Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

19.3.20

«ΠΟΙΗΣΗ: ΣΤΊΧΟΙ ΠΟΥ ΈΓΙΝΑΝ ΛΌΓΙΑ» του Ηλία Γιαννακόπουλου στίχοι που έγιναν λόγια, ποίηση για πάσα νόσο.

«Ποίηση είναι όταν ένα συναίσθημα έχει βρει τη σκέψη του και η σκέψη έχει βρει τις λέξεις» (Robert Frost, Αμερικανός ποιητής).

Ο βασικός ιστός της ποίησης πλέκεται από το συναίσθημα, τη σκέψη και τη λέξη. Άλλοι θεωρούν πως το πρωτογενές υλικό είναι το συναίσθημα που αναζητά την κατάλληλη λέξη να εκφραστεί. Χωρίς τη λέξη ποίημα δεν παράγεται. Όλοι έχουμε συναισθήματα, αλλά οι ποιητές είναι ελάχιστοι. Γι’ αυτό κάποιοι άλλοι πρεσβεύουν πως για να παραχθεί ποίηση χρειάζεται η νίκη του λόγου – της λέξης πάνω στο «κράτος των αισθήσεων».

Ποίηση και Λαός

Η σχέση, ωστόσο, της Ποίησης με τη Λέξη αναδεικνύει και το ρόλο του απλού λαού ως φορέα Λόγου και Λέξης. Γιατί ο καθημερινός άνθρωπος δεν λειτουργεί μόνον ως «αναγνώστης» ή καταναλωτής του ποιητικού λόγου αλλά και ως φορέας – «διδάσκαλος» λέξεων. Ο Πλάτων στο έργο του «Αλκιβιάδης» μέσα από το διάλογο του Αλκιβιάδη με τον Σωκράτη καταγράφει τη συμβολή των πολλών (λαός) στη σωστή γνώση της Ελληνικής «Ελληνίζειν». Χαρακτηρίζονται, επίσης, οι πολλοί ως «αγαθοί διδάσκαλοι» και γι’ αυτό κρίνονται «δικαίως επαινοίντ’» (άξιοι επαίνου).

Ο ποιητικός λόγος αντλεί την πρώτη ύλη (λέξεις) από το λαό κι αυτός με τη σειρά του διδάσκεται και διαπαιδαγωγείται από το λόγο (στίχοι) των Ποιητών. Επομένως, η Ποίηση και οι Ποιητές λειτουργούν ως διαμεσολαβητές ανάμεσα στο Λαό και τη Γλώσσα (Λέξεις). Η ποίηση αποτέλεσε τον πιο αρχέγονο τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος προσπάθησε με την αρωγή της γλώσσας – λέξης να προσεγγίσει τον κόσμο και να αποκωδικοποιήσει τα μυστήριά του. Η ποίηση διαχρονικά δεν στόχευε μόνο στην τέρψη και στην ψυχαγωγία του λαού αλλά και στη διαπαιδαγώγησή του.

Την πρακτική ωφελιμότητα της ποίησης την ομολογεί ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» (607d) «ηδεία αλλά και ωφελίμη προς τας πολιτείας και τον βίον τον ανθρώπινον». Μπορεί, δηλαδή, η ποίηση να αποβλέπει – με όπλο τις λέξεις – στη βελτίωση του ανθρώπου και της καθημερινότητάς του. Αυτό συμβαίνει όταν οι στίχοι ενός ποιήματος, απαλλαγμένοι από το διδακτισμό, λειτουργούν ως απόσταξη της ζύμωσης του ανθρώπου με τις λέξεις που συνιστούν το βασικότερο φορέα – εργαλείο σκέψης.

Η σχέση του Ποιητικού λόγου με τον απλό άνθρωπο αποτελούσε πάντα το ζητούμενο. Πώς μπορεί, δηλαδή, η αισθητική των λέξεων και το νοηματικό φορτίο τους να ενσωματωθούν στο γλωσσικό και αξιακό σύστημα του απλού ανθρώπου και να προκαλέσουν μέσα του μια συναισθηματική και διανοητική δόνηση; Ζητούμενο οι ανατροπές τόσο της καθημερινότητας όσο και της καθεστηκυίας τάξης των πραγμάτων.

Στίχοι – Γνωμικά

Μπορεί το πολιτικό μας σύστημα και οι καθεστωτικές αντιλήψεις να μην κινδυνεύουν από τους στίχους των ποιητών, όμως η χρηστικότητα και λειτουργικότητά τους στην εξωτερίκευση και αποτύπωση κάποιων σκέψεων και στον εμπλουτισμό της διαπροσωπικής επικοινωνίας είναι ολοφάνερη. Στίχοι που έχουν γίνει ρητά, γνωμικά και ενέχουν στοιχεία αφορισμών και αξιωμάτων. Έτσι δικαιώνεται η θέση του Πλάτωνα πως ο κοινός άνθρωπος και ο ποιητής «αλληλοδιδάσκονται» και το «Ελληνίζειν» δεν είναι προνόμιο μόνον των «σοφιολογιώτατων».

Ο καθημερινός μας λόγος είναι έμπλεος τέτοιων στίχων που καθιστούν την επικοινωνία μας αποτελεσματικότερη και ευχάριστη δικαιώνοντας τη θέση του Πλάτωνα για την ποίηση «ηδεία αλλά και ωφελίμη προς τας πολιτείας και τον βίον των ανθρώπινον».

Στίχοι του Ομήρου και των αρχαίων τραγωδών επιβιώνουν στον καθημερινό λόγο (γραπτό και προφορικό) των ανθρώπων, αν και μερικές φορές αγνοούμε τόσο το δημιουργό τους (ποιητή) όσο και το ακριβές περιεχόμενό τους. «Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης» (η φιλοπατρία), «αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων» (η αριστεία, η φιλοπρωτία). «Ω, παίδες Ελλήνων ίτε ελευθερούτε Πατρίδ’, ελευθερούτε δε Παίδας γυναικών….Νυν υπέρ πάντων αγών» (προσταγή για αγώνα), «Έρως ανίκατε μάχαν» (η δύναμη του Έρωτα).

