Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

18.3.15

Ο AΓΙΟΣ ΗΡΩΑΣ, Ο ΓΕΡΟΣ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ Ο ΜΕΓΑΣ!!! ΟΙ 'Ελληνες αντί να έχουν στο εικονοστάσι τους τον Κορυφαίο των Κορυφαίων 'Ελληνα 'Αγιο 'Ηρωα έχουν . . . . . εσύ αναγνώστη τι λες;

Φίλες και φίλοι, συναγωνιστές και πληνάδελφοι, οραματιστές και σκοταδιστές, ωχαδερφιστές και μαχητές, ψηφοφόροι της αδικοκρατίας, πριν διαβάσετε το πιο κάτω άρθρο πάρτε τα χαπάκια σας, καθήστε στην καρέκλα και πείτε να σας δέσουν για λόγους ασφαλείας, πριν αρχίσετε να βλασθημάτε ζητήστε να φύγει η μαμά η πεθερά και τα παιδιά απο το σπίτι, τώρα μπορείτε να ξεκινήσετε να διαβάζετε.... Oλόκληρο το κείμενο θα το βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση που υπάρχει στο τέλος του άρθρου. Πρίν είκοσι χρόνια που είχα επισκεφθεί το Ναύπλιο με φίλους απο τη Νότια Αφρική ήταν μαζί μας και ο μικρός Τζόναθαν ο οποίος τότε ήταν περίπου 7 ή 8 ετών, κάποια στιγμή λοιπόν ανεβήκαμε στο φρούριο και βρεθήκαμε στο σημείο που είχαν φυλακίσει τον ΑΓΙΟ ΗΡΩΑ ΘΕΟΔΩΡΟ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ όταν τελείωσε η γραμματέας μου την ενημέρωση για την απίστευτη ιστορία του ΓΈΡΟΥ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ όλοι οι φιλοξενούμενοι μου είχαν μείνει άναυδοι απ' αυτά που άκουγαν, ο δε μικρός Τζόναθαν γύρισε προς το μέρος μου και με ρώτησε: Θείε Πέπο αφού αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο σημαντικός για σας τους Έλληνες γιατί τον κλείσατε στη φυλακή; 
Φίλες και Φίλοι ο μικρός Τζόναθαν είναι σήμερα 28 ετών και το καλοκαίρι -εκτος απροόπτου- θα τον έχουμε πάλι κοντά μας μήπως κάποιος/α από εσάς θα μπορέσει να του δώσει μια καλή εξήγηση; Σας ευχαριστώ. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση, με σεβασμό και εκτίμηση.
Επικούρειος Πέπος. Υ.Γ. Ακόμα αναρωτιώσαστε γιατί φθάσαμε ως εδώ; Αχ! βρε ΛΙΑΝΤΙΝΗ πόσο δίκιο είχες για τον Ελληνοέλληνα. Όχι κύριε 'Μ' δεν έχουμε όλοι κοντή μνήμη. Φυσικά και νιώθουμε υπερήφανοι ως Τρικαλινοί για την πρωτοβουλία που πήρε ο Δήμος Τρικάλων και ζωγράφισαν τις διαβάσεις των πεζών με τα πλήκτρα του πιάνου!!!!!!!!!!!! Μιλάμε για φοβερή ιδέα, ανάμεσα στα πλήκτρα έχουν ζωγραφίσει νότες από τραγούδια του Μέγιστου Τρικαλινού Βασίλη Τσιτσάνη.

Η απολογία του Κολοκοτρώνη
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Μετά από μικρή παύση). Να αποχωρήσει της αιθούσης ο Δημήτριος Πλαπούτας για να απολογηθεί ο έτερος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.Δύο χωροφύλακες οδηγούν έΠλαπούτα, ενώ ο Κολοκοτρώνης σηκώνεται από τον πάγκο του και προχωρεί αγέρωχα προς τους δικαστές του. Τα βλέμματα όλων καρφώνονται πάνω του. Μπροστά τους, στέκεται ορθό ολόκληρο το Εικοσιένα. Φέρνουν το Ευαγγέλιο. Ο Πρόεδρος σηκώνεται, τον μιμούνται όλοι. Ο Κολοκοτρώνης απλώνει το χέρι του.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια και μόνη την αλήθεια εις ό,τι ερωτηθώ.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ορκίζομαι. (Κάθονται όλοι στις θέσεις τους).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς ονομάζεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από πού κατάγεσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Από το Λιμποβίσι της Καρύταινας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσων ετών είσαι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εξήντα τέσσερων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι επάγγελμα κάνεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Στρατιωτικός. Στρατιώτης ήμουνα. Κράταγα επί 49 χρόνια στο χέρι το ντουφέκι και πολεμούσα νύχτα μέρα για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ΄ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι απολογείσαι για την κατηγορία που σου αποδίδεται;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον απερασμένο Ιούλη διάηκα στην Τριπολιτσά για να στεφανώσω εν' αντρόγενο. Από κεί τράβηξα, μαζί με τη νύφη μου, για το μοναστήρι της Άγια-Μονής. Την παραμονή της Παναγιάς ήρθε κι ο Ρώμας στην Καρύταινα όπου καθίσαμε κάνα δυο μέρες. Έπειτα ο Ρώμας έφυγε κι εγώ γύρισα στην Τριπολιτσά στις 18 τ' Αυγούστου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είχες προηγουμένως άλλες συναντήσεις με το Ρώμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν είχα πριν καμία συνάντηση μαζί του. Τον αντάμωσα για πρώτη φορά στην Τριπολιτσά. Μακριές ομιλίες δεν είχαμε. Τρώγαμε όμως μαζί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και τι λέγατε;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τα συνηθισμένα όπου λένε οι άνθρωποι όταν τρώνε αντάμα ψωμί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είχες την περιέργεια να ρωτήσεις τον Ρώμα για τα όσα διέδιδε περί Αντιβασιλείας;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Καμία περιέργεια δεν έβαλα στο νου μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον άλλον καιρό τι έκανες στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Πάγαινα στο παζάρι. Σύναζα τους χωριάτες και τους μίλαγα επειδής ήτανε ερεθισμένοι από κείνους τους διαβόλους τα νόμιστρα. Τους έλεγα: «Βρε τσομπάνηδες, τι πλερώνατε τον καιρό της τουρκιάς και τι πλερώνετε τώρα; Δεν πλερώνετε τώρα λιγότερα απ' τον καιρό της τουρκιάς;». Και τους τ' απόδειχνα με παραδείγματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον πρίγκιπα Μπρέντ τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, τον γνωρίζω. Ήρθε μάλιστα στην Τριπολιτσά για να δη το Ρώμα. Σα μπατζανάκης του που είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι παράγγειλες μ' αυτόν στο γιο σου το Γενναίο στ΄ Ανάπλι;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτα. Ούτε είχα και τίποτα να του παραγγείλω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιοι άλλοι ήταν τότε στην Τριπολιτσά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ο Νικηταράς και Πλαπούτας που είχανε έρθει απ' τα χωριά τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άκουσες περί μιας αναφοράς εναντίον της Αντιβασιλείας και των Βαυαρών;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δεν άκουσα τίποτα ούτε και μου μίλησε ποτέ κανείς για καμία τέτοια ανα-φορά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν άκουσες τίποτα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γνωρίζεις τους ληστές Κοντοβουνήσιο, Μπαλκανά και Καπογιάννη;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον Κοντοβουνήσιο τον γνωρίζω απ' τον εμφύλιο πόλεμο.
Ο Μπαλκανάς ήτανε γουρνοβοσκός. Τον κατάτρεχα. Δυο φορές μου 'φυγε απ' τα σίδερα. Τον Καπογιάννη δεν τον γνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον γραμματικό του Κοντοβουνίσιου, Χρήστο Νικολάου, τον ξέρεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι. Είν' ένα ξόανο παιδαρέλι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον Αλωνιστιώτη τον γνωρίζεις;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τον γνωρίζω, είναι μάλιστα και συγγενής μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήξερες πως θα πήγαινε στη Λιβαδειά;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι, δεν το ήξερα. Απ' τον κόσμο το άκουσα πως πήγε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τον είχες δει προηγουμένως;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Δείχνοντάς το). Είναι αληθινό αυτό το γράμμα του Υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσίας προς εσένα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ναι, είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς πήρε αφορμή να σου γράψει ο Ρώσος υπουργός;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Ήταν απάντηση σ' ένα δικό μου γράμμα. Πήρ' αφορμή για να του γράψω από τούτο δω το περιστατικό: Άμα ήρθε ο Βασιλιάς μας, ο πρεσβευτής της Ρωσίας Ρούκμαν άφησε ένα γράμμα του στο περιβόλι μου συστήνοντάς με στους Ρώσους καπετάνιους του Αιγαίου. Γι' αυτό έκαμα κι εγώ ένα ίδιο γράμμα συστήνοντας αυτόν και το ναύαρχό τους Ρίκορντ σε δικούς μας. Δε μου πέρασε η ιδέα πως αυτό βλάφτει είτε είν' εμποδισμένο. Τόκαμα από λεπτότητα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άλλο έγραφες σ' αυτό το γράμμα;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τίποτις άλλο απ' τη σύσταση. Όσο για το γράμμα που έλαβα έλεγε ν' αγαπούμε το βασιλιά μας και τη θρησκεία μας. Άλλο δε θυμούμαι. Σ' αυτό φαίνεται τι μου γράφει ο Ρώσος υπουργός, φανερώνοντας έτσι με ποιο πνεύμα τούγραψα κι εγώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πότε έφυγες για τελευταία φορά από δω;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Δε θυμάμαι καλά. Θαρρώ στις αρχές του Ιούλη. Ήτανε η πρώτη φορά που 'φυγα από όταν ήρθε ο βασιλιάς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και γιατί έφυγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Η αιτία όπου μ' έκανε ν' αφήσω την εδώ ήσυχη ζωή μου είναι, πρώτο γιατί εγώ είμαι βουνίσιος και με πειράζει η ζέστη, δεύτερο για να στεφανώσω ένα αντρόγενο και τρίτο γιατί μούγραψε ο γιος μου ο Γενναίος μην αρρωστήσω και γι' αυτό καθόμουνα στην Τριπολιτσά για τον καθαρό αέρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και σ' όσους ερχόντουσαν να σε ιδούν τι τους έλεγες;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τους συμβούλευα, καθώς έκανα και στην Άγια-Μονή, όπου έβαλα λόγο γι' αυτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχεις άλλο τίποτα να πεις για όσα σε κατηγορούν;
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Τούτω δω μονάχα. Μετά το φόνο του Κυβερνήτη η Πατρίδα ήτανε χωρισμένη στα δύο. Εγώ άμα έμαθα το διορισμό του Βασιλιά, έκαμα τη σημαία του και σύναξα κι όλους τους φίλους μου και κάμαμε μιαν αναφορά στη Βαυαρία φανερώνοντας την αφοσίωσή μας. Όταν ήρθ' ο Βασιλιάς σκόρπισα τους ανθρώπους μου κι ησύχασα.
ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ: Τότε, γιατί αντενέργησες στο βασιλιά σου και στην Αντιβασιλεία.
ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: Εγώ ν' αντενεργήσω; Μα δε ξέρετε λοιπόν κι εσείς οι ίδιοι κι όλοι οι Έλληνες πόσο πάσκισα στον καιρό του σηκωμού ν' αποχτήσει το έθνος κεφαλή και να μου λείψουν οι φροντίδες; Άμα ο Θεός μου 'δωσε Βασιλέα, εγώ είπα σ' όλους τους φίλους μου: «Τώρα είμ' ευτυχισμένος. Θα κρεμάσω την κάπα μου στον κρεμανταλά και θα πλαγιάσω στην καλύβα μου ν' αποθάνω ήσυχος κι ευχαριστημένος».
Αυτά είπε ο Γέρος και κάθισε στον πάγκο του, ενώ στην αίθουσα απλώθηκε βαθιά σιωπή και αγωνία.


