«Ήδ’ εστίν η σώζουσα και ταύτης έπι/ πλέοντες ορθής
τους φίλους ποιούμεθα»1
(Κρέων)
Κάθε φορά που οι αμφισβητίες της κρατικής εξουσίας αρνούνται να πειθαρχήσουν και στο δίκαιο που απορρέει από αυτήν οι θεωρητικοί της πολιτικής συμπεριφοράς καταφεύγουν στις απαρχές αυτού του φαινομένου, όπως αυτό αναδείχτηκε από το φιλοσοφικό λόγο και τις συγκρούσεις των ηρώων στις τραγωδίες. Κι αυτό γιατί τόσο οι φιλόσοφοι – και ιδιαίτερα οι σοφιστές – όσο και οι τραγωδοί κατόρθωσαν να «παγιδεύσουν» τα διαχρονικά θέματα όχι μόνον της πολιτικής κοινωνίας αλλά και της ανθρώπινης ζωής.
Όσο κι αν η δημοκρατία απέκτησε στις μέρες μας παγκόσμιες διαστάσεις και όλοι ομνύουν στο όνομά της, εντούτοις δεν απουσιάζουν και οι ενστάσεις ή και οι διαφωνίες για το κύρος της εξουσίας και για τις προϋποθέσεις απονομιμοποίησής της και πολιτικής ανυπακοής. Σε κάθε εποχή υφέρπει μία πάλη ανάμεσα στο παλιό (συντηρητικό) και στο νέο (προοδευτικό).
Η κατάχρηση της εξουσίας, η αλαζονεία του ανθρώπου και η σύγκρουση ανάμεσα στη βία του κράτους και στην ελεύθερη βούληση του πολίτη – ως στοιχείου αυτοπροσδιορισμού – είναι το κληροδότημα των αρχαίων τραγωδιών. Κληροδότημα που καθορίζει και σήμερα τους αξιολογικούς και ερμηνευτικούς μας κώδικες για θέματα που ταλανίζουν τις σύγχρονες πολιτικές κοινωνίες. Ένα από τα θέματα είναι και το κριτήριο με το οποίο αποτιμάται η ανθρώπινη πράξη. Δηλαδή με το κριτήριο της νομιμότητας (δίκαιο της εξουσίας) ή της ηθικότητας(η ηθική ως έκφραση της θεϊκής βούλησης) πρέπει να αξιολογούνται οι ανθρώπινες πράξεις; Το χρέος προς το σύνολο – κράτος είναι αξιολογικά υπέρτερο από το χρέος προς το άτομο; Διαχρονικά ερωτήματα και διλήμματα.
Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή
Η τραγωδία του Σοφοκλή «Αντιγόνη» αποτελεί μέχρι και σήμερα ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του αρχαίου λόγου και χρησιμοποιήθηκε όσο κανένα άλλο κείμενο για να καταγγελθεί από τη μία πλευρά η αυταρχικότητα της εξουσίας (Κρέων) κι από την άλλη να προβληθεί η αξία της ανυπακοής (Αντιγόνη) απέναντι στην κρατική εξουσία. Παρουσιάστηκε κι ερμηνεύτηκε η στάση της Αντιγόνης ως πράξη δημοκρατική και επαναστατική και έγινε σύμβολο αγωνιστικότητας.
Η σύγκρουση Κρέοντα και Αντιγόνης παραπέμπει στην αιώνια σύγκρουση των δύο όρων του διωνύμου Άτομο – Αυταρχικό κράτος. Το άτομο διεκδικεί το δικαίωμα της αυτονομίας και της ελεύθερης βούλησης απέναντι στη δύναμη και τη θεσμοποιημένη βία του Κράτους. Υποστηρίζεται πως η τραγωδία «Αντιγόνη» εμπερικλείει όλη την επιχειρηματολογία για το δίκαιο της «Ηθικότητας» μιας πράξης (Αντιγόνη – ταφή νεκρού) και για το δίκαιο μιας νόμιμης πράξης (Διαταγή Κρέοντα) αλλά όχι και υποχρεωτικά ηθικής.
Όλες οι παραπάνω ερμηνείες οδήγησαν σε ανεπίτρεπτες ή αυθαίρετες γενικεύσεις με αποτέλεσμα στη συνείδηση του μέσου αναγνώστη να λειτουργεί το σχήμα: Αντιγόνη, η γυναίκα ηρωίδα (η καλή) και Κρέων, ο κακός… Η ιδεολογική εκμετάλλευση πολλών τραγωδιών οδηγεί αναπόφευκτα σε ερμηνευτικές αυθαιρεσίες και ακρότητες κατατάσσοντας άλλους ήρωες των τραγωδιών στο πάνθεο των ιδεολογικά προοδευτικών – επαναστατών (Προμηθέας – Αντιγόνη) κι άλλους στο χώρο των συντηρητικών (Κρέων).
