Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

2.4.17

Παρίσι: Η πόλη του ερωτικού τραγουδιού. Η επιλογή έγινε από τον ερωτευμένο με το Παρίσι Επικούρειο Πέπο.

Το Παρίσι ταυτίσθηκε ειδικά κατά την προπολεμική περίοδο, με τον ερωτισμό και τα τραγούδια αγάπης. Κι αυτή η φήμη εξακολουθεί μέχρι και σήμερα, καθώς όποιος το επισκέπτεται δεν παραλείπει και μια βόλτα από τα καφενεία που βρίσκονται σκορπισμένα στα σοκάκια του. Η χρυσή περίοδος του Γαλλικού ερωτικού τραγουδιού, ταυτίσθηκε με την δεκαετία του ’30. Το εύρισκε κάποιος σε αφθονία στα λαϊκά καμπαρέ της Μονμάρτης, όπως στον «Μαύρο Γάτο», στο Καρτιέ Λατέν, σε συνοικιακούς δρόμους, σε απόμερες πλατείες, όπου κυρίως τις νυχτερινές ώρες εγκαθίστονταν υπαίθριες ορχήστρες και τραγουδιστές με βραχνή φωνή. Ο θρύλος όμως δημιουργήθηκε από τα παλιά καμπαρέ, που είχαν πολύ φθηνό εισιτήριο και η λαϊκή τάξη μπορούσε να τα επισκεφθεί χωρίς να ματώσει. Δεν υπήρχε Παρισινός που τουλάχιστον μια φορά τον μήνα να μην κάνει επίσκεψη σε κάποιο καμπαρέ.

Τα ερωτικά τραγούδια συνοδεύονταν κυρίως από ένα πιάνο, τα φώτα χαμήλωναν μέχρι λίγο πριν σβήσουν τελείως και τότε εμφανίζονταν ο τραγουδιστής ή η τραγουδίστρια. Πολλά τραγούδια ακούγονταν σαν προσευχές, τόσο χαμηλά! Όμως η επιτυχία του ερωτικού τραγουδιού, δεν οφείλονταν μόνο στα καμπαρέ ή στα νυχτερινά κέντρα γενικότερα, αλλά και στην ίδια την πόλη. Κάθε βράδυ, κυρίως τις Κυριακές, υπαίθριοι μουσικοί, έπαιζαν εκεί που κανείς δεν τους περίμενε. Αυτές οι ορχήστρες όμως σε αντίθεση με τις άλλες των καμπαρέ, αντί για πιάνο, αποτελούνταν από ένα κλαρίνο, μια φυσαρμόνικα και ένα δύο έγχορδα. Πολύ πριν ανακαλυφθούν τα ηλεκτρικά ηχεία, οι τραγουδιστές χρησιμοποιούσαν ένα ειδικό χωνί ώστε να επιβάλλουν τη φωνή τους στον θόρυβο του δρόμου. Αυτές τις υπαίθριες παραστάσεις οι ντόπιοι τις ονόμαζαν «κουλέρ λοκάλ» και αποτελούσαν ατραξιόν για τους τουρίστες του Παρισιού. Με ένα δύο ευρώ ως ανταμοιβή τραγουδούν ολόκληρα τραγούδια! Παλαιότερα εκτός από τους στάσιμους, υπήρχαν και οι υπαίθριοι μουσικοί, που περιδιάβαιναν κυρίως τις λαϊκότερες συνοικίες και στο άκουσμα των ερωτικών τους τραγουδιών, οι κάτοικοι πετούσαν νομίσματα ως ανταμοιβή. Η φρίκη και η τραγωδία του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, εξαφάνισαν πολλές από τις εικόνες αυτές. Όμως στο πέρασμα του χρόνου, οι κακές αναμνήσεις χάθηκαν και η χρυσή εποχή του Παρισιού φαίνεται ότι αναβιώνει ξανά.
Πηγή:  Ωδείο Όπερα Αθηνών
Ανιχνευτής ο Ερωτευμένος Poof.

30.3.17

Γιάννης Μαρκόπουλος: ο συνθέτης της επιστροφής στις ρίζες. Η επιλογή έγινε από τον Επικούρειο Πέπο.

