Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

29.2.16

Μην πανικοβάλλεσαι, διάβασε φιλοσοφία ο Επίκουρος είναι πάντα επίκαιρος.

Ο Αλαίν ντε Μποττόν μάς δείχνει πώς οι φιλόσοφοι μπορούν να βελτιώσουν τη ζωή μας, πώς μας βοηθούν να ξεπερνάμε τις αντιξοότητες και να δημιουργούμε καλύτερες συνθήκες για τον εαυτό μας
Δεν έχεις χρήματα; Ζήτα βοήθεια από τον Επίκουρο
Δυσκολεύεσαι το πρωί να σηκωθείς. Δεν έχεις κέφι, είσαι εριστικός. Διαισθητικά κατηγορείς τη δουλειά που κάνεις. Δεν βγάζεις αρκετά χρήματα και αυτό σε καταπιέζει. Αποφασίζεις να αλλάξεις δουλειά. Την αλλάζεις, κερδίζεις περισσότερα αλλά και πάλι δεν βρίσκεις ευτυχία. Δεν έχεις χρήματα; Βρες αλλού την ευτυχία, στη φιλία και στην παρέα, στην ελευθερία, στη σκέψη, αυτό συνιστά ο Επίκουρος.

«Αν αφαιρέσω τις ηδονές της γεύσης, αν αφαιρέσω τη σεξουαλική ηδονή, αν αφαιρέσω την ηδονή της ακοής και αν αφαιρέσω τα γλυκά συναισθήματα που προκαλούνται στη θέα όμορφων μορφών. δεν γνωρίζω πώς να διανοηθώ το καλό» θα πει. Ωστόσο παράλληλα θα αναρωτηθεί: «Μπορεί κανείς να είναι ευτυχισμένος χωρίς χρήματα και πώς;».

Στην ερώτηση αυτή ο Επίκουρος απαντάει με έναν κατάλογο των απαραίτητων και μη για την ευτυχία: Φυσικά και αναγκαία στοιχεία για να ζει κανείς ευτυχισμένος θεωρεί τη φιλία, την ελευθερία, τη σκέψη. Φυσικά και όχι αναγκαία πράγματα θεωρεί το μεγάλο σπίτι, τα ιδιωτικά λουτρά, τα συμπόσια και τους υπηρέτες. Ούτε φυσικά ούτε αναγκαία θεωρεί τη φήμη και την εξουσία. Ο ίδιος υποστήριξε με το παράδειγμά του αυτή τη θεωρία.

Ζούσε με φίλους του εκτός των Αθηνών και απολάμβανε αυτή την παρέα. Αποφάσισαν να μην εμπλακούν στις εμπορευματικές σχέσεις της αθηναϊκής αγοράς και φρόντισαν να έχουν τον δικό τους κήπο, με τρόφιμα που τους επέτρεπαν να ζουν. Στον κήπο αυτόν γίνονταν και οι περισσότερες συζητήσεις, καθώς ο Επίκουρος και οι μαθητές-φίλοι του είχαν ως μότο ότι η σκέψη είναι το καλύτερο αγχολυτικό. Η φιλοσοφία του Επίκουρου λέει: Αν διαθέτουμε χρήματα δίχως φίλους, δίχως ελευθερία και μια μεθοδική ανάλυση της ζωής μας, δεν θα είμαστε ποτέ αληθινά ευτυχισμένοι. Ενώ αν τα διαθέτουμε αλλά στερούμαστε πλούτου, δεν θα είμαστε ποτέ δυστυχισμένοι.
Είσαι απογοητευμένος; Ζήτα βοήθεια από τον Σενέκα
senekas
Όλα πάνε καλά και μια μέρα μαθαίνεις ότι ένα αγαπημένο σου πρόσωπο θα πεθάνει από ανίατη ασθένεια. Πανικοβάλλεσαι. Δεν ξέρεις τι να κάνεις. Ο Αλαίν ντε Μποττόν συνιστά το παράδειγμα του Σενέκα. Να είσαι προετοιμασμένος. Οταν ο Νέρωνας έστειλε να θανατώσουν τον Σενέκα, οι φίλοι του φιλοσόφου χλώμιασαν και ξέσπασαν σε κλάματα. «Πού έχει πάει η φιλοσοφία σας;» τους ρώτησε αυτός.
Σύμφωνα με τον Σενέκα στον πυρήνα κάθε απογοήτευσης βρίσκεται μια βασική δομή: η σύγκρουση της επιθυμίας με τη σκληρή πραγματικότητα. Πίστευε ότι υπομένουμε ευκολότερα εκείνες τις απογοητεύσεις για τις οποίες έχουμε προετοιμαστεί. Γλιτώνουμε κατ΄ αυτόν τον τρόπο αν όχι από την απογοήτευση, τουλάχιστον από το σύνολο των ολέθριων συναισθημάτων που τη συνοδεύουν. Ετσι αποφεύγουμε την οργή. Ο βαθμός αρνητικής αντίδρασής μας σε διάφορες περιστάσεις σημαίνει ότι δεν έχουμε εκλογικεύσει ότι αυτές μπορεί να μας συμβούν. Αποφεύγουμε το σοκ. Ενα αεροπλάνο πέφτει, γίνεται ένας σεισμός. Ας δεχθούμε, λέει ο Σενέκας, ότι η τύχη πάει χωρίς πρόγραμμα σαν τη θεά Φορτούνα. Μπορεί μια καταστροφή να μας πλήξει, μπορεί και όχι. Κανένας δεν σου έχει υποσχεθεί ότι τίποτε ανάποδο δεν θα συμβεί στη ζωή σου. Δέξου αυτή την απλή αλήθεια για να είσαι προετοιμασμένος. Απαντάς στην αδικία. Κάτι συμβαίνει και αισθάνεσαι αδικημένος, αν και θεωρείς ότι ενεργείς ορθά. Το αποδίδεις στην αδικία ή πιστεύεις ότι έκανες κάτι κακό, γι΄ αυτό τιμωρείσαι. Μπορούμε να είμαστε δυστυχισμένοι ή ευτυχισμένοι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ευθύνεται για αυτό η δικαιοσύνη. Προετοιμασμένος επίσης μπορείς να αντιμετωπίσεις το άγχος ή τη χλεύη. Ο καθησυχασμός είναι το χειρότερο αντίδοτο σε ό,τι συμβαίνει.
Αισθάνεσαι ανικανότητα σεξουαλική; Ζήτα βοήθεια από τον Μονταίνι
montain
Aν αισθάνεσαι σεξουαλικά ανίκανος, η μόνη λύση είναι να το παραδεχθείς για να αποενοχοποιηθείς. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποία καταλήγει ο Αλαίν ντε Μποττόν μελετώντας τον Μονταίνι. Ο περίφημος για τα δοκίμιά του φιλόσοφος του 16ου αιώνα Μονταίνι είχε παρατηρήσει ότι οι άνδρες πολλές φορές έπεφταν σε μεγάλη απογοήτευση όταν δεν είχαν στύση και δεν μπορούσαν να χαρίσουν ερωτική ευτυχία στο ταίρι τους. Κάποιοι μάλιστα είχαν τέτοιο άγχος που αυτοευνουχίζονταν για να απελευθερωθούν από αυτό. Ο Μονταίνι διδάσκει ότι «η πλέον αλλόκοτη αναπηρία μας είναι να περιφρονούμε την ύπαρξή μας. οφείλουμε να σταματήσουμε τον πόλεμο με το περίπλοκο σωματικό μας περίβλημα και να μάθουμε να το αποδεχόμαστε ως αμετάβλητο στοιχείο της κατάστασής μας, κάτι όχι τόσο φριχτό ούτε τόσο ταπεινωτικό».
Αναφερόμενος ο φιλόσοφος σε έναν φίλο του που η στύση του τον εγκατέλειψε λίγο πριν από τη διείσδυση, πρότεινε «να δεχθεί κανείς την απώλεια ελέγχου του πέους ως άκακη πιθανότητα στον έρωτα», ώστε αν παραδεχθεί και εξομολογηθεί στην ερωτική του σύντροφο και στον εαυτό του εκ προοιμίου την αδυναμία του τότε η ψυχική του ένταση θα ανακουφιστεί και- όταν το κακό θα έφτανε, όπως το περίμενε- η ευθύνη του θα μειωνόταν και θα τον βάραινε λιγότερο.
Δεν καταλαβαίνεις ένα βιβλίο; Ζήτα, και πάλι, βοήθεια από τον Μονταίνι
Διαβάζεις ένα βιβλίο και δεν καταλαβαίνεις απολύτως τίποτε.
Σκέφτεσαι: Είμαι ανίκανος να καταλάβω τη σοφία του συγγραφέα, δεν γνωρίζω πολλά πράγματα στη ζωή μου. Ο Μονταίνι είχε διαφορετική γνώμη: Κλείσε το βιβλίο αν σου φαίνεται ανόητο ή ακατανόητο. Οταν ο Μονταίνι διάβαζε ένα βιβλίο που δεν το καταλάβαινε, σκεφτόταν ότι είτε ο συγγραφέας είναι ανίκανος να είναι ξεκάθαρος είτε ο ίδιος είναι ανόητος.
Ξεκινούσε από το πρώτο, μια και είχε παρατηρήσει ότι «η δυσκολία είναι ένα νόμισμα που χρησιμοποιούν οι μορφωμένοι, όπως οι παπατζήδες, για να μην αποκαλύπτεται η ματαιότητα των τεχνασμάτων τους, και αυτό το νόμισμα το αποδέχεται εύκολα η ανθρώπινη βλακεία». Το να γράφεις απλά απαιτεί θάρρος, κατά τον Μονταίνι. Κοιτάζοντας γύρω του τα όπως και σήμερα ακαταλαβίστικα ακαδημαϊκά έργα, αναρωτιέται αν η πλειονότητα των πανεπιστημιακών λογίων θα είχε εκτιμήσει τον Σωκράτη με τον καθαρό και απόλυτα κατανοητό λόγο του.
Το σημαντικό σε ένα βιβλίο είναι η χρησιμότητά του και η καταλληλότητά του. Δεν έχει σημασία τόσο πολύ να μεταφέρεις με ακρίβεια τι έγραψε ο Πλάτωνας όσο το να κρίνεις αν αυτά που είπε έχουν ενδιαφέρον και μπορούν μέσα στη νύχτα να μας βοηθήσουν με τις αγωνίες και τη μοναξιά μας. Και μια εντελώς επίκαιρη παρατήρηση του Μονταίνι: «Περισσότερα είναι τα βιβλία για τα βιβλία, παρά για όποιο άλλο θέμα: δεν κάνουμε τίποτε άλλο παρά να αλληλο-υπομνηματιζόμαστε. Ολα είναι ένα σμάρι από σχόλια: από συγγραφείς όμως υπάρχει μεγάλη έλλειψη».
Αντιμετωπίζεις δυσκολίες; Ζήτα βοήθεια από τον Νίτσε
nitze
Bρίσκεσαι μπροστά σε αξεπέραστες δυσκολίες στη ζωή σου. Νομίζεις ότι έχεις «τελειώσει». Η εύκολη λύση είναι να τα παρατήσεις. Αντίθετα, ο Νίτσε σού δίνει μιαν άλλη προοπτική: Εκμεταλλεύσου τις δυσκολίες. Ανάπτυξε τα πάθη σου.
Πάρε αφορμή από αυτά για να δημιουργήσεις μια καλύτερη ζωή. Ολες οι ζωές έχουν δυσκολίες. Αυτό που τις διακρίνει είναι ο τρόπος που αποφασίζεις να τις αντιμετωπίσεις. Κάθε βάσανο είναι ένα ακαθόριστο σημάδι ότι κάτι δεν πάει καλά, και μπορεί να επιφέρει καλό ή κακό αποτέλεσμα, ανάλογα βέβαια με την ευθυκρισία και την πνευματική δύναμη του παθόντος. Το άγχος μπορεί να προκαλέσει πανικό ή μια ενδελεχή ανάλυση σχετικά με το τι πήγε στραβά. Η αίσθηση αδικίας μπορεί να οδηγήσει στον φόνο ή σε ένα ριζοσπαστικό έργο οικονομικής θεωρίας. Ο φθόνος ίσως οδηγήσει στην πικρία ή στην απόφαση να ανταγωνιστείς έναν αντίπαλο δημιουργώντας ένα αριστούργημα. Η τέχνη της ζωής επαφίεται στην εκμετάλλευση των αντιξοοτήτων. Ο Νίτσε αναφέρει ως χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Κοιτάζεις τον Ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο και νομίζεις ότι αντικαθρεφτίζει την ηρεμία στη ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Λάθος. Οι αρχαίοι Ελληνες, μας λέει ο Νίτσε, επέτρεπαν στα πάθη τους να υπάρχουν μέσα στην κοινωνία. Και κατέληγε: Οσο πιο μεγάλα και φοβερά είναι τα πάθη που μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της μια εποχή, ένας λαός, ένα άτομο, επειδή είναι σε θέση να τα χρησιμοποιήσει ως μέσα, τόσο υψηλότερα στέκεται η κουλτούρα της».
Τρως χυλόπιτα; Ζήτα βοήθεια από τον Σοπενχάουερ
sopenhauer
Eίσαι στο βαγόνι του τρένου και προσπαθείς να αποσπάσεις το βλέμμα της ωραίας κοπέλας που κάθεται απέναντί σου. Οσο την παρατηρείς τόσο νιώθεις ότι είναι φτιαγμένη για σένα. Γνωρίζεσαι μαζί της αλλά στο τέλος «τρως χυλόπιτα». Πέφτεις στα τάρταρα. Νομίζεις ότι ο ήλιος έσβησε γύρω σου. «Μην κάνεις έτσι» θα σου πει ο Σοπενχάουερ.
«Υπάρχουν κι άλλες γυναίκες». Ο Σοπενχάουερ δηλώνει: «Δεν είμαστε κληρονομικά μη ερωτεύσιμοι, ο χαρακτήρας μας δεν είναι αποκρουστικός, ούτε το πρόσωπό μας απεχθές. Μια μέρα θα συναντήσουμε κάποιον που θα μας θεωρήσει υπέροχους και θα αισθανθεί εξαιρετικά φυσικός και ανοικτός μαζί μας. Με τον καιρό θα μάθουμε να συγχωρούμε όσους μάς απορρίπτουν». Ο Σοπενχάουερ πιστεύει ότι υπάρχει μια ακατανίκητη δύναμη που έλκει δύο πρόσωπα, τις πιο πολλές φορές εν αγνοία τους. Η δύναμη αυτή, που την ονόμαζε «θέληση για ζωή» (Wille zum leben), είναι μια έμφυτη παρόρμηση του ανθρώπου να παραμείνει ζωντανός και να αναπαραχθεί. Αν και ο Σοπενχάουερ ήταν ο κατ΄ εξοχήν πεσιμιστής φιλόσοφος που έζησε μια ζωή μέσα στην κατάθλιψη, εν τούτοις πίστευε ότι η θέληση για ζωή είναι αυτή που σώζει τον καταθλιπτικό, τον ασυγκίνητο, τον μισογύνη. Ενα σφάλμα υπάρχει στη σκέψη μας, κατά τον Σοπενχάουερ, ότι πιστεύουμε πως υπάρχουμε για να είμαστε ευτυχισμένοι. Αν ρίξουμε μια ματιά στους ηλικιωμένους, θα καταλάβουμε ότι αυτό δεν ισχύει. Οι νέοι πιστεύουν ότι δίπλα τους αιωρούνται οράματα ευτυχίας που ανά πάσα στιγμή μπορούν εύκολα να τα πιάσουν.
Αν μπορούσαμε να διδάξουμε στους νέους ότι η ζωή έχει πολλά να τους προσφέρει, θα τους κάναμε περισσότερο ανθεκτικούς στις αναποδιές.
Από το βιβλίο του Αλαίν ντε Μποττόν «Η παρηγορία της φιλοσοφίας»
Πηγή:https://sciencearchives.wordpress.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πεπος.