Η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα και οι αγορεύσεις του Επιτρόπου Μάσον και των συνηγόρων υπεράσπισης
Ακολούθησε η απολογία του Δημητρίου Πλαπούτα, στο τέλος της οποίας τόνισε (μετά από ερώτηση του Προέδρου αν έχει να συμπληρώσει κάτι):
«Τούτα δω μονάχα. Κατηγορούν εμένα και τον Γέρο, πως τάχα σηκώσαμε κεφάλι ενάντια στην Αντιβασιλεία και το Βασιλιά. Μα μήπως εγώ δε συνόδεψα τη Μεγαλειότη του και μπήκα εγγυητής για να 'ρθει να καθίσει το θρονί; Μας ανακατεύουν πάλι με ληστές και κάτι ασήμαντους ανθρώπους. Εμείς το 'χουμε ψηλά και καθαρό το κούτελο και δε μηχανευόμαστε βρομοδουλειές όπως η αφεντιά εκείνων που μας κατηγορούν γι' αναρχικούς. Ό,τι έχουμε να πούμε το λέμε ντρέτα και σταράτα (ειρωνικά και υπονοώντας τον Επίτροπο). Κύριοι δικαστές, είμαστε αθώοι. Άλλοι είναι οι εχθροί και προδότες της Πατρίδας».Οι παράλογες απαιτήσεις του Επιτρόπου
Η πιο δραματική φάση της δίκης αρχίζει τώρα. Ο Μάσον, αιφνιδιαστικά, αρνείται να απαντήσει στους συνηγόρους της υπεράσπισης, κατά τα ειωθότα, με την εξήγηση ότι «κρίνει περιττόν να χάνει τον καιρόν του». Αλλά ενώ παραιτείται ο ίδιος της δευτερολογίας, απαιτεί να μη δευτερολογήσουν ούτε οι συνήγοροι. Εκείνοι διαμαρτύρονται εντονότατα. Ο πρόεδρος Πολυζωίδης επεμβαίνει. Τονίζει «είμαι της γνώμης ότι ο κ. επίτροπος χρεωστά να απαντήσει. Η ανάπτυξης της κατηγορίας υπήρξεν ελλιπής. Έχει χρέος λοιπόν να την συμπληρώσει, άλλως οι συνήγοροι έχουν χρέος να την συμπληρώσουν».
Με τη δήλωση αυτή ο Πολυζωίδης αρχίζει την ιστορική του μάχη με το Μάσον, με το Μάουερ, με το καθεστώς της αυθαιρεσίας και αδικίας. Είναι η μάχη που θα τον καταστήσει σύμβολο της ελληνικής δικαιοσύνης. Στην πραγματικότητα την είχε αρχίσει ημέρες πρωτύτερα, στα παρασκήνια.
Πριν από την έναρξη της δίκης ο Μάσον είχε καλέσει στο σπίτι του και τα πέντε μέλη του δικαστηρίου και αφού τους παρουσίασε όσα στοιχεία είχε συγκεντρώσει, τους ρώτησε αν τα έβρισκαν αρκετά για να καταδικάσουν τους δυο στρατηγούς. Ο Πολυζωίδης εξεγέρθηκε και δήλωσε αμέσως: «Θάπτω εις τους κρυψώνας της σιωπής την αντάμωσίν μας εδώ, το διατί και το πώς. Αν είναι ανάγκη να προείπομεν τι, προλέγω ότι, αν οι στρατιωτικοί Έλληνες είναι αθώοι, έχομεν τιμιότητα να τους αθωώσωμεν, αν ένοχοι, αγάπην Πατρίδος να τους καταδικάσομεν εις δεσμά, εις θάνατον».

Προσπάθησαν επίσης να εξαγοράσουν και τον Τερτσέτη ενώ η δίκη διαρκούσε ακόμη.
Αφού δεν κατόρθωσαν να τους εξαγοράσουν επιχείρησαν να τους προκαταλάβουν. Το δημοσιογραφικό όργανο του Μάουερ, ο «Σωτήρ» δημοσίευσε άρθρο ενώ συνεχιζόταν η δίκη με το οποίο προαναγγελλόταν ως βέβαια, η καταδίκη των στρατηγών. Οι συνήγοροι κατήγγειλαν δημόσια την προσπάθεια και ζήτησαν από το Μάσον να διώξει την εφημερίδα. Ο Μάσον δεν καταδέχτηκε καν να απαντήσει. Τότε ο Πολυζωίδης, όρθιος, έκανε μια κατηγορηματική δήλωση: «Το δικαστήριον, είπε, δεν έχει άλλο συμφέρον από τον νόμον. Δεν έχει άλλον σκοπόν παρά την απόδοσιν της δικαιοσύνης. Τινές δεικνύουν μιαν επίσημον εμπάθειαν και άγνοιαν των νόμων. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να προλαμβάνει την κρίσιν της δικαιοσύνης. Αποδοκιμάζω όθεν το ανόητον άρθρον και προσκαλώ τον Επίτροπον να εναγάγει τον συντάκτην της εφημερίδος». Ο Μάσσον σε απάντηση κάγχασε.
Αυτή η διπλή άρνηση του Μάσον δημιούργησε μεγάλο θέμα, διότι και οι δυο πλευρές έδειξαν ακλόνητη επιμονή, η οποία σε λίγο εξελίχτηκε σε απροκάλυπτη διαμάχη. Ο Πολυζωίδης γνώριζε ότι, οι άλλοι τρεις δικαστές ήταν αποφασισμένοι να καταδικάσουν σε θάνατο τους στρατηγούς, γι' αυτό προσπαθούσε να πείσει τον Επίτροπο να δευτερολογήσει, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να μεταπείσει έναν από τους «καταδικαστικούς» συναδέλφους του. Ο Μάσον επέμενε να επισπευτεί η έκδοση της απόφασης. Ο Πολυζωίδης παρακάλεσε θερμότατα τον Επίτροπο να δευτερολογήσει. Εκείνος, ανένδοτος, επέμενε στην άρνησή του. Επί μισή ώρα το δικαστήριο είχε πάψει ουσιαστικά να συνεδριάζει. Οι δικαστές στις έδρες τους σώπαιναν με αμηχανία. Ο Μάσον στη δική του έδρα σώπαινε και αυτός, με αλύγιστο πείσμα.
Στην αίθουσα το δικαστήριο είχε μείνει εμβρόντητο. Από κανένα δε διέφευγε ότι, εκείνη την ώρα, καταρρακωνόταν η δικαιοσύνη. Κάποια στιγμή ο Επίτροπος κατέβηκε από την έδρα του, και συνομίλησε μυστικά, με το νομάρχη Μαύρο, που βρισκόταν στην αίθουσα ως παρατηρητής του Μάουερ. Προφανώς έλαβε από αυτόν εντολές, διότι όταν επανήλθε στην έδρα του, δήλωσε ακόμη κατηγορηματικότερα ότι δεν εννοούσε να δευτερολογήσει.
Ο Πολυζωίδης συνέχισε τις εκκλήσεις του: «Σας παρακαλώ δια μιαν ακόμη φοράν, χάριν της δικαιοσύνης και της κοινωνίας να απαντήσετε!». «Δεν δύναμαι να απαντήσω», επέμενε ο Μάσον. «Πρέπει να το κάμετε», παρακαλεί εκ νέου ο Πολυζωίδης. Ο Μάσον ξαναγυρίζει στη σιωπή του. Υπάρχει μεγάλη αναταραχή στην αίθουσα. Ο νομάρχης Μαύρος φεύγει για να ζητήσει οδηγίες από τον υπουργό δικαιοσύνης Σχινά. Ο Πολυζωίδης, μετά από την κατάσταση που δημιουργήθηκε, διέκοψε τη συνεδρίαση για την επομένη, υπό τον όρο, όπως δήλωσε ρητά, «εάν δεν ομιλήσει ο Επίτροπος, να ομιλήσουν οι συνήγοροι».
Τη νύχτα εκείνη, στα παρασκήνια, πολλά διαδραματίστηκαν, που παρέμειναν όμως άγνωστα. Κινητοποιήθηκαν όλοι οι κυβερνητικοί και διπλωματικοί παράγοντες. Έγιναν διαβούλια με στόχο τη ζωή ή το θάνατο του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα. Οι υπουργοί διχασμένοι συγκρούστηκαν, αλλά επικράτησε ο Κωλέττης. Σύγκρουση επήλθε και στους κόλπους της Αντιβασιλείας, όπου όμως επικράτησε επίσης ο Μάουερ. Οι «καταδικαστικοί» επιβλήθηκαν κατά κράτος. Οι «αθωωτικοί», Άρμανσπεργκ και Μαυροκορδάτος, υποχώρησαν ή προσποιήθηκαν ότι υποχωρούν, επιφυλασσόμενοι να αντεπιτεθούν αργότερα, στην κατάλληλη ώρα.

Το αποτέλεσμα των νυχτερινών διαβουλεύσεων, φανερώθηκε την επομένη στο δικαστήριο. Όταν ο πρόεδρος Πολυζωίδης έδωσε το λόγο στην υπεράσπιση, διότι ο επίτροπος αρνήθηκε και πάλι να δευτερολογήσει, ο Μάσον, θριαμβευτικά, του εγχείρισε μια έγγραφη απόφαση της Αντιβασιλείας, η οποία ενέκρινε τη στάση του Επιτρόπου και διάταζε την έκδοση απόφασης με την απειλή μάλιστα ότι θα καταδιώκονταν τα μέλη του δικαστηρίου που δε θα ήθελαν να συμμορφωθούν. Η διαταγή είχε τις υπογραφές και των τριών Αντιβασιλέων. Ο Πολυζωίδης δεν μπορούσε πια παρά να υποκύψει. Το δικαστήριο αποσύρθηκε για διάσκεψη, ενώ σε όλους έγινε αντιληπτό ότι η ζωή του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα είχε κριθεί τελεσίδικα. Άλλωστε ο Μάουερ είχε φροντίσει να προϊδεάσει το λαό για την προαποφασισμένη θανατική καταδίκη.
Διαβάστε περισσότερα: Η δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη | Πάρε-Δώσε http://www.pare-dose.net
ΥΓ. ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΩ να διαβάσετε τα βιβλία του κ. θ. Παναγόπουλου με τίτλο ΄΄τα ψιλά γράμματα της ιστορίας΄΄.
--------------------------------------------------------------------------------------


10 ερωτήσεις & απαντήσεις για το νέο βιβλίο του Θεόδωρου Παναγόπουλου


Συνέντευξη στον Μιχάλη Τζανάκη //
-Κε Παναγόπουλε, σας γνωρίσαμε κυρίως με τα Ιστορικά βιβλία σας «Τα ψιλά γράμματα της Ιστορίας» και «Όλα στο φως». Τι απήχηση είχαν στο αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα, καθώς και τα δυο χαρακτηρίστηκαν best seller;
Ομολογώ  ότι, όταν έγραψα  το πρώτο μου βιβλίο το 2009, δεν περίμενα ότι θα είχε τέτοια απήχηση και ότι θα παραμείνει εδώ και εννιά χρόνια στην επικαιρότητα.
Από τότε μέχρι σήμερα, καθημερινά, παίρνω συνεχώς δεκάδες μηνύματα και δέχομαι επαινετικά τηλεφωνήματα. Ο κόσμος διψάει ν’ ακούσει μια αλήθεια. Θεωρώ, ότι αυτός είναι ο βασικός λόγος της επιτυχίας των βιβλίων μου. Σε μια εποχή, όπου το ψεύδος γίνεται αλήθεια, το μαύρο, άσπρο, όλο και περισσότεροι υποψιάζονται ότι δεν φταίει ο γιαλός, αλλά το ότι στραβά αρμενίζουμε!

-Ο ίδιος κατάγεστε από την Πελοπόννησο, αλλά ζείτε πολλές δεκαετίες στην Κρήτη. Αλήθεια πώς βρεθήκατε στο νησί;
Ήρθα, πριν πολλά χρόνια, ως δικαστής σε μια πόλη της Κρήτης. Έγινα Δήμαρχος και επίτιμος δημότης αυτής της πόλης. Έγινα τύποις και ουσία Κρητικός. Εδώ μεγάλωσαν τα παιδιά μου, γεννήθηκε η κόρη μου, γεννήθηκαν και μεγαλώνουν τα εγγόνια μου. Η Κρήτη είναι η δεύτερη πατρίδα μου.

-Τα βιβλία σας ενώ στηρίζονται σε πλήθος ιστορικών πηγών, ωστόσο αναιρούν πολλά κεφάλαια της «επίσημης» Ιστορίας όπως τη μάθαμε από τις σελίδες των σχολικών βιβλίων. Πώς το εξηγείτε εσείς;
Όπως λέγεται, την ιστορία την γράφουν οι νικητές. Και νικητές στον Μεγάλο Αγώνα της Ανεξαρτησίας, στο τέλος, δεν αναδείχτηκαν οι ξυπόλυτοι και οι πεινασμένοι, που την ξεκίνησαν και έδωσαν το αίμα τους, αλλά η πλουτοκρατία του καιρού εκείνου, οι κοτσαμπάσηδες, συνεργάτες – όργανα της οθωμανικής εξουσίας, “εταίροι- κατά την σημερινοί ορολογία -, μαζί με τους “ετερόχθονες” Φαναριώτες και τους ομοίους τους, λακέδες της Εσπερίας. Όλοι αυτοί “από κοινού συμφέροντος κινούμενοι”, όπως λένε οι νομικοί, έβαλαν στο κάδρο (που στολίζει τις σχολικές αίθουσες και όχι μόνο) μαζί με τους πραγματικούς ήρωες και την αφεντιά τους, αυτοηρωποιούμενοι, ενώ ήσαν αντιπατριώτες και προδότες και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν το πουγκί τους! Η ιδέα αυτή έπρεπε να παγιωθεί, εξ απαλών ονύχων, μέσα από την εκπαίδευση, όπως και έγινε, και στο τέλος κατάντησε εθνική ιδεολογία, – δηλαδή εθνικός μύθος, όσον αφορά την συνεισφορά αυτών των προσώπων, στην απελευθέρωση του Γένους. Στην συλλογική μνήμη, ο μύθος ταυτίστηκε, θεωρήθηκε ως πραγματικότητα και συσκότισε την αλήθεια.

