεσιές, και κυρίως ήθελε να βρεθεί η ίδια εκεί που είχε χάσει το δαχτυλίδι. Πράγματι επισκέφθηκαν το θέατρο έζησαν πολύ όμορφες στιγμές, στο τέλος οι θεατές χορεύουν μαζί με τους χορευτές, έγινε ένας μικρός χαμός. Γιαγιά και εγγονή ήταν συνεπαρμένες, κάθε μέρα που περνούσε η γιαγιά καταλάβαινε το γιατί ο γιος της η νύφη της και τα εγγόνια της ήταν ξετρελαμένοι με την Ελλάδα και την οικογένεια Γκοβίνα. Ήταν μια αξέχαστη βραδιά, μια βραδιά που μόνο σ' αυτό τον ευλογημένο τόπο μπορείς να ζήσεις την περίοδο του καλοκαιριού.

Την επόμενη, αργά το βράδυ ο Επίκουρος και η Λαμπρινή αποχαιρέτησαν τους φίλους τους στο αεροδρόμιο, γιαγιά και εγγονή αναχώρησαν με δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης. 

Όταν πέρασαν τον έλεγχο διαβατηρίων και χάθηκαν από το οπτικό τους πεδίο με βαριά καρδιά μπήκαν στο αυτοκίνητο τους και επέστρεψαν στη βάση τους, στην οδό Δεινοστράτου 51-53

Το επόμενο ταξίδι της Τζένης στην Ελλάδα έγινε λίγα χρόνια αργότερα με τον αρραβωνιαστικό της τον  Μαρκ, φυσικά και  φιλοξενήθηκαν από την οικογένεια του Επίκουρου στην οδό Δεινοστράτου.

Η Τζένη είχε γίνει πια μέλος της οικογένειας, τι όμορφος που είναι ο κόσμος όταν είναι ανθρώπινος, τι όμορφος που είναι ο κόσμος όταν ξέρεις πως κάποιοι άνθρωποι σ' έχουν κλείσει στην καρδιά τους και νιώθουν για σένα τόσο όμορφα συναισθήματα, πόσο όμορφος είναι ο κόσμος όταν οι φίλοι είναι πραγματικά αγαθοί και καλοί φίλοι, και πόσο πιο πολύ όμορφος γίνεται ο κόσμος όταν και οι φίλοι σου νιώθουν ακριβώς τα ίδια συναισθήματα με σένα!! Πόσο πιο όμορφος γίνεται ο κόσμος όταν μοιράζεσαι την αγάπη, τον σεβασμό, τη φιλοξενία, τις εμπειρίες, τις συζητήσεις, τις αγκαλίτσες, αχ πόσο απλή και όμορφη είναι η ζωή όταν δεν είμαστε άπληστοι και αχάριστοι.

Την επόμενη της άφιξης στο Γιοχάνεσμπουργκ, της γιαγιάς και της εγγονής, ο Ντέρικ τηλεφώνησε στον Επίκουρο για να τον ευχαριστήσει για την ανεπανάληπτη φιλοξενία που είχαν προσφέρει στην μητέρα του και στην κόρη του.

Για να αποδώσω τα του Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ θα πρέπει να αναφέρω πως τα συγχαρητήρια κυρίως ανήκουν στην Λαμπρινή γιατί αυτή ήταν η μάνα του λόχου και όχι μόνο!! Το μεγαλύτερο βάρος τις φιλοξενίας έπεφτε στις πλάτες της Λαμπρινής, αυτό το εκτιμούσαν σφόδρα όλοι οι φίλοι τους, Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί, Φινλανδοί, Ιάπωνες, Ισραηλινοί, Νότιο Αφρικανοί, Αυστραλιανοί κ.λπ. και γι' αυτό έτρεφαν για την Λαμπρινή μεγάλο σεβασμό και αγάπη. Αυτό το καταλαβαίνει κάποιος αμέσως όταν παραβρεθεί σε κάποια από τις συναντήσεις τους με τους ευλογημένους φίλους.  Όσο για τα φαγητά τι να πω; Όλοι γνωρίζουν πως το κατέχει το άθλημα η Λαμπρινή, βέβαια ο μεγάλος Chef Pepos the Great ήταν αυτός που της έμαθε τα μυστικά , την έκανε αστέρι, έγινε τόσο καλή που ξεπέρασε και τον δάσκαλο της.

Το θέμα της φιλοξενίας είναι μεγάλη υπόθεση και ο Επικούρειος Πέπος το έχει αναγάγει σε επιστήμη. Κάποια στιγμή ήταν στα σκαριά ν' ανοίξει κάποια σχολή όπου θα δίδασκε τους κανόνες της άριστης φιλοξενίας, δεν το έκανε γιατί έχασε πολλά εκατομμύρια σε ένα μουσικό μεζεδοπωλείο που άνοιξε με τον μικρό του αδερφό.

Οι λέξεις ξένος και φιλοξενία στην αρχαιότητα χρησιμοποιούνταν για να δηλώσουν στενές ανθρώπινες σχέσεις γεμάτες από δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις. Ειδικότερα η λέξη ξένος, σημαίνει αυτός που προέρχεται από άλλη χώρα, ο επισκέπτης αλλά και ο φίλος. Οι ξένοι προστατεύονταν στην αρχαιότητα από τον Ξένιο Δία, την Αθηνά αλλά και από τους Διόσκουρους (Κάστορα και Πολυδεύκη). Η κακή αντιμετώπιση του ξένου θεωρούνταν ύβρις. Η φιλοξενία ακολουθούσε μια ιεροτελεστία που παρεχόταν σε κάθε ξένο. πηγή. Βικιπαίδεια.

Καλός οικοδεσπότης είναι αυτός που με γενναιοδωρία θέλει να σε ευχαριστήσει κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο σπίτι του. Αυτός που «έχει σκεφτεί πριν από σένα για σένα» και δημιουργεί μια ατμόσφαιρα που σε κάνει να νιώθεις «Σαν στο σπίτι σου». Εσύ, όμως, πώς μπορείς να ανταποδώσεις την καλή φιλοξενία; Πηγή: iefimerida.

Σας χαιρετώ ο αφηγητής Πεπέ.

7.1.21

ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ ΜΕΡΟΣ της πιο αληθινής και συναρπαστικής ιστορίας του πλανήτη. ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ

Δέκατο έκτο Μέρος

Σύνδεση με το προηγούμενο:  Κρατήθηκα τελικά γιατί φοβήθηκα πως περισσότερη ζημιά θα έκανα παρά καλό. Ο θείος της συμφώνησε μαζί της και της επανέλαβε πως το σχέδιο που είχαν βάλει σε εφαρμογή έπρεπε να το εφαρμόσουν όπως το είχαν προγραμματίσει γιατί αυτό θα ήταν προς όφελος όλων. Συμφώνησαν και έκλεισαν το τηλέφωνο.

Η μητέρα της που ήταν πολύ καλή φιλόλογος, (δίδασκε στο Αρσάκειο αρκετά χρόνια,) της απάντησε αμέσως πως το Στάθι και Οίκτιρον σήμαινε 

Στάσου και δάκρυσε!!

Η Μυρτώ εξήγησε στην μητέρα της το που βρήκε αυτό το απόφθεγμα, καθώς επίσης και την φράση που ήταν από κάτω, γραμμένη και ήταν μόνο δύο λέξεις γεμάτες σημασία.

Ως Επίλογο!!

Η Νεφέλη γνώριζε πως το Στάθι και Οίκτιρον υπήρχε σε επιτάφιες στήλες στην αρχαιότητα.

