Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

13.12.15

ΣΟΦΟΙ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ Ο ΕΛΕΑΤΗΣ άραγε οι ελληνοέλληνες γνωρίζουν κάτι για τον Παρμενίδη.

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ 
Ο Παρμενίδης, γεννημένος στην Ελέα της Κάτω Ιταλίας, υπήρξε ο πρώτος προσωκρατικός φιλόσοφος που διατύπωσε τη σκέψη του σε ποίημα γραμμένο σε εξαμέτρους στίχους. Στο σωζόμενο προοίμιο του ποιήματός του ο Παρμενίδης περιγράφει σε γλώσσα σχεδόν θρησκευτική ένα φανταστικό ταξίδι με αλληγορικό περιεχόμενο: ο ίδιος ο ποιητής ταξιδεύει πάνω σε ένα άρμα -σύμβολο της ποιητικής έμπνευσης αλλά και της φιλοσοφικής αναζήτησης της γνώσης- που το συνοδεύουν οι κόρες του Ήλιου· καταφέρνουν να περάσουν τις πύλες απ᾽ όπου ξεκινά το μονοπάτι της Ημέρας και της Νύχτας ξεγελώντας τη Δίκη, η οποία κρατάει τα κλειδιά (που σημαίνει: είναι επιφορτισμένη με την επίβλεψη του χρόνου Ημέρας και Νύχτας), και φτάνουν σε μια φανταστική χώρα, όπου τους υποδέχεται μια ανώνυμη θεά· η θεά προσφωνεί τον ποιητή και υπόσχεται να τον ξεναγήσει στον κόσμο της αλήθειας (του ὄντος) και της φαινομενικής πραγματικότητας (της δόξης). Στους δύο αυτούς δρόμους αντιστοιχούν τα δύο μέρη του ποιήματος, τα οποία παρουσιάζονται ως συμβουλές της θεάς. Σκοπός του προοιμίου είναι να δείξει ότι ο ποιητής κατέχει μια υπερβατική γνώση, άγνωστη και δυσπρόσιτη στους κοινούς θνητούς. . . .
(Απόσπασμα) Οι φοράδες που με πάνε όσο μακριά ποθεί η ψυχή μου μ᾽ εκτόξευσαν μπροστά, σαν μ᾽ έφεραν στου θεού το ξακουστό στρατί, που σηκώνει τον άνθρωπο τον γνώστη όλων των πόλεων. Σ᾽ αυτόν λοιπόν βρέθηκα το δρόμο, όπου μ᾽ έφεραν τ᾽ άτια τα σοφά σέρνοντας το άρμα μου, και μπροστά μου κόρες πήγαιναν. Κι ο άξονας στους τόρμους τσίριζε σα σφυρίχτρα, αναμμένος (γιατί ήταν στριμωγμένος ανάμεσα στις τορνευτές τις ρόδες), καθώς του Ήλιου οι θυγατέρες σπεύδαν να με συνοδέψουν, αφού άφησαν τα δώματα της Νύχτας για το φως και με τα χέρια τους έβγαλαν τα πέπλα απ᾽ τα κεφάλια τους. Εκεί είναι οι πύλες των μονοπατιών της Νύχτας και της Μέρας, ανάμεσα σ᾽ ένα ανώφλι και ένα κατώφλι πέτρινο. Ψηλά ορθωμένες στον αέρα, κλείνουν με μεγάλες πόρτες, κι η τιμωρός Δικαιοσύνη κρατάει τους διπλοσύρτες. Μα οι κόρες την ξεγέλασαν με τα όμορφά τους λόγια και πονηρά την έπεισαν γρήγορα να τραβήξει το μάνταλο απ᾽ τις πύλες. Κι οι πύλες, όταν άνοιξαν, άφησαν ανάμεσά τους ένα τεράστιο χάσμα, διαδοχικά στρίβοντας μες στις θήκες τους τους χαλκόδετους ρεζέδες, τους στερεωμένους με ξυλοκάρφια και πριτσίνια. Κι ευθύς ανάμεσά τους, στον πλατύ τον δρόμο, πέρασε τ᾽ άρμα οδηγημένο απ᾽ τις κόρες. Κι η θεά με καλοδέχτηκε, πήρε το χέρι το δεξί μου στο δικό της και με τούτα τα λόγια με προσφώνησε: «Καλώς όρισες, νέε, εσύ που έρχεσαι στο σπίτι μου συνοδευμένος από αθάνατους ηνίοχους, με τ᾽ άλογα που σε κουβαλούν. Δεν σ᾽ έβαλε μοίρα κακή σ᾽ αυτό το δρόμο, που τόσο μακριά είναι απ᾽ των ανθρώπων τα βήματα, αλλά η δικαιοσύνη. Πρέπει όλα να τα μάθεις, την ήσυχη καρδιά της στρογγυλής Αλήθειας και τις ιδέες των θνητών τις ψεύτικες. Αλλά θα μάθεις και πώς πρέπει να ᾽ναι οι γνώμες των ανθρώπων για να έχουν βάση και να διαπερνούν τα πάντα. (απόδοση Δ. Κούρτοβικ)
ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ: ΕΝΔΥΜΙΩΝ
Copy and WIN : http://ow.ly/KNICZ

12.12.15

ΟΤΑΝ Ο ΘΠΥΡΟΣ ΕΓΙΝΕ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΠΕΠΟΣ Μία Αληθινή Ιστορία γεμάτη εκπλήξεις.

ΟΤΑΝ Ο ΘΠΥΡΟΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΕΠΙΚΟΥΡΟ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ!!!! και από Θπύρος έγινε Επικούρειος Πέπος.

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συναθλητές και συν-Επικούρειοι μέρα καλή!!!!
26/04/2015 σήμερα και φυσικά γνωρίζετε όσοι ασχολείστε με τα επικούρεια αθλήματα πως σαν σήμερα στην αρχαιότητα
ήταν μια ξεχωριστή μέρα γιατί γιόρταζε ο Επίκουρος στον κήπο του Επίκουρου όπως καλά γνωρίζετε μαζευόντουσαν όλοι οι εκλεκτοί φίλοι του για να γιορτάσουν μαζί του απλά και λιτά όπως ήταν άλλωστε και ο Δάσκαλος απλός και λιτός. Εκεί λοιπόν στον κήπο του Επίκουρου η συζήτηση γύρω από την αγωγή της ψυχής κρατούσε μέχρι τις πρωινές ώρες και πάντα τη συζήτηση την ''έκλεινε'' ο δάσκαλος λέγοντας:
Nα μη ξεχνάτε τα δόγματα!!!
 Άφοβον ο θεός,ανύποπτον ο θάνατος.
και ταγαθόν μεν εύκτητον,
το δε δεινόν ευκαρτέρητον.
Φιλόδημος, Προς σοφιστάς, IV 10-14

Κάποια στιγμή πολλούς αιώνες αργότερα σ' ένα χωριό των Τρικάλων, το Μαγευτικό και Πανέμορφο Γοργογύρι μιλάω για το 1958 γεννήθηκε ένα αγόρι που από παραξενιά? του πατέρα την πρώτη στιγμή που το αντίκρισε είπε, αυτός είναι ο Επίκουρος!!!
Η μητέρα του μωρού και οι παραβρισκόμενες εκεί γυναίκες τον κοίταξαν παράξενα γιατί τους φάνηκε πάρα πολύ παράξενο το όνομα, ήταν η πρώτη φορά που άκουγαν το όνομα ''Επίκουρος'' γιατί όλοι περίμεναν πως το αγόρι θα έπαιρνε το όνομα του παππού του που ήταν Θπύρος!!! Όταν αργότερα τον ρώτησαν πως και ανάφερε αυτό το όνομα η απάντηση που πήραν τους μπέρδεψε πιο πολύ, είπε: Δεν γνωρίζω γιατί και πως, αλλά αυτό το όνομα μου ήρθε εκείνη τη στιγμή να πω!!!!!!! άραγε ήταν επιλογή των Μουσών; όλοι οι παριστάμενοι σταυροκοπήθηκαν και του θύμισαν πως τον πατέρα του τον έλεγαν Θπύρο και όχι Επίκουρο!!!!!!!!!!EmojiEmojiEmoji Γνώριζε πάρα πολύ καλά ποιο ήταν το όνομα του πατέρα του αλλά δεν μπορούσε και να ξεχάσει πως, οι οιωνοί ήταν αυτοί που τον παρακίνησαν να να πει αυτό το όνομα, και αυτό έπρεπε να το σεβαστεί. Μόλις ο παππούς του νεογέννητου αγοριού έμαθε από την κυρά Μαμή το τι είχε συμβεί έγινε θηρίο!!! κάλεσε κοντά του τον γιο του και του είπε σε αυστηρό τόνο, ''δε μου λες τι μασκαραλίκια είναι αυτά που άκουσα?'' Πως να εξηγήσει στον εξαγριωμένο πατέρα του ο πατέρας του αγοριού το τι είχε συμβεί? σάμπως και θα τον πίστευε? Εκείνη λοιπόν τη δύσκολη στιγμή ο πατέρας του μωρού πήρε τη μεγάλη απόφαση, θα ονόμαζε το αγόρι Θπύρο, αλλά ο Νονός του την ώρα που θα το βάπτιζε θα του έδινε δυο ονόματα, το ένα φωναχτά και το άλλο ψιθυριστά ώστε να το ακούσουν ελάχιστοι. 
Αυτό και έγινε, το μυστικό το γνώριζαν τρία άτομα, ο Νονός, ο Πατέρας, και o Παπάς, ο παπάς μάλιστα ζήτησε από τον πατέρα του αγοριού να του υποσχεθεί πως θα του έλεγε την αληθινή ιστορία των δύο ονομάτων μετά τον θάνατό του!!! Ο πατέρας πράγματι έδωσε στον παπά τον λόγο του, σκεπτόμενος βέβαια πως έτσι κι αλλιώς ο παπάς λόγω προχωρημένης ηλικίας, άντε να ζούσε καμιά δεκαριά χρόνια ακόμα, (ο παπάς όμως ήταν καλοταϊσμένος και δεν είχε σκοπό να αποδημήσει εις Κύριον γιατί γνώριζε πιο καλά απ' όλους πως εδώ είναι ο παράδεισος, εδώ και η κόλαση, αλλά αυτό δε το γνώριζε ο πατέρας του Θπύρου) οπότε σκέφτηκε πως όταν το αγόρι θα ήταν 10 χρονών θα μπορούσε να του πει την αλήθεια. Έλα όμως που ο παπάς όπως προείπα ήταν καλοζωισμένος και τα χρόνια πέρναγαν και ο ευλογημένος δεν πέθαινε!!!! Κάπως έτσι φθάνουμε στο 2006 και το αγόρι δεν έχει μάθει ακόμα πως έχει δυο ονόματα ώσπου επεμβαίνει ο από μηχανής Θεός!!!!!!!! 
Ο Θπύρος το 2006 στις 14 Αυγούστου έχει προγραμματίσει στην Αυλή των Θαυμάτων, όπως την είχε ονομάσει, να διοργανώσει μια βραδιά ποίησης στη μνήμη του Ποιητή των Θαλασσών Νίκου Καββαδία. Λίγο πριν ξεκινήσει η γιορτή πήρε τον λόγο ο Θπύρος και είπε: Φίλες και φίλοι σας καλωσορίζω στον όμορφο κήπο μας-αυλή μας και ελπίζω να περάσετε καλά, με τα μέλη της Λογοτεχνικής Ομάδας έχουμε ετοιμάσει για σας διάφορα δρώμενα, πριν προχωρήσουμε θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ σ' έναν φιλόσοφο της αρχαιότητας που κατά τη γνώμη μου είναι πάρα πολύ αδικημένος από την ιστορία, και μιλάω φυσικά για τον Επίκουρο, ο Επίκουρος έκανε κάτι αντίστοιχο μ' αυτό που κάνουμε εμείς απόψε...... εκείνη τη στιγμή το βλέμμα τού Θπύρου έπεσε στον πατέρα του και πρόσεξε πως ήταν δακρυσμένος!!EmojiEmojiEmoji σοκαρίστηκε μ' αυτή την εικόνα αλλά δεν ήθελε  εκείνη τη στιγμή να διακόψει και να τον ρωτήσει γιατί δάκρυσε, υπέθεσε πως ήταν από τη συγκίνησή του λόγω της βραδιάς, και λόγω του ό,τι ο μικρός ο γιος του ήταν κάποτε ανθυποπλοίαρχος και ίσως έφερε στη μνήμη του τα ταξίδια στους ωκεανούς, και στις αγριεμένες θάλασσες. Όταν αργά το βράδυ μετά τη γιορτή τον αναζήτησε για να του εξηγήσει το λόγο του είπε η μητέρα του πως είχε ήδη κοιμηθεί. Την επόμενη μέρα 15 Αυγούστου κατά τις 11.00 ρώτησε την μητέρα του αν ο φάδερ επέστρεψε από την Εκκλησία και του είπε πως είχε μεταβεί στο διπλανό χωριό προκειμένου να παραστεί στην κηδεία του Παπά που είχαμε πιο παλιά στο χωριό γιατί ως επίτροπος είχε μια ξεχωριστή σχέση με τον Παπά. 
Που να φανταστεί ο Θπύρος εκείνη τη στιγμή πως αυτόν το Παπά περίμενε ο πατέρας του να πεθάνει ώστε να μπορεί πια να πει στον γιο του το μεγάλο μυστικό. Ευτυχώς που ο Παπάς πέθανε εκείνη την περίοδο γιατί λίγο μετά ο πατέρας του Θπύρου έπαθε ένα εγκεφαλικό με αποτέλεσμα να μη μπορεί πλέον να μιλάει, οπότε δεν θα μπορούσε να εξηγήσει στον γιο του τι ακριβώς είχε συμβεί τότε. Όταν επέστρεψε στο σπίτι μετά την κηδεία αναζήτησε τον Θπύρο και ζήτησε να μείνουμε δυο τους γιατί ήθελε να μου πει κάτι πολύ σοβαρό. Ήταν πάρα πολύ αναστατωμένος ο πατέρας και προς στιγμήν ο Θπύρος φοβήθηκε πως κάποιο πρόβλημα υγείας τον απασχολούσε. Η πρώτη του ερώτηση ήταν αν η χθεσινή αναφορά στον Επίκουρο ήταν τυχαία, η αν γνώριζε κάτι!!!!!!!!!!!!! Έπεσε από τα σύννεφα όταν τον άκουσα να λέει αυτά τα λόγια γιατί το μυαλό του πήγε στο κακό, αναρωτήθηκε αν ο πατέρας του ήταν καλά στα λογικά του!!!!!!!! Κατάλαβε την αγωνία του και τον προβληματισμό του και έσπευσε να τον καθησυχάσει λέγοντας, μην ανησυχείς τα έχω τετρακόσια απλά απάντησε μου σ' αυτό που σε ρώτησα.
 Όταν του είπε πως ήταν τυχαία η αναφορά του στον Επίκουρο, και πως απλά του αρέσει η φιλοσοφική προσέγγιση για τη ζωή που εξέφραζε ο εν λόγο φιλόσοφος, ο πατέρας άρχισε να σταυροκοπιέται και να λέει... μα είναι δυνατόν!!!!!!!!!!!!!! Παρακάλεσε τη γυναίκα του Θπύρου  να τους φτιάξει δυο καφεδάκια, και άρχισε να του εξιστορεί όλα τα συμβάντα. Φαντασθείτε τώρα τη δική του έκπληξη όταν έμαθε πως είχε και ένα ακόμα όνομα αυτό του Επίκουρου!!!!!!!!!!!! ήταν απίστευτο αυτό που άκουγε, λες και διάβαζε κάποιο βιβλίο του ανατρεπτικού συγγραφέα Τσου Τσιγιέν, για φαντάσου σκέφτηκε ο Θπύρος ενώ ήμουν ήδη Επικούρειος, χωρίς να το ξέρω ήμουν και  Επίκουρος!!!!!!! Απίστευτα πράγματα, αρκετές φορές η πραγματικότητα ξεπερνάει τη φαντασία.
Επίλογος,
όταν το 2008 ο πατέρας τού Θπύρου αναχώρησε σωματικά από τον μάταιο τούτο κόσμο και επειδή είχε ένα όπλο (δίκαννο) χρειάστηκε ο μεγάλος του αδερφός να πάει να δηλώσει το όπλο στην αστυνομία, βγάζοντας τη δερμάτινη θήκη προκειμένου να βρει τον αριθμό του όπλου βρήκε μέσα στη θήκη ένα γράμμα όπου απ' έξω έγραφε να το διαβάσει πρώτα ο Θπύρος.......... ο μεγάλος αδερφός σεβάστηκε την επιθυμία του πατέρα και παρέδωσε το γράμμα στον Θπύρο, όταν ο Θπύρος άνοιξε το γράμμα, διάβασε μεταξύ άλλων τα εξής:  επειδή ο Παπάς δεν έχει σκοπό να πεθάνει, (όταν έγραφε το γράμμα ο πατέρας του Θπύρου, ο παπάς ήταν ήδη 99 ετών το γράμμα είχε χρονολογία 26/04/2005) και επειδή φοβάμαι μήπως πεθάνω εγώ πρώτος και δεν μάθει ποτέ ο γιος μου πως έχει δυο ονόματα ας διαβάσει αυτό το γράμμα για να μάθει την πραγματική ιστορία, γιε μου σου ζητώ συγγνώμη για την καθυστέρηση αλλά είχα δώσει τον λόγο μου στον παπά και έπρεπε να τον κρατήσω, απλά δεν πίστευα πως ο μπαγάσας θα ζούσε τόσα πολλά χρόνια. Είχε φροντίσει ο φάδερ τού Επίκουρου για κάθε ενδεχόμενο. Φίλες και Φίλοι αυτή είναι εν ολίγοις η ιστορία του Επικούρειου Πέπου-Θπύρου που δεν γιορτάζει πια στις 12/12 αλλα στις 26/04. EmojiEmojiEmojiEmojiEmojiEmojiperfect!!!!!!! που λέει και ο Αρκάς ο ελεγκτής.  Με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση Pepos-Poof-Pepe-Fuji Tomo Kazu


