Β.Ραφαηλίδης – Μα ποιοι είναι αυτοί οι Σκωτσέζοι τελικά;
Όποιος επιχειρήσει να μελετήσει την
ιστορία της Αγγλίας, πρέπει πρώτα να διευκρινίσει μερικές εθνολογικές
και γεωγραφικές έννοιες. Αλλο Αγγλία, άλλο Βρετανία, άλλο Μεγάλη
Βρετανία, άλλο Βρετανικά νησιά, άλλο Ηνωμένο Βασίλειο, άλλο
Βρετανική Αυτοκρατορία, άλλο Βρετανική Κοινοπολιτεία.
Ας αρχίσουμε από τα απλούστερα, τα γεωγραφικά:
Βρετανικά νησιά ονομάζονται όλα τα νησιά
και νησάκια εκεί πάνω. Κάπου 5.000 τον αριθμό, της Ιρλανδίας
συμπεριλαμβανομένης. Μεγάλη Βρετανία ονομάζεται το μεγαλύτερο απ’ αυτά
τα νησιά, που λανθασμένα το λέμε Αγγλία τιμώντας έτσι
υπέρ το δέον τους Αγγλους, που είναι μία μόνο από τις πολλές φυλές που
συναποτελούν το σύνολο των κατοίκων του νησιού που λέγεται Μεγάλη
Βρετανία. Ο όρος Μεγάλη Βρετανία είναι καθαρά γεωγραφικός. Τον χρωστάμε
στους Ρωμαίους που βάφτισαν έτσι το νησί για να
το ξεχωρίζουν απ’ τη Μικρή Βρετανία επί εδάφους γαλλικού. Βρετανία
έλεγαν οι Ρωμαίοι την ακρότατη βορειοδυτική χερσόνησο της Γαλλίας, τη
σημερινή γαλλική Βρετάνη. Όταν πέρασαν απ’ τη γαλλική Βρετανία (Βρετάνη)
στο απέναντι μεγάλο νησί διαπίστωσαν πως οι κάτοικοι
μιλούσαν γλώσσα παραπλήσια μ’ αυτήν που μιλούσαν οι κάτοικοι της
Βρετάνης. Τούτη η γλώσσα θα ονομαστεί από τους γλωσσολόγους βρετανική. Η
οποία όμως ελάχιστη σχέση έχει με τη σημερινή αγγλική, που δεν είναι
βρετανική. Διότι η βρετανική είναι κελτική γλώσσα.
Έτσι θα ονομαστεί η δεύτερη ομάδα της κελτικής γλώσσας, αυτή που
μιλιέται ακόμα στη (γαλλική) Βρετάνη και στην (αγγλική) Ουαλία. Μέχρι το
τέλος του 18ου αιώνα η βρετανική μιλιόταν και στην Κορνουάλη, εκείνη τη
μακρυά, μυτερή χερσόνησο στο νότο, που μοιάζει
σαν πέλμα έτοιμο να πατήσει πάνω στη γαλλική Βρετάνη, στην άλλη μεριά
της Μάγχης.
Η κελτική γλώσσα, εκτός απ’ τη βρετανική
περιλαμβάνει και μια δεύτερη γλωσσική ομάδα, που λέγεται γαελική.
Πρόκειται για τη σκωτική, την ιρλανδική και τη μανική (που μιλιέται στο
νησί Μαν). Καμμιά απ’ παραπάνω πανάρχαιες κελτικές
διαλέκτους δεν είναι ακριβώς όμοια με την άλλη. Πάντως όλες κατάγονται
απ’ την αρχαία κελτική γλώσσα. Η οποία ουδεμία εμφανή σχέση έχει με τη
σημερινή αγγλική, που είναι ένα κράμα κελτικής, γερμανικής και γαλλικής,
εξού και οι περιπλοκές της τόσο όσον αφορά
την ορθογραφία, όσο και τη φθογ-γολογία. Τίποτα πιο παλαβό απ’ τη γραφή
και την προφορά της αγγλικής γλώσσας. Σημειώστε με την ευκαιρία πως η
γαλλική πολύ λίγα πράγματα περισώζει απ’ την αρχαία κελτική, παρότι οι
Γαλάτες, που έδωσαν το ρωμαϊκό (Gallia) και
το ελληνικό (Γαλλία) όνομα στη χώρα, δεν ήταν παρά νότιοι Κέλτες.
Πρόκειται για έναν λαό εξαιρετικά ξαπλωμένο και διασπαρμένο. Έφτανε από
τις ευρωπαϊκές ακτές της Μεσογείου μέχρι τη Σκωτία και την Ιρλανδία αλλά
και μέχρι το κέντρο της Μικράς Ασίας. Οι προς
Γαλάτας επιστολές του Αποστόλου Παύλου απευθύνονται στους Γαλάτες
(Κέλτες) της κεντρικής Μικράς Ασίας.
Οι Κέλτες, που ήταν ας πούμε πρώτα
ξαδέρφια των δικών μας Αχαιών, πέρασαν στο νησί Μεγάλη Βρετανία από δυο
μεριές. Από τη γαλλική Βρετάνη και από την Ιρλανδία, όπου έφτασαν
νωρίτερα, πάλι απ’ τη Βρετάνη. Το γεγονός συνέβη την εποχή
του σιδήρου, δηλαδή γύρω στο 1000 π.Χ. (Προσέξτε: ο όρος «εποχή του
σιδήρου» είναι αν-θρωπολογικός και όχι ιστορικός. Αυτό σημαίνει πως έχει
διαφορετική χρονική αξία στους διάφορους λαούς, ανάλογα με το πότε
αρχίζει ο καθένας να χρησιμοποιεί τον σίδηρο για
την κατασκευή εργαλείων. Σε μας εδώ, η εποχή του σιδήρου κυμαίνεται
ανάμεσα στο 3000 και το 2000 π.Χ.).