H φιλοσοφία ως θεραπεία: Η άποψη του Λου Μαρίνοφ

O Λου Μαρίνοφ γράφει στο βιβλίο του Πλάτωνας, όχι Πρόζακ!: «Δε θα ήταν μεγάλο προνόμιο να μπορούσαμε να μιλάμε για τους φόβους μας, τα άγχη μας ή για κάθε είδους στενοχώρια μας με τα μεγαλύτερα πνεύματα της ιστορίας; Ασφαλώς θα αισθανόμασταν μεγάλη πνευματική ανακούφιση, αν κουβεντιάζαμε για τον θάνατο με τον Πλάτωνα ή με τον Καρτέσιο. Θα ανακαλύπταμε άγνωστες πτυχές του εαυτού μας αν ανοιγόμασταν στον Καντ, στον Αριστοτέλη ή στον Μοντεσκιέ. «

 Αυτό ακριβώς προτείνουν οι φιλοσοφικοί σύμβουλοι. Υποστηρίζουν πως η ψυχολογία και τα φάρμακα συχνά δεν αρκούν για να θεραπεύσει κανείς τις «νευρώσεις» του. Τα φάρμακα δεν μπορούν να κάνουν κάποιον να πάψει να φοβάται τον θάνατο, ενώ σε πολλές περιπτώσεις μπορούν να προκαλέσουν και αντίθετα αποτελέσματα.
 Επιπλέον, πολλοί ασθενείς που καταφεύγουν σε κάποιον ψυχίατρο ή ψυχολόγο δεν πάσχουν από καμιά ψυχική διαταραχή, δε χρειάζονται φάρμακα αλλά μάλλον εργαλεία για να μπορέσουν να καταλήξουν σε συμπεράσματα.
Φυσικά, αν κάποιος από αυτούς τους φιλοσοφικούς συμβούλους διαπιστώσει κάποιο σύμπτωμα ψυχικής διαταραχής, συμβουλεύει τον πελάτη του να τεθεί σε φροντίδα ιατρού.
Καθένας μας έχει φιλοσοφική προδιάθεση, το μόνο που χρειάζεται είναι κάποιες συμβουλές κι έναν έμπειρο συνομιλητή. O άνθρωπος είναι πολύ ευάλωτος όταν υποφέρει από κρίση πίστης ή αντιμετωπίζει την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Οι δύο αυτές περιπτώσεις μπορεί να εκφυλιστούν σε κατάθλιψη.
Όταν βρισκόμαστε σε μια τέτοια κατάσταση, μπορούμε πάντα να απλώνουμε χέρι στις πρακτικές εφαρμογές των καλύτερων φιλόσοφων για να μπορούμε να τραβάμε μπροστά τη ζωή μας.
H φιλοσοφική συμβουλή δεν είναι μια περαστική μόδα: Πράγματι, εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια εφαρμόζεται με πολύ καλά αποτελέσματα σε άτομα που βίωναν τη μια απογοήτευση μετά την άλλη με τους ψυχολόγους, αφού οι θεραπείες ήταν μακροχρόνιες, δαπανηρές, άβολες και, υπερβολικά συχνά, συνοδευόμενες από φάρμακα με παρενέργειες καθόλου ευεργετικές για τον οργανισμό μας.
To πλεονέκτημα της φιλοσοφίας είναι το ότι δεν έχει αρνητικές παρενέργειες και μπορεί κανείς να μάθει να τη χρησιμοποιεί χωρίς να έχει αναγκαστικά προηγούμενη πείρα. Δεν είναι ανάγκη να έχει κανείς περάσει από το πανεπιστήμιο ούτε να διαθέτει μεγάλη μόρφωση, απαιτείται μόνο να ανοίξει το μυαλό του και να κάνει τις κατάλληλες ερωτήσεις.
Οι φιλοσοφικοί σύμβουλοι βοηθάνε τους πελάτες τους να διακρίνουν τον τύπο του προβλήματος που αντιμετωπίζουν, έτσι ώστε να μπορέσουν να βρουν την καλύτερη λύση, δηλαδή τη φιλοσοφική σκέψη που ταιριάζει καλύτερα στον χαρακτήρα και στην παιδεία του «πάσχοντος».
Ένα από τα χαρακτηριστικά που διακρίνουν τους συμβούλους αυτούς είναι το ότί συνηθίζουν να παραβλέπουν το παρελθόν για να επικεντρωθούν στο παρόν και στο μέλλον, αφού πολύ συχνά το να αποκαλύπτουμε τραύματα της παιδικής μας ηλικίας, όταν δεν είναι ανάγκη, καταλήγει να έχει αντίθετο αποτέλεσμα. Επιπλέον, είναι σαφές ότι το παρελθόν δεν μπορεί να αλλάξει.
Ένα άλλο πλεονέκτημα είναι ότι οι περισσότερες από τις θεραπείες που βασίζονται στη φιλοσοφία είναι σύντομες, γεγονός που τις διαφοροποιεί από τις ψυχολογικές, οι οποίες χρονίζουν σχεδόν πάντα.
Δυστυχώς, ζούμε σε έναν κόσμο όπου σε όλα μπαίνουν ετικέτες. Υπάρχει ένα σύνδρομο για κάθε πράγμα. Μοιάζει αναγκαίο να εφευρίσκουμε παθήσεις εκεί που δεν υπάρχουν. Οι φιλοσοφικοί σύμβουλοι αγωνίζονται εναντίον αυτής της τάσης. Αρνούνται να δουν ψυχικές διαταραχές εκεί που δεν υπάρχουν. Ποτέ δεν πρέπει να δίνει κανείς αντικαταθλιπτικά σε κάποιον που δεν είναι άρρωστος. Κανένα φάρμακο δεν μπορεί να κάνει κάποιον να μάθει τον εαυτό του' κι ούτε μπορεί να τον κάνει να πετύχει τους στόχους του ή να κατανοήσει την κοινωνία που τον περιβάλλει.
Μπορεί ένας άνθρωπος να καταληφθεί από συναισθηματική αγωνία στην προσπάθεια του να κατανοήσει την κοινωνία που τον περιβάλλει* δεν υπάρχει λόγος να του κρεμάσουν την καρτελίτσα «ασθενής», αφού μια τέτοια αγωνία τη νιώθουμε όλοι πάνω από μία φορά στη ζωή μας.
H αγωνία ή το άγχος που εμφανίζεται προ της ιδέας του θανάτου ή πριν από μια δραστική αλλαγή, μας κάνει να αναρωτιόμαστε για ένα σωρό ζητήματα. Δεν είμαστε τόσο πρωτότυποι, αφού τα ερωτήματα αυτά έχουν τεθεί πολύ πριν και οι μεγάλοι φιλόσοφοι τα έχουν απαντήσει. Ίσως οι απαντήσεις τους να μην είναι αυτές που ψάχνουμε, αλλά μπορούν να μας βοηθήσουν να βρούμε τη δική μας εξήγηση και παρηγοριά.
Οι συνεδρίες με τον φιλοσοφικό σύμβουλο συνήθως αρχίζουν με την τυπική κουβέντα που κάνουμε με τον σερβιτόρο τη μέρα που πάμε να πάρουμε κάτι σε ένα μπαρ μόνοι και μας έρχεται η όρεξη να αλλάξουμε τον κόσμο. Προχωρώντας, ο πελάτης έχει ήδη σχηματίσει φιλοσοφικά ερωτήματα και, μαθαίνοντας ότι τα ερωτήματα αυτά έχουν ήδη τεθεί και πριν, νιώθει την ανάγκη να εμβαθύνει περισσότερο στο θέμα. Τελικά, πολλοί πελάτες αποφασίζουν να διαβάσουν τα έργα των φιλόσοφων εκείνων με τους οποίους έχουν ταυτιστεί περισσότερο.
Πριν από την πρώτη συνεδρία πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο στο μυαλό μας ότι εύκολες απαντήσεις δεν υφίστανται. Αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα, πρέπει να το αντιμετωπίσουμε ολοκληρωτικά, να μάθουμε από αυτό και να το λύσουμε.
O Λου Μαρίνοφ, στο επιτυχημένο βιβλίο του Πλάτωνας, όχι Πρόζακ!, υποστηρίζει πως η κατάθλιψη έχει τέσσερις πιθανές αιτίες:
1. Κάτι που δε λειτουργεί καλά στον εγκέφαλο, μια γενετική αλλοίωση. Στην περίπτωση αυτή, είναι σαφές ότι ο ασθενής χρειάζεται ιατρική βοήθεια και ασφαλώς φάρμακα που θα του λύσουν το πρόβλημα.
2. Κατάχρηση ουσιών, όπως τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ.
3.Ένα παιδικό τραύμα που δεν έχει ξεπεραστεί.
4. Κάποια σοβαρή αναποδιά.
pils Στις δύο πρώτες περιπτώσεις, το άτομο που πάσχει από κατάθλιψη πρέπει να τεθεί σε φροντίδα ψυχιάτρων, αφού θα χρειαστεί να του συνταγογραφήσουν φάρμακα.
Στις άλλες δύο περιπτώσεις δεν είναι απαραίτητο. Αν πρόκειται για μη επιλυμένο παρελθόν, ένας ψυχολόγος μπορεί να κάνει πολλά για τον πάσχοντα, αλλά όχι τα χάπια.
Μια προφορική θεραπεία αποβαίνει πολύ πιο αποτελεσματική στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, και ακριβώς σε αυτές ένας φιλοσοφικός σύμβουλος μπορεί να προσφέρει μεγάλη βοήθεια. Αν κάποιος υφίσταται ταπεινώσεις στη δουλειά του ή το ταίρι του τον απατά με μισό τάγμα ιππικού, η λύση δε βρίσκεται σε κάποιο φάρμακο αλλά σε μια προφορική θεραπεία' και η φιλοσοφία είναι ένα χρήσιμο και αποτελεσματικό εργαλείο για να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει κανείς αυτές τις κρίσεις.
Φτάνει να ξεκαθαρίσουμε ότι πολλές φορές τα χάπια δεν είναι λύση, ακόμα κι αν επενεργούν, γιατί ο πάσχων έχει την αίσθηση ότι δεν είναι αυτός ο ίδιος όταν βρίσκεται κάτω από την επήρεια τους. Κι εδώ τίθεται το ερώτημα «Ποιος είμαι πραγματικά»; Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ζήτημα καθαρά φιλοσοφικό.
Με μια σειρά μελετών που πραγματοποιήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, προσπάθησαν να δείξουν ότι ένας στους δύο Βορειοαμερικανούς είχε κάποια ψυχική διαταραχή, κάτι που ευεργετούσε ψυχίατρους και ψυχολόγους.
Οι φιλοσοφικοί σύμβουλοι προσπαθούν να δείξουν ότι το στοιχείο αυτό όχι μόνο είναι λανθασμένο, αλλά και ότι είναι ένα μοντάζ για να τρομοκρατήσουν την κοινωνία που από τη φύση της επηρεάζεται πολύ εύκολα. Βεβαίως και υπάρχουν άτομα που χρήζουν ιατρικής φροντίδας ή ακόμα και εισαγωγής σε ψυχιατρικά κέντρα, η τεράστια πλειονότητα του πληθυσμού, όμως, δεν είναι άρρωστη' απλώς, περνάει μια κακή στιγμή, και λίγη καλή φιλοσοφία μπορεί να της δώσει μεγάλη βοήθεια να ξεπεράσει αυτές τις περιόδους κρίσης.
Η διαδικασία PEACE
O Λου Μαρίνοφ μας μιλάει στο βιβλίο του για τη διαδικασία PEACE, που στα ελληνικά σημαίνει ΕΙΡΗΝΗ. Πρόκειται για το αρκτικόλεξο: Problem (Πρόβλημα), Emotion (Συναίσθημα), Analysis (Ανάλυση), Contemplation (Στοχασμός), Equilibrium (Ισορροπία).
To πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να διαπιστώσουμε το πρόβλημα. Τις περισσότερες φορές γνωρίζουμε ήδη για τι πρόβλημα πρόκειται, αν και υπάρχει η πιθανότητα να μην είναι και τόσο απλό.
H επόμενη πράξη είναι να διερευνήσουμε τι συναισθήματα μας προκαλεί το συγκεκριμένο πρόβλημα.
H τρίτη πράξη είναι να αναλύσουμε τις επιλογές που έχουμε για να λύσουμε το πρόβλημα. To καλύτερο θα ήταν να βάλουμε σε σειρά τόσο το πρόβλημα όσο και τα συναισθήματα που μας έχει προκαλέσει.
Όταν φτάσουμε στο τέταρτο μέρος, οφείλουμε να καθυστερήσουμε για να κερδίσουμε σε προοπτική - πρέπει να έχουμε μια σφαιρική οπτική επί του θέματος-, και φτάνουμε πια στο πέμπτο βήμα, την ισορροπία.
Αφού διαπιστώσουμε το πρόβλημα, αναγνωρίσουμε τα συναισθήματα που μας έχει προκαλέσει, δούμε τις επιλογές που υπάρχουν και αποκτήσουμε μια σφαιρική οπτική, θα είμαστε έτοιμοι να πάρουμε τις πιο κατάλληλες αποφάσεις.
Υπάρχουν άτομα ικανά να φτάσουν ως το τέλος της διαδικασίας σε μια μόνη συνεδρία με τη βοήθεια του συμβούλου' αντίθετα, υπάρχουν άλλα άτομα που κάνουν μήνες για να φτάσουν στα ίδια συμπεράσματα. Πρέπει καθένας να ακολουθεί τον προσωπικό ρυθμό του.
Όλοι οι άνθρωποι έχουν μια δική τους και προσωπική φιλοσοφία, παρόλο που οι περισσότεροι δεν είναι έτοιμοι να τη χρησιμοποιήσουν. Χρειάζονται έναν οδηγό να τους βοηθήσει να τη βρουν. Όταν οι πελάτες τελικά αντιλαμβάνονται τον θησαυρό που είχαν θαμμένο μέσα τους, συνειδητοποιούν ότι η ζωή τους μόλις άλλαξε και χάνουν μεγάλο μέρος από τους φόβους τους* νιώθουν λιγότερο ευάλωτοι.
Οι φιλοσοφικοί σύμβουλοι δεν επικεντρώνονται μόνο στα κείμενα της δυτικής φιλοσοφίας αλλά επωφελούνται κι από τις γνώσεις των ανατολικών φιλοσοφιών, του ινδουισμού, του βουδισμού, του κομφουκισμού και του ταοϊσμού.
Για την Καθολική Εκκλησία θεωρούν ότι σε μια ορισμένη εποχή έκανε μεγάλη ζημιά καίγοντας βιβλία και τους ίδιους τους στοχαστές στην πυρά, περιορίζοντας τη γνώση του ανθρώπου και επιβάλλοντας μια παράλογη πίστη. Ωστόσο, σήμερα εκτιμάται πως η Εκκλησία κάνει μια αξιοσημείωτη φιλοσοφική προσπάθεια, ξεχνώντας κάποιες από τις πιο μεσαιωνικές απόψεις της.
Σύμφωνα με τους φιλοσοφικούς συμβούλους, ένα άτομο που έχει δυσκολίες να βρει ταίρι ή χρειάζεται να διαλέξει το καταλληλότερο γι' αυτό ταίρι θα έπρεπε να συμβουλευτεί τη φιλοσοφία του Βούδα ή του Λάο Τσε, περνώντας από τον Αριστοτέλη ή τον Σενέκα.
Αν κάποιος έχει ήδη ταίρι και επιθυμεί να διατηρήσει την υγεία της σχέσης του, δε θα έκανε άσχημα να συμβουλευτεί τον Τόμας Χομπς, τον Πυθαγόρα, τον Σωκράτη ή, ακόμα, παρόλο που φαίνεται αστείο, τον Μακιαβέλι.
Αν, δυστυχώς, φτάνει η ώρα για τις μεγάλες αποφάσεις και κάποιος αντιμετωπίζει το δίλημμα να τελειώσει με μια σχέση ή να συνεχίσει, όντας δυστυχισμένος με τη σχέση αυτή, δεν πρέπει να παραλείψει να συμβουλευτεί την Άιν Ραντ, τον ίδιο τον Δαλάι Λάμα («Να είσαι ευφυώς εγωιστής»), τον Ιμμάνουελ Καντ («Η εξασφάλιση της ευτυχίας σου είναι καθήκον») ή τον Ζαν-Πολ Σαρτρ.
Αν δεν είμαστε ικανοποιημένοι με την επαγγελματική μας ζωή, αν ο διευθυντής μας είναι ένας τύραννος ή απλώς μας πλήττει υπερβολικά η δουλειά μας, πρέπει να διαβάσουμε τον Βολταίρο, τον Ρούσσο («Ο άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος, αλλά είναι αλυσοδεμένος απ' όλες τις μεριές») και τον Αριστοτέλη. Οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας το Μπαγκαβάτ Γκιτά («Είναι καλύτερα να εκπληρώνουμε το καθήκον μας, όσο ελαττωματικό και να είναι, παρά να εκπληρώνουμε το καθήκον του άλλου, όσο καλά και να μπορεί να το κάνει κάποιος»).
Εμείς που φτάνουμε στη μέση ηλικία, μπορούμε να ξεπεράσουμε την κρίση χάρη στον Κομφούκιο και στον Βούδα.
Αν δεν ξέρουμε τι να κάνουμε με τη ζωή μας, αν στερούμαστε στόχων ή νιώθουμε ένα μεγάλο κενό ζωής, θα αποφύγουμε την αυτοκτονία με τους στοχασμούς της Σιμόν ντε Μποβουάρ, του Τόμας Μαν και του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ.
Επίσης, μπορούμε να ξεπεράσουμε τον τρομερότερο των φόβων: τον θάνατο, είτε πρόκειται για τον δικό μας είτε για κάποιου αγαπημένου προσώπου. Το γεγονός ότι μια μέρα θα πάψουμε να υπάρχουμε μπορεί να μας γεμίσει με μια τρομερή αγωνία ζωής. Μπορούμε να προσπαθήσουμε να απομακρύνουμε την αγωνία αυτή πάλι με τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, τον Λάο Τσε, τον Ντέιβιντ Χιουμ και τον Κομφούκιο.
Το να σκέφτεται κανείς από μόνος του τείνει να εξαφανιστεί από τον μαζικό πολιτισμό* ωστόσο, το γεγονός αυτό υποκίνησε τη δημιουργία φιλοσοφικών συγκεντρώσεων, ακόμα και φιλοσοφικών καφενείων, στα οποία συγκεντρώνονται άνθρωποι κάθε είδους για να αποφύγουν την αποξένωση. Τα καφενεία αυτά ή οι συγκεντρώσεις διοργανώνονται συνήθως από φιλοσοφικούς συμβούλους, οι οποίοι αναλαμβάνουν χρέη συντονιστή. Κατάφεραν να ξαναρχίσει η φιλοσοφία να τροφοδοτεί το μυαλό των ανθρώπων στην καθημερινή τους ζωή. Συζητιούνται πράγματα κάθε τύπου και συμμετέχουν στις συζητήσεις όλα τα κοινωνικά στρώματα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να έχουν όρεξη να σκεφτούν, να επικοινωνήσουν και να ξεχάσουν την τηλεόραση για λίγο καιρό.
Από το βιβλίο "Πλάτωνας, όχι Πρόζακ" που κυκλοφορεί σε εκδόσεις Λιβάνη

