Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

18.12.25

[ΒΙΒΛΙΟ] ΌΤΑΝ Ο ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΣΟΦΟ ΣΩΚΡΑΤΗ, μία άκρως ενδιαφέρουσα συνομιλία με πολλές ερωτήσεις και εξόχως ενδιαφέρουσες απαντήσεις.

Φίλες και φίλοι καλημέρα σε σας και σε όσους το αξίζουν, αλήθεια, πόσο τυχερός μπορεί να θεωρηθεί κάποιος που τον ευνόησε η τύχη να συνομιλήσει με τον σοφότερο άνθρωπο όλων των εποχών, τουλάχιστον για τα ευρωπαϊκά δεδομένα;
Φυσικά και μιλάω για τον Σωκράτη, απίστευτο; Κι όμως συνέβη, αυτό βέβαια έγινε με την συνδρομή των Μουσών και φυσικά της Διοτίμας. 
Ας πάρω όμως τον μίτο της ιστορίας από την αρχή, κάποια στιγμή που βρισκόμουν στο Μουσείο της ακρόπολης και συνομιλούσα με τις Μούσες ρώτησα την μητέρα τους την Μνημοσύνη αν θα μπορούσε, η ίδια και οι κόρες της να με βοηθήσουν - με έναν μαγικό τρόπο - να συναντήσω τον Σωκράτη. Η Μνημοσύνη μου είπε πως αφού το ήθελα πάρα πολύ θα έπρατταν τα δέοντα, αυτό όμως δεν αρκούσε, θα έπρεπε να ζητήσω και την συνδρομή της Διοτίμας!! Προς στιγμήν σάστισα και γεμάτος απορία ρώτησα την Μνημοσύνη: Δηλαδή η Διοτίμα, η μητέρα του Απόλλωνα από το Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι έχει επαφές με τον σοφό Σωκράτη της αρχαιότητας; Η Μνημοσύνη δεν κρατήθηκε και έβαλε τα γέλια, αχ Επίκουρε δεν μιλώ για την σύγχρονη Διοτίμα μιλάω για την Διοτίμα της αρχαιότητας την δασκάλα του Σωκράτη στις περί έρωτος διαδικασίες. Αφού κατάλαβα για ποια Διοτίμα μιλούσε την ρώτησα, και που θα την βρω; Στην Μαντινεία της Αρκαδίας, συνήθως εκεί θα την βρεις, στο ομώνυμο Μουσείο, αυτή την περίοδο όμως βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο και μπορείς να την αναζητήσεις εκεί. Και θα δεχθεί να μου μιλήσει; Μήπως Μνημοσύνη θα έπρεπε να μεσολαβήσεις εσύ; Εντάξει Επίκουρε, απλά να βρίσκεσαι εκεί στις 08:30 που ανοίγει το Μουσείο, εκείνη την ώρα δεν έχει κόσμο και θα μπορέσει να σου μιλήσει, φρόντισε όμως να πας σύντομα γιατί σε λίγες μέρες επιστρέφει στο δικό της Μουσείο στην Αρκαδία. 

Την επόμενη μέρα στις 08:30 βρισκόμουν στο Μουσείο, αναζήτησα την Διοτίμα την οποία βρήκα σε περίοπτη θέση δίπλα στην προτομή του Σωκράτη. Ως φαίνεται της είχε ήδη μιλήσει η Μνημοσύνη γιατί μόλις με αντίκρυσε μου χάρισε ένα χαμόγελο, - με έναν μαγικό τρόπο - μεταφέρθηκα στην εποχή της και της εξήγησα τον λόγο της επισκέψεως μου. Διοτίμα σε παρακαλώ θέλω να με βοηθήσεις να έχω μία συνάντηση με τον σοφό Σωκράτη, θέλω να του θέσω μερικά ερωτήματα δικά μου και κάποιων φίλων, η Μνημοσύνη και οι Μούσες μου είπαν πως αν εσύ δεν εγκρίνεις το αίτημα μου δεν μπορούν να κάνουν το επόμενο βήμα, Θα το κάνεις; Η Διοτίμα χαμογέλασε και γεμάτη καλοσύνη μου είπε το εξής: Επίκουρε πως θα μπορούσα να αρνηθώ σε σένα να συναντήσεις τον Δάσκαλο; Εσύ έχεις δώσει το όνομά μου στην πιο αγαπημένη σου λογίτισσα κι αυτό δεν το ξεχνώ, άμα σκεφτείς πως τουλάχιστον στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας μόνο εσύ σκέφτηκες να δώσεις το όνομά μου αυτό είναι για μένα μεγάλη τιμή. Επομένως να θεωρήσεις δεδομένη την βοήθειά μου, πες μου το πότε και το που. Διοτίμα σ' ευχαριστώ, σ' ευχαριστώ πάρα πολύ, μακάρι να μπορέσω να σ' επισκεφθώ στο Μουσείο σου μαζί με την σύγχρονη Διοτίμα και τον γιο της τον Απόλλωνα, τι θα έλεγες να συναντούσα τον Σωκράτη εκεί που ήπιε το κώνειο; Νομίζω πως την Πέμπτη 20 Νοεμβρίου θα ήταν η πιο ιδανική μέρα λόγω και της παγκόσμιας ημέρας φιλοσοφίας, συμφωνείς;

Εντάξει Επίκουρε.

Διοτίμα σ' ευχαριστώ, δεν προλάβαμε να πούμε πιο πολλά γιατί άρχισε να έρχεται κόσμος και η Διοτίμα πήρε ξανά τη θέση της κι εγώ πάλι - με έναν μαγικό τρόπο - επέστρεψα στο σήμερα και άρχισα να προετοιμάζομαι για την συνάντηση με τον σοφό Σωκράτη. Για να είμαι ποιο έτοιμος σχετικά με τις ερωτήσεις σκέφτηκα να ζητήσω την φιλοσοφική βοήθεια του Ηλία, του Μπακώση, της Αφροδίτης, του Δ. Γκίκα, του Νικ the Val και του Διδασκάλου. Ακολουθεί η συνάντηση με τον μέγιστο της φιλοσοφίας. Για να έχω μάρτυρα αυτής της συνάντησης πήρα μαζί μου και την Λόλα. Γνώριζα που ήταν η φυλακή του Σωκράτη από παλιότερες επισκέψεις μου, αλήθεια πόσοι Έλληνες γνωρίζουν που είναι η φυλακή του Σωκράτη όπου ήπιε το κώνειο; Ένα μόνο θα σας πω, όταν κάποια στιγμή είχα προτείνει στον Αρκά (μέλος της ΟΚΡΑ και πυροβολημένο αεκόπουλο) να πάμε να δούμε την φυλακή του Σωκράτη ζουρλάθηκε!! 

Mr Pepos τι έκανε ο Σωκράτης και είναι φυλακή; Την περασμένη Κυριακή ήταν ο καλύτερος παίκτης της ΑΕΚ τι έγινε εντωμεταξύ και τον έκλεισαν στην φυλακή;
Πάλι καλά που δεν έπαθα αποπληξία!! Ο Αρκάς εννοούσε τον ποδοσφαιριστή της ΑΕΚ τον Σωκράτη Παπασταθόπουλο νομίζω. Άστα να πάνε Διδάσκαλε που λέει και το ποίημα ενός κορυφαίου ποιητή. Εν πάση περιπτώσει στις 20 Νοεμβρίου ήμουν έτοιμος, είχα λάβει και τις ερωτήσεις των φίλων οπότε είχα εμπλουτίσει το ερωτηματολόγιο. Είχα μεγάλη αγωνία, θα πήγαιναν άραγε όλα καλά, ή οι οιωνοί θα έβρισκαν κάποια δικαιολογία και δεν θα γινόταν η συνάντηση; Θα εμφανιζόταν ο Σωκράτης ή θα έστελνε τον μαθητή του τον Πλάτωνα; Όχι βέβαια πως ο Πλάτωνας θα μου έπεφτε λίγος, κάθε άλλο, απλά οι ερωτήσεις ήταν για τον Δάσκαλο και όχι για τον μαθητή. Με όλα αυτά στο μυαλό μου πέρασα από την Πνύκα, άραγε πόσοι Έλληνες γνωρίζουν που είναι η Πνύκα;

Όταν έκανα αυτή την σκέψη με έζωσαν τα φίδια, κι αν με ρωτούσε ο Σωκράτης αν οι σημερινοί Έλληνες γνωρίζουν που είναι και αν έχουν επισκεφθεί την Πνύκα τι θα του έλεγα; Αγχώθηκα πάρα πολύ, ευτυχώς που ήταν η Λόλα μαζί μου και μου πρότεινε το εξής: Αν σε ρωτήσει ο Σωκράτης για τις γνώσεις των σημερινών Ελλήνων για την Πνύκα να επικαλεστείς το δικαίωμα στη σιωπή και ο Σωκράτης θα καταλάβει!! Σοφή η Λόλα, θηλυκό μυαλό. Μετά από την παρέμβαση της Λόλας αναπτερώθηκε το ηθικό μου και συνέχισα προς τον προορισμό μου. Σε λίγα λεπτά φθάσαμε στο σημείο, ευτυχώς ήταν μεσημέρι και δεν είχε κόσμο, είπα στην Λόλα να παρακολουθήσει τα τεκταινόμενα διακριτικά χωρίς να παρέμβει. Εγώ πλησίασα τα κάγκελα και με έναν μαγικό τρόπο αναζήτησα την παρουσία του Σωκράτη, πέρασαν μόνο λίγα δευτερόλεπτα και διέκρινα την μορφή του Δασκάλου, ήταν ακριβώς όπως τον παρουσιάζουν στις προτομές. Πήρα μια βαθιά ανάσα και ξεκίνησα.

Επίκουρος:
Σοφέ Σωκράτη σε χαιρετώ, είμαι ο CEO της ΟΚΡΑ ο Επικούρειος Πέπος και θα ήθελα να σου κάνω μερικές ερωτήσεις αφού πρώτα βέβαια σ' ευχαριστήσω που δέχθηκες να συναντηθείς μαζί μου.

Σωκράτης:
Επίκουρε καλημέρα, δεν γνωρίζω τι είναι η ΟΚΡΑ γιατί δεν έχουμε σωστή πληροφόρηση, στον κάτω κόσμο δεν φθάνουν όλα τα ανθρώπινα, η Διοτίμα όμως και οι Μούσες μου μίλησαν για σένα με τα καλύτερα λόγια. Τι σημαίνει ΟΚΡΑ Επίκουρε;

Επίκουρος:
Κατ' αρχάς Σωκράτη, θα ήθελα να σου πω πως η μορφή σου και η φιλοσοφία σου έχουν χαραχθεί στο μυαλό όλων των Ελλήνων, αυτό θα ήθελα να το γνωρίζεις. Όσο για την ΟΚΡΑ θα σου έδινα την ίδια απάντηση που έδωσε ο συνάδελφος σου ο Ηλίας στην κουνιάδα του: μην το ψάχνεις!

Σωκράτης:
Εντάξει Επίκουρε όπως νομίζεις, μιας και αναφέρθηκες στον Ηλία νόμισα πως θα με μπερδέψεις με τον φίλο σου, μιας και τα τελευταία χρόνια μόνο γι' αυτόν μιλάς, πάντως πολύ σωστά κάνεις γιατί κι αυτός φίλος της σοφίας είναι.