Ωστόσο απέναντι στην τραγωδία – είτε ως αναγνώστες είτε ως θεατές – πρέπει να στεκόμαστε με έναν υψηλού επιπέδου θεωρητικό εξοπλισμό απαλλαγμένο από ερμηνευτικές απολυτότητες και μανιχαϊσμούς. Οι τραγωδίες ήταν και παραμένουν διδάγματα ηθικής πολιτικής και βιοθεωρίας με σκοπό το φρονηματισμό των πολιτών.
Νομιμότητα vs Ηθικότητα
Ειδικότερα η τραγωδία «Αντιγόνη» είναι ένα έργο τέλεια ζυγισμένο ανάμεσα σε ένα Κρέοντα που αντιπροσώπευε την ορθολογιστική σκέψη του ηγεμόνα για την αδιασάλευτη τάξη της πόλης και μια Αντιγόνη με πίστη ακλόνητη στην παραδοσιακή ηθική. Δομικό στοιχείο της τραγωδίας αλλά και αφετηριακό σημείο της δράσης είναι αναμφισβήτητα το κήρυγμα – διαταγή του Κρέοντα (Στίχ. 195-211, απαγόρευση ταφής του Πολυνείκη: «εάν δ’ αυτόν άθαπτον δέμας και εδεστόν προς οιωνών και προς κυνών αικισθέντ’ ιδείν»2). Απέναντι στο κήρυγμα αυτοπροσδιορίζονται όλοι οι ήρωες, τόσο σε ηθικό όσο και σε ιδεολογικό – πολιτικό επίπεδο.
Οι βασικοί ήρωες, Αντιγόνη και Κρέων, συγκρούονται και οχυρώνονται με φανατισμό στις δικές τους αλήθειες – θέσεις. Ωστόσο, η κορυφαία σύγκρουση επιτελείται στους στίχους 441-523 που θεωρούνται μνημείο λόγου – επιχειρηματολογίας: «Και φημί δράσαι… λέγειν θ’ ά βούλεται». Μέσα από τη σύγκρουση αυτή αναδύονται όχι μόνο οι δύο διαφορετικοί χαρακτήρες αλλά περισσότερο η ιδεολογία των δύο πρωταγωνιστών του έργου.
Η μεν Αντιγόνη υπερασπίζεται με πάθος τους άγραφους νόμους και το εθιμικό δίκαιο. Με το ίδιο πάθος ο Κρέοντας υπερασπίζεται τους γραπτούς νόμους και το ανθρώπινο δίκαιο. Η Αντιγόνη μάχεται για τους αιώνιους ηθικούς νόμους, ενώ ο Κρέοντας για την ανθρώπινη νομιμότητα. Γενικά ο διάλογος των δύο ηρώων αισθητοποιεί τον εγκλωβισμό και των δύο σε απόλυτες θέσεις, στοιχείο που τους οδηγεί στην Ύβρη. Δεν είναι τυχαίο ότι το τέλος της τραγωδίας βρίσκει και τους δύο ηττημένους.
Η Αντιγόνη φαίνεται να κερδίζει τις εντυπώσεις και την συμπάθεια με την τόλμη της και την αποφασιστικότητά της, αν λάβουμε υπόψη και τη θέση της γυναίκας στην αρχαία Ελλάδα. Προσωποποιεί με την στάση της την αντίσταση στην εξουσία. Από την άλλη πλευρά, όμως, και ο Κρέοντας – όσο κι αν φαίνεται σκληρός και πείσμων – εντυπωσιάζει με την καθαρότητα των θέσεών του και με την αποφασιστικότητα στην υπεράσπιση του ανθρώπου, ως υποκειμένου της ιστορίας. Κάπου μάς παραπέμπει στο «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος» του Πρωταγόρα.
Έχουμε την αιώνια σύγκρουση ανάμεσα στην Ηθικότητα και στη Νομιμότητα μιας πράξης και στο δίλημμα, αν μία πράξη νόμιμη είναι και ηθική.
Το δίκαιο του Ατόμου vs Το δίκαιο της Πόλης
Βέβαια, ο Σοφοκλής μέσα από τη σύγκρουση των δύο ηρώων δεν ήθελε να μοιράσει τους ρόλους του τύπου «ο καλός» και «ο κακός», γιατί αυτό θα αναιρούσε την ίδια την ποιότητα της τραγωδίας. Η Αντιγόνη υπερασπίζεται με πάθος τα δικαιώματα του νεκρού αδελφού της, ενώ ο Κρέων το δίκαιο της πόλης. Δύσκολα θα μπορούσε να κατηγορήσει κάποιος τον Κρέοντα για τη σταθερή εμμονή του στο ανθρώπινο δίκαιο και στο συλλογικό συμφέρον (πατρίδα).