Οι Κέλτες που πέρασαν απ’ το νησί που
λέγεται Ιρλανδία στο νησί που λέγεται Μεγάλη Βρετανία, εγκαταστάθηκαν
στη Σκωτία, κι αυτοί που πέρασαν απ’ τη γαλλική Βρετάνη, εγκαταστάθηκαν
κατ’ αρχήν στην Κορνουάλη και στη συνέχεια στη
γειτονική Ουαλία, λίγο βορειότερα. Πρέπει να πούμε εδώ πως στην
Κορνουάλη, που τη γνώριζαν και οι Φοίνικες, υπάρχουν τα πλουσιότερα
προϊστορικά αρχαιολογικά ευρήματα ολόκληρης της Ευρώπης, πράγμα που
σημαίνει πως οι προϊστορικοί κάτοικοι του νησιού προτιμούσαν
αυτή την πολύ εύφορη περιοχή, που είναι πάντα ο κύριος προμηθευτής σε
οπωροκηπευτικά ολόκληρου του νησιού.
Πριν μιλήσουμε για το κράτος της Αγγλίας
και στη συνέχεια για το κράτος του Ενωμένου Βασιλείου, που είναι κάτι το
διαφορετικό τόσο απ’ το κράτος της Σκωτίας όσο και απ’ το κράτος της
Αγγλίας, πρέπει να περιγράφουμε κατ’ αρχάς τον
τρελό τρόπο με τον οποίο προέκυψε η Σκωτία, το αρχαιότερο κράτος του
νησιού. Οι Σκώτοι, λοιπόν, όπως είπαμε, είναι Κέλτες κατά την καταγωγή.
Αλλά δεν ονομάζονταν Σκώτοι από πάντα. Τα ονόματα Σκωτία και Σκώτοι
προέκυψαν μόλις τον 11ο μ.Χ. αιώνα. Μέχρι τότε
η Σκωτία διατηρούσε το ρωμαϊκό της όνομα: Καληδονία.
Πολύ αργότερα, όταν θα εμφανιστούν οι
άγριοι τοπικιστικοί σοβινισμοί στο νησί της Μεγάλης Βρετανίας, θα
προκύψει και η ανάγκη για ένα μοίρασμα στα δυο των Σκώτων, που
αλληλοσφάζονταν μετά ζήλου μεγάλου. Πρόκειται για τους Χαϊλάντερς
(ορεινοί Σκώτοι) και τους Λοουλάντερς (πεδινοί Σκώτοι). Οι βουνήσιοι
και ολίγον τι πρωτόγονοι Χαϊλάντερς ακόμα και σήμερα θεωρούν τους
εαυτούς τους γνήσιους Κέλτες. Και διεκδικούν σήμερα, μάλλον ηλιθίως και
μάλλον επί ματαίω, την αυτονομία τους, όπως και οι
Βρετόνοι στη Γαλλία. Που κι αυτοί μάλλον αεροκοπανάν σοβινιστικά. Ομως,
οι σημερινοί καμπήσιοι Λοουλάντερς, άνθρωποι λιγότερο φολκλορικοί απ’
τους Χαϊλάντερς, χωρίς γκάιντες και σκωτσέζικες φούστες, είναι Σκωτσέζοι
πολύ νορμάλ. Δηλαδή, ένα εθνολογικό μείγμα
από Κέλτες, Σκανδιναβούς, Αγγλοσάξονες και Γάλλους, όπως όλοι οι
σημερινοί Εγγλέζοι. Αν λέγονται ακόμα Σκωτσέζοι οι Λοουλάντερς είναι
διότι κατοικούν στη Σκωτία. Όπως και μεις που λεγόμαστε Έλληνες διότι
κατοικούμε στην Ελλάδα - κι αυτό είναι όλο. Όμως, οι
εξ ημών κατά τον νου βουνήσιοι είναι «γνήσιοι» Έλληνες! Πώς λέμε γνήσια
αντίκα; Έτσι περίπου.
Τον 4ο μ.Χ. αιώνα έρχονται στη περιοχή της
σημερινής Σκωτίας και νεώτεροι εξ Ιρλανδίας Κέλτες, οι Πίκτοι. Που το
860 ο βασιλιάς των Σκώτων Κέννεθ θα τους υποτάξει και θα τους εξαφανίσει
ως ευδιάκριτη εθνότητα. Πάντως, ως άθροισμα
ανθρωπίνων όντων νοούμενοι, οι λαοί δεν εξαφανίζονται, απλώς
αφομοιώνονται με άλλους λαούς. Οι Ρωμαίοι ωστόσο πολύ νωρίτερα τα
βρίσκουν μπαστούνια με τους άγριους Σκώτους. Ωστόσο, ο στρατηγός Ιούλιος
Αγκρίκολα τους νικάει το 84 π.Χ., τη χρονιά που οι Ρωμαίοι
καταχτητές φτάνουν μέχρι τη Σκωτία. Όμως, τελικά, δεν καταφέρνουν να
καθυποτάξουν ολοκληρωτικά αυτόν τον πολεμικό λαό. Κι έτσι, το 120 μ.Χ., ο
Αδριανός χτίζει το περίφημο τείχος που φέρει το όνομά του, κόβοντας το
νησί Μεγάλη Βρετανία στα δυο, ώστε να μην
περνούν οι Σκώτοι στη γειτονική Αγγλία κάθε τόσο και τα κάνουν όλα
ρημαδιό. Αυτός ο διανοούμενος και φιλέλλην αυτοκράτωρ, ο ίδιος που θα
χτίσει στην Αθήνα, μεταξύ άλλων και την Πύλη του Αδριανού, πίστευε πως η
Σκωτία εμποδίζει την Αγγλία να εκπολιτιστεί. Και
είχε δίκιο.