Η ηθική διδασκαλία του Κομφούκιου

Ο Κομφούκιος (551-479 π.X.) ήταν Κινέζος σοφός και εισηγήθηκε δικό του φιλοσοφικο-ηθικο-κοινωνικό σύοτημα, τον κομφουκιανιομό. Το όνομα του αποτελεί εκλατινισμένη εκδοχή του Κουνγκ φου τζου, που σημαίνει ο δάσκαλος Κουνγκ. Καταγόταν από ευγενή οικογένεια και έμεινε ορφανός σε μικρή ηλικία και μεγάλωσε μέσα σε δύσκολες οικονομικές συνθήκες.
Αν και αυτοδίδακτος, κατόρθωσε να γίνει ο πιο μορφωμένος άνθρωπος του τόπου του. Στη νεότητα του ακολούθησε διάφορα επαγγέλματα, όπως φύλακας σε σιταποθήκη και επόπτης σε ποίμνιο, τα οποία, λόγω των συγκρούσεων του με τους προϊσταμένους του, δεν άσκησε επί μεγάλο χρονικό διάστημα. Από νωρίς, επίσης, άρχισε να διδάσκει και έδειξε ενδιαφέρον για την πολιτική. O τρόπος της διδασκαλίας του βασιζόταν στην ενεργό συμμετοχή του μαθητή· «αν», έλεγε χαρακτηριστικά, «όταν δείχνω μία πλευρά του θέματος, ο μαθητής δεν μπορεί να υπολογίσει τις άλλες τρεις μόνος του, δεν συνεχίζω».
Σε ηλικία πενήντα ενός ετών ο Κομφούκιος έγινε υπουργός δικαιοσύνης, στην ιδιαίτερη πατρίδα του - θέση την οποία εγκατέλειψε ύστερα από πέντε περίπου χρόνια, όταν δεν του προκαλούσε πλέον ενδιαφέρον. Αποφάσισε, τότε, με ορισμένους μαθητές του να ταξιδέψει σε εννέα επαρχίες της Κίνας. Ύστερα από δέκα τρία χρόνια, όμως, εγκατέλειψε το βίο του πλάνητος, όταν διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να επηρεάσει με τις απόψεις του τους κυβερνήτες και, σε ηλικία εξήντα οκτώ ετών, επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, για να συνεχίσει εκεί πια το διδακτικό έργο του.
H διδασκαλία του αποτελεί συλλογή αφενός μεν αποφθεγμάτων του ίδιου και των μαθητών του, αφετέρου δε συζητήσεων μεταξύ αυτού και μαθητών του. H ύψιστη ηθική αρχή, κατά αυτόν, είναι το γιεν, που σημαίνει την αγάπη, τη φιλανθρωπία, τη μεγαλοθυμία, την καλοσύνη·
«γιεν είναι να αγαπάει κανείς τους ανθρώπους με χαρά από τα μύχια της ψυχής του».
To γιεν είναι μία αρχή, την οποία θα πρέπει να καλλιεργήσουν οι άνθρωποι μέσα τους, ώστε να μπορέσει αυτή να επηρεάσει τις σχέσεις των με τους άλλους. O καλύτερος τρόπος, για να προσεγγίσει και να κατανοήσει κανείς τη σημασία του γιεν, είναι να βάζει τον εαυτό του στη θέση των άλλων και, έτσι, να συμπεριφέρεται ανάλογα.
Τα δύο βασικά αξιώματα του Κομφούκιου, εν προκειμένω, είναι: «Να μην κάνεις στους άλλους ό,τι δεν θα σου άρεσε για τον εαυτό σου» και «Να κάνεις στους άλλους εκείνο που θα ήθελες να κάνεις για τον εαυτό σου».
Δίδαξε περισσότερο για τη ζωή και τον άνθρωπο παρά για το θάνατο και τα πνεύματα. «Ο άνθρωπος είναι που κάνει τον δρόμο μεγάλο και όχι ο δρόμος που κάνει τον άνθρωπο μεγάλο», υποστήριξε.
Αντιδιέστειλε, επίσης, τον τσουντζου, τον ανώτερο άνθρωπο, ο οποίος διέπεται από το γιεν και χαρακτηρίζεται από τη γαλήνη και την ηρεμία, προς τον κατώτερο άνθρωπο, που έχει ως στόχο του το κέρδος και διακατέχεται από την ανησυχία και την αγωνία, και διακήρυξε ότι το ιδεώδες είναι η εναρμόνιση του ανώτερου ανθρώπου με το ορθά ταξινομημένο κοινωνικό περιβάλλον, η οποία προσδιορίζεται από τις αμοιβαίες ηθικές υποχρεώσεις, που περιλαμβάνονται στις πέντε βασικές ανθρώπινες σχέσεις - μεταξύ κυβερνήτη και υπουργού, μεταξύ πατέρα και γιου, μεταξύ μεγαλύτερου και μικρότερου αδελφού, μεταξύ συζύγων και μεταξύ φίλων.
Αποφθέγματα
* * * Η σιωπή είναι ένας πιστός φίλος που ποτέ δε θα σε προδώσει. 
* * * Διάλεξε μια δουλειά που σ' αρέσει και δε θα χρειαστεί να δουλέψεις ούτε μια μέρα στη ζωή σου.
* * * Κάποτε οι άνθρωποι σπούδαζαν για να τελειοποιούν τον εαυτό τους. Τώρα σπουδάζουν για να προξενούν τον θαυμασμό των άλλων.
* * *  Η γνώση χωρίς την εμπειρία δεν είναι παρά ένα άχρηστο στολίδι.
* * *  Τρεις είναι οι δρόμοι προς τη σύνεση: ο δρόμος σκέψης ο πιο ευγενικός, ο δρόμος
* * *  Ακόμη και η μικρή ανυπομονησία μπορεί να εμποδίζει στην πραγματοποίηση των μεγάλων στόχων.
* * * Μια έννοια που έχει τη δύναμη να ρυθμίζει όλη τη ζωή μας: Επιείκεια.
* * *  Όσο πιο αυστηρά και άσπλαχνα κρίνεις τον εαυτό σου, τόσο πιο δίκαια και με επιείκεια θα κρίνεις τους άλλους.
* * *  Ο άνδρας με αρετή είναι απαιτητικός με τον εαυτό του, ενώ ο μικρός άνθρωπος είναι απαιτητικός με τους άλλους.
* * *  Ο άνδρας με αρετή λυπάται πως δεν είναι τέλειος, δεν λυπάται πως δεν είναι διάσημος.
* * *  Εμπειρία: ένα μικρό φανάρι που κρέμεται πίσω από την πλάτη μας και φωτίζει τον δρόμο που έχουμε είδη περάσει.
* * *  Ο ανώτερος άνθρωπος κρίνει τον εαυτό του, ο κατώτερος κρίνει τους άλλους .
* * *  Ο ευγενικός άνδρας πάντα έχει ατάραχη ψυχή. Ο παλιάνθρωπος είναι πάντα γεμάτος έγνοιες.
*  *  *  Μόνο οι γυναίκες και οι μικροπρεπείς είναι κουραστικοί μες στο σπίτι. Όταν αποκτήσουν οικειότητα μαζί σου, παύουν να συμβιβάζονται. Και όταν τους κρατάς σε απόσταση, γίνονται εκδικητικοί.
*  *  *  Ξέχνα τις προσβολές, αλλά ποτέ μη ξεχνάς την καλοσύνη.
Πηγή: https://sciencearchives.wordpress.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

ΤΖΟΝ ΓΚΛΟΥΚΕΡ Έχουμε ξεχάσει να σκεφτόμαστε

"Έχει πρακτική αξία η αρχαία ελληνική φιλοσοφία σήμερα;", ερωτάται ο Τζον Γκλούκερ, ο οποίος διδάσκει Πλάτωνα στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ.
 «Η φιλοσοφία δεν είναι θεωρητική επιστήμη, αλλά τρόπος ζωής» μας απαντάει σε άπταιστα ελληνικά. «Δεν υπάρχει "φιλοσοφία 9 με 5". Ο φιλόσοφος δεν ασκεί απλώς ένα ακαδημαϊκό επάγγελμα. Στην αρχαιότητα, κάθε σχολή - επικούρειοι, στωικοί κτλ. - είχε τον δικό της τρόπο ζωής, αλλά όλες οι σχολές μοιράζονταν κάτι κοινό: αντιμετώπιζαν τη φιλοσοφία ως κάτι πραγματικό και όχι αφηρημένο. Ο φιλόσοφος έπρεπε να ζει ως φιλόσοφος. Πρόκειται για μια ιδέα που σήμερα πολλοί την (ξανα)ανακαλύπτουν». 
Σαν παράδειγμα για το πόσο σύγχρονη μπορεί να είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, αναφέρεται στα «Ηθικά» του Αριστοτέλη:
«Το κυριότερο πρόβλημα είναι το "τέλος", ο σκοπός της ζωής. Εκεί ο Αριστοτέλης λέει πράγματα που ισχύουν σήμερα. Για παράδειγμα, όλοι αναζητούν την ευδαιμονία, αλλά τι ακριβώς σημαίνει; Υλικές απολαύσεις, δόξα, γνώση; Όσον αφορά τη δόξα, ο Αριστοτέλης λέει ότι δεν μπορεί να αποτελεί μέρος της σωστής ευδαιμονίας γιατί εξαρτάται από άλλους. Αν κάποιος θέλει να είναι ευδαίμων, πρέπει να είναι με αυτάρκεια. Γι' αυτό οι απασχολήσεις του πολιτικού δεν μπορούν να αποτελούν μέρος της ευδαιμονίας»
Ο  Τζον Γκλούκερ διδάσκει και ως επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, στο Ρέθυμνο. «Όλο και λιγότεροι φοιτητές γνωρίζουν αρχαία ελληνικά» παρατηρεί, διευκρινίζοντας ότι η τελευταία φορά που θα χαρακτήριζε ικανοποιητικές τις γνώσεις των φοιτητών του στα αρχαία ήταν πριν από τουλάχιστον έξι χρόνια. 
Ως φιλόσοφος θα ήθελε να κάνει μερικούς να σκέφτονται: «Οι περισσότεροι άνθρωποι σκέφτονται μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο να σκεφτούν. Η έρευνα όμως πρέπει να αποτελεί μέρος του τρόπου ζωής. Δεν πρέπει να πιστεύουμε αυτό που μας λένε, πρέπει να δοκιμάζουμε».
Ο Γκλούκερ δηλώνει αισιόδοξος σήμερα με όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας - από την οικονομία ως τους πολέμους «Παρά τις ανοησίες της Ιστορίας, ακόμη ζούμε. Ναι, ο φιλόσοφος μπορεί να είναι προσεκτικά αισιόδοξος. Εγώ γεννήθηκα το 1933. Μερικά από τα δεινά του 20ού αιώνα-Ολοκαύτωμα, γκούλαγκ - τα θυμάμαι. Όμως, ακόμα ζούμε. Κι εσείς στην Ελλάδα, βιώσατε την Κατοχή, τη δικτατορία, αλλά ακόμα υπάρχει η ελληνική δημοκρατία. Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να κάνουν ανοησίες, αλλά θέλουν να ζουν· και να ζουν καλά. Αυτό μας κάνει αισιόδοξους».
«Θα ήθελα να κάνω τους ακροατές μου να αρχίσουν να σκέφτονται», συνεχίζει ο Γκλούκερ.
«Επέλεξα τον πλατωνικό διάλογο Ιωνα γιατί στη διάρκειά του ο Σωκράτης εξαπατάει τον Ιωνα πολλές φορές. Ο Σωκράτης βεβαίως μπορεί να εξαπατάει τους συνομιλητές του, αλλά ο Πλάτωνας δεν εξαπατάει ποτέ τους αναγνώστες του. Οι περισσότεροι ταυτίζουν τον Σωκράτη με τον Πλάτωνα· και θεωρούν όσα λέει πλατωνική φιλοσοφία. Αλλά ο Σωκράτης αλλάζει απόψεις από τον έναν διάλογο στον άλλον, ακριβώς επειδή πρόκειται για διαλόγους και όχι για διαλέξεις. Ο ίδιος ο Πλάτωνας δεν μιλάει στους διαλόγους. Αυτό με κάνει να υποψιάζομαι ότι ο Πλάτωνας δεν ήθελε να γνωρίζουμε τη γνώμη του γιατί αυτό που επιθυμούσε δεν ήταν να μάθουμε τι ακριβώς σκεφτόταν για κάθε πρόβλημα, αλλά να σκεφτόμαστε εμείς οι ίδιοι. Γι' αυτό έγραψε διαλόγους. Και γι' αυτό πολλοί τελειώνουν με απορίες»  
Πηγή:  ΤΟ ΒΗΜΑ

28.2.16

8 πράγματα που ο δάσκαλος του παιδιού σας θα ήθελε να γνωρίζετε

Όσα πρέπει να ξέρετε για να έχετε μια καλή συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς που διδάσκουν το παιδί σας.
 Η καλή συνεργασία των εκπαιδευτικών με τους γονείς είναι ιδιαίτερα σημαντική, ανεξάρτητα από την τάξη που πηγαίνει το παιδί και την ηλικία του. Ακόμα λοιπόν κι αν ο δάσκαλος, η δασκάλα ή οι καθηγητές του παιδιού σας δεν σας δηλώσουν ποτέ ανοιχτά τι περιμένουν από εσάς, καλό είναι να ξέρετε ότι θα ήθελαν να γνωρίζετε ότι.

1. 1.  Μπορώ να καταλάβω εάν το παιδί δεν ξεκουράζεται αρκετά ή αν βλέπει πολλές ώρες τηλεόραση. Προσπαθήστε να τηρήσετε όσο είναι δυνατόν ένα σταθερό πρόγραμμα ύπνου, γιατί η κούραση και η αϋπνία έχουν σοβαρές συνέπειες στην απόδοσή του στην τάξη.
2. 2. Mην θεωρείτε δεδομένο ότι το παιδί θα σας πει ό,τι χρειάζεται να γνωρίζετε. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ένα παιδάκι που πηγαίνει στο νηπιαγωγείο ή στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, μην περιμένετε ότι εάν έχει ειδοποιήσει ο δάσκαλος να ενημερωθείτε για κάτι θα το θυμάται. Για το λόγο αυτό, μην παραλείπετε ποτέ να τσεκάρετε την τσάντα του για να δείτε μήπως υπάρχει κάποιο σημείωμα για εσάς ή να ελέγχετε το τετράδιο αλληλογραφίας με τον εκπαιδευτικό.
3. 3. Δείξτε διάθεση για συμμετοχή. Δεν χρειάζεται να βάλετε όλοι υποψηφιότητα για πρόεδροι του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων, όμως βρείτε έναν τρόπο να είστε εκεί όταν ο δάσκαλος σάς προσκαλεί σε συνάντηση μαζί του και προσφερθείτε να πάρετε μέρος σε μια εκδήλωση, μια εκδρομή ή όπου αλλού ζητηθεί η συμμετοχή των γονιών. Θα διευκολύνετε το δάσκαλο και θα δώσετε χαρά στο παιδί σας.
4. 4. Οι βαθμοί δεν είναι το παν. Όταν έρχεστε να συζητήσουμε για την πρόοδό του, είναι πολύ πιο εποικοδομητικό και χρήσιμο για όλους να ανταλλάξουμε απόψεις για τις κλίσεις, τα ενδιαφέροντα ή τις ιδιαιτερότητες του παιδιού. Ας μην περιορίζουμε την επικοινωνία μας στο «γιατί πήρε αυτό το βαθμό;». Και μην περιμένετε ότι υπάρχει η πιθανότητα να «διαπραγματευτείτε» τη βαθμολογία του.
5. 5. Οι εργασίες για το σπίτι δεν είναι δική σας υποχρέωση. Οι δάσκαλοι δεν σταματούν ποτέ να το λένε αλλά, για κάποιο λόγο, όλο και κάποιος γονιός νιώθει ότι είναι δική του δουλειά να ολοκληρώσει την εργασία που το παιδί άφησε μισο-τελειωμένη πριν πέσει για ύπνο. Επιπλέον, οι περισσότεροι έχουν άποψη για το αν είναι πολλές ή λίγες, εύκολες ή δύσκολες, με σαφείς ή όχι οδηγίες. Ακόμα κι αν έχετε δίκιο, το πιθανότερο είναι πως υπάρχει κάποιος λόγος που είναι έτσι!
6. 6. Επειδή το παιδί είναι πια μεγάλο, δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να ασχολείστε ιδιαίτερα με τα θέματα του σχολείου. Πολλοί γονείς, όταν τα παιδιά τους πηγαίνουν στο Γυμνάσιο, πιστεύουν ότι μπορούν να αποτραβηχτούν και να μην συμμετέχουν ενεργά σε θέματα του σχολείου. Όμως το ενδιαφέρον, η συμμετοχή και η καλή επικοινωνία με τους εκπαιδευτικούς είναι πολύ σημαντικά σε όλα τα σχολικά χρόνια.
7. 7. Χαλαρώστε κι αφήστε το παιδί να κάνει λάθη. Μην προσπαθείτε πάντα να προλαβαίνετε ή να προειδοποιείτε για την αποτυχία. Δείτε -και αφήστε και το παιδί να δει- τα λάθη σαν ένα σημαντικό μέρος της διαδικασίας της μάθησης και όχι σαν ενδείξεις αδυναμίας. Επικεντρώστε στο τι επιλέγει να κάνει το παιδί ΑΦΟΥ διαπιστώσει το λάθος. Αν σπεύδετε να το σηκώνετε κάθε φορά που πέφτει, δεν θα μάθει ποτέ να σηκώνεται μόνο του.
8. 8. Εσείς είστε ο πρώτος και πιο σημαντικός δάσκαλος του παιδιού σας. Γνωρίζετε περισσότερο και καλύτερα από τον καθένα το παιδί σας, που περνάει τα πρώτα χρόνια της ζωής του ακολουθώντας το παράδειγμά σας. Μην υποτιμάτε το δικό σας ρόλο στην εκπαίδευσή του.
mamamia.gr

ΧΕΓΚΕΛ Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ (Georg Wilhelm Friedrich Hegel, Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.

Ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ (Georg Wilhelm Friedrich Hegel, Στουτγκάρδη 27 Αυγούστου 1770 - Βερολίνο 13 Νοεμβρίου 1831) ή Έγελος (όπως απαντάται κάποτε στην ελληνική βιβλιογραφία) υπήρξε σημαντικός Γερμανός φιλόσοφος και κύριος εκπρόσωπος του γερμανικού ιδεαλισμού. Επηρέασε βαθιά τη δυτική φιλοσοφία και έγινε γνωστός για τη διαλεκτική θεωρία του. Ο φιλόσοφος, ο οποίος 20+ κάτι αιώνες μετά τον Ηράκλειτο, έβαλε θεαματικά στο επίκεντρο της φιλοσοφικής σκέψης τη σχέση της αλλαγής με την ουσία και με τα πράγματα.
Αφού δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Ιένας, έγινε καθηγητής στη Χαϊδελβέργη - στο κέντρο του γερμανικού εθνικού ρομαντισμού. Τέλος, το 1818 έγινε καθηγητής στο Βερολίνο - τη στιγμή ακριβώς που η πόλη αυτή γινόταν, σιγά σιγά, το πνευματικό και πολιτιστικό κέντρο της Ευρώπης. Το Νοέμβριο του 1831 πέθανε στη μεγάλη επιδημία χολέρας. Αλλά ο "εγελιανισμός" είχε ήδη εδραιωθεί σ' όλα τα γερμανικά πανεπιστήμια.

O Χέγκελ ένωσε στη σκέψη του όλες σχεδόν τις ιδέες που είχε αναπτύξει ο ρομαντισμός και τις προχώρησε ακόμα πιο πέρα. Άσκησε, όμως, και οξυδερκή κριτική στη φιλοσοφία του Σέλινγκ.
Ο Σέλινγκ και οι άλλοι ρομαντικοί έβλεπαν τη βαθύτερη ουσία της ύπαρξης στο λεγόμενο Παγκόσμιο Πνεύμα. O Χέγκελ μεταχειρίζεται επίσης αυτό τον όρο, αλλά του δίνει μια νέα σημασία. Όταν ο Χέγκελ μιλάει για Παγκόσμιο Πνεύμα ή για "Παγκόσμιο Λόγο", τότε εννοεί το σύνολο, το άθροισμα όλων των εκφράσεων του ανθρώπου. Γιατί μόνο ο άνθρωπος διέθετε πνεύμα. M' αυτή την έννοια, μπορεί και να μιλήσει για την πορεία του Παγκόσμιου Πνεύματος, έτσι όπως διαγράφεται στην ιστορία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι με αυτό εννοεί τη ζωή των ανθρώπων, τις σκέψεις των ανθρώπων και τον πολιτισμό των ανθρώπων.
Παρόλο που ο Καντ δεν παραδεχόταν ότι ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει πέρα για πέρα τα εσώτερα μυστήρια της φύσης, συμφωνούσε, ωστόσο, ότι υπήρχε ένα είδος απρόσιτης αλήθειας. O Χέγκελ, τώρα, έρχεται και λέει ότι η αλήθεια είναι κατά βάση υποκειμενική και διαφωνεί με την ύπαρξη κάποιας άλλης αλήθειας έξω ή πάνω από την ανθρώπινη αντίληψη. Κάθε γνώση είναι γνώση του ανθρώπου, έλεγε.
H σκέψη του Χέγκελ είναι τόσο ποικιλόμορφη και διαθέτει τόσες πολλές αποχρώσεις, που θα πρέπει ν' αρκεστεί κάποιος στα κυριότερα σημεία. Πολλοί πιστεύουν ότι ο Χέγκελ δεν είχε γνήσια δική του φιλοσοφία, κι ότι αυτό που ονομάζουμε φιλοσοφία του Χέγκελ δεν είναι στην πραγματικότητα παρά μια μέθοδος για την κατανόηση της ιστορικής εξέλιξης.
Γι' αυτό και δεν μπορούμε καν να μιλήσουμε για τον Χέγκελ, χωρίς να αναφερθούμε και στην πορεία της ιστορίας. H "εγελιανή φιλοσοφία" δε μας διδάσκει τίποτα για την "εσώτερη φύση της ύπαρξης". Μπορεί, όμως, να μας μάθει να σκεφτόμαστε δημιουργικά και αποδοτικά.
Όλα τα φιλοσοφικά συστήματα προ του Χέγκελ είχαν προσπαθήσει να θεσπίσουν σταθερά και αιώνια κριτήρια, για ν' αποφασίσουν τι μπορεί να γνωρίσει ο άνθρωπος για τον κόσμο και τι όχι. Αυτό ισχύει και για τον Ντεκάρτ και για τον Σπινόζα, και για τον Χιουμ και για τον Καντ. Όλοι τους ήθελαν να διαπιστώσουν ποια είναι η βάση της ανθρώπινης γνώσης. Και μίλησαν όλοι τους για διαχρονικές προϋποθέσεις αυτής της ανθρώπινης γνώσης.
Ο Χέγκελ από την άλλη θεώρησε ότι είναι αδύνατο να βρεθούν τέτοιες διαχρονικές προϋποθέσεις. Υποστήριξε ότι το θεμέλιο της ανθρώπινης γνώσης αλλάζει από γενιά σε γενιά, εξελίσσεται. Γι' αυτό και, κατά τη γνώμη του, δεν υπάρχουν "αιώνιες αλήθειες". Δεν υπάρχει διαχρονικός λόγος. Το μόνο σταθερό κι ακίνητο σημείο, πάνω στο οποίο μπορεί ένας φιλόσοφος να χτίσει τη σκέψη του, είναι η ίδια η ιστορία.
Για τον Χέγκελ, η ιστορία είναι ένα ποτάμι. Ακόμα και η μικρότερη κίνηση του νερού σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο του ποταμού καθορίζεται στην πραγματικότητα από το ρεύμα και τον όγκο του νερού στο υπόλοιπο μήκος της κοίτης. Σπουδαίο ρόλο παίζουν, επίσης, τα βράχια στο βυθό του, οι στροφές και οι μαίανδροι στη διαδρομή του, κοντά στο σημείο όπου στέκεσαι και το παρατηρείς.
Και η ιστορία της σκέψης - ή του λόγου - είναι επίσης ένα τέτοιο ποτάμι. Περιέχει όλες τις σκέψεις, όλες τις ιδέες, που οι παλαιότερες γενιές, η μία μετά την άλλη, εισέφεραν στην ανθρώπινη διάνοια και οι οποίες καθορίζουν τη δική μας σκέψη και τις αντιλήψεις για τη ζωή που έχει υιοθετήσει η δική μας εποχή. Γι' αυτό και δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι μια συγκεκριμένη ιδέα είναι αιώνια σωστή. Μπορεί να είναι σωστή στο σημείο που στεκόμαστε.
Έτσι, οι ιδέες κι οι σκέψεις μπορούν να κριθούν μόνο σε σχέση με μια συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα. Αν αρχίσουμε να επιχειρηματολογούμε υπέρ της δουλείας εν έτει 2010, τότε το πολύ πολύ να γίνει κάποιος γελοίος. Πριν από 2.500 χρόνια, η ιδέα αυτή δεν ήταν διόλου γελοία, παρόλο που και τότε ακόμα ακούγονταν πού και πού προοδευτικές φωνές υπέρ της κατάργησης της δουλείας.
Μπορούμε, ωστόσο, να φέρουμε κι ένα παράδειγμα πολύ πιο πρόσφατο. Πριν από εκατό μόλις χρόνια, οι άνθρωποι έκαιγαν σιγά σιγά μεγάλες δασικές εκτάσεις, για να εκμεταλλευτούν τη γη και να κερδίσουν βοσκοτόπια και χωράφια, κι η ενέργεια τους αυτή δεν είχε τίποτα το παράλογο. H ίδια ενέργεια, σήμερα, δεν είναι μόνο παράλογη αλλά κι εγκληματική. Έχουμε εντελώς διαφορετικά - και πολύ καλύτερα - κριτήρια.
Ο λόγος, λέει ο Χέγκελ, είναι επίσης κάτι δυναμικό -  μια εξελικτική διαδικασία. Και η "αλήθεια" είναι αυτή ακριβώς η εξέλιξη Γιατί δεν υπάρχουν κριτήρια έξω από την πορεία της ιστορίας, που θα μπορούσαν ν' αποφασίσουν τι είναι πιο σωστό ή τι είναι πιο αληθινό.
Για παράδειγμα, δεν μπορεί να πάρει κάποιος διάφορες ιδέες από την αρχαιότητα ή από το Μεσαίωνα, από την Αναγέννηση ή από το Διαφωτισμό, και να πει: αυτή είναι σωστή, αυτή είναι λάθος. Γι' αυτό και δεν μπορεί κάποιος να πει ότι ο Πλάτωνας είχε δίκιο κι ο Αριστοτέλης άδικο. Δεν μπορείς να δώσεις δίκιο στον Χιουμ κι άδικο στον Καντ ή στον Σέλινγκ. Αυτός είναι ένας τρόπος σκέψης που δε λαμβάνει υπόψη του την ιστορική εξέλιξη.
Ο Χέγκελ λέει ότι δεν μπορείς ν' αποσπάσεις καμιά ιδέα και καμιά φιλοσοφική σκέψη από την ιστορική πραγματικότητα που τη γέννησε. Αλλά, ο άνθρωπος κατεβάζει διαρκώς καινούριες ιδέες. O λόγος είναι "προοδευτικός". Αυτό σημαίνει ότι η ανθρώπινη γνώση διαρκώς προχωράει προς τα εμπρός* και μαζί της "προοδεύει" και ο άνθρωπος.
Με αυτό το σκεπτικό η φιλοσοφία του Καντ είναι λίγο πιο σωστή από τη φιλοσοφία του Πλάτωνα. Ή για να το πούμε αλλιώς, το Παγκόσμιο Πνεύμα προχώρησε κάμποσα βήματα από την εποχή του Πλάτωνα μέχρι την εποχή του Καντ. Αν ξαναγυρίσουμε στην εικόνα του ποταμού, μπορούμε να πούμε ότι τώρα κυλάει περισσότερο νερό στην κοίτη του. Έχουν περάσει, άλλωστε, πάνω από δυο χιλιάδες χρόνια. O Καντ, όμως, δεν πρέπει να φαντάζεται ότι οι δικές του σκέψεις, οι δικές του "αλήθειες", θα μείνουν αμετακίνητες και θ' αποτελέσουν αιώνια ορόσημα στις όχθες του ποταμού. Ούτε οι δικές του σκέψεις είναι τα τελικά συμπεράσματα της σοφίας- η επόμενη γενιά θα τις μελετήσει και θα τις κρίνει με όλες της της δυνάμεις. Κι αυτό ακριβώς έγινε.
Ο Χέγκελ εξηγεί ότι το Παγκόσμιο Πνεύμα κινείται διαρκώς για όλο και πλατύτερη, όλο και διαυγέστερη συνείδηση του εαυτού του. Κατά τη γνώμη του Χέγκελ, λοιπόν, το ζήτημα ναι να φτάσει σιγά σιγά το Παγκόσμιο Πνεύμα στην απόλυτη συνείδηση του εαυτού του. O κόσμος υπάρχει από πάντα, αλλά το Πνεύμα του συνειδητοποιεί σιγά σιγά την ιδιαιτερότητα και την ταυτότητα του, χάρη στον πολιτισμό και στην ανάπτυξη του ανθρώπου.
Όποιος μελετήσει την ιστορία, έλεγε, καταλαβαίνει αμέσως ότι η ανθρωπότητα κινείται προς ολοένα μεγαλύτερη γνώση και ανάπτυξη του εαυτού της. H ιστορία δείχνει με σαφήνεια μια εξέλιξη προς τον ορθό λόγο και την ελευθερία. Φυσικά, υπάρχουν πού και πού πισωγυρίσματα. Αλλά, σε γενικές γραμμές, η πορεία τραβάει μπροστά. Επομένως, η ιστορία για τον Χέγκελ έχει ένα στόχο: την εξέλιξη και την ασταμάτητη πρόοδο.
Η ιστορία είναι για τον Χέγκελ μια μακριά κι αδιάκοπη αλυσίδα σκέψεων και μάλιστα οι κρίκοι της δεν έρχονται να δεθούν τυχαία ο ένας με τον άλλο, αλλά ακολουθούν ορισμένους κανόνες. Όποιος μελετήσει διεξοδικά την ιστορία, θα παρατηρήσει ότι, τις περισσότερες φορές, μια νέα ιδέα έρχεται να στηριχτεί σε ιδέες και σκέψεις που εκφράστηκαν παλαιότερα. Και μόλις διατυπωθεί αυτή η νέα σκέψη, δε θ' αργήσουν ν' ακουστούν και οι πρώτες αντιρρήσεις, οι πρώτες διαφωνίες. Κατ' αυτό τον τρόπο, υπάρχουν πάντα δύο αντίθετοι πόλοι, κι ανάμεσα τους δημιουργείται μια ένταση που λύνεται μόνο με μια τρίτη σκέψη, η οποία κρατάει από τα δύο αντίθετα άκρα το καλύτερο και συνεχίζει την πορεία προς τα εμπρός. O Χέγκελ ονόμασε αυτή την εξέλιξη διαλεκτική εξέλιξη.
Για παράδειγμα: οι Ελεάτες θεωρούσαν αδύνατη οποιαδήποτε μεταβολή στη φύση. Κατέληξαν, λοιπόν, ν' αρνηθούν όλες τις μεταβολές, ακόμα κι όταν τις αντιλαμβάνονταν με τις αισθήσεις τους. Οι Ελεάτες διατύπωσαν έναν ισχυρισμό, κι ο Χέγκελ ονομάζει αυτούς τους ισχυρισμούς  "θέσεις".
Αλλά κάθε φορά που κάποιος διατυπώνει μια σαφή και ξεκάθαρη θέση, δεν αργεί να παρουσιαστεί και η αντίθετη της. Αυτή την αντίθετη θέση, ο Χέγκελ την ονομάζει άρνηση. H άρνηση της φιλοσοφίας των Ελεατών ήταν η φιλοσοφία του Ηράκλειτου, που έλεγε ότι "τα πάντα ρει". Ανάμεσα σ' αυτές τις διαμετρικά αντίθετες ιδέες, δημιουργήθηκε μια τάση, που "λύθηκε" όταν ο Εμπεδοκλής διατύπωσε την άποψη πως είχαν κι οι δυο λίγο δίκιο και λίγο άδικο.         
Οι Ελεάτες είχαν δίκιο πως στην ουσία τίποτα δεν αλλάζει. H ιδέα τους, ωστόσο, ότι δεν μπορούσαμε να εμπιστευτούμε καθόλου τα δεδομένα των αισθήσεων μας ήταν λανθασμένη. O Ηράκλειτος είχε δίκιο όταν έλεγε ότι μπορούμε να στηριζόμαστε στις αισθήσεις μας, αλλά δεν είχε δίκιο όταν έλεγε ότι όλα αλλάζουν. Γιατί δεν υπάρχει μία μόνο πρωταρχική ύλη. H σύνθεση μπορεί ν' αλλάζει, όχι όμως και τα πρωταρχικά στοιχεία αυτά καθ' αυτά.
H άποψη του Εμπεδοκλή, που βρισκόταν στη μέση των δύο προηγουμένων, συνδυάζοντας και τις δύο, ονομάζεται από τον Χέγκελ "άρνηση της άρνησης"».
Χρησιμοποιούσε δε και τρεις άλλους όρους για τα τρία στάδια του δρόμου που οδηγεί στη γνώση: θέση, αντίθεση, σύνθεση. Μπορείς να ονομάσει κάποιος θέση τον ορθολογισμό του Ντεκάρτ - η εμπειριστική φιλοσοφία του Χιουμ θα είναι τότε η αντίθεση. H σύνθεση αυτών των δύο αντίθετων τρόπων σκέψης είναι η φιλοσοφία του Καντ. O Καντ έδωσε δίκιο και στους ορθολογιστές και στους εμπειριστές. Παράλληλα, έδειξε ότι είχαν κάνει κι οι δυο τους σημαντικά λάθη. H ιστορία, όμως, δεν τελειώνει με τον Καντ. H σύνθεση του Καντ έγινε με τη σειρά της αφετηρία για μια νέα σειρά τριών κρίκων, για μια νέα "τριάδα" σκέψεων. Γιατί και η σύνθεση γίνεται θέση κι ακολουθείται από μια νέα αντίθεση.
Η Διαλεκτική του Χέγκελ, όμως, δεν εφαρμόζεται μόνο στην ιστορία. Κι όταν συζητάμε - ή αναλύουμε κάτι -, σκεφτόμαστε με διαλεκτικό τρόπο. Προσπαθούμε να εντοπίσουμε τα λάθη σ' ένα συλλογισμό. O Χέγκελ ονόμασε αυτή τη διαδικασία "αρνητική σκέψη". Κι όταν βρούμε τα λάθη, κρατάμε τα καλά στοιχεία.
Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι ένας σοσιαλιστής κι ένας συντηρητικός κάθονται και κουβεντιάζουν, για να λύσουν μαζί ένα κοινωνικό πρόβλημα. Αργά ή γρήγορα, θα παρατηρηθεί κάποια ένταση ανάμεσα στις εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις τους. Αυτό δε σημαίνει ότι ο ένας έχει σε όλα δίκιο κι ο άλλος σε όλα άδικο. Το πιθανότερο είναι ότι και οι δύο έχουν λίγο δίκιο και λίγο άδικο. Στην πορεία της συζήτησης, θα κρατήσουν, αν είναι, φυσικά, έξυπνοι, τα καλύτερα στοιχεία από τις προτάσεις του καθενός.
Αλλά δυστυχώς δεν είναι πάντα εύκολο να διακρίνουμε ποιο είναι το καλό και ποιό το κακό. Γι αυτό και πρέπει να αφήσουμε την ιστορία να μας πει για το σωστό και το λάθος. Και όπως έλεγε ο Χέγκελ, μόνο ό,τι είναι λογικό ή σωστό καλύτερα μπορεί να επιβιώσει. 
Ένα άλλο παράδειγμα είναι η έννοια "ύπαρξη" και η έννοια "ανυπαρξία". Είναι αδύνατο να συλλογιστεί κανείς ότι υπάρχει, χωρίς να θυμηθεί, την ίδια κιόλας στιγμή, ότι δε θα είναι για πάντα εδώ. Αυτές οι δυο εκ διαμέτρου αντίθετες έννοιες, το "Είναι" και το "Μη Είναι", συνδυάζονται με την έννοια "Γίγνεσθαι". Γιατί αυτό που γίνεται σημαίνει πως είναι τώρα ή θα είναι αργότερα, αλλά δε θα είναι για πάντα.
Η Λογική του Χέγκελ είναι, λοιπόν, μια δυναμική λογική. Θεωρεί ότι η πραγματικότητα είναι γεμάτη αντιθέσεις. Άρα και η περιγραφή της πραγματικότητας πρέπει να ξέρει να περιγράφει τις αντιθέσεις.
O Χέγκελ έδινε μεγάλη σημασία σε κάποιους παράγοντες που ονόμαζε "αντικειμενικές δυνάμεις". Κι εννοούσε την οικογένεια και το κράτος. Για τον Χέγκελ, το κράτος αντιπροσωπεύει "περισσότερα" απ' ό,τι ο απλός πολίτης. Αντιπροσωπεύει "περισσότερα" ακόμα κι από το άθροισμα όλων των πολιτών. O Χέγκελ θεωρεί πως είναι αδύνατο να ζήσει ο άνθρωπος έξω από την κοινωνία. Όποιος αδιαφορεί για τον κοινωνικό του περίγυρο κι ανασηκώνει τους ώμους του με απάθεια "ψάχνοντας να βρει τον εαυτό του" είναι, κατά τη γνώμη του Χέγκελ, τρελός κι ανόητος.
Πηγή: Ο Κόσμος της Σοφίας - Jostein Gaarder
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