-Τελικά η 25η Μαρτίου σηματοδότησε την αρχή μιας επανάστασης μόνο, ή ένα κύκλο εμφύλιων συγκρούσεων και την απαρχή της ξενοκρατίας στη χώρα μας;
Η 25η Μαρτίου, ή για είμαστε ακριβέστεροι, λίγες μέρες νωρίτερα, 23 ή και 15- άλλωστε δεν έχει και μεγάλη σημασία- αφού η 25η είναι και αυτή ένας από τους μύθους, πράγματι ήταν η έναρξη και μαζί η απαρχή δεινών για την δόλια πατρίδα. Η δόξα και ο διχασμός!
Στην αρχή όλοι ήταν σύμφωνοι. “Είχαμε μεγάλη ομόνοια. Ο ένας επήγε εις τον πόλεμο, ο αδερφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του ζύμωνε, το παιδί του κουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα στο στρατόπεδο….” διηγείται ο Κολοκοτρώνης. Ώσπου; Ώσπου η κακή μοίρα της Ελλάδας έφερε εδώ, τον Μαυροκορδάτο και τον Κωλέτη. Αυτοί οι δυο, δεν ήρθαν για να βοηθήσουν να ελευθερωθεί η πατρίδα, αλλά για να την υποτάξουν και πάλι στα ξένα συμφέροντα, των οποίων αποδείχτηκε, ότι ήσαν πράκτορες. Ο πρώτος, υπάλληλος του Σουλτάνου, δραπέτευσε έγκαιρα από την Βλαχία, σαν κατάλαβε, ότι τον ηγεμόνα θείο του, ήταν έτοιμοι να τον αποκεφαλίσουν οι Τούρκοι. Ο δεύτερος, γιατρός του γιου του Αλή πασά, μόλις είδε τα σκούρα, το ‘σκασε από τα Γιάννενα, μόλις ο Χουρσίτ πασάς πολιόρκησε τον Αλή. Τόσο απλά και για τους δυο! Σαν τα ποντίκια, που εγκαταλείπουν πρώτα το σκάφος, που κινδυνεύει. Αν ήσαν λάτρεις της Ελλάδας και της ελευθερίας της, έπρεπε να κατέβουν νωρίτερα εδώ και να οργανώσουν τον Αγώνα. Ή όλοι μαζί θ αγωνιστούμε, ή όλοι θα πεθάνετε! Και ακριβώς, είναι αυτοί οι δυο, που οδήγησαν τον τόπο  στην ξενοκρατία.

-Γιατί πιστεύετε στρεβλώνεται η επίσημη Ιστορία μας; Ποιες είναι οι σκοπιμότητες της «Αγιοποίησης» ή της «Δαιμονοποίησης»  κάποιων πρωταγωνιστών της και πόσο αυτό επηρέασε τη σύγχρονη πορεία του Κράτους;
Εξήγησα προηγουμένως τους λόγους αγιοποίησης κάποιων και δαιμονοποίησης κάποιων άλλων. Λογικό  επακόλουθο είναι, ότι η παραχάραξη της ιστορίας, έγινε από τους δυο παραπάνω “εισβολείς” και τους παρατρεχάμενους τους, που “βασίλεψαν”στην πολιτική σκηνή, τα επόμενα περίπου πενήντα χρόνια. 
-Η δίκη του Κολοκοτρώνη από την Αντιβασιλεία και οι μεθοδεύσεις που ακολουθήθηκαν τότε είχαν στο στόχαστρο μόνο το Γέρο του Μοριά ή μήπως στόχευαν και κάτι άλλο;
Η δίκη του 1834, στο Ναύπλιο είχε τυπικό στόχο, τον πολυθρύλητο Κολοκοτρώνη, ως εκφραστή του λαϊκού αισθήματος, έναντι της αντιβασιλείας του Όθωνα. Ουσιαστικός όμως στόχος ήταν η καθυπόταξη του νέου βασιλιά και της επιτροπείας του, στα κελεύσματα της αγγλικής πολιτικής, στην οποία αντιδρούσε η πλειοψηφία της αντιβασιλείας και ο Κωλέτης, εκπρόσωποι των γαλλικών συμφερόντων. Εξιλαστήρια θύματα ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας των ραδιουργιών αυτών των ξένων δυνάμεων.

Βρίσκετε ομοιότητες της περιόδου εκείνης, δηλαδή της εγκαθίδρυσης της Βαυαροκρατίας με τη σημερινή, ως προς το ρόλο των πατρώνων της χώρας, αλλά και της πολιτικής ελίτ της;
Η ιστορία  επαναλαμβάνεται. Και τότε και σήμερα ως τραγωδία.  1833. Η Ελλάδα επαρχία της Βαυαρίας – Γερμανίας. Διεκδικητές της “προστασίας”, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αυστρία. 1941. Γερμανική κατοχή, υποδούλωση. 1945, Απελευθέρωση. “Προστάτες”. Άγγλοι και μετά Αμερικανοί. Από πάνω και απέναντι, οι Σοβιετικοί!
2018  “Προστάτες”. Γερμανοί,  Αγγλοσάξωνες, Φράγκοι,  Αλαμανοί, Γαλάτες, Βάνδαλοι, Βησιγότθοι, Ίβηρες, Κέλτες Δανοί, Ολλανδοί κλπ. Λένε ότι είναι 27!  Όλοι φίλοι, εταίροι, αγορές, τοκογλύφοι, δανειστές. Και με μια λέξη: “Θεσμοί ” !
Και η ηγεσία της χώρας και τότε και τώρα…μουγκή! Έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες: “Οι βάρβαροι υποτάσσονται, δια το μη δύνασθαι την ου συλλαβήν λέγειν” γιατί δεν μπορούσαν να πούνε το ΟΧΙ!

-Ως πρώην δικαστής, πώς σχολιάζετε το ρόλο της Δικαιοσύνης για την αποφυγή της διαφθοράς και της αυθαιρεσίας από κρατικούς εκπροσώπους;
Ποιά δικαιοσύνη. Το 1834, ο Όθωνας διόρισε ως δικαστή, στην Χαλκίδα, ένα…. σαλπιγκτή του βαυαρικού στρατού και ο Κωλέτης στην δίκη του Κολοκοτρώνη τον ίδιο χρόνο, ένα γραφιά, του Υπουργείου Εσωτερικών. Στους καιρούς μας, την ηγεσία της δικαιοσύνης την διορίζει ο πρωθυπουργός!
Ο ίδιος νομοθετεί, κυβερνά, ελέγχει την δικαιοσύνη! Τόσο απλά! Και τι να σου κάνουν οι δικαστές; Αυτοί, μόνο τον νόμο καλούνται να εφαρμόσουν και τίποτα περισσότερο. Και σήμερα οι νόμοι έρχονται με φαξ από το Λονδίνο και το Βερολίνο και εδώ απλώς μεταφράζονται!

-Ποια είναι η συνεισφορά του νέου σας βιβλίου, «ο φυλακισμένος του Ιτς Καλέ» στη γνώση των γεγονότων της περιόδου και πώς μπορεί να αξιοποιηθεί αυτή η γνώση από όλους μας;
Με τα βιβλία μου, βάζω ένα μικρό λιθαράκι, στο Παλάτι της Γνώσης, που πρέπει να χτίσουμε όλοι μαζί. Βάλε και συ ένα σύντροφε- πατριώτη. Μπορείς! Μη λες δεν μπορώ. Αν δεν τολμάς, δεν είναι γιατί τα πράγματα είναι δύσκολα, αλλά είναι δύσκολα, επειδή δεν τολμάς !

-Μετά και αυτό το βιβλίο, θα συνεχίσετε την Ιστορική σας έρευνα και αν ναι, για ποια περίοδο της νεοελληνικής Ιστορίας;
Το επόμενο βιβλίο, – Θεού θέλοντας, όπως λέγεται, θ’ αναφέρεται στις δυο βασιλικές δυναστείες, που βασίλεψαν στην Ελλάδα, τα τελευταία εκατόν εικοσιπέντε χρόνια και στα δεινά που επισώρευσαν στον ελληνικό λαό, με τους συνεργάτες τους,  σφουγκοκωλάριους πολιτικούς, που τις υπηρέτησαν πιστά, με ονόματα και διευθύνσεις!
Σας χαιρετώ με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Επικούρειος Πέπος.

16.3.15

Ύψωμα 731: Oί Θερμοπύλες που δεν έπεσαν. 5ο Σύνταγμα Πεζικού Τρικάλων.

Φίλες και Φίλοι, αγαπητοί επισκέπτες, μαχητές της καθημερινότητας μέρα καλή!!! όπως σας είπα και σε προηγούμενη ανάρτηση ο μήνας Μάρτιος για μας τους Έλληνες είναι πολύ σημαντικός για τους γνωστούς 1821 λόγους, εδώ σ'αυτό το ιστολόγιο σήμερα θα σας παρουσιάσω έναν ακόμα λόγο, ως Τρκαλινός στην καταγωγή θα αναφερθώ στο ύψωμα 731 εκεί σ'αυτό το ύψωμα το 1940 κάποιοι Έλληνες με καταγωγή απο τα Τρίκαλα έγραψαν τη δική τους ιστορία μα χρυσά γράμματα. Σ'αυτούς του ΥΠΕΡΟΧΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΓΙΟΥΣ ΗΡΩΕΣ είναι αφιερωμένη η σημερινή ανάρτηση. Εύχομαι στο μέλλον να μη χρειαστεί να ξαναέχουμε τέτοιους ΗΡΩΕΣ για τον απλούστατο λόγο, να έχουμε ειρήνη. Ο πόλεμος βέβαια σήμερα έχει άλλη μορφή, οικονομική και το κάκο σ'αυτή την περίπτωση είναι που δε γνωρίζεις που είναι ο εχθρός, και που είναι οι προδότες. Τουλάχιστον εκείνοι οι ΗΡΩΕΣ γνώριζαν ποιος είναι και που είναι ο εχθρός, ήταν απεναντί τους. Σήμερα ο εχθρός είναι κρυμένος σε απόρθητα κτίρια, και σε αποστάσεις τόσο μακρινές, αλλά ίσως και πολύ κοντινές και τον ονομάζουν -τάχαμου- αγορές!EmojiEmojiEmojiEmojiκαι φόβο!EmojiEmojiEmojiEmojiδηλαδή πιαστ' αυγό και κούρευτο. ΑΓΙΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΥΨΩΜΑΤΟΣ 731 εσείς τότε κάνατε το καθήκον σας και σας ευγνωμονούμε, τώρα είναι η δική μας σειρά να κάνουμε το καθήκον μας. Σε σας εναποθέτω αυτά τα λίγα λουλούδια ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗ-ΗΡΩ'Ι'ΚΗ ΣΑΣ
πράξη. Σας ευχαριστούμε. Με σεβασμό και εκτίμηση Επικούρειος Πέπος ο Τρικαλινός.

Ὕψωμα 731: Οἱ Θερμοπύλες ποὺ δὲν ἔπεσαν

Στις αρχές Μαρτίου 1941, ο ίδιος ο Μπενίτο Μουσολίνι έφτασε στην Αλβανία για να παρακολουθήσει από κοντά τις επιχειρήσεις. Κύριος στόχος, η διάσπαση του μετώπου σε μια γραμμή έξι χιλιομέτρων, από την Γκλάβα στο Μπούμπεσι. Την επιχείρηση είχε αναλάβει το όγδοο ιταλικό σώμα στρατού, που έριξε στη μάχη τέσσερις μεραρχίες και δυο τάγματα μελανοχιτώνων, κρατώντας άλλες δύο σε εφεδρεία. Απέναντι τους, η πρώτη ελληνική μεραρχία που πολεμούσε συνεχώς από την αρχή της εκστρατείας. Η πολυδιαφημισμένη «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών ξέσπασε στις 9 του Μάρτη του 1941 σε όλη τη γραμμή του μετώπου. Στις 26 του Μάρτη ο απολογισμός ήταν τραγικό. Δώδεκα ιταλικές μεραρχίες με άφθονα εφόδια είχαν ριχτεί σε έξι καταπονημένες ελληνικές και δεν πήραν ούτε σπιθαμή εδάφους.
Μεγάλη συμβολή στον Β' ΠΠ είχε η χώρα μας. Πιο γνωστή στο ευρύ κοινό η Ελληνο-ιταλική σύγκρουση στην Πίνδο, η Μάχη των Οχυρών της Γραμμής Μεταξά και η Μάχη της Κρήτης. Ένα περιστατικό ηρωικό από το ελληνο-αλβανικό μέτωπο που δεν είναι τόσο πολύ γνωστό, διαδραματίστηκε κατά την διάρκεια της «Εαρινής Επίθεσης» των Ιταλών στο Ύψωμα 731.
Το εν λόγω ύψωμα (υψόμετρο 731 μ.) βρίσκεται περί τα 20 χλμ. βόρεια της Κλεισούρας. Ήταν ένα από τα ισχυρότερα ερείσματα που κατέλαβε ο Ελληνικός Στρατός κατά τους χειμερινούς αγώνες, που προηγήθηκαν, κλειδί της όλης τοποθεσίας, στον κεντρικό τομέα της Αλβανίας. Η παραμονή σε ελληνικά χέρια του υψώματος αυτού καταδίκαζε κάθε προσπάθεια των Ιταλών. Η αρχή της ιταλικής επίθεσης έγινε νωρίς το πρωί της 9ης Μαρτίου, με σφοδρή δράση του πυροβολικού με όλμους και αεροπορικό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων.
Ένας τιτάνιος αγώνας διεξήχθη. Στο ύψωμα 731, καθώς και στα γειτονικά υψώματα, πολέμησαν οι άνδρες του 5ου Συντάγματος της I Μεραρχίας πού κατάγονταν κυρίως από την Καρδίτσα και τα Τρίκαλα. Στο διάστημα από 9 έως 11 Μαρτίου 1941, πενήντα Τρικαλινοί θυσιάστηκαν ηρωικά, υπερασπιζόμενοι το ύψωμα. Η τρίτη μέρα βρίσκει το 5° σύνταγμα Τρικάλων να έχει 586 άνδρες νεκρούς και τραυματίες, περίπου την μισή του δύναμη. (Απολογισμός της μάχης για τους Ιταλούς 1.000 νεκροί και 3.000 τραυματίες και για τους Έλληνες 145 νεκροί και 400 τραυματίες.)