Τον 8ο μ.Χ. αιώνα κανείς δεν ξέρει ποιος
κυνηγάει ποιον στη Σκωτία. Σκώτοι, Πίκτοι, Αγγλοσάξονες, Λατίνοι
απόγονοι των Ρωμαίων που ξέ-μειναν εκεί μετά την πτώση της Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας, όλοι έχουν γίνει μαλλιά κουβάρια. Όμως,
απ’ το 843 που ο βασιλιάς Κέννεθ ιδρύει το Βασίλειο της Σκόπιας, όλα
ηρεμούν σιγά σιγά και η Σκωτία γίνεται με τον καιρό μια νοικοκυρεμένη
χώρα, χάρη στις εξαιρετικές επιδόσεις των Σκωτσέζων στην οικονομία. Εξού
και η παροιμιώδης τσιγγουνιά τους. Δεν πρέπει
να μας διαφεύγει, άλλωστε, πως ο δημιουργός της επιστήμης της πολιτικής
οικονομίας, ο Άνταμ Σμιθ, ήταν Σκοτσέζος.
Και ναι μεν οι λαοί της αρχαίας Σκωτίας
ηρεμούν, οι βασιλιάδες όμως που τους έκαναν να ηρεμήσουν με το μαστίγιο,
αρχίζουν να σφάζονται μεταξύ τους με τρόπο που δεν θα τον γνωρίσει η
ιστορία πουθενά αλλού στον κόσμο. Είναι να μην
εμφανιστεί ένας βασιλιάς, γιατί άπαξ και εμφανιστεί, ένας δεύτερος θ’
αρχίσει αμέσως να εποφθαλμιά το θρόνο. Και ο σκωτσέζικος θρόνος είναι
απ’ τους πιο ματοβαμένους. Έτσι, δίπλα στην πρώτη βασιλική δυναστεία των
Κέννεθ, έρχεται και κολλάει στα γρήγορα μια
δεύτερη, των Ντάνκαν. Η ιστορία των απογόνων και των δύο δυναστειών θα
αποτελέσει την αφορμή για να γραφεί το σπουδαιότερο λογοτεχικό κείμενο
πάνω στο πρόβλημα της λύσσας για την εξουσία: ο Μάκβεθ του Σαίξπηρ, μια
τραγωδία εντελώς σπαραχτική και βουτηγμένη
σε σκωτσέζικο αίμα απ’ την πρώτη μέχρι την τελευταία αράδα. Ο Μάκβεθ
γράφηκε απ’ τον μεγάλο άγγλο ποιητή το 1605 ή το 1606. Η πραγματική,
σχεδόν μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια ιστορία της τραγωδίας
αναφέρεται στον ομώνυμο σκωτσέζο βασιλιά. Που ήταν γιος
του ηγεμόνα του Μορέμπ. Που τον δολοφόνησε ο ανεψιός του το 1020. Ο
δολοφόνος έγινε βασιλιάς με το όνομα Μάλκομ Β'. Το 1040 τον δολοφόνο
βασιλιά διαδέχεται ο Ντάνκαν. Ο Μάκβεθ, αντί να σκοτώσει τον δολοφόνο
του πατέρα του, τον πανίσχυρο βασιλιά Μάλκομ σκοτώνει
τον αθώο και ήρεμο ανεψιό και διάδοχό του, τον Ντάνκαν. Και του αρπάζει
το στέμμα. Που προσπαθούν να το αρπάξουν κι αυτουνού πεντέξι υποψήφιοι
βασιλιάδες. Τελικά, όμως, καταφέρνει να το αρπάξει ο γιος του Ντάνκαν
που γίνεται βασιλιάς με το όνομα Μάλκομ Γ'
σκοτώνοντας τον Μάκβεθ. Αλλά μέχρι να συμβεί αυτό το 1058, ο Μάκβεθ και
η τρομερή σύζυγός του λαίδη Μάκβεθ, ζουν έναν πραγματικό εφιάλτη,
βουτηγμένοι μέσα στις τύψεις, μέχρι που πρώτα θα πεθάνει η λαίδη από
τρόμο, τη στιγμή που ξυπνάει ένα βράδυ ύστερα από
ένα εφιαλτικό όνειρο. Η μεγαλοφυία του Σαίξπηρ βρήκε στη σκωτσέζικη
ιστορία το τέλειο πρότυπο του αδίστακτου αγώνα για την εξουσία. Κι
όποιος θέλει να απαλλαγεί απ’ τον πειρασμό να γίνει εξουσιαστής,
προκειμένου να ορίζει σα Θεός τη μοίρα των άλλων, δεν έχει
παρά να διαβάσει τον Μάκβεθ για να του κοπεί κάθε όρεξη. Δυστυχώς, οι
υποψήφιοι εξουσιαστές προτιμούν να διαβάζουν Μακια-βέλι και όχι Σαίξπηρ.
Στην εποχή της βασιλείας του δολοφόνου του
Μάκβεθ, του Μάλκομ Γ, οι Σκωτσέζοι υιοθετούν την αγγλική γλώσσα. Μέχρι
τότε μιλούσαν κελτικά. Υιοθετούν επίσης τα αγγλικά ήθη των γερμανικής
καταγωγής γειτόνων τους, των Αγγλοσαξόνων,
ή Αγγλων σκέτα, όπως θα ονομαστούν τελικά όλοι οι γερμανογενείς λαοί
της Μεγάλης Βρετανίας εξαι-τίας της κυριαρχίας των Αγγλων πάνω στις
άλλες δυο γερμανικές φυλές, τους Σάξονες και τους Γιούτους. (Οι Γιούτοι
δεν πήραν μέρος στη δημιουργία του σύνθετου ονόματος
Αγγλοσάξονες για λόγους γλωσσικής οικονομίας. Για τους Αγγλοσάξονες και
τη χώρα τους, την Αγγλία, θα μιλήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο, αφού
ξεμπερδέψουμε με τους μπερδεμένους Σκωτσέζους, που μέχρι τον 11ο αιώνα
δεν είχαν καμιά ουσιαστική σχέση με τους γερμανικής
καταγωγής και προελεύσεως Αγγλοσάξονες).