TΖΟΡΤΖ ΟΡΓΟΥΕΛ- George Orwell 1984

21 Ιανουαρίου 1950 πεθαίνει ο διάσημος Άγγλος συγγραφέας George Orwell (1903 - 1950), που υπήρξε ανυποχώρητος πολέμιος κάθε τυραννικού καθεστώτος, ένας ρηξικέλευθος- ανατρεπτικός-αλληγορικός μυθιστοριογράφος που αμφισβήτησε ευθέως κάθε ολοκληρωτική ουτοπία του 20ου αιώνα (αποικιοκρατία των Βρετανών, φασισμό των Φράνκο, Χίτλερ, Μουσολίνι, γραφειοκρατικό σταλινισμό της πρώην Σοβιετικής Ένωσης). Πολύ εύστοχα ονομάσθηκε «υαλοκαθαριστήρας της ελευθερίας», και μάλιστα χωρίς να διαθέτει το λογοτεχνικό διαμέτρημα μεγάλων ονομάτων της Βρετανικής κουλτούρας (Γκρ. Γκριν, Αλντ. Χάξλευ, Λόρενς, Τζόις, Β. Γουλφ) είναι πιο γνωστός από πολλούς Ευρωπαίους ομότεχνους.
Ο George Orwell (1903 - 1950), λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Eric Arthur Blair, ανήκε στην κατηγορία των πνευματικών ανθρώπων που επιλέγουν να εκφραστούν μόνο με το γράψιμο, πιστός στην ιδέα ότι οι λέξεις μπορούν να είναι φορείς της επιτακτικής αλήθειας. Το έργο του εξακολουθεί να στέλνει ηχηρό μήνυμα ελευθερίας και αντιστέκεται ακόμη στο δογματισμό, τον ανορθολογισμό και την μισαλλοδοξία. Ο Τζ. Όργουελ υπήρξε οξυδερκής αναλυτής της πολιτικής πραγματικότητας, συνδυάζοντας στις ιδέες του τον δημοκρατικό σοσιαλισμό με τον κλασικό φιλελευθερισμό.
Η παγκόσμια εξοικείωση με τη λέξη «οργουελιανός» είναι απόδειξη της τεράστιας επίδρασης που άσκησε ο δυστοπικός αυτός δημιουργός της «Φάρμας των ζώων» (Animal Farm, 1945) και του περίφημου «1984» (Nineteen Eighty Four, 1948), μια επιρροή που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με αυτή των συγγραφέων Αλ. Σολζενίτσιν, Αλμπέρ Καμύ, Μπέρτολντ Μπρεχτ και των φιλοσόφων Καρλ Πόπερ, Φρ. Χάγιεκ, Ζ .Π. Σαρτρ. Ο σύγχρονος πανεπιστημιακός Ζαν - Κλοντ Μισεά (Καθηγητής Φιλοσοφίας /Μονπελιέ της Γαλλίας) στο βιβλίο του: «Orwell, anarchiste tory» (Όργουελ, ένας συντηρητικός αναρχικός, 1995), τον χαρακτηρίζει «συγγραφέα επίκαιρης πάντα πολιτικής σημασίας, επειδή ενσάρκωσε στο έργο του, με υποδειγματικό τρόπο, αυτό που ο εικοστός αιώνας αποστρεφόταν περισσότερο: ένα ελεύθερο και αντιδογματικό πνεύμα».
Ολόκληρο το έργο του - σατιρικό, καυστικό, άμεσο, αντιρητορικό - είναι μια έπαλξη πνευματικής αντίστασης ενάντια σε κάθε μορφή αυταρχισμού, προειδοποιώντας με αγωνία ότι κάθε πολιτικό ιδεώδες αποτελεί την έκφραση μιας επιθυμίας για εξουσία, της οποίας πρέπει αδιάκοπα να καταπολεμούμε την επέκταση.
Το συγγραφικό του corpus απαρτίζεται από πολυμεταφρασμένα μυθιστορήματα, αρκετά κριτικά άρθρα και δημοσιογραφικές έρευνες. Ειδικότερα τα βιβλία του: «Μέρες της Βιρμανίας» (1934), «Οι αλήτες του Παρισιού και του Λονδίνου» (1934), «Στις φάμπρικες του Γουίγκαν Πάϊαρ» (1937) και «Φόρος Τιμής στην Καταλωνία» (1938) μπορεί να διαβαστούν ως απρόσωπες αυτοβιογραφίες, παράλληλες με την πολυκύμαντη πορεία της ζωής του (αξιωματικός της αποικιακής Αστυνομίας, αναρχικός, άνεργος, εργάτης, αγωνιστής στην Ισπανία κατά του Φράνκο, αλλά επίσης και κατά των σταλινικών φατριών).
Το όνομα όμως του Orwell έγινε διεθνώς γνωστό, χάρη στα δύο μυθιστορήματά του (αναφέρθηκαν στην αρχή), τα πιο πολυδιαβασμένα ίσως βιβλία του 20ου αιώνα:
1) Στην καυστική σάτιρα «Η φάρμα των ζώων» (1945), αποτυπώνονται - από έναν άνθρωπο που προερχόταν από την Αριστερά - η τραγική έκβαση της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία και η προσπάθεια του συγγραφέα να τονίσει τη διαφθορά της εξουσίας και τον εκφυλισμό μιας Επανάστασης (την ίδια στιγμή που εδραιώνεται ως καθεστώς).
2) Στο προφητικό - αλληγορικό μυθιστόρημα «1984» (το κύκνειο σύγγραμμα του Όργουελ), οι ερμηνείες είναι πολλές και σίγουρα παρακινδυνευμένες. Σ' αυτό προβάλλεται ένας πολιτικός μύθος του μέλλοντος και προσημαίνονται οι κατοπινές κοινωνίες της ιλιγγιώδους τεχνολογικής προόδου, με τους κινδύνους περιστολής των προσωπικών ελευθεριών. «Αν θέλεις μια εικόνα του μέλλοντος, φαντάσου μια μπότα να πατάει το πρόσωπο ενός ανθρώπου για πάντα», διαβάζουμε σ' ένα σημείο του έργου.
Πράγματι, στον σημερινό κόσμο συναντάμε άφθονα παραδείγματα «μεγάλων αδελφών» (Big Brother), συγκαλυμμένες- συχνά- «αστυνομίες της σκέψης» (Thought Police), κρυφή προπαγάνδα / έμμεση πειθώ (newspeek, doublethink), δηλαδή καθημερινά επικοινωνιακά πρότυπα που παραπέμπουν στο απευκταίο «οργουελικό σύμπαν» της αστυνομοκρατίας, του αυταρχισμού, της συνεχούς παρακολούθησης της ιδιωτικής ζωής, της πολιτικής εξάρτησης και του διαρκούς ελέγχου των ανθρώπινων σχέσεων.
Η πρόσφατη κυκλοφορία του πρωτοδημοσιευμένου στην Ελλάδα βιβλίου «ΤΖΩΡΤΖ ΟΡΓΟΥΕΛ: Βιβλία εναντίον τσιγάρου» (εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, Αθήνα 2010), αποτελεί γόνιμη ευκαιρία επανάγνωσης του έργου του. Αριστουργηματικός συγγραφέας αποτιμήθηκε, τελικά, ο Όργουελ γιατί με τα ελάσσονα κείμενά του, αλλά και με τα αλληγορικά του μηνύματα (γραπτά μακράς πνοής και σημασίας) στιγμάτισε καίρια τους σκληρούς ολοκληρωτισμούς και τις δικτατορίες της κατανάλωσης, υπενθυμίζοντας την μόνιμη ηθική του αντίληψη: «να φερόμαστε σαν άνθρωποι».
του Παναγιώτη Κ. Δρέλλια, Μαθηματικός - Μεταπτυχιακό Φιλοσοφίας
ΠΗΓΗ https://sciencearchives.wordpress.com 
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

Λούντβιχ Βιτγκενστάιν (1889 -1951)