Επίκουρος:
Χαίρομαι Σωκράτη που μιλάς με τόσο καλά λόγια για τον φίλο μου τον Ηλία. Αν μου επιτρέπεις θα ήθελα να προχωρήσω και να ξεκινήσω με τις ερωτήσεις του Μπακώση.

Σωκράτης:
Μη μου πεις Επίκουρε πως ο μέγας Μπακώσης ασχολείται μαζί μου, είχα την εντύπωση πως ασχολείτο μόνο με την επικούρεια φιλοσοφία ως ευδαίμων που είναι. Χαίρομαι, για πες μου τι θέλει να μάθει;

Ακολουθεί η πρώτη ερώτηση του Μπακώση.

Μπακώσης:
Σωκράτη αφού οι φίλοι σου είχαν οργανώσει την δραπέτευση σου, γιατί δεν τους ακολούθησες και δέχθηκες στωικά το κώνειο; Μήπως!!! έπρεπε να το ξανασκεφτείς και μην τους κάνεις το χατίρι!!!.

Σωκράτης:
Είναι απλό, αν είχα δραπετεύσει δεν θα ήμουν ο Σωκράτης και φυσικά δεν θα είχα μείνει στην ιστορία ώστε εσείς σήμερα να ασχολείστε μαζί μου, εξάλλου μη ξεχνάς πως ήμουν 70 plus και έτσι κι αλλιώς σε λίγα χρόνια θα πέθαινα.

Δεύτερο ερώτημα.

Μπακώσης.
Γιατί Σωκράτη δεν άφησες συγγραφικό δικό σου έργο , παρά άφησες στους μαθητές σου τη σοφία και ευτυχώς που την μεταλαμπαδεύσαν σε μας τους νεώτερους.

Σωκράτης:
Ήταν δύσκολο εκείνη την εποχή να διδάσκω και να συγγράφω, δεν είχα χρόνο για συγγραφή, διέκρινα όμως πως ο μαθητής μου ο Πλάτωνας είχε αυτό το ταλέντο και κατάλαβα πως αυτός θα ήταν ο πλέον κατάλληλος, επίσης και κάποιοι φίλοι και εχθροί μου μέσα από τα δικά τους έργα, όπως ο Αριστοφάνης, θα μιλούσαν για το δικό μου έργο. Αυτός ήταν ο λόγος, πληροφορήθηκα πως και ο Χριστός σας ακολούθησε το δικό μου παράδειγμα.

Ακολουθούν οι ερωτήσεις της Αφροδίτης.

Αφροδίτη:
Σωκράτη φημολογείται πως σε έδερνε η γυναίκα σου, αληθεύει;

Σωκράτης:
Επίκουρε η Αφροδίτη είναι προφανώς η γνωστή φίλη σου; Σωστά;

Επίκουρος:
Σωστά Σωκράτη.

Σωκράτης:
Εγώ Επίκουρε δεν ήμουν Βρακάκιας και ήταν πασιφανές στους Αθηναίους πως δεν με έδερνε η γυναίκα μου, αυτά τα διέδιδε ο Αριστοφάνης, μερικές φορές με μάλωνε επειδή επέστρεφα αργά στο σπίτι, φωναχτά μεν αλλά δεν με έδερνε. Η ίδια όπως καλά γνωρίζετε σήμερα δεν μπορούσε να καταλάβει το δικό μου έργο. Άλλωστε η Αφροδίτη το γνωρίζει καλύτερα τι σημαίνει να ζεις με σύζυγο φιλόσοφο αφού ο σύζυγος της είναι φιλόσοφος και πως οι φιλόσοφοι αντιμετωπίζουν όλες τις αντιξοότητες φιλοσοφικά. Η Ξανθίππη ήταν μια αντιξοότητα, την ανεχόμουν γιατί ήταν για μένα μία πρόκληση.

Αφροδίτη:
Γιατί Σωκράτη δεν πήρες την πένα σου να γράψεις έστω μία σειρά;

Σωκράτης:
Έχω δεχθεί ήδη την πιο πάνω ερώτηση της Αφροδίτης από τον κ. Μπακώση και έχω απαντήσει.

Αφροδίτη:
Σωκράτη το "ουδείς εκών κακός" ισχύει;

Σωκράτης:
Ναι Αφροδίτη ισχύει· ουδείς εκών κακός. Διότι όποιος πράττει το κακό, το πράττει από άγνοια του αγαθού.
Εγώ Αφροδίτη δεν είπα ότι οι άνθρωποι δεν κάνουν κακό· είπα ότι δεν το κάνουν γνωρίζοντας αληθινά ότι είναι κακό. Αν γνώριζαν το αγαθό ως αγαθό, αν είχαν πραγματική γνώση και όχι δόξα ή πλάνη, δεν θα το επέλεγαν ποτέ. Γιατί το αγαθό είναι αυτό που ωφελεί την ψυχή, και κανείς δεν θέλει συνειδητά να βλάψει τον εαυτό του.
Άρα: το κακό ταυτίζεται με την άγνοια, η αρετή ταυτίζεται με τη γνώση, και η παιδεία είναι θεραπεία της ψυχής, όχι απλή ηθικολογία.

Σωκράτης:
Επίκουρε, η φίλη σου ή Αφροδίτη είναι η αιτία που έγινε ο σύζυγός της φιλόσοφος ή αυτός είναι η αιτία που η Αφροδίτη φιλοσοφεί;

Επίκουρος:
Σωκράτη ξέχασα να σου πω πως η Αφροδίτη είναι η πανίσχυρη γραμματέας της ΟΚΡΑ.

Σωκράτης:
Τώρα κατάλαβα τι σημαίνει ΟΚΡΑ.

Ακολουθούν τα ερωτήματα του συναδέλφου του Σωκράτη Ηλία Γιαννακόπουλου.

Ηλίας:
Σωκράτη γιατί δεν έγραψες τίποτα;

Σωκράτης:
Έχω ήδη απαντήσει.

Ηλίας:
Γιατί δεν θέλησες να φύγεις από την Αθήνα και να σωθείς;

Σωκράτης:
Και σ' αυτή την ερώτηση έχω απαντήσει.

Ηλίας:
Σωκράτη γιατί μεταξύ του αδικείν και αδικείσθαι προτίμησες το 2ο;

Σωκράτης:
Ηλία όπως καλά γνωρίζεις το αδικείν βλάπτει την ψυχή, ενώ το αδικείσθαι βλάπτει μόνο το σώμα ή τα εξωτερικά πράγματα.
Κι εγώ, συνάδελφε, φροντίζω περισσότερο για την ψυχή παρά για καθετί άλλο.
Το να πράττω άδικα με κάνει χειρότερο άνθρωπο· το να υφίσταμαι αδικία δεν με κάνει άδικο.
Κι είναι προτιμότερο να πάσχει κανείς το κακό, παρά να το πράττει.
Διότι όπως καλά γνωρίζεις Ηλία αν ανταποδώσω την αδικία με αδικία, τότε συμφωνώ με τον άδικο και γίνομαι όμοιός του.
Ενώ αν υπομείνω την αδικία χωρίς να την πράξω, διασώζω εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη αξία: τη δικαιοσύνη μέσα μου.

Ακολουθούν οι ερωτήσεις του Nik the Val.


Νik the Val.
Σωκράτη ο «δαίμων» σου ήταν ανδρικός ή γυναικείος.

Σωκράτης.
Επίκουρε χαίρομαι που έχεις ερωτήσεις και από νέους, λοιπόν, ούτε ανδρικός ούτε γυναικείος, αλλά ούτε και ανθρώπινος.
Απέφευγα πάντοτε αγαπητέ Νίκο να δίνω στον δαίμονα πρόσωπο, φύλο ή μορφή. Θα έλεγα πως:

δεν πρόκειται για φωνή με ανθρώπινα χαρακτηριστικά,
δεν με διέταζε ποτέ, μόνο με απέτρεπε,
δεν μου έλεγε τι να κάνω, αλλά τι να μη κάνω.
Νίκο γιατί ζητάς φύλο σε κάτι που δεν γεννήθηκε;

Απλά να γνωρίζεις πως ο δαίμων είναι εσωτερικό σημείο, όχι πρόσωπο.
Είναι συγγενής με το μέτρο, με την συνείδηση, με το «μηδέν άγαν».
Αν έπρεπε να χρησιμοποιήσω ποιητική γλώσσα, ίσως θα έλεγα ότι μοιάζει περισσότερο με σιωπή παρά με φωνή.


Nik the Val.
Γιατί η δημοκρατία σε φυλάκισε και σε θανάτωσε;

Σωκράτης:
Νίκο, δεν με σκότωσε η δημοκρατία, αλλά η άγνοιά της.
Ναι μεν το πολίτευμα ονομαζόταν δημοκρατία,
όμως οι πολίτες δεν παιδεύτηκαν στη σκέψη, παρά μόνο στη γνώμη, η πλειοψηφία φοβήθηκε εκείνον που έδειχνε ότι δεν ξέρει.
Επίσης να γνωρίζεις πως όταν οι πολλοί πιστεύουν ότι κατέχουν τη σοφία, όποιος τους δείχνει το κενό τους γίνεται εχθρός.
Δεν με σκότωσαν επειδή μιλούσα, αλλά επειδή ανάγκαζα τους άλλους να σιωπήσουν μέσα τους.


Nik the Val.
Γιατί δεν σου άρεσε ο γραπτός λόγος;

Σωκράτης:
Διότι το γραπτό δεν μπορεί να απαντήσει,
Σου θύμιζω τον μύθο του Θεύθ στον Φαίδρο:
το γραπτό μοιάζει ζωντανό,
αλλά αν το ρωτήσεις κάτι, σιωπά,
δεν αμύνεται, δεν διορθώνεται, δεν βαθαίνει.
Η αλήθεια γεννιέται μεταξύ ανθρώπων,
μέσα στον διάλογο,
μέσα στην απορία,
μέσα στο «δεν ξέρω.

Ο γραπτός λόγος Νίκο:
παγώνει τη σκέψη,
δημιουργεί ψευδαίσθηση γνώσης, κάνει τον αναγνώστη λιγότερο συνομιλητή και περισσότερο καταναλωτή.
Γι’ αυτό δεν έγραψα.
Όχι από περιφρόνηση, αλλά από σεβασμό στη ζωντανή σκέψη. Άλλωστε αυτόν τον ρόλο τον επωμίστηκε ο μαθητής μου ο Πλάτωνας με άριστο αποτέλεσμα.
Νικόλα, δεν φοβήθηκα τον θάνατο. Φοβήθηκα μόνο μήπως σταματήσω να ρωτώ.

Ακολουθούν οι ερωτήσεις του στοχαστικού Δημήτρη.

Δημήτρης:
Σωκράτη τι ήταν αυτό που σ’ έκανε να νιώθεις ευτυχισμένος;

Σωκράτης.
Αν με ρωτάς τι με έκανε ευτυχισμένο, θα σου πω κάτι που ίσως σε ξαφνιάσει: το να μη νομίζω ότι είμαι ευτυχισμένος.