Το 1745 οι Χαϊλάντερς (ορεινοί Σκώτοι)
θυμούνται ξαφνικά πως απ’ τον 11ο αιώνα η Σκωτία αρχίζει να
αγγλοποιείται με ολοένα και πιο γρήγορο ρυθμό και επαναστατούν
διεκδικώντας τη σκωτική τους γνησιότητα και φυσικά την ανεξαρτησία
της Σκωτίας. Πρώτη φορά τότε σκέφτονται, τα ξεφτέρια, πως είναι λαός
διαφορετικός απ’ τους Αγγλοσάξονες, αν και λίγο νωρίτερα, το 1707, τα
δυο βασίλεια, αυτό της Σκωτίας και το άλλο της Αγγλίας, θα ενωθούν σε
ένα, που θα ονομαστεί Ενωμένο Βασίλειο της Μεγάλης
Βρετανίας (δηλαδή της Αγγλίας και της Σκωτίας). Που αργότερα, με την
προσάρτηση του Ώλστερ (Βόρεια Ιρλανδία) θα πάρει το πλήρες, το επίσημο
σημερινό όνομά του: Ενωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της
Βόρειας Ιρλανδίας.
Περιττό να πούμε πως οι επαναστατημένοι
Χαϊλάντερς ηττώνται την ίδια κιόλας χρονιά που επαναστατούν διεκδικώντας
την αυτονομία τους. Και το αστείο είναι πως τους πολεμούν όχι μόνο οι
Αγγλοσάξονες αλλά και οι ομόφυλοί τους, οι πεδινοί
Σκώτοι, οι Λοουλάντερς. Που ως νοήμονες άνθρωποι, απ’ τον 11ο αιώνα
κιόλας είχαν καταλάβει πως θα ήταν αδύνατο να μη μπερδευτούν δυο λαοί
που ζουν σ’ ένα νησί, μη δυ-νάμενοι να διασκορπιστούν, πολύ περισσότερο
όταν δεν τους χωρίζει κάποιο θρησκευτικό δόγμα,
όπως τους βόρειους Ιρλανδούς, που είναι προτεστάντες, απ’ τους νότιους
Ιρλανδούς, που είναι καθολικοί.
Αξίζει να σημειωθεί πως η ένωση των δύο
βασιλείων, της Αγγλίας και της Σκωτίας, έγινε από τη βασίλισσα Αννα
Στιούαρτ, που αν και Σκωτσέζα, ήταν βασίλισσα της Αγγλίας πριν απ’ την
ένωσή της με τη Σκόπια. Τόσο πολύ και τόσο φυσιολογικά
είχαν ήδη μπλεχτεί τα εθνολογικά πράγματα στο νησί πριν απ’ το 1707 που
γίνεται η ένωση των δύο βασιλείων. Σημειώστε ακόμα κάτι πολύ σημαντικό
για την εθνολογική συγκρότηση της Σκωτίας, η ιστορία της οποίας μέχρι το
1707 εξελίσσεται ανεξάρτητα απ’ την ιστορία
της Αγγλίας: Τον 9ο αιώνα, οι Σκώτοι ζητούν τη βοήθεια των γειτόνων
τους Σαξόνων για να αντιμετωπίσουν τους Πίκτες, που ήταν Κέλτες, όπως
και οι Σκώτοι. Κυνηγημένοι οι κέλτες Πίκτες από τους κέλτες Σκώτους, που
μάχονται παρέα με τους γερμανικής καταγωγής Σάξονες
καταφεύγουν στα βουνά. Πιθανώς οι βουνήσιοι σημερινοί Χαϊλάντερς να
είναι φυλετικοί απόγονοι των Πίκτων και οι Λοουλάντερς των αρχαίων
Σκώτων.
Κι ένα τελευταίο σκωτσέζικο παράδοξο. Όταν
το 1066 οι νορμανδοί Γάλλοι εισβάλλουν στο νησί Μεγάλη Βρετανία υπό τον
Γουλιέλμο τον Καταχτητή για να ξεμείνουν τελικά εκεί οι περισσότεροι
και να αφομοιωθούν τελικά μ’ όλους τους προγενέστερα
ελθόντες λαούς, οι Αγγλοσάξονες καταφεύγουν στα σκωτικά όρη και
μπερδεύονται φυλετικά με τους Σκώτους χωρίς καμιά δυσκολία. Πράγμα που
σημαίνει πως οι βουνήσιοι Χαϊλάντερς, που διεκδικούν σήμερα τη
σκωτσέζικη αυτονομία τους είναι τουλάχιστον κατά το ήμισυ
γνησιότατοι Αγγλοσάξονες. Αλλά πιστεύουν πως είναι οι γνησιότεροι
Σκωτσέζοι που θα μπορούσαν να υπάρξουν στη Σκωτία. Κι αυτός είναι ο
λόγος που επιμένουν να διαφοροποιούνται ενυδυματολογικά οι Χαϊλάντερς
φορώντας εκείνες τις παρδαλές φούστες. Τι θα λέγατε
αν και οι δικοί μας «γνήσιοι» Έλληνες κυκλοφορούσαν σήμερα με
φουστανέλλα; Αλλωστε, το είχε προτείνει και ο Μακρυγιάννης. Αν τους
βάλουμε να φυσούν και μια σκωτσέζικη γκάιντα θα αναπτύξουμε έτι
περαιτέρω τον τουρισμό μας.