Ωστόσο, εμφανής είναι και η παρουσία στίχων του Ερωτόκριτου και του Δημοτικού τραγουδιού στην καθημερινή μας ομιλία, όπως: α. «Του κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνουν/ και του τροχού που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνου» (η συνεχής μεταβολή των πραγμάτων), β. «Έμεινε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο» (η απόλυτη δυστυχία ως απόρροια της σκληρής μοίρας).

Είναι ενδιαφέρουσα, επομένως, η καταγραφή εκείνων των στίχων της νεοελληνικής ποίησης που αποτελούν μέσο έκφρασης και αποτύπωσης της σκέψης του απλού ανθρώπου. Η παράθεση των στίχων και των ποιητών που ακολουθούν δεν έχουν κατ’ ανάγκην και αξιολογικό χαρακτήρα.

Ποιητές και Στίχοι


1.      ΚΑΛΒΟΣ: «Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία». Με το στίχο αυτό υποδηλώνεται πως κάθε τι υψηλό στη ζωή μας (ελευθερία…) προϋποθέτει ηθικές και ψυχικές αρετές. Χρησιμοποιείται ως υπόμνηση ή προτροπή προς κάποιους που αναλαμβάνουν κάποια σπουδαία αποστολή ή προς κάποιους δειλούς ή σκεπτικιστές στην ανάληψη ευθυνών για την πραγμάτωση υψηλών στόχων.

2.      ΣΟΛΩΜΟΣ: α. «Όμορφος κόσμος ηθικός αγγελικά πλασμένος». Η καταγγελία της επιφανειακά θετικής εικόνας της κοινωνίας μας. Υποκρύπτει μια ειρωνική διάθεση. β. «Ανοιχτά πάντα κι άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου». Η ανάγκη της συνεχούς εγρήγορσης κι επαγρύπνησης. γ. «Με λογισμό και μ’ όνειρο». Η ισορροπία – συνύφανση της λογικής και της φαντασίας. Ο ρεαλισμός σε παράλληλη πορεία με το ουτοπικό.

3.      ΠΑΛΑΜΑΣ: «Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν πέρασαν,/ θα ‘ρθουν, θα περάσουν. Κριτές θα μας δικάσουν/ οι αγέννητοι, οι νεκροί». Προβάλλεται εμφαντικά το χρέος – καθήκον προς τους προγόνους αλλά και τους απογόνους. Όλοι υποκείμεθα στην κριτική των περασμένων αλλά και των μελλούμενων γενιών. Ίσως, υπόρρητα, διαφαίνεται και μια προτροπή για δράση, αντίσταση και αγώνα.

4.      ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ«Πως μας θωρείς ακίνητος;…. Που τρέχει ο λογισμός σου;»: Το νόημα που λαμβάνει σήμερα ο στίχος δεν σχετίζεται με τα πραγματικά δεδομένα (ύμνος στον ανδριάντα του Πατριάρχου, Γρηγορίου του Ε’). Σήμερα μάλλον εκφράζει μια περιπαικτική αναφορά σε κάποιον που είναι «αφηρημένος» και κοιτάζει στο κενό με απλανές βλέμμα.

5.      ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ: «Ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα…». Συνιστά μια προτροπή, ένα σάλπισμα αγωνιστικό για την ανόρθωση της χώρας μας. Εμπεριέχει έναν παραινετικό τόνο με κυρίαρχο σύμβολο τον ήλιο (πνευματικότητα, ελευθερία….). Το α’ πληθυντικό πρόσωπο φανερώνει πως ο αγώνας προϋποθέτει συλλογική προσπάθεια. Έγινε και ύμνος κόμματος (ΠΑΣΟΚ).

6.      ΒΑΡΝΑΛΗΣ: α. «Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα». Συνιστά μια κριτική – μομφή σε όσους βρίσκονται σε μια κατάσταση αδράνειας, τεμπελιάς και παραίτησης. Εγκαλούνται ως αρνητική στάση ζωής η δειλία και ο φαταλισμός (μοιρολατρία), β«Αχ, πού σαι, νιότη, πού δειχνες πως θα/ γινόμουν άλλος!». Λέγεται ως πικρή διαπίστωση όταν η εικόνα – θέση ενός ανθρώπου (αρνητική) είναι σε δυσαρμονία με την αντίστοιχη της νιότης, που υποσχόταν πολλά. Υποδηλώνεται η απογοήτευση…

7.      ΚΑΒΑΦΗΣ: α. «Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους;/ Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια/λύσις». Ο εμβληματικός αυτός στίχος καταγράφει την κλιμάκωση της αγωνίας και αναμονής που τελικά οδηγείται στη διάψευση και στην απογοήτευση. Οι βάρβαροι (η προσμονή της λύσης) δηλωτικό της παρακμής μιας κοινωνίας εν «υπνώσει» προβάλλονται ως λύση. Ωστόσο, η απουσία των βαρβάρων προκαλεί λύπη και απογοήτευση. Ο στίχος ως διαπίστωση βρίσκει εφαρμογή τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. β. «Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,/ αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις». Οι στίχοι εκφράζουν ένα στοιχείο ηθικής προτροπής για ανθρώπους που χάνουν κάτι πολύτιμο (εξουσία, δόξα….). Συνιστούν την ετοιμότητα και την αξιοπρέπεια σε αυτό που φαίνεται πως χάνουμε και για το οποίο πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αποδεχτούμε ως νομοτέλεια.

8.      ΣΕΦΕΡΗΣ: α. «Λίγο ακόμα, να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα». Από τις πιο γνωστές και χιλιοειπωμένες προτροπές για συνεχή προσπάθεια προς κάτι υψηλότερο.  Έχει εφαρμογή – ως προτροπή τόσο για ατομική εξέλιξη όσο και εθνική ανάταση. β. «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει». Μεταφορικά υποδηλώνεται ο αβάσταχτος πόνος για τη χώρα μας που αδυνατεί να προοδεύσει. Η συνειδητοποίηση μιας «πληγής» που μας επέφερε η Ελλάδα που μένει προσδεμένη στο χθες με όλα τα αρνητικά της.

