ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ
Εντωμεταξύ όπως σας είπα στο προηγούμενο μέρος αυτής της συγκλονιστικής ιστορίας, πλησιάζουμε στο τέλος, πριν όμως αναφερθώ στο τι έγινε το 2010 θα σταθώ σε δύο σημαντικές χρονολογίες, το 2006 και το 2007, ας ξεκινήσω από το 2006. Τέσσερα μέλη της ΟΚΡΑ τέσσερα επίλεκτα μέλη, Μελισσάνθη, Δολέντσια, Αστροτομ και Επικούρειος Πέπος φθάνουν στο Γιοχάνεσμπουργκ τα Χριστούγεννα που εκεί βέβαια ήταν κατακαλόκαιρο, θα γιόρταζαν τα 29 χρόνια φιλίας. Η Denise και ο Derrick είχαν κανονίσει να γιορτάσουν με μία λαμπρή εκδήλωση στον κήπο τους τα 29 χρόνια φιλίας με βραδιά ποίησης αφιερωμένη σε Έλληνες και Νοτιοαφρικανούς ποιητές, και γι' αυτό είχαν καλέσει αρκετούς Έλληνες φίλους τους και Νοτιοαφρικανούς περίπου 120 άτομα. Ήταν μια βραδιά αξέχαστη που ξεκίνησε με τα ποιήματα της 'Ίνγκριντ Τζόνκερ στην οποία τον Απρίλιο του 2004 απονεμήθηκε μετά θάνατον το παράσημο του Τάγματος του Ikhamanga από την κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής για την “εξαιρετική συμβολή της στη λογοτεχνία και στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία στη Νότια Αφρική”.
Έγραψε ποίηση στη μητρική της γλώσσα (Αφρικάανς) και ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς της έχει μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες, αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, ολλανδικά, πολωνικά, Χίντι και Ζουλού, μεταξύ άλλων. Ποιήτρια του πόνου και της ελευθερίας, έζησε μια σύντομη αλλά γεμάτη πάθος ζωή. Γυναίκα ελκυστική και αισθησιακή, υπήρξε διάσημη στη ζωή της κι έγινε μύθος μετά το θάνατό της. Λόγω της έντασης της ποίησής της και της ταραχώδους ζωής της την αποκαλούν και Νοτιοαφρικανή Σύλβια Πλαθ.
Τα ποιήματά της απαγγείλανε η Christine και η Τζένη.
Ίνγκριντ Τζόνκερ.
Η μαμά
Η μαμά δεν είναι πρόσωπο πια
Όμως
Ντύνεται
Πηγαίνει στο κομμωτήριο
Βαδίζει στο δρόμο
Πιάνει τα τακούνια της
Συμβουλεύεται τον ψυχίατρο
Σαν όλους τους άλλους
Ψιθυρίζει λέξεις
Moncheri
Δεν ακούγεται καθόλου
Ο λευκός
Ψίθυρος του φαντάσματος μόνο
Δεν έχει χρώμα
Και φεύγει γρήγορα
Χασκογελάει από τους ανελκυστήρες
Κοιτάζει εδώ κι εκεί με τα γυαλιά της
Κάνει πως εκπλήσσεται
Είναι αφοπλισμένη
Γυμνή σαν Αφρικάνα
Θέλει να πιστέψει στον άνθρωπο
Π’ ακόμα μιλάει για Θεό
-------------------------------------
Σε επαναλαμβάνω
Σε επαναλαμβάνω
χωρίς τέλος ή αρχή
επαναλαμβάνω το σώμα σου
Η μέρα έχει μικρή σκιά
Κι η νύχτα κίτρινους σταυρούς
Το τοπίο είναι χωρίς λάμψη
Κι οι άνθρωποι μια σειρά κεριά
Ενώ εγώ σ’ επαναλαμβάνω
Με τα στήθια μου
Που μιμούνται το γούβωμα των χεριών σου.
Μετάφραση Μ. Λαϊνά.
---------------------------------------
Το πρόσωπο του έρωτα
Το πρόσωπό σου είναι το πρόσωπο
όλων των άλλων πριν από σένα και μετά
από σένα· και τα μάτια σου είναι
ήρεμα σαν μια γαλάζια αυγή, που σπάζει
το χρόνο στην ώρα του. Βουκόλος
των νεφών, φρουρός της λευκής -με
εναλλαγή χρωμάτων- ομορφιάς, το τοπίο
των εξομολογημένων χειλιών σου, που έχω
εξερευνήσει, κρατά το μυστικό κάποιου
χαμόγελου όπως το τοπίο με τα μικρά
λευκά χωριά πέρα από τα βουνά·
κι οι χτύποι της καρδιάς σου
μέτρο της έκστασής τους.
Δεν υπάρχει ερώτημα μιας -κάποιας-
αρχής· δεν υπάρχει ζήτημα κατάκτησης,
δεν υπάρχει ερώτημα θανάτου: πρόσωπο
πολυαγαπημένο μου, το πρόσωπο του έρωτα!
Μετάφραση: Αθαν. Β. Νταουσάνης.
--------------------------------------
Σε όλα τα πρόσωπα
Σε όλα τα πρόσωπα όλων των ανθρώπων
πάντα τα μάτια σου τα δύο αδέρφια
το γεγονός του εαυτού σου και η ουτοπία
αυτού του κόσμου
Όλοι οι ήχοι λένε ξανά και ξανά το όνομά σου
όλα τα κτήρια το σκέφτονται και οι αφίσες
οι γραφομηχανές το μαντεύουν και οι σειρήνες το επαναλαμβάνουν
το κλάμα κάθε νεογέννητου το επιβεβαιώνεικαι η αποκήρυξη
αυτού του κόσμου
Οι μέρες μου γυρεύουν το όχημα του κορμιού σου
οι μέρες μου γυρεύουν το σχήμα του ονόματός σου
πάντα μπροστά μου στη διαδρομή των ματιών μου
και ο μόνος μου φόβος είναι η αντανάκλαση
που θέλει να κάνει το αίμα σου νερό
που θέλει να κάνει το όνομά σου αριθμό
και να αρνηθεί τα μάτια σου σαν να ΄ταν ανάμνηση
***********************
Το παιδί που σκοτώθηκε από πυροβολισμό στη Νυάνγκα (1)
Το παιδί δεν είναι νεκρό
το παιδί υψώνει τις γροθιές του ενάντια στη μητέρα του
που ουρλιάζει Αφρική ουρλιάζει τη μυρωδιά
της ελευθερίας και της ερείκης (2)
στα μέρη της καρδιάς υπό κατάληψη
Το παιδί υψώνει τις γροθιές του ενάντια στον πατέρα του
στην παρέλαση των γενεών
που ουρλιάζουν Αφρική ουρλιάζουν τη μυρωδιά
της δικαιοσύνης και του αίματος
στους δρόμους της ένοπλης περηφάνιας του
Το παιδί δεν είναι νεκρό
ούτε στη Λάνγκα ούτε στη Νυάνγκα
ούτε στο Ορλάντο ούτε στο Σάρπβιλ
ούτε στο αστυνομικό τμήμα στους Φιλίππους
όπου κείτεται με μια σφαίρα στο κεφάλι
Το παιδί είναι η σκιά των στρατιωτών
που στέκουν σε ετοιμότητα με όπλα, μαχαίρια και κλομπ
το παιδί είναι παρόν σε όλες τις συσκέψεις και τα νομοθετήματα
το παιδί κρυφοκοιτάζει απ’ τα παράθυρα των σπιτιών μες στις καρδιές των μανάδων
το παιδί που απλώς ήθελε να παίξει κάτω απ’ τον ήλιο στη Νυάνγκα είναι παντού
το παιδί που έγινε άντρας διατρέχει όλη την Αφρική
το παιδί που έγινε γίγαντας ταξιδεύει όλο τον κόσμο
Μετάφραση Χριστίνα Λιναρδάκη.
Αμέσως μετά τον λόγο πήρε ο Πέπος και ενημέρωσε τους παραβρισκόμενους πως η Μελισσάνθη και ο Αστροτόμ θα τους απαγγείλουν ποιήματα του Σεφέρη και του Καβάφη. Ξεκίνησε η Μελισσάνθη με Σεφέρη.
Ἄρνηση
Στὸ περιγιάλι τὸ κρυφὸ
κι ἄσπρο σὰν περιστέρι
διψάσαμε τὸ μεσημέρι
μὰ τὸ νερὸ γλυφό.
Πάνω στὴν ἄμμο τὴν ξανθὴ
γράψαμε τ᾿ ὄνομά της
ὡραῖα ποὺ φύσηξεν ὁ μπάτης
καὶ σβήστηκε ἡ γραφή.
Μὲ τί καρδιά, μὲ τί πνοή,
τί πόθους καὶ τί πάθος
πήραμε τὴ ζωή μας· λάθος!
κι ἀλλάξαμε ζωή.
**********************
Περιστατικὰ Γ´
Χωρὶς χρῶμα, χωρὶς σῶμα
τούτη ἡ ἀγάπη ποὺ πηγαίνει
σκορπισμένη, μαζεμένη,
σκορπισμένη πάλι-πάλι,
κι ὅμως σφύζει κι ὅμως πάλλει
στὴ δαγκωματιὰ τοῦ μήλου
στὴ χαραγματιὰ τοῦ σύκου
σ᾿ ἕνα βυσσινὶ κεράσι
σὲ μιὰ ρώγα ἀπὸ ροδίτη
τόση ἀνάερη Ἀφροδίτη,
θὰ διψάσει θὰ κεράσει
ἕνα στόμα κι ἄλλο στόμα
χωρὶς χρῶμα, χωρὶς σῶμα.
*************************
Τριζόνια
Τὸ σπίτι γέμισε τριζόνια
χτυποῦν σὰν ἄρρυθμα ρολόγια
λαχανιασμένα. Καὶ τὰ χρόνια
ποὺ ζοῦμε σὰν αὐτὰ χτυποῦν
καθὼς οἱ δίκαιοι σιωποῦν 5
σὰ νὰ μὴν εἶχαν τί νὰ ποῦν.
Κάποτε τ᾿ ἄκουσα στὸ Πήλιο
νὰ σκάβουνε γοργὰ ἕνα σπήλαιο
μέσα στὴ νύχτα. Ἀλλὰ τὸ φύλλο
τῆς μοίρας τώρα τὸ γυρίσαμε 10
καὶ μᾶς γνωρίσατε καὶ σᾶς γνωρίσαμε
ἀπὸ τοὺς ὑπερβόρειους ἴσαμε
τοὺς νέγρους τοῦ ἰσημερινοῦ
ποὺ ἔχουνε σῶμα χωρὶς νοῦ
καὶ ποὺ φωνάζουν σὰν πονοῦν. 15
Κι ἐγὼ πονῶ κι᾿ ἐσεῖς πονεῖτε
μὰ δὲ φωνάζουμε καὶ μήτε
κἂν ψιθυρίζουμε, γιατί
ἡ μηχανὴ εἶναι βιαστικὴ
στὴ φρίκη καὶ στὴν καταφρόνια 20
στὸ θάνατο καὶ στὴ ζωή,
Τὸ σπίτι γέμισε τριζόνια.
Πρετόρια, 16 Γενάρη ῾42
***************************
Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός
«Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός, ὅλο βουνὰ ποὺ ἔχουν σκεπὴ τὸ χαμηλὸ οὐρανὸ μέρα καὶ νύχτα. Δὲν ἔχουμε ποτάμια δὲν ἔχουμε πηγάδια δὲν ἔχουμε πηγὲς μονάχα λίγες στέρνες, ἄδειες κι᾿ αὐτές, ποὺ ἠχοῦν καὶ ποὺ τὶς προσκυνοῦμε. Ἦχος στεκάμενος κούφιος, ἴδιος με τὴ μοναξιά μας ἴδιος με τὴν ἀγάπη μας, ἴδιος με τὰ σώματά μας. Μᾶς φαίνεται παράξενο ποὺ κάποτε μπορέσαμε νὰ χτίσουμε τὰ σπίτια τὰ καλύβια καὶ τὶς στάνες μας. Κι᾿ οἱ γάμοι μας, τὰ δροσερὰ στεφάνια καὶ τὰ δάχτυλα γίνουνται αἰνίγματα ἀνεξήγητα γιὰ τὴ ψυχή μας. Πῶς γεννήθηκαν πῶς δυναμώσανε τὰ παιδιά μας;
Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός. Τὸν κλείνουν οἱ δυὸ μαῦρες Συμπληγάδες. Στὰ λιμάνια τὴν Κυριακὴ σὰν κατεβοῦμε ν᾿ ἀνασάνουμε βλέπουμε νὰ φωτίζουνται στὸ ἡλιόγερμα σπασμένα ξύλα ἀπὸ ταξίδια ποὺ δὲν τέλειωσαν σώματα ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πῶς ν᾿ ἀγαπήσουν».
(Α. Ἡ Πέτρα)
**************************
Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ
Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ, δὲ μᾶς δροσίζει
κι ὁ ἴσκιος μένει στενὸς κάτω ἀπ᾿ τὰ κυπαρίσσια
κι ὅλο τριγύρω ἀνηφόρι στὰ βουνά.
Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ, δὲ μᾶς δροσίζει
κι ὁ ἴσκιος μένει στενὸς κάτω ἀπ᾿ τὰ κυπαρίσσια
κι ὅλο τριγύρω ἀνηφόρι στὰ βουνά.
Μᾶς βαραίνουν οἱ φίλοι
ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πῶς νὰ πεθάνουν.
Κι ἂν ὁ ἀγέρας φυσᾷ, δὲ μᾶς δροσίζει
κι ὁ ἴσκιος μένει στενὸς κάτω ἀπ᾿ τὰ κυπαρίσσια
κι ὅλο τριγύρω ἀνηφόρι στὰ βουνά.