Κλείνουμε μ’ ένα ακόμα καλαμπούρι με
γλωσσικές επιπτώσεις. Ο καταφάνερος παραλογισμός του πληθυντικού
ευγενείας προέκυψε στην Αγγλία λίγο μετά το 1066, τότε που οι
νιοφερμένοι Γάλλοι του Γουλιέλμου του Καταχτητή βλέπουν τους
αγγλοσάξονες
φεουδάρχες να μιλούν στον πληθυντικό στους κολλήγους και οι κολλήγοι να
μιλούν στον πληθυντικό στους φεουδάρχες. Δεν κατάλαβαν, οι ανόητοι, πως
απευθύνονταν ο ένας στον άλλο σαν εκπρόσωποι ομάδων, ο φεουδάρχης της
φαμίλιας του και ο κολλήγος των υποταχτικών.
Νόμισαν πως έτσι μιλούν οι πολιτισμένοι άνθρωποι. Κι εκείνον τον καιρό
οι Αγγλοσάξονες ήταν πολύ πιο πολιτισμένοι απ’ τους Γάλλους.
Όσοι Γάλλοι επέστρεψαν στη Γαλλία, μαζί με
το θαυμασμό τους για τους πολιτισμένους άγγλους φεουδάρχες, κουβάλησαν
και τον ταξικό πληθυντικό, που τον εξέλαβαν από λάθος σαν πληθυντικό
ευγενείας. Το καλαμπούρι μέσω Γαλλίας πέρασε
σ’ όλον τον κόσμο. (Σκέφτεστε τους αρχαίους Έλληνες, έναν λαό
υποδειγματικά λογικό, να χρησιμοποιούν τον πληθυντικό ευγενείας; Εγώ το
σκέφτομαι και σκάω στα γέλια). Πάντως οι έξυπνοι Εγγλέζοι κατάργησαν
πονηρά τον γλωσσικό παραλογισμό του πληθυντικού ευγενείας
κάνοντας όμοια το δεύτερο ενικό και το δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο. Οι
άλλες γλώσσες όμως συνεχίζουν να είναι ηλιθίως ευγενικές, μετατρέποντας
την ευγένεια, ένα πρόβλημα ήθους, σε γλωσσικό πρόβλημα. Αδυνατούμε να
καταλάβουμε πως η ανθρώπινη λαλιά δεν κάνει
ποτέ λογικά σφάλματα, εκτός κι αν είναι παράλογος αυτός που μιλάει.
Είναι αδύνατο να εκλάβεις τον έναν για πολλούς, εκτός κι αν είσαι
μεθυσμένος. Αλλωστε, αν η ευγένεια ήταν πρόβλημα γραμματικής, αγενείς θα
ήταν μόνο οι αγράμματοι.
~ Απόσπασμα από το βιβλίο - Βασίλη Ραφαηλίδη - Λαοί της Ευρώπης Καταγωγή και χαρακτηριστικά
Ραφαηλίδης – Η γαλλικότητα των Γάλλων
Οι Ρωμαίοι ονόμαζαν Gallia (Γαλλία) τη Γαλατία, που είναι η λόγια ελληνική εκδοχή του Gallia. Όμως, οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Κελτία ή Κελτική τη Gallia των Ρωμαίων. Οι ίδιοι οι Γάλλοι αργότερα θα ονομάσουν France (Φραγκία) ένα μέρος, το μεγαλύτερο, της αρχαίας Γαλατίας, της Κελτίας αν προτιμάτε το ελληνικό όνομα, δηλαδή της χώρας των Κελτών, των προγόνων των Γαλατών. Κέλτες και Γαλάτες είναι ένα και το αυτό. Ωστόσο, σήμερα, ονομάζουμε Κέλτες μόνο τους βόρειους Κέλτες (Βρετόνοι, Ουαλοί, Ιρλανδοί) και αφήνουμε για τους νότιους Κέλτες το ρωμαϊκό όνομα Γαλάτες.
Οι Κέλτες, ήρθαν στους τόπους της τελικής
τους εγκατάστασης από την περιοχή της Λιθουανίας, της πιθανότερης κοινής
αφετηρίας όλων των Ινδοευρωπαίων, περίπου τον ίδιο καιρό που ήρθαν στην
Ελλάδα οι Αχαιοί, τα πρωτοξάδερφά τους.
Και κατοίκησαν αρχικά σε μια ευρύτατη περιοχή, που συμπεριλάμβανε
ολόκληρη τη σημερινή Γαλλία, το Βέλγιο και τμήμα της σημερινής Ολλανδίας
και Γερμανίας. Οι Φράγκοι, που θα εκτοπίσουν τους Κέλτες αρχικά από την
περιοχή της σημερινής γαλλικής Βουργουνδίας,
στο ανατολικό τμήμα της Γαλλίας, δεν ήταν Κέλτες, ήταν Γερμανοί. Πιο
σωστά, Τεύτονες, όπως χαρακτηρίζουμε όλα τα αρχαία γερμανικά φύλα
συλλήβδην. Είναι οι γερμανικής καταγωγής και προελεύσεως Φράγκοι που θα
δώσουν το σημερινό όνομα στη χώρα, που εμείς επιμένουμε
να τη λέμε Γαλλία (Γαλατία) παραπέμποντας έτσι σε μια περίοδο κατά την
οποία δεν είχαν εμφανιστεί ακόμα οι Φράγκοι. Ο Κάρολος ο Μεγάλος
(Καρλομάγνος), με τον οποίο αρχίζει η ιστορία της σημερινής Ευρώπης το
800 μ.Χ. ήταν Φράγκος, και σαν τέτοιο τον διεκδικεί
και η γαλλική και η γερμανική ιστορία.
Τον
3ο π.Χ. αιώνα, οι Γαλάτες, όπως θα λέμε στο εξής τους ταχύτατα
εκρωμαϊσθέντες νότιους Κέλτες, ήταν ένας πανίσχυρος πολεμικός βαρβαρικός
λαός, που υπό τον Βρέννο κατέλαβαν και κατέστρεψαν τη Ρώμη το 390 π.Χ.
Και το 279 π.Χ. νικούν κατά κράτος τους Μακεδόνες.