Ο Γιάννης Μαρκόπουλος ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες γεννήθηκε στις 18 Μαρτίου 1939 στο Ηράκλειο της Κρήτης, από γονείς παλαιών οικογενειών του νησιού. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Ιεράπετρα. Εκεί, στο ωδείο της παραλιακής αυτής πόλης, παίρνει τα πρώτα του μουσικά μαθήματα στη θεωρία και στο βιολί. Οι πρώτες του επιδράσεις προέρχονται από την τοπική μουσική με τους γρήγορους χορούς και τα επαναλαμβανόμενα μικρά μοτίβα τους, από τη κλασική μουσική, καθώς και από τη μουσική της ευρύτερης ανατολικής Μεσογείου – και ιδιαίτερα της κοντινής Αιγύπτου.

Το 1956 συνεχίζει τις μουσικές σπουδές του στο Ωδείο Αθηνών, με τον συνθέτη Γεώργιο Σκλάβο και τον καθηγητή του βιολιού Joseph Bustidui. Την ίδια εποχή εισάγεται στο Πάντειο Πανεπιστήμιο για κοινωνικές και φιλοσοφικές σπουδές, ενώ παράλληλα συνθέτει για το θέατρο, τον κινηματογράφο και το χορό. Το 1963 βραβεύεται για την μουσική του στις Μικρές Αφροδίτες του Νίκου Κούνδουρου από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, και τον ίδιο χρόνο ανεβαίνουν από νέα χορευτικά σύνολα τα μουσικά του έργα Θησέας (χορόδραμα), Χιροσίμα (σουίτα μπαλέτου) και τα Τρία σκίτσα για χορό.
Το 1967 επιβάλλεται στην Ελλάδα η δικτατορία και ο Γιάννης Μαρκόπουλος αναχωρεί στο Λονδίνο. Εκεί εμπλουτίζει τις μουσικές του γνώσεις με την Αγγλίδα συνθέτρια Elisabeth Lutyens. Επίσης συνθέτει την κοσμική καντάτα Ήλιος ο πρώτος, σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη (που τιμάται με το βραβείο Νόμπελ το 1979), και τη μουσική για τη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη (για το Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν). Παράλληλα ολοκληρώνει τη μουσική τελετή Ιδού ο Νυμφίος, έργο που κρατά ανέκδοτο, εκτός ενός τμήματος, του περίφημου Ζάβαρα-κάτρα-νέμια, που αποτελεί ένα τα πιο διάσημα κομμάτια του. Την ίδια περίοδο γνωρίζεται με τους συνθέτες Ιάννη Ξενάκη και Γιάννη Χρήστου και έρχεται σε επαφή με τα πλέον πρωτοποριακά μουσικά έργα.
Το 1969 επιστρέφει στην Αθήνα για να συμβάλει με τα έργα του στην πορεία για την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Δημιουργεί μια νέα κίνηση για την τέχνη και τη χρησιμότητά της και αναζητεί την βαθύτερη ενότητα του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό του περιβάλλον.
Με την είσοδο της δεκαετίας του ’70, υλοποιεί το μουσικό του όραμα: καταθέτει μουσικά έργα που χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους ως νέα πρόταση και τομή για τη μέχρι τότε ελληνική μουσική πραγματικότητα· έργα με ενότητα της αισθητικής και της φιλοσοφικής άποψης του συνθέτη ως προς τις θεμελιακές αρχές τους, με το καθένα όμως από αυτά να είναι διαφορετικό. Ιδρύει ένα νέο και ιδιόμορφο ορχηστικό σχήμα, καθιερώνοντας, με τις συνθέσεις του, την ουσία της μουσικής συμβίωσης και τους συσχετισμούς έκφρασης μεταξύ συμφωνικών και τοπικών οργάνων, μέσω του μελωδικού και ρυθμικού του ορίζοντα, των αρμονικών του δομών και των ηχοχρωμάτων της διάφανης ενορχήστρωσής του. Μ