Η τιτανομαχία του Υψώματος 731
Γράφει ο Δημήτρης Κωνσταντάρας- Σταθαράς: «Ελέγαμε: ένα Μαραθώνα ακόμα! Ελέγαμε: μια Σαλαμίνα ακόμα! Ελέγαμε: ακόμα ένα Εικοσιένα! Και ήρτες τέλος Συ Μητέρα-Μέρα…» Το ηρωικό έπος του 1940-41 τα έχει όλα, όσα διασαλπίζει με τη στεντόρεια φωνή του ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός. Από τα βαθιά χαράματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 μέχρι τον Απρίλιο του 1941 διαδραματίστηκαν επικά γεγονότα, που προκαλούν τη συγκίνηση και το θαυμασμό μας. Εμείς οι νεότεροι τα διαβάζουμε στην Ιστορία. Η προηγούμενη όμως γενιά τα έζησε ενεργά και τα έγραψε με ιδρώτα και αίμα πάνω στα βουνά της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανίας. Το 731 αναδείχθηκε και Μαραθώνας και Σαλαμίνα και Εικοσιένα!» (ΑΡΧΕΙΟ Δ.Γ. ΚΑΣΛΑΣ, «ΣΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940-41 - Ο τιτάνιος αγώνας στο ύψωμα 731 μέσα από το ημερολόγιο του Ταξίαρχου Δημήτρη Κασλά», 15-2-2008.)
Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών γράφει: «Επί 7 ημέρες, ως τις 15 Μαρτίου η μεραρχία δοκιμάστηκε σκληρά, αλλά απέκρουσε τα κύματα των επιτιθέμενων αντιπάλων. Οι επιθέσεις και αντεπιθέσεις άρχιζαν με πυκνό κανονιοβολισμό που κατέσκαβε τα υψώματα, για να καταλήξουν σε συμπλοκές, όπου το λόγο είχαν η χειροβομβίδα και η λόγχη. Το ύψωμα 731, μεταξύ Αώου και Άψου, έμεινε θρυλικό. Ως τις 19 Μαρτίου, μετά από σχετική τριήμερη ανάπαυλα, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν κατά του υψώματος 731 όχι λιγότερες από 18 επιθέσεις. Το «731», όπως έμεινε γνωστό στην πολεμική ιστορία και των δύο αντιπάλων, υπήρξε ίσως ένα από τα πιο αιματοβαμμένα υψώματα ολόκληρου του παγκοσμίου πολέμου». (ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. 1978, τόμος ΙΕ, σελ.441-442).
Ο λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Άγγελος Τερζάκης, πολεμιστής του 1940, γράφει: «Ξημερώνει η 10 Μαρτίου 1941 ,ημέρα Δευτέρα, και το πυροβολικό του Καβαλλέρο ξαναρχίζει. Ξαναρχίζει από την Τρεμπεσίνα, με πείσμα διπλό, γιατί η πρώτη μέρα χάθηκε κι αυτό είναι άσχημο για μιαν επίθεση, που πρέπει να το πετύχει στις πρώτες ώρες της.
Το κανονίδι τώρα απλώνεται ανατολικά, στο 731. Είναι τέτοιο που μόνο με τους θρυλικούς βομβαρδισμούς του Βερντέν, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να παραβληθεί. Τ' ακούει και ζαρώνει περίτρομη η ψυχή του ανθρώπου. Τα ελληνικά πυρά της έκοψαν την ορμή, ως που το μεσημέρι οι Ιταλοί ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις, ξανάρχισαν, όμως, το πεζικό κατόρθωσε με μόνα τα δικά του να σπάσει το πρώτο κύμα του εχθρού. Στις 6 τ' απόγεμα οι Ιταλοί άνοιγαν μεγάλη φωτιά κατά του 731. Χύμηξαν ύστερα με ταυτόχρονη προσπάθεια να το υπερκεράσουν από τη δημοσιά, ενώ έπιαναν και να βομβαρδίζουν την Τρεμπεσίνα. Είταν η έβδομη επίθεσή τους για το 731. Το ύψωμα έμπαινε πια, ζωσμένο με φλόγες στο θρύλο» (Άγγελος Τερζάκης, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΪΑ 1940-1941, Αθήναι 1964, σελ.177-178).

Τχης (ΠΖ) Δημήτριος Κασλᾶς, διοικητὴς τοῦ II/5 Τάγματος κατὰ τὴν μάχη τοῦ Ὑψώματος 731 (9-10 Μαρτίου 1941)
Ο τιτάνιος αγώνας στο ύψωμα 731 μέσα από το ημερολόγιο του Ταξίαρχου Δημήτρη Κασλά
Στο προσωπικό χειρόγραφο ημερολόγιο του Ταγματάρχη (τότε) Δημητρίου Κασλά, από το Πουρί Ζαγοράς, Διοικητή του ΙΙ (2ου) Τάγματος του 5ου Συντάγματος Τρικάλων, που με τους στρατιώτες του υπερασπίστηκε το ύψωμα 731, αναφέρει:
«(Ημέρα πρώτη: Κυριακή 9η Μαρτίου 1941, «έναρξις της επιθέσεως»)
(Πρωινές ώρες): Την 06:30 ώραν ήρξατο τρομακτικόν και καταιγιστικόν πυρ του εχθρικού Πυροβολικού και όλμων. Η πρώτη ομοβροντία μιας βαρέως Πυροβολαρχίας ερρίφθη ακριβώς την 06:30 ώραν επί του υψώματος 731, όπου ο Σταθμός Διοικήσεώς μου ήτο το σύνθημα της ενάρξεως της βολής.
Ο βομβαρδισμός συνεχίζεται με αυξάνουσαν έντασιν. Σμήνη αεροπλάνων ρίπτουν συνεχώς τα φορτία των επί των υψωμάτων 731 και 717. Το ύψωμα 731, όπου το Τάγμα μου, σείεται συνεχώς, σκόνη, φωτιά και καπνός, η ατμόσφαιρα είναι βαρειά, δύσκολα αναπνέει κανείς από τα αέρια των εκρήξεων, κόλασις πυρός, μας περιβάλλαν καπνοί και αι φλόγες, δεν ημπορούμε να διακρίνουμε τι γίνεται εις απόστασιν 10 μέτρων. Το ύψωμα 731 ήτο δασωμένον με δέντρα ύψους 4-5 μέτρων, εντός διώρου έμεινε γυμνόν. Τα συρματοπλέγματά μας κατεστράφησαν, τα χαρακώματα ισοπεδώθηκαν, οι στρατιώται καλύπτονται εις τας οπάς των οβίδων και αγωνίζονται απεγνωσμένα να επανορθώσουν τας ζημίας, ιδίως να προστατεύσουν τα πολυβόλα και οπλοπολυβόλα από την καταστροφήν, από τις πέτρες και χώματα που εγείροντο από τας εκρήξεις. Τα υπάρχοντα επί του υψώματος 731 δύο πυροβόλα των 6,5 και αντιαρματικός ουλαμός των 37 κατεστράφησαν ολοτελώς.
Περί την 07:30 ώραν κατόρθωσα να επικοινωνήσω τηλεγραφικώς δια λίγα λεπτά με τον Συνταγματάρχην Κετσέαν, επίσης μετά του Διοικητού του Συγκροτήματος Συνταγματάρχου Γεωργούλα Ν., οι οποίοι αγωνιούσαν να πληροφορηθούν την κατάστασίν μας. Με ερώτησαν εάν οι άνδρες του Τάγματος κρατούν τας θέσεις των, τους απάντησα ότι οι Λόχοι ευρίσκονται εις τας θέσεις των. Μου διεβίβασεν την εξής Διαταγήν γραπτήν: «Επί των θέσεών σας θ' αμυνθήτε μέχρις εσχάτων, Η Πατρίς, η Ανωτάτη Διοίκησις απαιτεί να κρατήσητε ψηλά την τιμήν των όπλων.».
...Του απήντησα: οτιδήποτε και αν συμβή δεν θα εγκαταλείψωμεν το 731 και έχω πεποίθησιν ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί.

Περί την 8ην ώραν το Πυροβολικόν του εχθρού ήρχισε να επιμηκύνη την βολήν του εις τα μετόπισθεν του Τάγματος και την 08:30 έπαυσεν την βολήν του επί των υψωμάτων 731 και 717. ΄Ητο φανερόν πλέον ότι θα ήρχιζεν η επίθεσις των Ιταλών. Διέταξα τους Λόχους να ετοιμάσουν τα αυτόματα και να μη βάλουν από μεγάλας αποστάσεις, παρά μόνον όταν οι Ιταλοί θα έφθαναν εις ωρισμένα σημεία του εδάφους που υπεδείχθησαν επί τόπου εις απόστασιν περίπου 200 μέτρων.
Περί την 09:30 ώραν οι Ιταλοί χρησιμοποιούντες τας δεξιά του 5ου Λόχου βαθείας γραμμάς πλησιάζουν επικινδύνως και προσεγγίζουν τα κατεστραμμένα συρματοπλέγματα. Αρχίζει πλέον ο αγών διά της χειροβομβίδος. Οι Ιταλοί δοκιμάζουν με τρόμον και φωνάς τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των αμυντικών μας χειροβομβίδων.
(Μεσημέρι): Την μεσημβρίαν προσπαθούν οι Ιταλοί να επαναλάβουν την επίθεσίν των, αλλά ευθύς ως αναπτύσσονται καθηλούνται και διασκορπίζονται από το Πυροβολικό και τα Πολυβόλα μας.
(Απόγευμα): Το απόγευμα και ενώ μέχρι της στιγμής εκείνης τα εχθρικά πυρά είχον αραιωθή, εκσπά και νέα επίθεσις μετά σφοδρού βομβαρδισμού, εφ' ολοκλήρου του τομέως της Ι Μεραρχίας και ανασκάπτεται πάλιν το έδαφος από το πυροβολικόν και τας βόμβας αεροπλάνων. Οι στρατιώται περιμένουν να πλησιάσουν τα εχθρικά τμήματα πεζικού, τα παραλαμβάνουν με τα αυτόματα και τα αποδεκατίζουν με επιτυχείς ριπές και όταν ο εχθρός χρησιμοποιή τας βαθείας γραμμάς και προσεγγίζει τα χαρακώματα, επιτίθενται διά της χειροβομβίδος και της λόγχης.
Οι Ιταλοί όμως δεν παραιτούνται. Δοκιμάζουν διά μία ακόμα φοράν, προτού νυκτώση, να διασπάσουν τας γραμμάς μας επί του υψώματος 731.Και η προσπάθεια αυτή αποκρούεται σε σοβαροτάτας απωλείας.
(Βράδυ): Η νύκτα μας βρίσκει όλους εξηντλημένους σωματικώς. Είμεθα όλη την ημέραν νηστικοί. Εν τούτοις κανείς δεν θέλει να φάγη. Έχουμε άφθονο κονιάκ. Οι Λόχοι δεν ζητούν ψωμί αλλά χειροβομβίδας αμυντικάς και σκαπανικά εργαλεία. Καθ' όλην την νύκτα οι ημιονηγοί του Τάγματος, οι αφανείς αυτοί ήρωες επηγαινοερχόνταν εις τον σταθμόν εφοδιασμού διά να μας φέρουν εκατοντάδας φορτίων χειροβομβίδων, πυρομαχικών και λοιπών εφοδίων.
(Ημέρα δεύτερη: Δευτέρα 10 Μαρτίου 1941).
(Πρωινές ώρες): «Την 7ην πρωινήν ήρχισε πάλιν το ιταλικόν πυροβολικόν. Εις τας 9 ώρα αρχίζει η Ιταλική επίθεσις. Αυτήν την ημέραν κατευθύνεται προς το αριστερόν μας διά να υπερφαλαγγίσουν το 731 εκ του αριστερού. Οι Ιταλοί κινούνται με μυρίας προφυλάξεις, τους καταλαμβάνει πρώτον το Πυροβολικόν μας και τους αποδεκατίζει. Το Πυροβολικόν των Ιταλών προσπαθεί να υποστηρίζει την κινουμένην φάλαγγα. Οι Ιταλοί προχωρούν κατά διαδοχικά κύματα με προφανή σκοπόν να καταλάβουν οπωσδήποτε το 731, χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τας απωλείας των. Οι Ιταλοί φθάνουν εις απόστασιν από 50-100 μ. από την γραμμήν αντιστάσεως. Διά να εξαπατήσουν τους στρατιώτας μας υψώνουν λευκά μανδίλια, προς στιγμήν υπέθεσαν ότι επρόκειτο να παραδοθούν. Αντελήφθην εκ πρώτης στιγμής ότι επρόκειτο περί απάτης. Επενέβην αμέσως, διέταξα έντασιν των πυρών διά χεροβομβίδων και τοπικήν αντεπίθεσιν. Οι Στρατιώται κραυγάζοντες την περίφημον πολεμικήν ιαχήν «αέρα» διά της λόγχης και των χειροβομβίδων αιφνιδιάζουν τους Ιταλούς, οι οποίοι αρχίζουν να τρέχουν προς τα οπίσω, μεταβαλόντες την υποχώρησίν των εις πανικόβλητον φυγήν. Η επίθεσις των συνετρίβη.
(Μεσημέρι): Ολίγον προ της μεσημβρίας διεξάγεται νέα προσπάθεια εις το ίδιο σημείον παρά Ιταλών κατόπιν πάλιν προπαρασκευής διά σφοδρού βομβαρδισμού και η επίθεσις αύτη συνετρίβη προ του ακαμάτου ηρωισμού των Λόχων, διά της λόγχης, μέχρι την 12:30 ώραν τρέπομεν εις νέαν άτακτον φυγήν τους Ιταλούς.
(Απόγευμα): ... Εις τας 06:30 αρχίζει βομβαρδισμός επί των υψωμάτων 731 και 717 και μετ' ολίγον νέα επίθεσις των Ιταλών και κατά των δύο πλευρών του υψώματος 731, δηλαδή εναντίον και των δύο Λόχων μου. Και η επίθεσις αυτή απεκρούσθη με βαρυτάτας απωλείας διά τον εχθρόν.
(Βράδυ): Προς το εσπέρας νομίζουν ότι θα κλονίσουν το ηθικόν των στρατιωτών μας, ρίπτουν δι' αεροπλάνων χιλιάδας προκηρύξεις, καλούν τους στρατιώτας μας να ρίψουν τα όπλα και να σπεύσουν να παραδοθούν. Αι προκηρύξεις αυταί μόνον γέλωτας προσέφερον εις τους ηρωικούς οπλίτας.
Και η δευτέρα ημέρα της επιθέσεως έκλεισε με την απόλυτον διατήρησιν των θέσεών μας επί του υψώματος 731, καθώς επίσης και το δεξιά μου ΙΙΙ Τάγμα επί του υψώματος 717.»
Η «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών απέτυχε. Ο Μουσολίνι έφυγε ταπεινωμένος. Το ύψωμα 731 έγινε δόξα και το όνομά του γράφτηκε στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη: «731».

