Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

26.2.16

Πλάτωνας (427 – 345 π.Χ.)

Ο Πλάτων, υπήρξε ο δεύτερος της μεγάλης τριάδας των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων -Σωκράτης, Πλάτων και Αριστοτέλης- που έθεσαν σε συνάφεια ο ένας προς τον άλλον τα φιλοσοφικά θεμέλια του Δυτικού πολιτισμού.
Υπήρξε ο διασημότερος μαθητής του Σωκράτη, ο δάσκαλος του Αριστοτέλη και μιας ολόκληρης πλειάδας άλλων φιλοσόφων και πνευματικών δημιουργών ένας γίγαντας πραγματικός της παγκόσμιας σκέψης, που εξάσκησε πελώρια, πράγματι, επιρροή στα πνεύματα κάθε κατοπινού αιώνα, κάθε χώρας και κάθε γενικά σκεπτόμενου ανθρώπου. Γεννήθηκε στο `δαιμόνιον πτολίεθρον` των Αθηνών, όπου και πέθανε, σε ηλικία 82 ετών.
Ως Αθηναίος ευπατρίδης ο Πλάτων έλαβε στην παιδική και στην εφηβική του ηλικία επιμελημένη γνώση και παιδεία με τους καλύτερους δασκάλους της εποχής, για τα γράμματα, τη μουσική, τη γυμναστική.
Αρχικά, ασχολήθηκε με τη μελέτη της ποίησης – αφού υπήρξε και ποιητής – όπως επίσης υπήρξε και αθλητής. Παραδίδονται επίσης, η μαθητεία του κοντά στον Κράτυλο, οπαδό της σκέψης του Ηρακλείτου, και η ενασχόληση του με τον τραγικό λόγο. Ό,τι όμως υπήρξε αποφασιστικό για τον ηθικοπνευματικό του προσανατολισμό, ήταν η γνωριμία του με τον δαιμόνιο άνδρα των Αθηνών, τον Σωκράτη, σε ηλικία είκοσι χρονών.
Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί, πως οι πρώιμες προσωπικές του φιλοδοξίες, ήταν πιθανώς πολιτικές, όμως η σχέση του με τη Σωκρατική διδασκαλία και το Σωκρατικό ήθος, μετέβαλαν οριστικά τον πνευματικό προσανατολισμό του, τον έκαναν να καταστρέψει τα νεανικά του ποιητικά έργα και τον μετέστρεψαν οριστικά στη φιλοσοφία. Άλλωστε, γρήγορα αισθάνθηκε απέχθεια για τις βιαιότητες που διαδραματίζονταν στην πόλη του.
Μετά την πτώση της ολιγαρχίας, ήλπιζε να βελτιωθεί η κατάσταση με την παλινόρθωση της δημοκρατίας. Τελικά όμως, διαπίστωσε πως δεν υπήρχε θέση για έναν ευσυνείδητο άνθρωπο στην αθηναϊκή πολιτική. Η θανάτωση λίγο αργότερα του δικαιότατου Σωκράτους και η επακόλουθή της ψυχολογική ατμόσφαιρα είχαν και τη συνέπεια να καταφύγει ο Πλάτων μαζί με άλλους σωκρατικούς στα Μέγαρα. Τότε έκλεινε τα τριάντα του χρόνια.
Στα Μέγαρα έμεινε λίγο καιρό και από εκεί πήγε στην Κυρήνη όπου παρακολούθησε μαθήματα γεωμετρίας, έπειτα μετέβη στην Αίγυπτο. Ακόμα, ταξίδεψε στην Κάτω Ιταλία και από εκεί πήγε στη Σικελία όπου συνδέθηκε φιλικά με τον εικοσάχρονο τότε Δίωνα που με σύστασή του συναναστράφηκε με τον τύραννο Διονύσιο τον Πρεσβύτερο. Εκεί όμως, πουλήθηκε από τον τύραννο Διονύσιο ως δούλος σε κάποιον Αιγινήτη, επειδή επιχείρησε να πείσει τον ίδιο για τις αρχές της δικαιοσύνης που πρέπει να διέπουν την άσκηση της εξουσίας.
Έπειτα ελευθερώθηκε με λίτρα από τον Κυρηναίο τον Ανίκκερη, ο οποίος ήταν πληροφορημένος για την προσωπικότητά του. Το 387 ο Πλάτων βρίσκεται και πάλι στην πατρίδα του όπου ιδρύει την Ακαδημία της φιλοσοφικής σχολής του, η οποία πήρε την ονομασία της από τον χώρο στον οποίο βρισκόταν το ιερό του ήρωα Ακάδημου. Το 347 επισφραγίζεται η ζωή του, με ήρεμο θάνατο και θάβεται στην Ακαδημία όπου δίδασκε.
Στην ηλικία των 40 ετών γύρισε μετά τα ταξίδια του στην Αθήνα όπου ίδρυσε τη διάσημη Σχολή του, που, λόγω της γειτνίασης της με το ιερό του Ακαδήμου, πήρε την επωνυμία `Ακαδημία Πλάτωνος`. (Πάνω στην Ιερά οδό, όπου ως τώρα ακόμη σώζεται και η περίφημη `ελιά του Πλάτωνα`). Στην είσοδο της είχε γράψει την επιγραφή `Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω`, δηλαδή: `Κανένας ας μη μπαίνει εδώ, που να μην ξέρει γεωμετρία` και κατ` επέκταση, τα μαθηματικά, που ήταν τότε ένας κλάδος της φιλοσοφίας.
Μέχρι τον 1ο αιώνα π.Χ, η Ακαδημία του αποτελούσε το κέντρο της πλατωνικής φιλοσοφίας.
Στις αρχαίες βιογραφικές πηγές διακρίνονται ετερόκλητες κρίσεις για το χαρακτήρα του Πλάτωνα, καθώς σε ορισμένες παρουσιάζεται ως σοφός και θείος άνδρας, ενώ άλλες τον περιγράφουν ως υπερόπτη και ζηλόφθονο υπηρέτη των τυράννων, που σχεδίασε εσφαλμένα την εικόνα του Σωκράτη και των σοφιστών.
Πίστευε στην αθανασία της ψυχή, μετά το θάνατο του ανθρώπου. Το πολιτικό σύστημα του Πλάτωνα, που το εκθέτει βασικά στην ιδανική και σε μεγάλο βαθμό ουτοπιστική `Πολιτεία` του, ήτανε αριστοκρατικό και αντιδημοκρατικό. Πρόβλεπε την ύπαρξη τριών κύριων κοινωνικοπολιτικών τάξεων: Των αρχόντων, των γενναίων πολιτών (επιφορτισμένων με την ασφάλεια του κράτους και την εκτέλεση των αποφάσεων των αρχόντων) και τέλος των γεωργοεπαγγελματιών.
Εξάλλου, στους `Νόμους` του, κατοχυρώνει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, προβλέπει μέτρα για τη διαίρεση των κρατικών λειτουργιών, τη δίωξη των άθεων και τη συντήρηση της τότε ισχύουσας δουλοκτησίας. Με λίγα λόγια, μέτρα αντιδημοκρατικά και ως ένα σοβαρό βαθμό, ανελεύθερα.
Την πιο κολοσσιαία όμως γενική επίδραση πάνω στους μεταγενέστερους (ανθρώπους, λαούς, κοινωνίες, θρησκείες, κοσμοθεωρίες και πολιτικές ιδεολογίες) την άσκησε αναμφίβολα η περίφημη διδασκαλία του περί ιδεών. Πρώτος αυτός, άλλωστε, χρησιμοποίησε τον όρο `Ιδέα`, σα μια έννοια όμως υπερβατική. Ειδικότερα δε δίδαξε πως: ότι υποπίπτει στις αισθήσεις μας είναι κάτι το μεταβλητό και το διαρκώς εξελισσόμενο, υποκείμενο στον νόμο της γένεσης και της φθοράς. Πάνω απ` αυτό όμως υπάρχει κάτι άλλο ανώτερο και τέλειο, που συνιστά το αποκαλούμενο `ιδεώδες`, δηλαδή τον κόσμο των ιδεών, ο οποίος είναι άφθαρτος, αιώνιος και αναλλοίωτος από το πέρασμα του παντόφθορου χρόνου.
Η φιλοσοφία του Πλάτωνα συνιστά τη συνέχιση, έξαρση, συμπλήρωση και συστηματοποίηση εκείνης του Σωκράτη. Αλλά, εκτός από τη φιλοσοφία, ο μέγιστος αυτός φιλόσοφος είχε και άλλες επιδόσεις. Έτσι π.χ. διέπρεψε και στα μαθηματικά, τη γεωγραφία, την αστρονομία, τη λογική και την ψυχολογία, όπου επίσης το διάβα του άφησε μια πραγματικά μεγάλη εποχή.
Στον τάφο του επάνω χάραξαν το ακόλουθο επίγραμμα: `Σώμα μεν εν κόλποις κατέχει τόδε γαία Πλάτωνος, ψυχή δ` ισοθέων τάξιν έχει μακάτων`, που σημαίνει ότι: `Η γη μεν κατέχει αυτό εδώ του Πλάτωνα το σώμα, αλλά η ψυχή του βρίσκεται ανάμεσα στους ισοθέους μάκαρες`.
Τα έργα του
Τα έργα του Πλάτωνα είναι 36 και όλα, εκτός από την Απολογία, διαλογικά. Στη συγγραφή ο φιλόσοφος μιμήθηκε τη διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος δίδασκε διαλογικά. Οι διάλογοί του επιγράφονται με το όνομα κάποιου από τα διαλεγόμενα πρόσωπα, π.χ. Τίμαιος, Γοργίας, Πρωταγόρας, κλπ. Τρεις μόνο διάλογοι, το Συμπόσιο, η Πολιτεία και οι Νόμοι τιτλοφορούνται από το περιεχόμενό τους. Σ’ όλους τους διαλόγους τη συζήτηση διευθύνει ο Σωκράτης, εκτός από τους Νόμους όπου απουσιάζει εντελώς. Στους παλαιότερους διαλόγους διατηρεί την εικόνα του πραγματικού Σωκράτη, ενώ στους νεότερους, όπως εικάζουν οι φιλόλογοι, κάτω από το πρόσωπο του δάσκαλου κρύβεται ο ίδιος ο μαθητής.
Το σύνολο του πλατωνικού έργου διακρίνεται σε τρεις περιόδους με βάση τη χρονολογική σειρά, ωστόσο υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των φιλολόγων για την ακριβή σειρά συγγραφής των έργων στο εσωτερικό κάθε περιόδου. Το βέβαιο είναι ότι άρχισε να γράφει τα έργα του μετά τη θανάτωση του Σωκράτη και ότι έγραφε ως το τέλος της ζωής του:
(α) Περίοδος νεότητας (400 π.Χ. – 387 π.Χ.). Σ΄ αυτήν ανήκουν οι διάλογοι:
Απολογία: με την πλατωνική εκδοχή της απολογίας του Σωκράτη στο δικαστήριο,
Κρίτων: με θέμα το δίκαιο και την αδικία,
Χαρμίδης: όπου αναπτύσσεται η έννοια της σωφροσύνης,
Πρωταγόρας: για το αν μπορεί να διδαχτεί η αρετή,
Λάχης, Ευθύφρων, Ιππίας Μείζων, Ιππίας Ελάσσων, Ίων, Λύσις.
(β) Περίοδος ωριμότητας (386 π.Χ. – 367 π.Χ.). Σ’ αυτήν ανήκουν οι διάλογοι:
Μενέξενος: στο μεγαλύτερο μέρος του ένας επιτάφιος λόγος
Κρατύλος: όπου συζητώνται γλωσσολογικά ζητήματα
Ευθύδημος, Γοργίας, Μένων, Παρμενίδης
Φαίδων
: όπου περιγράφονται οι τελευταίες στιγμές του Σωκράτη. Ο ίδιος ο Πλάτωνας απουσίαζε αφού, όπως λέει ένας από τους συνομιλιτές, «Πλάτων δὲ οἶμαι ἠσθένει» («Ο Πλάτωνας νομίζω ότι ήταν άρρωστος»).
Φαίδρος, Θεαίτητος
Πολιτεία
: εκτεταμένη περιγραφή μίας ιδανικής πολιτείας
Συμπόσιον: για την φύση του έρωτα
και (γ) Περίοδος γήρατος (366 π.Χ. – 348 π.Χ.). Περιλαμβάνονται οι διάλογοι:
Σοφιστής, Πολιτικός, Φίληβος Τίμαιος: για την δημιουργία του κόσμου
Κριτίας: ένας ημιτελής διάλογος με αναφορές στην Ατλαντίδα,
Νόμοι: διάλογος σε 12 βιβλία όπου ο Πλάτωνας επανέρχεται στο ζήτημα των ορθών νόμων για μία πολιτεία
Έβδομη επιστολή: με αυτοβιογραφικές πληροφορίες για τη δράση του στη Σικελία
Η φιλοσοφία του
Η πλατωνική φιλοσοφία είναι δυϊστική, χωρίζοντας τον κόσμο σε μία υλική και μία ιδεατή σφαίρα ύπαρξης. Αυτό γίνεται με την εισαγωγή της θεωρίας των ιδεών, οι οποίες κατά τον Πλάτωνα είναι τα αιώνια αρχέτυπα των αισθητών, υλικών πραγμάτων, υπερβατικά καλούπια τα οποία γίνονται αντιληπτά μόνο με τη λογική και όχι με τις αισθήσεις. Τα αισθητά αντικείμενα τα θεωρεί κατώτερα, υλικά και φθαρτά είδωλα των ιδεών, οι οποίες τα μορφοποιούν. Έτσι π.χ. κάθε άλογο είναι υλικό στιγμιότυπο, ή αντανάκλαση, της άυλης ιδέας "άλογο", η οποία συγκεντρώνει τα αναλλοίωτα και κοινά χαρακτηριστικά όλων των αλόγων (αφηρημένες έννοιες όπως η δικαιοσύνη ή η ομορφιά έχουν επίσης τις δικές τους αρχετυπικές ιδέες).
Ο Πλάτων λοιπόν αναγνωρίζει δύο διαφορετικούς κόσμους, τον αισθητό, ο οποίος διαρκώς μεταβάλλεται και βρίσκεται σε ασταμάτητη ροή, κατά τον Ηράκλειτο, και τον νοητό κόσμο, τον αναλλοίωτο, δηλαδή τις ιδέες, οι οποίες υπάρχουν σε τόπο επουράνιο. Αυτές είναι τα αρχέτυπα του ορατού κόσμου, τα αιώνια πρότυπα και υποδείγματα τα οποία συντηρούν τη μορφή των υποκείμενων υλικών σωμάτων. Πρόκειται δηλαδή για ένα δυϊστικό, ιεραρχικό μεταφυσικό σύστημα.
Ο Πλάτωνας ανέπτυξε συστηματικά τις διδασκαλίες του πυθαγορισμού, ευνοώντας όπως και ο Πυθαγόρας τα μαθηματικά, τα οποία έβλεπε ως "παράθυρο" στον κόσμο των ιδεών αφού ασχολούνται με άυλες και αναλλοίωτες έννοιες οι οποίες διαμορφώνουν τον κόσμο και ως μέσο προετοιμασίας για την σωκρατική διαλεκτική. Κατηγορήθηκε ότι με τη θεωρία των ιδεών αποκάλυπτε "τα μυστικά των Μυστηρίων" στα οποία προφανώς ήταν μυημένος.