Παράλληλα, προτείνει εμφατικά την «Επιστροφή στις Ρίζες», εννοώντας τον «σχεδιασμό του μέλλοντος, με ενδοσκόπηση, μελέτη και πλησίασμα των άφθαρτων πηγών της ζωντανής τέχνης του κόσμου και επιλεγμένες σύγχρονες πληροφορίες τέχνης». Η πρότασή του αυτή παίρνει τις διαστάσεις ενός κινήματος τέχνης.
Λίγο αργότερα παρουσιάζει τα έργα του στη μπουάτ "Κύτταρο", με νέους τραγουδιστές και μουσικούς. Διδάσκει τον τρόπο της ερμηνείας της μουσικής και των τραγουδιών του, στην αισθητική κατεύθυνση που πάντοτε επιζητούσε. Μαζί με τα θεατρικά στιγμιότυπα και τον εικαστικό διάκοσμο στήνει μια πολύτροπη μουσική παράσταση. Διανοούμενοι και φοιτητές γεμίζουν καθημερινά τους χώρους της δραστηριότητάς του, παρά τα εμπόδια της τότε εξουσίας. Τα τραγούδια του, όπως οι Οχτροί, τα Λόγια και τα χρόνια, τα Χίλια μύρια κύματα, η Λένγκω (Ελλάδα), ο Γίγαντας, το Κάτω στης Μαργαρίτας το αλωνάκι, το Καφενείον η Ελλάς, το Ο τόπος μας είναι κλειστός, τα Παραπονεμένα λόγια, το Μιλώ για τα παιδιά μου και πολλά άλλα, γίνονται σύμβολα και μύθοι. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει με τα μουσικά του έργα Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Ο Στράτης ο Θαλασσινός ανάμεσα στους Αγάπανθους, Ήλιος ο Πρώτος, Χρονικό, Ιθαγένεια, Οροπέδιο, Θητεία και Μετανάστες – σε ποίηση και στίχους Σολωμού, Σεφέρη, Ελύτη, Κ.Χ. Μύρη, Μιχ. Κατσαρού, Ελευθερίου, Σκούρτη, Θεοδωρίδη αλλά και δικούς του.
Το 1976 συνθέτει τη μουσική για την τηλεοπτική σειρά του ΒΒC Who pays the Ferryman?, και η επιτυχία του μουσικού θέματος παραμένει στην κορυφή του βρετανικού Hit-Parade για μήνες, ενώ κάνει τον συνθέτη διεθνώς γνωστό.
Στα επόμενα χρόνια η δημοφιλία αυτή εκφράζεται με πολλές μετακλήσεις για συναυλίες, και ο Μαρκόπουλος πραγματοποιεί αλλεπάλληλα ταξίδια ανά τον κόσμο. Επισκέπτεται διαδοχικά, δίνοντας συναυλίες με τα έργα του, τη Νέα Υόρκη, τη Φιλαδέλφεια, το Σικάγο, το Σαν Φρανσίσκο, το Τορόντο, το Μόντρεαλ, τη Στοκχόλμη, το Άμστερνταμ, τη Νάπολη, το Παρίσι, το Βερολίνο, το Μόναχο, τη Φρανκφούρτη, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο καθώς και διάφορες πόλεις της Ρωσίας και της Αυστραλίας.
Στην καλλιτεχνική του παραγωγή, βέβαια, σημαντική θέση έχει η μουσική του για το θέατρο και τον κινηματογράφο: μουσική για έργα του Ευριπίδη, του Αριστοφάνη, του Μενάνδρου, του Σαίξπηρ, του Τσέχωφ, του Μπέκετ αλλά και σύγχρονων Ελλήνων δραματουργών, και για ταινίες του Κούνδουρου, του Ντασέν, του Κοσμάτου, του Μανουσάκη, του Σκαλενάκη, του Γρηγορίου και άλλων.
Πηγή:wordpress.gr

26.3.17

Η μαύρη σελίδα της επανάστασης, η 25η Μαρτίου 1821 μια μέρα που δεν συνέβη στην πραγματικότητα τίποτε, ο μύθος του "κρυφού σχολειού" και ο ρόλος της επίσημης εκκλησίας στον ξεσηκωμό των Ελλήνων

Σχεδόν 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, και ενώ οι ερευνητές της ιστορίας έχουν καταφέρει να φωτίσουν με τεκμήρια πολλά από τα μέχρι πρότινος "σκοτεινά" γεγονότα εκείνης της περιόδου, δυστυχώς, πολλοί αρέσκονται ακόμη και σήμερα στην αναπαραγωγή μύθων, στερεοτύπων και συναισθηματικά φορτισμένων ιστοριών που δημιουργήθηκαν (και μάλλον ορθά θα έλεγε κανείς) για να διαμορφώσουν και να στηρίξουν την εθνική συνείδηση σε ένα νεοσύστατο κράτος.

