Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

4.4.18

Ηλίας Γιαννακόπουλος ξανά και ξανά για φιλολογικούς λόγους και όχι μόνο.

Λόγω των ημερών σκέφτηκα να σου στείλω την καλημέρα μου με το πιο κάτω κείμενο από ένα  άρθρο του κ. Ηλία Γιαννακόπουλο. Παράλληλα επειδή θα υπάρχει μεγάλος συνωστισμός στην Ανάσταση, αν, και όταν γίνει🤔🤔🤔, τρέχα γύρευε που λένε και στα  Τρίκαλα, αφού εδώ και 1985 χρόνια δεν έχει ξαναγίνει, φρόντισε λοιπόν όσο ζεις να περάσεις καλά και Επικούρεια και άφησε τους άλλους να περιμένουν την Ανάσταση λες και η παρουσία μας τόσα χρόνια στη γη ήταν τόοοοοοοοσο σημαντική που θα έπρεπε να αναστηθούμε για να συνεχίσουμε το μεγάλο έργο που αφήσαμε πίσω, είμαστε για😂😁😀😂😁😀 γέλια ή για κλάματα;
🤔🤔🤔ΥΓ. Καλή επιτυχία 🌷 στο ψήσιμο και  καλοφάγωτο το καημένο το αρνάκι.🐑🐏🐑🐏🐑
"🍓"Στον γνωστό «κύκλο της ζωής» δεν ανευρίσκονται μόνο τα δύο άκρα, η γέννηση και ο θάνατος, αλλά κι ένα πλήθος άλλων στοιχείων που νοηματοδοτούν το περιεχόμενο της έννοιας «ζωή». Τέτοια μπορεί να είναι η δημιουργία, οι πνευματικές αναζητήσεις, οι φιλοσοφικοί στοχασμοί, οι κοινωνικοί προβληματισμοί, οι ανθρώπινες σχέσεις, η αναζήτηση του θείου, οι θυσίες, οι αγώνες, το άγχος και η αγωνία του μέλλοντος. Γι’ αυτό και η ζωή ετυμολογικά βρίσκεται κοντά στην έννοια Βίος και στη Βία"🍓".🤔🤔🤔
Καλή προσωπική επ-ανάσταση. Σε χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

"🍓"Στην αντίπερα όχθη όσων περιδιαβάζουν τον «κύκλο της ζωής» βρίσκονται εκείνοι που εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στην ίδια τη ζωή και όχι στο μοιραίο – αναπόφευκτο τέλος. Η ζωή μπορεί να κινείται ανάμεσα σε δύο «τελείες», αλλά πάντα αγωνίζεται να επιμηκύνει το «μεταξύ αυτών διάστημα» και να το εμπλουτίσει. Η δημιουργία και η σύνθεση, όπως και η υπέρβαση της υλικής μας υπόστασης, συνιστούν τα αναγκαία βάθρα της πραγματικής ζωής. Η ζωή είναι μια κίνηση, μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με το άγνωστο, το τυχαίο και το ανέλπιστο.
Τον ύμνο της ζωής τον κατέγραψε εμφαντικά ο Ρουσσώ: «Ζω δε σημαίνει αναπνέω, σημαίνει ενεργώ˙ σημαίνει χρησιμοποιώ τα όργανά μου, τις αισθήσεις μου, τις ικανότητές μου, όλα τα μέρη του εαυτού μου που μου δίνουν τη συναίσθηση της ύπαρξής μου. Ο άνθρωπος που έζησε περισσότερο δεν είναι εκείνος που μέτρησε περισσότερα χρόνια, αλλά όποιος ένιωσε περισσότερο τη ζωή».🍓
Τώρα είναι η σειρά σου με ποιους θα πας και ποιους θ'αφησεις. Εγώ σε καληνυχτίζω και σου εύχομαι αυτά που επιθυμείς, 🍓εφόσον είναι δίκαια και σου αξίζουν, και αν σου είναι απαραίτητα 🍓 σύντομα να τα αποκτήσεις. Σε χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

