Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

18.11.24

ΤΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ

Φίλες και Φίλοι καλησπέρα σε σας που διαβάζετε αυτό το κείμενο και σε όσους το αξίζουν. Επικοινωνώ σήμερα μαζί σας για τρεις λόγους, ο πρώτος έχει να κάνει με την δυστυχία του Έλληνα, ο δεύτερος με θέμα υγείας, και ο τρίτος με έναν ''φωτισμένο'' δήμαρχο, τον δήμαρχο Παλλήνης κ. Αηδόνη

Ας ξεκινήσω με την δυστυχία του Έλληνα, γιατί ο Έλληνας είναι δυστυχισμένος; Είναι απλό, γιατί τον κλέβουν οι διανομείς πετρελαίου, όλοι; σίγουρα όχι όλοι, τον κλέβουν όταν πάει στο πρατήριο να βάλει βενζίνη ή πετρέλαιο στο αυτοκίνητό του, όλοι; όχι όλοι αλλά οι πιο πολλοί με βάση αυτά που λέει η ομοσπονδία τους, γιατί τον κλέβει η ΕΥΔΑΠ για όσους δεν το γνωρίζουν η ΕΥΔΑΠ όταν ποτίζουμε τα λουλούδια, το γκαζόν, όταν καταναλώνουμε νερό για να πλύνουμε το αυτοκίνητο, όταν καταναλώνουμε νερό για να πλύνουμε τους κοινόχρηστους χώρους η ΕΥΔΑΠ παρανόμως μας χρεώνει τέλη αποχέτευσης!! Ναι καλά διαβάσατε τέλη αποχέτευσης. Μας κλέβει η ΔΕΗ και τα εξαπτέρυγά της με πολλούς και διάφορους τρόπους, μας κλέβει ο έμπορος που πουλάει καυσόξυλα, έχω ακούσει ιστορίες κλοπής στο χωριό που είναι για το βιβλίο Γκίνες. Μας κλέβουν την ψήφο μας τάζοντας λαγούς με πετραχήλια προεκλογικά που μετεκλογικά αντί για λαγούς βρίσκουμε αρουραίους. Μας κλέβουν το χρόνο μας όταν αναγκάζουν εργαζόμενους να εργάζονται αντί για 8ωρο 10ωρο. Μας κλέβει το κράτος, [εφορία, τελωνεία, δήμοι, εθνικοί εργολάβοι] κ.λπ. εδώ υπάρχει ας πούμε κάποια ισορροπία γιατί πολλοί πολίτες κλέβουν το κράτος φοροδιαφεύγοντας και μάλιστα οι μεγάλοι καρχαρίες κλέβουν ασύστολα κάτω από την προστασία του κράτους αλλά και οι μικροί καρχαρίες κάνουν κι αυτοί το πάρτι τους. Αν συνεχίσω να γράφω το πόσοι ακόμα κλέβουν τον Έλληνα θα χρειαστεί να γράψω πολλές σελίδες με αποτέλεσμα να γίνω βαρετός, εσείς γνωρίζετε πολλή καλά το πόσοι ακόμα κλέβουν τον Έλληνα με αποτέλεσμα να είναι δυστυχισμένος.

ΠΑΜΕ ΤΩΡΑ στο δεύτερο θέμα που αφορά την υγεία, ένας κολλητός μου διαχρονικός φίλος πέρασε μία μεγάλη ταλαιπωρία, τον Αύγουστο του 2023 διαπίστωσε πως είχε μεγάλο πρόβλημα με το φως, είτε το τεχνητό φως είτε το φυσικό τον εμπόδιζε πάρα πολύ, κυκλοφορούσε πάντα με γυαλιά και καπέλο, αρχικά νόμισε πως ήταν κάτι παροδικό, οι μέρες όμως περνούσαν και το πρόβλημα συνεχιζόταν. Επικοινώνησε με τον οικογενειακό γιατρό και του είπε να κάνει κάποιες εξετάσεις σχετικά με τις βιταμίνες D, B, M, N, κ.λπ. όλες ήταν σούπερ ντούπερ αλλά το πρόβλημα συνεχιζόταν. έφυγε από το χωριό και ήρθε στη βάση του στην Αθήνα και ξεκίνησε νέο κύκλο εξετάσεων ξεκινώντας από τους οφθαλμιάτρους, και οι δύο οφθαλμίατροι ήταν κάθετοι, το πρόβλημα δεν είναι οφθαλμολογικό αλλά νευρολογικό!! Ώπα! καινούρια χαμπέρια σκέφτηκε ο φίλος μου, ακολούθησε τις παροτρύνσεις των οφθαλμιάτρων και βρέθηκε στο γραφείο της νευρολόγου. Αξονική θώρακος, Μαγνητική εγκεφάλου, Αντισώματα, Ηλεκτρομυογράφημα, και ηλεκτρομυογράφημα Μονήρους Ίνας, κόστος πάνω από 600ευρώ συνολικά. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων όλα αρνητικά, η νευρολόγος έψαχνε για μυασθένεια που ευτυχώς δεν είχε ο φίλος μου, το πρόβλημα όμως της ευαισθησίας στο φως συνεχιζόταν. Στις 5/11 ο φίλος μου ο Ενδυμίωνας πήγε στον οφθαλμίατρο για την καθιερωμένη μέτρηση της πίεσης του ματιού όπου ο γιατρός διαπίστωσε πρόβλημα με την ωχρά κηλίδα. Πρότεινε στον φίλο μου να ρίχνει κάθε μέρα κάθε μεσημέρι από μία σταγόνα κολλύριο NEVANAK την επόμενη το μεσημέρι έριξε την πρώτη σταγόνα και ω! του θαύματος όσο περνούσε η ώρα δεν τον ενοχλούσε πια το φως. Αρχικά το θεώρησε σύμπτωση, όταν και την επόμενη έριξε πάλι μία σταγόνα και μετά βγήκε στον ήλιο και διαπίστωσε πως δεν τον ενοχλούσε πια το φως του ήλιου έκλαιγε σαν μικρό παιδί από την χαρά του. Σκέφτηκε μήπως ήταν θαύμα και επικοινώνησε με τον πατέρα Ευθύμιο να τον ρωτήσει αν ήταν αυτός ο Άγιος άνθρωπος η αιτία του θαύματος, ο πατέρας Ευθύμιος του είπε πως δεν είχε χρόνο να προσευχηθεί γι' αυτό γιατί ήταν απασχολημένος με τον άνθρωπο που του είχε πάει το πετρέλαιο, του είχε βάλει 150 λίτρα λιγότερα και προσευχόταν να τον φωτίσει ο Θεός να βρεί άκρη. Προφανώς και το θαύμα το έκανε η σταγόνα του NEVANAK σας έγραψα αυτή την ιστορία γιατί αν ου μη γένοιτο παρουσιάσει κάποια/κάποιος αντίστοιχο πρόβλημα να γνωρίζει τι να πει στους γιατρούς ώστε να μην περάσει την ταλαιπωρία που πέρασε ο φίλος μου ο Ενδυμίωνας. Υ.Γ. Ένας καλός φίλος του Ενδυμίωνα ο Κώστας Γαρδικιώτης χαριτολογώντας του έλεγε το εξής: Ενδυμίωνα τι θα γίνει με τα μαύρα γυαλιά; Εσύ και η Γκρέτα Γκάρπο φοράτε και το βράδυ γυαλιά ηλίου! Φανταστείτε τι ταλαιπωρία πέρασε ο φιλαράκος μου ο Ενδυμίωνας.

ΠΑΜΕ ΤΩΡΑ ΣΤΟ ΤΡΙΤΟ ΘΕΜΑ ΜΑΣ ΠΟΥ ΈΧΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΜΕ ΤΟΝ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΠΑΛΛΗΝΗΣ ΤΟΝ Κ. ΑΗΔΟΝΗ.

Ως διαχρονικός ενεργός πολίτης και όχι ως ενεργός πολίτης των 5 λεπτών, δηλαδή όσο κρατάει η διαδικασία της ψήφου, εγώ ο Επικούρειος Πέπος έπραξα για μία ακόμη φορά το καθήκον μου, διαβάστε λοιπόν. Πριν 4 μέρες είχα στείλει ένα email στο γραφείο του Δημάρχου στην Παλλήνη, η Κάντζα ανήκει στον Δήμο Παλλήνης, όπου τους ενημέρωνα για τρια προβλήματα που παρατήρησα στη περιοχή μου.
Α] Στην οδό Ανθέων επικρατεί σκοτάδι γιατί εδώ και πολλές μέρες έχει καεί η λάμπα στον στύλο της ΔΕΗ με αποτέλεσμα όπως προείπα το σκοτάδι.
Β] Στην συμβολή των οδών Αιόλου και Εσπερίδων υπάρχει μία λακούβα και υπάρχει μεγάλος κίνδυνος ενός δυστυχήματος για τον αναβάτη του δικύκλου και ατυχήματος για κάποιο αυτοκίνητο που ο οδηγός δεν θα δει έγκαιρα την λακούβα ώστε να την αποφύγει.
Γ] Επίσης στην στροφή της Αιόλου υπάρχει προς την πλευρά του στρατοπέδου μία στάση η οποία είναι κίνδυνος θάνατος γι' αυτούς που περιμένουν στη στάση. Στο πρόσφατο παρελθόν έγινα μάρτυρας ευτυχώς ενός ατυχήματος γιατί δεν υπήρχε κόσμος στη στάση, ένα αυτοκίνητο με ''ραλίστα'' που ερχόταν από την Αιόλου με υπερβολική ταχύτητα έπεσε πάνω στη στάση και όπως προείπα ευτυχώς που δεν υπήρχαν εκείνη την ώρα μαθητές γιατί σ' αυτή τη στάση επιβιβάζονται και αποβιβάζονται μαθητές και φυσικά και άλλοι δημότες.
Σήμερα 18/11 δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τον αρμόδιο Αντιδήμαρχο όπου μ' ενημέρωσε πως έλαβαν το ηλεκτρονικό μου γράμμα και αφού με ευχαρίστησε για την ενημέρωση των προβλημάτων που παρατήρησα μου υποσχέθηκε πως σύντομα θα πράξουν τα δέοντα. 
Η άμεση ανταπόκριση του νέου Δημοτικού Άρχοντα της Παλλήνης μου θύμισε τον δικό μας πρώην δήμαρχο και νυν υπουργό κ. Παπαστεργίου, επί των ημερών του υπήρχε άμεση ανταπόκριση και ενέργειες. Ελπίζω και ο κ. Αηδόνης να μιμηθεί τον κ. Παπαστεργίου και να αναβαθμίσει την περιοχή του Δήμου Παλλήνης, μέχρι στιγμής φαίνεται να υπάρχει και σχέδιο και μεράκι. Φίλες και Φίλοι αν εμείς οι δημότες δεν γίνουμε ενεργοί πολίτες της περιοχής μας και όχι μόνο μην περιμένουμε να αλλάξουν όλα διά μαγείας, σήμερα η τεχνολογία μα επιτρέπει να είμαστε ενεργοί χωρίς να μπούμε στη διαδικασία της γραφειοκρατίας. Δεν μπορείτε να φανταστείτε το πόσες λακούβες στο δρόμο και στα πεζοδρόμια στον Δήμο Αθηναίων δεν υπάρχουν πια χάρη στις παρεμβάσεις του ανιψιού μου του Αστροτόμ, από τέτοιους πολίτες έχουμε ανάγκη και όχι από πολίτες των 5 λεπτών ανά τετραετία.
Αυτά είχα να σας διηγηθώ σήμερα και σας ευχαριστώ για τον κόπο που κάνατε να διαβάσετε αυτό το κείμενο, και σας ευχαριστώ διπλά που θα κάνετε τον κόπο να διαβάσετε και το πιο κάτω κείμενο του κ. Δημητριάδη.
Σας χαιρετώ με σεβασμό και επικούρεια διάθεση Επίκουρος ο Γοργογυραίος. Έρρωσθε και Ευδαιμονείτε όσο είναι ακόμα νωρίς.

ΠΑΜΕ ΤΩΡΑ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ.
Δημήτρης Δημητριάδης, «Εμείς και οι ΄Ελληνες». Dimitris Dimitriadis, "We and the Greeks"
Παραλλάσσοντάς τον, δανείζομαι τον τίτλο από το κείμενο του Ph. Lacoue-Labarthe «Ο Χέλντερλιν και οι Έλληνες», ένα κείμενο που, με τη συγγενική του θεματογραφία, διατρέχει υπόγεια το δικό μου, όπως το διατρέχει και το κείμενο του Dominique Grandmont «Η Ελλάδα του Καβάφη», το οποίο υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την οργάνωση και διατύπωση των παρακάτω σκέψεών μου. Από το κείμενο του Lacoue-Labarthe κρατώ επίσης την προμετωπίδα του Heiner Mullerστην οποία θα επανέλθω αργότερα. οποία θα επανέλθω αργότερα.
Ο κληρονόμος αναλογίζεται την κληρονομιά του από τη στιγμή που απειλείται με την απώλειά της. Ο κίνδυνος να τη χάσει ή να αποδειχθεί ότι δεν του ανήκει κινητοποιεί τον μηχανισμό της ιδιοποίησης μέσα του.


Ό,τι θεωρείται δεδομένο και εξασφαλισμένο αποκλείει τη στοχαστική αναφορά σε αυτό.
Ξεκινώντας από αυτή την παρακινδυνευμένη διαπίστωση, δίνεται η ευκαιρία να προσφύγουμε από την περιφέρεια στο κέντρο, από την περίμετρο στην καρδιά του προβλήματος, από τον εφησυχασμό στην ανησυχία. Να τολμήσουμε, όχι χωρίς συνέπειες, την ακρότητα.
Την θανάσιμη έξοδο.
Έτσι λοιπόν, η παραπάνω διαπίστωση μας εισάγει κατευθείαν στη ζώνη του κινδύνου. Περνούμε, σχεδόν συνειρμικά, στην ετερότητα.
Η ετερότητα είναι, στην προκειμένη περίπτωση, η Ελλάδα.
Η Ελλάδα αποκλείει την ταύτιση μαζί της.
Αποκλείει την ταυτότητα.
Και όλα τα παράγωγά της. Την οικειότητα, τη συγγένεια, την κατοχή, την ασφάλεια.
Εμείς, κάτοικοι αυτής της γεωγραφικής περιοχής, μόνον ως ξένοι δικαιούμαστε να αντιμετωπίζουμε τους Έλληνες.
Να τους αντιμετωπίζουμε ως ξένους.
Εμείς ως μη Έλληνες.

Ως μη Έλληνες εμείς τι είμαστε;
Κάτοικοι μιας γεωγραφικής περιοχής που κατοικήθηκε από ανθρώπους που προσπάθησαν να γίνουν κάτι. Η προσπάθεια αυτή και οι καρποί της τους έκαναν Έλληνες.
Εμείς δεν καταβάλλουμε καμία παρόμοια προσπάθεια. Επειδή πιστεύουμε ότι είμαστε Έλληνες.
Δεν είμαστε Έλληνες.
Το δεδομένο και το εξασφαλισμένο αποκλείουν την προσπάθεια..

Ο αποκλεισμός της προσπάθειας μας αποκλείει από το να γίνουμε Έλληνες.
Όσοι δεν προσπαθούμε να γίνουμε Έλληνες, ούτε είμαστε ούτε θα γίνουμε ποτέ Έλληνες.
Να ένας πολύ σοβαρός λόγος για να μην επιστραφούν ποτέ τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Η μη επιστροφή τους θα πρέπει να συνιστά εθνικό στόχο διότι έτσι επιτυγχάνεται η ευεργετική ρήξη στη συνέχεια, η θραύση του κεκτημένου. Ο κληρονόμος διαπιστώνει ότι οφείλει να αγωνιστεί προκειμένου να του αναγνωριστεί το δικαίωμα κυριότητας πάνω στη θεωρούμενη ως δεδομένη και εξασφαλισμένη κληρονομιά του. Διαπίστωση τραγικού μεγέθους.
Η Ελλάδα δεν ανήκει στους Έλληνες.
Αυτό είναι το τραγικό μέγεθος.
Οι Έλληνες είναι Έλληνες επειδή και όταν η Ελλάδα δεν τους ανήκει.
Το ανάποδο σλόγκαν, δημαγωγικό και παραπλανητικό, στην πραγματικότητα αντιλαϊκό και στην ουσία ανθελληνικό, ληξιαρχική πράξη γεννήσεως του σημερινού μηδενός, κολάκευε το ατταβιστικό αίσθημα κυριότητας επιστεγάζοντας, με την αγοραία μαυλιστικότητά του, τη βολεμένη και ανέξοδη βεβαιότητα του αυτοβαυκαλιζόμενου κατέχοντος.
Διότι, πίσω από την ύπουλη φτήνια αυτού του σλόγκαν, κρυβόταν ο απεριχώρητος τρόμος της απώλειας.
Μιας απώλειας συντελεσμένης.
Οι Έλληνες δεν ανήκουν στην Ελλάδα.
Οι Έλληνες δεν είναι Έλληνες.
Τι είναι, λοιπόν;
Το τίποτε.
Ιδού το χαρμόσυνο άγγελμα.
Το τίποτε.
Με αυτό παρέχεται η κοσμογονική δυνατότητα να αρχίσει επιτέλους κάτι.
Ελλοχεύει όμως και ο κίνδυνος να παραμείνουν όλα εκεί που είναι.
Στον ανέξοδο βαυκαλισμό του κατέχοντος.
Τα πάντα γύρω μας κραυγάζουν πως θα συμβεί το δεύτερο.