Η ανάγκη αυτή σήμερα δεν υπάρχει, για αυτό, και πρέπει να στραφούμε στην αναζήτηση της αλήθειας. Βέβαια, η αναπαραγωγή μύθων είναι μάλλον βέβαιο ότι θα συνεχιστεί είτε από αμάθεια, είτε από αφέλεια, είτε σκόπιμα προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών πολιτικών και ιδεολογικών σκοπιμοτήτων.

Το NEWS247, με αφορμή της επέτειο της 25ης Μαρτίου, επικοινώνησε με την Καθηγήτρια Ιστορίας κα. Μαρία Ευθυμίου προσπαθώντας να μάθει μερικές από τις ιστορικές αλήθειες της Επανάστασης που εδώ και χρόνια διδάσκει τους φοιτητές της στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά στα σχολικά βιβλία της Μέσης Εκπαίδευσης περνάνε στα ψιλά. Σημαντική είναι η ανάλυση για την πιο "μαύρη σελίδα" της Επανάστασης και το πώς καθόρισε την έκβαση του αγώνα. Αλλά ας ξεκινήσουμε από τα απλά.

Τι έγινε στις 25 Μαρτίου του 1821;

"Εκείνη την ημέρα δεν έγινε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός. Δηλαδή ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν σήκωσε κάποιο λάβαρο με το οποίο και να ξεκίνησε η Επανάσταση. Άλλωστε κάτι τέτοιο δε το αναφέρει ούτε ο ίδιος στα Απομνημονεύματά του. Η Επανάσταση είχε ξεκινήσει ήδη από τις 14 Μαρτίου  στα Καλάβρυτα (με τη δολοφονία Οθωμανών φοροεισπρακτόρων) και, λίγο αργότερα, στην Πάτρα και την Καλαμάτα. Μέχρι τις 30 Μαρτίου είχε ξεσπάσει στα περισσότερα σημεία.

Η 25η Μαρτίου καθιερώθηκε από τον Βασιλιά  Όθωνα το 1838 ώστε να συμπίπτει με το θρησκευτικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

Πρέπει να πούμε, βέβαια, ότι το Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας όπως και όλη η περιοχή των Καλαβρύτων απετέλεσε, εκείνη την περίοδο, σημείο συναντήσεων, συζητήσεων και ζυμώσεων μεταξύ των οπλαρχηγών και των προυχόντων και παρουσίαζε, ούτως ή άλλως, μεγάλη κινητικότητα. Η 25η Μαρτίου καθιερώθηκε από τον Βασιλιά  Όθωνα το 1838 ώστε να συμπίπτει με το θρησκευτικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Τα περισσότερα από τα παραπάνω είναι ήδη πλέον γνωστά" μας απαντά η κα.Ευθυμίου θέτοντας τη βάση της συζήτησης.

Ποιός ήταν ο ρόλος της επίσημης Εκκλησίας (όχι της θρησκείας) και γιατί για πολλούς είναι αμφιλεγόμενος;

"Είναι αλήθεια ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε', με κείμενό του, αφόρισε την Επανάσταση. Είναι γραπτό κείμενο και δεν αμφισβητείται. Ωστόσο, ο λόγος που το έκανε δεν είναι ξεκάθαρος. Άλλοι θεωρούν ότι το έπραξε  επειδή ο ίδιος πάντα έτσι δρούσε, άλλοι υποστηρίζουν ότι το έκανε από σωφροσύνη για να προστατεύσει τους Έλληνες από τις μαζικές σφαγές στις οποίες προέβη ο σουλτάνος στην Κωνσταντινούπολη και αλλού, λόγω της έναρξης της Επανάστασης.

ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε', με κείμενό του, αφόρισε την Επανάσταση

Όποιος και να είναι ο λόγος, δεν θα τον μάθουμε ποτέ. Βέβαια, πέρα από τον αφορισμό του Πατριάρχη, δεκάδες ιερείς και Επίσκοποι ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας , και όταν η Επανάσταση περιορίστηκε στην Πελοπόννησο στην Στερεά Ελλάδα και στα νησιά, οι ιερωμένοι είχαν σημαντικό ρόλο".