9.      ΕΛΥΤΗΣ: α. «Αυτός ο κόσμος ο μικρός ο μέγας». Λέγεται όταν θέλουμε να δηλώσουμε την απεραντοσύνη του κόσμου μέσα στη μικρότητα – περατότητά του. Συνιστά ένα οξύμωρο σχήμα και προφέρεται ως διαπίστωση όταν βρισκόμαστε μπροστά στη συρρίκνωση των αποστάσεων που όμως δεν αναιρεί την απεραντοσύνη του σύμπαντος. β. «Ο καθείς και τα όπλα του». Δηλώνεται ως υπόμνηση για την υποχρέωση κάποιου να χρησιμοποιήσει τα μέσα και τις μεθόδους που αρμόζουν στη θέση και τις δυνάμεις του. Η συνειδητοποίηση εκείνης της δύναμης (όπλου) που μπορεί να μας συνοδεύει σε κάθε αγώνα μας για την πρόοδο και την άρνηση υποταγής στις δυνάμεις της παρακμής.

10.  ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ: «Στρατηγέ/ τι ζητούσες στη Λάρισα/ συ/ ένας/ Υδραίος». Η φράση χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να τονίσουμε την παραδοξότητα ή έκπληξή μας για την παρουσία ή εμπλοκή κάποιου σε χώρο και θέματα άσχετα με την ιδιότητά του. Είναι λίγο ασαφές αν πρόκειται για έκπληξη – έπαινο ή ψόγο.

11.  ΚΑΤΣΑΡΟΣ: «Μην αμελήσετε./ Πάρτε μαζί σας νερό/ Το μέλλον μας έχει πολλή ξηρασία». Ένας στίχος καταγγελτικός και προτρεπτικός. Υπενθυμίζει σε όλους πως η μελλοντική κατάσταση βρίθει προβλημάτων γι’ αυτό και είναι αναγκαία η εξασφάλιση νερού – εφοδίων για την επιβίωση και τη νίκη. Η αξία της προνοητικότητας και η συνειδητοποίηση – πρόβλεψη(;) των προβλημάτων (αδιεξόδων).

12.  ΡΙΤΣΟΣ«Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό». Με το στίχο αυτό εκφράζεται το αδούλωτο πνεύμα ενός ανθρώπου ή λαού. Το ανυπότακτο και ελεύθερο φρόνημα χωρίς περιορισμούς και καταπιέσεις. Λέγεται για πρόσωπα και έθνη με τη μορφή επαίνου ή και υπενθύμισης για τους αγώνες ενάντια στη σκλαβιά.

13.  ΔΡΟΣΙΝΗΣ: «Δεν θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα / σε ξένα αναστυλώματα δεμένο. / Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο, / μα όσο να ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω». Με τους στίχους αυτούς προβάλλεται εμφαντικά ως μια μορφή εξομολόγησης ή μαρτυρίας η αξία της αυτονομίας για την κατάληψη μιας θέσης. Καταγγέλλεται έμμεσα η τακτική κάποιων να στηρίζονται σε άλλους για την αναρρίχησή τους σε ένα αξίωμα. Η αντίθεση του κισσού και του καλαμιού προβάλλει την αξία να στηρίζεται κάποιος στις δικές του δυνάμεις. Να είμαστε «όρθιοι» και όχι «ορθούμενοι».

14.  ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ: α. «Νάσαι τόσο πρόσκαιρος, / και να κάνεις όνειρα / τόσο αιώνια!». Η αποθέωση της ματαιοδοξίας και της κενοδοξίας. Ύβρις απέναντι στην αναγκαιότητα του θανάτου. β. «Και όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον είμαστε ήδη νεκροί». Η προτροπή για αλληλεγγύη και αλτρουισμό. Ο ηρωισμός για το κοινό καλό. Η υπέρβαση του ατομικισμού και η διάχυση του ενδιαφέροντός μας για τους άλλους. Εξάλλου «ο κόσμος υπάρχει μόνο όταν τον μοιράζεσαι».

15.  ΚΑΒΒΑΔΙΑΣα. «Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής». Ο στίχος αυτός αποκομμένος από τους υπόλοιπους χρησιμοποιείται συχνά για να εκφράσει τη βαθιά απογοήτευση και μια μεμψιμοιρία. Ένα κρυφό παράπονο για να υπερβούμε ή να γεφυρώσουμε την αντινομία ανάμεσα στο «ιδανικός» και το «ανάξιος», β. «και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες». Άλλη μια κραυγή – παράπονο για τη ματαιότητα ή τη ματαίωση αυτών που πολύ επιθυμήσαμε. Παραίτηση, οικτρή διαπίστωση ή και ομολογία αποτυχίας; Μια διαδρομή από το «ιδανικός» στο «σαν των πολλών ανθρώπων».

16.  ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ: α. «Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης, / Πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα». Αυτοσαρκασμός, ειρωνεία ή απαξίωση των υλικών αγαθών. Η αποτύπωση της ψυχικής αλλοτρίωσης και έκπτωσης μπροστά στην ασημαντότητα και την έλλειψη προοπτικών του περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε, που δεν μας εμπνέει. β. «Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς, / μπορούνε με χίλιους τρόπους / ή του δίνουν όψη ν’ αρέσει». Το κακό έχει πολλούς δρόμους και είναι εύκολο να το κάνεις. Η κακότητα του κόσμου και η χαιρεκακία. Στον πόνο θα βρούμε πολλούς δίπλα μας στη χαρά κανέναν.

17.  ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ: α«Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές/ άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε». Μια καταδίκη όλων εκείνων που μένουν αμέτοχοι – θεατές στα σπουδαία και τρομερά που συμβαίνουν, ενώ κάποιοι άλλοι θυσιάζονται και υποφέρουν για το κοινό καλό. Μια θλιβερή διαπίστωση για τη διαχρονική αυτή στάση ζωής κάποιων (θεατές – χειροκροτητές vs αγωνιστές – δραστήριοι). β. «Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις μου είπαν». Μια υπόμνηση για να απέχουμε από πράγματα και υποθέσεις που δεν μας αφορούν. Με μια άλλη ματιά ο στίχος χρησιμοποιείται ειρωνικά για να καταγγείλει την αδιαφορία κάποιων για τις κοινές υποθέσεις που για πολλούς θεωρούνται «ξένες».

