Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

23.2.16

ΟΣΑ ΕΙΠΕ Ο ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ

O Έκο για τον αθλητισμό
"Αν επιχειρήσει κανείς μια σφαιρική αναθεώρηση των ανθρωπίνων σχέσεών μας, ας δοκιμάσει να αγγίξει τον αθλητισμό. Θ' ανακαλύψει σ' αυτόν τα ελαττώματα του ανθρώπου σαν κοινωνικό ζώα: τότε θα φανούνε τα στοιχεία της κοινωνικότητας που είναι άσχετα με τον άνθρωπο. Τότε θα γίνει σαφής η απατηλή φύση του κλασικού ουμανισμού, που είναι βασισμένος στην ελληνική ανθρωπολατρεία, βασισμένη με τη σειρά της όχι στην ενόραση ή την ιδέα της πόλης ή τη δράση, αλλά στον αθλητισμό σαν προμελετημένη σπατάλη, απόκρυψη του προβλήματος, "φλυαρία" διογκωμένη στο έπακρο. Με λίγα λόγια -θα το εξηγήσουμε αργότερα- ο αθλητισμός είναι η μεγαλύτερη παρεκτροπή του φατικού λόγου, και επομένως -σε τελευταία ανάλυση- η άρνηση οποιουδήποτε διαλόγου, κι έτσι η αρχή της αποκτήνωσης του ανθρώπου, ή η "ουμανιστική" επινόηση μιας ολοκληρωτικά απατηλής ιδέας για τον άνθρωπο.
Στην αθλητική δραστηριότητα κυριαρχεί η "σπατάλη". Κάθε σχετική κίνηση είναι σπατάλη ενέργειας- αν πετάξω μια πέτρα από απλή ευχαρίστηση -όχι για να πετύχω ένα οποιοδήποτε χρήσιμο σκοπό- θα σπαταλήσω θερμίδες που είχα εξασφαλίσει με την κατανάλωση τροφής για την παραγωγή της οποίας κάποιος εργάστηκε. Τώρα, αυτή η σπατάλη είναι τελείως υγιής. Είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο τον παιχνιδιού. Και ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζώα, νιώθει τη σωματική και ψυχική ανάγκη να παίξει. Υπάρχει επομένως ένα είδος σπατάλης που δεν μπορούμε να αποφύγουμε - σημαίνει για μας ελευθερία, ελευθερία από την τυραννία της αναπόφευκτης, απαραίτητης δουλειάς. Αν δίπλα σε μένα που πετάω την πέτρα έρθει κάποιος άλλος για να την πετάξει ακόμη πιο μακριά, το παιχνίδι παίρνει τη μορφή του "αγωνίσματος": και αυτό είναι σπατάλη, σωματικής και πνευματικής ενέργειας, αλλά αυτή η σπατάλη καταλήγει σε κάποιο κέρδος. 'Έχουμε βελτίωση της σωματικής διάπλασης, ανάπτυξη και έλεγχο της άμιλλας, χαλιναγώγηση της έμφυτης επιθετικότητας χάρη στους κανόνες. Αλλά ήδη στα παραπάνω θετικά στοιχεία παραμονεύει το σαράκι που απειλεί την ίδια την κίνηση' το αγώνισμα πειθαρχεί και εξουδετερώνει τις δυνάμεις. Παρά τις αντίθετες εντυπώσεις, το αγώνισμα ουσιαστικά είναι ένας μηχανισμός για την εξουδετέρωση της δράσης.
Απ' αυτόν τον πυρήνα διφορούμενης υγείας (πού 'ναι "υγιής" εφόσον δεν ξεπεραστεί ένα όριο ...) ωριμάζουνε τα πρώτα έκτροπα του αγωνίσματος όπως για παράδειγμα η εκτροφή ανθρώπων αφιερωμένων σ' ένα αγώνισμα. Ο αθλητής είναι ήδη ένα ον που έχει υπερασκήσει ένα μόνο όργανό του, που κάνει το σώμα του εστία και αποκλειστική πηγή ενός συνεχούς παιχνιδιού. Ο αθλητής είναι τέρας, είναι ο 'Ανθρωπος που Γελά, είναι η γκέισα με το πιεσμένο και ατροφικό πόδι.
Όμως ο αθλητής τέρας γεννιέται τη στιγμή που το σπορ ανάγεται στο τετράγωνο, όταν δηλαδή το σπορ, από παιχνίδι με προσωπική συμμετοχή, γίνεται ένα είδος συζήτησης πάνω στο παιχνίδι, δηλαδή γίνεται θέαμα για άλλους. Το σπορ στο τετράγωνο είναι το αθλητικό θέαμα.
Εάν η άσκηση είναι υγεία, όπως υγεία είναι η σωστή διατροφή, τα σπορ σαν θέαμα είναι η φενάκη της υγείας. 'Όταν βλέπω τους άλλους να παίζουνε, δεν κάνω τίποτα το υγιεινό και απλώς νιώθω κάποια ασαφή ευχαρίστηση για την υγεία των άλλων (πράγμα που μοιάζει με ευτελή ηδονοβλεψία): γιατί ουσιαστικά τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση την παίρνω από τα ατυχήματα που συμβαίνουν σε όποιον ασκείται (όπως αυτός που βλέπει όχι δύο ανθρώπους, αλλά δύο μέλισσες να κάνουν έρωτα, περιμένοντας να παρακολουθήσει έπειτα το θάνατο του κηφήνα).
Βέβαια, όποιος παρακολουθεί αθλητικό θέαμα ερεθίζεται: φωνάζει και χειρονομεί, επομένως κάνει σωματική και ψυχική άσκηση, εκτονώνει την επιθετικότητά του και τιθασεύει την αγωνιστικότητά του. Αλλά αυτή η εκτόνωση δεν οδηγεί, όπως κατά την άθληση, σε αύξηση της ενέργειας και σε απόχτηση ελέγχου και αυτοσυγκράτησης: γιατί μάλιστα οι αθλητές αγωνίζονται παίζοντας, ενώ οι θεατές αγωνίζονται στα σοβαρά (γι' αυτό άλλωστε και δέρνονται, ή πεθαίνουνε στις κερκίδες από συγκοπή).
Το στοιχείο της πειθάρχησης της αγωνιστικότητας, που κατά την άθληση έχει τις δύο όψεις της αύξησης και της απώλειας του ανθρωπισμού του ασκουμένου, για το θεατή ενός σπορ έχει μόνο μία, την αρνητική. Κατ' αυτόν τον τρόπο το σπορ παρουσιάζεται σαν "instrumentum regni", έτσι όπως χρησιμοποιήθηκε για πολλούς αιώνες. Είναι φανερό: στην αρχαία Ρώμη οι θηριομαχίες και η ιπποδρομία χαλιναγωγούν την ανεξέλεγκτη δύναμη του όχλου.
Αλλά αυτό το σπορ στο τετράγωνο (απ' το οποίο ορισμένοι βγάζουνε τεράστια κέρδη) δημιουργεί ένα σπορ στον κύβο, που είναι η συζήτηση πάνω στο σπορ σαν θέαμα. Αυτή η συζήτηση κατ' αρχήν γίνεται από τον αθλητικό τύπο, αλλά δημιουργεί με τη σειρά της τη συζήτηση γύρω από τον αθλητικό τύπο, επομένως ένα σπορ που ανάγεται σε δύναμη. Η συζήτηση γύρω απ' τον αθλητικό τύπο είναι η συζήτηση πάνω στη συζήτηση για τη συζήτηση σχετικά με την παρακολούθηση του παιχνιδιού των άλλων.
Το σύγχρονο σπορ είναι κυρίως η συζήτηση πάνω σ' αυτά που γράφει ο αθλητικός τύπος. Πίσω από τρία διαφράγματα υπάρχει το σπορ σαν άθληση, που σε τελευταία ανάλυση θα μπορούσε να μην υπάρχει. Εάν μετά από διαβολική μηχανορραφία της μεξικανικής κυβέρνησης και των τηλεοπτικών ιδρυμάτων όλου του κόσμου οι Ολυμπιακοί αγώνες δε γίνονταν πραγματικά; αλλά μεταδίνονταν μέρα με τη μέρα και ώρα με την ώρα με πλαστές εικόνες, τίποτα δε θ' άλλαζε στο διεθνές αθλητικά σύστημα και οι συζητητές των σπορ δε θα ένιωθαν εξαπατημένοι. Επομένως το σπορ σαν άσκηση δεν υπάρχει πια, ή υπάρχει για οικονομικούς λόγους (μια και είναι πιο εύκολο να βάλει κανείς έναν αθλητή να τρέξει, παρά να ετοιμάσει ένα φιλμ με ηθοποιούς που να κάνουν ότι τρέχουν), και υπάρχει μόνο η φλυαρία πάνω στη φλυαρία του σπορ. Η φλυαρία πάνω στη φλυαρία των αθλητικών εφημερίδων αντιπροσωπεύει ένα παιχνίδι με όλους τους κανόνες του: αρκεί να παρακολουθήσει κανείς τις εκπομπές του ραδιοφώνου την Κυριακή το πρωί όπου υποτίθεται (ανάγοντας το σπορ στη δύναμη ν ) ότι μερικοί πολίτες συγκεντρωμένοι στο κουρείο της γειτονιάς τους μιλάνε για ποδόσφαιρο, ή να πάει σε ορισμένες πλατείες και καφενεία όπου τέτοιες συζητήσεις πραγματικά γίνονται.
Θα δει, όπως άλλωστε όλοι ήδη ξέρουμε, ότι οι αξιολογήσεις, οι κριτικές, οι θριαμβολογίες, οι επιθέσεις, ακολουθούν ένα πολύπλοκο φραστικό τελετουργικό, αλλά με απλούς και ακριβείς κανόνες. Σ' αυτά το τελετουργικό οι διανοητικές δυνάμεις ασκούνται και αλληλοεξουδετερώνονται. Οι σωματικές δυνάμεις δε συμμετέχουν πια. Επομένως ο αγώνας μετατοπίζεται σε καθαρά "πολιτικό" επίπεδο. Πράγματι, η φλυαρία πάνω στην αθλητική φλυαρία έχει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της πολιτικής συζήτησης. Οι συμμετέχοντες λένε τι θα 'πρεπε να κάνουν οι κυβερνήτες της χώρας, τι κάνανε, τι θα θέλαμε να κάνουνε, τι συνέβη και τι θα συμβεί: μόνο που το αντικείμενο δεν είναι η πολιτεία (και οι διάδρομοι της βουλής) αλλά το γήπεδο, και τα παρασκήνιά του. Αυτή η φλυαρία είναι επομένως μια παρωδία της πολιτικής- συζήτησης. Αλλά, καθώς σ' αυτή την παρωδία μειώνονται και πειθαρχούνται όλες οι δυνάμεις που διαθέτει ο πολίτης για την πολιτική συζήτηση, αυτή η φλυαρία γίνεται το υποκατάστατο της πολιτικής συζήτησης, και μάλιστα σε τέτοιο σημείο που καταντάει να γίνει η ίδια πολιτική συζήτηση.
Αν το σκεφτούμε καλά, αυτή η έλλειψη γενικής άσκησης είναι ίδια μ' εκείνη στην οποία οφείλεται η κρίση των καλών τεχνών: δραστηριότητες που δικαιωματικά θα 'πρεπε να ασκούνται από όλους αλλά που εδώ και μερικές χιλιετηρίδες ασκούνται μόνο από εξουσιοδοτημένους μάγους που λέγονται καλλιτέχνες. Δεν είναι τυχαίο ότι οι τέχνες που περισσότερο καταλαβαίνει ο κόσμος είναι εκείνες στις οποίες οι θεατές έχουν μια ελάχιστη πραχτική εμπειρία: το τραγούδι, γιατί όλοι λίγο πολύ τραγουδάμε, και η λογοτεχνία, γιατί όλοι μιλάμε και γράφουμε. Σ' αυτές τις περιπτώσεις η ανωτερότητα των άλλων γίνεται αντιληπτή στο μέτρο που δεν απομακρύνεται από την προσωπική μας εμπειρία (Cronin ναι, αλλά όχι Joyce). Οι τέχνες στις οποίες το χάσμα είναι πιο μεγάλο είναι η ζωγραφική, η γλυπτική και η αρχιτεκτονική, μια και κανένας από τους θεατές δεν έμαθε ποτέ να χειρίζεται χρώματα, όγκους και χώρους. Έτσι συμβαίνει το περίεργο φαινόμενο να καταλαβαίνει ο κοινός άνθρωπος, για παράδειγμα, τη ζωγραφική και γλυπτική που είναι πιο μακριά από τις πραχτικές του δυνατότητες (το λεπτομερειακό ρεαλισμό) και να αποκρούει σαν αλλότριες αυτές που θα μπορούσε να δημιουργήσει και ο ίδιος χειριζόμενος αφηρημένες χρωματικές επιφάνειες ή πλάθοντας οποιουσδήποτε όγκους. Και την αρνείται σαν τέχνη, ακριβώς γιατί δεν καταφέρνει πια να πιστέψει ότι έχει αξία κάτι που αυτός θα μπορούσε να κάνει, με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία.
Στην τέχνη όπως και στον αθλητισμό το πρόβλημα είναι επομένως να ξαναδοθεί σε όλους η δυνατότητα άσκησης. Αλλά πρέπει ακριβώς να μην υπάρχει πια κοινωνία στην οποία να κυριαρχεί ο συναγωνισμός που ξεχωρίζει αυτούς που δρουν από αυτούς που δε θα δράσουν ποτέ αλλά θα είναι αντικείμενα χαλιναγώγησης.
..........
Ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζώα, έλκεται απ' το παιχνίδι, αλλά σ' αντίθεση με τ' άλλα ζώα, προτιμάει να παίζει σύμφωνα με κάποιους κοινωνικούς, συμβατικούς κανόνες. Τώρα, σ' ένα ματς ο θεατής είναι ένας άνθρωπος που δεν παίζει: αξιολογεί, κρίνει το παιχνίδι των άλλων ανάλογα με τους κανόνες που έμαθε. Αν έπειτα αυτός ο θεατής είναι καθισμένος μπροστά στη συσκευή της τηλεόρασης, η κατάστασή του γίνεται ακόμη πιο ασαφής. Αξιολογεί με βάση τους κανόνες, τόσο το παιχνίδι των άλλων όσο και τη συμπεριφορά των παρόντων στο παιχνίδι. Η απόσταση από το σώμα του μεγαλώνει!
Αλλά συνήθως γίνεται κάτι χειρότερο: όχι μόνο ο κόσμος βλέπει το παιχνίδι αντί να το παίζει, αλλά συχνά ακούει μόνο να μιλάνε γι' αυτό. Με τη μεσολάβηση του αθλητικού τύπου το ποδόσφαιρο γίνεται ευκαιρία για μια καθαρή φλυαρία που κάνουν οι φίλαθλοι στις πλατείες, στα κουρεία, στο τραπέζι, στο γραφείο. Και το άτομο που μιλάει για αθλητισμό χρησιμοποιεί μια γλώσσα που έχει τους δικούς της κανόνες.
Είναι μια συζήτηση στρατηγικής που δεν αφορά μόνο το παιχνίδι καθαυτά, αλλά και την προετοιμασία του (τις μεταγραφές, τις αποφάσεις των αθλητικών συλλόγων, τη σύνθεση των ομάδων πρώτης κατηγορίας τα τελευταία είκοσι χρόνια). Γύρω από αυτά τα αφηρημένα δεδομένα γίνεται μια συζήτηση που παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά παθιασμένης συμμετοχής όπως και η πολιτική συζήτηση, η οποία περιστρέφεται γύρω από θέματα εξίσου μακρινά, για τόπους και πρόσωπα που δεν είδαμε ποτέ (ποιος συνάντησε πράγματι ποτέ τον Κίσινγκερ, ποιος πήγε στο Λίβανο;).
Μόνο που υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στις υποθέσεις της πόλης που ονομάζονται πολιτική και τις υποθέσεις του υποκατάστατου της πόλης που ονομάζεται γήπεδο. Η διαφορά είναι ότι όποιος μιλάει για πολιτική στην ουσία κάνει πολιτική. 'Όποιος συμμετέχει σε μια συνέλευση κόμματος, συζητάει μια πρόταση και ψηφίζει, κάνει το ίδιο μ' αυτό που κάνει ο Κίσινγκερ. Δεν του αφαιρείται η δυνατότητα διακυβέρνησης, γιατί ουσιαστικά, αν και σε ελάχιστη κλίμακα, την ασκεί. Όποιος παίρνει μέρος σε διαδήλωση και σύγκρουση με την αστυνομία, επεμβαίνει για να καθορίσει ποιοτικά, αν όχι ποσοτικά, τη ζωή της κοινότητας. Κάνει ό,τι και ο Λατινοαμερικάνος αντάρτης όταν πυροβολεί σε μάχη για την κατάληψη ενός χωριού. 'Ασχετα από οποιαδήποτε ιδεολογική τοποθέτηση, ακόμη κι αν κάνει τον αντάρτη για παιχνίδι. Στα σπορ αντίθετα η αθλητική φλυαρία δεν έχει τίποτα κοινό με το ίδιο το άθλημα, που γίνεται μακρινή της πρόφαση. Μ' αυτή την έννοια η συζήτηση για αθλητισμό (χωρίς να συνοδεύεται από άσκηση) δεν είναι μόνο μια περίπτωση αποστέρησης του σώματος: είναι καθαρή αποστέρηση των προνομίων του ανθρώπου σαν πολιτικό ον.
Πρόκειται γι' ανθρώπινη ενέργεια που αλλάζει κατεύθυνση. Τα θύματα δεν το καταλαβαίνουν, αλλά έχουνε καμιά φορά την συγκεχυμένη υποψία ότι βρίσκονται σε φαύλο κύκλο. Κυρίως καθώς η πολιτική, σαν πρότυπο κοινωνικής συμπεριφοράς, είναι παρούσα στην τηλεόραση, στις πλατείες, στις εφημερίδες: και το θύμα της αθλητικής φλυαρίας νιώθει μιαν ασαφή νοσταλγία γι' αυτή την καρποφόρα και αποτελεσματική συμπεριφορά. Και να που, μην μπορώντας να κάνει τον αντάρτη του Μαύρου Σεπτέμβρη ο Homo Sportivus μασκαρεύεται σε αντάρτη κάποιας μαυροκίτρινης ομάδας. Πειθήνιο όργανο της εξουσίας, το θύμα αναλώνει την ενστικτώδικη ορμή του σε δραστηριότητες που δεν μπορούν να επηρεάσουν την εθνική πολιτική ζωή, και η μανία του ελέγχεται.
Αλλά είναι το πιο καταπιεσμένο και απεγνωσμένο θύμα του συστήματος, γιατί δεν ξέρει πια τι του στέρησαν. Αυτή η βία χωρίς στόχο μπορεί να εκτονωθεί την κατάλληλη στιγμή: τα γήπεδα (έτσι όπως λειτουργούν σήμερα) είναι σαν βαλβίδα ασφαλείας που κάθε δικτάτορας μπορεί να εκμεταλλευτεί. "
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο, Η σημειολογία στην καθημερινή ζωή, Εκδόσεις Μαλλιάρης-Παιδεία Α.Ε. 1985