Εισαγωγή
Αυστριακός φιλόσοφος,  με σημαντική συνεισφορά στον τομέα της αναλυτικής φιλοσοφίας και της λογικής. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους του 20ού αιώνα, ο μεγαλύτερος ίσως για την αγγλόφωνη φιλοσοφική κοινότητα. αλλά και από αυτούς που επέδρασαν στην εξέλιξη της φιλοσοφικής σκέψης του 20ου αιώνα.
Από το 1913 ο Βιτγκενστάϊν έζησε σε δημιουργική απομόνωση στη Νορβηγία, χωρίς όμως ποτέ να αποκοπεί από τα προβλήματα που απασχολούσαν τους πνευματικούς κύκλους της Βιέννης. Τότε επιδόθηκε στη σύνθεση του μεγάλου έργου της νεανικής του ηλικίας Λογικοφιλοσοφική Πραγματεία (Tractatus logicophilosophicus) και θεωρήθηκε πλέον σαν μία από τις πιο σημαίνουσες προσωπικότητες του περασμένου αιώνα.
Ίσως η πιο ρηξικέλευθη συνεισφορά της σκέψης του είναι η αντίληψη πως η φιλοσοφία δεν αποτελεί ένα σώμα θέσεων και θεωριών, αλλά μια δραστηριότητα, μια πρακτική, που στόχο έχει όχι την κατάκτηση ενός μεταφυσικού βάθους, αλλά τη διασάφηση του νοήματος. Αυτή η νέα αντίληψη για το φιλοσοφείν εκφράζεται με τον πιο παραστατικό τρόπο στην ίδια την αφοριστική και κατακερματισμένη γραφή του Βιτγκενστάιν.
Μοναχικός, ομοφυλόφιλος, επιδεικτικά σχεδόν αδιάφορος για τον ακαδημαϊκό χώρο, ασκητικός και ευάλωτος στην ανάγκη του για το ενδιαφέρον των φίλων, υπήρξε ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους διανοητές. Με τις ιδέες του για τη λογική και τη γλώσσα αμφισβήτησε τις παραδεδομένες θέσεις και απέρριψε παραδοσιακές εναλλακτικές.
Το έργο του
Το χαρακτηριστικότερο στοιχείο της φιλοσοφικής του προσωπικότητας είναι ότι σε δύο φάσεις της ζωής του ολοκλήρωσε δύο «φιλοσοφικά συστήματα», που, παρά την κάποια συνέχεια τους, το δεύτερο αποτελεί κριτική και αναίρεση του πρώτου.
Στοιχείο της ιδιοτυπίας του αποτελεί επίσης το γεγονός ότι, ενώ ο ίδιος δεν ανήκε σε καμιά σχολή, θεωρήθηκε γενάρχης δύο σχολών, του «λογικού θετικισμού» και της «φιλοσοφίας της κοινής γλώσσας», που δέσποσαν στον αγγλόφωνο χώρο την τελευταία εξηκονταετία.
H μελέτη του σημαντικού έργου του Βιτγκενστάϊν παρουσιάζει μεγάλα προβλήματα στους ερευνητές και οι απόψεις του δύσκολα συνοψίζονται. Παρόλο που με τη δημοσίευση των καταλοίπων του δεν μπορεί πια κανείς να μιλά τόσο εύκολα για έναν «πρώιμο» και έναν «όψιμο» Βιτγκενστάϊν, οι θέσεις του ιχνηλατούνται ακόμα από τα δύο βασικά βιβλία του, με το πρόβλημα της συνέχειας ή ασυνέχειας τους σήμερα όσο ποτέ ανοικτό.
Με τη μελέτη εξάλλου των κειμένων του που θεωρούνται προπαρασκευαστικά της ύστερης φάσης του (Φιλοσοφικές Παρατηρήσεις [Philosophische Remerkungen], Φιλοσοφική Γραμματική [Philosophische Grammatik], To μπλε και το καφετί βιβλίο [The Blue and Brown Books] και άλλων) και την επανεκτίμηση της Πραγματείας, που δεν αντιμετωπίζεται σήμερα μόνο ως «βίβλος» κυρίως του λογικού θετικισμού, αλλά και ως ένα υπερβατικό βιβλίο για την ηθική, οι δύο φάσεις δε στεγανοποιούνται. O ίδιος, πάντως, φαίνεται να θεωρούσε το δεύτερο μεγάλο έργο του "Φιλοσοφικές Έρευνες" «αντιθετική συνέχεια» της Πραγματείας.
Και τα δύο έργα (Φιλοσοφικές Έρευνες - Πραγματεία) είναι γραμμένα σε ένα ιδιότυπο αφοριστικό και κάποτε ποιητικό ύφος, με τολμηρή χρήση των παρομοιώσεων και των μεταφορών που γοητεύει τον αναγνώστη, αλλά και δυσχεραίνει την κατανόηση. Μόνιμο πρόβλημα τους είναι η σφαίρα και τα όρια της γλώσσας και η «εξωτερική» και «εσωτερική» οροθέτηση του νοήματος. Και στα δύο ο συγγραφέας δεν αντιμετωπίζει τη φιλοσοφία ως επιστήμη, αλλά ως «δραστηριότητα» στο πρώτο και ως «γραμματική έρευνα» στο δεύτερο, με την έμφαση στη «θεραπευτική» λειτουργία της.
Λογικο-Φιλοσοφική Πραγματεία ( Tractatus Logico-Philosophicus)
Wittgenstein-1Το βασικό ερώτημα που τον απασχολεί στην Πραγματεία είναι «πώς είναι δυνατή η γλώσσα», πώς μπορεί κανείς, δηλαδή, να μιλά για τον κόσμο και να γίνεται κατανοητός. Για το Βιτγκενστάϊν τούτο είναι δυνατό γιατί υπάρχει ισομορφισμός ανάμεσα στα στοιχεία της γλώσσας και στα «απλά» στοιχεία του κόσμου που αποτελούν την ουσία του ή καλύτερα ανάμεσα στα «γεγονότα» που απαρτίζουν τον κόσμο και τις στοιχειακές προτάσεις.
Το νόημα του βιβλίου μπορεί να συνοψιστεί στα εξής: «Ό,τι μπορεί γενικά να ειπωθεί, μπορεί να ειπωθεί με σαφήνεια και για όσα δεν μπορεί να μιλά κανείς, γι' αυτά πρέπει να σωπαίνει». Σκοπός του είναι να βάλει «ένα όριο στην έκφραση των σκέψεων».
Ήταν το μοναδικό έργο που δημοσίευσε ο Βιτγκενστάιν όσο ζούσε και μέσα από αυτό εγκαινιάστηκε μία νέα κατεύθυνση στη φιλοσοφία που αφορούσε στην ανάλυση της γλώσσας. Ο τίτλος του προτάθηκε από τον G. E. Moore και παραπέμπει στο έργο του Σπινόζα Tractatus Theologico-Politicus. Το κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι η διάκριση ανάμεσα στο λέγειν και στο δεικνύναι.
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Βιτγκενστάιν, το έργο του αφορά στα προβλήματα της φιλοσοφίας και πώς αυτά δημιουργήθηκαν από την παρανόηση της λογικής της γλώσσας. Εκεί στηρίζεται και η δημοφιλής καταληκτική φράση του βιβλίου «για όσα δεν μπορεί να μιλά κανείς καλύτερα να σωπαίνει». Επιπλέον, με το Tractatus, εισάγεται η απεικονιστική θεωρία του Βιτγκενστάιν, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο σχηματίζοντας εικόνες των γεγονότων. Η δομή του έργου αποτελείται από αριθμημένες προτάσεις, συνήθως με τη μορφή αξιωμάτων και χωρίς να δικαιολογούνται.
Οι βασικές προτάσεις και κύριες θέσεις του έργου μπορούν να συνοψιστούν στα παρακάτω:
  • Ο κόσμος είναι όλα όσα συμβαίνουν.
  • Το γεγονός, είναι η ύπαρξη καταστάσεων πραγμάτων.
  • Κάθε σκέψη είναι μία λογική εικόνα των γεγονότων.
  • Η σκέψη είναι μια πρόταση με νόημα.
  • Η πρόταση είναι μια συνάρτηση αλήθειας των στοιχειωδών προτάσεων.
  • Για όσα δεν μπορεί να μιλά κανείς θα πρέπει να σωπαίνει.
Ο Βιτγκενστάιν αναθεώρησε αργότερα αρκετές από τις ιδέες του έργου, αν και μετά την ολοκλήρωσή του, πίστευε πως είχε καταφέρει να λύσει όλα τα παραδοσιακά προβλήματα της φιλοσοφίας.
Η ζωή του
Ανήκε σε εξαιρετικά εύπορη και πολυμελή οικογένεια της Βιέννης που είχε ποικίλα καλλιτεχνικά (κυρίως μουσικά) και πνευματικά ενδιαφέροντα. O Βιτγκενστάϊν σπούδασε στο τεχνικό λύκειο του Βερολίνου μαθηματικά, φυσική και μηχανική, και κατά τη φοίτηση του (1908 -11) στην πολυτεχνική σχολή του Μάντσεστερ - όπου ασχολήθηκε θεωρητικά και πρακτικά με την αεροναυπηγική - ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για τα καθαρά μαθηματικά και τη θεμελίωση τους. To νέο αυτό ενδιαφέρον του τον οδήγησε, μέσο των έργων του Μπέρτραντ Ράσελ και του Γκόττλομπ Φρέγκε , στη φιλοσοφία.
Με την προτροπή του Φρέγκε γράφτηκε στο  Trinity College του Καίμπριτζ και σπούδασε (1912 -13) κοντά στο Ράσελ μαθηματική λογική, δείχνοντας παράλληλα ενδιαφέρον και για την ψυχολογία.
O Βιτγκενστάιν επισκέφτηκε τον Ράσελ στο Trinity College και σύντομα αποτέλεσε έναν από τους λίγους που παρακολουθούσαν τις διαλέξεις του. Παράλληλα, τον απασχολούσε και εκτός διδασκαλίας, προκαλώντας εκτεταμένες συζητήσεις μαζί του, πάνω σε πολλά φιλοσοφικά ζητήματα. Ο Βιτγκενστάιν, αποζητούσε επιπλέον την γνώμη του σχετικά με το αν διέθετε το απαραίτητο ταλέντο στη φιλοσοφία, προκειμένου να ασχοληθεί με αυτή.
Ο Ράσελ τελικά ενθάρρυνε τον Βιτγκενστάιν να συνεχίσει να ασχολείται με τη φιλοσοφία και το 1912 έγινε επίσημα δεκτός στο Trinity College του Καίμπριτζ με επόπτη καθηγητή τον Ράσελ.
Την ίδια περίοδο, ο Βιτγκενστάιν πείθεται πως στον ακαδημαϊκό περίγυρο του Καίμπριτζ δεν θα μπορούσε να παραγάγει ένα σημαντικό φιλοσοφικό έργο, όπως ο ίδιος το εννοούσε και αποφασίζει να απομονωθεί στη Νορβηγία προκειμένου να ολοκληρώσει το έργο του πάνω στη λογική.
Έτσι, τον Οκτώβριο του 1913, ο Βιτγκενστάιν εγκαταστάθηκε στο απομονωμένο χωριό Skjolden της Νορβηγίας, αποκομμένος και συγχρόνως απελευθερωμένος από τον αστικό τρόπο ζωής της Βιέννης ή του Καίμπριτζ. Στο διάστημα της παραμονής του υπήρξε πολύ παραγωγικός ενώ κατά διαστήματα διατηρούσε επικοινωνία δια αλληλογραφίας με τον Ράσελ σχολιάζοντας την πρόοδο του έργου του ή διευκρινίζοντας του κάποια σημεία του.
Μετά την κήρυξη του A' Παγκόσμιου Πολέμου υπηρέτησε ως εθελοντής στον αυστριακό στρατό, αιχμαλωτίστηκε από τους Ιταλούς και τιμήθηκε για την γενναιότητα του. Μέσα στα πολεμικά χαρακώματα ολοκλήρωσε το έργο του με τον τίτλο Logisch-philosophische Tractatus.
Λόγω μιας εσωτερικής κρίσης  εργάστηκε και ως βοηθός κηπουρού σε ένα μοναστήρι και για δύο χρόνια έδωσε δημιουργική διέξοδο στα ενδιαφέροντα του για την αρχιτεκτονική και τη γλυπτική αναλαμβάνοντας την ανέγερση του γνωστού μεγάρου της μιας αδερφής του στη Βιέννη.
Το 1928 ο Βιτγκενστάϊν συνειδητοποίησε ότι είχε κάτι το δημιουργικό να προσφέρει και πάλι στη φιλοσοφία και ξαναγύρισε (1929) στο Καίμπριτζ, αναγορεύτηκε διδάκτορας με την Πραγματεία και άρχισε να διδάσκει με το δικό του ιδιόμορφο τρόπο και να συγγράφει.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην Οξφόρδη και στο Καίμπριτζ, όπου ολοκλήρωσε το δεύτερο μεγάλο έργο του Φιλοσοφικές Έρευνες, που εκδόθηκε δύο χρόνια μετά το θάνατο του τόσο στα γερμανικά (Philosophische Untersuchungen), όσο και στα αγγλικά (Philosophical Investigations).
O Βιτγκενστάϊν είναι ο μοναδικός φιλόσοφος του 20ού αι., του οποίου η βιβλιογραφία περιέχει 3.000 περίπου τίτλους βιβλίων και άρθρων σε πολλές γλώσσες 33 μόλις χρόνια μετά το θάνατο του.
Πηγή: https://sciencearchives.wordpress.com
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

O Φρειδερίκος Νίτσε του μηδενισμού και του υπεράνθρωπου Μέρος Δεύτερο Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος.