Γιατί η ευτυχία δεν είναι πράγμα που το κατέχεις, αλλά πράγμα που συμβαίνει όταν η ψυχή σου δεν ψεύδεται στον εαυτό της.

Με έκανε λοιπόν ευτυχισμένο το να ρωτώ, να εξετάζω και να καθαρίζω την ψυχή — τη δική μου και των άλλων — από τη βεβαιότητα που δεν της ανήκει.

Δημήτρης
Πώς βίωνες τον έρωτα;

Σωκράτης.
Ο έρωτας, Δημήτρη, δεν είναι ούτε σώμα ούτε ψυχή, αλλά δίψα της ψυχής.
Τον έζησα όπως τον περιέγραψε καλύτερα η Διοτίμα:
ως έλλειψη, ως κίνηση προς το καλό, προς το ωραίο, προς το αληθινό.
Όποιος νομίζει πως κατέχει τον έρωτα, τον έχασε.
Όποιος τον αφήνει να τον οδηγεί από τα σώματα προς τις ιδέες, αυτός ερωτεύεται σωστά.

Δημήτρης.
Τελικά, τι είναι ο άνθρωπος;

Σωκράτης.
Ο άνθρωπος δεν είναι αυτό που νομίζει ότι είναι.
Δεν είναι το σώμα του — αυτό αλλάζει.
Δεν είναι η φήμη του — αυτή χάνεται.
Δεν είναι οι γνώσεις του — αυτές ξεπερνιούνται.
Ο άνθρωπος είναι η ψυχή του
και η ψυχή του είναι τόσο καλή ή τόσο άδικη όσο οι πράξεις και οι κρίσεις της.
Γι’ αυτό και τίποτε δεν είναι πιο σημαντικό από το πώς ζει κανείς.

Δημήτρης.
Τι σημαντικό είχες ανακαλύψει στον εαυτό σου;

Σωκράτης.
Ότι δεν ξέρω.
Και ότι αυτή η άγνοια, όταν τη γνωρίζεις, είναι η μόνη αρχή σοφίας που αντέχει στον χρόνο.
Ανακάλυψα επίσης πως η ψυχή αρρωσταίνει όχι από λάθη, αλλά από αδιαφορία για την αλήθεια.
Κι έτσι έκανα σκοπό της ζωής μου να ενοχλώ — όχι για να πληγώνω, αλλά για να ξυπνώ.

Επίκουρος:
Σωκράτη μέχρι να θυμηθώ τις ερωτήσεις των άλλων φίλων θα ήθελα να μου πεις δύο λόγια για μένα. Πως με βλέπεις να πορεύομαι στα ανθρώπινα και στα φιλοσοφικά;

Σωκράτης:
Επίκουρε, δεν έχω παράπονο από εσένα, μπορεί να μιλάς συνέχεια για τον σοφό φίλο σου τον Ηλία Γιαννακόπουλο, αλλά δεν ξεχνάς κι εμάς, με κάποιον μαγικό τρόπο έμαθα πως έχεις διαβάσει πολλές φορές την απολογία μου, τελευταία έμαθα πως είχες και μία συζήτηση για μένα με τον έτερο σοφό Διδάσκαλο της Πιάλειας, καθώς επίσης και με κάποιον Γαρδικιώτη που συχνά πυκνά σας μιλάει για μας τους αρχαίους, και πολύ το χάρηκα.

Επίκουρος:
Σωκράτη θα ήθελες κάτι από μένα;

Σωκράτης:

Καλά το μάντεψες Επίκουρε, λοιπόν, αν δεν κάνω λάθος επισκέπτεσαι συχνά με φίλους και την Λόλα το Μουσείο, τον Κεραμεικό, και την Ακρόπολη, σωστά;

Επίκουρος:
Σωστά μιλάς Σωκράτη, απλά ξέχασες να αναφέρεις την Πνύκα, αρκετοί από εμάς μιλάμε για δημοκρατία και δεν έχουμε επισκεφθεί ποτέ την Πνύκα, τον χώρο όπου γεννήθηκε η δημοκρατία, τον χώρο όπου οι Αθηναίοι έπαιρναν τις αποφάσεις οι ίδιοι οι πολίτες και όχι 300 βολευτές.

Σωκράτης συγκινημένος:
Εντάξει Επίκουρε, πορεύσου εν ειρήνη, βρίσκεσαι σε καλό δρόμο, μη ξεχάσεις να διαβιβάσεις τους χαιρετισμούς μου στον σοφό Ηλία και αν δεν του κάνει κόπο ας γράψει κάτι και για μένα, κάτι καινούριο. Επίσης θα ήταν μία σημαντική πράξη εκ μέρους σου να καταφέρεις να επισκεφθείς όλους αυτούς τους χώρους μαζί με τους φίλους σου τον Ηλία, την Αφροδίτη, την Γιώτα, τον Δημήτρη, τον Νικόλα, την Αλέκα, τον Κώστα, την Ναυσικά, τον θέμη και την Διοτίμα.

Επίκουρος:
Σωκράτη.... δεν πρόλαβα να του κάνω την τελευταία μου ερώτηση γιατί άκουσα την φωνή της Λόλας να μου λέει: ξύπνα Επίκουρε, πέρασε η ώρα θα χάσουμε το Μετρό!
Αχ βρε Λόλα εγώ είχα μπροστά μου τον Σωκράτη κι εσύ μου μιλάς για το Μετρό, δυστυχώς δεν μπόρεσα να του κάνω την τελευταία ερώτηση, άντε τώρα, τρέχα γύρευε πότε θα ξαναέρθει ο Σωκράτης.
Υ.Γ. Είχα και κάποιες ερωτήσεις από τον σοφό Διδάσκαλο της ιστορικής και πνευματικής Πιάλειας αλλά λόγω τεχνικού προβλήματος και ελλείψεως χώρου θα τις κρατήσω για την επόμενη συνάντηση.
Φίλες και φίλοι με κάποιον μαγικό τρόπο μπορείτε κι εσείς να ζήσετε παρόμοιες στιγμές αρκεί να το πιστέψετε.

Επίλογος
Ζήσαμε πολύ όμορφες στιγμές σήμερα στην βόλτα που κάναμε στ' άγια χώματα των προγόνων μας, εκεί που ο Φειδίας σμίλεψε τις μορφές πάνω στα μάρμαρα, εκεί όπου ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης αυτοί οι δύο αρχιτέκτονες της αρχαιότητας έκαναν τα αξεπέραστα σχέδια, εκεί όπου οι Σοφοκλής, Ευριπίδης, και Αισχύλος έγραψαν τις αξεπέραστες τραγωδίες, εκεί στο θέατρο του Διονύσου όπου παίχτηκαν οι θεατρικές παραστάσεις, εκεί όπου υπάρχει ο Ναός της Παλλάδας Αθηνάς, εκεί όπου πάρθηκε η απόφαση για την καταδίκη του Σωκράτη, εκεί όπου ο Σωκράτης ήπιε το κώνειο, εκεί όπου ο Περικλής διαδέχθηκε τον Εφιάλτη της δημοκρατίας που κατά λάθος; τον μπερδεύουμε με τον Επιάλτη των Θερμοπυλών, εκεί όπου θα έπρεπε όλοι οι Έλληνες να αποτίουμε φόρο τιμής στους προγόνους μας.

Έρρωσθε και Ευδαιμονείτε με Σανατατί ντι άπου και να μην ξεχνάτε τα δόγματα που έλεγε και ο Επίκουρος της αρχαιότητας.

[ΒΙΒΛΙΟ] ΠΩΣ Ο ΣΠΥΡΟΣ ΕΓΙΝΕ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ μία αληθινή ιστορία. 18 Δεκεμβρίου 2025

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί επισκέπτες καλημέρα και καλές γιορτές, είμαι ο Fuji Tomo Kazu και θα ήθελα να σας παρουσιάσω μία συγκλονιστική ιστορία. Με παρακάλεσε ο Επικούρειος Πέπος να σας παρουσιάσω την πιο κάτω ιστορία γιατί αρκετοί τον ρωτούν:
Πόθεν έσχες Πέπο το Επίκουρος; Γιατί γιορτάζεις στις 26 Απριλίου και όχι στις 12 Δεκεμβρίου; Να λοιπόν γιατί με παρακάλεσε να σας κοινοποιήσω ξανά την ιστορία του ονόματός του. Εδώ βέβαια θα πρέπει να σας πω - αρκετοί το γνωρίζετε ήδη - πως ο Επικούρειος Πέπος έχει πολλά ονόματα, τα δύο πρώτα είναι το Σπύρος - Επίκουρος, στην πορεία προστέθηκε το Καραβίδας, η προέλευση αυτού του ονόματος βρίσκετε σε δύο εκδοχές. Α' εκδοχή επειδή όταν ήταν μικρός καραβίδιαζε τα χέρια του και δεν μπορούσαν να του τα ανοίξουν τ' άλλα παιδιά. Β' εκδοχή επειδή κάποια στιγμή όταν ήταν 8 χρονών τον πήγαν οι γονείς του στα Τρίκαλα στον γιατρό και μέχρι να έρθει η ώρα να πάρουν το λεωφορείο της επιστροφής πήγανε στην ψαραγορά προκειμένου να πάρουν οι γονείς του κάποιο ψάρι για ψαρόσουπα, ήταν εντολή του γιατρού. Εκεί είδε για πρώτη φορά Καραβίδες, είχε δει στο ποτάμι ψάρια, καβούρια, μουρμουρίτσες, νεροφίδες, χέλια, αλλά Καραβίδες δεν είχε δει ούτε σε φωτογραφία. Όταν επέστρεψε στο χωριό μάζεψε όλη την μαλιφατούρα και τους μιλούσε για τις Καραβίδες, είχε πάρει και μία και τους την έδειχνε, είχαν πάθει όλοι λαλά. Από εκείνη την ημέρα του κόλλησαν το Καραβίδας, ειδικά ο Καρλάφτης, ο Κλαρίνας, ο Μαμάκας, ο Βαρελάς, και ο Ντούρβας, Καραβίδα τον ανέβαζαν Καραβίδα τον κατέβαζαν! Κάποια στιγμή στην συνοικία των θεών [Πλάκα] ο ''μια ζωή Κώστας'' του κόλλησε το Πέπος από το Πίπης. Στην πορεία όταν ο πρώτος του ανιψιός έγινε σε ηλικία που να μπορεί να λέει ονόματα, άγνωστο γιατί, άρχισε να τον αποκαλεί Πούφ! Η ονοματοδοσία συνεχίστηκε, όταν η πρώτη του ανιψιά έγινε σε ηλικία που μπορούσε να προφέρει ονόματα, άρχισε να τον αποκαλεί Πεπέ! Άρα Σπύρος, Επίκουρος, Καραβίδας, Πέπος, Πούφ, Πεπέ και στην πορεία Fuji Tomo Kazu και Επικούρειος Πέπος. Το Fuji Tomo Kazu του το έδωσαν οι φίλοι του στην Ιαπωνία και το Επικούρειος Πέπος του το έδωσαν οι Μούσες!! Κάπως έτσι φθάσαμε αισίως στα 8+1 το ένατο δεν μας το έχει αποκαλύψει ακόμα, το γνωρίζουν μέχρι στιγμής 5 άτομα μόνο. Πάμε λοιπόν στην συγκλονιστική ιστορία του Επίκουρου.