20.2.16

ANTIO OYMPERTO EKO

Ο Ουμπέρτο Εκο πέθανε στις 19 Φεβρουαρίου 2016, από καρκίνο, σε ηλικία 84 ετών. Παρότι ήταν γνωστός στο πλατύ κοινό από το μυθιστόρημά του «Το όνομα του ρόδου», το οποίο κυκλοφόρησε το 1980, ο Εκο δεν ήταν απλώς μυθιστοριογράφος.
Ηταν φιλόσοφος και στοχαστής και έγραψε πολλές φορές για τα ΜΜΕ αλλά και για τις τεχνολογικές ανακαλύψεις της εποχής μας. Ηταν σκληρός με τις νέες τεχνολογίες, σε σημείο να κατηγορηθεί ότι μιλάει σαν ένας πικραμένος γέρος που δεν αντιλαμβάνεται τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο γαλλικό περιοδικό Nouvel Observateur το 1991 ομολόγησε ότι «ένοιωθε άβολα στην εποχή του».
«Προσπαθώντας να κατανοήσω τι συμβαίνει είναι ο μόνος τρόπος για να βγω από αυτή την άβολη κατάσταση», είχε δηλώσει.

Επίθεση ηλιθίων
Τα λόγια που έχει χρησιμοποιήσει κατά καιρούς για τις νέες τεχνολογίες είναι βιτριολικά. Το 2015 έκανε λόγο για «επίθεση ηλιθίων» αναφερόμενος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Εδωσαν δικαίωμα λόγο σε λόχους ηλιθίων οι οποίοι προηγουμένως δεν μιλούσαν παρά σε μπαρ, μετά από ένα ποτήρι κρασί. Τότε δεν έκαναν κακό στους υπόλοιπους. Εκεί κάποιος τους έκοβε την κουβέντα ενώ τώρα έχουν το ίδιο δικαίωμα να μιλούν όσο και ένα βραβείο Νόμπελ».
Δεν έκρυβε επίσης την αντιπάθειά του για τα κινητά τηλέφωνα και για την μαζική επίδειξη που επιτρέπει η χρήση τους. Στο βιβλίο του «Ανάποδα σαν τον κάβουρα», μια συλλογή κειμένων μεταξύ 2000 και 2005, μιλούσε ωμά και βίαια:
«Ο ηλίθιος, ο οποίος δίπλα μας ακριβώς μέσα στο τρένο κανονίζει τις οικονομικές του δοσοληψίες φωναχτά, στην πραγματικότητα επιδεικνύεται με ένα καπέλο από φτερά και ένα πολύχρωμο δαχτυλίδι στο πέος».
Ωστόσο, πίσω από αυτά τα έντονα κριτικά λόγια για τις νέες τάσεις, ο Ουμπέρτο Εκο έγραφε στην Liberation το 2009:«Δεν είμαι παρελθοντολόγος».
Τον Μάιο του 2015 το σάιτ Le Midi Libre τον ρωτάει αν το ίντερνετ «διαστρέφει τα πνεύματα» ο Εκο απαντά:
«Πρέπει να είσαι οπλισμένος για να το χρησιμοποιήσεις. Είναι σαν ένα πολύ γρήγορο αυτοκίνητο που πρέπει να ξέρεις να οδηγείς. Αλλιώς πας κατευθείαν στον τοίχο».
Ηταν όμως οξύς: «Υπάρχουν ηλίθιοι του ίντερνετ όπως υπάρχουν και ηλίθιοι του Walkman που τους βλέπουμε να χτυπιούνται και να ουρλιάζουν στις συναυλίες ροκ μουσικής», έλεγε το 1991 στο L’Obs.
Αλλά πρόσθετε: «Σε μια κοινωνία πολύχρωμη όπως είναι η δική μας υπάρχει ο ηλίθιος αλλά υπάρχει και ο προσαρμοστικός. Αυτός δηλαδή που μπορεί να ζήσει με ενδιαφέροντα τρόπο αυτή την ποικιλία των σύγχρονων γλωσσών. Δεν μπορώ να αποφανθώ γι’αυτό το θέμα, περιορίζομαι στο να παρατηρώ».
Ο Εκο για τον γραπτό τύπο
Διαβάζετε εφημερίδες;
Διαβάζω τουλάχιστον δύο εφημερίδες κάθε πρωί και ρίχνω μια ματιά σε πολλές άλλες καθημερινά. Δεν μπορώ να πιώ τον καφέ μου και να ξεκινήσω την ημέρα μου αν δεν διαβάσω τον τύπο. Μένω πιστός στην ιδέα του Χέγκελ σύμφωνα με την οποία η ανάγνωση των εφημερίδων παραμένει «η καθημερινή προσευχή του σύγχρονου ανθρώπου». Είμαι αναγνώστης, αλλά και αρθρογράφος, γιατί γράφω σε μια καθημερινή και σε μια εβδομαδιαία εφημερίδα. Αλλά συχνά κοιτάζω μόνο τους τίτλους των άρθρων, γιατί ο γραπτός τύπος έχει την κακή συνήθεια να επαναλαμβάνει το πρωί τα νέα που αποκαλύφθηκαν χθες.
Τι απειλεί τον καθημερινό τύπο; Η επανάληψη της είδησης, χωρίς να δοθεί το βάθος της ανάλυσης;
Ο Τύπος επιμένει να επαναλαμβάνει ειδήσεις, χωρίς να προσθέτει κάποια επιπλέον αξία, οι οποίες αναλύθηκαν από την προηγούμενη ημέρα από όλα τα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις, σε συνεχή ροή. Είναι μια τεράστια κρίση, η οποία χρονολογείται από την ημέρα γέννησης της τηλεόρασης. Από εκείνη τη στιγμή, εξάλλου, οι εφημερίδες προσπάθησαν να γίνουν εβδομαδιαίες και αυτό έφερε κρίση στις καθημερινές.
Αλλά το ερώτημα δεν είναι απλό: πώς να γεμίσεις 40 ή 50 σελίδες όταν η ουσία της είδησης κυκλοφορεί από την προηγούμενη; Ημουν σε ταξίδι στην Ωκεανία πριν από μερικά χρόνια και ανακάλυψα το Fidji Journal, μια ταπεινή έκδοση του νησιού η οποία αποτελούνταν από μια σελίδα με νέα από τον κόσμο και τα υπόλοιπα ήταν διαφημίσεις και τοπικά νέα.
Και είναι αλήθεια ότι οι βασικές ειδήσεις μπορούν να περιληφθούν μόνο σε μια στήλη εφημερίδας, όπως το κάνουν οι New York Times. Αυτός είναι ο λόγος που οι μεγάλες εφημερίδες πρέπει να εμβαθύνουν την επικαιρότητα και να δίνουν χώρο στις ιδέες.
Με ποιο τρόπο ο γραπτός τύπος μπορεί να ξανακερδίσει τους αναγνώστες;
Πρέπει να κάνει περισσότερες έρευνες. Για παράδειγμα να παρουσιάζει τις διαδηλώσεις του Μιλάνου για την παγκοσμιοποίηση και να συγκρίνει με τα αναρχικά κινήματα και την μεταμόρφωσή τους προς νέες μορφές ακτιβισμού. Να παρουσιάσει με καλύτερο τρόπο τις συνέπειες της καταστροφής της Παλμύρας. Αντίθετα, οι περισσότερες καθημερινές εφημερίδες ξανασερβίρουν την ίδια σούπα και μένουν με τη μύτη κολλημένη στο τώρα.
Πρέπει ο Τύπος να ζωντανέψει την λογοτεχνική κριτική;
Η λογοτεχνική κριτική είναι νεκρή στις εφημερίδες, οι οποίες κάνουν αγώνα αποκλειστικών ρεπορτάζ και δίνουν προτεραιότητα στις γρήγορες συνεντεύξεις, μετά από την κυκλοφορία ενός βιβλίου π.χ.
Ναι, αλλά πώς να κάνεις κριτική για έναν συγγραφέα ο οποίος στην συνέντευξή του μιλάει μόνο καλά για το βιβλίο του;
Πρέπει σε κάθε περίπτωση να ξαναζωντανέψουμε την δημοσιογραφική κριτική και να επεκτείνουμε τη δράση της, ειδικά στο ίντερνετ. Η εφημερίδα πρέπει να αφιερώνει δύο σελίδες στην κριτική των σάιτ, να αποκαλύπτει τα σωστά σάιτ και τα άχρηστα. Δεν πρέπει να αποφεύγουμε να χτίζουμε την κρίση του κοινού. Η εφημερίδα μπορεί να είναι ένα κριτικό και δημοκρατικό φίλτρο. Όταν ήμουν νέος, τα ποιήματα που έστελναν οι αναγνώστες, αξιολογούνταν από έναν μεγάλο κριτικό. Αυτό υπήρξε καθοριστικό στην λογοτεχνική μου συνέχεια.
Η συγκέντρωση των Μέσων στα χέρια των μεγάλων ομίλων μπορεί να αποτελεί κίνδυνο;
Αυτή η συγκέντρωση των ΜΜΕ είναι ένα πραγματικό πρόβλημα. Στην Ιταλία όλες οι εφημερίδες εξαρτώνται από βιομηχανίες και ισχυρές τράπεζες. Η Γαλλία βρίσκεται σε μια παρόμοια κατάσταση. Πρέπει κανείς να ορίσει ισχυρούς επικεφαλής στις εφημερίδες για να αντισταθεί στις πιέσεις.
Πρέπει να κρίνει κάποιος και τους αναγνώστες;
Είτε «χτίζετε» τον αναγνώστη είτε ακολουθείτε το υποτιθέμενο γούστο του. Ο Eugène Sue έδινε στους αναγνώστες αυτό που περίμεναν, ο Balzac διαμόρφωνε το γούστο τους, τους πρότεινε ιστορίες, καταστάσεις και ένα στιλ που δεν είχαν φανταστεί. Υπάρχουν βιβλία που λένε «είμαι σαν εσένα» και άλλα που λένε «είμαι ένας άλλος». Πρέπει να αποφεύγει κάποιος την ομοιομορφία του στιλ την οποία ζούμε και την οποία απαιτεί η νέα βιομηχανία των μίντια.