18.  ΚΡΥΣΤΑΛΛΗΣ: «Πάρε με απάνου στα βουνά, τι θα με φάει ο κάμπος!». Λέγεται ως κραυγή από εκείνους που δεν μπορούν να ζήσουν στο αφιλόξενο περιβάλλον των πόλεων με τις συμβάσεις της αστικής ζωής. Ένας ύμνος στην αυθεντικότητα της ζωής στο φυσικό τοπίο. Ο ομολογημένος κρυφός πόθος για μια ζωή φυσική και ανθρώπινη κοντά στη φύση.

19.  ΠΟΛΕΜΗΣ: «Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν’ οι κάμποι; / Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά; / ….. / Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα». Μια απάντηση στο επίμονο και διαχρονικό ερώτημα για το περιεχόμενο της έννοιας Πατρίδα. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει με ένα ρητορικό ερώτημα ότι την πατρίδα την συνθέτουν τόσο οι άνθρωποι όσο και τα άψυχα αντικείμενα – τοπία που μας περιβάλλουν. Γενιές και γενιές μεγάλωσαν με το ερώτημα αυτό.

20.  ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ: α. «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις. / Να μην τις παίρνει ο άνεμος». Η δύναμη των λέξεων. Η εξουσία των λέξεων και η σκληρότητά τους όταν κρύβουν αλήθειες. Η ανάγκη όταν θέλουμε να πούμε αλήθειες, να χρησιμοποιούμε λέξεις που να αποκαλύπτουν και όχι να κρύβουν ή να ωραιοποιούν την πραγματικότητα. β. «Δεν έφταιγεν ο ίδιος. Τόσος ήτανε». Ο στίχος ενέχει στοιχεία ειρωνείας και απαξίωσης για τη μετριότητα κάποιου. Μια σκληρή φράση για την ανικανότητα κάποιου με υποτιμητικό και απαξιωτικό χαρακτήρα.

21.  ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ: «Η συνείδηση είναι το βάθος του ανθρώπου. Η αγάπη είναι το πλάτος του». Ο αφορισμός αυτός του ποιητή είναι ίσως από τους καλύτερους ορισμούς του ανθρώπου, αφού συνυφαίνει τα δυο βασικά του στοιχεία: Τη λογική και το συναίσθημα.

Ποίηση και Εξουσία

Η σταχυολόγηση των παραπάνω στίχων και ποιητών καθιστά εναργέστατη τη βιωματική σχέση του απλού ανθρώπου με την ποίηση. Όταν, δηλαδή, η ποίηση καθίσταται εκφραστικό μέσο ή εργαλείο αποτύπωσης των σκέψεων, συναισθημάτων ή και προθέσεων του κάθε ανθρώπου.

Γιατί μεγάλη ποίηση – ποιητές δεν είναι αυτή που διαβάζεται στα ποιητικά Συμπόσια ή αναλύεται στις περισπούδαστες βιβλιοκριτικές, αλλά αυτή που συντροφεύει τον καθημερινό άνθρωπο σε όλες τις στιγμές της ζωής του.

Βέβαια θα μπορούσε κάποιος – καταφεύγοντας στη θέση του Αναγνωστάκη να πει – πως ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει και τις καλύτερες σχέσεις με την ποίηση «Κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες/ Κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα».

Ωστόσο, η μεγάλη ποίηση είναι παρούσα και αντέχει στο χρησιμοθηρικό και πνευματοκτόνο πνεύμα της εποχής μας. Μάς γαλουχεί, μάς διαπαιδαγωγεί και μάς ολοκληρώνει προστατεύοντάς μας από κάθε παράγωγο εξουσίας. Γιατί η εξουσία της Ποίησης είναι η μόνη αποδεκτή από όλες τις εξουσίες.

«Οι στίχοι δεν ανατρέπουν καθεστώτα
μα σίγουρα ζούνε πιο πολύ
απ’ όλες τις καθεστωτικές αφίσες»
(Τίτος Πατρίκιος)

13.3.20

ΜΑΖΑΝΘΡΩΠΟΣ: Ο ΑΓΕΛΑΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ του Ηλία Γιαννακόπουλου.