Η καθησυχασμένη βεβαιότητα ότι η κληρονομιά μας ανήκει αδιαφιλονίκητα, καθιερώνει την εθνική στειρότητα ως κυρίαρχη συμπεριφορά, την αγκίστρωση στα κεκτημένα ως άρχουσα νοοτροπία, τον μηρυκασμό των στερεοτύπων ως ασφάλεια συνέχειας.
Προτάθηκαν όλα τα σχήματα ερμηνείας αυτής της συνέχειας, ιδεολογικά και γεωφυσικά.
Ολοκληρώθηκαν και απέτυχαν όλα. Κατέληξαν σε αδιέξοδα. Παρήγαγαν ψευδαισθήσεις. Διένειμαν ανυπόστατους ρόλους. Απέδωσαν ψευδείς τίτλους. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, εξαπάτησαν καλλιεργώντας την αυτοτέλεια του προσωπείου πάνω στην ανυπαρξία προσώπου.
Δεν παράγεται πολιτισμός με την αναπαραγωγή του δεδομένου.
Δεν παράγεται πολιτισμός με τον μηρυκασμό του εξασφαλισμένου.
Θεμελιώδης εκπρόσωπος της γενιάς που πρότεινε κι αυτή μια δική της Ελλάδα, ως εκδοχή ιδιοποίησης της Ελλάδας, αναρωτήθηκε:
«Μήπως όλα αυτά που σκεφτήκαμε για την Ελλάδα ήσαν ψέματα, κατασκευάσματα του μυαλού μας;».
Ιδού η καρδιά του προβλήματος.
Παραμένει ακόμη ανέγγιχτη.
Επειδή το άγγιγμά της είναι αφόρητο.
Δεν είμαστε τίποτε.
Μόνον αυτή η βεβαιότητα παράγει ενέργεια, μόνον αυτή κινητοποιεί, ωθεί στην προσπάθεια να προσπελαστεί ο στόχος.
Ποιος είναι αυτός;
Να γίνουμε Έλληνες.
Με τι τρόπο;
Αναγνωρίζοντας σε εκείνους τον ξένο.
Αν μας ενδιαφέρει.
Όντας ίδιοι, δηλαδή ταυτόσημοι με εκείνους, δεν είμαστε κανείς. Κανείς δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, ίδιος με τους Έλληνες. Κανείς δεν είναι Έλληνας. Γίνεται ή προσπαθεί να γίνει.
Παραμένοντας ανελλιπώς ξένος.
Με την ιδιότητα του ξένου, συγκαταλεγόμαστε, αν το θέλουμε, στη χορεία εκείνων που θέλουν να τείνουν προς την Ελλάδα.
Το ότι ζούμε στα ίδια χώματα δεν σημαίνει τίποτε. Στην πραγματικότητα φιλοξενούμαστε. Εκείνοι, οι Έλληνες, μας φιλοξενούν.
Το ότι στα θεμέλια του σπιτιού μας υπάρχουν θαμμένα τα σπίτια αρχαίων τραγικών δεν σημαίνει τίποτε. Δεν αρκεί αυτό για να μας κάνει τραγικούς, ή συγγενείς και συνεχιστές των τραγικών. Η τραγικότητα είναι υπόθεση άλλων θεμελίων που δεν τα υποψιάζονται όσοι έχουν τάξει τη ζωή τους και το έργο τους στη θλιβερή κολακεία ενός δήθεν λαϊκού αισθήματος το οποίο οι ίδιοι καρπώνονται με ανεξάντλητη απληστία και εγωπαθή μονομανία.
Το ότι βλέπουμε από το μπαλκόνι μας την Ακρόπολη δεν σημαίνει τίποτε. Η θέα δεν συνιστά εγγύηση ταυτότητας. Το τοπίο δεν αποτελεί τεκμήριο συνέχειας. Δεν μας εισάγει στο πνεύμα που γέννησε τη μυθοποίηση του τοπίου. Τη μεταποίηση της γεωγραφίας από φύση σε ποίηση.
Το ότι μιλούμε την ίδια γλώσσα επίσης δεν σημαίνει τίποτε. Τη γλώσσα πρέπει να την σκέφτεται κανείς για να την μιλήσει. Πρώτα σκέφτομαι τη γλώσσα και μετά την μιλώ. Ποιος σκέφτεται τη γλώσσα εδώ; Ποιος κάτοικος αυτής της γεωγραφικής περιοχής μιλά τη γλώσσα επειδή πρώτα την σκέφτεται;
Με την κατάρρευση των επικαλυμμάτων αποκαλύπτεται το σταθερό ζητούμενο, η δημιουργία τρόπων μεταποίησης του μη υπάρχοντος σε υπάρχον.
Διάπλαση μορφών.
Προσέγγιση απροσέγγιστου στόχου.
Ξανά από την αρχή.
Πάλι και πάλι.
Ως εκ του μηδενός.
Σύλληψη του ανέφικτου.
Παραβίαση του ορίου που διαχωρίζει αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε από εκείνο που στην πραγματικότητα δεν είμαστε.
Είναι μία απόπειρα ελληνική.
Για να είναι ένας λαός δημιουργικός, οφείλει να ζήσει την έλλειψη εκείνου που τον έκαναν να πιστεύει πως είναι. Και να δημιουργήσει τους τρόπους με τους οποίους θα καλύψει την έλλειψη. Έτσι δημιουργούνται πολιτισμοί. Με την κάλυψη του κενού. Ανέφικτη κάλυψη.
Όμως αυτό το ανέφικτο συνιστά την αληθινή προσπάθεια. Η ανέφικτη κάλυψη της έλλειψης και του κενού. Τα πάντα γύρω μας κραυγάζουν ότι η έλλειψη και το κενό όχι μόνον δεν θα καλυφθούν, αλλά ότι θα εξακολουθούν να μη βιώνονται ως έλλειψη και ως κενό.
Άρα δεν χρειάζεται να γίνει καμία προσπάθεια.
Τα πάντα γύρω μας κραυγάζουν πως αυτό που έχουμε το έχουμε αναμφισβήτητα, πως αυτό που είμαστε το είμαστε αναμφισβήτητα.
Ο ορισμός της γραφικότητας και της μικρόνοιας.
Τίποτε δεν έχουμε και τίποτε δεν είμαστε.
Στο τίποτε αυτό προσφέρεται η πιο χαρμόσυνη αγγελία, ο μόνος αληθινός ευαγγελισμός.
Τι λέει;
Λέει: Αυτή είναι η πραγματική αφετηρία, ξεκινήστε, μπορείτε τα πάντα, αποπαγιδευτείτε, σπάστε τις εμπλοκές, τολμήστε την απεμπλοκή από τα ψεύδη και τα προσωπεία, μη φοβάστε, υπάρχουν κι άλλα πρόσωπα και άλλες αφηγήσεις, περάστε από τα στερεότυπα στην άπλαστη λάσπη, από το παγωμένο βλέμμα στο κοίταγμα της αβύσσου. Πλάστε τη φωτιά.
Τρομερό το αίτημα.
Ζητά δημιουργικότητα.
Διακινδύνευση. Τόλμη.
Ζητά ζωή.
Ζητά παραδοχή μιας προσπάθειας κατά την οποία θα πρέπει να ιδιοποιηθούμε το ελληνικό ως έτερο. Το έτερο ως ελληνικό.
Γιγαντομαχία.
Διότι το ελληνικό δεν είναι έμφυτο ούτε εμφυτεύσιμο· δεν είναι φυσικό· δεν κληρονομείται, δεν μεταβιβάζεται, δεν κατοχυρώνεται, δεν διασφαλίζεται, δεν καταχωρείται.
Το ελληνικό δεν είναι ευρήματα ανασκαφών και διεκδικήσεις αρχαιοτήτων· δεν είναι κομπορρημοσύνη μεταπρατών και διαπραγματεύσεις κυβερνητικών παραγόντων· δεν είναι εξαγγελίες υπουργείων και τουριστικοί πομφόλυγες.
Το ελληνικό είναι επίκτητο.
Κατακτάται, εάν ευοδωθεί η προσπάθεια της κατάκτησής του.
Μπορούμε να γίνουμε ελληνικοί;
Γίνεται κανείς ελληνικός όταν αρχίσει να στέκεται αντίκρυ στους Έλληνες.
Στέκομαι αντίκρυ, σημαίνει, ανάμεσα σ’ εμένα και στο άλλο υπάρχει απόσταση.
Κάτι περισσότερο: ρήξη, χάσμα.
Ρήξη μας χωρίζει από τους Έλληνες.
Χάσμα χάσκει ανάμεσα σ’ εμάς και την Ελλάδα.
Ρήξη και χάσμα, όμως, είναι προϋποθέσεις στοχασμού.
Γιατί δεν υφίσταται στοχασμός σ’ αυτήν την γεωγραφική περιοχή;
Η ένωση, η ταύτιση, η ταυτότητα, αποκλείουν τον στοχασμό.
Το ίδιο, το ταυτόσημο, είναι άστοχα.
Ο στοχασμός προϋποθέτει στόχο.
Η ένωση, η ταύτιση, η ταυτότητα, αποκλείουν τον στοχασμό εφόσον θεωρούν τον στόχο δεδομένον και εξασφαλισμένον, κατακτημένον μια για πάντα.
Ο στοχασμός όμως εκκινεί από την απώλεια, την απουσία, την έλλειψη.
Ο στοχασμός εκκινεί από τη συνείδηση του τίποτε.
Είναι ομογάλακτος του μηδενός.
Είναι το ίδιον της ετερότητας.
Μόνον ως ξένοι δικαιούμαστε να κατοικούμε σ’ αυτά εδώ τα μέρη.
Θάλασσες, νησιά και βουνά, εξαντλήθηκαν στις γιγαντοαφίσες.
Μόνον ως ξένοι δικαιούμαστε να μιλούμε αυτήν τη γλώσσα. Ακούστε το αφασικό παραμιλητό των τηλεπολιτικών.
Μόνον ως ξένοι δικαιούμαστε να αναφερόμαστε στους Έλληνες.
Κοιτάξτε γύρω σας τον πληθυσμιακό πολτό, με εγχάρακτη στα πρόσωπά τους την ολική αποτυχία.
Το πεδίον ωστόσο ανοίγεται μπροστά μας, απέραντο αλλά δύσβατο.
Μόνον γυμνούς και ατιτλοφόρητους μπορεί να μας δεχτεί.
Ενδεδυμένους μόνον την περιβολή του τίποτε.
Ειδάλλως δεν πρόκειται να υπάρξει άλλη φορά πολιτισμός εδώ. Αν μας ενδιαφέρει αυτό.
Μπορούμε να συλλάβουμε το μήνυμα;
Μπορούμε να συλλάβουμε τον αναγεννησιακό του χαρακτήρα;
Τη λυτρωτική του διάσταση; Τη ζωτική του ώθηση;
Μπορούμε να καταλάβουμε ότι μόνον αυτό μπορεί να μας βγάλει από τους τάφους;
Να διακόψει την αέναη μετακίνησή μας από φέρετρο σε φέρετρο;
Τα πάντα γύρω μας κραυγάζουν πως όχι, δεν μπορούμε.
Τι μένει, λοιπόν;
Άνθρωποι.
Άνθρωποι που γεννιούνται, αρρωσταίνουν, γηράσκουν και πεθαίνουν, μέσα στην τριβή της καθημερινής τύρβης, αλληλοαγαπώμενοι και αλληλοσπαρασσόμενοι. Μαιευτήρια, κρεβατοκάμαρες, νοσοκομεία και νεκροταφεία.
Ο αμετάφραστος πόνος.
Το άλλο όμως είναι άλλο.
Από τη μια η τρέχουσα ανθρωπινότητα, και από την άλλη το άλλο.
Η προμετωπίδα του Heiner Muller:
«Για να συμβεί κάτι, χρειάζεται να ξεκινήσει κάτι· το πρώτο σχήμα της ελπίδας είναι ο φόβος, η πρώτη εμφάνιση του καινούργιου ο τρόμος».
Όπως βλέπετε, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα.
Γι’ αυτό και δεν προσφέρονται.
Για να προσφερθούν, πρέπει να τους προσφερθούμε εμείς προηγουμένως. Τίποτε δεν μας ανήκει.
Δικό μας είναι μόνον το τίποτε.
Δηλαδή η απόσταση.
Άθροισμα αποστάσεων θεωρούσε τη ζωή ο Πεντζίκης.
Η απόσταση.
Αυτή που γέννησε την ποίηση του Καβάφη.
«Κωνσταντίνος Καβάφης».
Ο Καβάφης ήταν ελληνικός επειδή ήταν μακριά, αλλού.
Δεν ήταν εδώ, δεν ήταν μαζί, δεν ήταν δικός τους, δεν τους θεωρούσε δικούς του.
Ήξερε ότι δεν κατείχε.
Ελληνικός. Ιδιότητα τιμιότερη απ’ αυτήν δεν θεωρούσε άλλην.
Αυτό θα πει ελληνικός.
Να προσπαθείς να καλύψεις την απόσταση και να μην μπορείς.
«Η Ελλάδα ­ καταλήγει ο Lacoue-Labarthe ­ θα πρέπει να ήταν τούτος ο ίλιγγος και τούτη η απειλή: ένας λαός, ένας πολιτισμός που υποδηλώνονται, που δεν παύουν να υποδηλώνονται ως απρόσιτοι στον ίδιον τον εαυτό τους. Το κατ’ εξοχήν τραγικό, αν αληθεύει ότι το τραγικό αρχίζει με την κατάρρευση του μιμητού και την εξαφάνιση των προτύπων».
Μπορούμε να αποδεχθούμε και να αναλάβουμε αυτήν την κατάρρευση και αυτήν την εξαφάνιση;
Αν μας ενδιαφέρει.
Ειδάλλως, ας πάψουμε να σφετεριζόμαστε εκείνα που ανήκουν σε άλλους.
Στους Έλληνες.
Τελειώνω επανερχόμενος στον τίτλο.
«Εμείς και οι Έλληνες».
Το «και», όπως φαντάζομαι ότι κατανοήθηκε, δεν είναι συζευκτικό· δεν συνδέει· αποσυνδέει· διαζευγνύει.
Στο θέμα που μας απασχολεί, για να συμβεί ένωση πρέπει να την ποδηγετεί ο χωρισμός· για να λάβει χώρα γάμος, πρέπει να ισχύει διαζύγιο. Με άλλα λόγια, ο μηχανισμός της τραγωδίας.
Όχι η καπηλευτική αναπαράστασή της στην πιο χυδαία και πληθωριστική εκδοχή της που είναι ό,τι πιο καθησυχαστικό υπάρχει, αλλά η αιματηρή παράσταση της ανέκδοτης εκδοχής της σε ό,τι πιο ανησυχητικό υπάρχει.
Το ελληνικό ως τρομακτικό.
Είναι καιρός, οι κάτοικοι αυτής της γεωγραφικής περιοχής επιτέλους να τρομάξουν γι’ αυτό που είναι, γι’ αυτό που δεν είναι, και γι’ αυτό που δεν θα καταφέρουν ποτέ να είναι.
Ένα σπουδαίο κείμενο του συγγραφέα Δημήτρη Δημητριάδη για την τραγωδία του να είσαι Έλληνας.

Σαράντος Καργάκος: «Θέλουν τον Έλληνα ραγιά!» Η επιλογή έγινε από τον Αρκά της ΟΚΡΑ.