Η γνωσιολογία του ήταν καθαρά ορθολογική, καθώς πίστευε ότι μόνο με τον νου μπορούν να προσεγγιστούν οι ιδέες και άρα η πραγματική, βαθύτερη φύση του κόσμου. Η εμπειρία των αισθήσεων για τον Πλάτωνα ήταν από αβέβαιη έως ψευδής, ενώ αντιθέτως η λογική διερεύνηση αποκάλυπτε έμφυτη γνώση, ενόραση των ανάλογων υπερβατικών ιδεών, η οποία προϋπήρχε με λανθάνουσα μορφή στον νου λόγω της θείας καταγωγής της ψυχής πριν την ενσάρκωση της. Υψηλότερη ιδέα θεωρούσε την ιδέα του Αγαθού από την οποία απέρρεαν όλες οι άλλες.
Στην ψυχή ο Πλάτωνας διακρίνει τρία μέρη, το λογιστικό, το θυμοειδές και το επιθυμητικό. Γι’ αυτό και αναγνωρίζει τρεις αρετές, τη σοφία, την ανδρεία και τη σωφροσύνη, η καθεμία από τις οποίες αντιστοιχεί και σε ένα από τα τρία μέρη της ψυχής. Τις τρεις αυτές αρετές της ψυχής τις παραλληλίζει με τις τρεις χορδές της λύρας, την υπάτη, τη μέση και τη νήτη. Αλλά οι τρεις αυτές αρετές πρέπει να αναπτύσσονται αρμονικά, ώστε το λογιστικό ως θείο να κυβερνά, το θυμοειδές να υπακούει σ’ αυτό ως βοηθός, και τα δύο μαζί να διευθύνουν το επιθυμητικό, για να μην επιχειρεί να άρχει αυτό, αφού είναι το πιο άπληστο και το κατώτερο μέρος της ψυχής. Από την αρμονική ανάπτυξη των τριών αρετών αποτελείται η δικαιοσύνη, η οποία είναι αρμονία των τριών άλλων αρετών.
Επειδή και η πόλη αποτελεί μία αντανάκλαση του ανθρώπου, διακρίνει και σ’ αυτήν τρία γένη: το βουλευτικό, το πολεμικό και το χρηματικό, τα οποία αντιστοιχούν προς τα τρία μέρη της ψυχής. Όπως στον άνθρωπο, έτσι και στην πόλη πρέπει να υπάρχει η δικαιοσύνη, δηλαδή η αρμονία, που πετυχαίνεται, όταν και στην πόλη το καθένα από τα γένη εκτελεί το δικό του έργο και δεν επιδιώκει τα ξένα.
Πλάτων και ατομικοί
Αντίθετα από τον Αριστοτέλη, ο Πλάτων δεν αναφέρει πουθενά στα γραπτά του τον Δημόκριτο ή άλλους ατομικούς. Η ατομική θεωρία, εντούτοις, θα πρέπει να του ήταν καλά γνωστή, αφού σε ορισμένους διαλόγους (κυρίως στον Τίμαιο και τους Νόμους) καταπολεμούνται απόψεις οι οποίες ανήκουν στους ατομικούς.
Παρ’ όλη τη μεγάλη διαφορά που χωρίζει το πλατωνικό σύστημα από το ατομικό, υπάρχουν σημεία στα οποία οι δύο θεωρίες παραδόξως συγκλίνουν. Έτσι, ο Πλάτων δανείστηκε από τον Δημόκριτο την έννοια της ιδέας, η οποία αποτελεί το κέντρο του πλατωνικού συστήματος. Απλώς απέκοψε την ταύτιση της μορφής με τα υλικά σώματα και την ανύψωσε σε έναν ξεχωριστό και αληθέστερο κατά τη γνώμη του κόσμο. Αλλά και η πλατωνική αντίληψη της μαθηματικής δομής των στοιχείων της φύσης, αποτελεί συνδυασμό της ατομικής θεωρίας και της πυθαγόρειας αριθμολογίας: η έννοια των ατμήτων επιπέδων φαίνεται να αντλεί την έμπνευσή της κατευθείαν από την ατομική έννοια των ατμήτων ελάχιστων μεγεθών.
Η Παιδεία κατά τον Πλάτωνα
Ο Πλάτωνας θεώρησε ακόμα πολύ σημαντικό παράγοντα για την ιδανική πολιτεία, την παιδεία. Σύμφωνα με τη θεωρία του λοιπόν οι νέοι που από τα μέρη της ψυχής τους επικρατέστερο είναι το επιθυμητικό, θα περιοριστούν στην εκμάθηση πρακτικών τεχνών. Έτσι, με το εφόδιο της πρακτικής τέχνης θα ενταχθούν στην τάξη των κοινών πολιτών, που κύριο μέλημά τους θα είναι να παράγουν υλικά αγαθά απαραίτητα για τη διαβίωση των πολιτών.
Τώρα οι νέοι που στην ψυχή τους πρώτη θέση κατέχει το θυμοειδές τμήμα, θα διδαχθούν τα μαθηματικά και τις άλλες επιστήμες. Αυτή τους η μόρφωση, θα τους καταστήσει ικανούς να ασχοληθούν με τη σωστή λειτουργία και την ασφάλεια της πολιτείας.
Τέλος, οι νέοι στους οποίους από τα τρία τμήματα της ψυχής το πιο αναπτυγμένο είναι το λογιστικό, θα εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια της παιδείας. Δηλαδή, πέρα από τη σπουδή των επιστημών, θα διδαχθούν τη φιλοσοφία, την ανώτατη μορφή γνώσης. Το γεγονός αυτό, θα τους εντάξει στην κορυφαία τάξη, στην οποία ανήκει το προνόμιο της διακυβέρνησης της πολιτείας.
Αντίκτυπος του έργου του
Η επίδραση του φιλοσόφου αυτού υπήρξε πάρα πολύ μεγάλη. Η ιστορία της φιλοσοφίας μέχρι τον Κικέρωνα είναι σαφώς επηρεασμένη από αυτόν και είτε αμφισβητεί είτε ακολουθεί τη διδασκαλία του. Ο μαθητής του Αριστοτέλης, εξ ίσου επιδραστικός με τον ίδιο, οδηγήθηκε στην ανάπτυξη τμήματος του έργου του ως απάντηση στον πλατωνισμό. Η σχολή την οποία ο Πλάτωνας ίδρυσε το 387 π.Χ., η Ακαδημία, συνέχισε να ακμάζει ως τις αρχές του πρώτου αιώνα π. Χ., έχοντας όμως μετατραπεί σε σκεπτική σχολή μετά τις αρχές της ελληνιστικής περιόδου.
Κατά την εποχή του Αυγούστου υπήρξε αναβίωση της πλατωνικής φιλοσοφίας, ο μεσοπλατωνισμός με εκπροσώπους όπως ο Φίλων ο Αλεξανδρεύς, εισηγήτρια μιας όλο και πιο ευδιάκριτης τάσης συγκρητισμού και εκλεκτικισμού στην ελληνική φιλοσοφία, σε πλήρη αντίθεση με τον διανοητικό σεκταρισμό της ελληνιστικής εποχής.
Κατά τα τέλη του δεύτερου αιώνα ο μεσοπλατωνισμός άρχεσαι να μετατρέπεται σταδιακά, υπό την επίδραση του νεοπυθαγορισμού και του ερμητισμού στην κατεχόμενη από τους Ρωμαίους Αίγυπτο, στο κίνημα του νεοπλατωνισμού, με αρχικούς εκπροσώπους όπως ο Πλωτίνος, το οποίο είχε ιδεαλιστικό, μυστικιστικό και σωτηριολογικό χαρακτήρα. Η Ακαδημία στην Αθήνα επανιδρύθηκε ως κέντρο νεοπλατωνικών μελετών κατά τον τέταρτο αιώνα.
Την ίδια εποχή, περίοδο έντονων θρησκευτικών ζυμώσεων στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και σταδιακής επικράτησης του χριστιανισμού στη Μεσόγειο, οι ακόλουθοι της αστικής ελληνορωμαϊκής θρησκείας αλλά και των ελληνικών μυστηριακών λατρειών συσπειρώθηκαν γύρω από τον νεοπλατωνισμό ως υπερασπιστή του μέχρι πρότινος επικρατούντος παγανισμού. Μεμονωμένοι νεοπλατωνικοί και παγανιστικοί πυρήνες επέζησαν ως τον έκτο αιώνα, οπότε και ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός έκλεισε με διάταγμα την Ακαδημία της Αθήνας.
Ο πλατωνισμός επιβίωσε υπογείως καθ’ όλον τον Μεσαίωνα, κρυμμένος σε μυστηριακά ρεύματα, έως ότου οι πρωτότυπες ιδέες του επανανακαλύφθηκαν και σχολιάστηκαν κατά την Αναγέννηση. Έτσι ούτε η νεότερη φιλοσοφική σκέψη έμεινε ανεπηρέαστη από αυτόν. Τα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα ή προσπαθούν να ανατρέψουν τις ιδέες του ή οικοδομούνται πάνω σ’ αυτές εκσυγχρονίζοντάς τες.
Η διαλεκτική και η ηθική του Πλάτωνα
Τη μέθοδο της ανυψώσεως ως τις ιδέες ο Πλάτωνας την ονομάζει διαλεκτική. Η διαλεκτική διακρίνει το βάθος από την επιφάνεια, το ατέλειωτο από το πρόσκαιρο, το άφθαρτο από το φθαρτό. Με τη βοήθεια αυτής της διαλεκτικής, ο Πλάτωνας δημιούργησε μια απόλυτη ηθική.
Η ηθική του αποτελεί, είπαν, «Μίμηση του Θεού». Δηλαδή, τα καθήκοντα του ανθρώπου είναι να γίνει όσο μπορεί όμοιος με τον Θεό. Και αυτό, γιατί στον Θεό βρίσκονται οι ιδέες του αληθινού, του μεγάλου, του δυνατού, του δίκαιου.
Ο άνθρωπος οφείλει να πραγματοποιεί ανάλογα με τις ικανότητές του (σχετικά), τις ιδέες, τις οποίες ο Θεός πραγματοποιεί με την παντοδυναμία του (απόλυτα). Ο Θεός είναι δίκαιος.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ο δίκαιος, μπορεί όμως να είναι ένας δίκαιος. Γιατί δικαιοσύνη, θα πει καλό, αγαθό, αλήθεια, μεγαλείο. Είναι ισχυρή η δικαιοσύνη όταν αποτελεί δύναμη που διατηρεί, αντίθετα, με την αδικία, που αποτελεί δύναμη που καταστρέφει. Έτσι η δικαιοσύνη γίνεται αιώνια, δεν αλλάζει ποτέ. Κατά τον Πλάτωνα λοιπόν, ο προορισμός του ανθρώπου είναι να ενεργεί δίκαια, μ’ όλες τις σημασίες της λέξεως δικαιοσύνη.
Ο «πλατωνικός έρωτας»
Ο Πλάτωνας, δέχεται τον έρωτα σαν μια από τις εφαρμογές της ηθικής. Θεωρεί λοιπόν, πως όπως όλων των πραγμάτων, έτσι και του έρωτα η ιδέα υπάρχει μέσα στον Θεό. Βρίσκεται στον Θεό καθαρή κατάσταση, δηλαδή χωρίς να ανακατεύεται καθόλου με την ιδέα της ηδονής, γιατί ουσιαστικά η ηδονή είναι εφήμερη, παροδική, φθαρτή. Ο έρωτας όμως που βρίσκεται στον Θεό είναι μονάχα η γεμάτη πάθος θεωρία για το κάλλος, για το φυσικό και ηθικό κάλλος. Θα μοιάσουμε λοιπόν με τον Θεό μόνο αν αγαπάμε το κάλλος κατά τέτοιο τρόπο και χωρίς διέγερση, δίχως αισθησιακό πόθο αποκλειστικά. Όπως υπογραμμίζει ο Πλάτωνας, ο έρωτας είναι η ορμή να μάθουμε και να γνωρίσουμε. Όπως ένας ερωτευμένος οδηγείται στο πρόσωπο που αγαπά, έτσι και η ψυχή αγαπά τις ιδέες, που είδε όταν υπήρχε πριν από το σώμα. Ο έρωτας τονίζει ο Πλάτωνας, φουντώνει στην ψυχή όταν νοιώθοντας τα σωματικά πράγματα, θυμάται τις ιδέες, με τις οποίες μοιάζουν κάπως. Τέλος, ο Πλάτωνας επισημαίνει πως ο έρωτας δεν είναι κτήση, μα τάση για κτήση.
Δικτυακές πηγές μεταξύ άλλων: wiikipedia, Αμαλία Ηλιάδη
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Δύο φιλόσοφοι Πορφύριος και Ιάμβλιχος από την Ελληνιστική Σύρο

Ο Πορφύριος (234/-301 /4 μ.Χ.  ήταν Σύρος από την Τύρο. Μαθήτεψε πρώτα στην αθηναϊκή Ακαδημία, ύστερα για πέντε χρόνια στη σχολή του Πλωτίνου στη Ρώμη. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε για ένα διάστημα στη Σικελία· γύρισε όμως στη Ρώμη μετά τον θάνατο του δασκάλου του για να τον διαδεχτεί στη σχολαρχία.
Ο Πορφύριος επιμελήθηκε,  την έκδοση των Ἐννεάδων του Πλωτίνου· έγραψε όμως και ο ίδιος πολλά. Από τα 65 έργα που ξέρουμε ότι είχε συγγράψει δε σώθηκαν παρά τα εννέα, ανάμεσά τους το πολύτιμο Περὶ Πλωτίνου βίου καὶ τῆς τάξεως τῶν βιβλίων αὐτοῦ, και ένα ακόμα βιογραφικό, ο Πυθαγόρου βίος.
Από τα υπόλοιπα ξεχωρίζουμε το Περὶ τοῦ ἐν Ὀδυσσείᾳ τῶν Νυμφῶν ἄντρου, όπου η γνωστή μας σπηλιά της Ιθάκης (ν 102-12) ερμηνεύεται αλληγορικά ως σύμβολο του αισθητού κόσμου ἐν ᾧ ὡς μεγίστῳ ἱερῷ αἱ ψυχαὶ διατρίβουσιν (12), και η Πρὸς Μαρκέλλαν, τη σύζυγό του, συμβουλευτική επιστολή, όπου πίστις, ἀλήθεια, ἔρως και ἐλπίς προβάλλονται ως τέσσερα στοιχεῖα που βοηθούν να προσεγγίσει ο άνθρωπος τον θεό. Από τα χαμένα του έργα ας θυμηθούμε μόνο το Κατὰ Χριστιανῶν, όπου ο φιλόσοφος διαφωνούσε με τη βιβλική κοσμογένεση, την ενανθρώπιση του Χριστού και τη Δευτέρα Παρουσία.
Τον Πορφύριο τον απασχόλησε περισσότερο από κάθε άλλο η προσπάθεια του ανθρώπου να εξασφαλίσει τη σωτηρία της ψυχής του, κατανικώντας με τον νου και τη θέληση τα πάθη και τους δαίμονες (!) που την κατοικούν. Ωστόσο, η σκέψη του δεν ήταν ιδιαίτερα πρωτότυπη· και ο ίδιος έδινε μεγαλύτερη σημασία στην ορθή κατανόηση, τον σχολιασμό και τη διάδοση της φιλοσοφίας του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και του Πλωτίνου, όπου η συμβολή του στάθηκε αλήθεια σημαντική.
Από τον πλατωνισμό στον νεοπλατωνισμό, και από τον Πλωτίνο στον Πορφύριο, η ακαδημαϊκή θεωρία όλο και περισσότερο απομακρυνόταν από τους παραδοσιακούς της φιλοσοφικούς προβληματισμούς, όλο και περισσότερο αναζητούσε και διατύπωνε απαντήσεις σε θέματα θεολογικά περισσότερο παρά φιλοσοφικά. Η ίδια τάση συνεχίστηκε και με τον τρίτο σημαντικό εκπρόσωπο του νεοπλατωνισμού, τον Ιάμβλιχο.