Τὸ 5ο Σύνταγμα Πεζικοῦ Τρικάλων ποὺ ντρόπιασε τὸν Μουσολίνι
Στοιχεία που παρουσίασε σε διάλεξη του Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. ο Ιωάννης Μυτιληναίος για την τιτανομαχία στο Ύψωμα 731.
Επιμέλεια αφιερώματος: Αποστόλης Ζώης
Μοναδικό φαινόμενο ηρωϊσμού και αυταπάρνησης αποτελεί η απόκρουση της εαρινής ιταλικής επίθεσης από 9 έως 25 Μαρτίου 1941, από το 5ο Σύνταγμα Πεζικού Τρικάλων στην τιτανομαχία του Υψώματος 731, σύμφωνα με όσα επεσήμανε σε διάλεξη η οποία πραγματοποιήθηκε στα Τρίκαλα στις 4 Μαρτίου 2000 με οργανωτή τον Φ.Ι.Λ.Ο.Σ. ο Ιωάννης Μυτιληναίος, προσθέτοντας ο ίδιος πως ο αγώνας αυτός μόνο με τη μάχη του Μαραθώνα θα μπορούσε να συγκριθεί....
Ο Ιωάννης Μυτιληναίος αναφέρεται αναλυτικά στη διεξαγωγή της Ιταλικής επίθεσης, μέρα με τη μέρα, παρουσιάζοντας τα εξής στοιχεία:
Πρώτη Ημέρα (9-3-1941)
"Την 04:00 ώρα της 9ης Μαρτίου 1941 ο Μουσολίνι εγκαθίσταται στο προκεχωρημένο παρατηρητήριο "ΚΟΜΑΡΙΤ", απέναντι περίπου από το ύψ. 731, σε απόσταση βολής από το ελληνικό ΠΒ. Είναι γεγονός ότι κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο κανένας άλλος αρχηγός κράτους ή κυβερνήσεως δεν πήγε ποτέ τόσο κοντά στην πρώτη γραμμή, όσο ο Μουσολίνι σ' αυτή την επίθεση. Ήθελε να δει πως οι λογχοφόροι του θα διασπάσουν το Ελληνικό Μέτωπο.
Στις 06:00 αρχίζει η Ιταλική Εαρινή Επίθεση. Ξαφνικά όλος ο τομέας της Ι ΜΠ συγκλονίζεται από ορυμαγδό εκρήξεων βλημάτων ΠΒ παντός διαμετρήματος και βαρέων όλμων. Η διάταξη της Μεραρχίας βάλλεται σε όλο το πλάτος και βάθος. Υπολογίζεται ότι βάλλει ένα πυροβόλο ανά μέτρο μετώπου. Tα πάντα ανασκάπτονται.
Δυόμισι ώρες κράτησε η προπαρασκευή του ιταλικού ΠΒ και στις δυόμισι αυτές ώρες έπεσαν πάνω στις ελληνικές θέσεις κάπου 100.000 βλήματα. Η Μεραρχία έχασε την επικοινωνία της με τα εμπρός τμήματα, είχε όμως καταλάβει τώρα ότι ο κλήρος είναι δικός της. Μπορεί ο βομβαρδισμός να γινόταν σ' όλο το Κεντρικό Μέτωπο, η επιμονή όμως του εχθρού, το μανιακό σφυροκόπημα συγκεντρωνόταν στα υψώματα 731 και Μπρέγκου-Ράπιτ, καθώς και στο Κιάφε-Λούζιτ του Υποσυγκροτήματος Μπαλντούμη.
Με το ξημέρωμα στα 400 ΠΒ και τους 300 περίπου βαρείς όλμους προστίθενται και τα πυρά της Ιταλικής Αεροπορίας (περίπου 190 Α/Φ στον Κεντρικό Τομέα). Κάποιο σμήνος διοικεί ο ίδιος ο Τσιάνο.
Στις 08:00 αρχίζει η κίνηση του Πεζικού με παραπλανητική ενέργεια εναντίον του δεξιού του Υποσυγκροτήματος ΚΕΤΣΕΑ (υψώματα χ. Μπούμπεσι) και του αριστερού του, δηλαδή εναντίον του Υποσ. ΜΠΑΛΝΤΟΥΜΗ και του Συγκροτήματος ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ. Τα ιταλικά τμήματα καθηλώνονται χωρίς να παραπλανήσουν τη Διοίκηση του Β' Σ.Σ".
Η κανονική επίθεση... Όσον αφορά την κανονική επίθεση ο ίδιος σημειώνει:
"Στις 09:00 αρχίζει η κανονική επίθεση κατά του υψ. 731 και του Μπρέγκου-Ράπιτ. Το ιταλικό ΠΖ προχωρεί με την ΑΥ του ΠΒ του, βέβαιο ότι, στα υψώματα αυτά, που τ' ανασκάλεψε με νύχια πυρωμένα το πνεύμα της οργής, δεν θ' ανάσαινε πια ψυχή ζωντανή.
Με την άρση των ιταλικών πυρών ΠΒ της ΑΥ, τους παραλαμβάνουν τα πυρά ανασχέσεως του ελληνικού ΠΒ και τους αποδεκατίζουν. Όμως παρά τις μεγάλες απώλειες διέρχονται τον φραγμό και προχωρούν. Και τότε έγινε το θαύμα. Μέσα απ' τα χώματα, τις πέτρες, τα κομματιασμένα συρματοπλέγματα, τους ξεκοιλιασμένους γαιόσακους, αναδεύτηκαν ανθρώπινα όντα, σαν να βρικολάκιαζαν, ανασηκώθηκαν, έσφιξαν στο μάγουλο το όπλο, σημάδεψαν, έριξαν στο ψαχνό. Τα ελληνικά πολυβόλα με το βαρύ τους κροτάλισμα γάζωναν τον αέρα. Οι Ιταλοί αιφνιδιάζονται, καθηλώνονται. Οι ελάχιστοι επιζώντες Έλληνες, την κατάλληλη στιγμή εξέρχονται των κατεστραμμένων χαρακωμάτων τους και με εφ' όπλου λόγχη και την κραυγή "ΑΕΡΑ" αντεπιτίθενται. Οι Ιταλοί ανατρέπονται και υποχωρούν προς την αρχική γραμμή εξορμήσεώς τους, καταδιωκόμενοι, αρχικά από τους μαχητές και στη συνέχεια από τα πυρά του ελληνικού ΠΒ.
Οι Ιταλοί επιτίθενται εκ νέου με νέα τμήματα. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται. Οι Ιταλοί καταφέρνουν να διατηρήσουν ένα μικρό ύψωμα με υψοδείκτη 717, μαστό του 731, 500 περίπου μέτρα μπροστά του, όπου ήταν εγκατεστημένες οι Προφυλακές Μάχης. Ανακαταλαμβάνεται με αντεπίθεση από το εφεδρικό τμήμα του Τάγματος του Κασλά.
Στις 12:00 εξαπολύουν τρίτη επίθεση στο 731 και στο Μπρέγκου-Ράπιτ. Αποκρούονται και πάλι αλλά καταλαμβάνουν εκ νέου το ύψ. 717 προ του 731. Δεν επιχειρείται ανακατάληψή του, διότι το ύψωμα δεν θεωρείται σημαντικό και οι υπολογιζόμενες απώλειες υπερβολικές.
Στις 14:00 εξαπολύουν τέταρτη επίθεση και στις 16:50 πέμπτη και στα δύο υψώματα, οι οποίες επίσης αποκρούονται.Έτσι η πρώτη ημέρα της επιθέσεως στον τομέα της Ι Μεραρχίας τερματίστηκε με πενιχρά, για τον εχθρό, αποτελέσματα, αφού το μόνο ύψωμα που κατέλαβε ήταν το ύψ. 717 των Προφυλακών Μάχης. Αυτό ήταν και το μόνο ύψωμα που κατέλαβαν οι Ιταλοί κατά την Εαρινή Επίθεση".
Απέτυχαν παταγωδώς...
Ο Ιωάννης Μυτιληναίος περιγράφει αναλυτικά τις υπόλοιπες μέρες, από τη δεύτερη (10-3-1941) έως και την τελευταία, δέκατη έκτη ( 24-3-1941), όπου οι Ιταλοί παρά τις δύο τελευταίες σκληρές επιθέσεις δεν κατόρθωσαν τελικά, να καταλάβουν το ύψωμα , για να επισημάνει ο Ιωάννης Μυτιληναίος:
Τελικά οι Ιταλοί δεν πέρασαν από το ύψ. 731 και η επίθεσή τους εκφυλίστηκε. Ο αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, αναγνωρίζοντας τον ρόλο της Διοικήσεως και των μαχητών του, σε ειδική για τους αγώνες στο ύψ. 731 διαταγή του, αναφέρει μεταξύ άλλων: "... Η προσπάθεια, την οποίαν καταβάλλει εναντίον σας ο εχθρός, δεν σας εκλόνισε, σας έδωσε μία νέα αφορμή να αποδείξητε, δια πολλοστήν φοράν, τας λαμπράς αρετάς σας και προπαντός την πίστην σας επί το δίκαιον τον αγώνος σας... Η μάχη αυτή, την οποίαν νικηφόρως διεξαγάγατε, σας εκάλυψε με δάφνας δόξης άφθαστου... Ολόκληρος ο Στρατός μας, τον οποίον Σεις τόσο λαμπρά αντιπροσωπεύετε και εις την ιστορίαν του οποίου προσθέσατε νέας ένδοξους σελίδας, σας παρακολουθεί και σας θαυμάζει. Σας απευθύνω τα πλέον θερμά συγχαρητήρια. Ζήτω ο Ελληνικός Στρατός".
Πηγή: Το κείμενο της διάλεξης δημοσιεύεται στον τόμο 21ο των "Τρικαλινών", σελίδες: 263-310. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "ΕΡΕΥΝΑ"

(ΓΕΣ/ΔΙΣ, «Ἑλληνοϊταλικὸς Πόλεμος 1940-41»)