Άρα μήπως ο σύζυγος της επιθυμούσε να αναγράφει το Στάθι και Οίκτιρον στο μνήμα του; Όσο ζούσε δεν της είχε αναφέρει κάτι. Και τώρα τι έπρεπε να κάνουν;

Οι δύο γυναίκες έκαναν τη δική τους ερμηνεία και θεώρησαν πως σωστά ερμήνευσαν την επιθυμία του συζύγου και πατέρα και αποφάσισαν να υιοθετήσουν αυτό το απόφθεγμα για την επιτύμβια στήλη στο μνήμα του αγαπημένου τους  πατέρα και συζύγου. Ο κύβος ερρίφθη. Θ α έγραφαν ''ΣΤΑΘΙ ΚΑΙ ΟΙΚΤΙΡΟΝ''

Η Νεφέλη πολύ θα ήθελε να κρατήσει κοντά της την κόρη της τουλάχιστον έως τα 40ήμερα, αλλά αυτό ήταν αδύνατον, η Μυρτώ σε τρεις μέρες έπρεπε να φύγει, να επιστρέψει στην εργασία της.

Το να φύγει και ν' αφήσει την μητέρα της στην κατάσταση που ήταν δεν το θεωρούσε σωστό η Μυρτώ, μέσα της ήταν μια μάχη σε εξέλιξη, έπρεπε να φύγει ή να μείνει; Μήπως αυτό που συνέβη ήταν ένας οιωνός επιστροφής; Μήπως ήταν καιρός να εγκαταλείψει την Αμερική και να επιστρέψει στην Ελλάδα; Πως να ξέρεις πιο είναι το σωστό όταν ξαφνικά χωρίς να υπάρχουν καθόλου σύννεφα στον ορίζοντα, ξεσπάει μία καταιγίδα και τα σαρώνει όλα; Πως να βάλεις τάξη στο μυαλό σου όταν ξαφνικά πρέπει να αντιμετωπίσεις μία κατάσταση που ναι μεν κάποια στιγμή θα τη ζούσες, αλλά αυτό το ξαφνικά ήταν που άλλαξε όλους τα δεδομένα.

Το κακό σενάριο στην υπόθεση της επιστροφής στην Ελλάδα για μόνιμη εγκατάσταση ήταν το επαγγελματικό κενό, εκείνη την εποχή (1977) η εξωσωματική στην Ελλάδα ήταν άγνωστη λέξη, επομένως τι θα έκανε; Θα πήγαιναν στράφι όλες οι σπουδές και οι έρευνες που είχε κάνει τόσα χρόνια; Ήταν σε μεγάλο δίλημμα.

Αν δεν είχε τόσο απρόοπτα μεσολαβήσει ο θάνατος του πατέρα της εννοείται πως το μέλλον της ήταν στην Αμερική.

Τώρα όμως; Είχε το ηθικό δικαίωμα ν' αφήσει την μητέρα της μόνη;

Το συζήτησε με την μητέρα της και η σοφή μανούλα τής είπε, η απόφαση είναι δική σου, εσύ ξέρεις τα δεδομένα, η όποια απόφαση σου δεν πρέπει να επηρεαστεί από την παρούσα κατάσταση, της πρότεινε να το ξανασκεφτεί και κυρίως να το συζητήσει με τον αδερφό της, τον θείο της τον Ιπποκράτη που σαν καρδιολόγος διέπρεπε στην Αμερική. Αυτός που ήταν πιο νηφάλιος θα την συμβούλευε σωστά, ναι πράγματι ο θείος είχε μία τετράγωνη λογική και η γνώμη του για την Μυρτώ ήταν νόμος, εξάλλου αυτός ο θείος ήταν που την επηρέασε να πάει στην Αμερική. 

Της επισήμανε επίσης πως είχαν χρόνο μπροστά τους, δεν υπήρχε λόγος για βιαστικές αποφάσεις, ας επέστρεφε με το καλό και θα αποφάσιζε όταν θα έπρεπε. Η Μυρτώ συμφώνησε πως αυτή η πρόταση της μητέρα της είχε μόνο λογικά επιχειρήματα, δεν έπρεπε να κάνει κάτι εν βρασμό ψυχής που λένε και οι δικηγόροι.

Τρεις μέρες μετά η Μυρτώ αποχαιρετούσε την μητέρα της στο αεροδρόμιο με προορισμό την Μασαχουσέτη της Αμερικής, το ταξίδι ήταν μέσω Νέας Υόρκης.

Η πτήση παρ' ό,τι ήταν αρκετές ώρες στην Μυρτώ φάνηκε πως ήταν το πιο σύντομο ταξίδι που είχε κάνει στη ζωή της, ο λόγος ήταν απλός, είχε να σκεφτεί πάρα πολλά και κυρίως να διαβάσει ξανά και ξανά το γράμμα του πατέρα της. Επίσης πολλές φορές έφερνε στο μυαλό της την εικόνα του ''δάσκαλου'' έτσι αποκαλούσε τον Πέπο, και κυρίως τα λεγόμενα του. Η φράση για το πόσο θα ήθελε να είχε μια αδερφή είχε σφηνωθεί για τα καλά στο μυαλό της.

Εκείνη τη στιγμή ενώ πετούσαν πάνω από τον Ατλαντικό ωκεανό μια ξαφνική εσωτερική λάμψη φώτισε το μυαλό της.

Όταν αποχαιρέτησε τον δάσκαλο της έκανε ένα μικρό δωράκι, ήταν μία κασέτα, είχε πει στον μικρό Κωστάκη το ποσό της άρεσε η μουσική που άκουγαν κατά την διάρκεια του φαγητού και ως φαίνεται ο μικρός το είπε στον δάσκαλο και αυτός με τη σειρά του θεώρησε πρέπον να της χαρίσει αυτή την κασέτα. Η κασέτα είχε μόνο ορχηστρικά κομμάτια του Χατζιδάκι, του Paul Mauriat, tou James Last, και του Σκαλκώτα τους Ελληνικούς χορούς, η κασέτα ήταν διάρκειας 90 λεπτών. Τώρα πρόσεξε πως στο εσωτερικό της κασέτας υπήρχε ένα μικρό κείμενο.

"Εύχομαι αυτές οι υπέροχες μουσικές να σας κρατήσουν συντροφιά τις ώρες που θα το έχετε ανάγκη"!!

Σας Χαιρετώ Πέπος.

Ήταν πολύ συγκινητικό, στα μάτια της κάποια δάκρυα δεν κρατήθηκαν και έκαναν την εμφάνιση τους στα μάγουλα της. Έβαλε την κασέτα στο γουώκμαν και αφέθηκε στην αγκαλιά της μουσική και του Πέπου, τώρα είχε την ανάγκη που ανέφερε ο δάσκαλος. 

Όταν η κασέτα τελείωσε, νοερά ταξίδεψε στο PEPOS RESTAURANT αγκάλιασε τον δάσκαλο και τον φίλησε.

Όταν το πλήρωμα σέρβιρε τον καφέ η Μυρτώ άρχισε να καταστρώνει το σχέδιο της, με την πρώτη ευκαιρία έπρεπε να επισκεφθεί τη Νότια Αφρική, έπρεπε να συναντήσει τους θετούς γονείς της DENISE είχε όλο το δικαίωμα να το κάνει, εξάλλου οι γονείς της είχαν βαπτίσει την μικρή DENISE.

Το ταξίδι αυτό τελικά άργησε λίγο να γίνει γιατί εντωμεταξύ συνέβησαν πολλά και διάφορα.

Ένα άλλο θέμα που απασχολούσε την Μυρτώ ήταν το πότε θα έπρεπε, και αν έπρεπε, να μάθουν την αλήθεια οι βιολογικοί γονείς της DENISE και φυσικά ο δίδυμος αδερφός της.

Τον πατέρα και τον αδερφό τους είχε γνωρίσει κατά την επίσκεψη της στο Pepos Restaurant, την μητέρα όμως δεν την είχε συναντήσει. Υπήρχαν πολλά έπρεπε, και απαντήσεις για την ώρα δεν είχε. Μ' αυτές τις σκέψεις ούτε που κατάλαβε το πότε έφθασε στον προορισμό της.