 🎭🎭🎭🎭🎭🎭🎭🎭🎭
Μεγάλη Πέμπτη σήμερα, λόγω της ημέρας, κατά την ταπεινή μου άποψη αυτή την ημέρα ο Χριστός  έκανε μια κορυφαία πράξη,  και αφού ο Ιδρυτής έκανε αυτή την πράξη ας αναλογιστούν 🍓--- όσοι θέλουν τουλάχιστον να λένε πως είναι χριστιανοί ---🍓 τι θα πρέπει να πράξουν οι ίδιοι, εκτός και αν άλλο λέμε και άλλο εννοούμε,🤔 έλεγα λοιπόν πως λόγω της ημέρας σου στέλνω το πιο κάτω απόσπασμα που αφορά την τρίτη ""λυκείου"" σε παρακαλώ να  αφιερώσεις λίγο χρόνο. Σ' ευχαριστώ. Καλημέρα.
🍓🍓🍓🍓🍓🍓🍓🍓🍓
""Κάθε φορά, λοιπόν, που συναντάς, διαλέγεσαι ή συνυπάρχεις με άτομα της λεγόμενης Τρίτης Ηλικίας, εύκολα οδηγείσαι στις παρακάτω σκέψεις:
🍓● Όταν σκέπτομαι πως η ζωή που μας δίνεται ως δώρο δεν ξοδεύεται στη νιότη, ούτε λυγίζει στις κακουχίες του χρόνου, τότε νιώθω ν ι κ η τ ή ς.
🍓● Όταν βλέπω στα πρόσωπα των ηλικιωμένων τη θέληση να αντιπαλέψουν τη φθορά του χρόνου, τότε αισθάνομαι έ ν ο χ ος για τις δικές μου φοβίες και την παραίτηση.
🍓● Όταν συλλογίζομαι πως η ζωή καταξιώνεται από τα έργα που αφήνουμε και όχι τις μέρες που ξοδέψαμε στο άρμα του χρόνου απλά ζώντας, τότε νιώθω δ ι κ α ι ω μ έ ν ο ς για όσα δημιούργησα.
🍓● Όταν αντικρίζω πρόσωπα χαρακωμένα από το λεπίδι του χρόνου που, ωστόσο, δεν σκύβουν, ούτε παραπονιούνται από τη δυσμορφία αλλά στέκονται όρθιοι κι αποφασισμένοι, τότε αισθάνομαι σ ί γ ο υ ρ ο ς για τις αντοχές μου.
🍓● Όταν ακούω τους ηλικιωμένους να συμβουλεύουν και όχι να καταφεύγουν σε φλύαρες διδαχές, τότε σκέπτομαι πόσο ά δ ι κ ο ς ήμουνα, όταν τους περιφρονούσα με την αδιαφορία μου.
🍓● Όταν βλέπω κάποιους να θέλουν να μένουν – ή να φαίνονται πάντα νέοι! – και για να το πετύχουν αλλάζουν το πρόσωπό τους, τότε νιώθω λίγο ο ρ γ ι σ μ έ ν ο ς, γιατί διαβλέπω μια ασέβεια στην αναγκαιότητα – δικαίωμα να ζήσουμε και τα τρία στάδια της ηλικίας μας.
🍓● Όταν μιλώ με νέους και διαβλέπω μια περιφρόνηση και απαξίωση στα γηρατειά, τότε συλλογίζομαι πόσο ανέξοδες και φθηνές είναι οι καταγγελίες του ρατσισμού και πόσο ε υ τ υ χ ή ς νιώθω που φρόντισα τους γονείς μου, όταν αυτοί απόκαμαν από την ασθένεια και το φορτίο του χρόνου.
🍓● Όταν θυμάμαι τα παραμύθια και τις ιστορίες του παππού μου και της γιαγιάς μου, νιώθω ξαφνικά α π ο γ ο η τ ε υ μ έ ν ο ς από την αδυναμία μου να πω τα ίδια ή άλλα στα δικά μου εγγόνια.
🍓● Όταν συζητώ με άλλους που ερίζουν, αν ο ήλιος είναι ομορφότερος την αυγή ή το βασίλεμα, τότε νιώθω πολύ α δ ύ ν α μ ο ς για να υποστηρίξω το ένα ή το άλλο.
🍓● Όταν μιλώ με ηλικιωμένους και δεν χρησιμοποιούν πολύ τον παρελθόντα χρόνο (αναμνήσεις…) αλλά τον «μέλλοντα», τότε συλλαμβάνω τον εαυτό μου α δ α ή σχετικά με τη  θέληση και τη δύναμη κάποιων να «ζήσουν».
🍓● Όταν παρατηρώ γύρω μου να πληθαίνουν τα γηροκομεία και οι οίκοι ευγηρίας δεν αισθάνομαι περήφανος για την κοινωνική μέριμνα προς τους ηλικιωμένους αλλά νιώθω α ν ή σ υ χ ο ς για την απουσία της οικογένειας.
🍓● Όταν βλέπω νέους δίπλα σε ηλικιωμένους με όλες τις διαφορές και αντιθέσεις (σώματος, ψυχής, ιδεολογίες…), τότε καταλαβαίνω την αναγκαιότητα της ισορροπίας του σύμπαντος και της ζωής που πηγάζει από τις συγκρούσεις και όχι από την επίπλαστη υποχρέωση σε κάποια εξουσία. Έτσι, νιώθω ι κ α ν ο π ο ι η μ έ ν ο ς για την κοσμογονική αρχή που πρόβαλε ο Ηράκλειτος, την «παλίντονο αρμονία».
🍓● Όταν ακούω τους ξωμάχους της ζωής με περισσή ειλικρίνεια να επαινούν τους νέους για τις ιδέες και τα επιτεύγματά τους, τότε αισθάνομαι χ α ρ ο ύ μ ε ν ο ς, γιατί αυτό σημαίνει πρόοδος.
🍓● Όταν βλέπω τους νέους να συμβουλεύονται τους ηλικιωμένους αλλά και να βαδίζουν το δικό τους δρόμο, το «απάτητο μονοπάτι», τότε νιώθω υ π ε ρ ή φ α ν ο ς για τη νέα γενιά που γνωρίζει να ακούει το παλιό και πάνω σε αυτό να οικοδομεί το νέο. Η διαλεκτική του Έγελου στην απόλυτη εφαρμογή της.
Σ' ευχαριστώ που έκανες τον κόπο και το διάβασες, σε χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

Πηγή των τριών πιο πάνω άρθρων είναι το λογοτεχνικό-φιλολογικό ορυχείο που ονομάζεται Ηλίας Γιαννακόπουλος.