Y.Γ. Νονός του Θπύρου ήταν ο αείμνηστος πια, υπέροχος Μιχάλης Καλαμπάκας.

10.12.15

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΡΒΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΗ ΜΑΡΟΥΛΑ ΚΛΙΑΦΑ

Φίλες και Φίλοι καλημέρα, τέταρτη μέρα σήμερα της πολύ ενδιαφέρουσας ενασχόλησης και το θέμα που θα σας παρουσιάσω είναι επιλογή του Επικούρειου Πέπου, λίγο πριν αναχωρήσει για την Ουτοπία μου είχε δώσει οδηγίες σχετικές με την παρούσα ανάρτηση. Ήθελε να μπει αυτή η συνέντευξη του συμπατριώτη του ειδικά σήμερα, δεν μου εξήγησε το λόγο, αλλά ήταν σαφέστατος ''Βίρβος και Μαρούλα Κλιάφα'' στις 10 Δεκεμβρίου. Την κ. Μαρούλα Κλιάφα την είχε συναντήσει ο Επικούρειος Πέπος μαζί με τα κορίτσια της ΛΟΓ το 2008 τότε που όλα φάνταζαν πιθανά για μια πολιτιστική έκρηξη στο Γοργογύρι, τότε η κ. Κλιάφα μας είχε δώσει μια συνέντευξη την οποία μπορούν όσοι ενδιαφέροντε να την αναζητήσουν στο ιστολόγιο μας. Ο Κώστας Βίρβος ανήκει κι αυτός στους ξεχωριστούς Έλληνες γιατί ως στιχουργός έχει γράψει στίχους που όλοι μας έχουμε τραγουδήσει, και που θα συνεχίσουμε να τραγουδάμε. Άλλος ένας μουσικάνθρωπος από τα Τρίκαλα,Τρια-Καλά ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ- ΚΑΛΔΑΡΑΣ- ΒΙΡΒΟΣ. Σήμερα θα σας προτείνω μουσικές από μελοποιημένους στίχους του Κώστα Βίρβου που πριν λίγους μήνες έφυγε από την παρούσα ζωή ως φυσική παρουσία, ως στιχουργός θα συνεχίσει να υπάρχει αναμεσά μας έτσι κι αλλιώς. https://www.youtube.com/watch?v=a-xDLAM847o ακόμα μια πρόταση https://www.youtube.com/watch?v=HxZIgwOjeEI Σας εύχομαι καλή ανάγνωση και καλή ακρόαση, με σεβασμό ο α/α Ενδυμίωνας. 
 
Συνέντευξη Κώστα Βίρβου στη Μαρούλα Κλιάφα.


Εκ βαθέων
Απόσπασμα από συνέντευξη που έδωσε ο Κώστας Βίρβος στη Μαρούλα Κλιάφα το Πάσχα του 1997
Ποια είναι η πρώτη εικόνα που διατηρείτε έντονα στη μνήμη σας ;
« Θυμάμαι πως όταν ήμουνα πολύ μικρός, η μάνα μου είχε κρεμάσει πλάι στο κρεβάτι μου μια υφαντή μπαντανία με τρεις κοπέλες που χόρευαν. Μου άρεσε πολύ να τις κοιτάζω και τις είχα δώσει και ονόματα. Τις έλεγα Μαλότα, Μπαλότα και Καλότα. Όλα τα ονόματα είχαν ομοιοκαταληξία. Τέλειωναν σε «οτα».Κάθε πρωί τις καλημέριζα και κάθε βράδυ τις καληνύχτιζα».
Πώς ήταν η ζωή σας ως παιδί;
«Αν και προέρχομαι από αστική οικογένεια, ζούσαμε ελεύθερα. Το σπίτι μας ήταν στην οδό Καραϊσκακη, αλάνα δεν υπήρχε κοντά αλλά παίζαμε στους γύρω δρόμους με τα γειτονόπουλα. Κυρίως αγόρια.[...] Αν και θυμάμαι πως υπήρχαν και μερικά κορίτσια που τα κοίταζα. Αυτό στο δημοτικό ε! Ήμουνα ο αρχηγός της παρέας. Υπασπιστή είχα τον Τάσο Ζαχαράκη. Η μητέρα μου , κόρη τσιφλικά, ήταν πολύ αυστηρή, σχεδόν δωρική. Μας μάλωνε συχνά, μερικές φορές και μας έδερνε. Εγώ ήμουνα πολύ ατίθασος. Δεν λογάριαζα τα μαλώματα. Έκανα του κεφαλιού μου».
Τι είδους μουσική ακούγατε στο σπίτι;
«O πατέρας μου που το 1914 είχε μεταναστεύσει στην Αμερική, όπου έμεινε δέκα χρόνια, είχε φέρει από εκεί ένα γραμμόφωνο και πολλούς δίσκους, κυρίως όπερες. Μαζί είχε φέρει και δυο τρεις δίσκους με ρεμπέτικα. Εμένα δεν μου άρεσαν οι όπερες. Εγώ άκουγα κατά κόρον τα ρεμπέτικα. Τα αγαπούσα γιατί τα άκουγα από τα πολύ μικρά μου χρόνια μιας και το σπίτι μας γειτνίαζε με τα πορνεία. [...] Εκτός από τα ρεμπέτικα αγαπούσα πολύ και τα ηπειρώτικα τραγούδια, κυρίως τα πολυφωνικά. Εκτασιαζόμουνα. Τα ηπειρώτικα τραγούδια είναι όπως οι αρχαίες τραγωδίες. «Ο Μενούσης» για παράδειγμα. Ένα δραματικό τραγούδι, που ο πρωταγωνιστής είναι θύτης και θύμα ταυτόχρονα».
Έχετε επηρεαστεί από το ηπειρώτικο τραγούδι;
«Μμμ. Ίσως. Νομίζω πως ως προς τη δομή του στίχου πως έχω επηρεαστεί. Όταν άρχισα συνειδητά να γράφω στίχους άφηνα πάντα το ένστικτο να με οδηγεί. Έγραφα τραγούδια που πρώτα να ικανοποιούν εμένα. Πολλές φορές όμως το τέλος του τραγουδιού που έγραψα δεν ήταν ευχάριστο. Τέτοια τραγούδια ήταν αντιεμπορικά. Οι εταιρείες δυσανασχετούσαν. Οι ευρύτατες μάζες ήθελαν τραγούδια με ευχάριστο τέλος».
Δουλεύετε πολύ τον στίχο;
«Μερικές φορές ο στίχος μου βγαίνει αμέσως. Όμως υπάρχουν στίχοι που τους έχω γράψει και δυο και τρεις και τέσσερις φορές. Δεν φτάνει η έμπνευση. Χρειάζεται και δουλειά».
Ας γυρίσουμε στα παιδικά σας χρόνια. Πού πήγατε σχολείο;
«Ο πατέρας μου με έγραψε στο 3ο δημοτικό σχολείο επειδή εκεί ήταν διευθυντής ένας κρανιώτης δάσκαλος, ο Τζιαμπιώζης. Αυτός μου έδωσε και διάβασα τα πρώτα λογοτεχνικά βιβλία.
Στο 3ο δημοτικό σχολείο που πήγα έγινα πολύ λαϊκό παιδί λόγω πολυεθνικότητας του σχολείου. Το ένα τρίτο των συμμαθητών μου ήταν προσφυγόπουλα, παιδιά πολύ φτωχά, ξυπόλητα... Το άλλο ένα τρίτο ήταν εβραιόπουλα και οι υπόλοιποι ήμασταν γηγενείς. Έκανα παρέα με όλους. Πήγαινα στον Συνοικισμό, όμως φιλίες ιδιαίτερες είχα με τα εβραιόπουλα. [...] Αργότερα οι δυο καλύτεροι φίλοι μου ήταν ο Σαμουήλ Σαμουήλ και ο Μάκης Λεβής».
Πότε γράψατε τους πρώτους στίχους;
«Μόλις τέλειωσα το δημοτικό και ετοιμαζόμουνα το φθινόπωρο να δώσω εξετάσεις στο γυμνάσιο, πήγαμε οικογενειακώς στην Κρανιά. Εκεί υπήρχαν δυο σχολεία. Τα χρόνια εκείνα ακόμα και το καλοκαίρι μας μάντρωναν. Η Κοινότητα πλήρωνε τους δασκάλους και τα πρωινά για λίγες ώρες πηγαίναμε στο σχολείο. Δεν ήταν υποχρεωτικό αλλά πηγαίναμε. Μια μέρα ο δάσκαλος Κώστας Γκίκας μας λέει: «Παιδιά αύριο αντί για έκθεση ιδεών θα μου φέρετε ένα ποίημα». Γυρίζω στο σπίτι, κάθομαι και γράφω ένα ποίημα. Όταν την επομένη το διάβασε με ρώτησε: « Εσύ το έγραψες αυτό;» «Εγώ». Δεν με πίστεψε φαίνεται και μου είπε να πάω στη διπλανή αίθουσα και να γράψω ένα ποίημα με το τάδε θέμα. Δεν θυμάμαι τώρα το θέμα. Πάω εγώ, σε είκοσι λεπτά το είχα γράψει. Γυρίζω στην τάξη. « Τι το τέλειωσες κιόλας»; «Το τέλειωσα».
« Για να δω τι σαχλαμάρες έγραψες». Το διαβάζει, του άρεσε. « Κοίτα» μου λέει, « τώρα που θα κατεβείς στην πόλη να πας να αγοράσεις τη νεοελληνική στιχουργική του Ηλία Βουτυρίδη και να αρχίσεις να διαβάζεις ποίηση. Μην φοβάσαι, ας είσαι μικρός». Αυτός ο δάσκαλος ο Γκίκας μου έμαθε να διαβάζω ποίηση.»
Έχετε γράψει στίχους κατά παραγγελία;
«Ναι, έχω γράψει. Όταν ένας φίλος σου λέει έχω γράψει τη μουσική αλλά δυσκολεύομαι στο στίχο και σου ζητάει βοήθεια δεν μπορείς να του το αρνηθείς. Όταν σου δίνουν τη μουσική για να την επενδύσεις με λόγια συχνά δυσκολεύεσαι και ο στίχος μπορεί να υστερεί. Οι μεγάλοι μας συνθέτες, Τσιτσάνης, Καλδάρας ξεκινούσαν πάντα σχεδόν από τον στίχο. Οι στίχοι τους ενέπνεαν και τη μουσική».
Συνήθως διαλέγατε εσείς τους συνθέτες στους οποίους δίνατε τους στίχους σας;
«Προσπαθούσα. Τα κριτήριά μου ήταν πάντα η ποιότητα της δουλειάς τους. Η μουσική φόρμα του Τσιτσάνη, αυτό το καινούργιο που έφερε στη μουσική και δημιούργησε το τρικαλινό στίγμα, την τρικαλινή σχολή- γιατί πολλοί τον μιμήθηκαν στη συνέχεια- εμένα μου άρεσε. Πολλοί συγχέουν το μάγκικο τραγούδι με το ρεμπέτικο. Δεν είναι το ίδιο. Το ρεμπέτικο θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το εργατικό τραγούδι των πόλεων. Το μάγκικο είναι η αργκώ. Εγώ για παράδειγμα έχω γράψει το μάγκικο « Θα κάνω ντου βρε πονηρή στα στέκια που αράζεις».
Δηλαδή ο στίχος είναι εκείνος που καθορίζει αν ένα τραγούδι είναι μάγκικο;
«Ο στίχος αλλά εν πολλοίς και η μουσική. Μάγκικα έγραψε ο Μπάτης, ο Βαμβακάρης...Αν και η « Φραγκοσυριανή» για κανένα λόγο δεν είναι μάγκικο τραγούδι.
Ο Τσιτσάνης πήρε αυτά τα τραγούδια και τα μεταμόρφωσε. Έβαλε νέα στοιχεία και το δικό μας δημώδες και έφτιαξε κάτι προσωπικό, δικό του. «Η συννεφιασμένη Κυριακή»είναι σε φόρμα δημοτικού τραγουδιού».
Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Τσιτσάνη. Υπήρχαν διαφωνίες, εντάσεις;
«Στον Τσιτσάνη αν δεν του άρεσε ο στίχος, σε κοιτούσε λίγο περίεργα- ποτέ δεν σου έλεγε κάτι να σε προσβάλει- και στη συνέχεια γελούσε δυνατά. Να έτσι. ( Μιμείται το γέλιο του Τσιτσάνη) « Γιατί γελάς ρε Βασίλη;» τον ρωτούσα. « Έλα μωρέ Κώστα» έλεγε. «Εγώ θέλω στον στίχο εικόνες, εικόνες, εικόνες...». Τα αφηρημένα πράγματα δεν του άρεσαν. Επίσης δεν του πήγαινε καθόλου το Μικρασιάτικο τραγούδι και δεν έκρυβε την απέχθειά του γι'αυτό.
Ο Τσιτσάνης έδινε μεγάλη σημασία στην αρχή του τραγουδιού. « Πρέπει να σχίζει, να τσακίζει», έλεγε. Ιδιαίτερη σημασία έδινε και στο ρεφραίν. Κατά τον Τσιτσάνη το ρεφραίν πρέπει να τα λέει όλα. Τον άκουγα ευλαβώς. Έμαθα πολλά για τον στίχο από τον Τσιτσάνη.
Η συνεργασία μου με τον Καλδάρα ήταν διαφορετική. Το συζητούσαμε.
Και με τον Μπιθικώτση συνεργάστηκα καλά. Κάναμε μαζί μεγάλες επιτυχίες. Ο Μπιθικώτσης μπορεί να μην έγραψε πολλά τραγούδια αλλά ήταν καλός συνθέτης».