Πρόλογος

Κάποιες ιστορίες δεν επινοούνται· αποκαλύπτονται. Ζουν σιωπηλά μέσα στον χρόνο, περιμένοντας τη στιγμή που θα ειπωθούν. Η ιστορία που ακολουθεί είναι αληθινή. Δεν είναι μύθος, αν και μοιάζει με μυθιστόρημα. Είναι η αφήγηση μιας αποκάλυψης, ενός ονόματος που έμεινε κρυφό για πενήντα πέντε χρόνια και εμφανίστηκε την κατάλληλη στιγμή, σαν να το κάλεσε η ίδια η μοίρα.


Ο Σπύρος, που ήταν Επικούρειος, ήταν και Επίκουρος — χωρίς να το γνωρίζει!

Δεν γνώριζε πως είχε και δεύτερο όνομα, και χρειάστηκε να περάσουν πενήντα πέντε χρόνια για να το μάθει.

Φίλες και φίλοι, αγαπητοί συν-ουτοπιστές και συν-επικούρειοι, καλημέρα.

Πιο κάτω θα διαβάσετε την αληθινή ιστορία του δεύτερου ονόματος του Επίκουρου. Είναι μια ιστορία που δεν γνώριζε και, όπως προείπα, χρειάστηκε να περάσουν πενήντα πέντε ολόκληρα χρόνια για να μάθει πως, όταν τον βάπτισαν, του έδωσαν δύο ονόματα. Συνεχίστε, παρακαλώ, την ανάγνωση — έχει μεγάλο ενδιαφέρον.

Ίσως γνωρίζετε, όσοι ασχολείστε με τα επικούρεια διδάγματα και την τετραφάρμακο του Επίκουρου, πως κάθε 26 Απριλίου, στην αρχαιότητα, ήταν μια ξεχωριστή ημέρα, γιατί τότε γιόρταζε ο Επίκουρος, ο οποίος είχε γεννηθεί στις 7 Φεβρουαρίου. Εκείνη την εποχή, στον Κήπο του Επίκουρου, όπως καλά γνωρίζετε, μαζεύονταν όλοι οι εκλεκτοί φίλοι του για να γιορτάσουν μαζί του, απλά και λιτά — όπως ήταν άλλωστε και ο Δάσκαλος: απλός και λιτός.

Εκεί, λοιπόν, στον Κήπο του Επίκουρου, η συζήτηση γύρω από την αγωγή της ψυχής κρατούσε μέχρι τις πρωινές ώρες και πάντα τη συζήτηση την «έκλεινε» ο Δάσκαλος λέγοντας:

«Να μη ξεχνάτε τα δόγματα!»

Πολλούς αιώνες αργότερα, σε ένα χωριό των Τρικάλων, το μαγευτικό και πανέμορφο Γοργογύρι —μιλάω για το 1955— γεννήθηκε ένα αγόρι. Από μια παραξενιά του πατέρα, την πρώτη κιόλας στιγμή που το αντίκρισε, είπε:

«Αυτός είναι ο Επίκουρος!»

Η μητέρα του μωρού και οι γυναίκες που βρίσκονταν εκεί τον κοίταξαν παράξενα. Το όνομα τους φάνηκε αλλόκοτο, αφού όλοι περίμεναν πως το αγόρι θα έπαιρνε το όνομα του παππού του, που ήταν Σπύρος.

Όταν αργότερα τον ρώτησαν πώς και ανέφερε αυτό το όνομα, η απάντηση τούς μπέρδεψε ακόμη περισσότερο:

«Δεν γνωρίζω γιατί και πώς, αλλά αυτό το όνομα μου ήρθε εκείνη τη στιγμή να πω!»

Όλοι οι παριστάμενοι σταυροκοπήθηκαν και του θύμισαν πως τον πατέρα του τον έλεγαν Σπύρο — όχι Επίκουρο.

Γνώριζε πολύ καλά ποιο ήταν το όνομα του πατέρα του, αλλά δεν μπορούσε να αγνοήσει πως οι οιωνοί ήταν εκείνοι που τον παρακίνησαν να πει αυτό το όνομα. Και τους οιωνούς όφειλε να τους σεβαστεί.

Όταν ο παππούς του νεογέννητου έμαθε από την κυρά-μαμή τι είχε συμβεί, έγινε θηρίο. Κάλεσε κοντά του τον γιο του και, σε αυστηρό τόνο, του είπε:

«Τι μασκαραλίκια είναι αυτά που άκουσα;»

Πώς να εξηγήσει στον εξαγριωμένο πατέρα του τι είχε συμβεί; Και ποιος θα τον πίστευε;

Εκείνη τη δύσκολη στιγμή, ο πατέρας του μωρού πήρε μια μεγάλη απόφαση: το αγόρι θα ονομαζόταν Σπύρος, αλλά ο νονός, την ώρα της βάπτισης, θα του έδινε δύο ονόματα — το Σπύρος φωναχτά και το Επίκουρος ψιθυριστά, ώστε να το ακούσουν ελάχιστοι.

Έτσι κι έγινε. Το μυστικό το γνώριζαν μόνο τρία άτομα: ο νονός, ο πατέρας και ο παπάς. Ο παπάς, μάλιστα, ζήτησε από τον πατέρα του αγοριού να του υποσχεθεί πως θα έλεγε την αληθινή ιστορία των δύο ονομάτων μόνο μετά τον θάνατό του.

Ο πατέρας έδωσε τον λόγο του, σκεπτόμενος πως, λόγω προχωρημένης ηλικίας, ο παπάς δεν θα ζούσε πολλά χρόνια ακόμη. Υπέθετε πως, όταν το αγόρι θα ήταν γύρω στα δέκα, θα μπορούσε να του αποκαλύψει την αλήθεια.

Έλα, όμως, που ο παπάς ήταν καλοζωισμένος — και τα χρόνια περνούσαν, μα εκείνος δεν πέθαινε.

Κάπως έτσι φτάνουμε στο 2006, και το αγόρι δεν είχε μάθει ακόμη πως είχε δύο ονόματα, ώσπου επενέβη ο από μηχανής Θεός.

Στις 14 Αυγούστου 2006, ο Σπύρος είχε προγραμματίσει —μαζί με τα μέλη της Λ.Ο.Γ.— να διοργανώσει, στην «Αυλή των Θαυμάτων», όπως την είχε ονομάσει, μια βραδιά ποίησης στη μνήμη του Ποιητή των Θαλασσών, Νίκου Καββαδία.

Λίγο πριν ξεκινήσει η γιορτή, πήρε τον λόγο και είπε:

«Φίλες και φίλοι, σας καλωσορίζω στον όμορφο κήπο μας — την αυλή μας — και ελπίζω να περάσετε όμορφα. Με τα μέλη της Λογοτεχνικής Ομάδας έχουμε ετοιμάσει για εσάς διάφορα δρώμενα. Πριν προχωρήσουμε, θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ σε έναν φιλόσοφο της αρχαιότητας, που, κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ αδικημένος από την ιστορία. Μιλώ, φυσικά, για τον Επίκουρο…»

Εκείνη τη στιγμή, το βλέμμα του Σπύρου έπεσε στον πατέρα του. Τον είδε βαθιά συγκινημένο αλλά δεν κατάλαβε το γιατί. Προβληματίστηκε, αλλά δεν διέκοψε την ομιλία. Υπέθεσε πως η συγκίνηση οφειλόταν στη βραδιά, ίσως και στο ότι ο μικρότερος γιος του υπήρξε ανθυποπλοίαρχος και η μνήμη του τον ταξίδεψε σε ωκεανούς και αγριεμένες θάλασσες που είχε πάει ο γιος του.

Αργά το βράδυ, μετά τη γιορτή, ο Σπύρος αναζήτησε τον πατέρα του, αλλά η μητέρα του τον ενημέρωσε πως είχε ήδη κοιμηθεί.

Την επόμενη ημέρα, 15 Αυγούστου, γύρω στις έντεκα το πρωί, ρώτησε την μητέρα του αν ο πατέρας είχε επιστρέψει από την εκκλησία. Εκείνη του απάντησε πως είχε πάει στο διπλανό χωριό, για να παραστεί στην κηδεία του παπά που είχαν παλιότερα στο χωριό — δηλαδή του παπά που περίμενε τόσα χρόνια να πεθάνει, για να μπορέσει επιτέλους να πει στον γιο του το μεγάλο μυστικό.

Ευτυχώς που ο παπάς πέθανε τότε, γιατί λίγο αργότερα ο πατέρας του Σπύρου έπαθε εγκεφαλικό και δεν μπορούσε πια να μιλήσει.

Όταν πατέρας του Σπύρου επέστρεψε από την κηδεία, ζήτησε να μείνουν μόνοι. Ήταν φανερά αναστατωμένος.

Η πρώτη του ερώτηση ήταν:

«Η χθεσινή σου αναφορά στον Επίκουρο ήταν τυχαία ή γνωρίζεις κάτι;»

Ο Σπύρος έπεσε από τα σύννεφα. Για μια στιγμή φοβήθηκε ακόμη και για τη διαύγεια του πατέρα του.

«Μην ανησυχείς», του είπε. «Τα έχω τετρακόσια. Απλώς απάντησέ μου.»

Όταν του εξήγησε πως η αναφορά ήταν τυχαία και πως απλώς αγαπούσε τη φιλοσοφική στάση ζωής του Επίκουρου, ο πατέρας άρχισε να σταυροκοπιέται.

Ζήτησε από τη νύφη του, τη Λόλα, να τους φτιάξει δύο καφέδες και άρχισε να εξιστορεί στον γιο του τα πάντα.

Η έκπληξη του Σπύρου ήταν απερίγραπτη όταν έμαθε πως είχε και δεύτερο όνομα — το όνομα Επίκουρος.

«Για φαντάσου», σκέφτηκε. «Ενώ ήμουν ήδη Επικούρειος, χωρίς να το ξέρω, ήμουν και Επίκουρος.»

Απίστευτα πράγματα. Πολλές φορές η πραγματικότητα ξεπερνά τη φαντασία.

Το 2008, όταν ο πατέρας του Σπύρου αναχώρησε σωματικά από τον μάταιο τούτο κόσμο, χρειάστηκε ο μεγάλος του αδερφός να δηλώσει στην αστυνομία το δίκαννο που κατείχε. Μέσα στη δερμάτινη θήκη του όπλου βρέθηκε ένα γράμμα, με την ένδειξη απ’ έξω:

«Να το διαβάσει πρώτα ο Σπύρος.»

Το γράμμα έγραφε, μεταξύ άλλων:


«Επειδή ο παπάς δεν έχει σκοπό να πεθάνει —και είναι ήδη ενενήντα εννέα ετών— και φοβάμαι μήπως πεθάνω εγώ πρώτος και δεν μάθει ποτέ ο γιος μου πως έχει δύο ονόματα, ας διαβάσει αυτό το γράμμα για να μάθει την αλήθεια. Γιε μου, σου ζητώ συγγνώμη για την καθυστέρηση. Είχα δώσει τον λόγο μου στον παπά και έπρεπε να τον κρατήσω. Δεν πίστευα, όμως, πως ο μπαγάσας θα ζούσε τόσα χρόνια.»