NEW MEDICIN FROM EPIKOYROS FOR DR DERRICK AND DR MAKO

Tetrapharmakos

From Wikipedia, the free encyclopedia
The tetrapharmakos as found in the Herculaneum papyrus in the Villa of the Papyri.
The Tetrapharmakos (τετραφάρμακος) "four-part remedy" is a summary of the first four of the Κύριαι Δόξαι (Kuriai Doxai, the forty Epicurean Principal Doctrines given by Diogenes Laertius in his Life of Epicurus) in Epicureanism, a recipe for leading the happiest possible life. They are recommendations to avoid anxiety or existential dread.[1]
The "tetrapharmakos" was originally a compound of four drugs (wax, tallow, pitch and resin); the word has been used metaphorically by Roman-era Epicureans.[2] to refer to the four remedies for healing the soul.[3]

The four-part cure

s expressed by Philodemos, and preserved in a Herculaneum Papyrus (1005, 4.9–14), the tetrapharmakos reads:[4]
Don't fear god,
Don't worry about death;
What is good is easy to get,
What is terrible is easy to endure
Ἄφοβον ὁ θεός,
ἀνύποπτον ὁ θάνατος
καὶ τἀγαθὸν μὲν εὔκτητον,
τὸ δὲ δεινὸν εὐεκκαρτέρητον
This is a summary of the first four of the forty Epicurean Principal Doctrines (Sovran Maxims) given by Diogenes Laertius, which in the translation by Robert Drew Hicks (1925) read as follows:
1. A happy and eternal being has no trouble himself and brings no trouble upon any other being; hence he is exempt from movements of anger and partiality, for every such movement implies weakness
2. Death is nothing to us; for the body, when it has been resolved into its elements, has no feeling, and that which has no feeling is nothing to us.
3. The magnitude of pleasure reaches its limit in the removal of all pain. When pleasure is present, so long as it is uninterrupted, there is no pain either of body or of mind or of both together.
4. Continuous pain does not last long in the body; on the contrary, pain, if extreme, is present a short time, and even that degree of pain which barely outweighs pleasure in the body does not last for many days together. Illnesses of long duration even permit of an excess of pleasure over pain in the body.

Don't fear god

In Hellenistic religion, the gods were conceived as hypothetical beings in a perpetual state of bliss, indestructible entities that are completely invulnerable. Gods in this view are mere role models for human beings, who are to "emulate the happiness of the gods, within the limits imposed by human nature."[5]

Don't worry about death

As D. S. Hutchinson wrote concerning this line, "While you are alive, you don't have to deal with being dead, but when you are dead you don't have to deal with it either, because you aren't there to deal with it." In Epicurus' own words, "Death means nothing to us...when we exist, death is not yet present, and when death is present, then we do not exist,"[6] for there is no afterlife. Death, says Epicurus, is the greatest anxiety of all, in length and intensity. This anxiety about death impedes the quality and happiness of one's life by the theory of afterlife: the worrying about whether or not one's deeds and actions in life will translate well into the region of the gods, the wondering whether one will be assigned to an eternity of pain or to an eternity of pleasure.[7]

What is good is easy to get

Sustenance and shelter, these things can be acquired by anyone — by both animal and human — with minimal effort, regardless of wealth. But if one wants more than one needs (over indulgency, gluttony, etc.), one is limiting the chances of satisfaction and happiness, and therefore creating a “needless anxiety” in one’s life. "What is good is easy to get" implies that the minimum amount of necessity it takes to satisfy an urge is the maximum amount of interest a person should have in satisfying that urge.[8]

What is terrible is easy to endure

The Epicureans understood that, in nature, illness and pain is not suffered for very long, for pain and suffering is either "brief or chronic ... either mild or intense, but discomfort that is both chronic and intense is very unusual; so there is no need to be concerned about the prospect of suffering." Like "What is good is easy to get," recognizing one's physical and mental limit and one's threshold of pain — understanding how much pain the body or mind can endure — and maintaining confidence that pleasure only follows pain (and the avoidance of anxiety about the length of pain), is the remedy against prolonged suffering.[9]






WITH LOVE FROM GIAGIA-MY MOTHER 20/02/2016

18.2.16

ΦΕΡΕΚΥΔΗΣ Ο ΣΥΡΟΣ

Φερεκύδης ο "άθεος" που δίδαξε το μεγάλο Πυθαγόρα...

 Nikos Samios


Φερεκύδης. Υιός του Βάβυος, θεογονιστής ποιητής και φιλόσοφος από την νήσο Σύρο. Ανέπτυξε τη δική του κοσμολογική θεωρία που επηρεάστηκε από τις ορφικές ιδέες, τη θεωρία του Θαλή, τη μυθολογική Θεογονία του Hσιόδου και τις δοξασίες των ιερέων της αρχαίας Aιγύπτου. Κατ' αυτόν υπάρχουν 3 κοσμογονικά στοιχεία, ο Ζας, ο Χρόνος και η Χθονίη, 3 Θεοί που «ήσαν αεί», δηλαδή υπήρχαν ανέκαθεν μέσα στο Σύμπαν και εξ αυτών γεννήθηκε η πρώτη θεϊκή γενεά, η λεγόμενη «Πεντάμυχος». Έγραψε σε ιωνική διάλεκτο. Τον 6ο π.Χ αιώνα, ο τύραννος της Σάμου Πολυκράτης επέκτεινε την κυριαρχία του και στη Σύρο. Μέσω αυτής της κυριαρχίας ο Φερεκύδης βρέθηκε στη Σάμο όπου δίδαξε το μεγάλο Πυθαγόρα. Ήταν τέτοια η αγάπη και η ευγνωμοσύνη του Πυθαγόρα προς το δάσκαλο του, που δε δίστασε όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του Φερεκύδη να έρθει στη Σύρο να πάρει τη σορό του και να επιβάλει να ενταφιαστεί στη Δήλο, αφού οι τότε ιερείς τον υπελάμβαναν ως άθεον και αντιστρατευόμενο κατά της τότε θρησκείας (Αμπελάς Τ.). Μέτρησε τον Ήλιο και θεωρείται ο εφευρέτης το πρώτου ηλιακού ρολογιού.Από τη Βικιπαίδεια.

«με τούτο δω σε τιμώ, θέλοντας τούτοι οι γάμοι να είναι δικοί σου. Χαίρε και γίνε ταίρι μου».

Του ετοιμάζουν τα δώματα, πολλά και μεγάλα. Και όταν τέλειωσαν με όλα, και με την επίπλωση και με τους υπηρέτες και τις υπηρέτριες και με όλα τα άλλα απαραίτητα, κάνουν το γάμο. Και την τρίτη μέρα του γάμου ο Ζας φτιάχνει μεγάλο και ωραίο φόρεμα και το στολίζει με τη Γη και τον Ωγηνό και τα δώματα του Ωγηνού
Ο γάμος του Ζάντα με την Χθονίη
Ο Φερεκύδης από τη Σύρο είναι ίσως (μαζί με τον Αναξίμανδρο) ο αρχαιότερος Έλληνας πεζογράφος. Στο έργο του πτάμυχος περιέγραφε τη γέννηση των θεών και τη δημιουργία του κόσμου. Η κοσμογονία του άρχιζε με τρεις θεότητες που "υπήρχαν από πάντα": τον Ζάντα (Ζας =Ζευς), τον Χρόνο και την Χθονίη (τη γη ως υπέδαφος, ως κατοικία των χθόνιων θεοτήτων, σε αντίθεση με την επιφάνεια της γης, την ΓΖν). Το απόσπασμα που ακολουθεί έχει σωθεί σε πάπυρο και αναφέρεται στον γάμο του Ζάντα με την Χθονίη. Σ½ αυτό περιγράφεται το ένδυμα που ο Ζας δώρισε την τρίτη ημέρα του γάμου στη σύζυγό του, πάνω στο οποίο ήταν κεντημένη η Γη και ο Ωγηνός (= Ωκεανός).
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