Η συζήτησή μας στη συνέχεια στράφηκε σε άλλα μονοπάτια. Μου μίλησε για τον Κίτσο Τσιτσάνη, έναν άνθρωπο ταλαντούχο που το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν το κυνήγι, το να εκτρέφει καρδερίνες στο κλουβί και το να ακούει γραμμοφωνημένα τα τραγούδια που έγραφε κι ας μην είχαν το όνομά του. « Έγραφε για το κέφι του», μου τόνισε. « Το ίδιο και ο Παπασίκας » είπε. Ύστερα μου εμπιστεύτηκε πως είχε αρχίσει να γράφει ένα βιβλίο για τον Τσιτσάνη με προσωρινό τίτλο « Ο άγνωστος Τσιτσάνης».Τον ρώτησα αν το έχει προχωρήσει. « Είναι γύρω στις ογδόντα, ενενήντα σελίδες. Να δούμε αν το συνεχίσω. Δεν ξέρω ».
Του ζήτησα να μου περιγράψει την προπολεμική ζωή στα Τρίκαλα.
Μου μίλησε για τις παλιές ταβέρνες, τα δισκάδικα της 25ης Μαρτίου που με μεγάφωνα μετέδιδαν για λόγους διαφημιστικούς τους νέους δίσκους, κυρίως ρεμπέτικα, για την μπάντα που έπαιζε στην πλατεία και διαμόρφωνε ένα καλό μουσικό αισθητήριο στον κόσμο. Θυμήθηκε τα μαθητικά του χρόνια, την κατοχή... Μου διηγήθηκε δυο περιστατικά με τους τρικαλινούς δωσίλογους. Την έξοδό του στο αντάρτικο το καλοκαίρι του 1944, τον εμφύλιο, τις σπουδές του, τη στρατιωτική του θητεία, τη δουλειά του στο Υπουργείο Οικονομικών.
Άρπαξα την ευκαιρία.
Ποια θεωρείτε κυρίως εργασία σας; τον ρώτησα.
(Χαμογέλασε). « Την στιχουργική βέβαια. Η άλλη μου δουλειά απλώς μου εξασφάλιζε έναν καλό μισθό και την ιατρική περίθαλψη».
Κοίταξα το μαγνητόφωνο. Η τρίτη κασέτα τέλειωνε. Του το είπα.
« Θα συνεχίσουμε όταν θα έρθεις στην Αθήνα», με παρηγόρησε.
Δεν συνεχίσαμε. Όμως τα τελευταία χρόνια μιλούσαμε πολύ συχνά στο τηλέφωνο. Μια δυο φορές μου τραγούδησε το «Κοιμήσου αγγελούδι μου», αυτό το καταπληκτικό νανούρισμα. Τελευταία, λίγο πριν αρρωστήσει, τραγουδήσαμε μαζί τηλεφωνικώς το « Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα» το οποίο μου το έστειλε και σε χειρόγραφο. Ήταν ένας πολύ καλός λαϊκός ποιητής και κυρίως ένας σπάνιος άνθρωπος. Θα μου λείψει.
Μαρούλα Κλιάφα
Σημείωση: Οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο του « Κέντρου Ιστορίας και Πολιτισμού της εταιρείας Κλιάφα».

7.12.15

KHALIL GIBRAN ΟΙ ΕΦΤΑ ΕΑΥΤΟΙ

Φίλες και Φίλοι καλησπέρα, κατ' αρχάς να σας συστηθώ ονομάζομαι Ενδυμίωνας και για δέκα μέρες περίπου θα αντικαθιστώ των Επικούρειο Πέπο γιατί θα απουσιάζει αυτό το διάστημα στην Ιαπωνία, Κάθε φορά που θα κάνω κάποια ανάρτηση θα σας παρουσιάζω και κάποιες μουσικές, αυτή την ''εντολή'' πήρα από τον δάσκαλό μου τον Επικούρειο Πέπο, το cd που θα σας προτείνω σήμερα έχει τον τίτλο ''johann Sebastian Bach'' ''Bach Collegium Japan'' Masaaki Suzuki. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση και καλή ακρόαση σε όσες και όσους αποφασίσουν ν' ακούσουν το cd. Mε σεβασμό ο μαθητής Ενδυμίωνας. Υ.Γ. Ο Επικούρειος Πέπος γιορτάζει στις 26/04 και όχι όπως πριν στις 12/12 αυτό προς ενημέρωση-υπενθύμιση των φίλων του Επικούρειου Πέπου.


Οι Εφτά Εαυτοί

Στην πιο ήσυχη ώρα της νύχτας, καθώς ήμουν ξαπλωμένος και μισοκοιμισμένος, οι εφτά εαυτοί μου κάθισαν μαζί και έτσι κουβέντιαζαν ψιθυριστά.  

Ο Πρώτος Εαυτός: 
Εδώ, σε αυτόν τον τρελό, κατοίκισα όλα αυτά τα χρόνια, χωρίς να κάνω τίποτα παρά να ανανεώνω τον πόνο του την ημέρα και να ξαναδημιουργώ την θλίψη του τη νύχτα. Δεν μπορώ να αντέξω άλλο την μοίρα μου, και τώρα επαναστατώ.

Ο Δεύτερος Εαυτός: 
Η δικιά σου μοίρα είναι καλύτερη από την δικιά μου, αδελφέ, γιατί μου δόθηκε να είμαι ο χαρούμενος εαυτός αυτού του τρελού. Γελώ το γέλιο του και τραγουδώ τις χαρούμενες ώρες του, και με τριπλο-φτερωμένα πόδια χορεύω τις φωτεινότερες σκέψεις του. Εγώ θα έπρεπε να επαναστατήσω ενάντια στην κουρασμένη μου ύπαρξη.

Ο Τρίτος Εαυτός: 
Και εγώ ο από αγάπη κυριαρχούμενος εαυτός, ο φλεγόμενος πυρσός του αχαλίνωτου πάθους και των φανταστικών επιθυμιών; Εγώ ο αρρωστημένος από αγάπη εαυτός είμαι που θα έπρεπε να επαναστατήσει εναντίον αυτού του τρελού.

Ο Τέταρτος Εαυτός: 
Εγώ, απ' όλους εσάς, είμαι ο πιο δυστυχισμένος, γιατί τίποτα δεν μου δόθηκε εκτός από απεχθές μίσος και καταστροφική αηδία. Εγώ είμαι, ο θυελλώδης εαυτός που γεννήθηκα στης μαύρες σπηλιές της Κόλασης, αυτός που θα έπρεπε να διαμαρτυρηθεί και να μην υπηρετεί αυτόν τον τρελό.

Ο Πέμπτος Εαυτός: 
Όχι, εγώ είμαι, ο σκεπτόμενος εαυτός, ο φαντασιόπληκτος εαυτός, ο εαυτός της πείνας και της δίψας, αυτός που είναι καταδικασμένος να τριγυρνά χωρίς ξεκούραση ψάχνοντας άγνωστα και όχι ακόμα δημιουργημένα πράγματα· εγώ είμαι, όχι εσείς, αυτός που θα έπρεπε να επαναστατήσω.

Ο Έκτος Εαυτός: 
Και εγώ, ο εργαζόμενος εαυτός, ο θλιβερός εργάτης, που με υπομονετικά χέρια και γεμάτα λαχτάρα μάτια, κάνω τις ημέρες εικόνες και δίνω νέες και αιώνιες μορφές στα άμορφα στοιχεία - εγώ είμαι, ο μοναχικός, αυτός που θα έπρεπε να επαναστατήσω ενάντια σ' αυτόν τον ανήσυχο τρελό.

Ο Έβδομος Εαυτός:  
Πόσο περίεργο που όλοι σας θα έπρεπε να επαναστατήσετε ενάντια σ' αυτόν τον άνθρωπο, επειδή ο καθένας σας έχει μια προκαθορισμένη μοίρα να εκπληρώσει. Α! να μπορούσα να ήμουν σαν κάποιον από εσάς, ένας εαυτός με προαποφασισμένη μοίρα! Αλλά δεν έχω καμία, είμαι ο κάνω-τίποτα εαυτός, αυτός που κάθεται στο άλαλο, κενό τίποτα και ποτέ, ενώ εσείς είστε απασχολημένοι να ξαναδημιουργείτε ζωή. Εσείς είστε ή εγώ, γείτονες, που θα έπρεπε να επαναστατήσω;

Όταν ο έβδομος εαυτός μίλησε έτσι, οι άλλοι έξι τον κοίταξαν με οίκτο και δεν είπαν τίποτα άλλο· και καθώς η νύχτα πύκνωνε ο ένας μετά τον άλλο έπεσαν για ύπνο τυλιγμένοι σε μια νέα και χαρούμενη υποταγή.