Κάπου εδώ θα σταματήσω την αφήγηση της πιο συναρπαστικής ιστορίας, αγαπητές μου Θάλεια και Φρύνη ο Επικούρειος Πέπος μου είπε να σας μεταφέρω την διαχρονική του αγάπη και τον θαυμασμό του για τις επιλογές σας, όπως έχω ξαναγράψει την ίδια έκπληξη μ' εσάς έχουν νιώσει όλοι όσοι έχουν διαβάσει αυτή την συγκλονιστική ιστορία, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας τα δεδομένα που έχουμε και όχι το τι θα μπορούσε να είχε συμβεί, αν δεν γινόταν εκείνο και αν γινόταν το άλλο. Με τα αν δεν πας στο Γοργογύρι. Μη ξεχνάς επίσης πως οι οιωνοί ήταν αυτοί που οδήγησαν τα πράγματα εκεί που τα οδήγησαν, και αν κρίνω από το τελικό αποτέλεσμα ίσως όλα αυτά να ήταν το τίμημα για τα ΥΠΕΡΟΧΑ που έζησε ο Επίκουρος και η οικογένειά του. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΡΟΣ μιας απίστευτης αλλά αληθινής ιστορίας. ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ


Δέκατο πέμπτο μέρος. Σύνδεση με το προηγούμενο.  Υποσχέθηκαν στην Νεφέλη πως με την πρώτη ευκαιρία θα επισκέπτονταν την Ελλάδα γιατί ήθελαν να αφήσουν λίγα λουλούδια στο μνήμα του υπέροχου φίλου τους. Το απόγευμα της ίδιας μέρας μετέβησαν με τον σύζυγό της στην Ελληνική εκκλησία που υπήρχε στην περιοχή και άναψαν δύο κεράκια στη μνήμη του αγαπημένου τους Αριστοτέλη.

Η Nana θυμήθηκε που τους είχε πει ο Αριστοτέλης πως το μυστικό του μικρού κοριτσιού το γνώριζαν μόνο 4 άτομα, ο Αριστοτέλης, ο αδερφός του, ο Ίαν και η ίδια, άρα η Νεφέλη προφανώς δεν γνώριζε τίποτα. Αποφάσισε να μην κάνει κάποια κουβέντα στη Νεφέλη εκτός και αν η ίδια άφηνε να εννοηθεί πως ήταν γνώστης της υπόθεσης. Η γνώμη του Ίαν ήταν πως έπρεπε να μιλήσουν στην φίλη τους, αν δεν γνώριζε ήταν καιρός να της πουν όλη την αλήθεια. Απλά αυτό δεν έπρεπε να ειπωθεί από το τηλέφωνο, ούτε και με κάποιο γράμμα, έπρεπε να ταξιδέψουν στην Ελλάδα, ήταν καιρός να προγραμματίσουν ένα ταξίδι στην Ελλάδα το αργότερο έως την ερχόμενη άνοιξη. Το παράξενο στην όλη υπόθεση του ζευγαριού ήταν το εξής. Όπως θυμόσαστε, η Nana δεν μπορούσε να μείνει έγκυος και γι' αυτό είχαν αποφασίσει [με την πρόταση του Αριστοτέλη] να υιοθετήσουν το χαριτωμένο κοριτσάκι. Όταν έφυγαν από την Ελλάδα για το Παρίσι το κοριτσάκι τους ήταν ήδη δεκαπέντε μηνών, ένα χρόνο μετά συνέβη κάτι απρόσμενο, όταν η Nana επισκέφτηκε τον γυναικολόγο της λόγω της καθυστέρησης που είχε στην περίοδό της ο γιατρός μετά τον υπέρηχο που της έκανε της ανακοίνωσε πως είναι έγκυος!!!

Αυτή η είδηση ήταν κεραυνός εν αιθρία για την Nana και τον σύζυγό της, τί ήταν αυτό άραγε που άλλαξε στον οργανισμό της κι αυτό που πριν ήταν ένα όνειρο απατηλό έγινε πραγματικότητα; Ο γιατρός μη γνωρίζοντας την ιστορία του πρώτου παιδιού ήταν γεμάτος απορία με την στάση του ζευγαριού, το θεωρούσε απόλυτα φυσιολογικό ενώ το ζευγάρι είχε μείνει έκπληκτο. Φυσικά και δεν ανάφεραν τίποτα στο γιατρό για τα περασμένα και απλά προσποιήθηκαν πως καθώς έπαιρναν όλα τα μέτρα προφύλαξης θεωρούσαν δεδομένο πως δεν υπήρχε περίπτωση εγκυμοσύνης. Στο συμπέρασμα που κατέληξαν ήταν το εξής: ως φαίνεται το θέμα ήταν ψυχολογικό, η απόκτηση του πρώτου παιδιού, έστω με υιοθεσία, απελευθέρωσε το ορμονικό σύστημα της γυναίκας με αποτέλεσμα να είναι τώρα σε θέση να μείνει έγκυος. Πόσο παράξενη και απρόβλεπτη είναι η ζωή μερικές φορές σκέφτηκε το ζευγάρι.

Όταν σε μεταγενέστερη επίσκεψη ο γυναικολόγος, με ένα πλατύ χαμόγελο τους ανακοίνωσε πως κυοφορούσε δίδυμα, έχασαν την λαλιά τους και ο σύζυγος και η εγκυμονούσα. Αυτό πια ήταν ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας και όχι πραγματικότητα, μα όλα τα παράξενα σε μας συμβαίνουν; είπε ο Ίαν στην σύζυγό του. Τον λόγο πήρε ο γιατρός λέγοντας, μα δεν είσαστε το πρώτο ούτε το τελευταίο ζευγάρι που θα κάνει δίδυμα; Σε λίγους μήνες, συγκεκριμένα σε 6 μήνες μετά τη διάγνωση πως κυοφορούσε δίδυμα, η Νana έφερε στον κόσμο δύο πανέμορφα κοριτσάκια, η DENISE απέκτησε δύο αδερφές, ήταν πολύ χαρούμενη, θα έχει παρέα δεν θα είναι πια μόνη της. Η κορυφαία παιδίατρος CHANTAL DANJOY που παρακολουθούσε την DENISE ήταν ενθουσιασμένη, η μικρή ήταν πανέξυπνη, πρότεινε στους γονείς του κοριτσιού να προσλάβουν κάποιον δάσκαλο μουσικής γιατί η ίδια είχε τελειώσει το ωδείο και κάποια χρόνια ήταν και καθηγήτρια μουσικής και είχε παρατηρήσει πως η μικρή είχε μία καλλιτεχνική έφεση. Οι γονείς έτσι κι αλλιώς αυτό το είχαν στα σχέδιά τους και το υλοποίησαν αμέσως. Η DENISE είχε πολύ καλή εξέλιξη στις μουσικές της σπουδές και όχι μόνο. Όταν η Nana βρέθηκε στο σπίτι με τα τρία παιδιά, ευτυχώς είχε πάντα την βοήθεια της Περσεφόνης, σκεφτόταν το πόσο είχε αλλάξει η ζωή της προς το καλύτερο μέσα σε λίγα χρόνια. Όλα αυτά τα χρωστούσαν στον Αριστοτέλη, αυτό δεν θα το ξεχνούσε ποτέ.