Ένας ακόμη μεγάλος μύθος που συνεχίζει μέχρι τις μέρες μας να αναπαράγεται είναι η ύπαρξη κρυφών σχολείων, όπου εκεί τα παιδιά υποτίθεται ότι μάθαιναν ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας. Υπήρξαν άραγε;

"Δεν υπήρξε κρυφό σχολειό μέχρι και την δεκαετία του 1820. Το θέμα αυτό επιστημονικά έχει λήξει, καθώς δεν έχουν βρεθεί  τεκμήρια που να οδηγούν σε τέτοιο συμπέρασμα. Μάλιστα, τα τελευταία 40 χρόνια δεν αναφέρεται στα σχολικά βιβλία, στα οποία μάλιστα κατονομάζονται τα πολλά  -και, σε κάποιες περιπτώσεις, υψηλού επιπέδου-  ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τον 17ο, 18ο, 19ον αιώνα.

Δεν υπήρξε κρυφό σχολειό μέχρι και την δεκαετία του 1820

Τα σχολεία δεν ήταν κρυφά, ούτε παράνομα και αυτό γιατί η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ασχολήθηκε με τα θέματα της γλώσσας παρά μόνο με τα της θρησκείας, αφού είχε μια θεοκρατική διοίκηση και διοικούσε με βάση το Ισλάμ. Ούτε ενίσχυε, ούτε έκλεινε σχολεία των « απίστων».  Θεωρούσε ότι δεν αφορούσαν την διοίκηση και δεν ασχολούνταν καθόλου με αυτά.  Έτσι λοιπόν σχολεία λειτουργούσαν κανονικά. Σε κάποιες περιπτώσεις ήταν, μάλιστα, καλά εξοπλισμένα, με αίθουσες φυσικής, χημείας και βιβλιοθήκες, σε  περιοχές της σημερινής ελληνικής επικράτειας, της Μ. Ασίας, της Κωνσταντινούπολης, της Βλαχίας και της Μολδαβίας. Αυτό το σκηνικό βέβαια ισχύει μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα καθώς, μετά, τα πράγματα αλλάζουν εξαιτίας των εθνικών συγκρούσεων στην Βαλκανική".

Από τα λεγόμενά σας καταλαβαίνει κανείς πως, παρά τον Οθωμανικό ζυγό, οι Έλληνες απολάμβαναν και ορισμένες ελευθερίες

"Υπήρχαν πράγματι δυνατότητες ελευθερίας σε τοπικό επίπεδο. Υπήρχε τοπική αυτοδιοίκηση. Στα ψηλά βουνά μουσουλμάνοι κάτοικοι δεν υπήρχαν και, έτσι, οι Χριστιανοί ήταν ημι-ανεξάρτητοι. Δηλαδή πλήρωναν ένα φόρο μια φορά το χρόνο και τίποτε άλλο. Το ίδιο συνέβαινε και στα μικρά νησιά, με τη διαφορά ότι οι νησιώτες έπρεπε να στέλνουν και ναύτες για κάποιους μήνες κάθε χρόνο στον Οθωμανικό στόλο, ως ένα είδος φόρου σε εργασία.
Στα ημιορεινά, στις πεδινές περιοχές και στις πόλεις τα πράγματα, όμως, ήταν διαφορετικά. Εκεί, οι "άπιστοι" κατοικούσαν δίπλα σε μουσουλμάνους και έπρεπε να προσέχουν την συμπεριφορά τους καθώς  οι μη μουσουλμάνοι ήταν υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας . Ωστόσο και εκεί η Οθωμανική διοίκηση, μη γνωρίζοντας τους εσωτερικούς θρησκευτικούς κώδικες του καθενός (Εβραίων, Ορθοδόξων, Αρμενίων), άφηνε ένα επίπεδο ελευθερίας ιδίως στην επίλυση των τοπικών διαφορών και δεν ήθελε να αναμιγνύεται σε όλες τις υποθέσεις."
Πάντως, η Οθωμανική Αυτοκρατορία λειτούργησε όπως, γενικά, λειτούργησαν οι Αυτοκρατορίες. Αν δεν την ενοχλούσες, σε άφηνε ήσυχο. Αν, όμως, υποψιαζόταν ότι την αμφισβητούσες, ήταν αμείλικτη.