Από τη Μακεδονία προωθούνται στη Θεσσαλία και το 278 φτάνουν στη Στερεά
Ελλάδα, όπου επιτέλους νικιούνται από τους Έλληνες. Ένα τμήμα της
διαλυμένης στρατιάς τους ιδρύει κράτος στη Θράκη, περί τον Αίμο, που δε
ζει πολύ διότι το διαλύουν οι Ρωμαίοι το 220 π.Χ.
και ένα άλλο τμήμα της ίδιας διαλυμένης γαλατικής στρατιάς περνάει στη
Μ. Ασία και ιδρύει εκεί το λεγόμενο Ανατολικό Γαλατικό Κράτος, που
ονομάζεται και Γαλλογραικία (Γαλλοελλάδα) και που ζει μέχρι το 25 π.Χ.,
οπότε ο αυτοκράτορας Αύγουστος το ενσωματώνει
στην Παφλαγονία. Τούτοι οι μικρασιάτες Γαλάτες θα είναι απ’ τους
πρώτους που θα προσχωρήσουν στο χριστιανισμό. Προς αυτούς απευθύνονται
οι προς Γαλάτας επιστολές του Αποστόλου Παύλου.
Στους περίφημους γαλατικούς πολέμους που
διεξάγει ο Ιούλιος Καίσαρας από το 58 μέχρι το 51 π.Χ., οι Γαλάτες δεν
εξοντώνονται, αλλά εκρωμαΐζονται με ταχύτητα που θα καταπλήξει τους
ιστορικούς. Έκτο-τε, οι Γαλάτες θα ενεργούν ως
Ρωμαίοι. Μέχρι που τον 5ο αιώνα, όταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έχει ήδη
καταλυθεί, εισβάλλουν στην περιοχή τους οι γερμανικής καταγωγής και
προελεύσεως Φράγκοι, που μαζί με τους Γαλάτες θα συναποτελέσουν τους
προγόνους των σημερινών Γάλλων. Που μιλούν μια γλώσσα
με εντυπωσιακή αφομοιωτική δύναμη, προερχόμενη από ανάμιξη πρώτα της
κελτικής με τη λατινική και στη συνέχεια της κελτολατινικής με τη
γερμανική. Ακόμα και στοιχεία της βασκικής, που μιλιέται και σήμερα τόσο
στην ισπανική όσο και στη γαλλική πλευρά της Χώρας
των Βάσκων, αφομοίωσε αυτή η τρομερή γλώσσα.
Πουθενά αλλού στον κόσμο εκτός απ’ τη
Γαλλία η αφομοιωτική ικανότητα ενός λαού δεν είναι τόσο μεγάλη. Αυτός
προφανώς είναι ο λόγος που η Γαλλία φιλοξενεί πάντα τόσο άνετα τους
ξένους, κυρίως εκείνους που έχουν να προσφέρουν κάτι
στο γαλλικό πολιτισμό. Άλλωστε, ο πολύ ιδιόμορφος γαλλικός εθνικισμός,
με εξαίρεση φυσικά τον γαλλικό φασισμό που δε διαφέρει σε τίποτα απ’
τους άλλους φασισμούς, έχει σχέση μόνο με τον γαλλικό πολιτισμό, για τον
οποίο οι Γάλλοι είναι ιδιαίτερα υπερήφανοι
- και με το δίκιο τους.
Σήμερα
στη Γαλλία ζουν νόμιμα, με όλα τα δικαιώματα του γάλλου πολίτη, κάπου 2
εκατομμύρια αλλοδαποί, χώρια οι παράνομοι. Απ’ αυτούς, κάπου 700
χιλιάδες είναι Ιταλοί, και κάπου 500 χιλιάδες, Ισπανοί. Η Γαλλία δεν
έπαψε ποτέ να παίζει το ρόλο του προστάτη των Ιταλών
και των Ισπανών. Αλλά και όλων των πολιτικά διωκόμενων του κόσμου,
ασχέτως ιδεολογίας. (Η απέλαση του Τρότσκι αποτελεί μια θλιβερή
εξαίρεση). Και πουθενά αλλού στον πλανήτη, οι Εβραίοι (κάπου 600.000)
και οι Αρμένιοι (κάπου 200.000) δεν περνούν καλύτερα. Μια
χώρα καθολική αλλά χωρίς καθολικό φανατισμό, πέτυχε τον πλήρη και
απόλυτο χωρισμό του κράτους από την εκκλησία, χάρη στην πολύ έγκαιρη
απομάκρυνση της γαλλικής καθολικής εκκλησίας από την εξουσία του πάπα.
Φυσικά, στη Γαλλία δεν υπάρχει επίσημη θρησκεία. Όλες
είναι ανεπίσημες, ακόμα και ο καθολικισμός. Ο Γαλλικός Διαφωτισμός του
18ου αιώνα λειτουργεί ακόμα στη Γαλλία.
Τούτη
η υπέροχη χώρα, που με τον Ρομπέρ Σουμάν είχε την ιδέα της Ενωμένης
Ευρώπης, μπόρεσε και ισορρόπησε τα πάντα. Και κυρίως τη γεωργία, που
είναι η μεγαλύτερη και καλύτερα οργανωμένη ολόκληρης της Ευρώπης, με την
εξαιρετικά αναπτυγμένη γαλλική βιομηχανία. Και
όντας η Γαλλία των 55 περίπου εκατομμυρίων κατοίκων η πιο
αραιοκατοικημένη χώρα της Δυτ. Ευρώπης αλλά και η πιο πλούσια σε
γεωλογικές εναλλαγές μπορεί και προσφέρει στους κατοίκους της, στην
επαρχία τουλάχιστον, μια εξαιρετικά άνετη και πολιτισμένη ζωή. Δεν
είναι τυχαίο που η χάρη, η κομψότητα και η ευγένεια είναι τυπικά
γνωρίσματα του τυπικού Γάλλου. Ούτε είναι τυχαίο το τεράστιας σημασίας
για την οικονομία της χώρας γεγονός πως η Γαλλία είναι η πρώτη χώρα στον
κόσμο που κατάφερε να κάνει την πολυτέλεια και
το γόητρο εξαγώγιμα εμπορεύματα.