Ο Ιάμβλιχος (περ. 250-325 μ.Χ.)  ήταν Σύρος, όπως και ο Πορφύριος, που τον δίδαξε φιλοσοφία στη Ρώμη, αλλά βέβαια αυτό δεν εμπόδισε μαθητής και δάσκαλος να διαφωνήσουν αργότερα σε πολλά. Βαθύτατα θρησκευτική και μυστικιστική φύση, ο Ιάμβλιχος πίστευε και αυτός στην ύπαρξη των δαιμόνων· ενώ όμως ο Πορφύριος κρατούσε αποστάσεις από τη μαντική, τη μαγεία και κάθε προσπάθεια επηρεασμού των θεών με απόκρυφες τελετές και μαγγανείες, ο Ιάμβλιχος τις έκρινε απαραίτητες προκειμένου ο φιλόσοφος να προσεγγίσει, με τη μεσολάβηση των δαιμόνων, τη θεϊκή γνώση.
Όπως θα το περιμέναμε, η ροπή του προς τον μυστικισμό και τη θεοσοφία τον οδήγησε να μελετήσει σε βάθος τον πυθαγορισμό και να θελήσει να τον διαδώσει. Από το πολυσύνθετο έργο του Συναγωγὴ πυθαγορείων δογμάτων σώζονται το Περὶ τοῦ πυθαγορικοῦ βίου, το Λόγος προτρεπτικὸς πρὸς φιλοσοφίαν, τα Θεολογούμενα τῆς ἀριθμητικῆς κ.ά.
Ακόμα, ως γνήσιος νεοπλατωνικός, ο Ιάμβλιχος δεν παράλειψε να σχολιάσει ορισμένα έργα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, πιστεύοντας ότι ο τελευταίος μιλούσε με αἰνίγματα (υπαινιγμούς) και προτείνοντας νέους τρόπους ερμηνείας.
Τα βιογραφικά στοιχεία για τον Ιάμβλιχο, ιδιαίτερα για τα χρόνια της νιότης του, είναι λιγοστά. Γόνος πλούσιας και αριστοκρατικής οικογένειας, γεννήθηκε γύρω στο 250 μ. Χ. στη Χαλκίδα της Κοίλης Συρίας. Λέγεται ότι η οικογένειά του καταγόταν από τους βασιλιάδες ιερείς της Έμεσας (σημερινή Χομς), πόλη περίφημη για το ναό του συροφοινικικού θεού του ήλιου Ηλιογάβαλου. Περήφανος για την εθνική του καταγωγή, αρνήθηκε να υιοθετήσει ελληνικό ή λατινικό όνομα, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής και διατήρησε το συριακό Για-μλικού, «ο θεός κυβερνά». Αρχικά μελέτησε το νεοπλατωνισμό κοντά στον Ανατόλιο τον περιπατητικό, έναν από τους πρώτους μαθητές του Πορφύριου και κατόπιν δίπλα στον ίδιο τον Πορφύριο, τον κορυφαίο μαθητή του Πλωτίνου, πιθανότατα στη Ρώμη, τον οποίο διαδέχτηκε στη θέση του Διαδόχου της Νεοπλατωνικής Σχολής. Νωρίτερα όμως είχε ιδρύσει δική του σχολή στη Συρία, όπου η φήμη του προσέλκυσε πλήθος μαθητές από όλες τις ανατολικές επαρχίες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Δεν είναι γνωστό πότε ή πώς ακριβώς πέθανε ο Ιάμβλιχος, πιθανόν γύρω στο 330, λίγο μετά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο και λίγο πριν ο Χριστιανισμός γίνει η επίσημη θρησκεία της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Από τους πολυπληθείς μαθητές του ξεχωρίζουν ο Σώπατρος ο Απαμεύς και ο Αιδέσιος, που τον διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Συριακής Σχολής, καθώς και ο μαθητής του Αιδέσιου, Μάξιμος ο Εφέσιος, δάσκαλος του αυτοκράτορα Ιουλιανού. Ο επιφανέστερος όμως συνεχιστής του Ιάμβλιχου είναι ο Πρόκλος, Διάδοχος της Αθηναϊκής Σχολής. Βαθιά επηρεασμένο από τη διδασκαλία του Ιάμβλιχου είναι και τα έργα του λεγόμενου «ψευδο-Διονύσιου» που άσκησαν μεγάλη επιρροή στη μεσαιωνική χριστιανική σκέψη.
Από τη «Χαλδαϊκή Θεολογία» του Ιάμβλιχου διασώθηκαν έξι βιβλία: Ο Βίος του Πυθαγόρα, Ο Προτρεπτικός εις Φιλοσοφία, Περί της κοινής μαθηματικής, Περί της Νικομάχου Γερασηνού Αριθμητικής Εισαγωγής, Τα Θεολογούμενα της Αριθμητικής και το Περί των Αιγυπτιακών Μυστηρίων. Επίσης, εκτεταμένα αποσπάσματα από το «Περί Ψυχής», από τις Επιστολές προς Μακεδόνιο και Σώπατρο «Περί Ειμαρμένης» και προς Δέξιππο και Σώπατρο «Περί Διαλεκτικής», σώζονται στο «Ανθολόγιο» του Στοβαίου.
Πηγή: https://sciencearchives.wordpress.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

25.2.16

Ηράκλειτος: ο φιλόσοφος της αέναης κίνησης και μεταβολής

Ο αινιγματικός Ηράκλειτος από την αρχαιότητα κιόλας είχε κερδίσει το τίτλο ο "σκοτεινός" και "αινικτής". Τη φιλοσοφία του τη διατύπωσε στο σύγγραμμά του Περί φύσεως, χωρίς ακριβείς αποδείξεις, με χτυπητούς αφορισμούς, σύντομους, που να μοιάζουν σαν χρησμοί. Για το ύφος του αυτό τον ονόμασαν "σκοτεινό". Οι αρχαίοι τον θεωρούσαν από τους πιο βαθυστόχαστους φιλοσόφους στην εποχή του, αλλά και σήμερα τον κατατάσσουν, μαζί με το Δημόκριτο, στους προδρόμους των σύγχρονων φυσικών επιστημών.
Αν και οι ακριβείς χρονολογίες της ζωής του είναι άγνωστες - θα πρέπει να άκμασε στο μεταίχμιο των αιώνων 60υ και 50υ π.Χ. - η θέση του στην ιστορία της φιλοσοφίας έχει σαφώς καθοριστεί από το γεγονός ότι άσκησε επώνυμη κριτική στον Πυθαγόρα και από το ότι ο Παρμενίδης τον υπαινίσσεται με τρόπο αρκετά σαφή. Είναι ο διασημότερος και βαθύτερος από τους μεγάλους προσωκρατικούς φιλοσόφους.
Αν τον θεωρούμε δυσνόητο, τούτο οφείλεται όχι μόνο στο ότι διαθέτουμε λίγα μόνο αποσπάσματα απ' ό,τι πράγματι έγραψε. Ήταν σαφώς πνεύμα αλαζονικό και υπεροπτικό και του άρεσε να εξαπολύει μεμονωμένα ρητά που θύμιζαν χρησμούς, παρά να αναπτύσσει μια υπομονετική και συνεχή σειρά επιχειρημάτων. μέθοδος με την οποία επικοινωνούσε με τους άλλους έμοιαζε με του Δελφικού μαντείου, το οποίο, όπως έλεγε, "ούτε λέγει, ούτε κρύπτει, άλλά σημαίνει".
Η ασάφεια αυτή των λόγων του ίσως να οφείλεται στο γεγονός πως το βιβλίο του γρά­φτηκε στην ιωνική διάλεκτο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται, όπως το είχε επισημάνει ήδη ο Αριστοτέλης, πολυάριθμα γραμματικά ζητήμα­τα. Πολλοί είναι, ωστόσο, αυτοί που ισχυρίζονται πως το σκοτεινό ύφος του Ηράκλειτου ήταν ηθελημένο, καθώς κι ότι ο Εφέσιος πρέπει να κατέφυγε στον ερμητισμό, ώστε να είναι καταληπτός μόνο από έναν περιορι­σμένο αριθμό μυημένων ο ίδιος ο Σωκράτης άλλωστε ομολογούσε πως, για να διαβάσει τέτοιο βιβλίο δίχως να πνιγεί μέσα του, θα χρειαζόταν τη βοήθεια ενός δεινού «Δηλίου κολυμβητή».
Όμως αξίζει τον κόπο να γνωρίσουμε κάποιες από τις ιδέες που σρίσκονται κάτω από τις, ασύνδετες μεταξύ τους, φράσεις του. Αποκαλύπτουν ένα ενδιαφέρον στάδιο της ιστορίας
της σκέψεως.
Ο στόχος της κριτικής του κατά του Πυθαγόρα και άλλων ήταν οι έρευνές τους στην έξω φύση, η αναζήτηση εκ μέρους τους γεγονότων. 'Ή πολυμάθεια δεν μας βοηθεί στην κατανόηση", έγραψε. Διαφορετικά θα είχε διδάξει τον Ησίοδο και τον Πυθαγόρα, τον Ξενοφάνη και τον Εκαταίο"
Τέτοια μάθηση μας προσφέρουν οι αισθήσεις, αλλά "Μάτια και αυτιά είναι κακοί μάρτυρες, αν η ψυχή δεν εννοεί". Οι αισθήσεις μας παρουσιάζουν ένα διαφορετικό κόσμο στον καθένα. Κοίταξε μέσα σου - δηλ. μέσα στο νου σου - και θα βρεις τον "λόγον" δηλαδή την αλήθεια που είναι κοινή για όλα τα πράγματα. Είναι το πρώτο σαφές βήμα για την υπονόμευση των αισθήσεων ως οδηγών προς την αλήθεια.
Ο κρυμμένος νόμος της φύσης, τον οποίο ισχυριζόταν πως είχε ανακαλύψει ήταν - όπως φαίνεται - ότι όλα τα πράγματα βρίσκονται σε σύγκρουση, η οποία είναι ουσιώδης για τη ζωή και επομένως καλή. Το πυθαγόρειο ιδεώδες ενός κόσμου ειρηνικού και αρμονικού το απέρριπτε, ως ιδεώδες θανάτου. "'Ο πόλεμος είναι ο πατέρας όλων" και "Η φιλονικία είναι δικαιοσύνη". 
Τα ρητά αυτά πιθανώς είχαν στόχο τον Αναξίμανδρο που είχε περιγράψει τη συνεχή αλληλοδιείσδυση των αντιθέτων στοιχείων ως αδικία, για την οποία τα στοιχεία αυτά
θα έπρεπε με τη σειρά τους να τιμωρηθούν. Ως τώρα οι φιλόσοφοι αναζητούσαν το μόνιμο και το σταθερό. Δεν υπάρχει τέτοιο, λέει ο Ηράκλειτος, ούτε κανείς θα επιθυμούσε έναν
κόσμο στάσιμο. Ό,τι ζει, ζει χάρη στο θάνατο κάποιου άλλου. "Ή φωτιά ζει με το θάνατο του αέρα, και ο αέρας ζει με το θάνατο της φωτιάς το νερό ζει με το θάνατο της γης και η γη με το θάνατο του νερού"
Ο Ηράκλειτος. διακήρυττε πως όλα μεταβάλλονται, τίποτε δε μένει σταθερό, ακίνητο: "τα πάντα ρει, δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίης, αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσθαι και μηδέποτε το αυτό μένειν". Την αδιάκοπη αυτή κίνηση (ροή), κατά την οποία τα πάντα γίνονται και καταστρέφονται, ο Ηράκλειτος την έβλεπε ως μια αέναη πάλη αντίθετων αρχών, "εναντιοδρομία": "πάντα κατ' έριν γίγνεσθαι". Την κίνηση αυτή και την αλλαγή την υπηρετούν ευεργετικές αντιθέσεις: "το αντίξοον συμφέρον και εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίην".
Οι Πυθαγόρειοι μίλησαν για την αρμονία των αντιθέτων, αλλά πώς μπορούν τα αντίθετα
να ζουν αρμονικά, παρά μόνο χωρίς τη θέλησή τους; Πρόκειται, είπε, για συγκερασμό αντίθετων τάσεων, όπως αυτός που συμβαίνει στο τόξο. Θα πρέπει να φανταστούμε, έτσι νομίζω, ένα τόξο μόλις τανυσμένο αλλά ακινητοποιημένο. Καθώς σκοπεύει, δεν αντιλαμβανόμαστε καμιά κίνηση, και το θεωρούμε σαν αντικείμενο στατικό, σε τέλεια ακινησία. Αλλά στην πράξη έχουμε μια συνεχή διελκυστίνδα, που μπορούμε να την αντιληφθούμε, μόλις η χορδή ελευθερωθεί. Το τόξο θα βρεθεί αμέσως σε πλεονεκτική θέση, θα τιναχτεί και θα τεντωθεί στην αρχική θέση. Η βάση της ισορροπίας είναι ο αγώνας, που είναι καθαυτόν καλός, αφού αποτελεί την πηγή της ζωής. Είναι άτοπο να θεωρούμε τη μία του πλευρά ή φάση αγαθή και την άλλη κακή.
"Ο κόσμος", λέει ο Ηράκλειτος, "είναι μια αιώνια φωτιά, που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο" . Αν υποθέσουμε, όπως για τους Ίωνες, ότι παραδέχονταν μία πρωταρχική ουσία, από την οποία προήλθε εξελικτικά ο κόσμος, τότε η φωτιά είναι κατά τον Ηράκλειτο η πρώτη αρχή. Αλλά  ο Ηράκλειτος δεν ήταν σαν τους Ίωνες. Δεν πίστευε σε καμιά κοσμογονία, όπως αυτή του Αναξίμανδρου, σε μια εξέλιξη του κόσμου από μια αρχική απλή κατάσταση. "Υπάρχει, υπήρχε και θα υπάρχει" ό,τι και τώρα, και η φωτιά αποτελεί μάλλον ένα είδος συμβόλου της φύσης του κόσμου. Αποτελεί η φωτιά την καλύτερη υλική έκφραση (και κανένα άλλο είδος εκφράσεως δεν ήταν τότε δυνατό) των δύο του κύριων αρχών: (i) το παν γεννάται από τον αγώνα, και (ίί) το παν βρίσκεται σε συνεχή κίνηση. Γιατί η φωτιά μόνο ζει κατ' αρχήν καταστρέφοντας και εκμηδενίζοντας, και κατά δεύτερο λόγο συνεχώς μεταβάλλεται ως ύλη, έστω και αν φαίνεται - όπως η φλόγα του κεριού - σταθερή και διαρκής για αρκετό διάστημα. Αν ο όλος κόσμος μοιάζει κάπως έτσι, τότε είναι πετυχημένη η παρομοίωσή του με κάποια μορφή φωτιάς.