Αλλά ο έβδομος εαυτός παρέμεινε να κοιτά και να παρατηρεί το τίποτα, το οποίο βρίσκεται πίσω απ' όλα τα πράγματα.
Υ.Γ. Στα πολυαγαπημένα μου φιλαράκια Διώνη και Αρκά εύχομαι από καρδιάς
καλή επιτυχία.


3.12.15

Πορτογαλέζικα Σονέτα Ελισάβετ Μπάρετ-Μπράουνιγκ

Φίλες και Φίλοι αγαπητοί συναθλητές της Επικούρειας Φιλοσοφίας και ταξιδευτές της Ουτοπίας σας καλημερίζω, έψαχνα να βρώ κάτι που να ταιριάζει στην πιο ερωτική γυναίκα του Πλανήτη,τηνΜαγευτική-Γλυκοφθαλμούσα-Γλυκολάλητη-Μελιστάλαχτη-Φεγγαρολουσμένη Δροσοστάλαχτη-Διάφανη Αφροδίτη, την Αφροδίτη-Ritha που εκφράζει τους πόθους όλων των αρσενικών, και το πρότυπο όλων των γυναικών, καταστάλαξα στα Πορτογαλέζικα Σονέτα. Σας εύχομαι καλή ανάγνωση, με σεβασμό ο Επικούρειος Πέπος.
Ελισάβετ Μπάρετ-Μπράουνιγκ: Σονέτο XLIII, Απ' τα Πορτογαλεζικά

Πώς σ' αγαπώ; Τους τρόπους ας μετρήσω.
Σ' αγαπώ στο βάθος, πλάτος και ύψος
που η ψυχή μου δύναται να φτάσει, σαν ψάχνει αόρατη
να βρει το τέλος του Είναι και της Χάρης της ιδανικής.
Σ' αγαπώ στο επίπεδο της ταπεινότερης
καθημερινής ανάγκης, κάτω απ' τον ήλιο ή του κεριού
το φως.
Σ' αγαπώ ελεύθερα, όπως παλεύουν οι άντρες
για το Δίκιο.
Σ' αγαπώ αγνά, όπως απεχθάνονται τον Έπαινο.
Σ' αγαπώ με το πάθος που έντυνα
παλιά τις λύπες μου και με την πίστη
των παιδικών μου χρόνων.
Σ' αγαπώ με μιαν αγάπη που νόμιζα πως έχασα
μαζί με τους χαμένους μου αγίους - σ' αγαπώ
με την ανάσα,
τα χαμόγελα, τα δάκρυα όλης της ζωής μου! - και αν
ο Θεός ορίσει,
θα σ' αγαπώ περισσότερο μετά το θάνατο.

Ποια δύναμη έχει ο έρωτας στο ποίημα αυτό; Βρίσκετε αναλογίες με το ποίημα της Πολυδούρη;
Η Elizabeth Barrett Browning καταθέτει στο Σονέτο 43 την αγάπη της για τον μελλοντικό της σύζυγο Robert Browning. Η ποιήτρια έχοντας ερωτευτεί κι έχοντας μπροστά της την προοπτική μιας δυνατής και ουσιαστικής σχέσης, επιχειρεί να κλείσει μέσα στις λέξεις της την ένταση και την ομορφιά ενός συναισθήματος που δύσκολα μπορεί να αποδοθεί με λόγια. Η δύναμη του έρωτα που έχει κατακλύσει την ψυχή της ποιήτριας, την ωθεί να δοκιμάσει νέες αναλογίες και νέους τρόπους για να εκφράσει το πρωτόγνωρα έντονο αυτό συναίσθημα.
Σ' αγαπώ, δηλώνει η ποιήτρια, σε όλες τις πιθανές διαστάσεις της ψυχής μου, -της ψυχής που απ' όσο γνωρίζουμε δεν έχει υλική υπόσταση και άρα πιθανότατα δεν έχει καν όρια-, όταν αυτή αναζητά το τέλος του Είναι, το τέλος της ύπαρξης και το τέλος της Ιδανικής Χάρης, της ομορφιάς. Η ποιήτρια βιώνοντας τη γένεση του ερωτικού της συναισθήματος, βρίσκεται σ' ένα κατακλυσμό συναισθημάτων, τα οποία μοιάζουν να είναι χωρίς όρια, καθώς ο έρωτάς της είναι σα να βαθαίνει κάθε λεπτό που περνά, γι' αυτό και στην προσπάθειά της να τον οριοθετήσει, χρησιμοποιεί έννοιας με ασύλληπτη ευρύτητα, όπως είναι η Ψυχή, το Είναι και η Χάρη. Όπως, δεν μπορούμε να οριοθετήσουμε της έννοιες αυτές, έτσι και η ποιήτρια αισθάνεται πως ο έρωτάς της είναι χωρίς όρια και περιορισμούς, είναι απόλυτος και πανίσχυρος.
Σ' αγαπώ στο επίπεδο της ταπεινότερης καθημερινής ανάγκης. Ο έρωτας που αισθάνεται η ποιήτρια δεν αφορά μόνο ιδεατές καταστάσεις και αφηρημένες έννοιες, είναι ένα αίσθημα πρωτόγονο που φτάνει στις πλέον βασικές ανάγκες της ψυχής και του σώματος. Η ποιήτρια, ποθεί τον αγαπημένο της, είτε κάτω από το φως του ήλιου -για τις πτυχές του έρωτα που μπορούν να βιωθούν δημόσια-, είτε κάτω από το φως του κεριού -για τις πτυχές του έρωτα που μπορούν βιωθούν μόνο ιδιωτικά, εντός κλειστού και προσωπικού χώρου.
Σ' αγαπώ ελεύθερα, όπως παλεύουν οι άντρες για το Δίκιο. Η ποιήτρια αισθάνεται πως είναι ελεύθερη να αγαπήσει, έχει δηλαδή κάθε δικαίωμα να βιώσει τον έρωτά της, όπως ελεύθεροι είναι οι άνθρωποι να παλεύουν για τη δικαιοσύνη.
Σ' αγαπώ αγνά, όπως απεχθάνονται τον Έπαινο. Η αγάπη της είναι αγνή, προκύπτει χωρίς προσπάθεια, ενστικτωδώς, όπως ενστικτωδώς οι ηθικοί άνθρωποι απεχθάνονται τους επαίνους και τις κολακείες.
Σ' αγαπώ με το πάθος που έντυνα παλιά τις λύπες μου και με την πίστη... Η αγάπη της ποιήτριας έχει την ένταση που έχουν όλα τα συναισθήματα κατά την παιδική και εφηβική ηλικία. Με την ίδια απελπισία και απόγνωση που ένα παιδί βιώνει τη θλίψη του, αλλά και με την ίδια δύναμη που πιστεύει σε κάθε τι που θεωρεί σωστό, έτσι αγαπά τώρα η ποιήτρια τον αγαπημένο της. Η ένταση του συναισθήματος προσομοιάζει την ένταση των παιδικών συναισθημάτων, μια ένταση που οι ενήλικες συχνά θεωρούν ότι έχει πια παρέλθει και δεν μπορούν να νιώσουν ξανά.
Σ' αγαπώ με μιαν αγάπη που νόμιζα πως έχασα... Καθώς περνούσαν τα χρόνια η ποιήτρια αισθανόταν πως έχανε την πίστη της, αλλά και τη δυνατότητα να αισθανθεί κάτι με την ένταση που αισθανόταν κάθε τι όταν ήταν νεότερη και ιδίως όταν ήταν παιδί. Ο ερχομός, επομένως, του αγαπημένου της, της ξυπνά συναισθήματα που τα βιώνει πλέον σε μια ένταση που νόμιζε πως δεν μπορούσε πια να αισθανθεί. Ο έρωτάς, της δηλαδή, είναι τόσο δυνατός όσο κανένα άλλο συναίσθημα σε όλη την ενήλικη ζωή της.
Σ' αγαπώ με την ανάσα, τα χαμόγελα, τα δάκρυα όλης της ζωής μου. Η ποιήτρια οδηγεί σε μια ανοδική κλιμάκωση την έκφραση της αγάπης της και δηλώνει πως ο έρωτάς της έχει τη δύναμη όλης της, της ζωής -με την ανάσα- και παράλληλα συγκεντρώνει την ένταση όλων των συναισθημάτων που έχει ποτέ βιώσει -τα χαμόγελα και τα δάκρυα. Και όχι μόνο θεωρεί πως σε αυτόν τον έρωτα έχουν συγκεντρωθεί τα συναισθήματα μιας ολόκληρης ζωής, αλλά αν ο Θεός της το επιτρέψει θα αγαπά τον μελλοντικό της σύζυγο, ακόμη περισσότερο μετά το θάνατό της.
Ο τρόπος με τον οποίο η Barrett Browning περιγράφει τη δύναμη των συναισθημάτων της, μας παραπέμπει στα λόγια της Μαρίας Πολυδούρη, η οποία επίσης αντίκρισε τον έρωτά της ως δύναμη ζωοποιό και καταλυτική. «Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα / γι' αυτό η ζωή μου εδόθη», η Πολυδούρη θεωρεί πως τελικά ολόκληρη η ζωή της δικαιώθηκε από την αγάπη εκείνου και πως ο λόγος για τον οποίο γεννήθηκε ήταν για να βιώσει την αγάπη του. Και τώρα που βλέπει τη ζωή της να φτάνει στο τέλος της: «κι έτσι γλυκά πεθαίνω / μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες», η ποιήτρια αισθάνεται πως η αγάπη του υπερνικά ακόμη και το φόβο του θανάτου, μιας και ο θάνατος στην παρούσα ζωή, μπορεί να σημάνει την επανένωση σε μια άλλη ζωή, σε μια άλλη μορφή ύπαρξης, εφόσον ο αγαπημένος της είναι ήδη νεκρός.
Η Barrett Browning μας περιγράφει την ένταση του έρωτά της, ενός έρωτα που ξεπερνά ακόμη και τα όρια της υπερβολής κι έχει την προοπτική να συνεχιστεί ακόμη και μετά το θάνατό της. Ενώ, η Πολυδούρη φτάνει σε μια παρόμοια προοπτική, έχοντας πρώτα καταγράψει τους λόγους για τους οποίους η αγάπη του υπήρξε σημαντική για την ίδια.
Read more: http://latistor.blogspot.com
Ανιχνευτής ο Επικούρειος Πέπος-Fuji Tomo Kazu.
    

1.12.15

Ένας Λυκούργος μας χρειάζεται αλλά που να τον βρούμε; ΑΧ! ΕΛΛΑΔΑ

ΛΥΚΟΥΡΓΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Στους περήφανους λόφους της Σπάρτης δεν γεννήθηκε μόνο η Μεγάλη Ρήτρα του Λυκούργου που αναγέννησε την Πολιτεία της Σπάρτης, γεννήθηκε και μια ξεχωριστή ράτσα πολεμιστών, που ενέπνεαν το φόβο αλλά και τον σεβασμό των αντιπάλων τους. Όλα τα παραπάνω είναι άμεσα συνδεδεμένα με την«Δομή του στρατού των Λακεδαιμονίων», όπως η εκπαίδευση και η στρατολόγηση, ο τρόπος δράσης της φάλαγγος, και των βοηθητικών σωμάτων, η φύση των εκστρατειών, και ο οπλισμός. (σ. 15) 

Το μυστικό της Πολιτείας της Σπάρτης, που την έκανε να φθάσει και να γίνει η πρώτη δύναμη της Ελλάδος (αλλά αναλογικά και ολόκληρου του ως τότε γνωστού κόσμου, ενώ παράλληλα απέκτησε την φήμη του αήττητου των στρατευμάτων της), ήταν η παιδεία που παρείχε στα τέκνα της. Όσο κρατήθηκε «ζωντανή» η Μεγάλη Ρήτρα του Λυκούργου και οι παραδόσεις της Σπάρτης, κανείς ξένος κατακτητής δεν κατάφερε να πατήσει το πόδι του στην Σπάρτη. Πάντοτε προκαλούσε την απορία αλλά και τον φθόνο των υπολοίπων, πως κατάφεραν αυτά τα πέντε πλινθόκτιστα χωριά (που αποτελούσαν την πόλη της Σπάρτης), τα οποία δεν περιβάλλονταν από προστατευτικό τείχος, η μοναδική πόλη όχι μόνο στον Ελληνικό κόσμο αλλά και στα πολιτισμένα έθνη της Μεσογείου και της Ασίας που δεν διέθετε έστω μια υποτυπώδη οχύρωση, να ηγούνται όλων για μεγάλο χρονικό διάστημα. (σ.21)