«Άλλ’ όστις εύνους τήδε τη πόλει, θανών και ζων ομοίως εξ εμού τιμήσεται»3
(Στίχοι 210-211)
Ο χαρακτηρισμός της Αντιγόνης ως επαναστάτριας και προοδευτικής είναι μάλλον προϊόν λανθασμένης ερμηνείας της τραγωδίας. Αν κάποιος δικαιούται να χαρακτηριστεί προοδευτικός αυτός είναι ο Κρέοντας, γιατί είναι αυτός που εμφανίζεται πιστός όχι σε μια ασαφή θεϊκή θέληση – βούληση αλλά στους νόμους και στο δίκαιο του ανθρώπινου νου και της πόλης.Ο Κρέων εκπροσωπεί την ώριμη φάση οργάνωσης της «πολιτικής κοινωνίας», ενώ η Αντιγόνη προβάλλει ως συντηρητικό κατάλοιπο μιας πρωτόγονης και φυλετικής κοινωνίας (δεσμοί αίματος). Ο Κρέων μυθοποιεί και προσωποποιεί τον ορθό λόγο, ενώ η Αντιγόνη τις πρωτόγονες δυνάμεις και τις διάφορες θεϊκές και μυστικιστικές δοξασίες «άγραπτα κασφαλή θεών» (Στίχ. 452). Ο Κρέων εκπροσωπεί το πέρασμα από το Μύθο στο Λόγο, ενώ η Αντιγόνη τη στενοκέφαλη εμμονή της σε παρωχημένες μορφές ερμηνείας του κόσμου.
Την πρόοδο, την εξέλιξη και τον πολιτισμό τον εκπροσωπεί η ανθρώπινη λογική, ενώ το παρελθόν και τη στασιμότητα οι θεϊκές δοξασίες. Η υποταγή στη θεϊκή βούληση συνιστά μία παραίτηση από το δικαίωμα του ανθρώπου να ορίσει αυτός τα όρια και τους όρους – κανόνες της κοινωνικής συμβίωσης. Το ανθρώπινο δίκαιο και ο ανθρώπινος νόμος ως προσπάθεια αυτοπροσδιορισμού και αυτορρύθμισης της κοινωνίας (αυτόνομη κοινωνία) αποτελούσε για τις παραδοσιακές – συντηρητικές κοινωνίες «ύβρη».
Ο Κρέων, ως φορέας του νέου κόσμου, αγωνίζεται σε πολλά επίπεδα και μάχεται το παλιό που βρυχάται. Η δημοκρατική Αθήνα είναι μία πραγματικότητα που οι συντηρητικοί δεν θέλουν να αποδεχτούν.
Ο Δίας και οι πιστοί του αρχίζουν να τρέμουν μπροστά στις νέες αλήθειες που διακηρύσσουν οι σοφιστές, ο Αναξαγόρας και ιδιαίτερα ο Πρωταγόρας. Ο Περικλής (πολιτικό υποκείμενο) κυριαρχεί στη δημοκρατική Αθήνα. Οι συντηρητικοί προσβλέπουν στην παλινόρθωση του παλιού.
Ο Κρέων υπερβάλλει με την απολυτότητά του στο ανθρώπινο δίκαιο (όσο κι αν το θεμελιώνει λογικά). Η Αντιγόνη – κακόφωνη μονωδία του δικαίου που απορρέει από την αδελφική σχέση (Στίχ. 900-904) – υπερβάλλει με την απόλυτη προσήλωση στο θεϊκό δίκαιο. Γι’ αυτό και στο τέλος της τραγωδίας και οι δύο ήρωες υποφέρουν (η Αντιγόνη νεκρή, ο Κρέοντας πολλαπλά χτυπημένος «πότμο δυσκόμιστο εισήλατο»). Η κάθαρση επήλθε (Μοίρα ακράτητη μπήκε στο νου μου).
Γι’ αυτό και ο Σοφοκλής με τα λόγια του χορού υπενθυμίζει το ρόλο της λογικής και του μέτρου.
