Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

29.4.24

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα, γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη» Με αφορμή την επέτειο του θανάτου της Μαρίας Πολυδούρη, θυμόμαστε αγαπημένους στίχους της μεγάλης Ελληνίδας ποιήτριας.

Η ποιήτρια της νεορομαντικής σχολής, Μαρία Πολυδούρη, γεννήθηκε στην Καλαμάτα την 1 Απριλίου του 1902 και μέσα από το έργο της καλλιέργησε το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής. Ήταν κόρη του φιλολόγου Ευγένιου Πολυδούρη και της Κυριακής Μαρκάτου, μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές στην Καλαμάτα, ενώ είχε φοιτήσει σε σχολεία του Γυθείου και των Φιλιατρών, αλλά και στο Αρσάκειο της Αθήνας για δύο χρόνια.

Ο έρωτας και ο θάνατος είναι οι δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η ποίησή της. Είναι μεστή από πηγαίο λυρισμό που ξεσπά σε βαθιά θλίψη και κάποτε σε σπαραγμό, με εμφανείς επιδράσεις από τον έρωτα της ζωής της, Κώστα Καρυωτάκη, αλλά και τα μανιάτικα μοιρολόγια. Οι συναισθηματικές και συγκινησιακές εξάρσεις της Πολυδούρη καλύπτουν συχνά κάποιες τεχνικές αδυναμίες και στιχουργικές ευκολίες του έργου της.

Η φυματίωση την κατέβαλε και τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου 1930 έχοντας ήδη ζήσει έναν συναρπαστικό, αλλά και «ασύδοτο» για την εποχή βίο, η σπουδαία ελληνίδα ποιήτρια, γνωστή και για τον έρωτα της με τον Κώστα Καρυωτάκη, πεθαίνει από ένεση μορφίνης στην κλινική Χρηστομάνου στα Πατήσια. Η ίδια είχε ζητήσει λίγο νωρίτερα από τον καλό της φίλο και «αιώνιο θαυμαστή» της, Βασίλη Γεντέκο, να της προμηθεύσει το ναρκωτικό στο θεραπευτήριο όπου βρισκόταν. Θα κηδευτεί την ίδια μέρα στο Α Νεκροταφείο.

Δείτε παρακάτω αγαπημένα ποιήματα της:

Στη φίλη μου

Ὅλα τὰ ἄνθη τ᾿ ἀγαπῶ

μεθῶ στὸ ἄρωμά των

τὸ βλέμμα νὰ βυθίζεται

ποθῶ στὰ χρώματά των.

Ὑπάρχει ὅμως ἓν λεπτὸν

πολὺ εὐῶδες ἄνθος

ποὺ δὲν μαραίνεται ποτὲ

καὶ τ᾿ ἀγαπῶ μὲ πάθος.

Αὐτὸ δὲ θάλλει στοὺς ἀγροὺς

στοὺς κήπους δὲν ὑπάρχει

καὶ τὰ ἁβρά του πέταλα

ὁ ἥλιος δὲν θάλπει.

Ἔδαφος ἔχει δι᾿ αὐτὸ ἡ τρυφερὰ καρδία

μὲ θέρμη ἀπαράμιλλον καὶ λέγεται Φιλία!

* * *

Σε σένα

Ξέρω νὰ ψάξω καὶ νὰ βρῶ

διαμάντια καὶ ζαφείρια χίλια

κι᾿ ἀπ᾿ τοῦ γιαλοῦ τὸ θησαυρὸ

μαργαριτάρια καὶ κογχύλια

Κ᾿ ἔτσι τεχνόπλεχτα δετὰ

μαζὶ μὲ λουλούδια κι᾿ ἀστέρια

νὰ τὰ φορεῖς καμαρωτὰ

στὸ μέτωπό σου καὶ στὰ χέρια.

Ξέρω στὸ διάβα σου μπροστὰ

ρόδα καὶ κρίνους νὰ μαδήσω

ξέρω μὲ λόγια ταιριαστὰ

τὴ χάρη σου νὰ τραγουδήσω.

Ξέρω πὼς κάτι χωριστὸ

ἀταίριαστο σὲ κάθε ἄλλη

χάρισαν Βάσω μου σὲ Σὲ

Μοῖρες μὲ τὰ πανώρια κάλλη.