‘’Η κοινωνία θα σου δώσει το κάθε τι, αν της δώσεις την ελευθερία σου. Θα σου δώσει σεβασμό, θα σου δώσει μεγάλες  θέσεις στην ιεραρχία, στην γραφειοκρατία, πρέπει όμως να παρατήσεις ένα πράγμα: την ελευθερία σου, την ατομικότητά σου. Πρέπει να γίνεις ένας αριθμός στο πλήθος’’ ( Μπουκάϊ ).
            Είναι ικανή η εξουσία που ασκεί στη συνείδησή μας η κοινωνία να μας καταστήσει αριθμούς; Μπορεί να αναστείλει την έμφυτη τάση του ανθρώπου να είναι και να φαίνεται διαφορετικός; Η τάση να εκδηλώνουμε την ατομικότητα-διαφορετικότητά μας υποχώρησε τόσο εύκολα κάτω από το βάρος των κοινωνικών κανόνων; Είναι που η κοινωνία απέκτησε τόση δύναμη ή ο άνθρωπος κατέστη τόσο αδύναμος;
            Ερωτήματα διαχρονικά που ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι και φιλόσοφοι προσπαθούν να απαντήσουν. Οι απαντήσεις τους δεν συγκλίνουν υποχρεωτικά, αφού ο άνθρωπος εξετάζεται από διαφορετική σκοπιά και με διαφορετικά εργαλεία ανίχνευσης της βαθύτερης ουσίας του ανθρώπινου ‘’είναι’’. Όποιες, όμως, κι αν είναι οι απαντήσεις σε ένα στοιχείο συγκλίνουν. Πως οι σύγχρονες, μαζικές κοινωνίες διαμορφώνουν ένα νέο τύπο ανθρώπου, το μαζάνθρωπο.
Ο κονφορμίστας
            Πρώτος ο Φρόϋντ κατέγραψε τα γνωρίσματα του μαζάνθρωπου στο έργο του «Η ψυχολογία των μαζών και η ανάλυση του Εγώ» : «Τα βασικά χαρακτηριστικά του μέλους της μάζας είναι τα ακόλουθα : Εξαφάνιση της συνειδητής και κυριαρχία της  ασυνείδητης προσωπικότητας, προσανατολισμός σκέψεων και συναισθημάτων προς την ίδια κατεύθυνση μέσω της υποβολής και της μετάδοσης και τάση για άμεση υλοποίηση των ιδεών που του έχουν υποβληθεί. Το άτομο δεν είναι πια ο εαυτός του, αλλά ένα άβουλο αυτόματο». (πηγή Λε Μπον , ‘’ Η ψυχολογία των όχλων’’).
            Οι έννοιες κομφορμισμός και ‘’κονφορμίστας’’ εννοιολογικά γειτνιάζουν με την ομοιομορφία και τη μαζοποίηση. Όλες υποδηλώνουν την απώλεια κάθε στοιχείου ιδιαιτερότητας και αυτοβουλίας που νομοτελειακά οδηγεί στην πλήρη υποταγή στους κανόνες και αξίες της κοινωνίας και του πλήθους. Ο μαζάνθρωπος – κομφορμίστας δεν δρα αυτόβουλα αλλά ποδηγετείται από τις εντολές και τα πιστεύω της μάζας. Αποκτά μία αγελαία συνείδηση που ακυρώνει κάθε στοιχείο ιδιοπροσωπίας και κριτικής σκέψης. Ο κομφορμιστής γνωρίζει πολύ καλά να συμμορφώνεται και να αποδέχεται ό,τι του επιβάλλει η αγέλη. Ο κομφορμιστής γνωρίζει και επιθυμεί μόνο να ακολουθεί.  Αδυνατεί να αισθανθεί ως φορέας αλλαγής και υποκείμενο ανανέωσης κι αυτό γιατί οι μηχανισμοί σκέψης και του ορθολογισμού είναι απενεργοποιημένοι.
            Ο Έριχ Φρομ στο εμβληματικό του έργο ‘’Η υγιής κοινωνία’’ περιγράφει με ενάργεια το μηχανισμό του κομφορμισμού : ‘’Ο μηχανισμός με τον οποίο ασκείται η ανώνυμη εξουσία είναι ο κομφορμισμός. Οφείλω να κάνω ό,τι κάνει ο καθένας , πρέπει δηλαδή να συμμορφώνομαι, να μην είμαι διαφορετικός, να μην ‘’ξεχωρίζω’’. Πρέπει να είμαι πρόθυμος και να επιθυμώ να αλλάξω ανάλογα με τις αλλαγές που επιβάλλονται. Δεν πρέπει να ρωτάω κατά πόσο έχω δίκιο ή άδικο, αλλά κατά πόσο είμαι προσαρμοσμένος, κατά πόσο δεν είμαι ‘’ιδιόρρυθμος’’ , δεν είμαι διαφορετικός…. Κανένας δεν έχει εξουσία απάνω μου, εκτός από το κοπάδι του οποίου αποτελώ μέρος, αλλά και στο οποίο είμαι υποταγμένος’’.
Μορφές μαζοποίησης
            Τα φαινόμενα κομφορμισμού και μαζοποίησης πληθαίνουν και αισθητοποιούνται σε πολλούς τομείς της προσωπικής και κοινωνικής ζωής. Κι αυτή η ομοιομορφία δεν είναι αποτέλεσμα προσωπικής επιλογής – χωρίς αυτό να αποκλείεται – αλλά προϊόν εξωτερικών πιέσεων που οδηγούν στην απώλεια της ταυτότητας – ατομικότητας.
            Αρχικά η μαζοποίηση είναι εμφανής στο χώρο της σκέψης. Πολλοί άνθρωποι χαρακτηρίζονται από την εξαφάνιση της συνειδητής προσωπικότητας, της κρίσης και της βούλησης.  Το μαζικό άτομο αδυνατεί να σκεφθεί λογικά, δεν ανέχεται τον αντίλογο και δεν καλλιεργεί στο εσωτερικό του τις διαλεκτικές συζητήσεις. Είναι ετεροκίνητο, ασταθές, εύπιστο, μισαλλόδοξο και συντηρητικό. Τα συναισθήματα του μαζοποιημένου ατόμου είναι ακραία, η συμπάθεια εύκολα εξελίσσεται σε λατρεία και η αντιπάθεια σε μίσος. Και να μην ξεχνάμε πως οι ταγοί της κοινής γνώμης προσφέρουν έτοιμη τροφή, την ετοιμοπαράδοτη σκέψη.
            Σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο ο μαζοποιημένος μετασχηματίζεται από πολίτης σε άβουλο ψηφοφόρο. Αρέσκεται στις θωπείες των πολιτικών και απεχθάνεται τα επιχειρήματα. Αναζητεί το μεσσία. Οι μαζοποιημένοι ‘’πολίτες’’ είναι έτοιμοι να ξεσηκωθούν ενάντια σε μία αδύναμη εξουσία αλλά εύκολα υποτάσσονται με δουλοπρέπεια μπροστά σε μία εξουσία ισχυρή : Οι  μάζες θέλουν ‘’άρτον και θεάματα’’ και σκέφτονται μόνο με εικόνες. Εύκολα εντυπωσιάζονται και γρήγορα απογοητεύονται. Οι μαζοποιημένοι λειτουργούν ως αγέλη κι έχουν ανάγκη από ένα αρχηγό. ‘’Η δύναμη της αγέλης είναι ο λύκος’’. Ο αρχηγός – ηγέτης που επευφημεί η μάζα είναι ένα υποκατάστατο του θεού και γι’ αυτό η πίστη στον πολιτικό ηγέτη ή σε μια πολιτική ιδέα είναι ένα αίσθημα θρησκευτικό.
            Εξίσου, όμως, έντονα είναι τα φαινόμενα της μαζοποίησης και στο χώρο της γλώσσας ως βασικού εργαλείου επικοινωνίας. Ειδικότερα ολοένα και περισσότερο οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις ίδιες λέξεις στην καθημερινή τους επικοινωνία. Κυριαρχεί ένα φτωχό, τυποποιημένο, απλοϊκό και συνθηματικό απόθεμα λέξεων. Ο αφυδατωμένος από υψηλά νοήματα γλωσσικός πλούτος αποδυναμώνει και απονευρώνει την εκφραστική δεινότητα. Φτωχό λεξιλόγιο σημαίνει και φτωχή σκέψη. Άτομα, όμως, με φτωχό λόγο, απονευρωμένη σκέψη και αλλοτριωμένη συνείδηση βιάζονται να ενταχθούν σε ομάδες-αγέλη, όπου κυριαρχεί το φθηνό ένστικτο, το ανεξέλεγκτο συναίσθημα, οι κραυγές και η αγωνία να ομοιάσουν τους άλλους για να γίνουν αποδεκτοί.
Η μαζοποίηση δίπλα μας
            Σε ένα άλλο επίπεδο που η μαζοποίηση είναι έντονη είναι και ο χώρος της Εργασίας. Ειδικότερα στην εποχή του τεχνολογικού γιγαντισμού και της ηλεκτρονικής επικοινωνίας οι εργαζόμενοι καθίστανται γρανάζια μιας μηχανής που άλλοι ρυθμίζουν τον τρόπο λειτουργίας της. Οι εργαζόμενοι διεκπεραιώνουν τις εντολές άλλων κι έτσι εκλείπει κάθε στοιχείο πρωτοβουλίας και φαντασίας. Κυριαρχεί η τυποποίηση και η επανάληψη των ίδιων κινήσεων. Οι εργαζόμενοι αποξενώνονται από το αντικείμενο εργασίας και στο τέλος από τον ίδιο τον εαυτό τους (Μαρξιστική ερμηνεία). Η αλλοτρίωση διαποτίζει κάθε στάδιο της παραγωγικής δραστηριότητας , η δημιουργικότητα αποφλοιώνεται κι όλα θυμίζουν το κλίμα της ταινίας ‘’Μοντέρνοι Καιροί’’ του Τσάρλι Τσάπλιν.
            Φαινόμενα, όμως, μαζοποίησης ανιχνεύονται και στο χώρο της Μόδας. Σε έναν κόσμο ασύνορο οι διεθνείς οίκοι μόδας επιβάλλουν μία αισθητική ομοιομορφία στο σύνολο των καταναλωτών. Οι καταναλωτές χωρίς ίχνος  αντίστασης ακολουθούν πιστά τις επιταγές της παγκοσμιοποιημένης  αισθητικής στο όνομα της αποδοχής μέσα από τη συμμόρφωση.Ο μιμητισμός οδηγεί σε μία ισοπέδωση κάθε στοιχείου ιδιαιτερότητας και ατομικότητας.