28.3.18

Όσο θα συνεχίσουν να υπάρχουν Φιλόλογοι όπως ο κ. Ηλίας Γιαννακόπουλος, θα υπάρχει ελπίδα.

1. Ιχνηλατώντας την πορεία του ανθρώπου από τις απαρχές της ύπαρξής του, επισημαίνουμε δυο βασικά στοιχεία – γνωρίσματα που καθόρισαν την επιβίωσή του και την εξέλιξή του. Τα στοιχεία αυτά είναι ο ΝΟΥΣ (Λογική, Σκέψη) αλλά και το πάθος – ορμή για ζωή. Και τα δυο βοήθησαν στην έξοδο του ανθρώπου από τον πρωτογονισμό και στη δημιουργία πολιτισμού. Η αρμονική σύμπλευση αυτών επιτάχυνε την πορεία του ανθρώπου από το «σκότος» στο «φως» από τη «δουλεία» στην «ελευθερία». Άνθρωποι, ωστόσο, αλλά και λαοί που δεν μπόρεσαν να ισορροπήσουν τα δυο παραπάνω γνωρίσματα γνώρισαν την επιβράδυνση της πορείας τους αλλά και την καταστροφή. Η προτεραιότητα του ενός έναντι του άλλου είναι δύσκολο να αποτυπωθεί χωρίς να κινδυνεύουμε να αυθαιρετήσουμε στην αξιολόγησή μας. Κι αυτό γιατί η Λογική – Σκέψη και το Πάθος – Ορμή για τη ζωή συνθέτουν το βασικό υπόβαθρο της ανθρώπινης οντότητας και η ατροφία ή υπερτροφία του ενός δρα περιοριστικά – καταστρεπτικά και για το άλλο. 

           
2. Τα παραπάνω δυο βασικά, αλλά και αντίθετα μεταξύ τους, γνωρίσματα οι αρχαίοι Έλληνες τα ενσωμάτωσαν σε δυο θεούς. Τον Απόλλωνα και το Διόνυσο. Ο πρώτος λατρεύεται ως Θεός της λογικής, του φωτός και της ήρεμης δύναμης. Ο δεύτερος είναι ο εκφραστής του γήινου, του πάθους, της μανίας και των έντονων συναισθημάτων. Οι δυο θεοί συμπυκνώνουν δυο διαφορετικές βιοθεωρίες, δυο αντίθετα ρεύματα ζωής. Τα δυο αυτά ρεύματα – δυνάμεις βαδίζουν παράλληλα, συγκρούονται μεταξύ τους για να ισορροπήσουν τελικά σε ένα ανώτερο επίπεδο ζωής και να συμπορευτούν. Οι αντίθετες αυτές δυνάμεις συντίθενται σύμφωνα με το Εγελιανό διαλεκτικό σχήμα (θέση – αντίθεση = Σύνθεση) οδηγώντας έτσι τον άνθρωπο σε νέες δημιουργίες και σε υψηλές μορφές ζωής και δημιουργίας (επιστήμη, τέχνη, θεσμοί, ηθική). 