Η αιώνια επιστροφή
To δόγμα της αιώνιας επιστροφής το οποίο αποτελεί την βασική σύλληψη του Τάδε έφη Ζαρατούστρα θέτει το ερώτημα: «Πόσο θα ήταν διατεθειμένος ένας άνθρωπος, απέναντι στον εαυτό του και στη ζωή, να μην επιθυμεί διακαώς τίποτε άλλο παρά την απεριόριστη επιστροφή, χωρίς μεταβολές, του κάθε ενός λεπτού;».
Η «αιώνια επιστροφή» είναι μια ιδέα μυστηριώδης και ο Νίτσε με αυτήν έφερε πολλούς φιλοσόφους σε δύσκολη θέση: σκέψου δηλαδή ότι μια μέρα όλα πρόκειται να επαναληφθούν όπως ήδη τα έχουμε ζήσει και ότι ακόμα κι η επανάληψη αυτή θα επαναλαμβάνεται ασταμάτητα! Τι πάει να πει αυτός ο χωρίς νόημα μύθος;
Ο μύθος της αιώνιας επιστροφής μας λέει, αρνητικά, ότι η ζωή που μια για πάντα θα εξαφανιστεί και δεν θα ξανάρθει, μοιάζει με σκιά, ότι δεν έχει βάρος, ότι ήδη από σήμερα είναι πεθαμένη, κι ότι, όσο άσπλαχνη, όσο ωραία, όσο λαμπερή κι αν είναι, αυτή η ομορφιά, αυτή η φρίκη, αυτή η λαμπρότητα, δεν έχουν κανένα νόημα"
Στην θεωρία ή καλύτερα 'ομοίωμα θεωρίας' της 'αιώνιας επιστροφής' ο Νίτσε αναδεικνύει τη σημασία του 'είναι του γίγνεσθαι' και της κυκλικής του αναγκαιότητας. Ο κόσμος του Νίτσε μπορεί να θεωρηθεί ένα ομοίωμα, ένα αντίγραφο που αναπαράγεται στο διηνεκές: 'επειδή σε κάθε στιγμή είναι επανάληψη, ομοίωμα πραγμάτων που συνέβησαν ήδη απεριόριστες φορές'. Ή όπως αναφέρεται κάπου αλλού: 'Εάν το σύμπαν είχε μια θέση ισορροπίας, εάν το γίγνεσθαι είχε κάποιο σκοπό ή μια τελική κατάσταση, θα τα είχε ήδη πετύχει'.
Ό,τι αποκλείεται από την ' αιώνια επιστροφή ' ό,τι δεν ξαναγυρνά, είναι αυτό που προσπαθεί να τεθεί ως μοναδικό μοντέλο, ως πρωτότυπο 'εκτός χρόνου', ως αυτό που διακρίνει το γνήσιο από το αντίγραφο.
Υποτίθεται ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θα θεωρούσαν, θα έπρεπε να θεωρούν, αυτή την σκέψη εξουθενωτική, διότι θα το θεωρούσαν ίσως δυνατόν να προτιμήσουν την αιώνια επιστροφή της ζωής τους σε μία επιδιορθωμένη εκδοχή παρά να επιθυμούν διακαώς την αιώνια επιστροφή της δυστυχίας τους. Εκείνος που θα αποδεχόταν την επιστροφή, χωρίς αυταπάτες και χωρίς υπεκφυγές, θα ήταν ένα υπεράνθρωπο ον (Ubermensch), ένας υπεράνθρωπος, που η απόσταση του από τον κανονικό άνθρωπο, κατά τον Νίτσε, είναι μεγαλύτερη από την απόσταση ανάμεσα στον άνθρωπο και τον πίθηκο. Οι σχολιαστές διαφωνούν ακόμη ως προς το εάν υπάρχουν ειδικά χαρακτηριστικά τα οποία προσδιορίζουν τον άνθρωπο ο οποίος ενστερνίζεται την αιώνια επιστροφή.
H επίδραση του Νίτσε
O Νίτσε έγραψε κάποτε ότι μερικοί άνθρωποι γεννιούνται μετά τον θάνατο τους και αυτό ασφαλώς ισχύει στην περίπτωση του. H ιστορία της φιλοσοφίας, της θεολογίας και της ψυχολογίας τού 20ού αιώνα δεν νοείται χωρίς αυτόν. Πολλά, λογουχάρη, του οφείλει το έργο των Γερμανών φιλοσόφων Μαξ Σέλερ, Καρλ Γιάσπερς και Μάρτιν Χάιντεγκερ, καθώς και εκείνο των Γάλλων φιλοσόφων Αλμπέρ Καμύ, Ζακ Ντεριντά  και Μισέλ Φουκώ.
O υπαρξισμός  και ο αποικοδομητισμός (deconstructionism), ένα κίνημα της φιλοσοφίας και της λογοτεχνικής κριτικής, αντλούν πολλά στοιχεία από το έργο του. Ο Martin Buber,   ο   μεγαλύτερος   στοχαστής τού ιουδαϊσμού τον 20ό αιώνα, θεωρούσε τον Νίτσε ως μία από τις τρεις πιο σημαντικές επιδράσεις που δέχθηκε στη ζωή του και μετέφρασε στα Πολωνικά το πρώτο μέρος τού Ζαρατούστρα. Βαθιά ήταν η επίδραση που άσκησε στους ψυχολόγους Άλφρεντ Άντλερ και Καρλ Γιουνγκ, όπως και στον Ζήγκμουντ Φρόυντ, ο οποίος είπε ότι ο Νίτσε διέθετε μία αντίληψη για τον εαυτό του που ήταν διεισδυτικότερη   από  οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου που είχε ζήσει ή θα ζήσει ποτέ.
Μυθιστοριογράφοι όπως ο Τόμας Μαν, ο Χέρμαν Έσε, ο Αντρέ Μαλρώ, ο Αντρέ Ζιντ  και ο Τζων Γκάρντνερ εμπνεύστηκαν από το έργο του και έγραψαν γι' αυτόν, όπως επίσης, ανάμεσα σε άλλους, οι ποιητές και δραματουργοί Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω, Ράινερ Μαρία Ρίλκε. 
O Νίτσε ανήκει σίγουρα στους φιλοσόφους με την μεγαλύτερη επίδραση που έζησαν ποτέ. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην πρωτοτυπία του, αλλά και στο γεγονός ότι ήταν ο πιο λαμπρός χειριστής της γερμανικής γλώσσας στον πεζό λόγο.
Κυριότερα έργα: H γέννηση της τραγωδίας από το πνεύμα της μουσικής (ελληνική μετάφραση N. Καζαντζάκη, 1965), H φιλοσοφία κατά τους τραγικούς χρόνους των Ελλήνων, Η χαρούμενη επιστήμη (1882), Τάδε έφη Ζαρατούστρα (1883-1885), Πέραν του καλού και του κακού (1886), Γενεαλογία της ηθικής, Η περίπτωση Βάγκνερ (1888), Το λυκόφως των ειδώλων (1889), Ο Αντίχριστος (1895), Ιδέ ο άνθρωπος.
Η πολυτάραχη ζωή του
Ο πατέρας του ήταν λουθηρανός πάστορας, ενώ η μητέρα του ήταν κόρη ενός πάστορα. ήταν δε το νεότερο από τα παιδιά της οικογένειας αυτής. Ο Νίτσε από τα παιδικά του χρόνια έγραφε ποιήματα και μικρά θεατρικά έργα, μέρος των οποίων φρόντιζε να φυλάσσει η αδελφή του. Αφιέρωνε μεγάλο μέρος του χρόνου του στο γράψιμο, επιδεικνύοντας μία πλούσια λογοτεχνική παραγωγή, ενώ ήδη σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών ταξινόμησε τα ποιήματά του σε περιόδους.
Αν και από νωρίς υπήρχε η γενικευμένη αντίληψη πως επρόκειτο να γίνει κληρικός, ο Νίτσε σταδιακά άρχισε να αμφισβητεί τον Χριστιανισμό και περίπου το φθινόπωρο του 1862 είχε απορρίψει οριστικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σκεπτόμενος να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική, αλλά ξεκίνησε σπουδές κλασικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Βόννης. Παράλληλα, γράφτηκε στο θεολογικό τμήμα του πανεπιστημίου με διάθεση να ασχοληθεί περισσότερο με τη φιλολογική κριτική του Ευαγγελίου και τις πηγές της Καινής Διαθήκης, γεγονός που είναι μάλλον ενδεικτικό των θρησκευτικών αμφιβολιών του, αλλά και της αδυναμίας του να ομολογήσει στην οικογένειά του πως δεν επιθυμούσε να γίνει ιερέας. Συνέχισε τις θεολογικές του σπουδές μέχρι το Πάσχα του 1865, περίοδο κατά την οποία απέρριψε οριστικά τη θρησκευτική πίστη, με επιχειρήματα που αποτυπώνονται και σε επιστολή του προς την αδελφή του, στην οποία ανέφερε χαρακτηριστικά:
    «Κάθε αληθινή πίστη είναι αδιάψευστη, εκπληρώνει αυτό που ο πιστός ελπίζει να βρει σ' αυτήν, δεν προσφέρει όμως ούτε το ελάχιστο έρεισμα για τη θεμελίωση μιας αντικειμενικής αλήθειας [.] Θέλεις να επιδιώξεις ψυχική ηρεμία και ευτυχία, τότε πίστευε, θέλεις να είσαι ένας απόστολος της αλήθειας, τότε αναζήτησέ την.»
Το 1869 το Πανεπιστήμιο της Λειψίας του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα χωρίς εξετάσεις ή διατριβή, με βάση τα δημοσιεύματά του, και το Πανεπιστήμιο της Βασιλείας τον εξέλεξε έκτακτο καθηγητή της Κλασικής Φιλολογίας. Τον επόμενο χρόνο ο Νίτσε έγινε Ελβετός υπήκοος και προήχθη σε τακτικό καθηγητή.
Μετά την επιστροφή του στη Βασιλεία, ο αμείωτος ενθουσιασμός του για τον Σοπενχάουερ, ο θαυμασμός του για το έργο του Βάγκνερ και οι φιλολογικές σπουδές και μελέτες του συνδυάστηκαν για την έκδοση του πρώτου βιβλίου του, με τίτλο Η Γέννηση της Τραγωδίας (1872).
Την περίοδο 1873-1876, ολοκλήρωσε μία σειρά τεσσάρων δοκιμίων που εκδόθηκαν αργότερα σε μία συλλογή με τον γενικό τίτλο Ανεπίκαιροι Στοχασμοί. Τα δοκίμια αυτά πραγματεύονταν γενικότερα τον σύγχρονο γερμανικό πολιτισμό, εστιάζοντας στο έργο του Νταβίντ Στράους στην κοινωνική αξία της ιστοριογραφίας, στον Σοπενχάουερ και τέλος στον Βάγκνερ .
Για τον Νίτσε, ο Σοπενχάουερ και ο Βάγκνερ αποτελούσαν φωτεινά παραδείγματα για την ανάπτυξη ενός νέου πολιτισμικού κινήματος που συνέδεε τη μουσική, τη φιλοσοφία και την κλασική φιλολογία.
Το επόμενο διάστημα, η υγεία του κλονίστηκε σοβαρά: υπέφερε από ημικρανίες, που οφείλονταν σε βλάβη του αμφιβληστροειδούς και στα δύο μάτια του, γεγονός που τον ανάγκασε τελικά να υποβάλει παραίτηση από το πανεπιστήμιο, στις 2 Μαΐου του 1879, καθώς αδυνατούσε να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Απελευθερωμένος από τις ακαδημαϊκές υποχρεώσεις, ο Νίτσε πέρασε τα επόμενα χρόνια ταξιδεύοντας συχνά σε πόλεις της Ελβετίας, της Γερμανίας ή της Ιταλίας και αναζητώντας κάθε φορά ένα αναζωογονητικό κλίμα που θα βοηθούσε να βελτιωθεί η κατάσταση της υγείας του.
Ο τελευταίος χρόνος της διανοητικής διαύγειας του Νίτσε, το 1888, υπήρξε περίοδος σε υπέρτατο βαθμό παραγωγική. Έγραψε και εξέδωσε το Η περίπτωση Βάγκνερ. Επίσης, έγραψε μία σύνοψη του φιλοσοφικού του συστήματος και τα έργα Το λυκόφως των ειδώλων, Ο Αντίχριστος, Νίτσε εναντίον Βάγκνερ και Ίδε ο Άνθρωπος, ένα διαλογισμό γύρω από τα έργα του και την προσωπική του αξία. Το Λυκόφως των ειδώλων κυκλοφόρησε το 1889, Ο Αντίχριστος και το Νίτσε εναντίον Βάγκνερ είδαν το φως μόλις το 1895.
Ο Νίτσε λίγο πριν τον θάνατό του (Μάιος 1899)
Στις 3 Ιανουαρίου του 1889 υπέστη νευρική κατάρρευση, ενώ βρισκόταν στην πλατεία Κάρλο Αλμπέρτο του Τορίνο. Αν και τα γεγονότα εκείνης της ημέρας δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένα, σύμφωνα με μία διαδεδομένη εκδοχή, ο Νίτσε είδε έναν αμαξά να μαστιγώνει το άλογό του και τότε με δάκρυα στα μάτια τύλιξε τα χέρια του γύρω από το λαιμό του αλόγου για να καταρρεύσει αμέσως μετά. Τις επόμενες ημέρες απέστειλε πολυάριθμες επιστολές σε οικεία πρόσωπα, που φανέρωναν επίσης την ψυχική διαταραχή του, υπογράφοντας άλλοτε ως «ο Εσταυρωμένος» και άλλοτε ως «Διόνυσος». Στις 10 Ιανουαρίου μεταφέρθηκε σε ψυχιατρική κλινική της Βασιλείας και λίγες ημέρες αργότερα σε κλινική της Ιένας, κατόπιν επιθυμίας της μητέρας του, όπου οι γιατροί διέγνωσαν «παραλυτική ψυχική διαταραχή». Ο λόγος του ήταν παραληρηματικός και τον διακατείχαν παραισθήσεις μεγαλείου, κατά τις οποίες αυτοαποκαλούνταν δούκας του Κάμπερλαντ, Κάιζερ ή Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ', συνοδευόμενες συχνά από βίαιες συμπεριφορές.
Μετά τον θάνατό της μητέρας του το 1897, ο Νίτσε έζησε στη Βαϊμάρη μαζί με την αδελφή του. Το καλοκαίρι του 1898 υπέστη ελαφρύ εγκεφαλικό που οδήγησε στην επιδείνωση της κατάστασής του. Τον επόμενο χρόνο ακολούθησε ένα ακόμα σοβαρότερο εγκεφαλικό επεισόδιο και στις 25 Αυγούστου 1900 πέθανε από πνευμονία. Τα συμπτώματά του οδήγησαν στο συμπέρασμα πως η ασθένειά του ήταν συφιλιδική (αυτή ήταν η αρχική διάγνωση στις κλινικές της Βασιλείας και της Ιένας), ωστόσο παραμένουν αδιευκρίνιστα τα ακριβή αίτια της διαταραχής του. Η ταφή του έγινε στο κοιμητήριο της ιδιαίτερης πατρίδας του, Ραίκεν και ακολουθήθηκε η παραδοσιακή λουθηρανική τελετουργία, σύμφωνα με επιθυμία της αδελφής του.
Ο Αδόλφος Χίτλερ πάτησε πάνω στα νιτσεϊκά έργα για να οικοδομήσει τη θεωρία του εθνικοσοσιαλισμού ή ναζισμού. Το πρότυπο της Αρείας φυλής βασίστηκε πάνω στον
Υπεράνθρωπο (Τάδε έφη Ζαρατούστρα), το σημαντικότερο ίσως έργο του Νίτσε. Ο Νίτσε όμως, καθώς φαίνεται και μέσα από τα έργα του, υπήρξε δριμύτατος επικριτής τόσο των εθνικιστικών, όσο και κάθε αντισημιτικών τάσεων. Ο Ζαρατούστρα είναι η υπέρβαση του ανθρώπου προς το ανθρωπινότερο και όχι προς το απανθρωπότερο. Εξάλλου και ο ίδιος ο Nietzsche προέβλεψε ότι τα έργα του θα παρερμηνευτούν και ότι δύσκολα θα υπάρξει κάποιος που θα τα κατανοήσει σε βάθος. Ο ίδιος θα πει: «Αυτό που κάνουμε δεν το καταλαβαίνουν ποτέ, μα μονάχα το επαινούν ή το κατηγορούν».
Όταν πέθανε στα 1900 όμως, μόνος και τρελός, είχε την πεποίθηση ότι δεν πρόφτασε να ολοκληρώσει το φιλοσοφικό του έργο. Αυτά που είπε στους ανθρώπους τα παρομοίαζε με πρωτόγνωρα λόγια του ανέμου, με πρωτόγνωρα και γνήσια τραγούδια κάποιου βραχνού χωριάτη. Ήταν ριζωμένη βαθιά στη συνείδησή του η αδυναμία κατανόησης των «ασμάτων» του από τους άλλους: "Αυτά που θα ακούσετε, θα είναι τουλάχιστον καινούργια. Κι αν δεν το καταλαβαίνετε, αν δεν καταλαβαίνετε τον τραγουδιστή, τόσο το χειρότερο! Μη δεν είναι αυτός ο κλήρος του; Μη δεν είναι αυτό που ονομάσανε 'Κατάρα του Τροβαδούρου';"
Δεν πρόφτασε να χτίσει εκείνη τη γέφυρα που πάντα επιθυμούσε, από τον άνθρωπο στον Υπεράνθρωπο. Οι προσδοκίες του όμως από το ανθρώπινο είδος δε σταμάτησαν ποτέ να είναι μεγάλες. Όταν ρωτήθηκε για το τι είναι αυτό που αγαπάει στους άλλους, απάντησε: «Τις ελπίδες μου».
Λόγια του Φρίντριχ Νίτσε
  * «Ένας δυνατός και συγκροτημένος άνθρωπος χωνεύει τις εμπειρίες του, όπως και τα επιτεύγματα και τα παραπτώματά του, όπως χωνεύει το κρέας, ακόμα κι όταν αναγκάζεται να καταπιεί μερικά σκληρά κομμάτια.» 
  * «Η κοιλιά είναι ο λόγος για τον οποίο ο άνθρωπος δεν νομίζει εύκολα πως είναι θεός» 
  * «Όταν χαιρετώ έναν θρησκομανή, αισθάνομαι την ανάγκη να πλύνω τα χέρια μου.»  
  * «Το χρυσό θηκάρι της συμπόνιας κρύβει κάποτε το λεπίδι της ζηλοφθονίας.» 
  * «Δύο πράγματα θέλει ο άντρας, κινδύνους και παιχνίδια. Γι' αυτό ζητάει τη γυναίκα, γιατί είναι το πιο επικίνδυνο παιχνίδι.» 
  * «Μια μικρή εκδίκηση είναι ανθρωπινότερη από καθόλου εκδίκηση.» 
  * «Ο άντρας πρέπει να είναι γυμνασμένος για τον πόλεμο και η γυναίκα για το ξεκούρασμα του πολεμιστή. Όλα τ' άλλα είναι τρέλα.» 
  * «Στο μίσος και στον έρωτα η γυναίκα είναι περισσότερο βάρβαρη από τον άντρα.» 
  * «Ο άνθρωπος είναι ένα σκοινί τεντωμένο ανάμεσα στο ζώο και τον υπεράνθρωπο, ένα σκοινί πάνω από την άβυσσο.» 
  * «Κι αν ακόμα ένας άνθρωπος έχει ακλόνητη πίστη, μπορεί να εμπλακεί στη γοητεία της αμφιβολίας.»
Πηγές: wikipedia, Ελευθεροτυπία, Πάπυρος Λαρούς-Μπριτάννικα
Ανιχνευτής Επικούρειος Πέπος.

O Φρειδερίκος Νίτσε του μηδενισμού και του υπεράνθρωπου Μέρος Πρώτο

Ο Φρειδερίκος Νίτσε (Friedrich Nietzsche) γεννήθηκε το 1844 στο Ρένκεν κοντά στη Λειψία και πέθανε στη Βαϊμάρη το 1900, ήταν δε από τους πιο σημαντικούς Γερμανούς φιλοσόφους αλλά και σπουδαίος φιλόλογος. Αναφέρεται δε συχνά ως ένας από τους πρώτους «υπαρξιστές» φιλοσόφους. Σπούδασε κλασική φιλολογία στη Βόννη και τη Λειψία και καταγόταν από μια βαθιά θρησκευόμενη οικογένεια και προοριζόταν για την επιστήμη της Θεολογίας. Ωστόσο, η πορεία του άλλαξε κατά τα μετεφηβικά του χρόνια με αποτέλεσμα να στραφεί στον χώρο της φιλοσοφίας.
Μόλις στα 25 του χρόνια διορίστηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, στην Ελβετία και από τότε ξεκίνησε το πολύμορφο συγγραφικό του έργο. Ο Νίτσε υπήρξε δριμύτατος επικριτής των κατεστημένων σκέψεων και τάξεων, ιδιαίτερα του Χριστιανισμού. Πληθώρα συγγραμμάτων του γράφτηκαν με οξύ και επιθετικό ύφος, χρησιμοποιώντας ευρέως αφορισμούς. Το φιλοσοφικό του έργο εκτιμήθηκε ιδιαίτερα κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, περίοδο κατά την οποία εδραιώθηκε η θέση του και αναγνωρίστηκε ως ένας από τους μείζονες φιλοσόφους.