* * *

Δε θα ξανάρθης πια…

Δὲ θὰ ξανἄρθης πιά, νὰ μοῦ χαρίσης

ἀπ᾿ τὴν ὡραία ζωὴ ποὺ σὲ φλογίζει

κάτι, ἕνα της λουλούδι; Σοῦ γεμίζει

μὲ τόσα τὴν καρδιὰ καὶ τὸ κορμί.

Δὲ θἄρθης πιά, τὰ χέρια μου νὰ σμίξης

τὰ παγωμένα, τὰ ἐχθρικά μου χέρια;

Πλάι στὰ δικά σου, μερωμένα ταίρια

δὲν τὰ ζυγώνει πλέον ἡ ἀφορμή.

Δὲ θἄρθης! …Πὼς ἀργὰ περνοῦν οἱ μέρες.

Κι᾿ ὅσο σὺ φεύγεις, τόσο μὲ σιμώνει

ἡ γνώριμή μου μοίρα. Τόσο μόνη,

τόσον καιρὸ μὲ τὸν κρυφὸ καημό.

Δὲ σοῦ περνάει, ἀλήθεια ἀπὸ τὴ σκέψη

ὅτι μπορεῖ σὲ μία στιγμὴ θλιμμένη,

στὴ μοίρα αὐτὴ ποὺ πάντα μὲ προσμένει

νὰ πάω ξανὰ καὶ δίχως γυρισμό;

* * *

Μόνο γιατί μ’αγάπησες

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες

στα περασμένα χρόνια.

Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα

και σε βροχή, σε χιόνια,

δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου

μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,

μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο

κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,

μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν

με την ψυχή στο βλέμμα,

περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο

της ύπαρξής μου στέμμα,

μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.

Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες

και στη ματιά σου να περνάη

είδα τη λυγερή σκιά μου, ως όνειρο

να παίζει, να πονάη,

μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε

γι’ αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμά μου.

Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα,

σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.

Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα,

γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.

Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη

μένα η ζωή πληρώθη.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου

μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.

Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου

μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,

μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες

έζησα, να πληθαίνω

τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες

κ’ έτσι γλυκά πεθαίνω

μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες.

* * *

Η αγάπη του ποιητή

Μ᾿ ἀπάντησες στὸ δρόμο σου, Ποιητή.

Ἤμουν τὸ πρωτολούλουδο τοῦ Ἀπρίλη.

Ἡ δίψα τῆς ἀγάπης ποὺ ζητεῖ

σοῦ φλόγιζε τὴ σκέψη καὶ τὰ χείλη.

Ἤμουν τὸ πρωτολούλουδο. Κλειστὴ

τότε ἡ πηγὴ τῶν στοχασμῶν μου, ἐμίλει

μόνο ἡ καρδιά μου ἀθώα καὶ λατρευτή,

ὅταν τὸ πρῶτο βλέμμα μου εἶχες στείλει.

Μὲ τὸν καιρό, τὸν πόθο σου σ᾿ ἐμὲ

νὰ φανερώσης σίμωσες. Ὠιμέ,

εἴμασταν μιᾶς γενιᾶς παιδιά. Ἡ καρδιά μας

Ἀγάπαε μὲ τὸ πάθος ποὺ ζητᾶ

νὰ πάρη, τὸ αἰσθανθήκαμε φρικτὰ

καὶ πήραμεν ἀλλοῦθε τὴ ματιά μας.

* * *

Ποιος ξέρει…

Καμμιὰν ἀπὸ τὶς πίκρες μου δὲ γνώρισες

τὶς πίκρες μου τὶς ἄσωστες τὶς μαῦρες.

Καὶ στῶν ματιῶν μου μέσ᾿ στὸ φεγγοβόλημα

τὰ δάκριά μου στεγνωμένα τὰ ᾿βρες.

Ἐσὺ μονάχα τὸ γλυκὸ χαμόγελο

καμάρωσες στὰ χείλη μου ἁπλωμένο

κ᾿ ἔχες μέσ᾿ στῶν ματιῶν μου τὸ ξαστέρωμα

τὸν πόθο σου τρελλὰ καθρεφτισμένο.