Ας επιστρέψουμε στην οδό Σπευσίπου, η Μυρτώ μετά την συνάντηση με την μητέρα της και την επικοινωνία με τους φίλους στη Νότια Αφρική κατέβηκε ξανά στην βιβλιοθήκη του πατέρα της για να συνεχίσει την έρευνα. Σε όσα πρόλαβε να διαβάσει δεν βρήκε κάτι σχετικό με την υπόθεση. Μιας και ήταν μόνη της επικοινώνησε με τον θείο της στα Τρίκαλα και τον ενημέρωσε για την συνάντηση που είχε με τον νεαρό Πέπο στη συνοικία των Θεών. Ο θείος ζήτησε να μάθει  ποια ήταν η εντύπωσή της από αυτή τη συνάντηση. Η Μυρτώ του είπε όλη την αλήθεια, θείε στο τσάκ κρατήθηκα, όταν ο νεαρός αναφέρθηκε στην ξαδέρφη του που αγαπούσε σαν αδερφή του και το πόσο θα ήθελε να έχει μία αδερφή ένιωσα έντονα την επιθυμία να τον πάρω στην αγκαλιά μου και να του πω όλη την αλήθεια. Κρατήθηκα τελικά γιατί φοβήθηκα πως περισσότερη ζημιά θα έκανα παρά καλό. Ο θείος της συμφώνησε μαζί της και της επανέλαβε πως το σχέδιο που είχαν βάλει σε εφαρμογή έπρεπε να το εφαρμόσουν όπως το είχαν προγραμματίσει γιατί αυτό θα ήταν προς όφελος όλων. Συμφώνησαν και έκλεισαν το τηλέφωνο.

Κάπου εδώ θα κάνω ένα διάλειμμα γιατί μ' αυτά που συμβαίνουν στην Αμερική ίσως χρειαστεί να επέμβει η Ο.ΚΡ.Α. Καλή τύχη και καλή συνέχεια, o Eπικούρειος Πέπος ευχαριστεί τις φίλες και τους φίλους που επικοινωνούν μαζί του και έχουν εκφράσει την επιθυμία να συναντηθούν με την DENISE όταν με το καλό έρθει στην Ελλάδα. Εκτός απροόπτου αυτό θα γίνει το ερχόμενο καλοκαίρι, πάντα βέβαια με την προϋπόθεση πως θα έχουμε απαλλαγεί από τον κορωνο'ι'ό. Σας χαιρετώ ο αφηγητής Πεπέ. ΥΓ. Πολλές ευχαριστίες από τον Επίκουρο στην ΚΙΚΗ [σύζυγο του πατρός Γεωργίου του Μνδραίου] για την φιλαναγνωσία της.

6.1.21

ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ της πιο συναρπαστικής ιστορίας του πλανήτη. ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ Ιανουάριος 2021

Μέρος δέκατο Τέταρτο, Θα μου επιτρέψετε πριν συνεχίσω να αναφέρω τις θερμές ευχαριστίες του Επίκουρου για την γραμματέα του, την πολύγλωσση Βίκυ [κοριτσάκι] γιατί η βοήθειά της ήταν πολύ σημαντική, ήταν αυτή που έκανε τις μεταφράσεις και ήταν πολύ καλή, ήταν από τις κορυφαίες μεταφράστριες. Ίσως κάποια στιγμή αναρτήσω και τις δικές της εντυπώσεις από το ταξίδι που έκανε μαζί με την κόρη μου στη Νότια Αφρική. 

Σύνδεση με το προηγούμενο.  Πλήρωσαν, και αφού χαιρέτησαν τον Μάστορα και την υπόλοιπη παρέα κατευθύνθηκαν προς τη έξοδο με την συνοδεία του Πέπου, στην έξοδο τις αποχαιρέτησε λέγοντας, ελπίζω να σας ξαναδούμε. Τον λόγο πήρε η Μυρτώ λέγοντας, θα τα ξαναπούμε σίγουρα δάσκαλε!!

Ας αφήσουμε την Μυρτώ και την μητέρα της και ας μεταφερθούμε στο ταξίδι της κόρης του Επίκουρου και της γραμματέας ου στη Νότια Αφρική. Η κόρη του περίπου στα 12 και η γραμματέας του περίπου στα 20. Δεν θα πω πολλά γι' αυτό το ταξίδι γιατί οι πλέον κατάλληλες να εξιστορήσουν τα γεγονότα είναι τα δύο κορίτσια, απλά θα μεταφέρω τις λίγες εντυπώσεις που αποκόμισε ο Επίκουρος όταν επέστρεψαν στη Δεινοστράτου. Ήταν μαγεμένες!! Πετούσαν στα σύννεφα, αυτά που είχαν βιώσει κατά την παραμονή τους στη Νότια Αφρική ήταν τόσα πολλά και τόσο συναρπαστικά που για πολλές μέρες μετά μολογούσαν συνέχεια, η Κουλίτσα δε [η μητέρα της Βίκυς] δεν χόρταινε  ν' ακούει την κόρη της να μολογάει.  Είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά από μικρά να ταξιδεύουν, μ' αυτόν τον τρόπο ανοίγουν τους ορίζοντες του μυαλού τους και οξύνουν τη φαντασία τους. Πλουτίζουν τον εσωτερικό τους κόσμο και προσφέρουν νέκταρ και αμβροσία στο πνεύμα τους. Λησμόνησα να αναφέρω πως τους φίλους στη Νότια Αφρική επισκέφθηκαν επίσης ο αδερφός του Επίκουρου ο Αλέξανδρος και η νύφη του η Ράνια, όπως καταλαβαίνετε στη χρυσή αλυσίδα φιλίας οι κρίκοι κάθε χρόνο και αυξάνονταν. Όταν ο Επίκουρος ρώτησε τα κορίτσια για το τι ήταν αυτό που τους είχε κάνει την μεγαλύτερη εντύπωση, και οι δύο είπαν: η αγάπη και η φιλοξενία των φίλων τους. [ακολουθούν λόγια του Επίκουρου] Οφείλω, για μία ακόμα φορά να ευχαριστήσω την γραμματέα μου για τις μεταφράσεις, μη φανταστείτε επειδή μιλούσε δύο γλώσσες ήταν εύκολη υπόθεση, κάθε άλλο, αυτά που έγραφα ήταν φιλοσοφικά και ποιητικά και είχα την παραξενιά να μεταφράσει στ' αγγλικά όλη τη μαγεία και τα συναισθήματα των επιστολών μου. Επίσης τα γράμματα από τους φίλους μας θα μπορούσε κάποιος να πει πως ήταν κάτι σαν φιλοσοφικά δοκίμια. Κοριτσάκι, σου αξίζουν συγχαρητήρια. 'Οταν αργότερα τη σκυτάλη των μεταφράσεων την πήρε η κόρη του Επίκουρου είχανε Ομηρικές μάχες γιατί ήθελε να ασκεί ''λογοκρισία'' στα γράμματά του, [απλοποιώντας τα] για να κάνει πιο εύκολη τη ζωή της. Κάτι άλλο που θα αξίζει να αναφέρω -ως αφηγητής- είναι το εξής: την περίοδο εκείνη, δηλαδή από το 1979 έως και το 2004 ο Επίκουρος με την οικογένειά του έμεναν στην οδό Δεινοστράτου στο Νέο Κόσμο σε ένα διαμέρισμα 70 τετραγωνικών, εκεί φιλοξενούσε τους φίλους του που κάποτε ήταν δύο και κάποτε τέσσερα άτομα. Θέλω να πω μ' αυτό πως αυτό που έχει σημασία είναι η αγάπη, άλλωστε η σοφία του λαού λέει: χίλιοι καλοί χωράνε!! Ειρήσθω εν παρόδω να αναφέρω πως οι φίλοι του Επίκουρου στην πατρίδα τους ζούσαν σε ένα μικρό παλάτι, πάντα θυμάται ο Επίκουρος τα λόγια της DENISE ''δεν θα κάνεις συγκρίσεις'' μας αρκεί που είμαστε μαζί, αυτό το μαζί στην πορεία έγινε εκατέρωθεν απαραίτητο. Κλείνω εδώ αυτή την παρένθεση και επιστρέφω στην Μυρτώ.