            Τέλος φαινόμενα μαζοποίησης εμφανίζονται και στην Ψυχαγωγία. Μουσική και θεάματα διοχετεύονται από διεθνή κέντρα που επιβάλλουν έναν πανομοιότυπο τρόπο ψυχαγωγίας. Έτσι επέρχεται ένας αφανής κομφορμισμός ακόμη και σε πράξεις – εκδηλώσεις όπου κατά τεκμήριο θα έπρεπε να ανθοφορεί η ιδιαιτερότητα και η προσωπική επιλογή – ελευθερία. Ο μαζικός τρόπος ψυχαγωγίας αποφλοιώνει τις προσωπικές ιδιαιτερότητες και διαβρώνει κάθε τι τοπικό ή εθνικό.
Ο «απροσάρμοστος»
            Αυτή, λοιπόν, η γενικευμένη μαζοποίηση μόνο θλίψη προκαλεί. Όσο κι αν η κοινωνία μας  διδάσκει να ακολουθούμε την ‘’πεπατημένη, που περπατιέται μόνο από τη μάζα, τους μέτριους…’’ εμείς πρέπει να διεκδικήσουμε την ταυτότητά μας και να υπερασπιστούμε τη διαφορετικότητά μας. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να δικαιώσουμε τη θέση του Έρμαν Έσσε.
            ‘’Αυτός που είναι ‘’απροσάρμοστος’’ στον κόσμο βρίσκεται πάντα στο σημείο που είναι δυνατόν να ανακαλύψει τον εαυτό του. Αυτός που έχει προσαρμοστεί δεν βρίσκει ποτέ τον εαυτό του, απλώς καταλήγει στο να γίνει υπουργός’’.

3.3.20

29 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2020 Ένα μικρό αφιέρωμα στην αγαπημένη μας Νεφέλη και στον εκλεκτό της καρδιάς της τον υπέροχο Κωνσταντίνο.

Νεφέλη και Κωνσταντίνε σας ευχόμαστε από καρδιάς, να ζήσετε όμορφα, αρμονικά και να αποκτήσετε πολλούς και άξιους απογόνους. 
ΑΓΡΙΟΧΗΝΕΣ
Τώρα πια,
στην πατρίδα, στο παλιό μου πατρικό
σπιτικό,
που ο καιρός και η εγκατάλειψη αλίμονο
τόχουνε σχεδόν ρημάξει,
τώρα, λέγω, πια
η ζωή μου βάρκα με χωρίς κουπιά
σαν σε απάνεμο λιμάνι
θε ν' αράξει.

Θα κυλούν γαλήνια οι ώρες στην ατμόσφαιρα,
θα κυλούν γαλήνια οι ώρες στην ψυχή μου.
🌹💐
Και στις αγριόχηνες που το έαρ θα περνάνε
για να πάνε
προς τις χώρες του βορρά σαν κάθε έτος,
όταν φιλικά θα με ρωτάνε
"έρχεσαι μαζί μας; έρχεσαι μαζί μας;"
θα τις απαντώ χαμογελώντας
"όχι φέτος, όχι φέτος..."


Κι έτσι οι μήνες θα περάσουν, ω χαρά μου
κι όλα οστά σάρκες θε να πάρουν
ως δεν έλπιζα ποτέ μου
της γαλήνης τα όνειρά μου.
🌹💐
Όμως, Θε μου,
πώς φοβάμαι πως την άνοιξη την άλλη
σαν ξαναπερνάνε οι αγριόχηνες και πάλι
για να πάνε
προς τις χώρες του βορρά σαν κάθε έτος,
σαν θα τις φωνάξω μ' αγωνία
"πάρτε με μαζί σας, πάρτε με μαζί σας",
πώς φοβάμαι μήπως τώρα πια αντιθέτως
μ' απαντάνε με ειρωνεία:
"όχι φέτος, όχι φέτος..."
ΟΡΕΣΤΗΣ ΛΑΣΚΟΣ.