Η αντίληψη του Ηράκλειτου για το "λόγο" είναι περίεργη και δυσνόητη. "Ακούστε όχι εμένα, αλλά το "λόγο"", λέει, και ο "λόγος" φαίνεται να έχει εδώ μια από τις συνηθισμένες
του σημασίες: "λογαριασμός", "περιγραφή", αλλά και ένα είδος ύπαρξης ανεξάρτητης από τον χρησιμοποιούντα τη λέξη, έτσι που τα δύο αυτοί να μπορούμε να τα αντιπαραθέσουμε. Ο "λόγος" ισχύει πάντοτε, όλα τα πράγματα συμφωνούν μαζί του, είναι κοινός για όλα και "πρέπει κανείς να ακολουθεί ό,τι είναι κοινό. Ταυτίζεται, υποθέτουμε, με τη "γνώμη" (=σκέψη) , με τη β0ήθεια της οποίας "διευθύνονται όλα τα πράγματα μέσα απ' όλα". Ένας κατοπινός φιλόσοφος λέει ότι, σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, "ανασαίνovτας προσλαμβάνουμε τον θεϊκό λόγο" δηλ. το θείο πνεύμα που κατευθύνει το παν είναι (α) ταυτόσημο με το πνεύμα μέσα μας, όπως δέχονται και οι Πυθαγόρειοι, (β) είναι επίσης κάτι υλικό. Είναι το ίδιο πράγματι με το κοσμικό πυρ, γιατί σύμφωνα με έναν άλλον αρχαίο σχολιαστή του Ηράκλειτου . "λέει (ο Ηράκλειτος) ότι αυτή η φωτιά έχει νου και αυτός είναι η αιτία της τάξης του σύμπαντος". Η έννοια της λογικής φωτιάς
δείχνει πόσο δύσκολο γίνεται το να εξηγήσει κανείς τα πάντα, χωρίς να προχωρήσει πέρα από την έννοια του υλικού.
Ο Ηράκλειτος έκλινε προς τον ορθολογισμό: "κακοί μάρτυρες ανθρώποισιν οφθαλμοί και ώτα". Το λογικό, ο λόγος, στον Ηράκλειτο δεν είναι δεμένος με μεταφυσικές, ιδεαλιστικές αντιλήψεις. Για το λόγο έκανε μια έκθεση, που η επίδρασή της φτάνει μέχρι τα χρόνια μας. Όλα στον κόσμο γίνονται λογικά, σύμφωνα μ' έναν αυστηρό νόμο, αδιάφορα αν δεν το αισθάνονται οι άνθρωποι. Ο λόγος είναι ο κοσμικός νόμος, η δύναμη που βρίσκεται μέσα στα πράγματα. Το ανθρώπινο λογικό είναι ένα κομμάτι, μια συνέπεια του κοσμικού λόγου. Παίρνοντας μέρος σ' αυτόν οι άνθρωποι γίνονται λογικοί. Γι' αυτό ο λόγος είναι κοινός και υποχρεωτικός για όλους, μ' όλο που οι άνθρωποι φαντάζονται και συλλογιούνται και ενεργούν ελεύθερα. Δικαιοσύνη και ηθική την πηγή τους την έχουν στον κοσμικό λόγο. Στον Ηράκλειτο η θεότητα είναι ενδοκοσμικός νους, που δημιουργεί (από μέσα του) τη φύση, την ιστορία, τη θρησκεία, το δίκαιο, την ηθικότητα.
Οι τρεις βασικές έννοιες του πανθεϊσμού του είναι: α) η ενότητα, β) η αιώνια αλλαγή, γ) η αδιάσπαστη νομοτέλεια της κοσμικής τάξης.Η πρώτη ύλη του κόσμου είναι η φωτιά, η θερμότητα, που είναι το πρώτο ευκίνητο στοιχείο μέσα στη φύση. Το πέρασμα από την πρώτη αυτή ύλη σ' όλες τις άλλες (αέρα, νερό, χώμα) ο Ηράκλειτος το έβλεπε ως μια διαρκή αλλαγή της φωτιάς, δηλ. ως μια αιώνια κίνηση της φωτιάς, που σβήνει και ξανανάβει. Ο πόλεμος (η πάλη) των στοιχείων ("πόλεμος πάντων πατήρ"), η "εναντιοδρομία", έχει κίνητρο το πυρ. Περίσσευμα θερμότητας σημαίνει περίσσευμα κίνησης και περίσσευμα ψυχρού σημαίνει ακινησία και νέκρα. Ο κόσμος κατά τον Ηράκλειτο. δε δημιουργήθηκε από κανέναν: "κόσμος τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών, ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ' ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωτον". Ο Ηράκλειτος θεωρείται υλιστής φιλόσοφος και η αντίληψή του για τη σχετική κίνηση και εξέλιξη του κόσμου τον χαρακτηρίζει ως πρόδρομο του διαλεκτικού υλισμού
Η κεντρική ιδέα της φυσικής του είναι αυτή του κύκλου και της αρμονίας των αντιθέτων. Καθοδική κίνηση είναι αυτή της φωτιάς που τίκτει τη θάλασσα, από την οποία πάλι γεννώνται από τη μια η γη κι από την άλλη οι στρόβιλοι του ανέμου. Γιατί είναι αλή­θεια, "όταν πέφτει ο κεραυνός, η βροχή γίνεται βίαια και θυελλώδης", και, όσον αφορά τη θάλασσα πάλι, ο Ηράκλειτος θα πρέπει να είχε ζήσει από πρώτο χέρι την αργή πρόσχωση του λιμανιού της Εφέσου, που έδιωχνε τη θάλασσα μακριά του. Η αντίθετη, ανοδική κίνηση επαναφέρει τη γη στο νερό και το νερό στη φωτιά μέσω των ξηρών εκπνοών που τρέφουν τα άστρα κι ιδιαίτερα τον ήλιο: γιατί οι εκπνοές αυτές συνιστούν την κατ' εξοχήν ασώματη αρχή, από την οποία τα πάντα απορρέουν κι η οποία βρί­σκεται σε αέναη ροή. Ανευρίσκουμε λοιπόν και πάλι μέσα σε αυτή τη φυ­σική εξήγηση των ατμοσφαιρικών φαινομένων όχι μόνο ίο θέμα της ανα­κύκλησης και της ενότητας των αντιθέτων αλλά και αυτό του επιμερισμού του Ενός σε πολλά και της επιστροφής του πολλαπλού στο πρωταρχικό Εν.
Στο πεδίο της αστρονομίας τώρα, φαίνεται πως ο Ηράκλειτος γνώριζε την πορεία της Σελήνης και του Ηλίου καθώς και των πλανητών, έχοντας μελετήσει τις τροχιές τους, των οποίων μάλιστα ίσως είχε υπολογίσει την κλίση. Αν κατά παράδοξο τρόπο μας βεβαιώνει πως μέρα και νύχτα είναι ένα και το αυτό, συμβαίνει γιατί καθεμιά τους δίνει ζωή στην άλλη με τον ημερολογιακό ρυθμό, ρυθμό που δίνει υπόσταση στη θεματική της αρμο­νίας των αντιθέτων και της ανακύκλησης.
Ο Ηράκλειτος εκφράζεται με αινίγματα, έλεγαν οι Έλληνες, και υπήρχαν δύο κύριοι λόγοι για κάτι τέτοιο. Πρώτα πρώτα ο χαρακτήρας του ήταν τέτοιος που να τον ευχαριστεί μια γλώσσα εvτυπωσιακή και παραδοξολογούσα. Μπορούσε να μας προσφέρει σαφή παράδοξα, όπως "Καλό και κακό είναι ένα και το αυτό", ή άλλοτε μια παρομοίωση θελκτική αλλά βασανιστική, όπως: »Ο χρόνος είναι ένα παιδί που παίζει ζάρια· δική του είναι η βασιλεία"·  Κατά δεύτερο λόγο ο Ηράκλειτος είναι δύσκολος, γιατί η διανόηση στην περίπτωσή του έφτασε σε στάδιο παράξενα δύσκολο. Δεν μπορούσε να
ανέχεται πια τις αφελείς ιωνικές κοσμογονίες, ούτε να θεωρεί εύκολο και φυσικό να περιορίζει τη ζωή και τη σκέψη στον ζουρλομανδύα της υλικής ουσίας. Ήταν σαφές πώς πολύ γρήγορα θα τον διερρήγνυε.
Η διάρρηξη συνέβη με τρόπο παράξενο και οφειλόταν τελικά στο έργο ενός διανοητή και δυνατού αλλά και περιορισμένου, του οποίου και η δύναμη και οι αυτο-περιορισμοί σχημάτισαν κάτι σαν κοιλάδα στην ελληνική σκέψη. Αυτός ο φιλόσοφος ήταν ο Παρμενίδης, που έζησε το πρώτο μισό του 50υ αιώνα και ήταν το ακριβώς αντίθετο του Ηράκλειτου. Για τον Ηράκλειτο οι μόνες πραγματικότητες ήταν η κίνηση και η μεταβ0λή,  για τον Παρμενίδη η κίνηση δεν ήταν δυνατή και τη σύνολη πραγματικότητα αποτελούσε μία και μόνη, ακίνητη και αμετάβλητη ουσία.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
Γεννήθηκε στην Έφεσο, το 544 (ή το 535) π.Χ. και πέθανε το 484 (ή το 475) π.Χ. Ο Ηράκλειτος ανήκε σε μια εξαιρετικά διακεκριμένη αριστοκρατική οικογένεια της Εφέσου· φαίνεται, μάλιστα, πως σε όλη του τη ζωή διατήρησε κάποιο αίσθημα περιφρόνησης έναντι των ανθρώπων, λεπτομέρεια έκδηλη σε ορισμένα αποσπάσματα του, όπου στηλιτεύει τα πολιτικά ήθη των συμπολιτών του. Ήταν όμως αντίπαλος τόσο της τυραννίας, όσο και της δημοκρατίας. Πήρε μέρος στους πολιτικούς αγώνες της πατρίδας του, στο πλευρό πάντοτε των αριστοκρατών, καταδικάζοντας την αρχή της ισότητας.
Κάποια παράδοση τον θέλει μελαγχολικό χαρακτήρα ενώ ορισμένοι χριστιανοί, άρα αρκετά μεταγενέστεροι, συγγραφείς ισχυρίζονται πως διώχθηκε για αθεϊσμό. Για τους δασκάλους του δεν γνωρίζουμε και πολλά πράγματα· από ορισμένους μάλιστα θεωρήθηκε μαθητής του Ξενοφάνη: το πιθανότερο, όμως, είναι πως ο τελευταίος είχε ήδη εγκαταλείψει την Ιωνία όταν γεννήθηκε ο Ηράκλειτος. Εν πάση περιπτώσει, όμως, ο Ηράκλειτος θα πρέπει να είχε διαβάσει το ποίημα του και να γνώριζε τις κοσμολογίες των Μιλησίων, εφόσον μας λέει (απ. 38) πως ο Θαλής υπήρξε ο πρώτος αστρονόμος. Μνημονεύει ακόμα τον Πυθαγόρα (απ. 81) και τον Εκαταίο. Είναι πιθανόν, τέλος, ο Παρμενίδης να γνώριζε το έργο του Ηράκλειτου, που πρέπει να ήταν είκοσι πέντε χρόνια μικρότερος του.
Σύ?φωνα ?ε τον Διογένη Λαέρτιο "Όταν του ζήτησαν να θεσπίσει νό?ους, αδιαφόρησε τελείως, επειδή είχε ήδη επικρατήσει κακός τρόπος κυβέρνησης της πόλης και πήγε στο ιερό της Αρτέ?ιδος κι έπαιζε ?ε τα παιδιά αστραγάλους. Τελικά, ?ίσησε τους ανθρώπους και έφυγε για να ζήσει στα βουνά τρώγοντας χόρτα και βότανα. Επειδή ό?ως αυτό έγινε αιτία να αρρωστήσει από υδρωπικία, κατέβηκε στην πόλη και ρωτούσε αινιγ?ατικά τους γιατρούς αν ?πορούσαν ?ετά από πολλή βροχή να δη?ιουργήσουν ξηρασία. Οι γιατροί δεν καταλάβαιναν τι τους έλεγε και αυτός τάφηκε σ' ένα βουτοστάσιο ελπίζοντας πως η ζεστασιά της κοπριάς θα τραβήξει από ?έσα την βλαβερή υγρασία. Ό?ως ούτε αυτό είχε αποτέλεσ?α και έτσι πέθανε.
ΘΕΩΡΙΕΣ
Όπως και ο Ξενοφάνης, ο Ηράκλειτος ξεκινά από την παρατήρηση του κόσμου, τον οποίο θεωρεί και αυτός ως ενιαίο όλο, που ως τέτοιο ούτε γεννήθηκε ούτε και θα χαθεί ποτέ. Και ενώ εκείνος την ουσία του κόσμου τη βρίσκει στη θεότητα, ο Ηράκλειτος τη βλέπει σε μία νοητική αρχή, το λόγο. Η αδιάκοπη αλλαγή, αστάθεια κάθε μερικού, του δημιουργεί τόσο δυνατή εντύπωση, ώστε σ' αυτό βλέπει τον καθολικό κοσμικό νόμο. Σε αντίθεση με τον Ξενοφάνη και την Ελεατική Σχολή, που πίστευε στην ακινησία του "είναι", του όντος,
ο Ηράκλειτος. διακήρυττε πως όλα μεταβάλλονται, τίποτε δε μένει σταθερό, ακίνητο: τα πάντα ρει, δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίης, "αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσθαι και μηδέποτε το αυτό μένειν". Την αδιάκοπη αυτή κίνηση (ροή), κατά την οποία τα πάντα γίνονται και καταστρέφονται, ο Ηράκλειτος την έβλεπε ως μια αέναη πάλη αντίθετων αρχών, "εναντιοδρομία": πάντα κατ' έριν γίγνεσθαι. Την κίνηση αυτή και την αλλαγή την υπηρετούν ευεργετικές αντιθέσεις: το αντίξοον συμφέρον και εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίην. Πηγή για τις σωστές αυτές γνώσεις είναι το λογικό, ο λόγος.
Προς τον ορθολογισμό κλίνει και ο Ηράκλειτος: κακοί μάρτυρες ανθρώποισιν οφθαλμοί και ώτα. Το λογικό, ο λόγος, στον Ηράκλειτο δεν είναι δεμένος με μεταφυσικές, ιδεαλιστικές αντιλήψεις. Για το λόγο έκανε μια έκθεση, που η επίδρασή της φτάνει μέχρι τα χρόνια μας. Όλα στον κόσμο γίνονται λογικά, σύμφωνα μ' έναν αυστηρό νόμο, αδιάφορα αν δεν το αισθάνονται οι άνθρωποι. Ο λόγος είναι ο κοσμικός νόμος, η δύναμη που βρίσκεται μέσα στα πράγματα. Το ανθρώπινο λογικό είναι ένα κομμάτι, μια συνέπεια του κοσμικού λόγου. Παίρνοντας μέρος σ' αυτόν οι άνθρωποι γίνονται λογικοί. Γι' αυτό ο λόγος είναι κοινός και υποχρεωτικός για όλους, μ' όλο που οι άνθρωποι φαντάζονται και συλλογιούνται και ενεργούν ελεύθερα. Δικαιοσύνη και ηθική την πηγή τους την έχουν στον κοσμικό λόγο. Στον Η. η θεότητα είναι ενδοκοσμικός νους, που δημιουργεί (από μέσα του) τη φύση, την ιστορία, τη θρησκεία, το δίκαιο, την ηθικότητα.
Οι τρεις βασικές έννοιες του πανθεϊσμού του είναι: α) η ενότητα, β) η αιώνια αλλαγή, γ) η αδιάσπαστη νομοτέλεια της κοσμικής τάξης.Η πρώτη ύλη του κόσμου είναι η φωτιά, η θερμότητα, που είναι το πρώτο ευκίνητο στοιχείο μέσα στη φύση. Το πέρασμα από την πρώτη αυτή ύλη σ' όλες τις άλλες (αέρα, νερό, χώμα) ο Ηράκλειτος το έβλεπε ως μια διαρκή αλλαγή της φωτιάς, δηλ. ως μια αιώνια κίνηση της φωτιάς, που σβήνει και ξανανάβει. Ο πόλεμος (η πάλη) των στοιχείων ("πόλεμος πάντων πατήρ"), η "εναντιοδρομία", έχει κίνητρο το πυρ. Περίσσευμα θερμότητας σημαίνει περίσσευμα κίνησης και περίσσευμα ψυχρού σημαίνει ακινησία και νέκρα. Ο κόσμος κατά τον Ηράκλειτο. δε δημιουργήθηκε από κανέναν: "κόσμος τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών, ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ' ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωτον". Ο Ηράκλειτος θεωρείται υλιστής φιλόσοφος και η αντίληψή του για τη σχετική κίνηση και εξέλιξη του κόσμου τον χαρακτηρίζει ως πρόδρομο του διαλεκτικού υλισμού.