Όταν η Μυρτώ με την μητέρα της αναχώρησαν από το PEPOS RASTAURANT ήταν σφόδρα αναστατωμένη, χάρηκε που τώρα πια ήταν σίγουρη για το ποιος ήταν ο νεαρός, αλλά παράλληλα ήταν πολύ αναστατωμένη, αυτή η συνάντηση με τον ''δάσκαλο'', [έτσι αποφάσισε να τον αποκαλεί τον Πέπο] την είχε αναγκάσει να ξανασκεφτεί όλα αυτά που είχε στο μυαλό της. Όταν έφτασαν στο σπίτι ζήτησε από την μητέρα της να την αφήσει μόνη στο γραφείο του πατέρα της. Η νεφέλη δεν έφερε καμία αντίρρηση, κατάλαβε πως η κόρη της ήθελε να μείνει μόνη στο γραφείο και για ψυχολογικούς λόγους, μ' αυτόν τον τρόπο, έστω νοερά, θα επικοινωνούσε με τον πατέρα της, πατέρας και κόρη ήταν πολύ δεμένοι αυτή η απομόνωση ίσως να της έκανε καλό. Όταν η Μυρτώ βρέθηκε στο γραφείο του πατέρα της άρχισε να κατεβάζει από την βιβλιοθήκη αρκετά βιβλία, δεν ήταν βιβλία ιατρικής, ήταν βιβλία ποίησης, φιλοσοφίας και λογοτεχνίας. Όλη αυτή τη διαδικασία την έκανε γιατί θυμήθηκε μία παραξενιά του πατέρα της, ο πατέρας της ήταν ερωτευμένος με την ανάγνωση διάβαζε πάρα πολλά βιβλία, αυτό κατάφερε να το μεταλαμπαδεύσει και στην κόρη του, στις πρώτες σελίδες σχεδόν σε κάθε βιβλίο που διάβαζε, αποτύπωνε και κάποιες σκέψεις, αυτές μπορεί να είχαν να κάνουν και με το βιβλίο αλλά τις περισσότερες φορές έγραφε αυτά που τον είχαν απασχολήσει εκείνη την ημέρα που διάβαζε το συγκεκριμένο βιβλίο. Γνωρίζοντας αυτή τη συνήθεια του πατέρα της άρχισε να ψάχνει στις πρώτες σελίδες των βιβλίων, το τι ακριβώς έψαχνε ούτε και η ίδια το γνώριζε, απλά το ένστικτό της την παρότρυνε να ψάξει αυτές τις σελίδες. Ανάμεσα σ' αυτά που διάβασε υπήρχε ένα ποίημα του ΚΑΒΑΦΗ με τίτλο Θερμοπύλες και ήταν αφιερωμένο σε κάποιου δίκαιους κριτές!!! Ποιοι να ήταν άραγε αυτοί οι δίκαιοι κριτές; Τι να ήθελα άραγε να πει ο πατέρας της με την επιλογή αυτού του ποιήματος; 

Θερμοπύλες

Τιμὴ σὲ ἐκείνους ὅπου στὴν ζωὴν των
ὥρισαν καὶ φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτὲ ἀπὸ τὸ χρέος μὴ κινοῦντες,
δίκαιοι κ᾿ ἴσιοι σ᾿ ὅλες των τὲς πράξεις,
ἀλλὰ μὲ λύπη κιόλας κ᾿ εὐσπλαχνία,
γενναῖοι ὁσάκις εἶναι πλούσιοι,
κι ὅταν εἶναι πτωχοί, πάλ᾿ εἰς μικρὸν γενναῖοι,
πάλι συντρέχοντες ὅσο μποροῦνε,
πάντοτε τὴν ἀλήθεια ὁμιλοῦντες,
πλὴν χωρὶς μίσος γιὰ τοὺς ψευδόμενους.

Καὶ περισσότερη τιμὴ τοὺς πρέπει ὅταν προβλέπουν,
καὶ πολλοὶ προβλέπουν,
πῶς ὁ Ἐφιάλτης θὰ φανεῖ στὸ τέλος,
κ᾿ οἱ Μῆδοι ἐπιτέλους θὰ διαβοῦνε.

Συνέχισε το διάβασμα και στην αμέσως επόμενη σελίδα υπήρχε πάλι ένα ποίημα του Καβάφη με τίτλο ΙΘΑΚΗ 

Ἰθάκη

Σὰ βγεῖς στὸν πηγαιμὸ γιὰ τὴν Ἰθάκη,
νὰ εὔχεσαι νἆναι μακρὺς ὁ δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.

Τοὺς Λαιστρυγόνας καὶ τοὺς Κύκλωπας,
τὸν θυμωμένο Ποσειδῶνα μὴ φοβᾶσαι,
τέτοια στὸν δρόμο σου ποτέ σου δὲν θὰ βρεῖς,
ἂν μέν᾿ ἡ σκέψις σου ὑψηλή, ἂν ἐκλεκτὴ
συγκίνησις τὸ πνεῦμα καὶ τὸ σῶμα σου ἀγγίζει.

Τοὺς Λαιστρυγόνας καὶ τοὺς Κύκλωπας,
τὸν ἄγριο Ποσειδώνα δὲν θὰ συναντήσεις,
ἂν δὲν τοὺς κουβανεῖς μὲς στὴν ψυχή σου,
ἂν ἡ ψυχή σου δὲν τοὺς στήνει ἐμπρός σου.

Νὰ εὔχεσαι νά ῾ναι μακρὺς ὁ δρόμος.
Πολλὰ τὰ καλοκαιρινὰ πρωϊὰ νὰ εἶναι
ποὺ μὲ τί εὐχαρίστηση, μὲ τί χαρὰ
θὰ μπαίνεις σὲ λιμένας πρωτοειδωμένους·

νὰ σταματήσεις σ᾿ ἐμπορεῖα Φοινικικά,
καὶ τὲς καλὲς πραγμάτειες ν᾿ ἀποκτήσεις,
σεντέφια καὶ κοράλλια, κεχριμπάρια κ᾿ ἔβενους,
καὶ ἡδονικὰ μυρωδικὰ κάθε λογῆς,
ὅσο μπορεῖς πιὸ ἄφθονα ἡδονικὰ μυρωδικά.

Σὲ πόλεις Αἰγυπτιακὲς πολλὲς νὰ πᾷς,
νὰ μάθεις καὶ νὰ μάθεις ἀπ᾿ τοὺς σπουδασμένους.
Πάντα στὸ νοῦ σου νἄχῃς τὴν Ἰθάκη.
Τὸ φθάσιμον ἐκεῖ εἶν᾿ ὁ προορισμός σου.

Ἀλλὰ μὴ βιάζῃς τὸ ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλὰ νὰ διαρκέσει.
Καὶ γέρος πιὰ ν᾿ ἀράξῃς στὸ νησί,
πλούσιος μὲ ὅσα κέρδισες στὸν δρόμο,
μὴ προσδοκώντας πλούτη νὰ σὲ δώσῃ ἡ Ἰθάκη.

Ἡ Ἰθάκη σ᾿ ἔδωσε τ᾿ ὡραῖο ταξίδι.
Χωρὶς αὐτὴν δὲν θἄβγαινες στὸν δρόμο.
Ἄλλα δὲν ἔχει νὰ σὲ δώσει πιά.

Κι ἂν πτωχικὴ τὴν βρῇς, ἡ Ἰθάκη δὲν σὲ γέλασε.
Ἔτσι σοφὸς ποὺ ἔγινες, μὲ τόση πείρα,
ἤδη θὰ τὸ κατάλαβες ᾑ Ἰθάκες τί σημαίνουν.