Επίλογος

Είχε φροντίσει ο πατέρας του Επίκουρου για κάθε ενδεχόμενο.

Αυτή, φίλες και φίλοι, είναι εν ολίγοις η ιστορία του Επικούρειου Πέπου — Σπύρου. Μια ιστορία που μοιάζει με μυθιστόρημα, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινή.

Από τη στιγμή που έμαθε πως είχε και δεύτερο όνομα, αποφάσισε να κρατήσει το Επίκουρος. Έτσι, οι φίλοι του τον φωνάζουν πια Επικούρειο Πέπο.

Με σεβασμό και επικούρεια διάθεση,
Επικούρειος Pepos – Poof – Pepe – Fuji Tomo Kazu

[ΒΙΒΛΙΟ] 'Ενα υπέροχο και πλούσιο αφήγημα, με λαογραφικό και συναισθηματικό βάθος εις μνήμην ενός φίλου, [Γιώργος Ντακούλας], και του πεθερού μου, [Φώτης Ντακούλας], που μας αποχαιρέτησαν πρόσφατα.

Λόλα, Φώτης, Πέπος.
Φίλες και φίλοι, αγαπητοί επισκέπτες του ιστολογίου μας, καλημέρα.

Επειδή η σημερινή μέρα, 18η Δεκεμβρίου, είναι το σήμα κατατεθέν των Καρκατζαλαίων, λόγω της πρώτης Κουδονοκυπροκρουσίας που έχει καθιερωθεί εδώ και διακόσια χρόνια, και τηρείται απαρεγκλίτως μέχρι και σήμερα, σας στέλνω λίγες πληροφορίες για το έθιμο των Καρκατζαλαίων. Υπάρχουν και σε άλλα γειτονικά χωριά Καρκατζαλαίοι, όπως π.χ. στην ιστορική και πνευματική Πιάλεια, αλλά οι Καρκάτζαλοι στο Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι είναι Π.Ο.Π. όπως η φέτα.

Η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη σε δύο κορυφαίους Καρκατζαλαίους, τον Σαρούχο Γιώργο Ντακούλα και τον Φώτη Ντακούλα τον πατέρα της Λόλας και πεθερό του Επικούρειου Πέπου, που μας αποχαιρέτησαν πρόσφατα. Καλό ταξίδι στη μνήμη των αγαπημένων τους εύχομαι και στους δύο.

Πάμε λοιπόν στο έθιμο.

Κάθε βράδυ στις 18 Δεκεμβρίου συγκεντρώνονται όλοι οι υποψήφιοι Καρκατζαλαίοι στον λόφο του Νταλαγιώργου και ελέγχουν τον ήχο των κυπριών και των κουδουνιών.
Ειρήσθω εν παρόδω, να σας πω πως κάθε κυπρί ζυγίζει από 15 μέχρι και 30 κιλά τα μεγάλα, και περίπου 10 κιλά οι κουδούνες.
Όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι παίξε-γέλασε η συμμετοχή στην πρώτη ομάδα!


Η ιστορία που θα διαβάσετε παρακάτω έχει να κάνει με τον Αρχικαρκάτζαλο Φ.Ν. τον πρεσβύτερο, γιατί τώρα συνεχίζει ο εγγονός του.

Όσοι μπορείτε, φροντίστε την Πρωτοχρονιά να παραβρεθείτε στο Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι, για να γευτείτε το πανάρχαιο έθιμο των Καρκατζαλαίων, που στο ΜκΠΓ συνεχίζεται από τους νεότερους.
Αν πρέπει να μνημονεύσουμε κάποιους από τους μεγάλους Καρκατζαλαίους, σίγουρα θα πρέπει να σταθούμε στον κυρ Φώτη Ντάκουλα, γιατί η περίπτωσή του παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον.


Ο κυρ Φώτης έγινε Καρκατζάλος από αγάπη!

Σε ηλικία 18 ετών ερωτεύτηκε την αδερφή του Τρανού, ο οποίος ήταν ο φόβος και ο τρόμος για όσους γλυκοκοίταζαν τη χαμηλοβλεπούσα, στρουμπουλή και νοστιμούλα αδερφή του.

Ο νεαρός τότε Φώτης προβληματίστηκε πάρα πολύ, γιατί το τσακίρικο βλέμμα της Βίκυς —Φώτεινα την αποκαλούν σήμερα— σε κάποιο πάρτι που την είχε πρωτοαντικρίσει, του είχε (με νόημα) υποσχεθεί πολλά.
Από τότε που την πρωτοείδε, δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στις κτηνοτροφικές του σπουδές. Οι σπουδές του ήταν στη σχολή της Γεωπονίας, γιατί ο τσιφλικάς πατέρας του τον προόριζε για Αρχιτσέλιγκα.
Αυτό λοιπόν το τσελιγκόπουλο, επειδή ο Τρανός —όπως προείπα— είχε την αδερφή του υπό περιορισμό, σκαρφίστηκε πολλούς τρόπους για να πλησιάσει τον κεραυνοβόλο έρωτά του.
Μα πάντα έβρισκε μπροστά του τον Τρανό.
Μια φορά μάλιστα, που τόλμησε να πλησιάσει στο σπίτι τους, τον περίμενε δυσάρεστη έκπληξη, δέχθηκε κάποιες ντουφεκιές και το έβαλε στα πόδια.

Το τσελιγκόπουλο είχε δωροδοκήσει τον μικρότερο αδερφό της αγαπημένης του, τον Θωμά, με δυο αρνιά. Είχαν συμφωνήσει, όταν θα ήταν αυτός βάρδια για φύλαξη της αδερφής, να κάνει τάχαμου-τάχαμου τα στραβά μάτια και να τους αφήσει για λίγο στην κουζίνα μόνους — για το ένα και το άλλο...

Έλα όμως που ο Τρανός κάτι μυρίστηκε και άλλαξε τη βάρδια την τελευταία στιγμή!
Αποτέλεσμα: ο μικρός δεν πρόλαβε να ειδοποιήσει τον ερωτοχτυπημένο.
Έτσι, ο κυρ Φώτης, αντί να βρει στην κουζίνα τη χαμηλοβλεπούσα Βίκυ-Βασιλική, αντίκρισε τον Τρανό με την καραμπίνα!
Ούτε κατάλαβε για πότε πήδηξε τον φράχτη με τα παλιούρια το τσελιγκόπουλο· μάλιστα, κάποια σκάγια τον βρήκαν στον πισινό του, κι όταν πήγε στο σπίτι, η αδερφή του η Αλεξάνδρα του έβαζε όλο το βράδυ κομπρέσες στον πωπό του.
Της είχε πει ψέματα πως είχε πέσει τάχα πάνω σε μια τρακάδα με αγκάθια!

Από εκείνη την ημέρα δεν ξανατόλμησε να περάσει από τη γειτονιά της αγαπημένης του.

Ένας φίλος του, ο Νικόλαος Πατούκας, του είπε πως ο μόνος τρόπος για να πλησιάσει την κοπέλα ήταν ένας και μοναδικός:
Έπρεπε να ντυθεί Καρκατζάλος!
Αυτό βέβαια είχε κάποιες δυσκολίες, γιατί ως Καρκατζάλος θα μπορούσε να τη δει μόνο την ημέρα της Πρωτοχρονιάς.
Από την άλλη σκέφτηκε πως «απ’ την αναβροχιά καλό είναι και το χαλάζι»!
Εξάλλου, τα σκάγια στον πωπό του τού θύμιζαν πως ο άλλος τρόπος ήταν επικίνδυνος…
Αυτός λοιπόν ήταν ο λόγος που ο κυρ Φώτης επέλεξε να γίνει Καρκατζάλος.

Όταν το έμαθαν οι γονείς του, επειδή ήταν ευγενείς και με πολλούς τίτλους, τον κατσάδιασαν.
Τον προόριζαν για κάποια αρχοντοπούλα της περιοχής, με μεγάλη προίκα και μεγάλο σπίτι.
Ναι μεν η Βίκυ ήταν καλό και σεμνό κορίτσι, αλλά δεν είχε τίτλους ευγενείας ούτε αρκετή περιουσία.
Ήταν βέβαια μορφωμένο κορίτσι, με σπουδές στην κλασική μουσική — ειδικότερα στο πιάνο —, αυτό όμως δεν αρκούσε για τους γονείς του κυρ Φώτη.
Ήθελαν χωράφια και χρυσές λίρες.


Το τσελιγκόπουλο όμως ήταν ανένδοτο:
«Ή αυτήν, ή θα αυτοκτονήσω!»
Οι γονείς του κατάλαβαν πως το εννοούσε και έδωσαν τη συγκατάθεσή τους.
Εκείνος που την έδωσε με κρύα καρδιά ήταν ο μεγάλος αδερφός της Βίκυς, ο Τρανός, γιατί ο γαμπρός του θα του έπαιρνε όλα τα χωράφια, τις πάπιες, τα γιδοπρόβατα και το μαντρί.
Όταν κάποια στιγμή ο μικρός του αδερφός τον ρώτησε γιατί δεν «πάει» τον Φώτη, του απάντησε:
«Είναι μουρντάρης, προικοθήρας και κριάρι! Έχει σχέσεις και με άλλα κορίτσια, που σε όλες τάζει γάμο!»
Τελικά, ο κυρ Φώτης νυμφεύθηκε την αγαπημένη του και ζουν αυτοί καλά κι εμείς… χειρότερα!
Ακόμα και σήμερα την έχει στα ώπα-ώπα, την προσέχει στα μάτια και δεν την αφήνει να πιάσει ούτε ένα ποτήρι νερό.
Αυτή λοιπόν είναι η ιστορία του κυρ Φώτη — και αυτός ήταν ο λόγος που τον ώθησε να γίνει Καρκατζάλος.

(Πάμε τώρα στο Β΄ Μέρος)

Ένα άλλο περιστατικό που έχει σχέση με τα Καρκατζάλια είναι η απαγωγή ενός Καρκάτζαλου από τις καλότχιες!

Συγκεκριμένα, πρόκειται για τον Σαρούχο, Γιώργο Ντακούλα. Κάποια χρονιά που είχε ντυθεί κι αυτός Καρκάτζαλος, μαζί με τον ξάδερφό του τον Βύρωνα, τον Γκουσγκούνη και τον Ζάγαρο, ενώ περνούσαν το ρέμα της Τζίκενας, έχασαν τον Σαρούχο! Έψαξαν δεξιά κι αριστερά — πουθενά ο Σαρούχος!
Μετά από τρεις μέρες τον βρήκαν στα στάλια να παίζει κοντσίνα με τον θείο του, τον κυρ Φώτη.
Όταν τον ρώτησαν τι είχε συμβεί, τους είπε την ιστορία με τις καλότχιες.
Αυτή την ιστορία τη γνώριζαν όλοι στο χωριό, γιατί ο πρώτος που είχαν απαγάγει οι καλότχιες ήταν ο Αμερικάνος.


Το πιο κάτω άρθρο που ακολουθεί είναι δανεικό από το ιστολόγιο της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου.