3. Ειδικότερα, ο άνθρωπος και ο πολιτισμός του είναι δημιούργημα τόσο του Απολλώνειου πνεύματος όσο και του Διονυσιακού. Το Απολλώνειο το συνθέτουν το φως, η καθαρή μορφή, η λογική, ο στοχασμός, η περίσκεψη, η αυτοσυγκράτηση, ο προβληματισμός, η νηφαλιότητα, η αυτοκυριαρχία, η ψυχραιμία, η σκέψη, η φρόνηση, η ηρεμία και η πνευματική γαλήνη. Αντίθετα, το Διονυσιακό πνεύμα το χαρακτηρίζει η μανία, το πάθος, το συναίσθημα, οι ψυχικές εκρήξεις, οι παρορμήσεις, τα ένστικτα, ο ηρωισμός, ο ρομαντισμός, ο οργή, η ορμή, το γήινο στοιχείο του ανθρώπου, η εύθυμη πλευρά της ζωής. Το Απολλώνειο πνεύμα ορίζεται από το «μέτρο», τη μεσότητα και την αποφυγή των υπερβολών. Αντίθετα, το Διονυσιακό πνεύμα δεν τα γνωρίζει όλα αυτά και ωθεί τον άνθρωπο σε πράξεις και συμπεριφορές οριακές που όχι σπάνια τείνουν να θέσουν σε δοκιμασία και την ίδια τη ζωή. Την συνύπαρξη του Απολλώνειου και Διονυσιακού πνεύματος απέδωσε με φοβερή πιστότητα ο Φειδίας στο περίφημο αέτωμα του Ναού της Ολυμπίας. Όπως περιγράφει ο Παπανούτσος «Άνθρωποι και θηρία μάχονται από κάτω το δεινό αγώνα της ζωής και του θανάτου…. εδώ έχουν εξαπολυθεί οι φυσικές δυνάμεις του πάθους (Διονυσιακό πνεύμα)…. Από πάνω τους, όμως, αγρυπνάει μέσα στο σιωπηρό μεγαλείο του, ήρεμος, γαλήνιος, ο Απόλλων (Απολλώνειο πνεύμα)… και τώρα πια δεν αμφιβάλλουμε ότι η μάχη θα σταματήσει, η σύμπνοια πάλι θα βασιλέψει» (Η φρόνηση και το πάθος). 
4. Βέβαια, αξιολογώντας τη συμβολή και την αναγκαιότητα των δυο αυτών αντίθετων «πνευμάτων» - ρευμάτων (Απολλώνειο πνεύμα vs Διονυσιακό πνεύμα) εύκολα θα μπορούσε κάποιος να διολισθήσει σε μια παραδοχή περί υπεροχής του Απολλώνειου πνεύματος έναντι του Διονυσιακού. Κι αυτό, γιατί η θετική συνεισφορά του πρώτου είναι πιο εμφανής. Ωστόσο, θα ήταν μεθοδολογικό ολίσθημα αν θεωρήσουμε τον άνθρωπο μόνο «πνεύμα» και τον αποκόβαμε από το υλικό και γήινο στοιχείο. Είναι, επίσης, λάθος αν δεχτούμε πως το Διονυσιακό στοιχείο καθηλώνει το ανθρώπινο γένος στο επίπεδο του «ζώου» και στον πρωτογονισμό, ενώ το Απολλώνειο στοιχείο το εξυψώνει και το βοηθά στη μέθεξη με τα ανώτερα και «ευγενέστερα» δημιουργήματα (πνευματικός – ηθικός πολιτισμός). «Το πολύ ζώο παραμορφώνει τον πολιτισμένο άνθρωπο, ο πολύς πολιτισμός κάνει άρρωστα ζώα» (Καρλ Γιουγκ). Η απάντηση βρίσκεται στο συνταίριασμα – συνύπαρξη των δυο «δίδυμων δυνάμεων», γιατί η πραγματική ζωή προϋποθέτει την ενότητα – σύζευξη της Διονυσιακής ζωτικότητας με το Απολλώνειο μέτρο – λογική.

            5. Όσο, όμως, κι αν όλα επιχειρηματολογούν πως το βαθύτερο νόημα της ανθρώπινης ζωής και το υπόβαθρο του πολιτισμού εμπεριέχουν και προϋποθέτουν την παράλληλη πορεία και γόνιμη αλληλεπίδραση του Απολλώνειου και Διονυσιακού πνεύματος, δεν παύουν οι υπέρμαχοι του πρώτου να διατυπώνουν με ευκολία και πειστικότητα επιχειρήματα υπέρ του ρόλου αυτού στο σύγχρονο πολιτισμό. Κι αυτό γιατί η ήρεμη σκέψη και η αψεγάδιαστη φρόνηση – νηφαλιότητα (Απολλώνειο πνεύμα) διαμορφώνει το πλαίσιο μέσα στο οποίο επωάζεται η συνείδηση του ανθρώπου που συνιστά και την ειδοποιό διαφορά αυτού από τα άλλα έμβια όντα. Ο άνθρωπος, δηλαδή, είναι το ον «που έχει συνείδηση της συνείδησής του» και εξ αυτού του γεγονότος μπορεί να κυριαρχεί στο «ά–λογο» κομμάτι της ύπαρξής του. Όσο κι αν διαφωνεί ο Φιλόσοφος Κίρκεγκωρ για τον περιορισμό του πάθους «ο άνθρωπος που χάνεται μέσα στο πάθος του χάνει λιγότερα από εκείνον που χάνει το πάθος του», ο ρόλος της νηφάλιας κρίσης και της συνείδησης είναι εμφανής σε όλα τα επίπεδα της ζωής και του πολιτισμού.