ΔΙΟΓΕΝΗΣ Ο ΑΠΟΛΛΩΝΙΑΤΗΣ

Διογένης ο Απολλωνιάτης - Ο πρώτος μετεωρολόγος 

Από τις ενδείξεις, που διασώθηκαν, συνάγεται, ότι ο Διογένης ο Απολλωνιάτης ήταν σύγχρονος του Αναξαγόρα (γεννήθηκε περί το 500 π.χ.) και πρεσβύτερος του Σωκράτη και του Δημόκριτου.
Ο Αριστοφάνης στις «Νεφέλες» αναφέρεται στην κοσμογονική αρχή του Διογένη περί αέρος, όπως και ο κωμικός Φιλήμων. Από τις πληροφορίες αυτές συνάγεται το συμπέρασμα, ότι ο Διογένης ο Απολλωνιάτης έζησε και έδρασε κυρίως στην Αθήνα. Εργάσθηκε όμως και στο περίφημο αστεροσκοπείο της Απολλωνίας στην Κρήτη, όπου προέβη στην χαρτογράφηση της ουράνιας σφαίρας και σε μετεωρολογικές παρατηρήσεις.
Σύμφωνα με τον Σιμπλίκιο, ο Διογένης είχε γράψει πραγματείες με τίτλους «Περί Φύσεως», «Μετεωρολογία» και περί «Ανθρώπου φύσεως». Από την πρώτη, καθώς κι από την πραγματεία του Θεόφραστου «Φυσικαί Αιτίαι» (απόσπασμα 2), συνάγεται η κοσμογονική θεωρία του Διογένη. Το παν είναι άπειρο, ο κόσμος όμως είναι πεπερασμένος («Διογένης δε και Μέλισσος το μεν παν άπειρον, τον δε κόσμον πεπεράνθαι», Dox. 331). Η Γη είναι στρογγυλή και μετέωρος. Αρχή και στοιχείο των όντων είναι ο αέρας. Η κοσμογονική θεωρία του Διογένη συμπίπτει με τη θεωρία του Αναξιμένη (6 αι. π.χ.) της Σχολής της Μιλήτου, την οποία φαίνεται πως ο Διογένης είχε αποδεχθεί.
Για να εξηγήσει ο Διογένης, πώς ο αέρας επιδρά δια του κυκλοφορικού συστήματος του οργανισμού στην εκδήλωση των ψυχικών και πνευματικών ικανοτήτων του ανθρώπου, επιχείρησε έκθεση της ανατομικής των φλεβών του οργανισμού, την οποία περιέλαβε ο Αριστοτέλης στην πραγματεία «Περί τα ζώα ιστοριών» (Γ2. 511 β.30). Η καθαρή σκέψη (το καλώς φρονείν) προκαλείται, όταν ο εντός του εγκεφάλου αέρας είναι καθαρός και ξηρός• διότι η υγρασία (ο αχνός) εμποδίζει το νου (κωλύειν γαρ την ικμάδα του νου). Γι’ αυτό τον λόγο κατά τον ύπνο και όταν είναι κάποιος μεθυσμένος, δεν σκέπτεται καλά.
Κατά τον Αριστοτέλη ο Διογένης υποστήριζε, ότι τα ψάρια αναπνέουν με τα βράγχια τον αέρα, ο οποίος είναι διαλυμένος στο νερό (Αριστοτέλους, «Περί αναπνοής», 471 α 13).
Σπουδαιότατο επίτευγμα του Διογένη θεωρείται η διατύπωση του φυσικού νόμου της αφθαρσίας της ύλης και της ενέργειας, την οποία ο Διογένης Λαέρτιος (ΙΧ 57) διέσωσε ως εξής: «Ουδέν εκ του μη όντος γίγνεσθαι ουδέ εις το μη ον φθείρεσθαι» (τίποτε δεν γίνεται εκ του μη υπάρχοντος και τίποτε υπάρχον δεν καταστρέφεται). Ο Διογένης Λαέρτιος επίσης αποδίδει στο Δημόκριτο την διατύπωση του φυσικού νόμου της αφθαρσίας της ύλης και της ενέργειας λέγοντας, ότι ο Δημόκριτος πρέσβευε: «Μηδέν τε εκ του μη όντος γίγνεσθαι μηδέ εις το μη ον φθείρεσθαι» (ΙΧ 44). Κατά τον Αέτιο όμως και ο Αναξαγόρας διατύπωσε το νόμο αυτόν. «Εδόκει γαρ αυτώ απορώτατον είναι, πως εκ του μη όντος δύναταί τι γίγνεσθαι η φθείρεσθαι εις το μη ον» («Δοξογράφοι», Diels 279). [Διότι νόμιζε (ο Αναξαγόρας) ότι είναι απορώτατο, πως είναι δυνατόν κάτι να γίνει εκ του μη όντος η να καταστραφεί εις το μη ον.]
Δεν είναι δυνατόν να αποφανθεί κάποιος μετά βεβαιότητας, ποιος από τους τρεις (Διογένης Απολλωνιάτης, Αναξαγόρας η Δημόκριτος) διατύπωσε τον νόμο της αφθαρσίας της ύλης και της ενέργειας πρώτος. Τέτοιες υψηλές επιστημονικές κατακτήσεις πάντως είναι αποτέλεσμα μακραίωνης επιστημονικής παράδοσης.
Η πραγματεία του Διογένους με τίτλο ¨Μετεωρολογία¨ είναι το πρώτο εγχειρίδιο Μετεωρολογίας στον κόσμο, ενώ το δεύτερο ανήκει στον Αριστοτέλη με τίτλο ¨Μετεωρολογικά¨ έναν αιώνα αργότερα.

ο Διογένης Απολλωνιάτης γεννήθηκε στις αρχές του 5ου αιώνα στην Απολλωνία ή αλλιώς Ελεύθερνα (Ρέθυμνο) της Κρήτης.
Η πραγματεία του Διογένους με τίτλο ¨Μετεωρολογία¨είναι το πρώτο εγχειρίδιο Μετεωρολογίας στον κόσμο, ενώ το δεύτερο ανήκει στον Αριστοτέλη με τίτλο ¨Μετεωρολογικά¨ έναν αιώνα αργότερα.
οι μετεωρολογικές απόψεις του Διογένους είναι:
1. Τα διάφορα μετεωρολογικά φαινόμενα (σύννεφα, βροχή, χιόνι κτλ) προκύπτουν από τις μεταβολές του αέρα
2. Η ανάφλεξη του αέρα προκαλεί την αστραπή και μετά τον κεραυνό
3. Ο κεραυνός χωρίς αστραπή προκαλείται από την βίαιη αναταραχή του αέρα
4. Το νερό της θάλασσας είναι αλμυρό εφόσον το γλυκό νερό εξατμίζεται από τις ηλιακές ακτίνες
5. Το νερό μετασχηματίζεται από τις ηλιακές ακτίνες σε αέρα(υδρατμούς). Ο αέρας αυτός συμπυκνούμενος σχηματίζει σύννεφα
6. Η βροχή προκύπτει από τα σύννεφα όταν συμπιεστούν από τον αέρα
7. Το αίτιο της παραγωγής των μετεωρολογικών φαινομένων είναι η ηλιακή θερμότητα που σχηματίζει μάζες θερμού αέρα
8. Ο αέρας που περιβάλλει την Γη, παρουσιάζει μια ημερήσια και μια ετήσια μεταβολή της θερμοκρασίας του.
9. Η θερμοκρασία του αέρα ελαττώνεται ανάλογα με το ύψος
10. Οι άνεμοι πνέουν από τις περιοχές όπου ο αέρας είναι πυκνός προς άλλες, όπου ο αέρας είναι αραιότερος
11. Οι υδάτινες επιφάνειες, όταν η θερμοκρασία του αέρα με τον οποίο έρχονται σε επαφή αυξηθεί, μετασχηματίζουν ένα μέρος τους σε αέρα (υδρατμό)
12. Η ομίχλη προέρχεται από την υγρασία και την συμπύκνωση του αέρα
13. ο ξηρός αέρας (ξηροί άνεμοι) επιταχύνουν την εξάτμιση των υγρών
14. Το χιόνι προκύπτει από τα νέφη με τον ψυχρό αέρα. Συγκεκριμένα όταν τα υγρά νέφη μεταβαίνουν στην στερεά κατάσταση, μετασχηματίζονται σε χιόνι
15. Το χαλάζι δημιουργείται όταν πήζει το νερό της βροχής που πέφτει
16. Τα σύννεφα αποτελούνται από συμπυκνωμένο αέρα
17. Η αστραπή σχηματίζεται όταν τα σύννεφα ¨σχίζονται¨ από την δύναμη των ανέμων
18. Η βροντή προκύπτει όταν σβήνει η φωτιά ενός υγρού νέφους που έχει πυρποληθεί
19. Το ουράνιο τόξο σχηματίζεται όταν οι ηλιακές ακτίνες πέφτουν πάνω στον συμπυκνωμένο αέρα
20. Η δρόσος, ο παγετός και η πάχνη δημιουργούνται στην επιφάνεια της Γης από συμπύκνωση λόγω ψύξεως του αέρα
περισσότερα στο βιβλίο:
¨ΔΙΟΓΕΝΗΣ Ο ΑΠΟΛΛΩΝΙΑΤΗΣ
Ο Ρεθύμνιος Φυσικός Φιλόσοφος¨
Συγγραφέας: Ευάγγελος Σπανδάγος
Εκδόσεις: ΑΙΘΡΑ

17.2.16

ΤΖΕΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ 1207 ΠΕΡΣΙΑ χάρη στην κ. Ευθυμίου

Ιστορικο
O Τζελαλαντιν Ρουμι το 1207 στην Περσια. Ενας απο τους κυριος εκπροσωπους του Σουφισμου στα 24 του κιολας χρονια ειναι ενας απο τους πιο αναγνωρισμενους θεολογους και ερμηνευτης του Κορανιου επισης Μαθηματικος και Αστρονομος. Το 1244 εμφανιζεται στην ζωη του Ρουμι ενας φιλοσοφος ο Σαμς για τον οποιο ειναι ελαχιστα πολυ γνωστα, ο Ρουμι παντως επηρεαστηκε παρα πολυ και οταν 2 χρονια μετα εξαφανιστηκε ο Ρουμι πεφτει σε μελαγχολια. Εμεινε 40 μερες σε κελι μονος του για να σκεφτει. Μετα απο αυτο
ο Ρουμι απο θεολογος γινεται ποιητης. Ξαφνικα ο Σαμς επιστρεφει αλλα οι ανθρωποι του Ρουμι ηταν εχρικη σε αυτην την επιστροφη.
Παρολα αυτα ο Ρουμι δεν εχει δρομο επιστροφης. Φημες αναφερουν οτι δυσαρεστημενοι μαθητες του Ρουμι δολοφονησαν τον Σαμς.
Ο Ρουμι εκτοτε και για τα επομενα 10 χρονια της ζωης του γραφει ποιηματα για τον ερωτα και τον Αγαπημενο οπως ο ιδιος ερμηνευει
την κινητηρια του δυναμη.
Το εργο του Ρουμι
Ο Ρουμι εγραψε 21336 διπλους στιχους και φυσικα δεν θα μπορουσαμε να βαλει κανεις ουτε το παραμικρο κομματι απο αυτα περα απο μια
μικρη επιλογη. Ο Ρουμι με την ποιηση του καταργει το χρονο και μιλα απευθειας στην καρδια. Το ζητουμενο του ειναι παντα ο Ερωτας.
Ο ανεκπληρωτος ποθος δεν μπορει να πραγματοποιηθει παρα μονο στην Αγαπη. Η ποιηση του Ρουμι ειναι σαν μια μεταξωτη κλωστη που σαν
καλος τεχνιτης υφανσης μετατρεπει σε ενα περσικο χαλι.
ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ ΤΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥ
 (απόσπασμα)
Αγαπημένε μου, γίνε για μένα
Σαν τις φλόγες που χορεύουν με τον Έρωτα
Πυρά μες στην πυρά.
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Το κερί μου λιώνει με καημό
Κλαίει κέρινα δάκρυα.
Το φυτίλι καίγεται-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Εμείς που βαδίσαμε το μονοπάτι του Έρωτα
Δεν κλίνουμε μάτι όλη νύχτα.
Στην ταβέρνα των μεθυσμένων
Ο τυμπανιστής χτυπάει το τύμπανο-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Στη μαυρίλα της νύχτας
Οι εραστές ξαγρυπνούν
Μην τους μιλάτε για ύπνο
Το μόνο που θέλουν
Είναι να βρίσκονται μαζί μας-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.