Έθιμα, συνήθειες και μυρωδιές Πρωτοχρονιάς

Μύθοι, καλικάντζαροι και τέρατα σε όλα της γης τα πέρατα.

Ένα έθιμο τόσο παλιό, αλλά πάντα επίκαιρο.
Το έθιμο, όπως προείπα, είναι πολύ παλιό. Οι σημερινοί σαραντάρηδες θυμούνται τους παππούδες τους να ντύνονται Καρκατζαλαίοι και έτσι το έθιμο έφτασε ως τις μέρες μας.
Πολλά από τα παιδιά 20–45 ετών, που σήμερα ανήκουν στα λεγόμενα «μεγάλα», ως μικρά παιδιά πιθανόν να τα φοβούνταν — και μάλιστα πολύ — εκείνη την εποχή.

Θα αναφερθώ σε μια ιστορία ενός παιδιού που σήμερα είναι μέλος της ομάδας των μεγάλων, του Φ.Ν., την οποία μου διηγήθηκε ο πατέρας του, ο Κ.Ν.

Να πω εδώ πως ο Φ.Ν. ανήκει σε οικογένεια Καρκατζαλαίων, γιατί ο προπάππους του, ο παππούς του, ο πατέρας του και πρόσφατα και η αδερφή του πατέρα του, αλλά και ο ίδιος, συνεχίζουν την παράδοση.
Μάλιστα, η κουδούνα που είχε ο Φ.Ν. είναι η ίδια που είχε και ο παππούς του.
Σχετικά με αυτή την κουδούνα υπάρχει ολόκληρη ιεροτελεστία παραλαβής και παράδοσης.

Πριν αρχίσουν τα Καρκατζάλια, δηλαδή στο στάδιο της προετοιμασίας, ο εγγονός επισκέπτεται τον παππού του επτά φορές και του λέει:

«Παππού, είμαι ο συνεχιστής της παράδοσης και θέλω να μου παραδώσεις την κουδούνα για επτά ημέρες».

Σε κάθε επίσκεψη, ο εγγονός ζητά από τον παππού να του διηγηθεί μια ιστορία με Καρκατζάλια.


Στην έβδομη ιστορία, που λαμβάνει χώρα την τελευταία ημέρα του χρόνου, ο παππούς πείθεται πως πρέπει να του παραδώσει την κουδούνα-κειμήλιο, ενώ παράλληλα του δίνει και την ευχή του να γίνει καλός Καρκατζάλος.

Κατόπιν, ο εγγονός κάνει την τελευταία πρόβα, αφού πρώτα ολοκληρώσει το απαραίτητο τελετουργικό μπροστά στον καθρέφτη και θεωρεί τον εαυτό του άξιο συνεχιστή.
Θα επιστρέψω όμως στον Φ.Ν. τζούνιορ, ο οποίος όταν ήταν μικρός, οκτώ χρονών, και αντίκρισε τα Καρκατζάλια, από τον φόβο του κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι των γονιών του και δεν έβγαινε με τίποτα.
Αναγκάστηκαν οι γονείς του να μετακινήσουν το κρεβάτι, προκειμένου — μετά από ώρες — να τον βγάλουν.
Αυτή είναι μία από τις πολλές ιστορίες που ακούς για τα Καρκατζάλια του Γοργογυρίου.

Μια άλλη, συγκλονιστική, είναι η παρακάτω.

Κάποια χρονιά οι Κλαρίνας, Καραβίδας, Σαρούχος, Βαρελάς, Τσιγαρίδας, Καρλαύτης, Γαρέφω, Καπνιάς αποφάσισαν κι αυτοί να πάνε Καρκατζαλαίοι.


Αφού έκαναν την κατάλληλη προετοιμασία, δεν έβρισκαν κυπριά και κουδούνες. Έτσι, αποφάσισαν ένα βράδυ να πάνε στο κοπάδι του Χ.Π., για να βγάλουν τα κυπριά από τα κριάρια του.

Για κακή τους τύχη, τους πήρε είδηση το τσοπανόσκυλο και τους πετσόκοψε!

Ο μόνος που κατάφερε να γλιτώσει ήταν ο Τσιγαρίδας, γιατί έλεγε στον σκύλο:


«Φά’ τους! Φά’ τους!»

Ο σκύλος νόμισε πως ο Τσιγαρίδας ήταν ο Χ.Π. και, κυνηγώντας τους άλλους, εκείνος τη γλίτωσε.

Όπως σας είπα, αυτές είναι δύο μόνο από τις πάμπολλες ιστορίες. Ίσως κάποιες να είναι λίγο υπερβολικές, αλλά σίγουρα είναι αληθινές κ.ο.μ.

Με αυτά και με εκείνα, θα έρθω στα Καρκατζάλια του 2012.

Η συμμετοχή ήταν ίσως η μεγαλύτερη των τελευταίων χρόνων.

Το γκρουπ των μεγάλων ήταν περίπου 30 άτομα και των δόκιμων 25.

Όπως θα δείτε και στις φωτογραφίες και τα βίντεο, όλοι τους ήταν άψογα ντυμένοι.

Θα μου επιτρέψετε όμως να σταθώ στην έκπληξη αυτής της χρονιάς.

Με πρόταση του μάνατζερ της Ο.Κ.Ρ.Α., F.T.K., πέντε από τα μέλη αποφάσισαν να πάνε Καρκατζαλαίοι!

Τα μέλη ήταν: Πέπος, Λόλα, Μελισσάνθη, Αντιόπη, Διοτίμα.


Σε συνεργασία με την Ο.ΚΡ.Α. Γοργογυρίου και χωρίς να διαρρεύσει το μυστικό, άρχισε ο πυρετός της προετοιμασίας: μάσκες, μπουραζάνια, κοντοκάπια, περούκες, μπότες, κυπριά, κουδούνες, μουστάκες κ.λπ.

Με τη βοήθεια του φροντιστή Θ.Ν. και την αρωγή της Κ.Ν. και του Κ.Τ, το όνειρο άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά.

Με πρόταση επίσης του μάνατζερ, αποφασίσαμε σε κάθε σπίτι που θα επισκεπτόμασταν να δίνουμε καραμέλες Τσάρλεστον και μία σοκοφρέτα.

Το σύνθημά μας ήταν: NO MONEY, NO HONEY!!

Πράγματι, στις 09:30 τα μέλη μαζεύτηκαν στο αρχηγείο και, με τη βοήθεια της ενδυματολόγου Marizas, άρχισε η προετοιμασία της μεταμόρφωσης.

Με τη βοήθεια της κορυφαίας αισθητικού Φαίης αρχίσαμε να αλλάζουμε όψη.

Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό.

Στις 10:30, η νταλίκα με οδηγό τον Καρδίτσα παρέλαβε τους Καρκατζαλαίους, αφού πρώτα ο φροντιστής Θεόφραστος είχε ελέγξει την περιοχή ώστε να μη μας δουν κατά την επιβίβαση.

Ο Καρδίτσας μετέφερε τους πέντε Καρκατζαλαίους στην περιοχή «Τυροκομείο» και αποχώρησε.

Η ομάδα, αφού έκανε το σχετικό ζντο, φωνάζοντας ΟΚΡΑ, αποφάσισε να επισκεφθεί πρώτα το σπίτι του βιομήχανου Κ.Γ.

Ο ίδιος έλειπε και μας υποδέχθηκαν η σύζυγος, η κόρη και η εγγονή.

Όλοι ξεκίνησαν και τελείωσαν πολύ καλά.

Ήταν μια μοναδική και out of the box εμπειρία, η οποία ενθουσίασε τα μέλη αλλά και όλους όσους επισκεφθήκαμε.

Ευχαριστούμε όλους όσους βοήθησαν ώστε το όνειρο να γίνει πραγματικότητα.

Ευχαριστούμε επίσης τα μεγάλα και τα μεσαία για την επίσκεψη στην Αυλή των Θαυμάτων, όπου έγινε ειδικό τελετουργικό με βεγγαλικά και καπνογόνα, με διευθυντή ορχήστρας τον οικοδεσπότη.

Όλα ήταν μαγικά.

Επιτέλους χαρήκαμε λίγο με τους Καρκατζαλαίους του χωριού, γιατί οι Καρκατζαλαίοι της πολιτικής μάς έχουν μαυρίσει την ψυχή — δυστυχώς και με δική μας ευθύνη.

Επίλογος 

Τα Καρκατζάλια δεν είναι απλώς ένα έθιμο.

Είναι μνήμη, συνέχεια, δοκιμασία και γέλιο.

Είναι οι κουδούνες που ενώνουν γενιές, οι μάσκες που αποκαλύπτουν αλήθειες, και ο φόβος που μετατρέπεται σε παιχνίδι.

Όσο υπάρχουν άνθρωποι που φορούν τα κυπριά με σεβασμό, όσο οι παππούδες παραδίδουν κουδούνες στους εγγονούς και ιστορίες στις καρδιές τους, το έθιμο δεν θα σβήσει.

Θα συνεχίσει να ηχεί — όπως πάντα — στο Γοργογύρι.

Συνολικά σχόλια επιμέλειας από την Επάρκεια.

Πολύ ζωντανή προφορική αφήγηση, με αυθεντικό τοπικό χρώμα.

Ο κυρ Φώτης παρουσιάζεται γλαφυρά, με χιούμορ και τρυφερότητα.

Οι εκφράσεις «τσελιγκόπουλο», «τάχαμου-τάχαμου», «με τα παλιούρια» είναι λαογραφικοί θησαυροί.

Το κείμενο είναι λαογραφικός θησαυρός, έχεις αποτυπώσει προφορική ιστορία με αυθεντικότητα.

Η χρήση χιούμορ, υπερβολής και ονομάτων προσδίδει προφορική αλήθεια.
Συγχαρητήρια Πεπέ.
Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση
Επίκουρος ο Γοργογυραίος.

Ακολουθεί ένα άρθρο από την συνέντευξη που έδωσε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ο συγχωριανός μας Αθανάσιος Γκοβίνας σχετικά με τα Καρκατζάλια.

Ο Θανάσης Γκοβίνας κατάγεται από το Γοργογύρι Τρικάλων και συμμετέχει εδώ και 35 χρόνια στο έθιμο των Καρκάτζαλων. Ανήμερα την Πρωτοχρονιά, μαζί με τριάντα ακόμα άνδρες από το χωριό, ενδύονται τη στολή του Καρκάτζαλου, η οποία αποτελείται από μία μάλλινη κάπα, μία μαύρη μάσκα και μία κοσιά. Τις μάλλινες αυτές κάπες τις επεξεργάζονταν στο παρελθόν στις άφθονες νεροτριβές του χωριού, όπου η δύναμη του νερού έκανε το μαλλί τους να φουντώνει. Η έκφραση των ματιών και του στόματος που θα κεντηθούν επάνω στη μάσκα αποτελεί επιλογή του ιδιοκτήτη της, ενώ η κοσιά –ένα είδος δρεπανιού– αποτελεί σύμβολο της δύναμης που φέρει ο Καρκάτζαλος. Αφού μαζευτούν στην κεντρική πλατεία όλα τα μέλη της ομάδας, χτυπούν ρυθμικά τα κουδούνια και τα κυπριά που κρέμονται από τη μέση του καθενός. Στον θεσσαλικό κάμπο, το χτύπημα των κουδουνιών σχετίζεται έντονα με την ευφορία της γης και την ευημερία των σπιτικών. Γι’ αυτό και οι νοικοκυραίοι τούς περιμένουν με τις πόρτες ανοιχτές και με ένα κέρασμα στο τραπέζι. Ο Θανάσης έχει στη συλλογή του έξι μακρόστενα, χυτά κυπριά και δύο πελώρια σφυρήλατα κουδούνια. Το κόστος αυτών των αντικειμένων, τα οποία φτιάχνονται στο χέρι στην Παραμυθιά και στην Κοζάνη αντίστοιχα, είναι ενδεικτικό του πόσο σημαντικά είναι για τον κάτοχό τους. Το κάθε κιλό μετάλλου στοιχίζει περίπου 100 ευρώ και ένα μέσο κυπρί ζυγίζει 6 κιλά.