            6. Αναλυτικότερα, η συνείδηση –πνευματική γαλήνη (Απόλλωνας) συνέβαλε στον απεγκλωβισμό του ανθρώπου από το χάος κι από τα δεσμά – όρια του εαυτού του. Με τη συνείδηση – λογική ο άνθρωπος προσδιορίζει τη θέση του στον κόσμο – σύμπαν και αυτοπροσδιορίζεται. Οργανώνει τη συμπεριφορά του, ελέγχει τις ψυχικές του λειτουργίες, ενεργοποιεί τις πνευματικές του ιδιότητες και κυριαρχεί στις αντιδράσεις του. Έχει άμεση γνώση της δύναμής του συναισθήματος, όσο κι αν αυτό πολλές φορές λειτουργεί αυτόνομα, γιατί σύμφωνα και με τον Πασκάλ «Η καρδιά έχει τους λόγους της που ο «λόγος» δεν τους γνωρίζει καθόλου». Επιπρόσθετα, το Απολλώνειο στοιχείο – πνεύμα συνέβαλε καταλυτικά στον εξανθρωπισμό του ανθρώπου μέσα από τη θέσπιση ενός ηθικού κώδικα με βάση τον οποίο καθορίζει το «είναι» του, προδιαγράφει τα καθήκοντά του και αξιολογεί τις πράξεις του. Οδηγείται στην αυτογνωσία και αναγνωρίζει την κοινωνική του φύση. Μπορεί, δηλαδή, να εξηγήσει πως η κοινωνικότητα δεν προϋποθέτει και κατάργηση της ατομικότητας αλλά την υπέρβασή της.

            7. Ωστόσο, ο σύγχρονος άνθρωπος τείνει να συνθλιβεί από το τεχνοκρατικό πνεύμα που συνέβαλε στη γιγάντωση της Τεχνολογίας και των επιτευγμάτων της και στη συναισθηματική αφυδάτωσή του. Βιώνει, δηλαδή, τα αποτελέσματα της ανατροπής της αρμονίας ανάμεσα στο Απολλώνειο και Διονυσιακό πνεύμα (Λογική vs Πάθος), διαπράττει ύβρη, νιώθει μια αδικαιολόγητη οίηση και πληρώνει το τίμημα της υπέρβασης του μέτρου «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα˙ ει δε μη, Ερινύες μιν δίκης επίκουροι εξευρήσουσι». (Ηράκλειτος).

            8. Απέναντι, λοιπόν, στην πραγματικότητα που δημιούργησε η δεσποτεία της τεχνολογίας οφείλουμε να αντιτάξουμε τη νηφαλιότητα που μας εμπνέει ο Απόλλωνας και το πάθος για τη ζωή που μας παρακινεί ο Διόνυσος. Χρειαζόμαστε, δηλαδή, να ισορροπούμε συνεχώς πάνω στη δύναμη της Λογικής (Απολλώνειο πνεύμα) και στην ένταση του συναισθήματος (Διονυσιακό πνεύμα). Κι αυτό, γιατί ο τεχνοκρατικός πολιτισμός – δημιούργημα του τεχνολογικού γιγαντισμού – διογκώνει επικίνδυνα τα όρια – εξουσία της λογικής – γνώσης, ενώ αντίθετα αφυδατώνει τον άνθρωπο από την ευαισθησία και τα συναισθήματα. Ο νιτσεϊκός υπεράνθρωπος – γέννημα του τεχνοκρατικού πνεύματος – απειλεί την ανθρωπιά μας, την ενότητά μας και υφαίνει την αλόγιστη «οίηση» και την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας του ανθρώπου – δημιουργού. Αντίθετα, η συναισθηματική αποξήρανση – προϊόν της άκρατης εξειδίκευσης – τείνει να μετατρέψει την καθημερινότητα του ανθρώπου και τις σχέσεις του με τους συνανθρώπους σε εφιάλτη.

            9. Μπορούμε, επομένως, να αντισταθούμε στις σειρήνες της τεχνολογίας με σύμμαχο τη λογική και το συναίσθημα για να διασώσουμε τον «άνθρωπο» ως το πιο απλό και συνάμα το πιο σύνθετο δημιούργημα του σύμπαντος. Αυτή η ισορροπία λογικής και συναισθήματος (σκέψη και παρορμήσεις) θα αποδυναμώσει όλες εκείνες τις δυνάμεις της τεχνολογίας που στοχεύουν στον πνευματικό υπερτροφισμό και στη συναισθηματική ατροφία. Ο άνθρωπος, δηλαδή, θα πρέπει να παραμείνει «άνθρωπος» με τη ριζική έννοια του όρου (άνω + θρώσκω) αλλά διακονώντας και τον «έσω» κόσμο του. Δεν μπορούμε να «υψωθούμε» (λογική υπερτροφία) αδιαφορώντας για το συνάνθρωπο. Ο πολιτισμός (τεχνολογικός) τείνει να γεννά τέρατα που θαμπώνουν αλλά και τρομάζουν. Με στοχαστικά, λοιπόν, βήματα και γαλήνιο πνεύμα (Απόλλων) και πλούσιοι σε συναισθήματα και πάθος για ζωή (Διόνυσος) να βαδίσουμε ενάντια σε δυνάμεις που μας αλλοτριώνουν και μας μεταλλάσσουν