Η ΜΕΓΑΛΗ ΡΗΤΡΑ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟ


Οι Δωριείς της Σπάρτης άρχισαν κυρίως να επεκτείνονται μετά την εποχή του Λυκούργου, (σ. 30)
Η Πολιτεία της Σπάρτης οφείλει πολλά από το ένδοξο μεγαλείο της στους νόμους που θέσπισε ο Λυκούργος για τους Λακεδαιμονίους. Ωστόσο, την ευνομία που ευλαβικά προσέφερε στην Πολιτεία την πλήρωσε με την αγανάκτηση των πλούσιων πολιτών της, και λίγο έλειψε με την ίδια του τη ζωή. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στη βιογραφία του, που παραθέτει ο Πλούταρχος, το χτύπημα που δέχτηκε ο Λυκούργος στο πρόσωπο, από την βακτηρία του πλούσιου Σπαρτιάτη Άλκανδρου έπειτα από καταδίωξη. (Ο Λυκούργος λίγο έλειψε να χάσει το ένα μάτι του, αλλά μπόρεσε να θεραπευτεί χάρη στην Αθηνά οφθαλμίτιδα, «Οπτιλλέτιν», γιατί οι Λάκωνες Δωριείς λέγουν τους οφθαλμούς οπτίλους και στην οποία ίδρυσε το ομώνυμο ιερό για να την ευχαριστήσει (Πλούτ. Λυκ. 116. 55-56). Ο Λυκούργος έζησε το πιθανότερο κατά τον 8ο αιώνα. Κατά τον Ηρόδοτο υπήρξε επίτροπος του βασιλέως Λεωβώτου και καταγόταν από τον κλάδο των Αγιαδών. Αντίθετα ο Αριστοτέλης (Αριστ. Πολ. Β. 10-15), τον παρουσιάζει ως επίτροπο του βασιλέως Χαρίλλου ή Χαρίλαου, έλκοντας έτσι την καταγωγή του από το γένος των Ευρυπωντιδών. Κανείς όμως εκ των δύο προαναφερθέντων δεν αμφισβητεί την ιστορικότητα του νομοθέτη, (σ.31)

Ο Πλούταρχος (Λυκ. 6), έρχεται έπειτα να βάλει και αυτός την υπογραφή του στην ιστορικότητα του Λυκούργου (όταν καταγράφοντας την Μεγάλη Ρήτρα), λέει πως καλούσε λαοσυνάξεις (Απέλλα), από καιρό σε καιρό (σε τακτικά δηλαδή διαστήματα), στο μέρος που είναι ανάμεσα στην γέφυρα Βάβυκα και τον ποταμό Κνακίωνα, το σημερινό δηλαδή ρέμα της Μαγούλας ή αλλιώς Τριπιώτικο ποτάμι, (σ. 32). 
Ο Λυκούργος όρισε ακόμη με την Ρήτρα του τη συνεδρίαση της Απέλλας κάθε πανσέληνο.

Ο Πλάτων επίσης θαύμαζε και επικροτούσε τους νόμους του, πιστεύοντας πως είναι θεϊκής προελεύσεως. Ακόμη και αρκετοί στωϊκοί φιλόσοφοι έδωσαν πίστη στον «μύθο» για την νομοθεσία του Λυκούργου. Ένας από αυτούς που ήταν θαυμαστής του αρχαίου μεγαλείου της Σπάρτης (και είχε ο ίδιος προσωπικά μυήσει στη στωϊκή φιλοσοφία τους μεταρρυθμιστές βασιλείς Άγι τον Δ΄ και τον Κλεομένη τον Γ΄), ο φιλόσοφος Σφαίρος ο Βορυσθενίτης, σε δύο μελέτες του, Περί της Λακεδαιμονίων Πολιτείας και Περί Λυκούργου και Σωκράτους, πρόβαλε το Λυκούργειο πολίτευμα, ως το πολίτευμα που θα φέρει την ευτυχία στους ανθρώπους. Υπάρχει επίσης μια πλειάδα αρχαίων συγγραφέων που παραδέχονται την ιστορικότητα του Λυκούργου, ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγονται οι Τίμαιος, Φύλαρχος, Διόδωρος, Ερατοσθένης, Απολλόδωρος, Σιμωνίδης, Διευτυχίδας, (σ.32)

Για να θεσπίσει τους νόμους του ο Λυκούργος θα ακολουθήσει και θα σεβαστεί πολλές από τις ήδη υπάρχουσες παραδόσεις και θεσμούς των Σπαρτιατών, όπως για παράδειγμα τον θεσμό της διπλής βασιλείας που προϋπήρξε όπως και η διανομή της κατακτηθείσης από τους Δωριείς γης σε κλήρους, (σ.34). Με τη ρήτρα του χώρισε την γη των Λακεδαιμονίων σε ίσους κλήρους, ίσους σε παραγωγική απόδοση το κυριότερο όμως είναι πως τους έκανε αναπαλλοτρίωτους, δηλαδή, ο κάτοχος του κλήρου δεν είχε το δικαίωμα να πωλήσει τον κλήρο του, γιατί ανήκε στην Πολιτεία των Σπαρτιατών, (σ.34).

Ο θεσμός των εφόρων πιστεύεται από τους σύγχρονους ιστορικούς, πως είναι πολύ μεταγενέστερος της Ρήτρας του Λυκούργου (Ηρόδ. Ιστ. Α΄. 65), (σ.35). Κατά τις εκστρατείες οι έφοροι (δύο των αριθμό), ήταν τα «μάτια της ρήτρας του Λυκούργου», χωρίς το δικαίωμα της επεμβάσεως. Βασικό τους μέλημα ήταν να ελέγχουν εάν τηρούνταν οι νόμοι του Λυκούργου, (σ. 36). Ένα παλίμψηστο του Βατικανού (Βατ. Ελληνικά, 2306), το οποίο αναφέρεται στις δικονομικές διαδικασίες των Λακεδαιμονίων, βεβαιώθηκε από τον J. J. Keaney ?Theophrastus Greek Judicial Procedure?, ως γνήσιο και εκδόθηκε πολλές φορές, πιστοποιώντας πως: «Η Γερουσία, οι δύο βασιλείς και οι έφοροι συμπράττουν στην άσκηση της Δικαιοσύνης» (Richers 2001). (σ.28) Επίσης οι έφοροι διαθέτουν δικό τους κατασκοπευτικό δίκτυο. Από την πρώιμη κλασική εποχή και μεταγενέστερα «οι έφοροι είναι υπεύθυνοι για την αστυνόμευση σε όλη την επικράτεια των Λακεδαιμονίων», (Cristien 2001). (σ. 28)

Ανέκαθεν οι Σπαρτιάτες κοιτούσαν με νοσταλγία το παρελθόν, τον καιρό που έζησε ο νομοθέτης τους, αναπολώντας την ευνομία των παρελθόντων ετών. Τον Λυκούργο τίμησαν ως ημίθεο και τον περιέβαλαν με συμβολικές μορφές, τελούσαν δε προς τιμήν του ειδική ενιαύσιο εορτή τα Λυκούργεια. Στην πόλη της Σπάρτης υπήρχε και ναός του νομοθέτη, πίσω από τον οποίο βρισκόταν ο τάφος του υιού του Ευκόσμου, (σ.42)

Όπως σχολιάζει ο Ξενοφών οι νόμοι του Λυκούργου, αν και γράφτηκαν στην απώτατη αρχαιότητα, ήταν πάντα επίκαιροι. Εμπνεύστηκαν από τον νομοθέτη την εποχή των πρώτων απογόνων των Ηρακλειδών και μέχρι τις ημέρες του Ξενοφώντος ήταν «ζωντανοί» και κατάλληλοι για όλες τις περιστάσεις, (σ.42). Οι νόμοι του Λυκούργου γαλουχούσαν τους αρχιστράτηγους ? πολέμαρχους ώστε να έχουν κοντά στο μαχητικό και στρατηγικό πνεύμα, (σ. 48). Πολλοί από τους νόμους που είχε θεσπίσει ο Λυκούργος ήταν δυσδιάκριτοι ανάμεσα στις παραδόσεις των Σπαρτιατών, (σ. 49). Στην προ Λυκούργου εποχή, υπάρχουν αναφορές πως οι Σπαρτιάτες πλούτιζαν από το εμπόριο και ανθούσε η βιοτεχνία, καλλιεργούνταν δε συστηματικά οι καλές τέχνες, (σ. 53)

Η Μεγάλη Ρήτρα του Λυκούργου σφυρηλατεί την ιδανική Πολιτεία, (σ. 56). Ο Λυκούργος για να προστατεύσει τους ευπατρίδες και τις οικογένειές τους (ενώ παράλληλα θα θελήσει να κρατήσει το στράτευμα των Σπαρτιατών αλώβητο), θα περάσει στην εφαρμογή αυτών των μέτρων για να τους διασφαλίσει. Ο νομοθέτης προσπάθησε να δομήσει κατά τέτοιον τρόπο την κοινωνία της πόλεως, ώστε η καθημερινότητά τους να περιστρέφεται γύρω απ? την ζωή της τιμής. Ο Σπαρτιάτης με γνώμονα την πολεμική αρετή ξεκινούσε έναν μεγάλο κύκλο, εκπαιδεύσεως που είχε ως αφετηρία του την παιδική ηλικία των επτά ετών, (σ. 57)

Ο νομοθέτης βρέθηκε μεταξύ σφύρας και άκμονος, όταν προσπάθησε να επιβάλει στην Πολιτεία τα νέα του νομοσχέδια (Μεγάλη Ρήτρα), με στόχο, ο πολίτης της Σπάρτης όταν συμπλήρωνε τα τριάντα του έτη να έχει πλήρη πολιτικά δικαιώματα, ώστε να μπορεί, με την αξία του πλέον, να διεκδικήσει κάθε στρατιωτικό και πολιτικό αξίωμα [?]. Μόλις στα είκοσι του έτη ο νέος της Σπάρτης ήταν απόφοιτος της μοναδικής για την εποχή, Ακαδημίας του Πολέμου και γινόταν μέλος μιας από τις φοβερότερες πολεμικές μηχανές που υπήρξαν ποτέ, με παγκόσμια φήμη, (σ. 60). Κύριος προσανατολισμός του Λυκούργου ήταν να δημιουργήσει καλούς και αγαθούς πολίτες, δηλαδή ανδρείους, καταδικάζοντας την μαλθακότητα και την πολυτέλεια, με τη λογική πως για να φθάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα ο πολίτης, πρέπει να αφιερωθεί εξολοκλήρου στον τρόπο ζωής που ήθελε να εφαρμόσει για τους Σπαρτιάτες, (σ. 65). Η εξοικονόμηση ελεύθερου χρόνου, επιτεύχθηκε χάρη στην Ρήτρα του Λυκούργου, που είδε πως κάποιος εργαζόμενος σε οποιαδήποτε εργασία, δεν θα μπορούσε ακόμη και αν το ήθελε να γυμνάζει συγχρόνως και το πνεύμα του. Συν τοις άλλοις, επέβαλε την απαραίτητη πειθαρχία στο στράτευμα, ώστε να δημιουργηθεί ένας στρατός πρότυπο. Το κυνήγι εθεωρείτο μια πολύ ευχάριστη απασχόληση για τον ομοίο, (σ. 68).

Οι πηγές καταγράφουν την εισαγωγή του σιδερένιου νομίσματος από τον Λυκούργο. Από τον Ξενοφώντα παραδίδεται, «Διότι πρώτον με τοιούτον όρισε νόμισμα, του οποίου και δέκα μόνον μνων αξίας αν εις την οικίαν μετακομιστεί, δεν θα μείνει απαρατήτητον ούτε από τους κυρίους ούτε από τους δούλους, επειδή και τόπον πολύν θα χρειαστεί και άμαξαν προς μεταφοράν (Λακ. Πολ. VII. 5), (σ. 76). «Εις την Σπάρτη όμως ο Λυκούργος απαγόρευσεν εις τους ελευθέρους πολίτας όλα τα είδη του χρηματισμού, ως μόνην δ? εργασία των διέταξε να θεωρούν όσα εξασφαλίζουν την ελευθερία των πόλεων», (Ξεν. Λακ. Πολ. VII. 2), (σ. 79). Οι είλωτες αν και δεν ήταν ομοίοι δηλαδή πολίτες της πόλεως της Σπάρτης και συνεπώς δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και λόγο ή βήμα αν θέλετε, στην Απέλλα για όσα διαδραματίζονταν, εν τούτοις ήταν ένα πολύ ισχυρό κομμάτι στο πολιτικό ψηφιδωτό που είχε δημιουργήσει ο Λυκούργος, (σ. 111).

Παραδίδεται επίσης από τον Ξενοφώντα πως ο Λυκούργος ήταν αυτός που συνέταξε και τους κανονισμούς για τη μάχη των εφήβων (στον Πλατανιστά). Στη «μάχη» αυτή χωρίς όπλα, η οποία ήταν καθοριστικής σημασίας αλλά και ένας σημαντικός σταθμός στην εξέλιξη της ενηλικίωσης, (σ. 114). Η «καρτερία» ήταν μια δοκιμασία επιδείξεως της αντοχής στον πόνο δημοσίως. Θεωρείται πως εισηγητής της τελετής της διαμαστιγώσεως (αγώνας καρτερίας), ήταν ο Λυκούργος, (σ. 119).

Σίγουρα αυτό το μυστηριώδες πρόσωπο ο Λυκούργος, που η ύπαρξή του οριοβατεί ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα, θα πρέπει να είχε μελετήσει επί μακρόν την συμπεριφορά του λύκου και της κοινωνίας του, πριν συντάξει την Μεγάλη Ρήτρα. Άλλωστε και το όνομά του μήπως δεν παραπέμπει εκεί, κατά μια εκδοχή; Λυκούργος < λύκος + έργον>. Επικρατέστερη άποψη βέβαια είναι το θέμα της λέξεωςλυκ να προέρχεται από το ουσιαστικό λύκη, «πρωινό φως, χάραμα», συνεπώς πρέπει να εξεταστεί σοβαρά και η πιθανότητα να προέρχεται από το ουσιαστικό λυκαεργός ? λυκούργειος, ο εργαζόμενος λαμπρά έργα, (σ. 124). Η Πυθία κατά την επίσκεψη του Λυκούργου στους Δελφούς τον είχε προσφωνήσει ως Λυκόεργε, Λυκόεργο, που ήταν επίθετα του Απόλλωνος, (Ηρόδ. Ιστορίαι. Α΄. 65). Ο λύκος δημιουργός, ο αρχιτέκτων, ο σοφός, Sol Invictus, (σ. 124).