Aνατριχιαστικά επίκαιρη συνέντευξη του Σαράντου Καργάκου από το 2011 για την Ελλάδα με φόντο τις δραματικές διεθνείς εξελίξεις...
Συνέντευξη στο Γιάννη Συμεωνίδη.

Η σοφία δεν έχει ανάγκη να καταφεύγει σε φωνές. Ο λόγος της είναι ήρεμος, σταθερός… βασισμένος σε επιχειρήματα και με μια ευγλωττία που «κόκαλα δεν έχει, αλλά κόκαλα τσακίζει». Όπως ακριβώς είναι κι ο λόγος του διακεκριμένου φιλόλογου και συγγραφέα Σαράντου Καργάκου, ο οποίος καθ’ όλη τη διάρκεια της συνέντευξης που παραχώρησε στα «Επίκαιρα» στην οικία του εξέφρασε ανοιχτά τους προβληματισμούς του για το μέλλον της χώρας μας, την Τουρκία, το Ισλάμ, την «κομματοκρατία» και την πολύπαθη εκπαίδευση. Υπό το παγιδευμένο σε ζωγραφικούς πίνακες βλέμμα του Κωστή Παλαμά, του Κωνσταντίνου Καβάφη και άλλων προσωπικοτήτων των γραμμάτων και των τεχνών που ανέδειξε αυτός ο τόπος, ο κ. Καργάκος αγωνιά: «Φοβάμαι πως η Ελλάδα μεταβάλλεται σε ένα πειραματόζωο κι ο ελληνικός λαός προετοιμάζεται να ενστερνιστεί το πνεύμα του ραγιά»…

Ο ίδιος, εξάλλου, δεν διστάζει να τονίσει πως έναντι της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής, όπως αυτή εκφράζεται και μέσα από τα σχολικά βιβλία των γειτόνων, η χώρα μας κρατά την άψογο στάση, η οποία στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από μια άψυχη στάση. Κατά τον κ. Καργάκο, επίσης, η Τουρκία παίρνει ό,τι μπορεί από τη Δύση, αλλά διαβλέπει πως το μέλλον της ανήκει στο Ισλάμ. Για το τελευταίο, μάλιστα, εκτιμά πως θα εξαπλωθεί σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο. «Οι λαοί του Ισλάμ δεν μπορούν να ζήσουν σε δημοκρατία δυτικού τύπου. Για εκείνους νόμος είναι το Κοράνι. Η σύγκρουση του δυτικού ανθρώπου με τον κόσμο του Ισλάμ είναι επί θύραις. Διαβλέπω πως ο δυτικός άνθρωπος θα ηττηθεί, γιατί έχει κατεβάσει τον παράδεισο επί της γης, ενώ ο μουσουλμάνος εξακολουθεί να τον έχει εν τοις ουρανοίς. Εμείς φοβόμαστε το θάνατο, αλλά εκείνοι τον έχουν κάνει σύμμαχό τους», αναφέρει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας.

«Παραμύθια για κουτά παιδιά»

Ο κ. Καργάκος φέρνει το παράδειγμα του Ιράν, το οποίο, μετά την επανάσταση του 1979, μετατράπηκε από το πιο ανοιχτό κράτος στο πιο κλειστό. Ο ίδιος χαρακτηρίζει παραμύθια για κουτά παιδιά το ότι υπάρχουν μουσουλμάνοι με ανοιχτές αντιλήψεις, αφού όλοι τους υπακούουν στο νόμο του Κορανίου. «Ήδη, η σύγκρουση είναι πολεμική. Ο πολιτισμός, όταν είναι πολιτισμός, δεν χωρίζει, αλλά ενώνει. Το Ισλάμ είναι κάτι διαφορετικό. “Μούσλιμ” σημαίνει αυτός που προσκυνά τον Αλλάχ. Όποιος δεν τον προσκυνά είναι αντίπαλος. Από την άλλη, είναι γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι εκμεταλλεύτηκαν τους λαούς του Ισλάμ. Τους πήραν το φυσικό πλούτο κι έκοψαν τις περιοχές τους σε τεμάχια χωρίς να λάβουν υπόψη θρησκευτικές κι άλλες διαφορές. Στη συνέχεια, τους άφησαν να συγκρούονται μεταξύ τους. Τώρα ήρθε η ώρα της εκδίκησης του Ισλάμ. Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ ζει ένας ολόκληρος ισλαμικός κόσμος. Από εδώ και στο εξής, τα χτυπήματα δεν θα είναι μόνο στο Ιράκ ή στο Αφγανιστάν», προειδοποιεί ο κ. Καργάκος.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο συγγραφέας εκτιμά πως πολύ σύντομα θα υπάρξουν μεγάλες ανατροπές στην Αλβανία, στο Κοσσυφοπέδιο αλλά και σε άλλες περιοχές που ζει συμπαγής μουσουλμανικός πληθυσμός, όπως είναι και η Βουλγαρία. Γι’ αυτό κι ο ίδιος θα πρότεινε, σε μια τέτοια περίπτωση, μια συμμαχία Ελλάδας – Σερβίας – Βουλγαρίας. Προσθέτει, μάλιστα, πως η ιστορική πείρα μάς έχει διδάξει πως οι μουσουλμάνοι δεν ενσωματώνονται, αλλά ενσωματώνουν, πόσω μάλλον όταν η πλειονότητα όσων έρχονται στη χώρα μας είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου. Ο κ. Καργάκος υπενθυμίζει, επίσης, τη ρήση του ιστορικού Έντουαρντ Γκίμπον πως η Ρώμη δεν έπεσε από τους επιδρομείς λαούς, αλλά από τους ξένους που ζούσαν στα όρια της αυτοκρατορίας της.

«Θάψαμε τον πολιτισμό μας»

Γι’ αυτό και το ελληνικό κράτος οφείλει να διαφυλάξει, ως κόρη οφθαλμού, τη θαυμαστή ενότητα που είχε μέχρι πριν από είκοσι χρόνια. Ο συγγραφέας, όμως, είναι απαισιόδοξος: «Η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει, μέσα στην παγκόσμια κρίση, το ρόλο της πρωτοπορίας. Έχει πίσω της μια τεράστια παράδοση, τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τον οποίο θάψαμε. Γι’ αυτό δεν φταίνε μόνο οι πολιτικοί, αλλά και οι πνευματικοί ηγέτες της χώρας μας, οι οποίοι, αντί να γίνουν Λεωνίδες, έγιναν Εφιάλτες. Τα ελληνικά κόμματα, εξάλλου, είναι σαν να έχουν φορέσει το ένα το σώμα του άλλου. Οι όποιες διαφορές τους είναι περισσότερο λεκτικές και κατ’ ελάχιστο πρακτικές», παρατηρεί δηκτικώς ο κ. Καργάκος.

Ο ίδιος σημειώνει, επίσης, πως οι Έλληνες έχουμε παραμελήσει τον αποκαλούμενο βυζαντινό πολιτισμό αλλά και το χριστιανισμό. «Την ώρα που κατέρρεαν τα κομουνιστικά καθεστώτα και βλέπαμε τη θρησκεία να γίνεται κυρίαρχη ηθική δύναμη εκεί, εμείς αρχίσαμε έναν πόλεμο ανάμεσα στην Εκκλησία και στην Πολιτεία, γιατί οι πολιτικοί μας δεν κατάλαβαν πως όταν κάνεις εξωτερική πολιτική πρέπει να χρησιμοποιείς πολλούς βραχίονες. Περιθωριοποίησαν και χλεύασαν την Εκκλησία, προτάσσοντας μια νέα μορφή εικονομαχίας».

«Φινλανδοποίηση»

Επιπλέον, ο συγγραφέας υποστηρίζει πως επιχειρείται η «φινλανδοποίηση» της Ελλάδας. Τι εννοεί με αυτό; Πως οι ξένες δυνάμεις, με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ, προσπαθούν να της δώσουν έναντι της Τουρκίας το ρόλο που κρατούσε η Φινλανδία απέναντι στη Σοβιετική Ένωση μέχρι την κατάρρευση του κομουνιστικού καθεστώτος: εκείνον του «εξαρτήματος». «Οι Αμερικανοί ξέρουν πάρα πολλές λύσεις, αλλά δεν ξέρουν μία, την καλύτερη», λέει εμφατικώς ο κ. Καργάκος.

Παράλληλα, διατείνεται πως η πολυκαιρισμένη λέξη «πολυπολιτισμός» συγκαλύπτει ύπουλα και πονηρά σχέδια. «Ούτε υπήρξε ποτέ ούτε υπάρχει πουθενά. Εν ονόματί του υπηρετήθηκαν βρόμικα συμφέροντα. Είχα προβλέψει, άλλωστε, πως η παγκοσμιοποίηση θα έφερνε την κινεζοποίηση. Η Κίνα δεν ενδιαφέρεται απλώς να γίνει κυρίαρχος της Γης, αλλά και της Σελήνης! Οι Αμερικανοί πήγαν, είδαν και απήλθαν. Οι Κινέζοι θα πάνε και θα μείνουν. Η παγκοσμιοποίηση ήταν ένα ωραίο παιχνίδι των Αμερικανών, που τους το πήραν οι Κινέζοι. Γίνεται μπούμερανγκ και για τους λαούς που σαν χάνοι τον καταπίνουν», επισημαίνει ο κ. Καργάκος.

«Εξεγέρσεων συνέχεια»

Την ίδια ώρα, κι αφού η συζήτηση έχει μετατοπιστεί στις εξελίξεις στη Βόρεια Αφρική, ο συγγραφέας μάς θυμίζει το, προφητικό όπως αποδείχθηκε, βιβλίο του Μεσόγειος, η Υγρή Μοίρα της Ελλάδος και της Ευρώπης, που είχε κυκλοφορήσει πριν από τέσσερα χρόνια. «Ταξιδεύω εδώ και χρόνια στις αραβικές χώρες κι έχω γνωρίσει τα χαμηλά οικονομικώς στρώματά τους. Είχα προβλέψει την έκρηξη στη Βόρεια Αφρική, η οποία θα εξαπλωθεί νοτιότερα, προς την Κεντρική Αφρική, αλλά και στη Μέση Ανατολή. Μέσα στα καθεστώτα που θα ανατραπούν είναι κι αυτό της Μέκκας, δηλαδή της Σαουδικής Αραβίας. Δεν είναι δυνατό οι πρώην τσελιγκάδες και νυν πετρελαιάδες να ζουν Κροίσου πλουσιότεροι, αλλά οι μουσουλμάνοι να είναι Ίρου (Σ.Σ.: Ζητιάνος που αναφέρεται στην Οδύσσεια) πενέστεροι. Η έκρηξη του Ισλάμ θα έχει συνέπειες και για την Τουρκία. Ελλοχεύει ο κίνδυνος και η Ελλάδα να κατακλυστεί από κύματα ανθρώπων που με σπασμένα φτερά θα φτάνουν στις ελληνικές ακτές με κάθε λογής πλεούμενο. Η μεγαλύτερη επανάσταση, εξάλλου, που θα εκδηλωθεί μέσα στο Ισλάμ θα είναι εκείνη των γυναικών. Έχουν ήδη κυριαρχήσει στο θέμα της πανεπιστημιακής μόρφωσης. Δεν θα αρκούνται για πολύ ακόμα στο ρόλο των πολιτών δεύτερης κατηγορίας», δηλώνει ο συγγραφέας.

«Μεταρρυθμίσεις-απορρυθμίσεις»

Για όσους δεν το γνωρίζουν, ο κ. Καργάκος ήταν από εκείνους που είχαν εισηγηθεί το περίφημο 15% του προϋπολογισμού για την Παιδεία, καθώς και το προσχέδιο για το πανεπιστημιακό άσυλο. Ακόμα και σήμερα, εξάλλου, θυμάται μια στιχομυθία του 1957 που είχε με τον τότε υπουργό Συντονισμού Δημήτρη Χέλμη, ο οποίος είχε αυξήσει τα πανεπιστημιακά δίδακτρα κι εξέταστρα. «Να καταριόμαστε την ώρα που γεννηθήκαμε φτωχοί;» τον είχε ρωτήσει ως νεαρός φοιτητής κι ο υπουργός απάντησε: «Όχι, να καταριέστε την ώρα που δεν γεννηθήκατε πλούσιοι!».

Ο κ. Καργάκος αποκαλεί τις 13 εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις από τη Μεταπολίτευση και μετά απορρυθμίσεις, ενώ ονοματίζει σκωπτικά το υπουργείο Παιδείας «Υπνοπαιδείας και Διά Βίου Παθήσεως»! Ζητά, μάλιστα, και την κατάργησή του. «Εξ αυτού ερρύουν τα φαύλα. Προτείνω να σχηματιστεί μια επταμελής επιτροπή με πενταετή θητεία, η οποία θα επεξεργαστεί ένα πρόγραμμα για να εφαρμοστεί χωρίς καμιά αλλαγή για μία δεκαετία. Αυτή η επιτροπή θα πρέπει να στηριχτεί σε μια 50μελή γραμματεία και να επανέλθει ο θεσμός των γενικών επιθεωρητών για τα σχολεία της περιφέρειας, έτσι ώστε να μην ανακατεύονται οι τοπικοί άρχοντες. Σκοπός της επιτροπής οφείλει να είναι η εκδίωξη του κομματισμού από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια».

Ο κ. Καργάκος μιλά και για τη σημερινή διάσταση του πανεπιστημιακού ασύλου αλλά και για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια: «Είχα εισηγηθεί το άσυλο σε μια εποχή που ήμασταν επί συνεχή παρακολούθηση από τους μυστικούς αστυνομικούς. Σήμερα ομοιάζει με τον τρόπο που μεταχειρίζεται το νόμο η μαφία στην Ιταλία. Όσο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, ήμουν αντίθετος σε αυτή την ιδέα. Ωστόσο, θα έρθουν με το χάλι που έχουν τα κρατικά. Αν ένας ευφυής επιχειρηματίας τοποθετήσει ένα κρουαζιερόπλοιο ανοιχτά του Σαρωνικού και το κάνει πανεπιστήμιο σε συνεργασία με το Χάρβαρντ, πού θα πάνε τα ελληνόπουλα;» αναρωτιέται ρητορικώς ο κ. Καργάκος.