Η Ένωση είναι ένας μανιασμένος ποταμός
Που χύνεται κατ' ευθείαν στη θάλασσα
Απόψε η Σελήνη δίνει φιλιά στα αστέρια.
Ό,τι αγγίζω ό,τι βλέπω
Γίνεται φωτιά της αγάπης-
Αγαπημένε μου, αυτό γίνε για μένα.
......................
Όλη τη νύχτα χόρευα γύρω απ΄το σπίτι
Του Αγαπημένου μου
Το πρωί εκείνος βγήκε έξω
Και μου πρόσφερε να πιω κρασί
Δεν είχα κύπελλο-
«Να το άδειο μου κρανίο», του είπα.
«Ρίξε μέσα το κρασί σου».
........................
Χτύπησα την πόρτα
Εκείνου που αγκαλιάζει την αγάπη.
Άνοιξε, με είδε να στέκω εκεό
Κι άρχισε να γελάει.
Με τράβηξε μέσα.-
Έλιωσα όπως η ζάχαρη, στην αγκαλιά εκείνου του Εραστή
Εκείνου του Μάγου του Κόσμου.
(Τζελαλαντίν Ρουμί, Στον κήπο του Αγαπημένου, εκδ. Αρμός)
Ο αγαπημένος
(απόσπασμα)
Δέξου με Αγαπημένε μου
Σώσε την ψυχή μου.
Γέμισέ με με την αγάπη σου
Και λύτρωσέ με από τους δύο κόσμους.
Αν αφήσω την καρδιά μου μακριά σου
Φωτιά μου καίει τα σωθικά.
Ω, Αγαπημένε μου
Πάρε μακριά ό,τι θέλω
Πάρε μακριά ό,τι κάνω
Πάρε μακριά κάθε τι
Που με παίρνει μακριά σου.
Ούτε ξέρω αν υπάρχουν δύο κόσμοι
Το μόνο που εγώ είναι ο Ένας
Έναν μονάχα αναζητώ
Έναν μονάχα ξέρω
Έναν μονάχα βρίσκω
Και εξυμνώ μονάχα Έναν.
Τόσο πολύ έχω μεθύσει
Απ' το κρασί του Αγαπημένου μου
Πού και οι δυο κόσμοι
Έχουν χαθεί από μπροστά μου.
Δεν μένει τίποτ' άλλο, παρά ν' αγγίξω
Το κύπελλο του Αγαπημένου.
Ω, πώς χωράει ο Αγαπημένος στην καρδιά μου.
Χίλιες ψυχές σε ένα κορμί
Χίλιες σοδειές σε ένα δεμάτι
Χιλιάδες στρόβιλοι ουρανών
Στο μάτι μιας βελόνας.
[.] τα μάτια μου βλέπουν
Μόνο το πρόσωπο του Αγαπημένου.
Τι υπέροχη θωριά!
Για τη θωριά του αυτή είναι Αγαπημένος
Αλλά γιατί να ξεχωρίζω;
Ο Αγαπημένος βρίσκεται μες στη θωριά
Και η θωριά μες στον αγαπημένο
[.] Απόψε ο Αγαπημένος
Μου εξομολογήθηκε τα μυστικά του
Τι νύχτα!
Μακάρι να διαρκούσε αιώνια..
Ο ουρανός λάμπει.
Ω Αγάπη
Όταν σε ψάχνω, σε βρίσκω να μ' αναζητάς.
Όταν κοιτάζω γύρω μου
Βρίσκω τους βοστρύχους των μαλλιών σου
Μέσα στα χέρια μου.
Πίστευα πάντα πως
Εγώ είχα μεθύσει απ' το κρασί σου
Αλλά τώρα βρίσκω
Το κρασί σου να 'χει μεθύσει από μένα.
Δίχως να κοιτάζω
Μπορώ και βλέπω τα πάντα μέσα μου
Τα μάτια μου είναι άχρηστα
Τώρα που μπορώ να δω
Ολόκληρο τον κόσμο
Με τα δικά Του μάτια.
Τζελαλαντίν ΡΟΥΜΙ, Ο Αγαπημένος, εκδ. ΑΡΜΟΣ
Τζελαλαντίν Ρουμί, ο Μυστικός ποιητής της Ανατολής
της Ανθής Ντάρδη
Οι δαιδαλώδεις σκοτεινές διαδρομές της ζωής είναι αμέτρητες. Εμείς απλά επιλέγουμε και αναλόγως περπατάμε το κομμάτι που θέλουμε. Ακόμα όμως και όταν τα υπόλοιπα μονοπάτια είναι ξέφωτα και πλημμυρισμένα με όσα αποζητάμε, μπορεί να στερούμαστε κάτι, μια έννοια άπιαστη αλλά ουσιώδη. Την ένωση με τον Έρωτα αναζητάμε με αγωνία, ανυπομονησία και φόβο.
Ο  Τζελαλαντίν Ρουμί μεταμορφώθηκε από διδάσκαλο του Κορανίου, μυστικό Σουφί και σπουδαίο θεολόγο σε έναν γοητευτικά απελπισμένο ερωτευμένο άντρα μέσα σε ένα μεσημέρι. Το έργο που άφησε πίσω του ο Πέρσης ποιητής είναι αριστουργηματικό και ογκώδες. Η Καδιώ Κολυμβά έκανε μια επιλογή ποιημάτων από την συλλογή «ο Αγαπημένος» που παρουσιάστηκε σε συνεργασία με τις εκδόσεις Αρμός.
Από τους κορυφαίους μυστικούς ποιητές της Ανατολής, απολογητής ενός θεϊκού έρωτα, απ' τον οποίο φτάνει σ' εμάς τους Δυτικούς, εντελώς αμύητους στη γλωσσική πραγματικότητα του σουφισμού, μόνον ένα ακρωτηριασμένο νόημα, ο Ρουμί υπήρξε ο πιο συνεπαρμένος υμνητής του. Ο  Τζελαλαντίν Ρουμί ( το όνομα του οποίου σημαίνει «Δόξα της Θρησκείας») υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους δασκάλους του Κορανίου αλλά και του Σουφισμού. Ο ίδιος συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό μαθητών και θαυμαστών, αλλά του έλειπε κάτι. Έλειπε η ίδια η ουσία του Σουφισμού, η εξύψωση, η συνάντηση με τον «Αγαπημένο» , το θεϊκό νόημα της ζωής που περιέγραφαν ονειρικά οι υπόλοιποι διδάσκαλοι.
Όλα λύθηκαν και τα κομμάτια του παζλ της ζωής του Τζελαλαντίν ενώθηκαν όταν γνώρισε τον Σαμς (που σημαίνει «φως») έναν ρακένδυτο ιδιότροπο  σουφί, τον οποίο ο ποιητής εμπιστεύτηκε απόλυτα και του δόθηκε ολοκληρωτικά. Μέσα από την ύπαρξη του Σαμς ο Ρουμί ενώθηκε με τον «Αγαπημένο», έγιναν ένα και δεν χωριστήκαν ποτέ ακόμα και όταν η ζωή ή ο θάνατος είχαν άλλα σχέδια.
Ο μεθυσμένος από έρωτα Ρουμί γίνεται υμνητής του ανεκπλήρωτου έρωτα , όταν το πρόσωπο της λατρείας του εξαφανίζεται μυστηριωδώς από τη ζωή του. Τότε ο Τζελαλαντίν γράφει την συλλογή «ο Αγαπημένος». Τα ποιήματά  του βρίσκουν την αυθεντική τους ρίζα στο πένθος και στην αυταπάρνηση. Ζητούμενο τους πάντα είναι ο Έρωτας, ο χαμένος και συγκρουόμενος που σηματοδοτεί την αφύπνιση του Ρουμί και την «επιστροφή» του Σαμς μέσα στις λέξεις και γραμμές  που αβίαστα δημιουργεί ο ποιητής.
Οι λέξεις αρκετές φορές, είναι πολύ μικρές για να περιγράψουν τα συναισθήματα, πόσο μάλλον να τα εικονοποιήσουν. Αλλά ο Ρουμί καταφέρνει να εκφράσει τόσο ξεκάθαρα τον βιωματικό του πόνο, που ο αναγνώστης θα εκπλαγεί. Προφανώς όμως τα νοήματα των ποιημάτων του, είναι τόσο εύκολο να «διαβαστούν», γιατί στην πραγματικότητα είχαν μόνο έναν αποδέκτη τον Αγαπημένο του, και έναν και μοναδικό στόχο να φέρουν τον Σαμς δίπλα στον Τζελαλαντίν.
Η ποίηση του Τζελαλαντίν είναι συνώνυμο του ερωτικού και απύθμενου λυρισμού που μπορεί να κρύβεται κάτω και από μια μόνο συλλαβή. Το έργο του είναι κινούμενο πάνω στις προσευχές και στην μέχρι τότε υπάρχουσα καθιερωμένη περσική ποίηση αλλά δοσμένο με έναν ρεαλιστικό και ανθρώπινο πόνο που αγγίζει  και τα πιο σκληροτράχηλα μάτια.
Στα ποιήματα του Τζελαλαντίν Ρουμί δεν θα βρεθεί στίχος ανήθικος, αφοριστέος ή κατακριτέος , στην ποίηση δεν υπάρχουν τέτοιοι στίχοι. Η ποίηση είναι καθρέφτης και πάνω της βλέπουμε τα πρόσωπα μας. Ο Σαμς για τον Ρουμί ήταν ο δρόμος που τον οδηγούσε στον Θεό, στην αιωνιότητα. Δεν έχει σημασία ποιο ήταν το όνομα του οδηγού αλλά η παρουσία του. Στην ποίηση του Ρουμί είσαι απογυμνωμένος από διακρίσεις και μυωπικά γυαλιά , αλλά δεμένος με ιστό αράχνης με τον οδηγό σου.
"Ο Έρωτας ήρθε και με άδειασε.
Ο Έρωτας ήρθε και με  γέμισε
με τον Αγαπημένο.
Έγινε το αίμα του κορμιού μου
Έγινε τα χέρια μου και τα πόδια μου
Έγινε τα πάντα.
Τώρα ό,τι έχω είναι μόνο ένα όνομα.
Όλα τ' άλλα είναι του Αγαπημένου"
(ποίημα από την συλλογή «ο Αγαπημένος»)
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

ΟΜΑΡ ΚΑΓΙΑΜ

Ο Γκιιάτ αντ-Ντιν Αμπούλ-Φατχ Ουμάρ ιμπν Ιμπραχίμ αλ-Καγιάμ Νισαπουρί (18 Μαΐου 10484 Δεκεμβρίου 1131, Περσικά غیاث ‌الدین ابوالفتح عمر ابراهیم خیام نیشابورﻯ), συνήθως γνωστός ως Ομάρ Καγιάμ ήταν Πέρσης πολυμαθής, φιλόσοφος, μαθηματικός, αστρονόμος και ποιητής. Εγραψε επίσης πραγματείες για τη μηχανική, τη γεωγραφία, την ορυκτολογία, τη μουσική και την Ισλαμική θεολογία.
Γεννημένος στη Νισαπούρ, στο Βορειοανατολικό Ιράν, σε νεαρή ηλικία μετακόμισε στη Σαμαρκάνδη και έλαβε εκεί την εκπαίδευσή του. Στη συνέχεια πήγε στη Μπουχάρα και καθιερώθηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς και αστρονόμους της μεσαιωνικής εποχής. Είναι ο συγγραφέας μιας από τις σημαντικότερες πραγματείες για την άλγεβρα, που έχουν γραφτεί πριν από τα νεότερα χρόνια, την Πραγματεία για την Απόδειξη Αλγεβρικών Προβλημάτων, που περιλαμβάνει μια γεωμετρική μέθοδο για την επίλυση κυβικών εξισώσεων, τέμνοντας υπερβολή με κύκλο. Συνέβαλε σε μια μεταρρύθμιση του ημερολογίου.
Η σημασία του ως φιλόσοφου και δάσκαλου και τα λίγα διασωθέντα φιλοσοφικά του έργα δεν έχουν τύχει της ίδιας προσοχής με τα επιστημονικά και ποιητικά του κείμενα. Ο Αλ-Ζαμακσάρι (μεσαιωνικός Ιρανός Μουσουλμάνος λόγιος) αναφέρεται σ' αυτόν ως "τον παγκόσμιο φιλόσοφο". Πολλές πηγές μαρτυρούν ότι δίδαξε επί δεκαετίες τη φιλοσοφία του Αβικέννα στη Νισαπούρ, όπου ο Καγιάμ γεννήθηκε και ετάφη και όπου το μαυσωλείο του παραμένει αριστούργημα της Ιρανικής αρχιτεκτονικής και δέχεται κάθε χρόνο πολλούς επισκέπτες.
Έξω από το Ιράν και τις περσόφωνες χώρες ο Καγιάμ είχε μια επίδραση στη λογοτεχνία και τις κοινωνίες μέσω της μετάφρασης των έργων του και της εκλαΐκευσης από άλλους λόγιους. Η μεγαλύτερη τέτοια επίδραση ήταν στις αγγλόφωνες χώρες. Ο Άγγλος λόγιος Τόμας Χάιντ (1636-1703) ήταν ο πρώτος μη Πέρσης, που τον μελέτησε. Τη μεγαλύτερη επιρροή από όλους άσκησε ο Έντουαρντ Φιτζέραλντ (ποιητής, 1809–83), που κατέστησε τον Καγιάμ το διασημότερο ποιητή της Ανατολής στη Δύση μέσω της περίφημης μετάφρασης και των διασκευών του μάλλον μικρού αριθμού τετράστιχων του Καγιάμ (Περσικά : رباعیات, ρουμπαγιάτ) στο Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ.
Ο Ομάρ Καγιάμ πέθανε το 1131 και έχει ταφεί στο μαυσωλείο του Ιμαμζαντέχ Μαχρούκ στη Νισαπούρ. Το 1963 στο χώρο αυτό κατασκευάσθηκε το Μαυσωλείο του Ομάρ Καγιάμ από τον Χουσάνγκ Σεϊχούν (Ιρανό αρχιτέκτονα, 1920-2014).
Όνομα
غیاث ‌الدین Γκιιάτ αντ-Ντιν - σημαίνει "ο Στρατιώτης της Πίστης" και υπονοεί τη γνώση του Κορανίου.
ابوالفتح عمر بن ابراهیم Αμπούλ-Φατχ Ουμάρ ιμπν Ιμπραχίμ - Αμπού σημαίνει πατέρας, Φατχ σημαίνει κατακτητής, Ουμάρ σημαίνει ζωή, Ιμπραχίμ είναι το πατρικό όνομα.
خیام Kαγιάμ - σημαίνει "σκηνοποιός", παρώνυμο από το επάγγελμα του πατέρα του.
نیشابورﻯ Nισαπουρί - συνδέεται με την πατρίδα του Νισαπούρ (ο καταγόμενος από τη Νισαπούρ).
Ζωή