Οι ομοίοι με την ενηλικίωσή τους στελέχωναν τις δωδεκαμελείς ομάδες που ονομάζονταν συσκηνίες. Προφανώς, επειδή έμεναν μαζί σε σκηνές ή ιδιαίτερα οικήματα. Αρκετοί από τους θεσμούς της συντηρητικής όπως νομίζεται Σπάρτης, όπως ήταν και αυτός της συσκηνίας προέρχονταν από μια παλιά παράδοση, ίσως όχι έτσι οργανωμένοι και δομημένοι, αφού θεωρείται έργο και αυτό του Λυκούργου. (σ. 125). Μόνο μετά την συμπλήρωση του τριακοστού έτους της ηλικίας τους οι ομοίοι μπορούσαν να δειπνούν και να κοιμούνται στις οικίες τους με τις γυναίκες τους κάποιες ημέρες το χρόνο. Και αυτό για τον Λυκούργο είχε σίγουρα παιδαγωγικό σκοπό, που είχε να κάνει μάλλον με την συζυγική διαγωγή και συμπεριφορά, (σ. 128).

Ο Λυκούργος πιστεύοντας στην ευγονία των πολιτών, τους επέβαλε να γυμνάζονται. Εκτός των νέων και οι νέες της Σπάρτης ακολουθούσαν ένα πρόγραμμα αγωγής, ώστε εκτός των άλλων ωφελειών που είχαν, να τεκνοποιούν υγιή παιδιά, (σ. 130). Ο Λυκούργος κατάφερε ώστε οι Σπαρτιάτες να έχουν φίλαθλο και ηρωικό πνεύμα, (σ. 130).

Λέγεται πως ο Λυκούργος επέβαλε μέσα από την Ρήτρα άπαντες οι πολίτες της Σπάρτης να τρέφουν μακριά (μαλλιά) κόμη, (σ. 133). Ο Λυκούργος όπως αναφέρεται στην Μεγάλη Ρήτρα εισηγήθηκε τον ερυθρό τρίβωνα, επειδή έβλεπε πως η απόχρωση αυτή ήταν ιδανικότερη για τους άνδρες, που έχουν ως στόχο να νικούν στο πεδίο της μάχης, (σ. 134).

Ο ίδιος ο Λυκούργος, αναφέρεται πως είχε απαντήσει, όταν τον ρώτησαν γιατί όρισε την συχνή μετακίνηση του στρατοπέδου: «Για να προκαλούμε περισσότερο κακό στους εχθρούς», (Πλούτ. Ηθικά. 24. Λυκούργος). Αλλά και στην Λακεδαίμονα μπορεί να παρατηρήσει κανείς πως υπάρχουν πανάρχαιες αναπαραστάσεις των Διοσκούρων, ως ιππέων. Μήπως συνάμα αποτυπώνουν την αριστοκρατική τάξη των ιππέων στην προ Λυκούργου εποχή; (σ.205). Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο τιμητικός τίτλος ιππείς να αντανακλά στη μνήμη μιας ιδιαίτερης τάξης ευγενών, που στο παρελθόν, ίσως προ Λυκούργου υπήρξαν έξοχο ιππικό σώμα, (σ. 207).

Η θρυλική επανίδρυση της Σπάρτης στις όχθες του Ευρώτα από τον Λυκούργο σηματοδότησε μια σειρά από κοσμογονικές αλλαγές, οι οποίες με την σειρά τους θα επηρεάσουν αλυσιδωτά και ριζικά, πολιτικά συστήματα σε πολλές χρονικές περιόδους. Ο νομοθέτης Λυκούργος, δημιουργώντας με τις ρήτρες του μια ισορροπία εξουσιών, μεταξύ των αριστοκρατικών φατριών της πόλεως, συγχρόνως θα σημάνει την στρατιωτική πρωτοκαθεδρία της Σπάρτης, (σ. 222) 
Πηγή: Δημήτριος Θ. Κατσούλης
Ανιχνευτής: Επικούρειος Πέπος.









28.11.15

ΕΜΦΥΛΙΑ ΠΑΘΗ 70 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ

Οι πρωταγωνιστές της Συμφωνίας της Βάρκιζας ύστερα από την υπογραφή της.
Οι πολιτικοί επιστήμονες Στάθης Καλύβας και Νίκος Μαραντζίδης ξανασυζητούν, ανεξίθρησκα και με μέθοδο, τη σύγχρονη ελληνική διχοστασία
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:  25/10/2015 05:45





Στάθης Ν. Καλύβας, Νίκος Μαραντζίδης
Εμφύλια πάθη.
23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2015,
σελ. 528, τιμή 16,60 ευρώ

Υποθέτει κανείς πως μετά τις χιλιάδες σελίδες που έχουν γραφτεί για τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο το θέμα θα είχε εξαντληθεί και το σύνολο του επιστημονικού κόσμου της χώρας μας, σε κάποιο γενικό τουλάχιστον πλαίσιο, θα είχε συμφωνήσει ως προς τα αίτιά του. Είναι βεβαίως αδύνατον να υπάρξει συμφωνία ως προς τον καταλογισμό των ευθυνών της κάθε πλευράς. Δεδομένου ότι απουσιάζει η συμφωνία όσον αφορά τα αίτια, ο καταλογισμός των ευθυνών μοιάζει αν όχι αδύνατος, τουλάχιστον εξαιρετικά δυσχερής.

Ο Στάθης Ν. Καλύβας, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Yale, και ο Νίκος Μαραντζίδης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ανήκουν στους νεότερους επιστήμονες που ερευνούν το θέμα συστηματικά εδώ και μερικά χρόνια και έχουν δημοσιεύσει σχετικές εργασίες. Οι απόψεις τους έχουν προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων από μεγάλη μερίδα της Αριστεράς και είναι σχεδόν βέβαιο ότι το ίδιο θα συμβεί και με το πρόσφατο βιβλίο Εμφύλια πάθη που έγραψαν από κοινού, μολονότι είναι η πιο «ανεξίθρησκη» εργασία τους σε σύγκριση με τις προηγούμενες, χωρίς ωστόσο να αφίσταται των παλαιότερων απόψεών τους - γι' αυτό και αξίζει ιδιαίτερης προσοχής.

Επιπλέον, είναι ένα βιβλίο δομημένο κατά τέτοιον τρόπο ώστε να διαβάζεται με ευχέρεια και από τον ειδικό και από τον μέσο αναγνώστη. Χωρίς να είναι εκλαϊκευτικό, αναλύει το θέμα σε 23 ερωτήσεις και απαντήσεις, οι οποίες συνοπτικά καλύπτουν σε γενικές γραμμές το θέμα που πραγματεύονται. Ερωτήσεις όπως ποιος ήταν ο ρόλος των Βρετανών, των Σοβιετικών ή των Αμερικανών, τι ήταν τα Δεκεμβριανά ή τι ήταν ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, και ακόμη τι ήταν το «παιδομάζωμα» και για ποιον λόγο έγινε - αν και για αυτό το τελευταίο κυκλοφόρησαν πρόσφατα κάποιες εξαιρετικά τεκμηριωμένες μελέτες.

Το πλέον ενδιαφέρον κεφάλαιο είναι, νομίζω, το τελευταίο: «Τι κληρονομιά μάς άφησε ο Εμφύλιος». Ουδείς θα διαφωνούσε με την άποψη των συγγραφέων ότι «αυξημένο ποσοστό των νεότερων ηλικιών αποδίδει ευθύνες εξίσου στην ελληνική Αριστερά και Δεξιά, αντίθετα από τις ηλικιακά πιο μεγάλες ομάδες». Αμέσως κατόπιν ωστόσο οι συγγραφείς ισχυρίζονται πως «η εμφυλιοπολεμική πόλωση και ο ρεβανσισμός δεν πηγάζουν από κάποια τραύματα που άφησε ο Εμφύλιος, όπως συχνά πυκνά γράφεται, αλλά από τη δράση μικρών ομάδων φανατικών από τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος». Μακάρι να ήταν έτσι. Δυστυχώς όμως δεν είναι, αν και τα «εμφύλια πάθη» (για να παραπέμψω στον τίτλο του βιβλίου) έχουν αμβλυνθεί - και σε αυτό συνετέλεσαν η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και η νομιμοποίηση του ΚΚΕ μετά τη Μεταπολίτευση. Για να επουλωθούν όμως τα τραύματα του Εμφυλίου θα περάσουν μερικά χρόνια ακόμη. Και ως τότε οι επιστήμονες θα έχουν πολλή δουλειά, αφού κάποια αρχεία εξακολουθούν να παραμένουν κλειστά.

Δεν είναι περιττό να τονιστεί πως το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης έπαιξαν καταλυτικό ρόλο όσον αφορά τις εκτιμήσεις για το πώς και το γιατί του ελληνικού εμφύλιου πολέμου. Και πως για την κομμουνιστική Αριστερά (αυτή που απέμεινε) δεν κατέρρευσε απλώς ένας μύθος αλλά χάθηκε το πεδίο αναφοράς.

Καταλογισμός ευθυνών
Οι συγγραφείς προβαίνουν σε διαπιστώσεις που συχνά οδηγούν σε μια σειρά από άτυπους καταλογισμούς ευθυνών. Σε έναν εμφύλιο πόλεμο, όπου τα πάθη είναι οξυμμένα, οι πράξεις βίας και τρομοκρατίας είναι περίπου αναπόφευκτες. Η κοινή λογική λέει πως η κάθε πλευρά έχει το μερίδιο και τις ευθύνες της. Και αυτό επιχειρούν να καταδείξουν ο Καλύβας και ο Μαραντζίδης καταλογίζοντάς τες κατά περίπτωση μέσω του ερμηνευτικού πλαισίου που έχουν υιοθετήσει.

Οι διαστάσεις του Εμφυλίου είναι πολλές, όπως υποστηρίζουν και οι ίδιοι, αλλά ο Εμφύλιος είναι έκφραση διχοστασίας της ελληνικής κοινωνίας. Και μολονότι δηλώνουν πως πρόθεσή τους δεν είναι απαραίτητα να εντοπίσουν ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο, αυτό κατά περίπτωση μπορεί να συμβεί και κάποτε να είναι και απαραίτητο.

Αν, όπως λένε, πρόθεσή τους είναι να ξανασκεφτούμε τον αδελφοκτόνο πόλεμο «με ψύχραιμο και νηφάλιο τρόπο», το παράδειγμα θα πρέπει να το δώσουν οι ίδιοι οι επιστήμονες πρώτοι. Και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν από τους αντιπάλους τους ο Μαραντζίδης και ο Καλύβας κατά το πρόσφατο παρελθόν ούτε ψύχραιμος ούτε νηφάλιος υπήρξε.

Αξιολογικές προτιμήσεις
Οι ίδιοι στην εισαγωγή τους παραδέχονται - και ορθώς - πως οι απόψεις τους «επηρεάζουν τον τρόπο που αντιλαμβάνονται το παρελθόν». Αυτό είναι φυσικά αναπόφευκτο και συμβαίνει με όλους τους σημαντικούς ιστορικούς και μελετητές. Το πεδίο αναφοράς, δηλαδή οι αντιλήψεις για το νόημα, την κίνηση και τη σημασία της Ιστορίας, παίζουν αποφασιστικό ρόλο στις εκτιμήσεις μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μπορεί κανείς να παραχαράσσει ή να παραποιεί τα πραγματικά περιστατικά. Και ειδικά στο βιβλίο αυτό οι συγγραφείς συνθέτουν τα γεγονότα και τα ερμηνεύουν μέσα από την απόσταση του χρόνου - ασχέτως των προτιμήσεων ή των όποιων ιδεολογικών τους αποκλίσεων. Το ότι θεωρούν «θετική εξέλιξη το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν πέρασε στο σοβιετικό στρατόπεδο το 1944 ή το 1948» δεν είναι μόνο δική τους άποψη αλλά και πολλών αριστερών που μετείχαν ενεργά στον Εμφύλιο. Αρκετοί μάλιστα ομολογούν: «Ευτυχώς που δεν νικήσαμε».