«Λιώνουν στα… κηφηνεία»

Στο μεταξύ, από τα «βέλη» του συγγραφέα δεν ξεφεύγει ούτε η νεολαία. «Ο ρόλος της ήταν πάντα πρωτοποριακός. Σήμερα ο ρόλος της νεολαίας, όμως, έχει γίνει παθητικός. Λιώνει τα νιάτα της στα… κηφηνεία, ωσάν δηλαδή τα προβλήματα να μην είναι πρόβλημά της. Ουσιαστικώς είναι μαμακοδίαιτη και μπαμπακοδίαιτη. Οι παλαιότεροι έχουμε μόνο την προοπτική θανάτου. Οι νέοι έχουν προοπτική ζωής, αλλά ο βίος τους θα είναι αβίωτος. Αν τα παιδιά που κατεβαίνουν στους δρόμους ήταν διαβασμένα, δεν θα είχα κανένα δισταγμό να ήμουν επικεφαλής τους. Μπορεί το κράτος να το έχουν οι μπαμπάδες, αλλά το παρακράτος το έχουν οι βλαστοί τους. Η υποτιθέμενη πρωτοπορία προέρχεται από τους γόνους της οικονομικής αριστοκρατίας. Στις προηγούμενες γενιές βρισκόταν στις φτωχότερες τάξεις. Καταστράφηκε το ιστορικό κέντρο των Αθηνών, η μικρομεσαία τάξη δηλαδή, προς όφελος των πολυκαταστημάτων που έχουν χτιστεί στα προάστια», συμπληρώνει αιχμηρά ο κ. Καργάκος.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επίκαιρα: 17/02/2011
=========================
ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
«Δυστυχώς υποκύψαμε. Η ελληνική κυβέρνηση έκανε «κωλοτούμπες»για το Σκοπιανό.» Συνέντευξη με τον ιστορικό Σ Καργάκο

Ο ιστορικός και συγγραφέας Σαράντος Καργάκος στην συνέντευξη που μας παραχώρησε μιλά ξεκάθαρα για τα διπλωματικά λάθη των ελληνικών κυβερνήσεων στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων.
Η ελληνική κυβέρνηση έκανε κυβιστήσεις, τονίζει ο ιστορικός με αποτέλεσμα να έχουμε σκοπιανή εμπλοκή και να δεχθούμε όρους που δεν έπρεπε.
Ο όρος FYROM ήταν παγιδευτικός διότι το μόνο που έμενε από αυτόν ήταν η λέξη Μακεδονία και οι Σκοπιανοί υπήρξαν ανώτεροι ημών ως λαός και ως ηγεσία.
Εν’ω το 1992 πεινούσαν και όμως έμειναν ξεκάθαροι στις θέσεις τους, διότι μπορεί να ήταν γυμνοσκελής αλλά από διπλωματία ήξεραν.
Στην συνέντευξή του που χωρίζεται σε μέρη αναφέρεται σε ιστορικά λάθη, από πλευράς των ελλήνων ενώ εξηγεί τι σημαίνει η χρήση του ονόματος Μακεδονία από την πλευρά των Σκοπίων.
Στο πρώτο μέρος της συνέντευξης λέει ξεκάθαρα ότι θα υπάρξει μεγάλος κίνδυνος αν η Ελλάδα υποκύψει.
Μονοπωλούν το όνομα της Μακεδονίας, την ιστορία της Μακεδονίας μας και όποιος μονοπωλήσει το όνομα θα διεκδικήσει μονοπώλειο και για το έδαφος, συνεχίζει ο καθηγητής μιλώντας για τις κινήσεις που κάνουν οι Σκοπιανοί εξηγώντας ότι δεν θα σταματήσουν στο όνομα.
Φοβόμαστε εμείς οι Έλληνες να πούμε ότι η Μακεδονία είναι δική μας ; Γιατί; διερωτάται και αναφέρεται στο δεύτερο μέρος της συνέντευξής του στις μεγάλες δυνάμεις που έχουν ως απώτερο σκοπό να να διασπάσουν τα κράτη που έχουν ιστορία και παραδόσεις.
Να μην ξέρει ο λαός την ιστορία του και την παράδοσή του, αυτός είναι ο στόχος τους λέει ο ιστορικός.
Η Ελλάδα είναι το πρώτο πειραματόζωο της παγκοσμιοποίησης με την εξαφάνιση της γλώσσας και της ιστορίας της.
ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΜΑΣ
Ο Σαράντος Ι. Καργάκος γεννήθηκε στο Γύθειο το 1937. Στη διάρκεια του Εμφυλίου εγκαθίσταται στην Αθήνα. Σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Πρωταγωνίστησε στο αμφισβητικό κίνημα των ετών 1961-1967 και υπήρξε ο εισηγητής του 15% για την παιδεία. Εργάσθηκε επί τριάντα πέντε έτη στα μεγαλύτερα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια των Αθηνών και στους μεγαλύτερους φροντιστηριακούς οργανισμούς, στους οποίους πάντα υπήρξε ιδρυτικό μέλος.
Συνεργάσθηκε με τα περιοδικά Οικονομικός Ταχυδρόμος, Κοινωνικές τομές, Ιχνευτής, Ελλοπία, Άρδην, Ευθύνη και 4 Τροχοί. Επί τετραετία (1997-2001) ήταν αρθρογράφος, επιφυλλιδογράφος και κριτικός των εφημερίδων Ελεύθερος Τύπος και Τύπος της Κυριακής. Έχει γράψει πενήντα έξι βιβλία. Από αυτά ξεχωρίζουν οι γλωσσικές μελέτες Αλαλία και Αλεξία, η ιστορική μελέτη Από το μακεδονικό ζήτημα στην εμπλοκή των Σκοπίων, οι συλλογές δοκιμίων Προβληματισμοί: 'Ένας διάλογος με τους νέους (6 τόμοι) και Κινούμενη άμμος, το δίτομο ιστορικό έργο Ιστορία του ελληνικού κόσμου και του μείζονος χώρου, η επίσης ιστορική μελέτη Αλβανοί - Αρβανίτες - Έλληνες, η ογκώδης μονογραφία Αλεξανδρούπολη, μια νέα πόλη με παλιά ιστορία, η πολιτική μελέτη Παγκοσμιοποίηση: Προς ένα παγκόσμιο ολοκληρωτικό σύστημα εξουσίας.
Από ποια ηλικία ξεκινήσατε να διαβάζετε; Ποια ήταν τα πρώτα σας αναγνώσματα;
Όσο και αν φαίνεται περίεργο, ο Όμηρος. Όταν επιστρέψαμε με τη λοιπή οικογένειά μου στο Γύθειο, μετά από τη φυγή των Γερμανών, από την πλούσια βιβλιοθήκη του πατέρα είχαν απομείνει σε πεζή μετάφραση του Κώστα Αθάνατου τα αθάνατα έπη. Επειδή απεχθανόμουν τα σχολικά αναγνώσματα «μου και α κάνουν μα, μαμά», άρχισα να μελετώ μετά μανίας την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Μέχρι να φτάσω στην πέμπτη δημοτικού, είχα μάθει απ’ έξω τις πιο πολεμικές ραψωδίες. Αναπάντεχα είχε σωθεί και το Ομηρικό Λεξικό του Πανταζίδη. Από εκεί μάθαινα και τις πιο «χοντρές» λέξεις, δηλαδή όσες λέξεις είχαν πολλές ερμηνείες. Τελειώνοντας το δημοτικό είχα μάθει 500-600 λέξεις. Έτσι, στο γυμνάσιο ο Όμηρος μου φάνηκε παιχνιδάκι. Το ίδιο και στο πανεπιστήμιο. Τώρα που βρίσκομαι στο γέρμα της ζωής, μετά από τη συγγραφή 100 βιβλίων ξαναγυρίζω στον Όμηρο. Με αυτόν άρχισε η πνευματική μου περιπέτεια, με αυτόν θα τελειώσει.
Από πότε ξεκίνησε η αγάπη σας για την ιστορία;
Προτού ακόμη πάω στο σχολείο. Το 1943-1944 έζησα σε μια ανταρτοκρατούμενη περιοχή. Τότε πρωτάκουσα τα ονόματα Άρης, Πελοπίδας, Αστραπόγιαννος, Ωρίων, Καραϊσκάκης κι έβαζα τον πατέρα μου να μου ιστορεί τι σήμαιναν τούτα τα ονόματα. Έτσι αγάπησα τόσο πολύ την Ιστορία, ώστε οι συμμαθητές μου να με λένε «Ιστορικό». Δεν ήθελα να τους διαψεύσω. Έγινα, παρότι πρώτη μου επιθυμία ήταν να γίνω ναυτικός!
Ασφαλώς ήθελα να φωτίσω την προσωπικότητα αυτής της τρομερής γυναίκας αλλά χωρίς να την εξωραΐζω, όπως κάνουν πολλοί ξένοι ιστορικοί. Κυρίως όμως γιατί ήθελα να δείξω το τι επικράτησε στην Ασία και την Ελλάδα μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Μια περίοδος άγνωστη στο ευρύ κοινό.

Ποια περίοδος της ελληνικής ιστορίας σάς αρέσει περισσότερο;
Όλες φυσικά, μα πιο πολύ τα Μηδικά, η εκστρατεία του Αλεξάνδρου, που την κατέγραψα σε δυο τόμους (εκδόσεις Περί Τεχνών), η επανάσταση του 1821 που θα ολοκληρωθεί σε επτά τόμους (οι τέσσερις έχουν κυκλοφορηθεί) και ο Μικρασιατικός κόσμος που κυκλοφορείται σε δυο τόμους (εκδόσεις Περί Τεχνών). Με ενδιαφέρουν και εδικά κεφάλαια της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως. Δεν τη λέω Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Είναι νεότερη «ταμπέλα», ξενικής προελεύσεως.
Πώς ξεκίνησε η σκέψη να γράψετε το βιβλίο Ολυμπιάδα, ο βίος και η πολιτεία της μητέρας του Μ. Αλεξάνδρου;
Αφού έγραψα για τον πατέρα του Αλεξάνδρου και για τον ίδιο τον Αλέξανδρο, ήταν φυσικό να γράψω και για τη μάνα του που ήταν γυναίκα-θύελλα και γέννησε κεραυνό. Και κάτι άλλο: ήθελα να δείξω ότι ο Αλέξανδρος ήταν διγενής. Από πατέρα Μακεδών και από μάνα Ηπειρώτης.
Αλήθεια, ήταν σπουδαία η Ολυμπιάδα;
Πολύ σπουδαία. Καμιά άλλη γυναίκα της ελληνικής αρχαιότητας δεν την ξεπέρασε, σε δράση αρνητική και θετική. Όπως γράφω στο βιβλίο μου, με αυτή για πρώτη φορά η γυναίκα εισέρχεται πρωταγωνιστικά στον στίβο της ιστορίας – τουλάχιστον στην Ευρώπη.
Γράφετε ότι η Ολυμπιάδα δεν ήταν ετερόφωτη αλλά αυτόφωτη. Μπορείτε να αιτιολογήσετε τη γνώμη σας;
Με το «αυτόφωτη» εννοώ ότι δεν έπαιρνε λάμψη από τη λάμψη του άνδρα και του γιου της. Βεβαίως είχε μορφωθεί από τον συγγενή της Λεωνίδα, που τον έκανε και δάσκαλο του Αλεξάνδρου. Ξεπερνούσε σε παιδεία τον Φίλιππο και συχνά υπήρξε πολύτιμος πολιτικός του σύμβουλος.
Πολλοί ιστορικοί της καταλογίζουν ότι ήταν μια προσωπικότητα που ισορροπούσε μερικές φορές σε τεντωμένο σχοινί. Μήπως γιατί ήθελε να πρωταγωνιστεί στην πολιτική σκηνή;
Ακριβώς, το ήθελε αυτό, γιατί δεν ήθελε να ζει υπό τη σκιά κανενός. Πρωταγωνιστικό ρόλο διεκδίκησε εντονότερα μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Όχι τόσο γι’ αυτή αλλά για να μη χαθεί η γενιά και η κληρονομιά του.
Πώς ένιωθε που γέννησε και γαλούχησε έναν από τους μεγαλύτερους άνδρες στην ιστορία, τον Αλέξανδρο;
Όπως μια Ηπειρώτισσα μάνα. Φρόντισε για την ανατροφή του, τον βοήθησε στη στερέωσή του επί του θρόνου και στη διάρκεια της εκστρατείας δεν έπαυε να τον συμβουλεύει στο πώς να μεταχειρίζεται τους φίλους του, ακόμη και στο πώς και τι να τρώει.
Με το βιβλίο σας προσπαθείτε με επιτυχία να φωτίσετε τον βίο και την πολιτεία της Ολυμπιάδας, που δεν είναι πολύ γνωστός στο ευρύ ελληνικό κοινό. Για ποιο λόγο, άραγε;
Ασφαλώς ήθελα να φωτίσω την προσωπικότητα αυτής της τρομερής γυναίκας αλλά χωρίς να την εξωραΐζω, όπως κάνουν πολλοί ξένοι ιστορικοί. Κυρίως όμως γιατί ήθελα να δείξω το τι επικράτησε στην Ασία και την Ελλάδα μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Μια περίοδος άγνωστη στο ευρύ κοινό. Και κάτι άλλο: ήθελα να ενισχύσω τις υποψίες μου με διάφορα πρόσθετα στοιχεία για την ταφή του Αλεξάνδρου στη Μακεδονία και μάλιστα στην Αμφίπολη, όπως γράφω επί δεκαετίες.
Παράλληλα έχετε μια απέραντη αγάπη για τα βιβλία. Από πότε;
Από παιδί. Πεινούσα για ψωμί, πεινούσα για βιβλία. Όλες μου τις οικονομίες τις έκανα βιβλία, παλαιές φωτογραφίες, εφημερίδες. Έχω τρεις βιβλιοθήκες: Μία για την αρχαία, μία για τη μεσαιωνική και μία μεγαλύτερη για τη νεότερη και νεότατη ιστορία μας. Απ’ ό,τι διαβάζω, κρατάω σημειώσεις. Έτσι, όταν αισθανθώ κάποιο ερέθισμα για μια περίοδο, προστρέχω στις σημειώσεις αυτές κι έχω αμέσως στη διάθεσή μου την πιο αναγκαία βιβλιογραφία. Είχα κι έχω ακόμη, ευτυχώς, ισχυρή μνήμη. Δεν προσφεύγω ποτέ στη βοήθεια ηλεκτρονικών μέσων.
Πώς βλέπουν οι νέοι μας την ιστορία αλλά και τον πολιτισμό γενικότερα;
Θα έλεγα –πλην τιμητικών εξαιρέσεων– με αδιαφορία λόγω κακοδιδασκαλίας στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Στα παιδιά προσφέρονται πιάτα αμαθείας και κακογουστιάς. Δεν παραβλέπω και το ωφελιμιστικό στοιχείο και μια εσκεμμένη πολιτική να θαφτεί ή να σπιλωθεί το παρελθόν μας.
Τι θα προτείνατε στους νέους επίδοξους συγγραφείς που σκέφτονται να γράψουν ιστορικά βιβλία;
Να διαβάσουν βιβλία και όχι μόνο νέα αλλά και παλιά, να μελετούν αρχειακό υλικό –αυτό έκανα κι εγώ νεαρός–, να επισκέπτονται αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικούς τόπους για να αποκτήσουν το «άρωμα» του «τότε» και να μην εμπιστεύονται τις πληροφορίες του διαδικτύου. Είναι αποσπασματικές, συχνά νοθευμένες ή αλλοιωμένες και, το χειρότερο –χαλκευμένες.
Ποιο ιστορικό βιβλίο διαβάσατε τελευταία και σας έκανε εντύπωση;
Διάβασα πολλά αλλά αυτά που μου άρεσαν και τα ξαναδιάβασα ήταν του φίλου μου ναυάρχου Κωνσταντίνου Καταγά Ομηρικά ναυτικά θέματα (εκδόσεις Σιδέρης, 2006) και του επίσης ναυτικού Αθανασίου Ν. Γιαννάκη Ομηρικό λεξικό ναυτικών όρων. Πρόκειται για βιβλία συναρπαστικά με θαλασσινή αύρα. Ίσως, γιατί θέλω να κλείσω την πνευματική μου περιπέτεια ξαναγυρίζοντας στον Όμηρο. «Επάνοδος στον Όμηρο – Ένα βιβλίο για όλους» θα είναι το τελευταίο μου βιβλίο – πιθανώς.
Τι σχεδιάζετε ακόμη;
Στο φετινό ημερολόγιο στην πρώτη σελίδα έγραψα: «Φέτος κλείνω τα ογδόντα μου χρόνια. Δεν θα το παίξω αιώνιος έφηβος για να γίνω καταγέλαστος. Θα πράττω όσα μου επιτρέπουν οι δυνάμεις και η ηλικία μου». Μετά την 11η Ιανουαρίου σημείωσα: «Και όσα μου επιτρέπουν οι γιατροί μου». Συνεπώς τα σχέδιά μου για το μέλλον είναι να ζήσω –όσο ζήσω– χωρίς σχέδια. Να χαρώ, όσο γίνεται, περισσότερα ηλιοβασιλέματα. Είναι τα μόνα στην Ελλάδα που δεν χάλασαν ακόμη οι πολιτικοί μας.
Πηγή:diastixo.gr
=======================
ΤΡΙΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ένα παλαιό, αιχμηρό άρθρο του Σαράντου Καργάκου, που αξίζει να μας βάλει σε σκέψεις και αυτοκριτική -ιδίως όσους υπηρετούν την εκπαίδευση.
Κατά την άποψή μας, ο λόγος είναι υπερβολικά αυστηρός, ενίοτε και ισοπεδωτικός, σήμερα που η ανεργία ειδικά των νέων με ουσιαστικά και όχι τυπικά προσόντα βρίσκεται στα ύψη και πολλοί για να ζήσουν αναγκάζονται να αναζητήσουν εργασία στο εξωτερικό.
Εν τούτοις, το αίτημα για (καλύτερη) αξιοποίηση των ανθρωπιστικών σπουδών και της πνευματικής κληρονομιάς μας για καλλιέργεια κριτικής σκέψης, αγωνιστικού φρονήματος, ήθους, εργατικότητας, τόλμης, πρωτοβουλίας και δημιουργικότητας είναι επίκαιρο και διαχρονικό.

Α.Χ. Παπανδρόπουλος.

«Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία.
Διαφωνώ. Εδώ και τριάντα χρόνια είναι η... εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλειά, φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώνει, επεκτάθηκε και στο νέο-σουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδύθησαν σε μια χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία εξέθρεψε και διαμόρφωσε δύο γενιές "κουλοχέρηδων"... παιδιών δηλαδή που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμιά εργασία από αυτές που ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές.
Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη "χειρώναξ", σαν δεύτερο συνθετικό το "άναξ", που κάνει τον δουλευτή, τον άνακτα χειρών, βασιλιά στον χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή που ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυναρτησία μιας πολιτικής που έδειχνε αριστερά και πήγαινε δεξιά και τούμπαλιν. Γι' αυτό τουμπάραμε...
Κάποτε, έγραφα πως η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν. Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετανάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ' όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «White collar workers».
Έτσι σήμερα, το πιο φτηνό εργατικό και υπαλληλικό δυναμικό είναι οι... πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακόμη και στον OΤΕ ως έκτακτοι, τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσόντων ακόμη και διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονικούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις και ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής και χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπίδες των γονιών, που πιστεύουν ότι τα παιδιά μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες που είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνο για το δημόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.
Παρ' όλο που γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!), οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής και δεν έχουν πιάσει κατσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά από "μηνύματα" του αφόρητου "κινητού" τους.
Τούτη η παιδεία, που όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ' ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμιά δεξιότητα, εκτός από τη ραθυμία, την αναβλητικότητα και τον φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας και η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσομε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την πρωτοτυπία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πώς να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά.
Δεν τα μαθαίνει πώς να σκέπτονται αλλά με τι να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης και των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό και πιο μεγάλο. Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαυξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλαξ που καταπίνει σελίδες σαν χάπια και που θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό.
Και το λεγόμενο "σχολικό" είναι συνήθως αισχρό και ως λόγος και ως περιεχόμενο. Και τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το "Αναγνωστικό", που πρέπει να είναι ευαγγέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλλιεργεί την απέχθεια. Πού πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική και τη θαλασσινή ζωή;
Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο "χαρτογιακάς". Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά "Αναγνωστικά", καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πως δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πώς να πάει, όταν με τη ναυτιλία που προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα που προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχολείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τι είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε τη θάλασσα και στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί και μελαψοί κάθε αποχρώσεως;
Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια και οι ποικιλώνυμες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγματα που μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -και μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές και δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα "προσόντα" τους, αλλά τέτοιες εργασίες που ζητούν, τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτικές θεατρικές σχολές- που προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Πού θα βρουν δουλειά τα παιδιά αυτά;
Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βράβευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά, ακόμη και του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς και Ουκρανούς.
Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέρια των Αλβανών που τη δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων που την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δουλειά στην Αλβανία, που ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής.
Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτίρια γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών. Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική και την αγροτική τάξη. Στην πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα "Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη" και υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν αλλού.
Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις και τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με... "Κέντρα Πολιτισμού", όπου "μπαγιαντέρες" κάθε λογής και φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου ! Το μπουκάλι με το ουίσκι βαπτίστηκε ... αγροτικό! Τώρα, όμως, που έρχονται τα "εξ εσπερίας νέφη", χτυπάμε το κεφάλι μας. Και πού να φθάσουν τα "εξ Ανατολής", σαν εισέλθει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flentium (=κοιλάς κλαυθμώνων) και θα κινείται quasi osculaturium inter flentium et dolorum (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως και οδύνης).
Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας που θα υποτάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κριτήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως και την παιδεία που εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, που τα κουράζει με την παπαγαλία και το βάρος άχρηστων μαθημάτων. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της.
Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη και η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη που τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομίσουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά!
Είναι θλιβερή η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες και θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, που, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά που λιώνουν τα νιάτα τους στα "κηφηνεία", που πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα που οι Αλβανοί πάνε για δουλειά. Θα μου πείτε, τι δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια.
Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απέξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;), δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολεμοχαρείς αλλά για να νιώθουμε ντροπή, όταν στη μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι "γεραιοί" και οι νέοι κρύβο­νται πίσω από τη σκιά τους. "Αισχρόν γαρ δη τούτο... κείσθαι πρόσθε νέων, άνδρα παλαιότερον". Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα από ξένους. Στις οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σε λίγο, οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων που κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών ειδών που θυμίζουν... Ελλάδα. Ακόμη και τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν!
Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. "Φτιάχνουμε" τη ζωή μας στην τηλοψία, που δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν που προσφέρει το "γυαλί", αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με "διακοποδάνεια", εορτάζουμε με "εορτοδάνεια" και πεθαίνουμε με "πεθανοδάνεια". Έλεγε ο Φωκίων, που πλήρωσε τέσσερις δραχμές τη δεύτερη δόση του κωνείου που χρειαζόταν για να "απέλθει", πως στην Αθήνα δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς.
Έπρεπε να ζούσε τώρα... Λυπάμαι που θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές και τα ΜΜΕ σακάτεψαν και σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματά της -δικαιώματα στην τεμπελιά- και ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε άγνωστη λέξη».Πηγή:www.euro2day.gr

17.11.24

ΣΤΕΛΙΟΣ ΡΑΜΦΟΣ: «Πεθαίνουμε για παραμύθια, γιατί η έλλειψη αυτοπεποίθησης μάς κάνει να καταφεύγουμε σε φαντασιώσεις» Δημοσθένης Γκαβέας.

O Στέλιος Ράμφος ερμηνεύει την κρίση της ελληνικής ταυτότητας και υποστηρίζει ότι ο νεοελληνικός ψυχισμός παραμένει ελλειμματικός ως συνέπεια της ματαίωσης της βυζαντινής Αναγέννησης και εντοπίζει τη λύση σε μια κοινωνία με στέρεους πολιτικούς θεσμούς.

Τελικά όλα τα προβλήματα που μας κατατρέχουν σήμερα ξεκινούν από τόσο παλιά, από το Βυζάντιο;
Πάντα λέω μονότονα και πληκτικά ότι είναι μια ιστορία που ξεκινά από πολύ παλιά, από τον 11o - 12ο αιώνα, όταν στην Ευρώπη άρχιζε να διαμορφώνεται ένα καινούργιο κλίμα το οποίο έδειχνε προς κάποια Αναγέννηση και κάποια αλλαγή και άρχισε να διαπλάθεται η ατομική οντότητα των ανθρώπων. Tο ίδιο σκίρτημα και ενδιαφέρον είχε αρχίσει και στη βυζαντινή Ανατολή, με τη διαφορά ότι εδώ δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί, ενώ στη Δύση πήρε το δρόμο του και πήγε στην Αναγέννηση, στους νεότερους χρόνους και τα λοιπά.
Εμείς δηλαδή δεν καταφέραμε να έχουμε Αναγέννηση και δεν καταφέραμε επίσης να έχουμε τον φορέα εκείνο χωρίς τον οποίο δεν μπορεί να υπάρξει αναγέννηση, δηλαδή μια συνειδητή ατομική προσωπικότητα του ωριμότερου πια ψυχικά ανθρώπου. Αυτό είναι το γενικό σχήμα μέσα στο οποίο διαβάζω εγώ μια καθυστέρηση που δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα, αλλά που ισχύει ως πρόβλημα και για άλλες χώρες ορθόδοξης πνευματικότητας, όπως η Ρωσία και οι υπόλοιποι Βαλκάνιοι, Σέρβοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι για παράδειγμα, αλλά και οι χώρες της Εγγύς Ανατολής, λαοί οι οποίοι δεν μπόρεσαν ποτέ να δουν ή να φτάσουν σε μια ώριμη ατομικότητα, αλλά έμειναν καθηλωμένοι σε ομαδικά σχήματα και απολυταρχικά πολιτεύματα, γιατί νομίζω ότι τα πράγματα πάνε μαζί. Για αυτό και εμείς είχαμε προβλήματα με τις δημοκρατίες μας, ήταν μεν τύποις δημοκρατίες αλλά κάθε τόσο είχαμε θέματα, εναλλαγές με δικτατορίες, ανωμαλίες και με κακή διαχείριση δημοκρατιών όταν αυτές είχαν μακροζωία, όπως τώρα - καλή ώρα.
«Εμείς δεν καταφέραμε να έχουμε Αναγέννηση και δεν καταφέραμε επίσης να έχουμε τον φορέα εκείνο χωρίς τον οποίο δεν μπορεί να υπάρξει αναγέννηση, δηλαδή μια συνειδητή ατομική προσωπικότητα του ωριμότερου πια ψυχικά ανθρώπου»
Επειδή μιλήσαμε για Βυζάντιο. Έχουμε ένα Βυζάντιο που ανθεί, παράγει πολιτισμό και μια Δύση σε βάρβαρη κατάσταση και φαίνεται ότι υπάρχει μια σύγκρουση μεταξύ των δύο.
Όταν μιλάμε για τον 11ο - 12ο αιώνα σαφώς προηγείται το Βυζάντιο, αλλά ήδη έχουμε προηγμένες κοινωνίες. Από την άλλη μεριά να σκεφτεί κανείς ότι από το 1215 έχουμε την Magna Carta, όταν πια ο βασιλιάς δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την ομόφωνη γνώμη και των βαρόνων του. Να σκεφτείτε επίσης ότι το 1300 έχουμε διαμορφωμένα σύγχρονα, εντός εισαγωγικών, κράτη στην Ευρώπη, κάτι που εδώ θα αρχίσει να επιχειρείται μετά το 1830. Πράγματι ,υπάρχει ένα προβάδισμα τον 11ο – 12ο αιώνα, αλλά αυτό θα αρχίσει σιγά σιγά να εξανεμίζεται, γιατί δεν υπάρχει ο αναγκαίος φορέας και τα θεσμικά του αντίστοιχα δεν μπόρεσαν ποτέ να υπάρξουν για να στερεώσουν ακριβώς αυτόν το βηματισμό που χρειαζόταν, δηλαδή δεν έγινε δεκτό από την κοινωνία το στοιχείο του ατόμου, της ατομικότητας, όχι ως εγωισμού, αλλά του ανθρώπου που μπορεί μόνος του να αναλάβει ευθύνες. Αυτό όμως έγινε αποδεκτό στην Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1200 μπαίνει ο Αριστοτέλης στη θεολογία τους.
Ενώ εμείς αντιστοίχως τον 14ο αποκλείσαμε δογματικά την αξία της λογικής. Όταν τελείωσαν οι ησυχαστικές έριδες, ταυτοχρόνως αποφασίστηκε ότι δεν μπορεί ο άνθρωπος να πλησιάσει τον Θεό και με τη λογική του αλλά μόνο αποφατικά, ενώ στην Ευρώπη και τα δύο είχαν γίνει δεκτά.
Μήπως όμως τον Αριστοτέλη δεν τον πιάνουν σωστά; Οι μεταφράσεις που έχουν στα λατινικά είναι σωστές; Και έχουμε και τον Αυγουστίνο, τον 4ο αιώνα μ.Χ βέβαια, αλλά επάνω σε αυτόν βασίστηκε η συγκρότηση της Ευρωπαϊκής σκέψης, εάν δεν κάνω λάθος.
Όταν φτάνουμε τον 12ο αιώνα έχουμε και τους μεγάλους ερμηνευτές του Αριστοτέλη μεταξύ των οποίων και ο Θωμάς ο Ακινάτης, κανείς δεν μπορεί να τον συναγωνιστεί σε γνώση του Αριστοτέλους. Όταν όμως πάμε στον 4ο αιώνα, εκεί έχουμε νεοπλατωνικές αναγνώσεις, γιατί οι πατέρες της Ανατολής και ο Αυγουστίνος που τους ακολουθεί είναι νεοπλατωνικοί. Άρα εκεί δεν τίθεται θέμα Αριστοτέλους, αλλά είναι ο νεοπλατωνισμός και η Αλεξάνδρεια που κυβερνάει. Όταν όμως φτάνουμε στον 12ο αιώνα, τότε είναι οι μεγάλες αναμετρήσεις Λατίνων και Αράβων, όπου το επίκεντρο των συζητήσεων είναι ο Αριστοτέλης και η αναμέτρηση μεταξύ Θωμά Ακινάτη και Αβερρόη και ηττάται ο Αβερρόης, όπως ηττώνται και στρατιωτικά πια.
Η κατηγορία για τον Αυγουστίνο ότι θρησκειοποίησε την πίστη μ΄έναν μανιχαϊκό τρόπο…
Δεν νομίζω ότι αυτά ισχύουν, αυτά είναι προβλήματα τα οποία δημιουργούνται γενικώς από τη στιγμή που υφίσταται μια υπό διαμόρφωση δογματική πίστη. Δηλαδή από τη στιγμή που αρχίζουν οι Οικουμενικές Σύνοδοι η πίστη αποκτά ένα περιεχόμενο το οποίο έχει να κάνει με αποφάσεις από την ίδια την ιεραρχία. Αρχίζει πλέον σε Ανατολή και Δύση μέχρι το 1054, όταν γίνεται το σχίσμα, αλλά υπάρχει μεγαλύτερη ελαστικότητα στη Δύση απ΄ ότι στην Ανατολή.
Η Βικτωριανή σχολή των μοναχών του Αγίου Βίκτωρος είναι πλατωνιστές και πολύ κοντά στους Έλληνες μοναχούς , άλλοι είναι μακριά με έντονες διαφοροποιήσεις. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι τότε, για πρώτη φορά τον 12ο αιώνα, καθιερώθηκε το πανεπιστημιακό άσυλο στο Παρίσι και αυτό για να μην επεμβαίνει ο καρδινάλιος και παρεμποδίζει την έρευνα στο πανεπιστήμιο, που ήταν έρευνα θεολογική, για να μην πειράζει τους μοναχούς και τους άλλους που δούλευαν στη Σορβόννη για να ελευθερώσουν από σκληρά σχήματα μια πίστη που δεινοπαθούσε μέσα στη χιλιετία που πέρασε. Το πανεπιστήμιο το βυζαντινό της Μαγναύρας, που έγινε δύο αιώνες και περισσότερο πριν, πολύ γρήγορα έπαψε να λειτουργεί, γιατί εκδιώχθηκαν οι μαθητές του Ψελλού επειδή προσπαθούσαν να δημιουργήσουν ερωτήματα και προβλήματα και έτσι ανέλαβε την καθοδήγηση της σχολής το Πατριαρχείο και, ενώ ήταν το πρώτο πανεπιστήμιο στο Βυζάντιο, φυτοζωούσε και έπαψε να έχει σημασία.
Επιμένω στην κόντρα Δύσης με το Βυζάντιο. Εσείς λέτε ότι η πρώτη άλωση το 1204 από τους σταυροφόρους είναι μια ιδιαίτερα σημαντική ιστορική στιγμή - γιατί;
Επειδή πρόκειται για μια ταπεινωτική ήττα και μια συμπεριφορά εκ μέρους των εισβολέων που ήταν απερίγραπτα άσχημη, αλλά υπήρχε μια δικαιολογητική βάση. Δηλαδή το πρόσχημα, ας το πούμε έτσι, βάσει του οποίου έγινε η εισβολή και η κατάληψη οφείλεται στο γεγονός ότι το 1182 στη Κωνσταντινούπολη είχε γίνει ένας μεγάλος διωγμός των λατίνων από το λαό. Ακόμη και σε νοσοκομεία μπήκαν και τους κατέσφαξαν και η Βενετία ζήτησε αποζημίωση την οποία αποζημίωση αρνήθηκαν. Αυτό επικαλέστηκαν όταν μπήκαν μέσα στην Κωνσταντινούπολη και έγιναν τα όργια που έγιναν.
Αλλά πια είχε κριθεί το παιχνίδι, γιατί το Βυζάντιο ήταν πλέον σκιά του εαυτού του. Αυτά τα πράγματα είχαν προαποφασισθεί από πριν, δηλαδή από το 1204 είχαμε περάσει από τη δυναστεία των Κομνηνών και των Αγγέλων και υπήρχε μια πλήρης αδυναμία και αποδυνάμωση και παρακμή του Βυζαντίου από την οποία δεν συνήλθε ποτέ και αυτό διότι δεν μπήκε στο παιχνίδι της ιστορίας. Εάν έμπαινε στο παιχνίδι θα ήταν αλλιώς, όμως αρνήθηκε να μπει, παραδόσεις, ανθρωπολογία, ο τύπος της πίστεως, οι άλλοι ανέβαιναν ορμητικά, ανέπτυσσαν επιστήμες, τεχνολογίες, γνώσεις μα κυρίως διαμόρφωναν σύγχρονο κράτος. Το Βυζάντιο δεν διαμόρφωσε πότε κράτος, ήταν μια σταθερή απολυταρχία, ο βασιλεύς ήταν έμψυχος νόμος. Υπό αυτή την έννοια τα ψωμιά του ήταν μετρημένα, από τη στιγμή που για τους άλλους τα πράγματα είχαν πάρει έναν διαφορετικό δρόμο. Δηλαδή είχε αναπτυχθεί η δυναμική μιας νεότερου τύπου συνοχής του πολιτικού βίου και γι’ αυτό άλλωστε δεν αναπτύχθηκε ποτέ δημόσιος χώρος στο Βυζάντιο.
Ήτανε πάντα ένα σημείο που ήταν ο διοικητής, ο φρούραρχος και από κάτω όλα ήταν διάσπαρτα και άτακτα, ενώ στη Βενετία βλέπεις που είναι το διοικητήριο, τα δικαστήρια, υπάρχει τάξη. Εμείς εδώ ποτέ δεν είχαμε δημόσιο χώρο και γι’αυτό το λόγο στο νεοελληνικό κράτος η μοναδική πολεοδομική διευθέτηση που έγινε είναι αυτή που έκαναν στο κέντρο των Αθηνών οι Βαυαροί, όπου μετά και τις εσωτερικές μεταναστεύσεις, οι άνθρωποι αναπαρήγαγαν τα χωριά τους με την αταξία τους και γι’ αυτό είναι σαν σκουπιδοτενεκές σήμερα η Αθήνα.
Μας ακολουθεί αυτό και σήμερα, λέτε.
Μα βέβαια και η τάξη της απουσίας του δημοσίου χώρου, η πραγματικότητα αυτής της απουσίας, υπήρξε μοιραία και είναι ακόμη μοιραία και στην πολιτική μας και σε όλα τα άλλα πράγματα και πρέπει να βρούμε τρόπο να τα σημειώσουμε όλα αυτά ,γιατί δεν είναι τυχαία η μόνιμη πολιτική μας κρίση. Εάν δεν υπάρχει δημόσιος χώρος, η πολιτική δεν μπορεί να βρει στέκι, δεν μπορεί να σταθεί κάπου.
Και ο ρόλος του πολίτη;
Μα ο πολίτης είναι δεμένος με την οικογένεια και τον τόπο του, δεν είναι δεμένος με το κράτος του. Εάν δεν γίνει η μετάβαση και των συναισθημάτων στο επίπεδο της ανώτερης ενότητας, όχι πια μόνο του αίματος και της εντοπιότητας, δεν μπορεί να γίνει κράτος. Επομένως, δεν είναι απλά μόνο κακοήθεις υπάλληλοι και γραφειοκρατία, είναι ένα πνεύμα που δεν έχει απελευθερωθεί, όχι αρνητικά για να καταδικασθεί η οικογένεια, αλλά για να αναταχθεί και να πάει σε ένα επίπεδο ουσιαστικότερης συνοχής, που δεν θα χρειάζεται να είναι κάποιος γνωστός σου και συγγενής σου για να είσαι μαζί του, μπορεί να είναι άγνωστος και να πληρώνεις φόρους για να έχει σχολείο στα Γρεβενά. Τον Καποδίστρια τον σκότωσαν ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, γιατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν για ποιόν λόγο πρέπει να πληρώσουν αυτοί για ένα σχολείο στην άλλη άκρη της τότε Ελλάδας. Καταλαβαίνετε ότι έχει σημασία αυτό, καθώς υπάρχει μια συνέχεια από πολύ παλιά.
«Τον Καποδίστρια τον σκότωσαν γιατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν για ποιόν λόγο πρέπει να πληρώσουν αυτοί για ένα σχολείο στην άλλη άκρη της τότε Ελλάδας»
Υπάρχει η αίσθηση της ελληνικότητας στο Βυζάντιο;
Υπάρχει στη γλώσσα, αλλά στη θρησκεία είναι το μη ελληνικό στοιχείο, οι Έλληνες ονομάζονταν εθνικοί ή ειδωλολάτρες. Η αίσθηση αυτή που λέτε βασίζεται στη γλώσσα και στα μεγάλα έργα, στα συγγράμματα των σοφών, αλλά επειδή δεν μπόρεσε η σύνθεση που επιχειρήθηκε τον 4ο αιώνα, με τους Καππαδόκες, τους τρεις Ιεράρχες, δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί όπως έπρεπε την κρίσιμη ώρα δεν μπόρεσε να δώσει μια ανώτερη σύνθεση , όπως έγινε στην Ιταλία και στις άλλες χώρες. Όταν δε φτάνουμε στο 1453, πρέπει να έχουμε συνείδηση ότι προτιμήθηκαν οι Τούρκοι, δεν νίκησαν και η φράση «καλύτερα φακιόλι τουρκικό, παρά τιάρα παπική» είναι χαρακτηριστική. Οι φιλότουρκοι, οι ανατολίζοντες να το πούμε καλύτερα, οι αντιδυτικοί, οι αντιευρωπαίοι της εποχής εκείνης αισθάνονταν πολύ πιο κοντά στην οθωμανική απολυταρχία και την οθωμανική αντίληψη και τον νομαδισμό, εν αντιθέσει προς μια διαφορετική κατάσταση που υπήρχε στην Ευρώπη. Δηλαδή το χαρακτηριστικό όταν λέμε Ευρώπη, εννοούμε χώρο που βρίσκει έδαφος και η ατομικότητα και η ατομική ευθύνη. Όταν λέμε Ανατολή, εννοούμε ότι διαλύεται μέσα στη μάζα μια κατάσταση. Αυτό υπάρχει και τώρα.
«Όταν λέμε Ανατολή, εννοούμε ότι διαλύεται μέσα στη μάζα μια κατάσταση. Αυτό υπάρχει και τώρα»
Στην Ανατολή, όμως, δεν ήταν πιο ισχυρή η αίσθηση της κοινότητας και όχι με θεσμοθετημένο τρόπο;
Στ. Ρ: Και στη Δύση υπήρχε. Η διαφορά της σύγχρονης κοινότητας από την παλιά είναι ότι η παλιά έχει τη μεγάλη αδυναμία ότι σου ζητάει ομοδοξία . Στην παλιά κοινότητα θα υποφέρει και θα εξοντωθεί αυτός που σκέφτεται διαφορετικά ή θέλει να αναχωρήσει από την κοινότητα. Εάν σήμερα τα κριτήρια που ισχύουν για την αμερικάνικη ή τη βορειοευρωπαϊκή κοινότητα τα συνοψίσουμε, θα δούμε ότι και εκεί υπάρχουν κοινότητες εξαιρετικές - με τη διαφορά ότι δέχονται το δικαίωμα στη διαφορά και το δικαίωμα της ελεύθερης αναχωρήσεως. Αντίθετα η ελληνική, η ανατολική, η ρωσική, η σλαβική, η σερβική κοινότητα δεν το δέχονται αυτό, δεν μπορούν να καταλάβουν ότι μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις, πεποιθήσεις και δικαίωμα αποχωρήσεως ελεύθερο.
Μα μου περιγράφεται έναν αυτισμό…
Μα μέσα στη θετικότητα που υπάρχει, η θέρμη, οι ισχυροί δεσμοί για παράδειγμα, δεν μπορεί να αναπτυχθεί ελεύθερα μια κοινωνία στην παλαιά κοινότητα. Γι’ αυτό στην Ελβετία, στον Καναδά, στις ΗΠΑ, στη Γερμανία, στις σκανδιναβικές χώρες, υπάρχουν εξαιρετικές κοινότητες. Όμως το κριτήριο της διαφοράς είναι αυτό. Εάν σήμερα μας ενδιαφέρει ο μικρός κόσμος στα πλαίσια του μεγάλου, θα πρέπει να τον υποδεχθούμε ταυτοχρόνως σημειώνοντας δύο καινούργια στοιχεία που δεν είχε η παλιά κοινότητα. Δικαίωμα στη διαφορά, στην άλλη αντίληψη και δικαίωμα στην ελεύθερη απομάκρυνση. Εάν υπάρξουν αυτά εξαλείφονται προβλήματα, δεν υπάρχει κανένας λόγος να σκοτωνόμαστε.
Όμως ζούμε σε μια παράξενη γειτονιά και τη διαφορετική αντίληψή μου ίσως να μη τη σεβαστεί ο άλλος. Για παράδειγμα η αντιπαλότητα με την Τουρκία δεν έχει εξαλειφθεί και εάν χρειαστεί για ποιόν θα χύσω εγώ το αίμα μου;
Για την οικογένειά σου, για την πατρίδα, για τη σημαία, για τη τιμή. Το θέμα είναι ότι εάν δεν έχεις καλό κράτος, θα ηττηθείς οπωσδήποτε, ειδικά εάν ο άλλος έχει μια καλύτερη οργάνωση. Όμως να μη ξεχνάμε, ότι η προέκταση του κράτους ήταν το έθνος για το οποίο πολλοί χύνουνε το αίμα τους. Και το έθνος πια δεν βασίζεται στην οικογένεια, βασίζεται σε μια υπόσταση που έχει βγει από την οικογένεια και απλώς έχει ως συν το στοιχείο της ταυτότητας. Αυτό που κάνει δηλαδή τον άνθρωπο έτοιμο να πεθάνει για το έθνος του, είναι ότι παίρνει ταυτότητα, παίρνει εαυτό από το έθνος.
«Αυτό που κάνει δηλαδή τον άνθρωπο έτοιμο να πεθάνει για το έθνος του, είναι ότι παίρνει ταυτότητα, παίρνει εαυτό από το έθνος»