Το Παρίσι
Ξέρω έναν κύριο παράξενο πολύ
που λόγια πάντ’ αλλόκοτα μιλεί
για το Παρίσι
στην συντροφιά μας όταν έρθει να καθίσει.

Λένε γι’ αυτόν
πως από τα μαθητικά του χρόνια είχεν ορίσει,
μοναδικό
μες στη ζωή του ιδανικό
να πάει στο Παρίσι.
Χρόνια και χρόνια τον μεθούσε
τ’ ονειρεμένο αυτό ταξίδι
που ποθούσε.

Παντού για κείνο συζητούσε·
μες στα όνειρά του αυτό θωρούσε·
τόσο, που ο πόθος του με τον καιρό
του ’γινε μες στην ύπαρξή του ένα στολίδι
λαμπρό.


Να πάει στο Παρίσι…
ΥΓ. Νεφέλη οφείλω να ομολογήσω πως μας μάγεψες, ήσουν ένα ξωτικό, στον χορό, ειδικότερα στο ζε'ι'μπέκικο υποκλίθηκα!! Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν χόρεψα ζε'ι'μπέκικο που είναι ο χορός μου γιατί μετά από την δική σου χορογραφία εγώ θα ήμουν παράταιρος, ειλικρινά σε θαύμασα όπως και όλοι οι παριστάμενοι. 'Εχετε πάντως στο σόι σας πολλούς άξιους χορευταράδες, οπώς π.χ. ο πατέρας σου.
Φίλες και φίλοι ένιωσα πολύ ευτυχισμένος γιατί τα πρόσωπα των ευλογημένων φίλων μου του Ηλία και της Αφροδίτης έλαμπαν από χαρά, τους αγαπώ τόσο πολύ που η χαρά τους ήταν και δική μου χαρά. Σας χαιρετώ με σεβασμό και επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος/

ΖΑΡΑΤΟΎΣΤΡΑ : ΠΡΟΣΤΑΓΉ ΔΎΝΑΜΗΣ (ΞΑΝΑΔΙΑΒΆΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΝΊΤΣΕ) του Ηλία Γιαννακόπουλου.



“Μόνος φεύγω τώρα, μαθητές μου! Κι εσείς φύγετε τώρα και να είστε μόνοι. Έτσι θέλω να γίνει. Φύγετε μακριά από μένα και φυλαχτείτε από τον Ζαρατούστρα! Κι ακόμα καλύτερα: ντραπείτε γι αυτόν! Ίσως σας εξαπάτησε. Ο άνθρωπος της γνώσης πρέπει όχι μόνο να αγαπά τους εχθρούς του, πρέπει και να μισεί τους φίλους του. Ντροπιάζει κανείς τον δάσκαλό του όταν μένει για πάντα μόνο μαθητής . . .” (Νίτσε “Τάδε έφη Ζαρατούστρα”).


Ο Ζαρατούστρα σε μια αποστροφή προς τους μαθητές του χαράζει τα όρια και τους όρους της σχέσης του δασκάλου με τους μαθητές του. Θεωρεί πως η μοναξιά συνιστά το αναγκαίο στοιχείο για την αυτογνωσία και την ανύψωση – τελείωση του ανθρώπου.
“Ολόκληρος ο Ζαρατούστρα είναι ένας διθύραμβος στη Μοναξιά ή, αν έχω γίνει κατανοητός, στην καθαροσύνη . . .”.
Ίσως αυτή η επιθυμία του Ζαρατούστρα για μοναξιά να θυμίζει ανάλογη επιθυμία του Χριστού πριν τη Σταύρωσή του (“Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, 13:36 και 16:32”,
“Ιδού έρχεται ώρα . . . ίνα σκορπισθήτε έκαστος εις τα ίδια και εμέ μόνον αφήτε”).
Όσο κι αν ο Νίτσε διακήρυξε το Θάνατο του Θεού, δεν παύει ωστόσο να επηρεάζεται από κάποιες πτυχές της διδασκαλίας του Ναζωραίου. Φαίνεται πως οι μεγάλοι δάσκαλοι και οι “λυτρωτές” του κόσμου καταφεύγουν στη μοναξιά, γιατί μόνον έτσι μπορούν να νιώσουν τη μοναδικότητά τους μακριά από την πεζότητα και τη ρηχότητα του πλήθους και των μαθητών τους που στο δάσκαλό τους αναζητούν το πρότυπο για να θεμελιώσουν την πίστη τους.
Γι αυτό ο Ζαρατούστρα εντοπίζοντας τη βασική αιτία που ωθεί τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τους νέους στην αναζήτηση – μίμηση προτύπου, τους απομακρύνει. Γνωρίζει πολύ καλά πως η ανάγκη δόμησης προσωπικής ταυτότητας σε συνδυασμό με την αίσθηση μιας εσωτερικής κενότητας – αδυναμίας, συνιστά την κατεξοχήν αιτία προσκόλλησης σε ένα πρόσωπο – πρότυπο. Συμπληρωματικά προς αυτό ο χαμηλός δείκτης αυτοεκτίμησης και η ανάγκη κοινωνικής αποδοχής συνυφαίνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο επωάζεται η άκριτη μίμηση των προτύπων.
“Ψάχνεις οπαδούς; – ψάξε μηδενικά!”.

Πιστός σε αυτή του τη θέση ο Ζαρατούστρα (Νίτσε) διώχνει από κοντά του τους μαθητές του. Δεν θέλει, δηλαδή, να γίνει αντικείμενο άγονης μίμησης και μιας αδιέξοδης λατρείας. Κι αυτό γιατί πιστεύει πως η άγονη ταύτιση και η προσήλωση στο πρόσωπο – πρότυπο αλλοτριώνει το υποκείμενο, εξοστρακίζει την αυθεντικότητά του, αλλοιώνει τα συναισθήματά του και απενεργοποιεί κάθε μηχανισμό δόμησης μια αυτεξούσιας και ελεύθερης προσωπικότητας. Η μίμηση – προσωπολατρία δημιουργεί πνευματικά ανδράποδα και εξαρτημένες συμπεριφορές. Παθητικοποιεί, ποδηγετεί και διαβρώνει κάθε στοιχείο διαφορετικότητας.