... Εις τον ορισθέντα ως αντιπρόσωπον διὰ την υπογραφήν του πρωτοκόλλου εκεχειρίας Διοικητήν του Ι/67 Τάγματος, εδόθη η ευκαιρία να διατρέξη το προ του 731 έδαφος μέχρι του προς Δυσμάς υψ. 717, μήκους 500 περίπου μέτρων και να αντιληφθή ιδίοις όμμασι την τρομακτικήν φθοράν ην είχον υποστή οι Ιταλοί κατά τας εναντίον του 731 επιθέσεις των.
Ούτος, εις σχετικήν έκθεσίν του, αναφέρει ότι, καίτοι είχεν ήδη αντικρίσει εικόνας ανθρωποσφαγής εις τα πεδία μαχών εν Μακεδονία και Μικρά Ασία, εν τούτοις το μακάβριον και φρικιαστικόν θέαμα όπερ αντίκρυσεν εις τον μεταξύ του 731 και του 717 χώρον, υπερέβαινε τας δυνατότητας της φαντασίας του.
Όλη σχεδόν η ορατή κατά μήκος της μεταξύ των δύο υψωμάτων κορυφογραμμής ζώνη, πλάτους 150 περίπου μέτρων, ήτο κεκαλυμμένη διά πτωμάτων, εγκατεσπαρμένων κατά σωρούς, μεταξύ των οποίων, ως διακοσμητικόν συμπλήρωμα, προέβαλον αποκεκομμένα μέλη κατατεμαχισθέντων μαχητών. Η μακάβριος εντύπωσις εκορυφούτο διά της θέας θανασίμου εναγκαλισμού αντιπάλων, εξ ων ουκ ολίγοι από της Ελληνικής πλευράς.
Ανάλογον εικόνα θα παρουσίαζον ασφαλώς και αι εκατέρωθεν της κορυφογραμμής προς τας χαράδρας Προι Μαθ και Προι Βέλες κατερχόμεναι κλιτείς (2) (Αρχείον ΔΙΣ/Φ.682/Θ/1)

Σημειωτέον ότι, ως αναφέρεται εν τη εκθέσει του 19ου Συντάγματος, όπερ ημύνετο του υψ. 731, ο επί κεφαλής των αποσταλέντων υπό των Ιταλών εις τας Ελληνικάς γραμμάς την πρωίαν της 22ας Μαρτίου κηρύκων στρατιωτικός ιερεύς, υπέστη ισχυρόν ψυχικόν κλονισμόν επί τη θέα της τρομεράς ανθρωποσφαγής.
Ούτος, καίτοι είχε διαδράμει με δεδεμένους οφθαλμούς το εγγύτερον προς τας Ελληνικάς γραμμάς έδαφος, ένθα η πυκνότης των πτωμάτων ήτο μεγαλυτέρα, εν τούτοις ευθύς ως ωδηγήθη εις το Σ.Δ. του ΙΙΙ/19 Τάγματος και τω αφηρέθη ο επίδεσμος των οφθαλμών, εκάλυψε το πρόσωπόν του δι' αμφοτέρων των χειρών, ψιθυρίζων "terribile" (τρομερόν), κατελήφθη υπό τρομώδους καταστάσεως και απητήθη αρκετή δόσις κονιάκ ίνα συνέλθη και ανακτήση την ηρεμίαν του.
Η εξαιρετική αυτή φθορά των ενεργησάντων τας εναντίον του υψ. 731 τμημάτων, δικαιολογεί την απόφασιν των Ιταλών όπως ανεγείρουν επί του υψώματος τούτου όπερ απεκάλεσαν «Ιεράν Ζώνην» (1) (Στρατάρχη Cavallero. «DIARIO» 14 Μαρτίου) το γενικόν μνημείον των πεσόντων εν Αλβανία μαχητών των ...Επιμέλεια Ανάρτησης: Eπικούρειος Πέπος ο Τρικαλινός.

15.3.15

Ένα ποίημα αφιερωμένο στην πολυαγαπημένη μας Άλκηστη-Έφη για τα γενεθλιά της.

το σημερινό ποίημα είναι αφιερωμένο στην πολυαγαπημένη μας Άλκηστη-Έφη που σήμερα έχει τα γενεθλιά της!!! Άλκηστη από καρδιάς σου εύχομαι να έχεις καλή τύχη, να έχεις καλή υγεία, να έχεις καλές σπουδές, να παντρευτείς σύντομα, στα 25σου να γίνεις μητέρα, και στα 30σου να έχεις χαρίσει στη Ιωάννα και τον Γιώργο 3 εγγονάκια για να περνούν την ώρα τους. Εις ό,τι με αφορά σ'ευχαριστώ για την πολύχρονη συμετοχή σου στα δρώμενα της ΛΟΓ-ΟΚΡΑ και κυρίως για τη φιλία σου. Ως ψυχολόγος θα χρειαστούμε στο μέλλον τη βοήθειά σου γιατί με όλα αυτά που περνάμε, σχεδόν όλοι μας θ'αρχίσουμε να έχουμε ψυχολογικά προβλήματα. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση, με σεβασμό και εκτίμηση Επικούρειος Πέπος.
Γιώργης Παυλόπουλος «Τα Αντικλείδια»
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.

Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν

τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί

κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι

και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.

Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς

δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.

Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη

και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια

γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.

Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.

Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ

για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος

είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια

για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.



Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
ð Πολλές είναι οι απόπειρες των ποιητών να ορίσουν την ποίηση:

Η ποίηση είναι ανάπτυξη ενός επιφωνήματος (Βαλερύ).

Η ποίησις είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου (Εμπειρίκος).

Η ποίησις είναι το καταφύγιο που φθονούμε (Καρυωτάκης).
ð Να προσεχθεί πως ενώ το κλειδί είναι ένα, τα αντικλείδια είναι πολλά.
Σχόλιο
Το ποίημα είναι ένας μύθος για την ποίηση και αφηγείται μία επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες απόπειρα να παραβιασθεί η ανοιχτή της πόρτα. Το πρόσωπο που αφηγείται έχει καθολική εποπτεία στον χώρο που είναι ο κόσμος και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος. Αξίζει να προσεχθεί ότι το ποίημα τελειώνει όπως άρχισε (κύκλος) και γίνεται έτσι το ίδιο φορέας της εμπειρίας που περιγράφει.
Γιώργης Παυλόπουλος
Ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος γεννήθηκε το 1924 στον Πύργο Ηλείας, όπου και διέμενε από το 1951 μέχρι και το τέλος της ζωής του (2008). Υπήρξε ιδρυτικό και δραστήριο μέλος του «Πυργιώτικου Παρνασσού», σημαντικότατου σωματείου για την προαγωγή των τεχνών και του πολιτισμού στα δύσκολα χρόνια της Γερμανοϊταλικής Κατοχής. Εργάστηκε ως βοηθός λογιστή και ως γραμματέας στο Κ.Τ.Ε.Λ. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1943 δημοσιεύοντας ποιήματά του σε περιοδικά. Έκτοτε δημοσίευσε τις εξής ποιητικές συλλογές: Το Κατώγι (1971), Το Σακί (1980), Τα Αντικλείδια (1988), Τριάντα Τρία Χάι-Κου (1990), Λίγος άμμος (1997), Πού είναι τα πουλιά; (2004).
Η ποίησή του επαινέθηκε από το Γιώργο Σεφέρη, για τον οποίο ο Παυλόπουλος έγραψε τη μελέτη «Από μια πρώτη συγκίνηση». Ασχολήθηκε επίσης με μεταφράσεις ποιημάτων του Έλιοτ, Πάουντ κ.ά., ενώ παράλληλα πολλά ποιήματά του μεταφράστηκαν στα γαλλικά και αγγλικά.
Ο Γιώργης Παυλόπουλος ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά ποιητών. Η ποίησή του είναι σεμνή, ζεστή και χαμηλόφωνη. Διακρίνεται για το απλό και κουβεντιαστό της ύφος, τον πεζολογικό της τόνο, τη φυσικότητα του λεξιλογίου της και την υπαινικτική, αλληγορική γραφή της. Η γλώσσα του είναι καθαρά προσωπική, αν και ακουμπάει γερά στην παράδοση (δημοτικό τραγούδι, Σολωμό, Μακρυγιάννη, Σεφέρη). Είναι μια γλώσσα ρωμαλέα, πυκνή, απροσποίητη και αδιακόσμητη, χωρίς εκζήτηση. Η ποίησή του είναι εικονιστική και αναπαριστά την εφιαλτική ζωή του μεταπολεμικού ανθρώπου, ο οποίος βιώνοντας καθημερινά το θάνατο, προσπαθεί να τον υπερβεί μέσω του ονείρου, της ποίησης και του έρωτα. Οι εικόνες, που δημιουργεί, διαδέχονται η μία την άλλη με λυρική, ονειρική αφηγηματικότητα και σκηνική διάρθρωση.
Η κριτική για το έργο του
«Αισθάνομαι πως τα ποιήματα της τρίτης συλλογής του Παυλόπουλου [Τα Αντικλείδια], πιασμένα όλα σχεδόν στο δίχτυ του ονείρου, μπορεί να μοιραστούν στα τρία: κάποια μιλούν πιο πολύ για το σώμα -του ανθρώπου και του κόσμου. άλλα περισσότερο για τη στάχτη και τη σκόνη του. μερικά για τη βιώσιμη αγάπη του. Τα πρώτα είναι σκοτεινά και παιδεμένα. τα δεύτερα μαύρα κι απελπισμένα. στα τρίτα μπαίνει κάποιο φως ελπίδας, καθώς εδώ το ποίημα κυνηγά ως το τέλος την ποίηση, κι η ποίηση το ποίημα. Όπως στην ιλιαδική παρομοίωση που μπήκε προμετωπίδα στα «Αντικλείδια», κι είναι αυτή επιτέλους το καλό και το σωστό κλειδί».
(Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Τα αντικλείδια της ποίησης», Διαλέξεις, Στιγμή, Αθήνα, 1992, σελ.151)
ð Η ιλιαδική προμετωπίδα είναι σε μετάφραση Μαρωνίτη: «Όπως στο όνειρο, λοιπόν, όπου ο κυνηγός δεν μπορεί να προφτάσει τον κυνηγημένο· μήτε ο ένας γίνεται να ξεφύγει, μήτε ο άλλος να τον φτάσει».
«Η φωνή του Παυλόπουλου έχει το φυσικό χάρισμα να μπορεί ν’ αφηγηθεί, και μάλιστα με τρόπο ποιητικό: ξέρει να παίρνει τις ανάσες της και να μην πνίγεται, όταν ψηλώνει. να μη σβήνει, όταν χαμηλώνει. Και προπαντός ξέρει να κρατά τον σωστό ρυθμό και τους κυματισμούς που χρειάζεται η διήγηση, για να παραμένει διήγηση. Μιλώ για εκείνη την ηρεμία και την άνεση που επιτρέπει στον ποιητικό μύθο να σχηματιστεί και να πετάξει λεύτερος, αυτό που έλεγε ο Όμηρος «έπεα πτερόεντα», ή κάτι τέτοιο.
Δεν ξέρω πολλές φωνές στην ποίησή μας που να έχουν την απλότητα, τη θέρμη, σχεδόν την τρυφερότητα της αφηγηματικής φωνής του Παυλόπουλου. Υποπτεύομαι πως αυτήν κυρίως πρόσεξε ο Σεφέρης, που είχε στο κεφάλαιο αυτό τις δικές του δυσκολίες, καθώς η δική του φωνή άρχισε λυρική και εξελίχτηκε σε δραματική, πηγαίνοντας να γίνει αφηγηματική».
(Δ.Ν. Μαρωνίτης, ό.π., σελ. 146-147)
«Ο Γ. Παυλόπουλος αποφεύγοντας τις παγίδες κινείται με χαρακτηριστική άνεση μέσα στο λαβύρινθο των ονείρων και με γνώση και μαστοριά, φωτίζει τις σκιές, τονίζει τις λεπτομέρειες, δραματοποιεί έντεχνα τις καταστάσεις. Πάνω απ’ όλα όμως αφήνει να αναδυθούν στην επιφάνεια εκείνα τα συναισθήματα που αποτελούν και τα βαθύτερα κίνητρα για να γραφούν αυτά τα ποιήματα: η νοσταλγία για τη χαμένη νιότη, η αγωνία του καλλιτέχνη για το έργο του, ο φόβος και τελικά η εξοικείωση με το θάνατό του […]. Ο Παυλόπουλος είναι ένας ποιητής προικισμένος με δύο ουσιαστικές αρετές. Η πρώτη είναι μια φαντασία οπτική. Η δεύτερη αρετή, είναι κατ’ εξοχή πεζογραφική: ή αφηγηματική δεξιότητα […]. Αλλά ο Γ. Παυλόπουλος είναι επίσης ένας ποιητής που τον διακρίνει η γλωσσική ωριμότητα και μια ποιητική διαύγεια. Λέγοντας γλωσσική ωριμότητα εννοώ εκείνη την ικανότητα που επιτρέπει σ’ έναν ποιητή όχι απλώς να βρίσκει τη σωστή λύση σ’ ένα γλωσσικό πρόβλημα που του δημιουργεί ένα ποίημα, αλλά και τη μόνη σωστή λύση».
(Νίκος Λάζαρης, Πλανόδιον, 11, 1989)
Η ποιητική δημιουργία είναι μια πράξη ερωτική και συνάμα μια υπέρτατη δοκιμασία, παλεύοντας στο μεταίχμιο της ζωής και θανάτου να φτάσεις στην αλήθεια της τέχνης σου. Η στιγμή αυτής της αλήθειας είναι απατηλή και πρόσκαιρη όπως η στιγμή κάθε ευτυχίας. Γρήγορα ξαναρχίζεις, πέφτοντας πάλι στην ίδια κατάσταση. Και η μόνη φιλοδοξία σου είναι, να μην καταλάβει ποτέ κανείς την αγωνία σου όταν έγραφες το έργο σου, να μην φανεί ποτέ μέσα στο έργο το παραμικρό σημάδι αυτής της αγωνίας.
Τα πράγματα που αγγίζουν σε βάθος, τη ζωή μας, όπως η Ποίηση, μπορεί να ειπωθούν μονάχα μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες μας. Δεν ορίζονται μέσα από θεωρίες και αφηρημένες έννοιες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας ορισμός για την Ποίηση. Ωστόσο ας μου επιτραπεί να την φαντάζομαι και να την ονειρεύομαι σαν μια πόρτα ανοιχτή.
«Ο Γιώργης Παυλόπουλος μιλάει για την ποίηση και το έργο του», Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 83, Φεβρ-Μάιος 1998, σ.24-26
Το ποίημα
Ο τίτλος του ποιήματος «Τα Αντικλείδια» με τη χρήση του κεφαλαίου γράμματος στο ουσιαστικό, υποδηλώνει πως πρόκειται για «ξεχωριστά» αντικλείδια και όχι για απλά, καθημερινά αντικλείδια, αλλά δεν επιτρέπει μιαν άμεση κατανόηση του νοήματός του.
«Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.»



Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, είναι ένα διαρκές κάλεσμα προς τους τεχνίτες του λόγου να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως θα κατορθώσουν ποτέ να γνωρίσουν, αλλά και να κατακτήσουν τη βαθύτερη ουσία της τέχνης τους.

ð Το ποίημα ξεκινά μ’ έναν ορισμό της ποιητικής τέχνης, που την παρουσιάζει ως προσιτή ή έστω «ανοιχτή» σε όλους.

ð Η λέξη Ποίηση γράφεται με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα, ώστε να τονιστεί η ιδιαίτερη αξία που έχει για τον ποιητή η τέχνη του.

ð Η πόρτα λειτουργεί ως σύμβολο της εισόδου στον χώρο της ποιητικής τέχνης, στον ξεχωριστό κόσμο της ποίησης.

ð Ο πρώτος στίχος είναι μια λιτή και σύντομη κύρια πρόταση, που δημιουργεί την εντύπωση ενός αποφθέγματος.



«Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν

τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί

κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι

και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.»
Η διάκριση που κάνει ο ποιητής ανάμεσα σε αυτούς που κοιτάζουν και αυτούς που πραγματικά βλέπουν, έχει να κάνει με την ιδιαίτερη φύση της ποιητικής τέχνης, η οποία απαιτεί από τον αναγνώστη μια αυξημένη ευαισθησία κι ένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για να μπορέσει πραγματικά να εκτιμήσει όσα έχει να του προσφέρει μια τόσο εκλεπτυσμένη μορφή τέχνης. Η ποίηση δεν είναι προσιτή σε όλους, υπό την έννοια ότι δεν είναι πάντοτε εύκολο σ’ έναν αμύητο αναγνώστη να κατανοήσει και να αισθανθεί πλήρως την ομορφιά του ποιητικού λόγου αλλά και τις πνευματικές ανησυχίες που επιχειρεί να εκφράσει ο ποιητής.
ð Εμφανής η αντίθεση ανάμεσα στους πολλούς, οι οποίοι μένουν ασυγκίνητοι στο κάλεσμα της ποιητικής τέχνης, και τους μερικούς, οι οποίοι «μαγεύονται» απ’ την ομορφιά της ιδιαίτερης αυτής τέχνης.
ð Εφόσον η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, αυτό σημαίνει πως μπορούν να την αντικρίσουν όλοι, ακόμη κι εκείνοι που δεν εκφράζουν τελικά κάποιο ενδιαφέρον γι’ αυτήν.
ð Η αντίθεση ανάμεσα στους πολλούς και τους μερικούς τονίζεται και με τη χρήση δύο διαφορετικών ρημάτων αντίληψης. Οι πολλοί κοιτάζουν, χωρίς να βλέπουν, μένουν άρα στην επιφανειακή και βιαστική θέαση. Οι «μερικοί», ωστόσο, «κάτι» βλέπουν, γεγονός που σημαίνει ότι η δική τους θέαση γίνεται με μεγαλύτερη προσοχή και ενδιαφέρον. Ακόμη κι εκείνοι, εντούτοις, βλέπουν «κάτι» και όχι το σύνολο των θέλγητρων της ποιητικής τέχνης.
ð Μεταφορές: «το μάτι τους αρπάζει κάτι», «μαγεμένοι».
ð Χιαστό σχήμα: «κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι»
ð Η ζωντάνια και η έντονη κινητικότητα του ρήματος «αρπάζει», το οποίο τίθεται σε χρόνο Ενεστώτα (παρόν – διάρκεια), αποδίδει με ιδιαίτερη παραστατικότητα τη διαδικασία πρόσληψης της τέχνης, και συνάμα ενισχύει τη θεατρικότητα του ποιήματος (εικόνα κίνησης / δράσης).
ð Σε όλο το ποίημα είναι εμφανείς οι διασκελισμοί, καθώς συχνά το νόημα δεν ολοκληρώνεται στο πλαίσιο του στίχου, αλλά συνεχίζεται και στον επόμενο: (Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν / τίποτα και προσπερνούνε).
«Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει.»
Τη στιγμή που οι γοητευμένοι απ’ τη μαγεία της ποίησης επιχειρούν να εισέλθουν στον ποιητικό κόσμο, η πόρτα κλείνει. Ένα δραματικό απρόοπτο, που υποδηλώνει με εμφατικό τρόπο το ανέφικτο αυτής της πρόσβασης. Η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή καθώς τα μυστικά της ποιητικής δημιουργίας δεν μπορούν να αποκαλυφθούν όσο κι αν προσπαθεί κανείς. Η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει κάποιος εύκολος τρόπος για να μπορέσει κάποιος να φτάσει στα ύψη αυτής της τέχνης.

Το κλειδί για την πόρτα της ποίησης, σύμφωνα με τον Παυλόπουλο, δεν μπορεί να βρεθεί μιας και κανείς δε γνωρίζει ποιος το έχει. Η εύρεση του κλειδιού, άλλωστε, θα σήμαινε ότι κάποιος θα μπορούσε να κατακτήσει πλήρως την τέχνη της ποιήσεως, κάτι που προφανώς δεν μπορεί να συμβεί. Ο Παυλόπουλος εκφράζει την άποψη ότι είναι αδύνατο να γνωρίσει κάποιος τα μυστικά της ποιητικής τέχνης, υπό την έννοια ότι η ποίηση είναι στην ουσία μια τέχνη που δεν μπορεί να προσδιοριστεί και δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή στην ολότητά της. Η ποίηση ήταν και παραμένει μια απρόσιτη μορφή δημιουργίας, που ενώ έχει την ικανότητα να μαγεύει τους ανθρώπους με την αρμονία της, δεν επιτρέπει εντούτοις την οριοθέτηση και την κατάκτησή της.

ð Το αιφνίδιο κλείσιμο της πόρτας ενισχύει τη θεατρικότητα του ποιήματος.

ð Το μάταια αναζητούμενο κλειδί λειτουργεί ως σύμβολο της βαθύτερης ουσίας της ποιητικής τέχνης· είναι το στοιχείο εκείνο που θα οδηγούσε σε μια πλήρη αποκωδικοποίηση των μυστικών της ποιητικής τέχνης.

ð Η αδυναμία εύρεσης του κλειδιού, ενώ από τη μία δείχνει πως είναι επί της ουσίας αδύνατο να «κατακτήσει» κάποιος τα μυστικά της ποιητικής τέχνης, από την άλλη αποτελεί και το καίριο συστατικό της ανυπέρβλητης γοητείας που ασκεί αυτή η τέχνη. Το απρόσιτο της βαθύτερης ουσίας της, την καθιστά περισσότερο θελκτική και μυστηριώδη.

ð Το γεγονός πως κανείς δεν ανοίγει την κλειστή πόρτα της ποίησης, σημαίνει πως κανείς μέχρι τώρα δεν έχει κατορθώσει να εισέλθει στον κόσμο της· κανείς δεν είναι σε θέση να ανοίξει αυτή την πόρτα, καθώς κανείς δεν έχει γνωρίσει πλήρως την ουσία της και δεν την έχει γνωρίσει απόλυτα.

ð Η δράση που δηλώνεται με τα ρήματα Ενεστώτα (κλείνει, χτυπάνε, ψάχνουνε) ενισχύει τη θεατρικότητα του κειμένου. Η θεατρικότητα, άλλωστε, είναι εμφανής και στην γενικότερη παρουσία δρώντων προσώπων, αλλά και στην όλη σκηνοθεσία του ποιήματος με την ανοιχτή πόρτα, τους περαστικούς, κι ύστερα εκείνους που επιχειρούν μάταια να την ανοίξουν.

ð Η αλληγορική παρουσίαση της Ποιητικής Τέχνης, η οποία δίνεται ως μια πόρτα ανοιχτή, σε συνδυασμό με την αντίφαση που προκύπτει από το γεγονός ότι η ανοιχτή αυτή πόρτα κλείνει και δεν μπορεί να ανοιχτεί από κανέναν, καθιστούν το ποίημα αυτό ένα νοητικό παιχνίδι που παγιδεύει τον αναγνώστη σ’ έναν αέναο κύκλο, όπου η πάντοτε ανοιχτή πόρτα της Ποίησης παραμένει κλειστή, χωρίς ποτέ να μπορεί να ανοιχτεί από κανέναν, παρά τις συνεχείς προσπάθειες των ποιητών να δημιουργήσουν το κατάλληλο αντικλείδι.
«Ακόμη

και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια

γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.

Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.»



Η προσπάθεια των επίδοξων ποιητών να δημιουργήσουν το αντικλείδι που θα ανοίξει την πόρτα της ποίησης, μπορεί να κρατήσει μια ολόκληρη ζωή και να μη φτάσει ποτέ στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Παρά την αφοσίωση κάποιων ανθρώπων στην τέχνη της ποιήσεως και παρά το γεγονός ότι έχουν τις καλύτερες των προθέσεων, είναι πιθανό να μην μπορέσουν ποτέ να δημιουργήσουν αξιόλογα ποιήματα.
Ο Παυλόπουλος, ωστόσο, παρόλο που αρνείται τη δυνατότητα σε κάποιον να κατακτήσει απόλυτα την ποίηση, δεν αρνείται εν γένει τη δημιουργία της ποίησης. Τα αντικλείδια είναι η προσφορά όλων των ποιητών που έχουν κατά καιρούς ασχοληθεί με την τέχνη αυτή κι ενώ κανείς από αυτούς δεν έφτασε στο σημείο να αποκτήσει το κλειδί, εντούτοις ο καθένας προσέφερε και κάτι στη συλλογική γνώση της ποίησης. Ίσως η προσφορά κάθε ποιητή να ήταν μόλις ένα ακέραιο ποίημα, ίσως πάλι να ήταν μόνο μερικοί άρτιοι στίχοι, σε κάθε περίπτωση πάντως το ποιητικό έργο που βρίσκεται πίσω από την πόρτα της ποίησης δημιουργήθηκε σταδιακά από όλους εκείνους που ο καθένας μόνος του απέτυχε να ανοίξει την πόρτα, αλλά όλοι μαζί κατόρθωσαν να δώσουν ζωή σε ό,τι σήμερα εμείς αποκαλούμε ποίηση.

ð Η αγωνία των ποιητών ή των επίδοξων ποιητών να βρουν το μυστικό που θα τους επιτρέψει να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης, υποδηλώνει το βαθμό έλξης που ασκεί σε αυτούς η ποίηση, και άρα τον βαθμό αφοσίωσής τους σε αυτήν.

ð Τα αντικλείδια συμβολίζουν τα ποιήματα που γράφουν οι ποιητές, τις απόπειρες δημιουργίας του άρτιου εκείνου ποιήματος που θα τους επιτρέψει να εισέλθουν στον κόσμο της ποίησης.

ð Εμφανής η αντίθεση ανάμεσα στο ένα «κλειδί» και στα πολλά «αντικλείδια». Έτσι, ενώ το κλειδί, το φανέρωμα της ουσίας της ποίησης μπορεί να επιτευχθεί με έναν τρόπο και μέσω μιας και μόνης οδού, τα αντικλείδια, οι απόπειρες να εισέλθουν στο χώρο της ποίησης, είναι πολλά.