Ο Ομάρ Καγιάμ γεννήθηκε στη Νισαπούρ του Ιράν, τότε σελτζουκική πρωτεύουσα του Χορασάν (βορειοανατολική Περσία), που εκείνη την εποχή ανταγωνιζόταν το Κάιρο και τη Βαγδάτη σε πολιτιστική υπεροχή. Πιστεύεται ότι είχε γεννηθεί σε μια οικογένεια σκηνοποιών (καγιαμί "σκηνοποιός"), πράγμα που θα έκανε αργότερα λογοπαίγνιο :
"Ο Καγιάμ, που έραψε τις σκηνές της επιστήμης, έχει πέσει στο καμίνι της θλίψης και ξαφνικά καεί, το ψαλίδι της Μοίρας έχει κόψει τα σχοινιά της σκηνής της ζωής του, και ο μεσίτης της Ελπίδας τον πούλησε για το τίποτα!"
Πέρασε μέρος των παιδικών του χρόνων στην πόλη Μπαλχ (στο σημερινό βόρειο Αφγανιστάν), σπουδάζοντας υπό το γνωστό λόγιο σεΐχη Μουχαμάντ Μανσουρί και αργότερα υπό τον ιμάμη Μοβαφάκ Νισαπουρί, που θεωρείτο ένας από τους μεγαλύτερους δασκάλους της περιοχής του Χορασάν. Σε όλη του τη ζωή ο Ομάρ Καγιάμ ήταν ακούραστος : μπορούσε από το πρωί να διδάσκει άλγεβρα και γεωμετρία, το απόγευμα να παρευρίσκεται στο σελτζουκικό δικαστήριο ως σύμβουλος του Μαλίκ Σαχ Α΄ και τη νύχτα να μελετάει αστρονομία και να ολοκληρώνει σημαντικές πτυχές του ημερολογίου Τζαλαλί (αστρικό ημερολόγιο, που χρησιμοποιείτο στην Περσία και παραλλαγές του είναι ακόμη σε χρήση σήμερα στο Ιράν και στο Αφγανιστάν).
Τα χρόνια του Ομάρ Καγιάμ στο Ισφαχάν ήταν πολύ παραγωγικά, αλλά μετά το θάνατο του Σελτζούκου Σουλτάνου Μαλίκ Σαχ Α΄ (πιθανότατα από την αίρεση των Ασασίνων) η χήρα του Σουλτάνου στράφηκε εναντίον του ως συμβούλου, με αποτέλεσμα σύντομα να ξεκινήσει ταξίδι για προσκύνημα στη Μέκκα και στη Μεδίνα. Στη συνέχεια μπόρεσε να εργασθεί ως αυλικός αστρολόγος και πήρε την άδεια να επιστρέψει στη Νισαπούρ, όπου ήταν ξακουστός για τα έργα του και συνέχισε να διδάσκει μαθηματικά, αστρονομία και ιατρική.
Μαθηματικός

Ο Καγιάμ ήταν διάσημος την εποχή του ως μαθηματικός. Έγραψε τη σημαντική Πραγματεία για την Απόδειξη Αλγεβρικών Προβλημάτων (1070), που καθόρισε τις αρχές της άλγεβρας, μέρους του σώματος των περσικών Μαθηματικών, που τελικά μεταδόθηκαν στην Ευρώπη. Ειδικότερα παρήγαγε γενικές μεθόδους για την επίλυση κυβικών εξισώσεων και ακόμη μεγαλύτερης τάξης.
Στην Πραγματεία έγραψε για τον τριγωνικό πίνακα των διωνυμικών συντελεστών, γνωστό ως τρίγωνο του Πασκάλ. Το 1077 ο Καγιάμ έγραψε τις Σαρχ μα ασκάλα μιν μουσανταράτ κιτάμπ Ουκλίντις (Εξηγήσεις των Δυσκολιών στα Αξιώματα του Ευκλείδη), που δημοσιεύθηκε στα Αγγλικά ως Για τις Δυσκολίες των Ορισμών του Ευκλείδη. Σημαντικό μέρος του βιβλίου ασχολείται με το περίφημο αξίωμα παραλληλίας του Ευκλείδη, πράγμα που τράβηξε το ενδιαφέρον του Ταμπίτ ιμπν Κούρα. Ο Αλ Χαϊτάμ είχε προηγουμένως επιχειρήσει μια απόδειξη του αξιώματος. Η προσπάθεια του Καγιάμ ήταν μια διακριτή πρόοδος και οι αμφισβητήσεις του έφτασαν στην Ευρώπη και ίσως να συνέβαλαν στην τελική ανάπτυξη της μη ευκλείδιας γεωμετρίας.
Ο Ομάρ Καγιάμ παρήγαγε σημαντικό έργο στη γεωμετρία, ιδιαίτερα στη θεωρία των αναλογιών. Σύγχρονοί του σημαντικοί μαθηματικοί ήταν ο Αλ-Καζινί και ο Αμπού Χατίμ αλ-Μουζαφάρ ιμπν Ισμαήλ αλ-Ισφιζαρί.Θεωρία των παραλλήλων
Ο Καγιάμ πιστεύεται ότι έχει γράψει χίλια τετράστιχα ή ρουμπαγιάτ. Στον αγγλόφωνο κόσμο έγινε γνωστός με τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ, που είναι ποιητικές μάλλον παρά επί λέξει μεταφράσεις από τον Εντουαρντ Φιτζέραλντ ( 1809–83). Υπάρχουν και άλλες αγγλικές μεταφράσεις τμημάτων των ρουμπαγιάτ (ρουμπαγιάτ σημαίνει τετράστιχα), αλλά του Φιτζέραλντ είναι οι γνωστότερες. Η ειρωνία είναι ότι οι μεταφράσεις του Φιτζέραλντ ξαναέκαναν γνωστό τον Καγιάμ στους Ιρανούς "που επί μακρόν είχαν αγνοήσει τον ποιητή από το Νισαπούρ". Ένα βιβλίο του 1934 ενός από τους πιο επιφανείς συγγραφείς του Ιράν, του Σαντέκ Χενταγιάτ, τα Τραγούδια του Καγιάμ (Ταρανεχα-γιε Καγιάμ) λέγετα ότι έχει "διαμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο μια γενιά Ιρανών εκτιμά" τον ποιητή.. Τα ποιήματα του Ομάρ Καγιάμ έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Πολλές μεταφράσεις έγιναν άμεσα από τα Περσικά, πιο κυριολεκτικά από ότι η μετάφραση του Εντουαρντ Φιτζέραλντ και σήμερα θεωρείται ένας από τους δημοφιλέστερους ποιητές όλων των εποχών. Ύμνησε επικούρειες απολαύσεις, κρασί και γυναίκες, για να προβάλει όμως εντονότερα τις φιλοσοφικές του σκέψεις, πολλές απ’ τις οποίες φαίνονται αιρετικές, αν σκεφτεί κανείς το περιβάλλον μέσα στο οποίο διαμορφώθηκαν. Άλλοι όμως μελετητές βλέπουν μυστικιστικά νοήματα στους στίχους του. 
Είπες ότι θέλεις να με βασανίσεις / Αλλά δε θα φοβηθώ μια τέτοια προειδοποίηση / Γιατί εκεί όπου είσαι Εσύ δεν μπορούν να υπάρξουν βάσανα / Και εκεί όπου Εσύ δεν είσαι πώς μπορεί να υπάρχει ένα τέτοιο μέρος ;
Ο περιστρεφόμενος τροχός του ουρανού, μέσα στον οποίο αναρωτιόμαστε / Είναι μια φανταστική λάμπα της οποίας έχουμε γνώση από παρομοίωση / Ο ήλιος είναι το κερί και ο κόσμος η λάμπα / Είμαστε σαν μορφές που περιστρέφονται μέσα σε αυτόν /
Μια σταγόνα νερού πέφτει σε ένα μεγάλο ωκεανό / Ενας κόκκος σκόνης ενώνεται με τη γη / Τι σημασία έχει να πηγαινοέρχεσαι ; / Μια μύγα εμφανίστηκε μια στιγμή, τότε αόρατη έγινε. 

ΠΗΓΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

ΤΖΕΛΑΛΕΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ ''ΜΑΘΝΑΒΙ''

Η παραβολή του Τζελαλεντίν Ρουμί για τον Κινεζικό και τον Ελληνικό πολιτισμό.

Η παρακάτω παραβολή βρίσκεται στο  μεταφυσικού περιεχομένου βιβλίο, «Μαθναβί» γραμμένο από τον Πέρση ποιητή και δάσκαλο  Τζελαλεντίν Ρουμί το 1273. Στην Ιστορία αυτή  περιγράφεται η διαφορά ανάμεσα στους δυο κορυφαίους αρχαίους  πολιτισμούς,  των Ελλήνων και των Κινέζων. 

...Αν θες μια παραβολή της κρυμμένης γνώσης, πες την ιστορία των Ελλήνων και των Κινέζων.


-Είμαστε οι καλύτεροι καλλιτέχνες, είπαν οι Κινέζοι.

 -Κι όμως εμείς υπερέχουμε! Είπαν οι Έλληνες.

Θα διαγωνιστείτε, είπε ο Σουλτάνος, και τότε  θα δούμε ποιος έχει δίκιο στον ισχυρισμό του.

Παραχωρήσατε μας ένα ορισμένο δωμάτιο και ένα άλλο στους Έλληνες είπαν οι Κινέζοι.

Τα δωμάτια ήταν απέναντι πόρτα με πόρτα. Οι κινέζοι ζήτησαν από το βασιλιά εκατό χρώματα. Έτσι ο πλούσιος μονάρχης άνοιξε το θησαυροφυλάκιο του και κάθε μέρα οι Κινέζοι έπαιρναν από την επιχορήγηση του τα χρώματα τους.

Για τη δική μας δουλειά χρώματα και αποχρώσεις δεν είναι κατάλληλα, είπαν οι Έλληνες. Αυτό που θέλουμε είναι να απαλλαγούμε από τη σκουριά. Και βάλθηκαν να γυαλίσουν το δωμάτιο.Υπάρχει ένας δρόμος από το πολύχρωμο στο άχρωμο. Το χρώμα είναι σαν τα σύννεφα, το φεγγάρι είναι άχρωμο.

Οποιαδήποτε  ακτινοβολία και λαμπρότητα βλέπουμε στα σύννεφα, ας είμαστε σίγουροι ότι προέρχονται από τα άστρα το φεγγάρι και τον Ήλιο.
Μόλις τέλειωσαν οι Κινέζοι τη δουλειά τους άρχισαν  να χτυπούν τύμπανα από την χαρά τους. Ο Βασιλιάς ήρθε μέσα και είδε τις εικόνες τους και από τη στιγμή που αντίκρισε αυτό το θέαμα έχασε το μυαλό του.

Μετά προχώρησε προς το δωμάτιο των Ελλήνων, που μόλις τον είδαν τράβηξαν την κουρτίνα που χώριζε τα δυο δωμάτια, έτσι ώστε τα καταπληκτικά έργα των Κινέζων αντικατοπτρίστηκαν πάνω στους τοίχους , που τους είχαν βγάλει τη  σκουριά και τους είχαν γυαλίσει. Όλα εκείνα που ο βασιλιάς είχε δει στο δωμάτιο των Κινέζων φαίνονταν καλύτερα εδώ. Τόσο καλύτερα που τα μάτια του πετάχτηκαν έξω από τις κόγχες τους!

