Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

5.3.16

ΧΑΛΝΤΟΡ ΛΑΞΝΕΣ ΙΣΛΑΝΔΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ του ΘΑΝΑΣΗ ΛΑΛΑ.

Ο Ισλανδός Λάξνες

Η Ισλανδία βρίσκεται ως γνωστόν στον Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό, ανάμεσα στη Νορβηγία και στη Γροιλανδία, με πλησιέστερη ευρωπαϊκή ακτή αυτή της Σκωτίας, 800 χιλιόμετρα προς τα νοτιοανατολικά. Ο πληθυσμός της σήμερα δεν ξεπερνά τις 280.000, δηλαδή ούτε το ένα δέκατο του πληθυσμού της Αθήνας. Από αυτόν τον πληθυσμό αναδείχθηκε νομπελίστας ο μυθιστοριογράφος Χάλντορ Λάξνες το 1955, έναν χρόνο μετά τον Αμερικανό Ερνεστ Χέμινγκγουεϊ.
Ο Λάξνες, ένας συγγραφέας που εξέφρασε τα πάθη και τα όνειρα της Ευρώπης ξεκινώντας από ένα νησί στην άκρη του κόσμου, έγινε γνωστός στην Ελλάδα κυρίως στα τέλη της δεκαετίας του '50, μετά τη βράβευσή του με το Νομπέλ, όταν μεταφράστηκαν στα ελληνικά τα βιβλία του Σάλκα Βάλκα, Το φως του κόσμου και Η καμπάνα της Ισλανδίας. Τη δεκαετία του '70 κυκλοφορούσαν ακόμη ο Ατομικός σταθμός (εκδόσεις Γραμμή, 1974, μετάφραση Μαρία Κωνσταντινίδου), όπου εκφράζει την αγανάκτησή του για την παραχώρηση στους Αμερικανούς αεροπορικών βάσεων στην Ισλανδία, και Το φως του κόσμου (εκδόσεις Δωδώνη, 1978), σε μετάφραση του ποιητή Αρη Δικταίου. Εκτοτε ο νομπελίστας ξεχάστηκε. Η επίσκεψη τώρα του προέδρου Γκρίμσον μάς θύμισε κατ' αρχάς ότι η Ισλανδία έχει μια γραμματεία αιώνων, έργα εξαιρετικής λογοτεχνικής ομορφιάς, με χρήση παλαιών μορφών γραφής που εξελίχθηκε στη σύγχρονη ισλανδική. Οπως πριν από επτά αιώνες οι σάγκες, τα μεσαιωνικά ισλανδικά πεζά έπη, απηχούσαν την ταυτότητα και την ψυχή του ισλανδικού λαού, έτσι και το έργο του Λάξνες τον 20ό αιώνα πρόσφερε νέες προοπτικές για να συναισθανθεί το έθνος του την αξία και τη θέση του στον κόσμο. Ο Λάξνες πέθανε το 1998 σε ηλικία 96 ετών, έχοντας ζήσει όλα τα τραντάγματα της ιστορίας του 20ού αιώνα. Η απήχηση που είχε το έργο του σε Ευρώπη και Αμερική είναι ένα καλό δείγμα τού πώς μπορεί μια περιφερειακή λογοτεχνία να σπάσει τα δεσμά που την απομονώνουν από τον υπόλοιπο κόσμο.
Ομοιότητες με το ελληνικό παράδειγμα βρίσκουμε πολλές, σύμφωνα με τα ντοκουμέντα που παρουσιάζονται στην έκθεση στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Οταν γεννήθηκε ο Χάλντορ Γκουογιόνσον στο Ρέικγιαβικ, το 1902, η πόλη είχε 6.000 κατοίκους και όλη η χώρα γύρω στους 79.000. Πανεπιστήμιο δεν υπήρχε, ούτε αυτοκίνητα, ούτε σιδηρόδρομος, ούτε βιομηχανική επανάσταση. Ο ηλεκτρισμός και το τηλέφωνο ήταν άγνωστα. Δεν πέρασαν τρία χρόνια και η οικογένεια του μικρού Χάλντορ μετακόμισε στο κτήμα Λάξνες, 15 χιλιόμετρα έξω και από αυτή την ήσυχη πρωτεύουσα, για να επιδοθεί σε αγροτικές εργασίες. Ο Χάλντορ έγραφε από παιδί. Δεν τελείωσε το σχολείο γιατί ήταν απασχολημένος με το πρώτο του μυθιστόρημα που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 1919, όταν ο συγγραφέας ήταν 17 χρόνων.
Δεν έμεινε στο Λάξνες. Πήρε το όνομα του τόπου και κίνησε να ανακαλύψει τον κόσμο. Αφού μπήκε σε μοναστήρι, ασπάστηκε τον καθολικισμό, έκανε παιδιά από τρεις διαφορετικές γυναίκες, πήγε στην Αμερική, πούλησε εκεί μισό εκατομμύριο αντίτυπα του μυθιστορήματός του Ελεύθεροι άνθρωποι το 1946, τιμήθηκε με το Νομπέλ το 1955, δοκίμασε την τύχη του στο Χόλιγουντ, πήγε στη Βόρεια Αφρική, συγκλονίστηκε από τα φαινόμενα φτώχειας και καταπίεσης, έγινε υποστηρικτής του κομμουνιστικού κόμματος και θιασώτης των ριζικών μεταρρυθμίσεων, συχνός επισκέπτης στη Σοβιετική Ενωση, ακούραστος συγγραφέας μυθιστορημάτων που έδιναν νέα υπόσταση στο ισλανδικό έθνος μέσα σε έναν κόσμο υπό συνεχή αλλαγή. Ο Λάξνες ύμνησε τα αγροκτήματα και τα ψαροχώρια της Ισλανδίας, παρ' ότι ήταν ο πιο κοσμοπολίτης συγγραφέας της χώρας. Εγραψε θεατρικά έργα, συνέθεσε ποιήματα, σχολίασε τα μεγάλα ζητήματα του καιρού του. Ηταν ένας πολίτης του κόσμου με βαθιές ρίζες στον τόπο του και διακρίθηκε για την τελειότητα της μορφής και του ύφους του, τη λεπτή ειρωνεία, τη συμπάθεια για τους αδύνατους και αδικημένους.