Μὲ γνώρισες νὰ γέρνω στὴν ἀγάπη σου

σὰν πεταλούδα στὸ ἄλικο λουλούδι

καὶ νὰ σκορπίζω ὅσο ἡ καρδιά μου ἐδύνοταν

μεθυστικὸ τὸ ἐρωτικὸ τραγούδι.

Γνώρισες τῆς χαρᾶς μου τὸ ἄγριο ξέσπασμα

στὸν ἀνοιξιάτικον ἀγρὸ ποὺ εὐώδα

λαχτάρας κύμα ἐγίνονταν ἡ ἀγκάλη μου

τὰ νειάτα σου νὰ σφίγγη καὶ τὰ ρόδα.

Ἐσὺ ποτὲ κρυφὰ δὲν ἀκολούθησες

τὸ βῆμα μου σὰν φεύγω ἀπὸ κοντά σου

κι᾿ ὅμως καὶ μὲ τὴ σκέψη σου μοῦ δόθηκες

καὶ μὲ τὴ φλόγα ἀκόμα τοῦ ἔρωτά σου.

Μὰ ποιὸς τὸ ξέρει ἄν, μία στιγμὴ βρισκόσουνα

κάπου ποὺ νὰ μὲ βλέπεις ὅταν γέρνω

καὶ σκύβω μαζωχτὴ κάτω ἀπὸ τἄγριο

χτύπημα, τὶς στριγγὲς φωνὲς ποὺ σέρνω

ἂν ἄκουες, καὶ στοῦ πόνου τὸ ξεχείλισμα

τὸ δόσιμο στὸ ξέψυχο μεθύσι,

τὰ δάκρια, ὤ, θὰ μ᾿ ἀρνιόσουν ὅλα ἂν τἄβλεπες.

Κι᾿ ὅμως μου λὲς πὼς μ᾿ ἔχεις ἀγαπήσει.

ΠΗΓΗ:  notospress.gr

Oι “Στοχαστικές Προσαρμογές” των Ελλήνων κατά τον Κ. Καβάφη Σκέψεις επ’ ευκαιρία των 161 χρόνων από τη γέννηση του Ποιητή και των 91 χρόνων από το θάνατό του (29 Απριλίου 1863-29 Απριλίου 1933).


«Με τες εκτεταμένες επικράτειες, / με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών» (Κ. Καβάφης, “Στα 200 π. χ”).

Αλήθεια πόσο υπερήφανος θα αισθανόταν σήμερα ο Καβάφης για την σύγχρονη Ελλάδα και τον Ελληνισμό ως ιδέα και Πολιτισμό; Πόσο δικαιωμένος θα ένιωθε για όσα υπερηφανευόταν για τον Ελληνισμό της Ελληνιστικής Περιόδου; Μπορεί η σημερινή Ελλάδα να στοχεύει ως κράτος, λαός, πολιτισμός και κοινωνία σε αυτό που ύμνησε ως κατάκτηση και κατόρθωμα του Ελληνισμού κατά την Ελληνιστική περίοδο;

Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα προϋποθέτει την βαθιά γνώση τόσο της καβαφικής ποίησης (ειρωνεία, διδακτισμός, νοσταλγική μετατόπιση ή περιήγηση στο χρόνο και το χώρο …) όσο και των σύγχρονων παγκόσμιων δεδομένων σε συνδυασμό με την ιστορική πορεία των Ελλήνων.

Οι “στοχαστικές προσαρμογές”, o πολιτισμικός συγκρητισμός της Ελληνιστικής περιόδου, η πολυφυλετική συνύπαρξη των κατοίκων των ελληνιστικών βασιλείων (Μεσοποταμία. Αίγυπτος…), η πολυφωνικότητα και γενικότερα οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες είναι εκείνα τα στοιχεία που ύμνησε ο Καβάφης.

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία θα μπορούσε κάποιος μελετητής του καβαφικού έργου να κατατάξει τον δημιουργό του στους Παγκόσμιους λογοτέχνες, αφού οι ιδέες που αναδύονται από τα ποιήματά του υπερβαίνουν τα στενά όρια του κράτους ή του έθνους, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα.

Σχετικά με την παγκοσμιότητα του Καβάφη ο Διονύσης Καψάλης επισήμανε με έμφαση:

“ Αν το ζητούμενο είναι η πολυπολιτισμική κοινωνία, θα τη βρούμε στον Καβάφη. Αν είναι ο συγκρητισμός, ασφαλώς και θριαμβεύει στον Καβάφη. Αν είναι η πλάνη της εθνικής συνείδησης μέσα στη φαντασμαγορία της αυτοκρατορίας, δεν θα βρούμε αρμοδιότερο ποιητή από τον Καβάφη. Αν είναι ο μειονοτικός λόγος, σίγουρα θα τον ακούσουμε να διατρανώνει την υπόγεια κυριαρχία του στον Καβάφη”.

Ο Κοσμοπολιτισμός του Καβάφη

Ο Καβάφης στο ποίημα “Στα 200 π.χ.” λειτουργώντας ως ένας Έλληνας εκπρόσωπος των Ελληνιστικών βασιλείων προβάλλει με υπερηφάνεια τις κατακτήσεις και τα επιτεύγματα των Ελλήνων μετά την εκστρατεία και το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου. Ο ποιητής δεν εστιάζει μόνο στις εδαφικές κατακτήσεις αλλά καυχιέται και για το νέο πολιτιστικό πλαίσιο που διαμορφώθηκε από το ελληνικό στοιχείο.

“Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία, /…βγήκαμ’ εμείς, / ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας”.

O Καβάφης συνειδητά αποφεύγει την λεπτομερή καταγραφή των στρατιωτικών επιτυχιών του Μ. Αλεξάνδρου και εστιάζει εμφαντικά στα νέα πολιτισμικά δεδομένα που προέκυψαν από την θριαμβευτική πορεία ων Ελλήνων στο χώρο της Ασίας. Εξαίρει την πολυφυλετική συνύπαρξη στα ελληνιστικά βασίλεια, που λειτουργεί ως κάτοπτρο των σύγχρονων πολυπολιτισμικών κοινωνιών.

Σε αυτές τις κοινωνίες δεσπόζoυν ο συγχρωτισμός των διαφορετικών στοιχείων (εθνικών, γλωσσικών, θρησκευτικών…) καθώς και ο σεβασμός και η ανεκτικότητα στο διαφορετικό και το αντίθετο. Η ετερότητα-ετερογένεια των διαφόρων μειονοτικών ομάδων ή εθνοτήτων προβάλλεται ως φυσικό δικαίωμα και γονιμοποιό στοιχείο.

“Εμείς, οι Αλεξανδρείς, οι Αντιοχείς, / οι Σελευκείς, κ’ οι πολύάριθμοι / επίλοποι Έλληνες Αιγύπτου και Συρίας, / κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι’ όσοι άλλοι” (Στα 200 π.χ.) // ”Είμεθα ένα κράμα εδώ, / Σύροι, Γραικοί, / Αρμένιοι, Μήδοι” (Εν πόλει της Οσροηνής).

Οι Στοχαστικές Προσαρμογές

Η πληθυσμιακή ετερογένεια - και όχι μόνον-των ελληνιστικών βασιλείων ανέδειξε το μεγάλο βαθμό προσαρμοστικότητας του ελληνικού στοιχείου - σε όλες τις εκφάνσεις του - στα νέα δεδομένα που προέκυψαν από την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στο χώρο της Ανατολής.

Ειδικότερα τονίζει τη δυναμική του ελληνικού πνεύματος που κατόρθωσε να διαδώσει τα υγιή στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού χωρίς να παραβλέπει και τα δημιουργικά στοιχεία του ιθαγενούς στοιχείου (πολιτισμός της ανατολής) μέσα από την πρόσμειξη των διαφορετικών στοιχείων (γλωσσικών, θρησκευτικών…). Έτσι με οδηγό τον θρησκευτικό συγκρητισμό δημιουργήθηκε για την εποχή εκείνη και στο χώρο της ανατολής, αυτό που σήμερα ονομάζουμε “πολυπολιτισμική κοινωνία”.

Η ευελιξία του ελληνικού στοιχείου το βοήθησε να προβεί με αποτελεσματικό τρόπο στις αναγκαίες “στοχαστικές προσαρμογές” και να πετύχει τη σύνθεση των διαφορετικών στοιχείων. Αποτέλεσμα αυτών των προσαρμογών η ανάδυση και ανάδειξη ενός “καινούριου κόσμου” που διακρίνεται για την ποικιλότητα των στοιχείων του και την ειρηνική συνύπαρξή τους. Μία σύνθεση αλλότριων στοιχείων που συνυπάρχουν με έναν υγιή και δημιουργικό τρόπο υπακούοντας στο διαχρονικό Εγελιανό σχήμα και συμπαντικό νόμο της διαλεκτικής: Θέση > Αντίθεση > Σύνθεση.