Οι επαναστατημένοι Έλληνες διέπραξαν βιαιοπραγίες κατά τη διάρκεια της Επανάστασης;

"Έγιναν μεγάλης κλίμακας βιαιοπραγίες και από τις δύο πλευρές. Σε κάποιες περιπτώσεις  - με βαρύτερη την Τριπολιτσά  - οι Έλληνες διέπραξαν μαζικές σφαγές και εξανδραποδισμούς.

Σε κάποιες περιπτώσεις  - με βαρύτερη την Τριπολιτσά  - οι Έλληνες διέπραξαν μαζικές σφαγές και εξανδραποδισμούς

Επίσης, συχνά, αθετούσαν τις συμφωνίες παράδοσης και έσφαζαν  και σκύλευαν τους παραδοθέντες Τούρκους τους οποίους, προ ολίγου, είχαν διαβεβαιώσει και υποσχεθεί ότι θα σεβαστούν.  Από την πλευρά τους, οι Οθωμανοί διέπραξαν εκτεταμένες σφαγές και εξανδραποδισμούς  στην Χίο, στα Ψαρά και στην Κάσο".

Το πιο βαρύ σημείο της Επανάστασης

Κλείνοντας τη συζήτηση ζητήσαμε από την κα. Ευθυμίου να μας πει ποιο θεωρεί το πιο καθοριστικό αλλά και λιγότερο ίσως γνωστό σημείο της Ελληνικής Επανάστασης.  Χωρίς δεύτερη σκέψη μας απάντησε τους δύο γύρους του εμφυλίου πολέμου το 1824 και 1825, στους οποίους συμμετείχαν οι μεγάλες προσωπικότητες της Επανάστασης χωρισμένες σε ομάδες διεκδίκησης της εξουσίας. Κεντρικό πρόσωπο στα τεκταινόμενα υπήρξε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος και, εξ αυτού, φυλακίστηκε στην Ύδρα.
Τον Οκτώβριο του 1827 οι στόλοι της Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας παρενέβησαν με την Ναυμαχία του Ναυαρίνου, διαφορετικά η Επανάσταση κινδύνευε σοβαρά καθώς,  λόγω του Εμφυλίου πολέμου,  είχε ηττηθεί σε όλα τα μέτωπα από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ Πασά που κατέφθασε από την Αίγυπτο στις αρχές του 1825.
"Βαρύ σημείο της Ιστορίας του '21 είναι ότι δεν κατάφεραν οι Έλληνες να δημιουργήσουν έναν τακτικό εθνικό στρατό που θα λειτουργούσε υπό μια διοίκηση και μια κυβέρνηση. Παρά τα αποτελέσματα των Εθνοσυνελεύσεων και τις κυβερνήσεις που εκλέγονταν σε αυτές, υπήρχαν πολλές εστίες παράλληλης εξουσίας  καθώς συνέχιζαν να δρουν πολυάριθμες ένοπλες ομάδες που δημιουργούσαν πεδίο έντασης και διάλυσης.

όλοι οι ιθύνοντες του τόπου «απέθεσαν εγγράφως το μέλλον της Ελλάδος, στα χέρια της Αγγλίας»

Το αποτέλεσμα αυτών των συγκρούσεων ήταν η εγκατάλειψη του αγώνα της απελευθέρωσης, η κατασπατάληση σημαντικών πόρων και κυρίως η νικηφόρα προέλαση των στρατευμάτων του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, στο Μεσολόγγι, στην Αθήνα. Μέσα στο κλίμα της προέλασης του Ιμπραήμ,  το 1825 σχεδόν όλοι οι ιθύνοντες του τόπου «απέθεσαν εγγράφως το μέλλον της Ελλάδος, στα χέρια της Αγγλίας». Αυτή είναι η λεγόμενη  «Αίτηση Προστασίας»".
Η περίοδος της εθνικής εξέγερσης προσφέρει ακόμη και σήμερα πολύτιμα μαθήματα για τους Έλληνες, που παραμένουν επίκαιρα όσο ποτέ.
*Η Μαρία Ευθυμίου είναι καθηγήτρια, μέλος του ΔΕΠ του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο διδάσκει Ελληνική Ιστορία της περιόδου της Τουρκοκρατίας, καθώς και Παγκόσμια Ιστορία
Πηγή news 247 του Βασίλη Σφήνα.
Aνιχνεύτρια η Μελισσάνθη-Πενθεσίλεια