Οι Έλληνες πατέρα μου, είναι οι Σούφι χωρίς επαναλήψεις, βιβλία και διαβάσματα και όμως έχουν ελευθερώσει τα στήθη τους από την πλεονεξία, την απληστία, την φιλαργυρία και την κάκια. Η αγνότητα του καθρέφτη είναι χωρίς άλλο η καρδιά που δέχεται αμέτρητες εικόνες. Η αντανάκλαση κάθε εικόνας λάμπει για πάντα στην καρδιά και μόνον.

Και κάθε νέα εικόνα που εισχωρεί στην καρδιά προβάλλεται, απαλλαγμένη από κάθε ατέλεια.
Αυτοί που έχουν καθαρίσει την καρδιά τους έχουν ξεφύγει από τα αρώματα και τα  χρώματα. Κάθε λεπτό, κάθε στιγμή ατενίζουν την ομορφιά¨
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ Πηγή: Οι Διδάσκαλοι του Γκουρτζίεφ-Raphael Lefort, εκδόσεις:Πύρινος κόσμος

Ο ΛΥΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΡΑΒΑ ΠΟΙΗΤΗ ΑΔΩΝΗ από τον Παντελή Μπουκάλα

O λυρισμός του Αραβα ποιητή Αδωνη

Του Παντελη Μπουκαλα «Αδωνης: Οι αναλογίες και οι αρχές». Εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια-λεξιλόγιο: Ελένη Κονδύλη-Μπασούκου. Εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», 2003, σελ. 245.
Λίγα, πολύ λίγα γνωρίζουμε για τους Αραβες, για τους Πέρσες, για τους «Ανατολίτες» γενικά. Λίγα γνωρίζουμε για την ιστορία τους -κι ας μπλέχτηκε αξεδιάλυτα με τη δική μας ιστορία σε αρκετές περιόδους, ειρηνικές ή πολεμικές-, για τη θρησκεία τους (που φτάσαμε να τη θεωρούμε εγγενώς αιμοχαρή), για τη λογοτεχνία τους, μακραίωνη εντούτοις και πλούσια. Γνωρίζουμε (ή έχουμε ακουστά) τον Ομάρ Καγιάμ, τον Τζελαλαντίν Ρουμί, τις «Χίλιες και μία νύχτες», τον Χαλίλ Γκιμπράν, και... Και; Και μάλλον δεν θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι με το πέρασμα των χρόνων μαθαίνουμε περισσότερα, επειδή τάχα οι αποστάσεις μίκρυναν ενώ εντάθηκαν οι (συνήθως επιχορηγούμενες) αλληλοαναγνωριστικές μεταφραστικές προσπάθειες.
Σήμερα, ας πούμε, όταν βλέπουμε για μυριοστή φορά, στην ταινία «Χτυποκάρδια στο θρανίο», τον Γιώργο Κωνσταντίνου-φοιτητή της Φιλοσοφικής να απαγγέλλει στη μαθήτρια Αλίκη Βουγιουκλάκη «λίγους στίχους του Σααδή» («Αγάπη μου, αγάπη μου..»), και να θέτει έτσι εν κινδύνω την οικογενειακή της γαλήνη, μιας και ζηλεύει ο σύζυγός της, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, μάλλον δεν είναι πολλοί όσοι αναγνωρίζουν ένα ιστορικό πρόσωπο, ποιητή και φιλόσοφο, πίσω από το «εξωτικό» όνομα «Σααδή», και πάντως είναι λιγότεροι απ' όσους κάτι αναγνώριζαν όταν γυρίστηκε και πρωτοπαίχτηκε η ταινία. Ηταν άλλωστε αρκετά γνωστός και στην Ελλάδα κάποτε ο σπουδαίος Πέρσης ποιητής του 13ου αιώνα Σααντί (ή, εξελληνισμένος, «Σααδής»), χάρη και στις μεταφράσεις έργων του, από τον Κώστα Τρικογλίδη, που μεταγλώττισε το φημισμένο «Γκιουλιστάν», και άλλους. Μια επιπλέον απόδειξη πως η απόσταση μεγαλώνει αντί να μικραίνει: Οι παλιές εγκυκλοπαίδειες αφιερώνουν ευλόγως εκτενές λήμμα στον Σααδή. Οι νεότερες, λίγες αράδες ή και καμία. Εκτός καταγραφής (άρα και εκτός γραφής;) μένει και ο Αδωνης, αναγνωρισμένος ως ο σπουδαιότερος Αραβας ποιητής των τελευταίων χρόνων, ένας λυρικός ρητά στρατευμένος στην υπόθεση «ελεύθερος άνθρωπος».
Εικάζω πως ένας θεμελιώδης λόγος που εμποδίζει ή και απαγορεύει τη γνώση και την όσμωση είναι η ίδια η γλώσσα, η εικόνα της γλώσσας, που ξενίζει το βλέμμα μας, στραμμένο στο λατινικό αλφάβητο και θρεμμένο σχεδόν αποκλειστικά από αυτό. Το συνειδητοποιώ αυτό νιώθοντας ότι, παρ' όλη τη φιλότιμη μετάφραση και τον εκτενή σχολιασμό, μένω αμήχανος έξω από τον κόσμο της ποίησης, βλέποντας τη δίγλωσση έκδοση των ποιημάτων του Αδωνη, όσων περιέχονται στη συλλογή του «Οι αναλογίες και οι αρχές». Εχουμε συνηθίσει βέβαια να βλέπουμε δίγλωσσες εκδόσεις όταν το πρωτότυπο είναι γραμμένο στα αγγλικά ή τα γαλλικά και, κάπως αραιότερα, στα γερμανικά και τα ιταλικά. Αλλά η παράθεση του αραβικού πρωτοτύπου (κι αν εξαιρεθούν οι λιγοστοί υποθέτω αραβομαθείς), που συνιστά οπωσδήποτε χειρονομία σεβασμού και εκτίμησης της πολιτισμικής διαφοράς, επιτείνει το αίσθημα της ξενότητας αντί να το αβλύνει. Τα αραβικά, απόρθητα, καταλήγουν απόρρητα, σαν να συστρέφονται στον εαυτό τους για να απαγορεύσουν την είσοδο και να κρατήσουν το μυστικό τους.
Η ποίηση του Αδωνη, ο οποίος γεννήθηκε το 1930 σε ένα χωριό της Λαοδίκειας στη Συρία, για να αποκτήσει αργότερα τη λιβανέζικη υπηκοότητα και κατόπιν τη γαλλική (κοσμοπολίτης άλλωστε, ζει στο Παρίσι από το 1980), είναι ούτως ή άλλως «μυστική», δύσκολη. Κι όχι τόσο λόγω της οικείωσής της με ό,τι συνηθίζουμε κάπως εύκολα και σχηματικά να αποκαλούμε «ανατολίτικο μυστικισμό», όσο επειδή τα αυτονόητά της, οι πίσω της σελίδες, γραπτές και άγραφες, τα νεύματα και τα σύμβολά της έρχονται από ένα «αλλού» που δεν το κατέχουμε, αν γνωρίζουμε καν την ύπαρξή του. Το όνομα «Αδωνης» βεβαίως μας είναι οικείο από τη μυθολογία μας, και επίσης οικείο σαν ήχος και σαν νόημα είναι και στους Αραβες και στους Εβραίους. O Αραβας ποιητής Αλί Αχμάντ Σαΐντ Εσμπέρ, λοιπόν, διάλεξε σαν φιλολογικό του ψευδώνυμο το όνομα «Αδωνης», σημείο κοινό τριών πολιτισμών (πόσο ακούγεται άραγε το «Αδωνης» πίσω από το «Αντώνης», το οποίο στα λεξικά παραδίδεται ως αγνώστου καταγωγής, πιθανόν ετρουσκικής;), για να δηλώσει την επιθυμία του να γεφυρώσει, ποιητικά και πνευματικά, δύο κόσμους: τον δυτικό πολιτισμό και τον ανατολικό.
«Αντί να ξεκινήσω ως ποιητής Αραβας ή μουσουλμάνος», εξηγούσε σε μια συνέντευξή του στον Ανρί Λεφέβρ, το 1995 (αναδημοσιεύεται στην ελληνική έκδοση του βιβλίου του «Ασματα του Μιχιάρ του Δαμασκηνού», μεταφρασμένη από τα αραβικά από τον Μάρκελο Πιράρ, εκδόσεις «Αγρα», 1996), «ξεκίνησα ως άνθρωπος, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι το Ισλάμ και ο αραβικός κόσμος αποτελούν ένα μέρος μονάχα μιας αρχαιότερης και πλουσιότερης Ιστορίας, ότι ο Αραβας ανήκει στην Ιστορία, σε ολόκληρη την Ιστορία». Παρ' όλα αυτά, παρ' όλο το ανοιχτό πρόγραμμά του, τον κοσμοπολίτικο βίο του και την ευρύτατη παιδεία του, ο Αδωνης παραμένει, εν γνώσει του και με τη βούλησή του, Αραβας ποιητής. Γιατί η γλώσσα, η γλώσσα στην οποία ένας τεχνίτης στοχάζεται και «αισθηματοποιεί» τους στοχασμούς του, δεν είναι σκέτες λέξεις, απλά και αδιάφορα ίχνη της γραφίδας πάνω στο χαρτί.
Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για έναν ποιητή που, όπως ο Αδωνης, έχει αποφασίσει ότι η ποίηση δεν είναι μονάχα το παιγνίδι των λέξεων. Λέει επ' αυτού, στην ίδια συνέντευξη, και μ' έναν τόνο που μάλλον δεν είναι εντελώς απαλλαγμένος από τη σχηματικότητα: «Κατά γενικό κανόνα, οι λέξεις είναι αποκομμένες από τον άνθρωπο και τον θεό, η τεχνική απέκοψε τον άνθρωπο από τον κόσμο. H Ευρώπη ξεχωρίζει τις λέξεις από το ανθρώπινο ον, οι λέξεις παίζουν ξεκομμένες από τον δημιουργό. Οι λέξεις είναι βότσαλα που πηγαινοέρχονται στο γιαλό με τρόπο παιγνιώδη. Για μερικούς ποιητές αυτό το παιγνίδι είναι γοητευτικό. Εκτελείται όμως μέσα στην επανάληψη και την ανία, προπάντων στη Γαλλία. Στην αραβική ποίηση, η λέξη οφείλει να είναι μεστή, έχει σώμα. Εχει πνευμόνια, καρδιά, αίμα, είναι ον ανθρώπινο. Δεν είναι ούτε βότσαλο ούτε αφαίρεση. H λέξη είναι ο άνθρωπος. Δεν συναντώ πάντα τον άνθρωπο μέσα στη δυτική ποίηση. Διαβάζοντας ορισμένα έργα, διακρίνω μονάχα το παιχνίδι των λέξεων».
Τι συναντά, με τη σειρά του, ο Ελληνας αναγνώστης -οπωσδήποτε δυτικός κατά πνεύμα, όσο κι αν υποτίθεται ανατολικός κατά αίσθημα- διαβάζοντας τις «Αναλογίες και αρχές» του Αδωνη, μεταφρασμένες από την Ελένη Κονδύλη-Μπασούκου (η οποία έχει εκδώσει και μια κατατοπιστική «Εισαγωγή στη λογοτεχνία των Αράβων», «Ελληνικά Γράμματα», 2001), το «Χρόνος, τόποι, δοξαστικά» (μετάφραση Δημήτρης Αναλις, «Ινδικτος», 1998) ή τα προαναφερθέντα «Ασματα του Μιχιάρ του Δαμασκηνού»; Ακούει, διαμεσολαβημένη και «ερμηνευμένη», μια λυρική φωνή υψηλής αυτογνωσίας, και η ωριμότητα της οποίας αποφεύγει το γλυκασμό, μένοντας γειωμένη στα ανθρώπινα: «Μες στης γης τον καρκίνο, στην πολιορκία, / γράφω στο χώμα τα ποιήματά μου / με φτερό κορακιού? / το ξέρω, δεν έχει λάμψη πάνω στα βλέφαρα, / τίποτα έξω από τη σοφία της σκόνης».
Ποιήματα ποιητικής είναι η κύρια ύλη της συλλογής «Οι αναλογίες και οι αρχές». Ποιήματα, καθόλου φιλάρεσκα, για το κατακτημένο αλλά και γι' αυτό που κινδυνεύει να χαθεί, αυτό που διαφεύγει. «Ναι, η κτίση μαραίνεται / έχασα τη φωτιά μου // η γλώσσα μου δεν είναι πια η ίδια / τα βήματά μου / δεν είναι πια τα βήματά μου», διαβάζουμε στο ποίημα «H αρχή της ποίησης-2», ή πάλι, στο «H αρχή της τρέλας»: «Λεπίδι - και σκόνη από τις λέξεις, / μπροστά στα μάτια» («σκόνη το δέντρο της αγάπης» διαβάζουμε αλλού). Μολαταύτα, οι ποιητές, για τους οποίους «ου τόπος», «ζεσταίνουν το κορμί της γης, φτιάχνουν / για το διάστημα κλειδιά». Για τον Αδωνη, ο ποιητής, που δεν έχει απαρνηθεί το ρόλο του προφήτη, είναι «φύλλο πλεούμενο στου λόγου το πέλαγο». Ενα φύλλο υγρό μέσα στην τόση σκόνη: των λέξεων, της αγάπης, της ιστορίας.
ANIXNEYTHΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

16.2.16

Ένα επίκαιρο άρθρο του κ. ΚΑΡΚΑΓΙΑΝΝΗ 15 χρόνια πριν.