«Πολλώ το φρονείν ευδαιμονίας πρώτον υπάρχει»4Η ηθική και η νομική τάξη
Στην τραγωδία συγκρούεται η παραδοσιακή ηθική τάξη με τη νέα ανθρώπινη νομική τάξη. Το ερώτημα που τίθεται είναι: Μπορούν να συνυπάρξουν η παραδοσιακή ηθική τάξη με τους θεσπισμένους νόμους και το δίκαιο της πόλης; Σε ποιο βαθμό το ανθρώπινο δίκαιο στο όνομα του συμφέροντος της πόλης μπορεί να παραβιάζει περιοχές της προσωπικής ηθικής; Νομιμοποιητικός παράγοντας των ανθρώπινων επιλογών και πράξεων ποιος μπορεί να θεωρηθεί, το ανθρώπινο – κρατικό δίκαιο ή το θεϊκό δίκαιο;
Πολλές φορές δίκαιο και ηθική δεν παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές, αντίθετα μάλιστα το δίκαιο υποχρεώνεται να επικυρώσει τις ισχύουσες ηθικές αντιλήψεις μιας κοινωνίας. Πολλές φορές, όμως, το ανθρώπινο δίκαιο διαμορφώνει εκείνες τις συνθήκες για την ανάπτυξη μιας νέας ηθικής συμπεριφοράς ανάμεσα στα μέλη μιας κοινωνίας. Ωστόσο δίκαιο και ηθική δεν πρέπει να θεωρούνται εννοιολογικά ταυτόσημα. Λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία και αλληλονοηματοδοτούνται.
Οι Σοφόκλειοι ήρωες κινούνται στα όρια της ορθολογικής τάξης των πραγμάτων – όπως την υφαίνουν οι ιδέες των σοφιστών – και της παλιάς αριστοκρατικής ηθικής (φυλετικές κοινωνίες). Ο Σοφοκλής προσπαθεί να ορίσει το νέο πρότυπο του ιδανικού πολίτη με αναφορές στον «Υψίπολιν» και τον «Άπολιν».
«νόμους παρείρων χθονὸς θεῶν τ᾽ ἔνορκον δίκαν ὑψίπολις· ἄπολις ὅτῳ τὸ μὴ καλὸν ξύνεστι τόλμας χάριν»5
(Στίχοι 368-371)
Η Ευβουλία…
Ο Σοφοκλής φαίνεται να κινείται καθαρά προς το χώρο των νέων ιδεών που εκφράζουν οι σοφιστές (σχετικότητα της γνώσης και της αλήθειας, προβολή της δύναμης του λόγου…), αλλά αδυνατεί να απεμπλακεί με απόλυτο τρόπο από την αριστοκρατική ηθική. Ένα μεγάλο κομμάτι της αθηναϊκής κοινωνίας (όπως και σήμερα…) αντλεί δύναμη από το παλιό και το δοκιμασμένο.
Το ζητούμενο είναι η Ευβουλία ως προϋπόθεση της πολιτικής συμπεριφοράς του ανθρώπου.
α.«Όσω κράτιστον κτημάτων Ευβουλία»6
(Σοφοκλής)
β.«Όσωπερ, οίμαι, μη φρονείν πλείστη βλάβη»7
(Σοφοκλής)
γ.«Το δε μάθημα έστιν ευβουλία περί των οικείων, όπως αν άριστα την αυτού οικίαν διοικοί και περί των της πόλεων, όπως τα της πόλεως δυνατώτατος αν είη και πράττειν και λέγειν»8
(Πλάτων, «Πρωταγόρας»)
Σημειώσεις:
1.. 1. Αυτή η πόλη είναι που μας σώζει, κι αν πλέουμε το πλοίο πάνω σ’ αυτήν, όσο είναι σώα, μόνον τότε μπορούμε να αποκτούμε τους φίλους μας.
2. 2. Να αφήσουν αυτόν (Πολυνείκη) άθαπτον και τροφή για τα όρνια και τα σκυλιά.
3. 3. Αλλά όποιος είναι ευνοϊκός στην πόλη αυτή νεκρός ή ζωντανός όμοια θα τιμηθεί από εμένα.
4. 4. Η φρόνηση είναι το πρώτο καλό για την ευτυχία.
5. 5. Όποιος κρατεί τον ανθρώπινο νόμο και του θεού το δίκαιο… άξιος πολίτης… όποιος προτιμά το άδικο αλήτης και φυγάς.
6. 6. Το πιο ισχυρό απόκτημα είναι η σωστή σκέψη – απόφαση.
7. 7. Όπως και η λανθασμένη σκέψη είναι το μεγαλύτερο κακό.
8. 8. Το μάθημά μου είναι ευβουλία, η σωστή σκέψη και λήψη αποφάσεων τόσο για θέματα που αφορούν τα οικεία, την ιδιωτική ζωή, πως δηλαδή να διευθετεί κανείς με τον καλύτερο τρόπο τα ζητήματα του οίκου του, όσο και για τα θέματα που αφορούν την πόλη, ώστε να είναι κανείς πιο ικανός να πράξει και να μιλήσει για τα πολιτικά θέματα.