Πηγή: https://sciencearchives.wordpress.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

ΡΗΤΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΥ

ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΑ ΡΗΤΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΥ
  1. "Η ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩΤΕΡΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΙΜΩΡΙΑ";
  2. "ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΠΛΑΣΕ ΚΑΝΕΙΣ, ΟΥΤΕ ΘΕΟΣ ΟΥΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΑΛΛΑ ΥΠΗΡΧΕ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΑΝΤΑ: ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΦΩΤΙΑ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΟΥ ΑΝΑΒΕΙ ΚΑΙ ΣΒΗΝΕΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ";
  3. "ΜΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΟΦΙΑ: ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗ ΣΚΕΨΗ Η ΟΠΟΙΑ ΡΥΘΜΙΣΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ";
  4. "ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΜΕ ΝΑ ΣΒΗΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΥΒΡΗ ΜΑΛΛΟΝ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΥΡΚΑΓΙΑ";
  5. "Ο ΛΑΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΝΟΜΟ ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΑ ΤΕΙΧΗ";
  6. "ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΣΧΗΜΑΤΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ ΔΙΑΛΥΟΝΤΑΙ";
  7. "ΟΛΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΝΤΑ ΕΝΑΡΜΟΝΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥΣ";
  8. "ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΓΕΜΑΤΑ ΨΥΧΕΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΑ";
  9. "ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΒΡΕΙΣ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ, ΟΠΟΙΟ ΔΡΟΜΟ ΚΙ ΑΝ ΠΑΡΕΙΣ. ΤΟΣΟ ΒΑΘΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΗΣ";
  10. "ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΜΕΤΑΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΕ ΑΡΑΙΩΣΗ ΚΑΙ ΠΥΚΝΩΣΗ";
  11. "ΟΛΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΚΥΛΑ ΣΑΝ ΠΟΤΑΜΙ";
  12. "ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΕΙΝΑΙ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ";
  13. "ΟΛΑ ΚΑΘΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ";
  14. "ΑΠΟ ΤΑ ΕΝΑΝΤΙΑ, ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗ ΓΕΝΕΣΗ ΛΕΓΕΤΑΙ ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΡΙΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΣΕ ΦΩΤΙΑ ΛΕΓΕΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ";
  15. "ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΙΘΑΝΟΛΟΓΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ";
  16. "ΑΝ Η ΕΥΤΥΧΙΑ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΝ ΣΤΙΣ ΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙΣ, ΘΑ ΛΕΓΑΜΕ ΠΩΣ ΤΑ ΒΟΔΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ ΟΤΑΝ ΒΡΟΥΝ ΛΑΘΟΥΡΙ ΝΑ ΦΑΝΕ";
  17. "Η ΨΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΑΦΘΑΡΤΗ";
  18. "ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΥΡ ΕΙΝΑΙ ΑΙΩΝΙΟ ΚΑΙ Η ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ ΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΤΑ ΟΝΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΑΝΤΙΟΔΡΟΜΙΑ";
  19. "ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ ΚΑΙ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΥΤΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ";
  20. "Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ";
  21. "Ο ΚΟΣΜΟΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΧΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΑΛΛΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗ ΣΚΕΨΗ";
  22. "ΕΝΩ Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΟΣ, ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΠΛΗΘΗ ΖΟΥΝ ΜΕ ΟΔΗΓΟ ΤΙΣ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΝΟΟΤΡΟΠΙΕΣ ΤΟΥΣ";
  23. "ΟΙ ΚΟΙΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΞΕΧΝΟΥΝ ΟΣΑ ΚΑΝΟΥΝ ΣΤΟΝ ΞΥΠΝΙΟ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΞΕΧΝΟΥΝ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΟΥΣ";
  24. "Ο ΗΛΙΟΣ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ, ΑΛΛΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΕΟΣ ΣΥΝΕΧΩΣ";
  25. "ΤΟ ΑΝΤΙΡΡΟΠΟ ΕΙΝΑΙ ΧΡΗΣΙΜΟ ΚΑΙ Η ΩΡΑΙΟΤΕΡΗ ΣΥΝΑΡΜΟΓΗ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ";
  26. "ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΗΛΕΝΔΕΤΑ: ΤΑ ΣΥΝΟΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΗ-ΣΥΝΟΛΑ, ΤΑ ΣΥΓΚΛΙΝΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΠΟΚΛΙΝΟΝΤΑ, Η ΣΥΓΧΟΡΔΙΑ ΚΑΙ Η ΜΟΝΩΔΙΑ. ΟΛΑ ΣΥΝΤΑΙΡΙΑΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΕΝΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΕΝΑ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΛΑ";
  27. "Ο ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΜΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΡΥΠΑΡΟΣ Ή, ΑΚΑΘΑΡΤΟΣ ΟΥΤΕ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΗ ΣΤΑ ΒΡΟΜΟΝΕΡΑ";
  28. "ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ ΙΣΩΣ ΚΑΠΟΙΟΣ Ν' ΑΠΟΦΥΓΕΙ ΤΟ ΑΙΣΘΗΤΟ ΦΩΣ, ΤΟ ΝΟΗΤΟ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟ";
  29. "ΟΙ ΠΟΛΛΟΙ ΔΕ ΣΤΟΧΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΦΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΑΝΤΟΥΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥΣ, ΟΥΤΕ ΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΣΤΩ ΚΙ ΑΝ ΤΑ ΔΙΔΑΧΘΟΥΝ, ΑΛΛΑ ΑΠΛΩΣ ΝΟΜΙΖΟΥΝ ΠΩΣ ΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ";
  30. "ΑΝ ΔΕΝ ΕΛΠΙΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟ ΑΝΕΛΠΙΣΤΟ, ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΤΟ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙ ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΟ ΚΑΙ ΑΠΡΟΣΙΤΟ";
  31. "ΟΣΟΙ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ Ν' ΑΚΟΥΝ, ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΙΛΟΥΝ";
  32. "ΟΣΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΞΥΠΝΙΟΙ, ΕΙΝΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ, ΟΣΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΟΙ, ΥΠΝΟΣ";
  33. "ΟΙ ΧΡΥΣΟΘΗΡΕΣ ΠΟΛΥ ΧΩΜΑ ΣΚΑΒΟΥΝ ΚΑΙ ΛΙΓΟ ΧΡΥΣΑΦΙ ΒΡΙΣΚΟΥΝ";
  34. "ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΑΝ ΤΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΔΕ ΘΑ ΓΝΩΡΙΖΑΝ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ";
  35. "ΟΣΟΙ ΣΚΟΤΩΘΗΚΑΝ ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΟΥΣ ΤΙΜΟΥΝ ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ";
  36. "Η ΜΕΓΑΛΟΣΥΝΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΕΤΡΙΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΜΕΓΑΛΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ";
  37. "ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΟΥΝ, ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΟΥΤΕ ΕΛΠΙΖΟΥΝ ΟΥΤΕ ΦΑΝΤΑΖΟΝΤΑΙ";
  38. "ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΘΝΗΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΟΙ ΑΡΙΣΤΟΙ ΕΠΙΛΕΓΟΥΝ ΕΝΑ ΜΟΝΟ: ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΔΟΞΑ. ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΟΙ ΠΟΛΛΟΙ ΑΡΚΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΝΑ ΧΟΡΤΑΙΝΟΥΝ ΣΑΝ ΤΑ ΖΩΑ";
  39. "Η ΠΟΛΥΜΑΘΕΙΑ ΔΕ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΤΟΝ ΝΟΥ";
  40. "ΤΟ ΕΝΑ, ΤΟ ΣΟΦΟ ΚΑΙ ΔΕ ΘΕΛΕΙ ΚΑΙ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΖΕΥΣ";
  41. "ΝΟΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΝΑ ΥΠΑΚΟΥΣ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΝΟΣ";
  42. "ΟΣΟΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΟΥΝ ΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΛΟΓΟ, ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΟΤΑΝ ΤΟΝ ΑΚΟΥΣΟΥΝ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟΥΣ ΚΟΥΦΟΥΣ. ΤΟ ΛΕΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΡΗΤΟ: ΠΑΡΟΝΤΕΣ ΑΠΟΝΤΕΣ";
  43. "ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΚΡΙΤΕΣ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ";
  44. "ΟΙ ΨΥΧΕΣ, ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ, ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΝΕΡΟ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ, ΓΙΝΕΤΑΙ ΓΗ. ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΤΟ ΝΕΡΟ ΚΙ ΑΠ' ΤΟ ΝΕΡΟ Η ΨΥΧΗ";
  45. "ΟΙ ΧΟΙΡΟΙ ΠΛΕΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΛΑΣΠΗ, ΤΑ ΠΟΥΛΕΡΙΚΑ ΣΤΗ ΣΚΟΝΗ Ή, ΣΤΗ ΣΤΑΧΤΗ";
  46. "Η ΣΟΦΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΜΟΝΟ ΠΡΑΓΜΑ: ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ ΟΤΙ Ο ΟΡΘΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΥΒΕΡΝΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΣΧΕΣΕΙΣ";
  47. "Η ΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΘΕΟΣΤΑΛΤΗ";
  48. "ΑΣ ΜΗ ΣΤΟΧΑΖΟΜΑΣΤΕ ΜΕ ΕΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΑΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ";
  49. "ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΒΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΖΩΗ, ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΔΕ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ";
  50. "ΕΝΑΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΞΙΖΕΙ ΟΣΟ ΔΕΚΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ";
  51. "ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΜΠΑΙΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΑΙΝΟΥΜΕ, ΥΠΑΡΧΟΥΜΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΜΕ";
  52. "ΤΟ ΠΑΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΙΡΕΤΟ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟ, ΓΕΝΝΗΤΟ ΚΑΙ ΑΓΕΝΝΗΤΟ, ΘΝΗΤΟ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΤΟ, ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ, ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΓΙΟΣ, ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ";
  53. "ΟΣΟΙ ΑΚΟΥΣΑΝ ΟΧΙ ΕΜΕΝΑ, ΑΛΛΑ ΤΟ ΛΟΓΟ, ΕΙΝΑΙ ΣΟΦΟ ΝΑ ΣΥΜΦΩΝΗΣΟΥΝ ΟΤΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ";
  54. "ΕΙΝΑΙ ΑΡΜΟΝΙΑ ΟΤΑΝ ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ , ΕΝΩ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΕ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΑΥΤΟΝ";
  55. "Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΔΙ ΠΟΥ ΠΑΙΖΕΙ ΠΕΣΣΟΥΣ. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ";
  56. "Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ";
  57. "ΑΥΤΟΣ ΑΛΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΙ ΘΕΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, ΑΛΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΚΑΝΕΙ ΔΟΥΛΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ";
  58. "Η ΑΡΜΟΝΙΑ ΠΟΥ ΔΕ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΕΙΝΑΙ ΙΣΧΥΡΟΤΕΡΗ ΑΠΟ ΤΗ ΦΑΝΕΡΗ";
  59. "ΠΡΟΤΙΜΗΤΕΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΟΡΑΣΗΣ, ΤΗΣ ΑΚΟΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ";
  60. "ΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ";
  61. "Ο ΑΝΗΦΟΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΗΦΟΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΥΤΟΣ ΔΡΟΜΟΣ";
  62. "Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΚΑΘΑΡΟ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΤΟ ΠΙΟ ΑΚΑΘΑΡΤΟ ΝΕΡΟ: ΓΙΑ ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΣΙΜΟ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟ, ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΜΗ ΠΟΣΙΜΟ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΟ";
  63. "ΘΕΟΙ - ΑΝΘΡΩΠΟΙ, ΑΝΘΡΩΠΟΙ - ΘΕΟΙ: ΟΙ ΘΕΟΙ ΖΟΥΝ ΑΙΩΝΙΑ ΧΑΡΗ ΣΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, ΟΙ ΘΝΗΤΟΙ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΟΥΝ ΧΑΝΟΥΝ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ ΤΩΝ ΘΕΩΝ";
  64. "ΤΟ ΠΥΡ ΚΥΒΕΡΝΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ";
  65. "ΤΟ ΠΥΡ ΘΑ ΕΡΘΕΙ ΝΑ ΚΡΙΝΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΚΥΡΙΕΥΣΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ";
  66. "Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΗΜΕΡΑ ΝΥΧΤΑ, ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΙΡΗΝΗ, ΧΟΡΤΑΣΜΟΣ ΠΕΙΝΑ";
  67. "ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΔΟΞΑΣΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ";
  68. "Ο ΛΟΓΟΣ ΚΥΒΕΡΝΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ";
  69. "ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΝΕΡΓΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΣΑΝ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΟΙ";
  70. "ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΝΕΡΓΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΜΙΛΟΥΜΕ ΣΑΝ ΠΑΙΔΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΜΑΣ - ΔΗΛΑΔΗ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΑΒΑΜΕ";
  71. "ΟΙ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΟΙ ΣΕ ΟΣΑ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ";
  72. "Η ΦΩΤΙΑ ΖΕΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΑΕΡΑ, ΚΙ Ο ΑΕΡΑΣ ΖΕΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ. ΤΟ ΝΕΡΟ ΖΕΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΗΣ ΓΗΣ ΚΑΙ Η ΓΗ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ";
  73. "Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ ΑΕΡΑ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΕΡΑ Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ";