Εμείς, η Αντιγόνη του Σοφοκλή και. ο Μπιν Λάντεν

Α. Καρκαγιάννη. Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, ο καναλάρχης κ. Μπερλουσκόνι δεν είναι ίσως ο καταλληλότερος ηγέτης Ευρωπαίος να μιλήσει για τον πολιτισμό της Δύσης και την ανωτερότητά του. Αν όμως αναρωτηθούμε με ειλικρίνεια, πολλοί θα ομολογήσουμε, ότι είπε φωναχτά και άκομψα αυτό που σκεφτόμαστε ή αυτό που είναι σφηνωμένο πίσω από τη σκέψη μας, στον τρόπο της ζωής μας.

Ότι ανήκουμε σ' έναν πολιτισμό, ούτε ανώτερο ούτε κατώτερο, ούτε λιγότερο ή περισσότερο βάρβαρο, ούτε λιγότερο ή περισσότερο πολιτισμένο. Αν η επιθετικότητα, η αρπαγή και η βία είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που ορίζουν τη βαθμίδα του πολιτισμού, τότε σίγουρα ανήκουμε στην κατώτατη βαθμίδα. Αυτό μάλλον δεν συμβαίνει γιατί η Δύση είναι πιο «άγρια», αλλά γιατί ο ρόλος της στην Ιστορία ήταν διαφορετικός. Μάλλον θα ήταν προτιμότερο να πούμε απλά ότι ανήκουμε σ' έναν πολιτισμό διαφορετικό από τους άλλους χωρίς άλλα επίθετα. Ωστόσο, πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα: «Γιατί ο κόσμος έχει την τάση να δυτικοποιείται». Όχι μόνο τώρα με την λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση», αλλά τουλάχιστον από την Αναγέννηση και μετά.
Επιτρέψτε μου να μεταφέρω, περιληπτικά, ένα ολόκληρο κεφάλαιο από το βιβλίο «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο» των Αμερικανών ελληνιστών Victor Davis Hanson και John Heath (εκδ. ΚΑΚΤΟΣ). Αν η Δύση αναγκαζόταν κάποτε να αναζητήσει τον... δικό της φονταμενταλισμό (όλοι ελπίζουμε ότι δεν θα χρειασθεί) δεν θα ανέτρεχε σε θρησκευτικά κείμενα και παραδόσεις, αλλά στην αρχαία ελληνική γραμματεία, στην «ελληνικότητά» της, όπως υποστηρίζουν οι δύο Αμερικανοί ελληνιστές: στη φιλοσοφία, στην ιστορία, στη ρητορική, στο δράμα, στην ποίηση.
Προς αποφυγή κάθε παρεξήγησης, σπεύδω να προσθέσω ότι αυτή η «ελληνικότητα» χαρακτηρίζει περισσότερο τη Δύση παρά εμάς τους Ελληνες, έστω και αν ζούμε περίπου στον ίδιο τόπο και μιλούμε περίπου την ίδια γλώσσα. Επαναλαμβάνω αυτό που έγραψαν πολλοί συγγραφείς: Η δική μας «ελληνικότητα» είναι «αντιδάνειο» που μας ήρθε από την Ευρώπη με την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό και μετέχουμε της οικουμενικής «ελληνικότητας» στον βαθμό που είμαστε «δυτικοί». Μη φωνάζετε! Δεν παραγνωρίζω διόλου τη χριστιανική «παρακαταθήκη» του Βυζαντίου. Αλλά και αυτή ακόμα ως «αντιδάνειο» μας ήρθε. 
Οι δυο Αμερικανοί ελληνιστές φέρνουν το παράδειγμα της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή, τραγωδίας που γράφτηκε στην ακμή της αθηναϊκής ηγεμονίας. «Έστω και αν η τραγωδία συνιστά διερεύνηση της πολιτικής ηθικής και όχι πραγματεία περί πολιτισμού», είκοσι πέντε αιώνες μετά, βρίσκουμε σ' αυτήν τις βασικές αρχές για τον άνθρωπο και τον πολιτισμό, για τον πολίτη και το κράτος, για τη δραματική σύγκρουση που διέπει και ολόκληρη την ιστορία της Δύσης.
«Η ηρωίδα του έργου είναι η Αντιγόνη, αδελφή και ταυτόχρονα κόρη του τραγικού και νεκρού πια βασιλιά Οιδίποδα». Οι δύο αδελφοί της ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης κείτονται νεκροί, έπεσαν ταυτόχρονα στην εμφύλια διαμάχη. Ο ένας θεωρείται «πατριώτης» και ο άλλος «προδότης». Η Αντιγόνη παρακούει τη διαταγή του Κρέοντα και αποδίδει ταφικές τιμές και στον «προδότη» Πολυνείκη, όπως ακριβώς επιτάσσει το έθιμο και το «δίκαιο του αίματος». Η ευσεβής αλλά παράνομη πράξη της επισύρει τη θανατική της καταδίκη και τη «σοφόκλεια καταστροφή» για όλους τους πρωταγωνιστές του δράματος, για την πόλη πρώτα, για τον Κρέοντα και τον γιο του, για την Αντιγόνη.
Αυτός είναι ο ιστός του δράματος και μέσα σε αυτόν, σημειώνουν οι δύο ελληνιστές, «βρίσκουμε σήμερα σχεδόν κάθε αιτία του γιατί είμαστε τώρα αυτό που είμαστε», δηλαδή ο πολιτισμός της Δύσης. Απαριθμούν, χωρίς να τις εξαντλούν, τις κατηγορίες των αξιών που και σήμερα τις αναγνωρίζουμε στην καθημερινότητά μας:
Ο άνθρωπος είναι ικανός για όλα, «πολλά τα δεινά κουδέν ανθρώπου δεινότερον», ψάλλει ο χορός των γερόντων Θηβαίων. Φοβερός, τρομακτικός, ικανός «με τέχνες μαστορικές που σοφίστηκε», ο άνθρωπος και πολίτης εφαρμόζει τέχνες «που δεν τις βάζει ο νους σου», όμως «μια στο καλό, μια στο κακό κυλάει». Αυτό που σήμερα ονομάζουμε «πρόοδο» με κάθε αποτέλεσμα και κάθε αντίτιμο, διαδικασία άκρως αντιφατική, «ηθική» και ταυτόχρονα βαθύτατα «ανήθικη», όπου ό, τι είναι εφικτό πραγματώνεται, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Ένα όριο έχει που δεν μπορεί να το ξεπεράσει: τον θάνατό του, που επειδή είναι τόσο σκοτεινός, ακατανόητος και ακαταμάχητος επέρχεται ως θεϊκή μοίρα και θρησκευτικό δέος, αλλά ποτέ δεν διατάραξε τη «γραμμή της προόδου» έστω με την απλή και γραμμική διαδοχή των γενεών. Η δικαιοδοσία των θρησκειών περιορίζεται ουσιαστικά στον θάνατο και στις ταφικές τιμές.
Ο νόμος, προσωποποιημένος στον Κρέοντα, δεν είναι πάντοτε αρεστός ου δίκαιος, ακριβέστερα για άλλους είναι και για άλλους δεν είναι, αλλά υποχρεωτικός για όλους επειδή πίσω του έχει τη «νόμιμη» βία του κράτους και τον εξαναγκασμό, την κρατική τρομοκρατία, για να εκφρασθούμε με όρους αυτών των ημερών.
Οι αντιφάσεις και συγκρούσεις που απορρέουν από τον νόμο είναι το ουσιαστικό περιεχόμενο της διακυβέρνησης. Οδηγούν στη «σοφόκλεια καταστροφή» και στην ύβριν στον βαθμό που η διακυβέρνηση αποχωρίζεται και αποξενώνεται από τους πολίτες. Όλοι οι Έλληνες τραγικοί γράφουν με πρωθύστερα σχήματα π.χ. για τη Θήβα των βασιλιάδων και των πατριών, αλλά στην ουσία γράφουν για την αθηναϊκή δημοκρατία, όπου δεν ήταν μόνο το κράτος και ο νόμος που λειτουργούσε αλλά και οι πολίτες, η «κοινωνία των πολιτών», όπως θα λέγαμε σήμερα, και οι περίπλοκες σχέσεις της με το κράτος και τον νόμο και εξίσου περίπλοκες διαδικασίες συμμετοχής, συνυπευθυνότητας, αλλά και άρνησης. Οι συγκρούσεις στην Πολιτεία είναι τραγικές, όπως του Κρέοντα και της Αντιγόνης, όπως και σε μια επανάσταση ή στον εμφύλιο πόλεμο. Δεν είναι ο ένας δίκαιος και ο άλλος άδικος, ο ένας νόμιμος και ο άλλος παράνομος, η Αντιγόνη και η Ισμήνη γνωρίζουν ότι παρανομούν και ότι «η παρανομία στρέφεται εναντίον των πολιτών», οι οποίοι «όταν κυβερνούν στη συνέχεια κυβερνώνται».
Η θρησκεία είναι χωριστή από την πολιτική εξουσία και υπόκειται σ' αυτήν. Οι αρχαίες κοινωνίες ήσαν έντονα θρησκευόμενες, αλλά ο αρχιερέας, παρατηρούν οι δύο Αμερικανοί ελληνιστές, ποτέ δεν έχει πολιτική εξουσία (στις αρχαίες κοινωνίες έχουμε πολιτικούς, στρατηγούς και φιλοσόφους, αλλά ούτε έναν Πάπα, Χριστόδουλο, Αγιατολάχ ή Ταλιμπάν). Ο διαχωρισμός των ρόλων κράτους και θρησκείας θα διαρκέσει ώς την ελληνιστική εποχή και θα καθιερώσει το ιδεώδες για τους επόμενους 25 αιώνες. Από τους Αθηναίους «θεατές» της «Αντιγόνης» κανένας δεν θα σκεφτόταν ότι ο ερμηνευτής του υπερφυσικού Τειρεσίας θα έπρεπε να επιβάλει τις αντιρρήσεις του ως «θρησκευτική επιταγή», ούτε βέβαια θα ανέθετε στον Κρέοντα... να διαβάσει αυτός τους οιωνούς. 
Ο άνθρωπος και ο θάνατος, η Πολιτεία και ο πολίτης, ο νόμος, η νομιμοποίηση και η παρανομία, το κράτος και η θρησκεία, ιδού μερικά από τα ζεύγη των εννοιών (χωρίς να είναι τα μόνα) που τα βρίσκουμε στην «Αντιγόνη» και στην Αθηναϊκή Δημοκρατία σε ένταση τραγικής σύγκρουσης. Τα ίδια ζεύγη εννοιών και πολλά ακόμη συνθέτουν την εποποιία και την τραγωδία του πολιτισμού της Δύσης.
Η Δύση έχει εξαπολύσει και εξαπολύει επιθέσεις και πολέμους, αλλά η ίδια υπήρξε πάντοτε δυναμικό πεδίο μάχης, όπως είναι και η σκηνή όπου παίζεται η «Αντιγόνη». Αυτή είναι η δυναμική (σήμερα ως «παγκοσμιοποίηση») που προκαλεί την παντοδύναμη τάση του εκδυτικισμού. Ούτε ανώτερος ούτε κατώτερος ο πολιτισμός της Δύσης. Απλά, πιο δυνατός και πιο δυναμικός πρώτα στις πολιτισμικές κατακτήσεις και αναπόφευκτα σε όλες τις άλλες.
Αμφιβάλλω αν οι ηγέτες της Δύσης φοβούνται πραγματικά ότι αυτός ο πολιτισμός απειλείται από την... τρομοκρατία του Μπιν Λάντεν. Μάλλον συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, με πρόσχημα τον Μπιν Λάντεν.
 
«ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»,  30 - 09 - 2001