Είναι θετικό το ότι οι συγγραφείς υποστηρίζουν πως «δεν ισχυρίζονται ότι είναι δυνατή η αντικειμενική ανάγνωση και ανάλυση του Εμφυλίου», αφού όλοι μας κουβαλάμε «αξιολογικού τύπου προτιμήσεις και ευαισθησίες». Επομένως οι «διαφορετικές ερμηνείες και διαφωνίες» είναι αναπόφευκτες. «Ο ερμηνευτικός πλουραλισμός είναι ευπρόσδεκτος και απαραίτητος», γράφουν, «αλλά προϋποθέτει την ερευνητική τιμιότητα ως προς τη χρήση πηγών και τις μεθόδους τεκμηρίωσης και ανάλυσης». Γι' αυτό άλλωστε και παραδέχονται πως «τα πορίσματα που προσκομίζουν δεν αποτελούν οριστικά και τελεσίδικα συμπεράσματα που δεν επιδέχονται μελλοντική διόρθωση και αναθεώρηση». Είναι σαν να παροτρύνουν έτσι τον αναγνώστη να διαβάσει με κριτική ματιά το βιβλίο τους, δεδομένου μάλιστα ότι προτίθενται να το εμπλουτίσουν στο μέλλον με όσα στοιχεία προκύψουν από τα αρχεία τα οποία ως σήμερα παραμένουν κλειστά. Γι' αυτό και την κατηγορία ότι ανήκουν στους «αναθεωρητές» επιστήμονες τη θεωρούν τίτλο τιμής. Επομένως το βιβλίο τους δεν είναι μόνο περιγραφή του Εμφυλίου αλλά και κριτική του ανάγνωση.

«Εαμοβούλγαροι» και «γερμανοτσολιάδες»
Είναι απολύτως σαφές σήμερα πως ο Εμφύλιος προσεγγίστηκε σε μεγάλο βαθμό μανιχαϊκά, ως σύγκρουση του Καλού με το Κακό. Για τους νικητές οι κομμουνιστές ήταν οι «εαμοβούλγαροι» ενώ για τους ηττημένους οι αντίπαλοί τους ήταν «γερμανοτσολιάδες».

Και οι μεν και οι δε στηρίζουν τα επιχειρήματά τους σε συγκεκριμένα γεγονότα. Οι μεν κομμουνιστές στο ότι κάποιοι δωσίλογοι αξιωματικοί (λ.χ. ο Γ. Τολιόπουλος, διοικητής των ταγμάτων ασφαλείας Αγρινίου) βαφτίστηκαν πατριώτες στη Σιλωάμ του αντικομμουνισμού, οι δε αντίπαλοί τους στο γεγονός ότι το 1949 η 5η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του το ΚΚΕ αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς στη δημιουργία ανεξάρτητου Μακεδονικού κράτους και σε Μακεδόνες του Αιγαίου.

Εκείνο που έχει περάσει στα ψιλά είναι πως ο τροτσκιστής Παντελής Πουλιόπουλος και ο Σεραφείμ Μάξιμος, που εκπροσωπούσαν το ΣΕΚΕ (Κ), από το οποίο προήλθε το ΚΚΕ, στην 7η Συνδιάσκεψη της Βαλκανικής Ομοσπονδίας στη Μόσχα το 1924 υπερψήφισαν τη θέση υπέρ της ανεξαρτησίας της Μακεδονίας και της Θράκης χωρίς να υπάρχει σχετική απόφαση του κόμματος. Η διαφορά ήταν πως στον Εμφύλιο στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού περιλαμβάνονταν και Σλαβομακεδόνες.

Στο κεφάλαιο «Τι είδους κόμμα ήταν το ΚΚΕ» οι συγγραφείς δίνοντας συνοπτικά το ιστορικό της δημιουργίας και της εξέλιξής του αποφαίνονται ότι «εκείνα τα χρόνια» (σ.σ.: στον Μεσοπόλεμο) «το ΚΚΕ διέθετε μικρές δυνάμεις και περιορισμένη πολιτική απήχηση, ήταν κατά βάση περιθωριακό κόμμα, και άρα ελάχιστα απειλητικό για την καθεστηκυία τάξη». Βεβαίως δεν ήταν περιθωριακό μόνο το ΚΚΕ τότε, αλλά και άλλα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα, όπως λ.χ. το αυστριακό, καθώς μαρτυρεί στο βιβλίο του «Το σοσιαλιστικό όνειρο (αναμνήσεις και στοχασμοί)» ο Ερνστ Φίσερ.  Πολύ ενδιαφέροντα είναι τα κεφάλαια που αναφέρονται στο «Τι προηγήθηκε του εμφυλίου πολέμου», στο «Πώς και πότε ξεκίνησε η Αντίσταση» και στο «Πώς κλιμακώθηκε η εμφύλια σύγκρουση».

Μετά το τέλος του κεφαλαίου οι συγγραφείς παραθέτουν χρήσιμη βιβλιογραφία.

Τα «Εμφύλια πάθη» είναι ένα εξαιρετικά δομημένο βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί και από όσους συμφωνούν και από όσους διαφωνούν με το σκεπτικό του.
Περιεχόμενα
Τι είναι εμφύλιος πόλεμος;
Ήταν οι συγκρούσεις της περιόδου 1943 - 1949 εμφύλιος πόλεμος;
Τι προηγήθηκε του εμφύλιου πολέμου;
Τι είδους κόμμα ήταν το ΚΚΕ;
Πότε και πως ξεκίνησε και οργανώθηκε η Αντίσταση;
Τι ήταν και γιατί κυριάρχησε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ;
Τι ήταν ο δωσιλογισμός και ποιοι ήταν οι δωσίλογοι;
Πως ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος;
Τι ήταν τα Δεκεμβριανά;
Τι ήταν και γιατί απέτυχε η Συμφωνία της Βάρκιζας;
Τι ήταν η "λαοκρατία" και τι η "εαμοκρατία";
Τι επιδίωκε το ΚΚΕ στην Κατοχή και την Απελευθέρωση;
Πως και πότε επέλεξε (ξανά) τη σύγκρουση το ΚΚΕ;
Πως κλιμακώθηκε η εμφύλια σύρραξη το 1946;
Ποιος ήταν ο ρόλος των Βρετανών;
Ποιος ήταν ο ρόλος των Αμερικανών;
Ποιος ήταν ο ρόλος των Σοβιετικών;
Τι ήταν ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας;
Πόσο σημαντική ήταν η υλική βοήθεια που έλαβε ο Δημοκρατικός Στρατός από τις λαϊκές δημοκρατίες;
Τι ήταν το "παιδομάζωμα" και για ποιο λόγο έγινε;
Ποιοι ήταν οι πολιτικοί πρόσφυγες;
Γιατί κέρδισε ο Ελληνικός Στρατός και ηττήθηκε ο Δημοκρατικός Στρατός;
Τι κληρονομιά μας άφησε ο εμφύλιος πόλεμος;
Ανιχνευτής: Eπικούρειος Πέπος.

27.11.15

ΣΩΚΡΑΤΗ ΕΣΥ ΣΟΥΠΕΡ ΣΤΑΡ!!!!!!

Φίλες και Φίλοι καλημέρα και όχι μόνο! η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη σ' έναν εκλεκτό-πιστό-πολύτιμο-συγκαταβατικό-πράο-μισόχρονο!! κ.ο.μ. φυσικά και σας μιλάω για τον σοφό Γεώργιο, ίσως φανεί υπερβολικό αλλά νομίζω πως είναι ο νέος Σωκράτης της σημερινής εποχής, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών, αν μάλιστα τη σύζυγό του αντί για Κική την έλεγαν Ξανθίππη θα είχαμε έναν τέλειο συνδυασμό!!!!!!!!! Σας χαιρετώ, με σεβασμό και Επικούρεια διάθεση ο Δόκιμος Επικούρειος Πέπος.
Ο Σωκράτης και ο Γοργίας για τη δύναμη της πειθούς
Η ρητορική σαν επάγγελμα χωρίς αντικείμενο
Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης
«Η εμπειρία άλλωστε οδηγεί τη ζωή μας σε πορεία σύμφωνα με την τέχνη, ενώ η απειρία σύμφωνα με την τύχη»
Πλάτων, Γοργίας, 448c
«Ο λόγος δυνάστης μέγας είναι»
Γοργίας, Ελένης Εγκώμιον, παρ.8
Ο Σωκράτης ρωτάει να μάθει από τον σοφιστή Γοργία* ποια είναι η δύναμη της τέχνης του, τι επαγγέλλεται και τι διδάσκει. Ο Γοργίας υποστηρίζει ότι είναι γνώστης της ρητορικής τέχνης και ότι μπορεί να την μεταδώσει σε οποιονδήποτε. Ποιο όμως είναι το αντικείμενο της γνώσης που κατέχει ο ρήτορας και διδάσκει σε άλλους;
Ο Γοργίας απαντάει πως αντικείμενο της τέχνης του είναι οι λόγοι. Όλοι οι τεχνίτες όμως έχουν ως αντικείμενο τον λόγο όσον αφορά αυτό που επαγγέλλονται. Οι γιατροί μπορούν να εκφέρουν λόγο για αυτά που γνωρίζουν, δηλαδή για τα περί ιατρικής, οι μουσικοί για τα δικά τους, και ούτω καθεξής. «Επομένως η ρητορική δεν αφορά όλους τους λόγους»449e. Για ποιο πράγμα λοιπόν μπορεί να μιλάει ο ρήτορας; Τι είναι αυτό που γνωρίζει;
Οι υπόλοιπες τέχνες, υποστηρίζει ο Γοργίας, από την υποδηματοποιεία μέχρι την ιατρική, έχουν σχέση με κάποια χειρονακτική εργασία. Στη ρητορική όμως δεν υπάρχει κάποιο χειρονακτικό έργο, «αλλά ολόκληρη η πράξη και η ισχύς πραγματοποιείται με τα λόγια»450b. Ο Γοργίας έχει κάνει διαχωρισμό χειρονακτικών και πνευματικών επαγγελμάτων, κατατάσσοντας σαφώς την ρητορική στη δεύτερη κατηγορία. Ο Σωκράτης απαντάει λέγοντας πως κάποια επαγγέλματα αρκούνται στη σιωπή για να επιτελεστούν, όπως η ζωγραφική, ενώ κάποια άλλα δεν παράγουν κανένα, ή σχεδόν κανένα, χειρονακτικό έργο, όπως τα μαθηματικά, ενώ όλο τους το κύρος το αντλούν από τα λόγια. Σε ποια πράγματα λοιπόν η ρητορική αποκτά κύρος, χρησιμοποιώντας βέβαια τα λόγια; Ποιο είναι δηλαδή το αντικείμενο των λόγων του ρήτορα;
«Τα σπουδαιότερα και τα ωραιότερα ανθρώπινα πράγματα»451d απαντάει ο Γοργίας. Αυτό όμως είναι μια αξιολογική κρίση του αντικειμένου της ρητορικής τέχνης, και όχι καθορισμός του γνωστικού της πεδίου. Σίγουρα και ο γιατρός θα έλεγε το ίδιο για την δικιά του τέχνη. «Ποιο αγαθό είναι για τους ανθρώπους σπουδαιότερο από την υγεία;»452a. Ποιο είναι λοιπόν, ρωτάει ο Σωκράτης, αυτό το αγαθό που γνωρίζει και διδάσκει ο ρήτορας, που είναι το σημαντικότερο από όλα τα ανθρώπινα;
«Το μέγιστο αγαθό και αίτιο ελευθερίας για τους ίδιους τους ανθρώπους, και συνάμα αίτιο του να εξουσιάζει κάποιος τους άλλους στην πόλη του»
«Τι λοιπόν λες ότι είναι τούτο;»
«Η δυνατότητα να πείθεις με τα λόγια»452d.
Η πειθώ αναδεικνύεται από τον Γοργία ως η μέγιστη ικανότητα που μπορεί να έχει κάποιος. Δεν χρειάζεται φυσικά να καταδειχτεί η αναμφισβήτητη πρακτική χρησιμότητα της πειθούς σε μια κοινωνία άμεσης δημοκρατίας, όπου η εκκλησία του δήμου συνεδρίαζε τουλάχιστον 20 φορές το χρόνο, με συμμετέχοντες το σύνολο των Αθηναίων πολιτών. Από τη στιγμή που ο άρχοντας σε μια δημοκρατική κοινωνία δεν μπορούσε να εξουσιάζει τον λαό επικαλούμενος δύναμη, ικανότητα ή δικαίωμα εξουσίας ελέω θεού ή λόγω της καταγωγής του, και ο κάθε Αθηναίος ανεξάρτητα από μόρφωση, καταγωγή ή επάγγελμα είχε τη δύναμη να επιλέγει και να ψηφίζει για τα θέματα της πόλης του και έτσι να καθορίζει ποιος θα διαχειριζόταν τα ζητήματά της, η ικανότητα στην πειθώ έγινε καίριας σημασίας για τον κάθε επίδοξο πολιτικό ηγέτη.
Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ήταν που αναπτύχθηκε ο ρητορικός λόγος και ευδοκίμησαν οι σοφιστές και οι ρήτορες, τότε ήταν που άνοιξαν και οι πρώτες φιλοσοφικές σχολές. Αυτό το πλαίσιο όμως εκμεταλλεύτηκαν και οι λαοπλάνοι, οι οποίοι χρησιμοποιώντας τη δημαγωγία και τον λαϊκισμό επιχειρούσαν να κατευθύνουν τους πολίτες στους δικούς τους σκοπούς και να πραγματώσουν τις δικές τους φιλοδοξίες. Την εποχή εξ άλλου που έγραφε ο Πλάτωνας ήταν ακόμα νωπές οι μνήμες του Αλκιβιάδη που έπεισε με τη ρητορική του δεινότητα τους Αθηναίους να καταπλεύσουν στη Σικελία, κάνοντας «το κακό να φαίνεται καλό και το λάθος σωστό», οδηγώντας τον αθηναϊκό στόλο στην καταστροφή.
Σε ένα από τα κείμενα του Γοργία που έχουν επιζήσει, Ελένης Εγκώμιον, ο ρήτορας περιγράφει την «κατοχή της πειθούς» σαν εξαναγκασμό: «Αυτός που έπεισε αδικεί ως να εξανάγκασε, αυτή δε [η ωραία Ελένη] που πείστηκε ως να εξαναγκάστηκε από λόγο, μάταια αποκτά κακή φήμη»[παρ.12]. Η τεράστια δύναμη της πειθούς γίνεται για τον Γοργία όχι μόνο όπλο άσκησης εξουσίας, αλλά και αθωωτικό άλλοθι των «υποδουλωμένων» στην ικανότητα του ρήτορα. «Με τη δυνατότητα τούτη δηλαδή θα έχεις δούλο βέβαια τον γιατρό, δούλο όμως και τον παιδοτρίβη»452e.