Θέτετε τις έννοιες κράτους και έθνους - με εμάς τι συνέβη και εξακολουθούμε να λέμε σαν παράπονο ότι δεν έχουμε κράτος;
Εμείς είπαμε να φτιάξουμε κράτος, αλλά δεν ξέραμε τι ήταν και αυτό που φτιάξαμε ήταν ένα σχήμα νομικό αλλά από κάτω κυβερνούσαν τα τζάκια, τα συνάφεια και το αποτέλεσμα ήταν ότι το κράτος που φτιάξαμε μπορούσε να λειτουργήσει μόνο βάσει πελατειακών σχέσεων γιατί έπρεπε να υπηρετήσει τα επιμέρους τοπικά συμφέροντα. Το κράτος το χρησιμοποιούσαν για να μοιράζουν τα λεφτά στους δικούς τους, να το αρμέγουν διότι δεν μπορούσαν να το καταλάβουν το κράτος ως ισχυρότερη, πλατύτερη οντότητα από την οντότητα που λέγεται το χωριό ή η οικογένεια. Όμως μετά ας πούμε το 1900 και κυρίως μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν άρχισε να συζητιέται η Μεγάλη Ιδέα, άρχισε να μπαίνει ένα στοιχείο ιδεολογικό στο κράτος μας το οποίο βοήθησε πάρα πολύ έναν πατριωτισμό που έγινε και εθνικισμός μετά, με σημαιοφόρο κατ΄εξοχήν τον Ελευθέριο Βενιζέλο αλλά και με συνέπειες όπως τη μικρασιατική ιστορία.
Ναι, άλλα δεν ευθύνεται και ο τρόπος που δημιουργήθηκε το νεοελληνικό κράτος από τους δυτικούς καθώς και το γεγονός ότι έμειναν έκτος πολλές περιοχές με ελληνικό πληθυσμό;
Αυτό ήταν θέμα συσχετισμού δυνάμεων. Αφού αποφάσισες να κάνεις επανάσταση και να σηκωθείς να αποχωριστείς από την Οθωμανική αυτοκρατορία, έπρεπε να πας κάπου, αυτό το κάπου ήταν η Ευρώπη, δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Έκαναν θεσμούς, συντάγματα τα οποία ήταν πρωτοποριακά, αντέγραφαν τα αμερικανικά συντάγματα, όμως άλλο να φτιάξεις σύνταγμα και άλλο να φτιάξεις νοοτροπία. Οι νοοτροπίες ήταν αρχαϊκές και είναι ακόμη και σήμερα σε μεγάλο βαθμό. Δηλαδή έγινε εκδημοκρατισμός μετά το 1974, αλλά δεν έγινε εκδημοκρατισμός των νοοτροπιών. Πρέπει να λειτουργήσουν και οι νοοτροπίες, για να σταθεροποιηθεί ένα σύστημα θεσμών.
«Εγινε εκδημοκρατισμός μετά το 1974, αλλά δεν έγινε εκδημοκρατισμός των νοοτροπιών. Πρέπει να λειτουργήσουν και οι νοοτροπίες, για να σταθεροποιηθεί ένα σύστημα θεσμών»
Μα παλεύαμε και παλεύουμε για να ανακαλύψουμε ποιοι είμαστε και υπήρξαν φωτεινές στιγμές για τον τόπο, όπως για παράδειγμα η πολιτιστική παραγωγή της γενιάς του 30.
Ναι υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό, αλλά και η γενιά του 30 όλα αυτά τα πράγματα που συζητήσαμε μέχρι τώρα δεν τα λάμβανε υπόψη της. Η γενιά εκείνη αυτό που ήθελε πιο πολύ, ήταν με το ταλέντο τους και τη μόρφωσή τους να βοηθήσουν να πάμε προς την Ευρώπη χωρίς να χαθεί ένας συναισθηματικός ελληνισμός. Γι΄ αυτό η γενιά του 30 προσέφερε έν τίνι μέτρο. Και μετά ήρθε και ο πόλεμος, αλλά μαζί με τον πόλεμο ήρθε και μια ομαδική ιδέα που συνέτριψε τη γενιά του 30: ο μαρξισμός. Ο μαρξισμός ήταν ιδέα ανατολική και δεν μπορούσε να αντέξει την ιδέα αυτή η λεπτεπίλεπτη σκέψη του ανθρώπου που είχε μορφωθεί με την ευρωπαϊκή ποίηση. Δεν μπορούσε να αντέξει την πόλωση των σχημάτων, καλοί – κακοί, ε και η υπόθεση πήρε έναν άλλο δρόμο από τον οποίο δεν έχουμε ξεκολλήσει ακόμη.
Στη γενιά του 30 έχουμε και έναν Σαραντάρη μεγαλωμένο στην Ιταλία, που έρχεται στην Ελλάδα και ανακαλύπτει τη γλώσσα την ελληνική και μαζί την ταυτότητά του και ασκεί μια σοβαρή κριτική για τα δεδομένα της εποχής στη Δύση. Πολύ νωρίτερα έχουμε και έναν Κοραή που έρχεται στην Ελλάδα και θέλει να καθαρίσει τη γλώσσα και να εξαλείψει το Βυζάντιο από την ιστορία, όταν άλλοι και ο λαός έβρισκαν νόημα σε αυτό.

Ναι, για τον Σαραντάρη πράγματι, αλλά για τον Κοραή δεν είναι απολύτως ακριβές αυτό. Ο Κοραής ήρθε και έφτιαξε μια γλώσσα, όταν για παράδειγμα την εφημερίδα τη λέγαμε γαζέτα ή λέγαμε τη κυβέρνηση «γκοβέρνο». Ήταν σπουδαίος φιλόλογος και εκδότης σπουδαίων έργων που ακόμη τα λαμβάνουν υπόψη τους στην Ευρώπη. Προσπάθησε να κάνει αυτό το πράγμα για να μας οδηγήσει σε μια φυσικότερη σχέση με τη γλώσσα. Πρότεινε ένα ενδιάμεσο δημιούργημα, το οποίο είναι η καθαρεύουσα η λεγόμενη, αλλά δεν ήταν το τελικό στάδιο στο μυαλό του η καθαρεύουσα, ήταν μια καθαρισμένη από ξενισμούς η οποία σιγά σιγά, σε μια ομαλή εξέλιξη του πνευματικού πεδίου στην Ελλάδα, θα ακολουθούσε το δικό της δρόμο.

Το Βυζάντιο το έβγαλε από τη μέση με την έννοια ακριβώς ότι το Βυζάντιο δημιουργεί ένα εξαιρετικά σοβαρό πρόβλημα για όποιον έχει να σκεφτεί με όρους εκσυγχρονισμού της κοινωνίας μας, είναι κάτι που το σκεπτόμαστε και τώρα. Το θέμα δεν είναι να βγάλεις το Βυζάντιο από τη μέση, αλλά να αντλήσεις τα στοιχεία από εκεί μέσα τα οποία θα επιτρέψουν αυτό. Εκείνος έκανε μια κίνηση πιο βιαστική, αλλά όχι τόσο όσον αφορά στο Βυζάντιο, αλλά σε μορφές που επιβίωναν όπως η εκκλησία, η τυπική εκκλησία, γιατί ο Κοραής ήταν Γιακωβίνος παρακολούθησε την Γαλλική Επανάσταση από κοντά και ήθελε λύσεις ριζοσπαστικές. Επίσης, να σας πως ότι και ο Κοραής και ο Καποδίστριας ήταν αυτοί που δεν ήθελαν να γίνει η επανάσταση, δεν πίστευαν ότι ήμασταν ώριμοι, πίστευαν ότι θα σκοτωθούμε μεταξύ μας και όταν ο Καποδίστριας πήρε ορισμένα μέτρα απολυταρχικά, ο Κοραής από στενός του φίλος έγινε φανατικός του αντίπαλος, δεν μπορούσε να δεχθεί τέτοια εκτροπή. Ο Καποδίστριας πήγαινε πιο κοντά στο ανατολικό ρωσικό απολυταρχικό πνεύμα.

«Η γενιά του 30 αυτό που ήθελε πιο πολύ, ήταν με το ταλέντο τους και τη μόρφωσή τους να βοηθήσουν να πάμε προς την Ευρώπη χωρίς να χαθεί ένας συναισθηματικός ελληνισμός. Γι΄ αυτό η γενιά του 30 προσέφερε έν τίνι μέτρο. Και μετά ήρθε και ο πόλεμος, αλλά μαζί με τον πόλεμο ήρθε και μια ομαδική ιδέα που συνέτριψε τη γενιά του 30: ο μαρξισμός. Ο μαρξισμός ήταν ιδέα ανατολική»
Εξακολουθούμε όμως να έχουμε πρόβλημα με τη γλώσσα… Μα μονίμως, γιατί το θεμελιώδες πρόβλημα και λάθος που έγινε για το γλωσσικό θέμα είναι ότι πολιτικοποιήθηκε. Αλλά το κυριότερο, το πιο βαρύ ακόμη έγκειται στο γεγονός ότι θεωρήσαμε πως πρέπει να διαλέξουμε τη γλώσσα που μιλάμε. Το γλωσσικό πρόβλημα δεν έχει να κάνει με τη γλώσσα που μιλάμε, ο καθένα μπορεί να μιλάει ότι θέλει, το γλωσσικό θέμα έχει να κάνει με τη γλώσσα που γράφουμε. Γιατί η γλώσσα που γράφει ο κάθε λαός είναι ο τύπος και ο κανόνας εκείνος που επιτρέπει στη λαλουμένη μετά να παίρνει την καλύτερη ή τη χειρότερη μορφή. Εδώ έγινε μια σύγχυση, είναι ιδεολογικό το θέμα και καταλήξαμε στην αφωνία που εξαπλώνεται τα τελευταία χρόνια, στις μεταρρυθμίσεις και στα μονοτονικά, όλα αυτά δείχνουν μια ανωριμότητα μεγάλη.
ακολουθεί το δεύτερο μέρος.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΡΑΜΦΟΣ ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Και εδώ έχουμε έναν εθνικό διχασμό…
Βεβαίως, γιατί οι λαοί που δεν έχουν ωριμασμένη ταυτότητα, έχουν ανάγκη από διχασμούς. Εμείς βγαίνοντας από εκεί που βγήκαμε, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και μια περιτοιχισμένη ταυτότητα στα στοιχεία κυρίως της ορθοδοξίας και των εθίμων των κοινοτικών και όλα αυτά τα πράγματα, βρισκόμαστε σε αδυναμία να διαμορφώσουμε μια πραγματικότητα πολύ πιο σύγχρονη, ένα κράτος πιο σύγχρονο, μια λειτουργικότητα της συλλογικότητας μας και της συνοχής μας διαφορετική, επιλέξαμε τον εύκολο δρόμο των διχασμών, από τους οποίους δεν έχουμε βγει ακόμη.
«Οι λαοί που δεν έχουν ωριμασμένη ταυτότητα, έχουν ανάγκη από διχασμούς»
Μήπως αυτό υποβοηθείται και από κάποιους εξωτερικούς παράγοντες σε ένα πλαίσιο Realpolitik;
Δεν νομίζω, όταν είσαι άρρωστος, όταν δεν έχεις ταυτότητα..., άλλωστε, μην ξεχνάτε ότι τα πρώτα κόμματα που έγιναν στην Ελλάδα ήταν το ρωσικό, το γαλλικό και το αγγλικό.. Εμείς τα φτιάξαμε και μην ξεχνάμε ότι η σημερινή Ελλάδα υπάρχει σε μεγάλο βαθμό μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου.
Ναι αλλά υπήρξανε οι άνθρωποι από το εξωτερικό που ενθαρρύνανε τη διχόνοια, γιατί τα τρία πρώτα κόμματα εξυπηρετούσαν κάποια συμφέροντα…
Άμα εσύ δεν έχεις αδύναμο οργανισμό, θα μπορέσουν να κολλήσουν τα μικρόβια επάνω σου.
Μα δεν είχαν προλάβει (οι Έλληνες) να αποκτήσουν συνείδηση και υπόσταση…
Αφού κάθε φορά που ήθελαν να λύσουν τις διάφορες τους πήγαιναν σε αυτούς και κάθε φορά το ίδιο θα γίνεται. Μην ξεχνάτε ότι σε μετρήσεις του 1980 οι Γερμανοί είχαν δημοφιλία στην Ελλάδα της τάξεως του 80% και οι Αμερικανοί ήταν οι πιο μισητοί, οι «φονιάδες των λαών» και σήμερα οι Γερμανοί είναι οι πιο μισητοί και ευχαριστούμε δημοσίως τους Αμερικανούς. Είναι βαθύτερα προβλήματα ενός λαού που δεν έχει βρει ακόμη τον τρόπο να φτιάξει την ταυτότητα του με τρόπο καθαρό.
Και εκεί που πήγε να γίνει κάτι ήρθε η δικτατορία και τα τίναξε όλα στον αέρα.
Βεβαίως διότι επικαλείται μια ταυτότητα που είναι «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» και το πληρώνουμε ακόμη, διότι στο όνομα τού εναντίον της δικτατορίας κάναμε τις χειρότερες επιλογές μετά. Το πρόβλημα είναι ότι ο θεσμικός εκδημοκρατισμός που ήταν πολύ πετυχημένος και οφείλεται στον Καραμανλή και στον Παπανδρέου μετά, δεν συνοδεύτηκε με εκδημοκρατισμό συμπεριφορών. Οπότε τι κάναν οι ανατροπείς: Έφτιαξαν ένα τέτοιο κράτος ώστε να επιλύουν προβλήματα στενού οικογενειακού και τοπικού ενδιαφέροντος. Φτάσαμε στην τεράστια συναλλαγή, στις πελατειακές σχέσεις, στην κρίση την οικονομική, στον υπερθετικό δανεισμό και στα γνωστά πράγματα που ζούμε σήμερα και δεν ξέρουμε τι θα μας φέρει το μέλλον.
Θα συμφωνήσω μαζί σας. Όμως μέχρι το ‘60 υπήρχε ένα συλλογικό ήθος στην ελληνική κοινωνία, τι συνέβη μετά;
Ναι, έτσι είναι, υπήρχε ήθος και ανάπτυξη πολιτιστική πολύ σοβαρή μέχρι τα μέσα του ’60. Μετά, με τις αποστασίες, ανατρέπεται όλο αυτό το κλίμα και μπαίνουμε πλέον σε μια κατιούσα, η οποία είχε ως αποκορύφωμα τον τρομερό αυτόν αναχρονισμό που λέγεται δικτατορία Γιατί πάνω απ΄ όλα τα πράγματα που έχει να καταμαρτυρήσει κανείς, είναι αυτός ο τρομακτικός αναχρονισμός, ο οποίος για να ξεπεραστεί δημιούργησε επιταχύνσεις, που ήταν ό,τι χειρότερο. Δεν υπήρξε η ωριμότητα εκείνη και η κοινή εκείνη συμφωνία που θα έδινε τον απαραίτητο χρόνο στην κοινωνία και στο πολιτικό σύστημα να βαδίσει με σωφροσύνη και να μην πέσει στην παγίδα των αντιπαλοτήτων, πράγμα που έγινε με ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Γενικώς, ήρθαν στην επιφάνεια όλα τα μίση και τα πάθη απ΄ τα οποία δεν μπορεί να βγει κανείς πια.
«Υπήρχε ήθος και ανάπτυξη πολιτιστική πολύ σοβαρή μέχρι τα μέσα του ’60. Μετά, με τις αποστασίες, ανατρέπεται όλο αυτό το κλίμα και μπαίνουμε πλέον σε μια κατιούσα, η οποία είχε ως αποκορύφωμα τον τρομερό αυτόν αναχρονισμό που λέγεται δικτατορία. Γιατί πάνω απ΄ όλα τα πράγματα που έχει να καταμαρτυρήσει κανείς, είναι αυτός ο τρομακτικός αναχρονισμός, ο οποίος για να ξεπεραστεί δημιούργησε επιταχύνσεις, που ήταν ό,τι χειρότερο.»
Μα γιατί δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν αυτές τις αγκυλώσεις, ιδιαίτερα όταν έχουμε τα τελευταία χρόνια ηγέτες, οι οποίοι έχουν σπουδάσει σε σπουδαία πανεπιστήμια και θα έλεγε κανείς ότι θα μπορούσαν να σκεφτούν και να δράσουν αλλιώς;
Το θέμα είναι πόσο ξέρεις την πατρίδα σου για να αξιοποιήσεις μετά το Χάρβαρντ. Το Χάρβαρντ έχει αξία όταν ξέρεις που πατάς. Εάν δεν ξέρεις που πατάς, μπορεί να σε βλάψει γιατί δεν ξέρεις τι να το κάνεις.
Θυμάμαι μια συνέντευξη του πρώην υπουργού Οικονομικών του κ. Γιάννη Στουρνάρα που δήλωνε, την ώρα που υπεραμυνόταν για τα μέτρα που επέβαλε στην ελληνική κοινωνία, περήφανος για την αγγλοσαξονική του παιδεία.
Εννοούσε προφανώς, απ΄ ό,τι θυμάμαι και εγώ, για ένα πνεύμα θετικότητας το οποίο επέδειξε ο ίδιος και πρέπει να του χρωστάμε αρκετά πράγματα στη δύσκολη φάση για το ρόλο που έπαιξε, τον πολύ δυσάρεστο, ενός υπουργού Οικονομικών μέσα στη βαριά κρίση. Νομίζω ότι εννοούσε αυτό γιατί η αγγλοσαξονική παιδεία δίνει θετικότητα στη σκέψη, ενώ η γαλλική παιδεία έχει ορίζοντες περισσότερο νεφελώδεις και στοιχεία γοητευτικά. Ο Αγγλοσάξονας είναι πιο σταθερός στη σκέψη, πιο πραγματιστής με την έννοια ότι όταν μελετάει το αντικείμενό του, είναι πιο προσεκτικός. Άλλωστε και μέσα στην ιστορία, οι Αγγλοσάξονες είχαν βρει τον τρόπο πάντα να κερδίζουν.
Με τρομάζει λίγο αυτή η αγγλοσαξονική σκέψη...
Όχι αυτή η σκέψη δεν είναι ξένη προς τον Έλλιοτ, προς τον Γέητς, προς τους μεγάλους ποιητές, τους μεγάλους ζωγράφους, απλά έχει μια μεγαλύτερη οικειότητα στη σκέψη και στη συνείδηση του πόσο σοβαρά πρέπει να παίρνουμε την πραγματικότητα.
Η δικιά μας σχέση με την πραγματικότητα ποια είναι κατά τη γνώμη σας;
Εμείς έχουμε πολύ σοβαρό πρόβλημα με την πραγματικότητα. Πεθαίνουμε για παραμύθια, γιατί η έλλειψη αυτοπεποιθήσεως η οποία μας συνοδεύει πολλούς αιώνες τώρα, μας κάνει να καταφεύγουμε σε φαντασιώσεις, προκειμένου αυτό που δεν μπορούμε να κάνουμε με τα χέρια μας να το κάνουμε με το μυαλό μας ή να το αναθέτουμε σε φανταστικούς ήρωες. Μόνο με λύση του προβλήματος της ταυτότητας μπορούμε να οδηγηθούμε σε μια διαχείριση του προβλήματος πιο σοβαρή και πιο καρποφόρα.
Και πως μπορεί να γίνει αυτή η ένεση πραγματικότητας;
Θα πρέπει το πολιτικό σύστημα να καταλάβει αυτή την ανάγκη και αυτό αρχίζει από τις υποσχέσεις των πολιτικών. Το ελληνικό πρόβλημα είναι το κράτος και κατ΄ επέκταση η συνειδητοποίηση από τον πολιτικό κόσμο με ποιον τρόπο, με ποια μέσα και με τι κομματικούς και κοινωνικούς μηχανισμούς θα πάμε σε ένα κράτος του οποίου ο χαρακτήρας ποιος είναι; Να εγγυάται την κοινωνική συνοχή με πολιτικά μέσα, να υπηρετεί την κοινωνία, ενώ τώρα το κράτος υπηρετεί επί μέρους συμφέροντα. Όταν το κράτος υπηρετήσει την κοινωνία όπως στη Γερμανία, στη Σουηδία και αλλού, με τις αδυναμίες και τις απάτες που μπορεί να γίνονται, αλλά που είναι κρούσματα και όχι καθεστώτα. Όταν αυτό γίνει, τότε και η σχέση μας με το κράτος θα γίνει σχέση εμπιστοσύνης.
Άρα το θέμα μας είναι αυτό: το κράτος. Πρέπει να πάμε σε μια κοινωνία, της οποίας ο δεσμός θα έχει να κάνει με πολιτικούς θεσμούς και όχι με τη συνεχή επανάληψη του παρελθόντος. Εμείς πάμε να πετύχουμε κοινωνική συνοχή επαναλαμβάνοντας το μεγαλείο του παρελθόντος, στα λόγια και επομένως και στα όνειρα, ενώ χρειάζεται η πραγματικότητα εκείνη του εγγυητή της κοινωνικής συνοχής μέσα από θεσμούς, δηλαδή μέσα από υπηρεσίες που προσφέρουν στους ανθρώπους και στις κοινότητες τις ανθρώπινες και στις οικογένειες και στα χωριά…
«Πρέπει να πάμε σε μια κοινωνία, της οποίας ο δεσμός θα έχει να κάνει με πολιτικούς θεσμούς και όχι με τη συνεχή επανάληψη του παρελθόντος»
Πώς το καταφέρνεις αυτό σε μια κατεστραμμένη χώρα, πώς πατάς το κουμπί και μηδενίζεις για να ξαναρχίσεις από την αρχή;
Πώς το κατάφεραν πάρα πολύ λαοί που βρήκαν ισοπεδωμένες τις χώρες τους; Τα κατάφεραν, για παράδειγμα, η Γερμανία το 1945.
Θα μπορούσα να πω ότι είχαν ηγέτες.
Α, μπράβο! Και όταν λέμε ηγέτες, δεν εννοούμε ένα ταμπεραμέντο απλώς, αλλά μια καθαρή άποψη για το τι πρέπει να γίνει. Δεν πρέπει εγώ να νικήσω τον άλλον απλώς, αλλά πρέπει να φτιάξω κάτι μέσα στο οποίο χωράμε όλοι και από εκεί και πέρα οι διαφορές μας είναι απολύτως νόμιμες -αφού όμως χωράμε όλοι. Την εγγύηση της συνοχής τη δίνουν οι θεσμοί και όχι η εξουσία. Εμείς σήμερα αντικαθιστούμε τους θεσμούς με την κατάκτηση της εξουσίας και κάθε φορά που η εξουσία αλλάζει, αλλάζει και τους γραμματείς και στην ουσία δεν υπάρχει συνέχεια. Είναι στην πραγματικότητα κατάλοιπα της παλιάς απολυταρχίας, της προ-νεωτερικής. Δεν γίνεται με αυτόν τον τρόπο να προχωρήσουμε. Επομένως ούτε μνημόνια, όσο καλά και να είναι, δεν αποδίδουν. Αυτά αποδίδουν πολύ και γίνονται αναγκαία. όταν υπάρχει το κράτος. Όταν δεν υπάρχει το κράτος, τότε όλα αυτά προσθέτουν στοιχεία στην παρακμή.
Το πρόβλημα λοιπόν το ξέρουμε και το διατυπώνω με σαφήνεια. Το ελληνικό πρόβλημα είναι ένα κράτος, ένας τύπος πολιτικής συνοχής βάσει θεσμών και όχι βάσει εξουσιών, όπου εσείς και εγώ εκφράζουμε τη δική μας ιδέα για την εξουσία και ο καθένας προσπαθεί να την επιβάλλει στον άλλον δημιουργώντας προϋποθέσεις διχασμών και όλα αυτά που ζούμε και τα οποία αποβαίνουν εις βάρος μας. Όλα αυτά δείχνουν ότι δεν έχουμε μπει ακόμη ούτε στο 1300. Μεταξύ του 1300 που έγινε το ευρωπαϊκό κράτος με βάση τη Γαλλία και τη Γερμανία και ημών σήμερα στο 2015, είναι επτά αιώνες και δεκαπέντε χρόνια. Αυτή είναι η διαφορά μας από την Ευρώπη.
Γεφυρώνεται;
Γεφυρώνεται. Από τη στιγμή που κατανοείς και το πλαίσιο το επιτρέπει και το αποφασίσεις να κουραστείς, το χάσμα γεφυρώνεται.
Χωρίς να απεμπολήσουμε την ελληνικότητά μας;
Μα γιατί, οι Γάλλοι έχουν απεμπολήσει την γαλλικότητά τους ή οι Γερμανοί; Αυτά είναι θέματα δικών μας δυνατοτήτων. Αν το καλλιεργείς, δεν το απεμπολείς.
Πώς μπορεί η παράδοση να μας βοηθήσει να πάμε μπροστά, όταν η λέξη παράδοση προκαλεί αντιδράσεις;
Όταν μιλάμε για το στοιχείο της παραδόσεως, ας πούμε της ελληνικής, που έχει τα δύο πασίγνωστα στοιχεία, τα οποία από τη μια μεριά είναι η γλώσσα και από τη άλλη η θρησκεία. Το κλειδί σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η δυνατότητα αυτά τα στοιχεία της παραδόσεως εξελισσόμενα να χωράνε τον υπεύθυνο άνθρωπο. Όχι να υποκινούν και να θρέφονται από την παθητικότητα στο όνομα των πολλών, αλλά μια συλλογικότητα η οποία είναι απαραίτητη μέσα στην οποία υπάρχει χώρος για την πρωτοβουλία. Και οι ευρωπαϊκές παραδόσεις ήταν έτσι και σιγά σιγά είτε με σκληρότερο τρόπο, είτε με ηπιότερο, έγινε. Για παράδειγμα, στις βόρειες χώρες. ο εκσυγχρονισμός έγινε κρατώντας τη βασιλεία. Όμως, στη Γαλλία έγινε αποκεφαλίζοντας. Επομένως. στη μια ή στην άλλη περίπτωση το ζητούμενο ήταν ποια χωρητικότητα είναι εκείνη που επιτρέπει μια νέα μορφή συλλογικότητας, η οποία συλλογικότητα χωράει την ευθύνη και τη δημιουργικότητα ενός ανθρώπου, χωρίς να καταργεί τον εαυτό της. Αυτό θα μπορούσε να είχε γίνει, εάν συνεχιζόταν το νεωτερικό στοιχείο μέσα στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αυτό δεν έγινε και το πληρώνουμε τώρα. Όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει τώρα. Άλλωστε, στην πραγματικότητα, η κρίση ,στην οποία έχουμε περιπέσει σήμερα, οφείλεται στο γεγονός ότι δείχνουμε αδυναμία να αναπτυχθούμε. Είναι μια παθογένεια, η οποία δημιουργήθηκε επειδή ακριβώς μπήκαμε στην Ευρώπη χωρίς να έχουμε λύσει τα προβλήματα της ταυτότητας. Με κρίση ταυτότητας δεν μπορείς να μπεις στην Ευρώπη. Ο Γάλλος ως Γάλλος γίνεται Ευρωπαίος, ο Γερμανός ως Γερμανός, ο Έλληνας ως Έλληνας, αλλά, εάν έχει κρίση ταυτότητας, τί θα γίνει;
Πρέπει να λυθεί το θέμα της ταυτότητας, δηλαδή της αυτοπεποιθήσεως και η ταυτότητα δεν αναζητείται στο παρελθόν, αλλά στο μέλλον, στη δυνατότητά μου να μπορώ. Η κρίση η ελληνική οφείλεται στο ότι έχουμε παραιτηθεί από το μπορώ, ιδίως όλο αυτό το διάστημα που έβρεχε ευρώ και εμείς τα αξιοποιούσαμε όπως μας άρεσε. ΄Ήρθε κάποια στιγμή που φάνηκε πως το πρόβλημα δεν είχε άλλα περιθώρια.
«Πρέπει να λυθεί το θέμα της ταυτότητας, δηλαδή της αυτοπεποιθήσεως και η ταυτότητα δεν αναζητείται στο παρελθόν, αλλά στο μέλλον, στη δυνατότητά μου να μπορώ. Η κρίση η ελληνική οφείλεται στο ότι έχουμε παραιτηθεί από το μπορώ, ιδίως όλο αυτό το διάστημα που έβρεχε ευρώ και εμείς τα αξιοποιούσαμε όπως μας άρεσε»
Αυτό που μου περιγράφετε είναι ένα άτομο, έναν άνθρωπο ατομικιστή με δυτικές καταναλωτικές συνήθειες και ακόρεστες επιθυμίες, θύμα του καπιταλισμού.
Μα καπιταλιστικός είναι όλος ο κόσμος. Ο καπιταλισμός όμως βασίζεται σε πολύ σκληρούς και πολύ αυστηρούς στη ζωή τους καπιταλιστές που ζούνε με τον πιο λιτό τρόπο…
Προτεστάντες…
Οι προτεστάντες κατά κύριο λόγο, αλλά και οι καθολικοί. Η ατομικότητα δεν έχει να κάνει, η ασυνειδησία ήταν το πρόβλημα. Ήμαστε και είμαστε ανεύθυνοι στο μέτρο που αναλαμβάνουμε δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις. Όλο μας το σύστημα των διαμαρτυριών ήταν διεκδικήσεις δικαιωμάτων χωρίς ανάληψη υποχρεώσεων.
Και τώρα παντού ζητάνε περισσότερα δικαιώματα και ακόμη περισσότερο στις δυτικές κοινωνίες.
Καλά κάνουν. Ζητάνε δικαιώματα αλλά η κοινωνία έχει βρει την ισορροπία ώστε στην ανταλλαγή και στην αναγνώριση, ο κορμός της συνθέσεως, δικαιώματα και υποχρεώσεις, δεν αλλοιώνεται. Εδώ, έχουμε μόνο δικαιώματα. Οπότε αυτό διαμορφώνει μια βάση ανευθυνότητας, που διαλύει τη κοινωνική συνοχή. Διότι η κοινωνική συνοχή του νεότερου κράτους βασίζεται σε αυτήν την ιδέα, στο κοινωνικό συμβόλαιο., σε δικαιώματα και υποχρεώσεις. Χωρίς αυτό πρέπει να πάμε σε απολυταρχία.
Υπήρξε και μια Αριστερά στην Ελλάδα που υποστήριξε αυτή τη νοοτροπία…
Ναι, αλλά ξέρουμε όταν η αριστερά γίνεται εξουσία, αυτά δεν υπάρχουν. Η εμπειρία μιας παγκόσμιας αριστεράς είναι μια εμπειρία ανικανότητας, επειδή είναι κατασκευάσματα νεφελώδη και τη λύση στη θέση της ανικανότητας τη δίνει η απολυταρχία. Και γι΄ αυτό, η αριστερά είναι μια ιστορία απολυταρχικών συστημάτων που καταρρέουν.
«Η εμπειρία μιας παγκόσμιας αριστεράς είναι μια εμπειρία ανικανότητας, επειδή είναι κατασκευάσματα νεφελώδη και τη λύση στη θέση της ανικανότητας τη δίνει η απολυταρχία. Και γι΄ αυτό, η αριστερά είναι μια ιστορία απολυταρχικών συστημάτων που καταρρέουν»
Η ορθόδοξη εκκλησία τι ρόλο μπορεί να παίξει;
Θα πρέπει να αποφασίσει σιγά -σιγά την αναγνώριση και εκείνη ας πούμε να βγει από τα πλαίσια, χωρίς να τα καταργήσει. Να βγει από τα πλαίσια της αποκλειστικότητας των μυστηρίων και να περάσει και σε μια χρήση ερμηνευτική των κειμένων, σε μια κατανόηση. Σήμερα, εκείνο το οποίο κάνει είναι να παραμένει προσκολλημένη στο μυστηριακό και στο λειτουργικό μέρος. Καλά κάνει, αλλά αν μείνει μόνο αυτό, οι άνθρωποι που λειτουργούνται και ζουν μέσα εκεί, υποχρεωτικά θα αναζητούν σύννεφα και παραμύθια στον αέρα. Θα πρέπει να συνδυαστεί με το στοιχείο της κατανοήσεως, να μπει ένα στοιχείο χρήσεως της λογικής των ανθρώπων, για να κατανοηθεί αυτό πάνω στο οποίο κτίστηκε η εκκλησία και αυτό πάνω στο οποίο πιστεύουν οι άνθρωποι και αυτό που θα τους κάνει ενεργούς στη ζωή τους. Δεν μπορείς να είσαι ένας άλλος άνθρωπος μέσα στη λειτουργία και βγαίνοντας να είσαι κάποιος άλλος. Δημιουργεί σχιζοφρένειες αυτή η ιστορία, άρα πρέπει να τελειώνουμε με αυτή τη σχιζοφρένεια. Δεν είναι δύσκολο, πρέπει να αποφασίσει απλώς να το κάνει η εκκλησία. Μπορεί να το κάνει γιατί έτσι θα είναι όλες οι χριστιανικές εκκλησίες κάποτε.
Το κομμάτι της παιδείας το αφήσαμε τελευταίο…
Το κομμάτι της παιδείας είναι το θεμελιώδες, γιατί αν μιλάμε πια για ένα υπεύθυνο άτομο αναφερόμαστε σε αυτό. Δεν μπορεί να υπάρξει λόγος και έκφραση λόγου από τη στιγμή που υπάρχει κρίση ταυτότητος, γιατί η ενότητα του εαυτού είναι εκείνη που δίνει συνέχεια περιεχόμενο και σταθερότητα στο λόγο. Εάν αυτό το πράγμα δεν υπάρχει ,η μόνη μορφή λόγου είναι το παραλήρημα - και το ζούμε.
Ο Στέλιος Ράμφος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1965 ξεκίνησε σπουδές στη φιλοσοφία στο Παρίσι στο Université de Vincennes à Saint-Denis (σημερινό Université Paris 8). Από το 1969 έως το 1974 δίδαξε φιλοσοφία στο ίδιο πανεπιστήμιο. Το 1975 επέστρεψε στην Ελλάδα όπου συνέχισε το συγγραφικό του έργο. Έχει σημαντική παρουσία στη δημόσια ζωή με πολλές συνεντεύξεις στον Τύπο και στην τηλεόραση, με δημόσιες ομιλίες αλλά και άρθρα σε περιοδικά. Δίδαξε στο Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν και σήμερα στο Ίδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη.
Πηγή: dinfo.gr