  74. "Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΝΕΡΟ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΕΡΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ";
  75. "Η ΣΟΦΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΦΥΤΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΟ ΘΕΙΟ";
  76. "ΤΟ ΘΕΪΚΟ ΟΝ ΑΠΟΚΑΛΕΙ ΤΟΝ ΑΝΔΡΑ ΜΩΡΟ ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ Ο ΑΝΤΡΑΣ ΠΡΟΣΦΩΝΕΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ";
  77. "ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΟΤΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΤΙ Η ΦΙΛΟΝΙΚΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: ΟΛΑ ΓΕΝΝΙΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΠΗΓΑΖΟΥΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΝΙΚΙΑ";
  78. "Ο ΩΡΑΙΟΤΕΡΟΣ ΠΙΘΗΚΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΣΧΗΜΟΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ";
  79. "Ο ΠΙΟ ΣΟΦΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΟ ΘΕΟ ΕΙΝΑΙ ΠΙΘΗΚΟΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ ΚΑΙ ΟΛΑ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ";
  80. "Η ΦΩΤΙΑ ΑΝΑΠΑΥΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΑΠ΄ ΤΗ ΣΥΝΕΧΗ ΜΕΤΑΛΛΑΓΗ";
  81. "ΤΟ ΚΟΥΡΑΣΤΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΟΧΘΕΙΣ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΙΔΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΛΟ Μ' ΑΥΤΑ Ν' ΑΡΧΙΖΕΙΣ";
  82. "ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΠΟΛΕΜΗΣΕΙΣ ΤΟ ΘΥΜΟ ΓΙΑΤΙ ΑΓΟΡΑΖΕΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΜΕ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΝ ΨΥΧΗ";
  83. "ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΘΕΪΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΑΣ ΔΙΑΦΕΥΓΟΥΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ, ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ ΜΑΣ";
  84. "ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΡΑΓΜΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΖΩΝΤΑΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΘΑΜΕΝΟ, ΤΟ ΞΥΠΝΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΟ, ΤΟ ΝΕΑΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΡΑΣΜΕΝΟ: ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΤΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΜΕΝ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΤΑ ΔΕ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ";
  85. "ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΞΥΠΝΙΟΥΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΣ, ΕΝΩ Ο ΚΑΘΕ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΤΑΦΕΥΓΕΙ Σ' ΕΝΑ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟ";
  86. "ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΤΑΛΛΑΓΗ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗ ΣΕΙΡΑ ΤΟΥΣ ΟΛΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΦΩΤΙΑ, ΟΠΩΣ ΤΟ ΧΡΥΣΑΦΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΧΡΗΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ ΧΡΥΣΑΦΙ";
  87. "ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΜΠΕΙΣ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΠΟΤΑΜΙ";
  88. "Η ΣΙΒΥΛΛΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΝΘΕΗ ΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΦΗΤΕΥΕΙ ΧΩΡΙΣ ΓΕΛΙΑ, ΦΤΙΑΣΙΔΙΑ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΧΙΖΕΙ ΧΙΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΧΑΡΗ ΣΤΟ ΘΕΟ";
  89. "Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΔΕΛΦΙΚΟΥ ΜΑΝΤΕΙΟΥ ΔΕΝ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΜΕ ΤΟ ΛΟΓΟ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΑΠΟΚΡΥΠΤΕΙ, ΑΛΛΑ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ ΜΕ ΣΗΜΕΙΑ";
  90. "Ο ΗΛΙΟΣ ΔΕ ΘΑ ΥΠΕΡΒΕΙ ΤΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ, ΟΙ ΕΡΙΝΥΕΣ, ΟΙ ΒΟΗΘΟΙ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΘΑ ΤΟΝ ΑΝΑΚΑΛΥΨΟΥΝ";
  91. "ΤΗΝ ΑΜΑΘΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΟ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΥΒΕΙ, ΤΟΥΤΟ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΑΥΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑ ΣΥΜΠΟΣΙΑ";
  92. "ΤΑ ΠΤΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΑ ΠΕΤΟΥΝ ΣΑΝ ΤΙΣ ΚΟΠΡΙΕΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ";
  93. "ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ ΓΑΥΓΙΖΟΥΝ ΟΣΟΥΣ ΔΕ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ";
  94. "ΟΙ ΨΥΧΕΣ ΟΣΦΡΑΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΔΗ";
  95. "ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ Ο ΗΛΙΟΣ, Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΑΣΤΡΩΝ ΘΑ ΑΡΚΟΥΣΕ ΓΙΑ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΝΥΧΤΑ";
  96. "ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΟ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΑ, ΕΝΩ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΛΛΑ ΤΑ ΘΕΩΡΟΥΝ ΑΔΙΚΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΔΙΚΑΙΑ";
  97. "ΣΕ ΜΙΑ ΠΛΗΡΗ ΚΥΚΛΙΚΗ ΠΕΡΙΦΟΡΑ, Η ΑΡΧΗ ΣΥΜΠΙΠΤΕΙ ΜΕ ΤΟ ΤΕΛΟΣ";
  98. "ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΥΤΙΑ ΟΣΩΝ ΕΧΟΥΝ ΒΑΡΒΑΡΕΣ ΨΥΧΕΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ";
  99. "ΑΠ' ΟΛΟΥΣ ΟΣΟΥΣ ΑΚΟΥΣΑΝ ΝΑ ΜΙΛΟΥΝ, ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΕΦΘΑΣΕ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΟΤΙ Η ΣΟΦΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΕΝΗ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ";
  100. "ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΟΛΑ ΟΣΑ ΕΠΙΘΥΜΟΥΝ";
  101. "Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ, Η ΠΕΙΝΑ ΤΟΝ ΚΟΡΕΣΜΟ, Η ΚΟΥΡΑΣΗ ΤΗΝ ΑΝΑΠΑΥΣΗ";
  102. "Η ΟΡΘΗ ΣΚΕΨΗ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΡΕΤΗ ΚΑΙ Η ΣΟΦΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΛΕΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΑΤΤΟΥΜΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ, ΟΠΩΣ ΑΡΜΟΖΕΙ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΓΝΩΣΗ";
  103. "Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΚΕΠΤΕΣΘΑΙ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ";
  104. "ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΜΙΛΟΥΝ ΜΕ ΟΡΘΟΦΡΟΣΥΝΗ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ Ν' ΑΝΤΛΟΥΝ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΟ ΣΤΑ ΠΑΝΤΑ, ΟΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ Η ΠΟΛΗ ΑΝΤΛΕΙ ΙΣΧΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΟΜΟ";
  105. "ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΡΕΦΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΝΟΜΟ, ΤΟ ΘΕΙΟ ΝΟΜΟ: ΑΥΤΟΣ ΥΠΕΡΙΣΧΥΕΙ ΤΩΝ ΥΠΟΛΟΙΠΩΝ ΣΕ ΟΣΗ ΕΚΤΑΣΗ ΘΕΛΕΙ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΕΠΙΖΕΙ ΟΛΩΝ";
  106. "ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΑΝΗΚΕΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΑΥΞΑΝΕΙ ΑΠΟ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ";
  107. "ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΝΤΑΙ ΣΩΣΤΑ";
  108. "Ο ΑΝΔΡΑΣ, ΟΤΑΝ ΜΕΘΥΣΕΙ, ΕΧΕΙ ΟΔΗΓΟ ΤΟΥ ΑΜΟΥΣΤΑΚΟ ΠΑΙΔΙ: ΣΚΟΝΤΑΦΤΕΙ, ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ ΠΟΥ ΠΑΕΙ, ΕΠΕΙΔΗ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΥΓΡΗ";
  109. "ΛΑΜΨΗ ΣΤΟ ΒΛΕΜΜΑ, ΞΗΡΗ ΨΥΧΗ, Η ΠΙΟ ΣΟΦΗ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΗ. Ή ΜΑΛΛΟΝ: Η ΞΗΡΗ ΨΥΧΗ ΕΙΝΑΙ Η ΠΙΟ ΣΟΦΗ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΗ";
  110. "Ο ΔΑΙΜΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ";
  111. "ΣΤΗ ΦΥΣΗ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΚΡΥΒΕΤΑΙ";
  112. "ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ Ο ΚΙΚΕΩΝΑΣ ΔΙΑΧΩΡΙΖΕΤΑΙ, ΑΝ ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΝΑΚΙΝΗΣΕΙΣ";
  113. "Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΥΦΛΟΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΑΙΤΙΑ ΟΧΙ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΑΛΛΑ ΤΗΣ ΚΑΚΙΑΣ";
  114. "ΤΑ ΨΥΧΡΑ ΘΕΡΜΑΙΝΟΝΤΑΙ, ΤΑ ΘΕΡΜΑ ΨΥΧΡΑΙΝΟΝΤΑΙ, ΤΑ ΥΓΡΑ ΞΕΡΑΙΝΟΝΤΑΙ, ΤΑ ΞΕΡΑ ΥΓΡΑΙΝΟΝΤΑΙ";
  115. "ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΡΕΥΣΤΑ ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΤΑΘΕΡΟ";
  116. "ΑΠΟ ΕΝΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΟΛΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΟΛΑ ΕΝΑ";
Πηγές: W.Guthrie "Οι Έλληνες Φιλόσοφοι", και διάφορες ιστοσελίδες όπως η mythologia.8m.com, pireas.com/history/irakl_gr.htm

ΞΕΝΟΦΑΝΗΣ

Ο Ξενοφάνης γεννήθηκε στην Κολοφώνα της Μ. Ασίας (μεταξύ 580 και 577 π.Χ.). Εγκατέλειψε την περσοκρατούμενη πατρίδα του και περιόδευε στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία ζώντας ως ραψωδός και ποιητής.
Η μεγάλη σημασία του Ξενοφάνη έγκειται στο ότι πρώτος έδειξε ότι αυτό που λέμε «θεοί» είναι δημιούργημα των ανθρώπων, ότι ο άνθρωπος έφτιαξε τους θεούς κατ' εικόνα και ομοίωσή του: «Οι θνητοί έχουν την εντύπωση ότι γεννιόνται οι θεοί και ότι έχουν ρούχο, λαλιά και σώμα, όπως είναι τα δικά τους». Αυτό ως ένα σημείο το βρίσκει φυσικό και δικαιολογημένο ο Ξενοφάνης, τουλάχιστον για ανθρώπους που δεν μπορούν να σκεφθούν, που βρίσκονται σε μια ζωώδη κατάσταση. Από την άλλη μεριά, αν τα ζώα είχαν τη δύναμη να φανταστούν και να ζωγραφίσουν θεούς, θα τους έδινε τη δική της μορφή κάθε κατηγορία ζώων: «Αλλ' αν είχαν χέρια τα βόδια και τα άλογα και τα λιοντάρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν με τα χέρια αυτά και να κάνουν έργα, όπως οι άνθρωποι, τότε τ' άλογα με άλογα και τα βόδια με βόδια όμοιες θα ζωγράφιζαν τις μορφές των θεών και θα τους έκαναν τέτοια σώματα, όπως είναι τα δικά τους».
Ο Ξενοφάνης παρατηρεί ακόμα ότι οι άνθρωποι δεν εξιδανίκευσαν την εικόνα των θεών, δεν τους είδαν κάτω από το πρίσμα της τελειότητας. Αντίθετα, τους απέδωσαν πολλά ελαττώματα και τους κατέβασαν σε χαμηλό ηθικό επίπεδο. Ο Όμηρος και ο Ησίοδος, οι εκφραστές της λαϊκής θρησκείας, παρέστησαν τους θεούς σαν να ήταν οι χειρότεροι των ανθρώπων.
Στην εικόνα των θεών έχουμε την πιο εξαθλιωμένη μορφή των ανθρώπων: «Ο Όμηρος και ο Ησίοδος απέδωσαν στους θεούς όλα όσα ανάμεσα στους ανθρώπους αποτελούν ντροπή και είναι άξια ψόγου, δηλ. κλεψιές, μοιχείες και απάτες του ενός σε βάρος του άλλου».
Ο Ξενοφάνης δεν εννοεί ότι οι μεγάλοι ποιητές των αρχαίων Ελλήνων φαντάστηκαν τους θεούς να κινούνται πέρα από το καλό και το κακό και ότι έχουν δικαίωμα σαν θεοί να κάνουν ό,τι θέλουν. Εννοεί μάλλον ότι οι αρχαίοι Έλληνες αρνούνταν την ηθική τελειότητα των θεών. Στο βάθος ήθελαν να τους παρουσιάσουν ηθικά κατώτερους, να τους διασύρουν ή τους γελοιοποιήσουν. Οι άνθρωποι φαντάζονται τους θεούς όχι όμοιους αλλά κατώτερούς τους, τουλάχιστον στον ηθικό τομέα. Τους εξομοιώνουν με τους χειρότερους ανθρώπους, όχι με τους καλύτερους.
Κατά τον Ξενοφάνη οι παραστάσεις για τους θεούς δεν είναι σύλληψη ενός ανθρώπου αλλά δημιούργημα ολόκληρης της κοινότητας ή της φυλής. Και δεν μιλά εδώ ο Ξενοφάνης για την ηθική ποιότητα των θεών, αλλά για την εξωτερική και «σωματική» τους εμφάνιση. Αυτή δεν είναι ενιαία. Κάθε ανθρώπινη φυλή δίνει τα δικά της ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά στους θεούς: «Οι Αιθίοπες παρουσιάζουν τους θεούς τους πλατσομύτηδες και μαύρους, ενώ οι Θράκες γαλανομάτηδες και ξανθούς». Η μορφή των θεών παραλλάσσει από φυλή σε φυλή.
Ποιο είναι το συμπέρασμα του Ξενοφάνη ύστερα από τις παραπάνω διαπιστώσεις του; Δεν φτάνει σε μια απόρριψη της πίστης σε θεούς, στην ιδέα της αθεΐας. Αντικαθιστά την πολυθεΐα με τη μονοθεΐα. Προτείνει μια μονοθεΐα δικής του σύλληψης. Λέει για το θεό: «Ένας θεός, ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους, ανώτατος υπάρχει, που δεν είναι όμοιος ούτε στο σώμα ούτε στη σκέψη με τους θνητούς. Είναι όλος όραση, όλος νόηση, όλος ακοή. Και πάντοτε στον ίδιο τόπο στέκει, χωρίς καθόλου να κινείται, κι ούτε άρμοζει να πηγαίνει πέρα-δώθε· αλλά χωρίς κόπο με το νου και τη θέληση του όλα τα συνταράζει».
Ο Ξενοφάνης δεν αντιλαμβάνεται ότι και ο ίδιος δίνει μια ανθρώπινη εικόνα για το θεό του. Τον φαντάζεται να έχει όλες τις αισθήσεις που έχει και ο άνθρωπος (να βλέπει και να ακούει) και να σκέφτεται. Τα βλέπει βέβαια όλα και τα ακούει όλα, αυτό όμως δεν έχει σχέση με καταγραφή των ανθρώπινων πράξεων και με μια πιθανή τιμωρία των κακών από τον «παντεποπτη θεό».
Τουλάχιστον δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο από τον Ξενοφάνη. Επιπλέον ο θεός του Ξενοφάνη δεν έχει σχέση με τη δημιουργία του κόσμου ούτε ανακατεύεται στην πορεία της ιστορίας ή στη ζωή των ανθρώπων. Στέκεται έξω από τον κόσμο και περιορίζεται στο να «κραδαίνει», να ταρακουνά κάπου-κάπου τη γη. Υποστηρίχτηκε ότι υπονοεί με τη διατύπωση αυτή ο Ξενοφάνης ηφαιστειακά και σεισμικά φαινόμενα που γνώρισε στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία. Φαντάζεται πάντως τον θεό του ο Ξενοφάνης κάτοχο μεγάλης δύναμης, αν και όχι ακριβώς παντοδύναμο. Τέλος ο θεός είναι ακίνητος. Και εδώ ο Ξενοφάνης έρχεται σε αντίθεση με τις λαϊκές και ποιητικές παραστάσεις που ήθελαν τους θεούς να κινούνται και να δρουν. Ο θεός συνταράζει τον κόσμο απλά με τη θέλησή του, χωρίς να κάνει καμιά κίνηση.
Είναι φανερό ότι ο Ξενοφάνης συνδέει κατά κάποιο τρόπο την έννοια του θεού με την ιδέα της τελειότητας. Ο θεός δεν μπορεί να έχει ανθρώπινη μορφή και ανθρώπινα χαρακτηριστικά, σωματικά, ηθικά ή διανοητικά. Έχει σώμα και σκέψη, αλλά αυτά δεν μοιάζουν με το σώμα και τη σκέψη των θνητών. Το γιατί ο Ξενοφάνης δέχτηκε ένα και όχι πολλούς θεούς, αυτό είναι κάτι που μπορεί να μας δημιουργήσει κάποια απορία. Μια σκέψη που μπορεί να υπονοηθεί είναι ότι τα τέλεια δεν μπορεί να είναι πολλά.