Στον θεσσαλικό κάμπο, το χτύπημα των κουδουνιών σχετίζεται έντονα με την ευφορία της γης και την ευημερία των σπιτικών.

«Δεν θεωρώ τον εαυτό μου κάτι παραπάνω από συνεχιστή του εθίμου», δηλώνει ο Θανάσης. «Από τη στιγμή που γεννήθηκα, υπήρχαν κουδούνια και κυπριά μέσα στο σπίτι μου. Είναι μια παράδοση που έτσι τη βρήκαμε και νιώθουμε υποχρέωσή μας να τη συνεχίσουμε και να την παραδώσουμε. Σίγουρα υπάρχει και μια αίσθηση ευφορίας που οφείλεται στις δονήσεις των κουδουνιών, αλλά πιο σημαντική για μένα είναι η υποχρέωση. Αν δεν πάω Καρκάτζαλος μία χρονιά, δεν τα έχω καλά με τον εαυτό μου». Αντιλαμβάνομαι πόσο ισχυρό πρέπει να είναι το συναίσθημα για όλους τους χωριανούς όταν ο Θανάσης περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο συγκινούνται και κλαίνε κάποιες ηλικιωμένες γυναίκες αν τύχει και λείψουν από το χωριό και παρακολουθήσουν το έθιμο μέσα από μια βιντεοκλήση στο κινητό. Αντίστοιχα, υπάρχουν νέοι που έρχονται αυθημερόν από Αθήνα και Θεσσαλονίκη προκειμένου να συμμετάσχουν στην παράδοση. «Είναι πολύ σημαντική υπόθεση για ολόκληρο το χωριό. Εκεί που όλα πάνε να σβήσουν, να υπάρχουν νέοι άνθρωποι που κρατάνε κάτι από τα παλιά».

17.12.25

[ΒΙΒΛΙΟ] ΜΙΑ ΠΕΙΡΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ Ο ΣΚΛΗΡΟΤΡΑΧΗΛΟΣ ΠΕΙΡΑΤΗΣ ΚΑΙ Η ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΚΑΛΥΜΝΟΥ. 17/12/25

Φίλες και φίλοι, καλημέρα. Μεγάλη μέρα η σημερινή γιατί πήρα το οκ από την κόρη του πειρατή για την ανάληψη του κόστους της έκδοσης σε βιβλίο της πιο κάτω αληθινής - συγκλονιστικής ιστορίας του πιο σκληροτράχηλου πειρατή της Μυτιλήνης και της Καλύμνου, του περιβόητου Μανδραγόρα. Σύντομα το βιβλίο θα τυπωθεί και θα έχετε την ευκαιρία να γνωρίσετε από κοντά τον πειρατή στην παρουσίαση του βιβλίου που θα γίνει σε ένα από τα δύο λημέρια που ξεκουράζετε αγναντεύοντας τη θάλασσα. 

Μανδραγόρας και Νίκη.
Η σημερινή ανάρτηση είναι —τρόπον τινά— αφιερωμένη σε όλους τους πειρατές. Διαβάστε πιο κάτω και θα καταλάβετε τι εννοώ.

Πριν από λίγους μήνες, αρχές καλοκαιριού θα πρέπει να ήταν, έλαβα ένα e‑mail από μία φίλη του ιστολογίου της Λ.Ο.Γ, όπου, μεταξύ άλλων, μου έγραφε τα εξής:


«Αγαπητέ διαχειριστή του ιστολογίου της Λογοτεχνικής Ομάδας Γοργογυρίου, διαβάζω τα κείμενά σας εδώ και αρκετά χρόνια. Οφείλω να ομολογήσω πως σας κατατάσσω μέσα στα τρία καλύτερα sites που διαβάζω: Α’) ΙΔΕΟπόλις Β’) FILOmatheia Γ’) ΡΑΔΙΟκεφαλοπόταμος.

Παρατήρησα πως έχετε μεγάλο ταλέντο στην αφήγηση αληθινών ιστοριών. Αυτός είναι και ο λόγος που επικοινωνώ μαζί σας. Θα ήθελα να σας παρακαλέσω —με το αζημίωτο φυσικά— να παρουσιάσετε την ιστορία του πατέρα μου και της μητέρας μου. Είναι, κατά την άποψή μου, ίσως η πιο συγκλονιστική ιστορία αγάπης ενός πειρατή και μιας Νησιωτοπούλας.

Εγώ θα σας στείλω την ιστορία όπως την έχω ακούσει από τους γονείς μου, από τη γιαγιά μου και από τους γέροντες του νησιού, που έχουν να μολογάνε ακόμη για την ιστορία του Μανδραγόρα. 
Αυτή βέβαια είναι η δική μου εκτίμηση. Θα ήθελα να αφιερώσετε, σας παρακαλώ, λίγο από τον πολύτιμο χρόνο σας ώστε να διαβάσετε αυτά που θα σας στείλω και, αν βρείτε κι εσείς πως αξίζει τον κόπο ένας διεθνούς φήμης ιστοριογράφος, όπως εσείς, να ασχοληθεί, πράξτε παρακαλώ τα δέοντα.

Όπως σας είπα, είμαι διαθέσιμη να πληρώσω όσο όσο, αρκεί να υπάρξει φιλολογική επιμέλεια και η ανάλογη έρευνα εκ μέρους σας. Απλώς θα ήθελα να σας παρακαλέσω, αν είναι δυνατόν, να κάνετε την ανάρτηση μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου, για λόγους που θα διαβάσετε στο κείμενο.

Σας ευχαριστώ και ελπίζω να δεχθείτε την πρότασή μου».

Φίλες και φίλοι, για να είμαι ειλικρινής, δεν ήταν το οικονομικό όφελος που με οδήγησε στο να δεχθώ να καταγράψω την ιστορία των γονιών αυτής της κοπέλας — κάθε άλλο. Ήταν η περιέργεια που έχω για τις πειρατικές ιστορίες. Από την άλλη, βέβαια, σκέφτηκα και το εξής: το καλοκαίρι στο χωριό τα έξοδα ανεβαίνουν, γιατί σχεδόν κάθε μέρα η καλή μας φίλη, η Αφροδίτη, έχει και μία διαφορετική γαστρονομική πρόταση. Οπότε καλό θα ήταν να υπάρχει και η σχετική οικονομική άνεση, γιατί πόσες φορές να κεράσει και ο Γκοτζιό και η Φαίη;

Έκανα και μία δεύτερη σκέψη: με αφορμή αυτή την ιστορία θα έφερνα ξανά στο μυαλό μου τις όμορφες εποχές της πειρατείας, τότε που ήμουν στο πειρατικό του καπετάν Φατούργου. Όλα αυτά με τσίγκλισαν ώστε να αποδεχθώ την πρόταση και τελικά σήμερα σας παρουσιάζω αυτή τη συγκλονιστική ιστορία.

Υ.Γ. Τελικά, η κόρη του Μανδραγόρα είναι πολύ ανοιχτοχέρα και δεν λυπήθηκε το χρήμα. Ήδη στα μέσα του καλοκαιριού έστειλε το πρώτο αξιοσέβαστο τσεκ και αύριο θα καταθέσει και τα υπόλοιπα. Μπράβο της — θα με αποζημιώσει, όπως είπε στον σύζυγό της, με την καλύτερη αμοιβή. Να είναι καλά η κοπέλα και να συνεχίσει να είναι ανοιχτοχέρα, γιατί το χρήμα πρέπει να γυρίζει για να μην μυρίζει.

Βασικά, αυτό που με εξίταρε ήταν όταν άκουσα τη φράση «πειρατική ιστορία». Τότε ένιωσα την αδρεναλίνη μου να ανεβαίνει στα ύψη. Κάποια άλλη στιγμή θα σας διηγηθώ και τη δική μου θαλασσινή ιστορία, τότε που για ένα διάστημα ταξίδευα ως Μαρκόνης.

Την ίδια μέρα επικοινώνησα με την κόρη του πειρατή, η οποία —ειρήσθω εν παρόδω— έχει ένα καταπληκτικό όνομα. Μπράβο στον νονό της που της έδωσε αυτό το γλυκύτατο όνομα: Μαριάνθη! Της ανακοίνωσα, λοιπόν, πως αποδέχομαι την πρότασή της και της ζήτησα να μου στείλει τα χειρόγραφα. Εκείνη, όμως, μαζί με τα χειρόγραφα έστειλε και μία πενταψήφια επιταγή.

Φίλες και φίλοι, όταν ήρθαν στα χέρια μου τα χειρόγραφα, δεν πίστευα στα μάτια μου με αυτά που διάβαζα. Επικοινώνησα τρεις φορές με την κόρη του πειρατή για να τη ρωτήσω αν όντως ήταν αλήθεια όλα όσα έγραφε. Να σκεφτείτε πως αναγκάστηκα να επισκεφθώ το νησί της Καλύμνου για να επιβεβαιώσω όσα διάβαζα, γιατί δεν ήθελα να γράψω κάτι για το οποίο δεν ήμουν σίγουρος εκατό τοις εκατό. Όλοι οι άνθρωποι που συνάντησα στο νησί γνώριζαν αυτή την ιστορία και, ως εκ τούτου, δεν είχα πλέον ενδοιασμούς να δημοσιεύσω την πιο συγκλονιστική πειρατική ιστορία του τελευταίου αιώνα.

Όλοι οι πειρατές, την ημέρα της 29ης Απριλίου, τη γιορτάζουν παγκοσμίως για να τιμήσουν τον αρχιπειρατή Μανδραγόρα τον Α΄.

Σαν σήμερα, λοιπόν, 29 Απριλίου, έγινε η μεγαλύτερη απαγωγή στο νησί της Καλύμνου. Ο τότε φοβερός και τρομερός πειρατής με το όνομα Μανδραγόρας, με καταγωγή από τη Μυτιλήνη, έκανε την απαγωγή του αιώνα.

Φόβος και τρόμος ήταν αυτός ο σκληροτράχηλος πειρατής με το ασκέρι του. Εκτός από τα υλικά αγαθά που άρπαζε από τους νησιώτες, άρπαζε και όποια κοπέλα του γούσταρε — ειδικά αυτές που είχαν μεγάλα βυζιά. Ήταν η αδυναμία του. Αφού τις κρατούσε κάμποσο καιρό στο πειρατικό καΐκι, στο οποίο είχε δώσει το όνομα «Καρχαρίας», και κάνανε τόνατάλλο —και όχι μόνο—, τις επέστρεφε πίσω στο νησί.