Συνάμα η άγονη μίμηση κτίζει “πιστούς” και όχι σκεπτόμενους δημιουργούς. Θρυμματίζει την ατομικότητα και ευνοεί τον άγονο ομοιομορφισμό που χαρακτηρίζει άτομα δειλά που αναζητούν την ασφάλειά τους στην αγέλη και στην υπακοή στο πρόσωπο – δύναμη. “Η δύναμη της αγέλης είναι ο λύκος”.
“Είστε οι πιστοί μου, αλλά πόση σημασία έχουν γενικά οι πιστοί! Δεν είχατε αναζητήσει ακόμα τον εαυτό σας . . . ”.
Ιδού, λοιπόν, η αιτία της εθελοδουλείας και της απότοκης ηθικής εξαχρείωσης – χειραγώγησης του ανθρώπου. Η απουσία θέλησης, η έλλειψη δύναμης, ο φόβος της ευθύνης και η άρνηση του εαυτού μας.
Η υπέρβαση όλων αυτών των αρνητικών συναισθημάτων μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη θέλησή μας να είμαστε ο εαυτός μας:
“Το να μη θέλεις να είσαι κάτι άλλο από αυτό που είσαι, ούτε στο μέλλον ούτε στο παρελθόν ούτε στον αιώνα τον άπαντα . . . Όχι απλώς να υπομένεις το αναγκαίο . . . αλλά να το αγαπάς” (Νίτσε).
Η ανακάλυψη του εαυτού μας και η εμπιστοσύνη στη δύναμή μας αποτελεί την αναγκαία συνθήκη όχι μόνο για την αυτοπραγμάτωσή μας αλλά και για γόνιμη και δημιουργική σχέση με τους συνανθρώπους, τους ηγέτες και τους δασκάλους μας. Γιατί μόνον έτσι θα βοηθήσουμε τον εαυτό μας και θα μπορούμε να διακρίνουμε την αιτία από το αποτέλεσμα.
“Τώρα σας καλώ να με εγκαταλείψετε και να βρείτε τον εαυτό σας και μόνον όταν όλοι σας θα με έχετε απαρνηθεί, θα επιστρέψω σ΄ εσάς . . .” (Ζαρατούστρα)
Αλήθεια, πόση δύναμη χρειάζεται ο μαθητής να απαρνηθεί το δάσκαλό του και ο πιστός το σωτήρα του; Πόσο αναγκαίο κρίνεται και για το άτομο – μαθητή και για το δάσκαλο – πρότυπο; Βέβαια την “απάρνηση” του Ζαρατούστρα δεν πρέπει να τη συγχέουμε με αυτήν του Πέτρου, το μαθητή του Ιησού για τον οποίο είπε:
“Αμήν, αμήν λέγω σοι, ου μη αλέκτωρ φωνήσει έως ου απαρνήση με τρις”.
Η απαίτηση του Ζαρατούστρα για αποκαθήλωσή του εδράζεται στη θέση του πως η αποκόλληση του μαθητή από το δάσκαλο – πρότυπό του συνιστά μία αναγκαία διαδικασία για την ωρίμανση και τη βίωση της δύναμής του:
“κάθε δάσκαλος δεν έχει πάνω από έναν μαθητή, κι αυτός ο μαθητής γίνεται άπιστος στο δάσκαλό του, αφού είναι προορισμένος να γίνει κι ο ίδιος δάσκαλος”.
Η πρώτη “απάρνηση” (Πέτρος) συμβολίζει την ανθρώπινη δειλία – αδυναμία, ενώ η δεύτερη (μαθητή Ζαρατούστρα) μία φυσική αναγκαιότητα. Κάθε άρνηση, λοιπόν, του δασκάλου – αυθεντία προετοιμάζει το δρόμο για την αυτογνωσία και την εσωτερική ελευθερία. Γιατί όσο ο μαθητής – άνθρωπος είναι προσκολλημένος στο δάσκαλο – ηγέτη πρότυπό του τόσο απομακρύνεται από τη δυνατότητα να γνωρίσει τα όριά του και να σμιλεύσει τη δύναμή του για δημιουργία.



Το “Γνώθι σαυτόν” και το “εδιζησάμην εμεωυτόν” (Ηράκλειτος) συναντά την προσταγή του Ζαρατούστρα “να βρείτε τον εαυτό σας”. κι αυτό θα επιτευχθεί όχι για λόγους εγωκεντρισμού ή μιας αδιέξοδης οίησης, αλλά για να καταστεί δυνατή η γνώση των ικανοτήτων μας και η χάραξη μιας άλλης προοπτικής για τον κόσμο. Διαφορετικά θα δικαιωθεί η θέση της βίβλου πως
“αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου, θα ακολουθήσεις το δρόμο του κοπαδιού”.
Στην τυφλή υπακοή και στην άγονη συμμόρφωση στις παραδοσιακές αξίες (ηθικές . . .) ο Νίτσε αντιτείνει τον Υπεράνθρωπο, το σύμβολο της δύναμης που καταφάσκει τη ζωή και οδεύει σε απάτητους δρόμους για την πραγμάτωση των δυνατοτήτων που πολλές φορές δεν τις γνωρίζουμε. Ο Υπεράνθρωπος συνθέτει το “Είναι” με το “Γίγνεσθαι”, το Διονυσιακό πνεύμα με το Απολλώνειο. Η σύνθεση του πραγματικού με το μεταφυσικό. Η δικαίωση του Ηράκλειτου για την αφανή “παλύντροπο αρμονία” του κόσμου.
Αν οι εξουσίες της κάθε εποχής (πολιτικοί, αυθεντίες . . .) ερμηνεύουν ως αλήθεια ό,τι τους κάνει δυνατούς, τότε και εμείς πρέπει να αντιτάξουμε τη δική μας δύναμη που θα ανατρέψει την υποκρισία και τα ψεύδη των αιώνων.
“Διότι, όταν η αλήθεια έρθει σε σύγκρουση με τα ψεύδη των χιλιετιών, θα προκληθούν δονήσεις, έξαρση σεισμών, μετατόπιση των βουνών και των κοιλάδων, που όμοιές της δεν έχουμε φανταστεί ποτέ” (Νίτσε) 
 Πηγή: https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/