            10. «Πολλά τα δεινά και ουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει» διακηρύττει ο χορός στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Μας υπενθυμίζει έμμεσα πως ο άνθρωπος είναι ικανός για την κορύφωσή του αλλά και για την αυτοκαταστροφή του. Η αποφυγή των αυτοκαταστροφικών συνεπειών μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τον αυτοπεριορισμό. Οι υπερβολές της σκέψης («εργαλειακός ορθολογισμός») και της Ορμής – επιθυμίας για ζωή («τυφλές παρορμήσεις») θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση του ανθρώπου. Μόνον, όταν ο άνθρωπος αποδεχθεί την αναγκαιότητα και των δυο Θεών (Απόλλων – Διόνυσος), θα προχωρήσει μπροστά, μένοντας αυτό που είναι εδώ και χιλιάδες – εκατομμύρια χρόνια……ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Του συνεργάτη της Μυσταγωγίας – Μυθαγωγίας, Ηλία Γιαννακόπουλου, Φιλόλογου. E-mail: iliasgia53@gmail.com     
Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος

Χρόνος ολετήρ του Ηλία Γιαννακόπουλου ένας άνθρωπος ως πνευματική όαση στην όμορφη πόλη των Τρικάλων.

«Δε φταίω εγώ που μεγαλώνω, χτυπάει πισώπλατα ο χρόνος/ δε φταίω εγώ που μεγαλώνω, φταίει η ζωή, που είναι μικρή».

Οι παραπάνω στίχοι του γνωστού τραγουδιού αποτυπώνουν με ενάργεια το άγχος του ανθρώπου απέναντι στη βέβαιη προοπτική πως ο χρόνος που απομένει να ζήσουμε είναι μικρότερος από αυτόν που ζήσαμε.

 Το άγχος και η αγωνία επιτείνεται κάθε φορά που συνειδητοποιούμε πως η πρωτογενής αιτία της γήρανσής μας είναι κάτι που δεν μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η επιστήμη δεν μπόρεσε ακόμη να ορίσει με βεβαιότητα τη φύση και το περιεχόμενό του. Ο χρόνος ως έννοια και περιεχόμενο γεννά προβληματισμό στους ειδικούς και ερωτήματα στους απλούς ανθρώπους.

 Όσο κι αν ο Αϊνστάιν προσπάθησε να τον ορίσει με τη θεωρία της «σχετικότητας», αυτός – ο χρόνος – βρίσκει τρόπους να ξεγλιστρά, γιατί θέλει να είναι ο πρωταγωνιστής σε όλες τις αλλαγές που συμβαίνουν. Μόνον μέσα από την κίνηση, τη μεταβολή και την αλλαγή τον αντιλαμβάνεται ο ανθρώπινος νους.

 Συχνά ο καθένας διερωτάται αν ο Χρόνος υφίσταται αντικειμενικά ή συνιστά μια θεωρητική διάσταση, ένα νοητικό κατασκεύασμα, μια μύχια σύλληψη που αποκρυπτογραφεί την αβεβαιότητα και περατότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.

 Ο ίδιος ο Καντ αναγκάστηκε να ομολογήσει μπροστά στην αδυναμία να ορίσει ακριβώς την έννοια του χρόνου: «Ο χρόνος δεν είναι κάτι αντικειμενικό. Δεν είναι ούτε ουσία, ούτε τυχαίο, ούτε σχέση, αλλά μια υποκειμενική συνθήκη που οφείλεται αναγκαστικά στη φύση του ανθρώπινου μυαλού».

Η ημέρα και η νύχτα ήταν τα πρώτα στοιχεία που κίνησαν την περιέργεια του πρωτόγονου ανθρώπου για να δώσει μια μυθική ή λογική αργότερα ερμηνεία του χρόνου. Ύστερα οι εναλλαγές των εποχών αλλά και η συνειδητοποίηση πως ο άνθρωπος γεννιέται και πεθαίνει. Όλα αυτά τροφοδότησαν ως στοιχεία τόσο τη Μυθολογία όσο και την Επιστήμη.

Οι αρχαίοι Έλληνες στο πρόσωπο του Κρόνου < ρέω διείδαν την έννοια του Χρόνου που αναδύθηκε μέσα από το Χάος (απουσία χρόνου). Δίπλα σε αυτόν πλάστηκαν θεοί και θεότητες που αντανακλούν την αγωνία των ανθρώπων να δώσουν μια απάντηση στο ερώτημα: Γιατί πεθαίνουμε;

Στο σημείο αυτό, εμβόλιμα, βρήκε ευκαιρία και αναπτύχθηκε η φιλοσοφία που διεύρυνε τον προβληματισμό και πολλαπλασίασε τα ερωτήματα, χωρίς να δίνει πειστικές απαντήσεις. Εξάλλου αποτελεί αξίωμα, πως «Η φιλοσοφία δεν αποδεικνύει, δεν δίνει απαντήσεις, αλλά ανακινεί ερωτήματα».