Το επίτευγμα-καύχημα αυτό του ελληνιστικού κόσμου μπορεί να προβληθεί και ως πρόταση για τις σύγχρονες κοινωνίες. Κοινωνίες που κάτω από το βάρος των νέων αναγκαιοτήτων, που επιβάλλουν οι σύγχρονες συνθήκες ( οικονομικές, κοινωνικές…), καθίστανται ανοιχτές και ανεκτικές.

Ο ασύνορος κόσμος προϋποθέτει και επιβάλλει τη δημιουργική σύνθεση των διαφόρων ιδιαιτεροτήτων (γλωσσικών, πολιτιστικών, θρησκευτικών…) που ενυπάρχουν σε κάθε εθνική ή φυλετική κοινότητα. Αυτό συνιστά ένα δύσκολο εγχείρημα γιατί προϋποθέτει την πνευματική και κοινωνική ανεκτικότητα μπροστά στο όραμα μιας κοινωνίας όπου το διαφορετικό θα αντιμετωπίζεται ως μία πρόκληση κατανόησης και συνεργασίας και όχι ως κάτι επικίνδυνο για την “καθαρότητά” μας (εθνική, φυλετική…).

Η ποικιλομορφία, ο σεβασμός στο διαφορετικό και η σύνθεση των πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων αποτελούν “κατηγορική προσταγή” για την επιβίωση του σύγχρονου κόσμου.

Η Ελληνική Λαλιά

“Και την κοινήν Ελληνική Λαλιά / ως μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ως τους Ινδούς” («Στα 200 π.χ.).

Ο ποιητής Καβάφης δεν καυχιέται μόνον για τις “στοχαστικές προσαρμογές” αλλά και για την Ελληνική Γλώσσα που αποτελεί το καύχημα και τη δόξα του Ελληνισμού στην διαχρονική του πορεία. Αυτή η γλώσσα αποτέλεσε το πυρηνικό στοιχείο για την διατήρηση της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων στα ελληνιστικά βασίλεια, αλλά και το όργανο για την μορφοποίηση και εξωτερίκευση των νέων ιδεών που ανθοφόρησαν στις πολυφυλετικές κοινωνίες της ελληνιστικής περιόδου.

Σε αυτό το νέο πολιτιστικό τοπίο των ελληνιστικών χρόνων, όπου οι στοχαστικές προσαρμογές επώασαν τον καινούριο κόσμο, κάποιοι απουσίαζαν (Λακεδαιμόνιοι). Σε κάθε εποχή κάποιοι απουσιάζουν γιατί αδυνατούν να κατανοήσουν τα νέα ρεύματα και μένουν αγκυλωμένοι στο παλιό και τρέφονται μόνον από τη δόξα του παρελθόντος και από τα ιδεολογήματα της εθνικής και πολιτιστικής καθαρότητας. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο ποιητής ειρωνεύεται με καυστικό τρόπο τη στάση των απόντων Λακεδαιμονίων. Μία ειρωνεία που έγινε ειρωνικό σχόλιο στις μέρες μας για ανάλογες συμπεριφορές.

“Για Λακεδαιμoνίους να μιλούμε τώρα!”

Ωστόσο, εκείνο που καυτηρίαζε ο Καβάφης ήταν η γλωσσική αλλοτρίωση των Ελλήνων της διασποράς. Κι αυτό γιατί ένας άνθρωπος όταν χάνει τη γλώσσα του χάνει και τον ξεχωριστό ελληνικό τρόπο σκέψης και βίωσης όλων εκείνων που τον περιβάλλουν και νοηματοδοτούν τη ζωή του.

“Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή / τους. / Γιατί θυμούνταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες…/ και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν, / να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά / βγαλμένοι – ω συμφορά! - απ’ τον / Ελληνισμό” (“Ποσειδωνιάται”).

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ

Ηλίας Γιαννακόπουλος

Φιλόλογος, πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.

Πηγή: https://www.huffingtonpost.gr/