Πηγή: Eφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ

Το τραγούδι ενός κόσμου

  ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΝΑ
 ΧΑΛΝΤΟΡ ΛΑΞΝΕΣ
Και τα ψάρια τραγουδούν
μετ.: Μιχάλης Μακρόπουλος
εκδ. Καστανιώτη, σελ. 294 Μυθιστόρημα ενηλικίωσης, εγκώμιο των λαϊκών αφηγητών της Ισλανδίας, μπαλάντα για έναν κόσμο διά παντός χαμένο είναι το μυθιστόρημα «Και τα ψάρια τραγουδούν». Υποβλητικό σαν παραμύθι και παρηγορητικό σαν μια βραδιά πλάι στο τζάκι σ’ ένα σπιτάκι με αχυροσκεπή, όταν οι ψαλμοί, οι γλωσσοδέτες, οι λαϊκές μπαλάντες, οι θρύλοι, οι προσευχές περνούν από στόμα σε στόμα για να υφάνουν εκείνο τον ακατάλυτο ιστό που συνδέει τις κοινότητες – έναν ιστό απλό και συνάμα πολυσύνθετο, καμωμένο από το νήμα της προφορικότητας που πλέκει, με υλικό τη ντοπιολαλιά, μια κρουστή λογοτεχνική γλώσσα από τις πιο όμορφες και λεπταίσθητες που υπάρχουν. Συνεχιστής αυτού του περίκλειστου κι όμως τόσο ανοιχτού ηθικά και πνευματικά σύμπαντος, ο Χάλντορ Λάξνες αφηγείται την ιστορία του μικρού ορφανού Αουλβγκριμερ, που μεγαλώνει πλάι στους θετούς παππούδες του, μαθαίνει τη ζωή από τις αφηγήσεις των επισκεπτών και των ενοίκων του μεγάλου τους σπιτιού και, σχεδόν δίχως να το καταλάβει, βρίσκει νόημα και προορισμό στη μουσική, χάρη στην αινιγματική, σχεδόν φασματική ύπαρξη του καλλιτέχνη της όπερας Γκάρδαρ Χόουλμ, που λατρεύεται από την κοινότητα ως άξιο τέκνο της Ισλανδίας, είναι ωστόσο αμφίβολο αν έχει τραγουδήσει ποτέ στη ζωή του.
Χορδή παιδικότητας
Ο Χάλντορ Λάξνες αγγίζει μια χορδή παιδικότητας, όχι με την έννοια της αφέλειας, αλλά της αγνότητας και της καθαρότητας. Στην ομιλία του στην τελετή απονομής του Νομπέλ (με το οποίο τιμήθηκε το 1955, έκπληκτος που ένας «φτωχός περιπλανώμενος» όπως εκείνος έλκυσε την προσοχή της Σουηδικής Ακαδημίας), θα μνημονεύσει τη γιαγιά του -την ίδια ίσως γιαγιά που στο βιβλίο του περιγράφει ως «τρομερά λεπτή και μ’ εύθραυστη όψη, κυρτή και φαφούτα, με λίγο βήχα και με μάτια κόκκινα γύρω γύρω»- και τις ηθικές αρχές που του ενστάλαξε: «να αγαπά και να σέβεται τους άλλους», να αντιμετωπίζει «με σεμνότητα την καθημερινή ζωή και τα πλάσματά της», να νιώθει «ότι ανήκει στη μεριά των ταπεινών της γης».