Το
Κονιάκ δεν είναι ποτό, είναι επαρχία της Δυτ. Γαλλίας, κοντά στην ακτή
του Ατλαντικού, λίγο πιο πάνω απ’ το Μπορντώ. Κι ωστόσο, παντού στον
κόσμο πίνουν κονιάκ, ακόμα κι όταν δεν προέρχεται απ’ το Κονιάκ. Το
γαλλικό απόσταγμα οίνου, όπως και τα γαλλικά κρασιά,
περισώζει και μεταφέρει στα πέρατα του κόσμου το γόητρο της γαλλικής
αμπελουργίας, το καύχημα των Γάλλων. Το ίδιο και η τεράστια ποικιλία
γαλλικών τυριών. (Το καμαμπέρ είναι κάτι σαν τυρένιο εθνικό σύμβολο της
Γαλλίας, με δεύτερο στη σειρά της τυροσυμβολικής
το ροκφόρ. Όσο για το πατέ ή φουά γκρα, αυτό ανήκει σε μια άλλη
κατηγορία γαστρονομικών γαλλικών συμβόλων).
Το
ίδιο εθνοσυμβολική είναι και η θρυλική γαλλική κουζίνα. Το ίδιο και ο
αφρώδης οίνος, που είναι τέτοιος γιατί η ζύμωση γίνεται μέσα στο
μπουκάλι και όχι μέσα στο βαρέλι - τόσο απλό είναι το πράγμα που λέγεται
σαμπάνια, και επί το ελληνικότερον καμπανίτης οίνος,
δηλαδή οίνος προερχόμενος από την Κομπανία (Σαμπάνι στα γαλλικά), μια
επαρχία της βορειοδυτικής Γαλλίας, όχι πολύ μακρυά απ' το Παρίσι.
Βέβαια, μπορείς να πιεις και ελληνική σαμπάνια, αλλά και πάλι τη Γαλλία
θα βάλεις στο στόμα σου.
Γόητρο (πρεστίζ) πουλούν οι Γάλλοι και με
χίλια δυο άλλα πράγματα. Ας πούμε με τις πορσελάνες Λιμόζ και τις
πορσελάνες Σεβρ, που το μόνο πλεονέκτημά τους είναι πως κατασκευάζονται,
οι πρώτες στην πόλη Λιμόζ της κεντροδυτικής Γαλλίας
και οι δεύτερες στη Σεβρ, μια μικρή πόλη κοντά στο Παρίσι. (Θυμηθήτε με
την ευκαιρία και τη συνθήκη των Σεβρών του 1920. Γιατί η Γαλλία πουλάει
γόητρο και διά της διεθνούς διπλωματίας).
Αν εκτός από πορσελάνινο θέλετε και
κρυστάλλινο γαλλικό γόητρο, αγοράστε κρύσταλλα Μπακαρά, που είναι πόλη
της Αλσατίας επί του ποταμού Μοζέλα, πίνοντας με την ευκαιρία και κανένα
υπέροχο κρασί Μοζέλα. Και φυσικά, οι νεόπλουτες
σύζυγοι νεοελλήνων νεοκλεπτών δεν θα παραλείψουν να ντυθούν στου Ντιόρ,
ή σε κανέναν άλλο απ’ τους εκατοντάδες γαλλικούς οίκους μόδας, απ’
αυτούς που έκαναν την υψηλή ραπτική υψηλό τρόπο συσσώρευσης εθνικού
πλούτου. Η υψηλή ραπτική είναι η πιο φτηνή φάμπρικα
κατασκευής γοήτρου, που πουλάει τα προϊόντα της πανάκριβα, ίσα ίσα για
να δίνει τη δυνατότητα στις σνομπ κυρίες ολόκληρου του κόσμου να
παριστάνουν τις καλόγουστες με δανεικό γούστο. Και είναι τόσες πολλές οι
κακόγουστες γυναίκες σ’ όλον τον κόσμο που δεν
θα σταματήσει ποτέ η εξαγωγή καλού γούστου απ’ τη Γαλλία, παρόλο που τα
ρούχα γοήτρου χρειάζονται και σώματα γοήτρου, ανάλογα μ’ αυτά των
μανεκέν. (Τα καλά ρούχα τα αγοράζεις, το καλό σώμα όμως από πού θα το
αγοράσεις; Μα, απ’ του Ντιόρ. Που, πουλώντας ρούχα
γοήτρου, πουλάει ρούχα που κάνουν τον παπά, παπά και την άχαρη, κομψή).
Αν παρά ταύτα το γόητρο δε λειτουργήσει,
δε χάλασε κι ο κόσμος για τη γαλλική βιομηχανία γοήτρου. Αυτή, μια φορά,
το εμπόρευμα γοήτρου το πούλησε, περισσότερο ως γόητρο και λιγότερο ως
παραδοσιακό εμπόρευμα, κι από κει και πέρα
ας φροντίσουν να το αξιοποιήσουν οι στερούμενοι γοήτρου. Πάντως, σε
τούτο το περίεργο εμπόριο, οι Γάλλοι ποτέ δεν θα σου πουλήσουν φύκια για
μεταξωτές κορδέλες. Απλώς, θα σου πουλήσουν τα φύκια μαζί με τις
μεταξωτές κορδέλες και είναι στο χέρι σου να τα χρησιμοποιήσεις
ως φύκια ή ως μεταξωτές κορδέλες, ανάλογα με το μυαλό σου. Το εμπόριο
γοήτρου δεν είναι απάτη, είναι μύθος που περιβάλλει μια υπαρκτή
ποιότητα, που από μόνη της δυσκολεύεται να λειτουργήσει. Τα μπλουζάκια
Λακόστ, για παράδειγμα, έχουν τόσο καλό βαμβάκι, όσο
κι όλα τα κατασκευασμένα με καλό βαμβάκι μπλουζάκια του κόσμου. Όμως,
όταν αγοράζεις Λακόστ, εκτός από βαμβάκι εκλεκτής ποιότητας, αγοράζεις
και κροκοδειλάκι - και το πληρώνεις ακριβότερα απ’ το βαμβάκι. Αυτό
ακριβώς είναι το εμπόριο γοήτρου, η πιο μεγάλη
γαλλική εμπορική ανακάλυψη.