Αλλά ούτε και ο διαφωτισμός με τον ορθολογισμό και τη γέννηση της επιστήμης μπόρεσε να πείσει τον άνθρωπο να μη φοβάται το χρόνο, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει ως οντότητα, όπως ο χώρος. Ο χωροχρόνος του Αϊνστάιν φώτισε κάπως το πρόσωπο του χρόνου, αλλά ακόμη η μορφή του είναι θολή, ενώ τα έργα του απτά και αντικειμενικά.

Ο θάνατος βιώνεται ως το τέλος της ζωής και του χρόνου. Ο άνθρωπος, αιώνες τώρα παλεύει, για την αθανασία του. Η σκέψη και μόνο πως μια μέρα θα χαθούμε για πάντα, μας συγκλονίζει και χαρακώνει με αίμα το μυαλό μας. Γι’ αυτό ερμηνεύει την ελπίδα για αθανασία ως μια υπέρβαση του χρόνου ή ως μια νίκη ενάντια στο χρόνο. Όσες θεωρίες κι αν αναπτύχθηκαν, όσες ερμηνείες ή διδαχές κι αν δόθηκαν ο άνθρωπος δεν κατόρθωσε να νικήσει το χρόνο και να απαλλαγεί από το υπαρξιακό του άγχος. Φανερά ή υπόρρητα επιδιώκει την αθανασία ή την αιωνιότητα.

Από τον κανόνα δεν ξέφυγε ούτε ο Θουκυδίδης που με έναν τόνο εξομολογητικό τόνισε: «κτήμα τε ες αιεί μάλλον ή αγώνισμα ες το παραχρήμα ακούειν ξύγκειται». Η προφητική αυτή ομολογία φανερώνει τη μύχια επιθυμία του ανθρώπου να αφήσει το αποτύπωμά του έξω και πάνω από το χρόνο με το έργο του (υλικό – πνευματικό).

Αλλά και ο Ηρόδοτος από μία άλλη οπτική γωνία στόχευε στην υπέρβαση του χρόνου με το έργο του «ως μήτε τα γενόμενα εξ ανθρώπων τω χρόνω εξίτηλα γένηται».

Η έννοια του χρόνου είναι παρούσα και στους δυο ιστορικούς που καθαρά διέβλεπαν πως η μνήμη των ανθρώπων αδυνατίζει με την πάροδο του χρόνου και διαβρώνεται η συνείδησή τους. Ασυνείδητα, δηλαδή, τριχοτόμησαν το σώμα του χρόνου σε: Παρελθόν – Παρόν – Μέλλον τονίζοντας τον καταλυτικό του ρόλο στην πορεία του ανθρώπου και του πολιτισμού (αιεί – παραχρήμα – χρόνω).

 Το φόβο απέναντι στο θάνατο – ως το τέλος του χρόνου – έμμεσα εξέφρασε και ο Ιησούς τη μεγάλη εκείνη στιγμή στον κήπο της Γεσθημανής με το εμβληματικό «παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο». Όταν ο θάνατος έγινε συνείδηση από το Χριστό, θέλησε να τον αποφεύγει, να ζήσει. Κι ενώ γνώριζε πως είναι ή θα είναι αιώνια ζωντανός, το βάρος του θανάτου τον λυπεί βαθύτατα. Ωστόσο, «αν ο Χριστός ζούσε μια ίδια ζωή χωρίς το θάνατο που δέχθηκε, θα ήταν ένας ακόμη απλός προφήτης. Ένας από τους πολλούς». (Φοίβος Καρακίτσος «Η αρχή της αντίθεσης»).

 Ανεξάρτητα από τις μυθολογικές περιγραφές, τις επιστημονικές αποδείξεις και τις φιλοσοφικές θεωρήσεις ο χρόνος «ως σώμα» παραμένει ασύλληπτος και ακανόνιστος. Δεν έχει  αρχή και τέλος, όσο κι αν προσπάθησε ο άνθρωπος με τις υποδιαιρέσεις και τα χρονόμετρα να τον εγκλωβίσει (Κλεψύδρα, αμμόμετρο, ηλιακό ρολόι, αστρολάβος…). Ο χρόνος είναι ενιαίος και η τριχοτόμησή του απέβλεπε μόνο στο να δώσει ο άνθρωπος μια ταυτότητα στη ζωή του. Ο χρόνος δεν έχει αρχή ούτε τέλος. Τα γεγονότα και ο άνθρωπος έχουν αρχή και τέλος.

Ο χρόνος κυλάει, τρέχει, φεύγει, μένει ανέπαφος από τις υποκειμενικές μας εμπειρίες. Ο χρόνος κυλά για κάθε άνθρωπο διαφορετικά ανάλογα με τις ανάγκες, τα συναισθήματα, τα κίνητρα και τις σκέψεις του. Άλλοι βλέπουν το χρόνο ως φίλο κι άλλοι ως εχθρό. Άλλοτε ευχόμαστε να μην τρέχει κι άλλοτε παρακαλούμε να περάσει γρήγορα. Κι ενώ ο χρόνος είναι «άμετρος» από πολλούς εκφράζεται το παράπονο πως «δεν έχω χρόνο» ή «μου λείπει χρόνος» ή «θέλω το χρόνο μου».