αυτή τη φορά το ποίημα το αφιέρωνε στη Nana και στον Ian, δηλαδή στο ζευγάρι των διπλωματών, εκείνη τι στιγμή σαν από αστραπή φωτίστηκε το μυαλό της, μέσα στη θλίψη τους είχαν ξεχάσει να ενημερώσουν τους φίλους τους και κουμπάρους αφού εντωμεταξύ είχαν βαπτίσει το κοριτσάκι τους, για τον θάνατο του πατέρα της. Άφησε τα βιβλία πάνω στο γραφείο και έτρεξε να βρει την μητέρα της. Πως τους είχε διαφύγει να ενημερώσουν αυτούς τους σημαντικούς φίλους της οικογένειας και ειδικότερα του πατέρα της; Η Νεφέλη όταν άκουσε τα λόγια της κόρης της ένιωσε πάρα πολύ άσχημα, σωριάστηκε σε μία πολυθρόνα και μονολογούσε, μα πως το έκανα αυτό; Έπρεπε άμεσα να τηλεφωνήσει στη Nana και στον Ian, ήταν καλοί φίλοι και θα έδειχναν κατανόηση, άλλωστε είχαν γίνει τόσο ξαφνικά όλα που δεν ήταν οι μόνοι που είχαν ξεχάσει. Γνώριζε πως θα ήταν και γι' αυτούς μεγάλο το πλήγμα. Από τις αρχές του ίδιου χρόνου [1977] οι φίλοι τους, συνταξιούχοι πια είχαν επιστρέψει στη βάση τους στο Germiston της Νοτίου Αφρικής. Συνομιλούσαν τακτικά και γνώριζε η Νεφέλη πως η κόρη τους η DENISE από την προηγούμενη χρονιά ήταν ερωτευμένη με κάποιον γιατρό καρδιολόγο ο οποίος ήταν ήταν κι αυτός τρελά ερωτευμένος μαζί της και τον περασμένο Απρίλιο, συγκεκριμένα 25 Απριλίου είχαν τελέσει τον γάμο τους. Κάλεσε τους φίλους στο γνωστό τηλέφωνο 00271182565.. και άκουσε τη φωνή της Nana, η Nana πριν προλάβει να ρωτήσει τι κάνουν άκουσε τη Νεφέλη να κλαίει!! Προς στιγμήν τα έχασε, κατάλαβε πως κάτι κακό είχε συμβεί στην οικογένεια των φίλων τους, το μυαλό της πήγε σε κάποια βαριά ασθένεια, όταν όμως άκουσε τα δυσάρεστα για τον Αριστοτέλη δεν μπόρεσε να κρατηθεί, έβαλε κι αυτή τα κλάματα, το τηλέφωνο το πήρε ο Ίαν ο οποίος κι αυτός με ραγισμένη καρδιά ρωτούσε για το πότε θα γινόταν η κηδεία. 

Μέσα στη σαστιμάρα τους δεν είχαν καταλάβει πως ο φίλος του ήταν ήδη 12 μέρες νεκρός. Στα επόμενα λεπτά που ακολούθησαν κατάλαβαν το τι είχε συμβεί, κατανόησαν το γεγονός της κατάστασης στην οποία βρισκόταν η Νεφέλη και πως σ' αυτές τις περιπτώσεις αυτά συμβαίνουν. Τον Αριστοτέλη τον αγαπούσαν καλύτερα και από αδερφό, την ευτυχία τους την χρωστούσαν σ' αυτόν τον υπέροχο και αλτρου'ι'στή Έλληνα, δεν ξεχνούσαν το τι έκανε αυτός ο άνθρωπος, γι' αυτούς ήταν ο ήρωάς τους, ήθελαν πάρα πολύ να ήταν εκεί στον ύστατο αποχαιρετισμό του φίλου τους, αυτό πια δεν ήταν εφικτό. Υποσχέθηκαν στην Νεφέλη πως με την πρώτη ευκαιρία θα επισκέπτονταν την Ελλάδα γιατί ήθελαν να αφήσουν λίγα λουλούδια στο μνήμα του υπέροχου φίλου τους. Το απόγευμα της ίδιας μέρας μετέβησαν με τον σύζυγό της στην Ελληνική εκκλησία που υπήρχε στην περιοχή και άναψαν δύο κεράκια στη μνήμη του αγαπημένου τους Αριστοτέλη.

Εδώ θα κάνω ένα μικρό διάλειμμα και με την πρώτη ευκαιρία θα συνεχίσω το δέκατο πέμπτο μέρος, ως τότε Άστα Λαβίστα. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής της Π.Σ.Ι. ο Πεπέ.

3.1.21

ΔΈΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ της πιο αληθινής ιστορίας του κόσμου. ΔΙΟΝΥΣΙΑ και ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ

Μέρος Δέκατο Τρίτο, σύνδεση με το προηγούμενο. 

Η Δανάη αποδέχθηκε την πρόταση με μεγάλη χαρά και σε 30 μέρες αναχωρούσαν για το Παρίσι. Ο Αριστοτέλης ένιωσε απέραντη θλίψη που έχανε τους πολύτιμους φίλους του, ήταν όμως διπλωμάτες καριέρας και αυτή η μετάθεση σαφώς και ήταν γι' αυτούς σημαντική. Η δική τους χαρά ήταν και δική του χαρά.

Η Μυρτώ μετά την μεγάλη βόλτα στη συνοικία των θεών πρότεινε στην μητέρα της να καθίσουν για φαγητό στο Pepos Restaurant. Στην είσοδό τους υποδέχθηκε ένας μικρός που τους ενημέρωσε πως δεν υπάρχει ελεύθερο τραπέζι και γι' αυτό θα έπρεπε να περιμένουν λίγο μήπως και κάποια παρέα αναχωρήσει. Εκείνη τη στιγμή παρουσιάζεται ένας νεαρός τον οποίο ο μικρός τον αποκάλεσε δάσκαλο και τον ενημέρωσε πως οι κυρίες ήθελαν να καθίσουν για φαγητό. Η Μυρτώ ενημερώνεται από τον νεαρό πως σύντομα θα υπάρξει τραπέζι γιατί μία παρέα είχε πληρώσει και ήταν σχεδόν έτοιμοι να αναχωρήσουν. Η Μυρτώ αυθόρμητα είπε: ευχαριστούμε δάσκαλε! Ο νεαρός εξεπλάγης από την συγκεκριμένη προσφώνηση της κοπέλας και μ' ένα χαμόγελο που φώτισε το πρόσωπο γύρισε προς τον μικρό Κωστάκη γιατί κατάλαβε πως από αυτόν το είχε ακούσει η κοπέλα, πάντα του άρεσε αυτή η προσφώνηση, και ειδικά τώρα που το άκουσε να το προφέρει αυτή η κοπέλα του άρεσε ακόμα πιο πολύ. Η Μυρτώ δεν ήταν σίγουρη αν ήταν αυτός ο νεαρός, κάτι όμως μέσα της της έλεγε πως είχε μπροστά της τον νεαρό που έψαχνε. Ο νεαρός όπως καταλάβατε δεν ήταν άλλος από τον Πέπο, ακόμα δεν έχει μάθει την ιστορία του ονόματός του και γι' αυτό τον αναφέρω εδώ ως Πέπο και όχι ως Επίκουρο, το Επίκουρος ήρθε αργότερα. Ο Πέπος κατάλαβε πως είχε να κάνει με μάνα και κόρη και πως τα μαύρα που φορούσαν δεν ήταν λόγω της μόδας αλλά το πιθανότερο να ήταν λόγω κάποιου πένθους.