ð Μεταφορά: «και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε».  
«Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.»
Στους στίχους αυτούς η αντίφαση που προκύπτει με την «ανοιχτή πόρτα της ποίησης» (1ος στίχος) είναι καθαρά φαινομενική, καθώς επί της ουσίας η πόρτα είναι κλειστή κυρίως για τους ανθρώπους που μπορούν να δουν στο βάθος και μπορούν να αντιληφθούν την αξία της ποιητικής τέχνης, μιας και οι άνθρωποι αυτοί μπορούν παράλληλα να κατανοήσουν τη δυσκολία που υπάρχει στο να δημιουργήσει κανείς ένα αξιόλογο ποιητικό έργο.
Όσοι κοιτάζουν μέσα από την πόρτα της ποίησης και δε βλέπουν τίποτα, δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσουν τη μαγεία της ποίησης και τη δυσκολία που υπάρχει στο να μπορέσει κάποιος να συνθέσει ένα πραγματικά αξιόλογο ποιητικό έργο.
Όσοι κοιτάζουν χωρίς να βλέπουν, δεν πρόκειται καν να συνειδητοποιήσουν ότι στην πραγματικότητα η πόρτα της ποίησης είναι κλειστή γιατί δεν πρόκειται ποτέ να επιχειρήσουν να την ανοίξουν, δεν πρόκειται δηλαδή ποτέ να επιχειρήσουν να γράψουν ποίηση.
Όσοι όμως βλέπουν μέσα από την πόρτα της ποίησης και κατανοούν την αξία της, το πιθανότερο είναι ότι θα προσπαθήσουν να εισαχθούν βαθύτερα στον κόσμο της ποίησης δημιουργώντας και οι ίδιοι ποιητικό έργο και τότε θα αντιληφθούν ακόμη καλύτερα την αξία της καθώς θα διαπιστώσουν ότι η ποιητική δημιουργία δεν είναι εύκολη ούτε και δεδομένη.
Για κάποιους, μάλιστα. ακόμη και το γεγονός ότι θα αφιερώσουν όλη τους τη ζωή στην ποίηση δε θα σταθεί αρκετό να τους επιτρέψει να ανοίξουν την πόρτα της τέχνης αυτής.

ð Με τη χρήση του Ενεστώτα, στο μεγαλύτερο μέρος του ποιήματος, ο Παυλόπουλος παρουσιάζει την παροντική διάσταση της αλληγορίας, δημιουργώντας εμφατικά την αίσθηση πως η πόρτα της ποίησης είναι τώρα και κάθε στιγμή ανοιχτή. Έτσι, το κάλεσμα της ποίησης, αλλά και οι προσπάθειες των ποιητών να ανοίξουν την πόρτα που αίφνης έκλεισε, αποδίδονται με χρόνο Ενεστώτα, παρουσιάζοντας τα γεγονότα ως εξελισσόμενα στο παρόν· στοιχείο που ενισχύει τη θεατρικότητα του ποιήματος. Η απόπειρα κατάκτησης της ποίησης δεν αποτελεί ένα γεγονός του παρελθόντος, αλλά μια συνεχιζόμενη, επίκαιρη και συνάμα διαχρονική κατάσταση.
Η αλλαγή χρόνου στον 12ο και 13ο στίχο, (δεν άνοιξε, μπόρεσαν), που τοποθετεί τις ρηματικές ενέργειες στο παρελθόν, έρχεται να αποκαλύψει πως στην πραγματικότητα η πόρτα της ποίησης δεν είχε ανοίξει ποτέ. Με την απολυτότητα του Αορίστου, που παρουσιάζει τα γεγονότα ως τετελεσμένα στο παρελθόν, καθίσταται σαφής η πλάνη εκείνων που θεώρησαν πως η πόρτα της ποίησης ήταν ανοιχτή.
«Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν

από τότε που υπάρχει ο κόσμος

είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια

για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.»

Στους στίχους αυτούς ο ποιητής επιχειρεί έναν ορισμό των ποιημάτων, του ποιητικού έργου. Η ποίηση, βέβαια, μπορεί να γίνει αντιληπτή είτε από την οπτική των αναγνωστών είτε από την οπτική των ποιητών. Για τους αναγνώστες ποίηση είναι το σύνολο του ποιητικού έργου που έχει δημιουργηθεί, από τις πρώτες κιόλας ποιητικές προσπάθειες, μέχρι σήμερα. Ο αναγνώστης δεν μπορεί να κατανοήσει την ποίηση πέρα από τις υπάρχουσες διατυπώσεις, πέρα από το υπάρχον δηλαδή ποιητικό έργο. Τα αντικλείδια, τα ποιήματα που «γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος» είναι το πεδίο στο οποίο κινούνται όσοι αγαπούν την ποίηση, όσοι τη μελετούν και τη σπουδάζουν.
Οι ποιητές, όμως, οι υπηρέτες της ποιητικής τέχνης, την κατανοούν τελείως διαφορετικά, καθώς για εκείνους τα αντικλείδια, τα ποιήματα που έχουν ήδη γραφτεί δεν είναι παρά προσπάθειες προσέγγισης της ποίησης. Τα αντικλείδια για τους ποιητές δεν είναι η ποίηση, ποίηση είναι το μοναδικό εκείνο ποίημα, η τέλεια εκείνη διατύπωση που τόσο επίμονα αρνείται να γίνει κτήμα τους. Οι αναγνώστες γνωρίζουν την ποίηση με βάση τα όσα έχουν ήδη γραφτεί, οι ποιητές όμως γνωρίζουν ότι μπορεί να υπάρξει ποιητικός λόγος ασύλληπτα καλύτερος, ποιητικός λόγος τόσο τέλειος που θα τους οδηγήσει κατευθείαν στην ουσία της ποίησης.
Οι ποιητές παλεύουν με τις λέξεις, δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους ξανά και ξανά, χωρίς ποτέ να μένουν ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα γιατί ξέρουν ότι κάθε σκέψη και κάθε στίχος μπορεί να διατυπωθεί καλύτερα. Οι ποιητές φτάνουν στο τέλος της διαδρομής τους γνωρίζοντας ότι τελικά δεν κατόρθωσαν να πετύχουν την ιδανική εκείνη έκφραση, που θα τους επέτρεπε να διαμορφώσουν τον ποιητικό λόγο στην καλύτερή του μορφή.

ð Ο ποιητής με τη διστακτικότητα της διατύπωσής του (Ίσως) καθιστά σαφές πως δεν είναι εύκολο να δοθούν σαφείς ορισμοί της ποίησης και του ποιητικού έργου. Άλλωστε, η ποίηση μέσω των ήδη υπαρχόντων ποιημάτων έχει λάβει ποικίλες εκφάνσεις, κι εφόσον είναι μια τέχνη ζωντανή προφανώς θα λάβει στο μέλλον κι άλλες.

ð Ο αφηγητής του ποιήματος έχει καθολική εποπτεία στον χώρο που είναι ο κόσμος και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος. Είναι, δηλαδή, ένας παντογνώστης αφηγητής, με μηδενική εστίαση, που γνωρίζει συνολικά τις αέναες, μα ανεπιτυχείς, προσπάθειες των ποιητών να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης και άρα να κατακτήσουν την ποιητική τέχνη. Μας προσφέρει, άρα, μιαν αντικειμενική θέαση του ζητήματος που εξετάζει.

Το γεγονός, όμως, ότι είναι παντογνώστης δεν τον καθιστά και αμέτοχο παρατηρητή, καθώς στον 17ο στίχο «για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης», συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του στη χορεία των ποιητών, που μάταια προσπαθούν να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης. Έτσι, ο αφηγητής αντικρίζει τα γεγονότα με εσωτερική εστίαση, και αποκαλύπτει πως η εναγώνια αυτή προσπάθεια του είναι εξαιρετικά οικεία, μιας κι ο ίδιος προσπαθεί μαζί με όλους τους ομοτέχνους του να δημιουργήσει το πολυπόθητο κλειδί. Η δραματοποίηση αυτή του αφηγητή ενισχύει την αλήθεια και την πιστότητα της περιγραφόμενης εμπειρίας, καθώς δίνεται από κάποιον που την έχει βιώσει προσωπικά.

ð Μεταφορά: «είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά».
«Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.»
Ο Παυλόπουλος με το κλείσιμο του ποιήματος δημιουργεί σχήμα κύκλου, επαναφέροντας την αρχική του διαπίστωση, αυτή τη φορά εισαγόμενη με το σύνδεσμο «μα», θέλοντας να εκφράσει αντίθεση με όσα προηγουμένως έχει δηλώσει σχετικά με το γεγονός ότι η πόρτα της Ποίησης κλείνει για όσους κάτι βλέπουν και επιχειρούν να μπουν, αφήνοντας έτσι ανοιχτό το ενδεχόμενο να μπορέσει κάποιος να περάσει την πόρτα της Ποίησης. Ο ποιητής, άλλωστε, αντιλαμβάνεται ότι, όπως ο ίδιος αφιέρωσε τη ζωή του στην τέχνη αυτή, είναι αναμενόμενο να υπάρξουν πολλοί ακόμη που μαγεμένοι από την τέχνη του λόγου, θα θελήσουν να αφοσιωθούν στην δυσεπίτευκτη αναμέτρηση με την Ποίηση.
Ο Παυλόπουλος δε θέλει να δώσει την εντύπωση πως η αναμέτρηση αυτή είναι χαμένη, δε θέλει δηλαδή να αποτρέψει τους νεότερους θεράποντες της Ποίησης από το σημαντικό αυτό έργο. Η πόρτα της Ποίησης κλείνει, υπό την έννοια ότι το έργο των επίδοξων ποιητών είναι εξαιρετικά δύσκολο και κάποτε μάλιστα δεν δικαιώνεται -δεν είναι όλοι όσοι γράφουν στίχους πραγματικοί ποιητές-, αυτό όμως δε σημαίνει πως θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η ενασχόληση με τη σημαντική αυτή τέχνη.
Το σχήμα κύκλου, επομένως, δημιουργεί την αίσθηση της ακατάλυτης συνέχειας στις προσπάθειες των ποιητών να διαβούν την πόρτα της Ποίησης, να κατακτήσουν δηλαδή τα μυστικά της ιδιαίτερης αυτής τέχνης. Ο Παυλόπουλος, άλλωστε, συνηθίζει να δίνει στα ποιήματά του την αίσθηση μιας αέναης διαχρονικής πορείας, χωρίς διαφαινόμενο τερματισμό, καθώς τα θέματα που πραγματεύεται (Τέχνη, Έρωτας), είναι ιδωμένα από τον ποιητή ως έννοιες που δεν γνωρίζουν -ή που δε θέλουμε να γνωρίζουν- τέλος.

ð Ο καταληκτικός στίχος, αν και μοιάζει να δημιουργεί αντίφαση με όσα προηγήθηκαν, θέλει απλώς να τονίσει πως το κάλεσμα της ποιητικής τέχνης προς όλους παραμένει πάντοτε ενεργό. Έτσι, δεν υπάρχει επί της ουσίας αντίφαση, αφού ο αναγνώστης έχει αντιληφθεί πως, αν και δεν είναι εφικτό να κατακτήσει κανείς πλήρως την ποιητική τέχνη, ωστόσο μπορούν όλοι να προσφέρουν τη δική τους συνεισφορά στον αέναο κύκλο της ποιητικής δημιουργίας.
Ο ποιητικός λόγος του Παυλόπουλου στα Αντικλείδια χαρακτηρίζεται από μια συνεχή εναλλαγή αυτοτελών νοημάτων που του προσδίδουν ένα γοργό ρυθμό αφήγησης. Η κυριαρχία των κύριων προτάσεων, επομένως, ενισχύει την προσπάθεια του ποιητή να διατυπώσει με σαφήνεια και απλότητα το μήνυμά του. Ο ποιητής δεν επιθυμεί να αποκρύψει τη σκέψη του ούτε να δυσκολέψει τον αναγνώστη μέσα από δυσνόητες κι ελλειπτικές διατυπώσεις, γι’ αυτό και επιλέγει την εκφραστική καθαρότητα που του προσφέρουν οι κύριες προτάσεις. Άλλωστε, η απλότητα του ποιητικού του λόγου δε σημαίνει παράλληλα και απλότητα στις σκέψεις που διατυπώνει κι αυτό είναι που κάνει τα ποιήματά του τόσο ενδιαφέροντα. Ο Παυλόπουλος δημιουργεί με λιτά εκφραστικά μέσα τα ποιητικά του αινίγματα που καλούν τον αναγνώστη σε μια καίρια πνευματική αναζήτηση απαντήσεων.

Οι κύριες προτάσεις με τη νοηματική τους σαφήνεια επιτρέπουν στον αναγνώστη να εισχωρήσει στο αφηγηματικό ξεδίπλωμα του ποιήματος και να εμπλακεί στην αναζήτηση του ποιητή. Δημιουργούν, παράλληλα, μια αίσθηση οικειότητας καθώς ο λόγος του ποιητή ακούγεται απλός και καθημερινός, χωρίς την ποιητικότητα εκείνη που κάποτε δυσχεραίνει την κατανόηση του νοήματος και αποθαρρύνει τους αναγνώστες.

Read more: http://latistor.blogspot.com