Οι προσπάθειές του να ανακαλύψει τα ελατήρια που βρίσκονται κάτω από την παραδοσιακή θρησκεία, την ηθική και τη φιλοσοφία της Δύσης άσκησαν βαθιά επίδραση σε γενεές θεολόγων, φιλοσόφων, ψυχολόγων, ποιητών, μυθιστοριογράφων και δραματουργών.
Αναλογίστηκε τις συνέπειες του θριάμβου της εκκοσμίκευσης του Διαφωτισμού, εκπεφρασμένες με την παρατήρησή του ότι «ο Θεός πέθανε», κατά έναν τρόπο που προσδιόρισε τα θέματα καθημερινής συζήτησης των πιο διάσημων διανοουμένων της Ευρώπης, μετά το θάνατό του το 1900.
Αν και ήταν σφοδρός πολέμιος του εθνικισμού, του αντισημιτισμού και της πολιτικής ισχύος, εν τούτοις ο Χίτλερ και οι εθνικοσοσιαλιστές επικαλέστηκαν αργότερα το όνομά του για να προωθήσουν εκείνα ακριβώς τα πράγματα που απεχθανόταν.
Τα έργα του
Τα έργα του Νίτσε διακρίνονται σε τρεις με ακρίβεια προσδιορισμένες περιόδους. Στα έργα της πρώτης περιόδου κυριαρχεί η ρομαντική αντίληψη με επιδράσεις του Σοπενχάουερ και του Βάγκνερ.
Τα έργα της δεύτερης περιόδου ανακλούν την παράδοση των Γάλλων αφοριστών. Τα έργα αυτά, στα οποία ο Νίτσε πλέκει το εγκώμιο της λογικής και της επιστήμης και πειραματίζεται με τα φιλολογικά είδη, εκφράζουν την χειραφέτησή του από τον νεανικό του ρομαντισμό και της επιδράσεις του Σόπενχαουερ και του Βάγκνερ.
Στα έργα της ωριμότητάς του ο Νίτσε ασχολήθηκε με το πρόβλημα της καταγωγής και της λειτουργίας των αξιών στην ανθρώπινη ζωή. Εφόσον, κατά τον Νίτσε, η ζωή παρά το γεγονός ότι ούτε διαθέτει ούτε στερείται αξίας εγγενών, αποτελεί πάντοτε αντικείμενο κριτικών εκτιμήσεων, τότε οι εκτιμήσεις αυτές δεν μπορούν να αναγνωστούν παρά ως συμπτώματα της κατάστασης εκείνου ο οποίος διατυπώνει τις εκτιμήσεις.
Κατά συνέπεια, ο Νίτσε προχώρησε σε μία κατά βάθος ανάλυση και εκτίμηση των θεμελιωδών πολιτιστικών αξιών της φιλοσοφίας, της θρησκείας και της ηθικής της Δύσης και κατέληξε να τις χαρακτηρίσει ως εκφράσεις του ασκητικού ιδεώδους.
To ασκητικό ιδεώδες προκύπτει, όταν ο πόνος προσλαμβάνει την έννοια τού υπέρτατου νοήματος. Κατά τον Νίτσε, ο ιουδαϊκο-χριστιανικός πολιτισμός, π.χ., οδήγησε στην αποδοχή τού πόνου, ερμηνεύοντας τον ως πρόθεση τού Θεού και ως αφορμή για εξιλέωση. O θρίαμβος τού χριστιανισμού, κατά συνέπειαν, οφείλεται στο εξωραϊσμένο δόγμα της προσωπικής αθανασίας, δηλαδή στην υπερφίαλη άποψη ότι η ζωή και ο θάνατος κάθε ανθρώπου έχουν κοσμική σημασία. Κατά τον ίδιο τρόπο, η παραδοσιακή φιλοσοφία εξέφρασε το ασκητικό ιδεώδες δίνοντας το προβάδισμα στην ψυχή έναντι τού σώματος, στον νου έναντι των αισθήσεων, στο καθήκον έναντι της επιθυμίας, στο πραγματικό έναντι τού φαινομενικού, στο αιώνιο έναντι τού πρόσκαιρου.
O χριστιανισμός υποσχόταν την σωτηρία τού αμαρτωλού ο οποίος μετανοεί, ενώ παράλληλα η φιλοσοφία προσέφερε την ελπίδα της σωτηρίας, έστω και εγκόσμιας, για τους σοφούς της. Κοινό στοιχείο της παραδοσιακής θρησκείας και φιλοσοφίας ήταν η υπόθεση, η οποία δεν διατυπώνεται ξεκάθαρα,αλλά παρέχει ισχυρό κίνητρο, ότι η ύπαρξη χρειάζεται αιτιολόγηση, δικαίωση ή εξιλέωση. Τόσο η θρησκεία όσο και η φιλοσοφία εκφράζονταν εις βάρος της εμπειρίας και υπέρ κάποιου άλλου «αληθινού» κόσμου. Και οι δύο μπορούν να θεωρηθούν ως συμπτώματα μιας ζωής παρηκμασμένης, εξαθλιωμένης.
H κριτική τού Νίτσε προς την παραδοσιακή ηθική επικεντρώθηκε στην τυπολογία τής ηθικής τού «κυρίου» και τού «δούλου». Ο Νίτσε υποστήριξε ότι η διάκριση μεταξύ καλού και κακού είχε αρχικά περιγραφικό χαρακτήρα, ήταν δηλαδή μία μή ηθικής φύσεως αναφορά στους προνομιούχους, στους «κυρίους», σε αντίθεση με εκείνους που ήταν κατώτεροι, τους «δούλους».
H αντίθεση καλό-ηθικώς κακό προέκυψε, όταν οι δούλοι εκδικήθηκαν μετατρέποντας τα διακριτικά γνωρίσματα των κυρίων σε ηθικά ελαττώματα. Εάν οι προνομιούχοι, οι «καλοί», ήταν ισχυροί, θεωρήθηκε ότι οι ταπεινοί θα κληρονομήσουν την γη. H υπερηφάνεια θεωρήθηκε αμαρτία. H ευσπλαχνία, η ταπεινοφροσύνη και η υπακοή αντικατέστησαν τον ανταγωνισμό, την υπερηφάνεια και το αυτεξούσιο. To αποφασιστικό επιχείρημα το οποίο οδήγησε στην επικράτηση της ηθικής τού δούλου ήταν ο ισχυρισμός ότι αυτή ήταν η μόνη αληθινή ηθική. Αυτή η επιμονή στο απόλυτο αποτελεί ουσιώδες στοιχείο τόσο της φιλοσοφικής όσο και της θρησκευτικής ηθικής. O Νίτσε, παρ' όλο που έδωσε την ιστορική γενεαλογία της ηθικής τού κυρίου και τού δούλου, υποστήριξε ότι επρόκειτο για μιαν ανιστορική τυπολογία χαρακτηριστικών τα οποία ενυπάρχουν σε κάθε άνθρωπο.
Το νιτσεϊκό έργο ήταν μια κραυγή μέσα στη βαθιά νύχτα των ανθρώπων. Ο ίδιος παρατηρούσε πως για να σε ακούσει κάποιος πρέπει να του σπάσεις τα αυτιά. Γι αυτό άλλωστε και πολλές φορές βρίσκουμε στα έργα του έκδηλη την περιφρόνηση για πρόσωπα και πράγματα. Δεν ήταν κακία ή μικρότητα, αλλά μια φωνή που ήθελε σφοδρά να ακουστεί στα αυτιά και τις συνειδήσεις όλων.
Ο Νίτσε κάποτε έγραψε ότι μερικοί άνθρωποι γεννιούνται μετά το θάνατό τους και αυτό ασφαλώς ισχύει στην περίπτωσή του. Η ιστορία της φιλοσοφίας, της θεολογίας και της ψυχολογίας του 20ου αιώνα δεν νοείται χωρίς αυτόν.
Περνώντας στη θεωρία του Νίτσε, πρέπει να πούμε πως γι' αυτόν η θέληση για δύναμη είναι η μόνη δύναμη πάνω στη γη, αυτή που κινεί όλα τα όντα και τα κάνει να αλληλοσυγκρούονται, να συνδυάζονται, να ενώνονται, να ανακατεύονται αέναα. Όπως λέει ο ίδιος στο Πέρα από το καλό και το κακό, «η ζωή είναι κατ' ουσίαν ιδιοποίηση, παράβλαψη, καθυπόταξη του ξένου και του ανίσχυρου, καταπίεση, σκληρότητα, εκμετάλλευση. δηλαδή θέληση για δύναμη».
Επειδή τα όντα δεν έχουν την ίδια δύναμη (δεν είναι ίσα), ο κόσμος είναι μια τάξη ιεραρχίας από το ανώτερο στο κατώτερο, μια τάξη όμως ρευστή και επιδεχόμενη συνεχείς αμφισβητήσεις και ανακατατάξεις. Στην κορυφή της πυραμίδας αυτών των θελήσεων για δύναμη βρίσκεται φυσικά ο άνθρωπος, ο οποίος έχει επιβάλλει και θα επιβάλλει πάντα την εξουσία του πάνω στη φύση και στους ομοίους του. Αυτό που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις είναι ο ανταγωνισμός (ο αρχαίος ελληνικός αγών, αυτό που δεν άφηνε τον Θεμιστοκλή να κοιμηθεί όταν σκεφτόταν «το του Μιλτιάδου τρόπαιον»). Ας θυμηθούμε στο σημείο αυτό ότι ενώ πολλοί θεωρούν τον οστρακισμό που λάμβανε χώρα στην αρχαία Αθήνα εκμηδένιση του ατόμου, αντίθετα, ο Νίτσε υποστηρίζει ότι ο θεσμός του οστρακισμού ήταν θετικός: όταν ένα άτομο ξεπερνάει όλα τα άλλα, παραμερίζεται από την κοινότητα «προκειμένου να ξαναρχίσει το παιχνίδι των ανταγωνιζόμενων δυνάμεων».
Για τον Νίτσε, η πιο ισχυρή θέληση για δύναμη είναι η πιο πνευματική, δηλαδή εκείνη που χαρακτηρίζει τους «μεγάλους εφευρέτες καινούργιων αξιών» ή δημιουργούς. Τέτοιοι άνθρωποι προβαίνουν, μαζί με τους μαθητές/οπαδούς τους, σε καινούργιες αξιολογήσεις των ανθρώπινων αξιών, ιδεών και πραγμάτων και έτσι προτείνουν ένα καινούργιο «αγαθό» για την πλειονότητα των ανθρώπων (για τον λαό), αναπόσπαστο από έναν πίνακα «υπερνικήσεων», δηλαδή έναν πίνακα που περιέχει όλα εκείνα που πρέπει να ξεπεραστούν τη δεδομένη στιγμή.
Οι δημιουργοί μπορούν να εκφράζουν μια «θετική» ή μια «αρνητική» θέληση για δύναμη. Θετική είναι κάθε θέληση για δύναμη που είναι καταφατική προς τη ζωή, που «ευλογεί τα πράγματα και τον άνθρωπο», και αρνητική κάθε θέληση για δύναμη που δεν σέβεται, δεν εκτιμά και δεν αναδεικνύει την αξία της ζωής.
Για παράδειγμα, ο χριστιανισμός, η πανίσχυρη αυτή θρησκεία, υποτιμά και δυσφημεί τη ζωή και τον κόσμο εδώ κάτω εν ονόματι ενός «επέκεινα», ενός άλλου κόσμου τιμωρίας ή ανταμοιβής (κόλαση και παράδεισος). Με τις έννοιες της αμαρτίας και της τιμωρίας ταπεινώνει και κουτσουρεύει το ανθρώπινο σώμα και πνεύμα. Με τον χριστιανισμό ανεβαίνουν στην εξουσία οι αδύναμοι, οι αρνητές της ζωής. Ο Χριστός ήταν βέβαια ένας μεγάλος δημιουργός, εξέφρασε όμως την ηθική και επέβαλε την κυριαρχία των «αδύναμων», των «δούλων», δηλαδή των αρνητών της ζωής.
Ο μηδενισμός του Νίτσε
Με τον όρο «μηδενισμό» ο Νίτσε περιέγραφε τον υποβιβασμό των υψηλών αξιών, τις οποίες είχε θέσει με αξιωματικό τρόπο το ασκητικό ιδεώδες. Πίστευε ότι η εποχή που ζούσε ήταν μία εποχή παθητικού μηδενισμού, δηλαδή μία εποχή η οποία δεν είχε αντιληφθεί ότι τα θεωρούμενα από τη θρησκεία και τη φιλοσοφία ως απόλυτα είχαν αποσυντεθεί με την εμφάνιση του θετικισμού του 19ου αιώνα.
Με την κατάρρευση των μεταφυσικών και θεολογικών βάσεων και θέσφατων της παραδοσιακής ηθικής, εκείνο που θα απέμενε ήταν μία διάχυτη αίσθηση έλλειψης σκοπού και νοήματος. Και η επικράτηση της επίγνωσης έλλειψης νοήματος σήμαινε τον θρίαμβο του μηδενισμού: «Ο Θεός είναι νεκρός».
Μιλώντας για την εποχή του, την εποχή της Δύσης του 19ου αιώνα, ο Νίτσε υποστηρίζει πως είναι παρακμιακή, μηδενιστική, εποχή της κυριαρχίας των αδύναμων και της αρνητικής θέλησης για δύναμη. Το κοινωνικό πρόταγμά του είναι να επικρατήσει πάλι, όπως συνέβη πολλές φορές στην ιστορία, η θετική θέληση για δύναμη, η θέληση για δύναμη των δυνατών. (Το «πάλι» διασώζει ώς ένα βαθμό τον Νίτσε από την κατηγορία ότι προσβλέπει κι αυτός σε μια μελλοντική «τέλεια» κοινωνία.) Παρόλο που διατείνεται πως είναι αμοραλιστής και βρίσκεται «πέρα από το καλό και το κακό», θέλει την εγκαθίδρυση μιας καινούργιας ηθικής, που θα στηρίζεται στην επαναξιολόγηση όλων των δεδομένων μέχρι τώρα αξιών. Το ζητούμενο είναι να βρεθούν οι δημιουργοί, εκείνη η ελίτ που θα προωθήσει και θα επιβάλλει μέσα από ένα νικηφόρο αγώνα έναν τέτοιο σκοπό. Είναι ολοφάνερο ότι ο Νίτσε διαφοροποιείται ευθέως από οποιοδήποτε σοσιαλιστικό ή αναρχικό όραμα μιας μελλοντικής κοινωνίας, η οποία θα ερείδεται κυρίως στη συνεργασία και στην αλληλοβοήθεια ίσων ατόμων.
Επιπλέον, ακόμη κι αν νικήσει η θετική θέληση για δύναμη, η κυριαρχία της δεν μπορεί παρά να είναι προσωρινή, όπως διδάσκει η νιτσεϊκή θεωρία της αιώνιας επιστροφής όλων των πραγμάτων -μια δυσνόητη και νεφελώδης θεωρία με την οποία δεν μπορώ να ασχοληθώ εδώ παραπάνω.
Επιγραμματικά, ο μηδενιστικός χαρακτήρας της σύγχρονης εποχής φαίνεται για τον Νίτσε α) από την κυριαρχία του κράτους και των ψεύτικων και παραπλανητικών ιδεωδών της ισότητας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, καθώς και των γελοίων τυπικών ενσαρκώσεών τους (η ισότητα π.χ. δεν είναι παρά ισότητα έναντι του νόμου και στηρίζεται στην οικονομική και κοινωνική ανισότητα), β) από την κυριαρχία της θρησκείας και των πάσης φύσεως ασφυκτικών και αποστερητικών ιδεολογιών, γ) από την παντοδυναμία του πνεύματος του καπιταλισμού ή του «μικρέμπορου», όπως έλεγε ο ίδιος, με τις αξίες του τού πλουτισμού, της ακατάπαυστης και μηχανικής εργασίας, της επιβεβλημένης σχόλης, του ζωώδους καταναλωτισμού και ηδονισμού.
Όλα τα παραπάνω σε καμιά περίπτωση όμως δεν αυτοαποκαλούνται «μηδενισμός», αλλά αυτοπαρουσιάζονται ως πρόοδος και συνεχής βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι για τον Νίτσε αντιπροσωπεύουν τον «κρυφό», αλλά πανίσχυρο, μηδενισμό -αν και ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι δικός του.
Στον «φανερό», τώρα, μηδενισμό ανήκουν όλες εκείνες οι ιδεολογίες και οι φιλοσοφίες που ισχυρίζονται απερίφραστα ότι τίποτε δεν αξίζει, ότι η ζωή είναι μια σειρά επαναλαμβανόμενων κύκλων δίχως νόημα, ότι όλα κανονίζονται, όπως έλεγε π.χ. ο γερμανός φιλόσοφος Άρτουρ Σοπενάουερ, από μια ανώτερη δύναμη, μια «θέληση», που θα μείνει για πάντα άγνωστη στον άνθρωπο.
Ο Νίτσε ζητά λοιπόν μια πνευματική επανάσταση που θα επιφέρει την κυριαρχία της θετικής θέλησης για δύναμη, την οποία αντιπροσωπεύουν οι «δυνατοί». Ωστόσο, τόσο αυτή η σύλληψη για την επανάσταση όσο και η θέληση για δύναμη και το δυαδικό σχήμα «κατάφαση στη ζωή» και «άρνηση της ζωής» παραμένουν για μένα εξαιρετικά προβληματικά, όπως άλλωστε και το αντιδιαφωτιστικό μένος του Νίτσε -με την παντελή απαξίωση της ισότητας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Είναι όμως αναπόφευκτο να ισοδυναμεί η δύναμη με την επιβολή της κυριαρχίας, δηλαδή την ανισότητα και την ανελευθερία; Με άλλα λόγια, γιατί να μη συμβαδίζει η διαφορά στη δύναμη με μια θεσμισμένη ισότητα και ελευθερία; (Με τη λέξη δύναμη δεν εννοώ φυσικά καμιά μορφή κοινωνικής, οικονομικής κτλ. δύναμης.)
O Νίτσε πίστευε όμως ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να αποδεχθούν την απώλεια τού  ασκητικού ιδεώδους και την έλλειψη εγγενούς νοήματος στην ύπαρξη, αλλά θα επιδίωκαν να αντικαταστήσουν τις απόλυτες  αξίες, ώστε  να προσδώσουν νόημα στην ζωή. Πίστευε ότι ο εθνικισμός, ο οποίος είχε αρχίσει να αναδύεται στην εποχή του, αποτέλεσε ένα τέτοιο επικίνδυνο υποκατάστατο τού θεού, όπου το έθνος-κράτος θα επενδυόταν με υπερβατική αξία και υπερβατικό σκοπό.
Κατά τον Νίτσε, ακριβώς όπως η φιλοσοφία και η θρησκεία είχαν εκφραστεί μέσω απόλυτων δογμάτων, η απολυτότητα εκφραζόταν   με ιεραποστολική θέρμη και ζήλο  και στο έθνος-κράτος. Θα εξακολουθούσε η αυταπάτη, ο σφαγιασμός των αντιπάλων και η κατάκτηση της γης, κάτω από την σημαία της παγκόσμιας  αδελφοσύνης,  της δημοκρατίας   και  τού   σοσιαλισμού. Στο σημείο αυτό η πρόγνωση τού Νίτσε είναι εξαιρετικά οδυνηρή, γιατί κάνει   ιδιαίτερα   αποκρουστικό   τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε αργότερα η θεωρία του. Λογουχάρη, δύο βιβλία είχαν μόνιμα την θέση τους   στα  σακίδια  των   Γερμανών στρατιωτών κατά τον A' Παγκόσμιο πόλεμο: το Τάδε έφη Ζαρατούστρα και το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο. Είναι δύσκολο να πει κανείς  ποιος  από τους δύο συγγραφείς κηλιδώθηκε περισσότερο από αυτή την χρήση.
O Νίτσε θεωρούσε τα γραπτά του ως μάχες με τον μηδενισμό. Εκτός από την κριτική που ασκούσε στη θρησκεία, την φιλοσοφία και την ηθική, ανέπτυξε πρωτότυπες θέσεις, οι οποίες μελετήθηκαν με μεγάλο ενδιαφέρον, όπως ο προοπτισμός, η βούληση για δύναμη, η αιώνια επιστροφή και ο υπεράνθρωπος.