Σε λίγο το τραπέζι ήταν ελεύθερο και οδήγησε τις δύο κυρίες στον μικρό κήπο. Στα λίγα λεπτά που μεσολάβησαν, έως ότου διαβάσουν τον κατάλογο, η Μυρτώ παρατηρούσε τον χώρο και τους ανθρώπους. Της έκανε εντύπωση ένας κύριος 60 χρονών περίπου που καθόταν σ' ένα μικρό τραπεζάκι το οποίο οι νεαροί που σερβίριζαν χρησιμοποιούσαν ως πάσο, τον εν λόγω κύριο οι νεαροί τον αποκαλούσαν με σεβασμό Μάστορα, αναρωτήθηκε η Μυρτώ αν όλοι αυτοί οι νεαροί ήταν παιδιά του. το παράξενο ήταν πως δεν είχε διακρίνει κάποιο θηλυκό ανάμεσα στο προσωπικό. Όταν ο μικρός Κωστάκης τους πήγε τον οίνο και τη σόδα βρήκε την ευκαιρία να τον ρωτήσει αν όλοι οι νεαροί ήταν παιδιά του Μάστορα. Ο μικρός Κωστάκης που του άρεσε η κουβεντούλα, εξήγησε στις δύο κυρίες πως τα παιδιά του Μάστορα ήταν τα δύο, ο Βασίλης και ο Πέπος, αυτός ήταν ανιψιός και τα υπόλοιπα παιδιά ήταν φίλοι του Πέπου που βοηθούσαν. Ευκαιρίας δοθείσης η Μυρτώ τον ρώτησε γιατί τον νεαρό Πέπο τον αποκαλούσε δάσκαλο; ήταν εκπαιδευτικός; Ο Κωστάκης εξήγησε στην κοπέλα πως τον αποκαλεί δάσκαλο γιατί τον διδάσκει πολλά και διάφορα για την ζωή και για τις γυναίκες!! Μάνα και κόρη στο άκουσμα αυτής της φράσης δεν άντεξαν στο να μην χαμογελάσουν με την αθωότητα του μικρού παιδιού. Επίσης κάτι ακόμα που τις έκανε εντύπωση ήταν ποιοτική μουσική που ακουγόταν, ρώτησαν τον Κωστάκη ποιος ήταν αυτός που έκανε τις μουσικές επιλογές και της απάντησε πολύ απλά, μα ποιος άλλος, ο δάσκαλος φυσικά.

Σε λίγο του έφεραν τα φαγητά, είχαν πάρει κοκορομεζέ, τυροπιτάκια της γιαγιάς, μοσχαράκι στάμνας και μουσακά, όλα ήταν γευστικά και γι' αυτό ρώτησαν τον Πέπο ποιος ήταν ο Chef ώστε να τον συγχαρούν, ο Πέπος έδειξε στις κυρίες τον Μάστορα, η μητέρα της Μυρτούς σηκώθηκε και πήγε κοντά στον Μάστορα για να τον συγχαρεί για την ποιότητα των εδεσμάτων. Ο Μάστορας ταπεινά δέχθηκε τα εύγε της κυρίας και έδωσε εντολή στον μικρό Κωστάκη να μην χρεώσουν τα ποτά γιατί ήταν κερασμένα από αυτόν. Οι κυρίες τον ευχαρίστησαν και ήπιαν στην υγειά του. Όταν τελείωσαν το φαγητό τους, ο Πέπος από σεβασμό στο πένθος των γυναικών, [ήταν σίγουρος πως πενθούσαν το παρατηρούσε κάποιος στο θλιμμένο του πρόσωπο] ρώτησε αν θα μπορούσε να τους προσφέρει λίγα φρούτα, οι κυρίες αποδέχθηκαν την πρότασή του και σε λίγο τους έφερε μία πιατέλα με διάφορα φρούτα εποχής, μη ξεχνάτε πως βρισκόμαστε ήδη στην καρδιά του Ιουλίου και υπήρχε πληθώρα από φρούτα. Στη συζήτηση που ακολούθησε έμαθαν πως υπήρχε ακόμα ένας μικρότερος αδερφός και πως ο ίδιος είχε τελειώσει την στρατιωτική του θητεία πριν ενάμιση μήνα. Η Μυρτώ δήθεν αθώα, είπε, άρα έχετε γεννηθεί το 1955; Ναι, απάντησε ο Πέπος, γεννήθηκα τον Μάιο του 1955 και είμαι δίδυμος!!! Προς στιγμήν η καρδιά της κοπέλας σταμάτησε, έχασε το χρώμα της, επανήλθε συνήλθε αμέσως όταν άκουσε τον νεαρό να λέει συνεχίζοντας την κουβέντα πως ήταν δίδυμος στο ζώδιο. Η Μυρτώ μετά το πρώτο σοκ κατάφερε να βρει την αυτοκυριαρχία της, τώρα πια δεν είχε καμία αμφιβολία για το ποιος ήταν ο νεαρός.


Την ώρα που η Μυρτώ έκανε αυτές τις σκέψεις εισήλθε στον κήπο που ήταν γεμάτος από τουρίστες, μία πολύ όμορφη κοπέλα με μακριά κατσαρά μαλλιά και ιδανικά εκφραστικά μάτια. Χαιρέτησε με σεβασμό τον Μάστορα και τους υπόλοιπους νεαρούς και κάθισε στο ίδιο τραπέζι που καθόταν ο Μάστορας ο οποίος την υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά. Ο Πέπος έχοντας την πλάτη του προς την είσοδο, άρα και προς το τραπέζι που κάθισε η μαυρομαλλούσα δεν αντιλήφθηκε την παρουσία της. Η Μυρτώ άδραξε την ευκαιρία την ευκαιρία και ρώτησε όσο πιο ευγενικά και αδιάκριτα μπορούσε αν η κοπέλα που μπήκε πριν λίγο ήταν αδερφή του. Ο Πέπος γύρισε και αντίκρισε την Σούλα, ζήτησε συγγνώμη από τις κυρίες και κατευθύνθηκε προς την μελαχρινή κοπέλα, η Μυρτώ κατάλαβε από τον τρόπο που την αγκάλιασε πως δεν ήταν αδερφή του, ήταν πασιφανές, φαινόταν άλλωστε και από τον τρόπο που τον κοίταζε η χαμογελαστή κοπέλα. Σε λίγα λεπτά επέστρεψε πάλι κοντά τους, ξαναζήτησε συγγνώμη που διέκοψε τη συζήτηση και είπε, με ρωτήσατε αν είναι αδερφή μου, όχι, δεν είναι, μακάρι να ήταν, δυστυχώς δεν έχω αδερφή, για να είμαι ειλικρινής αυτό το κενό, λέω κενό γιατί έτσι ένιωθα πάντα, αυτό λοιπόν το κενό το έχω συμπληρώσει με την παρουσία μιας πρώτης μου ξαδέρφης την οποία αγαπώ σαν αδερφή μου. Αν και παρατηρητικός ο Πέπος, αυτή τη φορά δεν παρατήρησε για δεύτερη φορά την ταραχή της κοπέλας η οποία ήταν έτοιμη να καταρρεύσει ψυχολογικά. Βρήκε τις απαραίτητες δυνάμεις για να ελέγξει τα συναισθήματα της και ζήτησε τον λογαριασμό. Πλήρωσαν, και αφού χαιρέτησαν τον Μάστορα και την υπόλοιπη παρέα κατευθύνθηκαν προς τη έξοδο με την συνοδεία του Πέπου, στην έξοδο τις αποχαιρέτησε λέγοντας, ελπίζω να σας ξαναδούμε. Τον λόγο πήρε η Μυρτώ λέγοντας, θα τα ξαναπούμε σίγουρα δάσκαλε!!

Για ειδικούς λόγους θα σταματήσω εδώ την αφήγηση του δέκατου τρίτου μέρους, ελπίζω να συνεχίσω χωρίς προβλήματα την αφήγηση του δέκατου τέταρτου μέρους. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.

ΔΩΔΕΚΑΤΟ ΜΕΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ μία αληθινή ιστορία.

Δωδέκατο μέρος, σύνδεση με το προηγούμενο. Ο Επίκουρος με την οικογένειά του επιστρέφουν από Νότια Αφρική, και η Μυρτώ επιστρέφει από τα Τρίκαλα μετά την συνάντησή της με τον θείο της.