Η μονοθεΐα του Ξενοφάνη είναι μοναδική για την εποχή του. Δεν συναντιέται ούτε σε μεταγενέστερες εποχές. Ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας και οι άλλοι μεγάλοι φιλόσοφοι δεν έφτασαν στην ιδέα της μονοθεΐας ή τουλάχιστον δεν τόλμησαν να την υποστηρίξουν. Τη μονοθεία θα συναντήσουμε μόνο στους Κυνικούς που απέρριπταν την πολυθεΐα από αντίδραση προς την κρατική θρησκεία. Στην κλασική Αθήνα άρνηση των θεών της πόλης και διδασκαλία για ένα και μόνο θεό συνιστούσε αθεΐα και έγκλημα κατά της πολιτείας. Ο Ξενοφάνης δίδασκε τη μονοθεΐα του, γιατί ζούσε στις μεγάλες ελληνικές αποικίες, που φαίνεται ότι ήταν πιο ανεκτικές.
Φαίνεται ότι ο Ξενοφάνης είχε μια τάση να αμφισβητεί το κύρος των ιδεών και των αξιών που έβλεπε να ισχύουν στην κοινωνία. Αρνιόταν την αξία του αθλητικού ιδεώδους και θεωρούσε ανώτερη τή σοφία από τη σωματική ρώμη.
Η κριτική διάθεση του Ξενοφάνη προχώρησε ακόμα πιο πέρα, έγινε τελικά αγνωστικισμός: «Και τι είναι αληθινό γύρω από τους θεούς και απ' όλα όσα λέω, κανένας άνθρωπος δεν κατάλαβε ούτε πρόκειται να γνωρίσει». Κανένας δεν γνωρίζει τίποτα για τίποτα. Υπάρχουν μόνο υποκειμενικές γνώμες και εικασίες. Οι εικασίες αυτές βρίσκονται μακριά από την αλήθεια. Ακόμα και αυτά που λέει ο ποιητής μπορεί να μοιάζουν με αλήθεια, αλλά δεν είναι.
Πηγή: https://sciencearchives.wordpress.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ

Φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος από τις Κλαζομενές της Μικρός Ασίας, ο οποίος γεννήθηκε το 499/498 π.Χ. To 462 π.Χ. εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και έγινε φίλος του Περικλή και άλλων σημαντικών Αθηναίων εκείνης της εποχής, ενώ ήταν γνωστός του Σωκράτη και του Ευριπίδη.
Οι απόψεις του για τα αστέρια και τον κόσμο, η άποψη του ότι ο Ήλιος είναι ένα πυρακτωμένο μέταλλο και ίσως η υπόνοια ότι ήταν άθεος φαίνεται ότι σκανδάλισαν τους Αθηναίους, οι οποίοι δεν δίστασαν να τον σύρουν σε δίκη. Κατηγορήθηκε από το γνωστό Αθηναίο δημαγωγό Κλέωνα για ασέβεια και καταδικάστηκε σε πρόστιμο πέντε ταλάντων. Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, δεν κατηγορήθηκε μόνο για ασέβεια αλλά και για μηδισμό και καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο.
Κατέφυγε στη Λάμψακο, όπου και πέθανε γύρω στο 428/427 π.Χ. Στα λίγα χρόνια που έμεινε εκεί τιμήθηκε ιδιαίτερα από τους κατοίκους της πόλης, οι οποίοι μάλιστα σεβάστηκαν την επιθυμία του τα παιδιά της πόλης να έχουν διακοπές το μήνα που θα πέθαινε.
Ασχολήθηκε με τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη βιολογία και την ιατρική. Αν και ο Πλάτωνας αναφέρει ότι ο στοχαστής έγραψε πολλά βιβλία, το πιθανότερο είναι να έγραψε μόνο ένα, το οποίο αργότερα πήρε τον τίτλο Περί Φύσεως. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ένα βιβλίο του πουλιόταν στην Αθήνα έναντι μιας περίπου αττικής δραχμής. Είναι το πρώτο βιβλίο που γνωρίζουμε ότι πουλιόταν. Από το κείμενο αυτό σώθηκαν πολλά αποσπάσματα.
Οι φιλοσοφικές απόψεις του Αναξαγόρα
H κοσμογονία
O Αναξαγόρας πίστευε, όπως και ο Αναξίμανδρος και ο Εμπεδοκλής, στην ύπαρξη μιας συμπαγούς μάζας ύλης πριν από την εμφάνιση του κόσμου. Ωστόσο υποστήριξε ότι περιείχε ανακατεμένα όλα τα σπέρματα, τα αντίθετα και τα στοιχειακά υλικά όλων των πραγμάτων, άπειρα ως προς τον αριθμό, που υπάρχουν στον κόσμο, τα οποία συνδυάζονται και μεταβάλλονται. Δηλαδή την πρωταρχική εκείνη στιγμή βασίλευε απόλυτη απροσδιοριστία. O Αναξαγόρας δεν απέδιδε τη σημερινή πολλαπλότητα του κόσμου σε μια αρχική ενότητα, ούτε δεχόταν ότι υπάρχουν πράγματι γένεση και αλλαγή, ενώ, αντίθετα από τους ατομικούς, θεωρούσε ότι η ύλη και το μέγεθος είναι επ’ άπειρο διαιρετά.
O Αναξαγόρας αντικαθιστά με αυτό τον τρόπο την ιδέα ενός σύμπαντος που αναπτύσσεται ευθύγραμμα με αφετηρία κάτι που είναι απροσδιόριστο προς κάτι που είναι απόλυτα προσδιορισμένο, με τη σαφώς πιο πολύπλοκη ιδέα ενός κόσμου του οποίου οι ποικίλες φάσεις καθορίζονται από τις ισορροπίες και τις προκαθορισμένες συνδέσεις των συστατικών του στοιχείων. Κανένα από αυτά τα στοιχεία -σπέρματα- δεν είναι απόλυτα πρωταρχικό ούτε ξεκομμένο από τα υπόλοιπα, αλλά η μόνη ουσιαστική διαφορά του από τα άλλα είναι ο ιδιαίτερος τρόπος οργάνωσης του.
H πρωταρχική άμορφη και αδιαμόρφωτη μάζα κινήθηκε κάποτε από μια διανοητική δύναμη, το νου. O νους κινεί την πρωταρχική μάζα της ύλης και τη θέτει σε στροβιλική κίνηση, που συνεχώς επιταχύνεται και προκαλεί, σύμφωνα με μηχανικούς νόμους, τον αποχωρισμό των πραγμάτων και τη διάταξη αυτού του κόσμου. O Αναξαγόρας δεν αποδίδει κάποια θεϊκή ή πνευματική δύναμη στο νου, αλλά τον θεωρεί μια υλική αρχή, αν και είναι η «πιο λεπτή και αραιή» από όλες τις ουσίες, η οποία, σε αντίθεση με τα άλλα όντα, είναι καθαρή από την πολλαπλότητα των σπερμάτων της φύσης.
Η ύλη
Ο Αναξαγόρας διαμόρφωσε δική του θεωρία γύρω από την ύλη και τα στοιχεία που την απαρτίζουν. Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν η ύλη δεν αποτελείται από ένα ή από μερικά στοιχεία (σπέρματα), αλλά από άπειρα σπέρματα που κανένα απ’ αυτά δεν εξαφανίζεται, παρά μόνο με διαφορετικούς συνδυασμούς και που αποτελούν κάθε φορά και ένα καινούριο αντικείμενο. Οι κύριες ιδιότητές τους δε μένουν πάντα αναλλοίωτες. Η ποσότητά τους μένει πάντα ίδια.
Μια καινούρια ιδέα που εισήγαγε στην κοσμογονία ο Αναξαγόρας είναι ότι η κίνηση της ύλης δεν υπήρχε πάντοτε και πως τα στοιχεία της από μόνα τους είναι ανίκανα να τη βάζουν σε κίνηση. Αυτή τη δυνατότητα την έχει μόνο ο νους, μια ουσία που διαφέρει από τις άλλες. Η ουσία αυτή είναι διάχυτη στο σύμπαν και ομοιογενής, ανεξάρτητη και ελεύθερη, είναι η πηγή κάθε ζωής. Ο νους είναι ο γνώστης των πάντων, αιώνιος και παντοδύναμος.
Αστρονομία και μετεωρολογία
Οι αστρονομικές απόψεις του Αναξαγόρα είναι σαφώς πιο ορθολογικές από εκείνες των προγενέστερων του, ιδιαίτερα η άποψη ότι ο Ήλιος (λίγο πιο μεγάλος σε μέγεθος από την Πελοπόννησο), η Σελήνη (η οποία προέρχεται από τη Γη και έχει πεδιάδες και φαράγγια πάνω της) και τα άστρα είναι πελώριες διάπυρες μάζες. H Σελήνη μάλιστα, παρ’ όλο που είναι διάπυρη μάζα, οφείλει τη λάμψη της στον Ήλιο.
O Αναξαγόρας πίστευε ότι η Γη είναι επίπεδη και μετέωρη και ουσιαστικά επιπλέει μέσα στον πανίσχυρο αέρα. H θάλασσα προήλθε από τα ποτάμια και αυτά με τη σειρά τους από τη βροχή και τα νερά που τρέχουν μέσα στη Γη.
Βιολογία
Βασική θέση του Αναξαγόρα σχετικά με τη γένεση της ζωής ήταν ότι αυτή προήλθε – εκκολάφθηκε – από το υγρό στοιχείο, το νερό. H άποψη αυτή είναι σχεδόν ταυτόσημη με του Αναξίμανδρου, όμως η ιδέα ότι η ζωή πολλές φορές έπεσε στη Γη με τη βροχή -αφού η εξάτμιση του νερού συμπαρασύρει σπέρματα οργανισμών- μπορεί να είναι παράξενη, αλλά αποτελεί δική του συνεισφορά στη σκέψη. Τέλος, μόλις η ζωή εκκολαφθεί, βγαίνει στη γη και επεκτείνεται με την αναπαραγωγή.
Ο νους
●  Και όσα έχουν ψυχή και τα μεγάλα και τα μικρά όλα τα ελέγχει ο νους
Αναξαγόρας
Το πέρασμα από την πρωταρχική αδιαφοροποίητη κατάσταση των «σπερμάτων» στην οργάνωση που χαρακτηρίζει το σύμπαν, οφείλεται κατά τον Αναξαγόρα στην επέμβαση μιας εξωτερικής οργανωτικής αρχής, η οποία επιδρά στο αδιαφοροποίητο και καθορίζει τη διαδικασία της διαμόρφωσής του και αυτή δεν είναι άλλη από το Νου. Σύμφωνα μ’ αυτόν αρχή του κόσμου είναι ο  Νους.
Αυτός σε σχέση με τα σπέρματα δεν έχει σχέση «μητρική» δηλαδή δεν τα γεννά ούτε τα τρέφει, αλλά σχέση «πατρικής εξουσίας» λειτουργεί δηλαδή ως αρχή που τα οργανώνει και τα μορφοποιεί σύμφωνα με ένα σχέδιο κι έναν νόμο τον οποίο επιβάλλει ο ίδιος. Ο νους του Αναξαγόρα επιτελεί λειτουργία όμοια με εκείνη της φιλότητας και του νείκους του Εμπεδοκλή: είναι κινητική αιτία που καθορίζει τον τρόπο μείξης και διάκρισης των βασικών και αναλλοίωτων φυσικών υποστάσεων. Ο ίδιος ωστόσο είναι άμεικτος και αμιγής και σε αυτή ακριβώς την ιδιότητα του οφείλεται η απεριόριστη επίδραση που ασκεί στο κοσμικό γίγνεσθαι.
Ωστόσο παρά την κατηγορηματική δήλωση ότι ο νους ελέγχει όλα τα πράγματα, ο Αναξαγόρας φαίνεται να περιορίζει την κοσμολογική λειτουργία του στην εκκίνηση της περιστροφικής κοσμικής κίνησης η οποία ακολούθως συνεχίζεται και επεκτείνεται βάσει δικών της νόμων. 
Πηγή:https://sciencearchives.wordpress.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Καρνεάδης ο Κυρηναίος

Καρνεάδης (Κυρήνη 214/3 π.Χ. – Αθήνα 129 π.Χ.). Κυρηναίος φιλόσοφος και ρήτωρ, επικεφαλής της Νέας Ακαδημίας στην Αθήνα έως το 137/6 π.Χ.  
Θεωρεῖται θεμελιωτὴς τῆς θεωρίας τῆς πιθανοκρατίας, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀδύνατο νὰ συλλάβη τὴν ἀπόλυτη ἀλήθεια καὶ νὰ γίνη κοινωνός της, μπορεῖ ὅμως μὲ σχετικὴ γνώση της νὰ ὑποστηρίζη γνῶμες πιθανότερα σωστὲς ἀπὸ ἄλλες.
Το 156 π.Χ. στάλθηκε στη Ρώμη ως μέλος πρεσβευτικής αποστολής – μαζί με τον περιπατητικό φιλόσοφο Κριτόλαο και τον στωικό Διογένη– προκειμένου να διευθετήσει μια οικονομική ποινή (πρόστιμο) που επέβαλαν οι Ρωμαίοι στους Αθηναίους για την καταστροφή της πόλης του Ωρωπού. Έτσι, μεταφυτεύεται η σκεπτική φιλοσοφία στη Ρώμη.  
Με την ευκαιρία αυτή εκφώνησε δύο αντιφατικούς λόγους για τη δικαιοσύνη, σύμφωνα με τη σοφιστική μέθοδο. Οι λόγοι αυτοί βρίσκονται στο Γ’ βιβλίο της Πολιτείας του Κικέρωνα. Ο Καρνεάδης υποστήριξε στον πρώτο λόγο του ότι το δίκαιο έχει φυσική προέλευση και ότι το νομικό δίκαιο επιδιώκει να μιμηθεί το φυσικό δίκαιο. Η πρώτη διάλεξη του Καρνεάδη μπροστά στη ρωμαϊκή νεολαία ήταν ένα εγκώμιο για τη δικαιοσύνη και προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού.
Στον δεύτερο λόγο του λίγες ημέρες μετά, αντίθετα, αποδείκνυε πόσο ασυμβίβαστη είναι η δικαιοσύνη προς την κρατούσα τάξη των πραγμάτων και τις απαιτήσεις του πρακτικού βίου. Όρισε λοιπόν το δίκαιο ως σύνολο νόμων ταγμένων να υπερασπίσουν τα ιδιαίτερα συμφέροντα των ισχυρών: η πολιτική, επομένως, πρέπει να στηρίζεται σε αυτή τη δεύτερη εκδοχή. Έτσι μπροστά στους Ρωμαίους απέδειξε το αυτονόητο: "Ένας καλός ρήτωρ, μπορεί να υποστηρίξη όλες τις απόψεις".
Κατά βάθος ο Καρνεάδης παρουσίαζε μπροστά στους Ρωμαίους ακροατές του τον πυρήνα της φιλοσοφίας του: ο Καρνεάδης δεν αμφισβητούσε μόνο κάθε γνωστική βεβαιότητα, συμπεριλαμβανομένης και της μαθηματικής γνώσης, αλλά απέρριπτε και την ίδια την Ηθική των στωικών. Τις ρίζες του δογματισμού τους επιχειρούσε να αποκόψει ο Καρνεάδης.
Ο σκοπός του ήταν να θέσει στο ακροατήριό του το ακόλουθο δίλημμα: αθώωση της Αθήνας ή αμφισβήτηση της νομιμότητας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Η επιτυχία αυτών των θέσεων μεταξύ της ρωμαϊκής νεολαίας και η διάδοση και η δημοτικότητα της ελληνικής φιλοσοφίας προκάλεσαν ζωηρές αντιδράσεις, σε σημείο ώστε ο Κάτων, αυστηρός προασπιστής των ρωμαϊκών παραδόσεων, φρόντισε για την αποπομπή των τριών αντιπροσώπων.