Ανδριάντας του Πλάτωνα μπροστά από το Μέγαρο τη Ακαδημίας Αθηνών, έργο των Λεωνίδα Δρόση και Attilio Picarelli.
Άρα «η ρητορική δημιουργεί πειθώ, και όλες οι μεταγενέστερες εκδηλώσεις της αλλά και η συνολική της έκφανση καταλήγουν σε τούτο»453a. Ο Γοργίας μάλιστα υποστηρίζει ότι η ρητορική είναι ικανή για ένα πράγμα μόνο: για να δημιουργεί πειθώ στην ψυχή του ακροατηρίου. Άραγε όμως μόνο η ρητορική είναι που δημιουργεί πειθώ ή και οι άλλες τέχνες; «Όποιος διδάσκει οποιοδήποτε αντικείμενο, δημιουργεί πειθώ σχετικά με αυτό που διδάσκει ή όχι;»453d Ο μαθηματικός προφανώς μπορεί να δημιουργήσει πειθώ σχετικά με αυτά που γνωρίζει, ο γιατρός για τα ιατρικά και ο παιδοτρίβης για τα δικά του. Σχετικά με τι λοιπόν πείθει η ρητορική;
Ο Γοργίας καταλήγει επιτέλους εκεί που τον οδηγεί ο Σωκράτης, στην πρακτική χρήση της ρητορικής. Λέει λοιπόν πως η ρητορική «είναι τέχνη της πειθούς στα δικαστήρια και στις άλλες συγκεντρώσεις.και αναφέρεται στα πράγματα που είναι δίκαια και άδικα»454b. Εντοπίζει δηλαδή τον στόχο της τέχνης του στα ζητήματα ηθικής, όχι μόνο σε θέματα της πόλης, αλλά και στα δικαστήρια όπου εκδικάζονται ιδιωτικές υποθέσεις.
Χαρακτηριστικό της πειθούς όμως είναι ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μεταδώσει και κάτι που δεν είναι αλήθεια. Γνώση και πίστη είναι διαφορετικά πράγματα, και ενώ η γνώση μπορεί να είναι μόνο αληθινή (αλλιώς δεν είναι γνώση), η πίστη μπορεί να είναι ψευδής. Η δύναμη της πειθούς λοιπόν μπορεί να παρέχει γνώση, μπορεί όμως να παρέχει και πίστη χωρίς γνώση. Κάποιος μπορεί να πειστεί από έναν ρήτορα στο δικαστήριο για την ενοχή ενός κατηγορούμενου, είτε αυτό είναι αληθές είτε όχι, ενώ ο μαθηματικός θα πείσει τον μαθητή του για κάτι που είναι αληθές πέραν πάσης αμφιβολίας. Ο μαθηματικός δηλαδή μεταφέρει γνώση, εκεί που ένας ρήτορας στο δικαστήριο θα κάνει τους δικαστές μόνο να πιστέψουν για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορούμενου. Η ρητορική δημιουργεί εκείνην την πειθώ, από την οποία δημιουργείται πίστη. «Επομένως, όπως είναι φυσικό, η ρητορική δημιουργεί πειθώ πιστευτική αλλά όχι διδακτική σχετικά με το δίκαιο και το άδικο.και ο ρήτορας δεν διδάσκει στα δικαστήρια και στις άλλες συγκεντρώσεις σχετικά με τα δίκαια και τα άδικα, αλλά μόνο πείθει»455a.
Ο Σωκράτης λέει ότι δεν καταλαβαίνει τη χρησιμότητα της ρητορικής. Στην εκκλησία του δήμου αποφασίζεται η εκλογή γιατρών ή στρατηγών σύμφωνα με τις γνώσεις που κάθε υποψήφιος κατέχει. Η ρητορική όπως την περιγράφει ο Γοργίας μέχρι τώρα, με ηθικό αντικείμενο, δεν φαίνεται να έχει ρόλο να παίξει σε αυτή τη διαδικασία, αφού μπορεί να κάνει δηλώσεις μόνο για διαφορές ηθικού περιεχομένου. Ο Γοργίας οπισθοχωρεί, αφού τώρα υποστηρίζει ότι ένας ρήτορας μπορεί να πείσει για όλα τα θέματα της πόλης (πέραν της ηθικής), καλύτερα ακόμα και από έναν ειδικευμένο επαγγελματία. Ναύσταθμοι, τείχη και λιμάνια χτίστηκαν όχι με τις συμβουλές των τεχνιτών, αλλά του Θεμιστοκλή και του Περικλή που χρησιμοποίησαν την ρητορική τους ικανότητα. «Οι ρήτορες είναι που συμβουλεύουν και που η γνώμη τους επικρατεί πάντοτε»456a. Ο ίδιος ο Γοργίας όταν βρέθηκε σε σπίτι αρρώστου που δεν ήθελε να πιει φάρμακο, ενώ ο γιατρός δεν μπορούσε να τον πείσει, τον έπεισε αυτός, όχι με άλλη τέχνη παρά με τη ρητορική. Και σε περίπτωση που ένας γιατρός και ένας ρήτορας βρίσκονταν αντιμέτωποι στην εκκλησία του δήμου για το ποιος να εκλεγεί γιατρός, «ο γιατρός θα εξαφανιζόταν και θα εκλεγόταν ο ικανός στον λόγο, αν ήθελε.Δεν υπάρχει τίποτε για το οποίο να μην μπορεί να μιλήσει πειστικότερα ο γνώστης της ρητορικής απ' οποιονδήποτε άλλον από το πλήθος των τεχνιτών. Τόση λοιπόν και τέτοια είναι η δύναμη της τέχνης αυτής»456c.
Βλέπουμε ότι ο Γοργίας δεν ισχυρίζεται καν ότι ο στόχος του ρήτορα είναι να διδάξει το καλό, παρά μόνο να χρησιμοποιεί την πειθώ για να ξεγλιστράει από δύσκολες περιπτώσεις (όταν βρίσκεται κατηγορούμενος) ή για να κερδίζει δύναμη και φήμη με την επιρροή του. Αναγνωρίζει όμως ότι ένας ρήτορας θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την τέχνη του για να κάνει κακό. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση δεν θα έφταιγε ο δάσκαλος, λέει, με τον ίδιο τρόπο που δεν θα έφταιγε ο δάσκαλος της πυγμαχίας αν ο μαθητής του έκανε ένα αντικανονικό χτύπημα. Η δίκαιη χρήση της δύναμής του είναι ευθύνη του μαθητή, και είναι άδικο να κατηγορείται ο δάσκαλος ή η ίδια η τέχνη της ρητορικής για τις φαυλότητες του εκάστοτε ρήτορα.
Αναγνωρίζει επίσης και ένα όριο στη δύναμη της ρητορικής πειθούς. Ο ρήτορας μπορεί να πείσει καλύτερα από τον ειδικό σε κάποιο θέμα, αλλά μόνο εκείνους που δεν γνωρίζουν για αυτό («Ενώπιον δηλαδή αυτών οι οποίοι γνωρίζουν δεν θα είναι βέβαια καθόλου πειστικότερος από τον γιατρό»459a). Μόνο ο «όχλος» λοιπόν φαίνεται ότι μπορεί να παρασυρθεί από την πειθώ και άρα μόνο ο όχλος μπορεί να πειστεί για να αποκτήσει μια λανθασμένη πίστη. Άρα, ανακεφαλαιώνει ο Σωκράτης, κάποιος που δεν γνωρίζει για ένα αντικείμενο (όπως ο ρήτορας για την ιατρική) μπορεί να πείσει όσους δεν γνωρίζουν (όπως το πλήθος των Αθηναίων στην εκκλησία του δήμου) με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από κάποιον που γνωρίζει (όπως ένας γιατρός).
«Και δεν σου φαίνεται μεγάλο πλεονέκτημα Σωκράτη, χωρίς να ξέρει τις άλλες τέχνες αλλά μόνο μία, να μην υστερεί καθόλου από τους ειδικευμένους τεχνίτες;»459c

Ο Γοργίας δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί πόσο κυνική θα έπρεπε να ακούστηκε αυτή η δήλωση στα αφτιά του Σωκράτη, αφού, αν και έχει ουσιαστικά παραδεχτεί ότι το μόνο που κάνει κατά αποκλειστικότητα η τέχνη του ρήτορα (αυτό δηλαδή που την ξεχωρίζει από τις άλλες) είναι να μπορεί να πείσει τους αδαείς να πιστέψουν κάτι που είναι αναληθές, το παρουσιάζει σαν μεγάλη δύναμη και απόδειξη ανωτερότητας από τις άλλες τέχνες. Οποιαδήποτε γνώση μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο είναι έτσι κι αλλιώς γνωστικό αντικείμενο ενός ειδικευμένου τεχνίτη, ενώ ο ρήτορας λειτουργεί παρασιτικά, παριστάνοντας ότι ξέρει όσα δεν ξέρει, και μένει στην δικιά του κρίση το αν θα χρησιμοποιήσει τη δύναμη πειθούς του προς όφελος της πόλης ή αποκλειστικά για το δικό του συμφέρον. Εφόσον όμως προηγουμένως δήλωσε ότι η ρητορική «αναφέρεται στα πράγματα που είναι δίκαια και άδικα», πώς διατείνεται τώρα ότι η ευθύνη της δίκαιης χρήσης ανήκει στον εκάστοτε χρήστη; Πώς θα μπορούσε ο ειδικός σε μια τέχνη που έχει αντικείμενο τα ηθικά ζητήματα να κάνει ανήθικη χρήση της; Μα φυσικά, μόνο αν είναι αμοραλιστής.
Ο Γοργίας στο σημείο αυτό του διαλόγου φαίνεται να κάνει πίσω, αφού αν ακολουθούσε μέχρι τέλους τον συλλογισμό του, θα έπρεπε να παρουσιάσει ξεκάθαρα τον ρήτορα σαν τον ανήθικο πολιτικό που δεν τον ενδιαφέρει ούτε η αλήθεια ούτε η δικαιοσύνη ούτε το καλό της πόλης, αλλά μόνο η δικιά του «καλή ζωή», η φήμη και το συμφέρον του. Είναι ίσως αυτή η δίψα για αναγνώριση, το ότι θέλει να έχει καλή φήμη, που τον κάνει να μη λέει αυτά που σκέφτεται, αυτά που προκύπτουν από όσα είπε, καταδικάζοντας τώρα την άδικη χρήση της πειθούς, για να οδηγηθεί τελικά στην παραδοξολογία. (αν είχαμε διαβάσει αυτό το κείμενο ίσως το θέμα της αποχής να είχε τεθεί ππολύ πιο πριν, ο σοφός Γεώργιος έχει χρόνια που φωνάζει αλλά τέτοια βόδια που ήμαστε εγώ, ο Γογούλης, ο Αμίγος, ο Γκοτζιό, ο Ηγέτης κ.π.α. που να καταλάβουμε τι εννοούσε ο σοφός;)
Πρέπει λοιπόν ο ρήτορας, παραδέχεται ο Γοργίας, να είναι δίκαιος. Άρα πρέπει να ξέρει τα δίκαια και τα άδικα, και να θέλει να πράττει τα δίκαια. Ο γνώστης της ρητορικής λοιπόν δεν θα μπορούσε ποτέ να αδικήσει. Αν όμως ο ρήτορας δεν αδικεί ποτέ, τότε ποτέ δεν πρέπει να παριστάνει ότι ξέρει όσα δεν ξέρει, ούτε να πείθει υπέρ μιας λανθασμένης πίστης ή να παρουσιάζει μια πίστη σαν γνώση. Αλλά αν για να πείσει ο ρήτορας πρέπει όντως να ξέρει όσα λέει ότι ξέρει, τότε πρέπει να γίνει και γιατρός αν θέλει να πείσει για ιατρικά θέματα, και αρχιτέκτονας αν θέλει να πείσει για το χτίσιμο κτηρίων, και στρατηγός αν θέλει να πείσει τους πολίτες για μια εκστρατεία. Για όλα αυτά όμως υπάρχουν ήδη γιατροί, αρχιτέκτονες και στρατηγοί για να χρησιμοποιήσουν την πειθώ που δημιουργεί γνώση.
Οπότε ποια είναι η αξία της ρητορικής που διδάσκει ο Γοργίας και οι σοφιστές;

* Ο διάσημος στην εποχή του ρήτορας, σοφιστής και φιλόσοφος, μαθητής του Εμπεδοκλή. Ο διάλογος εξελίσσεται γύρω στο 427π.Χ., αφού τότε ήταν που ο Γοργίας πήγε στη Αθήνα πρώτη φορά, και ο Σωκράτης θα ήθελε να συνομιλήσει μαζί του, λόγω της φήμης του.
Ανιχνευτής: Δόκιμος Επικούρειος Πέπος.