Η Μυρτώ κατά την επιστροφή της προσπαθούσε να βάλει σε μία τάξη όλα αυτά που έζησε, και κυρίως αυτά που έπρεπε να διαχειριστεί στο μέλλον, όλα αυτά που ξεπήδησαν μέσα από το γράμμα του πατέρα της. Κόντευε στα τελευταία διόδια όταν επιτέλους είχε βάλει σε τάξη τις σκέψεις της, η πρώτη ενέργεια που θα έκανε στις επόμενες μέρες που θα έμενε στην Αθήνα  θα ήταν να ψάξει να βρει τον νεαρό που είχε επισκεφθεί τον πατέρα της με την κοπέλα του στο νοσοκομείο. Αυτό φαντάστηκε πως δεν θα ήταν και πολύ δύσκολο μιας και ο πατέρας της είχε τα στοιχεία του νεαρού. Δύο μέρες μετά ήταν τα 9μερα του πατέρα της και μαζί με την μητέρα της φρόντισαν τα σχετικά, ευτυχώς που κάποιοι συγγενείς και φίλοι βρέθηκαν όλες αυτές τις μέρες  κοντά στην μητέρα της και την βοήθησαν στις δύσκολες στιγμές που περνούσε και γενικότερα στην όλη διαδικασία γιατί εκτός από τον θρήνο της απώλειας υπάρχουν και κάποια διαδικαστικά θέματα που κάποιος πρέπει να τα τακτοποιήσει. Δύο μέρες μετά τα 9μερα ζήτησε από την μητέρα της να την συνοδεύσει σε έναν περίπατο που επιθυμούσε να κάνει στη συνοικία των θεών.  Η μητέρα της μη έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνει δέχθηκε την πρόταση της κόρης. Δεν είχαν κάποιον προορισμό, έτσι τουλάχιστον νόμιζε η μητέρα, η Μυρτώ βέβαια είχε το σχέδιο της, ήθελε να κάνει μία ανίχνευση, χωρίς να πει βέβαια στην μητέρα της τον σκοπό αυτής της βόλτας σκόπευε να έρθει σε μία πρώτη επαφή με τον Τρικαλινό νεαρό. Αυτό που δεν είχε ακόμα αποφασίσει ήταν το εξής: θα του έλεγε ποια ήταν ή ήταν καλύτερα να παρουσιαστεί ως γραμματέας του πατέρα της; Αν όμως ο νεαρός γνώριζε για τον θάνατο του πατέρα της; Όχι, όχι δεν έπρεπε να ρισκάρει, αν κατάφερνε να τον εντοπίσει, αν ήταν σωστές οι πληροφορίες που είχε πάρει από τον κατάλογο του ΟΤΕ ο νεαρός που έψαχνε βρισκόταν στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου 18 ήταν ο δρόμος που χώριζε την περιοχή Μακρυγιάννη από την συνοικία των Θεών [Πλάκα.] 

Ας αφήσουμε την Μυρτώ και την μητέρα της να βρίσκονται κοντά στο PEPOS SKOOL OF DELIKATESEN και ας επιστρέψουμε στο ζευγάρι των διπλωματών της Νοτίου Αφρικής, η κοπέλα που έχασε το παιδί της στη γέννα είναι αυτή που θηλάζει το μικρό κοριτσάκι για τους επόμενους 12 μήνες. Η μικρή Νεράιδα τους έχει ξετρελάνει όλους, είναι πολύ χαριτωμένη. Ο φίλος τους συνεχίζει να τους επισκέπτεται τακτικά και καμαρώνει κι αυτός αυτό το μικρό πλασματάκι που κατάφερε ν' αλλάξει τη ζωή των φίλων του. Συνεχίζει να τους κρατάει ενήμερους για το αν τυχόν παρουσιάστηκε η μητέρα του κοριτσιού [ας μην ξεχνάμε πως το ζευγάρι αυτό που γνώριζε ήταν πως το μικρό το είχε αφήσει η μητέρα του στην είσοδο της κλινικής] και πως οι έρευνες δεν έχουν αποδώσει καρπούς ένα χρόνο μετά. Ο Αριστοτέλης ήταν αλτρουιστής και πολύ καλός άνθρωπος, από αγάπη για τους Νοτιοαφρικανούς φίλους του τους οποίους δεν θα αποκάλυπτε  ποτέ την αλήθεια, παρά μόνον όταν θα ένιωθε πως ο θάνατος θα τον καλούσε κοντά του, έκανε κάτι που σε άλλη περίπτωση δεν θα το έκανε ούτε για όλο το χρυσάφι της γης. Το ζευγάρι, από ευγνωμοσύνη ζήτησε από τον Αριστοτέλη όταν το κοριτσάκι ήταν πιά 15 μηνών, να βαφτίσει το μικρό τους αγγελούδι και φυσικά ο Αριστοτέλης αποδέχθηκε με μεγάλη χαρά την πρότασή τους. Εντωμεταξύ είχε φροντίσει μέσω του αδερφού του να τακτοποιήσουν όλα τα σχετικά έγγραφα ώστε το παιδί να φαίνεται πως γεννήθηκε από την Nana Krawford στο Μαιευτήριο των Τρικάλων στις 03/01/55 άρα όταν έγινε η βάπτιση του μωρού στην παραγματικότητα δεν ήταν 15 μηνών αλλά 11 μηνών. Στο κοριτσάκι έδωσε το όνομα Διονυσία- DENISE  Η κόρη του που τότε ήταν 7 ετών και η γυναίκα του αγάπησαν από την πρώτη στιγμή αυτό το υπέροχο κοριτσάκι.

Λίγους μήνες μετά την βάπτιση οι γονείς του μωρού κάλεσαν εκτάκτως τον Αριστοτέλη γιατί είχαν λάβει από την υπηρεσία τους δυσάρεστα νέα, σε ένα μήνα θα έπρεπε να αναχωρήσουν από την Ελλάδα λόγω προαγωγής του συζύγου της κυρίως αλλά και της ίδιας. μισή ώρα αργότερα συναντήθηκαν στο BRAZILIAN στο καφέ της Βουκουρεστίου και του εξήγησαν πως ήταν αναγκασμένοι να φύγουν, κανονικά θα έπρεπε να είναι πολύ χαρούμενοι αλλά η μεγάλη τους αγάπη ήταν η Ελλάδα  και τώρα θα έπρεπε να αποχωριστούν την αγαπημένη τους χώρα και τους αγαπημένους φίλους. Ο επόμενος σταθμός τους θα ήταν το Παρίσι. Το ζευγάρι ζήτησε τη γνώμη του Αριστοτέλη ως προς το εξής: Ήθελαν να προτείνουν στην Δανάη, ήταν η κοπέλα που τους είχε συστήσει για να θηλάζει το μωρό τους, να την πάρουν μαζί τους στο Παρίσι για να προσέχει την μικρή DENISE, ο Αριστοτέλης χάρηκε γιατί όντως η Δανάη ήταν η καλύτερη επιλογή. Σκέφτηκε επίσης πως από οικονομικής πλευράς αυτή η πρόταση θα ήταν για την Δανάη μάνα εξ ουρανού, ένας ακόμα λόγος ήταν το γεγονός πως η Δανάη αγαπούσε αυτό το μωρό σαν δικό της, εξάλλου με το δικό της γάλα είχε μεγαλώσει. Η Δανάη αποδέχθηκε την πρόταση με μεγάλη χαρά και σε 30 μέρες αναχωρούσαν για το Παρίσι. Ο Αριστοτέλης ένιωσε απέραντη θλίψη που έχανε τους πολύτιμους φίλους του, ήταν όμως διπλωμάτες καριέρας και αυτή η μετάθεση σαφώς και ήταν γι' αυτούς σημαντική. Η δική τους χαρά ήταν και δική του χαρά.

Κάπου εδώ εγώ ο αφηγητής αυτής της συγκλονιστικής ιστορίας θα σταματήσω την αφήγηση του δωδέκατου μέρους και ελπίζω πως σύντομα θα μπορέσω να συνεχίσω γιατί υπάρχει κάποια εμπλοκή με τον εκδοτικό οίκο. Ας ελπίσουμε πως όλα αυτά θα ξεπεραστούν προς τέρψη όλων μας. Σας χαιρετώ, ο αφηγητής Πεπέ.