Η διδασκαλία του Καρνεάδη, κυρίως προφορική, διασώθηκε μέσω μαρτυριών άλλων συγγραφέων. Παρά τη μορφή των προαναφερθέντων λόγων του δεν ήταν σκεπτικιστής, αλλά ο θεμελιωτής της πιθανοκρατίας, σύμφωνα με την οποία, αντίθετα από τη στωική και επικούρεια θεωρία, ο άνθρωπος δεν μπορεί να φτάσει σε καμία βέβαιη αλήθεια, αλλά μόνο σε γνώμες πιθανότερες από άλλες. Υποστηρίζει ιδιαίτερα, εναντίον της στωικής μοιρολατρίας και της επικούρειας αιτιοκρατίας, τη θέση της ελευθερίας της βούλησης.
Ο Καρνεάδης δίδασκε ότι κριτήρια της αλήθειας δεν υπάρχουν, ερευνούσε το πρόβλημα της δυνατότητας της γνώσης συστηματικά και υπέβαλλε σε λεπτομερή κριτική τις απόψεις των προηγούμενων φιλοσόφων και ιδίως του Χρυσίππου. Δείχνει την ασυμφωνία της μοιρολατρείας των στωικών προς την ελευθερία της βούλησης και στρέφεται ενάντια στην αστρολογία και τη μαντεία.
Αμείλικτη κριτική άσκησε ο Καρνεάδης στις περί θεού δοξασίες των στωικών και την ύπαρξη θείας πρόνοιας . Η αρμονία, η τάξη και η σκοπιμότητα που υφίστανται στον κόσμο δεν είναι απόδειξη της ύπαρξης του θεού, αφού πλήθος κακών κατακλύζει τον κόσμο. και κυρίως εναντιώθηκε στην στωική θεωρία της ειμαρμένης (μοιρολατρίας) και της επικούρειας αιτιοκρατίας. Η εύρεση των πιο ευλογοφανών από αυτά τα ενδεχόμενα είναι ένα ακανθώδες μονοπάτι το οποίο ελίσσεται ανάμεσα στην απόλυτη αμφισβήτηση και τον παρακινδυνευμένο δογματισμό.
Αποκαλύπτει τις αντιφάσεις στην περί θεού αντίληψη των στωικών: ο θεός είναι τυχαία στον κόσμο, και όμως προνοεί γι’ αυτόν. Ζει, ωστόσο είναι αναλλοίωτος. Είναι έμψυχο, λογικό ον, αλλά είναι και αιώνιος! Κάθε έλλογο ον έχει αισθήματα, συναισθήματα, πάθη και άλλες ιδιότητες, οι οποίες βέβαια δεν έχουν καμία σχέση με την αθανασία, την αφθαρσία και την αιωνιότητα. Τοιουτοτρόπως ο Καρνεάδης ανέτρεψε διαλεκτικά όλες τις περί θεών αντιφατικές δοξασίες των στωικών, έδειξε πόσο αθεμελίωτες είναι οι απόψεις τους για την ειμαρμένη και το πεπρωμένο του ανθρώπου και προετοίμασε μια υψηλότερη αντίληψη για τον θεό ως υπερβατικό ον που δεν υπόκειται σε καθορισμούς.
Παρ’ ὅλο ποὺ  ἦρθε σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς στωϊκοὺς φιλοσόφους δὲν θέλει νὰ ἀμφισβητήση τὸ στωϊκὸ θεμελιῶδες δόγμα, «τὸ μηδὲν ἀναιτίως γίγνεσθαι», προσθέτει ὅμως ὅτι ἑκάστη αἰτία εἶναι μέλος μιᾶς ἄνευ ἀρχῆς σειρᾶς αἰτιώδους ἀλληλουχίας. Δὲν παραδεχόταν δηλαδὴ ὅτι μπορεῖ νὰ ὑπάρχη ἀπόδειξη γιὰ κάτι, γιατὶ κάθε ἀπόδειξη χρειάζεται μία ἄλλη ἀπόδειξη γιὰ τὴν ἴδια κ.ο.κ. Με τον Καρνεάδη η Ακαδημία του Πλάτωνα πέρασε σε μία νέα φάση προβληματισμού που απορρίπτει κάθε δόγμα και μέσο προσέγγισης της απόλυτης αλήθειας.
Επιδράσεις
Το έργο του επηρέασε ιδιαίτερα τον Λουκιανό στα έργα του: Αλέξανδρος ή ψυδόμαντις, Ζευς ο ελεγχόμενος, Ζευς τραγωδός, Θεών διάλογοι, Θεών κρίσις, Θεών εκκλησία, Περί της αστρολογίας, Περί θυσιών, Περί της Συρίης θεού, Ερμότιμος ή Περί αιρέσεων κ.α.
Πηγή:https://sciencearchives.wordpress.com
Aνιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Πλουτάρχου: Αρετή, Κακία, Τύχη

Αναπόσπαστο τμήμα τής γνήσιας ελληνικής ηθικής παράδοσης και τής πάλαι ποτέ ελληνότροπης σχολικής διδασκαλίας αποτελούσε επί αιώνες ο περίφημος μύθος τού ημίθεου Ηρακλή και των δρόμων τής Αρετής και τής Κακίας.
Σύμφωνα με αυτόν τον διδακτικότατο μύθο, ο φημισμένος Έλληνας ήρωας, πριν αρχίσει την επιτέλεση των διακεκριμένων άθλων του, οι οποίοι ήταν πολύ περισσότεροι από τους δώδεκα γνωστότερους, βρέθηκε αντιμέτωπος με δύο οδούς: τής Αρετής και τής Κακίας. Τότε τού ζητήθηκε να ξεπεράσει το δίλημμα και να επιλέξει την μία από τις δύο ηθικές οδούς. Η Κακία τού υποσχέθηκε έναν δρόμο γεμάτο πλούτη, ηδονές και εξουσία, χωρίς κόπους, καταπονήσεις και εργασία, ενώ η Αρετή τού υπέδειξε τον δρόμο των αδιάκοπων αγώνων, τής συνεχούς εργασίας και των μεγάλων εμπειριών, τον δρόμο που με ευκολία δεν προσφέρει τίποτε σε κανέναν. Ο δρόμος τής Κακίας, διασχίζοντας την χλιδή και την πολυτέλεια, οδηγούσε στο άγνωστο, ενώ ο δρόμος τής Αρετής, περνώντας μέσα από δοκιμασίες και πόνους, κατέληγε στην θέωση.
Ο Ηρακλής, επιθυμώντας να φανεί αντάξιος των ευγενών προγόνων του και όντας γνήσιος εκφραστής των ύψιστων ιδεωδών τού ελληνικού έθνους, επέλεξε τον δύσκολο δρόμο τής Αρετής, θέτοντας ως τελικό σκοπό τής επίπονης πορείας του την πολυπόθητη θέωση, πρόθυμος να αντιμετωπίσει τις μεγάλες δυσκολίες και τους πολλούς πειρασμούς, τους πόνους και τις θλίψεις. Ο ίδιος μύθος - ως αλληγορικός ή συμβολικός λόγος - μάς βεβαιώνει ότι ο Ηρακλής επάξια οδηγήθηκε στην θέωση, κατέστη «ημίθεος» ή «Θεός κατά χάριν», εισήλθε στα ουράνια δώματα, στον μακάριο Οίκο των Ολύμπιων Θεών και απόλαυσε την θεϊκή ευδαιμονία.
Ο μακραίωνος και πολύπλευρος φιλοσοφικός στοχασμός των Ελλήνων επανειλημμένα αναρωτήθηκε εάν η τελική επιλογή και η μετέπειτα πορεία τού ημίθεου Ηρακλή υπήρξε θέμα απλής τύχης ή θέμα σαφούς και ξεκάθαρης προαίρεσης τού ήρωα, εάν δηλαδή ο ένδοξος Έλληνας εκούσια και υπεύθυνα επέλεξε ή εάν ακούσια και ανεύθυνα ακολούθησε τον δρόμο τής Αρετής, καθώς κ' εάν - κάτω από διαφορετικές συνθήκες, γεννήματα τής Τύχης - ο Ηρακλής θα επέλεγε την οδό τής Κακίας, με όλα τα συνεφελκόμενά της. Αν και είναι αρκετοί εκείνοι οι στοχαστές, οι οποίοι αποδίδουν κυρίως στην Τύχη τις ενέργειες τού Ηρακλή, οι σπουδαιότεροι φιλόσοφοι αποδέχονται ότι ο Ηρακλής έδρασε ακολουθώντας την προαίρεσή του, η οποία αποδείχτηκε «καλή και αγαθή».
Τόσο, λοιπόν, το αντιθετικό ζεύγος Αρετής και Κακίας, όσο και ο παράγοντας Τύχη, αποτελούσε πάντοτε αντικείμενο σοβαρής και επισταμένης διερεύνησης τής ελληνικής - και όχι μόνον αυτής - ηθικής φιλοσοφίας, όπως και τού υγιούς τμήματος τής ελληνικής κοινωνίας, που «μετά κόπων και βασάνων» διασώζει, καλλιεργεί και αναπτύσσει τις αξίες και τα ιδανικά τού πολυτιμότερου πολιτισμού τής Οικουμένης. Στο παρόν βιβλίο θα παρακολουθήσουμε τις θέσεις και τις απόψεις τού σοφού Πλουτάρχου γιά την Αρετή, την Κακία και την Τύχη. Ο συγγραφέας αντιμετωπίζει τις τρεις έννοιες, αλλά και δυνάμεις, μέσα από πραγματικά γεγονότα, μέσα από την δράση ευρέως γνωστών ιστορικών προσώπων και μέσα από αληθινά παραδείγματα τού ελληνο-ρωμαϊκού βίου, καταδεικνύοντας - μεταξύ άλλων - ότι η εσωτερική πάλη τού ανθρώπου, ο οποίος αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην οδό τής Αρετής και στην οδό τής Κακίας, ήταν χαρακτηριστικό πολλών προσωπικοτήτων τού καθημερινού βίου, και όχι μόνον μυθολογικό θέμα ή αντικείμενο τής θεωρητικής διδασκαλίας των φιλοσόφων, όπως αφελώς διαδίδεται από μία πληθώρα προβεβλημένων «διανοουμένων». Από την άλλη πλευρά, πάλι κατά την γνώμη τού Πλουτάρχου, η Τύχη, αν και συχνότατα αποτελούσε την πιό βολική δικαιολογία γιά τις ενέργειες των κακοπροαίρετων, των ράθυμων, των πονηρών και των παράσιτων, δεν ήταν πάντοτε, ίσως ποτέ, μία βασική αιτία ή ένας κύριος ρυθμιστικός παράγοντας τής δράσης και τής αντίδρασης των ανθρώπων.
Στην «ταλαπείρια» εποχή μας, η οποία επιδεικτικά και προς δική της φθορά και καταστροφή και καταισχύνη αγνοεί ότι «το αγαθό και το ευχάριστο έχουν διαφορετική φύση μεταξύ τους» (Πλάτων, Φίληβος, 60b), καθώς και ότι «συμφέρον είναι ο τι οδηγεί στο αγαθό» (Πλάτων, Όροι, 414e), η Αρετή και η Κακία, όταν «κατά τύχη» εντοπιστούν, δεν αναγνωρίζονται ως μεταξύ τους παντελώς αντίθετες έννοιες και ως αντίρροπες δυνάμεις, ενώ η Τύχη - μοναδική αιτία όσων συμβαίνουν στην ζωή των ηλίθιων όντων - ύπουλα και υστερόβουλα χρησιμοποιείται γιά να δικαιολογήσει τις ανθρώπινες ενέργειες, όπως ακριβώς συμβαίνει στον βίο των περισσότερων ζώων, και μάλιστα των άγριων θηρίων, ο οποίος φαίνεται να αποτελεί προσιτό υπόδειγμα και ικανοποιητικό πρότυπο των σύγχρονων «απελευθερωμένων και εκσυγχρονισμένων» κοινωνιών.
Αθανάσιος Τσακνάκης στο 24grammata.com
Πλούταρχος
Ο Πλούταρχος (περ. 45 - περ. 120 μ.Χ.) καταγόταν από εύπορη αριστοκρατική οικογένεια της Χαιρώνειας της Βοιωτίας, όπου γεννήθηκε και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Φοίτησε στην Ακαδημία της Αθήνας και ταξίδεψε στην Ελλάδα, στην Αλεξάνδρεια, στη Μικρά Ασία και την Ιταλία. Επισκέφθηκε τουλάχιστον δύο φορές τη Ρώμη, όπου συνδέθηκε με κύκλους του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος.
Έχαιρε μεγάλου σεβασμού και τιμήθηκε με διάφορα δημόσια αξιώματα. Επί "πολλάς πυθιάδας", τουλάχιστον είκοσι χρόνια, διετέλεσε πρωθιερέας του μαντείου των Δελφών.
 Έμεινε γνωστός ως ο μεγάλος βιογράφος της αρχαιότητας, χάρη στους πενήντα (από τους οποίους σώζονται οι 48) "Βίους Παραλλήλους επιφανών Ελλήνων και Ρωμαίων". Το έργο του περιλαμβάνει επιπλέον περίπου διακόσια (σώζονται 78) κείμενα ποικίλης θεματολογίας, δοκίμια, ομιλίες και διαλόγους, στο σύνολο των οποίων δόθηκε, όχι απολύτως εύστοχα, ο τίτλος "Ηθικά".
Η επίδραση που άσκησε το έργο του Πλούταρχου ήταν τεράστια. Έχει γραφτεί ότι μέσα από αυτό έχουμε όλοι οι μεταγενέστεροι γνωρίσει την ελληνική και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα. Ειδικά μεταξύ του 16ου και του 18ου αιώνα η διάδοσή του στους μορφωμένους ευρωπαϊκούς κύκλους δεν απείχε εκείνης της Βίβλου.
Στους θαυμαστές του και σ` εκείνους που άντλησαν από αυτό κατά τους τελευταίους αιώνες συγκαταλέγονται, ενδεικτικά, ο Έρασμος, που μετέφρασε στα λατινικά και αφιέρωσε στον Ερρίκο Η΄ το "Πως αν τις διακρίνοιε τον κόλακα του φίλου"· ο Μονταίν, που εμπνεύστηκε τις "Δοκιμές" του από τα "Ηθικά"· ο Σαίξπηρ, που βάσισε στους "Βίους" τις ρωμαϊκές τραγωδίες του· ο Ρουσσώ και ο Γκαίτε, που κατέτασσαν τον Πλούταρχο στους αγαπημένους τους συγγραφείς· ο Μπετόβεν, που τον εκτιμούσε όσο και τον Όμηρο και αναζήτησε στο έργο του στήριγμα όταν έχανε την ακοή του· ο Έμερσον και οι υπερβατιστές· ο Καβάφης, στο "Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον", στους "Αλεξανδρινούς βασιλείς" κ.α., ενώ οι "Παράλληλοι Βίοι" ήταν το αγαπημένο ανάγνωσμα του Ναπολέοντα.
Η μελέτη του Πλούταρχου εγκαταλείφθηκε κατά τον 19ο αιώνα, κυρίως επειδή το έργο του αποδεικνυόταν αναξιόπιστο για την ιστορική ανασύνθεση του ελληνορωμαϊκού παρελθόντος. Εντούτοις ο ίδιος δεν ενδιαφερόταν τόσο για την ιστορική ακρίβεια, όσο για το χαρακτήρα και την ψυχολογία των ηρώων του, καθώς και για την ηθική διάσταση των πράξεών τους. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα το ενδιαφέρον για το έργο του Πλούταρχου ώς έναν βαθμό αναζωπυρώθηκε, ωστόσο περιορίστηκε κυρίως στην ακαδημαϊκή κοινότητα. 
Πηγή: https://sciencearchives.wordpress.com/
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.