Το σημαδιακό για τη γαλλική οικονομία
εμπόριο γοήτρου, εγκαινιάστηκε το 1683, αμέσως μετά το θάνατο του
Κολμπέρ, του περίφημου υπουργού οικονομικών του Λουδοβίκου ΙΔ'. Ο
Κολμπέρ, για να ανορθώσει την οικονομία της Γαλλίας που είχε
καταστρέφει ο Μαζαρίνος, ο διαολόπαπας-πρωθυπουργός, ανεβοκατέβαζε
συνεχώς τους δασμούς των εισαγόμενων προϊόντων. Ήταν τότε που παρατήρησε
πως η ζημιά οφείλεται στη μανία των ευπορών τάξεων να καταναλώνουν ό,τι
δεν μπορούν να καταναλώσουν οι φτωχότεροι, όχι
για να ικανοποιήσουν κάποιες ανάγκες τους αλλά για να αποχτήσουν ή να
αυξήσουν το γόητρό τους. Μόνο σε τέτοιου είδους εισαγόμενα προϊόντα, που
δεν ικανοποιούσαν καμιά σοβαρή ανάγκη και που η έλλειψή τους συνεπώς
δεν θα προ-καλούσε καμιά σοβαρή δυσαρέσκεια,
ο Κολμπέρ επέβαλε μεγάλους δασμούς: πολλά τέλη. Και ούτω πως, προέκυψε
μια καινούργια κατηγορία εμπορευμάτων, τα πολυτελή: τα έχοντα πολλά
τέλη, πολλούς δασμούς.
Φυσικά, η πολυτέλεια δεν είναι ανακάλυψη
του Κολμπέρ. Ως ψυχικό φαινόμενο και όχι ως οικονομικό μέγεθος, είναι
σύμφυτη στον άνθρωπο. Αλλωστε, το πραχτικά περιττό και το πραχτικά
άχρηστο δημιούργησαν τον πνευματικό πολιτισμό και
την τέχνη. Αποκλείεται να πεθάνεις από στέρηση, αν δεν πας στη συναυλία
ή αν δε διαβάσεις το βιβλίο που θα ήθελες. Κι ωστόσο, αφού εξασφαλίσεις
το αναγκαίο φαΐ, φροντίζεις και για το γλυκό, που από διατροφικής
απόψεως είναι μια εντελώς άχρηστη πολυτέλεια.
Μπορείς να ζήσεις χωρίς γλυκό, όχι όμως και χωρίς φαγητό. Κι ωστόσο,
τρως το γλυκό αφού φας το φαΐ σου, εκτός κι αν είσαι παιδάκι οπότε τρως
το περιττό για να μη φας το αναγκαίο. Κάτι ξέρουν τα παιδιά. Ξέρουν πως
το περιττό είναι πάντα πιο ευχάριστο από το
αναγκαίο. Και για τον ουρανίσκο, και για τα μάτια, και για τ’ αυτιά,
και για το μυαλό. Το περιττό βρίσκεται στη βάση κάθε τέρψης αισθητικής
τάξεως. Να γιατί η τέχνη είναι προνόμιο, αν όχι των πλουσίων, τουλάχιστο
των εχόντων. Θέλουμε να ζού-με και όχι να επιβιώνουμε,
έλεγε ένα υπέροχο σύνθημα του γαλλικού Μάη του ’68. Πρόκειται για μια
παραλλαγή της ευαγγελικής ρήσης, ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος. Ο
άνθρωπος για να ζήσει καλά χρειάζεται το περιττό και συνεπώς το
πολυτελές, όπως χαρακτηρίζεται το περιττό από οικονομικής
απόψεως νοούμενο.
Οι μαθητές του Κολμπέρ επεξέτειναν τη
σκέψη του δασκάλου για την οικονομική σημασία του ψυχικά αναγκαίου
περιττού και αντέστρεψαν τη μέθοδό του. Σκέφτηκαν πως, αντί να
απαγορεύουν την εισαγωγή πολυτελών πραγμάτων, θα ήταν πιο αποδοτικό
για την εθνική οικονομία να κατασκευάζουν πολυτελή πράγματα για
εξαγωγή. Και ούτω πως προέκυψε κατ’ αρχάς στη Γαλλία η βιομηχανία και το
εμπόριο πολυτελών, δηλαδή μη αναγκαίων πραγμάτων. Ο Μαρξ, σε αντίθεση
με τον Κολμπέρ, δε θα δώσει μεγάλη σημασία στο οικονομικό
μέγεθος που λέγεται πολυτελές αντικείμενο. Σωστά σκέφτηκε, αλλά
σκέφτηκε μόνο σαν οικονομολόγος και όχι σαν ψυχολόγος, ή αισθητικός. Η
πολυτέλεια είναι ψυχική και αισθητική ανάγκη μόνο. Καταλαβαίνετε τώρα
γιατί το Παρίσι είναι η παγκόσμια πρωτεύουσα της τέχνης;
Διότι είναι η παγκόσμια πρωτεύουσα της πολυτέλειας.
Από
το βιβλίο του Βασίλη Ραφαηλίδη "Λαοί της Ευρώπης Καταγωγή και χαρακτηριστικά"by Αντικλείδι , http://antikleidi.com