Ο Λάξνες αγαπάει το καθημερινό, το τετριμμένο, και το καθαγιάζει με την υπέροχη πρόζα του. «Από τη σκοπιά μου, άνθρωποι και συμβάντα, ήρωες και ανθρωπάκια, σπουδαία και ασήμαντα περιστατικά έχουν όλοι και όλα το ίδιο μέγεθος πάνω-κάτω», λέει ο εμβληματικός (και μυστηριώδης) επιστάτης, ένας δευτερεύων αλλά καθοριστικός ήρωας του μυθιστορήματος. Ισόρροπα και ισότιμα θα ζωγραφίσει ο Λάξνες τα πρόσωπα, τα τοπία, τις πράξεις – παρ’ ότι με υπόρρητη ειρωνεία θα αντιπαραθέσει το σύστημα αξιών των απλών ψαράδων του και του άχρονου κόσμου τους με την αστάθεια του έξω κόσμου που αλλάζει, εμπορευματοποιείται, ψυχραίνει. Χιούμορ και μελαγχολία, στοχασμός και ενσυναίσθηση συνεργάζονται στην αποτύπωση ενός κόσμου «που είναι τραγούδι», καθώς λέει ο Λάξνες, «αλλά δεν ξέρουμε αν είναι καλό τραγούδι, γιατί δεν έχουμε με τι να το συγκρίνουμε». Τη μουσική των σφαιρών δεν την ακροώνται πια τα αυτιά του ανθρώπου.
Ομως ο νεαρός ήρωας του μυθιστορήματος προσέρχεται στη μουσική χάρη σε μια φράση του πάστορα του χωριού: «Ξέρω ότι υπάρχει μία νότα και ότι είναι αγνή». Αυτή τη φράση ζητάει να του επιβεβαιώσει ο φημισμένος καλλιτέχνης της όπερας, κι αυτή τη νότα πασχίζει να αδράξει στα χρόνια της μαθητείας του στην τέχνη των ήχων, λες και επιζητεί την επικύρωση του περίφημου αποφθέγματος του Γουόλτερ Πέιτερ, «όλη η τέχνη αδιάκοπα αποβλέπει στη συνθήκη της μουσικής». Συμφιλιωμένος με τις λέξεις ή μάλλον αποσπώντας απ’ αυτές τον πολύτιμο πυρήνα τους, εκείνη τη «σημασία» που δεν πρέπει να προδίδεται, ο Λάξνες ξαναδίνει στον κόσμο νόημα, τον αναμαγεύει, τον καθιστά και πάλι άξιο να τον ζήσεις.
Πηγή: KAΘΗΜΕΡΙΝΗ 
 Ξαφνικά πριν δυό μερες άρχισα να διαβάζω Χαλντορ Λάξνες. Μόλις τελειωσα το πρωτο βιβλίο αυτού του μεγάλου αφηγητή και στοχαστή. Φαντάζομαι το όνομά του στους περισσότερους από σας δεν λέει τίποτα. Μετά τον Ντοστογιέφσκι όταν μιλάς γιά τον Λάξνες είναι σαν να αναφέρεσαι σε ένα Γιάννη από τα Τρίκαλα. Κι όμως σε αυτά που δεν γνωρίζουμε, ενίοτε βρίσκονται κρυμμένα μυστικά διαμάντια και ντοκουμέντα ευφυίας...
Ούτε κι εγώ ειχα ακουστά αυτό το όνομα... Είναι το συγγραφικό ψευδώνυμο ένος Ισλανδικής καταγωγής συγγραφέα που έζησε από το 1902 μέχρι το 1998. Βραβεύτηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1955 αλλά συνέχισε να γράφει αριστουργήματα.
Αν είχα αξιωθεί να τον γνωρίζω, να τον θαυμάζω, να τον είχω διαβάσει με άλλα λόγια, είμαι σίγουρος ότι πριν πεθάνει θα είχα προσπαθήσει να τον συναντήσω και να μιλήσω μαζί του.

Θανάσης Λάλας

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: