Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

5.3.16

ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ: Η ΑΙΜΑΤΟΒΑΜΜΕΝΕΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΕΣ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ: Η ΑΙΜΑΤΟΒΑΜΜΕΝΕΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΕΣ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ 12-13ος αι. μ.Χ.

      ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ: Η ΑΙΜΑΤΟΒΑΜΜΕΝΕΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΕΣ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ
  • Τον 12ο μ.Χ αιώνα, η Ιερουσαλήμ αποτελεί πόλο έλξης για τρεις θρησκευτικές ομάδες: Εβραίους, χριστιανούς και

    ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ-ΠΙΝΑΚΑΣ Gustave dore
    μουσουλμάνους. Οι τελευταίοι την κατείχαν από το 638 μ.Χ, χωρίς να απαγορέψουν στους υπόλοιπους την επίσκεψη στους άγιους τόπους.
  • Με μία έννοια οι σταυροφορίες αποτέλεσαν τη φυσική συνέχεια των προσκυνημάτων.
  • Το 1.099 μ.Χ, οι καθολικοί χριστιανοί καταλαμβάνουν την Ιερουσαλήμ και μια ζώνη 1.000 Km της παραλιακής Συρίας, χωρίς όμως να έχουν επαρκή δύναμη αποίκων για να διατηρήσουν τις κτήσεις.
  • Ωστόσο, το 1.144 μ.Χ οι μουσουλμάνοι ανακαταλαμβάνουν την Έδεσσα χωρίς η Β' σταυροφορία να καταφέρει να αποκαταστήσει την απώλεια.
  • Το 1.187 μ.Χ, οι μουσουλμάνοι ξαναπαίρνουν την Ιερουσαλήμ χωρίς η Γ' σταυροφορία να την ανακτήσει.
  • Το 1.204 μ.Χ, η Δ' σταυροφορία αν και είχε στόχο την Ιερουσαλήμ, επιδόθηκε στη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης.
  • Οι σταυροφορίες ήταν οι πρώτες μεγάλες επιχειρήσεις που συνεργάστηκαν μαζικά τα έθνη της Ευρώπης. Εξάλλου, ευνόησαν τους ηγέτες του Ισλάμ, να επιβάλουν την ενότητα και τη θρησκευτική ορθοδοξία σε μια περιοχή διαιρεμένη. Οι πόλεις που πραγματικά ωφελήθηκαν από τις σταυροφορίες ήταν οι εμπορικές πόλεις της βόρειας Ιταλίας και κυρίως η Βενετία. Τα λιμάνια του Βυζαντίου και της Ανατολής ήταν σταθμοί στο εμπόριο που ευνοήθηκε σημαντικά από τη χριστιανική παρουσία στην Ανατολή.
  • Τον 10ο μ.Χ αιώνα, το Ισλάμ εκτείνεται από την Ισπανία ως τον Ινδό και από την Κασπία ως την Αίγυπτο. Την διαδοχή διεκδικούσαν δύο αντίπαλες δυναστείες: Οι Αβασσίδες της Βαγδάτης που αντιπροσώπευαν τη σουνίτικη πλειοψηφία και κατάγονταν από τον Αμπού Μπακρ και οι Φατιμίδες του Καΐρου, που ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από την κόρη του προφήτη Φατιμά. Ήταν ηγέτες της Σια, δηλαδή μερίδας που επί αιώνες είχαν αφομοιώσει στοιχεία κι από άλλες εκτός Ισλάμ λατρείες, κυρίως από το χριστιανισμό και από το ζωροαστρισμό. Για τους σιίτες, η γραμμή της διαδοχής περνούσε από το σύζυγο της Φατιμά Αλή και μερικοί πρέσβευαν ότι ο φόνος των απίστων αποτελούσε θρησκευτικό καθήκον.
  • Οι Αβασσίδες φτάνουν στο απόγειό τους τον 9ο μ.Χ αιώνα και οι Φατιμίδες τον 10ο μ.Χ αιώνα. Ωστόσο, κατά τον 12ο μ.Χ αιώνα, καμιά από τις 2 δυναστείες δεν ασκεί πραγματική εξουσία. Οι Αβασσίδες θεωρητικά κυβερνούσαν από τις ανατολικές ακτές της Μεσογείου ως τις Ινδίες, αλλά είχαν υποσκελιστεί από τους Σελτζούκους. Οι Φατιμίδες μετά τον εμφύλιο που άρχισε το 1060 μ.Χ απ' τους κύκλους του στρατού, κυβερνιόνταν από δυναστεία Αρμενίων μουσουλμάνων που κατάγονταν από δούλους. Η Συρία (Συρία, Ιορδανία, Λίβανος, Ισραήλ), που περιλάμβανε ισχυρά εμπορικά κέντρα, ήταν πότε στα χέρια των Αβασσιδών και πότε στων Φατιμίδων. Η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν αραβόφωνοι μιγάδες, απόγονοι Αράβων αλλά και Εβραίοι και χριστιανοί, ενώ στις ερήμους της Συρίας ζούσαν Άραβες νομάδες. Με τον εμφύλιο στην Αίγυπτο, η Συρία περιπίπτει στο χάος και η Ιερουσαλήμ αφού άλλαξε τρεις φορές χέρια κατέληξε στους Σελτζούκους, χωρίς όλον αυτόν τον καιρό να διακοπούν τα προσκυνήματα.
  • Βυζάντιο: Η δύναμή του φθίνει μετά το Ματζικέρτ και ο στρατός βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μισθοφόρους. Τα εδάφη του αποτελούσαν η Ελλάδα, τμήμα των Βαλκανίων και κατάλοιπα της Μικράς Ασίας.
  • Το 1.054 μ.Χ, η διαμάχη για τη σωστή διατύπωση του Πιστεύω οδηγεί την ορθόδοξη και την καθολική εκκλησία σε αμοιβαίο αναθεματισμό κι αργότερα σε σχίσμα.
  • Το 1.095 μ.Χ, ο Αλέξιος Κομνηνός στέλνει φιλική επιστολή στον πάπα Ουρβανό Β' ζητώντας βοήθεια για την ανάκτηση των χαμένων βυζαντινών εδαφών.. Ο Ουρβανός πιστεύει πως αν οι ιππότες εκστρατεύσουν στην Ανατολή θα ανακουφιστούν οι Γάλλοι συμπατριώτες του από τις εσωτερικές διαμάχες, και καθώς το Βυζάντιο θα εξαρτηθεί από τα όπλα της δύσης θα επέλθει θρησκευτική ενότητα.
  • Την εποχή εκείνη, κύριο θέρετρο αντιπαράθεσης μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων αποτελούσε η Ισπανία, στην οποία οι Άραβες από τον 8ο μ.Χ αιώνα που εισέβαλαν, ποτέ δεν κατέκτησαν πλήρως, καθώς παρέμειναν χριστιανικά βασίλεια στο βορρά. Έτσι το 1.085 μ.Χ, η πρωτεύουσα του κέντρου του ισπανικού οροπεδίου Τολέδο καταλαμβάνεται από τους χριστιανούς.
  • Το 1.095 μ.Χ, ο Ουρβανός Β', συγκροτεί σύνοδο επισκόπων στη Γαλλία, στο Κλερμόν, όπου
    ΠΑΠΑΣ ΟΥΡΒΑΝΟΣ Β'
    απεύθυνε (κρινόμενη εκ των αποτελεσμάτων) μία από τις μεγαλύτερες ομιλίες της ιστορίας. Έτσι ξεκίνησε η 1η σταυροφορία. Ήταν ο 1ος από τους πολυάριθμους πολέμους που εξαπέλυσαν οι πάπες στους επόμενους 5 αιώνες (βασισμένοι στη δύναμη που τους έδινε το προνόμιο της άφεσης αμαρτιών).
  • Η σύνοδος του Κλερμόν εξέλεξε επικεφαλής της αποστολής τον Αντεμάρ, επίσκοπο του Πυύ, που είχε την εμπιστοσύνη του πάπα αλλά μπορούσε και να ιππεύει σαν ιππότης. Οι ιππότες με εντολή του πάπα έραψαν σταυρούς στα ρούχα τους και από κει αργότερα προήλθε ο όρος σταυροφορία. Ωστόσο, τα πρώτα θύματα των ιπποτών, υπήρξαν Εβραίοι που αρνήθηκαν να βαφτιστούν χριστιανοί. Το πρώτο κύμα σταυροφόρων, αφού είχε σκορπίσει πίσω του το θάνατο, καταστρέφεται από τους Τούρκους του Κιζίζ Αρσλάν. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος ανακοινώνει πως το Βυζάντιο δε θα συμμετέχει στη σταυροφορία, με αποτέλεσμα να ψυχρανθούν οι σταυροφόροι. Το δεύτερο κύμα σταυροφόρων, καταλαμβάνει τη Νίκαια, κατόπιν νικά και τρέπει σε φυγή τους Τούρκους του Κιζίζ Αρσλάν, κατακτώντας πλούσια λάφυρα.
  • Το 1.098 μ.Χ, καταλαμβάνεται η Αντιόχεια και ακολουθεί σφαγή μουσουλμάνων, αλλά ο Βοημούνδος παρά τις αρχικές υποσχέσεις δεν επιστρέφει τα εδάφη στους βυζαντινούς και δεν παραχωρεί τη θέση του. Εν τω μεταξύ οι σιίτες καταλαμβάνουν την Ιερουσαλήμ από τους σουνίτες.
  • Το 1.099 μ.Χ, με τη βοήθεια Γενουατών που προσφέρουν υλικά για την κατασκευή πολιορκητικών μηχανών, οι σταυροφόροι καταλαμβάνουν την Ιερουσαλήμ και ακολουθεί τρομερή σφαγή μουσουλμάνων και Εβραίων.
  • Συνολικά συστάθηκαν 4 σταυροφορικά κράτη που επιβίωσαν όχι λόγω της δύναμής τους, αλλά κυρίως λόγω της διχόνοιας των αντιπάλων τους. Τα 4 σταυροφορικά κράτη έγιναν γνωστά ως υπερπόντια εδάφη και ήταν: η Ιερουσαλήμ, η Τρίπολη, η Αντιόχεια και η Έδεσσα. Αποτέλεσαν μια εύθραυστη λωρίδα χριστιανικής εξουσίας, που εκτείνονταν από την Ερυθρά θάλασσα έως τις πηγές του Ευφράτη. Τα υπερπόντια εδάφη έγιναν ένα παράδοξο μίγμα ανατολής και δύσης, με φεουδαρχικό σύστημα και 140.000 κατοίκους από την Γαλλία και από τις γαλλόφωνες περιοχές της Λορένης, της Φλάνδρας και της Σικελίας, αλλά και από τις υπόλοιπες καθολικές χώρες. Στις παραλιακές πόλεις οι διάφορες εθνότητες ήταν ανάμικτες, αλλά κυριαρχούσαν οι Ιταλοί έμποροι. Μερικές από τις γνώσεις της ανατολής άρχισαν να φτάνουν στη δύση, όπως τα μαθηματικά, οι επιστήμες και η φιλοσοφία, αλλά οι άποικοι ελάχιστα υιοθέτησαν τον πολιτισμό της Ανατολής από τους Άραβες και προτιμούσαν τις επαφές με τους Τούρκους που ενδιαφέρονταν για αθλήματα και για τον πόλεμο.
  • Με το πέρασμα των αιώνων, δημιουργήθηκαν στρατιωτικά τάγματα όπως οι Ναΐτες και οι Ιωαννίτεςιππότες της Ρόδου, που αναδείχθηκαν στον πιο ισχυρό στρατό της χριστιανοσύνης. Από την πλευρά των σιιτών, υπήρχαν οι ασσασίνοι, που κατείχαν την τέχνη της κατασκευής δηλητηρίων και ναρκωτικών και συνήθως επιδίδονταν σε δολοφονίες ηγετών.
  • Η στάση των μουσουλμάνων απέναντι στους χριστιανούς, άρχισε βαθμιαία να αλλάζει και να σκέφτονται τη τζιχάντ, που από τον 7ο αιώνα είχε περιπέσει σε αχρηστία.
    ΣΑΛΑΝΤΙΝ
    Το 1.144 μ.Χ, ο μουσουλμάνος ηγέτης της Μοσούλης Ζενγί, καταλαμβάνει την Έδεσσα. Όταν αυτός δολοφονείται, τον διαδέχονται οι γιοί του, Σαλαντίν στη Μοσούλη και Νουρεντίν στο Χαλέπι.
  • Η Β' σταυροφορία, αποτυγχάνει παταγωδώς να ανακαταλάβει την Έδεσσα και την πλουσιότερη Δαμασκό. Η μόνη της θετική συνέπεια υπήρξε το 1.147 μ.Χ, όταν Άγγλοι και Ολλανδοί σταυροφόροι βοήθησαν το βασιλιά της Πορτογαλίας να καταλάβει τη Λισσαβώνα.
  • Το 1.154 μ.Χ, ο Νουρεντίν καταλαμβάνει τη Δαμασκό. Κάνει δωρεές σε τεμένη, ιδρύει δικαστήρια, ιδρύει σχολεία του κορανίου.
  • Το 1.168 μ.Χ, ο Σαλαντίν γίνεται αντιβασιλιάς της Αιγύπτου των Φατιμιδών και κυβερνά ως αντιπρόσωπος του Νουρεντίν, έτσι οι Φατιμίδες της Αιγύπτου πέφτουν και η Αίγυπτος έχουν σουνίτικη διοίκηση. Ενώ το 1.171 μ.Χ καταλαμβάνεται και η Υεμένη.
  • Το 1.174 μ.Χ, ο Νουρντίν πεθαίνει, το γεγονός εκμεταλλεύεται ο Σαλαντίν που καταλαμβάνει όλη τη Συρία, εκτός από το Χαλέπι, το οποίο κατακτά το 1.183 μ.Χ.
  • Το 1.187 μ.Χ, ο Σαλαντίν εκμηδενίζει τον στρατό των Φράγκων. Συλλαμβάνει και φονεύει τον Ρεϋνάλδο του Σαντιγιόν, ενώ αιχμαλωτίζει τον Γκυ του Λουζινιάν που ήταν βασιλιάς της Ιερουσαλήμ. Ο Ραϊμόνδος της Τρίπολης διαφεύγει αλλά λίγο αργότερα πεθαίνει. Στην συνέχεια ο Σαλαντίν καταλαμβάνει την Ιερουσαλήμ και το βασίλειό της.
  • Το 1.188 μ.Χ με κάλεσμα του πάπα Γρηγόριου Η', ξεκινά η 3η σταυροφορία, με ηγέτες το Φρειδερίκο Βαρβαρόσσα της Γερμανίας, το Ριχάρδο της Αγγλίας και το Φίλιππο της Γαλλίας.
  • Το 1.190 μ.Χ ο Βαρβαρόσσα πεθαίνει στην Ανατολία και οι Γερμανοί διαλύονται.
  • Το 1.191 μ.Χ οι Σταυροφόροι καταλαμβάνουν την Άκρα, αλλά ο Φίλιππος επιστρέφει στην Γαλλία και επιτίθεται στα εδάφη του Ριχάρδου.
  • Το 1.192 μ.Χ, Ο Ριχάρδος και ο Σαλαντίν υπογράφουν συνθήκη ειρήνης. Μετά λίγους μήνες οΣαλαντίν πεθαίνει και γίνεται θρύλος ανάμεσα στους χριστιανούς.
  • Το 1.197 μ.Χ, ο γιος του Βαρβαρόσσα, Ερρίκος πεθαίνει αλλά οι Γερμανοί ανακαταλαμβάνουν τη Βυρηττό.
  • Το 1.198 μ.Χ, η Δ' σταυροφορία εκτρέπεται από το στόχο της που ήταν η Αίγυπτος.
  • Το 1.204 μ.Χ, οι Βενετοί σταυροφόροι καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη και τη λεηλατούν για τρεις μέρες. Έτσι δημιουργούν μιαν αυτοκρατορία με καθολική θρησκεία, γαλλική γλώσσα και ιταλική πολιτική. Κατόπιν μοιράζουν την Ελλάδα.
  • Το 1.061 μ.Χ, η Κωνσταντινούπολη περνά πάλι στα χέρια των βυζαντινών, αλλά η Ελλάδα διοικούνταν από Φράγκους ως τον 15ο αιώνα. Όμως οι σταυροφόροι αδυνάτισαν τον ανατολικό προμαχώνα της χριστιανοσύνης κι επέτρεψαν 2 αιώνες αργότερα την κατάληψη της πόλης από τους Τούρκους. Τα πλούσια λάφυρα της Κωνσταντινούπολης και το ρεύμα Βυζαντινών τεχνιτών προς τα δυτικά, επηρέασαν σημαντικά τις τέχνες της δύσης.
  • Στην Ανατολή, ο μακροχρόνιος πόλεμος ενίσχυσε τελικά το Ισλάμ.
  • Στο τέλος του 13ου αιώνα, οι χώρες που βρίσκονταν υπό την εύθραυστη κυριαρχία του Σαλαντίν, πέρασαν τελικά υπό το συγκεντρωτικό έλεγχο των Μαμελούκων της Αιγύπτου.       
Συμπεράσματα:
  1. Ο 12ος αιώνας υπήρξε ο αιώνας των σταυροφοριών. Η πρώτη ξεκίνησε με προτροπή του πάπα Ουρβανού Β' και είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία των υπερπόντιων κτήσεων στα εδάφη της Συρίας. Συνολικά δημιουργήθηκαν 4 κράτη: της Αντιόχειας, της Ιερουσαλήμ, της Έδεσσας και της Τρίπολης με φεουδαλικό σύστημα οργάνωσης, που επιβίωσαν κυρίως λόγω της διαίρεσης των μουσουλμάνων, παρά λόγω της δύναμής τους.
  2. Οι επιπτώσεις που είχαν οι 4 σταυροφορίες ήταν: 1ον η ωφέλεια λόγω του εμπορίου των βόρειων ιταλικών πόλεων, ειδικά της Βενετίας. 2ον την μαζική συνεργασία, για πρώτη φορά των κρατών της δυτικής Ευρώπης. 3ον Τη συσπείρωση τελικά του διαιρεμένου ισλαμικού κόσμου. Ενώ στο εσωτερικό του έχουμε την κατάλυση των Φατιμιδών και την αντικατάστασή τους από τους Μαμελούκους. 4ον Την αποδυνάμωση του Βυζαντίου από την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και της Ελλάδας από τους σταυροφόρους. Η Ελλάδα ειδικά κυβερνιόνταν από Φράγκους μέχρι τον 15ο αιώνα.
  3. Μεγάλη υπήρξε η βαρβαρότητα που επέδειξαν οι σταυροφόροι στις καταλήψεις της Αντιόχειας και της Ιερουσαλήμ, με την εξόντωση μουσουλμάνων και Εβραίων. Πολιτιστικά, στη δύση έφτασαν ορισμένα επιτεύγματα του αραβικού πολιτισμού (μαθηματικά, επιστήμες, φιλοσοφία), αλλά στα υπερπόντια εδάφη οι άποικοι δεν κατάφεραν να έλθουν σε ουσιαστική επαφή με τον αραβικό πολιτισμό και προτιμούσαν τις επαφές με τους Τούρκους.
  4. Στην Ισπανία και την Πορτογαλία, κερδίζονται εδάφη από τους Άραβες. Επίσης έχουμε την εμφάνιση των ταγμάτων των Ναϊτών και των Ιωαννιτών ιπποτών που θα αποτελέσουν στο μέλλον το πιο ισχυρό στρατό της δύσης. Εξάλλου ανάμεσα στους χριστιανούς γίνεται θρύλος ο μουσουλμάνος ηγέτης Σαλαντίν.
      ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΠΗΓΗ; TIME LIFE BOOKS/ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

ANIXNEYTHS ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

ΓΚΙΛΓΚΑΜΕΣ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Από τον ανιχνευτή Επικούρειο Πέπο.

Οι θεοί έπλασαν τον Γιλγαμές, τον άρχοντα της Ουρούκ, για να βασιλέψει στους ανθρώπους. Μια που κατά τα δύο τρίτα ήταν θεϊκός, είχε απαράμιλλη ομορφιά, γενναιότητα και σοφία. Ήταν περήφανος σαν νεαρός ταύρος.

Ο Γιλγαμές διέσχισε τον ωκεανό κι έφτασε στα πέρατα της ανατολής. Ταξίδεψε μακριά για να βρει τα μυστικά του κόσμου και να φέρει πίσω την ιστορία της εποχής πριν από τον Κατακλυσμό. Έχτισε την πόλη Ουρούκ όπου η ιστορία του Γιλγαμές είναι χαραγμένη σε πέτρινες πινακίδες.

Τόσο λαμπρή ήταν η δόξα του Γιλγαμές που κανένας άντρας δεν μπορούσε να παραβγεί μαζί του και καμιά γυναίκα δεν μπορούσε να του αντισταθεί.

Η Αρούρου, η θεά της δημιουργίας, αποφάσισε να φτιάξει ένα σύντροφο για τον Γιλγαμές. Έφτυσε στις παλάμες της, πήρε λίγο πηλό και τον έριξε στην ερημιά. Έτσι δημιούργησε τον Ενκιντού, τον πολεμιστή, το γιο της σιωπής, το ρωμαλέο. Το σώμα του ήταν τριχωτό σαν ζώου και ο Ενκιντού δεν ήξερε τίποτε για το ανθρώπινο γένος.

Μια γυναίκα από το ναό της Ιστάρ, της θεάς του έρωτα, τον δάμασε, ξετρελαμένη με αυτό τον άντρα που γεννήθηκε στα βουνά σαν πεφταστέρι. Αυτή αφύπνισε τον ανδρισμό του. Τον πήρε μαζί της στην Ουρούκ, για να προκαλέσει το μεγάλο Γιλγαμές. «Εγώ είμαι ο πιο δυνατός», κραύγασε ο Ενκιντού. Πάλεψαν σαν ταύροι, αλλά τελικά ο Γιλγαμές τον νίκησε. Μέσα από την πάλη τους γεννήθηκε μια φιλία, πιο δυνατή από τον έρωτα.

Ο Γιλγαμές και ο Ενκιντού περιπλανήθηκαν μαζί στον κόσμο, επειδή ο Γιλγαμές ήταν ανήσυχο πνεύμα. Η Ιστάρ ποθούσε τον Γιλγαμές. «Γίνε άντρας μου», του είπε, «και θα έχεις όλο τον κόσμο στα πόδια σου». Όμως ο ήρωας αρνήθηκε λέγοντας της: «Πότε ήσουν πιστή σε κάποιον εραστή;»

Ο πόθος της Ιστάρ μετατράπηκε σε μίσος. Πήγε στον Άνου, τον πατέρα της, και στην Άντουμ, τη μητέρα της. «Ο Γιλγαμές με περιφρόνησε», τους είπε. «Πατέρα, φτιάξε μου έναν Ταύρο του Ουρανού να αφανίσω τον Γιλγαμές. Αν δεν το κάνεις, θα ανοίξω τις πύλες της κόλασης και θα αφήσω τους νεκρούς να φάνε μαζί με τους ζωντανούς».

«Αν κάνω έναν Ταύρο, θα έχουμε εφτά χρόνια ξηρασία».

«Κάνε τον!» αποκρίθηκε η Ιστάρ.

Η Ιστάρ πήρε στα χέρια της τα χαλινάρια του Ταύρου του Ουρανού και τον οδήγησε στην Ουρούκ. Ο Ταύρος προσγειώθηκε πλάι στο ποτάμι. Μούγκρισε κι άνοιξε ένα χάσμα στο οποίο έπεσαν εκατό νέοι. Μούγκρισε ξανά κι άλλοι εκατό νέοι χάθηκαν στο νέο χάσμα. Μούγκρισε τρίτη φορά και άνοιξε κι άλλο χάσμα. Εκατό, διακόσιοι, τριακόσιοι νέοι της Ουρούκ γκρεμίστηκαν στο βάραθρο. Ο Ενκιντού άρπαξε τον Ταύρο από τα κέρατα. Καθώς το ζώο τού έφτυνε αφρούς κατάμουτρα, φώναξε: «Γιλγαμές, αδελφέ μου, χτύπα με το ξίφος σου!» Ο Γιλγαμές βύθισε το ξίφος του στο λαιμό του Ταύρου, τον έσφαξε και πρόσφερε την καρδιά του στον Σάμας, το θεό ήλιο.

Καθώς πέθαινε ο Ταύρος, η Ιστάρ έμπηξε μια κραυγή πόνου και καταράστηκε τον Ενκιντού και τον Γιλγαμές. Κάλεσε όλες τις ιέρειες του ναού της να πενθήσουν τον Ταύρο του Ουρανού. Την άλλη μέρα ο Ενκιντού είπε στον Γιλγαμές- «Αδελφέ μου, είδα ένα όνειρο. Είδα τους θεούς να συσκέπτονται. Εκεί ήταν ο Άνου και ο Σάμας, μαζί με τον Ενλίλ, το θεό της γης και του αέρα, και τον Εα, το θεό του νερού. Ο Άνου είπε πως, επειδή σκοτώσαμε τον Ταύρο του Ουρανού, ένας από μας πρέπει να πεθάνει. Ο Άνου, ο Ενλίλ και ο Έα υποστήριξαν ότι πρέπει να πληρώσω με τη ζωή μου. Ο Σάμας προσπάθησε να με σώσει, αλλά ήταν ένας εναντίον τριών. Επομένως πρέπει να πεθάνω». Την ίδια , μέρα ο Ενκιντού έπεσε άρρωστος βαριά.

Ο Ενκιντού χαροπάλευε πολύ καιρό και ο Γιλγαμές ήταν συνέχεια στο πλευρό του. Μια μέρα ο Ενκιντού είπε στον Γιλγαμές: «Ονειρεύτηκα το θάνατο μου. Το Μαύρο Πουλί του θανάτου με άρπαξε με τα νύχια του και με μετέφερε στο Σπίτι της Σκόνης, στο παλάτι της Ερκάλας, της Βασίλισσας του Σκότους». Με αυτά τα λόγια, ο Ενκιντού ξεψύχησε.

Πάντα θρηνώντας για τον Ενκιντού, ο Γιλγαμές περιπλανήθηκε μακριά. «Γιατί να πεθαίνουμε;» αναρωτιόταν. «Οι θεοί ζουν για πάντα, αλλά η ζωή των θνητών κρατά όσο μια ανάσα. Θα ρωτήσω τον προγονό μου, τον Ουτναπίστιμ, που οι θεοί έσωσαν από τον Κατακλυσμό και του χάρισαν ζωή αιώνια».

Ο Γιλγαμές πέρασε από πεδιάδες και Βουνά ώσπου έφτασε στις δίδυμες κορφές του Μάσου, που φυλάνε τον ήλιο στην ανατολή και τη δύση του. Στην πύλη του Μάσου στέκονταν οι τρομεροί Σκορπιοί, μισοί άνθρωποι και μισοί δράκοι, που η ματιά τους σκοτώνει. Όμως ο Γιλγαμές ήταν κατά τα δύο τρίτα θεός.

«Γιατί ήρθες σε αυτό το απαγορευμένο μέρος;» τον ρώτησαν. «Γυρεύω τον προγονό μου, τον Ουτναπίστιμ», τους αποκρίθηκε. «Θέλω να τον ρωτήσω μερικά πράγματα για τη ζωή και το θάνατο».

«Κανένας άνθρωπος, κανένα θνητό πλάσμα δεν έχει διαβεί αυτό το δρόμο», του είπαν. «Είναι ο δρόμος του απόλυτου σκοταδιού. Δε φοβάσαι;» «Πρέπει να μπω μέσα κι ας φοβάμαι», απάντησε ο Γιλγαμές. Και οι Σκορπιοί άνοιξαν την πύλη. Ο Γιλγαμές βρέθηκε μέσα στο σκοτάδι. Το σκοτάδι πλημμύρισε το στόμα και τα μάτια του. Άπλωσε το χέρι του να γραπώσει το σκοτάδι, αλλά αυτό γλιστρούσε ανάμεσα στα δάχτυλα του. Συνέχισε να βαδίζει, ενώ έξω ο ήλιος ανέτειλλε και έδυε. Ώσπου επιτέλους ο Γιλγαμές βγήκε στο φως, στον κήπο του ήλιου. Εκεί, στην άκρη μιας πικρής θάλασσας, βρήκε τη θεά της σοφίας, τη Σιντούρι, και η Σιντούρι του είπε: «Είσαι κουρασμένος και στην καρδιά σου έχεις την απόγνωση. Ποτέ δε θα βρεις την αιώνια ζωή». Όμως ο Γιλγαμές της απάντησε: «Θα μιλήσω με τον Ουτναπίστιμ κι ας είμαι κουρασμένος». «Κανείς θνητός δεν έχει διαβεί αυτή τη θάλασσα του θανάτου», είπε η Σιντούρι. «Μονάχα ο Σάμας, ο ήλιος, μπορεί να διαβεί τον ωκεανό. Μην προσπαθείς. Γύρισε σπίτι. Φάε, πιες, γλέντα. Ο άνθρωπος πεθαίνει, μα η ζωή είναι γλυκιά». «Πού είναι η γλύκα της ζωής, αφού ο Ενκιντού είναι νεκρός;» ρώτησε ο Γιλγαμές.

«Τράβα τότε στο δάσος», είπε η Σιντούρι, «και βρες τον Ουρσαναμπί, το βαρκάρη, που θα σε περάσει από την άλλη μεριά της θάλασσας, στον Ουτναπίστιμ. Αλλά μην αγγίξεις τα νερά του θανάτου».

Επιτέλους ο Γιλγαμές έφτασε στο σπίτι του Ουτναπίστιμ, του προγόνου του. «Είμαι ο Γιλγαμές, ο άρχοντας της Ουρούκ», του είπε. «Έρχομαι από μακριά, πέρασα από το άδειο σκοτάδι και διάβηκα το πικρό νερό για να σε ρωτήσω γιατί πεθαίνουν οι άνθρωποι. Ο Ενκιντού, ο φίλος μου, είναι νεκρός και μ' έχει καταλάβει ο φόβος του θανάτου. Μήπως πρέπει να τον ανταμώσω στο Σπίτι της Σκόνης; Κάποτε ήσουν κι εσύ άνθρωπος σαν κι εμένα. Πες μου την ιστορία σου, Προγονέ μου».

«Ό,τι αναπτύσσεται, σαπίζει», απάντησε ο Ουτναπίστιμ. «Όλοι πεθαίνουν, και ο σοφός και ο μωρός. Η λιβελούλα χαίρεται τη λιακάδα και μετά χάνεται Ο άνθρωπος μεγαλώνει σαν το καλάμι στην ακροποταμιά που κάποιος το κόβει. Ο θάνατος είναι σαν τον ύπνο, έρχεται σε όλους. Οι θεοί δίνουν τις μέρες της ζωής και τις μέρες του θανάτου. Όμως θα σου πω την ιστορία μου.

«Κάποτε ζούσα στην πόλη Σουρουπάκ, στις όχθες του Ευφράτη, και ήμουν πιστός υπηρέτης του σοφού θεού Έα.

»Η πόλη γέρασε και οι θεοί γέρασαν - ο Άνου ο πατέρας και τα παιδά του ο Ενλίλ, ο Εα, ο Νινούρτα, ο Ενουγγί, η Ιστάρ και τα υπόλοιπα.

»Η Ιστάρ προκαλούσε προβλήματα στους ανθρώπους, πολέμους και συμφορές. Τόσο μεγάλη ήταν η αναστάτωση που οι θεοί δεν μπορούσαν να κοιμηθούν. Ώσπου τελικά ο Ενλίλ, ο πολεμιστής, είπε στους θεούς: "Άς τρέξουν τα νερά του κόσμου κι ας πνίξουν αυτό το συρφετό που δε μας αφήνει να ησυχάσουμε". Και οι θεοί συμφώνησαν.

«Ακόμη και ο Έα δεσμεύτηκε από την απόφαση των θεών. Δεν μπορούσε να προειδοποιήσει τους ανθρώπους για τον κατακλυσμό, αλλά ψιθύρισε το μυστικό στο καλαμένιο σπίτι μου και ο άνεμος που φυσούσε στις καλαμιές μού το ψιθύρισε στον ύπνο μου: "Άνθρωπε της Σουρουπάκ, χάλασε το σπίτι σου και φτιάξε ένα καράβι".

«Υπακούοντας στο θεό, έφτιαξα ένα καράβι, μακρύ φαρδύ και σκεπαστό, κι έβαλα μέσα τα σπέρματα όλων των ζωντανών πραγμάτων. Πήρα την οικογένεια και τα υπάρχοντα μου, κι ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό από όλα τα πλάσματα στον κόσμο, ήμερα και άγρια.

«Έξι μέρες και έξι νύχτες λυσσομανούσε η καταιγίδα. Άγριος άνεμος και βροχή έπνιξαν τον κόσμο. Την έβδομη μέρα η καταιγίδα κόπασε. Από το καράβι κοίταξα έξω και είδα μόνο νερό. Τότε έκλαψα, μα τα δάκρυα μου δεν ήταν παρά νερό.

«Τελικά το καράβι οκάλωσε στην κορυφή του Βουνού Νισίρ. Για να δω αν χαμήλωσαν τα νερά, λευτέρωσα πρώτα ένα περιστέρι, μετά ένα χελιδόνι και μετά ένα κοράκι. Το περιστέρι και το χελιδόνι ξαναγύρισαν, όχι όμως και το κοράκι - σημάδι ότι κάπου είχε βρει στεριά. Γεμάτος χαρά, έκανα θυσία στους θεούς. Μόλις ο Ενλίλ μύρισε τον ευωδιαστό καπνό της θυσίας μου, θύμωσε πολύ. "Μήπως γλίτωσαν μερικοί από αυτούς τους ενοχλητικούς θνητούς; Έπρεπε να 'χαν πεθάνει όλοι. Κάποιος θα τους προειδοποίησε!"

«Όμως ο σοφός Έα απάντησε: Ή πλημμύρα ήταν μια πολύ σκληρή τιμωρία για όλο το ανθρώπινο γένος. Αυτός ο άνθρωπος, τουλάχιστον, δεν έπρεπε να πεθάνει. Όμως δεν τον προειδοποίησα εγώ. Το είδε στο όνειρο του".

»Με αυτά τα λόγια, η οργή του Ενλίλ καταλάγιασε. Μ' έπιασε από το χέρι κι έβαλε στο πλάι μου τη γυναίκα μου. Γονατίσαμε, κι αυτός μας άγγιξε στο μέτωπο. "Μέχρι τώρα ο Ουτναπίστιμ ήταν θνητός. Τώρα αυτός και η γυναίκα του θα είναι σαν τους θεούς"».

Ο Ουτναπίστιμ έριξε μια διαπεραστική ματιά στον Γιλγαμές. «Και τώρα, Γιλγαμές, πώς θα πείσεις τους θεούς να σου χαρίσουν την αιώνια ζωή;» «Δεν κάνω πίσω», είπε ο Γιλγαμές.

«Τότε, πρέπει να μείνεις ξάγρυπνος έξι μέρες κι εφτά νύχτες». Πριν ο Ουτναπίστιμ αποσώσει τα λόγια του, ο ύπνος τύλιξε τον Γιλγαμές σαν την ομίχλη. Κοιμήθηκε έξι μέρες κι εφτά νύχτες. Κάθε μέρα η γυναίκα του Ουτναπίστιμ ακουμπούσε ένα φρέσκο ψωμί στο πλευρό του. Τελικά ο Ουτναπίστιμ τον ξύπνησε. «Μόνο ένα λεπτό με πήρε ο ύπνος», διαμαρτυρήθηκε ο Γιλγαμές. «Ψεύτη», είπε ο Ουτναπίστιμ. «Κοίταξε αυτά τα ψωμιά πλάι σου. Το σημερινό είναι φρέσκο, αλλά τα άλλα είναι ξερά και μπαγιάτικα».

«Μα δεν μπορώ να κάνω κάτι για να γίνω αθάνατος;» φώναξε ο Γιλγαμές. «Ο θάνατος με παίρνει σαν τον ύπνο». «Δεν κέρδισες τίποτα με το ταξίδι σου ως εδώ», απάντησε ο Ουτναπίστιμ, «γι' αυτό και θα σου δώσω ένα δώρο να το πάρεις στην πατρίδα. Στην πέρα ακτή της θάλασσας του θανάτου φυτρώνει ένα φυτό με αγκάθια μυτερά σαν ρόδο. Όποιος το φάει, ξαναβρίσκει τη νιότη του».

Ο Γιλγαμές δεν άργησε να βρει το φυτό που το ονόμασε «Το Ξανάνιωμα του Γέροντα». Το πήρε μαζί του στην Ουρούκ, αποφασισμένος να το δοκιμάσει πρώτα στους γέροντες της πόλης και μετά στον εαυτό του. Όταν όμως κοντοστάθηκε σε μια λιμνούλα για να πλυθεί, ένα φίδι έφαγε το φυτό. Από τότε τα φίδια χάνουν το πουκάμισο τους και ξανανιώνουν. Αλλά η ανθρωπότητα δεν ξαναβρήκε ποτέ το φυτό της αιώνιας νιότης.

ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ

4.3.16

H ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ!!! ΧΑΝΕΙ ΟΜΩΣ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΜΕΛΗ ΘΑ ΠΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ

Αγαπητοί μου φίλοι στη Νότια Αφρική. στην Ιαπωνία, στην Αυστραλία, στη Φινλανδία, στη Γαλλία, στη Νορβηγία, στην Ιταλία, στη Γερμανία, στην Αμερική, στη Σουηδία, στη Νέα Ζηλανδία και στην Ελλάδα σας καλημεροκαλησπερίζω σκέφτηκα να σας στείλω λίγες φωτογραφίες από τον κήπο της Λαμπρινής, από τη ''Ζωγραφιές μου'' (σαν πίνακες ζωγραφικής βλέπω τα πιάτα που μαγειρεύω) και λίγα λόγια για την τραγική κατάσταση που επικρατεί στην πατρίδα μου λόγω της γενικότερης οικονομικής κατάστασης και λόγω των προσφύγων-μεταναστών.
Θα ξεκινήσω από το δεύτερο και θα ήθελα να σας ρωτήσω, ''αν ου μη γένοιτο βομβάρδιζαν ανελλιπώς σε καθημερινή βάση τη δική σας πατρίδα εσείς τι θα κάνατε; θα προσπαθούσατε να σωθείτε ναι η όχι; το ίδιο κάνουν και οι κάτοικοι της Συρίας και των άλλων χωρών όπου οι Δυτικές λεγόμενες χώρες τους βομβαρδίζουν για το καλό τους!!!!!!!!!!!!!!!!!.''
Αυτοί μη έχοντας άλλη επιλογή προσπαθούν να φύγουν άρον άρον, κατ' αρχήν στις γειτονικές χώρες και στην πορεία για τις Ευρωπαϊκές και Σκανδιναβικές χώρες.

Και ω! του θαύματος οι ηγεσίες αυτών των χωρών ανακάλυψαν πως υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα το οποίο το ονόμασαν προσφυγικό!!! Αυτές λοιπόν οι ''φωτισμένες'' ηγεσίες των οποίον τ' αεροπλάνα τους και τα τανκ σε καθημερινή βάση βομβαρδίζουν αυτές τις χώρες με κροκοδείλια δάκρυα ανακάλυψαν το προσφυγικό πρόβλημα, τα συμπεράσματα δικά σας. Εγώ απλά θα ρωτήσω γιατί εξακολουθούν να βομβαρδίζουν π.χ. τη Συρία; και μάλιστα ολόκληρος συνασπισμός χωρών για να βομβαρδίσουν τη Συρία; Είναι ψεύτες και υποκριτές ναι οι όχι;
Ας έρθω τώρα στα της οικονομικής ασφυξίας που υφίστανται οι πολίτες μιας χώρας που λέγεται Ελλάδα.
Φίλες και Φίλοι πολύ σημαντικοί αναλυτές έχουν πει πως ο νέος τρόπος υποδούλωσις μιας χώρας πια είναι μέσω του τραπεζικού συστήματος, εσείς ρίξτε μια ματιά για να δείτε με τι κόστος χρήματος δανείζετε π.χ. μια πολύ μικρή χώρα όπως το Λουξεμβούργο σε σχέση ας πούμε με την Ελλάδα και θα καταλάβετε για ποια ποσά σας μιλάω, για να σας το κάνω πιο σαφές, όπως καλά γνωρίζετε υπάρχει μια χώρα που ονομάζεται Αμερική και αποτελείτε από 50; πολιτείες, σωστά; όλες οι πολιτείες, μα όλες, δανείζονται με το ίδιο κόστος χρήματος, γιατί στις αντίστοιχες πολιτείες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν ισχύει το ίδιο;
Επίσης ποιος είναι αυτός ο Μαφιόζος που είναι πάνω από τα κράτη; ποιος είναι αυτός που έχει επιβάλει κάτι το απαράδεκτο για τις κοινωνίες ώστε τα κράτη να μην μπορούν να δανεισθούν από την κεντρική τους τράπεζα παρά μόνο από τις ιδιωτικές τράπεζες με ότι αυτό σημαίνει; Σας προτρέπω να ρίξτε μια ματιά στον πίνακα του κόστος χρήματος για την κάθε χώρα, θα δείτε τις τεράστιες διαφορές.
Σκεφθείτε τώρα ανάμεσα σε όλα αυτά να είσαι μια χώρα όπως η Ελλάδα όπου από την επανασύστασή της, δηλαδή από το 1821 και μετά όλοι αυτοί που την κυβέρνησαν δεν ήταν Έλληνες, η θα ήταν ξένοι η Έλληνες προσκηνημένοι, πλην ελαχιστοτάτων περιπτώσεων, και σε όλα αυτά προσθέστε και κάτι το χειρότερο, έναν λαό χωρίς πυξίδα που τα κόμματα που τον κυβερνούσαν το ένα ήταν ''το γαλλικο'' το άλλο το ''αγγλικό'' το άλλο το ''ρωσικό'' κ.λ.π. κ.λ.π. όπως βλέπετε δεν υπήρχε Ελληνικό κόμμα.
Και για επιδόρπιο μάθετε και τούτο, στη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία δεν έχουμε και δεν είχαμε Δημοκρατία.
EmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmoji
Όπως θα καταλάβατε με όλα αυτά δεν ήταν καθόλου δύσκολο να φθάσουμε εδώ που φθάσαμε, το κακό σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι πως μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά, και σαν κερασάκι στην τούρτα προβάλει το γεγονός της αναχώρησης πάρα πολλών νέων ανθρώπων που ήταν το μέλλον αυτής της χώρας.
Υ.Γ. ο φίλος μου ο σοφός Γεώργιος-Προμηθέας μεταξύ σοβαρού και αστείου λέει κάτι πάρα πολύ σοβαρό: στην Ελλάδα δεν υπάρχουν Έλληνες, στην καλύτερη των περιπτώσεων να είμαστε ολίγον Φιλέλληνες και δυστυχώς έχει δίκιο.
Σας αποχαιρετώ με σεβασμό και αγάπη ο Επικούρειος Πέπος-Fuji Tomo Kazu.




 Υ.Γ. Σας παρακαλώ και σας προτρέπω να διαβάσετε τα βιβλία του Βασίλη Ραφαηλίδη ''ΟΙ ΛΑΟΙ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ'' και ''ΟΙ ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ'' επίσης στο mathessis.gr παρακολουθήστε δωρεά τα μαθήματα την κ. ΜΑΡΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ καθώς επίσης και τα μαθήματά της κάθε Δευτέρα, -κι' αυτά δωρεάν- στο Μέγαρο Μουσικής.
Υ.Γ. Μήπως ενώ είμαστε γατούλες φανταζόμαστε τους εαυτούς μας ως Λέοντες;

 

2.3.16

Tαλεϋράνδος ο μεγαλύτερος διπλωμάτης όλων των εποχών.

Ταλεϋράνδος 

 Charles Maurice de Talleyrand ( 1754-1838 , Γάλλος Υπουργός Εξωτερικών)

Γάλλος διπλωμάτης και κατά καιρούς υπουργός Εξωτερικών, που υπηρέτησε με επιτυχία μια σειρά από διαφορετικά καθεστώτα, ξεκινώντας από την περίοδο της βασιλείας του Λουδοβίκου XVI, συνεχίζοντας στη Γαλλική επανάσταση και στην εποχή του Ναπολέοντα και κατέχοντας υψηλές θέσεις μέχρι τον Λουδοβίκο XVIII και τον Λουδοβίκο-Φίλιππο. Θεωρείται ο πιο ικανός διπλωμάτης στην Ευρωπαϊκή ιστορία.


Ποτέ να μη μιλάς άσχημα για τον εαυτό σου.


Οι γυναίκες μπορεί να συγχωρέσουν κάποιον που εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία, ποτέ όμως κάποιον που την έχασε.


Ο πλούτος δεν αλλάζει τους ανθρώπους, απλώς ρίχνει τις μάσκες τους.


Το να είσαι μέσα στον κόσμο, τι ενόχληση! Το να μην είσαι, τι δράμα!


Συγχωρώ τους ανθρώπους όταν δεν συμφωνούν με την άποψή μου, αλλά δεν τους συγχωρώ όταν δεν συμφωνούν με τη δική τους.


Με φοβίζει περισσότερο ένας στρατός από 100 πρόβατα που τα οδηγεί ένα λεοντάρι παρά ένας στρατός 100 λεονταριών που τα οδηγεί ένα πρόβατο.


Η ομιλία δόθηκε στον άνθρωπο για να κρύβει τις σκέψεις του.


Κανένας αποχαιρετισμός στον κόσμο δεν είναι τόσο βαρύς, όσο ο αποχαιρετισμός της δύναμης της εξουσίας.


Να μην εμπιστεύεσαι τις πρώτες αυθόρμητες αντιδράσεις. Είναι σχεδόν πάντα λάθος


Για να κάνεις καριέρα, πρέπει να φοράς όλο γκρίζα, να είσαι πάντα στη σκιά, να μη δείχνεις πρωτοβουλία.


Όταν κάτι είναι αυτονόητο, γίνεται ακόμα πιο αυτονόητο όταν το λέμε.


Η φήμη ενός ανδρός είναι όπως η σκιά του. Γιγαντιαία όταν προηγείται αυτού και πυγμιαία όταν έπεται.


Η τέχνη της πολιτικής είναι να προβλέπεις το αναπόφευκτο και να επισπεύδεις την εμφάνιση του.


Ένας παντρεμένος με παιδιά θα έκανε τα πάντα για το χρήμα.


Δεν έμαθαν τίποτα, δεν ξέχασαν τίποτα.
(για τους Βουρβόνους, τη δυναστεία των Γάλλων βασιλιάδων)


Θέλεις ν’ ανέβεις ψηλά; Κάνε εχθρούς!
(συμβουλή προς τον νεαρό Θιέρσο, μετέπειτα Πρόεδρο της Γαλλίας)


Προπαντός, όχι ζήλο.


Το καθήκον μας ως άνθρωποι είναι να συνεχίζουμε σαν να μην υπήρχαν όρια στις δυνατότητές μας.


Μα, παντού όπου κάθομαι, εκεί είναι η τιμητική θέση.
(προς μια οικοδέσποινα που δεν τον έβαλε να καθίσει στην τιμητική θέση ενός τραπεζιού)


Όποιος δεν έχει ζήσει στα χρόνια γύρω στο 1789, δεν ξέρει τι θα πει ωραία ζωή.
(1789: η χρονιά της Γαλλικής Επανάστασης)


Όταν η κοινωνία είναι ανήμπορη να δημιουργήσει κράτος, τότε το κράτος πρέπει να δημιουργήσει κοινωνία.


Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει λιγότερο αριστοκρατικό αίσθημα από τη δυσπιστία.      

Από την Ιαπωνία με αγάπη. Το βιβλίο του Μαξιλαριού Σέϊ Σόναγγον

Ημερολογιακές μινιατούρες που μας έρχονται από τα βάθη του γιαπωνέζικου έτους 1000. Η κυρία των Τιμών της πριγκίπισσας Σάντακο μας μυεί στην ομορφιά του κόσμου
ΣΕΊ΄ ΣΟΝΑΓΚΟΝ

Το μάτι της βελόνας Στο τέλος της πρώτης χιλιετίας το ιαπωνικό έθνος, έχοντας πλέον αφομοιώσει τις ποικιλότροπες επιρροές που δέχθηκε από την ηπειρωτική Ασία (Κίνα), διέρχεται μια περίοδο εξωτερικής ειρήνης και σταθερότητας ­ η κυριαρχία των σαμουράι απλώνεται σε όλο σχεδόν το αρχιπέλαγος. Βέβαια δεν λείπουν στο εσωτερικό οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των διαφόρων φατριών ενώ σημειώνεται και μια, αποτυχημένη ωστόσο, απόπειρα εισβολής κινέζων πειρατών στο νησί Κιούσου, στον Νότο. Εχει αρχίσει η περίοδος Χεϊάν, που ανάμεσα στα άλλα θα φέρει μια πρωτόγνωρη άνθηση των ιαπωνικών γραμμάτων. Η περίοδος αυτή, που σημαδεύεται από πολλά μεγάλα ονόματα της τέχνης, θα περάσει στην Ιστορία ως η χρυσή εποχή της λογοτεχνίας στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου και προηγείται κατά πολύ της αντίστοιχης δυτικής. Η λογοτεχνία εκείνης της εποχής είναι μια καθαρά αυλική λογοτεχνία. Η εξήγηση απλή: καθώς τέσσερα από τα συνολικά οκτώ υπουργεία ασχολούνται αποκλειστικά με τις υποθέσεις του παλατιού, γίνονται πόλος έλξης για τη χρυσή νεολαία της εποχής, τους γόνους της υψηλής αριστοκρατίας, οι οποίοι διαγκωνίζονται για την εύνοια του καμπάκου, ενός αντιβασιλέα, δηλαδή, που διαχειριζόταν για λογαριασμό του αυτοκράτορα τις κρατικές υποθέσεις (οι αυτοκράτορες συνήθως ήσαν αμούστακα παιδιά που γίνονταν έρμαια στα χέρια μεγαλύτερων συγγενών, οι οποίοι διέθεταν ισχυρότερα ερείσματα στο παλάτι και η δύναμη των οποίων εδραζόταν στις αυλικές ραδιουργίες). Μπορεί η ζωή του παλατιού να υπαγόταν σε μια φαινομενικά πολύ αυστηρή εθιμοτυπία, εξασφάλιζε όμως στις κυρίες των Τιμών και στους άλλους αυλικούς αρκετή ελευθερία.



Τα αριστοκρατικά στρώματα περνούσαν τις ημέρες τους καλλιγραφώντας πνευματώδεις επιστολές, τις οποίες στη συνέχεια, προτού τις παραλάβει ο αγγελιοφόρος, έδεναν σε ένα κλαράκι από τα φυτά του κήπου. Τέτοιου είδους χαριτωμένα λογοπαίγνια απαιτούσαν άριστη γνώση και χειρισμό της ιαπωνικής γλώσσας και στην ουσία αποτελούσαν τον προθάλαμο της σοβαρής λογοτεχνίας.
Το θρησκευτικό πνεύμα που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή ήταν του βουδισμού κυρίως και του ταοϊσμού, δογμάτων που έχαιραν μεγάλης εκτίμησης και είχαν διαδοθεί στην αριστοκρατία της Ιαπωνίας μέσα από τη μελέτη των έργων της κινεζικής γραμματείας. Η συνύπαρξη αυτών των δύο φιλοσοφικών ρευμάτων έδινε στους ανθρώπους της περιόδου Χεϊάν την πεποίθηση για τη μεταβατική και πρόσκαιρη φύση της ζωής και για τη βαθύτερη συγγένεια όλων των όντων, που βρίσκονται σε συνεχή συνδιαλλαγή μέσω της διαδικασίας της μετεμψύχωσης. Αυτή η ρομαντική και αισθαντική διάθεση, ωστόσο, η μπολιασμένη από μια λεπτή μελαγχολία για τη μοίρα του ανθρώπου, δεν ήταν αρκετή για να εξουδετερώσει την εύθυμη, αισιόδοξη και επίμονη ιδιοσυγκρασία ενός λαού που έμαθε να παλεύει με τις αντιξοότητες της φύσης και της ζωής και να βγαίνει νικητής. Ετσι η τέχνη του ευ ζην αποθεωνόταν στους κόλπους της αριστοκρατίας, όχι μόνο με την εξεζητημένη λεπτότητα της ενδυμασίας, των γεύσεων, των ερωτοτροπιών και των ηδονών αλλά και με τις παλατιανές μηχανορραφίες που καταγράφονταν, όπως και όλες σχεδόν οι εκδηλώσεις της αυλής, από τις κυρίες των Τιμών. Τις πληροφορίες τους τις αντλούσαν όχι μόνο από τα κουτσομπολιά με φιλενάδες τους αλλά και από τα κρεβάτια των ισχυρών πατρόνων τους στα οποία ξάπλωναν συστηματικά. Ετσι η λογοτεχνία της περιόδου Χεϊάν είναι μια κατά βάση γυναικεία λογοτεχνία.
Οι γυναίκες συγγραφείς ήσαν ιδιαίτερα εξοικειωμένες όχι μόνο με τον χειρισμό των ιαπωνικών αλλά και των κινεζικών, στα οποία ασκούνταν από μικρή ηλικία, αντιγράφοντας το ύφος των δοκιμιογράφων. Και καθώς οι άντρες συνάδελφοί τους απορροφήθηκαν σιγά σιγά σε μακροσκελείς μεγαλόπνοες ποιητικές συνθέσεις, επηρεασμένες από τον κινεζικό τρόπο, άφησαν ελεύθερο σε αυτές το πεδίο της πεζογραφίας.
Κορυφαία θέση ανάμεσα σε αυτά τα ημερολόγια (νίκι) που συνέγραψαν γυναίκες κατέχει ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας το οποίο μπορεί να θεωρηθεί υπόδειγμα ύφους και λεπτών ψυχολογικών παρατηρήσεων: το «Γκέντζι Μονογκάταρι» («Μυθιστόρημα του Γκέντζι») της κυρίας Μουρασάκι Σικίμπου, κυρίας των Τιμών στην υπηρεσία της πριγκίπισσας Σάντακο. Η Μουρασάκι διεξέρχεται σε αυτό το κείμενο, που χρονολογείται γύρω στο 1009, τις ερωτικές περιπέτειές της με ένα γόη και καρδιοκατακτητή της αυλής, τον πρίγκιπα Γκέντζι. Ο κόσμος που ζωγραφίζει μπορεί να είναι υποκριτικός, ανάλγητος και σκληρός, η περιγραφή του όμως γίνεται με εξαιρετική διακριτικότητα και ελαφράδα. Κοντά στο ύφος, στο ήθος αλλά και στη λογοτεχνική αξία του τοποθετείται και το «Βιβλίο του Μαξιλαριού» της Σέι Σοναγκόν. Σε αυτό το Κρυφό ημερολόγιό της η μαθήτρια της κυρίας Μουρασάκι, που επίσης χρημάτισε κυρία των Τιμών της πριγκίπισσας Σάντακο, περιγράφει τη ζωή των απομακρυσμένων από την πρωτεύουσα κρατικών υπαλλήλων και στην πιο μικρή ακόμη λεπτομέρειά της.
Σε αυτό το «απόλυτο βιβλίο» καταγράφονται κυριολεκτικά τα πάντα: οι εποχές και τα μετεωρολογικά φαινόμενα που τις συνοδεύουν, τα δέντρα, τα φυτά, τα ζώα, τα πουλιά, τα έντομα, τα μουσικά όργανα, τα έπιπλα, τα σπίτια, τα τραγούδια, οι προσευχές, οι τελετές. Αλλά το βάρος δίνεται στους ανθρώπους και στις σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους. Τα λεπτομερή και εξαντλητικά ψυχολογικά πορτρέτα τους συνοδεύονται από μακροσκελείς και σχολαστικές περιγραφές της ενδυμασίας, των συνηθειών, των ιδιοτροπιών και του τρόπου ζωής τους. Στις σελίδες του βιβλίου της μπλέκονται οι ζωές και η μοίρα αυλικών και παρακατιανών, εμπόρων και πολεμιστών, έτσι που ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι έχει μπροστά του όχι τόσο ένα πανόραμα των ανθρώπων της εποχής όσο μια σύνοψη χαρακτήρων και συμπεριφορών που χαρακτηρίζουν το ανθρώπινο γένος στο σύνολό του.
Ηπαρατήρηση της Σέι Σοναγκόν είναι αρκετά κοφτερή, χωρίς ωστόσο να γίνεται πικρόχολη. Δεν είναι όμως λίγες και οι φορές που η κυρία των Τιμών της πριγκίπισσας Σάντακο γίνεται αυτοκριτική αλλά και αποκαλυπτική του χαρακτήρα και των προτιμήσεών της. Μιλά συχνά για τα πράγματα που τη σαγηνεύουν: την ευωδιά του λιβανιού, τη μυρωδιά του πολυκαιρισμένου ρούχου στην παλιά κασέλα, τη μεθυστική οσμή των δαδιών μέσα στον βραδινό αέρα, τη χαρακτηριστική αίσθηση που αφήνουν στα ρουθούνια μετά το πέρασμα των βοδιών τα λουριά που τα ζεύουν στα αμάξια. Εχουμε έτσι μπροστά μας ολοζώντανη τη μορφή της: μιας λυγερής και αισθαντικής κοπέλας του Χοκουσάι ή του Ουταμαρό που χαμογελάει αινιγματικά, μισοχαμένη στους ίσκιους ενός χλοερού πολύχρωμου κήπου, που κρατάει ένα ανθισμένο κλωνάρι μυγδαλιάς και είναι ντυμένη τη χαρακτηριστική ενδυμασία των δεσποινίδων των Τιμών: μακριά ζακέτα με ουρά και φόρεμα σε απαλό πράσινο χρώμα. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η Σέι Σοναγκόν (το πρώτο συνθετικό του ονόματός της προέρχεται από τον κινεζικό χαρακτήρα που εκφράζει την ιδέα της αγνότητας και το δεύτερο είναι αξίωμα της αυλής, σημαίνει ίσως «τρίτος υφυπουργός») επηρεάστηκε από το έργο του κινέζου ποιητή Λι Τσανγκ-Γιν (813-858). Κάποιοι άλλοι πιστεύουν ότι το Κρυφό ημερολόγιο αντανακλά την επίδραση του περίφημου συμπατριώτη του Πο Κιου-γι (772-846), του οποίου στίχους αγαπούσε να παραθέτει η Σέι Σοναγκόν στα γραφτά της. Οποια και να 'ναι η αλήθεια, όμως, το γεγονός παραμένει ένα: έχουμε να κάνουμε με ένα κείμενο άκρως ποιητικό που μυεί τον αναγνώστη στην ομορφιά του κόσμου. Και με τα μικρά και ασήμαντα, ή αυτά που εμείς νομίζαμε για τέτοια, φωτίζει με ένα διαφορετικό φως την αέναη περιπέτεια του ανθρώπου πάνω στη Γη. Φως το οποίο έχει την ίδια διαύγεια με εκείνο που αρκετούς αιώνες αργότερα θα ρίξουν μέσα από τις σελίδες τους τα βιβλία του Λα Μπριγέρ, του Μοντεσκιέ και βεβαίως οι Επιστολές μιας άλλης μεγάλης κυρίας των γραμμάτων, της μαντάμ Ντε Σεβινιέ.
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΦΟΥΤΖΙ ΤΟΜΟ ΚΑΖΟΥ

Από την Ιαπωνία με αγάπη. Μουρασάκι Σικίμπου.

Μουρασάκι Σικίμπου

 Σικίμπου (紫式部)
Η Μουρασάκι Σικίμπου (ιαπ. 紫式部, τέλη του 10ου αιώνα στο Κιότο - αρχές του 11ου αιώνα) ήταν συγγραφέας και κυρία της αυτοκρατορικής αυλής στην Ιαπωνία της εποχής Χεϊάν. Είναι η συγγραφέαςΑπό τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μουρασάκι του Γκέντζι Μονογκατάρι (Ιστορίες του πρίγκηπα Γκέντζι), του πρώτου σημαντικού μυθιστορήματος του απω-ανατολικού κόσμου και αριστουργήματος της κλασικής ιαπωνικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Σήμερα δεν υπάρχει σχεδόν καμία ακριβής πηγή πληφοριών για τη ζωή της Μουρασάκι Σικίμπου και γι' αυτό συχνά μόνο υποθέσεις είναι δυνατές.

Προέλευση του ονόματος
Το πραγματικό όνομά της είναι άγνωστο, όπως και πολλά άλλα στοιχεία από τη ζωή της και για το πώς έλαβε το όνομα Μουρασάκι Σικίμπου (Βιολέττα της τελετουργίας) υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Το βέβαιο είναι πως καταγόταν από ένα λιγότερο σημαντικό και λογοτεχνικά δραστήριο παρακλάδι της τότε πανίσχυρης οικογένειας Φουτζιβάρα. Στην αρχή ζωής της στην αυλή πήρε το όνομα Το νο Σικίμπου (藤の式部) πιθανότατα επειδή ο πατέρας και αργότερα και ο αδερφός της κατείχαν θέσεις στο Γραφείο Τελετουργιών.
Ο χαρακτήρας κάντζι 藤, ο οποίος διαβάζεται στα σινο-ιαπωνικά ως το, στην ανάγνωση κουν μπορεί να σημαίνει φούτζι. Αυτό αποτελεί ένδειξη για την καταγωγή της Σικίμπου από την οικογένεια Φουτζιβάρα (藤原), καθώς το φούτζι εκτός από πρώτη συλλαβή του οικογενειακού ονόματος, σημαίνει μεταφρασμένο και γλυστίνα, το οικόσημο της πατριάς Φουτζιβάρα.
Για την προέλευση του ονόματος Μουρασάκι υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Σύμφωνα με μια, σχετίζεται με ένα γνωστό ποίημα από το Κοκίν-βακασού (Συλλογή παλιών και νέων ποιημάτων) στο οποίο αναφέρθηκε ο αυτοκράτορας Ιτσιτζό (一条天皇, 980–1011) όταν εισήγαγε τη Μουρασάκι στην αυλή. Θα μπορούσε όμως να σχετίζεται και με το χρώμα των ανθών της γλυστίνας (η οποία ονομάζεται και «γαλάζια βροχή» λόγω των γαλάζιων και βιολετί ανθών της), καθώς το Μουρασάκι μεταφράζεται ως βιολετί ή μωβ. Μια άλλη διαδεδομένη θεωρία αποδίδει το όνομα στο πιο γνωστό της έργο, το Γκέντζι Μονογκατάρι, στο οποίο η πρωταγωνίστρια ονομάζεται Μουρασάκι (νο) Ούε (紫上).
Καταγωγή και παιδική ηλικίαΈνα από τα λίγα βάσιμα στοιχεία για τη Μουρασάκι Σικίμπου είναι πως γεννήθηκε στο Χεϊάν-κιό, το σημερινό Κιότο. Ακόμη και το έτος γέννησής της είναι όμως αβέβαιο, σαν υποθέσεις βρίσκει κανείς το 970 (Τενρόκου 天禄 1), το 973 (Τεν'εν 天延 1) ή το αργότερο 978 (Τένγκεν 天元 1). Η Μουρασάκι θα μπορούσε να έχει γεννηθεί τόσο στο σπίτι του πατέρα της, Φουτζιβάρα Ταμετόκι (947 - ;), όσο και σε αυτό του παππού της, καθώς δεν ήταν ασυνήθιστο για μια γυναίκα να επιστρέφει στο σπίτι της οικογένειάς της για τη γέννηση του παιδιού της.
Επίσης άγνωστο είναι αν ο πατέρας της ήταν παντρεμένος με τη μητέρα της, επίσης μέλος των Φουτζιβάρα, καθώς την ίδια εποχή είχε παιδιά με άλλη γυναίκα και η πολυγαμία ήταν διαδεδομένη στα αριστοκρατικά στρώματα της εποχής. Όμως είναι βέβαιο πως η Μουρασάκι είχε δύο αδέρφια, μια μεγαλύτερη αδερφή και το μικρότερο αδερφό Νομπουνόρι (974-1011), κατά τη γέννηση του οποίου η μητέρα τους μάλλον πέθανε.
Φαίνεται να κληρονόμησε τη λογοτεχνική της κλίση από την πλευρά της μητέρας της, αν και από την πλευρά του πατέρα της διαδέχτηκε μια γραμμή δώδεκα προγόνων ιδιαίτερα προικισμένων στη λογοτεχνία και τα γράμματα. Ο προπαππούς της, Φουτζιβάρα Κανεσούκε (877-933), είχε συμπεριληφθεί στο Σαντζούροκασεν (三十六歌仙, Συλλογή έργων 36 ποιητών) και ο πατέρας της ήταν διάσημος για την εξαιρετική του ικανότητα στην κινέζικη γραφή.
Οι λιγοστές πηγές για την παιδική ηλικία της Μουρασάκι προέρχονται από μεμονωμένες αναφορές σε ημερολόγια. Είναι πιθανό να έμενε στο σπίτι του παππού της Ταμενόμπου, μέχρι που αυτός εισήλθε στην τάξη των ιερέων, οπότε και να μετακόμισε στον πατέρα της. Το γεγονός όμως πως κατά την παιδική της ηλικία ο πατέρας της έκανε μαθήματα κινεζικών σπουδών (λογοτεχνία και γραφή) στη Μουρασάκι και τον αδερφό της αποδυναμώνει αυτή την υπόθεση. Εκείνη την εποχή ήταν μάλλον ασυνήθιστο για κορίτσια να λάβουν εκτεταμένη παιδεία. Μια επιφανειακή γνώση λογοτεχνίας και τεχνών θεωρούνταν αρκετή και γι' αυτό το υψηλό επίπεδο παιδείας που έλαβε η Μουρασάκι μέσω των κοινών μαθημάτων με τον αδερφό της ήταν εκτός του κοινωνικού κανόνα.
Ενήλικη ζωή Το 996 ο πατέρας της Μουρασάκι διορίστηκε διοικητής στην επαρχία Ετσιζέν (σημερινός νομός Φουκούι. Έτσι δόθηκε στη Μουρασάκι η τότε σπάνια ευκαιρία να βγει από την πρωτεύουσα, καθώς ως κόρη καλής οικογένειας της ήταν απαγορευμένα τα ταξίδια αναψυχής.
Ενάμιση χρόνο μετά η Μουρασάκι επέστρεψε στο Κιότο και νυμφεύθηκε το 998 ή 999 τον Φουτζιβάρα Νομπουτάκα (藤原宣孝, 952–1001), έναν εξάδελφο τετάρτου βαθμού, ο οποίος είχε ήδη ενήλικα παιδιά την εποχή του γάμου. Το 999 γεννήθηκε η κόρη της Μουρασάκι, Κατάκο, η οποία έγινε αργότερα γνωστή ως Ντάινι (νο) Σάνμι (大弐三位, 999–1077). Σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένες υποθέσεις, η Κατάκο ενδέχεται να ολοκλήρωσε το Γκέντζι Μονογκατάρι μετά το θάνατο της μητέρας της. Το 1001 πέθανε ο σύζυγός της Νομπουτάκα και το φθινόπωρο του ίδιου έτους πιθανώς η Μουρασάκι ξεκίνησε τη συγγραφή του Γκέντζι Μονογκατάρι.
Η ζωή στην αυλή Η Μουρασάκι εισήλθε στην υπηρεσία της αυτοκράτειρας Τζοτόμον'ιν (上東門院, 988-1074, γνωστή και ως Φουτζιβάρα νο Σόσι, κόρη του Μιτσινάγκα) την 29η ημέρα του 12ου μήνα του δεύτερου έτους Κανκό (寛弘二).
Αυτό ήταν φυσικά μεγάλη τιμή, ωστόσο η Μουρασάκι πήγε απρόθυμα στην αυλή και μετά από μικρό διάστημα επέστρεψε στο σπίτι της καθώς η ζωή στην αυλή ήταν διαφορετική από την εικόνα που είχε αποκτήσει από αφηγήσεις. Οι άνθρωποι της αυλής ήταν κριτικά διακείμενοι απέναντί της και ισχυρίζονταν επιπλέον πως ο πατέρας της ήταν αυτός που σκέφτηκε τη δράση του Γκέντζι Μονογκατάρι και πως η Μουρασάκι απλά την κατέγραψε και τη διάνθισε. Παρόλο που οι άλλοι αυλικοί τη μισούσαν, τη μείωναν και την πλήγωναν, παρέμεινε στην αυλή με την παράκληση της αυτοκράτειρας ως κυρία της αυλής στην υπηρεσία της. Ο αυτοκράτορας Ιτσιτζό (一条天皇, 980-1011) επίσης την υποστήριξε και τη θεωρούσε τόσο ευφυή ώστε να δηλώσει πως η Μουρασάκι έχει διαβάσει το Νιχόνγκι, ένα από τα δύο αρχαία έργα της ιαπωνικής ιστορίας, γραμμένο σε κλασσικά κινεζικά. Η ιδιαιτερότητα ήταν πως οι γυναίκες της εποχής δεν μπορούσαν να διαβάσου και να γράψουν κινεζικά αλλά χρησιμοποιούσαν τη λεγόμενη γραφή γυναικών (όνα-ντε).
Υπήρχε και άλλη μια αυλική για την οποία ήταν γνωστό ότι μπορούσε να χειριστεί την κινεζική γραφή, η Σέι Σόναγκον (清少納言, 966; - 1025;), συγγραφέας του Μακούρα νο Σόσι (枕草子, Βιβλίο του μαξιλαριού), η οποία ήταν εξοικειωμένη με την αυλική ζωή, ήταν προκλητική και γεμάτη αυτοπεποίθηση. Η Σέι Σόναγκον διέσυρε το σύζυγο της μικρής ετεροθαλούς αδερφής της Μουρασάκι επειδή αυτός, ως υπάλληλος της αυλής, είχε συντάξει ένα κείμενο με ιδιαίτερη δυσανάγνωστη γραφή. Επίσης κακολογούσε τον αποθανόντα σύζυγο της Φουτζιβάρα Νομπουτάκα. Η Μουρασάκι, η οποία μάλλον υπερτερούσε στην ευχέρειά της στα κινεζικά, είχε σουφρώσει τη μύτη και στο ημερολόγιό της ποτέ δεν αναφέρθηκε ευνοϊκά για αυτή.
Ένας άλλος λόγος για την αμοιβαία αντιπάθεια ήταν πως υπηρετούσαν στην ακολουθία διαφορετικών αυτοκράτειρων. Η πρώτη και έτσι η τυπικά ιεραρχικά ανώτερη σύζυγος του Ιτσιτζό ήταν η αυτοκράτειρα Σαντάκο (ή Τεϊσι, 定子, 977-1000) στις οποίας την ακολουθία ανήκε η Σέι Σόναγκον. Εκείνη την εποχή όμως η εξουσία ήταν στα χέρια των Φουτζιβάρα και κυρίως του Φουτζιβάρα Μιτσινάγκα. Όταν κατάφερε να κάνει την κόρη του αυτοκράτειρα εξασφάλισε ότι αυτή θα ήταν που θα ήταν ιεραρχικά ανώτερη. Αυτό ήταν ένα βαρύ χτύπημα για την αυτοκράτειρα Σαντάκο και την ακολουθία της και έτσι δεν ήταν ευνοϊκά διακείμενοι απέναντι στη νέα αυτοκράτειρα και την ακολουθία της.
Η Μουρασάκι επένδυσε πολύ χρόνο στη συγγραφή του Γκέντζι Μονογκατάρι αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να ανταπεξέλθει και στις υποχρεώσεις της στην αυλή. Έπρεπε να μάθει να παίζει το Κότο, να εξασκείται στην καλλιγραφία και να διασκεδάζει την αυτοκράτειρα. Εισήγαγε την αυτοκράτειρα όχι μόνο στα έργα που συνιστούσαν οι υπουργοί και ο αυτοκράτορας, αλλά κρυφά και συλλογές ποιημάτων, όπου η Μουρασάκι έβλεπε τη δυνατότητα να διαμορφώσει από την αυτοκράτειρα μια γυναίκα με υψηλές ηθικές προσδοκίες, πράγμα το οποίο ενέκρινε ο πατέρας της, Μιτσινάγκα. Το φθινόπωρο του 1008 άρχισε να συγγράφει το Μουρασάκι Σικίμπου νίκι (紫式部日記), το οποίο περιέγραφε τη ζωή στην αυλή και αναφερόταν στη χρονική περίοδο πριν και μετά τη γέννηση του πρίγκηπα του στέμματος Ατσουχίρα (敦成親王, αργότερα γνωστός με το όνομα Γκο-Ιτσιτζό Τενό (後一条天皇, 1008-1036). Στο ημερολόγιό της έγραφε, μέχρι την ολοκλήρωση του έργου, τις σκέψεις της για εκδηλώσεις, γεγονότα και τη γνώμη της για τις άλλες κυρίες της αυλής.
Πιθανόν η Μουρασάκι να έφυγε για κάποιο διάστημα από την αυλή το 1011, καθώς έπρεπε να αντιμετωπίσει το θάνατο του αγαπημένου της αδερφού Νομπουνόρι. Το πότε επέστρεψε στην αυλή και το πως διαμορφώθηκε η ζωή της από τότε έως το θάνατό της δεν έχει αποσαφηνιστεί.
Μετά το θάνατό της
Το έτος θανάτου της Μουρασάκι είναι άγνωστο και εικάζεται πως ήταν το 1014 (Τσόβα 長和 3), το 1016 (Τσόβα 5) ή το 1025 (Μάντζου 万寿 2). Πιθανότερο είναι το 1016, μιας και ο πατέρας της έγινε μέλος σε ένα βουδιστικό μοναστήρι το ίδιο έτος, ίσως λόγω του πένθους του για το θάνατο της Μουρασάκι και του αδερφού της.
Ο τάφος της Μουρασάκι Σικίμπου υποτίθεται πως βρίσκεται νότια του Μπιακουγκό-ιν, ενός μοναστηριού ουρίν-ιν του Κιότο και δυτικά του τάφου του Τακαμούρα νο Όνο (篁小野, αυλικός, ποιητής και λόγιος, 802–853).
Επιρροή Η Μουρασάκι θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα της ιαπωνικής λογοτεχνίας. Σε όλη την Ιαπωνία έχουν τοποθετηθεί αγάλματα προς τιμή της και τα έργα της είναι σημαντικό κομμάτι της ιαπωνικής παιδείας. Το χαρτονόμισμα των 2000 γιέν που εκδόθηκε τον Ιούλιο του 2000 αναπαριστά στην πίσω πλευρά μια σκηνή από το Γκέντζι Μονογκατάρι και κάτω δεξιά τη Μουρασάκι Σικίμπου.
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΦΟΥΤΖΙ ΤΟΜΟ ΚΑΖΟΥ.