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΤΑΓΚΟ. Η επιλογή έγινε από τον Τίμωνα τον Αθηναίο.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί λάτρεις της Ευκλείδειας γεωμετρίας καλησπέρα, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ευκλείδη της ιστορικής και πνευματικής Πιάλειας γιατί χάρη στην δική του παρέμβαση λύθηκε ένα πρόβλημα που με απασχολούσε και με βάση τις κουβέντες που έκανα με φίλους δεν απασχολούσε μόνο εμένα αλλά και πολλούς άλλους. Από τον Τίμωνα τον Αθηναίο έλαβα το πιο κάτω κείμενο, την αφορμή για να το θυμηθώ μου την έδωσε η Αρετή της Κέρκυρας που γύρισε χθες από την χώρα του σεβασμού και του πολιτισμού, δηλαδή την ΙΑΠΩΝΙΑ. Η Αρετή μάς διηγήθηκε πολλές καθημερινές ιστορίες για την ΙΑΠΩΝΙΑ και κατάλαβα αυτό που είχα καταλάβει πριν 34 χρόνια που είχα κι εγώ την τύχη και την χαρά να επισκεφθώ αυτή την καταπληκτική χώρα. Τότε είχα σκεφτεί πως είμαστε τουλάχιστον 100 χρόνια πίσω. Νόμιζα πως μετά από 34 χρόνια θα είχαμε βελτιωθεί σε πολλούς τομείς, δυστυχώς με βάση αυτά που ζούμε και με βάση αυτά που μας διηγήθηκε η Αρετή το χάσμα παραμένει το ίδιο αν δεν έχει κιόλας μεγαλώσει. Μήπως τελικά έχει δίκιο ο FUJI TOMO KAZU που λέει πως μισούμε την Ελλάδα εμείς που ζούμε στην Ελλάδα και λέμε πως είμαστε Έλληνες; Μακάρι να έχει άδικο.
Το πιο κάτω κείμενο το έχει γράψει ο κ. ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΤΑΓΚΟΣ σας προτρέπω να το διαβάσετε. Σας χαιρετώ με σεβασμό και επικούρεια διάθεση Επίκουρος ο Γοργογυραίος.


Ιδού η σημερινή Ελλάδα, η Ελλάδα του σήμερα είναι μια χώρα απειλούμενη από τον γείτονά της στα ανατολικά, με ανίκανη δημόσια διοίκηση και ισχυρότατο κρατικοδίαιτο συνδικαλισμό, με περίεργη σε αποφάσεις και εξαιρετικά αργή απονομή δικαιοσύνης, με απίστευτη πολυνομία και άλλη τόση γραφειοκρατία, γεμάτη στρεβλώσεις και εξαιρέσεις, με πολίτες περιδεείς, αδιάφορους, δίχως ίχνος κοινωνικής ευθύνης και αντίθετους σε κάθε αλλαγή, με πολιτική τάξη κάτω του μετρίου και μόνιμα προσηλωμένη στο παρελθόν, χωρίς σεβασμό στην αξιοζήλευτη φύση της, με τεράστια ανοχή στην ασυδοσία, εντελώς αντίθετη σε κάθε είδους πειθαρχία, οργάνωση και τάξη, με τους παντοειδείς «μπαχαλάκηδες» και επίδοξους τρομοκράτες (μαζί με τους φτασμένους) να επιβάλλουν τον νόμο της βίας σε γήπεδα, πανεπιστήμια, δρόμους, με πόλεις που χαρακτηρίζονται από προβληματικά πεζοδρόμια και κακόγουστο «γκράφιτι» στα κτίρια, αλλά και άφθονα μπαρ, εστιατόρια, πιτσαρίες, καφετέριες, σουβλατζίδικα και ποικίλα άλλα μικρομάγαζα, και με μια αστυνομία που δίνει την εντύπωση ότι βρίσκεται σε διαρκή «λευκή απεργία».

Η Ελλάδα είναι επίσης χώρα με ανερχόμενο συνεχώς τουρισμό, αλλά λίγη βιομηχανία, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά ελάχιστα τεχνοκρατική και πολύ πίσω στην τεχνολογία, εξαγωγική ωστόσο σε επιστήμονες, ιδιαίτερα νέους, με τη δημόσια εκπαίδευση πλέον να λειτουργεί θεσμικά στη βάση του οράματος «ισοπέδωση στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο», με την Εκκλησία να παίζει κυρίαρχο ρόλο στην πολιτική και στην κοινωνία. Με λίγα λόγια, χώρα εθισμένη στο καμαρωτό σημειωτόν.
Με όλα αυτά και πολλά ακόμα, π.χ. το δημογραφικό που είναι η μεγαλύτερη πληγή, είναι δυνατόν να υπάρχει μέλλον σ' αυτή τη χώρα; Τα πιο πάνω τα αναφέρει σε άρθρο του ο Άγγελος Στάγκος. Το θέμα είναι το ποιος θα μιλήσει γ' αυτή την κατάσταση, και κυρίως ποιοι πολίτες θα τον ακούσουν; Άραγε ποιο είναι το πλάνο; Υπάρχει πλάνο;
Σε χαιρετώ, και συγγνώμη για τον προβληματισμό. Επικούρειος Πέπος.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