Εκείνη τη χρονιά, το 1979, σε ένα γιουρούσι που είχε κάνει στην Κάλυμνο, του γυάλισε στο μάτι η πιο τσαχπίνα του νησιού. Η κοπέλα ήταν μεν χαμηλοβλεπούσα, λόγω της μητέρας της που ήταν πολύ αυστηρών αρχών, αλλά όταν έβρισκε ευκαιρία έκανε τα σκέρτσα της. Παρ’ όλο που η μητέρα της δεν την πολυέβγαζε έξω από το σπίτι, γιατί πάντα είχε τον φόβο του πειρατή, εκείνος την εντόπισε μια μέρα στο πανηγύρι του χωριού και αποφάσισε —επειδή ήταν καιρός επιτέλους να βρει μια μόνιμη σύζυγο— πως αυτή η κοπέλα ήταν η καταλληλότερη.

Το μόνο πρόβλημα που υπήρχε ήταν η μητέρα της κοπέλας, γιατί είχε ακούσει από κάποιους νησιώτες πως την προόριζε για κάποιον μεγαλέμπορα με είδη υγιεινής. Αυτό, βέβαια, δεν τον πολυπείραζε, γιατί αν αποφάσιζε να την κουρσέψει, δεν μπορούσε να του αντισταθεί ολόκληρος στρατός.

Στις 29 Απριλίου του σωτηρίου έτους 1979 αποφάσισε να κουρσέψει το νησί της Καλύμνου και παράλληλα να απαγάγει την κοπέλα, που το όνομά της ήταν Νίκη. Μάλιστα, αυτός ο τρομερός πειρατής έλεγε χαριτολογώντας πως η Νίκη θα γίνει δική του.

Η μάνα της κοπέλας, επειδή είχε τους φόβους της, έβλεπε πως η κόρη της σιγά σιγά όλο και ομόρφαινε και πως το ματάκι της είχε αρχίσει να παίζει δεξιά κι αριστερά. Σκέφτηκε, λοιπόν —επειδή ήταν θεούσα— να την κλείσει σε κάποιο μοναστήρι. Μετά όμως το καλοσκέφτηκε, γιατί είχε ακούσει πως τα κορίτσια που πήγαιναν στο μοναστήρι, εκτός από προσευχές, ο ηγούμενος τις έβαζε να κάνουν πολλές μετάνοιες και… πάρτι με ούζα. Οπότε είπε μέσα της:
«Καλύτερα με τον πειρατή ή με τον ηγούμενο; Κι ο πειρατής κακό χειρόβολο, κι ο γούμενος κακό δεμάτι».

Εκείνη, βέβαια, είχε στο μυαλό της άλλα για την κόρη της. Είχε ακούσει για κάποιον μεγαλέμπορα από άλλο νησί, που γύριζε το Αιγαίο για να βρει την κατάλληλη κοπέλα να νυμφευθεί, και ήλπιζε πως όταν θα αντίκριζε την κόρη της θα τον θάμπωνε η ομορφιά και η τσαχπινιά της.

Εκείνη την ημέρα, λοιπόν, που ο Μανδραγόρας όρμησε στο νησί με τους πειρατές του, έδωσε τις εξής εντολές: Α) Να μην πλησιάσει κανείς στο σπίτι δίπλα στην εκκλησία. Β) Να μην πειράξουν τους νησιώτες· να πάρουν μόνο τα απαραίτητα και να αποσυρθούν. Γ) Στον υπασπιστή του, έναν ψηλό και γεροδεμένο που τον αποκαλούσαν Στράτο, έδωσε εντολή να απαγάγει έναν παπά, γιατί σκόπευε πάνω στο πειρατικό να τελέσει το μυστήριο του γάμου, αν όλα πήγαιναν καλά.

Πράγματι έτσι έγινε. Ο ίδιος, με άλλους δύο πειρατές, πήγε στο σπίτι της κοπέλας για να την απαγάγει. Η μάνα της, όμως, την είχε κρύψει μέσα στο αποξηραμένο πηγάδι που είχαν στην αυλή και της είπε να μην βγάλει κιχ. Ο Μανδραγόρας πήρε στην αρχή με το καλό τη μητέρα για να του πει πού βρισκόταν η κόρη, αλλά εκείνη —σκληρό καρύδι— δεν ομολόγησε.

Ο πειρατής σκέφτηκε να τη βασανίσει, αλλά δεν ήθελε να δημιουργήσει κακή εντύπωση στη μέλλουσα πεθερά του. Έβαλε, λοιπόν, τους πειρατές να ψάξουν όλο το σπίτι. Κάποια στιγμή, ενώ βρισκόταν κοντά στο πηγάδι με τη μητέρα της κοπέλας και της εξηγούσε πως την κόρη την ήθελε για καλό σκοπό και όχι μόνο για τόνατάλλο, εκείνη του είπε:

«Εγώ την κόρη μου θέλω να την παντρέψω με νοικοκύρη και όχι με κάποιον σαν του λόγου σου. Είσαι ανάξιος για την κόρη μου!»

Ο πειρατής, για μια στιγμή, σκέφτηκε να τραβήξει το σπαθί του και να της κόψει το κεφάλι, αλλά συγκρατήθηκε· δεν ήθελε να στεναχωρήσει την κοπέλα. Εκείνη, απτόητη, συνέχισε:

«Σε ξέρουμε καλά εσένα, τι μουρντάρης είσαι. Παίρνεις τα κορίτσια, περνάς καλά και μετά τις φέρνεις πίσω στο νησί γκαστρωμένες».

Τότε ο πειρατής πήρε τον λόγο:

«Καλύτερα γκαστρωμένες από μένα παρά από τον ηγούμενο. Τουλάχιστον τα παιδιά που θα βγουν από μένα θα είναι πειρατές και καπεταναίοι. Αν ήταν εδώ τώρα η κόρη σου και τη ρωτούσες με ποιον θα ήθελε να κάνει τόνατάλλο, τι λες πως θα έλεγε; Με τον ηγούμενο ή με μένα;»

Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια φωνή μέσα από το ξεροπήγαδο:

«Με σένα! Με σένα!»

Η κόρη ήταν τσαχπινογαργαλιάρα και σκέφτηκε πως, επειδή της άρεσε πολύ η θάλασσα, η καλύτερη επιλογή ήταν να πάει κοντά στον Μανδραγόρα και ό,τι ήθελε προκύψει. Όσο για τον μεγαλέμπορα που της έλεγε η μητέρα της, σκέφτηκε πως αν τον έπαιρνε, μια ζωή θα κουβαλούσε είδη υγιεινής και λέβητες — και αυτό δεν το ήθελε με τίποτα. Εκείνη ήταν γεννημένη για τη θάλασσα. Ήθελε να γίνει πειρατής.

Άμεσα ο
Μανδραγόρας κάλεσε τους άνδρες του και έβγαλαν την κοπέλα από το πηγάδι. Πράγματι ήταν πολύ όμορφη και ερωτική. Δεν ήταν πολύ ψηλή, αλλά αυτό δεν τον ενοχλούσε — σκέφτηκε πως μπορούσε να είναι και πλεονέκτημα. Όταν έδωσε στη μητέρα της ένα μικρό σακουλάκι με χρυσό, εκείνη στην αρχή έκανε πως δεν το ήθελε, αλλά τελικά το πήρε.

Όταν έφτασαν στο πειρατικό, βρισκόταν ήδη εκεί ο παπάς, ο οποίος τέλεσε το μυστήριο του γάμου. Στην πορεία, ο Μανδραγόρας, αφού διαπίστωσε πως η κοπέλα ήταν τζετ σε όλα της —και ειδικότερα στο τόνατάλλο— αποφάσισε να σταματήσει την πειρατεία και να αποσυρθεί σε κάποιο μέρος της Αττικής.

Αργότερα, η περιοχή πήρε το όνομά του και από Μανδραγόρας ονομάστηκε Μάνδρα. Είναι η σημερινή Μάνδρα.

Φίλες και φίλοι, ας ευχηθούμε όλοι μαζί να έχουν καλή υγεία η Νίκη, ο Μανδραγόρας και οι απόγονοί τους. Γιατί ξέχασα να σας πω πως η κοπέλα χάρισε στον Μανδραγόρα τρία παιδιά: δύο γιους και μία κόρη.

Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Μανδραγόρα και της Νίκης της Καλύμνου.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Και έτσι, φίλες και φίλοι, η πειρατική ιστορία του Μανδραγόρα και της Νίκης δεν έμεινε μόνο στις αφηγήσεις των γερόντων, στα πειράγματα των καφενείων και στα ψιθυρίσματα των πανηγυριών. Έγινε οικογενειακή μνήμη, έγινε θρύλος και, τελικά, έγινε γραπτός λόγος.

Ο
Μανδραγόρας άφησε τη θάλασσα, αλλά η θάλασσα δεν τον άφησε ποτέ. Την κουβαλούσε στο βλέμμα, στο περπάτημα, στη φωνή του. Η Νίκη, από κορίτσι του νησιού, έγινε συντρόφισσα ζωής, καπετάνισσα της καθημερινότητας και μάνα πειρατών χωρίς καράβι αλλά με ψυχή θαλασσινή.

Οι ιστορίες σαν κι αυτήν δεν ζητούν να τις πιστέψεις όλες λέξη προς λέξη. Ζητούν κάτι πιο απλό και πιο δύσκολο: να τις ακούσεις με ανοιχτή καρδιά. Γιατί μέσα τους κρύβεται εκείνη η παλιά αλήθεια — πως ο έρωτας, όπως και η θάλασσα, δεν μπαίνει σε κανόνες, δεν φοβάται απειλές και δεν λογαριάζει στεριές.

Κι αν σήμερα, κάπου στη Μάνδρα ή στην Κάλυμνο, ακούσεις ένα γέλιο λίγο πιο τρανταχτό ή δεις ένα βλέμμα να γυαλίζει σαν αλμύρα, ίσως —λέω ίσως— να περνά ακόμη από εκεί το ίχνος ενός παλιού πειρατή και της γυναίκας που διάλεξε να τον ακολουθήσει.

Γιατί οι αληθινές πειρατικές ιστορίες δεν τελειώνουν ποτέ. Απλώς αλλάζουν λιμάνι.

Σας χαιρετώ με σεβασμό και επικούρεια διάθεση 
Επίκουρος ο Γοργογυραίος.

Υ.Γ.
Έχω ευχάριστα νέα, τα παιδιά του Μανδραγόρα ανέλαβαν το κόστος της έκδοσης σε βιβλίο αυτής της συγκλονιστικής ιστορίας για να την έχουν τα εγγόνια του Μανδραγόρα, πριν λίγο μίλησα με την κόρη του πειρατή και μου είπε πως είναι μεγάλη της τιμή να αναλάβει μόνη της το κόστος της έκδοσης. Ελπίζω να μην παρεξηγηθούν τ' αδέρφια της, το σωστό βέβαια είναι να αναλάβουν το κόστος της έκδοσης και οι τρεις ώστε να έχουν να λένε στα παιδιά τους πως έπραξαν τα δέοντα.