 Ίσως ο χρόνος να είναι από τα λίγα στοιχεία – αν όχι το μοναδικό – που αποκαλύπτουν τη γύμνια του ανθρώπου. Από το φως μπορούμε να προφυλαχτούμε ή να κατασκευάσουμε πηγές φωτός. Από το χρόνο πώς να ξεφύγουμε;

Εξάλλου το «βέλος του χρόνου» έχει κατεύθυνση προς το μέλλον και πως δεν γυρίζει πίσω (άσχετα αν η σύγχρονη φυσική δεν διακρίνει την κατεύθυνση προς το μέλλον). Τελικά βρισκόμαστε σε μια διανοητική πλάνη ή σε μια ή σε μια ψυχολογική σύγχυση; Για τον Αυστριακό φυσικό Μπόλτζμαν το βέλος του χρόνου (παρελθόν → μέλλον) είναι μια ανθρώπινη επινόηση αναγκαία για να εξηγήσει τη διαδικασία της βιολογικής μας γήρανσης. Για κάποιους άλλους το γήρας δεν προκαλείται από τη φθορά του χρόνου αλλά είναι προγραμματισμένο στο DNA μας.

«Δεν υπάρχει ανάστημα στο ανθρώπινο γένος που να μην το συνέτριψε ο χρόνος και ο φθόνος» (Απολλόδωρος).

Η διαπίστωση αυτή μας προκαλεί να ανιχνεύσουμε αν κάτι στον κόσμο αυτό διασώθηκε από τη φθορά του Χρόνου. Αξίες, ιδέες, αλήθειες, δημιουργήματα και άλλα πολλά μπόρεσαν να αντέξουν την επέλαση του Χρόνου. Για πολλούς μόνο οι μαθηματικές αλήθειες είναι διαχρονικές.

Στην πάλη του ανθρώπου με το Χρόνο το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο. Και αφού η ελπίδα μας να βρούμε τη μηχανή του χρόνου δεν τελεσφόρησε, το μόνο που μας μένει είναι να ζήσουμε, όσο πιο έντονα μπορούμε, το μόνο χρόνο που γνωρίζουμε, το παρόν (αν και γι’ αυτό οι φυσικοί αμφιβάλλουν, αφού η κάθε παροντική στιγμή αυτόματα γίνεται παρελθόν).

«Carpe diem, quam minimum credula postero» (Άδραξε τη μέρα και μην εμπιστεύεσαι το μέλλον) (Οράτιος, Ωδή Ι.ΧΙ 8) κι αυτό γιατί «dum loquimur, Fugerit invida aetas» (ενώ μιλάμε ο ζηλιάρης χρόνος έχει ήδη πετάξει).

Αν, όμως, στο σύμπαν υπάρχουν μόνο άτομα και μόρια που κινούνται στο κενό και όλα υπόκεινται στη φθοροποιό εξουσία του χρόνου, τότε δεν υπάρχει ελπίδα, ούτε ευθύνη, ούτε βούληση, άρα ούτε και ελευθερία. Άρα ούτε και άνθρωπος με τη ριζική έννοια του όρου (άνω – θρώσκω).

Αν όλα τα παραπάνω είναι η μόνη πραγματικότητα και χρησιμοποιώντας την επαγωγική μέθοδο ως εργαλείο, τότε νομοτελειακά οδηγούμαστε σε μια απαισιόδοξη στάση ζωής, ακόμη και στις ώρες που ο χρόνος αλλάζει. Γιατί αυτός είναι φθονερός και άτεγκτος. Δεν συμπονά, δεν συμπάσχει. Τρέχει, κυλάει και μας προσπερνά. Γι’ αυτό είναι και πολύτιμος και ιδιαίτερα για τους ώριμους.

«Μέτρησα τα χρόνια μου και συνειδητοποίησα, ότι μου υπολείπεται λιγότερος χρόνος από ό,τι έχω ζήσει έως τώρα…. Δεν έχω πια χρόνο για ατέρμονες συγκεντρώσεις όπου συζητούνται καταστατικά, νόρμες…. Γνωρίζοντας ότι δε θα καταλήξει κανείς πουθενά… Δεν έχω πια χρόνο για να λογομαχώ με μετριότητες… Ο χρόνος μου είναι λίγος για να συζητώ για τους τίτλους, τις επικεφαλίδες. Θέλω την ουσία, η ψυχή μου βιάζεται…. Θέλω να ζήσω δίπλα σε πρόσωπα… που μπορούν να γελούν με τα λάθη τους…. Που υπερασπίζονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια…. Ναι, βιάζομαι, αλλά μόνο για να ζήσω με την ένταση που μόνο η ωριμότητα μπορεί να σου χαρίσει…..» (Mario de Andrade, «Ο πολύτιμος χρόνος των ώριμων ανθρώπων»).